ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 4824/2023

05 Ιουνίου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

    1. N.F από το Καμερούν και τώρα Λευκωσία

    2. N.C από το Καμερούν και τώρα στην Λευκωσία (ανήλικος δια μέσω της κηδεμόνα του (N.F.)

Αιτητές

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Εμφανίσεις:

Αιτήτρια 1:  Παρούσα

Ο. Ηλιάδης (κος) για Ε. Μυριάνθους (κα), Δικηγόρος για τους Αιτητές

Λ. Βελίκοβα (κα) για Ι. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ε. Ηρακλέους (κα) για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Αγγλικά και αντίστροφα.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την παρούσα προσφυγή οι Αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 24/11/23, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια 1 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 08/04/19, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της στις 28/09/23 και σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 23/10/23. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης την 01/11/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο δικηγόρος για την Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αναιτιολόγητα και υποστήριξε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν υπό πεπλανημένα κριτήρια και δεν έλαβαν υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας 1. Υποστηρίζει ότι δεν υποβλήθηκαν ουσιαστικές ερωτήσεις για να μπορεί η Αιτήτρια 1 να τεκμηριώσει επαρκώς το αίτημα της και θα έπρεπε τουλάχιστον να της δοθεί το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, ούτε το Καμερούν βρίσκεται στον κατάλογο ασφαλών χωρών

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, απάντησαν προφορικά επί της Γραπτής Αγόρευσης της Αιτήτριας 1, υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας 1 όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου της στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω μόνο τους λόγους ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Δεδομένης της πιο πάνω κατάληξης, το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας και των στοιχείων του διοικητικού φακέλου του (στο εξής «ΔΦ») σε συνδυασμό με τους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Με την αίτηση ασύλου της η Αιτήτρια 1 ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω της πολιτικής κρίσης που επικρατεί στη χώρα της και ότι την κυνηγούν οι Ambazonians[1]. (ερυθρό 1 ΔΦ). Κατά την συνέντευξη δήλωσε ως τόπο καταγωγής/τελευταίας συνήθους διαμονής την πόλη Κumba του Καμερούν, ότι έχει διαμείνει στο χωριό Bai αλλά και στην πόλη Buea. Ανέφερε περαιτέρω ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Ikwari, είναι Χριστιανή Πρεσβυτεριανή, άγαμη και μητέρα ενός κοριτσιού που διαμένει στη χώρα καταγωγής της μαζί με την μητέρα της και ενός αγοριού που γεννήθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία. Είναι απόφοιτη δημοτικής εκπαίδευσης. Ο πατέρας της έχει αποβιώσει, η μητέρα της βρίσκεται στο χωριό Bai, έχει 5 αδέλφια και η Αιτήτρια 1 διατηρεί επικοινωνία με την οικογένεια της. Πρόβαλε κατά την ελεύθερη αφήγηση της, ότι οι Ambazonians  τον Οκτώβριο/Νοέμβριο του 2018 άρχισαν να απειλούν την ζωή της, διότι ως ισχυρίζονταν η Αιτήτρια 1 υποστηρίζει την κυβέρνηση. Αναφέρθηκε σε δυο επισκέψεις που δέχθηκε από αυτούς, την πρώτη φορά από 6-7 άτομα που την επισκέφθηκαν στην οικία της και της έλεγαν ότι υποστηρίζει τον στρατό, αλλά η ίδια το αρνήθηκε και η δεύτερη πραγματοποιήθηκε δυο εβδομάδες μετά από 3 άτομα, οι οποίοι συνέχισαν να την απειλούν ότι θα την σκοτώσουν για τον ίδιο λόγο.  Η Αιτήτρια 1 δήλωσε ότι δεν δέχθηκε άλλη επίσκεψη και απειλή μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα της τον 3ο/2019.

 

Ο λειτουργός αποδέχθηκε τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας 1 (ερυθρά 64-63 ΔΦ), απέρριψε, όμως, ως εσωτερικά αναξιόπιστο τον ισχυρισμό της ότι κατηγορήθηκε από τους Ambazonians και ότι υποστηρίζει τις στρατιωτικές δυνάμεις του Καμερούν. Στην σχετική έκθεση/εισήγηση καταγράφονται οι ανακρίβειες, η έλλειψη πληροφοριών και λεπτομερειών, τα ανεπαρκή στοιχεία και οι γενικότητες στα λεγόμενα της Αιτήτριας 1. Ειδικότερα προκύπτουν τα ακόλουθα:

- η Αιτήτρια 1 ισχυρίστηκε ότι την επισκέφθηκαν δυο φορές στην οικία της και απειλούσαν την ζωή της καθώς, θεωρούσαν ότι υποστηρίζει τις στρατιωτικές δυνάμεις του Καμερούν, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να εξηγήσει τον λόγο που την θεωρούσαν ως υποστηρικτή τους,

 

- δεν ήταν λεπτομερής στην περιγραφή των γεγονότων, πότε την επισκέφθηκαν, δηλώνοντας αόριστα τον Οκτώβριο/Νοέμβριο και ότι οι δυο συναντήσεις απείχαν μεταξύ τους δυο εβδομάδες,

 

- ούτε ήταν σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρεια τι βίωσε κατά τη διάρκεια των δυο περιστατικών, αναφέροντας γενικά ότι οι Ambazonians συζητούσαν μαζί της και ότι θα προχωρούσαν σε έρευνα προκειμένου να βεβαιωθούν ότι υποστηρίζει τον στρατό.

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση του αφηγήματος της Αιτήτριας 1, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων[2] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία της επί αυτού του σημείου του αιτήματος της, δεν τεκμηριώνεται. Οι συνθήκες δίωξης της, οι περιγραφές των πρωταγωνιστών του αφηγήματος της και η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας της στο σύνολό τους. Οι δηλώσεις της εμφαίνοντα να είναι γενικές και αόριστες ενώ κατά την διαδικασία της συνέντευξης δεν κατέβαλε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου της, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[3], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις της ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας 1 δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας 1, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας 1 υπάρχουν περιστατικά ασφαλείας, όχι όμως σε υψηλό επίπεδο, ώστε να προκύπτει δεδομένης της έντασης της σύγκρουσης στην περιοχή της Αιτήτριας 1 σε συνδυασμό με τις προσωπικές της περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας της σε περίπτωση επιστροφής της (ερυθρό 58 ΔΦ). Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου από τη βάση δεδομένων ACLED σε σχέση με τα περιστατικά που αφορούν την πόλη Kumba προκύπτει ότι το διάστημα 27/05/23 έως τις 24/05/24 καταγράφηκαν μόνο 33 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 18 απώλειες. Εξ αυτών των 33 περιστατικών 7 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» (με 6 ανθρώπινες απώλειες),  21 ως «βία κατά αμάχων» (με 11 ανθρώπινες απώλειες), 3 ως «αναταραχές» (με 1 ανθρώπινη απώλεια), 2 περιστατικά ως «διαμαρτυρίες» (χωρίς ανθρώπινες απώλειες)[5]. Τα αναθεωρημένα στοιχεία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι παρόλο που στην περιοχή της Αιτήτριας 1 λαμβάνουν χώρα κάποια περιστατικά ασφαλείας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών είναι χαμηλός – επομένως ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία της Αιτήτριας 1 στο έδαφος της περιοχής την εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης. Ούτε τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία της Αιτήτριας 1 (πρόκειται για ενήλικη, νεαρή, ικανή προς εργασία, με οικογενειακό/υποστηρικτικό πλαίσιο να βρίσκεται στην χώρα καταγωγής, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή της στον τόπο διαμονής της θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

 

Απορρίπτεται δε ο ισχυρισμός της συνηγόρου της Αιτήτριας 1 για ανεπάρκεια ερωτήσεων κατά την συνέντευξη. Η όλη διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις πρόνοιες του Άρθρου 13, 13Α και 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και με βάση τα σχετικά καθοδηγητικά εγχειρίδια και διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις για να μπορεί η ενδιαφερόμενη να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες της, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει συνολικά με τις απαντήσεις της επαρκώς το αίτημα της. Επί αυτού του σημείου, επισημαίνεται ότι ναι μεν αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα[6], αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[7].

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της Αιτήτριας 1 ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).

 

Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας 1, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας 1 και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν – Βλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/ 21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, available at: https://euaa.europa.eu/

[2] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)

[3] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009, σκέψη 11.

[4] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[5]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 27/05/23 – 24/05/24, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: All event types και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon, ADMIN: Sud-Ouest, Location: Kumba) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/05/24]

[6] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[7] Άρθρο 16 & 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο