ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 586/23

30 Αυγούστου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

R.N.A.

Αιτητού,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Νίκος Α. Λοΐζου & Χρίστος Γ. Χριστούδιας, Δικηγόροι για τον Αιτητή

Τρεμούρη Μ. (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 29.12.2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από την Δημοκρατία του Καμερούν. Εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και περί τις 21.10.2021, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 26.10.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Στις 12.12.2022, o εν λόγω λειτουργός υπέβαλε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή. Η εν λόγω Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο, στις 29.12.2022, αποφασίζοντας και την επιστροφή του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 24.1.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής στην γραπτή του αγόρευση προβάλλει ως λόγους ακύρωσης την αναρμοδιότητα του προσώπου που εξέδωσε την επίδικη απόφαση, ως επίσης ότι απουσιάζει το πρακτικό της απόφασης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Υποστηρίζει επίσης ότι η συνέντευξη λήφθηκε από αναρμόδιο άτομο, καθώς και ότι υπήρξαν διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την συνέντευξη. Τέλος, ισχυρίζεται ότι η έρευνα που έγινε ήταν πλημμελής.

3.             Κατά την ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής δια του συνηγόρου υιοθέτησε το περιεχόμενο της αίτησης και γραπτής αγόρευσης και προβάλλει για πρώτη φορά κατά το στάδιο της δικαστικής διαδικασίας  ότι διώκεται στη χώρα του και είχε συλληφθεί από τις αρχές στις 31.7.2021 καθώς δεν ήθελε να αναλάβει τα καθήκοντα του για την εξέταση G.C.E.. Παρέμεινε αρκετές ημέρες στη φυλακή και στις 22.8.2021 αφέθηκε ελεύθερος, ενώ είχε απολυθεί από την εργασία του. Αμέσως μετά μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο επειδή τον τραυμάτισαν, όπου παρέμεινε για δύο ημέρες. Περαιτέρω, υποβάλλουν δε, ότι θα έπρεπε να γίνει αποδεκτός ο εν λόγω ισχυρισμός του εφόσον είναι αγγλόφωνος. Προβάλλει επίσης καινοφανώς ότι δεν εξετάστηκε επαρκώς το ενδεχόμενο δίωξής του ως χριστιανού.

4.             Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της Ένστασης και αγόρευσαν προφορικώς, υποβάλλοντας ότι τα όσα υποστήριξέ ο Αιτητής τόσο ως προς τους προβαλλόμενους λόγους προσφυγής όσο και όσον αφορά στον πυρήνα του αιτήματός του παραμένουν γενικές τοποθετήσεις. Εισηγούνται εξ αυτού του λόγου την απόρριψη της αίτησής του για διεθνή προστασία.

Το νομικό πλαίσιο

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής τηρουμένων των αναλογιών σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις/προσθήκες που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον».

7.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (στο εξής: ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

8.             Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«"Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»

9.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

10.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

11.          Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής, που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του αιτητή, θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).

12.          Επιπλέον, επισημαίνω ότι ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 επιβάλλει, όπως τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται η προσφυγή του εκάστοτε αιτητή εξειδικεύονται και αιτιολογούνται πλήρως στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας. Η έννοια του Κανονισμού 7 είναι η οριοθέτηση με λεπτομέρεια των επίδικων θεμάτων (αυτή είναι η έννοια της λέξης «πλήρως»), ούτως ώστε τα επίδικα θέματα να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τους διαδίκους να γνωρίζουν με ακρίβεια το λόγο που προωθείται ο εκάστοτε λόγος ακύρωσης, αλλά και το Δικαστήριο να ασχολείται μόνο με συγκεκριμένα ζητήματα και όχι με γενικές και αόριστες τοποθετήσεις [Βλ. Α.Ε. Αρ. 156/2012, Mustafa Haghilo v. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 27/2/2018, Α.Ε. Αρ. 95/2012, Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερ. 6.7.2018]. Αυτά ισχύουν κατά μείζονα λόγο όταν ο αιτητής εκπροσωπείται δια συνηγόρου. Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία. Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. [Βλ. Α.Ε. Αρ. 3729, Μαραγκός ν. Δημοκρατίας, 3.11.2006, (2006) 3 ΑΑΔ 671, Α.Ε. 1883], Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997]

13.          Παρατηρώ επίσης, ότι δυνάμει του Κανονισμού 7 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 κάθε γραπτή αγόρευση θα χωρίζεται ευκρινώς σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο, το οποίο θα αναφέρεται συνοπτικά. Η γραπτή αγόρευση του Αιτητή συμμορφώνεται (εν μέρει) με την προρηθείσα απαίτηση του Κανονισμού 7.

14.          Εξαντλώντας την επιείκεια του Δικαστηρίου απομονώνονται ως λόγοι προσφυγής, ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας του αποφασίζοντος οργάνου, έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, καθώς και η ύπαρξη διαδικαστικών πλημμελειών κατά τη συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου (Βλ. συναφώς Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται και τα γεγονότα που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματος για διεθνή προστασία, επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και κατά πόσον αυτοί τεκμηριώνονται.

15.          Ως προς τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του αποφασίζοντος οργάνου επισημαίνω εν πρώτοις ότι το ζήτημα που εγείρεται αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου που εξέδωσε την επίδικη προσβαλλόμενη πράξη, παρά το γεγονός ότι δεν δικογραφείται δεόντως στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της παρούσας διαδικασίας, εντούτοις ως θέμα δημοσίας τάξεως, δύναται να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο.

16.          Εν προκειμένω, θα προχωρήσω στην εξέταση αυτού του εγειρόμενου λόγου ακύρωσης, καθώς έχω ενώπιόν μου όλα τα ουσιώδη στοιχεία. Ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έκδοσης της απόφασης από αναρμόδιο πρόσωπο εδράζεται στην κατ’ ισχυρισμό απουσία των στοιχείων καθορισμού του οργάνου που ενέκρινε την εισήγηση και εξέδωσε την απόφαση.

17.          Επισημαίνω καταρχάς, ότι δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 17 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, όταν ο νόμος αναθέτει την άσκηση μιας εξουσίας σε ένα όργανο, το όργανο αυτό δεν μπορεί να μεταβιβάσει ολικά ή μερικά την εξουσία του αυτή σε άλλο όργανο, χωρίς να υπάρχει ρητή διάταξη του νόμου που να το επιτρέπει.

18.          Εν προκειμένω, δυνάμει του ερμηνευτικού άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο παρατίθεται ανωτέρω, Προϊστάμενος με την έννοια του εν λόγω νόμου, και άρα πρόσωπο το οποίο έχει εξουσία να εκδίδει, μεταξύ άλλων, και απορριπτικές αποφάσεις επί αιτήσεων διεθνούς προστασίας, είναι και οποιοσδήποτε αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό Εσωτερικών, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Ως εκ τούτου, υπάρχει ρητή πρόνοια στον περί Προσφύγων Νόμο, η οποία επιτρέπει την εκχώρηση των εξουσιών του Προϊσταμένου (Βλ. Απόφαση στην. Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 2.10.1997, (1997) 3 Α.Α.Δ 385).

19.          Ο Υπουργός Εσωτερικών με εξουσιοδότησή του ημερομηνίας 9.6.2022, εξουσιοδότησε τον κ. Α. Γ. να εκδίδει αποφάσεις επί αιτήσεων διεθνούς προστασίας (βλ. ερ. 91 στον Δ.Φ.).

20.          Η επίδικη πράξη εκδόθηκε στις 29.12.2022. Ως εκ τούτου, προκύπτει ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο κ. Α. Γ. ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος για την έκδοση της επίδικης απόφασης.

21.          Ανάλογη κατάληξη είχε και η αδελφή μου δικαστής κα. Παπαντωνίου στην απόφασή της στην προσφυγή αρ. ΔΔΠ 190/19, G.D. v. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 18.8.2020, το σκεπτικό και την κατάληξη της οποίας υιοθετώ.

22.          Περαιτέρω, απολύτως θεμιτή, σύμφωνα και με την παρατεθείσα νομολογία, είναι και η έγκριση της Εισηγητικής Έκθεσης, η οποία με την έγκρισή της αποτελεί την αιτιολογική βάση της εκδιδόμενης απόφασης, χωρίς να καθίσταται αναγκαία η επανάληψη της αιτιολογίας σε ξεχωριστό έγγραφο και χωρίς αυτό να θεωρείται εγκατάλειψη της αποφασιστικής αρμοδιότητας του Προϊσταμένου. Συναφές είναι το άρθρο 17(8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(I)/1999) δυνάμει του οποίου «δεν συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα». Εν προκειμένω, η υιοθέτηση της Εισηγητικής Έκθεσης, η οποία εμπεριέχει πολύ συγκεκριμένη ανάλυση και εισήγηση, δεν συνιστά αποχή από την άσκηση της εξουσίας του αποφασίζοντος οργάνου αλλά με την έγκρισή της εκδόθηκε η επίδικη πράξη και το περιεχόμενο της εισήγησης καθίσταται παράλληλα η αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

23.          Όπως υπαγορεύει η πρακτική που ακολουθείται στον δημόσιο τομέα και η λογική προσέγγιση των πραγμάτων, κανένας Διευθυντής δεν λειτουργεί χωρίς την υποστήριξη στελεχωμένης υπηρεσίας. Υπάρχει δε εγγενής εξουσιοδότηση όλων των λειτουργών να ενεργούν στο πλαίσιο των οδηγιών τους. Κατά αναλογία δεν αναμένεται ευλόγως από τον Προϊστάμενο να διενεργεί ο ίδιος ως φυσικό πρόσωπο όλες τις συνεντεύξεις και να προβαίνει ο ίδιος σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προ της εκδόσεως της απόφασης επί αιτήσεως ασύλου, αλλά μπορεί να ενεργεί στη βάση εισήγησης λειτουργών που έχουν ακριβώς το καθήκον να προβαίνουν σε ενδελεχή εξέταση κάθε περίπτωσης και να συντάσσουν σχετικό εμπεριστατωμένο πόρισμα, το οποίο δύναται στη συνέχεια ο Προϊστάμενος να εγκρίνει, εκδίδοντας κατά αυτό τον τρόπο την απόφασή του (Βλ. Προσφυγή υπ' αριθμό: 42/2011, Guilan Zou v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2013, Προσφυγή υπ' αριθμό 1606/2015, Σολωμού ν. Δημοκρατίας, ημερ. 6.9.2018, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ. 1159/2021 κ.α., Εgypt Air v. Δημοκρατίας, ημερ. 11.4.2019).

24.          Συνακόλουθα, αβασίμως προβάλλεται ο ισχυρισμός περί απουσίας πρακτικού της επίδικης απόφασης, εφόσον η τήρηση πρακτικών αφορά στις περιπτώσεις συλλογικού οργάνου και όχι μονομελούς διοικητικού οργάνου, ως υφίσταται στην παρούσα περίπτωση [βλ. συναφώς, άρθρο 24(1) των περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμων του 1999 έως 2020.].

25.          Ως προς τους νομικούς ισχυρισμούς περί πλημμελούς έρευνας και ελλιπούς αιτιολογίας, καθώς και των κατ’ ισχυρισμό διαδικαστικών πλημμελειών που έλαβαν χώρα, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του πλήρως και από τούδε και στο εξής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητά της. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως δε λόγος προσφυγής ανάγεται πλέον η κακή/πλημμελής εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από τη διοίκηση, εκτίμηση η οποία καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Το γεγονός ότι, όπως κατ' ισχυρισμό προβάλλει, δεν είχε την δυνατότητα να εκθέσει προσηκόντως τις θέσεις του ενώπιoν της διοίκησης για τους πιο πάνω λόγους, ουδεμία σημασία καταρχήν μπορεί να έχει πλέον, υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

26.          Σε κάθε περίπτωση, ως προς τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί του ότι η συνέντευξη λήφθηκε από αναρμόδιο άτομο (λειτουργό της EUAA), καθώς και ότι υπήρξαν διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την συνέντευξη (λόγω πλημμελούς μετάφρασης της συνέντευξης και αμφιβόλου ικανότητας του διερμηνέα), παρατηρούνται τα ακόλουθα:

27.          Ως προς τα περί αναρμοδιότητας του λειτουργού της EUAA που πραγματοποίησε τη συνέντευξη και ετοίμασε την Εισηγητική Έκθεση, καταρχάς παρατηρείται ότι δυνάμει του άρθρου 13Α(1Α) του περί Προσφύγων Νόμου: «Όταν ταυτόχρονες αιτήσεις από μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών καθιστούν αδύνατη στην πράξη την έγκαιρη διεξαγωγή συνεντεύξεων επί της ουσίας κάθε αίτησης από την Υπηρεσία Ασύλου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να προβλέπει ότι εμπειρογνώμονες από άλλα κράτη μέλη, οι οποίοι επιστρατεύονται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο ή από άλλο συναφή οργανισμό, μπορούν προσωρινά να συμμετέχουν στη διενέργεια των συνεντεύξεων αυτών[.]». Περαιτέρω, η Κ.Δ.Π. 297/2019, ημερομηνίας 13.9.2019, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13Α(1Α) του περί Προσφύγων Νόμου προνοεί τα εξής: «Επειδή έχουν υποβληθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία ταυτόχρονες αιτήσεις διεθνούς προστασίας από μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών και η Υπηρεσία Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών αδυνατεί να διεξάγει εγκαίρως συνεντεύξεις επί της ουσίας για την κάθε αίτηση, εμπειρογνώμονες οι οποίοι επιστρατεύονται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο μπορούν να διεξάγουν τις συνεντεύξεις αυτές για όσο διάστημα ευρίσκεται σε ισχύ Σχέδιο Στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, το οποίο περιλαμβάνει την αποστολή εμπειρογνωμόνων για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων.».

28.          Ούτε το γράμμα αλλά ούτε και το πνεύμα του νόμου έχουν την έννοια ότι οι λειτουργοί της EASO/EUAA θα είναι απλοί παρατηρητές των εν λόγω συνεντεύξεων καθώς μια τέτοια ερμηνεία θα ερχόταν σε δυσαρμονία με τον πραγματικό σκοπό θέσπισης της εν λόγω διάταξης που δεν είναι άλλος από την ουσιαστική συνδρομή του εν λόγω οργανισμού στην ταχύτερη διεκπεραίωση της διαδικασίας εξέτασης των αιτήσεων ασύλου. Οι συνθήκες δε που επιβάλλουν την ύπαρξη της εν λόγω συνδρομής δεν έχουν μεταβληθεί από το χρόνο θέσπισης της εν λόγω πράξης, ήτοι η ύπαρξη μεγάλου αριθμού εκκρεμουσών αιτήσεων ασύλου προς εξέταση. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι (ως εξακριβώνεται) περί τον Δεκέμβριο του 2021 είχε υπογραφεί (εκ νέου) μεταξύ της EUAA και της Κυπριακής Δημοκρατίας σχετικό «Σχέδιο Στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο», το οποίο καλύπτει την περίοδο 2022-2024[1] (αυτό επιβεβαιώνεται και από τις δύο τροποποιήσεις επί του εν λόγω Σχεδίου που φαίνεται να ακολούθησαν[2],[3]).

29.          Επιπλέον, όπως προκύπτει από το άρθρο 18(2Α), του περί Προσφύγων Νόμου, το πρόσωπο που λαμβάνει τη συνέντευξη στον εκάστοτε αιτητή καταρχήν συντάσσει ταυτόχρονα και την εισηγητική έκθεση, η οποία υποβάλλεται στον Προϊστάμενο, καθώς πρόκειται για ενέργεια σύμφυτη με την εξουσία λήψης της συνέντευξης. Συνεπώς, μη ρητή αναφορά στις παρεπόμενες εξουσίες/ενέργειες που δύναται δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου να λάβει το πρόσωπο που διενήργησε τη συνέντευξη δεν συνεπάγεται ότι αυτό ενήργησε εκτός του πεδίου της εν λόγω εξουσιοδότησης. Η ερμηνεία αυτή πέραν από το γράμμα του νόμου επιβεβαιώνεται και από την τελεολογία του νόμου υπό το φως της αρχής της ταχύρρυθμης και αποτελεσματικής εξέτασης των αιτήσεων ασύλου.

30.          Ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή περί αμφιβόλου ικανότητας του διερμηνέα που συμμετείχε στη συνέντευξη, αυτός δεν προβάλλεται και κατά μείζονα λόγο δεν αιτιολογείται από τον συνήγορο του, όπως επιβάλλει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962. Σε κάθε περίπτωση, ο λόγος αυτός αναπτύσσεται κατά τρόπο γενικό που τον καθιστά απαράδεκτο και εξ αυτού του λόγου (Bλ. συναφώς Υπ. Αρ. 1239/2009, ΟΜ Prakash Pandey v AAΠ, ημερ. 5.11.2010). Δεν εξηγείται γιατί συγκεκριμένα θεωρείται ότι το υπό αναφορά πρόσωπο δεν είναι δεόντως ικανό και που στηρίζεται αυτός ο ισχυρισμός. Η γενική επίκληση απουσίας εκ του νόμου προϋπόθεσης, χωρίς οποιαδήποτε προβολή ισχυρισμών που να επεξηγούν πού εδράζεται η εν λόγω θέση πάσχει από αοριστία.

31.          Ιδίως ως προς τον ισχυρισμό, ότι υπήρξαν πλημμέλειες στη μετάφραση της συνέντευξης του Αιτητή, παρατηρώ ότι δεν είναι δεόντως δικογραφημένος και δεν εξειδικεύεται επαρκώς (Βλ. Α.Ε. Αρ. 156/2012, Mustafa Haghilo v. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 27/2/2018, Α.Ε. Αρ. 95/2012, Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερ. 6.7.2018, Α. Ε. αρ. 1883, Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Σε κάθε περίπτωση, ο λόγος αυτός αναπτύσσεται κατά τρόπο γενικό, που τον καθιστά απαράδεκτο και εξ αυτού του λόγου (Bλ. συναφώς Υπ. Αρ. 1239/2009, ΟΜ Prakash Pandey v AAΠ, ημερ. 5.11.2010). Δεν εξηγείται γιατί συγκεκριμένα θεωρείται ότι ο εν λόγω διερμηνέας που συμμετείχε στη συνέντευξη δεν είναι σε θέση να προβαίνει σε μετάφραση και που στηρίζεται αυτός ο ισχυρισμός. Η γενική επίκληση απουσίας εκ του νόμου προϋπόθεσης, χωρίς οποιαδήποτε προβολή ισχυρισμών που να επεξηγούν πού εδράζεται η εν λόγω θέση, πάσχει από αοριστία. Παρατηρώ δε ότι ο Αιτητής υπέγραψε τη σχετική δήλωση περί ορθής μετάφρασης των λεγομένων του, όπως προκύπτει από το πρακτικό της συνέντευξης.

32.          Γενικότερα, ως προς τον ισχυρισμό ότι υπήρξαν πλημμέλειες στη διαδικασία κατά τη συνέντευξη του Αιτητή και συγκεκριμένα κατά το μέρος που αφορά τις αιτιάσεις του Αιτητή περί του ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να διατυπώσει ελεύθερα το πρόβλημα του, παρατηρώ ότι αυτός ο λόγος προβάλλεται αλυσιτελώς, καθώς και σε αυτή την περίπτωση ο Αιτητής δεν κατορθώνει να καταδείξει τη ζημία που κατ' ισχυρισμό έχει υποστεί και κυρίως τι ισχυρισμούς και ποιες επισημάνσεις θα προσέθετε, οι οποίες επιπλέον θα ήταν ικανές να ανέτρεπαν το αποτέλεσμα της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω ο Αιτητής δεν επεξηγεί με ποιο τρόπο η κατ’ ισχυρισμό αυτή παράλειψη, λαμβάνοντας υπόψη και τη δυνατότητα να εκθέσει εκ νέου τις θέσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι καταλυτικής φύσεως σε σχέση με το αίτημά του. Ο Αιτητής παρατηρώ ότι δεν εξειδικεύει οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, τον οποίο δεν μπόρεσε να προβάλει εξαιτίας των κατ' ισχυρισμό παραλείψεων της διοίκησης. Περαιτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός είναι και αβάσιμος καθώς παρατηρώ από τα πρακτικά της συνέντευξης και ειδικότερα από το τελευταίο μέρος αυτών ότι δόθηκε η δυνατότητα στον Αιτητή να προσθέσει οτιδήποτε επιπλέον συναφές με την αίτησή του και ρητώς του δόθηκε η δυνατότητα επιβεβαίωσης των πληροφοριών που καταγράφηκαν στα πρακτικά, κατ' εφαρμογή ακριβώς του άρθρου 18(2Α) του περί Προσφύγων Νόμου, και επίσης παρατηρώ ότι ο Αιτητής όντως προσυπογράφει το πρακτικό της συνέντευξης και ότι κατανόησε πλήρως τα διαμειφθέντα.

33.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν μπορεί να επιστρέψει λόγω του ότι κινδυνεύει η ζωή του επειδή είναι δάσκαλος και οι αυτοανακηρυγμένοι επαναστάτες μαχητές απείλησαν ότι κανένα σχολείο δεν θα λειτουργήσει μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Παράλληλα, η κυβέρνηση εξέδωσε διάταγμα ορίζοντας ότι οι δάσκαλοι πρέπει να πηγαίνουν στο σχολείο και να διδάσκουν. Ως εκ τούτου, ως ισχυρίζεται, ο ίδιος βρίσκεται στη μέση διασταυρούμενων πυρών και η ζωή του καθώς και η προσωπικότητα του απειλούνται σοβαρά, τόσο από τους αυτονομιστές μαχητές, όσο και από την κυβέρνηση. Καταλήγοντας, κατέγραψε πως εάν επιστρέψει, κινδυνεύει με θάνατο εφόσον αρκετοί συνάδελφοί του είναι νεκροί και κάποιοι άλλοι ήταν στη φυλακή όταν ο ίδιος έφυγε από τη χώρα του.

34.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε αρχικά ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και γενικότερα, δεν αντιμετωπίζει οποιαδήποτε ιατρικά προβλήματα ή ζητήματα υγείας (βλ. ερ. 50 του Δ.Φ.). Ακολούθως, δήλωσε ότι κατάγεται από χωριό που βρίσκεται στην περιοχή Fontem στο τμήμα Lebialem (Νοτιοδυτική Περιφέρεια) του Καμερούν (βλ. ερ. 49, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Δήλωσε επίσης ότι είναι Χριστιανός ως προς τη θρησκεία του καθώς και ότι ανήκει στη φυλή Bangwa (βλ. ερ. 49, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Κατέχει μόρφωση πανεπιστημιακού επιπέδου με δίπλωμα στην Αγγλική γλώσσα από το University of Dschang (West Region) από το οποίο αποφοίτησε το 2019 (βλ. ερ. 48, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Στη χώρα του εργαζόταν ως δάσκαλος και δίδασκε αγγλική γλώσσα, πληροφορική και ιστορία (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Ανέφερε επίσης ότι αρχικά δίδασκε σε μερική βάση σε δευτεροβάθμιο σχολείο της πόλης Menji για δύο έτη, ενόσω σπούδαζε στο πανεπιστήμιο, και κατόπιν δίδασκε σε δευτεροβάθμιο σχολείο στο Limbe, επίσης για δύο έτη (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, και ερ. 47, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Ως προς τις περιοχές που διέμενε στη χώρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι έζησε στις περιοχές Menji, Limbe, Kumba και Buea (Southwest Region), καθώς και στην πόλη Dschang (West Region) για τρία έτη ενόσω φοιτούσε στο πανεπιστήμιο εκεί. Δήλωσε δε ως τόπο συνήθους διαμονής του στο Καμερούν, την πόλη Menji (βλ. ερ. 47, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Δεν έχει εξαρτώμενα και οι γονείς του ζουν στην πόλη Kumba, ενώ ο ίδιος δεν έχει επαφή μαζί τους αλλά μαθαίνει τα νέα τους από κάποιο φίλο του, σύμφωνα με τον οποίο αυτοί είναι καλά. Έφυγε νόμιμα (με το διαβατήριο του) από τη χώρα καταγωγής του περί τον Σεπτέμβριο του 2021, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ζητήματα κατά την έξοδό του (βλ. ερ. 46, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.).

35.          Ακολούθως, ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής αναφέρθηκε στον πόλεμο που υπάρχει στη Νοτιοδυτική περιφέρεια μεταξύ των αποσχιστών επαναστατών και της κυβέρνησης, από τον οποίο επηρεάστηκε η προσωπικότητα και η ζωή του ιδίου ως δασκάλου στην εν λόγω περιφέρεια του Καμερούν, λόγω του ότι οι αυτονομιστές μαχητές απείλησαν τους δασκάλους και τον ίδιο προσωπικά (ως ισχυρίστηκε) να μην πάνε στα σχολεία για να διδάξουν έως ότου η κυβέρνηση κάνει αποδεκτά τα αιτήματά τους. Από την άλλη όπως είπε, η κυβέρνηση προσπαθώντας να ομαλοποιήσει την κατάσταση, εξέδωσε διάταγμα που υποχρέωνε τους δασκάλους να συνεχίσουν τη διδασκαλία. Ο Αιτητής ως ισχυρίστηκε, σταμάτησε προσωπικά ο ίδιος να πηγαίνει στο σχολείο φοβούμενος για τη ζωή του και επικαλούμενος τις βιαιοπραγίες των αποσχιστών σε όσους εξακολουθούν να διδάσκουν, όπως απαγωγές, βασανιστήριο, ακρωτηριασμό και θανάτωση. Έπειτα, ως ανέφερε, ο ίδιος είχε επιλεγεί από την κυβέρνηση ως εξεταστής για το πιστοποιητικό G.C.E., αλλά αρνήθηκε και δεν πήγε, ενώ κατόπιν ελέγχου που ακολούθησε σε όσους δασκάλους πρόβαλαν άρνηση, η κυβέρνηση ανέστειλε τους μισθούς τους και ανέπτυξε την ειδική αστυνομία που τους συνέλαβε. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι είχε συλληφθεί στις 30.7.2021 και οδηγήθηκε σε ειδικές φυλακές όπου κρατήθηκε υπό πολύ κακές συνθήκες, επικαλούμενος ότι του είπαν πως επειδή αρνήθηκε να πάει για να διδάξει και να παραστεί στην εξέταση G.C.E. σημαίνει ότι συνεργάζεται με τους αυτονομιστές μαχητές. Έπειτα από κάποιες βδομάδες που πέρασε στη φυλακή (έπειτα ως διευκρίνισε, πέρασε 3 εβδομάδες και κάποιες μέρες στη φυλακή – βλ. ερ. 42, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.), τον κάλεσαν οι αρχές και του επέβαλαν δύο όρους, ο πρώτος προνοούσε ότι ο ίδιος θα κατασκόπευε τους αυτονομιστές μαχητές για λογαριασμό της κυβέρνησης και ο δεύτερος, να πληρώσει το χρηματικό ποσό των 2 εκατομμυρίων CFA, τους οποίους και αποδέχτηκε. Κατόπιν, αφού κατέβαλε το εν λόγω χρηματικό ποσό, τον άφησαν ελεύθερο, προειδοποιώντας τον ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαν να τον συλλάβουν ξανά. Αφότου αφέθηκε ελεύθερος, ισχυρίστηκε ότι πήγε στο νοσοκομείο για περίθαλψη, όπου αντιλήφθηκε ότι η ζωή του απειλείτο τόσο από την κυβέρνηση εάν δεν πληρούσε τον όρο που του επέβαλαν για κατασκοπεία, όσο και από τους αυτονομιστές μαχητές σε περίπτωση που ακολουθούσε τον εν λόγω όρο. Έτσι ξεκίνησε τις διαδικασίες για να φύγει από τη χώρα του και να αναζητήσει προστασία. Καταλήγοντας, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κατά το περιστατικό όπου τον προειδοποίησαν οι αυτονομιστές μαχητές, του είχαν αποκόψει το μέρος από την ταυτότητά του όπου βρισκόταν η σημαία του Καμερούν, όπως φαίνεται στην ταυτότητα που προσκόμισε. Επίσης, αναφέρθηκε στα υπόλοιπα έγγραφα που προσκόμισε, λέγοντας πως αυτά αποτελούν φωτογραφίες που απεικονίζουν τον ίδιο όταν ήταν στο νοσοκομείο, καθώς και δύο φωτογραφίες που δείχνουν την κατάσταση του σχολείου μετά από επίθεση των αυτονομιστών. [βλ. ερ. 45, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.]

36.          Σε σειρά διερευνητικών/διευκρινιστικών ερωτήσεων που ακολούθησαν, ο Αιτητής δήλωσε πως σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, φοβάται από την κυβέρνηση και τους αυτονομιστές μαχητές (βλ. ερ. 44, σημείο Χ, του Δ.Φ.), ενώ επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς του περί του ότι λόγω της ιδιότητας του ως δάσκαλος, οι αυτονομιστές μαχητές δεν τον θέλουν να διδάσκει αν και η κυβέρνηση θέλει τον ίδιο να διδάσκει (βλ. ερ. 44, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Ισχυρίστηκε επίσης ότι οι αυτονομιστές μαχητές είχαν πάει στο σπίτι του και τον προειδοποίησαν πως αν συνεχίσει να διδάσκει θα κάνουν στον ίδιο ότι κάνουν και στους άλλους δασκάλους, είτε να τον σκοτώσουν, είτε να του κόψουν το χέρι (βλ. ερ. 44, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.), διευκρινίζοντας ότι τον προσέγγισαν 5 ένοπλοι αυτονομιστές λέγοντάς του ότι είχαν πληροφορίες πως ο ίδιος δεν σεβάστηκε τα όσα είπαν και συνέχιζε να διδάσκει (βλ. ερ. 44, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Κατόπιν, ως ισχυρίστηκε, οι αυτονομιστές μαχητές τον κτύπησαν και έπειτα του ζήτησαν την ταυτότητά του, από την οποία αφαίρεσαν το μέρος όπου βρισκόταν η σημαία του Καμερούν, προειδοποιώντας τον ότι την επόμενη φορά θα του απέκοβαν το χέρι (βλ. ερ. 44, σημείο 4Χ, του Δ.Φ.). Πέραν τούτων, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος προσωπικά ουδέποτε βίωσε ένα τέτοιο περιστατικό ως αυτά που (ως ανέφερε) είδε στα ΜΚΔ, όπου αυτονομιστές μαχητές απήγαγαν, σκότωσαν ή έκοψαν το χέρι άλλων δασκάλων (βλ. ερ. 43, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Ως προς την εξέταση για τα G.C.E., ο Αιτητής ανέφερε ότι η επιλογή του ως εξεταστής έγινε περί τον Μάιο του 2021 εφόσον οι εν λόγω εξετάσεις λαμβάνουν χώρα κατά τον Ιούνιο, ενώ διευκρίνισε πως ο ίδιος δεν είχε υποβάλει αίτηση για αυτή τη θέση, ενώ δεν γνωρίζει πώς επιλέγηκε  (βλ. ερ. 43, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Διευκρίνισε επίσης ότι όταν τον φυλάκισαν και εν τέλει αφέθηκε ελεύθερος (στις 22.8.2021, ως είπε) υπό τους δύο όρους που προανέφερε, οι γονείς του πλήρωσαν το χρηματικό ποσό που του ζήτησαν και παρέλαβαν τον ίδιο σε πολύ άσχημη κατάσταση, οδηγώντας τον στη συνέχεια στο νοσοκομείο, ενώ την επόμενη μέρα ο ίδιος ανέκτησε τις αισθήσεις του (βλ. ερ. 41, σημεία 2Χ, 3Χ και 4Χ, του Δ.Φ.). Έκτοτε, ως ανέφερε, δεν υπήρξε οποιαδήποτε εξέλιξη σχετικά με το θέμα αυτό, δηλώνοντας ότι τελείωσε εκεί (βλ. ερ. 40, σημείο Χ, του Δ.Φ.).

37.          Καταλήγοντας, διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή αναφορικά με την εκπαίδευσή του και την εργασιακή του πείρα. Ερωτηθείς τέλος αναφορικά με το τι φοβάται πως μπορεί να του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι πιστεύει πως το όλο πρόβλημα μπορεί να επαναληφθεί πάλι, εφόσον οι αυτονομιστές τον είχαν κτυπήσει και τον απείλησαν στο σπίτι του, ενώ φοβάται επίσης ότι η κυβέρνηση θα του κάνει κακό επειδή δεν θα διδάσκει (βλ. ερ. 39 του Δ.Φ.).

38.          Αξιολογώντας το αίτημά του για διεθνή προστασία, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την ταυτότητα του Αιτητή, ο δε δεύτερος ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι ως δάσκαλος, δέχθηκε απειλές από τους αυτονομιστές μαχητές, και ο τρίτος ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή περί σύλληψης και βασανιστηρίων από την κυβερνητική αστυνομία επειδή αρνήθηκε να διδάξει και να συμμετέχει ως εξεταστής στις εξετάσεις για το Γενικό Πιστοποιητικό της Εκπαίδευσης (General Certificate of EducationG.C.E.). Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία αυτού κρίθηκαν στοιχειοθετηθείσες.

39.          Ο δεύτερος, ωστόσο, ουσιώδης ισχυρισμός (περί του ότι ο Αιτητής ως δάσκαλος, δέχθηκε απειλές από τους αυτονομιστές μαχητές) έτυχε απόρριψης. Προς τούτο καταγράφηκε ότι εφόσον ως ο ίδιος δήλωσε, το πιστοποιητικό του διπλώματός του από το πανεπιστήμιο καθώς και άλλα έγγραφα που θα μπορούσαν να βεβαιώσουν το επάγγελμά του, είχαν καταστραφεί κατά τη φυγή του από τη χώρα όταν οι αυτονομιστές κατέστρεψαν το σχολείο όπου βρίσκονταν τα εν λόγω έγγραφα, έτσι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να καταθέσει οποιαδήποτε τεκμήρια ως προς το πτυχίο και το επάγγελμά του, ενώ κράτησε κάποιες φωτογραφίες από την κατ’ ισχυρισμό επίθεση που έγινε στο εν λόγω σχολείο. Ως εκ τούτου, οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε περαιτέρω αξιολόγηση της αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή σχετικά με το ισχυριζόμενο προφίλ του ως δάσκαλος, καθώς και για το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση, ο Αιτητής αναφέρθηκε με λεπτομέρεια δίδοντας συγκεκριμένες πληροφορίες όσον αφορά στα ονόματα των σχολείων όπου δίδασκε, το χρονικό διάστημα που δίδασκε στο κάθε σχολείο, καθώς και για τα θέματα τα οποία δίδασκε. Εντούτοις, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να υποβάλει οποιαδήποτε τεκμήρια αναφορικά με το κατ’ ισχυρισμό επάγγελμά του ή για τη μόρφωση, ενώ κρίθηκαν γενικές και αόριστες οι επεξηγήσεις που έδωσε αναφορικά με τον τρόπο που ανέλαβε το επάγγελμα του δασκάλου. Ειδικότερα, ως αναφέρουν οι Καθ’ ων η αίτηση, όταν ρωτήθηκε σχετικά με το πως και πότε ξεκίνησε την καριέρα του ως δάσκαλος, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι άρχισε να διδάσκει σε κυβερνητικό σχολείο στο Menji σε μερική βάση ενόσω φοιτούσε στο πανεπιστήμιο και κατόπιν που τελείωσε το πανεπιστήμιο, μετοίκησε στο Limbe για να διδάσκει στο εθνικό γενικό σχολείο εκεί (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Ως διέκριναν οι Καθ’ ων η αίτηση, αναμενόταν ότι θα υπήρχε συγκεκριμένη διαδικασία εργοδότησης ειδικότερα για την περίπτωση δημόσιου σχολείου (δευτεροβάθμιου επιπέδου) και αναμενόταν να είχε δώσει ο Αιτητής τέτοια στοιχεία, εντούτοις οι επεξηγήσεις που έδωσε ήταν γενικές. Πέραν τούτου, διαπιστώθηκε πως οι φωτογραφίες που προσκόμισε ο Αιτητής οι οποίες απεικονίζουν ένα κατεστραμμένο σχολείο δεν μπορούν να συνδεθούν με τον ίδιο, ούτε μπορεί να εξαχθεί από το εν λόγω τεκμήριο η διασύνδεσή του ιδίου με το συγκεκριμένο σχολείο που απεικονίζεται στις εν λόγω φωτογραφίες. Σχετικά με το εκπαιδευτικό επίπεδο του Αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του ότι ολοκλήρωσε το πανεπιστήμιο το 2019 και η μόρφωσή του διήρκησε συνολικά 18 έτη (βλ. ερ. 48, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.), εφόσον γεννήθηκε το 1997, προκύπτει ότι ξεκίνησε τη μόρφωσή του από την ηλικία των 4 ετών. Οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν αυτό ως μη εύλογο καθώς η ηλικία έναρξης του εκπαιδευτικού κύκλου είναι κανονικά στην ηλικία των 6 ετών. Επιπλέον, ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι πέραν τον αγγλικών και της ιστορίας, δίδασκε επίσης πληροφορική, από τα λεγόμενά του, οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν ότι ο ίδιος είχε μια γενική γνώση επί του θέματος της πληροφορικής, αφού αναφέρθηκε μόνο στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, παρά και το ότι ως ισχυρίστηκε τον είχαν στείλει για εκπαίδευση στο θέμα της πληροφορικής στην Buea για έξι μήνες (βλ. ερ. 40, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Όσον αφορά στην κατ’ ισχυρισμό απειλή θανάτου που δέχθηκε από τους αυτονομιστές λόγω του ότι ήταν δάσκαλος, οι σχετικές δηλώσεις του Αιτητή όταν ρωτήθηκε γιατί οι αυτονομιστές απείλησαν τον ίδιο συγκεκριμένα, κρίθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση ως γενικές και αόριστες, καθώς και ότι στερούνταν λεπτομέρειας. Συγκεκριμένα, όταν κλήθηκε να παραθέσει περαιτέρω στοιχεία αναφορικά με τα πιο πάνω, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως οι αυτονομιστές απειλούσαν όλους τους δασκάλους, ενώ η κυβέρνηση όρισε όπως όλοι οι δάσκαλοι θα πρέπει να διδάσκουν (βλ. ερ. 44, σημείο 5Χ, του Δ.Φ.). Κληθείς δε, να αναφερθεί με λεπτομέρεια στη μορφή της απειλής που δέχθηκε ο ίδιος, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως ήταν προφορική προειδοποίηση προς τον ίδιο καθότι οι αυτονομιστές είχαν πληροφορίες ότι δεν σεβάστηκε την απόφασή τους να παρεμποδίσουν τη διδασκαλία και πως εάν συνέχιζε να διδάσκει τότε θα του έκαναν ότι έκαναν και σε άλλους δασκάλους, δηλαδή είτε να τον σκοτώσουν, είτε να του κόψουν το χέρι (βλ. ερ. 44, σημεία 2Χ, 3Χ, 4Χ, του Δ.Φ.).

40.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού (περί του ότι ο Αιτητής ως δάσκαλος, δέχθηκε απειλές από τους αυτονομιστές μαχητές), οι Καθ’ ων η αίτηση ανέτρεξαν σε πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προκύπτει ότι κατά το έτος 2021 η διαμάχη με τους Ambazonians επηρέασε ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα στη Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, ενώ υπήρξαν και συχνές επιθέσεις εναντίον δασκάλων και μαθητών (βλ. ερ. 56 του Δ.Φ.). Σύμφωνα και πάλι με τους Καθ’ ων η αίτηση, από πληροφορίες σε άλλη πηγή αναφορικά με το σχολικό σύστημα στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προκύπτει ότι η ηλικία εισδοχής στο εκπαιδευτικό σύστημα (συγκεκριμένα στο δημοτικό) είναι τα έξι (6) έτη (βλ. ερ. 59-58 του Δ.Φ.). Από περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές πηγές, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν πως βάσει πληροφοριών σχετικά με το επάγγελμα του εκπαιδευτικού στο Καμερούν, η πρόσβαση στο εν λόγω επάγγελμα ρυθμίζεται σε εθνικό επίπεδο από το υπουργείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ όσοι κατείχαν προσόντα κατάρτισης εκπαιδευτικού, δεν είχαν εγγυημένη θέση διδασκαλίας, ως ίσχυε συγκεκριμένα το 2018, λόγω πλεονάσματος προσοντούχων διδασκάλων (βλ. ερ. 61-60 του Δ.Φ.). Ως εκ τούτων, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή στοιχειοθετήθηκε.

41.          Ομοίως απορρίφθηκε και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός (περί σύλληψης και βασανιστηρίων του Αιτητή από την κυβερνητική αστυνομία επειδή αρνήθηκε να διδάξει και να συμμετέχει ως εξεταστής στις εξετάσεις για το Κυβερνητικό Πιστοποιητικό της Εκπαίδευσης). Προς τούτο οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι οι σχετικές δηλώσεις του Αιτητή υπήρξαν ασαφείς, μη λεπτομερείς και χωρίς συνοχή, εφόσον ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει το πως επιλέγηκε ως εξεταστής, ούτε έδωσε λεπτομέρειες αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό κράτηση και το βασανισμό του. Συγκεκριμένα, αναφορικά με την ισχυριζόμενη επιλογή του ως εξεταστή, ο οποίος ήταν και ο βασικός λόγος που οδήγησε στην κατ’ ισχυρισμό κράτηση και το βασανισμό του, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως γενικές και αόριστες και στερούνταν λεπτομέρειας. Ο ίδιος δήλωσε πως δεν είχε αιτηθεί για μια τέτοια σημαντική θέση στο δημόσιο, ενώ ούτε γνώριζε το πως είχε επιλεγεί (βλ. ερ. 43, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Όταν κλήθηκε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με το πως είχε επιλεγεί και να διευκρινίσει αυτό το ζήτημα, ο Αιτητής και πάλι αποκρίθηκε με ασάφεια και αοριστία, δηλώνοντας μόνο ότι, για την επιλογή του είχε δεχθεί σχετικό τηλεφώνημα από τον διευθυντή του που ήταν προϊστάμενος στην επιτροπή των εν λόγω εξετάσεων, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες επί τούτου (βλ. ερ. 43, σημείο 4Χ, του Δ.Φ.). Ακολούθως, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως οι κρατικές ειδικές δυνάμεις πήγαν στο σπίτι του και τον συνέλαβαν καθότι εξέλαβαν την άρνησή του να συμμετέχει ως εξεταστής καθώς και το ότι σταμάτησε να διδάσκει, ως συνεργασία του με τους αποσχιστές μαχητές. Όταν ο Αιτητής κλήθηκε να επεξηγήσει τι ενδείξεις είχαν για να πιστεύουν ότι συνεργάζεται με τους αυτονομιστές, αποκρίθηκε και πάλι με ασάφεια και αοριστία, κάνοντας αναφορά στο κυβερνητικό διάταγμα και την τήρηση απουσιολόγιου για τους διδασκάλους (βλ. ερ. 42, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση, αναμενόταν από τον Αιτητή να είναι σε θέση να δώσει μια πιο λεπτομερή και εξατομικευμένη απάντηση ώστε να εξηγήσει το λόγο που ο ίδιος προσωπικά θα μπορούσε να εκληφθεί ως συνεργάτης των μαχητών Ambazonians, ενώ ρητά δήλωσε ότι δεν είχε καμία εμπλοκή με τις δραστηριότητες των αυτονομιστών (βλ. ερ. 42, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Ως προς την κατ’ ισχυρισμό κράτηση και το βασανισμό του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως είχε συλληφθεί και οδηγηθεί στη φυλακή λόγω παραβίασης του κυβερνητικού διατάγματος που όριζε ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει να διδάσκουν. Όταν του ζητήθηκε να γίνει πιο λεπτομερής και να επεξηγήσει τι αφορούσε το εν λόγω διάταγμα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής ήταν ασαφής και γενικός, εφόσον αναφέρθηκε στο ότι το υπουργείο της εκπαίδευσης δεν ήθελε να αναγνωρίσει το γεγονός ότι οι αποσχιστές μαχητές απειλούν τους εκπαιδευτικούς και άρα όρισε πως όλοι οι διδάσκαλοι θα πρέπει να πηγαίνουν στο σχολείο (βλ. ερ. 42, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό κράτησή του, οι Καθ’ ων η αίτηση παρατήρησαν ότι ο Αιτητής δεν γνώριζε που βρισκόταν η φυλακή όπου κρατείτο, ενώ η αναφορά του σχετικά με το ότι επέλεξε να πληρώσει για να αποφυλακιστεί κρίθηκε ως μη λεπτομερείς. Επίσης, κρίθηκε ότι ο ίδιος ήταν αόριστος και δεν έδωσε λεπτομέρειες κατά τις δηλώσεις του ότι βγήκε από τη φυλακή σε κατάσταση αναισθησίας και ότι πλήρωσαν οι γονείς του για τον ίδιο, ενώ ο ίδιος είχε ανακτήσει τις αισθήσεις του την επόμενη ημέρα (βλ. ερ. 41, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Σύμφωνα και πάλι με τους Καθ’ ων η αίτηση, αναμενόταν από τον Αιτητή ότι θα ήταν σε θέση να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τα πιο πάνω, όπως το όνομα και την τοποθεσία της φυλακής όπου κρατείτο για περίπου τρεις βδομάδες (ως ο ίδιος ισχυρίστηκε). Επιπλέον, ενώ αναμενόταν από τον ίδιο να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με την εν λόγω τραυματική εμπειρία που ισχυρίστηκε ότι είχε, εντούτοις, ως κρίθηκε, από τις δηλώσεις του δεν προκύπτει ούτε μια αναλυτική ούτε μια εξατομικευμένη αναφορά του ιδίου στα πιο πάνω γεγονότα.

42.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού (περί σύλληψης και βασανιστηρίων του Αιτητή από την κυβερνητική αστυνομία επειδή αρνήθηκε να διδάξει και να συμμετέχει ως εξεταστής στις εξετάσεις για το Κυβερνητικό Πιστοποιητικό της Εκπαίδευσης), οι Καθ’ ων η αίτηση ανέτρεξαν σε εξωτερικές πηγές από τις οποίες δεν ανευρέθηκαν πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν το κυβερνητικό διάταγμα στο οποίο αναφέρθηκε ο Αιτητής, για το οποίο ισχυρίστηκε ότι αφορούσε την υποχρέωση διδασκαλίας στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές περιφέρειες του Καμερούν, αλλά ανευρέθηκαν πληροφορίες αναφορικά με την ανταπόκριση της κυβέρνησης της χώρας στις επιθέσεις κατά της εκπαίδευσης. Με βάση τις εν λόγω πληροφορίες, προκύπτει ότι «οι αρχές του Καμερούν έλαβαν μέτρα προς απόκριση των επιθέσεων κατά της εκπαίδευσης, περιλαμβανομένης της επικύρωσης του Safe School Declaration – ενός διακυβερνητικού πολιτικού συμφώνου για την προστασία μαθητών, δασκάλων και σχολείων κατά τη διάρκεια ενόπλων συγκρούσεων – τον Σεπτέμβριο του 2018», ενώ παράλληλα η κυβέρνηση της χώρας «τοποθέτησε δυνάμεις ασφαλείας εντός ή εκτός σχολείων, κυρίως σε μεγάλα αστικά κέντρα ή σε δρόμους που οδηγούν προς ή από σχολεία» (αν και τα εν λόγω μέτρα έτυχαν ανάμεικτων αντιδράσεων από μαθητές και δασκάλους όσον αφορά στη λειτουργικότητά τους ενώ κρίθηκε εν μέρει ανεπαρκής και η αποτελεσματικότητα τους) [βλ. ερ. 64-63 του Δ.Φ.]. Περαιτέρω, από άλλη πηγή πληροφόρησης αναφορικά με το εξεταστικό σύστημα για το General Certificate of EducationG.C.E. στο Καμερούν, κατά τους Καθ’ ων η αίτηση για να επιλεγεί ένας αιτητής στη θέση του εξεταστή, θα έπρεπε να είχε εγγραφεί στην επιτροπή των εν λόγω εξετάσεων, καταθέτοντας και τα απαραίτητα έγγραφα (βλ. ερ. 68-66 του Δ.Φ.). Ως εκ τούτων, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή στοιχειοθετήθηκε.

43.          Στη βάση του μοναδικού ισχυρισμού ο οποίος έγινε αποδεκτός, ήτοι η ταυτότητα, το προφίλ, η χώρα καταγωγής και ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση προβαίνοντας σε αξιολόγηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (Menji, Southwest Region, Cameroon) παραθέτουν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τις ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων ασφαλείας και ενόπλων ομάδων, τις επιθέσεις και θανάτους πολιτών από τις δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και τα περιστατικά βίας και κακομεταχείρισης πολιτών από τις ομάδες ενόπλων, που λαμβάνουν χώρα στις περιφέρειες Northwest και Southwest του Καμερούν (βλ. ερ. 71-69 του Δ.Φ.). Παραθέτουν επίσης ποσοτικά δεδομένα αναφορικά με τους θανάτους και εκτοπισμό πολιτών από τη χώρα, λόγω της σύρραξης που υπάρχει στις αγγλόφωνες περιοχές (βλ. ερ. 72 του Δ.Φ.). Επιπλέον, παραθέτουν από έγκυρες πηγές, πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας που επικρατούσε στις περιφέρειες Northwest και Southwest του Καμερούν (βλ. ερ. 74-73 του Δ.Φ.), καθώς και αριθμητικά στοιχεία αναφορικά με τα περιστατικά βίας στην περιφέρεια Southwest συγκεκριμένα (βλ. ερ. 76-75 του Δ.Φ.). Με βάση τα ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν ότι καταρχήν υφίσταται κίνδυνος για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στον τόπο συνήθους διαμονής του (Menji) στο Καμερούν.

44.          Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο άρθρο 3(1) και στο άρθρο 19, εδάφια (1) και (2) (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, στο πλαίσιο εξέτασης της υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παραθέτοντας επιπλέον πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα όσον αφορά την κατάσταση που επικρατούσε στο Menji, Southwest Region, τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει εσωτερική ένοπλη σύρραξη στην εν λόγω περιοχή καθώς και ότι υφίστανται περιστατικά πράξεων αδιακρίτως ασκούμενης βίας, ως προκύπτει από την κρίση που εστιάζεται στις δύο Αγγλόφωνες περιφέρειες του Καμερούν, η κατάσταση στις οποίες χαρακτηρίζεται από αρκετά περιστατικά βίας και συγκρούσεων μεταξύ των κρατικών δυνάμεων ασφαλείας και των αγγλόφωνων αποσχιστών. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και παραθέτοντας συναφή νομολογία καθώς και αριθμητικά δεδομένα από τα περιστατικά βίας και ασφαλείας στην Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν πως δεν πληρούνται οι εκ του νόμου προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή στο εν λόγω άρθρο.

45.          Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, αναφέρθηκαν οι ισχυρισμοί περί σύλληψης του Αιτητή λόγω άρνησης του να συμμετάσχει στην εξέταση G.C.E., ενώ ουδεμία αναφορά έγινε επί της ουσίας του άλλου ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι περί απειλής του από τους Ambazonians ώστε να σταματήσει να διδάσκει. Ο Αιτητής κατ’ ουσίαν δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό ή στοιχείο συναρτώμενο με τον αρχικό πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασίας. Ούτε και δια του συνηγόρου του προβαίνει σε οποιαδήποτε υπαγωγή των περιστάσεών του στις κρίσιμες διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου. Πέραν τούτων, παρατηρείται πως στο πλαίσιο του εισαγωγικού διαγράφου της διαδικασίας γίνεται αναφορά σε φόβο κινδύνου λόγω πολιτικών και θρησκευτικών ζητημάτων, κάτι που επίσης προβάλλουν στα γεγονότα της παρούσας προσφυγής, χωρίς όμως να προωθείται αυτό στα πλαίσια της γραπτής τους αγόρευσης, ενώ οι εν λόγω ισχυρισμοί παρέμειναν γενικοί και δεν εξειδικεύονται. Εξάλλου, ο Αιτητής ουδόλως και ουδέποτε αναφέρθηκε σε τέτοιους λόγους που να παραπέμπουν σε φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης αποκλειστικά και μόνο λόγω του ότι είναι αγγλόφωνος και Χριστιανός του Καμερούν.

46.          Σημειώνεται συναφώς ότι, η γενική νομολογιακή αρχή περί δέουσας έρευνας θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές, εν προκειμένω, είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή διεθνούς προστασίας να επικαλεστεί, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς δικαιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία, ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών διεθνούς προστασίας να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

47.          Προχωρώντας στη de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, συντάσσομαι με τους Καθ’ ων η αίτηση ως προς την αξιολόγηση και αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι ότι ο Αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν και ο τόπος συνήθους διαμονής του βρίσκεται στο Menji (το οποίο εμπίπτει στην περιοχή Fontem του τμήματος Lebialem στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια).

48.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό (περί του ότι ο Αιτητής δέχθηκε απειλές από τους αυτονομιστές μαχητές για να σταματήσει να διδάσκει), παρατηρείται αρχικά ότι, ενώ ο Αιτητής ‘φρόντισε’ να εξασφαλίσει ορισμένα τεκμήρια, τα οποία υπέβαλε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να προσκομίσει κάποιο πιστοποιητικό αναφορικά με τις σπουδές του, την εκπαίδευση/κατάρτισή του ή/και την επικαλούμενη ενασχόληση του με το επάγγελμα του εκπαιδευτικού στη χώρα του (βλ. ερ. 39, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Τα όσα δε προέβαλε περί του ότι τέτοια έγγραφα βρίσκονταν στο φάκελο του στο σχολείο, ο οποίος καταστράφηκε, δεν επαρκούν ως αιτιολογία για να μην μπορεί να εξασφαλίσει τα εν λόγω έγγραφα, για τα οποία εξάλλου εύλογα αναμενόταν ο ίδιος να διατηρούσε τουλάχιστον αντίγραφα τους έστω και σε κάποια άλλη τοποθεσία. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο Αιτητής εξασφάλισε μόνο κάποιες συγκεκριμένες φωτογραφίες από τη χώρα του (βλ. ερ. 34-33 του Δ.Φ.), από τις οποίες (εξάλλου) δεν μπορεί να τεκμηριωθεί/ταυτοποιηθεί κάποια διασύνδεση του ιδίου με τα όσα απεικονίζονται στις εν λόγω φωτογραφίες, προς υποστήριξη των ισχυρισμών του. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στις τρεις φωτογραφίες που κατ’ ισχυρισμό απεικονίζουν κάποιο κατεστραμμένο σχολείο και το εσωτερικό του (βλ. ερ. 34 του Δ.Φ.), τα όσα προκύπτουν από μια απλή παρατήρηση είναι ότι η μία φωτογραφία φαίνεται να αφορά το κέντρο εκμάθησης υπολογιστών (‘Computer Learning Centre’) του κυβερνητικού δευτεροβάθμιου σχολείου ‘G.B.H.S.’ στο Menji (αυτό προκύπτει από τα τρία πρώτα γράμματα που διακρίνονται ως αρχικά ‘G.B.Η.’ στην εν λόγω φωτογραφία – βλ. συναφώς ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.). Η δεύτερη φωτογραφία φαίνεται να απεικονίζει κάποιο εσωτερικό χώρο που λειτουργούσε ως υποδομή της εστίασης, ενώ η τρίτη φωτογραφία φαίνεται να αφορά κάποιο αρχείο με φακέλους. Ως διαπιστώνεται δε, από τα όσα απεικονίζονται στις εν λόγω φωτογραφίες (βλ. ερ. 34 του Δ.Φ.), δεν προκύπτουν ενδείξεις ενδεχόμενης καταστροφής των εν λόγω εγκαταστάσεων/υποδομών, αλλά οι ενδείξεις παραπέμπουν περισσότερο σε μια κατάσταση παραμέλησης και εγκατάλειψής τους.

49.          Περαιτέρω, διακρίνεται ότι ο Αιτητής αναφερόμενος στην αγγλόφωνη κρίση στη χώρα του, περιορίστηκε σε γενικότερες δηλώσεις για την κατάσταση με τις συγκρούσεις μεταξύ των αποσχιστών μαχητών και των κρατικών δυνάμεων ασφαλείας, καθώς και στις ενέργειες της κάθε πλευράς που επηρέασαν/αφορούσαν τη λειτουργία των σχολείων και τη διδασκαλία στις αγγλόφωνες περιοχές (βλ. ερ. 45, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Εντούτοις, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη το επικαλούμενο προφίλ του ως εν ενεργεία δασκάλου κατά τα έτη 2017-2021, εύλογα αναμενόταν από τον Αιτητή να προέβαινε και σε σχετική αναφορά στα γεγονότα που έγιναν στις αγγλόφωνες περιοχές περί τα τέλη του 2016 και που επεκτάθηκαν κατά τα επόμενα χρόνια, όπου σημειώθηκαν βίαια επεισόδια στις απεργίες και διαδηλώσεις που έγιναν με πρωτοβουλία των αγγλόφωνων εκπαιδευτικών και δικηγόρων (γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν τη βασική αιτία και την απαρχή της αγγλόφωνης κρίσης στο Καμερούν)[4]. Ειδικότερα όσον αφορά στους ισχυρισμούς του περί απειλών που δέχθηκε από τους Ambazonians ώστε να σταματήσει να διδάσκει, διαπιστώνεται ότι σε σχετικά ερωτήματα που τέθηκαν στον Αιτητή, ο ίδιος αποκρίθηκε με γενικότητα και αοριστία, χωρίς να είναι σε θέση να παραθέσει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμό απειλές που δέχθηκε [βλ. ερ. 44 του Δ.Φ.] (ως ορθά διαπίστωσαν οι Καθ’ ων η αίτηση). Η γενικότητα με την οποία παρέθεσε ο Αιτητή τις εν λόγω περιστάσεις δεν παραπέμπουν σε όντως βιωμένες καταστάσεις. Επιπλέον, παρατηρείται γενικότερα στις αναφορές του Αιτητή, μια (άσκοπη) προσπάθεια εκ μέρους του ως προς την εξατομίκευση στη δική του προσωπική περίπτωση, της γενικευμένης απειλής εναντίον των εκπαιδευτικών από τους Ambazonians λόγω της αγγλόφωνης κρίσης στο Καμερούν (βλ. ερ. 44, σημεία 2Χ και 5Χ, και ερ. 43, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.). Σε συνάφεια με τούτο, επισημαίνεται ότι όταν ο Αιτητής κλήθηκε να αναφερθεί στο ποια ήταν η συνέχεια των κατ’ ισχυρισμών απειλών που δέχθηκε, ο ίδιος αποκρίθηκε γενικά και αόριστα λέγοντας πως δεν έληξε αυτή η κατάσταση, επικαλούμενος ότι οι αυτονομιστές του είπαν πως παρακολουθούν την κάθε του κίνηση, χωρίς δε να εξηγεί τούτο περαιτέρω (βλ. ερ. 43, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Ξεκάθαρα δε, ο ίδιος δήλωσε πως προσωπικά ουδέποτε βίωσε ένα τέτοιο περιστατικό ως αυτά που (ως ανέφερε), όπου αυτονομιστές μαχητές απήγαγαν, σκότωσαν ή έκοψαν το χέρι άλλων δασκάλων (βλ. ερ. 43, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.).

50.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του πιο πάνω ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση στον τομέα της εκπαίδευσης στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν κατά τη χρονική περίοδο που ξέσπασε η αγγλόφωνη κρίση και έπειτα, κάνουν αναφορά στο ότι «το 80% των σχολείων έχουν κλείσει και πάνω από 600.000 παιδιά αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σχολείο από την έναρξη της κρίσης το 2017», ως επίσης ότι «οι μαθητές αναγκάζονται να μείνουν στο σπίτι καθώς τα σχολικά τους κτίρια είτε κάηκαν είτε μετατράπηκαν σε στρατόπεδα αυτονομιστών», ενώ «επιβάλλονται επίσης από τους αυτονομιστές, αναγκαστικά μποϊκοτάζ στα σχολεία στις αγγλόφωνες περιοχές» και «…η εκστρατεία ‘επιστροφή στο σχολείο’ που ξεκίνησε ο πρόεδρος δεν ενθάρρυνε την επιστροφή στα σχολεία».[5] Παρόμοιες πηγές αναφέρουν ειδικότερα ότι, «700.000 παιδιά έχουν πληγεί από το κλείσιμο σχολείων στις βορειοδυτικές (NW) και νοτιοδυτικές (SW) περιοχές του Καμερούν [..], ως αποτέλεσμα της αγγλοφωνικής κρίσης που ξεκίνησε το 2016. Ορισμένες αυτονομιστικές ένοπλες ομάδες διαμαρτύρονται κατά του εκπαιδευτικού συστήματος της κυβέρνησης του Καμερούν (GoC) αναγκάζοντας τα σχολεία να κλείνουν και επιτίθενται σε μαθητές, καθηγητές και εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις. Το 2017, οι αυτονομιστές επέβαλαν μποϊκοτάζ στην επίσημη εκπαίδευση [.] και τα περισσότερα σχολεία στις [αγγλόφωνες περιοχές] παρέμειναν κλειστά για τέταρτη συνεχή χρονιά [έκτοτε].» και συνάμα «Παιδιά και δάσκαλοι έχουν απειληθεί, απαχθεί, παρενοχληθεί και σκοτωθεί επειδή πήγαν στο σχολείο.», ενώ παράλληλα «Ο αριθμός των δασκάλων έχει μειωθεί στις [αγγλόφωνες περιοχές], καθώς οι δάσκαλοι φοβούνται αντίποινα από τους αυτονομιστές που αντιτίθενται στην εκπαίδευση και τη μάθηση. Πολλοί δάσκαλοι κατέφυγαν σε άλλες περιοχές της χώρας ή αναγκάστηκαν να μην διδάσκουν.».[6]

51.          Παρά ταύτα και ειδικότερα όσον αφορά τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι στη χώρα του εργαζόταν ως δάσκαλος σε δύο διαφορετικά σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Menji καθώς και στο Limbe (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.), παρατηρούνται τα ακόλουθα. Αναφορικά με την καριέρα του ως δάσκαλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι ξεκίνησε να διδάσκει σε δευτεροβάθμιο κυβερνητικό σχολείο στο Menji, σε μερική βάση και ενόσω σπούδαζε στο πανεπιστήμιο της Dschang (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.), για δύο έτη (βλ. ερ. 47, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.) μεταξύ του 2017-2019 (βλ. ερ. 40 του Δ.Φ.). Ισχυρίστηκε επίσης ότι είχε τοποθετηθεί εκεί ως δάσκαλος του συνδέσμου γονέων-διδασκάλων (PTA Parent-Teacher Association) [βλ. ερ. 40 του Δ.Φ.]. Από σχετικές πληροφορίες σε εξωτερική πηγή σχετικά με το πλαίσιο τοποθέτησης δασκάλων στα σχολεία από τους εν λόγω συνδέσμους, προκύπτει ότι: «Ένα άλλο σημαντικό εμπόδιο στην εκπαίδευση είναι η έλλειψη εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευμένοι και διαπιστευμένοι από την κυβέρνηση δάσκαλοι είναι σε πολύ μικρή προσφορά και πολλοί αρνούνται να εργαστούν σε αγροτικές ή πολύ απομονωμένες περιοχές. Για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, οι κοινότητες οργανώνουν Συνδέσμους Γονέων/Δασκάλων (PTA’s). Οι PTA's επιλέγουν άτομα από την κοινότητα και τα διορίζουν ως δασκάλους. [..] Αν και οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί των PTA έχουν πολύ λίγη επίσημη εκπαίδευση, αποτελούν ζωτικό μέρος της εκπαιδευτικής λύσης για απομονωμένες περιοχές έως ότου είναι διαθέσιμος επαρκής αριθμός καταρτισμένων δασκάλων.»[7]. Σχετικά δε με τη μετέπειτα θητεία του ως δάσκαλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετοίκησε στο Limbe όπου ισχυρίστηκε ότι δίδασκε σε δευτεροβάθμιο σχολείο εκεί (βλ. ερ. 48, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.), για δύο έτη (βλ. ερ. 47, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.) μεταξύ του 2019-2021 (βλ. ερ. 40 του Δ.Φ.). Όσον αφορά τούτο, από πληροφορίες σε εξωτερική πηγή σχετικά με τα προσόντα διδασκαλίας στο Καμερούν (πληροφορίες που επίσης παρατέθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση – βλ. ερ. 61-60 του Δ.Φ.), διαπιστώνεται ότι το εκπαιδευτικό υπόβαθρο/κατάρτιση του Αιτητή δεν συνάδει με τα απαραίτητα προσόντα που απαιτούνται για την επίσημη διδασκαλία στο δευτεροβάθμιο επίπεδο στη χώρα του. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω πηγή καταγράφεται σχετικά με την εκπαίδευση διδασκάλων, ότι: «Απαιτούνται διαφορετικά προσόντα διδασκαλίας για τη διδασκαλία σε διαφορετικά επίπεδα και σε ορισμένα μαθήματα. Τα προσόντα δευτεροβάθμιας διδασκαλίας οργανώνονται σε δύο κύκλους [..]. Για παράδειγμα, το τριετές, μετά-δευτεροβάθμιο Δίπλωμα του Δασκάλου Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης [.] εξουσιοδοτεί τους κατόχους να διδάξουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. [..] Παρόμοια δομημένα προγράμματα παρέχουν τα προσόντα για τους εκπαιδευτές δασκάλων και τους δασκάλους επαγγελματικής και τεχνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.»[8]. Ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς επεξηγήσεις ως προς την αδυναμία του να προσκομίσει αποδεικτικά της θητείας του ως δασκάλου, καθώς ο ίδιος φαίνεται να βρίσκεται σε επικοινωνία με πρόσωπα στη χώρα καταγωγής του. Ως εκ τούτου, με βάση της δηλώσεις του και τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αυτός δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει την ιδιότητά του ως δασκάλου.

52.          Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό (περί δίωξης του Αιτητή από τις κρατικές αρχές επειδή αρνήθηκε να διδάσκει και να συμμετάσχει ως εξεταστής για τα G.C.E.), διαπιστώνεται ότι σε σχετικά ερωτήματα που τέθηκαν στον Αιτητή, τόσο για την (κατ’ ισχυρισμό) επιλογή του ως εξεταστή, όσο και για την ισχυριζόμενη σύλληψη και κράτησή του από τις κρατικές αρχές, ο ίδιος αποκρίθηκε με γενικότητες και ασάφειες, χωρίς να είναι σε θέση να παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με τα εν λόγω κατ’ ισχυρισμό γεγονότα [βλ. ερ. 43-41 του Δ.Φ.] (ως ορθά διαπίστωσαν οι Καθ’ ων η αίτηση). Επίσης, παρατηρείται αντίφαση στις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι αποφάσισε (εν τέλει) να εγκαταλείψει τη χώρα του περί τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2021 (βλ. ερ. 45, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.), αφότου αποδεσμεύτηκε από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν μετά τη σύλληψη του (ως ισχυρίστηκε – βλ. ερ. 45, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.), ενώ ο ίδιος εξασφάλισε το διαβατήριό του (με το οποίο έφυγε από το Καμερούν) περί τα μέσα Μαΐου του 2019 (βλ. ερ. 5 του Δ.Φ.), ήτοι σχεδόν δυόμιση χρόνια νωρίτερα που εγκατέλειψε τη χώρα του. Πέραν τούτων, διακρίνεται ότι ο Αιτητής έφυγε νόμιμα από τη χώρα του, χρησιμοποιώντας το διαβατήριό του και χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ζητήματα κατά την έξοδο του από τη χώρα καταγωγής (βλ. ερ. 46, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Όταν δε ο Αιτητής ρωτήθηκε (καταληκτικά) σχετικά με το τι φοβάται πως μπορεί να του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο ίδιος αναφέρθηκε στα προβλήματα που κατ’ ισχυρισμό βίωσε στη χώρα του, επικαλούμενος ότι μπορεί να επαναληφθούν (βλ. ερ. 39 του Δ.Φ.).

53.          Ειδικότερα, όσον αφορά τον φόβο δίωξης του από την κυβέρνηση του Καμερούν, ο Αιτητής δήλωσε αόριστα ότι η κυβέρνηση θα του κάνει κακό επειδή δεν θα διδάσκει, χωρίς εξάλλου να υποδεικνύει οιεσδήποτε δυσχερείς επιπτώσεις που ενδεχομένως αυτό να επέφερε για τον ίδιο (βλ. ερ. 39 του Δ.Φ.). Ούτε τα σχετικά τεκμήρια που προσκόμισε ο Αιτητής αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του. Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις δύο φωτογραφίες που προσκόμισε ο Αιτητής (βλ. ερ. 33 του Δ.Φ.), οι οποίες κατ’ ισχυρισμό σχετίζονται με τη νοσηλεία του σε νοσοκομείο στη χώρα του αφότου αφέθηκε ελεύθερος μετά τη σύλληψή και κράτησή του από τις αρχές της χώρας, παρατηρείται ότι από τα όσα απεικονίζονται στις εν λόγω φωτογραφίες, δεν μπορεί να γίνει ταυτοποίηση είτε του ατόμου που φαίνεται σε αυτές είτε του χώρου που απεικονίζεται, ώστε να προκύπτει ξεκάθαρα κάποια διασύνδεση με τον Αιτητή και τα όσα επικαλέστηκε περί νοσηλείας του. Σε κάθε περίπτωση, έστω ότι απεικονίζεται ο ίδιος σε κατάσταση νοσηλείας του, αυτό ουδόλως καταδεικνύει το λόγο νοσηλείας του, ούτε και μπορεί να γίνει αποδεκτό ως τεκμήριο για την κατ’ ισχυρισμό κράτησή του από τις αρχές της χώρας, εφόσον δεν είναι εφικτό να εξαχθεί από το εν λόγω φωτογραφικό υλικό, συγκεκριμένα ο λόγος που οδήγησε σε νοσηλεία του. Εξάλλου, ως προκύπτει ξεκάθαρα από τις σχετικές του δηλώσεις, ο Αιτητής είχε αφεθεί ελεύθερος κατόπιν της ισχυριζόμενης κράτησής του και αφότου οι γονείς του πλήρωσαν το απαιτούμενο ποσό (βλ. ερ. 41, σημείο 3Χ, του Δ.Φ.), ενώ το εν λόγω θέμα ‘έκλεισε’ και δεν υπήρξε οποιαδήποτε συνέχεια όσον αφορά τον ίδιο και ούτε τέθηκε οτιδήποτε σχετικά με τις άλλες κατ’ ισχυρισμό απαιτήσεις που έθεσαν οι κρατικές αρχές ως όρο για την απελευθέρωσή του (βλ. ερ. 40, σημείο Χ, του Δ.Φ.).

54.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του πιο πάνω ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, σχετικά με την ανταπόκριση της κυβέρνησης του Καμερούν και τα μέτρα που λήφθηκαν μετά τις επιθέσεις κατά της εκπαίδευσης στις αγγλόφωνες περιοχές της χώρας (πέραν των σχετικών πληροφοριών από εξωτερική πηγή που παρατέθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση – βλ. ερ. 64-63 του Δ.Φ.), σε εξωτερική πηγή καταγράφεται ότι «Λίγους μήνες μετά την έναρξη της κρίσης τον Οκτώβριο του 2016, η κυβέρνηση του Καμερούν προσπάθησε να θεσπίσει ορισμένα μέτρα τόσο στον εκπαιδευτικό όσο και στον δικαστικό τομέα – συμπεριλαμβανομένης της πρόσληψης 1.000 δίγλωσσων δασκάλων και της δημιουργίας εθνικής επιτροπής για τη διγλωσσία και την πολυπολιτισμικότητα.»[9], χωρίς δε να προκύπτει οποιαδήποτε αναφορά σε κάποιο κρατικό διάταγμα ή κυβερνητικά μέτρα που να παραπέμπουν στα όσα σχετικά με αυτό ισχυρίστηκε ο Αιτητής [βλ. σχετικά, ερ. 45, σημείο 2Χ, του Δ.Φ.] (ως ορθά διαπίστωσαν οι Καθ’ ων η αίτηση). Εξάλλου, στην ίδια (πιο πάνω) πηγή αναφέρεται ότι: «Τα σχολεία στις [αγγλόφωνες περιοχές] έχουν κλείσει από την αρχή της κρίσης στο πλαίσιο των επιχειρήσεων ‘Ghost Town’ και των ημερών κατ’ οίκον περιορισμού που κατευθύνονται περιοδικά από τους αυτονομιστές. Το μποϊκοτάζ θεωρείται από τους αυτονομιστές ως μέσο πίεσης της κυβέρνησης, που δικαιολογείται από την ευρεία απόρριψη [από μέρους τους] των κυβερνητικών θεσμών. Ορισμένα σχολεία δεν άνοιξαν ξανά λόγω της απειλής επιθέσεων από τους βίαιους αυτονομιστές τόσο εναντίον ανθρώπων όσο και εναντίον εκπαιδευτικών εγκαταστάσεων.».[10]

55.          Περαιτέρω, όσον αφορά το εξεταστικό σύστημα G.C.E. στο Καμερούν, από πληροφορίες που υπάρχουν στην επίσημη ιστοσελίδα της επιτροπής για τις εν λόγω εξετάσεις (GENERAL CERTIFICATE OF EDUCATION (GCE) BOARD), προκύπτει ότι υπάρχουν συγκεκριμένες υποεπιτροπές για το κάθε επίπεδο/τύπο εξέτασης που ηγούνται από συγκεκριμένα άτομα (Examination Officers) που είναι υπεύθυνα για την κάθε υποεπιτροπή[11]. Επιπλέον, όσον αφορά τη βαθμολόγηση των γραπτών, από πληροφορίες στην ίδια πηγή, διαφαίνεται ότι αυτή γίνεται από την επιτροπή των εξετάσεων G.C.E. ή τους εξεταστές της[12]. Περαιτέρω, ως προκύπτει από πληροφορίες σε άλλες πηγές, συγκεκριμένα για τις εξετάσεις G.C.E. στο Καμερούν που έγιναν κατά τον Ιούνιο του 2021, στη βαθμολόγηση των εν λόγω γραπτών συμμετείχαν πέραν των 7.000 εξεταστών, οι οποίοι είχαν επιστρατευθεί μέσω σύμβασης από την επιτροπή των εξετάσεων G.C.E., ενώ λειτούργησαν συνολικά 15 κέντρα βαθμολόγησης, τα οποία φιλοξενήθηκαν σε εγκαταστάσεις ακαδημαϊκών ιδρυμάτων τόσο στην Buea (για το επίπεδο GCE Ordinary Level), όσο και στο Limbe (για το επίπεδο GCE Advanced level).[13],[14]

56.          Ως εκ των ανωτέρω, όσον αφορά τόσο τον δεύτερο, όσο και τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, οφείλουν και οι δύο να τύχουν απόρριψης, εφόσον ακόμα και σε περίπτωση που ήθελε θεωρηθεί ως στοιχειοθετηθείσα η εξωτερική αξιοπιστία (έστω και εν μέρει), ενόψει της ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, δεν είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτοί. Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δια του συνηγόρου ουδόλως σχολιάζουν τα σημεία επί των οποία στηρίχθηκαν οι Καθ’ ων η αίτηση για αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του ούτε και προσκομίζει οποιαδήποτε νέα μαρτυρία.

57.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ενδεχομένως να διατρέχει ο Αιτητής με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, στη βάση του μόνου αξιόπιστου ισχυρισμού του, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.[15] Ως προς τούτο, λαμβάνεται επίσης υπόψη ότι o Αιτητής διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο / συγγενικούς δεσμούς στη χώρα καταγωγής του, και παράλληλα, είναι άτομο ενήλικο, υγειές, με μόρφωση ανώτατης εκπαίδευσης καθώς και με ικανότητα να εργαστεί. Ούτε και διαπιστώνεται από τα προσωπικά του στοιχεία και περιστάσεις τέτοια εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποστεί δίωξη, ή ενδεχόμενος κίνδυνος σοβαρής βλάβης, με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Σε κάθε περίπτωση, αναφορικά με το επικαλούμενο προφίλ του ως (πρώην) δασκάλου στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής είχε επηρεαστεί δυσμενώς ή βιώσει οιεσδήποτε δυσχερείς συνθήκες στη χώρα καταγωγής του όταν αποφάσισε να σταματήσει να διδάσκει κατά τον Ιούνιο του 2021 (βλ. ερ. 40 του Δ.Φ.) και μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2021 που έφυγε από τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 45, σημείο 1Χ, του Δ.Φ.). Ως προς τον καινοφανή ισχυρισμό του Αιτητή ότι ως Χριστιανός διώκεται στο Καμερούν, πέραν του ότι μόλις κατά τη διαδικασία των διευκρινίσεων διατυπώθηκε σχετικώς υποκειμενικός φόβος δια της συνηγόρου του χωρίς περαιτέρω να εξειδικεύεται, παρατηρείται και οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης συνηγορούν στην απόρριψη του συναφούς ισχυρισμούς.. Ειδικότερα, οι αναφορές περί δίωξης Χριστιανών στο Καμερούν, αφορούν ιδιαίτερα τους κατοίκους της περιοχής Far North Region (όπου δραστηριοποιείται η Boko Haram και ο ISIS), ενώ ο Αιτητής διέμενε στη Νοτιοδυτική περιφέρεια. Από δημογραφικής δε, άποψης, από την ίδια πηγή πληροφόρησης προκύπτει ότι σχεδόν το 75% του πληθυσμού του Καμερούν είναι Χριστιανοί στο θρήσκευμα (με διάφορα δόγματα, αλλά κυρίως Προτεστάντες και Καθολικοί). Συγκεκριμένα δε, ως αναφέρεται στην εν λόγω πηγή, «Οι Χριστιανοί κατοικούν κυρίως στα νότια και δυτικά μέρη της χώρας.», ενώ οι μουσουλμάνοι εντοπίζονται κυρίως στις βόρειες και ανατολικές περιοχές του Καμερούν. Ως εκ τούτου, ο Αιτητής φαίνεται να ανήκει στην πλειοψηφούσα θρησκεία της χώρας του, χωρίς να προβάλλει οποιοδήποτε ισχυρισμό περί συγκεκριμένου περιστατικού δίωξης (πόσο μάλλον κατά τρόπο παραδεκτό και αξιόπιστο). Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον Αιτητή όσον αφορά σε αυτή την πτυχή του προφίλ του.[16] 

58.          Καταληκτικά, ενόψει των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου, δεν προκύπτει δυνατότητα υπαγωγής του Αιτητή στην προστατευτική διάταξη του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

59.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

60.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32], ήτοι ότι διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων, ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής [βλ. άρθρο 19 (2) (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ’ ων η αίτηση (ή/και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου) τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

61.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να ευλόγως να αναμένεται ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 43].

62.          Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, «[αναγνωρίζεται] καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

63.           Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…] μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

64.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, σκέψη 241) αξιολόγησε ως κατάλληλα, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τα κριτήρια αναφορικά με τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, εάν οι συγκρούσεις είναι τοπικές ή εκτεταμένες, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

65.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «[…] ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009, σκέψη 35). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση (σκέψη 39) διευκρίνισε ότι «[…] όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

66.          Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προκύπτουν από έγκυρες πηγές πληροφόρησης:

67.          Συγκεκριμένα, βάσει πληροφοριών από τον ανεξάρτητο οργανισμό ACAPS, η κρίση που ξέσπασε στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν (ήτοι στις περιφέρειες Northwest και Southwest) περί τα τέλη του 2016 οδήγησε στην εμφάνιση διαφόρων αποσχιστικών ομάδων και σε ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του κρατικού στρατού και των ενόπλων δυνάμεων των αυτονομιστών, που έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις αγγλόφωνες περιοχές, «αφήνοντας 638.400 άτομα εσωτερικά εκτοπισμένα και 64.000 να αναζητούν καταφύγιο στη γειτονική Νιγηρία» (κατάσταση ως καταγράφεται στις 9 Φεβρουαρίου 2024).[17] Εκ των όσων επίσης αναφέρονται στην ίδια πηγή, οι απαρχές της σύγκρουσης εντοπίζονται στα μακροχρόνια προβλήματα στην αγγλόφωνη κοινότητα στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας, λόγω της περιθωριοποίησης τους από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, «που κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες περί τα τέλη του 2016».[18]

68.          Οι αντιμαχόμενες πλευρές αποτελούνται από τις ένοπλες κρατικές δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή (συμπεριλαμβανομένης της επίλεκτης μονάδας μάχης) και από διάφορες ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες (που αριθμούν πέραν των 7 διαφορετικών ενόπλων ομάδων, συνολικής δυναμικότητας 2.000-4.000 μαχητών, που κατά τις επιθέσεις τους εναντίον του κρατικού στρατού χρησιμοποιούν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, καθώς και πιο προηγμένο οπλισμό όπως εκτοξευτές αντιαρματικών), που δρουν (κυρίως) στις αγγλόφωνες περιοχές (παρά το ότι εμφανίζονται με ορισμένο διαχωρισμό, οι ομάδες αυτές προσπαθούν όλο και περισσότερο να συντονιστούν μεταξύ τους, ενώ «οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες παρουσιάζουν ένα συλλογικό χαρακτήρα»).[19]

69.          Περαιτέρω, ως προς τη βία που σχετίζεται με τις εν λόγω συγκρούσεις στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, παρατηρούνται τα ακόλουθα. Στην αναφορά για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Καμερούν για το 2023, καταγράφεται ότι «Δημοσιογράφοι και ΜΚΟ ανέφεραν πολυάριθμες αυθαίρετες και παράνομες δολοφονίες αμάχων από μη κρατικές ένοπλες ομάδες στις συγκρούσεις που συνεχίστηκαν στις περιφέρειες Northwest, Southwest και Far North, ως επίσης ότι «Υπήρξαν αναφορές για καταχρήσεις που σχετίζονται με τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες, όπου οι κυβερνητικές δυνάμεις συγκρούστηκαν με αυτονομιστές. Οι καταχρήσεις περιλάμβαναν δολοφονίες και απαγωγές τόσο από κυβερνητικές δυνάμεις όσο και από ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες.», ενώ «Υπήρξαν αναφορές ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις και οι αυτονομιστές μαχητές σκότωσαν σκόπιμα πολλούς αμάχους.» και «Ένοπλοι αυτονομιστές φέρεται να απήγαγαν αρκετά άτομα επειδή δεν σεβάστηκαν τα μέτρα κατ’ οίκον περιορισμού που επιβλήθηκαν από τους αυτονομιστές. Οι αυτονομιστές κρατούσαν ομήρους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων δημοσίων αξιωματούχων, πολιτικών ηγετών, δασκάλων, μαθητών και θρησκευτικών και παραδοσιακών ηγετών. Υπήρξαν αναφορές ότι οι απαγωγείς κακοποίησαν σωματικά τα θύματά τους.».[20] Σε άλλη έγκυρη πηγή, καταγράφεται αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν κατά τη σχετική περίοδο αναφοράς (2021-2023), ότι «…η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας και ένοπλων αυτονομιστικών ομάδων φέρεται να συνεχίζει να μαίνεται...», ως επίσης «Η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές αναφέρεται ότι επιδεινώνεται, με την εξέγερση να γίνεται πιο δομημένη και την κρίση πιο περίπλοκη.».[21]

70.          Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικότερα στην περιφέρεια Southwest του Καμερούν, ευρύτερη περιοχή στην οποία βρίσκεται ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, μεταξύ 19.8.2023 και 16.8.2024 καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων του ACLED συνολικά 752 περιστατικά βίας (446 περιστατικά βίας εναντίον των πολιτών/αμάχων, 259 περιστατικά μαχών, 25 περιστατικά ταραχών/εξεγέρσεων, 13 περιστατικά διαδηλώσεων και 9 περιστατικά εκρήξεων / βίας εξ αποστάσεως) εκ των οποίων προέκυψαν 693 απώλειες (272 από τα περιστατικά βίας εναντίον των πολιτών/αμάχων, 403 από τα περιστατικά μαχών, 6 από τα περιστατικά ταραχών/εξεγέρσεων και 12 από τα περιστατικά εκρήξεων / βίας εξ αποστάσεως, ενώ δεν καταγράφηκαν θάνατοι από τα περιστατικά διαδηλώσεων).[22] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της περιφέρειας Southwest του Καμερούν εκτιμάται στους 1.553.300 κατοίκους (με βάση την επίσημη εκτίμηση για το 2015).[23]

71.          Ειδικότερα, ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας εντός της πόλης Menji (τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή), μεταξύ 19.8.2023 και 16.8.2024 καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων του ACLED μόνο 4 περιστατικά βίας (2 περιστατικά μαχών, 1 περιστατικό ταραχών/εξεγέρσεων και 1 περιστατικό βίας εναντίον των πολιτών/αμάχων, ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά διαδηλώσεων και εκρήξεων / βίας εξ αποστάσεως) εκ των οποίων προέκυψαν 4 απώλειες (2 από τα περιστατικά μαχών, 1 από το περιστατικό ταραχών/εξεγέρσεων και 1 από το περιστατικό βίας εναντίον των πολιτών/αμάχων).[24] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης Menji εκτιμάται στους 27.875 κατοίκους (σύμφωνα με μη επίσημα στοιχεία, με έτος αναφοράς το 2021).[25]

72.          Κατά τα παραπάνω, προκύπτει πως στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (Southwest Region) του Καμερούν, όπου βρίσκεται γεωγραφικά ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη υπό το σύνηθες νόημα στην καθημερινή γλώσσα, όπου οι τακτικές δυνάμεις ασφαλείας της χώρας συγκρούονται με ένοπλες ομάδες αυτονομιστών (Βλ. συναφώς Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση, Diakite, C‑285/12, ημερ. 30.1.2014, σκέψεις 27 και 28). Λαμβάνοντας υπόψιν τον αριθμό των καταγεγραμμένων περιστατικών ασφαλείας και των εξ αυτών θανάτων που καταγράφηκαν στην εν λόγω περιφέρεια κατά τους τελευταίους 12 μήνες (ως αυτά ήδη αναφέρονται ανωτέρω), συγκριτικά με το μέγεθος του πληθυσμού και συνδυαστικά με τη φύση των επιθέσεων και του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται, προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία λόγω της ως άνω σύρραξης στην εν λόγω (ευρύτερη) περιοχή, φθάνει σε σχετικά μεγάλο βαθμό. Λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τα περιστατικά βίας και θανάτους που καταγράφηκαν συγκεκριμένα στην πόλη Menji (όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής), συγκριτικά με τον αριθμό των κατοίκων και τη φύση των επιθέσεων, δεν προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία εξικνείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία του Αιτητή εκεί να τον θέσει αντιμέτωπο με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Επικουρικώς σημειώνεται ότι ο Αιτητής ως νέος, άρρεν, υγιής, ικανός προς εργασίας διαθέτων υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής το δε παρουσιάζει οποιαδήποτε χαρακτηριστικά επίτασης κινδύνου.

73.          Λαμβάνοντας υπόψιν προς τούτο και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή (απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψεις 36 έως 40), αυτός συνιστά ενήλικο, νεαρό και μορφωμένο άντρα, χωρίς ενδείξεις ευαλωτότητας και με σαφή γνώση του τόπου συνήθους διαμονής του (όπου φαίνεται να έζησε για αρκετά έτη), στοιχεία που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούν παράγοντες επίτασης του κινδύνου που ενδέχεται να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.

74.          Σημειώνεται συναφώς ότι όσον αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής, δεν προκύπτει πως η μετακίνηση εντός του Καμερούν είναι αδύνατη, ώστε να μην μπορέσει να έχει πρόσβαση ο Αιτητής στην εν λόγω περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει, εφόσον δεν προκύπτει πως η μετακίνηση μεταξύ των αγγλόφωνων και γαλλόφωνων περιοχών είναι αδύνατη, ούτε πως οι είσοδοι/έξοδοι από/προς τις εν λόγω περιοχές είναι αποκομμένες, παρά τις ενέργειες από τις κρατικές αρχές κατά τον έλεγχο των ατόμων που διακινούνται στις πόλεις και στους αυτοκινητόδρομους, καθώς και τους όποιους περιορισμούς στη διακίνηση ατόμων και αγαθών εντός των αγγλόφωνων περιοχών κατά την επιβολή περιόδων κατ’ οίκον περιορισμού από τους ένοπλους αυτονομιστές.[26] Εξάλλου, ο Αιτητής φαίνεται να μετακινείτο, σε συχνή βάση, μεταξύ της πόλης Dschang (West Region) όπου φοιτούσε και της πόλης Menji (Southwest Region) για 2 χρόνια κατά τα έτη 2017-2019 [βλ. σχετικά, ερ. 48, σημείο 3Χ, ερ. 47, σημείο 1Χ, και ερ. 40, του Δ.Φ.].

75.          Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν θα είναι σε θέση να καταφθάσει στον τόπο συνήθους διαμονής του εξαιτίας της ύπαρξης ένοπλης σύγκρουσης στην ευρύτερη περιοχή. Επομένως, δεν συντρέχει περίπτωση υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

76.          Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσης και διαπίστωσης, η εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή περί πλημμελούς έρευνας και αιτιολόγησης και διαδικαστικών πλημμελειών καθίσταται αλυσιτελής, ιδίως δεδομένης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και της έκτασης του ελέγχου που ασκεί στην επίδικη πράξη.

52.        Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν προέβαλε κατά τρόπο αξιόπιστο είτε στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας είτε της παρούσας διαδικασίας οποιουσδήποτε ισχυρισμούς, οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

 

 

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EUAA, OPERATING PLAN 2022-2024 - AGREED BY THE EUROPEAN ASYLUM SUPPORT OFFICE AND THE REPUBLIC OF CYPRUS, Valletta Harbour and Nicosia, December 2021, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/OP_CY_2022-2024.FINAL_.pdf [ημερ. πρόσβασης 31/07/2024]

[2] EUAA, OPERATING PLAN 2022-2024 - AGREED BY THE EUROPEAN ASYLUM SUPPORT OFFICE AND THE REPUBLIC OF CYPRUS - Amendment 1, Valletta Harbour and Nicosia, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/EUAA_Operating_Plan_to_Cyprus2022-2024-Amendment_0.pdf [ημερ. πρόσβασης 31/07/2024]

[3] EUAA, OPERATING PLAN 2022-2024 - AGREED BY THE EUROPEAN ASYLUM SUPPORT OFFICE AND THE REPUBLIC OF CYPRUS - Amendment 2, Valletta Harbour and Nicosia, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/EUAA_Operational_Plan_to_Cyprus_2022-2024_Amendement_2.pdf [ημερ. πρόσβασης 31/07/2024]

[4] ACAPS, Cameroon: The education crisis in the Northwest and Southwest regions (Thematic report), 19 February 2021, https://www.acaps.org/fileadmin/Data_Product/Main_media/20210219_acaps_thematic_report_cameroon_education_crisis_north_west_south_west_regions.pdf, σελ. 1, 2 και 5 [ημερ. πρόσβασης 20/08/2024]

[5] ACAPS, Cameroon: Escalation of the Anglophone crisis (Short note), 21 January 2020, https://www.acaps.org/fileadmin/Data_Product/Main_media/20200121_acaps_short_note_escalation_of_the_anglophone_crisis_cameroon_0.pdf, σελ. 2 [ημερ. πρόσβασης 20/08/2024]

[6] ACAPS, Cameroon: The education crisis in the Northwest and Southwest regions (Thematic report), 19 February 2021, https://www.acaps.org/fileadmin/Data_Product/Main_media/20210219_acaps_thematic_report_cameroon_education_crisis_north_west_south_west_regions.pdf, σελ. 1 και 4 [ημερ. πρόσβασης 20/08/2024]

[7] International Children’s Awareness (ICA) Canada, The education system in Cameroon (undated), https://icacanada.org/projects/classrooms-components/schooling-in-cameroon/ [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[8] World Education Services (WES) – World Education News + Reviews (WENR), Education System Profiles: Education in Cameroon (by Eleonora Fallwickl, Credential Analyst Team Lead, WES, Ryan McNally, Knowledge Manager, WES, Chris Mackie, Editor, WENR), April 30, 2021, https://wenr.wes.org/2021/04/education-in-cameroon [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[9] ACAPS, Cameroon: The education crisis in the Northwest and Southwest regions (Thematic report), 19 February 2021, https://www.acaps.org/fileadmin/Data_Product/Main_media/20210219_acaps_thematic_report_cameroon_education_crisis_north_west_south_west_regions.pdf, σελ. 6 [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[10] ACAPS, Cameroon: The education crisis in the Northwest and Southwest regions (Thematic report), 19 February 2021, https://www.acaps.org/fileadmin/Data_Product/Main_media/20210219_acaps_thematic_report_cameroon_education_crisis_north_west_south_west_regions.pdf, σελ. 6 [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[11] GENERAL CERTIFICATE OF EDUCATION (GCE) BOARD, Background History of the Board – Organizational Chart of the GCE Board, 2019, https://camgceb.org/about-us/ [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[12] GENERAL CERTIFICATE OF EDUCATION (GCE) BOARD, Request for Duplicate Certificate – Enquiries upon Results, 2019, https://camgceb.org/certificates-result-slips/request-for-duplicate-certificate/ [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[13] AllAfrica Global Media: Cameroon Tribune, Cameroon: 2021 GCE Exams - Marking Ongoing in Buea, Limbe, 29 July 2021, https://allafrica.com/stories/202107290545.html (subscription required for full access to content) [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[14] The Observer, Over 7000 GCE Examiners Displaying Standards, Quality (by Anye Nde Nsoh), August 05, 2021, https://www.observer237.com/2021/08/over-7000-gce-examiners-displaying.html [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[15] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon, April 22, 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ [ημερ. πρόσβασης 21/08/2024]

[16] Πηγή: U.S. Department of State (US DOS), 2023 Report on International Religious Freedom: Cameroon, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/cameroon/  [ημερ. πρόσβασης 29/08/2024]

[17] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[18] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[19] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights – RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[20] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon, April 22, 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[21] ACCORD, Cameroon: The Cameroon Anglophone Crisis (2021 – 2023) – Query Response [a-12289], 4 January 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2102908/a-12289.pdf, σελ. 8 [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[22] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (Metric: Event Counts / Fatality Counts, Date range: 19/08/2023-16/08/2024, Region: Africa, Country: Cameroon, Admin: Sud-Ouest) [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[23] CITY POPULATION, Africa / CAMEROON: Regions: Sud-Ouest (Region) [Table], https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[24] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (Metric: Event Counts / Fatality Counts, Date range: 19/08/2023-16/08/2024, Region: Africa, Country: Cameroon, Admin: Sud-Ouest, Location: Menji) [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[25] Mairie Conseils Agency (Cameroon), Collectivités territoriales – Region: Région du Sud-Ouest – Menji [Number of inhabitants], 2021, https://mairies-du-cameroun.org/en/collectivites-territoriales/carte-communale/sud-ouest/menji [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]

[26] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon, April 22, 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ [ημερ. πρόσβασης 22/08/2024]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο