ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: Τ709/2024

7 Ιουνίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

N.R.

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 20.05.2024 για δικαίωμα παραμονής

 

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια.

 

Καμία εμφάνιση για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό αναφορά προσφυγή, ζητείται από το Δικαστήριο απόφαση με την οποία να ακυρώνει ως παράνομη και στερούμενη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 09/05/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας για επανάνοιγμα του φακέλου της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση μονομερής αίτηση, με την οποία η Αιτήτρια αιτείται Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η δυνατότητα παραμονής της στη Δημοκρατία μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης στην παρούσα.

 

Η υπό αναφορά αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση (ημερ. 20/05/2024) της κας Πεσλίκα, η οποία αναφέρει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένη από την Αιτήτρια να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση ενόψει του ότι είναι κρατούμενη και εξαιτίας του κατεπείγοντος του ζητήματος και της ανάγκης για εξεύρεση διερμηνέων, ώστε να μην υπάρχει επιπρόσθετη καθυστέρηση.

 

Στην ένορκη δήλωση της κας Πεσλίκα, αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας και δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στο ότι η Αιτήτρια προσκόμισε ως νέο στοιχείο τη σύλληψη του αδερφού της στις 28/11/23, λόγω της ιδιότητας του ως δάσκαλος και επειδή έλαβε μέρος σε απεργία στην Μπαμέντα, γεγονός που επισυνέβη μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης.  Επίσης τονίζεται ότι ενώ η Αιτήτρια έθεσε ισχυρισμό ότι κινδυνεύει λόγω του επαγγέλματος της – είναι δασκάλα- αυτός ουδέποτε διερευνήθηκε ή αξιολογήθηκε ούτε κατά την πρωτοβάθμια εξέταση αλλά ούτε ενώπιον του Δικαστηρίου το οποίο εξέδωσε απόφαση στην υπόθεση 5844/21 στις 24/11/23.  Παραπέμπει επίσης σε απόφαση του ΔΕΕ, σύμφωνα με την οποία όπως ισχυρίζεται, οι γυναίκες μόνες από το Καμερούν θεωρούνται ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα και ότι αυτό το στοιχείο σε συνδυασμό με το επάγγελμα της Αιτήτριας αυξάνουν τις πιθανότητες να της χορηγηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας και επομένως η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επί της μεταγενέστερης της αίτησης ήταν παντελώς λανθασμένη και/ή ανεπαρκώς αιτιολογημένη.

 

Κατά το στάδιο της ακρόασης της υπό εξέταση αίτησης, η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή καταχώρησε γραπτή αγόρευση και έδωσε ιδιαίτερη έμφαση τόσο στο νέο ισχυρισμό της Αιτήτριας και ότι δεν εξετάστηκε ο κίνδυνος που μπορεί να διατρέξει λόγω του επαγγέλματός της, όσο και στην απόφαση του ΔΕΕ, στην οποία παρέπεμψε το Δικαστήριο, και σύμφωνα με την ίδια αποδεικνύεται μέσω αυτής ότι η Αιτήτρια εμπίπτει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. 

 

Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τις θέσεις και ισχυρισμούς που προβάλλονται, τόσο με την ένορκη δήλωση της κας Πεσλίκα όσο και δια της προφορικής αγόρευσης της συνηγόρου της Αιτήτριας, υπό το φως των νομοθετικών προνοιών και νομολογιακών αρχών αναφορικά με την εξέταση αίτησης για άδεια παραμονής.

 

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τις σχετικές διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου όσον αφορά την παρούσα αίτηση στην οποία απορρίφθηκε πρώτο μεταγενέστερο αίτημα της Αιτήτριας:

 

Το άρθρο 8 προνοεί τα ακόλουθα (υπογραμμίσεις του παρόντος Δικαστηρίου):

«8.-(1)(α) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (1Α) του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής έχει, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του μέχρι-

(i) την ημερομηνία κατά την οποία λήγει άπρακτη η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 12Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου για άσκηση προσφυγής κατά απόφασης του Προϊσταμένου επί της εν λόγω αίτησης (…), ή

(ii) σε περίπτωση που ασκήθηκε η προαναφερόμενη προσφυγή εμπρόθεσμα, την ημερομηνία έκδοσης πρωτόδικης απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου επ’ αυτής.

(…)

(1Α) (…), σε περίπτωση απόφασης του Προϊσταμένου-

(α) (…)

(β) με την οποία κρίνεται μια αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με τις παραγράφους (α), (β) ή (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ή

(…)

η δυνατότητα παραμονής του αιτητή στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αποφασίζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο, κατόπιν καταχώρισης σχετικής αίτησης του αιτητή η οποία εξετάζεται και αποφασίζεται το ταχύτερο δυνατό, χωρίς να απαιτείται η κλήση του αιτητή για να παραστεί, εκτός εάν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά:

(…)

(1Β) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής του οποίου το δικαίωμα παραμονής εξετάζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (1Α), έχει το δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρι την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1Α) αίτησής του. (…)»  

 

Σύμφωνα με το άρθρο 16Δ (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(4)(α) Με την επιφύλαξη  της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, το εδάφιο (1) του άρθρου 8  εφαρμόζεται επί αιτητή που ενεργεί κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1).

(β) Ο Προϊστάμενος δύναται με απόφασή του να τερματίζει το δικαίωμα παραμονής, στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προσώπου που ενήργησε κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), όταν το εν λόγω πρόσωπο –

(i) Καταθέτει πρώτη μεταγενέστερη αίτηση, η οποία δεν εξετάζεται περαιτέρω βάσει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3), απλώς για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την εκτέλεση απόφασης, η οποία θα οδηγούσε στην άμεση απομάκρυνσή του από τη Δημοκρατία, ή

(ii) (…)

(γ) Το εδάφιο (1Β) του άρθρου 8 δεν εφαρμόζεται αναφορικά με πρόσωπο επί του οποίου εφαρμόζεται η παράγραφος (β) του παρόντος εδαφίου.»

 

Αρχικά κρίνω σκόπιμο όπως εξεταστούν κάποια διαδικαστικά ζητήματα που προέκυψαν σε σχέση με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση.  Παρατηρώ ότι το πρόσωπο που ορκίζεται δεν είναι η Αιτήτρια και δεν προκύπτει από οπουδήποτε ότι έχει προσωπική γνώση των γεγονότων επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση, παρά μόνο γίνεται αναφορά ότι έχει μελετήσει το φάκελο.  Περαιτέρω, δεν αναγράφεται οπουδήποτε η ιδιότητα της κας Πεσλίκα.  Τέλος, δεν μπορώ να παραβλέψω τον λόγο που ανέφερε σε σχέση με την αδυναμία καταχώρησης ένορκης δήλωσης από την Αιτήτρια, ήτοι λόγω του κατεπείγοντος καταχώρησης της παρούσας, ότι θα χρειαζόταν διερμηνέας από αγγλικά στα ελληνικά και ότι η Αιτήτρια είναι κρατούμενη.

 

Στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Ζωγράφου κ.ά v. Drosoneri Farm Limited (2015) 1 Α.Α.Δ. 1119 όπου προβλήθηκε ισχυρισμός για το παράτυπο ένορκης δήλωσης εκ μέρους δικηγόρου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Παρά το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, η νομολογία μας δεν απαγορεύει την όμνυση από δικηγόρο σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, που ο ομνύων δεν χειρίζεται την υπόθεση, ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση (βλ. Dimitry Rybolovlev v. Elena Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ 82). Όπως έχει νομολογηθεί, «η απαγόρευση αφορά την όμνυση ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, ο οποίος είναι ή στη συνέχεια της διαδικασίας, καθίσταται μάρτυρας γεγονότων οπότε και θεωρείται ασυμβίβαστος ο περαιτέρω εκ μέρους του χειρισμός της υπόθεσης ..» (βλ. Investylia Public Company Ltd v. Γαβριηλίδου (2013) 1 Α.Α.Δ. 1202).».

 

Περαιτέρω, στην παρούσα δεν προκύπτει υπό τις περιστάσεις ένας εμφανής καλός λόγος, όπως είναι η διαμονή του διαδίκου στο εξωτερικό και/ή άλλες εγγενείς δυσχέρειες οι οποίες δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο τον διάδικο να είναι ενόρκως δηλών, και δεν έχουν δοθεί επαρκείς εξηγήσεις από την ενόρκως δηλούσα για την παράλειψη όμνυσης της Αιτήτριας (βλ. DMITRY RYBOLOVLEV ν. ΕLENA RYBOLOVLEVA (2010) 1 ΑΑΔ 82).

 

Λέχθηκε περαιτέρω στην Προσφυγή 1045/05, DULAL v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερομηνίας 27/10/05:

«Σύμφωνα με νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Ahapittas v. Roc Chik Ltd (1968) 1 CLR 1, Ιn Re Efthymiou (1987) 1 CLR 28, Ιn Re An Advocate (1987) 1 CLR 319 και Thanos Hotels Ltd v. Δημήτρης Ιωάννου (1991) 1 ΑΑΔ 1036), οι δικηγόροι δεν πρέπει να ορκίζονται αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης του πελάτη τους, εκτός όπου τούτο είναι απόλυτα αναγκαίο.  Εδώ, όπως ήδη ανάφερα, δεν εξηγείται γιατί να μην ορκίζεται ο ίδιος ο αιτητής.  Παρόλο που ο κ. Παύλος Ερωτοκρίτου δεν χειρίζεται την υπόθεση, ουσιαστικά η ένορκη δήλωση προέρχεται από τους δικηγόρους του αιτητή.  Είμαι της άποψης ότι αυτός είναι αρκετός λόγος για απόρριψη της αίτησης.»

 

Εν προκειμένω, θεωρώ ότι η ομνύουσα, κα Πεσλίκα, δεν εξηγεί με επάρκεια και δεν παραθέτει καλό λόγο γιατί προέβηκε η ίδια στην ένορκη δήλωση και όχι η Αιτήτρια και η καθυστέρηση στην εξεύρεση μεταφραστή από αγγλικά στα ελληνικά δεν θεωρώ ότι είναι λόγος για τον οποίο θα μπορούσε να προβεί η ίδια σε ένορκη δήλωση επί των γεγονότων πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση της Αιτήτριας για να της δοθεί δικαίωμα παραμονής.  Περαιτέρω, δεν έχει καταγράψει σε κανένα σημείο την ιδιότητα της, παρά μόνο αναφέρει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένη από την Αιτήτρια να προβεί στην ένορκη δήλωση και δεν προβάλλει με σαφήνεια την πηγή της γνώσης της για τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται, αφού η ίδια παραπέμπει σε μελέτη του φακέλου. Συνακόλουθα, θεωρώ ότι το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να αγνοηθεί από το Δικαστήριο.  Φυσικό επακόλουθο της κατάληξής μου είναι η απόρριψη της αίτησης αφού δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε ή οποιαδήποτε ικανοποιητική μαρτυρία.

 

Στο σημείο αυτό, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω, για σκοπούς πληρότητας και ενόψει των λόγων που προέβαλε η συνήγορος της Αιτήτριας κατά την ακρόαση της αίτησης, ότι ακόμα και αν προχωρούσα στην εξέταση της ουσίας των λόγων που προέβαλε ενώπιον μου, θα απέρριπτα την αίτηση λόγω δεδικασμένου.   Συγκεκριμένα, η συνήγορος της Αιτήτριας προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η Αιτήτρια είναι δασκάλα και κινδυνεύει με δίωξη σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν αφού ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Επίσης, ανέφερε ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι νέος και δεν εξετάστηκε ο κίνδυνος που ενέχει λόγω του επαγγέλματος της, ούτε κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία αλλά ούτε από το Δικαστήριο.

 

Τονίζω ότι έχω μελετήσει την απόφαση του Δικαστηρίου σε προηγούμενη προσφυγή της ίδιας Αιτήτριας επί του αρχικού αιτήματος της, στην υπόθεση με αρ, 5844/21, από την οποία προκύπτει ότι ο ισχυρισμός αυτός ουδέποτε τέθηκε από την Αιτήτρια είτε ενώπιον της διοίκησης, είτε ενώπιον του Δικαστηρίου, παρά το ότι εκπροσωπείτο από την ίδια δικηγόρο.  Το στοιχείο αυτό, ήτοι η ιδιότητα και/ή επάγγελμα της ως δασκάλα, προϋπήρχε και ήταν λόγω υπαιτιότητας της ίδιας της Αιτήτριας που δεν προβλήθηκε στην προγενέστερη διαδικασία εξέτασης του αιτήματος της.  Ως εκ τούτου, κρίνω ότι το στοιχείο αυτό δεν είναι νέο, υπό την έννοια ότι δεν προέκυψε μετά την έκδοση της πρώτης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και/ή μετά την αποχώρηση της από τη χώρα καταγωγής της και η Αιτήτρια όφειλε να το παρουσιάσει στην Υπηρεσία Ασύλου και/ή στο Δικαστήριο από την αρχή.

 

Επιπρόσθετα, ουδέποτε το ΔΕΕ αποφάσισε, ως ισχυρίζεται η συνήγορος της Αιτήτριας, ότι γυναίκες μόνες από το Καμερούν είναι ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.  Στην απόφασή της 16ης Ιανουαρίου 2024, C‑621/21, WS, ερμηνεύεται μεταξύ άλλων το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, το οποίο έχει την έννοια ότι  ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους, μπορεί να θεωρηθεί ότι τόσο οι γυναίκες της χώρας αυτής στο σύνολό τους, όσο και μικρότερες ομάδες γυναικών οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό, έχουν την ιδιότητα μέλους «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» αποτελούσα «λόγο δίωξης» ικανό να οδηγήσει στην αναγνώριση του καθεστώτος πρόσφυγα σε αυτές.  Ως εκ τούτου, ο κάθε αιτητής/αιτήτρια πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να ενταχθεί στην έννοια της «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» και ουδέποτε αυτό γίνεται αυτόματα λόγω καταγωγής και/ή επαγγέλματος αιτητή/αιτήτριας.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω στοιχεία, η παρούσα αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

 

Ως εκ τούτου, η αίτηση  για παραμονή της Αιτήτριας στη Δημοκρατία μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης στην κυρίως προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

 

Μ. Παπαντωνίου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο