ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπόθ. Αρ.: 991/22 

8 Ιουλίου, 2024 

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.] 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ: 

M. L. T.

Αιτητής 

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η Αίτηση 

Κ. Κουπαρή (κα) για Χρ. Χριστοδουλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θ. Παπανικολάου (κα) για Β. Καρακασίδου (κα) και Α. Ευσταθίου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 21/01/2022,  σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, ως αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονότων και κακής εφαρμογής του νόμου.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, έχουν εκτεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου:

 

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και εισήλθε μέσω κατεχομένων στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και στις 14/11/2019 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.

 

Στις 14/10/2020 και 26/10/2020 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στον Αιτητή από αρμόδιο Λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (από τούδε και στο εξής «ο αρμόδια λειτουργός»), προς εξέταση του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Μετά την συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση με ημερομηνία 7/12/2021 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 21/01/2022, ενέκρινε την ανωτέρω εισήγηση και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.

 

Στις 4/2/2022 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία, στις παραλήφθηκε από τον Αιτητή στις 8/2/2022.

 

Στις 17/2/2022, καταχωρήθηκε από τον Αιτητή η υπό κρίση προσφυγή.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

 

Δια της γραπτής του αγόρευσης, ο συνήγορος του Αιτητή, επικαλείται πληθώρα νομικών λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης, η πλειοψηφία των οποίων δεν εξειδικεύεται. Περιληπτικά, παραπονείται για έλλειψη δέουσας έρευνας, νομική πλάνη και πλάνη περί τα πράγματα εκ μέρους των Καθ’ ων,  παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης και αναρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την απόφαση. Επιπλέον, παραπονείται για παραβίαση του άρθρου 9 και/ή 15 του περί προσφύγων νόμου λόγω παράλειψης ενημέρωσης του Αιτητή για το δικαίωμά του να λάβει νομική συνδρομή κατά τη διαδικασία, παράλειψη παραπομπής του Αιτητή σε ιατρό για τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, αλλά και αξιολόγησής τους, παράλειψη παραπομπής του Αιτητή σε ψυχολόγο για την εκτίμηση της αξιοπιστίας του και αδιαφάνεια στα προσόντα του διερμηνέα που συνέδραμε κατά τη διαδικασία της συνέντευξης.

 

Ο συνήγορος του Αιτητή, μετά την καταχώρηση της γραπτής του αγόρευσης, αιτήθηκε προσαγωγή μαρτυρίας, η οποία συνίστατο σε ένορκη δήλωση του Αιτητή, με επισυνημμένα τα κάτωθι έγγραφα:

1)   Διαδικτυακούς συνδέσμους που αφορούν δύο παρουσιάσεις του στο κανάλι Equinoxe tv, στις 31/5/2021 και 19/5/2022 αντιστοίχως. (τεκμήρια 1 και 2)

2)   Αντίγραφο του από 23/5/2022 εντάλματος σύλληψης, εκδ. αρχή Δημοκρατία του Καμερούν. (τεκμήριο 3)

3)   Αντίγραφο συνομιλίας με το συνήγορό του (τεκμήριο 4)

 

Η αίτηση έγινε δεκτή από τους Καθ’ων η Αίτηση, οι οποίοι όμως αιτήθηκαν την αντεξέταση του Αιτητή, αίτημα που εγκρίθηκε από το Δικαστήριο.

 

Αντεξέταση

Αρχικά ο Αιτητής υιοθέτησε το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του.  Στη συνέχεια τέθηκαν ερωτήσεις από την ευπαίδευτη συνήγορο των Καθ’ων η Αίτηση, κα Ευσταθίου αναφορικά με το περιεχόμενο της ένορκης του δήλωσης. Σχετικά με το ένταλμα σύλληψης, δήλωσε ότι έλαβε γνώση μέσω άγνωστου άντρα, που τον κάλεσε στο κυπριακό του τηλέφωνο με απόκρυψη, κατηγορώντας τον πως οι πληροφορίες που είχε δώσει στην τηλεόραση ήταν ψευδείς. Ερωτηθείς για τις ενέργειες που προέβη έπειτα, δήλωσε πως παρέμεινε αδρανής, καθώς γνωρίζει τη χώρα που προέρχεται και πως αναζήτησε το ένταλμα  μέσω του δικηγόρου του, προς υποστήριξη του αιτήματός του και το έλαβε μέσω ταχυδρομείου. Ερωτηθείς σχετικά με τα στοιχεία των γονέων του, δήλωσε ότι η μητέρα του ονομάζεται Ngwasha Adiya Alice και ο πατέρας του Lapana Idirisu Albert.

 

Σχετικά με τη δημόσια δραστηριότητά του, δήλωσε τον Μάιο του 2018 εμφανίστηκε πρώτη φορά στη τηλεόραση, και πως από το 2020 διατηρεί δικό του κανάλι σε διαδικτυακή πλατφόρμα. Σε ερώτηση αν από το 2018, είχε εκδοθεί κάποιο ένταλμα σύλληψης εις βάρος του, απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι είχε δεχτεί παρενοχλήσεις από τη αστυνομία κα πως λοιποί συμμετέχοντες στις εκπομπές, είχαν συλληφθεί. Αναφορικά με την μετέπειτα έκδοση του εντάλματος, δήλωσε ότι το 2021 και 2022 και ενώ βρισκόταν στη Δημοκρατία, μίλησε σε κανάλι της χώρα καταγωγής του και πώς ύστερα δέχτηκε το προαναφερθέν τηλεφώνημα. Σχετικά με τις ιδέες του και αν τυχόν διαφοροποιήθηκαν από το 2018, είτε στην ουσία τους, είτε στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται, απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας πως είναι ουδέτερος. Κληθείς να παράσχει περαιτέρω εξηγήσεις σε σχέση με τον χρόνο έκδοσης του εντάλματος σύλληψης, δήλωσε ότι στις 19/5/2022, ημέρα ανεξαρτησίας του Καμερούν, του ζητήθηκε να εξηγήσει του λόγους που δεν είναι ενωμένο το Καμερούν, αποδίδοντας ευθύνες  στη κυβέρνηση του Καμερούν τόσο για το διαχωρισμό των ανθρώπων σε μικρές ομάδες, όσο και για την άρνησή της να συμμετέχει σε διάλογο για επίλυση του ζητήματος. Επίσης ανέφερε πως στο διαδικτυακό κανάλι που διατηρεί έχει πάνω από 400.000 ανθρώπους που το παρακολουθούν και πως τα θέματα που αναπτύσσει αφορούν την αγγλόφωνη κρίση και τη διαφθορά στο Καμερούν.

 

Μετά την αντεξέταση του Αιτητή, η συνήγορος των Καθ’ων η Αίτηση προχώρησε με την καταχώρηση της γραπτής της αγόρευσης, μέσω της οποίας σχολίασε και τις απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής κατά την αντεξέταση.  Κατ’ αρχάς, επικαλέστηκε παραβίαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, λόγω μη ανάπτυξης εκ μέρους του Αιτητή, οποιουδήποτε λόγου ακύρωσης. Περαιτέρω, αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή, νόμιμη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος, των σχετικών Νόμων και Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ' ων η Αίτηση και κατ' εφαρμογή του διοικητικού δικαίου, έχει ληφθεί κατόπιν δέουσας έρευνας και αφού λήφθηκαν υπόψιν όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

Αναφορικά με τις αιτιάσεις του Αιτητή περί παραβίασης του άρθρου 9 και/ή 15 του περί Προσφύγων Νόμου, επικαλείται τη διακριτική ευχέρεια του Αιτητή στη λήψη νομικής συνδρομής και την προαιρετική παρουσία του συνηγόρου κατά το στάδιο της συνέντευξης, διατείνεται ότι κατά τη συνέντευξη ο Αιτητή ενημερώθηκε για τις διαδικασίες, υποχρεώσεις και δικαιώματά του, θέτοντας την υπογραφή του σε κάθε σελίδα μετά το πέρας της συνέντευξης, καθώς και ότι η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στη μητρική γλώσσα του Αιτητή, την αγγλική, χωρίς να προκύπτει κάποια πίεση εις βάρος του. Ως εκ τούτου, η συνήγορος των Καθ’ων η Αίτηση αιτήθηκε την απόρριψη του ισχυρισμού περί έλλειψης προσόντων του διερμηνέα ως αόριστου, επικαλούμενη παράλληλα το τεκμήριο κανονικότητας της διαδικασίας.

 

Τέλος, ως προς την αναρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την απόφαση, αρνείται τον ισχυρισμό, ισχυριζόμενη ότι ο υπογράφων είναι νομίμως εξουσιοδοτημένος για την έκδοση αποφάσεων διεθνούς προστασίας παραπέμποντας στο παράρτημα 4 της Ένστασης, η δε υιοθέτηση εισήγησης από υφιστάμενο υπάλληλο δεν συνιστά αποχή από την άσκηση εξουσίας, σε κάθε δε περίπτωση επικαλείται το τεκμήριο νομιμότητας των πράξεων της Διοικήσεως.

 

Όσον αφορά τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν κατά το στάδιο της αντεξέτασης του Αιτητή κατά την ακροαματική διαδικασία στις 27/1/2023, είναι θέση των Καθ’ ων ότι  πλήττεται περαιτέρω η αξιοπιστία του Αιτητή, βάλλει κατά της γνησιότητας του προσκομισθέντος εντάλματος σύλληψης, λόγω αναγραφής εσφαλμένου ονόματος της μητέρας του Αιτητή, ενώ διατείνεται ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς πληροφορίες σε σχέση με το ένταλμα σύλληψης και το χρονικό σημείο της έκδοσης του.  

 

Ο Αιτητής δια της απαντητικής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου του, ζητά να γίνουν δεκτοί οι λόγοι ακύρωσης του, επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς περί βάσιμου λόγου δίωξη εις βάρος του και ζητά να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, επικουρικώς δε να του χορηγηθεί καθεστώς επικουρικής προστασίας. Περαιτέρω, αναφέρθηκε στη δημιουργία διαδικτυακής πλατφόρμας με την επωνυμία «TFA-TALKING POINT», που φέρεται να διατηρεί ο ίδιος και αφορά πολιτικές αναλύσεις σχετικά με την αγγλόφωνη κρίση. Αναφέρθηκε στα τεκμήρια που κατέθεσε μέσω της ένορκης δήλωσης, παραπέμποντας και σχετικά αποσπάσματα από τις παρουσιάσεις, ενώ διατείνεται υπέρ της γνησιότητας του εντάλματος σύλληψης, ισχυριζόμενος ότι το λάθος όνομα της μητέρας του Αιτητή που αναγράφεται σ’ αυτό, καθώς και η υπογραφή του από πρόσωπο που απεβίωσε τρεις μήνες πριν την έκδοση του εντάλματος, δεν πλήττουν την αποδεικτική του ισχύ, ζητώντας παράλληλα να του αναγνωριστεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας.

 

Προχωρώντας σε εξέταση της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως προνοείται από το άρθρο 11(3)(α) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/18), και υπό το φως του λόγου ακυρώσεως που έχει προωθήσει ο συνήγορος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω συνοπτικά τους ισχυρισμούς του Αιτητή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

 

Κατά τη καταγραφή της αίτησης του για χορήγηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της αγγλόφωνης κρίσης, των απειλών από την πρώην εργοδότρια του, καθώς και της επιθυμίας του να συνεχίσει τις σπουδές του. Πιο συγκεκριμένα δήλωσε ότι όλα ξεκίνησαν το 2016, όταν λόγω της αγγλόφωνης κρίσης, με τις δυσκολίες που συνοδεύτηκε, όπως η αναγκαστική στρατολόγηση πληθυσμού από τους αποσχιστές, και μετά  τη δολοφονία του θείου του, με τον οποίο διέμενε, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό του και να μετοικήσει στο δυτικό τμήμα της χώρας, σε οικείο του πρόσωπο. Εκεί, ξεκίνησε εργασία σε ένα εστιατόριο, ώσπου μια μέρα, τρίτο πρόσωπο του παρέδωσε μια τσάντα που προορίζονταν για την εργοδότριά του. Ο ίδιος, ανοίγοντας τη τσάντα, αντίκρυσε ένα ανθρώπινο κρανίο, και αφού έγινε αντιληπτός από την εργοδότριά του, δέχτηκε τη πρόταση της τελευταίας να λάβει χρήματα για να παραμείνει σιωπηλός, υπό το φόβο των απειλών για το αντίθετο. Έτσι, κατόπιν προτροπής του ξαδέρφου του και υπό το φόβο των απειλών της εργοδότριας του, μετοίκησε σε άλλη πόλη, ώσπου πληροφορήθηκε ότι έγινε δεκτός από πανεπιστήμιο της αλλοδαπής, εγκαταλείποντας τη χώρα καταγωγής του την 1/11/2019.

 

Κατά το στάδιο της συνέντευξης δήλωσε ότι κατάγεται από τη Bamenda, του βορειοδυτικού τμήματος του Καμερούν, όπου διέμενε μέχρι το 2010, όταν και μετοίκησε στη Douala, όπου παρέμεινε μέχρι το 2018. Ανέφερε ότι η εθνοτική του καταγωγή είναι Tikari και ότι είναι χριστιανός, άγαμος και άτεκνος, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εργάζονταν ως δάσκαλος δημοτικού σχολείου στη Doula. Η πατρική του οικογένεια αποτελείται από τους γονείς του και πέντε αδέρφια, όλοι τους διαμένοντες στο βορειοδυτικό τμήμα του Καμερούν. Σε σχέση με τη κατάσταση της υγείας του, δήλωσε ότι πάσχει από αυχενική σπονδύλωση, λαμβάνοντας φαρμακευτική αγωγή.

 

Σχετικά με το επάγγελμά του, δήλωσε ότι εργάζονταν από το 2012 αρχικά ως δάσκαλος δημοτικού στο “Rise and Shine Nursery and Primary School”, στη Douala και εν συνεχεία, από το 2015, ως διευθυντής.

 

Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του αεροπορικώς, την 1/1/2019, με τελικό προορισμό τις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές. Σχετικά με το ταξίδι του και την παραμονή του στα μη ελεγχόμενα από τη Δημοκρατία εδάφη, δήλωσε ότι οργανώθηκε από τον ξάδερφό του, ο οποίος του εξασφάλισε διαβατήριο και φοιτητική visa. Κατά την άφιξή του, παραλήφθηκε από τρίτο πρόσωπο, σε συνεννόηση με τον ξάδερφό του, ο οποίος, αφού του παρακράτησε τα έγγραφα, τον ενημέρωσε πως απώτερος σκοπός του ταξιδιού του ήταν η συμμετοχή του σε εμπόριο λευκής σαρκός. Αφού αρνήθηκε τη συμμετοχή του, λίγες ημέρες αργότερα αποχώρησε από το σπίτι του ανωτέρω προσώπου και εισήλθε στη Δημοκρατία, όπου αιτήθηκε διεθνούς προστασίας. Σχετικά με τυχόν οφειλές στα πρόσωπα που διοργάνωσαν το ταξίδι του, δήλωσε ότι εξακολουθεί να οφείλει κάποιο ποσό στον ξάδερφό του, χωρίς να έχει να έχει κάποιον χρονικό περιορισμό και πρόσφατα ήρθαν σε φιλική επικοινωνία μεταξύ τους.

 

Σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, αναφέρθηκε στην πολιτική αστάθεια που επικρατεί στο Καμερούν, εξαιτίας της αγγλόφωνης κρίσης, στη στοχοποίησή του από τους αποσχιστές Ambazonians και τους κρατικούς φορείς, λόγω της συμμετοχής του σε δημόσιο διάλογο για την αγγλόφωνη κρίση, καθώς και σε απειλές που δέχτηκε από πρώην εργοδότρια του, εξαιτίας του ότι υπήρξε μάρτυρας σε εγκληματικές δραστηριότητες της τελευταίας.

 

Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με τη στοχοποίηση του από τους Ambazonians και τους κρατικούς φορείς, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά τη συγγραφή από τον ίδιο ενός άρθρου με τίτλο “My proposal for a neutral body to solve the anglophone problem”, τον Απρίλιο του 2018, το οποίο και διένειμε δημόσια, κλήθηκε και παρουσιάστηκε στις 16/5/2018 στο τηλεοπτικό κανάλι Equinoxe TV, για να εκθέσει τις απόψεις του και έκτοτε καλούνταν τακτικά από τηλεοπτικά κανάλια. Αποτέλεσμα της δημόσιας θέσης που έλαβε ήταν η απαγωγή του αδερφού του και η δολοφονία του θείου από τους Ambazonians και η στοχοποίηση του από τις κρατικές αρχές.

 

Σχετικά με το προαναφερόμενο άρθρο, δήλωσε ότι συνιστούσε κατ’ ουσίαν επιστολή παράκλησης για τη δημιουργία ενός ουδέτερου θεσμού για την επίλυση της αγγλόφωνης κρίσης, ενώ αναφέρθηκε και στο περιεχόμενο των παρουσιάσεων του στο τηλεοπτικό κανάλι, καθώς και των πολιτικών του θέσεων. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι κατά την πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση, ανέπτυξε την πρόταση του για τη λύση της αγγλόφωνης κρίσης, ενώ στις μετέπειτα εμφανίσεις του, ασχολήθηκαν με ζητήματα που αφορούσαν τις δολοφονίες που διαπράττονται μέσω της κρίσης και τους υπαίτιους αυτών, τη στρατολόγηση που επιδίδονται οι αποσχιστές, τη σημασία ίδρυσης ενός διεθνούς σώματος, καθώς και ο εν γένει ρόλος της κυβέρνησης για την επίλυση του προβλήματος. Ως προς τη θέση του ίδιου, δήλωσε ότι άσκησε κριτική και στα δύο μετέχοντα μέρη, στους μεν αποσχιστές λόγω των στρατολογήσεων παιδιών και εγκληματιών, της παρεμπόδισης της σχολικής εκπαίδευσης των παιδιών και της φυσικής απουσίας του αρχηγού τους από το Καμερούν, στη δε κυβέρνηση, λόγω της απροθυμίας της να ενεργοποιηθεί σε σχέση με τη κρίση, λόγω της υποβάθμισης του προβλήματος, ενώ κατέκρινε και την αντιεπαγγελματική συμπεριφορά μελών του στρατού. Περαιτέρω, δήλωσε ότι ιδιοκτήτης του σχολείου που εργάζονταν του έδωσε προειδοποίηση, λόγω της αναγραφής της επωνυμίας του σχολείου στην επιστολή του, χωρίς ωστόσο αν αντιμετωπίσει κάποιο άλλο πρόβλημα, ενώ απέδωσε την προειδοποίηση σε ενδεχόμενες απειλές εις βάρος του ιδιοκτήτη, χωρίς ωστόσο να γνωρίζει κάτι περαιτέρω.

 

Σχετικά με τυχόν επιρροή που είχε το εν λόγω άρθρο, δήλωσε πως παρότι δεν επιτελέστηκε ο στόχος του, έγινε σύγκλιση του Γενικού Αγγλόφωνου Συνεδρίου (Anglophone General Conference AGC), που αποδίδει εν μέρει στον ίδιο, καθώς ο ιδρυτής του είχε λάβει γνώση του άρθρου. Περαιτέρω, δήλωσε ότι σκοπός του εν λόγω συνεδρίου είναι να ενώσει τους αγγλόφωνους και να εξεύρει λύσεις, μέσω του διαλόγου, αναφερόμενος παράλληλα και στα μέλη που το απαρτίζουν.

 

Σε σχέση με την απαγωγή του αδερφού του δήλωσε ότι απήχθη στις 20/3/2019 στη Bamenda, από τους Ambazonians, οι οποίοι ζήτησαν λύτρα από τον ίδιο και απαίτησαν την αποχή του από τα τηλεοπτικά κανάλια. Όταν του ζητήθηκαν περαιτέρω πληροφορίες, δήλωσε ότι κάποιοι άντρες τον προσέγγισαν μπροστά από την οικεία του και αφού του ζήτησαν να τους ακολουθήσει, τον απήγαγαν, μεταφέροντάς τον στη πόλη Bafout, κατηγορώντας τον ότι ούτε εκείνος ούτε ο Αιτητής συμμετέχουν στον αγώνα τους, ο δε τελευταίος μιλάει εναντίον τους στα κανάλια. Σε σχέση με τις κλήσεις που έλαβε ο ίδιος, δήλωσε ότι του τηλεφώνησαν τρεις φορές, η πρώτη στις 20/3/2019 για να τον ενημερώσουν για την απαγωγή, η δεύτερη την επόμενη ημέρα, για να μιλήσει με τον αδερφό του και να τον ενημερώσουν για τις απαιτήσεις τους και η τρίτη, λίγες ημέρες αργότερα για να του ορίσουν προθεσμία καταβολής του ποσού.

 

Σχετικά με την απελευθέρωση του αδερφού του, δήλωσε ότι 4-5 ημέρες αργότερα της πληρωμής του ποσού απελευθερώθηκε, ενώ όταν του ζητήθηκαν παραπάνω πληροφορίες, δήλωσε ότι δεν ήταν παρόν και μετά την απελευθέρωση του, χρειάστηκε να νοσηλευτεί για δύο ημέρες στο νοσοκομείο. Όσον αφορά την καταβολή του ποσού, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει πολλές πληροφορίες, καθώς πραγματοποιήθηκε μέσω της ιδιοκτήτριας του σπιτιού του, η οποία είχε αντιμετωπίσει παρόμοιο ζήτημα στο παρελθόν. Ερωτηθείς σχετικά με το λόγο που η απαγωγή συντελέστηκε ένα περίπου έτος μετά την εμφάνισή του σε τηλεοπτικό πρόγραμμα, δήλωσε άγνοια, ενώ σχετικά με τους λόγους που εξακολούθησε να εμφανίζεται δημοσίως, παρά το ανωτέρω συμβάν, δήλωσε ότι η επιθυμία του ήταν να επιλυθεί το πρόβλημα και πως τυχόν αποχή του θα έρχονταν σε αντίθεση με τα πιστεύω του και τα όσα εκφράζει γραπτώς στο βιβλίο που γράφει με τίτλο “Lets change the mentality for better Cameroon”. Ερωτηθείς σχετικά με το σύγγραμμά του, δήλωσε ότι απαρτίζεται από 3 μέρη, το πρώτο αφορά την ιστορία του Καμερούν, το δεύτερο την καταστροφή που επήλθε στο Καμερούν, συμπεριλαμβανομένης της αγγλόφωνης κρίσης, και το τρίτο την πρόταση λύσης του προβλήματος.

 

Αναφορικά με τη δολοφονία του θείου, δήλωσε ότι συντελέστηκε στις 4/42019, στο χωριό του, από τους Ambazonians, λόγω σύγκρουσης με τους τελευταίους, εξαιτίας της στρατολόγησης του τέκνου του. Ερωτηθείς σχετικά με τη σύνδεση της δολοφονίας με τον ίδιο, δήλωσε ότι αυτόπτες μάρτυρες του συμβάντος άκουσαν τους δολοφόνους να αναφέρουν το όνομα του Αιτητή, κατηγορώντας τον θείο του ότι αυτός τον ενθαρρύνει να μιλάει ενάντια τους. 

 

Όσον αφορά τη στοχοποίησή του από τις κρατικές αρχές, δήλωσε ότι συνεργάτης του στα τηλεοπτικά προγράμματα, ονόματι Mimi Mofo, συνελήφθη, ενώ ο ίδιος δέχτηκε επανειλημμένως ελέγχους από την αστυνομία. Ερωτηθείς περαιτέρω για το τελευταίο, δήλωσε ότι δέχονταν ελέγχους από την αστυνομία, όπου αναζητούσαν το κινητό του και τις συνομιλίες του, κάνοντάς του ερωτήσεις σχετικά με τη δραστηριότητά του στα social media. Ερωτηθείς αν οι αρχές εντόπισαν οτιδήποτε μεμπτό στο κινητό του απάντησε αρνητικά.

 

Σε σχέση με τις απειλές από την εργοδότριά του, δήλωσε ότι στα τέλη του Απρίλη του 2019 μετέβη στον ξάδερφό του στη Bafousam, ξεκινώντας παράλληλα δουλειά σε ένα εστιατόριο. Εκεί, μια μέρα, πρόσωπο αγνώστων στοιχείων, του παρέδωσε μια τσάντα, που περιείχε ένα ανθρώπινο κρανίο, η οποία προορίζονταν για την εργοδότριά του. Όταν η τελευταία αντιλήφθηκε ότι ο Αιτητής γνώριζε το περιεχόμενο της τσάντας, του πρότεινε να συμμετέχει και ο ίδιος σε αυτές τις δραστηριότητες. Ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους που του παραδόθηκε η τσάντα και τις κατηγορίες εις βάρος του ότι την άνοιξε, ο Αιτητής δήλωσε άγνοια.  

 

Σχετικά με τον μελλοντικό του φόβο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι φοβάται, αφενός μεν τους αποσχιστές Ambazonians, λόγω των δύο επιθέσεων που πραγματοποίησαν στην περιοχή του, αναφερόμενος σε οπτικοακουστικό υλικό που δημοσίευσαν στις 8/10/2020, μέσω του οποίου εξήγγειλαν πόλεμο στο στρατό και σε όσους δεν ενστερνίζονται την ιδεολογία τους «black legs»,  αλλά και λόγω των βομβιστικών επιθέσεων που πραγματοποίησαν στην Douala και Yaounde και εις βάρος εσωτερικά εκτοπισμένων ανθρώπων, αφετέρου δε τη στοχοποίησή του από τη κυβέρνηση.

 

Αναφορικά με τυχόν απειλές που έλαβε ο ίδιος από μέλη των αποσχιστών, απάντησε αρνητικά, αναφερόμενος εντούτοις στο περιστατικό του αδερφού του και δολοφονίες άλλων πολιτών λόγω του δημόσιου διαλόγου, ενώ σε σχέση με τον κίνδυνο να επιστρέψει στο χωριό του, δήλωσε ότι το κανάλι που παρουσιάστηκε είναι αρκετά δημοφιλές στους Ambazonians και πως έχουν εξαγγείλει απειλές σε όποιον συντάσσεται εναντίον τους.

 

Σχετικά με τη δυνατότητά του να ταξιδέψει νομίμως με χρήση του διαβατηρίου του, δήλωσε ότι δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του και ότι ίσως δεν ήταν στοχοποιημένος σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης. 

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Αιτητής προσκόμισε τα κάτωθι έγγραφα:

 

1)   Φωτοαντίγραφο του άρθρου με τίτλο “A proposal for setting up of a neutral body to call for an inclusive dialogue in our country” (Ερυθρά 50 και 51 ΔΦ),

2)   Ηλεκτρονικούς συνδέσμους, που αφορούν τη συμμετοχή του σε τηλεοπτικά προγράμματα (Ερυθρά 48 και 49 ΔΦ),

3)   Φωτοαντίγραφα συνομιλιών (Ερυθρά 44, 45, 46 και 47 ΔΦ),

4)   Αντίγραφο φωτογραφίας, που απεικονίζει πρόσωπο φερόμενο ως τον αδερφό του Αιτητή. (Ερυθρό 43),

5)   Αντίγραφο φωτογραφίας, που απεικονίζει πρόσωπο φερόμενο ως τον θείο του Αιτητή. (Ερυθρό 42),

6)   Ηλεκτρονικούς συνδέσμους, που αφορούν τη κατάσταση που επικρατεί στη Bamalang (Ερυθρά 39, 40 και 41 ΔΦ).

 

Κατόπιν ο αρμόδιος λειτουργός ομαδοποίησε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ώστε να τους αξιολογήσει στην έκθεση-εισήγηση του:

 

1. Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή

2. Ο Αιτητής εξέφρασε την άποψή του για την αγγλόφωνη κρίση σε κανάλια τηλεόρασης.

3. Ο Αιτητής στοχοποιήθηκε από τους Ambazonians και τη κυβέρνηση του Καμερούν και

4. Τον Μάιο του 2019, ο Αιτητής ανακάλυψε ένα έγκλημα που τελέστηκε από την εργοδότριά του, η οποία μετέπειτα τον απείλησε.   

 

Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε διαδικτυακές πηγές, o λειτουργός έκανε αποδεκτό το πρώτο και δεύτερο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό.

 

Αναφορικά με το τρίτο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, o λειτουργός έκρινε ότι δεν πληρείται ούτε η εσωτερική, ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού. Πιο συγκεκριμένα, έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με το τηλεφώνημα που δέχτηκε από μέλη των Ambazonians, δεν κατάφερε να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους ο αδερφός του απήχθη ένα έτος μετά την προβολή του ίδιου στα κανάλια, ενώ δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με την απελευθέρωση του αδερφού του. Περαιτέρω και σε σχέση με τη δολοφονία του θείου του, κρίθηκε ότι δεν συνδέεται με κάποιο τρόπο με τον Αιτητή, ενώ ούτε ο τελευταίος ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς εξηγήσεις τόσο για τη σύνδεση του περιστατικού με τον ίδιο, όσο και σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι το όνομά του αναφέρθηκε από τους Ambazonians πριν τη δολοφονία του θείου του.

 

Τέλος, και σε σχέση με τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε από τους Ambazonians, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του στερούνταν πληροφοριών. Περαιτέρω, και όσον αφορά τη στοχοποίησή του από τη κυβέρνηση, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του σχετικά με τους ελέγχους που δέχονταν από το στρατό, αλλά και τον τρόπο διαφυγής του από τη χώρα καταγωγής του με τη χρήση του διαβατηρίου του, ήταν ασαφείς, ενώ παρά τις ερωτήσεις που του τέθηκαν, δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφείς πληροφορίες, για τα ως άνω περιστατικά. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε το προσκομισθέν από τον Αιτητή αποδεικτικό υλικό (ερυθρά 47-39 ΔΦ) καταλήγοντας ότι δε συνιστούν απόδειξη των ισχυρισμών του Αιτητή και δε δύνανται να συσχετιστούν με τον υπό αξιολόγηση ισχυρισμό. Συνεπώς ο ισχυρισμός απερρίφθη.

 

Εξίσου, όσον αφορά τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό, o λειτουργός έκρινε ότι δεν πληρείται ούτε η εσωτερική, ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού. Πιο συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή υπήρξαν ασαφείς σε σχέση με τον χρόνο που έλαβε χώρα το συμβάν, αλλά και σχετικά με τον λόγο που κατηγορήθηκε από την εργοδότριά του. Περαιτέρω, έκρινε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει κάποια απάντηση σε σχέση με τον λόγο που η επίμαχη τσάντα δόθηκε στον ίδιο, ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με την παράλειψη καταγγελίας του συμβάντος στην αστυνομία, στερούνταν επάρκειας πληροφοριών. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες που να σχετίζονται με το εν λόγω γεγονός. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απερρίφθη.

 

Στη συνέχεια, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε εκτίμηση του κινδύνου που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, βάσει των ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί. Όσον αφορά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι δεν συντρέχουν εύλογες πιθανότητες ο Αιτητής να εκτεθεί σε κίνδυνο άμα τη επιστροφή του, συνεκτιμώντας αφενός το περιεχόμενο των δηλώσεων του Αιτητή, αλλά και του χρονικού διαστήματος που παρέμεινε στη χώρα καταγωγής του, χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα. Περαιτέρω,  αξιολογώντας την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγή του Αιτητή και συγκεκριμένα στη Bamenda, διεπιστώθη, λόγω της έκρυθμης κατάστασης εξαιτίας της αγγλόφωνης κρίσης, υφίσταται εύλογος βαθμός πιθανότητας να αντιμετωπίσει μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

Ενόψει των πιο πάνω, και μετά από σχετική νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η Αίτηση κατέληξαν ότι ο κίνδυνος που διατρέχει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, δεν συνδέεται με κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους δίωξης της Σύμβασης της Γενεύης, καταλήγοντας ότι ο Αιτητής δεν πληροί τα κριτήρια του άρθρου 3(1) του Νόμου και του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων. Επιπλέον, δεν δύναται να του χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας βάσει του άρθρου 19(2) του Νόμου, διότι απέτυχε να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το εδάφιο 2 του εν λόγω άρθρου σχετικά με τον κίνδυνο σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης. Παρατέθηκαν εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Bamenda, τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή,  βάσει των οποίων προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία που ασκείται στην περιοχή, δεν έχει φτάσει στο βαθμό να κινδυνεύει κάποιος άμαχος με μόνη τη παρουσία του εκεί και συνεκτιμώντας και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή κατέληξαν ότι δεν δύναται να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 19(1) και 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Αξιολόγηση μαρτυρίας στο Δικαστήριο – Νέα γεγονότα

 

Ο Αιτητής προσκόμισε στο Δικαστήριο μαρτυρία υπό τη μορφή ένορκης δήλωσης με επισυνημμένα τεκμήρια. Στην ένορκη δήλωση του, ο Αιτητής, αναφέρεται στην εσφαλμένη κρίση των Καθ’ ων, σχετικά με την αξιοπιστία των ισχυρισμών του, την αξιολόγηση του μελλοντικού του φόβου και στα προσκομισθέντα τεκμήρια.  Ειδικότερα, σε σχέση με το τεκμήριο 3, αναφέρει ότι στις 23/5/2022 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του, με τη κατηγορία της αποστολής ή διάδοσης ψευδών πληροφοριών, που μπορούν να βλάψουν τις δημόσιες αρχές ή την εθνική ενότητα. Την ύπαρξη του, την πληροφορήθηκε από άγνωστο πρόσωπο και εν συνεχεία το παρέλαβε μέσω του δικηγόρου του.

 

Σχετικά με την αξιοπιστία των τεκμηρίων και την αποδεικτική τους ισχύ αναφέρω τα ακόλουθα:

 

Όσον αφορά το τεκμήριο 1 και 2 κατ’ αρχάς σημειώνεται ότι το πρώτο δεν εντοπίστηκε στη ηλεκτρονική διεύθυνση που προσκόμισε ο Αιτητής. Εντούτοις, το Δικαστήριο σε έρευνα του εντόπισε την επίμαχη συνέντευξη του Αιτητή στο κανάλι Equinox Tv.[1]  Από τα δύο τεκμήρια, προκύπτει ότι πράγματι ο Αιτητής παρουσιάστηκε στις 31/5/2021 και 19/5/2022 σε δελτίο ειδήσεων του καναλιού Equinox Tv, όπου τοποθετήθηκε σχετικά με το ζήτημα της αγγλόφωνης κρίσης, ισχυρισμός, που άλλωστε δεν αμφισβητείται από τους Καθ’ ων.

 

Ως προς το από 23/5/2022 ένταλμα σύλληψης (τεκμήριο 3), σημειώνεται ότι από τα στοιχεία του εγγράφου προκύπτουν σφάλματα, καθιστώντας το μη αξιόπιστο. Πιο συγκεκριμένα,  όπως προκύπτει από το σώμα του εγγράφου τα στοιχεία της μητέρας του Αιτητή είναι εσφαλμένα, αναγράφοντας το όνομα Ngwasha Dinjia, αντί του ορθού Ngwasha Adiya Alice. Εξάλλου, όπως συνομολογεί και ο Αιτητής, ο εισαγγελέας που αναγράφεται στο ένταλμα, ονόματι E.J. φέρεται να απεβίωσε σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης του εντάλματος, κάτι που επιβεβαιώνεται και από έρευνα που προέβη το Δικαστήριο[2]. Στο ανωτέρω συμπέρασμα, περί μη αξιοπιστίας του εγγράφου, οδηγούν και οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τον τρόπο που έλαβε γνώση αυτού, αναφερόμενος ασαφώς και αορίστως σε τηλεφώνημα που έλαβε από πρόσωπο αγνώστων στοιχειών, το οποίο και τον ενημέρωσε για την ύπαρξη του εντάλματος, χωρίς να είναι σε θέση να παράσχει τυχόν περαιτέρω πληροφορίες, ισχυρισμοί, που πέραν τις ασάφειας τους, χαρακτηρίζονται και από έλλειψη αληθοφάνειας.  Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται.

 

Εξίσου, το τεκμήριο 4 που προσκομίζεται από τον Αιτητή και αφορά επικοινωνία του με συνήγορο για την αποστολή του εντάλματος σύλληψης, δεν αποτελεί πειστήριο για τους ισχυρισμούς του Αιτητή και δεν προσδίδει αξιοπιστία στους λοιπούς ισχυρισμούς του.

 

Τέλος, σχετικά με τo διαδικτυακό κανάλι με την επωνυμία «TFA-TALKING POINT», που φέρεται να διατηρεί ο Αιτητής, μέσω του οποίου προβαίνει, μεταξύ άλλων, σε πολιτικές αναλύσεις σχετικά με την αγγλόφωνη κρίση, σημειώνεται ότι κατόπιν έρευνας, εντοπίστηκε από το Δικαστήριο.[3] Σύμφωνα δε με τα στοιχεία που παρέχονται στην εν λόγω πλατφόρμα, το εν λόγω κανάλι στοχεύει στον εντοπισμό κοινωνικών προβλημάτων και στην πρόταση μόνιμων λύσεων, με μελέτη πάνω στα προβλήματα του Καμερούν. Σημειώνεται ότι το κανάλι δημιουργήθηκε στις 21/9/2021.

 

Από τα ανωτέρω στοιχεία, προκύπτει ότι ο Αιτητής, από την άφιξη του στη Δημοκρατία, όχι μόνο διατήρησε, αλλά ανέπτυξε τον πολιτικό του ακτιβισμό, όντας ιδιαίτερα ενεργός σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και σε τηλεοπτικά κανάλια της χώρα καταγωγής του, για το ζήτημα της αγγλόφωνης κρίσης. Συνεπώς, το Δικαστήριο, θα προβεί σε εκ νέου αξιολόγηση του φόβου δίωξης του Αιτητή, στη βάση μέρους της μαρτυρίας του Αιτητή που έγινε αποδεκτή καθώς και των στοιχείων του διοικητικού φακέλου.

 

Κρίνεται σκόπιμο στο σημείο αυτό, όπως σημειωθεί, ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση, εσφαλμένα αξιολόγησαν ως τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή τη Bamenda, αντί της Douala. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής τα τελευταία περίπου 8 χρόνια παραμονής του στη χώρα καταγωγής του, διέμενε στη Douala, όπου είχε αναπτύξει οικονομικούς και κοινωνικούς δεσμούς. Συνεπώς η αξιολόγηση της υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, θα γίνει με βάση τις συνθήκες που επικρατούν στη Douala.

 

Επί της ουσίας των ισχυρισμών λοιπόν που έγιναν αποδεκτοί, ο Αιτητής επικαλείται φόβο δίωξης του αφενός μεν από τις κρατικές αρχές, αφετέρου δε από τους Ambazonians αποσχιστές, λόγω των πολιτικών του τοποθετήσεων και την κριτική που ασκεί σε αμφότερα τα μέρη, στα πλαίσια της αγγλόφωνη κρίσης που έχει ξεσπάσει στο Καμερούν. Συνεπώς, το Δικαστήριο θα προβεί σε ανεξάρτητη έρευνα, σχετικά με το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, και δη σε ζητήματα που αφορούν την κρίση που επικρατεί, αλλά και τον πολιτικό ακτιβισμό.

 

Οι ετήσιες εκθέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα για το 2021 - 2023 του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ (USDOS) και του Freedom House τονίζουν τους περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης.[4] [5]

 

Όσον αφορά το 2022, το USDOS σημειώνει ότι «οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν σε άτομα και οργανισμούς τη δυνατότητα να επικρίνουν ή να εκφράσουν» αντίθετες απόψεις, «επέβαλαν περιορισμούς σε συμβολικές εκφράσεις» και εμπόδισαν τις συζητήσεις για ορισμένα πολιτικά ζητήματα. Τα αντίποινα ήταν κοινά για όσους ασκούσαν δημόσια ή ιδιωτική κριτική στην κυβέρνηση και οι νόμοι που απαιτούσαν άδειες για δημόσιες διαμαρτυρίες χρησιμοποιήθηκαν για την καταστολή του λόγου.[6] Ομοίως, η Freedom House αναφέρει ότι η δημόσια κριτική στην κυβέρνηση και η εμπλοκή σε κόμματα της αντιπολίτευσης θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την επαγγελματική εξέλιξη στο Καμερούν. Συνολικά, οι Καμερουνέζοι τείνουν να «αποφεύγουν να συζητούν ευαίσθητα πολιτικά ζητήματα», συμπεριλαμβανομένης της πιθανής επιστροφής σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα που παρέχει περισσότερη αυτονομία σε αγγλόφωνες περιοχές, λόγω φόβου αντιποίνων[7].

 

Σε σχέση με τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς ακτιβιστές σημειώνονται τα κάτωθι:

Το Freedom House αναφέρει ότι «η κυβέρνηση συνέχισε να καταστέλλει την κάλυψη των μέσων ενημέρωσης για την αγγλόφωνη κρίση το 2022».[8]

 

Έκθεση του Ιουλίου 2023 από την Afrique XXI σημειώνει ότι η σύγκρουση στις αγγλόφωνες περιοχές λαμβάνει χώρα χωρίς διεθνείς μάρτυρες και οι περισσότερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι απίθανο να τεκμηριωθούν. Οι αρχές έχουν περιορίσει την πρόσβαση στις περιοχές για δημοσιογράφους, μη κυβερνητικές οργανώσεις και διεθνείς παρατηρητές.[9]  

 

Το USDOS αναφέρει τα εξής σχετικά με την κατάσταση των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων το έτος 2022: «Ο νόμος προβλέπει την ελευθερία της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Τύπου και άλλων ΜΜΕ, αλλά η κυβέρνηση συχνά περιόριζε αυτό το δικαίωμα, ρητά ή σιωπηρά. Τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης ήταν ενεργά και εξέφρασαν ένα ευρύ φάσμα απόψεων. Το τοπίο των μέσων αντιμετώπισε περιορισμούς στη συντακτική ανεξαρτησία, εν μέρει λόγω του φόβου για αντίποινα από κρατικούς και μη κρατικούς ένοπλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των αυτονομιστών που συνδέονται με την κρίση στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες».[10]

 

Όσον αφορά τη βία και την παρενόχληση, το USDOS σημειώνει ότι δημοσιογράφοι συνελήφθησαν, κρατήθηκαν, δέχθηκαν σωματική επίθεση και εκφοβίστηκαν από την αστυνομία, τους χωροφύλακες και άλλους κυβερνητικούς πράκτορες. Η έλλειψη έρευνας ή δίωξης από το κράτος σχετικά με αυτές τις επιθέσεις είχε ως αποτέλεσμα de facto περιορισμούς στο έργο των δημοσιογράφων. Οι περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης που επιβλήθηκαν από αυτονομιστικές ομάδες στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά επηρέασαν επίσης την ελευθερία του Τύπου.

 

Το USDOS αναφέρει ότι στις 26 Μαΐου 2022 στη Bamenda, τουλάχιστον έξι ένοπλοι αυτονομιστές επιχείρησαν να απαγάγουν τον ανταποκριτή του BBC Frederic Takang, αρπάζοντας τα υπάρχοντά του. Ο Takang ανέφερε ότι οι αυτονομιστές μαχητές απαγόρευσαν σε δημοσιογράφους την πρόσβαση σε περιοχές υπό τον έλεγχό τους, με αποτέλεσμα λιγότεροι από 10 δημοσιογράφοι να εργάζονται από την Bamenda (πρωτεύουσα της βορειοδυτικής περιοχής), σύμφωνα με την εφημερίδα του Καμερούν La Nouvelle Expression (USDOS, 20 Μαρτίου 2023, ενότητα 2α). Τον Μάιο του 2023, ο δημοσιογράφος Anye Nde Nsoh πυροβολήθηκε στη Bamenda (Africanews, 8 Μαΐου 2023, CPJ, 8 Μαΐου 2023). Παρά την υποσχεθείσα έρευνα, η πρόοδος έχει σταματήσει τέσσερις μήνες αργότερα, με τους αγγλόφωνους αυτονομιστές να παραδέχονται την ευθύνη. Τον Νοέμβριο του 2023, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ σημειώνει ότι «ο Κυβερνήτης της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας ανέστειλε μια εφημερίδα για αόριστο χρονικό διάστημα λόγω εικαζόμενων κατάφωρων παραβιάσεων των επαγγελματικών κανόνων» τον Σεπτέμβριο του 2023 (Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, 30 Νοεμβρίου 2023, σελ. 8, βλ. επίσης CPJ, 15 Σεπτεμβρίου 2023).

 

Αρκετοί δημοσιογράφοι έχουν απειληθεί ή φυλακιστεί μετά από κάλυψη σχετικών θεμάτων με την αγγλόφωνη κρίση σύμφωνα με έκθεση του SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland) της Ελβετίας[11], στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα περιστατικά:

Τρεις δημοσιογράφοι συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στους δρόμους το 2016 και το 2017. Δικάστηκαν μαζί και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης άνω των δέκα ετών, μεταξύ άλλων για διάδοση ψευδών ειδήσεων, εξέγερση και εχθρότητα κατά του κράτους. Το 2018, η δημοσιογράφος Mimi Mefo συνελήφθη μετά από σχόλια μιας πηγής υποδεικνύοντας ότι ένας Αμερικανός ιεραπόστολος πέθανε από τις σφαίρες του στρατού του Καμερούν. Την ίδια χρονιά, ο Michel Biem Tong τέθηκε επίσης υπό κράτηση μετά τη δημοσίευση σειράς άρθρων που καταγγέλλουν καταχρήσεις από τον στρατό. Και οι δύο αφέθηκαν ελεύθεροι, αφού αποσύρθηκαν οι κατηγορίες (μετά από τρεις ημέρες και μετά από επτά εβδομάδες αντίστοιχα), μετά από παρεμβάσεις του προέδρου της Δημοκρατίας.

 

Κατηγορούμενος για διάδοση ψευδών ειδήσεων και συνεργασία με αυτονομιστές, ο δημοσιογράφος από την Buea, Samuel Wazizi συνελήφθη τον Αύγουστο του 2019 και στη συνέχεια κρατήθηκε, χωρίς να έχει δυνατότητα επικοινωνίας. Τον Ιούνιο του 2020, ο στρατός ανακοίνωσε ότι πέθανε από μόλυνση μέσα σε λίγες μέρες μετά τη σύλληψή του και ότι δεν τον είχε βασανίσει. Δεν διευκρίνισε γιατί ο Wazizi είχε στερήθηκε επικοινωνίας, ούτε γιατί ο θάνατός του δεν είχε ανακοινωθεί νωρίτερα.

 

Όσο για τον Kingsley Fomunyuy Njoka, συνελήφθη το 2020 στο σπίτι του στη Ντουάλα και κατηγορήθηκε για απόσχιση και συνενοχή με ένοπλη ομάδα. Οι αρχές πιστεύουν ότι πλήρωσε ομάδες τρομοκρατών με αντάλλαγμα πληροφορίες. Ο Njoka παραμένει υπό κράτηση μέχρι σήμερα, περιμένοντας τον δίκη. Δημοσιογράφοι έχουν επίσης τεθεί υπό κράτηση από μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες. Αρκετές από αυτές τις απαγωγές είχαν σκοπό τα λύτρα και η δημοσιογραφική δραστηριότητα των θυμάτων δεν εμφανίζεται πάντα ως το κύριο κίνητρο. Αντίθετα, οι ένοπλοι που συνέλαβαν τον δημοσιογράφο Lawrence C. Babila για δύο ημέρες το 2020 τον κατηγόρησαν ότι «συνεργάζεται με τον Στρατό ενάντια στη μάχη για την αποκατάσταση του κράτους της Ambazonia». Επιπλέον, πολίτες απειλήθηκαν, αφού κατέγραψαν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως ο Felix Agbor Balla ο οποίος δέχτηκε απειλές θανάτου μέσω τηλεφώνου και κοινωνικών δικτύων μετά τη συμμετοχή του σε συνέδριο που έγινε το 2021 με θέμα την αγγλόφωνη κρίση. Ένας δημοσιογράφος με έδρα τη Bamenda δέχθηκε τέτοιες απειλές, αφού κατέγραψε τη σφαγή στο σχολείο Kumba το 2020.

 

Οι δημοσιογράφοι εξακολουθούν να βρίσκονται ανάμεσα στις  αυτονομιστικές ομάδες και σε κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας. Οι απειλές, οι επιθέσεις και η καταστολή δεν αφορούν μόνο αυτούς που αντιμετωπίζουν την αγγλόφωνη κρίση: γενικά, «κάποιος που χρησιμοποιεί γλώσσα αντίθετη με την κυβέρνηση μπαίνει στο στόχαστρό της, […] οι θέσεις για τη διακυβέρνηση και τη διαφθορά είναι ανησυχητικές», σύμφωνα με εκπρόσωπο οργάνωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα.[12]

 

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Human Rights Watch «Το έτος 2023 ήταν μια μαύρη χρονιά για τις ελευθερίες των μέσων ενημέρωσης στο Καμερούν, καθώς αρκετοί δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.». Σε αυτήν αναφέρονται επίσης τα ακόλουθα περιστατικά[13]:

 

Στις 22 Ιανουαρίου, το σώμα του Martinez Zogo βρέθηκε σε προάστιο της Yaoundé, με σημάδια που συνάδουν με βασανιστήρια. Ο Zogo ήταν ένας εξέχων ερευνητής δημοσιογράφος και διευθυντής ραδιοφωνικού σταθμού, αποκάλυπτε τακτικά τη διαφθορά. Τις εβδομάδες πριν από τη δολοφονία του, είχε αναφέρει στον αέρα μια υπόθεση υποτιθέμενης υπεξαίρεσης που αφορούσε ένα μέσο ενημέρωσης του επιχειρηματία Jean-Pierre Amougou Belinga.

 

Ο Belinga συνελήφθη στις 6 Φεβρουαρίου και κατηγορήθηκε στις 4 Μαρτίου για συνέργεια σε απαγωγές και βασανιστήρια με βάση τις δηλώσεις του αντισυνταγματάρχη Justin Danwe, πρώην επικεφαλής των επιχειρήσεων στην αντικατασκοπεία του Καμερούν. Ο Danwe ομολόγησε στην αστυνομική κράτηση ότι είχε οργανώσει την επιχείρηση για την απαγωγή του Zogo και αναγνώρισε τον Belinga ως τον εγκέφαλο.  

 

Στις 2 Φεβρουαρίου, ο Jean-Jacques Ola Bebe, ένας ορθόδοξος ιερέας και παρουσιαστής του ραδιοφώνου, βρέθηκε νεκρός στη Yaoundé. Ο Ola Bebe, ο οποίος υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της δικαιοσύνης για τον Ζόγκο, σχολίαζε τακτικά θέματα επικαιρότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαφθοράς, ως καλεσμένος σε τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς.

 

Ο Anye Nde Nsoh, επικεφαλής του γραφείου μιας εβδομαδιαίας εφημερίδας στην Bamenda, σκοτώθηκε σε αυτονομιστική επίθεση στις 7 Μαΐου. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε έρευνα. Ο Capo Daniel, αρχηγός αυτονομιστικής ομάδας, παραδέχτηκε σε μια δήλωση του μέσω βίντεο ότι ένας από τους μαχητές της ομάδας του είχε σκοτώσει τον Nde Nsoh […]. Κανείς δεν έχει λογοδοτήσει για τη δολοφονία του Nde Nsoh.

 

Στις 12 Σεπτεμβρίου, ο κυβερνήτης της νοτιοδυτικής περιοχής απαγόρευσε την κυκλοφορία της εφημερίδας The Post αφού δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με την πιθανότητα στρατιωτικού πραξικοπήματος στο Καμερούν. Η δημοσίευση της εφημερίδας συνεχίστηκε στις 18 Οκτωβρίου.[14]

 

Τα ως άνω γεγονότα επιβεβαιώνονται και από Έκθεση της Διεθνούς Αμνησίας[15].

 

Όσον αφορά τη μεταχείριση των ακτιβιστών/προασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης έχουν ανευρεθεί επίσης στοιχεία για παραβίαση των δικαιωμάτων τους:

Σε μια αχρονολόγητη επισκόπηση του Καμερούν στον ιστότοπό του, ο Παγκόσμιος Οργανισμός κατά των Βασανιστηρίων (Organisation Mondiale Contre la Torture, OMCT) σημειώνει τα εξής: «Ο εκφοβισμός και οι επιθέσεις κατά των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν κλιμακωθεί τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την αρχή της κοινωνικοπολιτικής κρίση στις αγγλόφωνες περιοχές, η οποία οδήγησε σε υπερβολική χρήση βίας και αυθαίρετη κράτηση από τις δυνάμεις ασφαλείας για την καταστολή ειρηνικών διαδηλώσεων. Η OMCT έχει επίσης αναφέρει αρκετές περιπτώσεις δικαστικής παρενόχλησης κατά υπερασπιστών που καταγγέλλουν τη διαφθορά της κυβέρνησης και αντιτίθενται στην αρπαγή γης στη χώρα».[16]

 

Σε κοινή δήλωση που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2023, η Διεθνής Αμνηστία και διάφορες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών του Καμερούν σημειώνουν ότι έχουν παρατηρηθεί πολυάριθμες προσπάθειες για να καταστείλουν τις φωνές υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακτιβιστών, ακαδημαϊκών, δικηγόρων και δημοσιογράφων που επικρίνουν τις θηριωδίες στις αγγλόφωνες περιοχές λόγω της «ένοπλης σύγκρουσης». Τα άτομα που μιλούν ή τεκμηριώνουν τις καταχρήσεις, ανεξάρτητα από τις εμπλεκόμενες πλευρές, αντιμετωπίζουν απειλές για τη ζωή τους, καθώς και αυθαίρετες συλλήψεις και νομικό εκφοβισμό.[17]

 

Τον Νοέμβριο του 2021, η Διεθνής Ομοσπονδία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (FIDH) αναφέρει τις απειλές κατά του θανάτου κατά Felix Agbor Nkongho, γνωστός και ως Agbor-Balla, δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπέρμαχος των δικαιωμάτων της αγγλόφωνης μειονότητας.[18]

 

Τον Φεβρουάριο του 2023, το Frontline Defenders αναφέρει την εξάμηνη αυθαίρετη κράτηση του υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Abdul Karim Ali στη βορειοδυτική περιοχή. Ο Αλί συνελήφθη τον Αύγουστο του 2022 χωρίς ένταλμα και χωρίς επίσημες κατηγορίες.[19] [20]

 

Από τις ανωτέρω πληροφορίες, συνάγεται ότι το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης περιορίζεται από τις αρχές της χώρα καταγωγής του Αιτητή, ιδίως σε ζητήματα που αφορούν την πολιτική κατάσταση της χώρας, ενώ μπορούν να οδηγήσουν και σε στοχοποίηση από τις αρχές, αυθαίρετη σύλληψη, βασανιστήρια και δολοφονίες, όταν αντικείμενο τους αποτελεί η κριτική εις βάρος της κυβέρνησης και ιδίως σε ζητήματα που αφορούν την αγγλόφωνη κρίση, αλλά και την ανάδειξη θεμάτων που άπτονται της διαφθοράς που επικρατεί στη χώρα, αλλά και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το στρατό και το κράτος εν γένει.

 

Όσον αφορά τον Αιτητή, με βάση τα όσα έγιναν δεκτά, πρόκειται για ένα πρόσωπο με έντονες πολιτικές ανησυχίες και δράση, η οποία εκδηλωνόταν ήδη από τη παρουσία του στη χώρα καταγωγής του, με τη παρουσία του σε πληθώρα τηλεοπτικών δικτύων, για την επίλυση της αγγλόφωνης κρίσης, συμμετέχοντας ενεργά στο δημόσιο διάλογο και ασκώντας κριτική στη κυβέρνηση για τον τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος, αλλά και για την εν γένει στάση της. Η δράση του αυτή, μάλιστα, οξύνθηκε κατά τη παραμονή του στη Δημοκρατία, με τη δημιουργία καναλιού σε διαδικτυακή πλατφόρμα, μέσω του οποίου, εκθέτει, μεταξύ άλλων, τις προβληματικές γύρω από το ζήτημα της αγγλόφωνης κρίσης, συνεχίζοντας παράλληλα και τις δημόσιες τηλεοπτικές του εμφανίσεις σε κανάλια της χώρας καταγωγής του.

 

Εξάλλου, από την επισκόπηση του προσωπικού του καναλιού, στο οποίο αναφέρθηκε κατά τη μαρτυρία του και παρείχε σχετικούς συνδέσμους, είναι εμφανής η έντονη δραστηριότητα του, έχοντας πλήθος υλικού, με τοποθετήσεις του σχετικά με την αγγλόφωνη κρίση, ασκώντας πολλές φορές δριμεία κριτική στη κυβέρνηση για την κατάσταση που επικρατεί τη χώρα καταγωγής του, καθώς και αναδεικνύοντας περιστατικά διαφθοράς και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο εκ μέρους της κυβέρνησης όσο και εκ μέρους των αποσχιστών Ambazonians.

 

Συναφώς, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες για τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, αλλά και της αυξημένης ορατότητάς του λόγω  της παρουσίας του στη δημόσια τηλεόραση και στο δημόσιο κανάλι που διατηρεί ο ίδιος, αναμένεται εύλογα να τύχει στοχοποίησης από τις αρχές της χώρας καταγωγής του.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, ο φόβος του Αιτητή κρίνεται βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Πράξεις δίωξης

Σύμφωνα με το άρθρο 3Γ(1) του περί Προσφύγων Νόμου, οι πράξεις δίωξης πρέπει να είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ή να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο με αντίστοιχο τρόπο.

 

Στην νομοθεσία  (βλ. άρθρο 3Γ(2) του περί Προσφύγων Νόμου) τίθεται μη εξαντλητικός κατάλογος πράξεων δίωξης, κατά ως εξής:

«(α) πράξεις σωματικής ή ψυχικής βίας, συμπεριλαμβανομένων πράξεων σεξουαλικής βίας,

(β) νομικά, διοικητικά, αστυνομικά ή/και δικαστικά μέτρα, τα οποία εισάγουν διακρίσεις αφ' εαυτού ή εφαρμόζονται κατά τρόπο εισάγοντα διακρίσεις,

(γ) ποινική δίωξη ή επιβολή ποινής η οποία είναι δυσανάλογη ή μεροληπτική,

(δ) άρνηση ένδικων μέσων με αποτέλεσμα την επιβολή δυσανάλογης ή μεροληπτικής ποινής,

(ε) ποινική δίωξη ή επιβολή ποινής, για την άρνηση εκπλήρωσης στρατιωτικής θητείας σε σύρραξη, εάν η εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας θα περιλάμβανε έγκλημα, αδίκημα ή πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5,

(στ) πράξεις που στοχεύουν το φύλο ή τα παιδιά

 

Σύμφωνα με τη θεωρία, η δίωξη με την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης νοείται ως μεταχείριση που προκαλεί σοβαρή βλάβη στο υποκείμενο και που χαρακτηρίζεται από επιμονή και συστηματικότητα. Συγκεκριμένα, δίωξη αποτελεί η διαρκής ή συστηματική παραβίαση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων η οποία αποδεικνύει την αποτυχία της κρατικής προστασίας σε σχέση με τις βασικές αξιώσεις που έχουν αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα.[21] Εξάλλου, το αν μια μεταχείριση ανάγεται τελικά σε δίωξη με την έννοια αυτή αποτελεί και ζήτημα έντασης, καθώς μπορεί να είναι ακραία σε τέτοιο βαθμό ώστε ένα περιστατικό να είναι αρκετό, ενώ μπορεί να είναι λιγότερο επιβλαβής και έτσι να ανάγεται σε δίωξη μόνο αν τα περιστατικά επαναλαμβάνονται.[22]  Τέλος, η έννοια της δίωξης δεν ορίζεται στη Σύμβαση του 1951, όμως από το άρθρο 33 της σύμβασης μπορεί να συναχθεί ότι η απειλή κατά της ζωής ή της ελευθερίας συνιστούν δίωξη.[23]

 

Όπως προέκυψε από τις ανωτέρω πληροφορίες από εξωτερικές και ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης, ο κίνδυνος που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ο Αιτητής άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του έγκειται σε αυθαίρετη σύλληψη, βασανιστήρια, και πράξεις που βάλλουν κατά της σωματικής του ακεραιότητας, της ελευθερίας και της ζωής του, που αναμφίβολα συνιστούν δίωξη κατ’ το άρθρο 3Γ(1) του περί Προσφύγων Νόμου

 

Λόγος δίωξης

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου:

«(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).

 

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ περίπτωση ε:

«(ε) Η έννοια των πολιτικών πεποιθήσεων περιλαμβάνει ιδίως την υποστήριξη άποψης, ιδέας ή πεποιθήσεως επί ζητήματος που σχετίζεται µε τους, ενδεχόμενους φορείς δίωξης που καθορίζονται στο άρθρο 3Α και µε τις πολιτικές ή τις μεθόδους τους, ανεξαρτήτως του εάν ο αιτητής έχει εκδηλώσει εμπράκτως την εν λόγω άποψη, ιδέα ή πεποίθηση.»

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου:

«(2) Κατά την αξιολόγηση του βάσιμου του φόβου του αιτητή ότι θα υποστεί δίωξη, δεν ασκεί επιρροή το εάν ο αιτητής χαρακτηρίζεται πράγματι από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί τη δίωξη, υπό την προϋπόθεση ότι το χαρακτηριστικό αυτό του αποδίδεται από το δράστη της δίωξης.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).

 

Εν προκειμένω, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, ο κίνδυνος που διατρέχει ο Αιτητής άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, είναι συνυφασμένος με τις απόψεις του επί πολιτικών θεμάτων που αφορούν τη χώρα καταγωγής του, της κριτικής που έχει ασκήσει στα εμπλεκόμενα μέρη, καθώς και στην εν γένει ακτιβιστική του δράση.  Περαιτέρω, παρά το ότι ο ίδιος ισχυρίζεται ότι είναι ουδέτερος, ενδεχομένως να του αποδοθούν συγκεκριμένες πολιτικές πεποιθήσεις από τις αρχές του κράτους, με βάση το άρθρο 3Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Φορέας δίωξης 

Φορείς δίωξης υπό την έννοια της Σύμβασης μπορεί να είναι είτε κρατικές αρχές είτε ιδιώτες, αν οι κρατικές αρχές ανέχονται ή αρνούνται ή αποδεικνύονται αδύναμες να παρέχουν αποτελεσματική προστασία (βλ. άρθρο 3Β του περί Προσφύγων Νόμου και Εγχειρίδιο της Ύπατης Αρμοστείας Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, παράγραφος 65).  Εν προκειμένω, όπως προέκυψε από την ανωτέρω αξιολόγηση, φορέας δίωξης είναι το ίδιο το κράτος.

 

Δυνατότητα Εσωτερικής μετεγκατάστασης

Δεδομένου ότι φορέας δίωξης είναι το κράτος, αποκλείεται η δυνατότητα του Αιτητή να μετεγκατασταθεί σε οποιοδήποτε άλλη περιοχή της χώρα καταγωγής του.

 

Στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω ότι ο Αιτητής δικαιούται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας γιατί στο πρόσωπό του συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146(4)(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου (Ν. 73(Ι)/18) και ο Αιτητής αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.  Επιδικάζονται €1.500 έξοδα υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ'ων η Αίτηση. 

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 



[1] YouTube,  THE 6PM NEWS MONDAY MAY 31, 2021 - EQUINOXE TV, διαθέσιμο σεhttps://www.youtube.com/watch?v=DdKIdbPHV-Y (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024).

[2] Actu Cameroon, Nécrologie: décès de Jacques Elessa, procureur du Tribunal de première instance de Douala-Bonanjo, 23/2/2022, διαθέσιμο σε: https://actucameroun.com/2022/02/23/necrologie-deces-de-jacques-elessa-procureur-du-tribunal-de-premiere-instance-de-douala-bonanjo/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024).

[3] YouTube, TFA - Talking Point, διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/@TFA-talkingpoint/videos (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[4] Freedom House: Freedom in the World 2023 - Cameroon, 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2094348.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[5] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[6] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[7] Freedom House: Freedom in the World 2023 - Cameroon, 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2094348.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[8] Freedom House: Freedom in the World 2023 - Cameroon, 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2094348.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[9] Afrique XXI: À Douala, le combat quotidien des femmes déplacées du NoSo, 17 July 2023 https://afriquexxi.info/A-Douala-le-combat-quotidien-des-femmes-deplacees-du-NoSo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[10] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[11] SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Focus Cameroun : Crise anglophone et personnes déplacées, 7 February 2024

https://www.sem.admin.ch/dam/sem/fr/data/internationales/herkunftslaender/afrika/cmr/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf.download.pdf/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[12]SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Focus Cameroun : Crise anglophone et personnes déplacées, 7 February 2024

https://www.sem.admin.ch/dam/sem/fr/data/internationales/herkunftslaender/afrika/cmr/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf.download.pdf/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[13] HRW - Human Rights Watch: World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024

https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)  

[14] HRW - Human Rights Watch: World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024

https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)  

[15] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Cameroon 2023, 24 April 2024

https://www.ecoi.net/en/document/2107853.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[16] OMCT – World Organisation Against Torture: At a glance, Cameroon, undated https://www.omct.org/en/where-we-work/africa/cameroon    (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[17] AI – Amnesty International et al.: Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions [AFR 17/7408/2023], 13 November 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2100484/AFR1774082023ENGLISH.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[18] FIDH – International Federation for Human Rights: Cameroon: Death threats against human rights lawyer Felix Agbor Nkongho, 5 November 2021 https://www.fidh.org/en/issues/human-rights-defenders/cameroon-death-threats-againsthuman-rights-lawyer-felix-agbor (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[19] Frontline Defenders: Arbitrary arrest and continued detention of human rights defender Abdul Karim Ali, 23 February 2023 https://www.frontlinedefenders.org/en/case/arbitrary-arrest-and-continued-detentionhuman-rights-defender-abdul-karim-ali (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[20] SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Focus Cameroun : Crise anglophone et personnes déplacées, 7 February 2024

https://www.sem.admin.ch/dam/sem/fr/data/internationales/herkunftslaender/afrika/cmr/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf.download.pdf/CMR-crise-anglophone-2024-f.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/6/2024)

[21] Hathaway, J., The Law of Refugee Status, Butterworths Canada, (1991) σ.114

[22] United Kingdom: Asylum and Immigration Tribunal / Immigration Appellate Authority, Immigration Appellate Authority (UK): Asylum Gender Guidelines, 1 Νοεμβρίου 2000, αποφάσεις βρετανικών δικαστηρίων Demirkaya v SSHD (CA) [1999] INLR 441[1999] Imm AR 498,διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain?docid=3ae6b3414ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/04/2023

[23] UNHCR, «Εγχειρίδιο για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων», ΣΤ' εκδ., Αθήνα 2009, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: https://www.unhcr.org/gr/wp-content/uploads/sites/10/2017/05/handbookcriteria.pdf, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/04/2023


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο