ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ.Αρ.: 5184/2022

11 Ιουλίου 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.S.

Αιτητή

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας δια του Υπουργού Εσωτερικών Υπηρεσία Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Γ. Βασιλόπουλος (κος), Δικηγόρος Αιτητή

Α. Αναστασιάδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Αιτητής, Παρών

Ε. Ηρακλέους (κα) για πίστη μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα.

Μ. Jirow (κος), για πιστή μετάφραση από Somali σε Αγγλικά και αντίστροφα.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 08/08/22, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 11/08/22, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής από Σομαλία υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 04/11/19, στις 11/03/20 και 09/07/20 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις προσδιορισμού ηλικίας του και στις 13/08/20 ετοιμάστηκε τελική έκθεση/εισήγηση του λειτουργού αναφορικά με την αξιολόγηση για τον προσδιορισμό ηλικίας, η οποία εγκρίθηκε από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό αυθημερόν – με την οποία κρίθηκε ενήλικας. Στις 19/05/22 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη, στις 17/06/22 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση και την 01/07/22 αποφασίστηκε η απόρριψη της αίτησης ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής στην προσφυγή του καταγράφει ότι δεν υπάρχει ασφάλεια στη χώρα του και δεν θέλει να επιστρέψει διότι έχει απειληθεί από την Al-Shabaab[1]. Στην Γραπτή του Αγόρευση καταγράφει ότι η χώρα καταγωγής του είναι επικίνδυνη, δεν είναι ασφαλής για τον ίδιο, ότι μαχαιρώθηκε 14 φορές και για 2 εβδομάδες βρισκόταν σε κώμα και ότι παρουσίασε φωτογραφίες, βίντεο και ακτινογραφίες για τις πληγές στο σώμα του. Προσκομίστηκε, μετά από άδεια του Δικαστηρίου ένορκη μαρτυρία από τον ίδιο τον Αιτητή, ο δε συνήγορος του που τον εκπροσώπησε σε μεταγενέστερο στάδιο της δικαστικής διαδικασίας, υιοθέτησε τα όσα παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η προσφυγή είχε αρχικά καταχωρισθεί από τον Αιτητή στις 17/08/22, ακολούθως η προσφυγή απορρίφθηκε λόγω μη προώθησης της στις 22/03/23 λόγω μη εμφάνισης του. Ακολούθησε αίτηση επαναφοράς από δικηγόρο ημερομηνίας 20/07/23 η οποία εγκρίθηκε στις 28/09/23 και αίτηση τροποποίησης προσφυγής στις 03/04/23 η οποία εγκρίθηκε στις 16/02/24. Σχετικό διάταγμα τροποποίησης συντάχθηκε στις 19/02/24 αλλά η δικηγόρος του Αιτητή παρέλειψε να καταχωρίσει τροποποιημένη προσφυγή[2] εντός της προθεσμίας 15 ημερών με αποτέλεσμα να το σχετικό διάταγμα να εκπνεύσει και να μην μπορεί να αγορεύσει επί νομικών ισχυρισμών[3]. Στην συνέχεια στις 16/04/24 η δικηγόρος του Αιτητή αποσύρθηκε και διορίστηκε νέος δικηγόρος στις 23/04/24 - δόθηκε, όμως, το δικαίωμα στον νέο συνήγορο του Αιτητή να αγορεύσει προφορικά μόνο επί των γεγονότων και επί των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή λαμβάνοντας υπόψη των εξουσιών του Δικαστηρίου που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018) να προβαίνει σε εξέταση ορθότητας και/ή ουσίας του αιτήματος ασύλου του Αιτητή. Ζητήθηκε από το Δικαστήριο να αξιολογηθούν στοιχεία και έγγραφα που δεν είχαν εξεταστεί κατά την διαδικασία στην Υπηρεσία Ασύλου και υποστήριξε ότι δεν έγινε έρευνα σε σχέση με τις διακρίσεις που αντιμετωπίζει η φυλή του Αιτητή στην χώρα καταγωγής και/ή θα έπρεπε τουλάχιστον να του δοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας καθότι μεγάλο μέρος της περιοχής του είναι υπό τον έλεγχο της Al Shabaab το οποίο μαστίζεται από εσωτερική ένοπλη σύρραξη. Διατείνεται ότι δεν διενεργήθηκε σωστή εξέταση της ανηλικότητας του, ούτε αξιολογήθηκαν επαρκώς οι λόγοι και ο κίνδυνος και/ή απειλή κατά της ζωής του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της Ένστασης και της Γραπτής τους Αγόρευσης και ανέφεραν ότι ο Αιτητής είχε στην κατοχή του δύο διαφορετικά πιστοποιητικά γέννησης, υπέπεσε σε αντιφάσεις και έχουν διεξαχθεί εξετάσεις που έδειξαν ότι πρόκειται για ενήλικο πρόσωπο κατά τον χρόνο εξέτασης του αιτήματος ασύλου του. Αναφορικά με τον ουσιώδη ισχυρισμό και/ή πυρήνα του αιτήματος του επίσης κρίθηκε αναξιόπιστος λόγω ελλιπούς περιγραφής και αντιφάσεων. Απορρίπτουν τους ισχυρισμούς για μη επαρκή έρευνα σε σχέση με την φυλή του και τις συνθήκες περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή του τονίζοντας το ασφαλές της επιστροφής του σε συνάρτηση με το προφίλ του στην χώρα καταγωγής.  Απαντούν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προέχει η εξέταση της θέσης του συνηγόρου του Αιτητή για παραβίαση των νενομισμένων διαδικασιών εξέτασης της αίτησης του ως ανήλικος, καθότι είναι ισχυρισμός άμεσα συνυφασμένος με τα γεγονότα που περιβάλλουν την περίπτωση του. Το Άρθρο 10 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) υπό τον τίτλο «Ασυνόδευτοι ανήλικοι αιτητές», προνοεί στην έκταση που μας ενδιαφέρει, τα εξής:

 

«10. (1) Σε περίπτωση που ο αιτητής είναι ασυνόδευτος ανήλικος, οι αρχές ενώπιον των οποίων υποβάλλεται η αίτηση ή/και ο αρμόδιος λειτουργός γνωστοποιούν αμέσως την περίπτωση στον Προϊστάμενο που γνωστοποιεί αμέσως την περίπτωση στο Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ο οποίος ενεργεί ως κηδεμόνας του εν λόγω ανηλίκου και λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, δυνάμει του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών, για λογαριασμό και προς το συμφέρον του ανηλίκου.

[…]

(1Β) Ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ενεργεί το  συντομότερο δυνατό, αυτοπροσώπως ή μέσω λειτουργού των εν λόγω  Υπηρεσιών, ως εκπρόσωπος και συνδρομητής του ασυνόδευτου ανηλίκου  στις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ώστε να διασφαλίζει  το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, και, οσάκις είναι αναγκαίο, να ασκεί νομική  ικανότητα για λογαριασμό του ασυνόδευτου ανηλίκου ή να διασφαλίζει την Παράρτημα  εκπροσώπηση του ασυνόδευτου ανηλίκου σε δικαστική διαδικασία σύμφωνα με τον περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού (Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2014.

[…]

(1Ζ)(α) Η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να χρησιμοποιεί ιατρικές εξετάσεις για τον προσδιορισμό της ηλικίας ασυνόδευτου ανήλικου, στο πλαίσιο της εξέτασης της αίτησής του, όταν, μετά τις γενικές δηλώσεις ή άλλες συναφείς ενδείξεις, υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ηλικία του αιτητή.  Σε περίπτωση που, μετά την διεξαγωγή της ιατρικής εξέτασης, εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες για την ηλικία του αιτητή, τότε ο αιτητής θεωρείται ότι είναι ανήλικος.

(β) Οποιαδήποτε ιατρική εξέταση πραγματοποιείται με πλήρη σεβασμό της αξιοπρέπειας του ασυνόδευτου ανήλικου, διενεργείται με την επιλογή των λιγότερο παρεμβατικών εξετάσεων και διενεργείται από κατάλληλα εκπαιδευμένους επαγγελματίες του τομέα της υγείας, ώστε να επιτυγχάνεται όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστο αποτέλεσμα.

(1Η) Σε περίπτωση χρήσης ιατρικών εξετάσεων σύμφωνα με το εδάφιο (1Ζ), η Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά ώστε-

(α) ο ασυνόδευτος ανήλικος να ενημερώνεται, πριν από την εξέταση της αίτησής του και σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή εύλογα θεωρείται ότι κατανοεί, σχετικά με το ενδεχόμενο προσδιορισμού της ηλικίας με ιατρικές εξετάσεις∙ η ενημέρωση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη μέθοδο εξετάσεων, τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των αποτελεσμάτων των ιατρικών εξετάσεων στην εξέταση της αίτησης και τον αντίκτυπο της τυχόν άρνησης του ασυνόδευτου ανήλικου να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις∙

(β) ο ασυνόδευτος ανήλικος ή/και ο εκπρόσωπός του να συναινούν στη διενέργεια εξέτασης για τον προσδιορισμό της ηλικίας του ασυνόδευτου ανήλικου∙ και

[…]

(2B) Ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας διασφαλίζει ότι ασυνόδευτοι ανήλικοι αιτητές, από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής τους έως τη στιγμή που υποχρεούνται να εγκαταλείψουν τις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, φιλοξενούνται-

[…]

(γ) σε κέντρα φιλοξενίας με ειδικές ρυθμίσεις για ανηλίκους, τα οποία δεν φιλοξενούν ενήλικες και τα οποία λειτουργούν υπό την αρμοδιότητα και εποπτεία του εν λόγω Διευθυντή· ή

(δ) σε κέντρα φιλοξενίας για ενήλικους αιτητές, εφόσον οι ασυνόδευτοι είναι δεκαέξι (16) ετών ή άνω και ο Προϊστάμενος συμφωνεί προς τούτο ενεργώντας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 9ΙΣΤ∙ ή

(ε) σε άλλου είδους καταλύματα κατάλληλα για ανηλίκους.

[…]»

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (στο εξής ΔΦ) μέχρι το σημείο της συνέντευξης επί του αιτήματος ασύλου του Αιτητή, η Υπηρεσία Ασύλου τον μεταχειρίστηκε ως ανήλικο πρόσωπο στη βάση της ημερομηνίας γέννησης που ο ίδιος δήλωσε ήτοι την 10/10/2002. Μετά βάσει σχετικής έκθεσης Κοινωνικού Λειτουργού ημερομηνίας 29/01/20 δημιουργήθηκαν αμφιβολίες ως προς την ανηλικότητα του (ερυθρά 18-16 ΔΦ) και η Υπηρεσία Ασύλου στην παρουσία λειτουργού Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ως κηδεμόνα του Αιτητή) διενήργησε συνέντευξη προσδιορισμού ηλικίας (ημερομηνίας 11/03/20 και 09/07/20). Στον Αιτητή παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα στην Σομαλική και με το πέρας των συνεντεύξεων εντοπίστηκαν επιπλέον λόγοι που δικαιολογούσαν την παραπομπή του σε περαιτέρω εξετάσεις (ιατρικές) προσδιορισμού ηλικίας (ερυθρό 40-38). Με την συγκατάθεση του Αιτητή διενεργήθηκαν ιατρικές εξετάσεις, όπου διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για ενήλικα. Ακολούθησε σχετική έκθεση ημερομηνίας 13/08/20 η οποία εγκρίθηκε και αποφασίστηκε ότι ο Αιτητής αποτελεί ενήλικο πρόσωπο (ερυθρά 47-46 ΔΦ). Ως εκ τούτου, υπάρχει πλήρης συμμόρφωση της αρμόδιας αρχής με τις διατάξεις όπως αυτές ορίζονται στα Άρθρα 9ΚΕ, 10 και 13Α του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000)και/ή θεωρήθηκε πλέον ενήλικο πρόσωπο κατά την διαδικασία εξέτασης της ουσίας του αιτήματος ασύλου του. Δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Άλλωστε, όπως τονίστηκε στην Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας,  ημερ.12/03/2001, η διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως αυτό δεν συμβαίνει. (Βλέπε Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929).

 

Με την αίτηση ασύλου του ο Αιτητής δήλωσε ότι οι λόγοι για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ήταν ο ξυλοδαρμός, η ανασφάλεια και ότι τα αδέλφια του σκοτώθηκαν (ερυθρό 1 μετάφραση 13 ΔΦ). Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του δήλωσε ότι είναι υπήκοος Σομαλίας, εθνοτικής καταγωγής  Madhiban, είναι σουνίτης μουσουλμάνος και είναι άγαμος χωρίς παιδιά. Δήλωσε ότι διέμενε στη πόλη Qoryoley, Lower Shabelle μαζί με τους γονείς και τα αδέλφια του. Οι γονείς του, ο αδελφός και η αδελφή  του έχουν αποβιώσει και ότι έχει μια αδελφή που διαμένει στη Λιβύη. Στη χώρα καταγωγής του διαμένουν ο θείος και η γιαγιά του (ερυθρά 102-100 ΔΦ).

 

Από τα στοιχεία της αίτησης, πρακτικά της συνέντευξης και της εισηγητικής έκθεσης του λειτουργού προκύπτει ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Σομαλία λόγω της επίθεσης που δέχθηκε η οικογένεια του από ομάδα πωλητών khat (είδος φυτού). Ανέφερε ότι ο αδελφός του ήταν πωλητής khat και είχε προβλήματα με άλλους πωλητές λόγω διαφωνιών στη τιμή (ερυθρά 98/2χ, 97/1χ, 95/1χ ΔΦ). Κατά ή περί τον 8ο/2019 δήλωσε ότι 9 άτομα επιτέθηκαν στην οικογένεια του μέσα στην οικία τους, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου παρέμεινε σε κώμα για 2 εβδομάδες, ενώ ο αδελφός του και οι γονείς του σκοτώθηκαν από την επίθεση (ερυθρά 94/2χ, 93/1χ,2χ, 90/1χ ΔΦ). Η αδελφή του τη διάρκεια της επίθεσης βρισκόταν στην αγορά και όταν ενημερώθηκε για την επίθεση αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα, με τη βοήθεια μιας γειτόνισσας (ερυθρό 93/2χ, 92/2χ ΔΦ). Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν κατάγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία, διότι το άτομο που ήταν υπεύθυνο για την επίθεση είναι κυβερνητικός αξιωματούχος, ο θείος του τον πληροφόρησε ότι τον αναζητούσαν και επειδή προέρχονται από μειονοτική φυλή δεν έχουν δύναμη ούτε τους σέβονται (ερυθρό 91/2χ ΔΦ). Ερωτηθείς εάν βίωσε κακομεταχείριση λόγω του ότι ήταν μέλος της φυλής Madhiban, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, προσθέτοντας ότι όταν έπαιζε ποδόσφαιρο με παιδιά άλλων φυλών τον πρόσβαλαν (ερυθρό 89/3χ ΔΦ).  Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Σομαλία, δήλωσε ότι φοβάται την συγκεκριμένη ομάδα και ότι θα τον σκοτώσουν.

 

Ο λειτουργός αξιολογώντας όλους τους ισχυρισμούς του Αιτητή αποδέχτηκε την ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του,  απέρριψε, όμως, τον ισχυρισμό ότι η οικογένεια του δέχθηκε επίθεση από ομάδα πωλητών khat, οι οποίοι σκότωσαν τους γονείς και τον αδελφό του. Ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος του και ότι οι ισχυρισμοί του παρουσιάζουν αντιφάσεις, με αποτέλεσμα να πλήττεται η συνολική του αξιοπιστία. Ειδικότερα, ο Αιτητής:

-          δεν ήταν σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες σχετικά με τα προβλήματα του αδελφού του, ως πωλητής khat, με τους άλλους πωλητές της περιοχής του καθώς και το αντίκτυπο που είχε η επιχείρηση του με την οικογένεια του  (ερυθρά 97/1χ, 96/2χ, 95/1χ ΔΦ)

-          δεν παρείχε σαφές χρονοδιάγραμμα των γεγονότων και πως έγινε η επίθεση (ερυθρά 95/3χ, 94/1χ ΔΦ),

-          ανακριβής και ασυνεπής ήταν η αναφορά του Αιτητή σχετικά με την επίθεση.

-          αντιφατικές ήταν οι δηλώσεις του ως αφορά την παρουσία της μητέρας του κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Αρχικά δήλωσε ότι η μητέρα του βρισκόταν στο τόπο εργασίας της, γι’ αυτό και ο αδελφός του βρισκόταν στην οικία τους, στη συνέχεια δήλωσε ότι η μητέρα του σκοτώθηκε στην επίθεση (ερυθρά 94/1χ, 90/1χ ΔΦ)

-          ασαφείς, γενικές και χωρίς να αντανακλούν προσωπικές εμπειρίες κρίθηκαν οι δηλώσεις του ως προς τις συνθήκες τραυματισμού του και μεταφοράς του στο νοσοκομείο. Ισχυρίστηκε ότι η γειτόνισσα του τον μετέφερε στο νοσοκομείο και έδωσε χρήματα στην αδελφή του προκειμένου να εγκαταλείψει τη Σομαλία, όταν του ζητήθηκε να παρέχει περαιτέρω πληροφορίες για την εν λόγω γυναίκα δήλωσε ότι το μόνο που γνώριζε ήταν το όνομα της (ερυθρά 98/2χ, 94/2χ,3χ ,93/1χ, 92/2χ,3χ ΔΦ)

-          δεν παρείχε ικανοποιητικές εξηγήσεις τον λόγο που ούτε ο Αιτητής ούτε ο θείος του κατήγγειλαν την επίθεση στην αστυνομία, ούτε εξήγησε επαρκώς πως έμαθε ότι το άτομο που οργάνωσε την επίθεση ήταν κυβερνητικός αξιωματούχος και πως ο θείος του ενημερώθηκε ότι τα άτομα που επιτέθηκαν στον Αιτητή και την οικογένεια του πληροφορήθηκαν ότι ο Αιτητής επιβίωσε και ότι εξακολουθούν να τον αναζητούν, καθότι ο θείος του δεν διέμενε στο τόπο διαμονής του Αιτητή και δεν είχε διασυνδέσεις (ερυθρό 91/1χ,2χ ΔΦ).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν βρέθηκε πληροφορία σχετικά με επίθεση και δολοφονία από ομάδα πωλητών khat, ωστόσο προχώρησε σε έρευνα ως προς το φυτό khat. Αναφορικά με τις φωτογραφίες που προσκόμισε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του (ερυθρά 85-83 ΔΦ), επισημάνθηκε ότι αποτελούν αντίγραφα τριών φωτογραφιών, οι οποίες τραβήχτηκαν από τον Αιτητή και, ως δήλωσε, απεικονίζουν τα τραύματα του κατά τη διάρκεια της επίθεσης με μαχαίρι. Ο λειτουργός κατέληξε ότι η αυθεντικότητα των φωτογραφιών δεν μπορεί να επαληθευτεί, ούτε η ταυτότητα του τραυματία είναι εμφανής, επομένως δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι το πρόσωπο στις φωτογραφίες είναι ο Αιτητής και/ή δεν θεωρήθηκαν επαρκής απόδειξη των δηλώσεων του.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και συγκεκριμένα προέβη σε έρευνα, σε εξωτερικές πηγές, για την αντιμετώπιση της εθνοτικής ομάδας στην οποία ανήκει ο Αιτητής, καταλήγοντας ότι παρόλο που ανήκει σε μειονοτική εθνοτική ομάδα, δεν έχει αντιμετωπίσει σοβαρά ζητήματα διακρίσεων στη χώρα καταγωγής του. Περαιτέρω, προχώρησε σε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και τελευταίας διαμονής του, την πόλη Qoryoley, της περιφέρειας Lower Shabelle, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στον τόπο διαμονής του, λόγω της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί. Εντούτοις, με βάση τους ισχυρισμούς του και προχωρώντας σε νομική ανάλυση κατέληξε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος.

 

Το Δικαστήριο μετά από ενδελεχή έλεγχο των πρακτικών της συνέντευξης του Αιτητή καθώς και του περιεχομένου του φακέλου του διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν δεκτοί οι λόγοι που εκείνος επικαλείται για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Καταρχάς, παρατηρείται ο λόγος που αναφέρθηκε ο Αιτητής ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι άλλος από αυτός που προβλήθηκε κατά την διαδικασία προσδιορισμού της ηλικίας του, αναφερόμενος σε περιστατικά τα οποία ουδέποτε προβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του για εξέταση του αιτήματος ασύλου του (ερυθρό 17 ΔΦ). Επιπλέον, παρατηρούνται αντιφατικές δηλώσεις ως προς τη χρονολογία θανάτου των γονέων του. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ημερομηνίας 09/07/20, δήλωσε ότι απεβίωσαν το έτος 2018, ενώ στη συνέντευξη ημερομηνίας 19/05/22, ισχυρίστηκε ότι απεβίωσαν στο περιστατικό επίθεσης που έγινε τον 8ο/2019 (ερυθρά 34, 101/1χ ΔΦ), που αποτελεί και τον πυρήνα του αιτήματος του. Οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του δεν παρουσιάζουν συνέπεια, επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες που να παραπέμπουν σε βιωματικά περιστατικά. Υποχρεούτο δε να παρέχει κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του και να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, βλέπε επίσης Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει, μεταξύ άλλων, ο αιτών να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του, να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο μέσο, να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων και να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς. Γενικά οι ανεπαρκείς λεπτομέρειες, οι ελλιπείς πληροφορίες που παρουσιάστηκαν από τον Αιτητή, η άγνοιά του για ουσιώδη ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος του, η αναλυτικότερη περιγραφή της επίθεσης και/ή της επιρροής των πωλητών khat καθώς και τον λόγο που τον αναζητούσαν,  ήταν στοιχεία που θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο να γνωρίζει και/ή περιγράψει εκτενώς ο Αιτητής[4], θα αναμενόταν δε να είναι σε θέση να παραθέσει ένα συμπαγές αφήγημα χωρίς αντιφατικές πληροφορίες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα, αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[5]. Αυτά τα δεδομένα δεν ικανοποιούνται από την συμπεριφορά που υπέδειξε ο Αιτητής. Οι αναφορές του συνηγόρου του περιορίζονται μόνο στα όσα ελλιπώς περιεγράφηκαν κατά την συνέντευξη. Επιπλέον το Δικαστήριο, στα πλαίσια πραγματικού ελέγχου των γεγονότων της υπόθεσης, διαπιστώνει ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των προβληθέντων ισχυρισμών αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής κατά τρόπο που συναχθεί ότι τα εξιστορισθέντα αποτελούν βιωματικά περιστατικά. Ούτε θα μπορούσε άλλωστε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας, το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν προκύπτει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών).

 

Σε αυτό το σημείο αξιολογείται και η μαρτυρία που προσκόμισε ο Αιτητής (μετά από άδεια του Δικαστηρίου), μέσω σχετικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 16/01/23. Τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία αξιολογούνται με βάση τη νομολογία και τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του και (α) κατά πόσο είναι συναφή με το αίτημα ασύλου, (β) ζήτημα ύπαρξης του τύπου εγγράφου σύμφωνα με τις γενικές πληροφορίες της χώρας καταγωγής, (γ) περιεχόμενο των εγγράφων/ συμβατότητας με τις δηλώσεις του αιτούντος και πληροφορίες της χώρας καταγωγής, (δ) ακρίβεια/λεπτομέρειες των εγγράφων, (ε)  εάν αποτελεί άμεση μαρτυρία ενός ουσιώδους πραγματικού περιστατικού, (στ) τύπος/τυποποιημένη μορφή για συγκεκριμένους τύπους εγγράφων παρουσιάζει ενδιαφέρον ως προς την αξιολόγηση της γνησιότητάς του.[6] H αξιολόγηση της αξιοπιστίας που διενεργείται από την αποφαινόμενη αρχή ή από δικαστικούς λειτουργούς αφορά τη διαδικασία έρευνας σχετικά με το αν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά μπορεί να γίνει δεκτό προκειμένου να προσδιοριστεί αν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας[7]. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, ενώ σύμφωνα με το Άρθρο 4 (1) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (στο εξής «ΟΕΑΑ» (αναδιατύπωση), η υποχρέωση τεκμηρίωσης της αίτησης φαίνεται να περιλαμβάνει την υποχρέωση υποστήριξης των δηλώσεων με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις, δεν υπάρχει γενική απαίτηση να τεκμηριώνονται όλες οι πτυχές των δηλώσεων του αιτούντος με έγγραφα ή άλλες απο­δείξεις. Αυτό το οποίο καθίσταται σαφές όχι μόνον από τη διευκρίνιση ότι η υποχρέωση τεκμηρίωσης καλύπτει μόνο τα έγγραφα που έχει ο αιτών στη διάθεσή του, αλλά πρωτίστως από τις διατά­ξεις του Άρθρου 4 (5) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), που καθορίζει συγκεκριμένα τις περιστάσεις υπό τις οποίες δεν είναι απαραίτητη η επιβεβαίωση των δηλώσεων με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις.[8]

 

Το Τεκμήριο Α της ένορκης δήλωσης του Αιτητή ημερομηνίας 16/01/23 αποτελείται από 4 φωτογραφίες και ένα βιντεοσκοπημένο αρχείο. Αναφορικά με τις φωτογραφίες απεικονίζονται ανοιχτές πληγές  - τραύματα. Αναφορικά με το βιντεοσκοπημένο αρχείο, παρουσιάζονται άτομα να παρέχουν πρώτες βοήθειες σε τραυματισμένο άτομο. Τόσο για τις φωτογραφίες όσο και για το βιντεοσκοπημένο αρχείο δεν προκύπτει η ταυτότητα του τραυματισμένου προσώπου, ο χώρος ο οποίος βρίσκεται και από πως προκλήθηκαν τα τραύματα. Δεν προκύπτουν από το αρχείο οποιεσδήποτε άλλες λεπτομέρειες ήτοι οι δημιουργοί αυτού, προέλευση  και/ή ημερομηνία αυτού, ούτε από τον Αιτητή έγινε επαρκής περιγραφή των όσων διαδραματίζονται στο σχετικό αρχείο για να μπορεί να γίνει επαρκής αξιολόγηση από το Δικαστήριο.

 

Το Τεκμήριο Β της ένορκης δήλωσης του Αιτητή ημερομηνίας 16/01/23 αποτελεί ιατρικό πιστοποιητικό, όπου αναγράφεται ότι ο Αιτητής επισκέφθηκε το δερματολογικό ιατρείο στις 03/06/22 και ότι ο ίδιος ανέφερε ότι τα σημάδια που φέρει στο σώμα προήλθαν από τραυματισμό με μαχαίρι. Το εν λόγω έγγραφο δεν παρουσιάζει οιονδήποτε μαρτυρία ή απόδειξη των ισχυρισμών του Αιτητή και δεν μπορεί να τύχει αξιολόγησης από το Δικαστήριο.

 

Καθώς η αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να βασίζεται στο σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων[9], μετά από συνολική εξέταση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή σε συνάρτηση με τα έγγραφα κατατέθηκαν και/ή τις δηλώσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία κρίνεται ότι το αίτημα του δεν τεκμηριώνεται. Συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) καθώς οι σχετικοί ισχυρισμοί του απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι στο σύνολό τους και δεν κατάφερε να καταδείξει και/ή να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξής της για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Οι σχετικές θέσεις τόσο του Αιτητή όσο και του δικηγόρου του επί της ουσίας του αιτήματος ασύλου του απορρίπτονται ως αβάσιμες.

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός κατά την νομική ανάλυση και/ή κατά την υπαγωγή των προσωπικών του δεδομένων του Αιτητή (σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του δικηγόρου του) εξέτασε κατά πόσο ο Αιτητής θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[10] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός εξέτασε σε συνάρτηση με τη περιοχή προηγούμενης διαμονής του Αιτητή ότι δεν θα επηρεαστεί προσωπικά κατά την έννοια του Άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 95/11/ΕΕ δηλαδή λόγω ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Εξάλλου, η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, (όπως στην προκειμένη περίπτωση) αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[11], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[12], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ και το αίτημα του Αιτητή δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31). Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος του Αιτητή από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής του Αιτητή όπου γίνεται παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Σομαλία και/ή εκτενής καταγραφή εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.

 

Ούτε οι πηγές που παραθέτει ο δικηγόρος του Αιτητή τον καθιστούν δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας λόγω της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή συνήθους διαμονής του. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED («Armed Conflict Location and Event Data Project»)  τη χρονική περίοδο 09/07/23 – 09/07/24 καταγράφηκαν γενικότερα στην περιοχή Lower Shabelle, όπου βρίσκεται η πόλη Qoryooley, 875 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 1,141 ανθρώπινες απώλειες. Από δε αναθεωρημένη πρόσφατη έρευνα του Δικαστηρίου ειδικότερα στην πόλη Qoryooley καταγράφηκαν μόνο 67 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 70 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Τα 70 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 63 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 57 ανθρώπινες απώλειες, και 4 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (explosions/remote violence) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 13 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[13] Παρά τη δυσχερή κατάσταση ασφαλείας που παρουσιάζεται στον τόπο διαμονής του Αιτητή παρατηρείται ότι αυτός δεν έχει πληγεί προσωπικά από τις συγκρούσεις μεταξύ της ένοπλης ομάδας Al-Shabaab των Σομαλικών κυβερνητικών δυνάμεων και των στρατευμάτων AMISOM και άλλων ξένων δυνάμεων που διενεργούν επιχειρήσεις στην περιοχή[14] στη περιοχή Qoryooley. Συνεπώς, το Δικαστήριο εξετάζοντας το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης σε σχέση με την περιοχή καταγωγής  του Αιτητή και σε συνάρτηση με τις ατομικές του περιστάσεις διαπιστώνει ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις βάσει της έννοιας αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας[15] - που έχει προτείνει το ΔΕΕ στις αποφάσεις Elgafaji[16] και Diakité[17]. Τα ατομικά χαρακτηριστικά, στοιχεία και του πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Συγκεκριμένα πρόκειται για άμαχο πολίτη ο οποίος κατάγεται και διέμενε στην πόλη Qoryoley, της περιφέρειας Lower Shabelle, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δίωξη, είναι νεαρό ενήλικο άτομο χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας, δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε θέμα ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό πλαίσιο στη χώρα καταγωγής του, το θείο και την γιαγιά του.

 

Ούτε τεκμηρίωσε επαρκώς ο Αιτητής τί δεν λήφθηκε υπόψη στην Υπηρεσία Ασύλου το οποίο έπρεπε να αξιολογηθεί ή όχι κατά την έκδοση της απόφασης, αλλά ούτε τώρα μέσω της προσφυγής του παρουσίασε οποιαδήποτε βάσιμα στοιχεία για να τεκμηριώσει λόγους δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Τα όσα αναφέρει ο συνήγορος του Αιτητή, σε σχέση με ζητήματα που δεν προκύπτουν από το φάκελο και δεν συνδέονται με τον πυρήνα αιτήματος ασύλου, υπό μορφή γεγονότων δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά (Βλέπε Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281, βλέπε επίσης Sportsman Betting Co Limited v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591 συνεχίζουν να είναι καθοδηγητικές επί του ζητήματος, Ρούσος ν. Ιωαννίδης κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106). Οι αναφορές του ότι ανήκει σε συγκεκριμένη μειονότητα και ότι υπόκεινται σε διακρίσεις, εξετάστηκαν ενδελεχώς από τον λειτουργό, ως στοιχείο που εμπίπτει στις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, εντούτοις δεν συνδέονται με τα όσα καταγράφει στην αίτηση ασύλου και αναφέρθηκαν κατά την συνέντευξη του. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Το Δικαστήριο μετά από πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                        

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

                         

 



[1] EUAA, Country Guidance Somalia (August 2023) p.71 - Al-Shabaab is an Islamist Sunni Salafi jihadist armed group based in Somalia. Formed in the early 2000s, the group seeks to establish an Islamic State in the country. Its main unifying idea is the ‘opposition to the Western-backed government’

[2] Βλέπε Διάταξη 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας

[3] Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022, 3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον Αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως (Βλέπε σχετικά, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598).

 

[4] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123

[5] Άρθρο 16 & 18 του περί περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

[6] Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.14-15

[7] EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 1/2/2018

[8]EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 1/2/2018, σελίδα 82.

[9] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), απόφαση της 24ης Ιουλίου 2009, IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, σκέψη 11, αρχή 4: «Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση την πλήρη εικόνα που διαμορφώνεται από το σύνολο των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους».

[10] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[11]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[12]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides

[13] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: All Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 09/07/23 – 09/07/24, REGION: Africa, COUNTRY: Somalia, ADMIN UNIT: Lower Shabelle, LOCATION: Qoryooley) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 09/07/24]

[14] EUAA, Country Guidance: Somalia (August 2023)

[15]EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. Η έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»

[16]Ibid 12 σκέψεις 32 & 38

[17] Ibid 13 σκέψη 35

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο