ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

Υπόθ. Αρ.: 5172/21 

 

30 Ιουλίου, 2024 

 

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.] 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

 

Μεταξύ: 

F.S.

Αιτητής 

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η Αίτηση 

 

 

Ρ. Κουλία(κα.), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Μ. Σουρουλλά (κα) Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 17/06/2021,  σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, ως αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονότων και κακής εφαρμογής του νόμου.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, έχουν εκτεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου:

 

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Σιέρρα Λεόνε και εισήλθε μέσω κατεχομένων στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και στις 07/05/2019 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.

 

Στις 18/08/2020 και 01/09/2020 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (από τούδε και στο εξής «ο αρμόδιος λειτουργός»), προς εξέταση του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Μετά την συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση με ημερομηνία 26/05/2021 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 17/06/2021, ενέκρινε την ανωτέρω εισήγηση και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.

 

Στις 06/07/2021 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία, παραλήφθηκε από τον Αιτητή στις 22/07/2021.

 

Στις 13/08/2021, καταχωρήθηκε από τον Αιτητή η υπό κρίση προσφυγή.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

 

Κατά την καταχώρηση της προσφυγής, ο Αιτητής, ο οποίος δεν εκπροσωπείτο από δικηγόρο, δεν προέβαλε κανένα νομικό ισχυρισμό εναντίον της επίμαχης απόφασης απόρριψης του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Σημείωσε δε, πως δεν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του επειδή είναι ενεργό μέλος κατά  της κυβέρνησης ως διαδηλωτής. Έπειτα από τον διορισμό της συνηγόρου του, καταχωρήθηκε μετά από έγκριση σχετικού αιτήματος,  τροποποιημένη προσφυγή  στις 20/05/2022. Με την τροποποιημένη προσφυγή του, ο Αιτητής προβάλλει δια της συνηγόρου του, πλείονες λόγους ακυρώσεως.

 

Εν συνεχεία, ο αιτητής καταχώρησε στις 11/11/22 αίτηση άδειας προσαγωγής μαρτυρίας η οποία έγινε μερικώς δεκτή με ενδιάμεση απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, ημερομηνίας 29/06/2023. Έπειτα, καταχωρήθηκε στις 25/07/2023 από την συνήγορο του Αιτητή η τροποποιημένη ένορκη δήλωση του Αιτητή ως αυτή έγινε αποδεκτή σύμφωνα με την ως άνω ημερομηνίας 29/06/2023 ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου καθώς και το επισυναπτόμενο με την ένορκη δήλωση του Αιτητή τεύχος της εφημερίδας Standard Times, ημερομηνίας 18/04/2019 (Τεκμήριο 1).

 

O Αιτητής δια της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου του, βάλλει κατά της προσβαλλόμενης για τους κάτωθι λόγους: 1) η απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πραγματικά γεγονότα και λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα ή/και απόφαση των Καθ’ων η αίτηση είναι αντίθετη προς τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου και/ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του ανθρώπου ή/και άλλα νομοθετικά κείμενα. 2) η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των προνοιών του Περί Προσφύγων Νόμου 2000-2004 3) η απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας και/ή είναι παράνομα αιτιολογημένη, 4) η απόφαση των Καθ’ων η αίτηση καταπατά τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και 5) οι Καθ’ων η αίτηση λανθασμένα και παράνομα και/ή αυθαίρετα κατέληξαν ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης από τις αρχές της χώρας του Αιτητή και/ή από άλλες οργανώσεις τα μέλη των οποίων είναι γνωστά στις αρχές και/ή βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και/ή  ότι πρέπει να αναγνωριστεί πρόσφυγας ή να του αναγνωριστεί το καθεστώς επικουρικής προστασίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, με τη Γραπτή τους Αγόρευση, υποστηρίζουν πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για έναν από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους δίωξης ως προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Είναι η θέση τους πως ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο εγείρεται με αοριστία και για αυτό τον λόγο πρέπει να απορριφθεί ως ατεκμηρίωτος. Ομοίως, εισηγούνται όπως απορριφθούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, καλής πίστης, αναλογικότητας, νομιμότητας, ισότητας, δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου και χρηστής διοίκησης καθώς δεν αναπτύσσονται δεόντως και ούτε βρίσκουν πραγματικό και νομικό έρεισμα. Επικουρικώς δε υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και Κανονισμών, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

Κατά τις διευκρινήσεις στις 17/01/2024 οι συνήγοροι των μερών υιοθέτησαν το περιεχόμενο των γραπτών τους αγορεύσεων. Ειδικότερα, σε  ερώτηση του Δικαστηρίου προς την συνήγορο του Αιτητή σχετικά με το εάν τα επιπρόσθετα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του ως αυτοί προβλήθηκαν κατά την συνέντευξη του, η συνήγορος αποκρίθηκε πως κατά την συνέντευξη υπήρχε πρόβλημα κατανόησης των ερωτήσεων που του ετέθησαν από τον λειτουργό στον Αιτητή, χωρίς όμως να υποστηρίζεται η ακυρότητα της συνέντευξης στο σύνολο της και επανέλαβε πως ως ανέφερε και ο Αιτητής στην συνέντευξη του, το όνομα του έχει δημοσιοποιηθεί σε όλα τα δημόσια μέσα της χώρας, πως καταζητείται για κάτι που τελείωσε πριν 20 έτη και ως εκ τούτου υπάρχει σοβαρό κίνδυνος για την ζωή του. Από την πλευρά τους οι Καθ’ων η αίτηση αποκρίνονται πως ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή παρόλο που έγινε αποδεκτός αφορά γεγονότα του 2018 και συνεπώς σήμερα ενδεχομένως δεν επηρεάζουν με οιονδήποτε τρόπο την επιστροφή του Αιτητή καθώς και ότι κατά την αξιολόγηση του κινδύνου επί τη βάσει του ανωτέρω ισχυρισμού κρίθηκε δυνατή η επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του.

 

Αξιολόγηση ισχυρισμών

 

Αρχικά θα συμφωνήσω με τους Καθ’ων η αίτηση πως οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί παραβίασης των αρχών του διοικητικού δικαίου, της αρχής της ισότητας,  της νομιμότητας, της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης, της αρχής της αναλογικότητας, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και την αρχή της ίσης μεταχείρισης, πέρα από ότι αυτοί προβάλλονται σε ένα ενιαίο κείμενο χωρίς να είναι σαφής ο διαχωρισμός τους, εγείρονται αόριστα και ατεκμηρίωτα χωρίς να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται αλλά και χωρίς καμία ουσιώδη εξειδίκευση ή σύνδεση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή κατά παράβαση με τα όσα ορίζει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 και ως εκ τούτου δεν θα τύχουν εξέτασης.

 

Σε σχέση με τους ισχυρισμούς της συνηγόρου, περί παράλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί το Νόμο/περί τα πράγματα και έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας, αν και μερικώς τεκμηριωμένοι, θα προχωρήσω στην εξέταση τους, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018)).

 

Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών των Αιτητών, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός τους και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Κατά την υποβολή της αίτησής του για την παροχή διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε πως είναι επιζών της κατολίσθησης λάσπης του Αυγούστου που έλαβε χώρα στη Σιέρρα Λεόνε. Πρόσθεσε πως έχασε την οικογένεια του, τα τέκνα του, την σύζυγό του, την μητέρα, τον πατέρα και τα αδέλφια του και ήταν σε θέση να σώσει τον υιό του με τον οποίο έμεινε μαζί στην κλινική επειδή ήταν άρρωστος. Δήλωσε ότι δεν θέλει να χάσει την ζωή του για αυτό το άγχος και για αυτό το λόγο αποφάσισε να φύγει και να έχει ηρεμία στο κεφάλι του (βλ. ερυθρό 4).

 

Κατά την συνέντευξη του, δήλωσε αναφορικά με την πατρική του οικογένεια πως οι γονείς του έχουν αποβιώσει. Δήλωσε πως διέμενε στην Freetown μέχρι που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του σε διάφορες περιοχές, μέχρι την ηλικία των 10 ετών διέμενε στην περιοχή Portee και πως όταν παντρεύτηκε το 2008 πήγε να διαμείνει στην περιοχή Imatt όπου είχαν γη. Είναι έγγαμος από το 2008 και πατέρας δύο τέκνων. Η σύζυγός και το ένα τέκνο τους έχουν αποβιώσει και το δεύτερο τέκνο του σήμερα διαμένει με έναν φίλο του στην Freetown, μέχρι το έτος 2020 το τέκνο του διέμενε με την μητέρα του η οποία όμως απεβίωσε τον Ιούλιο του 2020.  Ο Αιτητής δήλωσε πως γεννήθηκε στην Freetown όπου έμενε μέχρι που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του. Έχει λάβει 9 έτη σχολικής εκπαίδευσης σταμάτησε λόγω του πολέμου το 1996. Αναφορικά με το εργασιακό του υπόβαθρο δήλωσε πως εργάστηκε για μια εταιρία SCT από την Σενεγάλη για τρία έτη στον κατασκευαστικό τομέα. Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 05 Μαρτίου 2019 με χρήση διαβατηρίου το οποίο αιτήθηκε και εξέδωσε μόνος του(Βλέπε Ερυθρό 32 2χ δ.φ.).

 

Ο Αιτητής δήλωσε πως όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην χώρα εξαναγκάσθηκε σε στρατολόγηση από την αντάρτικη ομάδα των μαχητών/ανταρτών Επαναστατικό Ενωμένο Μέτωπο-Revolutionary United Front. Κληθείς να περιγράψει τις συνθήκες στρατολόγησης δήλωσε πως τον Ιανουάριο του 1996 σε ηλικία 13 ετών ένστολοι άνδρες με πολιτικά ρούχα τους συνέλαβαν με τον αδελφό του και εν συνεχεία τους μετέφεραν σε μια περιοχή που λέγεται Okro hill όπου εκεί βρισκόταν και μια άλλη ένοπλη ομάδα μαχητών με την ονομασία West Side Boys/West side Nigas. Ο ίδιος δήλωσε πως εντάχθηκε στην ομάδα ανταρτών Jointer 3 και πως τον ίδιο και άλλα 15 άτομα τον ανέθεσαν στην ομάδα του στρατηγού Alhadji. Εν συνεχεία, ο Αιτητής αναφέρθηκε στους διάφορους τύπους όπλων πάνω στους οποίους εκπαιδεύτηκε καθώς και στην εκπαίδευση που έλαβε. Ο ίδιος δεν προσπάθησε να διαφύγει επειδή δεν είχε που να πάει αλλά και ο αδελφός του ήταν μαζί του στην επανάσταση.

 

Αναφορικά με τις δραστηριότητες στις οποίες είχε εμπλακεί ως μαχητής/αντάρτης κατά την περίοδο 1996-2001 δήλωσε πως είχε αναπτυχθεί στην περιοχή Mama area (πλησίον της Freetown, την οποία προσδιόρισε και ως την περιοχή στην οποία είχαν δημιουργήσει την μεγαλύτερη καταστροφή) και πως του είχαν δώσει το ψευδώνυμο  «Blood” επεξηγώντας πως δίνουν ψευδώνυμο σε όσους σκοτώνουν για να γίνουν πιο διάσημοι ( Ερυθρό 60 3χ, 4χ δ.φ.).  Συνέχισε πως για 4 έτη (1996-1999) κατά την περίοδο του εμφυλίου ήταν ενεργός μαχητής, πήγαινε σε μάχες κατά του στρατού, των Kamarjos και της ECOMOG και σε επιθέσεις χωριών προκειμένου να πάρουν πράγματα για ανεφοδιασμό και επιδίδονταν σε εμπρησμούς σπιτιών ανάλογα με τις οδηγίες που κάθε φορά λάμβαναν. Δήλωσε ακόμη πως είχε διαπράξει δολοφονίες κατά αμάχων καθώς και δολοφονίες στρατιωτών από τους οποίους έπαιρναν τα όπλα(Βλ. αναλυτικά Ερυθρά 59-58, 55 δ.φ.).

 

Εν συνεχεία, δήλωσε πως το 2000 ξεκίνησαν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών και τους δόθηκε η οδηγία να σταματήσουν τις λεηλασίες και τους σκοτωμούς και να παραδώσουν τα όπλα. Μετά τον αφοπλισμό των μαχητών, ο Αιτητής δήλωσε πως εντάχθηκε σε πρόγραμμα επανένταξης πρώην μαχητών (με την ονομασία DDR) και πως το 2002 παρακολούθησε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα ξυλουργικής ετήσιας διάρκειας στην περιφέρεια Kambe. Συνέχισε πως μετά από ένα έτος επέστρεψε στην Freetown και πως το 2008 παντρεύτηκε με την σύζυγο του και διέμεναν στο σπίτι που έφτιαξε κοντά σε δασώδη περιοχή στο Imatt. Δήλωσε πως μετά το τέλος του πολέμου σκέφτονταν αυτά που συνέβησαν στην περιοχή που είχε αναπτυχθεί και πως δεν είχε αυτοπεποίθηση επειδή φοβόταν μήπως κάποιος συγγενής αυτών που έβλαψε τον αναγνωρίσει. Δήλωσε ακόμη πως μετά το τέλος του πολέμου συνενώθηκε με την μητέρα του και ο αδελφός του εγκατέλειψε την χώρα και σήμερα βρίσκεται στην Μάλτα.

 

Εν συνεχεία, ο Αιτητής δήλωσε πως είναι επιζών/ θύμα της φονικής κατολίσθησης λάσπης που έλαβε χώρα στην  Freetown το 2017 κατά την οποία έχασε την σύζυγό και το ένα τέκνο τους. Ο Αιτητής δήλωσε πως η κυβέρνηση έλαβε χρήματα προκειμένου να χτίσει σπίτια για όσους επλήγησαν από την φονική πλημμύρα και κατολίσθηση λάσπης, όμως τα λίγα σπίτια που έχτισε τα έδωσε σε μη δικαιούχους και εν συνεχεία υποσχέθηκε στους πληγέντες τμήματα γης στην περιοχή Mama area όπου ο ίδιος είχε διαπράξει κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου βιαιότητες εκεί. Όμως κατά την διάρκεια συνάντησης τον Φεβρουάριο του 2018 που είχε οργανώσει ο Υπουργός μεταξύ των πληγέντων και δικαιούχων γης με τον αρχηγό της περιοχής και τους κατοίκους της ανωτέρω περιοχής, ο Αιτητής δήλωσε πως αναγνωρίστηκε από έναν γηραιό κάτοικο της περιοχής ο οποίος τον υπέδειξε στους υπόλοιπους κατοίκους και τον αποκάλεσε με το όνομα που του είχαν δώσει όταν ήταν μαχητής “Blood man”.

 

Εν συνεχεία, ο Αιτητής δήλωσε πως είπε σε φίλο του που ήταν μαζί, πως οι κάτοικοι μιλούν για αυτόν και πως αυτή ήταν η περιοχή όπου εξαφανίσθηκε ο πρώην στρατηγός της ομάδας του Alhadji όταν πήγε να διαμείνει σε εκείνη την περιοχή. Μετά το τέλος της ανωτέρω συνάντησης, και όταν οι άνθρωποι άρχισαν να φεύγουν ο Αιτητής επέστρεψε γρήγορα πίσω στην μητέρα του, στην οποία μετέφερε την πρόθεση του να εγκαταλείψει την χώρα. Πρόσθεσε πως δεν μπορούσε να διαμείνει σε άλλη περιοχή πέραν από αυτή που είχε διατεθεί από την κυβέρνηση για τους πληγέντες της καταστροφής, ούτε να επιστρέψει στην περιοχή όπου επλήγη και δεν επιτρεπόταν να μεταπωλήσει την έκταση που του δόθηκε καθότι σε αντίθετη περίπτωση η κυβέρνηση, ως δήλωσε, θα τον φυλάκιζε. Έτσι αποφάσισε να αφήσει τον υιό του στην μητέρα του και να εγκαταλείψει την χώρα.

 

Περαιτέρω, δήλωσε πως αποφάσισε προτού φύγει, να αιτηθεί την εξεύρεση σπιτιού από την κυβέρνηση και για αυτό αποφάσισε να συναντηθεί με τους φίλους του ώστε να οργανώσουν μια διαμαρτυρία. Κάλεσε τον φίλο του να τον συναντήσει στο Matorneh προκειμένου να οργανώσουν διαδήλωση και να πάνε στην οικία του προέδρου. Ενώ είχαν ξεκινήσει να πηγαίνουν προς την οικία του Προέδρου, η αστυνομία ήταν ήδη εκεί και τότε ο πρόεδρος διέταξε να συλλάβουν όποιον πήγαινε προς τα εκεί και συμμετείχε στην διαδήλωση.  Οι διαδηλωτές όταν έμαθαν για τις διαταγές του προέδρου έφυγαν από το σημείο (Βλ. Ερυθρά 52, 28 1χ,2χ δ.φ.).

 

Ερωτηθείς εάν ο ίδιος είχε αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα στην χώρα ως πρώην μαχητής/αντάρτης αποκρίθηκε πως δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα, μια φορά κάποιος τον αναγνώρισε αλλά δεν του είπε τίποτε επειδή δεν τον είχε βλάψει και πως γενικά οι πρώην αντάρτες/μαχητές δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα και πως αν δεν αναγνωριστούν από άτομα που έχουν υποστεί βλάβη από αυτούς  τότε δεν κινδυνεύουν. Ο ίδιος δήλωσε ότι ουδέποτε είχε δεχθεί κάποια απειλή από τους κατοίκους του ανωτέρω χωριού ή από κάποιον άλλο φορέα αλλά και μετά την αναγνώριση του από τον κάτοικο εκείνης της περιοχής δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα ή απειλή από τους κατοίκους της ανωτέρω περιοχής. Ο Αιτητής δήλωσε πως η μητέρα του μετά την κατολίσθηση έμενε στο Portee όπου άφησε τον υιό του μαζί της. Ο ίδιος πήγαινε απλά στο σπίτι της για να κοιμηθεί και την ημέρα ζούσε στο δάσος.

 

Πρόσθεσε πως κατόπιν επικοινωνίας με τον φίλο του  που φροντίζει το τέκνο του στην Σιέρρα Λεόνε, του μετέφερε είπαν πως υπάρχει ένα άρθρο σε εφημερίδα σχετικά με την διαδήλωση της οποίας ο Αιτητής ηγήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2018, το οποίο αναφέρει ότι η διαδήλωση ήταν παράνομη και πως αναζητείται.  Ερωτηθείς πως γίνεται να ενημερώθηκε για αυτή την εξέλιξη τις τελευταίες 15 ημέρες (κατά την δεύτερη του συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου) ενώ ο ίδιος έχει επαφή με τον ανωτέρω φίλο του, δήλωσε πως πιστεύει πως όταν αυτοί πήγαν στο σπίτι της μητέρας του, κατάλαβαν πως δεν ήταν εκεί και έτσι εξέδωσαν άρθρο στην εφημερίδα. Δήλωσε ακόμη πως η αστυνομία έλεγξε και την περιοχή που διέμενε στην Matorneh, δεν τον βρήκε και για αυτό τον λόγο έβγαλε αυτή την δημοσίευση πως όποιος τον δει να το αναφέρει. Πρόσθεσε πως κανείς δεν ήξερε για αυτή την δημοσίευση μέχρι το θάνατο της μητέρας του και πως ο φίλος του προσπαθεί να βρει την δημοσίευση και την ακριβή ημερομηνία που αυτή εκδόθηκε.

 

Ερωτηθείς τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του δήλωσε πως θα κινδυνεύει η ζωή του καθότι μπορεί να τον αναγνωρίσουν και όπου και να μεταβεί μέσα στην χώρα και δεν θα είναι ασφαλής. Ερωτηθείς εάν θα μπορούσε να διαμείνει σε άλλη περιοχή εντός της χώρας καταγωγής του ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά καθότι, ως δήλωσε, έχασε όλη του την οικογένεια και δεν μπορεί να μείνει σε μια χώρα όπου θα έχει πρόβλημα με διάφορους ανθρώπους (βλ.Ερ. 52 δ.φ.).

 

Κατά την συνέντευξη του ο Αιτητής υπέβαλε τα κάτωθι έγγραφα ως αυτά καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού προς υποστήριξη των ισχυρισμών του: α) φόρμα συναίνεσης για την μεταφορά χρημάτων για θύμα κατολίσθησης λάσπης/πλημμύρας με ημερομηνία έκδοσης τις 19/10/2017 από την κυβέρνηση της Σιέρρα Λεόνε (Ερυθρό 20 δ.φ.), β) κάρτα οικίας εκδοθείσας από την αρχή απόκρισης πλημμύρας/κατολίσθησης λάσπης της Σιέρρα Λεόνε, γ) πιστοποιητικό θανάτου της μητέρας του Αιτητή ημερομηνία έκδοσης τις 10 Ιουλίου 2020 από το Ληξιαρχείο της χώρας (Ερυθρό 47 δ.φ.), δ) μια φωτογραφία που απεικονίζει μια γυναίκα (Ερυθρό 48 δ.φ.), ε) φωτογραφίες που απεικονίζουν τις συνέπειες της πλημύρας/κατολίσθησης (Ερυθρό 50, 49 δ.φ.) και στ) άρθρο εφημερίδας ημερομηνίας 10/03/2018 το οποίο καταγράφει πως ο Αιτητής αναζητείται από τις αρχές (Ερυθρό 69 δ.φ.).

 

Στην εισηγητική έκθεση ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο δεύτερος αναφορικά με το γεγονός ότι ο Αιτητής ήταν πρώην παιδί στρατιώτης σε  αντάρτικη/επαναστατική ομάδα, έναν τρίτο αναφορικά με το ότι ο Αιτητής αναγνωρίστηκε ως δράστης εγκλημάτων πολέμου από κάποιους χωριανούς το 2018 και τέλος ο τέταρτος ισχυρισμός σχετικά με το ότι αναζητείται από την αστυνομία της Σιέρρα Λεόνε μετά την συμμετοχή του σε διαμαρτυρία. O πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ομοίως ως αποδεκτός κρίθηκε ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή περί του ότι διετέλεσε  παιδί-στρατιώτης σε μια ομάδα ανταρτών (ειδικότερα την ομάδα RUF) κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου στην Σιέρρα Λεόνε.  Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την αναγκαστική του στρατολόγηση, το περιεχόμενο της εκπαίδευσης που έλαβε, τις δραστηριότητες στις οποίες προέβη ως μαχητής σε περίοδο πολέμου και το κυβερνητικό πρόγραμμα επανένταξης στο οποίο μετείχε μετά το τέλος του πολέμου ήταν επαρκώς λεπτομερείς, συνεπείς και συνεκτικές (Βλ.Ερυθρά 130-127 δ.φ.) καθώς και έκρινε πως οι ως άνω δηλώσεις του σχετικά με την προηγούμενη ανάμειξη του στην ομάδα ανταρτών RUF ως παιδί στρατιώτης επιβεβαιώνονται από πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στις οποίες ανέτρεξε και παρέθεσε ο αρμόδιος λειτουργός.  Ως εκ τούτου ο ως άνω ισχυρισμός έγινε αποδεκτός στο σύνολο του.  Επίσης και ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή περί του ότι αναγνωρίστηκε ως πρώην μαχητής από κάτοικο του χωριού στο οποίο θα μετεγκαθίστατο το 2018 έγινε αποδεκτός καθότι κρίθηκε πως οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τα γεγονότα που στοιχειοθετούν τον ως άνω ισχυρισμό του υπήρξαν λεπτομερείς και συνεκτικές.

 

 

Αναφορικά με τον τέταρτο ισχυρισμό του Αιτητή περί του ότι καταζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του επειδή συμμετείχε σε μια διαδήλωση/διαμαρτυρία, αυτός έτυχε απόρριψης. Ειδικότερα, κρίθηκε πως οι δηλώσεις του σχετικά με την ανωτέρω διαδήλωση και την συμμετοχή του σε αυτήν στερούνταν συγκεκριμένων πληροφοριών. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει συγκεκριμένες και σαφείς πληροφορίες σχετικά με την ανωτέρω διαδήλωση πέρα από το να αναφερθεί σε γενικούς φόβους  αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα. Επίσης, κρίθηκαν ως ασυνεπείς οι απαντήσεις του όταν κλήθηκε να επεξηγήσει τον λόγο για τον οποίο έλαβε γνώση του δημοσιεύματος στην εφημερίδα με το οποίο ως δήλωσε αναζητείται μόνο 15 ημέρες πριν την δεύτερη συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου αφ’ης στιγμής το ανωτέρω περιστατικό έλαβε χώρα το 2018 και ο ίδιος από τότε που έφυγε από την χώρα καταγωγής του είναι σε τακτική επαφή με τον φίλο του εξαιτίας του υιού του. Τουναντίον, ο Αιτητής αποκρίθηκε με μη συγκεκριμένο τρόπο πως κανείς δεν γνώριζε για το ανωτέρω δημοσίευμα μέχρι το θάνατο της μητέρας του και τότε ο φίλος του ξεκίνησε να λαμβάνει πληροφορίες, το οποίο αντιφάσκει με τα όσα αποκρίθηκε όταν κλήθηκε να διασαφηνίσει τον λόγο για τον οποίο δεν ανέφερε τίποτα από τα ανωτέρω κατά την πρώτη του συνέντευξη.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε το έγγραφο – άρθρο της εφημερίδας με ημερομηνία έκδοσης 10 Μαρτίου 2018 το οποίο αναφέρει πως ο Αιτητής αναζητείται από την αστυνομία και έκρινε πως πέρα από τον τίτλο αυτού καμία άλλη πληροφορία δεν μπορεί να εξαχθεί σχετικά με τον εκδότη του άρθρου αλλά και την εφημερίδα στην οποία το ως άνω άρθρο δημοσιεύτηκε, ενώ ούτε κάποιο σχετικό αποτέλεσμα ανευρέθη από την αναζήτηση στο διαδίκτυο. Επομένως, το ανωτέρω έγγραφο δεν έγινε αποδεκτό αλλά και οι ελλιπείς πληροφορίες από την αναζήτηση στο διαδίκτυο σχετικά με το ανωτέρω γεγονός αξιολογήθηκαν ως αρνητικός δείκτης επί της αξιοπιστίας.  

 

Ούτε εντοπίστηκαν πληροφορίες από τον αρμόδιο λειτουργό σχετικά  την διαδήλωση στην οποία, ως δήλωσε, συμμετείχε ο Αιτητής στις 28 Φεβρουαρίου 2018 έξω από την οικία του προέδρου της χώρας, ενώ εντοπίστηκαν πληροφορίες οι οποίες αναφέρουν πως το σύνταγμα της χώρας εγγυάται την ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι οι οποίες γενικώς γίνονται σεβαστές στην χώρα και πως όταν ανέλαβε την εξουσία στην χώρα το 2018 ο πρόεδρος Bio ήρε την άρση των δημοσίων συναθροίσεων και πως σε μερικές μόνο περιπτώσεις έγινε χρήση κατασταλτικών μέτρων από την αστυνομία κατά των διαδηλωτών. Ως εκ της ανωτέρω ανάλυσης ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του τόσο ως εσωτερικά όσο και ως εξωτερικά αναξιόπιστος.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός επί τη βάσει του πρώτου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα, οι οποίες καταγράφουν την σταθερότητα που επικρατεί στην Σιέρρα Λεόνε από το τέλος του πολέμου το 2002 με τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις (2002, 2007, 2012, 2018) κατά τις οποίες, στις δύο εξ αυτών, το κόμμα της αντιπολίτευσης κέρδισε τις εκλογές, το οποίο σηματοδοτεί την ειρηνική μεταφορά εξουσίας στην αντιπολίτευση μετά το τέλος ενός εκ των πιο σκληρών εμφυλίων στην Αφρική και της δυνατότητας της αντιπολίτευσης να επικρατήσει μέσω εκλογών. Πρόσθεσε δε, πως στις εκλογές του 2018 παρόλο που  καταγράφηκαν κάποιες προκλήσεις (περιορισμοί σε προϋπολογισμό, πιέσεις από την κυβέρνηση) αυτές κρίθηκαν από τους διεθνείς παρατηρητές ως αξιόπιστες ενώ η ελευθερία του λόγου στην χώρα γίνεται επαρκώς σεβαστή με κάποιες υποθέσεις στοχοποίησης δημοσιογράφων ειδικότερα αυτών που ασχολούνται με την υψηλόβαθμη διαφθορά, εντούτοις πολλές ανεξάρτητες εφημερίδες κυκλοφορούν ελεύθερα όπως και δεκάδες δημόσιοι και ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί λειτουργούν χωρίς περιορισμούς (Βλ. Ερυθρό 120 δ.φ.).

 

Εν συνεχεία αναφορικά με τον δεύτερο και τρίτο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός ανέτρεξε σε πληροφορίες σχετικά με τον στιγματισμό και τις προκλήσεις ένταξης στην κοινωνία των πρώην μαχητών-παιδιών, από τις οποίες προέκυψαν πως κατά την διάρκεια του πολέμου χιλιάδες παιδιά αναγκάστηκαν να συμμετάσχουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις από διάφορες ένοπλες ομάδες, και ειδικότερα, όσα παιδιά στρατολογήθηκαν από την αντάρτικη ομάδα RUF εξαναγκάσθηκαν να διαπράξουν φρικαλεότητες, βιαιοπραγίες και σοβαρά εγκλήματα κατά των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ενώ μετά το τέλος του πολέμου η κυβέρνηση ξεκίνησε προγράμματα για την αποκατάσταση των πρώην παιδιών-στρατιωτών, τα οποία ενέταξε σε προγράμματα αφοπλισμού, αποστράτευσης και επανένταξης προκειμένου να τα προετοιμάσει για την επιστροφή τους στα σπίτια τους και στις οικογένειες τους. Κατά την διάρκεια αυτών των προγραμμάτων το μήνυμα που δόθηκε σε αυτά τα νέα παιδιά ήταν πως η εμπλοκή τους στις φρικαλεότητες του πολέμου δεν ήταν δικό τους σφάλμα και παρόμοια μηνύματα διαδόθηκαν κατά την διάρκεια των δράσεων ευαισθητοποίησης των κοινοτήτων στις οποίες θα επέστρεφαν οι πρώην μαχητές-παιδιά, παρά ταύτα οι πρώτες αντιδράσεις κατά την επιστροφή τους ήταν ο φόβος και η έλλειψη εμπιστοσύνης, με τα κορίτσια συχνά να αντιμετωπίζονται ως βρόμικες και βεβηλωμένες και τα αγόρια όπως και τα κορίτσια να αντιμετωπίζονται με φόβο.

 

Παρόλο που ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε πως οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή θα μπορούσαν να τον εκθέσουν σε συνθήκες στιγματισμού ή διάκρισης από την περιβάλλουσα κοινωνία, από τις δηλώσεις του Αιτητή κατά την συνέντευξη του δεν συμπεραίνεται ούτε προηγούμενη δίωξη, ούτε κίνδυνος στοχοποίησης του ως πρώην μαχητής-παιδί. Ειδικότερα, επισημάνθηκε πως ο Αιτητής, ως δήλωσε, δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα/βλάβη ή ενόχληση από οιονδήποτε φορέα κατά την διάρκεια της εικοσαετούς από το τέλος των εχθροπραξιών παραμονής του στην περιοχή διαμονής του, η οποία ήταν και ο χώρος/περιοχή κατά τον οποίο είχε διαπράξει εγκλήματα μαζί με τους αντάρτες κατά την περίοδο του πολέμου και ούτε είχε προηγουμένως ενοχληθεί/απειληθεί από τους κατοίκους του χωριού/περιοχής. 

 

Επίσης δεν αντιμετώπισε εμπόδια στην πρόσβαση ή κατά την συμμετοχή του στα προγράμματα που οργάνωσε η κυβέρνηση για την επανένταξη πρώην μαχητών-παιδιών στην κοινωνία της χώρας μετά το τέλος του πολέμου και καμία διακριτική μεταχείριση δεν αντιμετώπισε κατά την πρόσβαση του σε οικονομική υποστήριξη και αρωγή ως θύμα/επιζών της κατολίσθησης λάσπης του 2017. Κατέληξε δε ο λειτουργός πως δεν εντοπίζεται κανένα στοιχείο να υποστεί ο Αιτητής διακριτική μεταχείριση από τις κρατικές αρχές ένεκα της προηγούμενης εμπλοκής του ως μαχητής-παιδί κατά την διάρκεια του πολέμου. Ως εκ της ανωτέρω ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως δεν στοιχειοθετείται κίνδυνος δίωξης/σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του Αιτητή στην χώρα καταγωγής του, στη βάση των ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί (Βλ.Ερυθρά 119-116 δ.φ.).

 

Υπό το φως των ανωτέρω, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός κατέληξε ότι δεν δύναται να παραχωρηθεί στον Αιτητή προσφυγικό καθεστώς, καθώς δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης για κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. Ερ.116 δ.φ.). Ακολούθως, κατέληξε ότι δεν δύναται να παραχωρηθεί στον Αιτητή ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας όπως προνοείται στο άρθρο 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. Ερ. 115 δ.φ).

 

Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η  συνοπτική παρουσίαση του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης του Αιτητή, η οποία προσκομίστηκε ως μαρτυρία στο Δικαστήριο προς απόδειξη του ισχυρισμού του Αιτητή ότι κινδυνεύει στη χώρα καταγωγής του λόγω αποδιδόμενων πολιτικών πεποιθήσεων. Είναι η θέση του πως το έγγραφο (Τεκμήριο 1), αποδεικνύει τον κίνδυνο στο οποίο βρίσκεται στην χώρα καταγωγής του, επειδή επικηρύχθηκε από τα σώματα ασφαλείας της χώρας του καθότι οργάνωσε ως θύμα της φονικής κατολίσθησης του 2017 διαμαρτυρία, ζητώντας κυβερνητική βοήθεια.  Υποστήριξε πως προσκόμισε το έγγραφο (Τεκμήριο 1) σε αυτό το χρονικό σημείο επειδή δεν είχε την δυνατότητα να το εξεύρει αλλά και ήταν δαπανηρή η αποστολή του ανωτέρω εγγράφου στην Κύπρο. Πρόσθεσε πως οι διωκτικές αρχές της χώρας του αναγνώρισαν πως ήταν μέλος μιας επαναστατικής ομάδας ή οποία ήταν ενεργή κατά την διάρκεια του πολέμου πριν 20 έτη όταν έκανε αίτηση για την κρατική βοήθεια για τα θύματα της κατολίσθησης και πως γνωρίζει ότι τα μέλη αυτής της επαναστατικής ομάδας διώχθηκαν από τις αρχές με απάνθρωπο τρόπο και κάποιοι κατέληξαν νεκροί. Τέλος, αναφέρθηκε στην γενικότερη κατάσταση που επικρατεί με τις διαδηλώσεις στην χώρα και στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις οποίες προβαίνει η αστυνομία.

 

Έχοντας εξετάσει επισταμένως τα πρακτικά των συνεντεύξεων του Αιτητή, τους ισχυρισμούς του καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία του φακέλου, διαπιστώνω πως κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, τέθηκε στον Αιτητή επαρκής αριθμός ερωτήσεων και του δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς του καθώς και να αναπτύξει το αίτημά του, σε περίπτωση που πράγματι υφίστατο βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής της στη χώρα καταγωγής ή πληρούνταν οι προϋποθέσεις για να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Οι απαντήσεις δε που έδωσε ο Αιτητής, αξιολογήθηκαν δεόντως από αρμόδιο λειτουργό σε συνάρτηση με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του και ορθώς διαπιστώθηκε ότι οι λόγοι που ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή δεν στοιχειοθετούν φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί ο ίδιος σοβαρή βλάβη.

 

Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή  που έχουν γίνει αποδεκτοί (οι τρεις πρώτοι), βάσει της αρχής της μη χειροτέρευσης, δεν αμφισβητείται η αξιοπιστία τους με οποιοδήποτε τρόπο στο Δικαστήριο.

 

Αναφορικά με τον τέταρτο ισχυρισμό του Αιτητή περί του ότι καταζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του επειδή συμμετείχε σε μια διαδήλωση/διαμαρτυρία, θα συμφωνήσω  με την κατάληξη των Καθ’ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας αυτού, επισημαίνοντας ιδίως τα κάτωθι: Διαπιστώνω, έχοντας μελετήσει επισταμένως τα πρακτικά των συνεντεύξεων του, πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να συγκεκριμενοποιήσει τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η διαδήλωση της οποίας ως δήλωσε ηγήθηκε, ούτε να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με αυτήν (χρόνο, τόπο, πλήθος διαδηλωτών, ακολουθούμενη πορεία). Τουναντίον οι δηλώσεις του ήταν αόριστες και στερούνταν περιγραφικής λεπτομέρειας ενώ θα αναμένονταν να αναφερθεί σε αυτή με συγκεκριμένες και σαφείς πληροφορίες λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αιτητής εξιστόρησε βιωμένη προσωπική του εμπειρία. Παρά ταύτα ο Αιτητής επικαλέστηκε αόριστους κινδύνους περί της πολιτικής κατάστασης της χώρα και περί περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης  (βλ. Ερ. 31 1χ, 30 5χ δ.φ),  χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να εισφέρει οιανδήποτε ουσιώδη πληροφορία περί της διαδήλωσης της οποίας ως ισχυρίστηκε ηγήθηκε (πως κατέληξε, αν υπήρξαν συλλήψεις διαδηλωτών, πλήθος διαδηλωτών).  Ούτε καθίσταται σαφές από τις δηλώσεις του πως αναγνωρίστηκε από τις αρχές της χώρας καταγωγής του ως ο οργανωτής της εν λόγω διαδήλωσης/διαμαρτυρίας αφ’ης στιγμής ο Αιτητής δεν  συνελήφθη από τις αρχές της χώρας του στην διάρκεια της ανωτέρω διαδήλωσης, ούτε ήρθε σε επαφή με την αστυνομία σε κανένα σημείο αυτής, ούτε κατεστάλη (ως συνάγεται από τις δηλώσεις του) η διαδήλωση της οποίας κατά τους ισχυρισμούς του οργάνωσε και ηγήθηκε (βλ. Ερ. 29 3χ, 28 1χ δ.φ.).

 

Επίσης, και σε αυτοτελή έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από την χώρα καταγωγής του Αιτητή δεν εντοπίστηκε κάποια καταγραφή σχετικά με την διαδήλωση της 28ης  Φεβρουαρίου 2018 έξω από την οικία του προέδρου της χώρας στην Freetown, επιβεβαιώνοντας και το εύρημα των Καθ’ών η αίτηση (Βλ. Ερ. 121 δ.φ.)  αλλά και ουδεμία πληροφορία βρέθηκε σχετικά με διαδηλώσεις/διαμαρτυρίες ακολουθούμενες της φονικής πλημμύρας του 2017 από θύματα της πλημμύρας/κατολίσθησης  διαμαρτυρόμενοι για την υποστήριξη της κυβέρνησης, στοιχεία τα οποία πλήττουν έτι περαιτέρω την αξιοπιστία του ως άνω ισχυρισμού του Αιτητή.  

 

Σε  έρευνα σχετικά με την επικρατούσα πολιτική κατάσταση στην Σιέρρα Λεόνε καθότι έχει παρέλθει διάστημα από την έρευνα που διεξήγαγαν οι Καθ’ων η αίτηση, προκύπτει πως παρόλο που το δικαίωμα της ελεύθερης συνάθροισης κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της χώρας, η  κυβέρνηση της Σιέρα Λεόνε έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς για την καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων και τη χρήση βίας κατά των διαδηλωτών ενώ οι συλλήψεις διαδηλωτών δεν ήταν σπάνιες ειδικά σε περιόδους εκλογών, μάλιστα η πολιτική βία ήταν ιδιαίτερα αυξημένη ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης του 2023[1].  

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με έκθεση του Freedom House για τις πολιτικές ελευθερίες στην χώρα αναφέρεται πως το 2023, η αστυνομία απάντησε στις διαδηλώσεις με υπερβολική βία, χρησιμοποιώντας δακρυγόνα και σφαίρες από καουτσούκ κατά την προεκλογική περίοδο. Στις συγκεντρώσεις της αντιπολίτευσης πριν από τις εκλογές του Ιουνίου 2023 σημειώθηκαν βίαιες συγκρούσεις με διαδηλωτές, αστυνομία και υποστηρικτές του SLPP. Μετά τις εκλογές, υποστηρικτές της αντιπολίτευσης διαμαρτυρήθηκαν κατά της εκλογικής επιτροπής ECSL, αμφισβητώντας την αξιοπιστία των εκλογικών αποτελεσμάτων. Η ανωτέρω έκθεση αναφέρει, επίσης, πως κανένας δημοσιογράφος δεν σκοτώθηκε το 2023, πως η βία και η φυλάκιση δημοσιογράφων έχει μειωθεί σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους χωρίς σύνορα και πως οι ιδιωτικές συζητήσεις παραμένουν σχετικά ανοικτές αν και η απειλή βίας ένεκα ισχυρών συμφερόντων μπορεί να επηρεάσει την ελευθερία της προσωπικής έκφρασης[2]. Επίσης, πληροφορίες αναφέρουν πως υπήρξαν πολιτικοί κρατούμενοι το 2023 και ειδικότερα μέλη/υποστηρικτές του πολιτικού κόμματος APC, οι οποίοι  αφέθηκαν ελεύθεροι την επόμενη ημέρα της σύλληψης τους[3], ενώ οι συγκρούσεις μεταξύ οπαδών του κόμματος  APC  και του κόμματος SLPP καθώς και οι συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας εξακολούθησαν να υφίστανται[4] με τις συλλήψεις και περιστατικά βίας στην χώρα να συνδέονται κυρίως με την πολιτική/πολιτικές εξελίξεις στην χώρα[5].

 

Επομένως, ακόμα και αν υποτεθεί πως ο Αιτητής συμμετείχε και οργάνωσε διαδήλωση το 2018 έξω από το σπίτι του Προέδρου της χώρας προκειμένου να διαμαρτυρηθεί για την έλλειψη υποστήριξης της κυβέρνησης προς τα θύματα της κατολίσθησης/πλημμύρας του 2017, παρότι ο ως άνω ισχυρισμός κρίθηκε ως αναξιόπιστος ως αναλύθηκε ανωτέρω, δεν πιθανολογείται βάσει των ανωτέρω πληροφοριών σχετικά με την πολιτική κατάσταση στην χώρα ο Αιτητής να αποτελέσει στόχο ενδιαφέροντος για τις αρχές της χώρας καταγωγής του, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αιτητής ουδεμία προηγούμενη πολιτική δράση είχε στην χώρα καταγωγής του και τα περιστατικά βίας και συλλήψεων που καταγράφονται αφορούν κυρίως μέλη/υποστηρικτές πολιτικών κομμάτων(κυρίως των APC και SLPP) και πολιτικά υποκινούμενους διαδηλωτές/ακτιβιστές.  Επίσης παρατηρείται ότι η αυξημένη πολιτική βία και πόλωση που παρατηρήθηκε το τελευταίο έτος στην χώρα ήταν αποτέλεσμα την επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης του 2023.

 

Στα ως άνω προσθέτω πως ο Αιτητής εξέδωσε διαβατήριο και εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του τον Μάρτιο του 2019 χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο εμπόδιο από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, παρόλο που ως δήλωσε αναζητούνταν από τις αρχές λόγω του ότι ηγήθηκε διαδήλωσης στις 28 Φεβρουαρίου 2018 έξω από την οικία του προέδρου της χώρας (Ερ. 32 2χ δ.φ.). Επισημαίνω δε πως ο Αιτητής από την ισχυριζόμενη συμμετοχή του στην ανωτέρω διαδήλωση τον Φεβρουάριο του 2018 μέχρι και την έξοδο του από την χώρα καταγωγής του τον Μάρτιο του 2019(περί του ενός έτους), ουδεμία ενόχληση/απειλή δέχθηκε από τις αρχές της χώρας του. Θα αναμένονταν ευλόγως οι αρχές, εφόσον ως ισχυρίστηκε τον αναζητούσαν, να προχωρήσουν σε σύλληψη ή ενόχληση του κατά το διάστημα από την πραγματοποίηση της εν λόγω διαδήλωσης(Φεβρουάριος 2018) μέχρι και την έξοδο του από την χώρα (Μάρτιος 2019). Παρά ταύτα ο Αιτητής διέμενε στην χώρα για πάνω από ένα έτος, ειδικότερα στην Freetown όπου θα μπορούσε να εντοπισθεί εύκολα, χωρίς να συμβεί κάτι στον ίδιο από τις αρχές της χώρας καταγωγής του.

 

Αναφορικά με το Τεκμήριο 1 και ειδικότερα το έντυπο της εφημερίδας “Standard Times” ημερομηνίας 18/04/2019 το οποίο περιέχει στην σελίδα 6 άρθρο με τίτλο «SLP declares former RUF man, mudslide survivor wanted»  το οποίο προσκόμισε προς υποστήριξη του ισχυρισμού του περί του ότι αναζητείται από τις αρχές της χώρας του ως οργανωτής μη νόμιμης διαμαρτυρίας στις 28 Φεβρουαρίου 2018, έχοντας εξετάσει το εν λόγω έντυπο και ειδικότερα το υπό κρίση άρθρο, λεκτέα είναι τα κάτωθι:

Ως προς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του ανωτέρω εντύπου-εφημερίδας “Standard Times” δεν ήταν δυνατός ο διαδικτυακός εντοπισμός του υπό κρίση τεύχους στο οποίο δημοσιεύτηκε το ανωτέρω άρθρο, ούτε κατέστη δυνατή η εύρεση εντύπων της ανωτέρω εφημερίδας σε ψηφιακή μορφή, εντοπίστηκε δε η σελίδα της εφημερίδας στο Facebook[6] στην οποία δημοσιεύονται σελίδες του ανωτέρω εντύπου και ειδικότερα υπάρχουν αναρτήσεις των εξωφύλλων των διαφόρων τευχών που εκδίδει η εφημερίδα, το οποίο(εξώφυλλο) εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον μορφολογικά συμφωνεί με το εξώφυλλο της εφημερίδας που προσκόμισε ο Αιτητής. Επίσης από την σελίδα της εφημερίδας στο Facebook προκύπτει ότι  η εφημερίδα έχει την έδρα της στην Freetown (Sierra Leone) ενώ υπάρχει και διαδικτυακός σύνδεσμος στον οποίο παραπέμπει αλλά δεν κατέστη εφικτή η πρόσβαση σε αυτόν.

 

Παρατηρώ, ωστόσο, ασυνέπειες ως προς την ημέρα η οποία αναγράφεται στο επάνω μέρος της σελίδας 6 όπου εντοπίζεται το εν λόγω άρθρο σε σχέση με την ημέρα έκδοσης που αναγράφεται στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας εντός της οποίας βρίσκεται και το υπό κρίση δημοσίευμα. Ειδικότερα, οι σελίδες 5 και 6 (όπου βρίσκεται το υπό κρίση δημοσίευμα) του ανωτέρω εντύπου φέρουν ως ημέρα έκδοσης την ημέρα Τρίτη «Tuesday 18 April 2019» ενώ στην πρώτη σελίδα (όπως και στις υπόλοιπες) του ανωτέρω εντύπου αναγράφεται ως ημερομηνία έκδοσης η Πέμπτη 18 Απριλίου 2019 «Thursday, April 18, 2019», το οποίο θέτει υπό αμφισβήτηση την γνησιότητα του ανωτέρω δημοσιεύματος, παρόλο που δεν αποτελεί γενικό καθήκον των υπευθύνων λήψεων αποφάσεων να προβούν σε επαλήθευση της γνησιότητας των εγγράφων που προσκομίζονται από τους αιτητές ασύλου[7], εντούτοις η ανωτέρω χρονική απόκλιση δύναται να επηρεάσει την αξιοπιστία του περιεχομένου του άρθρου που προσκόμισε.

 

Περαιτέρω, ως προς το περιεχόμενο, πέρα της ανωτέρω χρονικής αναντιστοιχίας, εντοπίζω αποκλίσεις σε όσα περιέχονται στο σώμα του άρθρου αναφορικά με την έκβαση της επίμαχης διαδήλωσης σε σχέση με τα όσα δήλωσε ο Αιτητής κατά την συνέντευξη του σχετικά με αυτήν, καθότι ο Αιτητής σε κανένα σημείο της συνέντευξης του δεν δήλωσε πως οι διαδηλωτές καταδιώχθηκαν/κυνηγήθηκαν από την αστυνομία, τουναντίον ο Αιτητής δήλωσε πως όταν πληροφορήθηκαν ότι ο πρόεδρος της χώρας έδωσε οδηγίες να συλληφθεί όποιος πήγαινε προς την οικία του έφυγαν μακριά «as soon as we knew about the presidents orders we run away»( Βλ. Ερ. 31 1χ, . 29 3χ, 28 1χ δ.φ) χωρίς να προβεί σε κάποια άλλη αναφορά περί της τύχης (ή καταδίωξη) των υπόλοιπων διαδηλωτών. Ούτε εντοπίστηκε κατόπιν διαδικτυακής αναζήτησης σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης  από την χώρα καταγωγής του Αιτητή η συνέντευξη τύπου της αστυνομίας της χώρας κατά την οποία ανακοινώθηκε πως ο Αιτητής αναζητείται και την οποία επικαλείται το ανωτέρω άρθρο αλλά και στην οποία βασίστηκε και ο συντάκτης του ανωτέρω δημοσιεύματος, o οποίος δεν υπάρχει εν προκειμένω αν και τα περισσότερα άρθρα του ανωτέρω τεύχους φέρουν όνομα συντάκτη.

 

Στα ως άνω προσθέτω πως ούτε με την ένορκη του δήλωση κατάφερε ο Αιτητής να παραθέσει κάποια ουσιώδη πληροφορία σχετικά με το έγγραφο το οποίο προσκόμισε προς υποστήριξη του ισχυρισμού του περί καταδίωξης του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, παρά μόνο αναλώθηκε στο να αναφέρεται στο τι συμβαίνει στην χώρα καταγωγής του αναφορικά με την ελευθερία της έκφρασης και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ομοίως, ούτε μέσω της γραπτής του αγόρευσης ούτε κατά την επ’ακροατηρίω διαδικασία η συνήγορος του Αιτητή κατάφερε να παραθέσει οιονδήποτε επιχείρημα που να ανατρέπει τις ανωτέρω ασάφειες ή ελλείψεις στις δηλώσεις του  Αιτητή κατά την συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ως αυτές εντοπίστηκαν από τους Καθ’ων η αίτηση, ούτε να σχολιάσει, πέρα από το να επαναλάβει την ιστορία του Αιτητή, το βάρος της αποδεικτικής αξίας της μαρτυρίας που προσήγαγε στο Δικαστήριο προκειμένου να ενδυναμώσει την αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή περί του ότι αναζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του.

 

Ως εκ της ανωτέρω ανάλυσης, η ένορκη δήλωση και το επισυναπτόμενο σε αυτή  έγγραφο (Τεκμήριο 1)  που προσκόμισε ο Αιτητής δεν είναι δυνατό να ανατρέψει το εύρημα αναξιοπιστίας στο οποίο κατέληξαν οι Καθ’ων σχετικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή περί του ότι αναζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του και με το οποίο συμφωνεί και το Δικαστήριο ως ενδελεχώς αναπτύχθηκε ανωτέρω. Επομένως, η κατάληξη των Καθ’ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας του ως άνω ισχυρισμού ήταν εύλογη και λήφθηκε κατόπιν επαρκούς έρευνας των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον τους. 

 

Προχωρώντας εν συνεχεία στην αξιολόγηση του κινδύνου επί τη βάσει των ουσιωδών ισχυρισμών του, ως αυτοί έγιναν αποδεκτοί, ήτοι προσωπικού προφίλ, προηγούμενης ιδιότητας του ως παιδί-στρατιώτη σε ένοπλη ομάδα και της αναγνώρισης του από κάτοικο χωριού το 2018 ως δράστη εγκλημάτων πολέμου, αναφέρω τα κάτωθι:

 

Για την πληρότητα της έρευνας το Δικαστήριο ανέτρεξε, συμπληρωματικά της έρευνας των Καθ’ων η αίτηση, σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την μεταχείριση των πρώην μαχητών  πρώην ένοπλων αντιστασιακών ομάδων  από την κυβέρνηση καθώς και από την τοπική κοινωνία στην χώρα καταγωγής του Αιτητή, από τις οποίες προέκυψαν τα κάτωθι:

 

Δεν ήταν δυνατός ο εντοπισμός πρόσφατων πληροφοριών σχετικά με την μεταχείριση πρώην εξαναγκαστικά στρατολογημένων μαχητών του RUF (Revolutionary United Front) από τις αρχές της χώρας ή την κοινωνία, ούτε βρέθηκαν πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με δίωξη πρώην παιδιών μαχητών από τις αρχές της Σιέρρα Λεόνε.

 

Σύμφωνα με πληροφορίες τόσο από πρόσφατες όσο και παλαιότερες δημοσιεύσεις αναφέρεται πως μετά τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στη Σιέρρα Λεόνε και την υπογραφή της Συμφωνίας του Lome το 1999, η διαδικασία δίωξης πρώην μαχητών της RUF επικεντρώθηκε κυρίως σε ηγετικά στελέχη και εκείνους που ήταν υπεύθυνοι για σοβαρά εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας[8], μάλιστα τρεις στρατηγοί/ηγέτες του RUF, οι Issa Sesay, Morris Kallon και Augustine Gbao καταδικάστηκαν το 2009 σε ποινές φυλάκισης από το Ειδικό Δικαστήριο για τη Σιέρρα Λεόνε στην πόλη Freetown, αφού καταδικάστηκαν για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και άλλες σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου[9], με τον Augustine Gbao να απελευθερώνεται πρόωρα υπό όρους το 2020 και να επιστρέφει στην Σιέρρα Λεόνε.[10]

 

Τα ανωτέρω επαναλαμβάνονται σε έτερη πηγή στην οποία αναφέρεται πως μέχρι το 2003 υπήρχαν περισσότερα από 60 υψηλόβαθμα μέλη του RUF/AFRC που κρατούνταν στη φυλακή υψίστης ασφαλείας Pademba Road στην Freetown, εν αναμονή δίκης για φόνο και συναφή εγκλήματα[11]. Επίσης, μετά το τέλος του πολέμου η αντάρτικη ομάδα Revolutionary United Front (RUF)στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Λομέ το 1999,  αναγνωρίστηκε ως πολιτικό κόμμα, προσπάθησε να συμμετάσχει στις εκλογές όμως δεν είχε επιτυχία και διαλύθηκε λόγω της βίαιης ιστορίας της και των εγκλημάτων που διέπραξε κατά τη διάρκεια του πολέμου[12].

 

Σε απόκριση του Immigration and Refugee Board of Canada του 2007 σχετικά με την κατάσταση/μεταχείριση από τις αρχές όσων θεωρούνται ότι έχουν δεσμούς με την πρώην RUF (Revolutionary United Front) καταγράφεται πως «το 1999, υπογράφηκε η Ειρηνευτική Συμφωνία Λομέ, η οποία προέβλεπε την ένταξη των μελών του RUF στην κυβέρνηση και χορήγησε αμνηστία σε όλους τους μαχητές του εμφυλίου πολέμου από εκείνη την ημερομηνία. Ωστόσο, οι μάχες σταμάτησαν το 2002. Η επανένταξη πρώην μαχητών ξεκίνησε στο τέλος του πολέμου και σύμφωνα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για τον Συντονισμό Ανθρωπιστικών Υποθέσεων που επικαλείται η ανωτέρω πηγή πληροφόρησης και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2007, περισσότεροι από 70.000 πρώην εμπλεκόμενοι στον εμφύλιο πόλεμο αφοπλίστηκαν και τοποθετήθηκαν σε εκπαιδευτικά ή επαγγελματικά προγράμματα. Διάφορες εκθέσεις τις οποίες επικαλείται η ανωτέρω έκθεση υποδηλώνουν ότι η επανένταξη δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, ιδιαίτερα λόγω της μεγάλης κλίμακας ανεργίας.  Επιπλέον, σύμφωνα με τον ΟΗΕ στον οποίο αναφέρεται η ανωτέρω έκθεση καταγράφεται πως τα θύματα της ένοπλης σύγκρουσης είναι θυμωμένα εξαιτίας των ωφελειών και χρηματικής βοήθειας που έχουν λάβει οι πρώην μαχητές»[13].

 

Σε έτερη παλαιότερη δημοσίευση του ανωτέρω φορέα του  αναφέρεται πως «από το τέλος του πολέμου/εχθροπραξιών το 2002 πολλά πρώην μέλη του RUF επέστρεψαν στις οικογένειες του ή συμμετείχαν σε διάφορα προγράμματα που έτρεχε η κυβέρνηση για την επανένταξη τους. Επίσης, σύμφωνα με άρθρο του 2003 το οποίο επικαλείται η ανωτέρω έκθεση καταγράφεται πως η κυβέρνηση και το κοινό αποδέχτηκαν την επανένταξη των πρώην μαχητών. Η USAID ανέφερε ότι η δημόσια αντίδραση μετατράπηκε από εχθρότητα σε αποδοχή, λόγω των επιτυχημένων προγραμμάτων επανένταξης[14].

 

Ωστόσο, η Human Rights Watch ανέφερε «μερικά περιστατικά αντεκδίκησης από πολιτοφυλακές της Κρατικής Δύναμης Άμυνας (CDF) εναντίον πρώην μελών της RUF, δείχνοντας τις προκλήσεις στην πλήρη επανένταξή τους»[15]. Η ανωτέρω έκθεση αναφέρει, επίσης, «πως περίπου 6.845 παιδιά χρησιμοποιήθηκαν ως μαχητές κατά την διάρκεια του πολέμου, με την πλειοψηφία αυτών να έχει επανενωθεί με τις οικογένειες τους και περίπου οι μισοί εξ αυτών εγγράφτηκαν σε εκπαιδευτικά προγράμματα ή σε προγράμματα εξειδίκευσης, καταγράφηκαν, ωστόσο, μερικές περιπτώσεις αντιποίνων κατά την επιστροφή τους στα σπίτια τους ή στα χωριά τους»[16].

 

Περαιτέρω, σε έτερο άρθρο αναφέρεται σχετικά με την επανένταξη των πρώην μαχητών πως χιλιάδες μαχητές έχουν επανέλθει ως πολίτες και εργάζονται ως ξυλουργοί, αγρότες, μικροέμποροι και ηλεκτρολόγοι, όμως τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, το μη σταθερό εισόδημα ή η απουσία δεσμών με την τοπική κοινότητα τους καθιστά ευάλωτους σε στρατολόγηση από εγκληματικές ομάδες[17].

 

Αναφορικά με την κοινωνική ένταξη των πρώην μαχητών, υπόθεση εργασίας του 2008 του Κέντρου Διεθνούς Συνεργασίας και Ασφάλειας με τίτλο «Disarmament, Demobilisation and Reintegration in Sierra Leone» καταγράφει πως έλαβαν χώρα πολλές παρεμβάσεις ευαισθητοποίησης της κοινωνίας πριν την αποστράτευση των πρώην μαχητών αλλά και κατά την επιστροφή τους πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις συμφιλίωσης την τοπικής κοινότητας με τους πρώην μαχητές καθώς και πρόσθετα προγράμματα συμφιλίωσης υιοθετήθηκαν σε περιοχές όπου είχαν ενεργή παρουσία μαχητών, όμως στην αρχή η αφομοίωση ήταν δύσκολη εξαιτίας των πεποιθήσεων της κοινωνίας για τους πρώην μαχητές καθώς συχνά τους υπενθυμίζονταν οι βιαιότητες στις οποίες προέβησαν και ο ρόλος τους στην σύγκρουση. Επίσης, υπήρξε αγανάκτηση για την διακριτική μεταχείριση που λάμβαναν, ενώ πηγή ανησυχίας για τις κοινότητες ήταν και οι πεποιθήσεις των πρώην μαχητών, κάποιοι εκ των οποίων συνέχιζαν να κρατούν τις λεηλατημένες κατά την σύγκρουση περιουσίες παρά την παρουσία των αρχικών ιδιοκτητών στην κοινότητα. Τέλος, αναφέρεται πως αν και υπήρχε μόνο ένας μικρός βαθμός αντιποίνων εναντίον πρώην μαχητών, εξακολουθούσε να υπάρχει κάποιος βαθμός εχθρότητας προς  τους πρώην μαχητές από τους πολίτες στη Σιέρα Λεόνε[18].

 

Σε μελέτη του International Center for Conversion της Βόννης  του 2019 σχετικά με την επανένταξη των πρώην μαχητών  στην Σιέρρα Λεόνε σε μακροπρόθεσμο επίπεδο αναφέρεται πως η επανένταξη των πρώην μαχητών που είχαν ενταχθεί στην RUF ήταν η πιο δύσκολη, πολλοί από αυτούς δεν επέστρεψαν στις περιοχές όπου προέρχονταν από φόβο αντιποίνων, συμμετείχαν δε στα προγράμματα επανένταξης αφοπλισμού και αποστράτευσης για να λάβουν φαγητό, χρήματα και εξοπλισμό προκειμένου να ξεκινήσουν μια επιχείρηση ή να αποκτήσουν κάποια δεξιότητα μέσω των εκπαιδεύσεων διαρκείας τριών με έξι μηνών. Επίσης, η ανωτέρω μελέτη συνεχίζει πως η ενασχόληση με  μηχανές-ταξί ήταν μια σημαντική πηγή/επιλογή βιοπορισμού για τους πρώην μαχητές στην Σιέρρα Λεόνε, ενώ στα χωριά η επανένταξη λειτούργησε καθώς χρειάζονταν άμεσα εργατικό δυναμικό[19].

 

Σύμφωνα με ετήσια έκθεση του ινστιτούτου Bertelsmann Stiftung για την χώρα, η οποία καλύπτει το έτος 2023 αναφέρεται πως έμπειροι πρώην μαχητές και πρώην παιδιά μαχητές σήμερα ζουν στην ανέχεια, ενδίδουν σε παράνομες δραστηριότητες και εργαλειοποιούνται από πολιτικούς δρώντες για εκφοβισμό των αντιπάλων τους.[20]


Από τις ανωτέρω πληροφορίες δεν προκύπτει πως διώκονται ή στοχοποιούνται  από τις αρχές της χώρας  πρώην μαχητές της πρώην αντιστασιακής ομάδας RUF καθώς και πρώην παιδιά-μαχητές που εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση από ένοπλες αντάρτικες ομάδες κατά την διάρκεια του πολέμου, ενώ όσες διώξεις έλαβαν χώρα εστίασαν σε ηγετικά στελέχη ένοπλων αντάρτικων ομάδων. Ούτε βρέθηκαν πρόσφατες πληροφορίες στις οποίες να αναφέρονται περιστατικά συλλήψεων ή καταδίωξης από τις αρχές πρώην μαχητών της RUF. Περαιτέρω, από τα ανωτέρω συνάγεται πως παρά τις κρατικές προσπάθειες επανένταξης των πρώην μαχητών, υπήρξαν εμπόδια στην πραγματική ενσωμάτωση τους στην κοινωνία της χώρας με την ανεργία να αποτελεί σημαντική πρόκληση (όπως επιβεβαιώνεται και από πηγή του 2023) και λανθάνουσα εχθρότητα και αμφισβήτηση από τις τοπικές κοινότητες. Παρότι καταγράφηκαν κάποια περιστατικά αντιποίνων κατά πρώην μαχητών αυτά, ωστόσο, ήταν σε μικρό βαθμό και σε μη συστηματική συχνότητα, ενώ το ότι δεν υπάρχει κάποια καταγραφή την τελευταία πενταετία δεικνύει ότι μάλλον αυτά τα περιστατικά είναι μεμονωμένα και ίσως λαμβάνουν χώρα σε μικρότερο βαθμό χωρίς βέβαια να αποκλείονται λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο πόλεμος στην χώρα έληξε σχετικά πρόσφατα το 2002.

 

Έχοντας αναφέρει τα ανωτέρω κρίνω πως, ορθώς οι Καθ’ων η αίτηση κατέληξαν στην έλλειψη μελλοντοστραφούς κινδύνου επί τη βάσει των αποδεδειγμένων ισχυρισμών του Αιτητή κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του.   Εν προκειμένω, ως εντοπίστηκε από τους Καθ’ων η αίτηση, ο Αιτητής διέμενε στην χώρα καταγωγής του περί τα 18 έτη από την αποστράτευση του το 2001(Ερ. 65 δ.φ.) μέχρι και την έξοδο του από την χώρα το 2019, χωρίς να δεχθεί ουδεμία ενόχληση/βλάβη ή απειλή από οιονδήποτε φορέα κρατικό ή μη ένεκα της ως άνω ιδιότητας του. Επίσης, ο Αιτητής, ως δήλωσε, διαβιούσε ομαλά χωρίς να υποστεί κάποιο πρόβλημα από το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο διέμενε (Ερ. 54, 34 4χ, 6χ  δ.φ.), ήταν σε θέση να εξεύρει εργασία σε εταιρία στο κατασκευαστικό τομέα όπου και εργάστηκε για τρία έτη (Ερ. 33 3χ δ.φ.), έτυχε πρόσβασης σε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης μετά την αποστράτευση του ετήσιας διάρκειας (ερ.55 1χ, 54 4χ, 3χ, 2χ, 1χ, 29 3χ δ.φ.), καθώς και έτυχε πρόσβασης της κρατικής βοήθειας για τα θύματα της κατολίσθησης του Αυγούστου 2017.  

 

Το περιστατικό κατά το οποίο αναγνωρίστηκε από κάτοικο του χωριού ως πρώην μαχητής παρατηρώ πως ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός -είχε αναγνωρισθεί και στο παρελθόν μια ακόμη  φορά χωρίς κάποια προσωπική συνέπεια- κατά το οποίο δεν συνέβη κάτι στον ίδιο από τους κατοίκους της ανωτέρω περιοχής (ερ. 28 5χ δ.φ.), ούτε ενοχλήθηκε ο ίδιος ή κάποιο μέλος την οικογένειας του από τους ανωτέρω δρώντες κατά το διάστημα από τον Φεβρουάριο του 2018, όταν και αναγνωρίστηκε από τον εν λόγω κάτοικο μέχρι και την έξοδο του από την χώρα ένα έτος αργότερα τον Μάρτιο του 2019, ούτε και κατά την διαμονή του πριν τα γεγονότα του 2018 στην πόλη καταγωγής του είχε δεχθεί κάποια επίθεση ή βλάβη από κατοίκους της συγκεκριμένης περιοχής ή από έτερο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων ένεκα των δραστηριοτήτων του κατά την διάρκεια του πολέμου (Ερ. 28 3χ, 4χ, 5χ, 27 δ.φ.). Στα ως άνω συνυπολογίζω πως έχουν παρέλθει πάνω από 20 και πλέον έτη από την αποστράτευση του καθώς και ότι τα φυσικά του χαρακτηριστικά θα έχουν μεταβληθεί από την ηλικία των 13 ετών όταν και στρατολογήθηκε (αποστρατεύτηκε σε ηλικία περίπου 17 με 18 ετών, το 2001), με αποτέλεσμα να καθίσταται πιο δύσκολο– αλλά όχι αδύνατο-  να αναγνωρισθεί εκ νέου λόγω της προηγούμενης εμπλοκής του ως πρώην παιδί μαχητής στην διάρκεια του πολέμου της χώρας. 

 

Επισημαίνεται δε, ότι η αξιολόγηση «πραγματικού κινδύνου δίωξης» προϋποθέτει τη συνεκτίμηση από την αρμόδια αρχή αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων[21]. Από τα ως άνω αντικειμενικά στοιχεία δεν πιθανολογείται ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του να διωχθεί καθώς και να στοχοποιηθεί από τις αρχές της χώρας ένεκα της ιδιότητας του ως πρώην παιδί στρατιώτης της πρώην επαναστατικής ομάδας RUF. Ούτε συντρέχουν βάσιμοι λόγοι βάσει των λεγομένων του να υποστεί ο Αιτητής κατά την επιστροφή του εκεί διακριτική μεταχείριση από τις κρατικές αρχές ένεκα της προηγούμενης εμπλοκής του ως μαχητής-παιδί κατά την διάρκεια του πολέμου. Ούτε κατάφερε ο Αιτητής να τεκμηριώσει μελλοντικό κίνδυνο επί τη βάσει προηγούμενης δίωξης του στην χώρα καταγωγής του ως αναπτύχθηκε ανωτέρω. Επιπρόσθετα δεν προκύπτει βάσιμος φόβος από τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ του Αιτητή και ουδεμία προσωπική στοχοποίηση αναφέρθηκε από τον Αιτητή από την οποία θα μπορούσε να προκύψει βάσιμος φόβος δίωξης/ σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του.

 

Επισημαίνεται ότι δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου ο Αιτητής φέρει το βάρος να τεκμηριώσει την αίτηση του καταβάλλοντας προς τούτο πραγματική προσπάθεια και υποβάλλοντας όλα τα συναφή στοιχεία που έχει στη διάθεση του. Κατά συνέπεια, στη προκειμένη περίπτωση, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικώς αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Ορθώς κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου η  μη υπαγωγή του στο προστατευτικό καθεστώς του πρόσφυγα και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός του περί έλλειψης δέουσας έρευνας και λοιποί σχετικοί νομικοί ισχυρισμοί προβλήθηκαν από τη συνήγορό του απορρίπτονται, λαμβάνοντας υπόψιν και την ουσιαστική ανάλυση της ορθότητας της επίδικης απόφασης στη βάση επιπρόσθετων στοιχείων από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από το Δικαστήριο.

 

Επίσης, κρίνω ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα του δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ειδικότερα, εκ των όσων παρατέθηκαν ανωτέρω, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί  Προσφύγων Νόμου, καθότι ως αναφέρθηκε και ανωτέρω, δεν τεκμηριώνεται από τους ισχυρισμούς του Αιτητή παρελθούσα δίωξη, ούτε στοχοποίησή του από οποιονδήποτε κρατικό ή μη κρατικό δρώντα και ορθώς οι Καθ’ων η αίτηση έκριναν πως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να υπαχθεί ο Αιτητής σε όσα προνοούνται στα εδάφια (α) και (β) του άρθρου 19(2) του Περί Προσφύγων Νόμου.   Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο.[22] Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) και 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής [του ακεραιότητας], λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης», σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakit? v. Commissaire g?n?ral aux r?fugi?s et aux apatrides, 30/01/2014, και C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009) καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011), όπου ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε σχέση με τον τόπο όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής στην χώρα καταγωγής του, την Freetown (Δυτική Περιφέρεια), το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας. 

 

 

Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας, σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για το  Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και το Δίκαιο των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, στη Σιέρρα Λεόνε δε λαμβάνει χώρα οιαδήποτε ένοπλη σύρραξη[23]. Όπως αναφέρει η εταιρία διαχείρισης κινδύνου Crisis 24, η Σιέρρα Λεόνε έχει κερδίσει «σημαντικά» τη σταθερότητά της έπειτα από τον εμφύλιο πόλεμο του 2002 και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η χώρα θα οπισθοχωρήσει από την υπάρχουσα κατάσταση. Δεν υπάρχουν γνωστές τρομοκρατικές ομάδες οι οποίες δραστηριοποιούνται στη χώρα αλλά η εγκληματική δραστηριότητα είναι ευρέως διαδεδομένη και συχνές οι πολιτικές αναταραχές, η βίαιη καταστολή των οποίων κλιμακώνει συνήθως τη κατάσταση[24].

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 12/07/2023 έως 12/07/2024, σημειώθηκαν στην Δυτική περιφέρεια όπου υπάγεται η Freetown, περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή εκεί, καταγράφηκαν 16 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 25 απώλειες σε αμάχους, εξ αυτών το 1 κατηγοριοποιήθηκε ως μάχη (με 19 απώλειες), τα 5 ως εξεγέρσεις (με 3 απώλειες), τα 4 ως διαδηλώσεις (με 2 απώλειες) και τα 6 ως βία κατά αμάχων (με μία απώλεια)[25]. Δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό απομακρυσμένης βίας και εκρήξεων. Ειδικότερα, στην Freetown καταγράφηκαν κατά την ανωτέρω χρονική περίοδο βάσει της ανωτέρω βάσης δεδομένων τα 12 εκ των 16 ως άνω αναφερόμενων περιστατικών ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 23 απώλειες[26]. Σημειώνεται δε, ότι ο πληθυσμός της πόλης Freetown εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περί τα 1.347.559 (2024) κατοίκους[27], οπότε, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

Τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα υποδηλώνουν στο σύνολό τους, ότι στην  Freetown, τόπο όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής,  δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης εσωτερικής σύγκρουσης ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης και κατ΄ επέκταση συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά αμάχων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Συνεπώς το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» η οποία απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ. 

 

Καταληκτικά λοιπόν κρίνεται ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει ούτε κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην Freetown ώστε να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας υπό τοις έννοιες του άρθρου 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Τέλος, όπως αναλύεται ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για να του παραχωρηθεί συμπληρωματική προστασία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €600 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 



[1] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Sierra Leone, 23 April 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2107719.html Freedom House: Freedom in the World 2024 - Sierra Leone, 2024, https://freedomhouse.org/country/sierra-leone/freedom-world/2024

[2] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Sierra Leone, 2024, https://freedomhouse.org/country/sierra-leone/freedom-world/2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[3] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Sierra Leone, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107719.html(
ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[4] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105886/country_report_2024_SLE.pdf(
ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[5] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Sierra Leone, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107719.html(
ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[6]https://allafrica.com/view/publisher/editorial/editorial/id/00010340.html  , βλ. https://www.facebook.com/StandardTiimesPress/about_contact_and_basic_info , βλ. https://mediaonecentre.com/standardtimes (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[7]  EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου,1/2/2018, https://euaa.europa.eu/publications?field_category_target_id=15212&field_geo_coverage_target_id&field_keywords_target_id&title=&language=All&page=5, σελίδα 107, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

 

[8] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Current (2003-2004) situation of people suspected of prior RUF (Revolutionary United Front) membership or collaboration; treatment by authorities [SLE42929.E], 3 September 2004
https://www.ecoi.net/en/file/local/1034193/200197_en.html
, Canada: Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Situation of people suspected of prior Revolutionary United Front (RUF) membership or collaboration; treatment by authorities (2005-2007), 31 July 2007, SLE102559.E, available at: https://www.refworld.org/docid/474e895cc.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[9] Residual Special Court for Sierra Leone, RUF: The Prosecutor vs. Issa Hassan Sesay, Morris Kallon and Augustine Gbao, https://rscsl.org/the-scsl/cases/ruf-the-prosecutor-vs-issa-hassan-sesay-morris-kallon-and-augustine-gbao/ , International Justice Monitor, Sierra Leonean Rebels Were Responsible For Atrocities Committed In Sierra Leone, Former RUF Members Testify, 17/04/2010, https://www.ijmonitor.org/2010/04/sierra-leonean-rebels-were-responsible-for-atrocities-committed-in-sierra-leone-former-ruf-members-testify/ , Amnesty International, Senior rebels sentenced to long prison terms in Sierra Leone, 09/04/2009, https://www.amnesty.org/en/latest/news/2009/04/senior-rebels-sentenced-long-prison-terms-sierra-leone-20090409/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[10] Aljazeera, Sierra Leone ex-rebel leader Augustine Gbao granted early release, 09/09/2020,

https://www.aljazeera.com/news/2020/9/9/sierra-leone-ex-rebel-leader-augustine-gbao-granted-early-release (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[11] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Current (2003-2004) situation of people suspected of prior RUF (Revolutionary United Front) membership or collaboration; treatment by authorities [SLE42929.E], 3 September 2004
https://www.ecoi.net/en/file/local/1034193/200197_en.html  (
ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

[12] Reuters, Ex-rebel RUF party bows out of Sierra Leone polls, 10/08/2007, https://www.reuters.com/article/economy/ex-rebel-ruf-party-bows-out-of-sierra-leone-polls-idUSL09886760/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

 

[13] Canada: Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Situation of people suspected of prior Revolutionary United Front (RUF) membership or collaboration; treatment by authorities (2005-2007), 31 July 2007, SLE102559.E, available at: https://www.refworld.org/docid/474e895cc.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[14] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Current (2003-2004) situation of people suspected of prior RUF (Revolutionary United Front) membership or collaboration; treatment by authorities [SLE42929.E], 3 September 2004, https://www.ecoi.net/en/file/local/1034193/200197_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[15] Human Rights Watch (HRW), 2003, World Report 2003. "Sierra Leone, " http://www.hrw.org/wr2k3/africa10.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[16] Οπ.παραπάνω.

[17] UN, Africa Renewal, Reintegration of ex-combatants, October 2005, https://www.un.org/africarenewal/magazine/october-2005/reintegration-ex-combatants  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024

[18] Christiana Solomon and Jeremy Ginifer, Disarmament, Demobilisation and Reintegration in Sierra Leone, July 2008, Centre for International Cooperation and Security, σελ.18-19, https://au.int/sites/default/files/documents/39119-doc-85._disarmament_demobilisation_and_reintegration_in_sierra_leone.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[19] Grawert, E. (2019). Between reconciliation, resignation and revenge: (re-)integration of refugees, internally displaced people and ex-combatants in Sierra Leone in a long-term perspective. (BICC Working Paper, 8/2019). Bonn: Bonn International Center for Conversion (BICC), σελ.19, https://nbn-resolving.org/urn:nbn:de:0168-ssoar-68075-2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[20] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105886/country_report_2024_SLE.pdf
 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[21]  Βλ. ΔΕΕ, απόφαση C-71/11 και C-99/11, Y,Z, ημερομηνίας 5.9.2012, παρ.70. (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024)

 

[22] CJEU, C- 465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v.  Staatssecretaris van Justitie, ECLI:EU:C:2009:94, <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5184758> (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 04/07/2024):  «32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής. 33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης

[23] RULAC, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/map (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024).

[24] Crisis24, 'Sierra Leone Country Report' (2022), διαθέσιμο σε https://crisis24.garda.com/insights-intelligence/intelligence/country-reports/sierra-leone (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024). 

[25] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/07/2023 – 12/07/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Sierra Leone-Western-Freetown) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024). 

[26] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/07/2023 – 12/07/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Sierra Leone-Western-Freetown) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024). 

[27] https://worldpopulationreview.com/world-cities/freetown-population  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2024). 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο