ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Νομική Αρωγή αρ. 63/2024

31 Ιουλίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002,

Ν. 168(Ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ.1) ΤΟΥ 2003

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

                              S.A.

        από Σομαλία

                                               Αιτητή

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Για τους Καθ' ων η αίτηση : Α. Κίτσιου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

[Α. Χατζησάββας- Διερμηνέας, για διερμηνεία από την ελληνική στην αγγλική και αντίστροφα,

Ι. Mohamed- Διερμηνέας, για διερμηνεία από Somali σε αγγλικά και αντίστροφα]

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

E. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 05.04.2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 08.01.2024[1], με την οποίαν απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το γραπτό σημείωμα που κατατέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση σκιαγραφούνται ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Σομαλία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 30.01.2023 και εισήλθε στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές, δια μέσου των οποίων διήλθε στις 15.02.2023 στις ελεγχόμενες περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, υποβάλλοντας αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 15.02.2023. Στις 07.04.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή  προς αξιολόγησή της ηλικίας του, ενώ στις 03.05.2023 έλαβε χώρα νέα συνέντευξη του με βάση τον Κανονισμό του Δουβλίνου. Ακολούθως στις 04.01.2024, ο Αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη όπου εξέφρασε την επιθυμία του να πάει στην μητέρα του που βρίσκεται στην Σουηδία και να μην προχωρήσει στη συνέντευξη του, με τον αρμόδιο λειτουργό να συντάσσει στις 08.01.2024 Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποίαν εισηγείτο το κλείσιμο του φακέλου του Αιτητή. Στις 08.01.2024, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για κλείσιμο του φακέλου και τη διακοπή της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας.

  

Στις 31.01.2024, ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση επανανοίγματος του φακέλου του, αίτημα το οποίο έγινε αποδεκτό και ο Αιτητής κλήθηκε και παρέστη σε συνέντευξη στις 13.02.2024 με αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 26.02.2024 συνέταξε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποίαν εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης του. Η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε στις 28.02.2024 με αποτέλεσμα την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή, απόφαση για την οποίαν ο Αιτητής ενημερώθηκε στις 15.03.2024, όταν και παρέλαβε και υπέγραψε σχετική επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας.

Εναντίον της απόφασης αυτής, ο Αιτητής  καταχώρισε την προσφυγή υπ' αρ. 1162/2024 για την προώθηση της οποίας, επιθυμεί να λάβει δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης.

 

Στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο, ο Αιτητής δήλωσε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του λόγω της ανασφάλειας που υπάρχει εκεί. Ως καταγράφει στο εν λόγω έντυπο ήταν πάντα θύμα σωματικής κακοποίησης από άλλα νεαρά άτομα, διότι δεν είχε οικογένεια για να τον συντηρήσει, δηλώνοντας ότι τα νεαρά άτομα, όπως ο ίδιος, were always taken από άλλα άτομα τα οποία φορούσαν μάσκες, χωρίς όμως να τους γνωρίζει. Επιπλέον, δήλωσε ότι επιθυμεί να μορφωθεί αλλά και να επανενωθεί με την μητέρα του.

 

Κατά την συνέντευξη του, και αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είναι υπήκοος Σομαλίας, μουσουλμάνος ως προς το θρήσκευμα, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την πόλη Qoryoley στη περιφέρεια Lower Shabelle. Ισχυρίστηκε ότι τόπος τελευταίας διαμονής του ήταν η πόλη Mogadishu στη χώρα καταγωγής του. Ως προς την πατρική του οικογένεια ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν γνωρίζει τον πατέρα του, η μητέρα του διαβιεί στην Σουηδία από το έτος 2020, ενώ η γιαγιά του και η αδελφή του διαβιούν στη πόλη Qoryoley. Δήλωσε πως διατηρεί επικοινωνία τόσο με την μητέρα του όσο και με την αδελφή και γιαγιά του. Ως προς το εκπαιδευτικό του επίπεδο ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι έλαβε κατ’ οίκον εκπαίδευση για 6 μήνες από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι τον Ιούλιο του 2020 , ενώ ως προς την επαγγελματική του ιδιότητα ο Αιτητής δήλωσε πως δεν εργάστηκε αλλά βοηθούσε την γιαγιά του με τα ζώα.

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής ισχυρίστηκε κατά την ελεύθερη αφήγησή του ότι έφυγε από τη Σομαλία λόγω της Al Shabab. Εξειδικεύοντας τα λεγόμενά του, ο Αιτητής δήλωσε πως τον απήγαγαν από το χωριό του κατά ή περί τα τέλη του 2021 και παρέμεινε μαζί τους για ένα έτος, με σκοπό να τον στρατολογήσουν. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του δήλωσε ότι αρνείτο να συνεργάζεται μαζί τους και τον κακοποιούσαν. Στα τέλη του 2022 ισχυρίστηκε ότι μετά την επίθεση που δέχθηκαν στον τόπο όπου βρίσκονταν, από κυβερνητικές δυνάμεις, κατάφερε να αποδράσει  και επέστρεψε στο χωριό του για περίοδο 3 εβδομάδων. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι μετά την απόδραση του, η Al Shabab τον αναζητά, του επιτέθηκαν συνολικά 3 φορές, οι δυο εξ αυτών έγιναν κατά την παραμονή του στο Mogadishu. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι η τελευταία φορά που ήρθαν σε επικοινωνία μαζί του ήταν τηλεφωνικώς, λίγες μέρες πριν εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του.

 

Σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι θεωρεί πως θα τον σκοτώσουν.

 

Ερωτηθείς εάν μπορεί να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή, ο Αιτητής υποστήριξε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει.

 

Η προϋπόθεση της πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της προσφυγής

 

Ο Αιτητής έχει καταχωρίσει προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αρωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα νομολογία, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας[2].

Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη. Περαιτέρω όμως το Δικαστήριο, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιόν του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας[3].

 

Σημειώνεται δε, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωρηθεί από τον Αιτητή, εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής.[4]

 

Σημειώνεται εξάλλου ότι, το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής, στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του[5].

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ

 

Προς αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή, ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διέκρινε δύο (2) ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο μεν πρώτος, αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ και τον τόπο καταγωγής του αιτητή και ο δεύτερος σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του Αιτητή από την Al Shabab, μέσω απαγωγής του και επιδίωξης να τον πιάσουν.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκαν τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

 

Ωστόσο, ο δεύτερος κρίσιμος ισχυρισμός του Αιτητή, ήτοι η κατ' ισχυρισμόν δίωξη του από την Al Shabab, απορρίφθηκε καθώς κατά τον αρμόδιο λειτουργό, ο Αιτητής δεν έδωσε ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες ως προς τα θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του.

 

Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός τόνισε ότι λόγω της ιδιωτικής φύσης του περιστατικού δεν υπάρχουν πηγές πληροφόρησης που να επιβεβαιώνουν τον εν λόγω ισχυρισμό. Συνεπώς, έχοντας ως μοναδικό δεδομένο τα λεγόμενα του Αιτητή κατά την προσωπική του συνέντευξη, τα οποία διακατέχονταν από έλλειψη επαρκών πληροφοριών και αντιφάσεις, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Στα πλαίσια του ισχυρισμού περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός, ο αρμόδιος λειτουργός κατά την αξιολόγηση κινδύνου έκρινε ότι, βάσει των πληροφοριών τις οποίες παρέθεσε και οι οποίες αφορούσαν την κατάσταση ασφαλείας στη Σομαλία και συγκεκριμένα στη πόλη Mogadishuυπάρχει εύλογη πιθανότητα σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, και συγκεκριμένα στην περιοχή Mogadishu, περιφέρεια Banadir, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως απόρροια της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί.

  

Ωστόσο, κατά τη νομική ανάλυση, και λαμβάνοντας υπόψη τον αποδεκτό ισχυρισμό και την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως δε συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Σομαλία για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στη Σύμβαση της Γενεύης.

 

Όσον αφορά την παροχή στον Αιτητή καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί ο Αιτητής σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή Mogadishu, περιφέρεια Banadir. Στην κατάληξη του αυτή ο αρμόδιος λειτουργός συνυπολόγισε και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι το ότι πρόκειται για έναν άμαχο πολίτη, νεαρής ηλικίας, χωρίς προβλήματα υγείας, χωρίς οποιοδήποτε θέμα ευαλωτότητας, διαθέτει υποστηρικτικό οικογενειακό δίκτυο, παρακολούθησε εκπαίδευση για 6 μήνες, ενώ εργαζόταν σε φάρμα. Επιπλέον, ότι πρόκειται για άτομο με καλή οικονομική κατάσταση, αφού εργαζόταν στην οικογενειακή φάρμα και η μητέρα του από τη Σουηδία τους στήριζε οικονομικά, στέλνοντας χρήματα από την Σουηδία όπου διαμένει.

 

Συνεπώς, και με βάση την ανωτέρω ανάλυση, η αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε.

 

Στο έντυπο της αίτησής του στην παρούσα διαδικασία ο Αιτητής αναφέρει ότι δεν έχει εργασία ούτε χρήματα και δια τούτο επιζητά τον διορισμό δωρεάν δικηγόρου. Κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται την απέλαση γιατί θα τον σκοτώσουν στην Σομαλία και ότι δε μπορεί να επιστρέψει πίσω. Επισημαίνει ότι λανθασμένα κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι είναι από την πόλη Mogadishu καθώς ο ίδιος είναι από Qoryoley, όπου και έμενε όλο το διάστημα που ήταν στη Σομαλία. Επισημαίνει ότι στο Mogadishu πήγε μόνο για να πάρει αεροπλάνο ενώ προσθέτει ότι όταν ρωτήθηκε κατά πόσο έμενε στο Mogadishu για δύο χρόνια, ο ίδιος απάντησε πως όχι και πως έμενε στην Αιθιοπία.

 

Σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε τόσο μέσω του Γραπτού της  Σημειώματος όσο και προφορικώς ότι δεν πληρούνται  οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή. Αναφορικά με τα όσα ανέφερε προφορικά ο Αιτητής ως προς τον τόπο συνήθους διαμονής του, η κα Κίτσιου επισήμανε ότι ο ίδιος δήλωσε κατά την συνέντευξή του ότι η απαγωγή του έγινε στο Mogadishu.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου 

 

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιόν των αρμόδιων λειτουργών, την εισηγητική έκθεση και την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, τους ισχυρισμούς του Αιτητή ενώπιον του Δικαστηρίου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Εν πρώτοις, διαπιστώνω, ότι ο αρμόδιος λειτουργός στην Έκθεση/Εισήγηση  μολονότι αποδέχθηκε τον πρώτο ισχυρισμό, προχώρησε στην αξιολόγηση κινδύνου καταλήγοντας ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι να υποστεί ο Αιτητής κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη πόλη Mogadishu, περιφέρεια Banadir, τον οποίο αξιολόγησε ως τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του. Ωστόσο, το Δικαστήριο εντοπίζει, εκ πρώτης όψεως, εσφαλμένη προσέγγιση αναφορικά με την συγκεκριμένη αυτή ανάλυση. Ειδικότερα, φρονώ εκ πρώτης όψεως ότι η πόλη Mogadishu δε μπορεί, με ασφάλεια, να θεωρηθεί ως τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, καθώς δεν είναι ξεκάθαρο το ζήτημα αυτό. Συγκεκριμένα, όταν ο Αιτητής ρωτήθηκε που διέμενε προτού εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, δήλωσε στο Mogadishu, στο οποίο όμως ήταν για λίγους μόνο μήνες ως ανέφερε, ενώ προηγουμένως διέμενε στο χωριό του, το Qoryole. Ωστόσο, στην συνέχεια δήλωσε ότι πήγε στην Αιθιοπία από το 2019 μέχρι το 2021 και ότι μετά πήγε στο Mogadishu μέχρι να εγκαταλείψει τη Σομαλία, δηλώνοντας ότι η τελευταία του διαμονή ήταν στο Mogadishu. Ωστόσο, τα πράγματα περιπλέκονται στην συνέχεια καθώς ο Αιτητής δηλώνει ότι περί τα τέλη του 2021 απήχθη από την Al-Shabab, όπου και διέμενε κρατούμενος για ένα έτος, ενώ διευκρινίζει ότι κατάφερε να δραπετεύσει περί τα τέλη του 2022. Ως περαιτέρω ισχυρίστηκε, μετά την απαγωγή του και απόδραση του από την Al Shabab, κατά ή περί τα τέλη του 2022, επέστρεψε στο χωριό του για περίοδο 3 εβδομάδων και ακολούθως διέφυγε προς τη πόλη Mogadishu. Υπενθυμίζεται ότι ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 30.01.2023, ως εκ τούτου, σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, παρέμεινε στη πόλη Mogadishu για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και δεν ανέπτυξε με τον τόπο αυτό οποιοδήποτε δεσμό ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει εκεί.

 

Δεν μου διαφεύγει ότι ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς την απαγωγή του από την Al Shabab με αποτέλεσμα, η κρίση αυτή να επηρεάζει ενδεχομένως και να επιδρά και στην αξιοπιστία των όσων ο Αιτητής ανέφερε ως προς το χρονικό διάστημα που διέμενε στο Mogadishu. Ωστόσο, φρονώ πως οι Καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να υποβάλουν τα κατάλληλα ερωτήματα σε μία προσπάθεια διευκρίνισης του τόπου συνήθους διαμονής του Αιτητή, πριν από την εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του. Κατάληξη, η οποία είναι και κρίσιμη για την αξιολόγηση κινδύνου.

 

Πρόσθετα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την συνέντευξη αξιολόγησης της ηλικίας του, ανέφερε ότι τελευταίος τόπος διαμονής του, προτού εγκαταλείψει τη Σομαλία, ήταν το χωριό του Qoryoley, ενώ αναφέρεται και πάλι στο χωριό αυτό κατά τη συνέντευξή του που έλαβε χώρα στα πλαίσια του Κανονισμού του Δουβλίνου. Τα σημεία αυτά, όφειλαν να είχαν προβληματίσει τους Καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι θα έπρεπε να εξαντλήσουν τα περιθώρια έρευνας.

 

Συνυπολογίζοντας λοιπόν τα ως άνω, αλλά και τις δηλώσεις του Αιτητή ενώπιόν μου στο στάδιο αυτό της νομικής αρωγής - ότι δηλαδή ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του ήταν το χωριό  του Qoryoley- σε συνάρτηση και με το ασαφές σκηνικό που περιβάλλει τα όσα ο Αιτητής ανέφερε ως προς τον τελευταίο τόπο καταγωγής του κατά τη συνέντευξή του, φρονώ πως είναι επισφαλής η κρίση ότι τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή ήταν η πόλη Mogadishu. Ως εκ τούτου, επισφαλής κρίνεται  και η κρίση των Καθ’ ων η αίτηση περί της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή Mogadishu, Banadir region. Επισημαίνω ότι, ως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση των Καθ’ ων η αίτηση, η περιοχή Lower Shabelle Region, στην οποία ανήκει το χωριό του Αιτητή, είχε το μεγαλύτερο ποσοστό περιστατικών ασφαλείας σε όλη την επικράτεια της Σομαλίας (βλ. ερ. 194 της εισηγητικής έκθεσης). Συνεπώς, ενδεχόμενη κρίση περί του ότι το χωριό αυτό είναι και ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, να καθιστά ενδεχομένως εσφαλμένη και τη νομική ανάλυση αναφορικά με το εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις πρόνοιες της συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου και του άρθρου 15 (γ) της  Οδηγίας Αναγνώρισης (Qualification Directive στην εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού).

 

Περαιτέρω, δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να έχουν αξιολογηθεί ορθά οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, όσον αφορά την εκπαίδευση και την οικονομική επιβίωση του, καθότι ο αρμόδιος λειτουργός παρουσιάζει τα εν λόγω στοιχεία με θετικό πρόσημο, ενώ ο Αιτητής δεν φαίνεται να έλαβε καμία ουσιαστική εκπαίδευση. Η αμφισβητούμενης ποιότητας εκπαίδευση την οποία έλαβε κατ’ οίκον για έξι μήνες δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσδίδει στον Αιτητή εκπαιδευτικό υπόβαθρο, ενώ η βοήθεια που παρείχε στη γιαγιά του στη φάρμα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επιφέρει ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης, ως καταγράφει ο λειτουργός στην Έκθεση/Εισήγηση του.

 

Σύμφωνα και με τον πρακτικό οδηγό του European Union Agency for Asylum (EUAA, τέως EASO) σχετικά με την αναγνώριση προσώπων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας:

 

«αυτό το στοιχείο του άρθρου 15 στοιχείο γ) της ΟΑ [σ.σ. η σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου] θα πρέπει να εξετάζεται λαμβανομένης υπόψη της 'αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας' και της ενδεχόμενης διαφοροποίησης μεταξύ ορισμένων επιπέδων αδιάκριτης άσκησης βίας».[6]

 

Συνεχίζοντας, ο οδηγός αναφέρει ότι: 

 

«παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η κατάσταση της υγείας και η αναπηρία, η έλλειψη οικογενειακού δικτύου, η οικονομική κατάσταση, η γεωγραφική εγγύτητα σε περιοχές που αποτελούν στόχο των πράξεων βίας, μπορεί να αποτελούν συναφείς προσωπικές περιστάσεις οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη»[7]

 

Πρόσθετα, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι ο Αιτητής, ανέφερε στο πλαίσιο της συνέντευξής του ότι «in Ethiopia I was kidnap» (βλ. ερυθρό 130 χ2 της εισηγητικής έκθεσης), ενώ σε μετέπειτα στάδιο όταν ρωτήθηκε για πιο λόγο επέστρεψε πίσω στη Σομαλία από την Αιθιοπία, ο Αιτητής δήλωσε «some people took me back». Οι ισχυρισμοί αυτοί του Αιτητή, ουδόλως διερευνήθηκαν μέσω υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων, αλλά ούτε και αξιολογήθηκαν σε οποιονδήποτε στάδιο από τους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιόν μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω - στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας - ότι το αίτημα του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας δεν εξετάστηκε επιμελώς ούτε ερευνήθηκε δεόντως από την Υπηρεσία Ασύλου, ενώ το ενδεχόμενο πλάνης των Καθ’ ων η αίτηση ως προς τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπόθεση του Αιτητή, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, καθώς, διαπιστώνεται η ύπαρξη κρίσιμων στοιχείων, των οποίων αρμόζει περαιτέρω εξέταση και αποκρυστάλλωση στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, δεδομένης και της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 7 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου, το Δικαστήριο προτού προχωρήσει στην έκδοση πιστοποιητικού για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, συνεκτιμά την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του εκάστοτε αιτητή καθώς επίσης και τη σοβαρότητα της υπόθεσης ή άλλων περιστάσεων της υπόθεσης προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον είναι επιθυμητό για το συμφέρον της δικαιοσύνης ο εκάστοτε αιτητής να τύχει δωρεάν νομικής αρωγής για την προετοιμασία και το χειρισμό της υπόθεσής του.

 

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, η αίτηση δυνατόν να γίνει δεκτή υπό την αίρεση εξέτασης της κοινωνικοοικονομικής έκθεσης από το Δικαστήριο. Διατάσσεται, συνεπώς, η κατάθεση στο Πρωτοκολλητείο, Κοινωνικοοικονομικής Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας για τους σκοπούς των άρθρων 7(1)(α) και 8 του ίδιου Νόμου, μέχρι τις 09.09.2024. Η Πρωτοκολλητής να ενημερώσει το Γραφείο Ευημερίας για την σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου.

 

Τηρουμένων των πιο πάνω οδηγιών του Δικαστηρίου, η αίτηση ορίζεται για περαιτέρω εξέταση στις 10.09.2024 και ώρα 10:30 π.μ.  

 

Τα έξοδα των Διερμηνέων καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

 

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] Ως αυτή του κοινοποιήθηκε στις 15.03.2024, με επιστολή ίδιας ημερομηνίας.

[2]Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14.10.2010

[3] Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06.05.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010

[4] Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.07.2009, και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, NaciraBaghour και Roud Gad, ημερ. 28.03.2011

[5]Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013

[6] EASO (2018), Πρακτικός Οδηγός της EASO:Αναγνώριση ατόμων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, διαθέσιμο στη διεύθυνση: EASO Practical GuideQualification for international protection (europa.eu), σελ. 32.

[7]EASO (2018), Πρακτικός Οδηγός της EASO: Αναγνώριση ατόμων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, διαθέσιμο στη διεύθυνση: EASO Practical GuideQualification for international protection (europa.eu), σελ. 33.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο