ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθ. Αρ.: 3189/22

9 Ιουλίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

A.R.N.

Αιτητής

-και-

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ουστάς Γ. (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

 Κυπριανίδου Δ. (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 20/4/2022, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και αιτείται όπως αναγνωριστεί ως πρόσφυγας ή εναλλακτικά όπως του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Γεγονότα

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής, πλέον ενήλικος, είναι υπήκοος της Δημοκρατίας της Σιέρρα Λεόνε και εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη στις 12/12/2021.

 

Στις 16/2/2022 ο Αιτητής, όντας ανήλικος, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας και στις 22/03/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξή του από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του. Στις 11/04/2022 ο λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή.  Ο τελευταίος, στις 19/4/2022, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε την επιστροφή του Αιτητή στη Σιέρρα Λεόνε.

 

Στις 20/4/2022 η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης, την οποία ο Αιτητής παρέλαβε προσωπικά στις 21/4/2022.

 

Ο Αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή στις 20/5/2022.

 

Στις 22/6/2022 ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ανακάλεσε την από 19/4/2022 απόφαση επιστροφής του Αιτητή, κατόπιν της από 11/4/2022 έκθεσης – εισήγησης του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας και η σχετική επιστολή με ημερομηνία 20/4/2022 της Υπηρεσίας, παραλήφθηκε από τον Αιτητή στις 21/4/2022.

 

Δια της ενστάσεως τους, οι Καθ’ ων η αίτηση, ήγειραν προδικαστικές ενστάσεις περί 1) έλλειψης έννομου συμφέροντος ως προς το αιτητικό Γ της προσφυγής, 2) έλλειψης νομιμοποίησης της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, λόγω μη έκδοσης σχετικού Διατάγματος διορισμού και 3) νομιμοποίησης του συνηγόρου του Αιτητή, τις οποίες απέσυραν με την γραπτή τους αγόρευση.

 

Με την γραπτή του αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή, βάλλει κατά της προσβαλλόμενης απόφασης για τους κάτωθι λόγους: 1) παραβίαση των ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων, 2) έλλειψη δέουσας έρευνας, 3) υπέρβαση/κατάχρηση εξουσίας και πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο και 4) έλλειψη αιτιολογίας. Ειδικότερα, και σε σχέση με τον πρώτο λόγο ακύρωσης, ο συνήγορος του Αιτητή παραπονείται για παραβίαση των διατάξεων του αρ. 10 του περί Προσφύγων Νόμου, α) ελλείψει ειδικής κατάρτισης και εμπειρογνωσίας της λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας, υπεύθυνη για   τον Αιτητή, β) πλημμελής εκπροσώπηση του ανηλίκου και αντίθετη με τα συμφέροντά του  εκ μέρους της αρμόδιας λειτουργού, όπως προκύπτει από την 29/3/2022 επιστολή των ΥΚΕ προς την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού και στην οποία συμφωνούν με την απόρριψη του Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας του Αιτητή,                              γ) σύγκρουση συμφερόντων στο πρόσωπο της εκπροσώπου του Αιτητή, δεδομένου ότι παράλληλα ενεργεί ως εκπρόσωπος κρατικής Αρχής,                  δ) έλλειψη ενημέρωσης του Αιτητή σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Τέλος, διατείνεται ότι η απόφαση επιστροφής είναι αλληλένδετη με την απόφαση απόρριψης του αιτήματος περί χορήγησης διεθνούς προστασίας και συνεπώς η ανάκληση της πρώτης συμπαρασύρει σε ακυρότητα ολόκληρη την απόφαση.

 

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, ζητά την απόρριψη των λόγων ακύρωσης λόγω αοριστίας κατά παράβαση του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Κανονισμού του 1962, καθώς και τη μη λήψη υπόψιν του Παραρτήματος της Προσφυγής, το οποίο αποτελεί μαρτυρία προσαχθείσα κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων, ισχυρίζεται δε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή, νόμιμη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος, των σχετικών Νόμων και Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ' ων η Αίτηση και κατ' εφαρμογή του διοικητικού δικαίου, έχει ληφθεί κατόπιν δέουσας έρευνας και αφού λήφθηκαν υπόψιν όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι δεόντως αιτιολογημένη. Ειδικότερα δε, για τον ισχυρισμό του Αιτητή περί μη τήρησης των διαδικαστικών εγγυήσεων των διατάξεων του αρ. 10 του περί Προσφύγων Νόμου, είναι θέση των Καθ’ ων ότι προβάλλεται αλυσιτελώς, λόγω ενηλικίωσης του Αιτητή. Προς υποστήριξη της θέσης τους οι Καθ' ων η Αίτηση παραθέτουν επιχειρηματολογία που άπτεται της νομιμότητας και της ουσίας της παρούσας υπόθεσης, απαντώντας και στους νομικούς ισχυρισμούς που προβάλλονται από την πλευρά του Αιτητή.

 

Με την από 28/11/2023 Απαντητική του Αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή, απαντά στις τοποθετήσεις των Καθ’ ων, επαναλαμβάνοντας κατ’ ουσίαν τους ισχυρισμούς του. Ειδικότερα και σε σχέση με την ενηλικίωση του Αιτητή, διατείνεται πως κρίσιμος χρόνος για την εξέταση των ισχυρισμών περί μη τήρησης των διαδικαστικών εγγυήσεων του ανηλίκου είναι ο χρόνος άσκησης της προσφυγής, χρόνος που ο Αιτητής ήταν ακόμη ανήλικος.

 

Σε σχέση με τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Αιτητή περί μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας, θα προχωρήσω στην εξέταση του, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018). Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Κατά τη καταγραφή του αιτήματος του για χορήγηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του καθώς απειλούνταν η ζωή του λόγω οικογενειακής παράδοσης από την μεριά του πατέρα του, που θέλει τα αγόρια μεταξύ 17 και 18 ετών να την ακολουθούν, καθώς και λόγω της λειψυδρίας, της έλλειψης τροφής, των πολιτικών δικαιωμάτων κ.α.

 

Κατά την προφορική του συνέντευξη δήλωσε υπήκοος Σιέρρα Λεόνε, γεννηθείς στις 4/6/2004 στη Freetown, τόπο που αποτελεί και το συνήθη τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής του. Δήλωσε μουσουλμάνος και ότι εγκατέλειψε την εκπαίδευσή του στο λύκειο με σκοπό να έρθει στη Δημοκρατία και είναι υγιής. Η πατρική του οικογένεια αποτελείται από τη μητέρα και μία αδερφή, που κατοικούν στη γενέτειρα του. Ο πατέρας του απεβίωσε όταν ο ίδιος ήταν σε νεαρή ηλικία. Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 21/11/2021.

 

Ως προς τους λόγους για του οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του δήλωσε ότι τον Ιούλιο του 2021, τα γηραιότερα μέλη άγνωστης κοινότητας, στην οποία ανήκε και ο πατέρας του, προσέγγισαν την μητέρα του, με σκοπό να τον μυήσουν. Ερωτηθείς περαιτέρω, δήλωσε ότι η προσέγγιση του συνέβη μια φορά, ότι δεν απευθύνθηκαν απευθείας στον ίδιο λόγω της άγνοιας του ακόμα και για το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν μέλος, ότι η μύηση αφορούσε όλα τα αγόρια και όχι τον ίδιο συγκεκριμένα, και ότι έφυγε μερικούς μήνες αργότερα, καθώς η μητέρα του έψαχνε τρόπο να τον βοηθήσει. Τέλος, ερωτηθείς σχετικά με το μελλοντικό του φόβο, δήλωσε ότι θα επιστρέψει σπίτι του, αλλά ο ίδιος επιθυμεί να σπουδάσει στη Δημοκρατία και να παίξει ποδόσφαιρο.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός στην έκθεση εισήγησή του εντοπίζει δύο βασικούς ισχυρισμούς στη βάση των δηλώσεων του Αιτητή. Ο μεν πρώτος αφορά τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, την χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο δε δεύτερος συνίσταται στον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης από ηλικιωμένα άτομα, λόγω μύησής του στη κοινότητα.  

 

Ως προς τον ισχυρισμό σχετικά με την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός τον έκανε δεκτό ως αξιόπιστο, λαμβάνοντας υπόψη την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή καθώς και το προσκομισθέν διαβατήριο και τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ως προς την εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός, έτυχε απόρριψης, ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή. Πιο συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τον εν λόγω ισχυρισμό, απουσίαζε το στοιχείο της προσωπικής εμπλοκής, ενώ εντοπίστηκαν και αντιφάσεις, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη το προφίλ του Αιτητή. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δε συντρέχουν εύλογοι λόγοι για την αξιολόγηση των ισχυρισμών, βάσει εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου και τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός εισηγήθηκε απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθώς επί τη βάσει του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία, τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν πιθανολογήθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Σιέρρα Λεόνε, υπάρχει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος από τον Αιτητή να αντιμετωπίσει πράξεις που ισοδυναμούν με δίωξη, αλλά ούτε και κίνδυνος να υποστεί σοβαρή βλάβη. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός συνήγαγε ότι ο Αιτητής δεν θα μπορούσε να υπαχθεί στο προσφυγικό καθεστώς δυνάμει του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, ενώ ούτε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου) ώστε να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων που έλαβαν χώρα στις 18/12/2023, οι δύο πλευρές υιοθέτησαν το περιεχόμενο των γραπτών τους αγορεύσεων. Επιπλέον, οι Καθ’ ων η αίτηση επισήμαναν ότι η από 29/3/2022 επιστολή των ΥΚΕ δεν εμπεριέχεται στο διοικητικό φάκελο και συνεπώς δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, ενώ ζήτησαν να απορριφθεί ο ισχυρισμός περί ακυρότητας της απόφασης επί του αιτήματος διεθνούς προστασίας, λόγω ακυρότητας της απόφασης επιστροφής, τασσόμενοι δε υπέρ της νομιμότητας της απόφασης επιστροφής.

 

Από τη μεριά του ο συνήγορος του Αιτητή, ζήτησε να προσκομιστεί ο φάκελος των ΥΚΕ που περιέχει την επίμαχη επιστολή, ισχυρίστηκε δε ότι αποδεικνύει την μεροληπτική στάση της κηδεμόνος του ανηλίκου εις βάρος του τελευταίου και συνεπώς πρέπει να ληφθεί υπόψιν από το Δικαστήριο, παρά την έκδοση της σε χρόνο μεταγενέστερο της Απόφασης των Καθ’ ων. Τέλος, επανέλαβε τους ισχυρισμούς του περί ακυρότητας της προσβαλλόμενης, ως αποτέλεσμα της ανάκλησης της απόφασης επιστροφής.

 

Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι η απόφαση επιστροφής είναι αλληλένδετη με την απόφαση απόρριψης του αιτήματος περί χορήγησης διεθνούς προστασίας και συνεπώς η ανάκληση της πρώτης συμπαρασύρει σε ακυρότητα ολόκληρη την απόφαση, υιοθετώ το περιεχόμενο της απόφασης της αδερφής Δικαστή Ρήγα στην υπόθεση αρ. 3213/22, στην οποία λέχθηκαν τα εξής:

«Παρά λοιπόν το γεγονός ότι η προσβαλλομένη πράξη εμφανίζεται ως ενιαία, εντούτοις αυτή διαλαμβάνει δύο αυτοτελείς πράξεις, το νομοθετικό περιβάλλον των οποίων αναδεικνύει ότι τα νομικά έρεισματα έκαστης πράξης δεν υπηρετούν τον ίδιο σκοπό, ούτε υφίσταται αδιάσπαστος ουσιαστικός δεσμός μεταξύ των πράξεων αυτών. Γεγονός που αποδεικνύει ότι κάθε πράξη μπορεί να ιδωθεί βάσει της δικής της εννοιολογικής ταυτότητας, ενώ οι δύο αυτές πράξεις μπορούν να αποχωρισθούν από τη συνολική διοικητική ενέργεια και να ελεγχθούν αυτοτελώς».

Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι ανακλήθηκε η απόφαση επιστροφής σε σχέση με τον Αιτητή δεν οδηγεί αυτόματα και άνευ ετέρου στην ακύρωση της απόφασης των Καθ’ων η Αίτηση σε σχέση με το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό που εγείρεται από το συνήγορο του Αιτητή σχετικά με παραβιάσεις του άρθρου 10 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα την κατάρτιση και εμπειρογνωμοσύνη της λειτουργού των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ) ως οι εκ νόμου καθοριζόμενοι εκπρόσωποι των ασυνόδευτων ανήλικων αιτητών ασύλου και οι οποίοι θα έπρεπε να διαθέτουν νομική κατάρτιση, προς υποστήριξη του οποίου παρατίθενται και οι θέσεις της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, αναφέρεται ότι από τις εν λόγω τοποθετήσεις δεν προκύπτει νομική δέσμευση.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου, εκπρόσωπος «σημαίνει το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, σύμφωνα με το εδάφιο (1Β) του άρθρου 10», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 10(1Β) « Ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ενεργεί το  συντομότερο δυνατό, αυτοπροσώπως ή μέσω λειτουργού των εν λόγω  Υπηρεσιών, ως εκπρόσωπος και συνδρομητής του ασυνόδευτου ανηλίκου  (…)».  

 

Ο διορισμός κοινωνικών λειτουργών ως εκπρόσωποι/κηδεμόνες αποτελεί συνηθισμένη πρακτική και σε πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη μέλη.[1] Η ΕΑΣΟ εισηγείται το διορισμό εκπροσώπου/κηδεμόνα ο οποίος να γνωρίζει τις εθνικές διαδικασίες ασύλου και να μπορεί να βοηθήσει τον αιτητή κατά τη διάρκειά τους. Η θέση του διοριζόμενου ατόμου θα πρέπει να μην προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων και να ασκείται από επαγγελματίες και όχι άλλους αιτητές διεθνούς προστασίας.[2]

 

Η UNHCR, στις Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Εξέταση των Αιτημάτων Ασύλου των Παιδιών στο πλαίσιο των άρθρων 1 (Α) 2 και 1 (ΣΤ) της Σύμβασης του 1951 και / ή του Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, παρ. 69 αναφέρει τα ακόλουθα σχετικά με τους εκπροσώπους/κηδεμόνες: «Στην περίπτωση των ασυνόδευτων ή των χωρισμένων από την οικογένειά τους παιδιών επιβάλλεται ο άμεσος και δωρεάν διορισμός ανεξάρτητου και εξειδικευμένου κηδεμόνα. Τα παιδιά που είναι βασικοί αιτούντες άσυλο στη διαδικασία ασύλου δικαιούνται επίσης νομική εκπροσώπηση. Οι νομικοί συμπαραστάτες ή εκπρόσωποι των παιδιών πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι και οφείλουν να υποστηρίζουν το παιδί καθόλη τη διαδικασία.», ενώ στην υποσημείωση 135 στην οποία παραπέμπει η ανωτέρω παράγραφος γίνεται διαχωρισμός του όρου κηδεμόνας από τον όρο νομικός εκπρόσωπος και αναφέρονται τα εξής: « «Κηδεμόνας» ή «επίτροπος»: πρόκειται για ανεξάρτητο πρόσωπο με εξειδικευμένες δεξιότητες, που φροντίζει το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού και γενικότερα την ευημερία του. Οι διαδικασίες για το διορισμό κηδεμόνα ή επιτρόπου δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκές από τις ισχύουσες εθνικές διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες που εφαρμόζονται στην περίπτωση των παιδιών που είναι πολίτες της χώρας υποδοχής. Ο «νομικός εκπρόσωπος ή συμπαραστάτης»: πρόκειται για δικηγόρο ή άλλο εξειδικευμένο πρόσωπο που έχει το δικαίωμα να παρέχει νομική συνδρομή και να ενημερώνει το παιδί για τη διαδικασία ασύλου καθώς και να επικοινωνεί με τις αρχές για νομικά ζητήματα.».

 

Από τις πιο πάνω κατευθυντήριες οδηγίες προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο όρος κηδεμόνας ή εκπρόσωπος δεν σημαίνει απαραίτητα άτομο με νομικά ακαδημαϊκά προσόντα, αλλά πρόσωπο το οποίο ασκεί νομική ικανότητα εκ μέρους του ασυνόδευτου ανήλικου αιτητή ασύλου, ενημερώνοντάς τον και λειτουργώντας εκ μέρους του όπου χρειάζεται καθόλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του και εξασφαλίζοντας το βέλτιστο συμφέρον του. Θα αποτελούσε ωστόσο βήμα προς θετική κατεύθυνση ο προβληματισμός των εμπλεκόμενων σε υποθέσεις ασυνόδευτων ανήλικων κρατικών υπηρεσιών, με βάση τις υποδείξεις της Επιτρόπου.

 

Ο συνήγορος του Αιτητή στη γραπτή του αγόρευση εγείρει και ισχυρισμό περί σύγκρουσης συμφερόντων ένεκα του ότι η κηδεμόνας και εκπρόσωπος του Αιτητή κατά την διάρκεια της συνέντευξής του ήταν λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ) Υπηρεσία η οποία έχει την ιδιότητα του κηδεμόνα αλλά και την ιδιότητα της αρμόδιας κρατικής αρχής σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο για την παραχώρηση πρόσβασης σε πολλά δικαιώματα που αφορούν τις συνθήκες υποδοχής.  Προς απόδειξη επίσης του ισχυρισμού του περί σύγκρουσης συμφερόντων και παράβασης της αρχής της αμεροληψίας, παραπέμπει σε επιστολή  που απέστειλε ο κηδεμόνας του Αιτητή προς την Επίτροπο για ενημέρωση της έκβασης της υπόθεσης του Αιτητή κατόπιν έκδοσης της απόφασης από τους Καθ’ ων η Αίτηση. 

 

Στην εν λόγω επιστολή, η οποία λήφθηκε από την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού στις 3/05/24, γίνεται αναφορά στην σύμφωνη γνώμη του Κηδεμόνα του Αιτητή με την απορριπτική απόφαση των Καθ’ων η Αίτηση αφού “προκύπτει ότι ο λόγος φυγής του από την χώρα καταγωγής του δεν οφείλεται σε οποιοδήποτε κίνδυνο κατά της ζωής”.  Παρά το ότι συμφωνώ με τη θέση του συνηγόρου του Αιτητή ότι ο Κηδεμόνας του ανηλίκου όφειλε να απέχει από την έκφραση οποιασδήποτε αρνητικής άποψης σε σχέση με το αίτημα του Αιτητή, εντούτοις, δεν μπορεί να συναχθεί από το στοιχείο αυτό και μόνο ότι παραβιάστηκαν διαδικαστικές εγγυήσεις και ούτε ότι ο Αιτητής επηρεάστηκε δυσμενώς από την τοποθέτηση του Κηδεμόνα του, αφού αυτή έγινε μετά την απορριπτική απόφαση των Καθ’ων η Αίτηση και ενόψει της εν λόγω απορριπτικής απόφασης.

 

Στη βάση της ανωτέρω ανάλυσης, δεν προκύπτει ότι ο ρόλος των ΥΚΕ ως κηδεμόνας/εκπρόσωπος ασυνόδευτων ανήλικων αιτητών αλλά και ως αρμόδιας αρχής για την εύρυθμη λειτουργία των Κρατικών Ιδρυμάτων έρχεται εξ’ ορισμού και κατ’ ανάγκην σε σύγκρουση με τα συμφέροντα ανήλικων αιτητών.

 

Με βάση τα πιο πάνω και τα στοιχεία τα οποία η διοίκηση είχε ενώπιόν της κατά το χρόνο εξέτασης του αιτήματος του Αιτητή, διαφαίνεται ότι προέβη σε επαρκή έρευνα καθότι οι απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής, αξιολογήθηκαν από τους Καθ' ων η Αίτηση και διαπιστώθηκε ότι οι λόγοι που εγκατέλειψε τη χώρα του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή δεν συνδέονται με πράξεις δίωξης που να τον αφορούν προσωπικά ή με πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. Επιπλέον, από τον αρμόδιο λειτουργό λήφθηκε υπόψη η ηλικία του Αιτητή κατά την διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξής του αλλά και η ηλικία που βρισκόταν ο Αιτητής κατά τα αναφερόμενα περιστατικά που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα του. Τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού ήταν ορθά και τεκμηριωμένα, με παραπομπές στους ισχυρισμούς που προέβαλε ο Αιτητής, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες οδηγίες από διεθνή πρωτόκολλα ως αναλύονται ανωτέρω.

 

Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας. Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της εισηγητικής έκθεσης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απέρριψε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω. Η δε απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη και συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).

 

Ενόψει των πιο πάνω, με βάση τους αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή δεν συντρέχει κανένας λόγος που να τεκμηριώνει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, θα υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης υπό το φως των άρθρων 19(1) και 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Αναφορικά με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) και 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε σχέση με τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής και κατ' επέκταση τον προορισμό του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, ήτοι την πόλη Freetown, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας. Ειδικότερα, η κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί επί του παρόντος στην δυτική περιοχή της Σιέρρα Λεόνε όπου ανήκει η πόλη Freetown, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ακίνδυνο και ασφαλές της περιοχής. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 24/06/2023 έως 21/06/2024, σημειώθηκαν στην εν λόγω περιοχή 19 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 26 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 7 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (1 θάνατος), 4 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (2 θάνατοι) και 4 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (2 θάνατοι), καταγράφηκε 1 περιστατικό μάχης ( 19 θάνατοι) ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[3] Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της Δυτικής περιοχής επαρχίας της Σιέρρα Λεόνε ανέρχεται σε 1.271,330 κατοίκους, σύμφωνα με καταμέτρηση που έλαβε χώρα το έτος 2021,[4] καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (26 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας.

 

Τα παραπάνω υποδηλώνουν, στο σύνολό τους, ότι στην πόλη Freetown, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης εσωτερικής σύγκρουσης και κατ’ επέκταση συνθήκες βίας ασκούμενης αδιακρίτως κατά αμάχων, υπό την έννοια της παραπάνω διάταξης. Εν προκειμένω, η αξιολόγηση της συχνότητας, έντασης, έκτασης και διάρκειας πιθανών περιστατικών βίας ή τρομοκρατικών ενεργειών, καθώς και οι διαπιστούμενες απώλειες αμάχων λόγω των πράξεων αυτών στην πόλη Freetown, δεν οδηγούν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι επικρατεί εκεί κατάσταση γενικευμένης και αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

Στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, θεωρώ πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και η νομιμότητα της απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση. Επίσης δεν κατάφερε να αποδείξει ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου  και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] EASO Report on asylum procedures for children, available at https://euaa.europa.eu/sites/default/files/EASO-Report-asylum-procedures-for-children-EN.pdf pp. 12-13The vast majority of the respondents have requirements for a person to be the guardian/representative of a child, though these requirements differ in nature. In 16 EU+ States (AT, BG, CH11, CY, DK, EE, FR (for the guardian), HU, IE, LT, LV, NL, NO, PL, RO and SK) the guardian/representative is a professional or social/ child protection officer. In AT, DK, IE, LT, NL and RO, the person has to have a certified degree while in AT, BG, CH, CY, EE, ES, FR (for the guardian), HU, LV, NO and PL, specific training is required or provided to guarantee that the guardian/representative can carry out their functions. In BE, DK, ES, FI, FR (for the representative), HU, IT, NO, PL, SE and SI, the guardian/representative can be a private person with specific qualifications and training. In HU, for example, the guardian/representative can also be the accompanying adult that has an established relationship with the child as well as a professional guardian. The appointment of a private person as a guardian/representative of the child may be subject to some temporary limits, i.e. in FR, this person called ‘trustworthy third person’ (un tiers digne de confiance) is appointed for a few months, after which they have to request to be appointed as legal guardian or ‘tuteur’. Some EU+ States accept other individuals as guardian/representative of the child. EL as well as DE provide that any person can be appointed as a guardian/representative provided they have the approval of the judicial authority. In particular, in EL, the relatives or staff of the NGO can be appointed as guardian/ representative. Relatives or close persons can be appointed as guardian/representative also in LV and SK. In BE, professionals, volunteers, private persons as well as staff of the NGO in the social and legal sector can be appointed as guardian/representative of the child. In FR, the staff of the NGO can only be appointed as the representative of the child while relatives can only be appointed as guardian.

[2] Ibid. p.46-47, Children who are not accompanied by their parents or by an adult responsible for them, or who find themselves in this situation after entering the territory, are unaccompanied and should be considered and treated as such. The appointment of a representative and/or guardian should be immediate so as not to prolong the period in which the child is in a situation of such acute vulnerability. The role of the representative in the asylum procedure requires a person who is aware of the national asylum procedure and can help the child navigate through it. The role of the representative, or guardian where applicable, requires independence, knowledge, and dedication. It is important that the role is free from any conflict of interest and exercised by professionals, not other applicants for international protection.

[3] ACLED, exloprer, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 24/06/2023 – 21/06/2024, Σιέρα Λεόνε, [Western] https://acleddata.com/explorer/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/07/2024).

[4] City Population, Sierra Leone, Provinces, western, https://www.citypopulation.de/en/sierraleone/cities/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/07/2024).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο