ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  3503/2022

 16 Ιουλίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ο.C.Ν.

από Νιγηρία

              Αιτητή

                                    

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

                                                        Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Μ. Χριστοφορίδη (κα), για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Ν. Ιερωνυμίδης για Ε. Πελεκάνου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.04.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των

γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 12.04.2021 και στις 27.04.2021 εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, όπου διέμενε με φοιτητική άδεια. Στις 10.06.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και στις 03.03.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO, στο εξής αναφερόμενη ως «η EUAA»), ο οποίος υπέβαλε στις 12.04.2022 Εισηγητική Έκθεση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, η ασκούσα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 30.04.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 17.05.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Αυτήν την απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου δικηγόρου του, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής αμφισβητεί κατά πρώτον το χαρακτηρισμό της χώρας καταγωγής του ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, λόγω των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι εκτεταμένες και υποβάλλει πως δεν πρέπει να επιτραπεί η απέλασή του στην Νιγηρία καθότι θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, χωρίς ωστόσο να επεξηγεί πως θα επέλθει η κατ' ισχυρισμό παραβίαση. Ο Αιτητής ισχυρίζεται κατά δεύτερον, ότι απόφαση των Kαθ' ων η αίτηση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί εξατομικευμένη αξιολόγηση, και πως εσφαλμένα δεν αποδόθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Είναι κατά τρίτον, η θέση του πως η επίδικη απόφαση ελήφθη χωρίς τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ότι κατά τούτο είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα αλλά και έλλειψης αιτιολογίας. Παραπέμπει προς τούτο σε πηγές πληροφόρησης οι οποίες κατά τη θέση του καταδεικνύουν ότι στη Νιγηρία επικρατούν ένοπλες συρράξεις και ότι κατά τούτο, κακώς απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του Αιτητή. Mε την απαντητική του αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή επαναλαμβάνει τα όσα ανέφερε στην γραπτή του αγόρευση και εμμένει στην θέση του ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν αιτιολόγησαν επαρκώς την απόφασή τους αναφορικά με τον δεύτερο σχηματισθέντα ισχυρισμό του, ήτοι ότι ο Αιτητής δέχτηκε απειλές από τον θείο του συνεπεία εδαφικών διαφορών.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση επισημαίνουν καταρχάς, ότι παρατηρείται έλλειψη διαχωρισμού με ευκρίνεια σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο στην γραπτή αγόρευση του Αιτητή κατά παραβίαση του Κανονισμού 6 του Διαδικαστικού των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019. Πέραν τούτου, οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, εξετάζοντας και αντικρούοντας έναν έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Ισχυρίζονται περαιτέρω, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο ο ίδιος φέρει στους ώμους του, ως προς την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου Νόμου. Τέλος, επισημαίνουν ότι η Νιγηρία ανήκει στον κατάλογο των χωρών που έχουν χαρακτηριστεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας δυνάμει της Κ.Δ.Π. 202/2022.

 

 

 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Καταρχάς, παρατηρώ ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία, σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει ο Αιτητής καθώς και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, τόσο στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας όσο και στα πλαίσια της γραπτής του αγόρευσης, αποτελούν, τουλάχιστον στη πλειονότητα τους, επαρκή εξειδίκευση των νομικών σημείων που προωθεί ο Αιτητής. Περαιτέρω, παραθέτει επαρκή επιχειρηματολογία προς υποστήριξη εκάστου νομικού λόγου, με παραπομπή και σε σχετική νομολογία, ενώ, δομικά, η αγόρευση του συνάδει και με την επιταγή του Κανονισμού 8 του περί της Λειτουργίας του  Διοικητικού  Δικαστηρίου  Διαδικαστικού  Κανονισμού (Αρ.1) του 2015[1], ως προς τη συνοπτική παρουσίαση του «σκελετού» των επιχειρημάτων στη βάση των νομικών σημείων που προσδιορίζονται στο δικόγραφο της προσφυγής του.

 

Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται στη βάση και των γεγονότων που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του Αιτητή για άσυλο, τεκμηριώνονται και επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Θα προχωρήσω λοιπόν στην εξέταση των λόγων ακυρώσεως, σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης.

 

Επί των λόγων ακυρώσεως σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης

 

Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως

 

Ο Αιτητής αμφισβητεί με τον πρώτον λόγο ακυρώσεως (ως αυτοί έχουν ανωτέρω αριθμηθεί  από το Δικαστήριο) το χαρακτηρισμό της χώρας καταγωγής του ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, λόγω των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι εκτεταμένες και υποβάλλει πως η απέλαση του στην Νιγηρία θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, χωρίς ωστόσο να επεξηγεί πως θα επέλθει η κατ' ισχυρισμό παραβίαση.

 

Ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή δεν δύναται να εξεταστεί. Η Νιγηρία έχει κριθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής, δυνάμει διαταγμάτων του Υπουργού Εσωτερικών, και παραμένει στον κατάλογο των ασφαλών χωρών σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο διάταγμα ημερ. 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024).

 

Ειδικότερα, αναφέρεται ξεκάθαρα στην παράγραφο (2) της Κ.Δ.Π. 191/2024 ότι: «Οι πιο κάτω χώρες ορίζονται ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.»

 

Μεταξύ των χωρών αυτών, εντοπίζεται και η Νιγηρία (βλ. αρ. 20 της Κ.Δ.Π. 191/2024).

 

Η Κ.Δ.Π. 191/2024 αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη, η οποία περιβάλλεται με το τεκμήριο νομιμότητας. Τούτο δε συνεπάγεται ότι πρόκειται για δεσμευτική πράξη η οποία δεσμεύει τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη, τα δικαστήρια, τις άλλες διοικητικές αρχές καθώς και την αρχή που την εξέδωσε, μέχρι την κατάργηση ή τροποποίηση της[2]. Ως έχει κατ' επανάληψη και με σαφήνεια διατυπωθεί από το Ανώτατο και Διοικητικό Δικαστήριο, οι κανονιστικές πράξεις δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής, αφού δεν μπορούν να προσβληθούν, ευθέως, ενώπιόν του Διοικητικού Δικαστηρίου[3]. Όπως έχει επίσης κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, το Άρθρο 146 του Συντάγματος «(.) περιορίζει τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην αναθεώρηση πράξεων που ανάγονται στην εκτελεστική ή διοικητική εξουσία του κράτους»[4].  Οι κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, ήτοι οι πράξεις οι οποίες θεσμοθετούν κανόνες δικαίου, δεν μπορούν να προσβληθούν ευθέως , μπορεί όμως, παρεμπιπτόντως, να εξεταστεί το κύρος μιας κανονιστικής πράξης από το Δικαστήριο «(.) κατά την εξέταση μιας προσφυγής η οποία στρέφεται εναντίον ατομικής διοικητικής πράξης που εκδόθηκε κατ΄ εφαρμογήν της κανονιστικής.»[5].

 

Αν λοιπόν ο Αιτητής ήθελε να αμφισβητήσει τη νομιμότητα του διατάγματος αυτού, καθ' ον μέρος αυτό αφορά τη Νιγηρία, μπορούσε να πράξει τούτο επιζητώντας, μέσω της υπό κρίση προσφυγής, τον παρεμπίπτον έλεγχο του διατάγματος, το οποίο ως κανονιστική διοικητική πράξη η νομιμότητα αυτού, δύναται να ελεγχθεί μέσω του παρεμπίπτοντος ελέγχου, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως περί πάσχουσας κανονιστικής διατάξεως, δικογραφείται δεόντως δυνάμει του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962.

 

Τέτοια δικογράφηση δεν εντοπίζεται στο εναρκτήριο δικόγραφο της προσφυγής του Αιτητή και συνεπώς το κύρος της πράξεως αυτής δεν δύναται να ελεγχθεί, με αποτέλεσμα ο πρώτος αυτός λόγος ακυρώσεως να καθίσταται απορριπτέος δια του λόγου τούτου.

 

Βεβαίως άλλο είναι το ζήτημα του κατά πόσο, το δια του διατάγματος Κ.Δ.Π 191/2024, θεσπιζόμενο μαχητό τεκμήριο της ασφαλούς χώρας καταγωγής, δύναται να ανατραπεί από τον Αιτητή εφόσον αυτός προβάλει επιτακτικούς λόγους που σχετίζονται με την ιδιαίτερα κατάσταση του. Το κατά πόσο ο Αιτητής έχει προβάλει τέτοιους λόγους, εξετάζεται κατωτέρω.

 

Επί των λοιπών λόγων ακυρώσεως

 

Οι υπόλοιποι λόγοι ακυρώσεως συνεξετάζονται λόγω της συνάφειας και αλληλοεπικάλυψής τους.

 

Πρωτίστως επισημαίνω ότι, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Τούτο διότι, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή). Αυτός είναι και ο λόγος που το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως δέχεται πως είναι αλυσιτελής η προβολή λόγων σε δίκη επί διοικητικής προσφυγής ουσίας που αφορούν στη νομιμότητα ή την επάρκεια της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξεως[6], την πλάνη περί τα πράγματα, την κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας. Συνεπώς, η απλή επίκληση τέτοιων ισχυρισμών δεν επαρκούν από μόνοι τους για να ανατρέψουν την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής θα πρέπει να προβάλει, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Εν προκειμένω,  ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί αναιτιολόγητης απόφασης και πλάνης περί τα πράγματα, εγείρονται αλυσιτελώς, στην παρούσα υπόθεση, καθώς ακόμα και αν γίνουν αποδεκτοί, καμία επίδραση δεν θα έχουν στο νομικό αποτέλεσμα που επήλθε με την προσβαλλόμενη απόφαση αν ο Αιτητής δεν προβάλλει ειδικούς και τεκμηριωμένους ισχυρισμούς που να δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας που είναι και το κρίσιμο στα πλαίσια της έκτασης του ελέγχου του παρόντος δικαστηρίου[7]. Κατά συνέπεια, οι λόγοι αυτοί δεν δύναται να εξεταστούν αφού ως είναι παγίως θεμελιωμένο, τα δικαστήρια δε λειτουργούν επί ματαίω επιλύοντας ακαδημαϊκά ζητήματα, η επίλυση των οποίων δεν θα καταλήξει σε οποιοδήποτε πρακτικό αποτέλεσμα[8].

 

Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή, ως αυτή προωθείται με τον δεύτερο και τρίτο λόγο ακυρώσεως, περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[9].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω οικογενειακού προβλήματος που αντιμετώπιζε εξαιτίας των θείων του, οι οποίοι σκότωσαν τους γονείς του λόγω εδαφικών διαφορών και έχουν σκοπό να σκοτώσουν και τον Αιτητή.

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με το προσωπικό του προφίλ ότι γεννήθηκε στην πόλη Abia, έζησε ακολούθως κάποιο χρονικό διάστημα στην πόλη Enugu ωστόσο ως τελευταίο τόπο διαμονής του δήλωσε την πόλη Abia. Ανήκει στη φυλή Igbo και είναι άγαμος χωρίς τέκνα, ενώ συμπλήρωσε, ως ανέφερε, 12 έτη φοίτησης. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του έχουν αποβιώσει, έχει ένα αδερφό ο οποίος ζει στην Abia και έξι (6) αδερφές οι οποίες διαμένουν στο Enugu. Τελευταία επικοινωνία που είχε με μέλη της οικογένειάς του ήταν περί τον Αύγουστο 2021. Ως προς το εργασιακό του προφίλ δήλωσε ότι είναι επιχειρηματίας από το 2012 μέχρι 2020 στον τομέα πώλησης ρούχων και διατηρούσε την επιχείρησή του στην πόλη Abia ενώ διέκοψε την εργασία του εξαιτίας του οικογενειακού προβλήματος που αντιμετώπιζε. Ταξίδεψε νόμιμα αεροπορικώς κάνοντας χρήση πρωτότυπου διαβατηρίου, με φοιτητική άδεια.

 

Αναφορικά με την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο κύριος λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του ήταν  τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στην οικογένεια, ήτοι η εδαφική διαφορά μεταξύ του πατέρα του και των θείων του.  Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίστηκε ο Αιτητής, ο θείος του ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα και της μητέρας και μετά τον θάνατό τους, ο θείος του απειλούσε ότι θα σκοτώσει αυτόν και τον μεγαλύτερο αδερφό του.

 

Κατόπιν περαιτέρω ερωτήσεων, ο Αιτητής διευκρίνισε ότι ο θείος του επιθυμεί να λάβει κατοχή της περιουσίας του πατέρα του, η οποία αποτελείται από ακίνητη ιδιοκτησία στο χωριό Amit της πόλης Abia. Ο Αιτητής ανέφερε ότι ο θείος του επιδίωξε να αποκτήσει την περιουσία χωρίς νομικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα οι γονείς του Αιτητή να δολοφονηθούν. Σύμφωνα με τον Αιτητή, οι γονείς του δηλητηριάστηκαν πριν από τέσσερα (4) χρόνια, χωρίς να γνωρίζει τον δράστη, ενώ αυτός και ο αδερφός του υποψιάζονται τον θείο τους  για τον θάνατο των γονιών του γιατί ακριβώς μετά τον θάνατό τους ξεκίνησαν οι απειλές εναντίον τους. Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι εξαιτίας της κτηματικής διαφοράς, ο θείος του περιέφραξε την ιδιοκτησία και απαγόρευσε την είσοδο σε αυτή, απειλώντας τους με τη βοήθεια των «mafians», οι οποίοι είναι ως επεξήγησε «κακά αγόρια» («bad boys»)  που έχουν στην κατοχή τους μαχαίρια και τους κυνηγούσαν. Οι απειλές συνεχίστηκαν για τέσσερα (4) χρόνια, γεγονός που ανάγκασε τον Αιτητή να μεταβεί από την πόλη Enugu στην πόλη Abia. Ο Αιτητής αναφέρθηκε στη συνέχεια σε ένα περιστατικό που συνέβη τον Ιανουάριο του 2019, όταν τον κυνήγησαν με μαχαίρια, σημειώνοντας ότι ένας από τους επιτιθέμενους ζούσε μαζί με τον θείο του. Αν και ο ίδιος δεν προέβη σε καταγγελία στις αρχές, ο αδερφός του το έκανε. Τέλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται πως ο θείος του θα τον σκοτώσει αν επιστρέψει στη χώρα του, και αν και θα μπορούσε να εγκατασταθεί στο Lagos, προτιμά την Κυπριακή Δημοκρατία όπου αισθάνεται πιο ασφαλής και θεωρεί λιγότερο πιθανό να εντοπιστεί.

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώ τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από τον αρμόδιo λειτουργό της EUAA.  

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και την χώρα καταγωγής του Αιτητή και ο δεύτερος αναφορικά με τις απειλές εναντίον του Αιτητή από τον θείο του λόγω ζητημάτων ιδιοκτησίας. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ενώ ο δεύτερος απορρίφθηκε.

 

Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός έκρινε ότι, αν και ο Αιτητής υποστήριξε με συνέπεια ότι ο θείος του επιθυμούσε να αποκτήσει την περιουσία χωρίς νομικές διαδικασίες, δεν παρείχε συγκεκριμένα στοιχεία για την ανάμιξη του αδελφού του και τις απειλές από τον θείο του και τους «mafians», ενώ δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την ταυτότητα ή τις μεθόδους δράσης αυτών των ατόμων. Ο λειτουργός διαπίστωσε επίσης ότι οι δηλώσεις του Αιτητή βασίζονται σε υποθέσεις, ενώ προχώρησε σε περαιτέρω έρευνα σε σχέση με την παρουσία και την δράση των αποκαλούμενων «mafians» ή «κακά αγόρια», χωρίς ωστόσο να ανευρεθούν οποιεσδήποτε πληροφορίες στην Νιγηρία και ειδικότερα στην πολιτεία Abia. Ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως το μοναδικό τεκμήριο για την υποστήριξη του αιτήματός του, χωρίς επιπλέον ανάλυση και εφόσον η εσωτερική αξιοπιστία δεν έγινε αποδεκτή, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

 

Κατά την εξέταση του κινδύνου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν είχε υποστεί, ούτε αναμένεται να υποστεί, δίωξη ή σοβαρή βλάβη στη χώρα καταγωγής του.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις 15 (α) και (β) της Οδηγίας ενώ σε ότι αφορά τις διατάξεις 15 (γ) της οδηγίας διαπιστώνει ότι στην πολιτεία Abia, δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύρραξης ή αδιάκριτης βίας ώστε να προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του Αιτητή λαμβάνοντας υπόψη και τα προσωπικά του χαρακτηριστικά και τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής που αφορούσαν τη συγκεκριμένη πολιτεία.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:


Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι τις απειλές που δέχτηκε από τον θείο του λόγω των ζητημάτων ιδιοκτησίας, έχω μελετήσει προσεκτικά τα πρακτικά της συνέντευξης του Αιτητή καθώς και το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιόν μου. Σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, το Δικαστήριο επισημαίνει τα εξής:

 

Συντάσσομαι με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού της EUAA σχετικά με την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στον ισχυρισμό του Αιτητή. Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξής του διαπιστώνω ότι ο αρμόδιος λειτουργός έθεσε επαρκείς ερωτήσεις στον Αιτητή προκειμένου να καλύψει όλα τα επιμέρους ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, προβαίνοντας σε ερωτήσεις τόσο ανοικτού όσο και κλειστού τύπου. Διαπιστώνω, επίσης, ότι οι απαντήσεις του Αιτητή σε αρκετές από τις ερωτήσεις δεν ανταποκρίνονταν στην ουσία του ερωτήματος που του έθετε ο αρμόδιος λειτουργός. Ο Αιτητής υπήρξε όντως μη συνεκτικός ως προς τα λεγόμενά του, ενώ οι ασυνέπειες και η απουσία λεπτομερειών από τη διήγησή του δε συνεισφέρει ως προς τη δημιουργία μίας σαφούς και βιωματικής εικόνας για τα όσα διαδραματίστηκαν και επί τα οποία, κατά τον Αιτητή , εξώθησαν τον ίδιο στο να εγκαταλείψει οριστικά τη χώρα καταγωγής του και να αιτηθεί διεθνή προστασία.

 

Αρχικά, συντάσσομαι με την κατάληξη των Καθ' ων η αίτηση περί της συνέπειας στα λεγόμενα του Αιτητή αναφορικά με την επιθυμία του θείου του να αποκτήσει την κατοχή της περιουσίας τους. Ειδικότερα, ο Αιτητής ανέφερε ότι η περιουσία βρίσκεται στο χωριό Amit στην πολιτεία Abia, ότι πρόκειται για ακίνητη ιδιοκτησία («land») (βλ. ερυθρό 35, 1Χ του Δ.Φ.), και πως ο θείος του δεν κίνησε οποιεσδήποτε νομικές διαδικασίες (βλ. ερυθρό 35, 2Χ του Δ.Φ.). Ωστόσο μελετώντας την συνέχεια των πρακτικών της συνέντευξης, διαπιστώνω ότι ως ομοίως καταγράφει στην εισηγητική έκθεσή του ο αρμόδιος λειτουργός, ο Αιτητής με αοριστία δήλωσε ότι ο ίδιος δεν προέβη σε οποιεσδήποτε καταγγελία στις αρχές, αλλά ο αδερφός του ανέλαβε να το κάνει, χωρίς να είναι σε θέση να παρέχει περισσότερες πληροφορίες (βλ. ερυθρό 33, 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Επιπλέον, παρατηρώ ότι ενώ ο Αιτητής ρητά κατά την καταγραφή του αιτήματός του δήλωσε ότι ο θείος του σκότωσε τους γονείς του, κατά την διάρκεια της συνέντευξής του, σε σχετική ερώτηση ως προς το ποιος τους δηλητηρίασε, ο Αιτητής απάντησε πως δεν γνωρίζει (βλ. ερυθρό 35, 3Χ του Δ.Φ.). Ακολούθως και κατόπιν επισήμανσης της ασυνέπειας αυτής του Αιτητή από τον λειτουργό, ο ίδιος δήλωσε πως υποθέτουν, αυτός και ο αδερφός του, ότι αυτός ευθύνεται γιατί ξεκίνησε τις απειλές εναντίον τους (βλ. ερυθρό 34, 1Χ του Δ.Φ.). Συντάσσομαι συνεπώς με το συμπέρασμα του λειτουργού ασύλου ότι ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος, αόριστος και μη συγκεκριμένος.

 

Αναφορικά με τα άτομα που ισχυρίζεται ότι ο θείος του έστειλε για να τους απειλήσουν, παρατηρώ ότι ο Αιτητής τους αποκάλεσε «Mafians», ενώ επεξηγώντας στη συνέχεια, δήλωσε ότι οι «Mafians» είναι «bad boys» τα οποία κατέχουν μαχαίρια και ότι τους κυνηγούσαν, χωρίς ωστόσο να παρέχει περισσότερες πληροφορίες ως θα αναμενόταν  (βλ. ερυθρό 34, 1Χ, 2Χ του δ.φ.) .

 

Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού και κατόπιν έρευνας του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές, ανευρέθηκε ότι την περίοδο 1997 και 1998, στη πόλη Αba, οι ληστείες και οι εκβιασμοί από ένοπλες συμμορίες, γνωστές ως Mafia ή Mafians, έγιναν καθημερινή ρουτίνα, επηρεάζοντας τους κατοίκους της Αba αλλά και τους εμπόρους από όλη τη χώρα, οι οποίοι συναλλάσσονταν στην αγορά Ariaria. Την περίοδο αυτή σημειώθηκε δραματική αύξηση της κατοχής και χρήσης πυροβόλων όπλων και εκτιμάται ότι περίπου 200 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους από ένοπλους ληστές μεταξύ 1997 και 1999[10].

 

Λέγεται ότι αποτελούνται από διάφορες θανατηφόρες υποομάδες, όπως «China Groups», «Biafra group», «Down Below» and «Red Gate», οι δραστηριότητες των οποίων προκάλεσαν την εμφάνιση της ομάδας αυτοδικίας «Bakassi». Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «The News» αναφέρεται ότι κάτοικοι και έμποροι της Αba είχαν σχηματίσει μια ομάδα εκδικητών, γνωστή ως «Bakassi», προκειμένου να «ξεκαθαρίσουν λογαριασμούς» με μέλη της Mafia. Από τον Ιανουάριο του 1999 οι ομάδες συγκρούονταν μεταξύ τους για την επιβολή της ασφάλειας της πόλης. Εντούτοις, δεν ανευρέθηκαν πληροφορίες για τις δραστηριότητες των Mafians από τον Ιανουάριο του 1999 και μετά[11].

 

Σύμφωνα με έκθεση της EUAA, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη εγκληματικών ομάδων στην Νιγηρία οι οποίες έχουν τις ρίζες τους από το 1952 ως φοιτητικές οργανώσεις οι οποίες εξελίχτηκαν, και σήμερα έχουν εξαπλωθεί πέρα από τους κύκλους των πανεπιστημίων και έχουν οδηγήσει σε δολοφονίες χιλιάδων ανθρώπων σε ολόκληρη την Νιγηρία με σκοπό την εξασφάλιση του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού ελέγχου[12]. Φοιτητικές μυστικιστικές οργανώσεις (cults) στη Νιγηρία, οι οποίες αναφέρονται και  ως «πανεπιστημιακές οργανώσεις» (university cults) ή «αδελφότητες» (confraternities), μοιάζουν με εγκληματικές συμμορίες, με βίαιες τελετές μύησης και παράνομες δραστηριότητες όπως: δολοφονίες, εμπορία ανθρώπων, σεξουαλική εκμετάλλευση, δουλεία, διακίνηση ναρκωτικών, λαθρεμπόριο, εκβιασμοί, απαγωγές, αναγκαστική στρατολόγηση κ.λπ. Μερικές από τις πιο γνωστές οργανώσεις είναι οι Black Axe και η Eiye[13]. Με βάση τα ανωτέρω, αν και εγκληματικές οργανώσεις και η δράση τους είναι διαδεδομένες στη Νιγηρία, εντούτοις δεν ανευρέθηκαν πρόσφατες πληροφορίες ως προς τη συνέχιση της δράσης της ένοπλης συμμορίας Mafians, ως εκ τούτου ο σχετικός ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας σε ό,τι αφορά την ύπαρξη απειλών σε βάρος του από τον θείο του.


Με βάση τα πιο πάνω, είναι αποδεκτό ότι στο πρόσωπο του Αιτητή υφίσταται ένα υποκειμενικό στοιχείο φόβου (φόβος στη σκέψη του Αιτητή)
. Ωστόσο, τo καθεστώς του πρόσφυγα δεν αναγνωρίζεται μόνο από την πνευματική κατάσταση του ενδιαφερομένου, αλλά η εν λόγω κατάσταση πρέπει να υποστηρίζεται από αντικειμενική κατάσταση. Επομένως, ο όρος «βάσιμος φόβος» περιέχει ένα υποκειμενικό και ένα αντικειμενικό στοιχείο και, κατά τον καθορισμό του κατά πόσον υπάρχει βάσιμος φόβος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αμφότερα τα στοιχεία[14].

 

Απομένει, λοιπόν, η εξέταση του αντικειμενικού φόβου του Αιτητή. Ειδικότερα, ο Αιτητής εξέφρασε το φόβο ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής ο θείος του ενδέχεται να τον σκοτώσει λόγω της επιθυμίας του να αποκτήσει την περιουσία τους. Προς επίρρωσιν των λεγομένων του περιέγραψε ότι κάποια πρόσωπα τα οποία ως ισχυρίστηκε ήταν εντεταλμένα από τον θείο του να τον απειλήσουν.   Επισημαίνεται ότι «οσάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεων»[15]. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης ενώ ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο. Στην υπό εξέταση περίπτωση, ο σχετικός ισχυρισμός που αφορά τις απειλές που δεχόταν ο Αιτητής κατά της ζωής του από το θείο του αξιολογήθηκε ως μη αξιόπιστος καθότι οι δηλώσεις του αναφορικά με τις απειλές για την ζωή του από τον θείο του δεν έχουν  γίνει αποδεκτές.  . Περαιτέρω σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα τα οποία ισχυρίζεται ο Αιτητής ότι ήταν σταλμένα από τον θείο του με σκοπό να τον απειλήσουν, διαπιστώνω ότι δεν κατάφερε να επεξηγήσει την δράση τους και κατ’ επέκταση τους λόγους για τους οποίους ο ίδιος φοβάται. Στην ουσία ο Αιτητής δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα ούτε προκλήθηκε σε αυτόν κάποια βλάβη.  Καθώς ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ο φόβος του Αιτητή, ο σχετικός φόβος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Εξετάζοντας τον αντικειμενικό φόβο του Αιτητή, στην βάση πλέον του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού, θα πρέπει περαιτέρω να αξιολογηθεί αν υπάρχουν παράγοντες ενίσχυσης του κινδύνου που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με το προφίλ του. Ο Αιτητής είναι Νιγηριανός υπήκοος, Igbo εθνοτικής καταγωγής, με τόπο συνήθους διαμονής την πολιτεία Abia. Με βάση πρόσφατη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου, προκύπτει ότι η Νιγηρία και  ειδικότερα η πολιτεία Abia το 2020, αντιμετώπισε μερικές διακοινοτικές συγκρούσεις. Το υπόβαθρο αυτών των συγκρούσεων σχετίζεται με διαφορές που αφορούν εκτάσεις γης και τους πόρους της. Το 2020, αρκετές τοπικές κοινότητες στην πολιτεία Abia εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την κατάληψη των καλλιεργήσιμων εκτάσεων από τους βοσκούς Fulani. Η Nigeria Voice ανέφερε ότι "από [τον] Αύγουστο του 2019, 139 κοινότητες Igbo, χωριά και τοποθεσίες έχουν καταληφθεί από  βοσκούς Fulani". Τον Μάιο του 2020, ο αριθμός αυτός φαίνεται να είχε αυξηθεί σε 350. Στην Abia 43 χωριά  είχαν "καταληφθεί από βοσκούς". Ωστόσο όπως περαιτέρω αναφέρει η έκθεση οι αριθμοί αυτοί δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από άλλες πηγές. Κατά τη διάρκεια των τριών τριμήνων του 2020, η Abia κατατάσσεται από το Foundation for Partnership Initiatives στο Δέλτα του Νίγηρα (PIND) μεταξύ των πολιτειών με χαμηλό αριθμό περιστατικών και θανάτων στο Δέλτα του Νίγηρα[16].

 

Ως εκ τούτου, από τις προεκτεθείσες πληροφορίες δεν προκύπτει ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σοβαρή απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω της βίας που ασκείται αδιακρίτως στην πολιτεία Abia ενώ δεν διαφαίνεται ότι θα διατρέξει κάποιο κίνδυνο από τα λοιπά στοιχεία του προφίλ του. Επομένως, ο φόβος του δεν κρίνεται ως βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

 «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισήμανε στην απόφαση του CFDN κατά  Bundesrepublic Deutschland[17] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης).

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[18], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση MekiElgafaji,NoorElgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[19]: 

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (πολιτεία Abia), όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά του λειτουργού της EUAA κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:

 

Στην πολιτεία Abia δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να θιγεί προσωπικά κατά την έννοια του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Ως συγκεκριμένα καταγράφεται στις πηγές που ανέτρεξε το Δικαστήριο:

 

Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας από την βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 01.07.2023 - 28.06.2024 στην πολιτεία Abia καταγράφηκαν από την εν λόγω βάση δεδομένων συνολικά 67 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 35 απώλειες. Πιο αναλυτικά, 11 εξ αυτών καταγράφηκαν ως βία κατά πολιτών (με 6 απώλειες), 16 ως μάχες (με 27 απώλειες), 4 ως εξεγέρσεις (με 2 απώλειες), 3 εκρήξεις χωρίς απώλειες και 33 διαμαρτυρίες χωρίς ανθρώπινες απώλειες[20]. Ο πληθυσμός της πολιτείας Abia ανέρχεται σε  4.143,100 για το έτος 2022[21].

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης πολιτεία Abia , ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ). Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου και ικανός προς εργασία. Επισημαίνω τέλος, ότι δεν έχουν εγερθεί ή/και αναδειχθεί ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία του Αιτητή που να υποδηλώνουν και να δείχνουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δυνατόν να μπορούσε να αντισταθμίσει το επίπεδο αδιάκριτης βίας βάσει της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 26.05.2023 (Κ.Π.Δ. 166/2023) αλλά και του πιο πρόσφατου ημερ. 31.05.2024 (Κ.Π.Δ. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 




[1] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

[2] ΣτΕ 184/67.

[3]Γενική Συνομοσπονδία Παγκύπριας Οργάνωσης Βιοτεχνών Επαγγελματιών Καταστηματαρχών -ν- Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Υποθ. 5869/2013, κ.α., απόφαση 16.03.2016.

[4] G.C. School of Careers Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 170.

[5] Γενική Ομοσπονδία Παγκύπριων Οργανώσεων Βιοτεχνών Επαγγελματιών ν. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 5869/2013 κ.ά., ημερ. 16.3.2016.

 

[6] Μεταξύ άλλων: ΣτΕ 1818/2015, ΣτΕ 4596/2012, ΣτΕ 2170/2003

[7] «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π.  Σπηλιωτόπουλος, 14η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247 και «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Εκδόσεις Σάκκουλα Έκτη Έκδοση, 2014, Π. Δ. Δαγτόγλου, σ. 552.

[8] Tudor (2011) 1 Α.Α.Δ. 1176.

[9] Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

 

[10] Human Rights Watch, Nigeria: The Bakassi Boys: The Legitimization of Murder and Torture, A1405, 20 May 2002, https://www.refworld.org/reference/countryrep/hrw/2002/en/40558 [accessed 11 July 2024]

[11] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, Existence and activities of the Mafians, also known as the Maffs, an anti-Christian criminal group; whether the Mafians took control of Aba in 1998, during which time they engaged in criminal acts; authorities' response to such acts [NGA34483.E], 29 May 2000, Διαθέσιμο στο: https://www.ecoi.net/en/document/1012762.html (ημερομηνία πρόσβασης 11/07/2024)

[12] Nigeria, Security Situation, Country of Origin Information Report, June 2021, Διαθέσιμο στο: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 37

[13] Country Guidance: Nigeria, October 2021, Διαθέσιμο στο: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf σελ. 14

[14] HANDBOOK ON PROCEDURES AND CRITERIA FOR DETERMINING REFUGEE STATUSand GUIDELINES ON

INTERNATIONAL PROTECTIONUNDER THE 1951 CONVENTION AND THE 1967 PROTOCOLRELATING TO THE STATUS OF REFUGEESREISSUEDGENEVA, FEBRUARY 2019, παράγραφος 38, https://www.unhcr.org/media/handbook-procedures-and-criteria-determining-refugee-status-under-1951-convention-and-1967

[15] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 76 (η επισήμανση των συντακτών). Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποί, ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20,

 

[16] Nigeria, Security Situation, Country of Origin Information Report, June 2021, Διαθέσιμο στο: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 184

 

[17] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατάBundesrepublic Deutschland

[18] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07ημερομηνίας 28.11.2011

[19] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[20]ACLED, explorer, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 01/07/2023 – 28/06/2024, Νιγηρία, Location: Αbia https://acleddata.com/explorer/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/07/2024).

 Διαθέσιμο στο https://acleddata.com/explorer/

[21] https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA001__abia/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο