ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 965/23 

 

20 Ιουνίου 2024 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ: 

A.N.F.

Αιτητής

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω 

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

-------------------

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Ι. Χαραλάμπους (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου που περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 30/03/2023, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο “Α” στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικος, γεννηθείς το 1998, υπήκοος Καμερούν, κάτοχος έγκυρου διαβατηρίου εκδοθέντος από τη χώρα καταγωγής του, ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση, περί τις 06/09/2019 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μετέβη αεροπορικώς στην Τουρκία, από όπου ταξίδεψε, επίσης αεροπορικώς, μέχρι τα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου. Στις 16/04/2021 εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, υποβάλλοντας στις 04/06/2021 αίτηση διεθνούς προστασίας.

 

Στις 20/03/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, παρέχοντάς του δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 21/03/2023, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή, την οποία συγκεκριμένος λειτουργός, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε και την ίδια ημέρα αποφάσισε την απόρριψη του.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται μαζί με την αιτιολογία της, στην επιστολή ημερομηνίας 30/03/2023, παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή αυθημερόν, θέτοντας την υπογραφή του μετά από πλήρη επεξήγηση του περιεχομένου της από διερμηνέα, σε γλώσσα απολύτως κατανοητή από τον ίδιο, ήτοι την αγγλική.

 

Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής καταχώρισε δια της συνηγόρου του την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Με την αίτηση ακυρώσεως η συνήγορος του Αιτητή προωθεί πλήθος λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, χωρίς ωστόσο αυτοί να εξειδικεύονται και να συναρτώνται με τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεσης.

Με τη γραπτή της αγόρευσης, η συνήγορος του Αιτητή εγείρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εξεδόθη χωρίς να έχει προηγηθεί δέουσα έρευνα εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση ως προς το βάσιμο φόβο δίωξης και/ή σοβαρής βλάβης που θα αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής αλλά και ως προς τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασής του. 

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση, μέσω της αγόρευσης της συνηγόρου τους, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη και εκδόθηκε μετά από δέουσα έρευνα αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Επιπλέον ισχυρίζονται ότι ο Αιτητής δεν εξειδικεύει ρητά και αιτιολογημένα ή και δεν δικογραφούνται δεόντως οι προβαλλόμενοι από τον Αιτητή λόγοι ακύρωση κατά παράβαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 και ως εκ τούτου δεν δύνανται να εξεταστούν από το Δικαστήριο, καλώντας το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή.

 

Κατά την ενώπιόν μου διαδικασία και το στάδιο των διευκρινήσεων, αμφότεροι οι συνήγοροι των διαδίκων υιοθέτησαν το περιεχόμενο των γραπτών τους αγορεύσεων τους.

 

Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων. Κατ’ αρχήν, παρατηρώ, σε συμφωνία με την συνήγορο των Καθ’ ων η αίτηση, ότι πλείστοι από τους ισχυρισμούς του Αιτητή που περιέχονται στην αίτηση ακυρώσεως δεν φαίνεται να προωθούνται στη συνέχεια μέσω της αγόρευσης για τον Αιτητή. Παραπέμπω στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά απόφασης του ΔΔΔΠ 29/21, ΑΝΤΙΚ ν Δημοκρατίας ημερ. 04/10/2021 όπου γίνεται ανασκόπηση ως προς την εμβέλεια των κανονισμών 6 και 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Ακολουθώντας την ισχύουσα νομολογία, οι ισχυρισμοί του Αιτητή οι οποίοι περιέχονται στη αίτηση ακυρώσεως θα εξεταστούν στο βαθμό που αυτοί προωθούνται και εξειδικεύονται στην γραπτή του αγόρευση. Σε σχέση με τους λοιπούς ισχυρισμούς κρίνω ότι αυτοί θα πρέπει να απορριφθούν και απορρίπτονται.

 

Δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, ως εκ τούτου κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εξετάζοντας παράλληλα και τον προωθούμενο από την συνήγορο του Αιτητή ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας των Καθ’ ων η αίτηση κατά την εξέταση του αιτήματος του Αιτητή και δη επί του κατ’ ισχυρισμόν βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξής του.

 

Κατά την υποβολή του αιτήματος του, ο Αιτητής δήλωσε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του εξαιτίας της κρίσης που την πλήττει και η οποία έχει διαρκέσει τέσσερα χρόνια σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ήταν τότε φοιτητής στο πανεπιστήμιο της πόλης Buea. Προσέθεσε δε ότι ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε κατ’ επανάληψη διότι κατηγορήθηκε ότι είχε αναμιχθεί στην ανωτέρω κρίση. Ολοκλήρωσε μάλιστα δηλώνοντας ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, θα κινδυνεύσει η ζωή του λόγω των προηγούμενων εμπειριών του.

 

Στο πλαίσιο της προφορικής του συνέντευξης και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε, μεγάλωσε και διέμεινε στο χωριό Ekona, το οποίο βρίσκεται πλησίον της πόλης Βuea στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν και το οποίο κατονόμασε ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Σε σχέση με την πατρική του οικογένεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι αμφότεροι οι γονείς του καθώς και ο αδερφός του απεβίωσαν, ενώ προσέθεσε ότι διαθέτει ένα θείο στην πόλη Buea. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Κληθείς να προσδιορίσει το μορφωτικό του επίπεδο και την εργασιακή του εμπειρία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι φοίτησε για δύο χρόνια στο πανεπιστήμιο της Buea και ότι εργάστηκε περιστασιακά κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων.

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, κατά το σκέλος της ελεύθερης αφήγησης, ο Αιτητής δήλωσε ότι η κρίση ξέσπασε στη χώρα καταγωγής του περί τα έτη 2016/2017 ενώ ο ίδιος το 2018 φοιτούσε στο πανεπιστήμιο. Όταν μάλιστα έφεραν στο πανεπιστήμιο που φοιτούσε γαλλόφωνους δασκάλους, ο ίδιος μαζί με τους συμφοιτητές του διαμαρτυρήθηκαν, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να οδηγηθεί σε μια άγνωστη προς τον ίδιο τοποθεσία όπου τον ξυλοκόπησαν. Αφού συνήλθε από το εν λόγω περιστατικό, αποκάλυψε στο θείο του τι του είχε συμβεί και εκείνος αποφάσισε ότι θα ήταν καλύτερο για τον Αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Έτσι ο Αιτητής αιτήθηκε φοιτητικής θεώρησης στα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.

 

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ίσως τον συλλάβουν ή τον σκοτώσουν.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην εισηγητική του έκθεση, διέκρινε δύο ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ του Αιτητή, τον τόπο καταγωγής και αυτό της τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο δε δεύτερος συνίσταται στις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε από τις αρχές του Καμερούν επειδή συμμετείχε σε μια πορεία διαμαρτυρίας.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε δεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν μεν ως σαφείς και λεπτομερείς, επιβεβαιώθηκαν δε από αξιόπιστες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης, ωστόσο ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης αφού οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως ασαφείς, αντιφατικές, αόριστες και στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας και ευλογοφάνειας. Συγκεκριμένα, οι απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής ως προς τη συμμετοχή του στη φοιτητική πορεία κρίθηκαν ασαφείς αφού, σε σχέση με τα κίνητρά της, δήλωσε αορίστως ότι σε αυτήν συμμετείχαν φοιτητές για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, αναφέροντας ασαφώς και χωρίς περιγραφική λεπτομέρεια και συνοχή ότι μαζί με άλλους φοιτητές προέβησαν σε κάποιες δραστηριότητες και πολιτιστικές εκδηλώσεις με άλλα πανεπιστήμια. Δεδομένου του μορφωτικού επιπέδου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι θα αναμενόταν ευλόγως από τον πρώτο να είναι σε θέση να παράσχει περισσότερες, σαφέστερες και πιο περιεκτικές πληροφορίες ως προς τη συμμετοχή του στη φοιτητική αυτή ένωση (student union). Ο Αιτητής άλλωστε αρχικά δήλωσε ότι ξεκίνησε τις σπουδές του το 2016/2017 εντασσόμενος στην εν λόγω φοιτητική ένωση/ομάδα (student union) από την εισδοχή του στο πανεπιστήμιο, ωστόσο σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξής του δήλωσε αντιφατικά, ότι εισήχθη στο πανεπιστήμιο το ακαδημαϊκό έτος 2017/2018. Κληθείς να σχολιάσει την προκύπτουσα αντίφαση, ο Αιτητής απάντησε δεν ήταν σε θέση να δώσει κάποια συγκεκριμένη και σαφή εξήγηση, απαντώντας ότι δε γνωρίζει.

 

Σε σχέση δε με τη συμμετοχή του στη διαδήλωση που φέρεται να οργανώθηκε από τη φοιτητική ομάδα στην οποία δήλωσε ότι συμμετείχε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πότε έλαβε χώρα η συγκεκριμένη διαδήλωση, απαντώντας αόριστα ότι αυτή έλαβε χώρα περί το 2017/2018 χωρίς ωστόσο να παραθέτει άλλες πληροφορίες, γεγονός το οποίο θα αναμενόταν έστω κατά προσέγγιση ο Αιτητής να πράξει.  Οι δε δηλώσεις του σε σχέση με τη συμμετοχή του στην ανωτέρω διαδήλωση κρίθηκαν ως στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας και σαφήνειας, καθώς ο Αιτητής ανέφερε γενικόλογα ότι έγραψε κάτι χαρτιά σχετικά με την προετοιμασία της διαδήλωσης χωρίς ωστόσο να παραθέτει κάποιο άλλο στοιχείο και/ή πληροφορία. Ζητηθείς να σχολιάσει την εν λόγω αδυναμία του, ο Αιτητής αποκρίθηκε υπεκφεύγοντας ότι ο ίδιος δεν ήταν διοργανωτής της διαδήλωσης αλλά απλό μέλος της ομάδας που την οργάνωσε. Ως εκ τούτου οι συγκεκριμένες δηλώσεις του κρίθηκαν ασαφείς και αόριστες ενώ θα αναμενόταν από εκείνον να παραθέσει περισσότερες λεπτομέρειες. Η δε περιγραφή της διαδήλωσης στην οποία φέρεται να συμμετείχε κρίθηκε ως αόριστη και στερούμενη περιγραφικής λεπτομέρειας, καθώς ο Αιτητής δήλωσε ελλιπώς ότι ήταν μια ειρηνική διαμαρτυρία, η οποία όμως κατεστάλη βιαίως από την αστυνομία, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να παρουσιάσει μια λεπτομερή περιγραφή της εξέλιξής της, όπως ευλόγως θα αναμενόταν λόγω και του μορφωτικού του επιπέδου. Ο Αιτητής υπέπεσε και σε περαιτέρω αντιφάσεις, αφού αρχικά δήλωσε ότι σταμάτησε τις σπουδές του κατά το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019, ωστόσο σε άλλο σημείο της συνέντευξης δήλωσε ότι η διαμαρτυρία έλαβε χώρα περί το 2017-2018 και αμέσως μετά ο ίδιος σταμάτησε τη φοίτησή του στο πανεπιστήμιο.

 

Στη συνέχεια ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε περαιτέρω αντιφάσεις, καθώς ο Αιτητής στην αίτηση διεθνούς προστασίας την οποία υπέβαλε δήλωσε ότι ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε κατ’ επανάληψη, ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του δήλωσε ότι ουδέποτε έπεσε θύμα βίας από τους αστυνομικούς πλην του περιστατικού το οποίο περιέγραψε. Κληθείς άλλωστε να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, o Αιτητής δήλωσε ανεπαρκώς ότι όταν έφτασε στο κέντρο υποδοχής του Πουρνάρα πανικοβλήθηκε.

 

Σε σχέση με τις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι καταζητείτο από τις αρχές και γι’ αυτό το λόγο παρέμεινε κλεισμένος στο σπίτι του, αυτές κρίθηκαν ως στερούμενες ευλογοφάνειας εφόσον ο ίδιος ανέφερε ότι οι αρχές δεν επικοινώνησαν με το θείο του, πράξη στην οποία οι αρχές θα αναμενόταν να έχουν προβεί δεδομένου ότι αναζητούσαν τον Αιτητή. Ζητηθείς να παράσχει μια σχετική εξήγηση, ο Αιτητής αποκρίθηκε ασαφώς ότι το μόνο πράγμα που του είπε ο θείος του, ήταν ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του γιατί δεν ήταν πλέον ασφαλής.

 

Παράλληλα, αν και ο Αιτητής αρχικά δήλωσε ότι δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα στο αεροδρόμιο κατά την αναχώρησή του από το Καμερούν, σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης του, δήλωσε ότι στο αεροδρόμιο δωροδόκησε κάποιους υπαλλήλους προκειμένου να τον αφήσουν να ταξιδέψει. Ζητηθείς να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, ο Αιτητής δήλωσε χωρίς ευλογοφάνεια ότι κατά τις αρχικές του δηλώσεις ξέχασε να αναφέρει ότι δωροδόκησε κάποιους υπαλλήλους στο αεροδρόμιο προκειμένου να τον αφήσουν να ταξιδέψει.

 

Τέλος, αν και αρχικά ο Αιτητής δήλωσε ότι ξυλοκοπήθηκε από το στρατό όταν συμμετείχε στη διαμαρτυρία, σε μεταγενέστερο στάδιο της προφορικής του συνέντευξης δήλωσε ότι αφού η ασφάλεια του φοιτητικού campus έριξε χημικά και δακρυγόνα, ο ίδιος έπεσε κ άτω, τον χτύπησε ένας αστυνομικός και έχασε τις αισθήσεις του. Κληθείς να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, ο Αιτητής αποκρίθηκε ανεπαρκώς ότι όταν δήλωσε ότι χτυπήθηκε από ένα αστυνομικό, εννοούσε το στρατό. Ερωτηθείς για ποιο λόγο κατονόμασε τον αστυνομικό ως στρατό, ο Αιτητής απάντησε ελλιπώς ότι ήθελε να πει στρατό.

 

Στη βάση της ανωτέρω ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δε θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε σχετική έρευνα, εκ της οποίας επιβεβαιώθηκε ότι στο αγγλόφωνο Καμερούν σημειώθηκαν την υπό κρίση περίοδο διαδηλώσεις εναντίον της υποβολής της γαλλικής γλώσσας στην εκπαίδευση, οι οποίες όμως αντιμετωπίστηκαν με βία από τις αρχές του Καμερούν, ενώ συνελήφθησαν καθηγητές και φοιτητές.

 

Καταληκτικά, αν και ο πυρήνας του ισχυρισμού επιβεβαιώθηκε από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του καθώς κρίθηκε ότι δεν αντικατοπτρίζει βιωματικό περιστατικό λόγω της αδυναμίας του Αιτητή να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής και δη στον τόπο τελευταία συνήθους διαμονής του, ήτοι το χωρίο Ekona πλησίον της πόλης Buea στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού που αφορά τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, o αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην ανωτέρω περιοχή, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει οιαδήποτε πράξη δίωξης. Έκρινε ωστόσο ότι λόγο της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή, ο Αιτητής ενδέχεται να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη.

 

Ακολούθως, κατά την νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν υπό τις πρόνοιες του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός αρχικά έκρινε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19(2)(α) και (β) καθώς δεν ανέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποβληθεί σε θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή άλλως απάνθρωπη και/ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.

 

Σε σχέση δε με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή στις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) και αναλύοντας τα συστατικά του στοιχεία, ο αρμόδιος λειτουργός κατόπιν έρευνας αρχικά διαπίστωσε ότι στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, επί της οποίας βρίσκεται το χωριό Ekona και η πόλη Buea, επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύγκρουσης ανάμεσα στις αυτόνομες αποσχιστικές δυνάμεις και τις ένοπλες δυνάμεις του Καμερούν στα πλαίσια της Αγγλόφωνης κρίσης, οι οποίες δύνανται να επιφέρουν αδιακρίτως ασκούμενη βία κατά των αμάχων. Εξετάζοντας όμως κατά πόσο υπό τις ανωτέρω συνθήκες ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή, ο αρμόδιος λειτουργός εφάρμοσε την αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα και έλαβε υπόψη του τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, καταλήγοντας ότι ελλείψει οιασδήποτε ευαλωτότητας, ο Αιτητής δεν θα κινδυνέψει προσωπικά, αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ενόψει όλων των ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις εκ του νόμου προϋποθέσεις ώστε να του εκχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα ή άλλως καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και ως εκ τούτου το αίτημά του απορρίφθηκε.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Περαιτέρω το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.   Ο/Η αιτητής/τρια  έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του/της αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του/της ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομική διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του/της προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του/της. Ο/Η αιτητής/τρια οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του/της για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του/της αιτητή/τριας, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου, προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε έρευνα όλων των ενώπιων τους ουσιωδών στοιχείων και δεδομένων. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε τα γεγονότα της υπόθεσης, τους ισχυρισμούς που προέβαλε ο Αιτητής κατά τη συνέντευξή του, καθώς και σε αντιστοίχιση των αποδεκτών ισχυρισμών με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επεξηγώντας τους λόγους αποδοχής κάθε ισχυρισμού αλλά και τον λόγο για τον οποίο εν τέλει απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή.

 

Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της εισηγητικής έκθεσης, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά την συνέντευξή του, αρχικά ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός γίνεται αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο.

 

Αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού του Αιτητή, παρατηρώ ότι τόσο το αφήγημα που ο Αιτητής προέβαλε κατά την ελεύθερη αφήγησή του, όσο και οι απαντήσεις που έδωσε κατά τη διάρκεια των διευκρινιστικών ερωτήσεων αποτελούν ένα συνονθύλευμα ασαφών δηλώσεων οι οποίες φέρεται να αντικατοπτρίζουν ευρέως γνωστές πληροφορίες ως προς την κρίση που εξελίσσεται στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και όχι βιωματική εμπειρία του Αιτητή. Ειδικότερα, όχι μόνο ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με σαφήνεια πότε εισήχθη στο πανεπιστήμιο και έγινε μέλος της φοιτητικής ομάδας (student union) την οποία επικαλείται, αλλά δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει, όπως ευλόγως θα αναμενόταν, ούτε πότε εξελίχθηκε η διαδήλωση στην οποία δήλωσε ότι συμμετείχε. Οι δε δηλώσεις του ως προς τη συμμετοχή και το ρόλο του στην εν λόγω διαδήλωση ήταν ασαφής και γενικόλογες, ενώ υπέπεσε και σε περαιτέρω χρονικές αντιφάσεις ως προς το χρόνο τέλεσης της διαδήλωσης. Αναφορικά δε με τη στοχοποίησή του από τις αρχές, ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις ως προς τον αριθμό των περιπτώσεων που στοχοποιήθηκε από τις αρχές ενώ δεν ήταν σαφής ως προς την ιδιότητα του/των ατόμων που δήλωσε ότι τον ξυλοκόπησαν αφού αρχικά ανέφερε ότι επρόκειτο για το στρατό, στη συνέχεια όμως επικαλέστηκε το χτύπημα ενός αστυνομικού το οποίο τον αναισθητοποίησε. Δεν ήταν όμως σε θέση να αποσαφηνίσει την εν λόγω αντίφαση. Οι δε δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι καταζητείται από τις αρχές , όχι μόνο κρίνονται ως μια ελλιπής προσπάθεια του Αιτητή να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, αλλά έρχονται σε αντίθεση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, αφού ο Αιτητής κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του χωρίς να αντιμετωπίσει οιαδήποτε πρόβλημα. Βάσει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εσωτερικά μη αξιόπιστο.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, οι Καθ΄ων η αίτηση μετά από εκτενή έρευνα επιβεβαίωσαν ότι τον υπό κρίση χρόνο στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν έλαβαν χώρα διαδηλώσεις από καθηγητές και μαθητές, πλην όμως η αδυναμία του Αιτητή να προσδιορίσει το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα η διαδήλωση στην οποία δήλωσε ότι συμμετείχε, το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές πηγές προκειμένου να διασταυρωθούν οι δηλώσεις του Αιτητή.

 

Καταληκτικά, το Δικαστήριο απορρίπτει τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του καθώς δεν κρίνεται ότι τα εκ του Αιτητή εξιστορισθέντα αντικατοπτρίζουν βιωματικές εμπειρίες αλλά μια ασαφή προσπάθεια του Αιτητή να στηρίξει το αίτημά του για διεθνή προστασία βασιζόμενος σε ευρέως γνωστές πληροφορίες αναφορικά με την κρίση που εξελίσσεται στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν. 

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής και στο χωριό Ekona πλησίον της πόλης Buea στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής τoυ, στη βάση του μοναδικού ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός διαπιστώνονται τα ακόλουθα.

 

Το Δικαστήριο αρχικά κρίνει ότι ελλείψει οιασδήποτε παρελθούσας δίωξης στο πρόσωπό του Αιτητή και δεδομένου ότι δεν ανέκυψαν στοιχεία υφιστάμενης, πραγματικής και προσωπικής δίωξής του στη χώρα καταγωγής, δεν προκύπτει απολύτως κανένας λόγος που να δικαιολογεί τον εκπεφρασμένο φόβο του. Λαμβάνοντας υπόψη άλλωστε ότι ο Αιτητής δεν είχε ουδεμία ανάμειξη ή πολιτική δραστηριότητα στη χώρα καταγωγής του κατά την εξέλιξη της αγγλόφωνης κρίσης, γεγονός το οποίο προκύπτει και από το ότι ουδέποτε αντιμετώπισε πρόβλημα με τις αρχές του Καμερούν μέχρι και σήμερα, το Δικαστήριο κρίνει το συγκεκριμένο σκέλος του φόβου του αβάσιμο και μη δικαιολογημένο.

 

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο, αντίθετα στους ισχυρισμούς της συνηγόρου του κρίνει ότι από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση κινδύνου, αυτός δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα όσα ανέφερε άλλωστε κατά τη διάρκεια του συνόλου της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του, δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα διαδικασία, δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι σε περίπτωση επιστροφής της στο χωρίο Ekona πλησίον της πόλη Buea στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, o Αιτητής θα αντιμετωπίσει κίνδυνο θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε σχέση δε με το άρθρο 19(2)(γ) του ανωτέρω Νόμου, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν προς αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

Εν προκειμένω, ως προς τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα και ανέτρεξε σε πρόσφατες και έγκυρες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, όπου βρίσκεται ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Από έγκυρες πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται η συνεχιζόμενη κρίση στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, ενώ παράλληλα, από τα δεδομένα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί (ως καταγράφονται στις εν λόγω πηγές), διακρίνεται πως στις εν λόγω περιοχές επικρατεί ένταση[1]. Σημειώνεται δε, ότι στις Αγγλόφωνες περιοχές περιλαμβάνεται η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, όπου ανήκει γεωγραφικά η τελευταία περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, το χωριό Ekona πλησίον τη πόλης Buea.

 

Στα πιο πάνω πλαίσια, χρειάζεται να εκτιμηθεί το επίπεδο του (γενικού και ειδικού) κινδύνου που μπορεί ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ο Αιτητής, ως άμαχος πολίτης στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, λόγω της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές του περιστάσεις.

 

Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, παρατηρώ ότι βάσει του portal Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα[2], κρίνοντας με κριτήρια διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου[3], αναφέρει ότι το κράτος είναι εμπλεκόμενο σε διεθνή ένοπλη σύρραξη κατά της Boko Haram στον Άπω Βορρά (Far North), ενώ στη Βορειοδυτική (Northwest) και Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest) αγγλόφωνες αποσχιστικές ομάδες μάχονται κατά της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία της περιοχής[4]. Πιο συγκεκριμένα, από το τέλος του 2017, οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας εμπλέκονται σε ένοπλες συγκρούσεις με αριθμό ομάδων αποσχιστών οι οποίοι δρουν στη Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική Περιφέρεια. Ως τέτοιες αποσχιστικές ομάδες αναφέρονται ιδίως, μεταξύ άλλων, οι Ambazonia Governing Council (AGC) και η Interim Government of Ambazonia (IG) καθώς και οι στρατιωτικές πτέρυγες αυτών[5].

 

Αν και παρουσιάζει βαθύτερες προεκτάσεις, η απαρχή της αγγλόφωνης κρίσης εντοπίζεται το 2016, με την κυβερνητική καταστολή των αγγλόφωνων διαδηλωτών οι οποίοι διεκδικούσαν προστασία για το εκπαιδευτικό και δικαστικό σύστημα της Βορειοδυτικής και Νοτιοδυτικής περιοχής[6]. Οι ηγέτες της διαδήλωσης διεκδικούσαν στο μεγαλύτερο μέρος τους την επιστροφή σε ένα ομοσπονδιακό κράτος, μία μειοψηφία αυτών, ωστόσο, αποζητούσε την ανεξαρτησία και την ανακήρυξη του νέου κράτους της Αμπαζονίας. Η κρατική απάντηση στις διεκδικήσεις αυτές υπήρξε βίαιη[7]. Η μονομερής συμβολική ανακήρυξη εκ μέρους αποσχιστικών δυνάμεων του ανεξάρτητου κράτους της Αμπαζονίας την πρώτη Οκτωβρίου 2017 σήμανε μία στροφή στην κρίση, με άμεση χρήση του στρατού στις αγγλόφωνες περιοχές, ενώ κατά το τέλος του Νοεμβρίου του 2017 έλαβε χώρα ριζοσπαστικοποίηση μέρους του κινήματος των διαδηλωτών ως απάντηση στις χρησιμοποιούμενες αυταρχικές μεθόδους[8].

 

Αντιμαχόμενες δυνάμεις στην αγγλόφωνη κρίση συνιστούν δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν και ένοπλες αποσχιστικές ομάδες. Ως προς το επίπεδο συνεργασίας μεταξύ των αποσχιστικών δυνάμεων, σύμφωνα με το portal RULAC, αυτό παραμένει ασαφές, όπως εξάλλου και η δομή τους[9]. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ορισμένες ομάδες εμφανίζουν κάποια δομή σε τοπικό επίπεδο, και προσπαθούν αυξανόμενα να συντονιστούν[10]. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής, ωστόσο, καταγράφεται η ύπαρξη συχνών συγκρούσεων μεταξύ των ένοπλων ομάδων αντίπαλων συμφερόντων[11].

 

Περαιτέρω ως προς τις χρησιμοποιούμενες τακτικές, μεθόδους, μέσα και όπλα πολέμου επισημαίνεται ότι βάσει της αναφοράς της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Human Rights Watch για το 2022, οι δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν απάντησαν με υπερβολικό τρόπο στις επιθέσεις των αποσχιστών, συχνά στοχοποιώντας αμάχους στις αγγλόφωνες περιοχές[12]. Οι αποσχιστές, σύμφωνα με πρόσφατη αναφορά της Διεθνούς Αμνηστίας, ευθύνονται για εγκλήματα σε βάρος του τοπικού πληθυσμού στις αγγλόφωνες περιοχές, όπως δολοφονίες, απαγωγές, βασανισμούς και καταστροφές κατοικιών. Έχουν στοχοποιήσει πρόσωπα τα οποία υποπτεύονται για συνεργασία με τις δυνάμεις άμυνας και ασφαλείας, καθώς και πρόσωπα τα οποία κατηγορούνται ότι δε συμμορφώθηκαν με εντολές τις οποίες οι αυτονομιστές προσπάθησαν να επιβάλλουν[13]. Ως προς τα χρησιμοποιούμενα όπλα, και ειδικά ως προς τη χρήση εκρηκτικών μηχανισμών οι οποίοι εκ φύσεως είναι δυνατό να επιφέρουν απώλειες αμάχων, οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής υποδεικνύουν την τάση αύξησης των επιθέσεων με τέτοια μέσα εκ μέρους των αυτονομιστών με στόχο τις δυνάμεις ασφαλείας από τις αρχές του έτους 2021, με αμάχους επίσης να αποβιώνουν κατά τη διάρκεια των επιθέσεων αυτών. Η χρήση αυτών αναφέρεται ότι εξακολούθησε και το 2022[14]. Ως προς τον αριθμό των εσωτερικά εκτοπισμένων προσώπων τόσο στη Βορειοδυτική όσο και Νοτιοδυτική Περιοχή, μέχρι και τον Ιούλιο του 2023, βάσει αναφοράς του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για το Συντονισμό των Ανθρωπιστικών Υποθέσεων, αυτός κυμαινόταν στα 3655 πρόσωπα[15].

 

Σύμφωνα επίσης με πρόσφατες πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με τη γεωγραφική έκταση της διένεξης, σε μεγάλο βαθμό οι βιαιότητες περιορίζονται εντός των αγγλόφωνων περιοχών. Είναι εντοπισμένες σε μεγαλύτερο βαθμό στη Βορειοδυτική Περιφέρεια παρά στη Νοτιοδυτική, ενώ οι αγροτικές ζώνες εμφανίζονται περισσότερο προσβεβλημένες συγκριτικά με τα αστικά κέντρα, τα οποία θεωρούνται περισσότερο ασφαλή, αν και προσβάλλονται κατά τρόπο απρόβλεπτο από τις βιαιοπραγίες[16].

 

Ως προς τη δράση των ανθρωπιστικών δρώντων, η αναφορά του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (UN OCHA), οι ανθρωπιστικοί δρώντες παρείχαν συνδρομή σε περισσότερα από 700.000 πρόσωπα το πρώτο τρίμηνο του 2023 στο Καμερούν[17]. Αναφέρεται, ωστόσο, ότι η πρόσβαση στις προσβεβλημένες περιοχές, μεταξύ των οποίων και η Νοτιοδυτική περιοχή όπως καθίσταται εμφανές από το κείμενο, είναι δυσχερής, εξαιτίας της κατάστασης των δρόμων, φυσικών φαινομένων, γραφειοκρατικών εμποδίων, συνεχιζόμενων απαγορεύσεων κυκλοφορίας και περιορισμών ασφαλείας[18].

 

Σε σχέση δε με την Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, επί της οποίας βρίσκεται το χωριό Ekona, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, στοιχεία της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Εvent Data Project), κατά τι διάστημα 24/05/2023 μέχρι και 24/05/2024, καταγράφηκαν συνολικά 745 περιστατικά ασφαλείας στην εν λόγω περιφέρεια, εκ των οποίων προέκυψαν 675 ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 248 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 357 θύματα), 463 ως περιστατικά χρήσης βίας εναντίον των πολιτών (με 304 θύματα), 9 ως εκρήξεις ή εξ αποστάσεως βία (με 7 θύματα), 25 ως εξεγέρσεις (με 7 θύματα) και 12 ως διαδηλώσεις (με  κανένα θύμα)[19]. O δε πληθυσμός της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας του Καμερούν καταγράφεται στους 1.534.232 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2015[20]. Στη δε περιοχή Ekona ωστόσο, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, κατά την ανωτέρω περίοδο καταγράφηκαν 6 περιστατικά βίας κατά των αμάχων, τα οποία επέφεραν το θάνατο 6 ατόμων[21]. Εντός του 2024 μάλιστα έλαβαν χώρα 3 περιστατικά, τα οποία καταγράφηκαν ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων, τα οποία ωστόσο δεν επέφεραν κάποια απώλεια[22].

 

Τα αναθεωρημένα στοιχεία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι παρόλο που στην περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητή λαμβάνουν χώρα περιστατικά ασφαλείας στα πλαίσια της εξελισσόμενης εκεί ένοπλης σύγκρουσης, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στη περιοχή συνήθους διαμονής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Εφαρμόζοντας άλλωστε την «αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ και λαμβάνοντας υπόψη την απουσία ιδιαίτερων επιβαρυντικών περιστάσεων στο προφίλ του Αιτητή (ενήλικος άνδρας, νεαρός, υγιής, ικανός προς εργασία με υψηλό μορφωτικό επίπεδο), το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, καθώς η φύση, η ένταση και η έκταση της σύγκρουσης στο χωριό Ekona σε συνάρτηση με το ατομικό προφίλ του Αιτητή, δεν συνηγορούν υπερ του ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, ο Αιτητής θα κινδυνεύσει ως άμαχος στα πλαίσια της εξελισσόμενης ένοπλης σύγκρουσης, αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας.

 

Κατά συνέπεια, η διαπίστωση των Καθ΄ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα αλλά ούτε του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας κρίνονται εύλογα επιτρεπτές ενόψει όλων των στοιχείων που η διοίκηση είχε ενώπιον της.

 

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη. Δεδομένης της κατ ουσίαν εξέτασης της αίτησης του Αιτητή, παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου λόγου ακύρωσης.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Α. AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ

 



[1] Βλ. (ενδεικτικά) ακόλουθες πηγές: ACAPS, Country analysis: CAMEROON, 2023,https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# ;

EUAA, COI QUERY RESPONSE - CAMEROON: Security situation in the Far North, Northwest and Southwest regions, 11 October 2023, (ημερ. πρόσβασης 17/06/2024)

[2] RULAC, 'About RULAC' (2022), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/about (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[3] RULAC, 'About RULAC' (2022), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/about#collapse2accord

[4] RULAC, 'Cameroon' (2021), https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[5] RULAC, 'Cameroon' (2021), διαθέσιμο σε  https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[6] International Crisis Group, 'A Second Look at Cameroon's Anglophone Special Status' (2023),

Διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[7] Για όλα τα παραπάνω βλ. CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN  Régions anglophones: situation sécuritaire' (2023), 6-7 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Cameroun_R%C3%A9gions_anglophones_Situation_s%C3%A9curitaire_20230220.pdf  (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[8] CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN  Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), 7 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Cameroun_R%C3%A9gions_anglophones_Situation_s%C3%A9curitaire_20230220.pdf  (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[9] RULAC διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon#collapse2accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024)

[10] RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Cameroon' (last updated 2023), υπό Organization: Anglophone Separatist Groups, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon#collapse2accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024)

[11] CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), 13 διαθέσιμο σε https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[12] HRW, 'Cameroon Events of 2022' (2023), υπό Violations by Government Forces διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/cameroon (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[13] AI, 'WITH OR AGAINST US PEOPLE OF THE NORTH-WEST REGION OF CAMEROON CAUGHT BETWEEN THE ARMY, ARMED SEPARATISTS AND MILITIAS' (2023), 24, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2094320/AFR1768382023ENGLISH.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[14] CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), 16 διαθέσιμο σε https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024).

[15] UN OCHA, 'CAMEROON: North-West and South-West Situation Report No. 56' (2023), 1 διαθέσιμο σε https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-56-july-2023 (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[16] CGVS/ CGRA, 'COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), 37 διαθέσιμο σε https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[17] UNOCHA, 'Cameroon: Humanitarian Actors Provided Lifesaving and Protection Assistance to More than 700.000 People During the First Quarter of 2023' (Ιούλιος 2023), διαθέσιμο σε https://reports.unocha.org/en/country/cameroon/card/7bLUaXZ1XD/ (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[18] UNOCHA, 'Cameroon: Humanitarian Actors Provided Lifesaving and Protection Assistance to More than 700.000 People During the First Quarter of 2023' (Ιούλιος 2023), 

διαθέσιμο σε https://reports.unocha.org/en/country/cameroon/card/7bLUaXZ1XD/ (ημερομηνία πρόσβασης 18/06/2024)

[19] CLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PROJECT, 

The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλπλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξήςΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ 24/05/2023 και 24/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Middle Africa - Cameroon - Sud-Ouest) [ημερπρόσβασης 17/06/2024].

[20] Knoema, WORLD DATA ATLAS  CAMEROON, South-West, διαθέσιμο σε https://knoema.com/atlas/Cameroon/South-West, [ημερπρόσβασης 17/06/2024].

[21] CLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PROJECT, 

The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλπλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξήςΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ 24/05/2023 και 24/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Middle Africa - Cameroon - Sud-Ouest) [ημερπρόσβασης 17/06/2024].

[22] Όπ.π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο