ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπόθεση Αρ.: 3516/2023

 

                                    2 Ιουλίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ:

E. U. K.

Αιτητού

 

και 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 ......... 

Ο Αιτητής είναι παρών

Ο. Ηλιάδης για Α. Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θ. Παπανικολάου (κα) για Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 21.8.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος).

 

Γεγονότα

 

1.                Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 17.01.2022 υπέβαλε  αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 11.8.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Εν συνεχεία, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 21.8.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 28.8.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

 

2.                Ο Αιτητής κατά την ακροαματική διαδικασία  προώθησε, μέσω της συνηγόρου του, ως μόνο λόγο προσφυγής την κατ’ ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας .

 

3.                Από την πλευρά τους οι Καθ' ων, υπεραμύνονται της επίδικης πράξης κατά την προφορική τους αγόρευση, υποδεικνύοντας ότι δεν στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή και ότι δεν προσκόμισε οτιδήποτε προς υποστήριξη της υπόθεσής του. Υποβάλλουν δε ότι με βάση τον μόνο αποδεκτό του ισχυρισμό δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Το νομικό πλαίσιο

 

4.                Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ' ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.                Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

6.                Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

7.                Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

8.                Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή). Η έκταση της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και του ελέγχου που ασκεί επί της επίδικης πράξης καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης.  Συνεπώς, η απλή επίκληση έλλειψης δέουσας έρευνας ή διαδικαστικών πλημμελειών δεν επαρκεί από μόνη της για να ανατρέψει την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν της υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Εν προκειμένω,  ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους. [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

 

9.                Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Στην αίτησή του για διεθνή προστασία, ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος Νιγηρίας και ως προς τη θρησκεία του δήλωσε Χριστιανός. Ως προς τον λόγο εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του σκότωσε τον πατέρα του και διεκδίκησε την περιουσία του, ενώ απείλησε να σκοτώσει τον ίδιο και τη μητέρα του. Τέλος, ανέφερε ότι με τη βοήθεια της εκκλησίας αναχώρησε από τη χώρα του.

 

10.             Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής την πολιτεία Lagos. Ο Αιτητής δήλωσε πως δεν είναι νυμφευμένος, ενώ αναφορικά με την οικογένειά του δήλωσε πως ο πατέρας του απεβίωσε και η μητέρα του με τις τρεις νυμφευμένες αδερφές του διαμένουν στο Lagos. Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του και συνέχισε τις σπουδές του σε πολυτεχνικό ινστιτούτο. Εργάστηκε ως αντιπρόσωπος πωλήσεων από το 2015 έως το 2017 και ως υπεύθυνος ασφάλειας μέχρι το 2018.

 

11.             Ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά τη δολοφονία του πατέρα του, ο ίδιος αποτέλεσε τον επόμενο στόχο, καθότι είναι ο μοναδικός υιός στην οικογένεια και επομένως ο μοναδικός κληρονόμος της περιουσίας του πατέρα του. Κατά την αφήγησή του ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του από δηλητηρίαση στις 10.1.2021, ο θείος του τόν επισκέφθηκε στην οικία του και απείλησε να τον σκοτώσει σε περίπτωση που διεκδικήσει την περιουσία του πατέρα του. Στη συνέχεια, ο Αιτητής ενημέρωσε τη μητέρα του για το τι συνέβη. Στις 20.1.2021, ισχυρίστηκε ότι ο θείος του τον επισκέφθηκε εκ νέου στο Lagos, απειλώντας τον με μαχαίρια και μαχαιρώνοντάς τον στον αγκώνα. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κατήγγειλε το συμβάν στην αστυνομία και ακολούθως, με τη βοήθεια της εκκλησίας, στις εγκαταστάσεις της οποίας έμενε για κάποιες εβδομάδες, εγκατέλειψε τη χώρα του. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν αναφορικά με τον θάνατο του πατέρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι τον Δεκέμβριο του 2020 πληροφορήθηκε από τη μητέρα του ότι ο θείος του κάλεσε τον πατέρα του σε συνάντηση συμφιλίωσης κατά την οποία ήπιαν ποτά και την επόμενη ημέρα ο πατέρας του αρρώστησε και νοσηλεύτηκε. Ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με την αναφορά του γιατρού, ο θάνατος του πατέρα του επήλθε από δηλητηρίαση. Σχετικά με την επίμαχη περιουσία, ο Αιτητής ανέφερε ότι πρόκειται για δύο τεμάχια γης. Ερωτηθείς για τη σχέση που είχαν με τον θείο του, απάντησε ότι ο ίδιος δεν ήταν ποτέ κοντά του, καθότι ο θείος του μένει στην πολιτεία Ebonyi και ότι ούτε ο πατέρας του είχε καλές σχέσεις μαζί του, επειδή ο παππούς του άφησε όλη την περιουσία στον πατέρα του. Κληθείς να εξηγήσει πώς γνωρίζει ότι ο θείος του ήταν αυτός που σκότωσε τον πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε ότι τόν απείλησε πριν επέλθει ο θάνατός του. Ως προς την περιουσία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι την χρησιμοποιεί ο θείος του. Σχετικά με τις συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής απάντησε ότι θα ακολουθήσει καταστροφή, καθότι προτίθεται να διεκδικήσει την περιουσία με τη συνδρομή δικηγόρου και επειδή ο θείος του είναι ισχυρός, θα μπορέσει να τον εντοπίσει όπου κι αν μεταβεί στη Νιγηρία.

 

12.             Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή, ο δε δεύτερος αναφορικά με τα ισχυριζόμενα προβλήματα από τον θείο του, λόγω περιουσιακών διαφορών.

 

13.             Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή, ο δε δεύτερος αναφορικά με τα ισχυριζόμενα προβλήματα από τον θείο του, λόγω περιουσιακών διαφορών

 

14.             Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και πως, βρισκόταν σε συμφωνία με το προσκομισθέν από τον Αιτητή έγγραφο (έγγραφο διαβατηρίου) και τις εξωτερικές πηγές.

 

15.             Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης, καθότι οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του. Συγκεκριμένα, οι Καθ' ων η αίτηση σχολίασαν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επαρκή λεπτομέρεια και συνεκτικότητα τα γεγονότα που οδήγησαν στον θάνατο του πατέρα του. Ισχυρίστηκε πως ο πατέρας του νοσηλεύτηκε για μερικές εβδομάδες. Σημειώνεται ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε συναφή έγγραφα. Ερωτηθείς πώς γνωρίζει ότι ο θείος του ήταν εκείνος που τον δηλητηρίασε, δεν έδωσε σαφή απάντηση, αναφέροντας αόριστα ότι όταν τον απείλησε του είπε ότι θα έχει την ίδια τύχη με τον πατέρα του. Επιπρόσθετα, αφηγούμενος τις περιστάσεις γύρω από τις απειλές από τον θείο του, ο οποίος, ως ισχυρίστηκε ο Αιτητής, ήθελε να οικειοποιηθεί την περιουσία τους, δεν έδωσε ικανοποιητικές λεπτομέρειες για το τι ακριβώς συνέβη όταν τον επισκέφθηκε στην οικία του, ούτε ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για την καταγγελία που υπέβαλε στις αρχές. Επιπρόσθετα, οι Καθ’ ων η αίτηση σημείωσαν ότι μετά τη νοσηλεία του στο νοσοκομείο, μετακόμισε στην εκκλησία όπου διέμενε για δύο εβδομάδες, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει περισσότερες πληροφορίες για το πού ακριβώς διέμενε δύο μήνες πριν αναχωρήσει από τη χώρα του. Τέλος, σχολιάζουν πως από το διάστημα που διέμενε στην εκκλησία μέχρι την αναχώρησή του, δεν του συνέβη οτιδήποτε πέρα από τηλεφωνικές απειλές, για τις οποίες δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές λεπτομέρειες. Οι Καθ' ων η αίτηση επεσήμαναν πως τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.  

 

16.             Με βάση τον μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση, έκριναν ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Οι Καθ' ων η αίτηση αξιολόγησαν και την κατάσταση που επικρατεί στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Lagos, προκειμένου να διερευνηθεί εάν ο Αιτητής μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες περί συμπληρωματικής προστασίας. Οι Καθ' ων η αίτηση, κατά τη νομική ανάλυση, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

17.             Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Ερωτηθείς κατά πόσο θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά, αναφέροντας πως οι πράξεις δίωξης εναντίον του ήταν πολύ σοβαρές και ότι θα υπάρχει πάντα ο φόβος εντοπισμού του.

 

18.             Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ' ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού.  

 

19.             Όσον αφορά στο δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, περί φόβου δίωξης του Αιτητή από τον θείο του, ο οποίος σκότωσε τον πατέρα του και θέλει να σφετεριστεί την περιουσία του, συντάσσομαι με το συμπέρασμα περί της αναξιοπιστίας αυτού. Ειδικότερα, επισημαίνονται τα πιο κάτω: ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης αλλά και στην Έκθεση-Εισήγηση των Καθ' ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι ορθά οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον πιο πάνω ισχυρισμό του. Η αφήγηση του Αιτητή, οι απαντήσεις στα ερωτήματα και οι απαντήσεις του ακόμα και στα διευκρινιστικά ερωτήματα που του τέθηκαν ήταν αόριστες, γενικές, σύντομες και χωρίς λεπτομέρεια και περιγραφικότητα. Ειδικότερα,  παρατηρείται ότι δόθηκαν αρκετές ευκαιρίες στον Αιτητή να απαντήσει με περισσότερες λεπτομέρειες για τον φόβο του από την ισχυριζόμενη δίωξη από τον θείο του και σε όλες τις περιπτώσεις οι απαντήσεις του παρέμειναν γενικές. Δεν παροράται προς τούτο εξάλλου και το μορφωτικό επίπεδο του Αιτητή ως προς τον αναμενόμενο βαθμό αναπόκρισής του. Ο Αιτητής δεν παρουσίασε οποιοδήποτε αντικειμενικό δεδομένο από το οποίο να προκύπτει κατά τρόπο ευλογοφανές και συγκεκριμένο δίωξή του από τον θείο του. Ο Αιτητής  αναφέρθηκε σε δύο περιστατικά επίσκεψης του θείου του στην οικία του, στο μεν πρώτο ισχυρίστηκε ότι τον απείλησε ότι θα έχει την τύχη του πατέρα του, ενώ στο δεύτερο ισχυρίστηκε ότι τον μαχαίρωσε στον αγκώνα με συνέπεια να νοσηλευτεί στο νοσοκομείο. Τα πιο πάνω περιστατικά περιγράφονται από τον Αιτητή κατά τρόπο γενικό, χωρίς οποιαδήποτε βιωματικής φύσεως λεπτομέρεια. Αόριστος υπήρξε ο Αιτητής και κατά τη δήλωσή του ότι κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Ερωτηθείς κατά πόσο τον βοήθησαν, δεν έδωσε σαφή απάντηση, αναφέροντας ότι του έδωσαν αναφορά για την νοσηλεία του. Επιπλέον, αναφορικά με το περιστατικό δηλητηρίασης του πατέρα του, ο Αιτητής, ενώ ανέφερε ότι η μητέρα του έχει στην κατοχή της το ιατρικό πιστοποιητικό που επιβεβαιώνει την αιτία θανάτου του πατέρα του και ενώ δήλωσε ότι θα το προσκομίσει, ουδέποτε προέβη στην ενέργεια αυτή. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά τη νοσηλεία του αποτάθηκε στην εκκλησία, χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει χρονικά την ενέργεια του αυτή και χωρίς να δίνει οποιαδήποτε πληροφορία για την εν λόγω εκκλησία, και πέραν των τηλεφωνικών απειλών που ισχυρίστηκε ότι έλαβε, χωρίς και πάλι να δίνει λεπτομέρειες, δεν παρουσίασε κάποιο άλλο δεδομένο που να στοιχειοθετεί ότι κινδύνευε η ζωή του από τον θείο του.

 

20.             Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, από το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή επισημαίνεται πως δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει με συνεκτικότητα, σαφήνεια και λεπτομέρεια[1] τον ισχυρισμό του περί δίωξής του από τον θείο του για περιουσιακά θέματα. Ο Αιτητής προέβη σε γενικόλογες αποκρίσεις, χωρίς να παραθέτει λεπτομέρειες και συγκεκριμένες περιγραφές για τα περιστατικά απειλών και επίθεσης που δέχθηκε από τον θείο του, ούτε έδωσε λεπτομέρειες για την εκκλησία στην οποία διέμενε και αποτάθηκε για βοήθεια, ούτε για την εξέλιξη της καταγγελίας που υπέβαλε στην αστυνομία. Ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε αντικειμενικό φόβο δίωξης και απέδωσε τον θάνατο του πατέρα του σε δηλητηρίαση που του προκάλεσε ο θείος του, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει οτιδήποτε προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού. Οι ανεπαρκείς, αόριστες και ασαφείς απαντήσεις του Αιτητή δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικής φύσης γεγονότα. Καθότι πρόκειται για περιστατικά που κατ' ισχυρισμό αποτελούν προσωπική εμπειρία, θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο να είναι σε θέση να παραθέσει περισσότερα βιωματικά στοιχεία στην αφήγησή του. Στο σημείο αυτό τονίζεται ότι ο Αιτητής εκπροσωπούμενος δια συνηγόρου παραλείπει να επιχειρήσει οποιαδήποτε περαιτέρω στοιχειοθέτηση της υπόθεσής του και να καλύψει τα κενά που οι Καθ' ων η αίτηση επεσήμαναν κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών του.  

 

21.             Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, εκ της υποκειμενικής της φύσεως δεν μπορεί να τύχει σχολιασμού οτιδήποτε περαιτέρω. 

 

Αξιολόγηση κινδύνου

 

22.             Προχωρώντας στην αξιολόγηση τη βάση του μόνου αξιόπιστου ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι το προφίλ, την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επισημαίνονται τα κάτωθι: έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Πράγματι βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης ή πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης δεν προκύπτει από τη θρησκεία του Αιτητή (Χριστιανισμός), καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το 2022, o χριστιανισμός είναι η κυρίαρχη θρησκεία στα νοτιοδυτικά της Νιγηρίας, συμπεριλαμβανομένου του Lagos.[2] Ούτε, επίσης, προκύπτει τέτοιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος λόγω της εθνοτικής καταγωγής του Αιτητή καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, η φυλή του Αιτητή (Igbo) αποτελεί μία εκ των τριών κύριων φυλών στη χώρα του[3]. Από το προφίλ του Αιτητή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος συναρτώμενος με το προφίλ του, ούτε και ο Αιτητής ήγειρε οποιοδήποτε ισχυρισμό περί αυτού.

 

23.             Περαιτέρω, σημειώνεται συναφώς, το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 31.5.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024) δυνάμει του οποίου η χώρα του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής χώρα καταγωγής, χωρίς εν προκειμένω ο τελευταίος να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας.

 

24.              Το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα στην περιοχή καταγωγής και διαμονής του, ήτοι την πολιτεία Lagos. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), τη χρονική περίοδο 24.6.2023 - 21.6.2024 καταγράφηκαν στην πολιτεία Lagos 182 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια 76 ανθρώπινων ζωών. Τα 182 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 84 διαμαρτυρίες (protests), 34 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 38 ανθρώπινες απώλειες, 34 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 20 ανθρώπινες απώλειες και 30 περιστατικά ταραχών (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 18 θανάτους.[4] Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Lagos ανέρχεται σήμερα (2024) σε περίπου 16.536.000 κατοίκους[5], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (76 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

25.             Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province), οι οποίες δεν εκτείνονται στο τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή.[6]

 

26.             Επιπλέον, σημειώνεται ότι πρόκειται για άτομο που δεν παρουσιάζει κάποια στοιχεία ευαλωτότητας, καθότι είναι άρρεν, ενήλικας, νεαρός, υγιής και απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με ικανότητα να εργαστεί.

 

27.             Όλως επικουρικώς και παρά το εύρημα περί αναξιοπιστίας του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, εφόσον ο κατ' ισχυρισμό φορέας δίωξής του είναι ιδιώτης, θα μπορούσε ο Αιτητής, εάν ήθελε προκύψει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον ίδιο από οποιοδήποτε μη κρατικό φορέα δίωξης, να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής του, η οποία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας και συνεπώς υφίσταται ανάλογο τεκμήριο ικανότητας των αρμοδίων κρατικών αρχών να τον συνδράμουν. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.[7]   

 

28.             Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

29.             Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

30.             Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ήτοι ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

31.             Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

32.             Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

33.             Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

34.             Αλλά και όλως επικουρικώς, των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός, σε κάθε περίπτωση,  συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, απόφοιτο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς προβλήματα υγείας και με ικανότητα να εργαστεί. Ακόμη κι εάν ο ίδιος δεν επιθυμεί την επιστροφή του στον τελευταίο τόπο διαμονής του, με βάση το προφίλ του, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μία ασφαλή διαβίωση σε άλλες περιοχές εντός της χώρας καταγωγής του.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

 

                                                                             

                                                                             Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis, Second edition, σ. 120-134 

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

 

[2] U.S. Department of State, 2022 Report on International Religious Freedom: Nigeria 

 https://www.state.gov/reports/2022-report-on-international-religious-freedom/nigerial/

 

[3] U.S. Department of State, 2022 Report on Human Rights Practices: Nigeria

 https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/nigeria/

[4] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο:

(Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Lagos)

https://acleddata.com/explorer/

 

[5] Lagos – Nigeria, Metro Area Population 1950-2023 | MacroTrends

https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/22007/lagos/population

 

[6]RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης

https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord 

[7] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), σ. 36 

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο