ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ.Αρ.:484/24

 

18 Ιουλίου, 2024

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ε.Ν. από Νιγηρία

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Α. Σαβεριάδης (κος), Δικηγόρος για την Αιτήτρια.

Π. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Η Αιτήτρια παρούσα

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 17/01/24 (της κοινοποιήθηκε αυθημερόν) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.  

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια εισήλθε παράνομα από μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 28/04/22. Ακολούθησε στις 28/08/23 η συνέντευξη της, στις 14/11/23 έκθεση/εισήγηση και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 23/11/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο δικηγόρος για την Αιτήτρια υποστηρίζει ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης της και/ή ότι δεν προκύπτει από πουθενά στο διοικητικό φάκελο οι ικανότητες του λειτουργού-εξεταστή και του διερμηνέα να χειρίζονται την αγγλική γλώσσα και/ή δεν παρασχέθηκε ικανός διερμηνέας κατά την συνέντευξη. Είναι, επίσης, θέση του ότι η απορριπτική απόφαση αιτήματος ασύλου πάσχει λόγω ελλιπούς έρευνας και/ή δεν λήφθηκε κατόπιν εξατομικευμένης βάσης. Υποστηρίζεται ότι λανθασμένα δεν έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός της ως θύμα εμπορίας προσώπων και αναφερόμενος στα προσωπικά περιστατικά της υπόθεσης και/ή ισχυρισμούς που έγιναν αποδεκτοί υποστηρίχθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της, και/ή ότι εμπίπτει στον ορισμό του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας και η κατάληξη του λειτουργού δεν είναι ορθή ούτε αιτιολογημένη.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και υποστήριξαν ότι οι ισχυρισμοί της δεν εμπίπτουν στην έννοια του καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας καθότι κρίθηκε αναξιόπιστη. Προβάλλουν ότι η απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, είναι αιτιολογημένη και ότι η Αιτήτρια προέρχεται από ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Μετά από αξιολόγηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας που προβάλλονται μέσω του συνηγόρου της στο δικόγραφο της προσφυγής της διαπιστώνω ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών δεν αναπτύσσεται στην Γραπτή Αγόρευση, επομένως, θεωρώ ότι έχουν εγκαταλειφθεί. Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι αρκετοί ισχυρισμοί  που καταγράφονται στην Γραπτή Αγόρευση περιορίζονται μόνο στην επανάληψη κανόνων δικαίου και διατάξεων νόμων χωρίς να γίνεται υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Επισημαίνεται δε ότι με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022,(3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτούντα μέσω του δικηγόρου του να αιτιολογεί πλήρως τους λόγους ακύρωσης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί τέτοιοι ισχυρισμοί διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε σχετικά, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v.Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva(2010) 3 Α.Α.Δ. 598) Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που εγείρονται για πρώτη φορά στην Γραπτή Αγόρευση που δεν έχουν καταγραφεί στο δικόγραφο της προσφυγής (Βλέπε σχετικά Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636).

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω μόνο τους λόγους ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Καταρχάς οι ισχυρισμοί περί μη καταλληλόλητας και/ή μη επαρκούς γνώσης της αγγλικής γλώσσας του διερμηνέα και/ή μη κατάρτισης του αρμοδίου λειτουργού που διενήργησε την συνέντευξή, δεν ευσταθούν. Από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας διαπιστώνεται ότι ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό-εξεταστή της υπόθεσης για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της και κατά την συνέντευξη της έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές της περιστάσεις. Τηρήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και της παραχωρήθηκε το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα σε γλώσσα κατανοητή σε αυτήν. Μετά δε το πέρας της συνέντευξης ο λειτουργός, ο διερμηνέας και η Αιτήτρια υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης όπως επίσης στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης, βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις της. Εάν η Αιτήτρια δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση θα μπορούσε να ζητήσει διευκρινίσεις από τον διερμηνέα (Βλέπε Abul Kalam Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585). Συνεπώς, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η όλη διαδικασία της συνέντευξης ήτο σε πλήρη σύμπνοια με το Άρθρο 13 & 13Α του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000). Εξάλλου δεν τεκμηριώνονται επαρκώς και/ή προβάλλονται ειδικοί και συγκεκριμένοι λόγοι που ο διενεργών τη συνέντευξη δε διέθετε τα κατάλληλα προσόντα (Βλέπε Υπόθεση Αρ. 1239/2009, OM PRAKASH PANDEY ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ημερομηνίας 05/11/2010) ούτε θεωρώ ότι ανατράπηκε το τεκμήριο της κανονικότητας που διέπει διοικητικές πράξεις της διοίκησης, με βάση τη πάγια νομολογία. Όπως τονίστηκε στην Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας,  ημερομηνίας 12/03/2001, η διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως αυτό δεν συμβαίνει. Στην προκειμένη περίπτωση δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία να έχουν επισυμβεί τα όσα υποδεικνύονται από την Αιτήτρια (Βλέπε Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929). Ως η ανωτέρω ανάλυση, καταδεικνύεται ότι η διαδικασία συνέντευξης διενεργήθηκε στην αγγλική γλώσσα (που κατανοεί η Αιτήτρια), της επεξηγήθηκε επαρκώς η διαδικασία συνέντευξης, επιβεβαίωσε η ίδια με την υπογραφή της τα όσα καταγράφονται επί του πρακτικού (αγγλικού κειμένου) αντικατοπτρίζουν τις δηλώσεις της και δεν έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε μαρτυρία που να ανατρέπει τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο της συνέντευξης.

 

Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023, (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης της Αιτήτριας, των στοιχείων του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ») σε συνδυασμό με τους λοιπούς ισχυρισμούς της.

 

Στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε η Αιτήτρια, κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω του βιασμού που υπέστη, με συνέπεια την κοινωνική αποδοκιμασία (σχολιασμό, κοροϊδία), την ντροπή και το τραύμα. Μια γυναίκα τη βοήθησε να φύγει για να εργαστεί ως καθαρίστρια και να την αποπληρώσει, ωστόσο κατέληξε να παρέχει σεξουαλικές υπηρεσίες στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου.  Κατά το στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Benin, της Πολιτείας Edo, στη Νιγηρία. Ως περαιτέρω ανέφερε έχει καλή σχέση με την οικογένεια της, η οποία αποτελείται από τους γονείς της, 2 αδέρφια και 3 αδερφές, και όλοι εξακολουθούν να διαμένουν στην  Πολιτεία Edo. Όσον αφορά το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ βοηθούσε τη μητέρα της ως πωλήτρια στο κατάστημα τροφίμων που είχε.

 

Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα της, η Αιτήτρια ουσιαστικά επανέλαβε τα όσα κατέγραψε στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε. Ερωτηθείσα, αν υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος λόγος που έφυγε από τη χώρα της, η Αιτήτρια απάντησε ότι ήθελε να βοηθήσει την οικογένεια της λόγω της δύσκολης οικονομικής τους κατάστασης. Σε ερώτηση τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής της, η Αιτήτρια απάντησε ότι το άτομο το οποίο την βοήθησε να ταξιδέψει είναι στη Νιγηρία, επίσης, δεν γνωρίζει αν η κοινωνική αποδοκιμασία έχει υποχωρήσει, και αν μπορεί να το διαχειριστεί επιστρέφοντας στη γειτονιά της. Σε ερωτήσεις αναφορικά με το περιστατικό του βιασμού της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ένα βράδυ, τον Ιούλιο του 2021, μπήκαν ληστές στο σπίτι και της ζήτησαν να τους ακολουθήσει. Κατέληξαν στο χώρο ενός μηχανικού (mechanic shop) κοντά στο σπίτι της όπου τη βίασαν, όταν έφυγαν οι ληστές την βρήκαν 2 άτομα (vigilantes) και την πήγαν πίσω στο σπίτι της. Η μητέρα της την πήγε στο νοσοκομείο όπου έλαβε φαρμακευτική αγωγή για πρόληψη ασθενειών και εγκυμοσύνης. Σε ερωτήσεις αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι είναι 6 αδέρφια, ο πατέρας της είναι αγρότης και η μητέρα της πωλήτρια, και δεν είναι εύκολο να βρεις δουλειά για να βγάλεις τα προς το ζην. Σε ερωτήσεις αναφορικά το ταξίδι της και τον ισχυρισμό περί εξαναγκασμού της σε παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών, η Αιτήτρια δήλωσε ότι μια φίλη προθυμοποιήθηκε να τη βοηθήσει και τη σύστησε σε μια γυναίκα η οποία διευθέτησε το ταξίδι της με την προϋπόθεση ότι θα εργαζόταν σε υπηρεσίες καθαρισμού, και με το μισθό της θα αποπλήρωνε το ποσό του ταξιδιού. Την έστειλε σε κάποιο ναό όπου προέβη σε όρκο ότι δεν θα εγκαταλείψει την εν λόγω εργασία μέχρι να αποπληρώσει τη συγκεκριμένη γυναίκα. Ωστόσο, με την άφιξη της στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, μεταφέρθηκε σε χώρο όπου ενημερώθηκε ότι δεν υπάρχει άλλη δουλειά πέραν των σεξουαλικών υπηρεσιών, με την άρνηση της να συνεπάγεται απειλές και στέρηση τροφής. Ένα βράδυ κατάφερε να διαφύγει με τη βοήθεια κάποιου πελάτη. Ως αναφέρει, δεν είχε ποτέ ξανά επικοινωνία με τα συγκεκριμένα άτομα, παρά μόνο η γυναίκα στη Νιγηρία όταν έμαθε για τη φυγή της επικοινώνησε με τη μητέρα της και απείλησε ότι θα κανονίσει το θέμα όταν την βρει. Τέλος, σε ερωτήσεις αναφορικά με την πρακτική ΑΓΓΟ (ακρωτηριασμός γυναικείων γεννητικών οργάνων), η Αιτήτρια ανέφερε ότι υπεβλήθη στην εν λόγω πρακτική όταν ήταν μωρό, χωρίς όμως να γνωρίζει σε τι τύπο υπεβλήθη, ούτε ήταν σε θέση να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες. Ερωτηθείσα, περαιτέρω, αν γνωρίζει οτιδήποτε για επαναυποβολή (reinfibulation) στη συγκεκριμένη επέμβαση, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά.

 

Ο λειτουργός, στην έκθεση/εισήγηση που ετοίμασε κατέληξε σε 4 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι (1) ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, (2) η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω των κοινωνικών επιπτώσεων της σεξουαλικής επίθεσης που υπέστη τον Ιούλιο του 2021, (3) η Αιτήτρια εξαναγκάστηκε σε παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, και (4) η Αιτήτρια υπεβλήθη σε ΑΓΓΟ σε βρεφική ηλικία. Οι 3 ισχυρισμοί (1, 3, και 4) έγιναν αποδεκτοί από τον λειτουργό καθώς κρίθηκε ότι η Αιτήτρια παρείχε επαρκείς και συνεκτικές πληροφορίες, ενώ ο τρίτος ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης πληροφοριών, συνοχής και περιγραφικότητας. Ειδικότερα σε σχέση με τον ισχυρισμό για σεξουαλική εκμετάλλευση στις κατεχόμενες περιοχές κρίθηκε ότι οι δηλώσεις της στερούντο συνοχής, συνέπειας και λεπτομερειών ήτοι:

- σε ερωτήσεις αναφορικά με την καθημερινότητα της στις κατεχόμενες περιοχές, οι δηλώσεις της ήταν γενικές, αόριστες και λακωνικές. Κληθείσα επανειλημμένα να περιγράψει την καθημερινότητα της, η Αιτήτρια απάντησε ότι απλά βρισκόταν στο σπίτι και δεν είχε κάποιο να μιλήσει, ότι δεν απασχολείτο με κάτι, ότι περίμενε μέχρι το απόγευμα για να φάει και αν ερχόταν πελάτης, την ενημέρωνε η συγκάτοικος της (ερυθρό 28/1χ ΔΦ),

- σε ερωτήσεις αναφορικά με τη φυγή της, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες. Κληθείσα να περιγράψει τη φυγή της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι βγήκε από το δωμάτιο με ένα μικρό τηλέφωνο που είχε, τηλεφώνησε στο άτομο που θα την βοηθούσε, επιβιβάστηκε σε ένα μαύρο λεωφορείο το οποίο τους άφησε κοντά σε μια γέφυρα και τους είπαν να περάσουν (ερυθρό 27/3χ ΔΦ),

- ο εξαναγκασμός της στην παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών δεν τεκμηριώθηκε, καθώς δεν προβλήθηκαν πληροφορίες που να παραπέμπουν σε πίεση ή απειλή ούτε από τη συγκάτοικο της αλλά ούτε και από τη γυναίκα που τη βοήθησε στη Νιγηρία. Ως αναφέρει, παρέμεινε σε ένα διαμέρισμα για 5 μήνες, χωρίς περιορισμό, με τις πόρτες ξεκλείδωτες, ειδικά το βράδυ (ερυθρό 26/1χ ΔΦ),

 

Μετά από αξιολόγηση του συγκεκριμένου ισχυρισμού της Αιτήτριας, διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία της επί του ανωτέρω σημείου του αιτήματος της, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου της, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131).Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, η Αιτήτρια θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης της σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω του  συγκεκριμένου λόγου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Επιπλέον το Δικαστήριο, στα πλαίσια πραγματικού ελέγχου των γεγονότων της υπόθεσης, διαπιστώνει ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού κατά τρόπο που συναχθεί ότι τα εξιστορισθέντα αποτελούν βιωματικά περιστατικά.

 

Η αποδοχή, όμως, των ανωτέρω δύο ισχυρισμών της Αιτήτριας ήτοι σεξουαλικής επίθεσης που υπέστη τον Ιούλιο του 2021 και ότι υπεβλήθη σε ΑΓΓΟ σε βρεφική ηλικία, δεν μπορούν να οδηγήσουν σε παροχή σε αυτήν του καθεστώτος πρόσφυγα. Προχωρώντας στην αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου, ο λειτουργός επί τη βάσει των αποδεδειγμένων και μόνο ισχυρισμών κατέληξε σε συνάρτηση με το προφίλ της ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα η Αιτήτρια να υποστεί συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στην Νιγηρία. Υπάρχει εκτενής αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος της από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής, έγινε παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα της. Λόγω δε του προφίλ της και του οικογενειακού προστατευτικού της δικτύου προέκυψε από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ότι δεν θα αντιμετωπίσει μελλοντοσταφή κίνδυνο κατά την επιστροφή της, καθότι η Αιτήτρια στηρίζεται από ένα ισχυρό σύστημα οικογενειακής υποστήριξης, προέρχεται από μια δεμένη οικογένεια 7 ατόμων - η οποία αποτελείται από τους γονείς της και τα 5 αδέρφια της. Η υποστήριξη της οικογένειας της προκύπτει συναφώς από τον τρόπο που βοήθησαν την Αιτήτρια μετά το περιστατικό του βιασμού, όπου η μητέρα της φρόντισε για τις πρώτες βοήθειες, ενώ προέβησαν στις απαραίτητες ενέργειες για ενίσχυση της ασφάλειας του σπιτιού με τις κατάλληλες αλλαγές. Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια παρουσιάζει ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, έχει εργασιακό υπόβαθρο και ευκαιρίες απασχόλησης, καθώς πριν εγκαταλείψει τη χώρα της βοηθούσε τη μητέρα της στην ενασχόληση της. Συνεπώς, η Αιτήτρια θα μπορούσε να απολαύσει ένα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης κατά την επιστροφή της χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πράξη δίωξης.

 

Καθίσταται, επίσης, σαφές από όλες τις περιστάσεις της Αιτήτριας, όπως περιγράφονται ανωτέρω, ότι δεν υπάρχει βάσιμος φόβος και/ή μελλοντοσταφής κίνδυνος επανάληψης ΑΓΓΟ. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο EASO «Δικαστική Ανάλυση του (2018) Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ)», σελίδα 92:

 

«Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υπο­στεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον[2]. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρί­σμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)[3]] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης[4]. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση). Η αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης της αξιοπιστίας, είναι το πρώτο στάδιο. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο. Το ΔΕΕ ενέκρινε αυτή την προσέγγιση δύο σταδίων:

 

Στην πραγματικότητα, η «αξιολόγηση» αυτή γίνεται σε δύο αυτοτελή στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτή­σεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκει­μένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας[5]

 

Στην παρούσα και ενώ έγινε αποδεκτή η διενέργεια ΑΓΓΟ σε βρεφική ηλικία ούτε προκύπτει φόβος δίωξης αλλά ούτε επανάληψης της εν λόγω  πρακτικής από τις δηλώσεις της ίδιας της Αιτήτριας, ως αξιολογήθηκε από τον λειτουργό. Σύμφωνα με το ίδιο εγχειρίδιο[6]:

 

«Ο όρος «φόβος» αντικατοπτρίζει τη μελλοντοστραφή έμφαση των ορισμών της σύμβασης για τους πρόσφυγες και της ΟΕΑΑ. Η ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) επεκτείνει την προστασία όχι μόνο στα πρόσωπα που υπέστησαν πραγματικά δίωξη, αλλά και σε εκείνα που διατρέχουν κίνδυνο δίωξης[7]. Αντικατοπτρίζει επίσης την αποδοχή της ιδέας ότι η απειλή δίωξης αρκεί για να διαπιστωθεί ύπαρξη δίωξης. Επομένως, ένα πρόσωπο δεν χρειάζεται να περιμένει να υποστεί διώξεις για να υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, αλλά μπορεί να «φοβάται» μελλοντική δίωξη.

 

Το ΔΕΕ τόνισε τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα του βάσιμου φόβου στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Y και Z, όπου αποφάνθηκε ότι:

 

[ο]σάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ) αυτής, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεως[8].»

 

(ο τονισμός δικός μου)

 

Ούτε καταδεικνύεται από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση απέτυχαν να εξετάσουν ότι η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[9] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, καταγράφεται στην έκθεση/εισήγηση ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων (ερυθρό 88 ΔΦ). Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 17/07/23 – 17/07/24, στην πόλη Benin, τόπος συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, καταγράφηκαν μόνο 50 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 32 ανθρώπινες ζωές. Τα 50 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 ταραχές (riots), 19 διαμαρτυρίες (protests), 14 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 11 ανθρώπινες απώλειες, και 13 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 21 ανθρώπινες απώλειες.[10] Σημειώνεται ότι, η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου επιβεβαιώνονται τα ευρήματα του λειτουργού και/ή ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παροχή συμπληρωματικής προστασίας λόγω ένοπλης σύρραξης.

 

Ως εκ των ανωτέρω, δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).

 

Για όλους του πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

 

                         Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009, σκέψη 11.

[2] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 51· απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 43.

[3] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[4] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 51· απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 43. Βλέπε επίσης την προηγούμενη διατύπωση του ΔΕΕ στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Abdulla κ.λπ., ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 57 (χωρίς ρητή παραπομπή σε υπευθύνους δίωξης).

[5] Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012 στην υπόθεση C-277/11, M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, EU:C:2012:744, σκέψη 64.

[6] EASO (2018), Δικαστική Ανάλυση «Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ), διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf, σελ. 94-95

[7] Βλέπε απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 74 και 75· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 63 και 64. Βλέπε επίσης Εγχειρίδιο UNHCR, ό.π., υποσημείωση 107, σκέψη 45.

[8] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 76. Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποί, ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 72.

[9] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[10] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο