ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Νομική Αρωγή αρ. 43/2024

10 Ιουλίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, ΔΙΚΑΣΤΗΣ Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002,

Ν. 168(Ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ.1) ΤΟΥ 2003

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

Μ.Α.Α.

από Καμερούν

 

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

Για τους Καθ' ων η αίτηση : Μ. Τρεμούρη (κα) για Α.Καρσλιάδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας

[Α. Χατζησάββα (κος), Διερμηνέας για διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα]

                            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

E. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 28.02.2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 31.01.2024, με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το γραπτό σημείωμα που κατατέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση σκιαγραφούνται ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής είναι 32 ετών και κατάγεται από το Καμερούν το οποίο εγκατέλειψε στις 16.10.2019 και εισήλθε αυθημερόν στην Κυπριακή Δημοκρατία, υποβάλλοντας  αίτηση διεθνούς προστασίας στις 21.10.2019. Ακολούθως, στις 14.11.2023 παρέστη σε συνέντευξη με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος με σχετική εισηγητική έκθεση ημερ. 30.01.2024, εισηγήθηκε την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Την εισήγηση αυτή ενέκρινε στις 31.01.2024 ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και η σχετική απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13.02.2024 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας.

 

Εναντίον της απόφασης αυτής, ο Αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αριθ. 712/2024 για την προώθηση της οποίας, μέσω δικηγόρου, επιθυμεί να λάβει δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης. 

 

Στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο, ο Αιτητής κατέγραψε ότι γεννήθηκε στην Kumba, είναι χριστιανός στο θρήσκευμα και ομιλεί την αγγλική και τη γαλλική γλώσσα. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το 2017 και δεν επιθυμεί να επιστρέψει εκεί, ο Αιτητής επικαλέστηκε τον πόλεμο που μαίνεται στη χώρα, από τον οποίο χάνουν τις ζωές του οι νέοι άνθρωποι. Πρόσθεσε ότι η χώρα είναι διαιρεμένη σε δύο στρατόπεδα, τα οποία αντιμάχονται και το καθένα σκοτώνει όποιον δεν επιθυμεί να ενταχθεί σε αυτό. Για αυτό το λόγο, ως δήλωσε, αναγκάστηκε να διαφύγει ώστε να σωθεί.

 

Κατά την συνέντευξη του και, αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είναι υπήκοος Καμερούν, γεννηθείς στην πόλη Kumba, της Meme Division, στην Νοτιοδυτική περιοχή, όπου και διέμενε με τον πατέρα, την αδερφή του και τον αδερφό του. Περί το 2014, μετέβη στη Douala όπου σπούδασε σε πανεπιστήμιο αποκτώντας πτυχίο Μηχανολογίας το 2015. Τότε, επέστρεψε στην Kumba όπου εργαζόταν με τον πατέρα στην πώληση κακάο. Κατά τους τρεις τελευταίους μήνες πριν την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής, είχε μεταβεί και διέμενε στην Buea. Ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του αποβίωσε πριν πολλά χρόνια, δε γνωρίζει την τύχη του πατέρα του και της αδερφής του από όταν ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα, ενώ ο αδερφός του μετέβη στην Νιγηρία περί το 2021.

 

Ως ο ίδιος δήλωσε, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, λόγω του πολέμου και του κινδύνου που διατρέχει από τους Ambazonians εξαιτίας της άρνησής του να γίνει μέλος τους. Ειδικότερα, ο Αιτητής υποστήριξε ότι οι Ambazonians του είχαν κατασχέσει τρεις φορές το κακάο που πωλούσε ως αντίποινα για την άρνησή του και είχε αναγκαστεί να πληρώσει ώστε να το πάρει πίσω. Περαιτέρω, υποστήριξε ότι κάποιο βράδυ περί τα τέλη Ιουνίου του 2019 και ενώ ο ίδιος βρισκόταν στην οικία του με τον πατέρα και την αδερφή του, επιτέθηκε στο χωριό τους ο κυβερνητικός στρατός καίγοντας σπίτια. Ο Αιτητής έτρεξε να σωθεί ακολουθώντας μία ομάδα ατόμων στο δάσος και δεν έχει δει έκτοτε τον πατέρα και την αδερφή του. Ο αδερφός του Αιτητή, ο οποίος είχε γίνει μέλος των Ambazonians από τον Φεβρουάριο του 2019, του τηλεφώνησε και τον ενημέρωσε ότι θα τον αναζητήσουν οι Ambazonians. Για αυτό το λόγο, αποφάσισε να μεταβεί στην Buea και στη συνέχεια να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι οι Ambazonians ήθελαν να γίνει μέλος τους, ο Αιτητής ανέφερε ότι οι Ambazonians είχαν επισκεφθεί την οικία του και άφησαν απειλητικό γράμμα, δηλώνοντας ότι αν δεν ενταχθεί σε αυτούς, θα είναι εχθρός τους. Ο Αιτητής εξήγησε ότι οι Ambazonians σέβονταν τον πατέρα του επειδή ήταν γνωστός και ευκατάστατος, ενώ η πρακτική τους ήταν να ζητούν επανειλημμένα από κάποιον να ενταχθεί. Σχετικά με την επίθεση στο χωριό του, ανέφερε ότι προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον πατέρα του την επόμενη μέρα, αλλά υπέθεσε ότι ήταν μέσα στο καμένο σπίτι. Δήλωσε ότι κάηκαν τα χωριά Muyenge, Kwa Kwa και Kake two, χωρίς να γνωρίζει την ακριβή ημερομηνία των επιθέσεων.

 

Σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής φοβάται για τη ζωή του καθώς έχει στοχοποιηθεί από τους Ambazonians.

 

Η προϋπόθεση της πραγματική πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής

 

Ο Αιτητής έχει καταχωρίσει προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία εκδόθηκε, ανάμεσα σε άλλα, δυνάμει του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αρωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα νομολογία, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας[1].

 

Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη. Περαιτέρω όμως το Δικαστήριο, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιόν του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας[2].

 

Σημειώνεται δε, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωρηθεί από τον Αιτητή, εφόσον το Δικαστήριο στη παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής[3].

 

Σημειώνεται εξάλλου ότι, το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής, στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιόν του[4].

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ

 

Κατά την εισηγητική του έκθεση, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου παρέθεσε τους ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί προβλήθηκαν κατά την  προσωπική του συνέντευξη σχηματίζοντας δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος, αφορούσε στην ταυτότητα, χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή, ενώ ο δεύτερος αφορούσε στον ισχυριζόμενο φόβο του Αιτητή λόγω του ότι καταζητείτο από τους Ambazonians.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκαν τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

 

Ωστόσο, ο δεύτερος κρίσιμος ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε καθώς κατά τον αρμόδιο λειτουργό, ο Αιτητής δεν έδωσε ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες ως προς τα θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του και υπέπεσε σε αντιφάσεις και ασυνέπειες. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός εντοπίζει αντίφαση στη δήλωση του Αιτητή ότι ο αδερφός του τον κάλεσε στο τηλέφωνο μετά το περιστατικό που κάηκε η οικία τους, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι δεν επικοινώνησε με τον πατέρα και την αδερφή του καθώς δεν είχε τηλέφωνο. Περαιτέρω, ενώ αρχικά απάντησε αρνητικά σε ερώτηση ως προς το εάν προσπάθησε να επικοινωνήσει από άλλο τηλέφωνο με τον πατέρα και την αδερφή του, στη συνέχεια άλλαξε τη δήλωσή του αναφέροντας ότι προσπάθησε το επόμενο πρωί.

 

Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός παρέπεμψε σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σύμφωνα οι οποίες επιβεβαιώνουν τις συγκρούσεις στις αγγλόφωνες περιοχές καθώς και επιθέσεις από τις δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν με στόχο αμάχους στις εν λόγω περιοχές. Ωστόσο, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Στα πλαίσια της αξιολόγησης κινδύνου στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός, ο αρμόδιος λειτουργός κατά την αξιολόγηση κινδύνου έκρινε ότι, βάσει των πληροφοριών τις οποίες παρέθεσε και οι οποίες αφορούσαν την κατάσταση ασφαλείας και τους θανάτους αμάχων στην περιοχή Southwest του Καμερούν, υπάρχει εύλογη πιθανότητα σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, και συγκεκριμένα στην περιοχή Kumba, Meme division, Southwest, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως απόρροια της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί εξαιτίας της κρίσης του αγγλόφωνου τμήματος της χώρας.

 

Ωστόσο, κατά τη νομική ανάλυση, και λαμβάνοντας υπόψη τον αποδεκτό ισχυρισμό και την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως δε συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Καμερούν για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στη Σύμβαση της Γενεύης.

 

Όσον αφορά την παροχή στον Αιτητή καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί ο Αιτητής σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή Southwest. Στην κατάληξη του αυτή ο λειτουργός καθοδηγήθηκε από τις προϋποθέσεις για παροχή τέτοιες προστασίας, τις οποίες και ανέλυσε κρίνοντας ότι υπάρχει εσωτερική ένοπλη σύρραξη και αδιάκριτη άσκηση βίας, ωστόσο κατά την εξέταση της σοβαρής και προσωπικής απειλής και συνυπολογίζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήταν η καταληκτική του κρίση ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην περιφέρεια south-west region θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνον στην συγκεκριμένη περιοχή. Ως προς τις προσωπικές του περιστάσεις, ο λειτουργός έλαβε υπόψιν του ότι πρόκειται για έναν άμαχο πολίτη, άντρα νεαρής ηλικίας, χωρίς προβλήματα υγείας, ο οποίος έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και έχει επαγγελματική εμπειρία. Ανέφερε περαιτέρω ότι ο Αιτητής μιλά αγγλικά και γαλλικά, γεννήθηκε στην Kumba και διέμενε στην Buea για διάστημα τριών μηνών πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, όπου και θα μπορούσε να μετοικήσει.

 

Συνεπώς, και με βάση την ανωτέρω ανάλυση, η αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε.

 

Στο έντυπο της αίτησής του στην παρούσα διαδικασία ο Αιτητής αναφέρει ότι δεν έχει την οικονομική δυνατότητα για να διορίσει δικηγόρο, ενώ δε θέλησε να προσθέσει οτιδήποτε κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία.

 

Σημειώνεται ότι ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε τόσο μέσω του Γραπτού του  Σημειώματος όσο και προφορικώς ότι δεν πληρούνται  οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου 

 

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα και τα επισυνημμένα σε αυτό έγγραφα, τις συνεντεύξεις του Αιτητή, την εισηγητική έκθεση και την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και γενικά, το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Από το σύνολο των πιο πάνω δεδομένων δεν διαπιστώνω λόγους διαφοροποίησης ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό.

 

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, παρατηρώ τα ακόλουθα: αφενός, έχοντας ενώπιόν μου το πρακτικό της συνέντευξης, φρονώ πως οι Καθ' ων η αίτηση δημιούργησαν έναν ισχυρισμό - ομπρέλα, ο οποίος εμπεριέχει επιμέρους ισχυρισμούς. Φρονώ πως ορθότερη θα ήταν η δημιουργία ξεχωριστών ισχυρισμών και αυτοτελούς εξέτασής τους. Ωστόσο, καθότι οι επιμέρους αυτοί ισχυρισμοί έχουν αξιολογηθεί αυτοτελώς κρίνω ότι δεν πάσχει η μέθοδος έρευνας και αξιολόγησης που εφάρμοσε εν προκειμένω ο αρμόδιος λειτουργός. Αφετέρου, παρατηρείται ότι κατά την αξιολόγηση αυτού του ισχυρισμού, ο λειτουργός συγχέει τα στάδια εξέτασης της αίτησης ασύλου, σχηματίζοντας τον κρίσιμο ισχυρισμό του Αιτητή ως «φόβο δίωξης». Επισημαίνεται ότι ο σχηματισμός φόβου δίωξης διενεργείται σε μεταγενέστερο σημείο, αφότου προηγηθεί η εξέταση της αξιολόγησης των ισχυρισμών του αιτητή  όπως αυτοί διαμορφώνονται μέσα από τις δηλώσεις του κατά τη συνέντευξη. Ουσιώδεις ισχυρισμούς αποτελούν τα πραγματικά περιστατικά που σχετίζονται άμεσα με έναν ή περισσότερους λόγους δίωξης ως τα προβλεπόμενα από τη Σύμβαση της Γενεύης και το Πρωτόκολλο αυτής καθώς και με λόγους χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας[5]. Αφότου εξεταστούν οι ισχυρισμοί, η αποφαίνουσα αρχή προβαίνει σε ανάλυση κινδύνου και τέλος στην νομική ανάλυση.

 

Πέραν των ως άνω επισημάνσεων, διαπιστώνω εκ πρώτης όψεως ότι ορθώς ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο ότι ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει πως οι Ambazonians τον αναζητούν λόγω της άρνησής του να προσχωρήσει σε αυτούς. Είναι και η δική μου εκ πρώτης όψεως εκτίμηση, με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία πως ο Αιτητής δεν υποστήριξε με συνεκτικές και λεπτομερείς δηλώσεις τον τρόπο που δέχθηκε τις απειλές και τα περιστατικά κατά τα οποία ανέφερε ότι τον προσέγγισαν οι Ambazonians. Παράλληλα, ο Αιτητής φαίνεται να απέτυχε να αιτιολογήσει με επαρκείς και λεπτομερείς δηλώσεις τον τρόπο και τις συνθήκες υπό τις οποίες εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής του, καθώς και το πώς αποφάσισε αλλά και πώς διευθέτησε την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του. Αντιφατικές και μη λεπτομερείς και ευλογοφανείς φαίνεται να είναι και οι δηλώσεις του περί του ότι έχασε τα ίχνη της αδερφής και του πατέρα του μετά το περιστατικό της επίθεσης στο χωριό τους από τον στρατό.

 

Σημειώνεται ότι, κατά την εξέταση της αίτησης για νομική αρωγή στα πλαίσια αυτής της δικαστικής διαδικασίας, δεν αναφέρθηκε οτιδήποτε, ούτε προσκομίσθηκε οποιοδήποτε στοιχείο που θα αποδυνάμωνε τα όσα ανέφερε ο αρμόδιος λειτουργός και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και θα ενίσχυε την αξιοπιστία των λεγομένων του Αιτητή.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός καταλήγει στο ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στον τόπο συνήθους διαμονής του στο Καμερούν να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως απόρροια της γενικής κατάστασης ασφαλείας. Σχετικώς, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες κάνουν λόγο για υψηλούς αριθμούς εκτοπισμένων καθώς και για θανάτους αμάχων, απαγωγές, βασανισμούς και επιθέσεις.

 

Συνεχίζοντας, στη νομική ανάλυση και, συγκεκριμένα, αναφορικά με το εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις πρόνοιες της συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 15 (γ) της  Οδηγίας Αναγνώρισης (Qualification Directive στην εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού), διαπιστώνω πως ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτή την ύπαρξη εύλογης πιθανότητας να αντιμετωπίσει ο Αιτητής πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ασφαλείας εξετάζοντας παράλληλα τον βαθμό της αδιάκριτης βίας στην περιοχή Southwest.

 

Εκ πρώτης όψεως, και αναφορικά με τον βαθμό αδιάκριτης βίας, διαπιστώνω πως ορθώς έχουν παρατεθεί από τον αρμόδιο λειτουργό πρόσφατα αριθμητικά στοιχεία για την περίοδο 26.01.2023- 26.01.2024 κατά την αξιολόγηση κινδύνου, τα οποία αξιολογήθηκαν περαιτέρω κατά τη νομική ανάλυση σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ανάλυση από την οποία δεν προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη συγκεκριμένη περιοχή λόγω της παρουσίας του και μόνον εκεί. Δεν βρίσκω συνεπώς λόγο διαφοροποίησης, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, από την καταληκτική κρίση του αρμόδιου λειτουργού.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Ενόψει των πιο πάνω φρονώ πως - εκ πρώτης όψεως - το ιστορικό, όπως ο ίδιος ο Αιτητής παρέθεσε, δεν παρουσιάζει την απαιτούμενη συνοχή και πειστικότητα. Με βρίσκει συνεπώς σύμφωνη το συμπέρασμα και η αξιολόγηση των Καθ' ων η αίτηση ως καταγράφεται στη σχετική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ότι η ιστορία του Αιτητή πλήττεται από καίριες ελλείψεις και αντιφάσεις εκ των οποίων, στη βάση και των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών, είναι εύλογο να θεωρείται ότι έχει τρωθεί η αξιοπιστία των ισχυρισμών του.

 

Από τα παραπάνω φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι δεν υφίσταται δικαιολογημένος φόβος δίωξης κατά την έννοια των διατάξεων της Σύμβασης της Γενεύης όσο και των διατάξεων του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000) για κάποιο από τους περιοριστικά αναγραφόμενους στη Σύμβαση της Γενεύης λόγους για χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος. Ούτε περαιτέρω φαίνεται να τεκμηριώνονται τέτοιοι ισχυρισμοί, οι οποίοι να δικαιολογούν την υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω -στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας- ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιόν μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας του Αιτητή να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

 

Ο Αιτητής έχει βέβαια κάθε δικαίωμα εάν επιθυμεί να προωθήσει την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με δικά του έξοδα, παρά την απόρριψη της αίτησής του για παραχώρηση σε αυτόν δωρεάν νομικής αρωγής. 

 

Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα. 

 

Τα έξοδα του Διερμηνέα καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία. Ενόψει του γεγονότος ότι ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά δεν εκδίδεται καμία άλλη διαταγή για έξοδα.

 

  

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14.10.2010.

[2] Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06.05.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010

[3] Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.07.2009, και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, Nacira Baghour και Roud Gad, ημερ. 28.03.2011

[4]  Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013.

[5] EASO Practical Guide: Evidence Assessment(2015), σελ. 2, υπο- ενότητα “1.1. Identify the material facts”, διαθέσιμο σεhttps://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο