ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 165/23 

 

31 Ιουλίου 2024 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

 

Μεταξύ:

A.   E.

Αιτητής

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω 

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ’ ων η Αίτηση 

-------------------

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Δ. Κυπριανίδου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση 

Ο Αιτητής είναι παρών

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου που περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 10/08/2021, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο “Α” στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος Νιγηρίας, ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση, περί τις 29/10/2018 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μετέβη αεροπορικώς στην Τουρκία, από όπου ταξίδεψε, επίσης αεροπορικώς, μέχρι τα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου. Στις 11/12/2018 εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, συμπληρώνοντας αυθημερόν αίτηση διεθνούς προστασία, για την οποία παρέλαβε βεβαίωση υποβολής αίτησης στις 12/12/2018.

 

Στις 15/06/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, παρέχοντάς του δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 22/07/2021, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή, την οποία στις 30/07/2021 συγκεκριμένος λειτουργός, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε εκδίδοντας απορριπτική απόφαση.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται μαζί με την αιτιολογία αυτής, στην επιστολή ημερομηνίας 10/08/2021, παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή στις 16/01/2023, όντως συνταγμένη στην αγγλική γλώσσα.

 

Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής καταχώρισε δια της συνηγόρου του την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Με την αίτηση ακυρώσεως η συνήγορος του Αιτητή προωθεί πλήθος λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, χωρίς ωστόσο αυτοί να εξειδικεύονται και να συναρτώνται με τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεσης.

 

Με τη γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή εγείρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εξεδόθη χωρίς να έχει προηγηθεί δέουσα έρευνα εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση και ειδικότερα ως προς το γεγονός ότι ο Αιτητής είναι φορέας του ιού HIV και κατά πόσο υπάρχει κατάλληλο ιατροφαρμακευτικό σύστημα στη Νιγηρία.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, μέσω της αγόρευσης της συνηγόρου τους, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη και εκδόθηκε μετά από δέουσα έρευνα αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Επιπλέον ισχυρίζονται ότι ο Αιτητής δεν εξειδικεύει ρητά και αιτιολογημένα ή και δεν δικογραφούνται δεόντως οι προβαλλόμενοι από τον Αιτητή λόγοι ακύρωση κατά παράβαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 και ως εκ τούτου δεν δύνανται να εξεταστούν από το Δικαστήριο, καλώντας το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή.

 

Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία και το στάδιο των διευκρινίσεων, η συνήγορος του Αιτητή περιορίζει τον λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης στην έλλειψη δέουσας έρευνας και προέβαλε τον ισχυρισμό πως εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα του, λόγω του ότι είναι μέλος τρομοκρατικής ομάδας δεν θα μπορεί να τύχει περίθαλψης σε νοσοκομείο ως φορέας του ιού HIV, γιατί θα ειδοποιηθεί η κυβέρνηση. Οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και της γραπτής τους αγόρευσης, εμμένοντας στις θέσεις τους.

 

Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων. Κατ’ αρχάς, παρατηρώ, σε συμφωνία με την συνήγορο των Καθ’ ων η αίτηση, ότι πλείστοι από τους ισχυρισμούς του Αιτητή που περιέχονται στην αίτηση ακυρώσεως δεν φαίνεται να προωθούνται στη συνέχεια μέσω της αγόρευσης για τον Αιτητή. Παραπέμπω στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά απόφασης του ΔΔΔΠ 29/21, ΑΝΤΙΚ ν Δημοκρατίας ημερ. 04/10/2021 όπου γίνεται ανασκόπηση ως προς την εμβέλεια των κανονισμών 6 και 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Ακολουθώντας την ισχύουσα νομολογία, οι ισχυρισμοί του Αιτητή οι οποίοι περιέχονται στη αίτηση ακυρώσεως θα εξεταστούν στο βαθμό που αυτοί προωθούνται και εξειδικεύονται στην γραπτή του αγόρευση. Σε σχέση με τους λοιπούς ισχυρισμούς κρίνω ότι αυτοί θα πρέπει να απορριφθούν και απορρίπτονται.

 

Έχοντας κατά νου τα όσα υποστηρίζουν οι συνήγοροι των μερών και δεδομένης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εξετάζοντας παράλληλα και τον προωθούμενο από την συνήγορο του Αιτητή ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας των Καθ’ ων η αίτηση κατά την εξέταση του αιτήματος του Αιτητή και δη επί του κατ’ ισχυρισμόν βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξής του.

Κατά την υποβολή του αιτήματός του, ο Αιτητής δήλωσε ότι εργαζόταν στον Νιγηριανό στρατό από τον οποίο λιποτάκτησε (“deserted”) λόγω κινδύνου για τη ζωή του, προσθέτοντας πως η κυβέρνηση της χώρας δεν ενδιαφέρεται για τους στρατιώτες. Ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος συμμετείχε σε αρκετές στρατιωτικές επιχειρήσεις, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν συστρατιώτες του και η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρθηκε για τις οικογένειες τους. Ανέφερε επίσης πως η τρομοκρατική οργάνωση Boko Haram σκότωσε πολλούς συστρατιώτες του, ενώ ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά και δεν είναι πλέον ασφαλής στη χώρα του.

 

Στο πλαίσιο της συνέντευξης του και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε, μεγάλωσε και διέμενε στο χωριό Egba, της πόλης Benin στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας. Κατά την περίοδο 2016 έως τον Δεκέμβριο του 2017 ισχυρίστηκε ότι διέμενε στην περιοχή Bunayabi λόγω της υπηρεσίας του στο στρατό. Σε σχέση με την πατρική του οικογένεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι αμφότεροι οι γονείς του απεβίωσαν το 2014 σε ένοπλη ληστεία, ενώ προσέθεσε πως έχει μία αδερφή στη Γερμανία. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε πως με τη σύντροφό του, επίσης Νιγηριανή υπήκοο και αιτήτρια ασύλου, με την οποία δεν είναι νυμφευμένος, έχουν μία θυγατέρα, γεννηθείσα στη Κύπρο. Κληθείς να προσδιορίσει το μορφωτικό του επίπεδο και την εργασιακή του εμπειρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ότι εργάστηκε στον Νιγηριανό στρατό για περίπου τέσσερα χρόνια και συγκεκριμένα από τις 28/02/2013 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017. Ανέφερε επίσης ότι σε ιατρικές εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε στη χώρα μας διαπιστώθηκε πως είναι φορέας του ιού HIV.

 

Σχετικά με την υπηρεσία του στον στρατό της Νιγηρίας, ισχυρίστηκε ότι αρχικά θεωρείτο νεοσύλλεκτος (“recruit”), όταν άρχισε την εκπαίδευσή του έγινε οπλίτης (“private”) και ακολούθως προάχθηκε σε ανθυπολοχαγό/επιλοχία (“lance corporal”). Δήλωσε πως αρχικά υπηρέτησε στο πεζικό και στη συνέχεια εντάχθηκε σε σώμα ειδικών δυνάμεων που καταπολεμούν τους τρομοκράτες. Ανέφερε ότι όταν στρατολογήθηκε παρακολούθησε σχετική εκπαίδευση για 6 με 9 μήνες και μετά την πάροδο τεσσάρων ετών προάχθηκε σε ανθυπολοχαγό/επιλοχία (“lance corporal”). Δήλωσε σε σχετικές ερωτήσεις πως γνώριζε πως να χρησιμοποιεί οπλισμό και μεθόδους μάχης και άμεσης ανταπόκρισης και ότι κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας σκότωσε μόνο τρομοκράτες και ουδέποτε άμαχους πολίτες, εκτελώντας το καθήκον του να προστατέψει την εδαφική επικράτεια, τον πλούτο και τους πολίτες της χώρας του.

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους διεκόπη η υπηρεσία του στο στρατό, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν στην βαθμίδα του οπλίτη και το 2017 τον προήγαγαν σε ανθυπολοχαγό/επιλοχία. Εκείνο το χρονικό διάστημα, ισχυρίστηκε ότι τους έστειλαν σε δύσκολη μάχη, χωρίς να έχουν αρκετό οπλισμό με συνέπεια να σκοτωθούν αρκετοί συστρατιώτες τους. Ο Αιτητής ανέφερε πως όταν ένας στρατιώτης σκοτώνεται, η οικογένειά του δεν έχει δικαίωμα στη σορό του και απλά ενημερώνονται όταν διακόπτεται ο μισθός τους. Ο ίδιος δήλωσε πως εγκατέλειψε τη χώρα του επειδή μετά την απόδρασή του από αιχμαλωσία κατά τη διάρκεια μίας επίθεσης, η κυβέρνηση ήταν εναντίον του λόγω πιθανής ανάμειξής του με τους αντάρτες. Ισχυρίστηκε ότι η κυβέρνηση τον απογοήτευσε και παρά την επιθυμία του να υπερασπιστεί τη χώρα του, τον θεωρούν απειλή, επειδή πιστεύουν ότι είναι μέλος τρομοκρατικής ομάδας και για τον λόγο αυτό κινδυνεύει η ζωή του.

 

Σε διερευνητικά ερωτήματα που του τέθηκαν σχετικά με το γεγονός της αιχμαλωσίας και της μετέπειτα διαφυγής του από τους εχθρούς, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι την πρώτη εβδομάδα του Δεκέμβρη του 2017, κλήθηκαν να ενισχύσουν ένα σώμα το οποίο δεχόταν επίθεση, αλλά προτού φτάσουν, είχαν ήδη σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες. Ανέφερε ότι πριν μεταβούν οι ίδιοι στην περιοχή, οι εχθροί είχαν ήδη πληροφορηθεί για την επιχείρησή τους και τους έστησαν ενέδρα. Αυτό είχε ως συνέπεια να τους εντοπίσουν καθοδόν και να τους εκτοπίσουν. Σε εκείνη την αποστολή, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν τους παρείχαν αρκετά πυρομαχικά, κάποιοι στρατιώτες σκοτώθηκαν, ενώ άλλοι κατάφεραν να διαφύγουν. Ο ίδιος, επειδή είχε τραυματιστεί σοβαρά, δεν μπορούσε να τρέξει, με αποτέλεσμα να αρχίσει να φωνάζει. Τον άκουσε κάποιος από τους αντάρτες, τον πλησίασε, του έδεσε τα μάτια, τον έβαλε σε ένα όχημα και οδήγησε μεγάλη απόσταση. Ισχυρίστηκε ότι τον μετέφερε στο στρατόπεδό τους όπου του παρείχαν ιατρική περίθαλψη και ζήτησαν όπως τους δώσει πληροφορίες. Λόγω του όρκου όμως που είχε δώσει, αρνήθηκε να παρέχει πληροφορίες σε εχθρούς, παρόλο που η κατάσταση της υγείας του ήταν ως ισχυρίστηκε κρίσιμη. Τότε άρχισαν να τον κτυπούν και να τον κακομεταχειρίζονται για να τον εξαναγκάσουν να δώσει πληροφορίες, αλλά ο ίδιος δεν ενέδωσε. Μια φορά ανέφερε ότι ήθελαν να τον πάρουν μαζί τους σε περιπολία, ζητώντας του να πάρει όπλο. Τότε αντιλήφθηκε ότι προσπαθούσαν να τον δελεάσουν να γίνει μέλος της ομάδας τους και όταν αρνήθηκε, άρχισαν να τον κτυπούν και τον ανάγκασαν να μπει στο αυτοκίνητο μαζί τους. Η περιπολία τους εκείνη την ημέρα διήρκεσε έξι ώρες και κατά τη διάρκεια της οποίας κατάφερε να παρατηρήσει κάποιους δρόμους από τους οποίους θα μπορούσε να δραπετεύσει. Την επόμενη ημέρα, κατέφυγε σε μία φάρμα και με τη βοήθεια ενός αγρότη δραπέτευσε. Ερωτηθείς για το όνομα της ομάδας που τον αιχμαλώτισε, ο Αιτητής δήλωσε πως ήταν η Boko Haram, ενώ για το χρονικό διάστημα της αιχμαλωσίας του ανέφερε πως ήταν γύρω στις 7-8 μέρες. Όταν επέστρεψε στη στρατιωτική του βάση στην περιοχή Buniyadi, ενημερώθηκε πως τον είχαν δηλώσει αγνοούμενο (“they had declared me SOS”) και δεν ενδιαφέρθηκαν να μάθουν τι του είχε συμβεί, ενώ παράλληλα πάγωσαν τον λογαριασμό του. Ισχυρίστηκε πως ο διοικητής του, του είπε ότι θα τον κατηγορούσαν για δειλία (“cowardice”) και παρόλο που ο Αιτητής προσπάθησε να του εξηγήσει πως δεν είχε αρκετά πυρομαχικά, οι εχθροί υπερίσχυαν σε αριθμό και ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε, ο διοικητής αρνήθηκε να του ενεργοποιήσει τον λογαριασμό, αναμένοντας από αυτόν να συνεχίσει να εργάζεται για τον στρατό χωρίς να πληρώνεται. Τότε ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι παρέδωσε επιστολή παραίτησής του (“I drafted a resignation letter”).

 

Ως προς τη σημασία κήρυξης ατόμου SOS, o Αιτητής διευκρίνισε ότι στέλνουν τη φωτογραφία και τα προσωπικά στοιχεία του ατόμου σε όλα τα τμήματα, στην υπηρεσία πληροφοριών και στην αστυνομία. Δήλωσε πως ακόμη κι αν το αγνοούμενο άτομο ανευρεθεί, θεωρείται μέλος των ένοπλων δυνάμεων, χωρίς ωστόσο να του καταβάλλεται μισθός.

 

Από τον Δεκέμβριο του 2017 μέχρι την αναχώρησή του τον Οκτώβριο του 2018, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να διαφύγει δύο φορές. Συγκεκριμένα περί τον Φεβρουάριο με Μάρτιο του 2018 δήλωσε πως μετέβη στον αστυνομικό σταθμό για να του δώσουν μία αναφορά, με σκοπό να μπορέσει λάβει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στο νοσοκομείο για τα τραύματά του, αλλά επειδή άρχισαν να τον ανακρίνουν, φοβήθηκε πως ανακάλυπταν ποιος ήταν. Σχετικά με τη δεύτερη φορά, ο Αιτητής ανέφερε ότι τον Μάρτιο με Απρίλιο του 2018, τον αναγνώρισε κάποιος από τη στρατιωτική μυστική υπηρεσία σε υπεραγορά και τον φώναξε με το όνομά του, γεγονός που τον έκανε να τραπεί σε φυγή. Αργότερα, κάποιος φίλος του που εργαζόταν εκεί του είπε πως το άτομο που τον αναγνώρισε, ζήτησε όπως ενημερωθεί εάν ξαναδεί τον Αιτητή στην υπεραγορά και τους δόθηκε και φωτογραφία του.

 

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνώριζε πριν αναχωρήσει από τη χώρα του ότι είναι φορέας του ιού HIV και εάν επιστρέψει δεν νομίζει ότι θα μπορούσε να αποταθεί σε νοσοκομείο για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Πρόσθεσε πως πιστεύει ότι θα τον σκοτώσει κρυφά η κυβέρνηση, επειδή γνωρίζει πώς λειτουργεί το σύστημα. Ερωτηθείς κατά πόσο θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί σε άλλη πόλη της Νιγηρίας, όπως είναι το Lagos ή η Abuja, ο Αιτητής δήλωσε ότι υπάρχουν στρατόπεδα σε όλες τις πολιτείες και δεν θα είναι πουθενά ασφαλής.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην εισηγητική του έκθεση, διέκρινε δύο ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, το προφίλ και τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο δε δεύτερος συνίσταται στις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι διώκεται από την κυβέρνηση της Νιγηρίας επειδή λιποτάκτησε από τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε δεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό, καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως σαφείς και λεπτομερείς, και επιπλέον επιβεβαιώθηκαν από αξιόπιστες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης. Στο πλαίσιο του ισχυρισμού αυτού έγινε επίσης αποδεκτό ότι ο Αιτητής εργάστηκε στον στρατό της Νιγηρίας, καθότι παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο πρόσληψής του, την εκπαίδευσή του, τους στρατιωτικούς βαθμούς και την αντίστοιχη μισθοδοσία, περιέγραψε τη στολή και τα καθήκοντά του και αναφέρθηκε με λεπτομέρεια σε στρατιωτικές βάσεις, καθώς και στις συνθήκες μαχών και στον οπλισμό που χρησιμοποιούσαν. Προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού ο Αιτητής προσκόμισε 23 φωτογραφίες σχετικές με την υπηρεσία του στον στρατό της Νιγηρίας (ερυθρό 23 του διοικητικού φακέλου).

 

Ο δεύτερος ωστόσο ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης, διότι οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως ασαφείς, αόριστες και στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας και ευλογοφάνειας. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του λειτουργού ότι ο Αιτητής παρείχε ελάχιστες και αόριστες πληροφορίες σχετικά με τον λόγο και για τον τρόπο με τον οποίο τον αναζητά ο στρατός και η κυβέρνηση. Δήλωσε ότι όταν εξαφανίζεται ένας στρατιώτης, παγοποιούν τον λογαριασμό του, κηρύττοντάς τον SOS και θεωρείται αναζητούμενο πρόσωπο. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι όταν επέστρεψε στη στρατιωτική του βάση, ο ανώτερος του, του είπε ότι θα τον κατηγορήσουν για δειλία και όταν ο Αιτητής του εξήγησε τι συνέβη, ο διοικητής του αρνήθηκε να ενεργοποιήσει τον λογαριασμό του. Σε σχετική ερώτηση, ο Αιτητής, ανέφερε πως ήταν σύνηθες να δεσμεύεται ο λογαριασμός για 1 ή 1,5 χρόνο. Οι εξηγήσεις που έδωσε ο Αιτητής σχετικά με τη συμπεριφορά του προϊσταμένου του και για ποιο λόγο δεν θα τον πλήρωναν κρίθηκαν ως μη ικανοποιητικές. Ανέφερε μόνο ότι θα πάγωναν τον λογαριασμό του και αν το άτομο ανήκε σε ειδική δύναμη όπως ο ίδιος, θα του υπενθύμιζαν ότι δεν θα είχε άλλη επιλογή, είτε θα συνέχιζε να εργάζεται απλήρωτος είτε θα κρύβεται (ελεύθερη μετάφραση της έκφρασης “go underground” (βλ. 47:3χ και 46:1x του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση και ο στρατός τον αναζητούσαν, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε πως ο Αιτητής προέβη σε αβάσιμες εικασίες. Ειδικότερα, ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν ο στρατός δήλωνε κάποιον SOS, έστελνε τη φωτογραφία και τα προσωπικά του στοιχεία σε όλες τις υπηρεσίες, όπως το πεζικό, το τμήμα πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης και της αστυνομίας. Στη συνέχεια, δήλωσε αόριστα ότι επειδή ο ίδιος γνώριζε πώς λειτουργεί το σύστημα, ο στρατός τον αναζητούσε, φοβούμενοι ότι θα έδινε πληροφορίες στους αντάρτες. Ερωτηθείς για ποιο λόγο η αστυνομία δεν τον συνέλαβε, αφού τους είχε σταλεί η φωτογραφία, απάντησε πως αν η αστυνομία τον υποπτευόταν, θα έπρεπε να επικοινωνήσει με την υπηρεσία πληροφοριών, αλλά ο ίδιος το αντιλήφθηκε και αναχώρησε. Ερωτηθείς με ποιο τρόπο κατάφερε να αναχωρήσει από τη χώρα του νόμιμα αφού ως ισχυρίστηκε αναζητείτο, δεν έδωσε οποιαδήποτε εξήγηση, αναφέροντας ότι δεν γνωρίζει πολλά για τα έγγραφα και πως ο στρατός σκοτώνει κρυφά, χωρίς να δίνει περισσότερες λεπτομέρειες. Ερωτηθείς για τις μεταρρυθμίσεις στο στρατό της Νιγηρίας, βάσει των οποίων δίνεται η δυνατότητα στο προσωπικό να παραιτηθεί οικειοθελώς, ο Αιτητής ανέφερε ότι είχε υποβάλει παραίτηση δύο φορές, αλλά ο ανώτερος του αρνήθηκε να την αποδεχτεί. Στη βάση της ανωτέρω ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού. 

 

Προχωρώντας στην εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι δεν μπορεί να αξιολογηθεί λόγω του προσωπικού χαρακτήρα των δηλώσεων του Αιτητή. Ωστόσο, ο λειτουργός παραπέμπει σε άρθρο ημερομηνίας 21/01/2021, βάσει του οποίου συνολικά 127 στρατιώτες αποχώρησαν από στρατό της Νιγηρία, παρά τις επιδεινούμενες προκλήσεις ασφαλείας που έχει να αντιμετωπίσει ο στρατός σε ορισμένα μέρη της χώρας. Το εν λόγω άρθρο αναφέρει πως οι στρατιώτες, που προέρχονται από διάφορους σχηματισμούς του στρατού σε όλη τη χώρα, είναι από κατώτερες βαθμίδες και βρίσκονται κυρίως στην πρώτη γραμμή στο πεδίο της μάχης. Αναφέρεται ότι εγκρίθηκε η οικειοθελής αποδέσμευσή τους από τον επικεφαλής του επιτελείου του στρατού (βλ. ερυθρά 79-78 του διοικητικού φακέλου). Σε άρθρο ημερομηνίας 18/12/2017 στο οποίο παραπέμπει ο λειτουργός, αναφέρεται ότι μετά από παράπονα που εξέφρασαν στρατιώτες που πολεμούν την οργάνωση Boko Haram στην περιοχή Sambisa περί μη καλής μεταχείρισης, ο Νιγηριανός στρατός προειδοποίησε τους στρατιώτες που δεν είναι ικανοποιημένοι με τη μεταχείριση που τους παρέχεται να παραιτηθούν οικειοθελώς από το στρατό (βλ. ερυθρό 77 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατόπιν της πιο πάνω ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως με βάση τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο Αιτητής θα μπορούσε να είχε παραιτηθεί οικειοθελώς, ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με τους λόγους για τους οποίους του αρνήθηκαν την παραίτησή του στερούνται λεπτομέρειας και σαφήνειας και ως εκ τούτου ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής και δη στον τόπο τελευταία συνήθους διαμονής του, ήτοι στην πολιτεία Edo, στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού που αφορά τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, o αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην ανωτέρω περιοχή, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει οιαδήποτε πράξη δίωξης.

 

Ακολούθως, κατά την νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία υπό τις πρόνοιες του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός αρχικά έκρινε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19(2)(α) και (β) καθώς δεν ανέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποβληθεί σε θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή άλλως απάνθρωπη και/ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.

 

Σε σχέση δε με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή στις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) και αναλύοντας τα συστατικά του στοιχεία, ο αρμόδιος λειτουργός κατόπιν έρευνας διαπίστωσε ότι στην πολιτεία Edo τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, λαμβάνει χώρα αδιάκριτη βία σε χαμηλό επίπεδο, ελλείψει ωστόσο οιασδήποτε ευαλωτότητας, ο Αιτητής δεν θα κινδυνέψει προσωπικά, αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ενόψει όλων των ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις εκ του νόμου προϋποθέσεις ώστε να του εκχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα ή άλλως καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και ως εκ τούτου το αίτημά του απορρίφθηκε.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Περαιτέρω το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.   Ο/Η αιτητής/τρια  έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του/της αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του/της ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομική διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του/της προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του/της. Ο/Η αιτητής/τρια οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του/της για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του/της αιτητή/τριας, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου, προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε έρευνα όλων των ενώπιον τους ουσιωδών στοιχείων και δεδομένων. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε τα γεγονότα της υπόθεσης, τους ισχυρισμούς που προέβαλε ο Αιτητής κατά τη συνέντευξή του, καθώς και σε αντιστοίχιση των αποδεκτών ισχυρισμών με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επεξηγώντας τους λόγους αποδοχής και απόρριψης κάθε ισχυρισμού αντίστοιχα, αλλά και τον λόγο για τον οποίο εν τέλει απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή.

 

Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της εισηγητικής έκθεσης, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά τη συνέντευξή του, αρχικά ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Σχετικά με την έμμισθη υπηρεσία του Αιτητή στο στρατό της Νιγηρίας, το Δικαστήριο προέβη σε συμπληρωματική έρευνα, βάσει της οποίας επιβεβαιώνονται τα όσα ανέφερε ο Αιτητής σχετικά με τους στρατιωτικούς βαθμούς που κατείχε, την αντιμισθία και τα διακριτικά της στρατιωτικής του στολής[1]. Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός γίνεται αποδεκτός από το Δικαστήριο.

 

Αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι ότι λόγω λιποταξίας διώκεται από την κυβέρνηση και τον στρατό της Νιγηρίας, παρατηρώ ότι τόσο το αφήγημα που ο Αιτητής προέβαλε κατά την ελεύθερη αφήγησή του, όσο και οι απαντήσεις που έδωσε κατά τη διάρκεια των διευκρινιστικών ερωτήσεων αποτελούν ένα συνονθύλευμα ασαφών δηλώσεων. Ο Αιτητής δεν υπήρξε σαφής για τον τρόπο αποχώρησής του από την υπηρεσία του στον στρατό της Νιγηρίας, ούτε ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει για ποιο λόγο και με ποιο τρόπο τον αναζητούν οι αρχές και ο στρατός. Αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο αποχώρησε από τον στρατό, ο Αιτητής παρουσίασε συγκεχυμένες δηλώσεις. Στην αίτησή του αναφέρει ότι λιποτάκτησε επειδή η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για τους στρατιώτες. Εντούτοις, στη συνέντευξή του, ισχυρίστηκε ότι όταν διέφυγε από την ομάδα που τον κρατούσε αιχμάλωτο και επέστρεψε στη στρατιωτική του βάση, τον είχαν κηρύξει αγνοούμενο και είχαν παγώσει τον λογαριασμό στον οποίο του κατέβαλλαν τον μισθό του. Ισχυρίστηκε ότι παρά τις εξηγήσεις που έδωσε στον ανώτερο του, ο τελευταίος του είπε ότι θα τον κατηγορήσουν για δειλία. Ο Αιτητής προέβη σε μη ευλογοφανείς δηλώσεις, καθότι ενώ ισχυρίστηκε ότι τον θεωρούσαν εκτός του σώματος, ανέμεναν να συνεχίζει να εργάζεται χωρίς να πληρώνεται. Επιπλέον, ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπέβαλε δύο φορές επιστολή παραίτησης, την πρώτη τον Νοέμβριο του 2017 και τη δεύτερη μετά την αιχμαλωσία του τον Δεκέμβρη του 2017, δεν έδωσε επαρκείς λεπτομέρειες για τον λόγο για τον οποίο δεν έγινε αποδεκτή. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσαφηνίσει υπό ποιο καθεστώς αποχώρησε από τις ένοπλες δυνάμεις της Νιγηρίας όπου υπηρετούσε, καθότι αναφέρθηκε σε διαφοροποιημένες εκδοχές, σε λιποταξία, σε κήρυξή του ως αγνοούμενο πρόσωπο, σε παραίτηση, καθώς και στην κατηγορία της δειλίας.  Επιπλέον, ενώ ως ισχυρίστηκε ότι τα προσωπικά του στοιχεία και η φωτογραφία του απεστάλησαν στην αστυνομία, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν συνελήφθη όταν παρουσιάστηκε σε αστυνομικό τμήμα για να ζητήσει αναφορά με σκοπό λάβει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι δε δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι καταζητείται από τις αρχές και τον στρατό, όχι μόνο κρίνονται ως μια ελλιπής προσπάθεια του να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, αλλά έρχονται σε αντίθεση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, αφού ο Αιτητής κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του νόμιμα, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα, παρόλο που ως ισχυρίστηκε τα στοιχεία του και η φωτογραφία του είχαν γίνει γνωστά σε όλα τα τμήματα. Βάσει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εσωτερικά μη αξιόπιστο.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση παραπέμπουν σε διαδικτυακά άρθρα, στα οποία αναφέρεται η δυνατότητα οικειοθελούς αποχώρησης από τη στρατιωτική υπηρεσία στον στρατό της Νιγηρίας. Παρά τη μη στοιχειοθέτηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ιδιότητα του Αιτητή ως έμμισθου στρατιώτη στο στρατό της Νιγηρίας έγινε αποδεκτή, το Δικαστήριο προέβη σε περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Το 2018 ο στρατός της Νιγηρίας κατατάχθηκε ως ο τέταρτος πιο ισχυρός στρατός στην Αφρική. Αναφορικά με την ικανότητα του στρατού της χώρας, καταγράφεται ότι παρά τις συνεχιζόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της Boko Haram οι στρατιωτικές δαπάνες της Νιγηρίας μειώθηκαν το 2017 για τέταρτη συνεχή χρονιά. Παρόλα αυτά, η χώρα είναι η τέταρτη μεγαλύτερη σε ότι αφορά τις στρατιωτικές δαπάνες στην υποσαχάρια Αφρική και η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στη Δυτική Αφρική. Παρά τις μεγάλες επενδύσεις που γίνονται, αναφέρεται ότι ο στρατός της Νιγηρίας εξακολουθεί να υποφέρει από εξαιρετικά χαμηλή ικανότητα και υψηλά ποσοστά λιποταξίας, με τους στρατιώτες της πρώτης γραμμής να εκφράζουν δημόσια παράπονα ότι δεν λαμβάνουν μισθούς και έχουν ανεπαρκή ή καθόλου εξοπλισμό. Τέλος, η ίδια πηγή αναφέρει ότι στη Νιγηρία δεν υπάρχει (υποχρεωτική) κατάταξη όσον αφορά τον στρατό και το ελάχιστο όριο ηλικίας για εθελοντική στρατιωτική θητεία είναι τα 18 έτη[2].

 

Σε έγκυρη πηγή πληροφόρησης καταγράφεται ότι από σχετική έρευνα που έγινε δεν προέκυψαν περιπτώσεις τιμωρίας λιποτακτών με φυλάκιση ή αυστηρότερες ποινές κατά την περίοδο αναφοράς (Ιούνιος 2018 - Μάρτιος 2021) στη Νιγηρία. Ωστόσο, υπήρξαν απολύσεις για απουσία χωρίς άδεια. Το ηθικό στον στρατό της Νιγηρίας είναι χαμηλό και περιπτώσεις απουσίας χωρίς άδεια και λιποταξίας σημειώθηκαν πολλές φορές κατά την περίοδο αναφοράς (Ιούνιος 2018 - Μάρτιος 2021). Σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του νόμου περί Ενόπλων Δυνάμεων της Νιγηρίας, τόσο η απουσία χωρίς άδεια όσο και η λιποταξία τιμωρούνται με έως δύο έτη φυλάκισης, και σε ορισμένες περιπτώσεις, στρατιωτικοί που εγκατέλειψαν τις θέσεις τους διώχθηκαν ποινικά. Τον Νοέμβριο του 2019, συστάθηκε ένα στρατιωτικό δικαστήριο στη Βορειοανατολική Νιγηρία για να ασκήσει δίωξη σε 70 στρατιώτες για διάφορες πράξεις «δειλίας», όπως η λιποταξία. Ωστόσο δεν προέκυψαν πληροφορίες σχετικά με την τιμωρία που επιβλήθηκε σε αυτούς τους στρατιώτες. Στην πράξη, η τιμωρία για την απουσία χωρίς άδεια ήταν η απόλυση[3].

 

Σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο περί υποχρεωτικής στράτευσης/αποστασίας στη Νιγηρία, η χώρα δε διαθέτει υποχρεωτική στράτευση.[4] Το άρθρο 60 της Πράξης για τις Ένοπλες Δυνάμεις προβλέπει ότι η αποστασία τιμωρείται με φυλάκιση για περίοδο έως δύο ετών (ή οποιαδήποτε μικρότερη τιμωρία προβλέπεται από την Πράξη), έπειτα από καταδίκη από το Στρατοδικείο.[5] Σύμφωνα με την έρευνα του Υπουργείου Εξωτερικών της Ολλανδίας του 2021, η λιποταξία εν καιρώ πολέμου τιμωρείται με τη θανατική ποινή.[6] Η ως άνω πληροφορία δεν επαναλήφθηκε στην πιο πρόσφατη έρευνα της ίδιας πηγής.[7] Ωστόσο, η πιο πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, σημειώνει ότι «σύμφωνα με το άρθρο 42 της Πράξης για τις Ένοπλες Δυνάμεις της Νιγηρίας, η ανώτατη ποινή για τη λιποταξία από το στρατό εν καιρώ ειρήνης και πολέμου, εφόσον επέλθει κρίση ενοχής από στρατοδικείο, είναι η φυλάκιση δύο ετών».[8]

 

Άρθρο της Leadership (πηγή η οποία συμπεριλαμβάνεται στην πιο πρόσφατη σχετική συλλογή πληροφοριών της EUAA)[9] αναφέρει ότι ο στρατός της Νιγηρίας προέβη σε δίκη περί των 277 αξιωματούχων και στρατιωτών για διάφορα αδικήματα μεταξύ του Οκτωβρίου 2021 και Απριλίου 2022 σε τρία ξεχωριστά στρατιωτικά δικαστήρια.[10]

 

Ως προς τις πιθανές κατηγορίες και τις προβλεπόμενες πηγές, σύμφωνα με εμπιστευτική πηγή του Υπουργείου Εξωτερικών της Ολλανδίας, η ανταρσία και η λιποταξία είναι πιθανό να ήταν ανάμεσα στις κατηγορίες εναντίον των αξιωματούχων και του στρατιωτικού προσωπικού.[11] Οι ποινές για τις οποίες καταδικάστηκαν τριάντα εξ αυτών ήταν η φυλάκιση, τέσσερις εξ αυτών απολύθηκαν από την υπηρεσία, είκοσι πέντε εξ αυτών υπέστησαν υποβιβασμό, είκοσι εξ αυτών έχασαν την πληρωμή τους, δεκαεπτά δέχθηκαν υπηρεσιακή επίπληξη, ενώ δέκα απαλλάχθηκαν και αθωώθηκαν.[12] Σε άρθρο της η Punch της Νιγηρίας (πηγή η οποία συμπεριλαμβάνεται στην πιο πρόσφατη σχετική συλλογή πληροφοριών της EUAA)[13] αναφέρει ότι απαλλάχθηκαν των καθηκόντων τους 3.040 στρατιώτες, μεταξύ άλλων για λιποταξία.[14] Σε ακαδημαϊκό άρθρο του Olasupo Thompson αναφέρεται ότι η κρατική απάντηση «στην ανταρσία και στις αποστασίες» έλαβε χώρα «μέσω τιμωριών θανάτου, απολύσεων, υποβιβασμού και φυλάκισης».[15] Οι μόνες περιπτώσεις θανατικών ποινών οι οποίες ανευρίσκονται εντός του άρθρου, ωστόσο, αφορούν περιπτώσεις ανταρσίας,[16] έγκλημα για το οποίο η Πράξη για τις Ένοπλες Δυνάμεις της Νιγηρίας (Armed Forces Act) προβλέπει την ποινή του θανάτου.[17]

 

Σε σχέση με τη δυνατότητα παραίτησης από τις Ένοπλες Δυνάμεις επισημαίνεται ότι βάσει του άρθρου 26 της Πράξης για τις Ένοπλες Δυνάμεις, παρέχεται στον Πρόεδρο διακριτική ευχέρεια δημιουργίας κανονισμών σχετικών μεταξύ άλλων με την παραίτηση από τις ένοπλες δυνάμεις.[18] Περαιτέρω, βάσει του άρθρου 25 της ως άνω νομοθεσίας, είναι δυνατή η κλήση προσώπου στο οποίο επιτράπηκε να παραιτηθεί σύμφωνα με Κανονισμούς οι οποίοι θα δημιουργηθούν σύμφωνα με την Πράξη αυτή.[19]

 

Σε έρευνά του, εκδοθείσα το 2023, ως προς τη διαδικασία παραίτησης από τις Ένοπλες Δυνάμεις της Νιγηρίας, ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA) δεν κατόρθωσε να εξεύρει πληροφορίες.[20] Σχετικές είναι οι κάτωθι πληροφορίες: Στο ακαδημαϊκό άρθρο το οποίο έχει ανωτέρω παρατεθεί  αναγράφεται ότι σε δίκη στρατιωτών οι οποίοι αρνήθηκαν να ανακαταλάβουν τρεις πόλεις από την Boko Haram και οι οποίοι καταδικάστηκαν σε θάνατο το Δεκέμβριο του 2014, ο κατήγορος δήλωσε ότι «η συμμετοχή στο Στρατό της Νιγηρίας είναι εθελοντική πράξη και εάν κάποιο πρόσωπο νιώθει ότι δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθει, υπάρχει διαδικασία απαλλαγής την οποία τα πρόσωπα αυτά γνωρίζουν.[…]» Ο ακαδημαϊκός σχολιάζει ότι «[…] θα ήταν ιδανικό εάν οι στρατιώτες διέθεταν τα απαραίτητα εργαλεία προκειμένου να απαλλαχθούν των καθηκόντων τους.»[21] Στην έρευνά της του 2023 η EUAA παραθέτει άρθρα στον τύπο όπου γίνεται αναφορά σε παραίτηση από τις ένοπλες δυνάμεις της Νιγηρίας.[22]

 

Το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες[23] στην ενότητα περί λιποταξίας αναφέρει τα ακόλουθα (υπογράμμιση δική μου): 167. Σε χώρες όπου η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική, η μη εκπλήρωσή της τιμωρείται συχνά από το νόμο. Επίσης, ανεξάρτητα από το αν είναι υποχρεωτική ή όχι η στρατιωτική θητεία, η λιποταξία θεωρείται πάντοτε ποινικό αδίκημα. Οι κυρώσεις μπορεί να διαφέρουν από χώρα σε χώρα και δεν θεωρούνται κανονικά ως δίωξη. Ο φόβος ποινικής δίωξης και τιμωρίας για λιποταξία και για ανυποταξία δεν στοιχειοθετεί, αυτοτελώς κρινόμενος, δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με τον ορισμό. Η λιποταξία ή η ανυποταξία όμως, από την άλλη πλευρά, δεν αποκλείει κάποιο πρόσωπο από το να είναι πρόσφυγας και μπορεί ένα πρόσωπο να είναι πρόσφυγας ενώ παράλληλα είναι λιποτάκτης ή ανυπότακτος. Δεν είναι κάποιος βέβαια πρόσφυγας, εάν ο μόνος λόγος για τη λιποταξία ή την ανυποταξία του είναι η αντιπάθειά του προς τη στρατιωτική θητεία ή ο φόβος της μάχης. Μπορεί ωστόσο να είναι πρόσφυγας αν η λιποταξία ή η ανυποταξία συνδέεται αναπόσπαστα με άλλα παρεμφερή κίνητρα, εξαιτίας των οποίων έφυγε ή παραμένει έξω από τη χώρα του ή εάν έχει σύμφωνα με την έννοια του ορισμού άλλους λόγους να φοβάται τη δίωξη. Ένας λιποτάκτης ή ανυπότακτος είναι επίσης δυνατό να θεωρηθεί πρόσφυγας όταν αποδεικνύεται ότι θα του επιβαλλόταν δυσανάλογα αυστηρή τιμωρία για στρατιωτικό αδίκημα λόγω της φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής του σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων. Το ίδιο ισχύει αν μπορεί να αποδειχθεί ότι έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για τους παραπάνω λόγους εκτός και πέρα από την τιμωρία για λιποταξία. […]. Δεν συνιστά κάθε πεποίθηση, ανεξάρτητα από τη γνησιότητά της, επαρκή λόγο για να ζητηθεί η αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ύστερα από λιποταξία ή ανυποταξία. Δεν είναι αρκετό για κάποιο πρόσωπο να διαφωνεί με την κυβέρνησή του όσον αφορά την πολιτική αιτιολόγηση μιας συγκεκριμένης στρατιωτικής δράσης.

 

Ακόμη κι αν γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός του Αιτητή περί λιποταξίας, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα της ανωτέρω έρευνας, διαφαίνεται ότι ο στρατός της Νιγηρίας κατέχει αρκετά μέσα στη διάθεση του για την καταπολέμηση της Boko Haram, αλλά παράλληλα διαφαίνεται ότι ενδεχομένως λόγω κακοδιαχείρισης το ηθικό των στρατιωτών είναι χαμηλό και αυτό συμβάλλει στα υψηλά ποσοστά παραίτησης και εγκατάλειψης που καταγράφονται. Στην περίπτωση ωστόσο του Αιτητή, ο ίδιος εθελοντικά κατατάγηκε στον στρατό της χώρας του, όπου και υπηρέτησε έμμισθα, βάσει των δηλώσεών του για περίοδο τεσσάρων ετών (από 28/02/2013 έως τον Δεκέμβριο του 2017) κατά την οποία πήρε προαγωγή και με βάση τις πηγές πληροφόρησης θα μπορούσε να αποχωρήσει οικειοθελώς εφόσον δεν επιθυμούσε να συνεχίσει την υπηρεσία του. Ο φόβος της δίωξης και της τιμωρίας για τη λιποταξία ή την ανυποταξία δεν μπορεί να αποτελέσει από μόνος του βάσιμο φόβο δίωξης, όπως αναφέρεται στις προαναφερθείσες παραγράφους του Εγχειριδίου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Επίσης δεν αποδεικνύεται ότι θα του επιβληθεί δυσανάλογα αυστηρή τιμωρία για το αδίκημα αυτό που να συνδέεται με ένα από τους λόγους του ορισμού του πρόσφυγα, αφού στη σχετική νομοθεσία καταγράφεται ως ποινή η διετής φυλάκιση. Ο Αιτητής εξέφρασε απογοήτευση από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε ο στρατός, δεν υπήρχε σωστός συντονισμό, δεν τους παρείχαν αρκετά πυρομαχικά στις μάχες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τεκμηρίωσε κίνητρο που να συνδέεται με λόγους που εμπίπτουν στον ορισμό του πρόσφυγα. Ακόμη και η αναφορά που έκανε ο Αιτητής στη συνέντευξή του, ότι μόνο οι Μουσουλμάνοι έχουν τη δυνατότητα να ανελιχθούν σε υψηλότερες στρατιωτικές βαθμίδες, δεν βρίσκει έρεισμα στην περίπτωσή του, καθότι ως ισχυρίστηκε ο ίδιος προάχθηκε από οπλίτης σε ανθυπολοχαγό/επιλοχία.  

 

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο, αντίθετα στους ισχυρισμούς της συνηγόρου του κρίνει ότι από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση, αυτός δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα όπως αυτές ερμηνεύονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι κατά την αξιολόγηση του κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να αξιολογήσουν τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ως ατόμου φορέα του ιού HIV και κατά πόσο υπάρχει προσβασιμότητα και διαθεσιμότητα στη σχετική αγωγή στη χώρα του, έρευνα στην οποία θα προβεί το Δικαστήριο δυνάμει της δικαιοδοσίας του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Αξιολογώντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και συγκεκριμένα το γεγονός ότι είναι φορέας του ιού HIV,  ισχυρισμό που επικαλέστηκε και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, τόσο κατά το στάδιο της γραπτής αγόρευσης, όσο και κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την πρόσβαση και τη διαθεσιμότητα σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. O ιός HIV στη Νιγηρία το 2021 κατατάχθηκε ως η έβδομη κυριότερη αιτία θανάτου στην χώρα.[24] Κάθε πολιτεία έχει το δικό της σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, με γενικά νοσοκομεία (που παρέχουν σε μεγάλο βαθμό δευτεροβάθμια περίθαλψη) και εγκαταστάσεις πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης (που παρέχουν πρωτοβάθμια περίθαλψη). Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διαχειρίζεται την τριτοβάθμια περίθαλψη που περιλαμβάνει κυρίως ομοσπονδιακά εκπαιδευτικά νοσοκομεία σε όλη τη χώρα. Στην κυβέρνηση ανήκουν οι περισσότερες εγκαταστάσεις υγείας, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 70% των εγκαταστάσεων υγείας στη χώρα. Παρόλο που η κυβέρνηση κατέχει τις περισσότερες εγκαταστάσεις, οι ιδιωτικές εγκαταστάσεις υγείας είναι σημαντικές, καθότι αποτελούν περίπου το 60% του συνόλου της υγειονομικής περίθαλψης στην οποία έχει πρόσβαση η χώρα [25].

 

Έκθεση της EUAA αναφέρει ότι οι εκτιμώμενοι θάνατοι από HIV/AIDS στη Νιγηρία μειώθηκαν από 70.000 το 2009 σε 51.000 το 2019. Τον Δεκέμβριο του 2021 η χώρα επέκτεινε την παροχή αντιρετροϊκής θεραπείας σε όλους όσοι διαγνώστηκαν ως φορείς και συστήνουν την έναρξη της εν λόγω θεραπείας μόλις οι ασθενείς είναι πρόθυμοι και έτοιμοι να ξεκινήσουν να την λαμβάνουν εφόρου ζωής. Η χώρα έχει υιοθετήσει το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για το HIV και AIDS 2017 – 2021, καθώς και το αναθεωρημένο πλαίσιο του 2019 - 2021 που θα αποτελέσει την κατευθυντήρια γραμμή για την μελλοντική ανταπόκριση στον HIV. Διαθέσιμες υπηρεσίες για τη διαχείριση του HIV στα κέντρα πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης, όπως απαριθμούνται στο ελάχιστο πακέτο υγειονομικής περίθαλψης του θαλάμου, περιλαμβάνουν εθελοντική συμβουλευτική, έλεγχο και θεραπεία. Λόγω ωστόσο των ελλείψεων σε υγειονομικό προσωπικό κυρίως στις αγροτικές κοινότητες, το FMoH (Υπουργείο Υγείας της Νιγηρίας)  προέβη σε μια συστηματική προσέγγιση για την αντιρετροϊκή θεραπεία στο πλαίσιο της πολιτικής για την αλλαγή και τον καταμερισμό καθηκόντων. Η εφαρμογή των αποκεντρωμένων υπηρεσιών περιλαμβάνει τη μετατόπιση και τον καταμερισμό των καθηκόντων διαχείρισης του HIV από γιατρούς σε μη γιατρούς, από νοσηλευτές σε κοινοτικούς συμβούλους υγείας και στη συνέχεια σε εκπαιδευμένα άτομα και ασθενείς, καθώς και στις κοινότητες. Ως προς την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καταγράφεται ότι το 65% των ενηλίκων και παιδιών που ζουν με τον ιό λαμβάνουν τη σχετική θεραπεία. Υπάρχουν διαφορετικοί βαθμοί ασφαλιστικής κάλυψης για ορισμένες υπηρεσίες, οι οποίες μπορεί να απαιτούνται για τη θεραπεία επιπλοκών που σχετίζονται με τον HIV, για παράδειγμα, υψηλής τεχνολογίας εξετάσεις, όπως η αξονική τομογραφία και η μαγνητική τομογραφία. Ο οργανισμός συντήρησης υγείας καταβάλλει το 50% του κόστους. Τα αντιρετροϊκά φάρμακα και η ιατρική περίθαλψη για τον HIV, παρέχονται δωρεάν από τις κυβερνητικές υπηρεσίες, εντούτοις στις ιδιωτικές κλινικές και φαρμακεία ενδέχεται να μην είναι δωρεάν.[26] Σύμφωνα με στοιχεία από τοπικό μη κυβερνητικό οργανισμό, στην πολιτεία Edo (τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή) υπάρχουν 26 κέντρα εξέτασης και θεραπείας για τον HIV.[27] Συνεπώς, ως η ανωτέρω καταγραφή, στη χώρα καταγωγής του Αιτητή είναι προσβάσιμη και διαθέσιμη η ιατρική περίθαλψη σε σχέση με την κατάσταση της υγείας του, παρόλες τις δυσκολίες που υπάρχουν.

 

Με βάση τα ανωτέρω ευρήματα προκύπτει ότι το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει ο Αιτητής για το οποίο θα μπορέσει να λάβει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στη χώρα του, δε συνιστά κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη λόγω απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε σχέση δε με το άρθρο 19(2)(γ) του ανωτέρω Νόμου, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψη προς αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

Εν προκειμένω, ως προς τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα και ανέτρεξε σε πρόσφατες και έγκυρες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία.

 

Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province), οι οποίες δεν εκτείνονται στο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή[28].

 

Σε σχέση δε με την πολιτεία Edo, τόπο καταγωγής τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, στοιχεία της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Εvent Data Project), κατά το διάστημα 15/07/2023 μέχρι και 12/07/2024, καταγράφηκαν συνολικά 129 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 80 ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 45 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 51 θύματα), 43 ως περιστατικά χρήσης βίας εναντίον των πολιτών (με 27 θύματα), 32 ως διαδηλώσεις (με κανένα θύμα) και 9 ως εξεγέρσεις (με 2 θύματα)[29]. Ειδικότερα στην πόλη Benin καταγράφηκαν 50 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια 32 ανθρώπινων ζωών. O εκτιμώμενος πληθυσμός για το 2022 ανέρχεται για την πολιτεία Edo στους 4.777.000 κατοίκους.[30] Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην εν λόγω περιοχή που θα μπορούσαν να θέσουν υπό απειλή την ζωή ενός πολίτη από την παρουσία του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Εφαρμόζοντας άλλωστε την «αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ και λαμβάνοντας υπόψη την απουσία ιδιαίτερων επιβαρυντικών περιστάσεων στο προφίλ του Αιτητή (ενήλικος άνδρας, ικανός προς εργασία, έχοντας ικανοποιητική μόρφωση και στρατιωτική εκπαίδευση, με δυνατότητα να λάβει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για το θέμα υγείας που αντιμετωπίζει), το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, καθότι η κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Edo σε συνάρτηση με το ατομικό προφίλ του Αιτητή, δεν συνηγορούν υπέρ του ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή βλάβη.

 

Επιπρόσθετα δεν παραγνωρίζω ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, με την ΚΔΠ 191/24, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Κατά συνέπεια, η διαπίστωση των Καθ΄ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, αλλά ούτε του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας κρίνονται εύλογα επιτρεπτές ενόψει όλων των στοιχείων που η διοίκηση είχε ενώπιον της.

 

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Ως προς τα έξοδα και δεδομένης της παράλειψης των Καθ’ ων η αίτηση προς αξιολόγηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή, ως ατόμου φορέα του ιού HIV, κρίνω ορθό και δίκαιο όπως επιδικαστούν μειωμένα έξοδα στο ποσό των €500 υπερ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Α. AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ

 



[1] https://www.legit.ng/1127342-nigerian-army-ranks-symbols.html

 

[2]EASO, Country of Origin Information Report: Nigeria – Actors of Protection, November 2018, σ. 26-31  https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2018_EASO_COI_Nigeria_ActorsofProtection.pdf

 

[3] The Ministry of Foreign Affairs of the Netherlands, Country of origin information report -Nigeria, March 2021, σ. 61

https://www.ecoi.net/en/file/local/2054389/03_2021_MinBZ_NL_COI_Nigeria.pdf

 

[4] CIA, ‘The World Factbook: Nigeria’ (2022), Διαθέσιμο σε https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/nigeria/ (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[5] Armed Forces Act, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1041285/4765_1465378595_armed-forces-act.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[6] Netherlands Ministry of Foreign Affairs, ‘General Country of Origin Information Report’ (2021), υπό 3.2.3 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/netherlands/PLib/03_2021_MinBZ_NL_COI_Nigeria.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[7] Netherlands Ministry of Foreign Affairs, ‘General Country of Origin Information Report’ (2023), 50-51 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/netherlands/PLib/2023-1_EN_AAB_Nigeria.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[8] EASO, ‘Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus’ (2017),29, διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/EASO_Country_Focus_Nigeria_June2017.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[9] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Nigeria; Resignation and desertion from the Nigerian Armed Forces and the Nigeria Police Force [Q19-2023], 19 July 2023

https://www.ecoi.net/en/file/local/2095274/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q19_Nigeria_Resignation_and_desertion_from_the_Nigerian_Armed_and_Police_Forces.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[10] Leadership, ‘ Army Tried 227 Personnel In 7 Months, Begins Trial Of 29 Others’ (2022), διαθέσιμο σε https://leadership.ng/army-tried-227-personnel-in-7-months-begins-trial-of-29-others/ (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[11] Netherlands Ministry of Foreign Affairs, ‘General Country of Origin Information Report’ (2023), 51 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/netherlands/PLib/2023-1_EN_AAB_Nigeria.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 07/09/2023)

[12] Leadership, ‘ Army Tried 227 Personnel In 7 Months, Begins Trial Of 29 Others’ (2022), διαθέσιμο σε https://leadership.ng/army-tried-227-personnel-in-7-months-begins-trial-of-29-others/ (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[13] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Nigeria; Resignation and desertion from the Nigerian Armed Forces and the Nigeria Police Force [Q19-2023], 19 July 2023

https://www.ecoi.net/en/file/local/2095274/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q19_Nigeria_Resignation_and_desertion_from_the_Nigerian_Armed_and_Police_Forces.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[14] Punch, ‘Army dismisses 3,040 soldiers for desertion, murder, rape, drunkenness’ (2021), διαθέσιμο σε  https://punchng.com/army-dismisses-3040-soldiers-for-desertion-murder-rape-drunkenness/ (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[15] Thompson O., ‘Mutiny, Desertion and State Response in the Nigeria Armed Forces and its Implications’ (2021), 25 διαθέσιμο σε https://issr.oauife.edu.ng/index.php/issr/article/view/119/70 (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[16] Thompson O., ‘Mutiny, Desertion and State Response in the Nigeria Armed Forces and its Implications’ (2021), 22 διαθέσιμο σε https://issr.oauife.edu.ng/index.php/issr/article/view/119/70 (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)                                                 

[17] Armed Forces Act, άρθρο 52, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1041285/4765_1465378595_armed-forces-act.pdf  (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[18] Armed Forces Act, άρθρο 26, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1041285/4765_1465378595_armed-forces-act.pdf  (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[19] Armed Forces Act, άρθρο 25, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1041285/4765_1465378595_armed-forces-act.pdf  (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[20] EUAA, ‘Resignation and desertion from the Nigerian Armed Forces and the Nigeria Police Force’ (2023), 4 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q19_Nigeria_Resignation_and_desertion_from_the_Nigerian_Armed_and_Police_Forces.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024).

[21] Thompson O., ‘Mutiny, Desertion and State Response in the Nigeria Armed Forces and its Implications’ (2021), 22 διαθέσιμο σε https://issr.oauife.edu.ng/index.php/issr/article/view/119/70 (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[22] EUAA, ‘Resignation and desertion from the Nigerian Armed Forces and the Nigeria Police Force’ (2023), 3-4 υπό 1.1.1, διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q19_Nigeria_Resignation_and_desertion_from_the_Nigerian_Armed_and_Police_Forces.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29/07/2024)

[23] https://www.unhcr.org/gr/wp-content/uploads/sites/10/2017/05/handbookcriteria.pdf

 

[24] Institute for Health Metrics and Evaluation, Nigeria Dashboard, 2021

https://www.healthdata.org/research-analysis/health-by-location/profiles/nigeria,

 

[25] Cheluchi Onyemelukwe, «In review: the healthcare framework in Nigeria» published in «Health Ethics and Law Consulting», 25 August 2023

https://www.lexology.com/library/detail.aspx?g=f7abcd92-4099-4e27-ac2d-72247820c7ee

[26]EUAA, Medical Country of Origin Information Report: Nigeria, April 2022 , σ. 68-73

https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2022_04_EUAA_MedCOI_Report_Nigeria.pdf

[27] MediaCon, 'HIV/AIDS Testing & Treatment Centers'

 https://www.mediaconcern.net/hiv-testing-centers

[28] Rulac, The Rule of Law in Armed Conflict Project

https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord 

[29]ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Edo State)

 

[30] City Population (Nigeria – Edo State)

https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο