ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 6203/2022

07 Ιουνίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, ΔΙΚΑΣΤΗΣ Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Gl. Ng.,

από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

                                                       Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Δικηγόροι για τους Καθ' ων η αίτηση: Π. Βρυωνίδου (κα)

[Μ. Σταύρου (κα), Διερμηνέας, για διερμηνεία από την γαλλική στην ελληνική και αντίστροφα]

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 30.08.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»):

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής αναφερόμενη ως «ΛΔΚ»), την οποίαν εγκατέλειψε στις 15.06.2022 και στις 19.06.2022 αφίχθηκε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές υποβάλλοντας στις 10.07.2022 αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 24.08.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία υπέβαλε στις 25.08.2022 Έκθεση-Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενη την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε στις 30.08.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 05.09.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Την εν λόγω απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της παρούσας προσφυγής.

 

ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, ο οποίος εμφανίζεται αυτοπροσώπως, στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας δεν παραθέτει έκθεση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεσή του αλλά ούτε και εξειδικεύει οποιονδήποτε λόγο ακυρώσεως της επίδικης απόφασης. Καταγράφει δε, στο χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ. 1[1], την ένστασή του εναντίον της προσβαλλόμενης απόφασης ισχυριζόμενος ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διότι κινδυνεύει η ζωή του. Στο πλαίσιο της Γραπτής του Αγόρευσης καταγράφει επί της ουσίας τους ισχυρισμούς που προέβαλε και κατά την προσωπική του συνέντευξη ενώπιόν της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, κατόπιν σχετικών ερωτήσεων του παρόντος Δικαστηρίου, ο Αιτητής προσέθεσε ότι δέχθηκε επίθεση, ενώ προσπαθούσε να διαφύγει και ως αποτέλεσμα έπεσε και έσπασε το δόντι του.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή είναι ορθή, νόμιμη, επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, λήφθηκε σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής ενάσκησης των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ’ ων η Αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Ισχυρίζονται περαιτέρω, ότι ο Αιτητής δεν πέτυχε να υποστηρίξει οποιοδήποτε βάσιμο λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης και ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο ο ίδιος φέρει στους ώμους του, ως προς την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Τέλος, υποστηρίζουν ότι από τη μελέτη της υπόθεσης, προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν χρήζει διεθνούς και/ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Ως έχω ήδη παρατηρήσει και ανωτέρω, κανένας συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν προβάλλεται και κατά μείζονα λόγο δεν αιτιολογείται από τον Αιτητή στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας. Δεδομένου ωστόσο του γεγονότος ότι ο Αιτητής εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου προσωπικά, ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Διαδικαστικός Κανονισμός») τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καθορισμού των νομικών σημείων, εφόσον δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο.

 

Ανάλογη, όμως, χαλάρωση δεν προβλέπεται αναφορικά με την υποχρέωση για συμμόρφωση με την πρόνοια του Κανονισμού 4 του Διαδικαστικού Κανονισμού, ο οποίος διέπει τον καταρτισμό και καταχώριση της αίτησης ακυρώσεως, καθώς είναι ο Αιτητής που έχει ιδιάζουσα γνώση τόσο των γεγονότων της υπόθεσής του όσο και των λόγων για τους οποίους η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση θίγει τα συμφέροντα του. Δεν θα ήταν άλλωστε παραδεκτό για το Δικαστήριο να παρέμβει στην ανίχνευση του παραπόνου του προσφεύγοντος, προσδιορίζοντας και το επίδικο θέμα της δίκης[2].

Ενόψει της μη συμπερίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατόπιν αίτησης η οποία υποβλήθηκε στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015[3] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητάς της, την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Στη βάση λοιπόν των ως άνω, έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του Δικαστηρίου. Με την υποβληθείσα αίτησή του και ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι οι στρατιώτες της χώρας του βρίσκονται σε πόλεμο με τους αντάρτες M23 στα σύνορα με την Uganda και συγκεκριμένα στην πόλη Bunagana. Προσέθεσε σχετικά ότι οι στρατιώτες εισβάλλουν στα σπίτια με σκοπό να απαγάγουν νεαρούς άνδρες και να τους στείλουν να πολεμήσουν στα σύνορα. Πολλοί φίλοι του έχουν απαχθεί, πήγαν να πολεμήσουν στα σύνορα, κηρύχθηκαν «αγνοούμενοι» και οι οικογένειές τους θρήνησαν για αυτούς χωρίς να έχουν τα νεκρά σώματά τους. Τόσο ο Αιτητής όσο και η μητέρα του φοβόντουσαν ότι μπορεί να συμβεί κάτι αντίστοιχο στον Αιτητή και έτσι η μητέρα του, τον έστειλε να κρυφτεί στο σπίτι ενός φίλου του πατέρα του που εργάζεται στο αεροδρόμιο, ο οποίος τον έκρυψε στο σπίτι του για δύο εβδομάδες και αφού προέβη σε όλες τις απαραίτητες διαδικασίες τον έβαλε σε ένα αεροπλάνο και τον έστειλε στην Κύπρο.

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε ότι είναι ανύμφευτος, , ότι το θρήσκευμά του είναι χριστιανός και ότι ανήκει εθνοτικά στους Muhungani (ερυθρό 26 δ.φ.). Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο δήλωσε ότι τελείωσε το γυμνάσιο (secondary school) το εκπαιδευτικό έτος 2015-2016 στην πόλη Kinshasa και ακολούθως παρακολούθησε ένα δίχρονο εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην επιστήμη υπολογιστών επίσης στην Kinshasa, το οποίο ολοκλήρωσε το έτος 2020 (ερυθρό 25 δ.φ.). Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι έπαιζε ποδόσφαιρο χωρίς να πληρώνεται γι’ αυτό και ότι βιοποριζόταν με τα χρήματα της μητέρας του (ερυθρό 25 δ.φ.). Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε, ο πατέρας του και ένας αδερφός του έχουν αποβιώσει, ενώ η μητέρα του βρίσκεται εν ζωή και διαμένει στην κοινότητα Kimbanseke στην Kinshasa (ερυθρά 25-24 δ.φ.), με την οποίαν ωστόσο δεν έχει επικοινωνία καθώς ως δήλωσε, δεν έχει στην κατοχή του τηλέφωνο (ερυθρό 24 δ.φ.). Αναφορικά με τον τόπο καταγωγής και μόνιμης διαμονής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και διέμενε στην κοινότητα Kimbanseke της Kinshasa, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του (ερυθρό 24 δ.φ.). Ερωτηθείς για το ταξίδι του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ταξίδεψε με τα νόμιμα ταυτοποιητικά του έγγραφα μέσω του διεθνούς αεροδρομίου NDjili της Kinshasa (ερυθρό 23 δ.φ.).

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε επί της ουσίας όσα κατέγραψε στο έντυπο της υποβληθείσας αίτησής του. Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο στρατός θα τον απαγάγει και θα τον στείλει να πολεμήσει στα σύνορα. Ως προς το τί πιστεύει ότι θα συνέβαινε σε περίπτωση που δεν εγκατέλειπε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα ζούσε σε καθεστώς φόβου, ενώ απαντώντας σε ερώτηση της λειτουργού, αποσαφήνισε ότι η πιθανότητα της απαγωγής του για σκοπούς στρατολόγησης, δεν είναι κάτι που απλώς πιστεύει ότι μπορεί να συμβεί, αλλά κάτι που έχει δει να συμβαίνει σε πολλούς φίλους του (ερυθρό 22 δ.φ.). Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να προσδιορίσει τον πιθανό διώκτη του, εκείνος δήλωσε ότι είναι ο στρατός της ΛΔΚ (ερυθρό 22 δ.φ.). Ερωτηθείς αν έλαβε ποτέ κάποιο επίσημο έγγραφο στη βάση του οποίου να καλείται σε στράτευση, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Κληθείς να εξηγήσει για ποιο λόγο θεωρεί ότι ο στρατός επιθυμεί τη στράτευσή του παρόλο που δεν έχει αποστείλει κάποια σχετική κλήση, ο Αιτητής απάντησε ότι αντιστοίχως πολλοί φίλοι του απήχθησαν για να στρατολογηθούν χωρίς να έχουν δεχθεί κάποια κλήση (ερυθρό 21 δ.φ.).

 

Στα πλαίσια διευκρινιστικών ερωτήσεων αναφορικά με τον προσωπικό κίνδυνο που διέτρεξε ο Αιτητής, τέθηκε στον τελευταίο η ερώτηση αν τον έχει προσεγγίσει ο στρατός με τον Αιτητή να απαντά αρνητικά, ενώ αρνητική ήταν και η απάντησή του ως προς το αν του έχει συμβεί οτιδήποτε σε προσωπικό επίπεδο σε σχέση με τον στρατό (ερυθρό 21 δ.φ.). Ωστόσο, ο ίδιος θεωρεί πώς κινδυνεύει, επειδή έχουν απαχθεί φίλοι του, ότι ο στρατός απαγάγει νεαρούς άνδρες χωρίς κάποιο άλλο συγκεκριμένο κριτήριο, ότι ο ίδιος κατάφερε να ξεφύγει λόγω τύχης και επειδή εγκατέλειψε τη ΛΔΚ με τη βοήθεια του φίλου του πατέρα του, και ότι ο στρατός εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να απαγάγει νεαρούς άνδρες (ερυθρό 21 δ.φ.). Ερωτηθείς πώς κατάφερε να ταξιδέψει και ότι βάσει των δηλώσεών του θα αναμενόταν να μην του επιτραπεί η έξοδός του από τη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι τα ανέλαβε όλα ο φίλος του πατέρα του (ερυθρό 21 δ.φ.). Όταν τέθηκε στον Αιτητή η πληροφορία ότι βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης συντελείται εξαναγκαστική στρατολόγηση παιδιών στο ανατολικό μέρος της ΛΔΚ, ενώ δεν καταγράφονται αντίστοιχα περιστατικά στην Kinshasa, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν πρόκειται για στρατολόγηση, αλλά για απαγωγές (ερυθρά 21-20 δ.φ.). Όταν διατυπώθηκε στον Αιτητή η υπόθεση ότι αν ο στρατός της χώρας επιθυμούσε να στρατολογήσει κόσμο, θα αναμενόταν ευλόγως να εκδώσει κάποιο γενικό κάλεσμα, εκείνος απάντησε ότι ο στρατός στη χώρα του είναι «περίεργος» και ότι δεν υπάρχει σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ούτε πραγματική δημοκρατία (ερυθρό 20 δ.φ.). Ερωτηθείς αν έχει σκεφθεί να μετεγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της χώρας προκειμένου να είναι ασφαλής σε σχέση με τον στρατό, ο Αιτητής δήλωσε ότι τα πράγματα είναι ίδια παντού στη χώρα (ερυθρό 20 δ.φ.), ενώ στην ερώτηση αν οι αρχές της χώρας του, θα του επιτρέψουν την επανεισδοχή του σε αυτήν, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά.

 

Στην Εισηγητική της Έκθεση, η λειτουργός κατέγραψε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν σε σχέση με τη χώρα καταγωγής και την περιοχή διαμονής του Αιτητή, τον οποίον έκανε αποδεκτό και έναν δεύτερο σε σχέση με τον ισχυριζόμενο φόβο εξαναγκαστικής στρατολόγησης από τον κυβερνητικό στρατό της ΛΔΚ, με σκοπό τη συμμετοχή του στον πόλεμο στα ανατολικά σύνορα της χώρας τον οποίο και απέρριψε κρίνοντας ότι ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ επίσης από τις δηλώσεις του απουσίαζε το στοιχείο της ευλογοφάνειας. Επισήμανε ότι ο Αιτητής δεν απάντησε σε βασικά ερωτήματα και βασίστηκε σε υποθέσεις χωρίς προσωπικά περιστατικά για να τεκμηριώσει τον φόβο του. Επίσης, θεώρησε μη αξιόπιστη την εξήγηση ότι οι στρατιώτες προχωρούν σε εξαναγκαστικές στρατολογήσεις δια απαγωγής χωρίς επίσημη επιστράτευση. Περαιτέρω, η λειτουργός απέδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο γεγονός ότι ο Αιτητής δεν βίωσε κανένα περιστατικό με τις στρατιωτικές αρχές της χώρας του, όσο διέμενε στην ΛΔK και άρα ο φόβος του βασίζεται αποκλειστικά σε υποθέσεις. Ως προς το συγκεκριμένο σημείο θεώρησε μη πειστική την εξήγησή του ότι απέφυγε την απαγωγή λόγω τύχης και λόγω της φυγής του. Ακολούθως, η λειτουργός έκρινε ότι το γεγονός ότι ο Αιτητής κατάφερε να φύγει με νόμιμο τρόπο από τη χώρα, ενώ κατά τις δηλώσεις του Αιτητή συντελείται εξαναγκαστική στρατολόγηση νεαρών ανδρών πλήττει επίσης την αξιοπιστία του. Περαιτέρω, η λειτουργός θεώρησε μη σαφή την εξήγηση του Αιτητή για ποιο λόγο οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν καταγράφουν περιστατικά εξαναγκαστικής στρατολόγησης στην Kinshasa.

 

Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, η λειτουργός κατέγραψε ότι οι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν την αναζωπύρωση της έντασης στα ανατολικά της χώρας, αλλά δεν επιβεβαιώνουν την υποχρεωτική στρατολόγηση νεαρών ανδρών δια απαγωγών στην Kinshasa. Αντίθετα, καταγράφουν εξαναγκαστικές στρατολογήσεις παιδιών από παραστρατιωτικές ομάδες στα ανατολικά της χώρας. Η λειτουργός ανέφερε ότι αν το κράτος της ΛΔΚ προχωρούσε σε τέτοιες στρατολογήσεις θα υπήρχε σχετική δημοσιογραφική κάλυψη. Τέλος, παρέθεσε πληροφορίες για τις ενέργειες της κυβέρνησης της ΛΔΚ για τον περιορισμό του φαινομένου, ως προς τις αναγκαστικές στρατολογήσεις παιδιών στα ανατολικά της χώρας.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, επί τη βάσει του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του, η λειτουργός έκρινε ότι με βάσει αυτό δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην ΛΔΚ θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Προσέθεσε ότι με βάση την εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος του Αιτητή, όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι έχει υποστεί στο παρελθόν ή πρόκειται να υποστεί στο μέλλον οποιαδήποτε δίωξη ή να εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης, η επιστροφή του στην ΛΔΚ κρίνεται εφικτή.

 

Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση, η αρμόδια λειτουργός σημείωσε αρχικά ότι από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του Αιτητή, το προφίλ του και την αξιολόγηση κινδύνου, διαφάνηκε ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου για την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ως προς την συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Προχωρώντας στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 19(2)(γ), η λειτουργός επισήμανε ότι στην ΛΔΚ η ένοπλη σύρραξη εντοπίζεται στις ανατολικές επαρχίες της χώρας και συγκεκριμένα στις επαρχίες North Kivu, South Kivu και Ituri, και άρα όχι στην πόλη καταγωγής και μόνιμης διαμονής του Αιτητή (Kinshasa). Υπό αυτό το πρίσμα, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα του Αιτητή υπό τους όρους του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας ή του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου σε περίπτωση επιστροφής του στην ΛΔΚ. Ως εκ τούτου, η λειτουργός εισηγήθηκε όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή και ως προς τη συμπληρωματική προστασία.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Υπό το φως των ανωτέρω, και έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, την ίδια την επίδικη απόφαση και τις δηλώσεις του Αιτητή σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, δεν διαπιστώνω να υφίσταται οποιαδήποτε πλημμέλεια σε σχέση με αυτήν. Τόσο στα πλαίσια της προσωπικής συνέντευξης όσο και στα πλαίσια της εισηγητικής έκθεσης, η αρμόδια λειτουργός προέβη σε δέουσα έρευνα. Ειδικότερα, κατά το στάδιο της προσωπικής συνέντευξης η λειτουργός έθεσε επαρκή αριθμό διευκρινιστικών ερωτήσεων προκειμένου να διερευνήσει τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή και να του δώσει την ευκαιρία να τεκμηριώσει επαρκώς τον ισχυρισμό του περί της ισχυριζόμενης δίωξής του από τον στρατό της ΛΔΚ. Περαιτέρω, εξέθεσε στον Αιτητή τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της σε σχέση με το ζήτημα των εξαναγκαστικών στρατολογήσεων στη ΛΔΚ και του έδωσε τη δυνατότητα να τοποθετηθεί σε σχέση με την έλλειψη καταγεγραμμένων πληροφοριών αναφορικά με το ζήτημα των εξαναγκαστικών στρατολογήσεων νεαρών δια απαγωγής στην περιοχή της Kinshasa. Αντιστοίχως, στα πλαίσια της εισηγητικής έκθεσης η λειτουργός κατέγραψε αναλυτικά τα σημεία τα οποία έκρινε ότι βάλλουν κατά της αξιοπιστίας του Αιτητή και παρέθεσε αναλυτικές πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκειμένου να διαπιστώσει ότι εάν ο ισχυρισμός του Αιτητή επιβεβαιώνεται περί εξαναγκαστικών στρατολογήσεων δια απαγωγής από τον κονγκολέζικο στρατό επιβεβαιώνονται αντικειμενικά. Επισημαίνω ωστόσο, ότι διαφωνώ με την αξιολόγηση της λειτουργού ότι ο  ισχυρισμός του Αιτητή αποτελεί απλώς μία υπόθεση, η οποία δεν φέρει κάποια βαρύτητα από τη στιγμή που ο Αιτητής δεν είχε κάποια προσωπική εμπειρία δίωξης. Το γεγονός ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε παρελθούσα δίωξη δεν αρκεί από μόνο του, ώστε να θεωρηθεί ότι ο μελλοντικός του φόβος «υποβιβάζεται». Θεωρώ ωστόσο κρίσιμο, ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με την ισχυριζόμενη εξαναγκαστική στρατολόγηση των φίλων του, από την οποία θα μπορούσε να τεκμηριωθεί δυνητικά μελλοντικός κίνδυνος και για τον ίδιο, σε περίπτωση βεβαίως που οι εξωτερικές πηγές επιβεβαίωναν την ύπαρξη του φαινομένου στην Kinshasa.

 

Ως εκ των ανωτέρω, φρονώ πως ορθώς η αρμόδια λειτουργός κατέληξε στην απόρριψη του συγκεκριμένου ισχυρισμού.

 

Πέραν των ως άνω και εφόσον έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο για λόγους πληρότητας της απόφασής μου, να ανατρέξω σε πρόσφατες πηγές προκειμένου να διαπιστώσω αν στο μεταξύ έχει αλλάξει η κατάσταση σε σχέση με το ζήτημα των εξαναγκαστικών στρατολογήσεων εκ μέρους του στρατού της ΛΔΚ. Κατόπιν έρευνας διαπιστώνεται ότι οι βασικοί φορείς εξαναγκαστικών στρατολογήσεων παραμένουν οι ένοπλες ομάδες που δρουν στα ανατολικά της χώρας[4]. Παραπέμπω προς τούτο, σε σχετικά αποσπάσματα από εξωτερικές πηγές:

 

·    Το Νοέμβριο του 2023 η Save the Children επισημαίνει τα εξής:

«Οι συγκρούσεις μαίνονται σε ορισμένες περιοχές της χώρας εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες, με θύματα παιδιά, σεξουαλικές επιθέσεις, απαγωγές και βίαιη στρατολόγηση για χρήση από ένοπλες ομάδες»[5].

 

·   Το Νοέμβριο του 2023, η UNHCR καταγράφει τα εξής:

«Τα παιδιά είναι όλο και πιο ευάλωτα στη στρατολόγηση και τη χρήση τους από ένοπλες ομάδες, με περισσότερες από 450 εξακριβωμένες περιπτώσεις από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο (ενν. του 2023), μια αύξηση κατά 50% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του έτους»[6].

 

·     Το Νοέμβριο του 2023 η UNICEF καταγράφει τα εξής:

«Η βία κατά του άμαχου πληθυσμού εξακολουθεί να έχει καταστροφικές επιπτώσεις στα δικαιώματα των παιδιών και των γυναικών, ορισμένα από τα οποία έχουν στρατολογηθεί και χρησιμοποιούνται σε ένοπλες ομάδες. Μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου (ενν. του 2023), καταγράφηκε ο μεγαλύτερος αριθμός σοβαρών παραβιάσεων κατά των παιδιών επαληθευμένων μέσω του Μηχανισμού Παρακολούθησης και Αναφοράς του ΟΗΕ, στις περιοχές Irumu (Ituri), Kalehe (South Kivu), Rutshuru και Masisi (North Kivu) και Djugu (Ituri). Η στρατολόγηση και η χρήση παιδιών αντιπροσώπευε πάνω από το 60% όλων των εξακριβωμένων από τον ΟΗΕ περιπτώσεων σοβαρών παραβιάσεων, ακολουθούμενες από τις απαγωγές, τη θανάτωση και τον ακρωτηριασμό παιδιών»[7].

 

·    Το Σεπτέμβριο του 2023 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επισημαίνει τα εξής:

 

«Μεταξύ 20 Ιουνίου και 31 Αυγούστου (ενν. 2023), η Αποστολή επαλήθευσε 417 σοβαρές παραβιάσεις που διαπράχθηκαν σε βάρος 319 παιδιών (230 αγόρια και 89 κορίτσια), συμπεριλαμβανομένων 185 παιδιών που στρατολογήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν (153 αγόρια και 32 κορίτσια). Οι δυνάμεις ασφαλείας του Κονγκό φέρονται να είναι υπεύθυνες για 16 παραβιάσεις, συμπεριλαμβανομένων 13 περιπτώσεων δολοφονίας και ακρωτηριασμού και δύο περιπτώσεων σεξουαλικής βίας»[8].

 

Από τις ανωτέρω εξωτερικές πηγές προκύπτει κατά πρώτον ότι οι εξαναγκαστικές στρατολογήσεις φαίνεται να αφορούν κυρίως παιδιά. Κατά δεύτερον, το επίκεντρο αυτών φαίνεται να είναι οι επαρχίες στις οποίες εκτυλίσσεται ένοπλη σύρραξη. Κατά τρίτον, παρότι το κράτος φαίνεται να εμπλέκεται σε παραβιάσεις δικαιωμάτων κατά παιδιών (αν και σε σημαντικά μικρότερο βαθμό σε σχέση με τις αντάρτικες ένοπλες ομάδες), δεν προκύπτει ότι εμπλέκεται σε διαδικασίες συστηματικής εξαναγκαστικής στρατολόγησης. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, προκύπτει ότι ούτε επί του παρόντος και στη βάση των πρόσφατων δεδομένων που επικρατούν στην χώρα καταγωγής του Αιτητή επιβεβαιώνεται αντικειμενικά ο ισχυρισμός του.

 

Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

 «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά  Bundesrepublic Deutschland[9] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[10], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji[11] (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37.  Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[12] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη Kinshasa, από την οποία προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·      Σύμφωνα με την έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων ένοπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα»[13].

 

·      Παράλληλα, το International Crisis Group's Crisis Watch δεν κατέγραψε απώλειες αμάχων συνδεόμενες με περιστατικά ασφαλείας στην Kinshasa από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι και τον Ιούλιο του 2021[14].

 

·      Πρόσθετα, στην Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ το 2022 αναφέρεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στη ΛΔΚ εντοπίζονται στις περιοχές Nord-Kivu, Sud-Kivu, Ituri, Tanganyika, Kasaï-Oriental, Kasaï Central, Kasaï and Mai-Ndombe χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στην Κινσάσα[15]. Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι στην Κινσάσα δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής σύρραξης καθώς η κατάσταση ασφαλείας χαρακτηρίζεται ως σταθερή.

 

Αναλύοντας τα ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν περαιτέρω έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ακίνδυνο και ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 24.05.2023 έως 24.05.2024, σημειώθηκαν στην περιφέρεια της Kinshasa 56 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 66 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 23 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (44 θάνατοι), 26 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (1 θάνατος), 7 ήταν περιστατικά μαχών (21 θάνατοι), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας[16].  Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανερχόταν, το 2023, σε 16.316.000 κατοίκους[17], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (66 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

Σημειώνεται ότι βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, το Δικαστήριο αξιολογεί ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Ατητή δεν λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.

 

Περαιτέρω λοιπόν, φρονώ ότι και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου αναφορικά με την μη ύπαρξη των προϋποθέσεων για χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας είναι ορθή, αφού από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν προκύπτει να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι προϋποθέσεις ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €500 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Προβλεπόμενος τύπος στους Περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2019 (3/2019).

[2] Oικονόμου Aνδρέας ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 530

[3] Άρθ. 11(3)(β)(α) του Νόμου 73(I)/2018.

[4] Ireland - Refugee Documentation Centre (RDC), DRC – Information on the current security situation including use of child soldiers by militia groups, 01/12/2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2023_12_DRC_Security_child_soldiers.pdf

[5] Save the Children, DRC: More than 5% of children now displaced as conflict forces a record number of people from their homes, 1 Νοεμβρίου 2023, όπως εμφανίζεται στο Ireland - Refugee Documentation Centre (RDC), DRC – Information on the current security situation including use of child soldiers by militia groups, 01/12/2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2023_12_DRC_Security_child_soldiers.pdf

[6] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: UNHCR and UNICEF express grave concern over the humanitarian toll on civilians in eastern DR Congo, 24 Νοεμβρίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2101266.htm

[7] UNICEF, UNICEF Democratic Republic of the Congo Humanitarian Situation Report No.5 - Level 3 Emergency scale up Ituri, North Kivu, South Kivu provinces (1 - 31 October 2023), 20 Νοεμβρίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://reliefweb.int/attachments/08e4cf13-ad59-42cc-af00- 50bd44d2e0df/UNICEF%20DRC%20Humanitarian%20Situation%20Report%20No. %205%20%28L3%20Emergency%20scale-up%29%20-%20October%202023.pdf

[8] United Nations Security Council, Report of the Secretary General, 21 Σεπτεμβρίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/file/local/2098207/N2326682.pdf

[9] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[10] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[11] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[12] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[13] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th

[14] International Crisis Group, Crisis Watch, Tracking Conflict Worldwide, Democratic Republic of Congo, n.d, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5B%5D=7&date_range=custom&from_month=01&from_year=2020&to_month=07&to_year=2021

[15] Amnesty International, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2022, n.d. διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/

[16] Αccled, Kinshasa, reference period 24.05.2023 -24.05.2024, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[17] https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο