ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 5649/22

9 Ιουλίου, 2024

 

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1. A. K. B.

2. S. R.  

3. A. K. B.  

4. A. K. B.

 

Αιτητές

 

-και-

Κυπριακή Δημοκρατία διά Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ε. Φράγκου (κα), Δικηγόρος για τους Αιτητές

Κ. Φράγκου (κα) για Ε. Προκοπίου (κα), Δικηγόρος  για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή οι Αιτητές προσβάλλουν την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 08/06/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για διεθνή προστασία ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

 

Γεγονότα

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ως έχουν τεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και προκύπτουν από το σχετικό διοικητικό φάκελο, έχουν ως ακολούθως:

 

Οι Αιτητές είναι οικογένεια, υπήκοοι της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν και στις 27/03/2019 υπέβαλαν αίτηση για διεθνή προστασία. Προς εξέταση του αιτήματός τους διεξήχθη προσωπική συνέντευξη στον Αιτητή  1 και την Αιτήτρια  2, στις 29/10/2021 και 08/02/2022 αντιστοίχως, από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, και πλέον EUAA), (εφεξής «αρμόδιος λειτουργός»). Στα ανήλικα τέκνα τους (Αιτητές 3 και 4) δεν πραγματοποιήθηκε συνέντευξη.

 

Στις 15/04/2022 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία εγκρίθηκε στις 8/6/2022 από εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 08/08/2022 ετοιμάστηκε επιστολή γνωστοποίησης της ως άνω απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, μαζί με την αιτιολόγηση αυτής, η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές στις 09/08/2022.

 

Στις 07/09/2022 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

Η συνήγορος των Αιτητών με τη γραπτή της αγόρευση προωθεί ως πρώτο λόγο ακύρωσης της επίδικης απόφασης την πλάνη περί τα πραγματικά γεγονότα καθώς και τη λήψη της επίδικης απόφασης χωρίς τη δέουσα έρευνα. Υποστηρίζει ακόμα ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση λήφθηκε κατά παράβαση των προνοιών του Περί Προσφύγων Νόμου, ιδίως δε του άρθρου 18(3)(γ) του ως άνω Νόμου, όπως και ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα κριτήρια και η καθοδήγηση του Εγχειρίδιου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, ιδίως δε της παραγράφου 41 αυτού, ενώ δεν έγινε εκτίμηση των ισχυρισμών στα πλαίσια της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα καταγωγής των Αιτητών. Περαιτέρω, ως τρίτος λόγος ακύρωσης προβάλλεται η έλλειψη αιτιολογίας ή/και επαρκούς αιτιολογίας, ενώ ως τέταρτος λόγος, προβάλλεται η παραβίαση εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης, λόγω παράλειψης τους να εξετάσουν τη δυνατότητα προσωρινής παραμονής των Αιτητών για ανθρωπιστικούς λόγους.  Η συνήγορος των Αιτητών υποδεικνύει επιπλέον ότι οι Αιτητές 1, 2 και 3 είναι πρόσωπα που έχουν ενεργό συμμετοχή σε ορθόδοξες χριστιανικές κοινότητες και έχουν βαπτιστεί ως Χριστιανοί, ενώ μάλιστα η Αιτήτρια 3 συμμετέχει ως παρουσιάστρια σε εκπομπή διαδικτυακής πλατφόρμας με παγκόσμια εμβέλεια και το πρόσωπο της είναι δημοσιευμένο σε μαγνητοσκοπημένο υλικό στο οποίο η ίδια προβάλλει τον Χριστιανισμό.

 

Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, με τη γραπτή της αγόρευση υποβάλλει ότι οι προβληθέντες με τη προσφυγή λόγοι ακύρωσης δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962,  αντικρούοντας δε κατ’ ουσίαν τους ισχυρισμούς, ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η Αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι αυτή επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

 

Ισχυρισμοί Αιτητών στην Υπηρεσία Ασύλου

Σε σχέση με τους ισχυρισμούς της συνηγόρου των Αιτητών, περί παράλειψης δέουσας έρευνας και έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας, θα προχωρήσω στην εξέταση τους, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018)).

 

Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών των Αιτητών, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός τους και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Κατά την καταγραφή της αίτησης για διεθνή προστασία (βλ. μετάφραση στα ερυθρά 21-19 του διοικητικού φακέλου), η οποία υποβλήθηκε από τον Αιτητή 1, αναφέρει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, εξαιτίας της στοχοποίησης του από την Υπηρεσία Πληροφοριών του Ιράν. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει ότι κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ως νοσηλευτής πρώτων βοηθειών, περιέθαλψε έναν τραυματία διαδηλωτή, ο οποίος έφερε πυρά από την αστυνομία και κατά τη διακομιδή του προς το νοσοκομείο, κατόπιν παράκλησης του, τον βοήθησε να δραπετεύσει. Έκτοτε, η Υπηρεσία Πληροφοριών του Ιράν άρχισε την παρακολούθησή και ανάκρισή του, ενώ κατέγραψαν ότι ο ίδιος είχε βοηθήσει κάποιο άτομο, το οποίο έλαβε μέρος σε διαμαρτυρία κατά των αρχών, να διαφύγει, σχηματίζοντας σχετικό φάκελο εις βάρος του. Έτσι, αφού βρήκε τα απαιτούμενα χρήματα, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, μετά της οικογενείας του.

 

Κατά το στάδιο της συνέντευξής του (βλ. ερυθρά 73-57 του διοικητικού φακέλου) ο Αιτητής 1 ανέφερε ότι η εθνοτική του καταγωγή είναι Fars, ενώ, ως προς τη θρησκεία του, δήλωσε ότι ήταν Μουσουλμάνος στο Ιράν αν και πλέον έχει ασπαστεί το Χριστιανισμό. Σε σχέση με την εκπαίδευσή του, εξήγησε πως έχει λάβει πανεπιστημιακή εκπαίδευση, και διαθέτει επαγγελματική εμπειρία ως νοσηλευτής πρώτων βοηθειών στην Τεχεράνη, ενώ ασχολείτο και με τον κατασκευαστικό τομέα μαζί με τον πατέρα του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε έγγαμος με την Αιτήτρια 2 και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων (Αιτητές 3 και 4). Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του βρίσκονται στην πόλη Karaj, όπως και τα δύο αδέλφια του. Γεννηθείς στην Τεχεράνη, όπου παντρεύτηκε με τη σύζυγό του το 2004 και όπου κατοικούσε μέχρι περίπου το 2008 με 2009, ενώ στη συνέχεια και μέχρι την εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του διέμενε στην πόλη Karaj.

 

Ταξίδεψε αεροπορικώς, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του, κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του και χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ζητήματα κατά την έξοδο του από τη χώρα καταγωγής, οπότε και εν συνεχεία δια μέσω της Τουρκίας κατέφθασε παράτυπα στην Δημοκρατία.

 

Σε σχέση με τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής 1 επανέλαβε πως υπηρετούσε ως νοσηλευτής πρώτων βοηθειών στην Τεχεράνη, όταν εν ώρα καθήκοντος είχε αποσταλεί σε κάποια συγκέντρωση ατόμων που είχαν απωλέσει τα χρήματά τους εξαιτίας επένδυσης σε συγκεκριμένη τράπεζα. Στην εν λόγω συγκέντρωση η αστυνομία προέβη σε πυροβολισμούς, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό ενός προσώπου. Ο Αιτητής 1 κλήθηκε μέσω ασυρμάτου να μεταβεί στον τραυματία, τον οποίο, αφού μετέφεραν στο ασθενοφόρο, έπειτα ξεκίνησαν τις αναγκαίες ιατρικές διαδικασίες για περίθαλψή των τραυμάτων του. Εν τω μεταξύ, ένα μέλος των δυνάμεων ασφαλείας με πολιτική ενδυμασία τους πλησίασε και διέταξε τη μεταφορά του τραυματία σε νοσοκομείο το οποίο ανήκει στο Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης.

 

Κατά τη μεταφορά του εν λόγω τραυματία με το ασθενοφόρο, ο Αιτητής 1 βρισκόταν στο πίσω μέρος μαζί του ώστε να του παρέχει την αναγκαία περίθαλψη, όποτε και το πρόσωπο αυτό τον παρακάλεσε να τον βοηθήσει και όταν ο Αιτητής 1 αρνήθηκε, τότε εκείνος τον απείλησε με ένα ψαλίδι που πήρε μέσα από τα χέρια του, το οποίο ο Αιτητής 1 χρησιμοποιούσε για τους επιδέσμους. Έτσι,  ο Αιτητής 1 αναγκάστηκε να διατάξει την ακινητοποίηση του ασθενοφόρου, με τον τραυματία να κατορθώνει να δραπετεύσει ανοίγοντας την πίσω πόρτα του ασθενοφόρου, οπότε και ο Αιτητής 1 συνειδητοποίησε ότι ακολουθούνταν από όχημα των δυνάμεων ασφαλείας, με τους επιβαίνοντες του να προβαίνουν άμεσα σε καταδίωξη του τραυματία. Ο Αιτητής 1 αφού ενημέρωσε μέσω ασυρμάτου για το εν λόγω συμβάν, διατάχθηκε να επιστρέψει στη βάση του, όπως και έπραξε και όπου δέχθηκε ερωτήσεις σχετικά με το περιστατικό αυτό από τον προϊστάμενο του, ο οποίος έπειτα του ζήτησε να ετοιμάσει και να του υποβάλει γραπτώς μια πλήρη έκθεση για τα γεγονότα, κάτι που έπραξε άμεσα.

 

Την επομένη ημέρα δέχθηκε τηλεφώνημα προκειμένου να παρουσιαστεί, μαζί με τον οδηγό του ασθενοφόρου, στο κέντρο ασφαλείας του υπουργείου υγείας, όπου και παρουσιάστηκε, και εκεί του ζητήθηκε να επαναλάβει τα γεγονότα σχετικά με το εν λόγω περιστατικό. Έπειτα, του ζητήθηκε να  υποβάλει χειρόγραφα σε ένα χαρτί αίτημα άδειας απουσίας από την εργασία του άνευ απολαβών για διάστημα ενός μήνα και αφού το έπραξε, τον αποδέσμευσαν. Έπειτα από περίπου μία εβδομάδα, ο Αιτητής 1 δέχτηκε επίσκεψη από δύο άγνωστους άνδρες, οι οποίοι τον τραυμάτισαν στο κεφάλι κατά την είσοδό τους στο σπίτι του, και οι οποίοι επίσης προέβησαν σε έρευνα της κατοικίας του και έπειτα αποχώρησαν.

 

Ο Αιτητής 1 τότε αποφάσισε να μιλήσει  στη σύζυγο του (Αιτήτρια 2) αναφέροντας της  όλη την ιστορία σχετικά με το λόγω περιστατικό που του συνέβη κατά την εργασία του. Έπειτα από κάποιες ημέρες, δύο άγνωστα πρόσωπα πλησίασαν τη σύζυγο του (Αιτήτρια 2) έξω από το σχολείο της κόρης του (Αιτήτρια 3) και την απείλησαν λεκτικά, ενώ εκείνη ανέφερε το συμβάν στον ίδιο και μετά από σχετική συζήτηση που είχαν μεταξύ τους, αποφάσισαν να φύγουν από τη χώρα.

 

Ο Αιτητής 1 ανέφερε στη συνέχεια πως έμαθε από τον προϊστάμενό του ότι ο τραυματίας που τον απείλησε και έπειτα διέφυγε από το ασθενοφόρο ήταν ένας εκ των βασικών αντικαθεστωτικών ανταρτών που ηγήθηκαν των εν λόγω ταραχών που έγιναν περί τον Δεκέμβριο του 2018, για την απόδραση του οποίου ήθελαν κατηγορήσουν στον ίδιο. Επίσης, ο Αιτητής 1 εξήγησε ότι σκοπός των προσώπων τα οποία εισέβαλαν στην κατοικία του και πλησίασαν τη σύζυγο και την κόρη του ήταν η άσκηση πίεσης προκειμένου ο ίδιος να εξαναγκαστεί να αποδεχθεί τις κατηγορίες εις βάρος του. Σε περίπτωση τέτοιας ομολογίας, ως ανέφερε, αυτή θα χρησιμοποιούνταν εναντίον του, οδηγώντας τον σε φυλάκιση και βασανιστήρια, δηλώνοντας παράλληλα ότι το γεγονός της φυγής του από το Ιράν θα ήταν ακόμη δυνατόν να ερμηνευθεί ως πραγματική ύπαρξη πρόθεσης συνδρομής του ιδίου στη διαφυγή του εν λόγω προσώπου.

 

Ο Αιτητής 1 δήλωσε ακόμα, ότι είχε μεταστραφεί στο Χριστιανισμό κατά την παραμονή του στην Δημοκρατία, υπό την επιρροή του αδελφού της συζύγου του. Δήλωσε επίσης πως επέδειξε αρχικά ενδιαφέρον στην χριστιανική εκκλησία και συμμετείχε επίσης σε μαθήματα για τη θρησκεία, ενώ ένα συγκεκριμένο συμβάν, όπου μια μέρα ενώ βρίσκονταν έξω οικογενειακώς ξαφνικά συνειδητοποίησαν ότι ‘χάθηκε’ ο υιός τους (Αιτητής 4) από κοντά τους και όταν ο ίδιος προσευχήθηκε στον Ιησού τότε μια γυναίκα τους πλησίασε φέρνοντας τον υιό τους μαζί της, ήταν αυτό που τον οδήγησε στον ενστερνισμό της Χριστιανοσύνης και έκτοτε μετέχουν κάθε Κυριακή στην εκκλησία και έχουν βαπτισθεί. Αναφέρθηκε επίσης στις διαφορές που ο ίδιος είδε μεταξύ του Ισλαμισμού και του Χριστιανισμού, λέγοντας ότι ακολουθούσε αναγκαστικά όσες πρακτικές του Ισλάμ ήταν υπόχρεος να εκτελεί στην χώρα του αλλά δεν ήταν θρησκευόμενος, ενώ στην Κύπρο πλέον προσεύχεται ως Χριστιανός και ακολουθεί τις πρακτικές της Χριστιανοσύνης, εξηγώντας ότι σε αντίθεση με το Ισλάμ ο ίδιος κατάλαβε ότι αυτά που διδάσκει η Χριστιανοσύνη έχουν νόημα και γενικότερα προωθούν την καλοσύνη και την ειλικρίνεια.

 

Επιπλέον, ισχυρίστηκε πως τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του διαδίδουν τον Χριστιανισμό μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενώ όλοι στο Ιράν γνωρίζουν για τη νέα του θρησκεία, λόγω του ότι ως Προτεστάντες προωθούν τον Χριστιανισμό στα ΜΚΔ, και παράλληλα, η κόρη του (Αιτήτρια 3) είναι παρουσιάστρια στο παγκόσμιας εμβέλειας κανάλι SAT 7 Pars TV στην Δημοκρατία, και συγκεκριμένα στο πρόγραμμα ‘hashtag’.  Αναφορικά με τους γονείς του, δήλωσε πως γνωρίζουν για τη θρησκεία του και αρχικά το εξέλαβαν αρνητικά όμως με την πάροδο ενός έτους είδαν τις αλλαγές που επήλθαν στον ίδιο και στη σύζυγό του, αναφέροντας επίσης ότι ο χαρακτήρας του ιδίου έχει πλέον αλλάξει και ο ίδιος έχει γαληνέψει.

 

Τέλος, ερωτηθείς σχετικά με τις συνέπειες σε περίπτωση ενδεχόμενης επιστροφής του στο Ιράν, ενόψει της μεταστροφής του, ο Αιτητής 1 δήλωσε πως το Ιράν είναι ισλαμική χώρα και στην πράξη δεν θα μπορεί να εξασκεί τη νέα του θρησκεία εκεί, ενώ υποθέτει ότι θα τύχει της ίδιας μεταχείρισης με άλλα πρόσωπα που έχουν μεταστραφεί από το Ισλάμ και ζουν στο Ιράν, ήτοι βασανισμό και φυλάκιση, ως επίσης κοινωνικό αποκλεισμό και διάκριση.

 

Η Αιτήτρια 2, κατά το στάδιο της συνέντευξής της (βλ. ερυθρά 95-81 του διοικητικού φακέλου) δήλωσε ότι κατάγεται από τη Τεχεράνη του Ιράν, όπου διέμεινε μέχρι το 2009 περίπου, όταν και μετοίκησε με την οικογένειά της στη πόλη Karaj. Φυλετικής καταγωγής Turk και Fars, χριστιανή,  απόφοιτη πανεπιστημίου, διατηρούσε ινστιτούτο ομορφιάς/κομμωτήριο στο Karaj, ενώ χαίρει υγείας. Η πατρική της οικογένεια αποτελείται από τους γονείς της και τρία αδέρφια, όλοι τους διαμένοντες στη χώρα καταγωγής της, πλην του αδερφού της που βρίσκεται στη Γερμανία. 

 

Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής, εξήγησε ότι ο σύζυγός της ήταν εμπλεκόμενος σε ένα περιστατικό το οποίο έλαβε χώρα σε κάποια αποστολή του, όπου με το πέρας της, εξαναγκάστηκε σε άδεια απουσίας άνευ απολαβών για περίοδο ενός μήνα. Αργότερα, ο σύζυγός της, της εξήγησε όσα είχαν λάβει χώρα αναφορικά με το εν λόγω περιστατικό. Κατά την ημέρα αυτή, η ίδια συνειδητοποίησε πως δύο πρόσωπα προσέγγισαν την κατοικία τους, ενώ έπειτα άκουσε τη φωνή του συζύγου της και όταν μπήκε και η ίδια στο σπίτι αντίκρυσε δύο άντρες μαζί με τον σύζυγό της, που ως παρατήρησε είχε τραυματιστεί στο κεφάλι. Τα εν λόγω πρόσωπα, όπως άκουσε, καθότι βρισκόταν σε άλλο δωμάτιο, ζητούσαν από το σύζυγό της να υπογράψει κάποιο έγγραφο σύμφωνα με το οποίο θα αναλάμβανε ο ίδιος την ευθύνη για τη διαφυγή ενός προσώπου, χωρίς η ίδια να γνωρίζει το αντικείμενο της συζήτησης. Όταν τα δύο εκείνα πρόσωπα εγκατέλειψαν την οικία τους, οι Αιτητές 1 και 2 είχαν μια εκτενή συζήτηση μεταξύ τους.

 

Σε σχέση με το περιστατικό το οποίο έτυχε στο σύζυγό της, περιέγραψε την επίθεση που εκείνος δέχθηκε από έναν άνδρα που τραυματίστηκε κατόπιν μιας διαδήλωσης, κατά τη μεταφορά του εν λόγω ατόμου με το ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, ο οποίος εν τέλει διέφυγε. Επίσης, αναφέρθηκε και στις κατηγορίες σε βάρος του συζύγου της και την απόπειρα για εξαναγκασμό του σε υπογραφή δήλωσης ανάληψης ευθύνης για τη διαφυγή του εν λόγω τραυματία, που όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ήταν το άτομο που είχε την ευθύνη για την εν λόγω εξέγερση, κάτι που αρχικά δεν γνώριζε ο σύζυγός της. Δήλωσε ακόμα ότι το πρόβλημα του συζύγου της ήταν με το τμήμα ασφαλείας του κέντρου επειγόντων περιστατικών στο οποίο εργαζόταν, που αποτελεί δημόσια/κυβερνητική υπηρεσία, ενώ επίσης, εκείνος ανακρίθηκε δύο φορές εκεί, και έπειτα που εγκατέλειψαν το Ιράν, ο πατέρας του Αιτητή 2 ανακρίθηκε επίσης δύο φορές εκεί.

 

Στη συνέχεια, η Αιτήτρια 2 αφηγήθηκε ακόμα ένα περιστατικό κατά το οποίο προσεγγίστηκε από δύο αγνώστους έξω από το σχολείο της κόρης της (Αιτήτρια 3), οι οποίοι την προειδοποίησαν ότι τους έχουν υπό παρακολούθηση και γνωρίζουν που διαμένουν, απειλώντας την λεκτικά ότι δεν θα τους αφήσουν ήσυχους. Ως αποτέλεσμα, μετά την αποχώρηση των ανωτέρω προσώπω, η ίδια ήταν πολύ φοβισμένη και παρακάλεσε τον σύζυγό της όπως εγκαταλείψουν τη χώρα τους.

 

Περαιτέρω, δήλωσε ότι αρκετές φορές την είχαν παρενοχλήσει εξαιτίας της hijab και ορισμένες φορές την είχαν σταματήσει, αναγκάζοντάς την να υπογράψει κάποια δήλωση, ενώ σε δύο περιπτώσεις συγκεκριμένα, την είχαν προειδοποιήσει πως θα την έπαιρναν στο αστυνομικό τμήμα, ενώ αναφέρθηκε και στην παρενόχληση των γονιών της, από τον θείο της, οποίος τύγχανε μέλος των Mujahideen, την περίοδο που η ίδια ήταν άγαμη. Ως εκ τούτου, η Αιτήτρια 2 ζούσε με το φόβο των συνεπειών, λόγω των ανωτέρω, με αποτέλεσμα να μην αισθάνεται ασφαλής.

 

Αναφορικά με την περίπτωση ενδεχόμενης επιστροφής στο Ιράν, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι ο σύζυγός της (Αιτητής 1) θα φυλακιστεί εξαιτίας πολιτικών λόγων και η κόρη τους (Αιτήτρια 3) θα εκτελεστεί αφού πολύ συχνά, όταν εκείνη εμφανίζεται σε ζωντανή αναμετάδοση, λαμβάνει τέτοιες απειλές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της πλατφόρμας που μεταδίδει την εκπομπή, στην οποία συμμετέχει. Εξήγησε ακόμα ότι αφότου αφίχθηκαν στην Δημοκρατία, ο πατέρας του Αιτητή 1 είχε κληθεί κάποιες φορές και ανακρίθηκε από τις αρχές του Ιράν.

 

Ως προς την κόρη της (Αιτήτρια 3), εξήγησε πως αφού  ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και κατά τον τελευταίο ένα έτος περίπου, παρουσιάζει παιδικό πρόγραμμα, κατονομάζοντάς το, το οποίο μεταδίδεται ζωντανά, ενώ δύο φορές την εβδομάδα αναμεταδίδεται δορυφορικά. Στο πρόγραμμα αυτό η κόρη της αφηγείται και εξηγεί ιστορίες από την Βίβλο, ενώ το εν λόγω πρόγραμμα εκπέμπεται και στο Ιράν παράνομα, μέσω δορυφόρου.

 

Ως προς τη μεταστροφή της στον Χριστιανισμό, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι γνώριζε για αυτή την θρησκεία από τότε που ήταν στο Ιράν και πλέον έχουν περάσει τέσσερα έτη από τότε που είχε μεταστραφεί, ενώ διευκρίνισε ότι στο Ιράν είχε ενδιαφέρον για την Χριστιανοσύνη όμως φοβόταν, και η ίδια μεταστράφηκε όταν αφίχθηκε στην Κύπρο, και επίσης βαπτίσθηκε εδώ. Ως προς το κίνητρο της μεταστροφής της αναφέρθηκε στο περιστατικό όταν ‘χάθηκε’ ο υιός της (Αιτητής 4) σε ένα πάρκο και τον αναζητούσαν, ενώ η κόρη της (Αιτήτρια 3) είχε προσευχηθεί στον Ιησού για να βρεθεί ο αδελφός της, όπως και έγινε κατόπιν που τον εντόπισαν κάπου στο πάρκο με μια γυναίκα που ετοιμαζόταν να τον παραδώσει σε έναν αστυνομικό. Δήλωσε επίσης ότι ήδη προγενέστερα  δεν αποδεχόταν τον ισλαμισμό, ενώ μέσω του αδελφού της, υπό την επιρροή των αλλαγών που διαπίστωσε στο χαρακτήρα του, η ίδια ήλθε πιο κοντά με την χριστιανική θρησκεία.

 

Εξήγησε επίσης ότι στην Κύπρο η ίδια γνώρισε την καλοσύνη και αλληλοβοήθεια που υπήρχε μεταξύ άλλων Χριστιανών, ενώ παράλληλα η ίδια δια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει μοιραστεί τα όσα έχει διδαχθεί σχετικά με τον Χριστιανισμό, και επτά πρόσωπα ’έλαβαν τα χαρμόσυνα νέα’, όπως δήλωσε. Δήλωσε επιπλέον ότι ακολουθεί τον Προτεσταντισμό, περιγράφοντας τη διαδικασία με την οποία είχε βαπτιστεί, όμως έχει πλέον αρχίσει μαθήματα σε Ορθόδοξη εκκλησία, ως ανέφερε. Δήλωσε ακόμα πως όλη της η οικογένεια στο Ιράν γνωρίζει για τη μεταστροφή της, καθώς επίσης ότι έχει ενημερώσει τους πάντες δια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενώ οι θείοι της δεν της μιλούν πλέον. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι σε περίπτωση που θα επέστρεφε στη χώρα καταγωγής της, θα προσπαθούσε να μεταβαίνει στην εκκλησία μυστικά και επίσης θα προσπαθούσε να διαδίδει τον Θείο Λόγο, πάλι μυστικά, ενώ γνωρίζει, από τα όσα άκουσε και είδε, ότι ο νόμος του Ιράν σχετικά με τη μεταστροφή προβλέπει ως καταδίκη την εκτέλεση.

 

Προς απόδειξη των ισχυρισμών τους οι Αιτητές 1 και 2 προσκόμισαν κατά τις δύο πιο πάνω συνεντεύξεις τους, αντίγραφα από έντυπα σχετικά με τη συμμετοχή της Αιτήτριας 3 σε εκπομπή για τον Χριστιανισμό (βλ. ερυθρά 76-75 του διοικητικού φακέλου),πιστοποιητικά βάπτισης των Αιτητών 1, 2 και 3 ημερ. 11/08/2019 (βλ. ερυθρά 56-54 του διοικητικού φακέλου), φωτοτυπία της κάρτας εργασίας καθώς και φωτοτυπίες από τρία πιστοποιητικά (και τα 4 έντυπα στην ιρανική γλώσσα), για τα οποία ανέφεραν ότι σχετίζονται με το επάγγελμα του Αιτητή 1 (βλ. ερυθρά 50-47 του διοικητικού φακέλου, φωτοτυπίες δύο εγγράφων (και τα 2 έντυπα στην ιρανική γλώσσα) για τα οποία ανέφεραν ότι σχετίζονται με την κατάσταση κοινωνικών ασφαλίσεων του Αιτητή 1 (βλ. ερυθρά 52-51 του διοικητικού φακέλου), ένα φωτοαντίγραφο από στιγμιότυπο στο οποίο φέρεται να απεικονίζεται ο Αιτητής 1 μαζί με δύο συναδέλφους του φορώντας στολή με το σήμα του κέντρου επειγόντων περιστατικών στο Ιράν (βλ. ερυθρό 77 του διοικητικού φακέλου), καθώς και αντίγραφα τριών εντύπων (και τα 3 έντυπα στην ιρανική γλώσσα) για τα οποία η Αιτήτρια  2 ανέφερε ότι σχετίζονται με το επάγγελμα της σε ινστιτούτο ομορφιάς / κομμωτικής στο Ιράν (βλ. ερυθρά 80-78 του διοικητικού φακέλου).

 

Εισηγητική έκθεση – Απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου

Ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο μεν πρώτος αφορά την ταυτότητα, τα προσωπικά στοιχεία και τη χώρα καταγωγής των Αιτητών 1 και 2, ο δεύτερος σχετικά με το ότι οι δυνάμεις ασφαλείας του Ιράν ήτο αναμεμειγμένες σε οργανωμένη προσπάθεια από το 2018 για δημιουργία κατηγοριών σε βάρος του Αιτητή 1 περί συνδρομής του σε διαφυγή ενός αντικαθεστωτικού αντάρτη, και ο τρίτος σε σχέση με τη μεταστροφή των Αιτητών στην Χριστιανική πίστη.

 

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε πως η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία αυτού έχει στοιχειοθετηθεί και ως εκ τούτου, έγινε αποδεκτός.

 

Σε σχέση με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε πως ο Αιτητής 1 δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει τον εν λόγω ισχυρισμό του με λεπτομερή, συνεπή και συγκεκριμένο τρόπο. Περαιτέρω, δεν ήταν σε θέση να δώσει μια επαρκή και λεπτομερή απάντηση σχετικά με τις περαιτέρω συνέπειες τις οποίες αντιμετώπισε ο οδηγός του ασθενοφόρου που μετείχε στη μεταφορά του τραυματία που έπειτα διέφυγε, ενώ επιπρόσθετα ο Αιτητής 1 επέδειξε έλλειψη συνέπειας ως προς τη σύνδεση του περιστατικού της δραπέτευσης του εν λόγω τραυματία με το περιστατικό όπου δύο άνδρες τον επισκέφτηκαν και προέβησαν σε έλεγχο της οικίας του, προβάλλοντας μόνο κάποιες εικασίες του ιδίου σχετικά με τον λόγο της επίσκεψής. Ομοίως, ούτε η Αιτήτρια 2 με την περιγραφή της, όσον αφορά το περιστατικό όπου απειλήθηκε από δύο πρόσωπα έξω από το σχολείο της κόρης της (Αιτήτριας 3), κατάφερε να συσχετίσει αυτό το περιστατικό, με συνέπεια, με το περιστατικό που συνέβη στον σύζυγό της (Αιτητής 1).

 

Επίσης, οι δηλώσεις του Αιτητή 1 επί του περιστατικού του ελέγχου που έγινε στην οικία του έρχονται σε αντίφαση με τις αντίστοιχες της συζύγου του (Αιτήτρια 2) σε σχέση με τα όσα εκείνη δήλωσε σχετικά με το ότι οι δύο άντρες του ζήτησαν να υπογράψει μια δήλωση ανάληψης ευθύνης για τη διαφυγή του εν λόγω τραυματία, κάτι στο οποίο ουδόλως αναφέρθηκε ο Αιτητής 1 κατά τη συνέντευξή του. Επιπλέον, όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή 1 να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο ο ανώτερος του ήταν σε θέση να γνωρίζει τα κίνητρα των δυνάμεων ασφαλείας και τις λεπτομέρειες του συμβάντος, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να παράσχει συγκεκριμένες και συναφείς πληροφορίες, προβαίνοντας σε αόριστες εικασίες ότι ίσως ο ανώτερος του να είναι μέλος των υπηρεσιών ασφαλείας.

 

Παράλληλα, κρίθηκε ότι οι απαντήσεις του Αιτητή 1 σχετικά με τα κίνητρα των δυνάμεων ασφαλείας δεν έχουν παρατεθεί με συγκεκριμένο, συνεπή και συνεκτικό τρόπο, εφόσον ο ίδιος αναφέρθηκε αρχικά σε αμέλεια εκ μέρους τους και προσπάθεια τους να επιρρίψουν την ευθύνη σε κάποιον τρίτο, ενώ όταν ρωτήθηκε σχετικά, δήλωσε πως δεν γνώριζε κατά πόσο ο τραυματίας που δραπέτευσε από το ασθενοφόρο είχε εν τέλει εντοπιστεί ή εάν παραμένει ακόμη καταζητούμενος. Αντίφαση εντοπίστηκε ακόμη και στο γεγονός ότι ο Αιτητής 1 δεν αναφέρθηκε στις δύο περιπτώσεις που ανέφερε η σύζυγός του, ως προς την ανάκριση του πατέρα του ιδίου από τις αρχές του Ιράν. Κρίθηκε επιπλέον ως μη συγκεκριμένη και συνεπής η απάντηση της Αιτήτριας 2 ως προς τον τρόπο με τον οποίο κατάφεραν οι Αιτητές να εγκαταλείψουν τη χώρα καταγωγής τους δεδομένου ότι οι αρχές της χώρας είχαν επίγνωση των ιδίων και της τοποθεσία τους.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του πιο πάνω ισχυρισμού, παρατέθηκαν αναφορές από πηγές σχετικά με τα Δικαστήρια της Επανάστασης στο Ιράν καθώς και τη μεταχείριση των ακτιβιστών που καταδικάστηκαν από τα δικαστήρια του Ιράν το 2019, ενώ αξιολογήθηκαν και τα σχετικά με την εργασία του πιστοποιητικά που κατέθεσε ο Αιτητής 1. Ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, ωστόσο, αυτός δεν έγινε αποδεκτός.

 

Συνακόλουθα, ούτε ο τρίτος ισχυρισμός των Αιτητών, περί μεταστροφής τους στον Χριστιανισμό, έγινε αποδεκτός. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε έλλειψη συγκεκριμένης, λεπτομερούς και συνεπούς αφήγησης του Αιτητή 1 σε σχέση με τα συγκεκριμένα στοιχεία του δόγματός του ώστε να αιτιολογείται η επιλογή του ιδίου να ακολουθήσει τον Προτεσταντισμό. Επίσης, ως μη συνεπείς κρίθηκαν οι απαντήσεις του σε σχέση με την επιρροή που άσκησαν επί της απόφασής του οι μεταβολές που ο ίδιος παρατήρησε όσον αφορά τον χαρακτήρα του αδελφού της συζύγου του, με τις απαντήσεις του όταν κλήθηκε να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις για το εν λόγω ζήτημα να κρίνονται ότι παρατέθηκαν κατά τρόπο μη επαρκώς συγκεκριμένο, λεπτομερή και συνεπή, αφού ο Αιτητής 1 αποκρίθηκε ξανά με γενικό τρόπο στο γεγονός ότι διαπίστωσε ορισμένες αλλαγές στον χαρακτήρα του.

 

Αξιολογήθηκαν ακόμα ως μη λεπτομερείς και συνεπείς οι απαντήσεις του Αιτητή 1 σε σχέση με την εσωτερική διαδικασία την οποία ακολούθησε κατά τη μεταστροφή του, όπως εξάλλου και οι απαντήσεις του σχετικά με τη διαφορά των χριστιανικών και ισλαμικών αξιών. Αξιολόγησης έτυχαν επίσης οι απαντήσεις του Αιτητή 1 σε σχέση με ιστορικές πτυχές του Προτεσταντισμού, τις διαφορές μεταξύ του Προτεσταντισμού και άλλων δογμάτων, καθώς και τις λεπτομέρειες του εν λόγω δόγματός. Εξίσου, κρίθηκε πως ο Αιτητής 1 δεν ήταν σε θέση να παράσχει πληροφορίες κατά λεπτομερή και συγκεκριμένο τρόπο επί του περιεχομένου της Καινής και Παλαιάς Διαθήκης, ούτε να παραθέσει στοιχεία της Βίβλου τα οποία προκάλεσαν τον θαυμασμό του, και ούτε να περιγράψει ορισμένες βασικές Χριστιανικές αξίες κατά τρόπο αξιόπιστο.

 

Σε σχέση με την Αιτήτρια 2 αξιολόγησης έτυχαν οι απαντήσεις της σε σχέση με τη χρονική στιγμή που ασπάστηκε το Χριστιανισμό, την αποστασιοποίησή της από το Ισλάμ, καθώς και τις αλλαγές τις οποίες εντόπισε στη συμπεριφορά του αδελφού της, όπου διαπιστώθηκε έλλειψη επαρκούς λεπτομέρειας, συγκεκριμενοποίησης και συνοχής στα λεγόμενά της. Αντίστοιχα, διαπιστώθηκε πως η Αιτήτρια 2 δεν ήταν σε θέση να παράσχει μία συγκεκριμένη, λεπτομερή και συνεπή αφήγηση σε σχέση με την εσωτερική διαδικασία την οποία ακολούθησε όταν ασπάστηκε τον Χριστιανισμό, ενώ εξάλλου, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ του Προτεσταντισμού και άλλων δογμάτων. Τέλος, κρίθηκε ότι η Αιτήτρια 2 δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερή, συγκεκριμένη και συνεπή απάντηση επί των διαφορών μεταξύ των χριστιανικών και των ισλαμικών αξιών. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του πιο πάνω ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες από πηγές για τη χώρα καταγωγής σχετικά με τη μεταχείριση των μεταστραφέντων  προσώπων. Ωστόσο, ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, αυτός δεν έγινε αποδεκτός.

 

Προχωρώντας στη συνέχεια σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει του μόνου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος έγινε αποδεκτός, ήτοι των προσωπικών στοιχείων των Αιτητών, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες επί της γενικής κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής τους, την απουσία πληροφοριών σχετικά με οποιαδήποτε περιστατικά ασφαλείας στην πόλη Karaj, καθώς και τις πληροφορίες επί της μεταχείρισης των πολιτών που επιστρέφουν στο Ιράν, κρίθηκε πως δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα οι Αιτητές να έλθουν αντιμέτωποι με δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ενόψει των ανωτέρω, αξιολογήθηκε πως δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης στο πλαίσιο του άρθρου 19, εδάφια (1) και (2), του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Αναφορικά με τον πρώτο και δεύτερο ισχυρισμό των Αιτητών, σχετικά με τα προσωπικά τους στοιχεία και  την οργανωμένη προσπάθεια από τις υπηρεσίες ασφαλείας του Ιράν για δημιουργία κατηγοριών σε βάρος του Αιτητή 1 περί συνδρομής του σε διαφυγή ενός αντικαθεστωτικού αντάρτη αντιστοίχως, καταλήγω ότι ορθά οι Καθ’ ων η Αίτηση έκαναν δεκτό τον πρώτο, λαμβάνοντας υπόψη την εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών τους, ενώ ορθά κατέληξαν σε απόρριψη του δεύτερου, λαμβάνοντας υπόψη τις ασάφειες/αντιφάσεις που εντοπίστηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό αναφορικά με τον εν λόγω ισχυρισμό.  

 

Όσον αφορά τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, περί μεταστροφής των Αιτητών στον χριστιανισμό, αν και κατ’ αρχάς κρίνω ορθή τη κατάληξη περί μη αξιοπιστίας του ισχυρισμού όσον αφορά τους Αιτητές 1 και 2, όπως θα καταδείξω παρακάτω, εντούτοις, παρατηρώ ότι σημαντικές πτυχές του ισχυρισμού, όπως η δραστηριότητά τους σε κοινωνικά δίκτυα, δεν αξιολογήθηκαν από τους Καθ’ ων, ούτε κατά το στάδιο αξιολόγησης του ισχυρισμού, αλλά ούτε κατά την αξιολόγηση του μελλοντικού τους φόβου, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής τους. Επίσης, αν και γίνεται αναφορά των προσκομισθέντων από τους Αιτητές εγγράφων, οι Καθ’ ων αρκέστηκαν σε απλή αναφορά τους, χωρίς να διενεργηθεί καμία περαιτέρω αξιολόγηση.

 

Πέραν όμως των ανωτέρω, παρατηρώ ότι οι Καθ’ ων, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν αξιολόγησαν, ως όφειλαν, τον ισχυρισμό περί μεταστροφής στο χριστιανισμό της Αιτήτριας 3 και της συμμετοχής της σε εκπομπή θρησκευτικού περιεχομένου, δορυφορικού καναλιού, με παρουσία και στη χώρα καταγωγής των Αιτητών.

 

Υπενθυμίζω στο σημείο αυτό την αρχή της ενδελεχούς εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας. Βάσει του Προοιμίου της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2013/32/ΕΕ υπό παρ. (34): «Οι διαδικασίες εξέτασης των αναγκών διεθνούς προστασίας θα πρέπει να είναι τέτοιες ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να εξετάζουν ενδελεχώς τις αιτήσεις παροχής διεθνούς προστασίας.». Συνακόλουθα, ως έχει κρίνει το ΔΕΕ, «Η εκτίμηση [.] της σοβαρότητας του κινδύνου πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να γίνεται με προσοχή και σύνεση, δεδομένου ότι διακυβεύονται οι ατομικές ελευθερίες και η ακεραιότητα του ανθρώπου, ζητήματα που άπτονται των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης.»[1]. Την αρχή της ενδελεχούς εξέτασης έχει εξάλλου υιοθετήσει και το Συμβούλιο της Επικρατείας ενδεικτικά στην απόφασή του 2512/2011, βάσει της οποίας «προκύπτει ότι, ενόψει της φύσεως και της σημασίας των διακυβευομένων αγαθών σε περίπτωση αναγκαστικής επιστροφής του αιτουμένου άσυλο αλλοδαπού στη χώρα του, επιβάλλεται, στο πλαίσιο της, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 4 της Οδηγίας, αξιολόγησης της αιτήσεως προστασίας σε εξατομικευμένη βάση, η ενδελεχής εξέταση των προβαλλομένων ουσιωδών ισχυρισμών»[2].

 

Στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-277/11, Μ.Μ., 22 Νοεμβρίου 2012, στην οποία παρέπεμψε και η συνήγορος των Αιτητών λέχθηκαν τα εξής σε σχέση με την αξιολόγηση των γεγονότων και περιστάσεων:

«63      Το άρθρο 4 της οδηγίας 2004/83, όπως προκύπτει από τον τίτλο του, αφορά την «αξιολόγηση των γεγονότων και περιστάσεων».

 

64      Στην πραγματικότητα, η «αξιολόγηση» αυτή γίνεται σε δύο αυτοτελή στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας.

 

65      Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, εναπόκειται μεν συνήθως στον αιτούντα να υποβάλει όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την τεκμηρίωση της αιτήσεώς του, γεγονός, όμως, παραμένει ότι το οικείο κράτος μέλος οφείλει να συνεργαστεί με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής.

 

66      Συνεπώς, η εν λόγω απαίτηση συνεργασίας που βαρύνει το κράτος μέλος έχει επακριβώς την έννοια ότι, εάν για οποιονδήποτε λόγο τα στοιχεία που έχει προσκομίσει ο αιτών την παροχή διεθνούς προστασίας δεν είναι πλήρη, πρόσφατα ή συναφή, το οικείο κράτος μέλος πρέπει να συνεργαστεί ενεργώς, στο συγκεκριμένο στάδιο της διαδικασίας, με τον αιτούντα προκειμένου να καταστεί δυνατή η συλλογή όλων των στοιχείων που τεκμηριώνουν την εν λόγω αίτηση. Εξάλλου, ένα κράτος μέλος έχει καλύτερη πρόσβαση από τον αιτούντα σε ορισμένα είδη εγγράφων.»

 

Με βάση τις ανωτέρω παρατηρήσεις και γραμμή που καθορίστηκε από τη νομολογία σε σχέση με την ερμηνεία των διατάξεων των Ευρωπαϊκών Οδηγιών για το Άσυλο, έκρινα ότι το Δικαστήριο όφειλε να λάβει επιπρόσθετες πληροφορίες για το αίτημα των Αιτητών, το οποίο δεν εξετάστηκε δεόντως από τη διοίκηση, η οποία παρέβλεψε και/ή δεν έλαβε υπόψιν στοιχεία τα οποία ενδεχομένως ήταν καθοριστικά για την έκβαση της αίτησης ασύλου των Αιτητών.  Προς τούτο, διέταξα το επανάνοιγμα της υπόθεσης και κάλεσα τους Αιτητές, μέσω της συνηγόρου τους, ώστε να παρευρεθούν στο Δικαστήριο και απαντήσουν σε πρόσθετες διευκρινιστικές ερωτήσεις του Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω έκρινα την πιο πάνω ενέργεια κρίσιμη και ως προς τα περιστατικά που αφορούσαν την Αιτήτρια 3, η οποία εκπροσωπείτο μεν από τους γονείς της κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία στην Υπηρεσία Ασύλου, αλλά της οποίας η άποψη και θέση ουδέποτε ακούστηκε, λαμβανομένων υπόψιν των γεγονότων που είχαν θέσει οι γονείς της και την αφορούσαν άμεσα, ήτοι την ενεργό εμπλοκή της σε πρόγραμμα θρησκευτικού χαρακτήρα ευρείας μετάδοσης.

 

Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 της Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού του ΟΗΕ (ΔΣΔΠ), προβλέπει ότι:

«1. Σε όλες τις ενέργειες που αφορούν παιδιά, είτε αναλαμβάνονται από δημόσια είτε από ιδιωτικά ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας, δικαστήρια, διοικητικές αρχές ή νομοθετικά όργανα, πρωταρχικό μέλημα πρέπει να είναι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού.»

 

Στο δε άρθρο 12 προβλέπεται ότι:

«1. Τα Κράτη Μέρη διασφαλίζουν στο παιδί που είναι σε θέση να διαμορφώσει τις δικές του απόψεις το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα αυτές τις απόψεις για όλα τα θέματα που αφορούν το παιδί, ενώ στις απόψεις του παιδιού δίνεται η δέουσα σημασία ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα του το παιδί.

 

2. Για το σκοπό αυτό, παρέχεται στο παιδί ιδίως η ευκαιρία να ακούγεται σε κάθε δικαστική και διοικητική διαδικασία που αφορά το παιδί, είτε άμεσα είτε μέσω αντιπροσώπου ή κατάλληλου οργάνου, κατά τρόπο σύμφωνο με τους δικονομικούς κανόνες των εθνικών νόμος.»

 

Στη δε αιτιολογική σκέψη 33 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση), γίνεται αναφορά στο βέλτιστο συμφέρον του παιδιού ως εξής: «Το μείζον συμφέρον του παιδιού, σύμφωνα με τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης) και τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού, θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχική μέριμνα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας (…)».

 

Το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού είναι μία από τις θεμελιώδεις γενικές αρχές που κατοχυρώνονται στη ΔΣΔΠ και διέπουν το σύνολο των δικαιωμάτων των παιδιών. Ρητή αναφορά στο βέλτιστο συμφέρον του παιδιού γίνεται επίσης στο άρθρο 24 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.  Στην απόφαση του τμήματος μείζονος συνθέσεως του ΔΕΕ σχετικά με την υπόθεση SM κατά Entry Clearance Officer, UK Visa Section, C-129/18, γίνεται ρητή αναφορά στην υποχρέωση των κρατών μελών να ερμηνεύουν όλα τα δικαιώματα που ορίζονται στον Χάρτη σε συνδυασμό με την υποχρέωση συνεκτίμησης του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, το οποίο αναγνωρίζεται από το άρθρο 24 παράγραφος 2 (σκ. 67).  Ως εκ τούτου, οι εθνικές αρχές οφείλουν να προβαίνουν σε «ισόρροπη και εύλογη εκτίμηση του συνόλου των τρεχουσών και κρίσιμων περιστάσεων, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα εμπλεκόμενα συμφέροντα και, ειδικότερα, το βέλτιστο συμφέρον του ενδιαφερόμενου παιδιού».

 

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν ενεργά στην προώθηση, προστασία και υλοποίηση των δικαιωμάτων τους και να εκφράζουν τη γνώμη τους σχετικά με κάθε θέμα που μπορεί να τα αφορά. Η εξέχουσα σημασία του δικαιώματος ακρόασης και της συνεκτίμησης της άποψης εμπειρογνωμόνων σχετικά με την ικανότητα του παιδιού να εξεταστεί από το δικαστήριο απασχόλησε το ΕΔΔΑ στην υπόθεση Zelikha Magomadova κατά Ρωσίας (αρ. προσφυγής 58724/14, 8/10/19). Στην περίπτωση εκείνη, η ακρόαση του παιδιού κρίθηκε απαραίτητη για τη διασφάλιση της δέουσας διαδικασίας και για την αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού. Η έκταση και ο τρόπος συμμετοχής των παιδιών μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με την αρχή της προοδευτικής αυτονομίας του παιδιού.  Το δικαίωμα ακρόασης και συμμετοχής του παιδιού, αναλόγως της ηλικίας και ωριμότητας του, συνιστά εγγύηση της δέουσας διαδικασίας.

 

Συναφώς, λαμβάνοντας αφενός υπόψη την αρχή της ενδελεχούς εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, σε συνδυασμό με το δικαίωμα ακρόασης του παιδιού και με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον αυτού και αφετέρου της προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας 3, ήτοι της ηλικίας της, περί τα 15 έτη κατά το χρόνο συνέντευξης των γονέων της, της ωριμότητάς της, ούσα ικανή να παρουσιάζει εκπαιδευτικό παιδικό πρόγραμμα, αλλά και της προσωποπαγούς φύσης των ισχυρισμών της, οι οποίοι τυγχάνουν άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη προσωπικότητα της, καθώς αφορούν τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, καταλήγω ότι οι Καθ’ ων όφειλαν να καλέσουν και την ίδια για συνέντευξη, δίδοντας της τη δυνατότητα να εκθέσει η ίδια τους ισχυρισμούς της, η δε παράλειψη τους προς τούτο, καθιστά τη διαδικασία εξέτασης πλημμελή και συναφώς τη προσβαλλόμενη ακυρωτέα, λόγω απουσίας δέουσας έρευνας και αιτιολόγησης της.

 

Ακρόαση των Αιτητών ενώπιον του Δικαστηρίου – Νέα γεγονότα και επιπρόσθετα τεκμήρια

 

Ενόψει των ανωτέρω πλημμελειών, το Δικαστήριο κάλεσε τους Αιτητές, ώστε να τους υποβάλει συμπληρωματικές ερωτήσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 11(3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 173(Ι)/18):

«Για σκοπούς ενάσκησης της δικαιοδοσίας του επί προσφυγής κατά απόφασης ή πράξης που αναφέρεται στο εδάφιο (4), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας- (α) Προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής- (i) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και (ii) την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, σε περίπτωση που προσβάλλεται απόφαση η οποία συνεπάγεται τη μη χορήγηση τέτοιας προστασίας ή την ανάκληση ή παύση τέτοιας προστασίας ή τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας αντί του καθεστώτος πρόσφυγα, και (β) επικυρώνει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή πράξη, ή ακυρώνει και τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει αυτήν: Νοείται ότι η προαναφερόμενη δικαιοδοσία αναφορικά με απόφαση ή πράξη που αναφέρεται στο εδάφιο (4) δύναται να ασκηθεί, μόνο αν τέτοια απόφαση ή πράξη εκδόθηκε- (α) Κατόπιν αίτησης η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015, ή (β) με πρωτοβουλία της αρμόδιας διοικητικής αρχής η οποία αναλαμβάνεται μετά την 20ή Ιουλίου 2015.»

 

Επίσης σύμφωνα με την Οδηγία 2013/32/ΕΕ, και συγκεκριμένα το άρθρο 46, οι αιτητές έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, η οποία να εξασφαλίζει πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την Οδηγία 2011/95/ΕΕ, τουλάχιστον κατά τις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.  Εξάλλου το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατοχυρώνεται και από το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της ΕΕ.

 

Ο όρος “Ex nunc” και πλήρης εξέταση και η έκταση ελέγχου του εθνικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις επιταγές της Οδηγίας και των δικαιωμάτων των αιτητών, έχουν τύχει ερμηνείας σε πλείονες αποφάσεις του ΔΕΕ.  Στην απόφαση ημερομηνίας 25 Ιουλίου 2018, στην υπόθεση C- 585/16, Serin Alheto κατά Zamestnipredsedatel na Darzhavna agentsia za bezhantsite, λέχθηκαν τα εξής:

 «110.    Υπό το πρίσμα αυτό, προκειμένου να γίνει σεβαστό το σύνηθες νόημά της, η φράση «μεριμνούν ώστε η πραγματική προσφυγή να εξασφαλίζει πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων» πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα κράτη μέλη, βάσει του άρθρου 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32, υποχρεούνται να διαμορφώνουν την εθνική τους νομοθεσία κατά τρόπο τέτοιον ώστε η εξέταση των προσφυγών αυτών να περιλαμβάνει τον δικαστικό έλεγχο του συνόλου των πραγματικών και νομικών ζητημάτων που επιτρέπουν στον δικαστή να προβεί στην εξέταση της υπόθεσης βάσει επικαιροποιημένων στοιχείων.

111.    Στο πλαίσιο αυτό, η έκφραση «ex nunc» αναδεικνύει την υποχρέωση του δικαστή, κατά την εκτίμηση που πραγματοποιεί, να λαμβάνει υπόψη τυχόν νέα στοιχεία τα οποία έχουν προκύψει μετά την έκδοση της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής.

112.    Μια τέτοια εκτίμηση επιτρέπει την αναλυτική εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, χωρίς να χρειάζεται να αναπεμφθεί ο φάκελος στην αποφαινόμενη αρχή. Συνεπώς, η εξουσία του δικαστή να λαμβάνει υπόψη νέα στοιχεία τα οποία δεν έχουν κριθεί από την εν λόγω αρχή εντάσσεται στο πλαίσιο του σκοπού της οδηγίας 2013/32, όπως αυτός υπενθυμίστηκε στη σκέψη 109 της παρούσας απόφασης.

113.    Περαιτέρω, η χρήση του επιθέτου «πλήρης» στο άρθρο 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32 επιβεβαιώνει ότι ο δικαστής οφείλει να εξετάζει τόσο τα στοιχεία που έλαβε ή θα μπορούσε να λάβει υπόψη η αποφαινόμενη αρχή όσο και τα στοιχεία που αφορούν το διάστημα μετά την έκδοση της απόφασης της αρχής αυτής.».

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία που έλαβε χώρα στις 22/11/2023, η Αιτήτρια 3, ερωτηθείσα σχετικώς με τα ερυθρά 75 – 76 του ΔΦ, αφού επιβεβαίωσε ότι απεικονίζουν την ίδια, δήλωσε πως αφορούν παιδικό πρόγραμμα εβδομαδιαίας προβολής, με την ονομασία «Άγγελοι Φωνάζουν». Περαιτέρω, δήλωσε ότι συμμετέχει σε κάθε εκπομπή τα τελευταία δύο χρόνια, χωρίς να λαμβάνει μισθό, λόγω της ηλικίας της, ενώ σχετικά με τις αρμοδιότητές της, δήλωσε ότι κάθε εβδομάδα ενημερώνουν την ίδια και τη συμπαρουσιάστρια της για τη θεματική της εκπομπής, και αφού το προετοιμάσουν, το παρουσιάζουν. Όλες οι θεματικές αφορούν ιστορίες από το Ευαγγέλιο και μεταξύ άλλων λαμβάνουν κλήσεις από άλλα παιδιά που τους ρωτάνε ερωτήσεις και απαντάνε και διοργανώνουν διάφορους διαγωνισμούς και λοιπές δραστηριότητες.

 

Σχετικά με τον τρόπο που πιστεύει ότι θα επηρεαστεί η ζωή της σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, δήλωσε ότι πλέον είναι 17 ετών, και έχει μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον χωρίς μαντίλα και hijab, ακολουθώντας μια διαφορετική ζωή, η οποία στη χώρα της δεν είναι ανεκτή. Πλέον φοιτά διαδικτυακά σε αμερικανικό σχολείο Ogdum, ενώ απασχολείται σε καθημερινή βάση με το κανάλι που συνεργάζεται, ασκώντας παράλληλα σε καθημερινή βάση τα θρησκευτικά της καθήκοντα ως χριστιανή, μεταβαίνοντας στην εκκλησία. Λόγω αυτού του τρόπου ζωής της, φοβάται ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της είτε θα τη σκοτώσουν, είτε θα φυλακιστεί.

 

Σχετικά με την γνώση των αρχών της χώρα καταγωγής τους για την εν λόγω εκπομπή και τυχόν κινδύνους που αντιμετώπισαν, η Αιτήτρια 2 δήλωσε πως μία φορά, κατά τη διάρκεια που η κόρη της παρουσίαζε την εν λόγω εκπομπή ζωντανά, είχαν στείλει μήνυμα από κινητό στην κόρη της, το οποίο έλεγε πως αλλάξανε θρησκεία και έγιναν Χριστιανοί και ότι θέλουν ‘κρέμασμα’, ενώ ισχυρίστηκε πως το εν λόγω μήνυμα περιείχε φωτογραφία με το σύμβολο των Revolutionary Guards του Ιράν. Παράλληλα, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι μόνο την οικογένεια του στο Ιράν είχαν απειλήσει, ενώ ισχυρίστηκε πως πλέον οι γονείς του έχουν διακόψει την επικοινωνία μαζί τους εξαιτίας της μεταστροφής τους στο χριστιανισμό.

 

Ακολούθως, η Αιτήτρια 2 ανέφερε πως η εν λόγω εκπομπή προβάλλεται διεθνώς και την παρακολουθούν πολλοί από διαφορετικά μέρη ανά τον κόσμο, ισχυριζόμενη ότι την παρακολουθούν και οι Revolutionary Guards του Ιράν, και για το λόγο αυτό, η κόρη της βρίσκεται σε πραγματικό κίνδυνο.

 

Στη συνέχεια ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι βοηθούν στην εκκλησία που μετέχουν στην Κύπρο μαζί με την κόρη του, δίδοντας κάποιες πληροφορίες όσον αφορά τον Χριστιανισμό. Παράλληλα, η Αιτήτρια 2 ενημέρωσε ότι έχουν αλλάξει εκκλησία και δεν αποτελούν πλέον μέλη της εκκλησίας όπου μετείχαν αρχικά, εφόσον κατόπιν που παρακολούθησαν την Ορθοδοξία τους άρεσε και προτίμησαν να ακολουθήσουν αυτό το δόγμα, επιβεβαιώνοντας παράλληλα, ότι από τον Ιανουάριο του 2022 και έκτοτε, κατηχούνται σε συγκεκριμένο Ιερό Ναό της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου. Δήλωσε επιπλέον, πως η ίδια κάνει μαθήματα για τον Χριστιανισμό σε κάποια άτομα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, Facebook και Instagram, ισχυριζόμενη ότι η δραστηριότητά της αυτή παρακολουθείται.

 

Σε σχέση με τον μελλοντικό τους φόβο σε περίπτωση επιστροφής τους, η Αιτήτρια 2 δήλωσε πως δεν μπορούν να επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους και να είναι ελεύθεροι, εξηγώντας ότι θα συλληφθούν, ενώ ειδικά για τη κόρη της δήλωσε ότι θα την κρεμάσουν επειδή συμμετέχει σε προγράμματα για τον Χριστιανισμό, ενώ ακόμα και σε περίπτωση φυλάκισης της, θα αντιμετωπίσει προβλήματα με βάση τα όσα γνωρίζουν ότι γίνονται στις φυλακές του Ιράν.

 

Στο σημείο αυτό σημειώνεται πως στα πλαίσια της πιο πάνω ακρόασης, το Δικαστήριο επέτρεψε όπως κατατεθούν δύο συγκεκριμένα έγγραφα που προσκόμισαν οι Αιτητές ως τεκμήρια, εκ των οποίων το πρώτο αφορά βεβαίωση ημερ. 08/11/2023 από την πλατφόρμα SAT-7 που δηλώνει, μεταξύ άλλων, ότι η Αιτήτρια 3 συμμετέχει σε εκπομπές τους με Χριστιανικό περιεχόμενο για τα παιδιά, που γίνονται στο στούντιο τους στην Κύπρο, ενώ το δεύτερο αφορά βεβαίωση ημερ. 11/11/2023 από τον Πρωτοπρεσβύτερο συγκεκριμένου Ιερού Ναού της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, που δηλώνει ότι οι Αιτητές 1 και 2 έχουν κατηχηθεί στον εν λόγω Ναό από τον Ιανουάριο του 2022, ως επίσης ότι όλοι οι Αιτητές έχουν βαπτιστεί και τους δόθηκαν Χριστιανικά ονόματα, ενώ επιπλέον, αναφέρεται ότι έχουν πολύ ζωντανή σχέση με την εν λόγω εκκλησία και επίσης ότι βοηθούν στις κατηχήσεις άλλων Περσών.

 

Δικαιοδοσία Δικαστηρίου – Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής – Εκ νέου αξιολόγηση ισχυρισμών

 

Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι στα πλαίσια του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ως προβλέπεται και από το άρθρο 46(3) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2013/32/ΕΕ,  και ενόψει της υποχρέωσης του Δικαστηρίου να πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ», ως αναλύθηκε ανωτέρω, θα προχωρήσω σε αξιολόγηση των ισχυρισμών των Αιτητών λαμβάνοντας υπόψη και τα στοιχεία και δεδομένα που τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Εκκινώντας από την αξιολόγηση του ισχυρισμού του Αιτητή 1 περί μεταστροφής του στο χριστιανισμό, παρατηρώ πράγματι, ότι οι δηλώσεις  του κατά τη συνέντευξη, σχετικά με γενεσιουργό αιτία και την εσωτερική διαδικασία μεταστροφής του στο χριστιανισμό, αλλά και την γνώση του επί θεμάτων που αφορούν την εν λόγω θρησκεία, χαρακτηρίζονται σε μεγάλο μέρος τους από γενικότητα και αοριστία. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής, παρά τις ερωτήσεις που του τέθηκαν, δεν ήταν σε θέση να αποδώσει με σαφήνεια την εσωτερική διεργασία που ακολούθησε για να προβεί σε αυτή την αλλαγή στα πιστεύω του, αναφερόμενος κατά τρόπο γενικό στην διαπίστωση της αλλαγής στο χαρακτήρα του κουνιάδου του, αλλά και σε ένα συμβάν που ήθελε τον γιό του να εξαφανισθεί σε δημόσιο χώρο και κατόπιν προσευχής, να εντοπισθεί. Τα παραπάνω γεγονότα, ακόμα και ήθελε υποτεθούν ως αληθή, καταδεικνύουν μια αυθόρμητη και επιφανειακή απόφαση, που ουδόλως εμπεριέχει την εσωτερική μετάβαση και συνειδητοποίηση εκ μέρους του Αιτητή, που ευλόγως αναμένεται σε ισχυρισμούς τέτοιας φύσεως.

 

Εξίσου, και σχετικά με την επιλογή του δόγματος του Προτεσταντισμού, οι δηλώσεις του Αιτητή παραπέμπουν σε μια ευκαιριακή και όχι συνειδητή επιλογή, επικαλούμενος την ύπαρξη αντίστοιχης Ιρανικής εκκλησίας στη Δημοκρατία, αλλά και την εκ μέρους τους προώθηση του χριστιανισμού, κάτι που ήθελε να πράξει και ο ίδιος ο Αιτητής. Εύλογα πάλι αναμένεται ότι η επιλογή ενός συγκεκριμένου δόγματος, να αφορά τον εσωτερικό ψυχισμό του εκάστοτε προσώπου και όχι τυχαία γεγονότα ή πρακτικές, όπως η διάδοση του εν λόγω δόγματος, κάτι που δεν κατάφερε να αποδώσει ο Αιτητής. Παρατηρώ, επίσης, ότι οι δηλώσεις του, δεν ήταν συνεπείς σε σχέση με το χρονικό σημείο της ανάγκης του αλλαγή θρησκείας, αναφερόμενος αφενός στη χρονική περίοδο που διαπίστωσε τις αλλαγές στον κουνιάδο και αφετέρου στο περιστατικό με το τέκνο του. Ασαφείς και γενικές υπήρξαν και οι δηλώσεις του σε σχέση με τη διαφορά της προηγούμενης και νέας θρησκείας του, αναφερόμενος σε ζητήματα πολυγαμίας και διαφορετικής αντιμετώπισης του ψεύδους. Παρομοίως, και σε σχέση με ζητήματα που αφορούν τον χριστιανισμό,  οι δηλώσεις του Αιτητή, ήταν γενικές και δεν ήταν περιείχαν επάρκεια πληροφοριών, ούτε σε σχέση με τα κείμενα που διδάσκεται και την αντίκτυπο που έχουν στον ίδιο, αλλά ούτε και για τις αξίες που πρεσβεύει  ο χριστιανισμός.

 

Από την αντίπερα όχθη, οι δηλώσεις του Αιτητή, σχετικά με την πρώτη του βάπτισή, υπήρξαν σαφείς και με επαρκείς λεπτομέρειες, όντας σε θέση να παρουσιάσει κατά τρόπο βιωματικό τον τρόπο με τον τελέστηκε και την εν γένει διαδικασία που ακολουθήθηκε. Εξίσου, και οι αναφορές του σχετικά με την παρουσία και την ενεργή ενασχόλησή του με την χριστιανική εκκλησία, τόσο κατά το πρότερο διάστημα που ασπάζονταν τον προτεσταντισμό, όσο και κατά το διάστημα μετά τη μεταστροφή του στην ορθοδοξία, αναφερόμενος στη κατήχηση και διδασκαλία που παρέχουν πλέον με την κόρη του σε νέα μέλη της εκκλησίας που προέρχονται από τη χώρα καταγωγής του. Ακόμη δε, υπήρξε σαφείς σε σχέση με την γνωστοποίηση των θρησκευτικών του πιστεύω στους οικείους του και την προώθηση του χριστιανισμού μέσω του προσωπικού του λογαριασμού σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, λαμβάνονται υπόψη τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, ήτοι το πιστοποιητικό βάπτισης ημερ. 11/08/2019, καθώς και την από 11/11/2013 βεβαίωση του Πρωτοπρεσβύτερου Χρ. Αναξαγόρου, της εκκλησίας Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό, από τα οποία προκύπτει ότι ο Αιτητής βαπτίστηκε και κατηχήθηκε στα αντίστοιχα δόγματα, ενώ το δεύτερο εξ αυτών, επιβεβαιώνει και τη ενεργή συμμετοχή του Αιτητή στην εκκλησία και την κατήχηση νέων μελών. Σημειώνεται ότι η εσφαλμένη ημερομηνία που φαίνεται να εκδόθηκε το δεύτερο έγγραφο, δεν πλήττει την αξιοπιστία του ως προς την εκδούσα αρχή και το περιεχόμενό του, δεδομένου ότι φέρει όλα τα υπόλοιπα στοιχεία, ήτοι επίσημη σφραγίδα του ιερού ναού, καθώς και την υπογραφή Πρωτοπρεσβύτερου.

 

Εξάλλου, από την έρευνα που διεξήγαγε το Δικαστήριο, σχετικά με τις μεθόδους διάδοσης του χριστιανισμού στο Ιράν και τον τρόπο με τον οποίο πολίτες της χώρας έρχονται σε επαφή με αυτόν, προέκυψαν τα κάτωθι:

 

Από πηγές που αναφέρονται σε σχετική έκθεση του UK Home Office για το Ιράν, προκύπτει ότι υπάρχουν «Χριστιανικές ιεραποστολικές δραστηριότητες με στόχο τον πληθυσμό του Ιράν από το εξωτερικό» και «…αυτό το ιεραποστολικό έργο γίνεται μέσω δορυφορικής τηλεόρασης, χρησιμοποιώντας το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης…», ως επίσης ότι οι προσήλυτοι στο Ιράν συναθροίζονται σε ‘κατ’ οίκον εκκλησίες’ όπου μεταξύ άλλων «παρακολουθούν κηρύγματα σε τηλεοπτικά προγράμματα στα περσικά μέσω Χριστιανικών δορυφορικών καναλιών από το εξωτερικό», ενώ ορισμένες διαδικτυακές εφαρμογές «χρησιμοποιούνται επίσης για κήρυγμα και διδασκαλία» και «τα μέλη των ‘κατ’ οίκον εκκλησιών’ λαμβάνουν επίσης θρησκευτικό υλικό» από μέσα κοινωνικής δικτύωσης.[3] Σε άλλη έγκυρη πηγή, καταγράφεται ότι οι περισσότερες ‘κατ’ οίκον εκκλησίες’ στο Ιράν είναι μικρές και άτυπες, και «…αποτελούνται από στενά μέλη της οικογένειας καθώς και φίλους που συγκεντρώνονται τακτικά ή ανά τακτά διαστήματα για να προσευχηθούν, να προσκυνήσουν, να διαβάσουν τη Βίβλο ή/και να παρακολουθήσουν Χριστιανικά τηλεοπτικά προγράμματα στη γλώσσα Farsi που μεταδίδονται μέσω δορυφόρου…»[4].

 

Συνεπώς, βάσει των ανωτέρω καταλήγω ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή, περί μεταστροφής του στον χριστιανισμό, ως εσωτερική πτυχή/κατάσταση, δεν γίνεται αποδεκτός ως αξιόπιστος, ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του. Εντούτοις, δε μπορώ να παραγνωρίσω την εξωτερική πτυχή του ισχυρισμού, έχοντας κατά νου, τη βάπτιση του Αιτητή, τη δράση του και την ενασχόληση του με την εκκλησία, αλλά και τη διάδοση του χριστιανισμού μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου πράγματι τόσο από τις δηλώσεις του Αιτητή, όσο και από την αξιολόγηση των τεκμηρίων, προκύπτει ότι τα εν λόγω σκέλη του ισχυρισμού είναι αξιόπιστα και συνεπώς γίνονται αποδεκτά από το Δικαστήριο.

 

Όσον αφορά την Αιτήτρια 2, κατ’ αρχάς παρατηρώ ότι εν πολλοίς οι δηλώσεις της είναι πανομοιότυπες με κείνες του συζύγου της, τόσο ως προς τα αίτια της απόφασης μεταστροφής της στον χριστιανισμό, όσο και στην εσωτερική της διεργασία και στη συνειδητότητα της επιλογής αυτής, χαρακτηριζόμενες στο σύνολο τους από ασάφεια και αοριστία. Ειδικότερα όμως, ούτε η Αιτήτρια ήταν σε θέση να αποδώσει με τρόπο βιωματικό τα κίνητρα που την ώθησαν στην μεταστροφή της θρησκείας της, αναφερόμενη αορίστως στην αλλαγή συμπεριφοράς του αδερφού της, που φέρεται να ασπάστηκε το χριστιανισμό, αλλά και στο περιστατικό με την εξαφάνιση του γιού της. Τα όσα ελέγχθησαν ανωτέρω περί συνειδητοποίησης και εσωτερικής διεργασίας, ισχύουν και στην περίπτωση της Αιτήτριας. Στο ανωτέρω συμπέρασμα συνηγορούν και οι δηλώσεις της περί επιλογής δόγματος, δηλώσεις που δεν περιείχαν συγκεκριμένες πληροφορίες, αλλά και η άγνοια που επέδειξε σε σχέση με τη διαφοροποίηση και την ταυτότητα των διαφορετικών δογμάτων της εκκλησίας.

 

Περαιτέρω, και σε σχέση με ειδικότερα ζητήματα που αφορούν τη θρησκεία της, μεταξύ των οποίων γιορτές, ιερά κείμενα και αρχές που την διέπουν, οι δηλώσεις της υπήρξαν φειδωλές χωρίς επαρκείς πληροφορίες, κάτι που θα αναμένοντας από την ίδια ευλόγως να είναι σε θέση να πράξει, λαμβάνοντας υπόψη το χρονικό διάστημα που ασπάστηκε το χριστιανισμό, πλέον των 4 ετών, αλλά και της ενασχόλησής της με τη διάδοσή του.  Εξάλλου, ακόμα και οι δηλώσεις τις σχετικά με την αποστροφή της από την προηγούμενη θρησκεία της, αν και παρουσιάζουν σαφήνεια σε σχέση με την υποχρεωτικότητα της άσκησης των θρησκευτικών της υποχρεώσεων, όπως μεταξύ άλλων η προσευχή και η υποχρεωτική χρήση hijab, δεν περιείχαν την επάρκεια πληροφοριών, αλλά και στοιχεία βιωματικότητας που αναμένεται από ένα πρόσωπο που βιώνει μια δυσχερή και καταπιεστική κατάσταση για το ίδιο και αποτελεί έναυσμα για την αλλαγή θεμελιωδών πεποιθήσεων, όπως είναι το ζήτημα της θρησκείας.  

 

Εντούτοις, παρατηρείται ότι και οι δηλώσεις της Αιτήτριας στο σκέλος του ισχυρισμού που αφορά την βάπτιση της και την ενεργή της συμμετοχή στα εκκλησιαστικά δρώμενα και τη διάδοση του χριστιανισμού μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, παρουσιάζονται κατά τρόπο σαφή και συνεπή, με επάρκεια πληροφοριών, που παραπέμπουν σε πρόσωπο που αφηγείται ιδία βιώματα.

 

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη και τα προσκομισθέντα τεκμήρια, καταλήγω στα ίδια συμπεράσματα που κατέληξα για τον Αιτητή 1, όπως αναλύονται ανωτέρω.

 

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της Αιτήτριας 3, περί μεταστροφής της στο χριστιανισμό και τη συμμετοχή της σε παιδικό τηλεοπτικό πρόγραμμα με θρησκευτικό περιεχόμενο, σημειώνεται ότι τόσο οι δηλώσεις τις ίδιας, όσο και των γονέων της χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους από επάρκεια πληροφοριών, συνοχή και συνέπεια. Πιο συγκεκριμένα, η Αιτήτρια 3, ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες σε σχέση με το πρόγραμμα που εμφανίζεται, το χρονικό διάστημα που πραγματοποιεί τις εμφανίσεις, τις αρμοδιότητες της και το περιεχόμενο του προγράμματος. Πέραν τούτων, υπήρξε αρκετά σαφής σε σχέση με τον τρόπο που η εκκλησία έχει εισβάλει στην καθημερινότητά της, αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της, αλλά και τη διαφορετική αντίληψη, νοοτροπία και συνήθειες που έχει αναπτύξει κατά τη παραμονή της στη Δημοκρατία, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την αποστασιοποίησή της από το Ισλάμ, προσιδιάζοντας σε ένα πρόσωπο, που παρά το νεαρό της ηλικίας του, έχει πλήρη συνείδηση των επιλογών του και αποδίδοντας βιωματικά και με συνέπεια την αλλαγή και διαμόρφωση των εσωτερικών της πεποιθήσεων. Εξίσου, και οι δηλώσεις των γονέων της, εμφανίζονται συνεπείς με αυτές της Αιτήτριας 3, ενώ παρείχαν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την εν γένει συμμετοχή της στο πρόγραμμα, αποδίδοντας μάλιστα τη συμμετοχή της σε βούληση της ίδιας. Σαφείς και συγκεκριμένες εμφανίζονται και οι δηλώσεις τους σε σχέση με την γενικότερη δράση της Αιτήτριας στην εκκλησία. Τέλος, σαφείς υπήρξαν και οι δηλώσεις τους σε σχέση με τα απειλητικά μηνύματα που δέχεται κατά καιρούς η Αιτήτρια, λόγω της συμμετοχής της στο πρόγραμμα, αποδίδοντας το περιεχόμενο τους και επεξηγώντας τον τρόπο ταυτοποίησης των αποστολέων.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, επισημαίνω, καταρχάς, ότι έχουν προσκομιστεί από τους Αιτητές έγγραφα τα οποία φέρουν την εικόνα της Αιτήτριας 3 (βλ. ερυθρά 75 και 76 του διοικητικού φακέλου) και επί των οποίων αναγράφονται ηλεκτρονικές διευθύνσεις (σε διαδικτυακά μέσα) της πλατφόρμας Sat7Pars, καθώς και τα δύο πιστοποιητικά βάπτισης της Αιτήτριας. Ως προς τα δύο τελευταία πιστοποιητικά, ισχύουν όσα αναλύθηκαν ανωτέρω.

 

Περαιτέρω, σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης το οποίο αναγράφεται επί του εγγράφου, είναι δυνατός ο εντοπισμός κοριτσιού το οποίο φέρει το μικρό όνομα της Αιτήτριας 3, την ηλικία αυτής, καθώς και συμφωνεί με τα όσα η Αιτήτρια 2 ανέφερε σχετικά με την έναρξη της συμμετοχής της κόρης της (Αιτήτριας 3) στο εν λόγω πρόγραμμα.  Η εν λόγω κοπέλα φαίνεται επίσης να λαμβάνει μέρος στη συγκεκριμένη εκπομπή της ίδιας πλατφόρμας που προβάλλεται σε διαφορετικό διαδικτυακό μέσο, σε κανάλι το οποίο ανήκει στην εν λόγω πλατφόρμα.  Βάσει της ιστοσελίδας της ίδιας πλατφόρμας «το SAT-7 PARS αναμεταδίδει σε εκατομμύρια ομιλητών Περσικών στο Ιράν, το Αφγανιστάν και το Τατζικιστάν. […] Το SAT-7 PARS υπάρχει προκειμένου να καταπολεμήσει την ευρέως διαδεδομένη απελπισία με τα ‘χαρμόσυνα νέα’ του Ιησού Χριστού. Μέσω του SAT-7PARS […] οι Χριστιανοί ομιλητές των Farsi τόσο εντός όσο και εκτός Ιράν μπορούν να μοιραστούν την πίστη τους με όσους το αναζητούν και να ενθαρρύνουν τους πιστούς όμοιούς τους […]» .

 

Ακόμη, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη και λειτουργία της πλατφόρμας SAT-7 (με σκοπό την ‘προώθηση της Χριστιανικής πίστης’ μέσω πληροφόρησης και μόρφωσης στα πλαίσια των τηλεοπτικών και διαδικτυακών εκπομπών της)[5]. Ειδικότερα, διαπιστώνεται επίσης ότι το διεθνές γραφείο της SAT-7 International βρίσκεται στην Κύπρο[6], όπου υπάρχει επίσης και στούντιο παραγωγής[7]. Συγκεκριμένα, ως αναφέρεται από την εν λόγω πλατφόρμα, «μέσω των τεσσάρων δορυφορικών καναλιών της, προσεγγίζονται εκατομμύρια σε 25 χώρες σε όλη τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, σε ένα μέρος του κόσμου όπου πάνω από 400 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν δορυφορικούς δέκτες και είναι πιθανοί θεατές των προγραμμάτων», ενώ στις εν λόγω χώρες περιλαμβάνεται και το Ιράν (μεταξύ άλλων)[8]. Επιπλέον, επιβεβαιώνεται ότι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να μετέχουν στις δραστηριότητες του SAT-7 International, συνεισφέροντας εθελοντικά στα προγράμματα (περιλαμβανομένου και του καναλιού SAT-7 PARS) δια μέσου του διεθνούς γραφείου στην Κύπρο[9].

 

Συνεπώς, βάσει των αξιολογήθηκαν ανωτέρω, ο ισχυρισμός της Αιτήτριας 3, που αφορά τη μεταστροφή της στο χριστιανισμό, τη συμμετοχή της σε παιδικό πρόγραμμα με θρησκευτικό περιεχόμενο σε κανάλι παγκόσμιας εμβέλειας, οι απειλές που δέχτηκε εξαιτίας αυτού, αλλά και η αποστασιοποίησή της από το ισλάμ λόγω της διαφορετικής κουλτούρας και τρόπου ζωής που ανέπτυξε στη Δημοκρατία, γίνεται δεκτός ως αξιόπιστος στο σύνολό του.

 

Τέλος, και όσον αφορά τον Αιτητή 4, λαμβάνοντας υπόψη τα προσκομισθέντα τεκμήρια, ως αναφέρονται ανωτέρω, αλλά και του νεαρού της ηλικίας του, μη δυνάμενος να σχηματίσει και εκφράσει ιδία πεποίθηση, γίνεται δεκτός ως αξιόπιστος ο ισχυρισμός της βάπτισης του στην ορθόδοξη εκκλησία.

 

Νομική ανάλυση

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου:

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.

 

Επίσης οι ανάγκες παροχής διεθνούς προστασίας, δύνανται να ανακύψουν επιτόπου:

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του περί Προσφύγων Νόμου:

«(1) Κατά την αξιολόγηση αίτησης ή διοικητικής προσφυγής, γίνεται αποδεκτό ότι-

(α) ο βάσιμος φόβος δίωξης ή ο πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης δυνατό να στηρίζεται σε γεγονότα τα οποία επήλθαν μετά την αναχώρηση του αιτητή από τη χώρα καταγωγής του∙

(β) ο βάσιμος φόβος δίωξης ή ο πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης δυνατό να στηρίζεται σε δραστηριότητες στις οποίες ο αιτητής επιδόθηκε μετά την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του, ιδίως εάν αποδεικνύεται ότι οι δραστηριότητες τις οποίες επικαλείται αποτελούν εκδήλωση και προέκταση πεποιθήσεων ή προσανατολισμών τις οποίες ο αιτητής είχε ήδη στη χώρα καταγωγής του.».

 

Συνεπώς, κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν, το Δικαστήριο θα αξιολογήσει αν ο φόβος των Αιτητών, περί στοχοποίησής και εκδίωξής τους από τις αρχές τις χώρας καταγωγής τους, λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, αλλά και λόγω της συμμετοχής της Αιτήτριας 3 σε τηλεοπτική εκπομπή με θρησκευτικό περιεχόμενο και την εν γένει αποστασιοποίηση της τελευταίας από τις αρχές που επιτάσσει το ισλάμ με την υιοθέτηση αξιών του δυτικού τρόπου ζωής, βάσει των όσων έγιναν αποδεκτά ανωτέρω, είναι βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Αναφορικά με τον φόβο των Αιτητών, λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, σημειώνεται ότι όσον αφορά τους Αιτητές 1 και 2, ο ισχυρισμός τους περί μεταστροφής τους στο χριστιανισμό απερρίφθη. Συνεπώς, το Δικαστήριο θα εξετάσει τον κίνδυνο που θα ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν όλοι οι Αιτητές, βάσει της μεταστροφής της Αιτήτριας 3 στον χριστιανισμό και της συμμετοχής της σε τηλεοπτική εκπομπή με θρησκευτικό περιεχόμενο, σε συνάρτηση με τις δραστηριότητες των Αιτητών 1 και 2 που σχετίζονται με τη θρησκεία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

 

Εξωτερικές πηγές πληροφόρησης

 

Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη μεταχείριση που τυγχάνουν οι χριστιανοί και δη όσοι μεταστράφηκαν, στο Ιράν. 

 

Οι Χριστιανοί είναι μία από τις τρείς αναγνωρισμένες θρησκευτικές μειονότητές μαζί με τους Ζωροαστριστές, και τους Εβραίους, στους οποίους σύμφωνα με Άρθρο 13 του Συντάγματος αναγνωρίζεται το δικαίωμα τους στην θρησκευτική λατρεία.[10]

 

Το κυβερνητικό στατιστικό κέντρο του Ιράν αναφέρει, σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2022 για το έτος 2021, ότι υπάρχουν 117.700 δηλωμένοι χριστιανοί στη χώρα ωστόσο, οι πραγματικοί αριθμοί μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτεροι. Σύμφωνα με τη Βάση Δεδομένων Παγκόσμιας Θρησκείας του Πανεπιστημίου της Βοστώνης για το 2020, υπάρχουν περίπου 579.000 Χριστιανοί στο Ιράν. Η ΜΚΟ Open Doors USA υπολογίζει ότι ο αριθμός είναι 800.000 και το Elam Ministries, μια χριστιανική οργάνωση, εκτιμά ότι μπορεί να είναι μεταξύ 300.000 και 1 εκ..[11]

 

Δεν ισχύει ωστόσο το ίδιο για αυτούς που προέρχονται από Μουσουλμάνους γονείς και αποφάσισαν να μεταστραφούν στον χριστιανισμό, οι οποίοι θεωρούνται αποστάτες και δύναται να τους επιβληθούν αυστηρές ποινές στη βάση του Συντάγματος και του Ποινικού Κώδικα. Η μόνη αποδεκτή μεταστροφή θρησκείας είναι από άλλη θρησκεία στο Ισλάμ, όπως επιβεβαιώνει πλήθος πηγών.[12]

 

Συνεπώς, σύμφωνα με έκθεση της LandInfo του 2017, όχι μόνο δεν μπορούν να εγγραφούν και να έχουν τα ίδια δικαιώματα με αναγνωρισμένα μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων αλλά ουσιαστικά η οποιαδήποτε άσκηση της θρησκευτικής τους πίστης αποτελεί παράνομη πράξη, που δύναται  να τιμωρηθεί ακόμα και με την θανατική ποινή ή να έχει συνέπειες επί των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το Landinfo η μεταστροφή «μπορεί να έχει συνέπειες όσον αφορά την απασχόληση, τη σύνταξη, το γάμο, το διαζύγιο, την επιμέλεια των παιδιών και την κληρονομιά».[13]

 

Σε έκθεση του Γραφείου Μετανάστευσης της Δανίας του 2018 αναφορικά με τη μεταστροφή στο Ιράν, καταγράφεται ότι το βάπτισμα από μόνο του δεν έχει σημασία, εφόσον είναι αμφίβολο εάν θα είχε διαφορά για τις αρχές εάν αυτός που μεταστράφηκε έχει βαφτιστεί, αν και θεωρείται ότι η βάφτιση, η οποία είναι τεκμηριωμένη στην παρούσα υπόθεση, θα μπορούσε να θέσει σε επαγρύπνηση τις αρχές και προκαλέσει προβλήματα.[14]

 

Τον Ιανουάριο 2022, το κοινοβούλιο τροποποίησε τον ποινικό κώδικα προκειμένου να ποινικοποιήσει την προσβολή «θεϊκών θρησκειών ή ισλαμικών σχολών σκέψης» και τη διάπραξη «οποιασδήποτε αποκλίνουσας εκπαιδευτικής ή προσηλυτιστικής δραστηριότητας που έρχεται σε αντίθεση ή παρεμβαίνει στον ιερό νόμο του Ισλάμ» με ποινή φυλάκισης έως 5 έτη και/ή πρόστιμο.[15] Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) δήλωσαν ότι αυτές οι νέες διατάξεις θέτουν τις θρησκευτικές μειονότητες σε μεγαλύτερο κίνδυνο δίωξης. Ο νόμος απαγορεύει πλέον ρητώς[16] στους μουσουλμάνους πολίτες να αλλάξουν ή να απαρνηθούν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.[17]

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με διαθέσιμες πληροφορίες το είδος της μεταχείρισης των Χριστιανών μεταστραφέντων διαφαίνεται από τα εξής πρόσφατα περιστατικά που παρατίθενται ενδεικτικά:

 

1)   Τον Φεβρουάριο του 2022, το Τμήμα 34 του Εφετείου της Τεχεράνης ακολούθησε την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία η πρακτική των κατ’ οίκον εκκλησιών δεν είναι εγκλήματα που απειλούν την εθνική ασφάλεια (βλ. πιο πάνω), αθωώνοντας εννέα χριστιανούς που αντιμετώπιζαν νομικές κατηγορίες. Τον Ιανουάριο του 2022,[18] δύο Χριστιανοί απελευθερώθηκαν από την φυλακή Bushehr Central πριν εκτίσουν το σύνολο της ποινής που τους υπεβλήθη.[19]

2)   Τον Μάρτιο 2022, ωστόσο, ο εισαγγελέας της Τεχεράνης ενημέρωσε έναν Χριστιανό μεταστραφέντα ότι η αίτησή του για πρόωρη αποφυλάκιση απορρίφθηκε  παρά το γεγονός ότι κατηγορείται επίσης για λόγους εθνικής ασφάλειας λόγω συμμετοχής σε κατ’ οίκον εκκλησία. Τον Απρίλιο 2022, δικαστής της Τεχεράνης καταδίκασε έναν χριστιανό που διέθετε το σπίτι του ως κατ’ οίκον εκκλησία σε δέκα χρόνια φυλάκιση για διδασκαλία «προπαγάνδα αντίθετη και ενοχλητική προς την ιερή θρησκεία του Ισλάμ» ενώ σε δύο άλλους χριστιανούς αποστάτες επέβαλε δεκαετή «στέρηση κοινωνικών δικαιωμάτων», διετή απαγόρευση ταξιδιών στο εξωτερικό και δυνατότητας να γίνουν μέλη οποιασδήποτε πολιτικής ή κοινωνικής ομάδας και 50 εκατ. Τούμαν (1.200 $) πρόστιμο στον καθένα. Τον Μάιο 2022, ο ίδιος δικαστής καταδίκασε έναν πάστορα σε δέκα χρόνια φυλάκισης γιατί η δράση του απείλησε την εθνική ασφάλεια. Δύο γυναίκες που μεταστράφηκαν, μέλη κατ’ οίκον εκκλησίας του αντιμετωπίζουν ποινή φυλάκισης επίσης για λόγους εθνικής ασφάλειας.[20]

3)   Τον Ιανουάριο του 2022, το Υπουργείο Πληροφοριών δημοσίευσε ότι κάλεσε οκτώ χριστιανούς αποστάτες και τους πίεσε να αλλάξουν τη θρησκεία τους.[21]

4)   Τον Φεβρουάριο 2022, η Εισαγγελία της Τεχεράνης υπέβαλε σε χριστιανή μεταστραφείσα ποινή φυλάκισης δύο ετών με την κατηγορία ότι μιλούσε εναντίον του κράτους και ενεργούσε κατά της εθνικής ασφάλειας.[22]

5)   Στις 23 Ιανουαρίου 2021, ένα πρακτορείο ειδήσεων που συνδέεται με το IRGC έδωσε πληροφορίες για την ύπαρξη «δικτύου» χριστιανών σε «αρκετές επαρχίες» για  συμπεριφορά που αποκλίνει από την ηθική και για θρησκευτικό προσηλυτισμό.[23]

 

Σύμφωνα με έκθεση του US Department of State (USDOS), στις 16 Δεκεμβρίου, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ενέκρινε ψήφισμα που εκφράζει ανησυχία για «συνεχείς αυστηρούς και αυξανόμενους περιορισμούς στο δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης, συνείδησης, θρησκείας ή πεποιθήσεων» και «παρενόχλησης, εκφοβισμού, δίωξης, αυθαίρετων συλλήψεων και κράτησης και υποκίνησης στο μίσος» εναντίον αναγνωρισμένων και μη αναγνωρισμένων θρησκευτικών μειονοτήτων[24].

 

Από αναφορά σε άλλη πηγή σχετικά με την θρησκευτική ελευθερία και μεταστροφή στο Ιράν, προκύπτει ότι η θανατική ποινή ισχύει για μη μουσουλμάνους οι οποίοι προσηλυτίζουν ή επιχειρούν να μεταστρέψουν μουσουλμάνους. Επίσης, στην ίδια πηγή καταγράφεται ότι όσοι ασπάζονται τον Χριστιανισμό στη χώρα απαγορεύεται να συμμετέχουν σε αναγνωρισμένες εκκλησιαστικές λειτουργίες και ως εκ τούτου πρέπει συλλογικά να εκφράσουν την πίστη τους μυστικά, στις λεγόμενες «house-churches». Επιπλέον, σημειώνεται περαιτέρω στην εν λόγω πηγή ότι: «..οι μουσουλμάνοι που μεταστρέφονται στο Χριστιανισμό κινδυνεύουν να συλληφθούν και να κρατηθούν εάν αποκαλυφθεί η μεταστροφή τους. Οι Χριστιανοί για τους οποίους διαπιστώνεται ότι ‘προσηλυτίζουν’ αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο σύλληψης, δίωξης και φυλάκισης».[25]

 

Εξάλλου, ως προς την παρακολούθηση των πολιτών του Ιράν οι οποίοι βρίσκονται στο εξωτερικό, σε έρευνα του Freedom House για τη διακρατική καταστολή αναφέρεται ότι «ο εκτεταμένος ορισμός του καθεστώτος του Ιράν ως προς το ποιος συνιστά απειλή για την Ισλαμική Δημοκρατία συμβάλλει στο εύρος και την ένταση της καμπάνιας της διακρατικής καταστολής».[26] Βάσει της ίδιας αναφοράς, το καθεστώς κάνει χρήση του πλήρους φάσματος των τακτικών διακρατικής καταστολής, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κακόβουλου λογισμικού και εξαναγκασμού ‘μέσω αντιπροσώπου’, όπου μέλη των οικογενειών εντός του Ιράν απειλούνται ή κρατούνται προκειμένου να σιωπήσουν τη διασπορά.[27] Οι τακτικές διακρατικής καταστολής του Ιράν αναγράφεται ότι έχουν χρησιμοποιηθεί κατά Ιρανών σε τουλάχιστον εννέα χώρες στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αμερική.[28] Πηγές του Immigration and Refugee Board του Καναδά (IRB Canada), αναφέρουν ότι οι «‘κύριες’ υπηρεσίες του Ιράν επιφορτισμένες με τη συλλογή πληροφοριών συνιστούν το Υπουργείο Πληροφοριών και Ασφαλείας (MOIS) και η Υπηρεσία Πληροφοριών του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC, ενώ πηγή της ίδιας έρευνας αναφέρει ότι οι ως άνω υπηρεσίες «συνιστούν τις πρωταρχικές υπηρεσίες οι οποίες διεξάγουν παρακολουθήσεις των Ιρανών πολιτών στο εξωτερικό», και επίσης, βάσει άλλης πηγής της εν λόγω έρευνας, το εν λόγω Υπουργείο Πληροφοριών και Ασφαλείας (MOIS) «διατηρεί ‘πράκτορες’ στις πρεσβείες του Ιράν στην Ευρώπη».[29]

 

Ανώνυμη για λόγους ασφαλείας πηγή την οποία συμβουλεύτηκε η Μονάδα Έρευνας και Πληροφοριών (CedocaDocumentation and Research Department) του Βελγίου ισχυρίζεται ότι «Ιρανοί πληροφοριοδότες συλλέγουν πληροφορίες επί προσώπων τα οποία μεταστρέφονται στο εξωτερικό», ως επίσης ότι, «Εάν οι αρχές του Ιράν ενδιαφέρονται για κάποια συγκεκριμένη ομάδα (όπως σε αυτή την περίπτωση, για παράδειγμα, όσων μεταστρέφονται), θα εξεύρουν την αναγκαία δυνατότητα παρακολούθησης των προσώπων αυτών στο εξωτερικό.», ενώ σύμφωνα με την πηγή αυτή, «είναι πολύ πιθανό ότι η κυβέρνηση του Ιράν θα διεισδύσει σε κοινότητα Ιρανών που μεταστράφηκαν σε χώρες με ευρεία μεταστροφή Ιρανών…».[30] Σύμφωνα με έρευνα του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας (DFAT Australia), η οποία δημοσιεύτηκε το 2023, «οι αρχές προβαίνουν σε έλεγχο του διαδικτυακού περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», ενώ «Τα πρόσωπα τα οποία επανειλημμένα αναρτούν δημοσιεύσεις που συνιστούν ανοιχτά επικριτική κατά της κυβέρνησης […] ή όσοι θεωρηθούν ότι ξεπερνούν τα ηθικά όρια ενδέχεται να προσελκύσουν δυσμενή προσοχή, ιδίως εάν το περιεχόμενο γίνει ευρέως γνωστό σε σύντομο χρονικό διάστημα (viral).» και «αυτό ισχύει και για τα πρόσωπα που βρίσκονται στο εξωτερικό.»[31].

 

Ειδικά ως προς την παρακολούθηση των Χριστιανών και τη μεταχείριση των οικογενειών τους που βρίσκονται στο εξωτερικό, σύμφωνα με την τελευταία κοινή αναφορά από διάφορες ΜΚΟ, «Έξι εκπατρισμένοι Ιρανοί Χριστιανοί ανέφεραν το 2022 ότι διάφορα μέλη της οικογένειας τους στο Ιράν είχαν κληθεί προς ανάκριση και παρενοχλήθηκαν σε σχέση με τις δραστηριότητες των συγγενών τους στο εξωτερικό. […]»[32]. Η ίδια αναφορά προσθέτει ότι «Στα μέλη της οικογένειας τυπικά αναφερόταν ότι εφόσον έπειθαν τους συγγενείς τους να επιστρέψουν στο Ιράν, οι πιθανές δικαστικές καταδίκες τις οποίες θα αντιμετώπιζαν για τις Χριστιανικές τους δραστηριότητες θα μειώνονταν.»[33].

 

Πέραν των πιο πάνω, από πηγές που αναφέρονται σε σχετική έρευνα από έγκυρη πηγή καταγράφεται ότι «Η Ιρανική κυβέρνηση στοχεύει τους πολίτες της για τις ειρηνικές πολιτικές τους δραστηριότητες και την άσκηση της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης και της ελευθερίας της θρησκείας ή της πεποίθησης.», ως επίσης ότι «Τα δικαστήρια έχουν συχνά επιβάλει μακροχρόνιες ποινές εναντίον δημοσιογράφων που θεωρείται ότι έχουν παραβιάσει τις ‘κόκκινες γραμμές’, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δημοσιεύουν υλικό στο διαδίκτυο. Αντί να χρησιμοποιούν διατάξεις βάσει του Νόμου για τον Τύπο, οι αρχές συχνά επικαλούνται νομοθεσία που σχετίζεται με την εθνική ασφάλεια ή για αδικήματα με βάση τη θρησκεία. Αυτή η νομοθεσία επιτρέπει αυστηρότερες ποινές, συμπεριλαμβανομένων ποινών φυλάκισης που κυμαίνονται από έξι έως 10 χρόνια ή περισσότερο.»[34]. Σε άλλη έγκυρη πηγή καταγράφεται ότι: «Το σύνταγμα ορίζει τη χώρα ως Ισλαμική δημοκρατία και ορίζει το [Ισλάμ] ως την επίσημη θρησκεία για το κράτος. Το σύνταγμα ορίζει όπως όλοι οι νόμοι και οι κανονισμοί πρέπει να βασίζονται σε ‘ισλαμικά κριτήρια’ και σε επίσημη ερμηνεία της sharia. […] Ο νόμος απαγορεύει στους μουσουλμάνους να αλλάξουν ή να απαρνηθούν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Οι μόνες αναγνωρισμένες μεταστροφές είναι από άλλες θρησκείες στο Ισλάμ. Με βάση τη Sharia, όπως ερμηνεύεται από την κυβέρνηση, η μεταστροφή από το Ισλάμ θεωρείται ως αποστασία, ένα έγκλημα που τιμωρείται με θάνατο. […] Σύμφωνα με το νόμο, οι μη μουσουλμάνοι δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε δημόσια πειθώ ή να επιχειρήσουν να προσηλυτίσουν έναν μουσουλμάνο σε άλλη πίστη ή πεποίθηση. Ο νόμος θεωρεί ότι αυτές οι δραστηριότητες είναι προσηλυτιστικές και τιμωρούνται με θάνατο.»[35].

 

Επιπλέον, υπάρχουν αρκετές αναφορές σε διάφορες πηγές σχετικά με στοχοποίηση, βίαιες συλλήψεις και κακομεταχείριση κατά την κράτηση ανηλίκων στο Ιράν, καθώς και περιπτώσεις ανηλίκων που οδηγήθηκαν παρά τη μικρή τους ηλικία στα Δικαστήρια της Επανάστασης (Revolutionary Courts), ως επίσης περιπτώσεις ανηλίκων που οδηγήθηκαν σε φυλακές και αναμίχθηκαν μαζί με ενηλίκους κρατούμενους[36]. Ως προς τη μεταχείριση των (υπολοίπων) μελών της οικογένειας των ατόμων που στοχοποιούνται από τις αρχές του Ιράν (είτε βρίσκονται εντός, είτε εκτός της χώρας), σε έγκυρη πηγή καταγράφεται πως «Πολλές οικογένειες κρατουμένων έχουν αποφύγει να μιλήσουν δημόσια για την κατάστασή τους και τις ανησυχίες τους ώστε να μην στοχοποιηθούν από τις αρχές.», ενώ «…πολλές οικογένειες κρατουμένων και σκοτωμένων διαδηλωτών ξυλοκοπήθηκαν, απολύθηκαν από τις δουλειές τους και προειδοποιήθηκαν ότι οι τραυματίες συγγενείς τους δεν θα λάβουν ιατρική περίθαλψη…», ως επίσης υπάρχουν αναφορές για απειλές καθώς και περιπτώσεις αυξημένης και σοβαρής παρενόχλησης προς τα μέλη οικογενειών στο Ιράν (συγκεκριμένα, όμως, για την περίπτωση δημοσιογράφων που εργάζονται στο εξωτερικό)[37].

 

Περαιτέρω, από την πιο πρόσφατη έκθεση του Danish Immigration Service (DIS) και στα πλαίσια σχετικής δήλωσης του Υπουργείου Εξωτερικών της Δανίας, προκύπτει πως «δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί πως τα τηλέφωνα και οι δραστηριότητες ατόμων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα εξετάζονταν κατά την είσοδο [τους στο Ιράν]», κάτι που «συνέβαινε, ωστόσο, και πριν από τον Σεπτέμβριο του 2022» (όταν ξέσπασαν τότε διαδηλώσεις/εξεγέρσεις στο Ιράν), ενώ «είναι γνωστό ότι η Ιρανική υπηρεσία πληροφοριών είναι πολύ ενεργή στην παρακολούθηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που ανήκουν σε αριθμό Ιρανών πολιτών»[38]. Σε άλλη έγκυρη πηγή, αναφορικά με τη μεταχείριση από τις αρχές του Ιράν των πολιτών της χώρας που επιστρέφουν εκεί, καταγράφεται ότι «Σε περιπτώσεις που μια ιρανική διπλωματική αποστολή έχει εκδώσει προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα, οι αρχές θα προειδοποιηθούν για την επικείμενη επιστροφή του εν λόγω ατόμου.», ενώ «Οι Ιρανοί με δημόσιο προφίλ [...] μπορεί να έχουν δραστηριότητες ορατές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που παρακολουθούνται από την Ιρανική κυβέρνηση.» και «όσοι επιστρέφουν με [(ειδικό) ταξιδιωτικό έγγραφο] ανακρίνονται από την Αστυνομία Μετανάστευσης [στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Ιράν στην Τεχεράνη] σχετικά με τις συνθήκες αναχώρησής τους και τους λόγους για τους οποίους ταξιδεύουν με [το εν λόγω ταξιδιωτικό έγγραφο]»[39].

 

Συνακόλουθα των πιο πάνω και σχετικά με τις υπηρεσίες πληροφοριών/ασφαλείας στο Ιράν, εντοπίζονται αναφορές που παραπέμπουν στο ότι εντός του κάθε κρατικού ή ιδιωτικού οργανισμού στη χώρα, υποχρεωτικά υπάρχουν παραρτήματα των τμημάτων ασφαλείας, το προσωπικό των οποίων έχει την ευθύνη/καθήκον να εντοπίζει πιθανές απειλές για την ασφάλεια και σε αυτό το πλαίσιο, παρακολουθούν τους υπαλλήλους του κάθε οργανισμού και τις επικοινωνίες τους, ενεργώντας ως πληροφοριοδότες και παρεμβαίνοντας στις πρακτικές προσλήψεων/απολύσεων[40].

 

Όπως προέκυψε από τις ανωτέρω πληροφορίες, τόσο η μεταστροφή από το ισλάμ στον χριστιανισμό, όσο και η προώθηση του χριστιανισμού, θεωρούνται ποινικά αδικήματα, που μπορούν να επιφέρουν μέχρι και τη θανατική ποινή, ενώ το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και λατρείας των μεταστραφέντων χριστιανών, περιορίζεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να πλήττεται ο πυρήνας του. Συνεπώς, έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας 3, ήτοι την έντονη ενασχόλησή της με τον χριστιανισμό, τη συμμετοχή της σε πρόγραμμα θρησκευτικού περιεχομένου σε δορυφορικό κανάλι με παρουσία και στη χώρα καταγωγής της, τις απειλές που δέχτηκε και την ένταση άσκησης των θρησκευτικών της καθηκόντων, με τη καθημερινή παρουσία της στην εκκλησία, αλλά και η υιοθέτηση ενός τρόπου ζωής διαφορετικού από τις αξίες που πρεσβεύει το ισλάμ, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο την ορατότητά της, κρίνεται ότι ο φόβος της να εκδιωχθεί από τις αρχές της χώρας καταγωγής της είναι βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Όσον αφορά τους υπόλοιπους Αιτητές 1, 2 και 4, σημειώνεται ότι για τους μεν 1 και 2, όπως αναδείχθηκε παραπάνω, η ενασχόλησή τους με τη θρησκεία, φαίνεται να αποτελεί περισσότερο μια επιφανειακή επιλογή ή έστω ένα μέσο κοινωνικοποίησης τους, που εύλογα θα αναμένονταν από τους ίδιους να απέχουν κατά την επιστροφή τους στη χώρα καταγωγής τους, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούν εκεί, χωρίς τούτο να συνιστά περιορισμό της θρησκευτικής τους ελευθερίας ώστε «να μην μπορεί να ζητηθεί από έναν αιτούντα άσυλο να αποκρύβει τη θρησκεία του ή να απέχει από την άσκηση της προκειμένου να μην υποστεί δίωξη».[41]

 

Ακόμη δε και σε σχέση με τις δραστηριότητες που επιδίδονται μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και της βάπτισής τους, όπως προέκυψε από τις προαναφερόμενες πληροφορίες, οι πράξεις αυτές δεν επαρκούν ώστε κάποιο πρόσωπο να στοχοποιηθεί και να κατηγορηθεί από τις αρχές της χώρας καταγωγής τους, γεννώντας απλώς υπόνοιες εις βάρος του, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω έρευνα. Ειδικότερα, για τους Αιτητές 1 και 2, οδηγούμαι σε αυτό το συμπέρασμα και από τον περιορισμένο αριθμό που απευθύνονταν μέσω των μέσων κοινωνική δικτύωσης, περιορίζοντας πολύ τις πιθανότητές να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των αρχών της χώρας καταγωγής τους.

 

Εντούτοις, έχοντας υπόψη την ορατότητα τους από τις αρχές τις χώρας καταγωγής τους, λόγω της δραστηριότητας της Αιτήτριας 3 και της συγγένειας που τους συνδέει, τη συνδρομή τους στις δραστηριότητες της κόρης τους, αλλά και επικουρικά τη δική τους δράση, η οποία υπό τις συνθήκες αυτές θα μπορούσε εύλογα να εκληφθεί από τις αρμόδιες αρχές ως στοιχείο μεταστροφής τους στο χριστιανισμό ή/και ως πράξεις προσηλυτισμού, κρίνεται ότι ο φόβος τους να εκδιωχθούν από τις αρχές της χώρας καταγωγής τους είναι βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Σημειώνεται, ότι όπως εξάλλου προβλέπει το άρθρο 3Δ(2) του Περί Προσφύγων Νόμου (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου), «Κατά την αξιολόγηση του βάσιμου του φόβου του αιτητή ότι θα υποστεί δίωξη, δεν ασκεί επιρροή το εάν ο αιτητής χαρακτηρίζεται πράγματι από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί τη δίωξη, υπό την προϋπόθεση ότι το χαρακτηριστικό αυτό του αποδίδεται από το δράστη της δίωξης.

 

Αναφορικά με τον Αιτητή 4, κρίνω, ότι και στο πρόσωπο του συντρέχουν λόγοι, ώστε ευλόγως να πιστεύεται ότι κινδυνεύσει άμα τη επιστροφή του, δεδομένου αφενός μεν του γεγονότος ότι και ο ίδιος βαπτίστηκε, αλλά και αφετέρου, λόγω της δραστηριότητας των οικείων του, η οποία αναμένεται να θέσει και τον ίδιο στο στόχαστρο των αρχών της χώρας καταγωγής του.

 

Νέος ισχυρισμός Αιτήτριας 3 περί διαφορετικής κουλτούρας και τρόπου ζωής στη χώρα της

Κατά την ακρόαση της υπόθεσης, και μετά από ερωτήσεις του Δικαστηρίου αναφορικά με τον μελλοντικό της φόβο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα της, η Αιτήτρια 3, εξέφρασε την απροθυμία της να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της λόγω της διαφορετικής κουλτούρας που έχει αναπτύξει κατά τη παραμονή της στη Δημοκρατία, υιοθετώντας τον δυτικό τρόπο ζωής, ο οποίος απέχει παρασάγγας από τις επιταγές του ισλάμ, φοβούμενη τον περιορισμό της ελευθερίας της, ή άλλως τη στοχοποίησή της από τις αρχές της χώρας καταγωγής της.

 

Συνεπώς, το Δικαστήριο θα προβεί σε έρευνα, σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, σε σχέση με τα δικαιώματα των γυναικών.

 

Μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 στο Ιράν, οι αρχές επέβαλαν μια σειρά περιορισμών στα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών.[42] Έκτοτε, οι γυναίκες και τα κορίτσια συνέχισαν να αντιμετωπίζουν «νομικές, πολιτικές,  οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις στη χώρα[43] συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της ηλικίας γάμου για  κορίτσια, περιορισμών στο διαζύγιο, την επιμέλεια παιδιού, την ιθαγένεια, τα ταξίδια, την κληρονομιά και τον κώδικα ενδυμασίας.[44] Αυτοί οι περιορισμοί «επηρέασαν βαθιά τις ζωές των γυναικών στη χώρα.[45] Οι Ιρανές απαγορεύεται να εισέλθουν στο χώρο εργασίας χωρίς hijab,[46] ενώ τους έχει επίσης απαγορευτεί να χορεύουν δημοσίως ή να κάνουν ποδήλατο.[47] Ένας σύζυγος μπορεί να εμποδίσει τη γυναίκα του να εργαστεί ή να ταξιδέψει στο εξωτερικό.[48] Επίσης, έχει απαγορευτεί στις γυναίκες να καταταγούν στο στρατό ή να ασκήσουν δημοσίως αθλητικές δραστηριότητες,[49] ή να εκλεγούν στο αξίωμα του προέδρου. Σε ορισμένες νομικές περιπτώσεις, θεωρούνται ως το ήμισυ του ανδρός.[50]

 

Στις 30 Αυγούστου 2023, μια ομάδα έξι ειδικών εισηγητών «εξέφρασαν τις «σοβαρές ανησυχίες τους» σχετικά με τη συνεχιζόμενη θεσμοθέτηση ανισοτήτων βάσει του φύλου και της διακριτικής μεταχείρισης, σε διαφορετικούς τομείς της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών, αλλά και την ποινικοποίηση των γυναικών που διαμαρτύρονται για τους νόμους περί υποχρεωτικής κάλυψης του προσώπου τους στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, καθώς και την βία που διαπράττεται κατά των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αμφισβητούν κρατικούς νόμους και πολιτικές που εισάγουν διακρίσεις σε γυναίκες και κορίτσια με βάση το φύλο και το φύλο».[51]

 

Περαιτέρω, και ειδικότερα για την υποχρεωτικότητα της hijab, σημειώνεται ότι ο ηγέτης Χομεϊνί «διέταξε ότι όλες οι γυναίκες έπρεπε να φορούν hijab – ανεξάρτητα από θρησκεία ή εθνικότητα».[52] Σύμφωνα με την ιρανική νομοθεσία υποχρεούνται να φορούν «μακριά, φαρδιά ρούχα για να συγκαλύπτουν τη σιλουέτα τους».[53] Ο ιρανικός Ποινικός Κώδικας ποινικοποιεί την έλλειψη hijab στον δημόσιο χώρο[54] όπως ορίζεται στη σημείωση του άρθρου 638: «Γυναίκες που εμφανίζονται σε δημόσιους χώρους και δρόμους χωρίς ισλαμικό hijab, καταδικάζονται σε φυλάκιση από δέκα ημέρες έως δύο μήνες ή πρόστιμο.[55] Οι νόμοι της χώρας ελέγχουν αυστηρά τις γυναίκες του Ιράν μέσα από την υποχρεωτική hijab.[56] Σύμφωνα με την AI, η υποχρεωτικότητα του hijab για τις γυναίκες «έχει εδραιωθεί στον Ποινικό Κώδικα του Ιράν και σε άλλους νόμους και κανονισμούς που επιτρέπουν σε όργανα ασφαλείας και διοικητικά όργανα να υποβάλλουν τις γυναίκες σε αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση και να τις αρνούνται πρόσβαση σε δημόσιους φορείς, συμπεριλαμβανομένων νοσοκομείων, σχολείων, κυβερνητικών γραφείων και αεροδρομίων, εάν δεν σκεπάζουν τα μαλλιά τους.[57]

 

Στις 30 Μαρτίου 2023, το ιρανικό Υπουργείο Εσωτερικών φέρεται να ανακοίνωσε ότι το δικαστικό σώμα της χώρας, η αρχές επιβολής του νόμου και άλλοι αρμόδιοι φορείς θα αναλάμβαναν δράση ενάντια σε όσους παραβιάζουν τους κανόνες, συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής χρήσης hijab.[58]

 

Μετά τον θάνατο της Mahsa Amini τον Σεπτέμβριο του 2022 υπό την αστυνομία,[59] Ιρανές γυναίκες αρνούνταν όλο και περισσότερο να φορέσουν μαντίλα, αν και οι αρχές συνέχισαν να τις στοχοποιούν.[60] Τον Ιανουάριο του 2023, ο Ιρανός Γενικός Εισαγγελέας φέρεται να έδωσε οδηγίες για την επιβολή της υποχρεωτικής χρήσης hijab «αποφασιστικά».[61] Οι αρχές πραγματοποίησαν εκτεταμένες εκστρατείες για την επιβολή των υποχρεωτικών κανόνων για το hijab, παρακολούθηση γυναικών και κοριτσιών σε δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανομένων των οχημάτων και των αεροδρομίων.[62] Η αστυνομία, οι Basij και η αστυνομία ηθικής σύμφωνα με πληροφορίες επέβαλαν τους υποχρεωτικούς κανόνες hijab παίρνοντας τη δικαιοσύνη στα χέρια τους, γεγονός που οδήγησε σε βία κατά των γυναικών.[63]

 

Τον Απρίλιο του 2023, τα Υπουργεία Υγείας και Παιδείας του Ιράν απαγόρευσαν στις γυναίκες να χρησιμοποιούν υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης εάν δεν συμμορφώνονταν με τους υποχρεωτικούς κανόνες για τη hijab.[64]. Στις 15 Απριλίου 2023, οι ιρανικές αρχές φέρεται να ανακοίνωσαν πρόγραμμα παρακολούθησης γυναικών, συμπεριλαμβανομένων καμερών δρόμου (γνωστές ως κάμερες FARAJA959) για να ελέγξουν αν συμμορφώνονται με τους κανόνες για το hijab. [65]

 

Μέχρι τον Ιούλιο του 2023, ορισμένες γυναίκες στάλθηκαν σε ψυχιατρικά νοσοκομεία ή υποχρεώθηκαν να κάνουν καταναγκαστική εργασία ως τιμωρία για μη συμμόρφωση με τους κανόνες hijab.[66] Την ίδια περίοδο, η αστυνομία ηθικής φέρεται να έκανε περιπολίες στους δρόμους για να επιβάλει «αυστηρά» τον κώδικα ενδυμασίας.[67] Την 1η Οκτωβρίου 2023, η αστυνομία ηθικής επιτέθηκε στη 16χρονη Armita Geravand στο μετρό της Τεχεράνης για μη συμμόρφωση με τους υποχρεωτικούς κανόνες hijab,[68] που φέρεται να πέθανε στις 28 Οκτωβρίου 2023, «μετά από εγκεφαλική βλάβη».[69] Εμπειρογνώμονες των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα δήλωσαν ότι γνωρίζουν «αντίποινα εναντίον άλλων γυναικών, συμπεριλαμβανομένων των διασημοτήτων, επειδή αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με τον υποχρεωτικό κώδικα ενδυμασίας».[70] Τον Νοέμβριο του 2023, σύμφωνα με πληροφορίες, υπήρχαν 2.850 φρουροί hijab που πραγματοποιούσαν περιπολίες για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες hijab στους σταθμούς του μετρό της Τεχεράνης[71].

 

Οι αρχές στόχευαν όλο και περισσότερο τις γυναίκες που δεν συμμορφώνονταν με τους απαιτούμενους κανόνες. Ενδεικτικά παραδείγματα που καταγράφονται σε πηγές είναι τα ακόλουθα:

• Τον Ιανουάριο του 2024, μια γυναίκα τιμωρήθηκε με 74 μαστιγώματα και πρόστιμο για τη μη συμμόρφωσή της με τους κανόνες hijab δημοσίως.[72]

• Στις 6 Φεβρουαρίου 2024, οι ιρανικές αρχές φέρεται να απαγόρευσαν στις γυναίκες την άσκηση αθλητικών δραστηριοτήτων σε πάρκο της πόλης στην επαρχία Khorasan.[73]

• Τον Φεβρουάριο του 2024, η Zainab Mousavi, μια Ιρανή κωμικός «κλήθηκενα εκτίσει ποινή φυλάκισης δύο ετών» μετά την ομιλία της κατά της αναγκαστικής χρήσης hijab σε κωμικό βίντεο.[74]

 

Σύμφωνα με πηγές, η αστυνομία ηθικής της Πρωτεύουσας ανακοίνωσε την επανεκκίνηση περιπολιών στο δρόμο από τις 13 Απριλίου 2024 για την επιβολή των κανόνων hijab από γυναίκες και κορίτσια.[75] 

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω πληροφορίες, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, ήτοι μιας νεαρής κοπέλας, στην ηλικία των 17 ετών, όπου παραμένει στη Δημοκρατία από το 2019, δηλαδή από την ηλικία των 12 ετών, έχοντας διαμορφώσει πλέον τη ταυτότητά της με βάση τις αξίες που διέπουν τον δυτικό τρόπο ζωής, μεταξύ των οποίων η ελευθερία της έκφρασης της και ανάπτυξης της προσωπικότητάς της  και έχοντας διαμορφώσει τη καθημερινότητά της πάνω σε αυτές τις αξίες, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητας της, εύλογα αναμένεται ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, θα εκτεθεί σε κίνδυνο, είτε να απεμπολήσει τα θεμελιώδη στοιχεία της προσωπικότητάς της, είτε να στοχοποιηθεί και εκδιωχθεί από τις αρχές της χώρας καταγωγής της. Συνεπώς, ο φόβος της κρίνεται βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Πράξεις δίωξης

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου:

«3Γ.-(1) Οι πράξεις δίωξης κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης πρέπει:

(α) να είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή

(β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).

 

[…]

 

Περαιτέρω, το Άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών [ΕΣΔΑ] ορίζει πως:

«1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας˙ το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία αλλαγής θρησκείας ή πεποιθήσεων, καθώς και την ελευθερία εκδήλωσης της θρησκείας ή των πεποιθήσεων, μεμονωμένα ή συλλογικά, δημόσια ή κατ’ ιδίαν, μέσω της λατρείας, της διδασκαλίας και της άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών.

2. Η ελευθερία εκδήλωσης της θρησκείας ή των πεποιθήσεων δεν επιτρέπεται να αποτελέσει αντικείμενο άλλων περιορισμών πέρα από εκείνους που προβλέπονται από τον νόμο και αποτελούν αναγκαία μέτρα σε δημοκρατική κοινωνία για τη δημόσια ασφάλεια, την προάσπιση της δημόσιας τάξης, της υγείας ή της ηθικής, ή την προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων.»

 

Όπως προέκυψε ανωτέρω, οι Αιτητές, άμα επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής θα βρεθούν αντιμέτωπου με σωρεία παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ των οποίων παραβίαση του δικαιώματος άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας  ή των πεποιθήσεων, καθώς επίσης κίνδυνο για σύλληψη και φυλάκιση αλλά ακόμη και θανατική ποινή, τα οποία αναμφιβόλως αποτελούν δίωξη.

 

Λόγος δίωξης

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου:

«(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).

 

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ περίπτωση β:

«(β) Η έννοια της θρησκείας περιλαµβάνει ιδίως την υιοθέτηση θεϊστικών, αγνωστικιστικών ή αθεϊστικών πεποιθήσεων, τη συµµετοχή σε τυπική λατρεία, σε ιδιωτικό ή δηµόσιο χώρο, είτε κατά µόνας είτε σε κοινωνία µε άλλους, την αποχή από τη λατρεία αυτή, άλλες θρησκευτικές πράξεις ή εκδηλώσεις απόψεων ή µορφές ατοµικής ή συλλογικής συµπεριφοράς που στηρίζονται ή υπαγορεύονται από θρησκευτικές πεποιθήσεις.»

 

Εν προκειμένω, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, ο κίνδυνος που διατρέχουν οι Αιτητές άμα τη επιστροφή τους στη χώρα καταγωγής του, είναι συνυφασμένος με τις πεποιθήσεις της Αιτήτριας 3, αλλά και τις αποδιδόμενες θρησκευτικές πεποιθήσεις στους υπόλοιπους Αιτητές.

 

Περαιτέρω όμως και ως προς την Αιτήτρια 3, θα πρέπει να εξετασθεί κατά πόσον πέραν των θρησκευτικών της πεποιθήσεων, η πολύχρονη διαμονή της στη Δημοκρατία και η διαμόρφωση του χαρακτήρα της με βάσει τις αρχές του δυτικού πολισμού, την καθιστά μέλος μιας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας στη χώρα καταγωγής της, με αποτέλεσμα τον φόβο δίωξής της και γι’ αυτό το λόγο.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3Δ περίπτωση δ:

«(δ) Η οµάδα θεωρείται ως ιδιαίτερη κοινωνική οµάδα όταν, µεταξύ άλλων:

(i) τα µέλη της οµάδας αυτής έχουν κοινά εγγενή χαρακτηριστικά ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν µπορεί να µεταβληθεί ή έχουν από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεµελιώδους σηµασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση, ώστε ένα πρόσωπο να µην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει και (ii) η οµάδα έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην οικεία χώρα, διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική οµάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο.. Ανάλογα µε τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής µια ιδιαίτερη κοινωνική οµάδα µπορεί να περιλαµβάνει οµάδα που βασίζεται στο κοινό χαρακτηριστικό του γενετήσιου προσανατολισµού. Ο γενετήσιος προσανατολισµός δεν µπορεί να νοηθεί ότι περιλαµβάνει πράξεις που θεωρούνται αξιόποινες κατά το κυπριακό δίκαιο. Λαµβάνονται δεόντως υπόψη πτυχές συνδεόµενες µε το φύλο, συµπεριλαµβανοµένης της ταυτότητας του φύλου, κατά τον καθορισµό της ιδιότητας µέλους ιδιαίτερης κοινωνικής οµάδας ή τον προσδιορισµό χαρακτηριστικού αυτής αποτελεί μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, λόγω της οµάδας.»

 

Παρόμοιο ζήτημα κρίθηκε πρόσφατα από το ΕΔΔΑ, στην υπόθεση C‑646/21, K, L κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid[76], αποσπάσματα της οποίας παραθέτω κατωτέρω.

 

40. Όσον αφορά, ειδικότερα, τον λόγο δίωξης που έγκειται στην «ιδιότητα μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», από το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, πρώτο εδάφιο, προκύπτει ότι η ομάδα θεωρείται ως «ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα» εφόσον πληρούνται σωρευτικώς δύο προϋποθέσεις. Αφενός, τα πρόσωπα που ενδέχεται να είναι μέλη της ομάδας αυτής πρέπει να έχουν τουλάχιστον ένα από τα εξής τρία αναγνωριστικά στοιχεία, ήτοι «κοινά εγγενή χαρακτηριστικά», «κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί» ή «από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει». Αφετέρου, η ομάδα αυτή πρέπει να έχει «ιδιαίτερη ταυτότητα» στη χώρα καταγωγής «διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο» [απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2024, Intervyuirasht organ na DAB pri MS (Γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας), C‑621/21, EU:C:2024:47, σκέψη 40].

 

42. Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, πρώτο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 2011/95, ήτοι το να έχουν τα μέλη της τουλάχιστον ένα από τα τρία αναγνωριστικά στοιχεία που αναφέρονται στη διάταξη αυτή, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το ανήκειν στο γυναικείο φύλο συνιστά ένα εγγενές χαρακτηριστικό και, ως εκ τούτου, αρκεί για να μπορεί να γίνει δεκτό ότι πληρούται η εν λόγω προϋπόθεση [απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2024, Intervyuirasht organ na DAB pri MS (Γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας), C‑621/21, EU:C:2024:47, σκέψη 49].

43. Επιπροσθέτως, γυναίκες οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό όπως, επί παραδείγματι, ένα άλλο εγγενές χαρακτηριστικό ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί, φερ’ ειπείν μια ιδιάζουσα οικογενειακή κατάσταση, ή ακόμη από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση ώστε να μην πρέπει οι γυναίκες αυτές να αναγκάζονται να τις αποκηρύξουν, μπορούν, για τον λόγο αυτό, επίσης να πληρούν την εν λόγω προϋπόθεση [πρβλ. απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2024, Intervyuirasht organ na DAB pri MS (Γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας), C‑621/21, EU:C:2024:47, σκέψη 50].

44.     Συναφώς, αφενός, όπως επισημαίνει ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 34 των προτάσεών του, η πραγματική ταύτιση μιας γυναίκας με τη θεμελιώδη αξία της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, καθόσον ενέχει τη βούλησή της να απολαμβάνει την ισότητα αυτή στην καθημερινή της ζωή, προϋποθέτει το να μπορεί να προβαίνει η ίδια ελεύθερα στις επιλογές που αφορούν τη ζωή της, ιδίως ως προς τη μόρφωση και την επαγγελματική της σταδιοδρομία, την έκταση και τη φύση των δραστηριοτήτων της στη δημόσια σφαίρα, τη δυνατότητα επίτευξης οικονομικής ανεξαρτησίας μέσω της εργασίας εκτός οικίας, τις αποφάσεις σχετικά με το εάν θα επιλέξει να διαμένει μόνη της ή με την οικογένειά της, και την ελεύθερη επιλογή συντρόφου, επιλογές που είναι ουσιώδεις στο πλαίσιο της διαμόρφωσης της ταυτότητάς της. Υπό τις συνθήκες αυτές, η πραγματική ταύτιση μιας υπηκόου τρίτης χώρας με τη θεμελιώδη αξία της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών μπορεί να θεωρηθεί ως «χαρακτηριστικ[ό] ή πεπο[ίθηση] τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να [την] αποκηρύξει». Συναφώς, ουδόλως ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η εν λόγω υπήκοος δεν θεωρεί ότι αποτελεί μια ομάδα με τις άλλες υπηκόους τρίτων χωρών ή με το σύνολο των γυναικών που ταυτίζονται με τη θεμελιώδη αυτή αξία.

 

51. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των ανήλικων κοριτσιών, οι οποίες έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό ότι, κατά τη διάρκεια της διαμονής τους σε κράτος μέλος, ταυτίστηκαν πραγματικά με τη θεμελιώδη αξία της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών μπορούν, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους, να θεωρηθούν ως έχουσες την ιδιότητα μέλους «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95.

 

63. Εν προκειμένω, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, ειδικότερα, εάν οι προσφεύγουσες της κύριας δίκης ταυτίζονται πραγματικά με τη θεμελιώδη αξία της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, ως προς τις συνιστώσες της που περιγράφηκαν στις σκέψεις 37 και 44 της παρούσας αποφάσεως, θέλοντας να την απολαμβάνουν στην καθημερινή τους ζωή, ούτως ώστε η συγκεκριμένη αξία να συνιστά αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητάς τους, και εάν, για τον λόγο αυτόν, γίνονται αντιληπτές από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο στη χώρα καταγωγής τους ως διαφορετικές. Το γεγονός ότι θα μπορούσαν να αποφύγουν τον πραγματικό κίνδυνο να υποστούν διώξεις στη χώρα καταγωγής τους λόγω της ως άνω ταύτισης, επιδεικνύοντας συγκράτηση κατά την εξωτερίκευσή της, δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο αυτό (πρβλ. απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2013, X κ.λπ., C‑199/12 έως C‑201/12, EU:C:2013:720, σκέψεις 70, 71, 74 και 75)".

 

Εν προκειμένω, όπως προέκυψε από την αξιολόγηση των ισχυρισμών, η Αιτήτρια, κατά τη παραμονή της στη Δημοκρατία, ενσωματώθηκε στη κοινωνία, διαμορφώνοντας της αξίες και τα πιστεύω βάσει των προτύπων του δυτικού κόσμου, μεταξύ των οποίων η ελευθερία στην έκφρασή και την ανάπτυξη της προσωπικότητας της, καθιστώντας τα αναπόσπαστα κομμάτια της προσωπικότητάς της. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από την εξεύρεση απασχόλησης βάσει της δικής της επιθυμίας, η ελεύθερη έκφραση των θρησκευτικών της πεποιθήσεων, οι σπουδές της σε αμερικανικό σχολείο, όπως και η αποστροφή της στις επιταγές του ισλάμ, μεταξύ των οποίων και η χρήση της hijab. Εύλογα προκύπτει λοιπόν, ότι οι αξίες αυτές αποτελούν θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητάς της, ώστε να μην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει. 

 

Εξάλλου, ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, όπως προέκυψε από τις ανωτέρω πληροφορίες, γυναίκες οι οποίες εκφεύγουν των περιορισμών που επιτάσσει το ισλάμ, ιδίως σχετικά με την υποχρεωτική χρήση της hijab, αποτελούν στόχο για τις αρχές, είτε μέσω φυσικής καταστολής, είτε μέσω θεσμοθέτησης και επιβολής ποινικών ευθυνών εις βάρος τους. Συνεπώς,  αντιμετωπίζονται, ως μια ομάδα διακριτή, από τον περιβάλλοντα  χώρο της χώρας.

 

Βάσει των ανωτέρω, καταλήγω ότι ο φόβος δίωξης της Αιτήτριας 3, αφορά και τη συμμετοχή της στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα των γυναικών του Ιράν, που εκφεύγουν των επιταγών του ισλάμ, και που η ίδια έχει εκφράσει τόσο μέσω του τρόπου ζωής που έχει υιοθετήσει στη Δημοκρατία όσο και με τις αξίες που προβάλλει μέσω της εκπομπής στην οποία συμμετέχει και πρόσβαση στην οποία έχουν και πρόσωπα και/ή κρατικές αρχές στο Ιράν.  

 

Φορέας δίωξης 

Φορείς δίωξης υπό την έννοια της Σύμβασης μπορεί να είναι είτε κρατικές αρχές είτε ιδιώτες, αν οι κρατικές αρχές ανέχονται ή αρνούνται ή αποδεικνύονται αδύναμες να παρέχουν αποτελεσματική προστασία (βλ. άρθρο 3Β του περί Προσφύγων Νόμου και Εγχειρίδιο της Ύπατης Αρμοστείας Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, παράγραφος 65).  Εν προκειμένω, όπως προέκυψε από την ανωτέρω αξιολόγηση, φορέας δίωξης είναι το ίδιο το κράτος.

 

Δυνατότητα Εσωτερικής μετεγκατάστασης

Δεδομένου ότι φορέας δίωξης είναι το κράτος, αποκλείεται η δυνατότητα των Αιτητών να εγκατασταθούν σε οποιοδήποτε άλλη περιοχή της χώρα καταγωγής τους.

 

Συνεπώς, συνεκτιμώντας όλα τα ανωτέρω στοιχεία και δεδομένα, και αξιολογώντας τις διαθέσιμες πληροφορίες σε εξωτερικές πηγές, στα πλαίσια της ως άνω παρατιθέμενης νομολογίας, κρίνω ότι τεκμηριώνεται το αίτημα των Αιτητών περί κινδύνου δίωξης τους στη χώρα καταγωγής από τις αρχές του Ιράν, για λόγους που εμπίπτουν στην έννοια της θρησκείας και αναφορικά με την Αιτήτρια 3, επιπρόσθετα της θρησκείας,  στην έννοια της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Ως εκ τούτου, πληρούνται στο πρόσωπό τους τα κριτήρια του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου για την υπαγωγή τους σε προσφυγικό καθεστώς.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει ως προς την αιτούμενη υπό το στοιχείο ΙΙ του αιτητικού της θεραπεία, και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146.4(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου (Ν. 73(Ι)/2018) και αναγνωρίζονται οι Αιτητές ως πρόσφυγες δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, με €1.700 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, υπέρ τους και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Βλ. απόφαση του ΔΕΕ ημερ. 02/03/2010 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C175/08, C176/08, C178/08 και C179/08 [ECLI:EU:C:2010:105], παρ. 90

[2] Βλ. ΣΤΕ, 2512/2011, Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, https://www.asylumlawdatabase.eu/sites/www.asylumlawdatabase.eu/files/aldfiles/Original%20judgment%20-%202512-2011.pdf

[3] UK Home Office, Country Policy and Information Note – Iran: Christians and Christian converts, (Version 7.0) September 2022, https://assets.publishing.service.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/1107072/IRN_CPIN_Christians_and_Christian_converts.pdf (βλ. σημείο 4.3.4 – σελ. 19 και σημεία 5.1.2-5.1.4 – σελ. 20-21) [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[4] DFAT (Australia), ‘Country Information Report – Iran’ (24 JULY 2023), https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (βλ. ενότητα ‘Christians’, σημείο 2.84 – σελ. 20) [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[5] Βλ. SAT-7 International, υπό ‘ABOUT US – OUR MISSION’, https://sat7.org/about-us/our-mission/ [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[6] Βλ. SAT-7 International, υπό ‘CONTACT US’, https://sat7.org/contact-us/ [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[7] Βλ. SAT-7 International, υπό ‘PRODUCTION STUDIOS’, https://sat7.org/organisation-structure/where-we-ar/ [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[8] Βλ. SAT-7 International, υπό ‘ABOUT US – WHERE WE WORK’, https://sat7.org/about-us/where-we-work/ [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[9] Βλ. SAT-7 International, υπό ‘OTHER WAYS TO GET INVOLVED / VOLUNTEER’, https://sat7.org/get-involved/other-ways-to-get-involved/#get-involved & https://sat7.org/get-involved/other-ways-to-get-involved/volunteer/ [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[10] Μεταφρασμένη έκδοση του Συντάγματος στα Αγγλικά από την Παγκόσμια Οργάνωση Πνευματικής Ιδιοκτησίας (WIPO) (https://wipolex.wipo.int/en/text/332330) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[11] USDOS – US Department of State: 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022

https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[12] The Australian Institute of International Affairs ‘Study Tour Report, April 2018 (https://www.internationalaffairs.org.au/wp-content/uploads/2018/06/2018-Iran-Study-Tour-Report.pdf  ;  USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 7, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[13] Landinfo, ‘Iran: Christian converts and house churches (1)’, 27 November 2017, par. 4.2, pp. 22 (https://landinfo.no/wp-content/uploads/2018/04/Iran-Christian-converts-and-house-churches-1-prevalence-and-conditions-for-religious-practice.pdf) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[14] Danish Immigration Service and Danish Refugee Council, IRAN – House Churches and Converts, February 2018, Link: https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/Report_-_House_churches_and_Converts_-_220218.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[15] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Amnesty International, Amnesty International Report 2021/22; The State of the World's Human Rights; Iran 2021, 29 March 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2070222.html ; RFE/RL – Radio Free Europe/Radio Liberty: No Place For Converts: Iran's Persecuted Christians Struggle To Keep The Faith, 5 May 2022, available at:

https://www.ecoi.net/en/document/2074352.html  ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, σελ. 2, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[16] DFAT, ‘Country Information Report Iran’,14 April 2020, p. 36, available at: https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023) σύμφωνα με την οποία, στο παρελθόν  ο Ποινικός Κώδικας δεν ανέφερε ρητώς την έννοια της αποστασίας. Ωστόσο, βάσει Ποινικού Κώδικα και Συντάγματος, όπου ο Νόμος σιωπεί τα Δικαστήρια έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν την Σαρία. Και παρόλο που το Κοράνι δεν ποινικοποιεί την αποστασία, οι Ισλαμιστές δικαστές του Ιράν συμφωνούσαν ότι η αποστασία είναι ένα έγκλημα που τιμωρείται με θάνατο, βασισμένοι σε παραδοσιακές ερμηνείες που μεταδόθηκαν προφορικά από τον Μωάμεθ και άλλους Σιίτες  ιμάμηδες.

[17] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[18] USIRF, Country Update, Iran, July 2022, σελ.2-3, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2077155/2022+Iran+Country+Update_0.pdf ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, σελ. 10, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[19] USIRF, Country Update, Iran, July 2022, σελ.2-3, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2077155/2022+Iran+Country+Update_0.pdf ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, σελ. 8, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/03/2023)

[20] Όπ. Π.

[21] Όπ. Π.

[22] Όπ. π.

[23] Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, σελ. 8, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/06/2024)

[24] USDOS – US Department of State: 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022

https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/06/2024)

[25] EASO, COI QUERY RESPONSE – Iran: Religious Freedom and conversion (2019- 2021), 20 December 2021, Link:  https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_11_Q45_EASO_COI_Query_Response_CONVERSION_IRAN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/06/2024)

[26] Freedom House, ‘Out of Site, Not Out of Reach: THE GLOBAL SCALE AND SCOPE OF TRANSNATIONAL REPRESSION’ (2021), https://freedomhouse.org/sites/default/files/2021-02/Complete_FH_TransnationalRepressionReport2021_rev020221.pdf (βλ. ‘CASE STUDIES – Iran’, σελ. 35) ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[27] Ibid. (βλ. ‘CASE STUDIES – Iran’, σελ. 35 και 37) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[28] Ibid. (βλ. ‘CASE STUDIES – Iran’, σελ. 35) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[29]  Immigration and Refugee Board (IRB) – Canada, ‘Iran: Monitoring of Iranian citizens outside of Iran, including political opponents and Christians, by Iranian Authorities; monitoring of Iranian citizens in Canada; consequences upon return to Iran (2021-March 2023)’, 2 March 2023, (βλ. ενότητα ‘1. Iranian Authorities’ Monitoring of Iranian Citizens Outside of Iran Including Political Opponents and Christians’), https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458777&pls=1 [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[30] OFFICE OF THE COMMISSIONER GENERAL FOR REFUGEES AND STATELESS PERSONS (CGRS) – Cedoca (Documentation and Research Department) (Belgium), ‘COI Focus: Iran - Treatment of returnees by their national authorities’ (30 March 2020), https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_iran_treatment_of_returnees_by_their_national_authorities_20200330.pdf (βλ. ενότητα ‘1.2. Monitoring in Europe and Belgium’, σελ. 7) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[31] DFAT (Australia), ‘Country Information Report – Iran’ (24 JULY 2023), https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (βλ. ενότητα ‘GROUPS OF INTEREST – Media’, σημείο 2.127 – σελ. 27) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[32] Article 18 et al., ‘RIGHTS VIOLATIONS AGAINST CHRISTIANS IN IRAN - 2023 Annual Report’ (19 February 2023), https://articleeighteen.com/download/?wpdmdl=12611 (βλ. ενότητα ‘TRENDS – 6 Resistance grows’, σελ. 10) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[33] Ibid. [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[34] EUAA, COI QUERY RESPONSE – Iran: Political opponents, journalists, activists, 04 March 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2022_03_Q11_EUAA_COI_Query_Response_Iran_Treatment_of_opponents.pdf (βλ. ενότητα ‘1. Treatment of political opponents, journalists, activists by state actors’ – σελ. 2, και ενότητα ‘Journalists’ – σελ. 3) [ημερ. πρόσβασης 06/03/2024]

[35] USDOS – US Department of State, 2022 Report on International Religious Freedom: Iran, 15 May 2023, https://www.ecoi.net/en/document/2091857.html (βλ. ενότηταSection II. Status of Government Respect for Religious Freedom - Legal Framework’) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[36] Βλ. (ενδεικτικά) ακόλουθες πηγές:

- USDOS – US Department of State, 2022 Country Report on Human Rights Practices: Iran, 20 March 2023, https://www.ecoi.net/en/document/2089063.html [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

- USDOS – US Department of State, 2022 Report on International Religious Freedom: Iran, 15 May 2023, https://www.ecoi.net/en/document/2091857.html [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

- DIS – Danish Immigration Service, COUNTRY OF ORIGIN INFORMATION (COI) BRIEF REPORT: Iran – Protests 2022-2023, March 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/coi_brief_report_iran-protests-2022-2023.pdf (βλ. ενότητα ‘2. Targeted Groups – 2.10 Minors’ – σελ. 20-22) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[37] DIS – Danish Immigration Service, COUNTRY OF ORIGIN INFORMATION (COI) BRIEF REPORT: Iran – Protests 2022-2023, March 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/coi_brief_report_iran-protests-2022-2023.pdf (βλ. ενότητα ‘2. Targeted Groups – 2.7 Family members to targeted groups’ – σελ. 18-19) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[38] Ibid. (βλ. ενότητα ‘4. Treatment of returnees from Europe in the wake of the protests’ – σελ. 26) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[39] DFAT - Department of Foreign Affairs and Trade (Australia), DFAT COUNTRY INFORMATION REPORT: IRAN, 24 JULY 2023, https://www.ecoi.net/en/file/local/2095685/country-information-report-iran.pdf (βλ. ενότητα ‘TREATMENT OF RETURNEES’, σελ. 39-40) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[40] Βλ. (ενδεικτικά) ακόλουθες πηγές:

- Canadian Security Intelligence Service, Between Hope and Fear – A New Iran? (Highlights from the workshop), September 2016, https://www.canada.ca/content/dam/csis-scrs/documents/publications/NEW_IRAN_POST_WORKSHOP_REPORT_for_WEB_E.pdf (βλ. κεφάλαιοChapter 4 - The evolving role and limitations of Iran's security apparatus’, σελ. 50-56) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

- The Washington Institute (TWI) for Near East Policy, Policy Analysis, ‘Iran's Coercive Apparatus: Capacity and Desire’ (by Saeid Golkar), Jan 5, 2018, https://www.washingtoninstitute.org/policy-analysis/irans-coercive-apparatus-capacity-and-desire (βλ. ενότητα ‘THE IRANIAN "POLICE STATE"’) [ημερ. πρόσβασης 28/06/2024]

[41] Bundesrepublik Deutschland v. Y (C-71/2011), Z (C-99/2011) and C C-99/11, European Union: Court of Justice of the European Union, 5 September 2012; https://www.refworld.org/docid/505ace862.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 5/07/2024)

[42] USIP, Part 3: Iran Laws on women, 13 August 2023, διαθέσιμο σε: https://iranprimer.usip.org/blog/2020/dec/08/part-3-iranian-laws-women

[43] Iran International, Hardliners in Iran promote polygamy, obedience of wives, 2 November 2023, διαθέσιμο σε: https://www.iranintl.com/en/202311020236

[44] USIP, Part 3: Iran Laws on women, 13 August 2023, διαθέσιμο σε: https://iranprimer.usip.org/blog/2020/dec/08/part-3-iranian-laws-women

[45] HRW, Unveiling resistance: the struggle for women’s rights in Iran, 26 June 2023, διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/news/2023/06/26/unveiling-resistance-struggle-womens-rights-iran

[46] IranWire, My story of Forced hijab in Iran, 7 April 2023, διαθέσιμο σεhttps://iranwire.com/en/blogs/115292-my-story-of-forced-hijab-in-iran/

[47] Boniadi, N., Iran women are still fighting, Time, 14 September 2023,  διαθέσιμο σε: https://time.com/6313431/iran-women-defiant-amini-anniversary/

[48] Reuters, How Iran treats women, 6 October 2023, ,  διαθέσιμο σε: https://www.reuters.com/world/middle-east/how-iran-treats-women-2023-10-06/

[49] IranWire, My story of Forced hijab in Iran, 7 April 2023, διαθέσιμο σε: https://iranwire.com/en/blogs/115292-my-story-of-forced-hijab-in-iran/

[50] 7 Boniadi,N., Iran women are still fighting, Time, 14 September 2023, διαθέσιμο σε: https://time.com/6313431/iran-women-defiant-amini-anniversary/

[51] UN OHCHR, the Special Rapporteur on the situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, 30 August 2023, p. 1, διαθέσιμο σε: https://spcommreports.ohchr.org/TMResultsBase/DownLoadPublicCommunicationFile?gId=28353

[52] BBC, Iranian women - before and after the Islamic Revolution, 8 February 2019, διαθέσιμο σε: https://www.bbc.com/news/world-middle-east-47032829

[53] BBC, Iran protests: Mahsa Amini’s death puts morality police under spotlight, 21 September 2022, διαθέσιμο σε: https://www.bbc.com/news/world-middle-east-62984076

[54] HRW, Unveiling resistance: the struggle for women’s rights in Iran, 26 June 2023, διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/news/2023/06/26/unveiling-resistance-struggle-womens-rights-iran

[55] IHRDC, Translation of the Islamic Penal Code of the Islamic Republic of Iran – Book five, 15 July 2013, p. 26, διαθέσιμο σε: https://iranhrdc.org/wp-content/uploads/pdf_en/Iranian_Codes/islamic_penal_code_of_the_islamic_republic_of_iran_book_five_English_994011390.pdf

[56] The National, Iran sentences jailed Nobel laureate Narges Mohammadi to additional prison term, 15 January 2024, διαθέσιμο σε: https://www.thenationalnews.com/mena/iran/2024/01/15/iran-sentences-jailed-nobel-laureate-narges-mohammadi-to-additional-prison-term/

[57] AI, Iran: International community must not be deceived by dubious claims of disbanding ‘morality police’, 6 December 2022 διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.org/en/latest/news/2022/12/iran-international-community-must-not-be-deceived-by-dubious-claims-of-disbanding-morality-police/

[58] 4 UN General Assembly, Seventy-eight session, situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, A/78/326, 24 August 2023,] para. 4, 6διαθέσιμο σε: https://daccess-ods.un.org/access.nsf/Get?OpenAgent&DS=A/78/326&Lang=E

[59] Le Monde, Iranian teenager dies in suspicious circumstances reminiscent of Mahsa Amini death, 30 October 2023, διαθέσιμο σε: https://www.lemonde.fr/en/international/article/2023/10/30/iranian-teenager-dies-in-suspicious-circumstances-reminiscent-of-mahsa-amini-s-death_6214793_4.html

[60] The National, Iran sentences jailed Nobel laureate Narges Mohammadi to additional prison term, 15 January 2024, διαθέσιμο σε: https://www.thenationalnews.com/mena/iran/2024/01/15/iran-sentences-jailed-nobel-laureate-narges-mohammadi-to-additional-prison-term/

[61] UN Human Rights Council, Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, A/HRC53/23, 15 June 2023,  para. 41, διαθέσιμο σε: https://www.ohchr.org/sites/default/files/documents/hrbodies/hrcouncil/sessions-regular/session53/advance-versions/A-HRC-53-23-AdvanceUneditedVersion.pdf

[62] AI, Iran: Draconian campaign to enforce compulsory veiling laws through surveillance and mass car confiscations, 6 March 2024, διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.org/en/latest/news/2024/03/iran-draconian-campaign-to-enforce-compulsory-veiling-laws-through-surveillance-and-mass-car-confiscations/

[63] UN General Assembly, Seventy-eight session, situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, A/78/326, 24 August 2023, para. 45 διαθέσιμο σε: https://daccess-ods.un.org/access.nsf/Get?OpenAgent&DS=A/78/326&Lang=E

[64] CFR, Women this week : Iran bans women without hijabs from education and health services, 7 April 2023, διαθέσιμο σε: https://www.cfr.org/blog/women-week-iran-bans-women-without-hijabs-education-and-health-services  

[65] VoA, Iran’s new Hijab surveillance system met with Internet defiance, derision, 23 April 2023, διαθέσιμο σε: https://www.voanews.com/a/iran-s-new-hijab-surveillance-system-met-with-internal-defiance-derision-/7062443.html

[66] The New Arab, Iranian authorities refer women defying hijab law to psychiatric hospitals and funeral centres, 25 July 2023, διαθέσιμο σε: https://www.newarab.com/news/iran-judiciary-sends-women-defying-hijab-mental-hospitals

[67] 3 Euronews, Explained: why the Islamic headscarf is crucial in Iranian society, 18 July 2023, διαθέσιμο σε: https://www.euronews.com/culture/2023/07/18/explained-why-is-the-hijab-significant-in-iranian-society

[68] Hengaw Organization for Human Rights, Hijab and Coma: Armita Geravand; the latest victims of forced hijab in Iran, 6 October 2023,  διαθέσιμο σε: https://hengaw.net/en/news/archive/62051

[69] BBC News, Armita Geravand: Iranian girl who collapsed on Tehran metro dies, 28 October 2023, https://www.bbc.com/news/world-middle-east-67248449

[70] UN OHCHR, Wave of attacks on girls and women, 2 November 2023, διαθέσιμο σε: https://www.ohchr.org/en/press-releases/2023/11/iran-un-experts-shocked-new-wave-attacks-girls-and-women

[71] RFE/RL, Classified on Iran’s ‘hijab’s guards’ unveil government cover-up, 29 November 2023, διαθέσιμο σε: https://www.rferl.org/a/iran-classified-hijab-guards-government-cover-up/32706979.html ,  Iran, International, Newspaper faces persecution in Iran for revealing hijab document, 29 November 2023, διαθέσιμο σε: https://www.iranintl.com/en/202311283626

[72] IranWire, Iran woman whipped for not wearing hijab, 8 January 2024, διαθέσιμο σε: https://iranwire.com/en/women/124141-iranian-woman-whipped-for-not-wearing-hijab/

[73] IranWire, Women in Northeast Iran province barred from exercising in parks, 6 February 2024, διαθέσιμο σε: https://iranwire.com/en/women/125063-women-in-northeast-iran-province-barred-from-exercising-in-parks/

[74] IranWire, Iranian comedian Zeinab Mousavi summoned to serve prison sentence, 6 February 2024, διαθέσιμο σε: https://iranwire.com/en/women/125060-iranian-comedian-zeinab-mousavi-summoned-to-serve-prison-sentence/

[75] IranWire, Iran intensifies hijab enforcement amid regional tensions and civil disobedience, 13 April 2024, διαθέσιμο σε: https://iranwire.com/en/women/127477-iran-intensifies-hijab-enforcement-amid-regional-tensions-and-civil-disobedience/

[76] C‑646/21, K, L κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, 11,6,2024 https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=343ED63C04ABCCC457BFEE14B2ED6C63?text=&docid=286987&pageIndex=0&doclang=EL&mode=req&dir=&occ=first&part=1&cid=2389989


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο