ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1349/23

15 Ιουλίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

C.O.

Αιτητής

-και-

Υπηρεσία Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.

Μ. Βασιλείου (κα) για Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

(Παρούσα η κα Ε. Ηρακλέους για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα).

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 26/03/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία.  

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος Νιγηρίας, κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές.

 

Στις 16/07/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας και στις 24/03/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (εφεξής ο «αρμόδιος λειτουργός») προς εξέταση του αιτήματός του.

 

Στις 25/03/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς την Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία στις 26/03/2023 την ενέκρινε και απέρριψε το αίτημα του Αιτητή. Στις 07/04/2023 η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή, την οποία ο Αιτητής παρέλαβε προσωπικά, μαζί με την εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, την ίδια ημέρα.

 

Ο Αιτητής στις 05/05/2023 καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή.

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά στο Δικαστήριο και προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς. Ειδικότερα, ο Αιτητής καταγράφει στο δικόγραφο της προσφυγής του ότι εμπλέκεται σε οικογενειακή σύγκρουση, στην πολιτεία που ζούσε στη χώρα καταγωγής του (Anambra) υπάρχει πόλεμος και δεν έχει οικογένεια εκεί, γι’ αυτό φέρει ένσταση στην απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου να απορρίψει την αίτησή του για διεθνή προστασία. 

 

Με τη γραπτή του αγόρευση, ο Αιτητής υποβάλλει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του επειδή, ως καταγράφει, έχει καταστεί εξαιτίας της τοπικής παράδοσης διάδοχος θρόνου προκειμένου να γίνει αρχιερέας στο χωριό του. Η θέση αυτή απαιτούσε τη θυσία ζώων και δολοφονία ανθρώπων, διαδικασία με την οποία δεν συμφωνεί ο Αιτητής επειδή είναι Χριστιανός. Ωστόσο, η άρνηση του Αιτητή να εμπλακεί σε αυτές τις τελετές προκάλεσε την αντίδραση της τοπικής και της ευρύτερης κοινωνίας, που απειλεί τη ζωή του ώστε να επιστρέψει και να αναλάβει το θρόνο. Ως εκ τούτου, ζητά την προστασία της Δημοκρατίας.

 

Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, με την γραπτή της αγόρευση υιοθέτησε το περιεχόμενο της Ένστασης και των επισυναπτόμενων παραρτημάτων, υπεραμυνόμενη της νομιμότητας και ορθότητας της επίδικης, η οποία ως υποστηρίζει είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ' ων η Αίτηση και κατ' εφαρμογή του διοικητικού δικαίου, έχει ληφθεί κατόπιν δέουσας έρευνας και αφού λήφθηκαν υπόψιν όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι δεόντως αιτιολογημένη. Προωθεί δε ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής κατά το στάδιο εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία δεν αποτελούν πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης με βάση τις πρόνοιες των άρθρων 3 και 19(1) και 2 του περί Προσφύγων Νόμου. Τέλος, υποστηρίζει ότι οι ισχυρισμοί που ο Αιτητής προώθησε με τη γραπτή αγόρευσή του είναι καινοφανείς.

 

Λαμβάνω υπόψιν ότι ο Αιτητής δεν εκπροσωπείται από συνήγορο αλλά εμφανίζεται προσωπικά και δεν αναμένεται από αυτόν να προωθήσει νομικούς ισχυρισμούς εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα ως προνοούν οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί σε υποθέσεις όπου τα μέρη εκπροσωπούνται από δικηγόρο (βλ. συναφώς Διαδικαστικός Κανονισμός 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962). Προς το σκοπό αυτό, κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του.

 

Ο Αιτητής στη γραπτή του αίτηση κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή, μετά τη φωτιά που ξέσπασε στην εκκλησία του πάστορά του, η αστυνομία τον κυνηγά. Όπως κατέγραψε, σε ηλικία δεκαέξι ετών έχασε την οικογένειά του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και, μη έχοντας πουθενά να πάει, έγινε δεκτός στην εκκλησία ως εθελοντής για να βοηθηθεί. (Ερ.1 Δ.Φ.)

 

Κατά την προφορική του συνέντευξη, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στο Lagos στη Νιγηρία όπου και έμενε μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (Ερ.26/2χ-3χ Δ.Φ.). Ανέφερε, ακόμη, ότι οι γονείς του απεβίωσαν και δεν έχει αδέλφια και έτσι έμενε με τον πάστορά του (Ερ.27/4χ Δ.Φ.). Ο πάστοράς του ήταν αυτός που χρηματοδότησε το ταξίδι του στη Δημοκρατία (Ερ.26/4χ Δ.Φ.). Κατά την παραμονή στη χώρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δημοτική εκπαίδευση (Ερ.27/2χ Δ.Φ.) αλλά ουδέποτε εργάστηκε (Ερ.26/1χ Δ.Φ.).

 

Όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής τους και δεν επιθυμεί να επιστρέψει, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν έχει οικογένεια στη χώρα του και επιθυμεί να δημιουργήσει οικογένεια στην Κύπρο. (Ερ.25/2χ Δ.Φ.) Ερωτηθείς κατά πόσο υπάρχει κάποιος άλλος λόγος που τον οδήγησε να φύγει από την χώρα του, ο Αιτητής απάντησε ότι ήρθε στη Δημοκρατία για προστασία (Ερ.25/3χ Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, ο Αιτητής ρωτήθηκε γιατί επέλεξε να ζητήσει διεθνή προστασία αφού είχε θεώρηση, και απάντησε ότι έχει θεώρηση φοίτησης στα κατεχόμενα αλλά δεν έχει χρήματα (Ερ.25/7χ Δ.Φ.). Ερωτηθείς σχετικά, ο Αιτητής δήλωσε ότι εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ουδέν θα του συμβεί (Ερ.24/3χ Δ.Φ.).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, στην έκθεση – εισήγησή του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:

1.   Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ.

2.   Για προσωπικούς λόγους.

 

Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές στο διαβατήριο του Αιτητή και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή. Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο λειτουργός αφού παρέπεμψε στις δηλώσεις του Αιτητή εισηγήθηκε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης και αποδέχτηκε και τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό.

 

Μετέπειτα, ο λειτουργός έκρινε ότι επί τη βάσει των αποδεδειγμένων ουσιωδών πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν, καθώς επίσης και των διαθέσιμων πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας στη περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή,  διαπιστώνεται ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στο Lagos, στη Νιγηρία, να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Ακολούθως, ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, του προσωπικού του προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν τεκμηριώνεται φόβος δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα.

 

Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στη Νιγηρία δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο κρατίδιο Lagos της Νιγηρίας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση στο εν λόγω κρατίδιο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη λόγω της οποίας ο Αιτητής, λαμβανομένου υπόψη και του προσωπικού του προφίλ, θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως άμαχος λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας υπό την έννοια του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99).  Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της εισηγητικής έκθεσης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω.

 

Παρατηρώ, επίσης, σε σχέση με τους καινοφανείς ισχυρισμούς που εγείρονται τόσο στην αίτηση ακύρωσης του Αιτητή όσο και στη γραπτή του αγόρευση, ότι αφορούν περιστατικά που ανάγονται σε χρόνο σημείο προγενέστερο του χρόνου που ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ως εκ τούτου, σημειώνω ότι οι καινοφανείς ισχυρισμοί του Αιτητή που αφορούν σε περιστατικά διαδοχής θρόνου και οικογενειακής σύγκρουσης και για τα οποία ο Αιτητής εκφράζει ενώπιον του Δικαστηρίου φόβο, θα αναμενόταν να είχαν υποβληθεί εκ μέρους του ενώπιον της διοίκησης. Είχε συνεπώς την ευκαιρία να καταγράψει τους ισχυρισμούς του στο σχετικό έντυπο υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας όσο και κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όπου του τέθηκε επαρκής αριθμός ερωτήσεων ώστε να εκφράσει πλήρως τους ισχυρισμούς του, αλλά δεν το έπραξε.  Σημειώνω επίσης ότι δεν δόθηκε οποιαδήποτε επεξήγηση για την παράλειψη του να θέσει τους εν λόγω ισχυρισμούς στους Καθ’ων η Αίτηση κατά τον επίδικο χρόνο.

 

Πρόσθετα η συνεχής εναλλαγή στους ισχυρισμούς που προβάλλει ο Αιτητής  σε συνδυασμό με την αοριστολογία και γενικολογία που διαπνέει αυτούς, ενισχύει την κρίση περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του. Παρά δε το ότι το Δικαστήριο έδωσε την ευκαιρία στον Αιτητή να συγκεκριμενοποιήσει τους ισχυρισμούς του κατά τις διευκρινίσεις την παρούσας, δεν το έπραξε με αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί του να παραμείνουν γενικοί, αόριστοι και μετέωροι και σε συνάρτηση με την υποχρέωση που έχει δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου να αποδείξει και να τεκμηριώσει το αίτημα του, και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να τους αποδεχτεί και να προχωρήσει στην αξιολόγησή τους.

 

Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματος του βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(α) Ο αιτών πρέπει:

(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.

(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα.

(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν

 

Κατά συνέπεια, στη προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου.  Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ειδικότερα, εκ των όσων παρατέθηκαν ανωτέρω, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί  Προσφύγων Νόμου, καθότι ως αναφέρθηκε και ανωτέρω, δεν τεκμηριώνεται από τους ισχυρισμούς του Αιτητή παρελθούσα δίωξη, ούτε στοχοποίησή του από οποιονδήποτε κρατικό ή μη κρατικό δρώντα. Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο.[1] Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Ως προς το ενδεχόμενο παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας επί τη βάσει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, υπενθυμίζω ότι βάσει της νομολογίας Diakite (C-285/12, ημερ. 30/01/2014, σκ.28) στο πλαίσιο του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ (αντικατασταθέν σήμερα από το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) η έννοια της εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ορίστηκε ως «Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους.» .

 

Σχετικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας σύμφωνα με το portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[2] Από τον Ιανουάριο του 2015, η MNJTF (Multinational Joint Task Force), αποτελούμενη από μονάδες της Νιγηρίας, του Νίγηρα, του Τσαντ, του Καμερούν και του Μπενίν, υποστηρίζει την κυβέρνηση της Νιγηρίας στη μάχη έναντι της Boko Haram.[3]

 

Καμία των ως άνω οργανώσεων δεν παρουσιάζεται ως δρώσα στην πολιτεία του Lagos,[4] πολιτεία συνήθους διαμονής του Αιτητή. Ως προς τους δρώντες ασφαλείας, για το 2023 η βάση δεδομένων Nigeria Watch αναφέρει ότι η πολιτεία του Lagos επηρεάζεται από την εγκληματικότητα στη χώρα και συγκεκριμένα τις συγκρούσεις μεταξύ των φατριών. Η πολιτεία Lagos, μαζί με τις πολιτείες Rivers και Ogun, κατέγραψε το μεγαλύτερο αριθμό απωλειών προκληθεισών από τη δράση φατριών.[5] Σύμφωνα με την ίδια πηγή πληροφόρησης, το Lagos είναι μία εκ των πολιτειών στις οποίες έλαβε χώρα μεγάλος αριθμός αυτοκινητιστικών ατυχημάτων,[6] ενώ η πολιτεία δεν συμπεριλαμβάνεται στις δεκαεννέα πολιτείες όπου καταγράφηκαν  περιστατικά εθνοτικής-κοινοτικής βίας.[7]

 

Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας, η βάση δεδομένων ACLED έχει καταγράψει στην πολιτεία του Lagos 157 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 49 απώλειες. 19 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες, 30 ως ταραχές και 32 ως βία κατά αμάχων και 17 ως διαμαρτυρίες.[8] Ο πληθυσμός της πολιτείας κατά το 2016 υπολογίστηκε σε 16.536.000 άτομα.[9]

 

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών, δεν εντοπίζεται η ύπαρξη ένοπλης σύγκρουσης στην πολιτεία του Lagos, απαραίτητη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου και δεν φαίνεται να υφίσταται πραγματικός κίνδυνος να θιγεί προσωπικά άμαχος υπό την έννοια του ως άνω άρθρου.

 

Σημειώνω επίσης ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή περιλαμβάνεται στον κατάλογο ασφαλών χωρών ιθαγένειας σύμφωνα με Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών που βρίσκεται σε ισχύ μέχρι σήμερα (Κ.Δ.Π. 191/24).

 

Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στον τόπο τελευταίας διαμονής του, ο Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής στο πλαίσιο του άρθρου 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €1.000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] CJEU, C- 465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v.  Staatssecretaris van Justitie, ECLI:EU:C:2009:94,  <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5184758> (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/01/2023):  «32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής. 33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.» (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).

[2] Rulac, ‘Nigeria’, last updated 10/11/2022, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).

[3] Ibid.

[4] Easo, ‘Country Guidance Nigeria, Common analysis and guidance note’, October 2021, διαθέσιμο σε, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ.51-53, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).

[5] Nigeria Watch, ‘Thirteenth Report on Violence in Nigeria 2023’, n.d., διαθέσιμο σε https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports//NGA-Watch-Report23VF.pdf, σελ.8 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).

[6] Ibid, σελ.15.

[7] Ibid, σελ.16.

[8] ACLED, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (Event Date: 05/04/2023- 05/04/2024, Event Type: Battles, Violence against civilians, Explosions/ Remote violence, Riots, Protests, Region: Western Africa: Nigeria: Lagos (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).

[9] Macrotrends, ‘Lagos, Nigeria Metro Area Population 1950-2024’, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/22007/lagos/population#:~:text=The%20current%20metro%20area%20population,a%203.7%25%20increase%20from%202023. (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/04/2024).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο