ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

                                                                       

                                                                            Υπόθεση αρ. 663/2022

 

09 Αυγούστου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

  

 

Μεταξύ:

                                                         E.K.O.

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                     Αιτητής

Και

 

                       Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                                                                                                                                                                                                   Καθ' ων η αίτηση

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

 

Θ. Παπανικολάου (κα) για Χ. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

[Παρούσα η κα Sara Habib για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα].

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 24/01/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 31/01/2022 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής είναι ενήλικας, πολίτης της Νιγηρίας και στις 22/06/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αφού εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχόμενων περιοχών στις 12/05/2021.

Στις 11/01/2022 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής Ε.Υ.Υ.Α). Στις 24/01/2022, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε σχετική Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Αυθημερόν, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Στις 01/02/2022 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 31/01/2022. Να σημειωθεί ότι η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση διευκρίνισε ότι η ημερομηνία στην επιστολή ενημέρωσης 01/02/2022, επρόκειτον περί τυπογραφικού λάθους, καθότι η ορθή ημερομηνία είναι η 24/01/2022.

Στη συνέχεια, ο Αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή.

Στο δικόγραφο της προσφυγής του Αιτητή δεν καταγράφονται οποιοιδήποτε νομικοί λόγοι. Ο Αιτητής αναφέρει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ότι κινδυνεύει η ζωή του και έχει δεχθεί απειλές.  

Εξίσου, στην  γραπτή αγόρευση του Aιτητή, δεν καταγράφεται οποιαδήποτε ανάλυση νομικών λόγων πέραν από τα γεγονότα στη βάση των οποίων οδηγήθηκε να εγκαταλείψει την χώρα του, όπου αναφέρει ότι η σύντροφος του απεβίωσε κατά την διάρκεια του τοκετού και εξαιτίας αυτού δέχεται απειλές από τα αδέλφια της.

Οι καθ' ων η αίτηση υπεραμύνθηκαν της νομιμότητας της επίδικης πράξης και στην γραπτή τους αγόρευσης ανάφεραν ότι ορθώς η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα του αιτητή μιας και ο ίδιος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για παροχή διεθνούς προστασίας και δια τούτο η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε περίπτωση που διάδικος εμφανίζεται σε διαδικασία χωρίς να εκπροσωπείται από δικηγόρο, δεν υποχρεούται σε ενεργό συμμόρφωση με την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, εν αντιθέσει με το τι ισχύει για διαδίκους που εκπροσωπούνται με δικηγόρο. Στον Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 αναφέρεται (παραθέτω αυτολεξεί): « Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον» (η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).

Επομένως, σύμφωνα με τα ως άνω, η μη συμπερίληψη στο δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως/προσφυγής, λόγων ακυρώσεως/νομικών σημείων δεν αποστερεί την εξουσία από το παρόν Δικαστήριο να προχωρήσει να εξετάσει την προσφυγή του Αιτητή και να ελέγξει την ορθότητα της απόφασης ήτοι να προβεί σε έλεγχο επί της ουσίας σύμφωνα με το άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2018 (Ν. 73 (Ι)/2018).

Είναι χρήσιμο να παρατεθούν όλοι οι ισχυρισμοί που προέβαλε ο Αιτητής σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος του προκειμένου να διαπιστωθεί εάν το αρμόδιο όργανο ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του Αιτητή.

Ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι έφυγε από τη χώρα του λόγω του ότι η κοπέλα του και το αγέννητο παιδί του απεβίωσαν λόγω επιπλοκών κατά τη διάρκεια του τοκετού. Η οικογένεια της κοπέλας τον θεώρησε υπεύθυνο, έγινε αποδέκτης απειλών, και για αυτό το λόγο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, για την δική του ασφάλεια ( ερυθρό 1 του Διοικητικού Φακέλου).

Στο πλαίσιο της συνέντευξής του (ερυθρά 31-43 του Διοικητικού Φακέλου), ο Αιτητής, όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ανέφερε ότι όλα ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια της πρακτικής του άσκησης. Η κοπέλα του έμεινε έγκυος και κατά τη διάρκεια του τοκετού, περί τον Φεβρουάριο του 2021,  προέκυψαν επιπλοκές με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή της τόσο η ίδια όσο και το μωρό. Σε επικοινωνία που είχε ο Αιτητής με την οικογένεια της κοπέλας, η μητέρα της έδειξε να κατανοεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες απεβίωσε η κόρη της, τα αδέρφια της όμως, όπως υποστηρίζει, δεν το δέχτηκαν με αποτέλεσμα να τον απειλούν. Προσπάθησε να τους εξηγήσει αλλά δεν ήταν δεκτικοί, για αυτό το λόγο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ερωτηθείς ποιος είναι ο φόβος του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής απάντησε ότι κυριότερος φόβος του είναι ότι δεν γνωρίζει αν τα αδέρφια της κοπέλας ξέχασαν τι συνέβη και ότι θα είναι δύσκολο για τον ίδιο να κάνει μια νέα αρχή εκεί. Σε ερωτήσεις που του τέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό να γίνει πιο συγκεκριμένος ως προς το φόβο που έχει και στο τι μπορεί να του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής ανέφερε ότι πραγματικά φοβάται, και ότι δεν γνωρίζει αν θα τον βλάψουν ως μέσο εκδίκησης για το τι συνέβη στην αδερφή τους. Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τι έχουν στο μυαλό τους, μπορεί να είναι επικίνδυνο, μπορεί να τον βλάψουν ή να τον σκοτώσουν εάν έχουν σχεδιάσει κάτι κακό εναντίον του. Σε ερωτήσεις του λειτουργού όσον αφορά τον χρόνο που συνέβη το συγκεκριμένο περιστατικό, ο Αιτητής έδωσε συγκεχυμένες απαντήσεις όσον αφορά τη χρονική περίοδο σε σχέση με την προσωπική του κατάσταση και τις μετακινήσεις του στο εσωτερικό της χώρας. Ερωτηθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες απεβίωσε η κοπέλα και το μωρό, και τις επιπλοκές που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του τοκετού, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες παρά μόνο ανέφερε ότι απ’ όσον κατάλαβε η κοπέλα έχασε αρκετό αίμα και το μωρό ήταν εκτός μήτρας. Σε ερωτήσεις που του τέθηκαν όσον αφορά τις απειλές που δέχθηκε από τα αδέρφια της κοπέλας ο Αιτητής απάντησε ότι τον προσέγγισαν επιθετικά μόνο μια φορά αλλά καθώς έγινε στην παρουσία άλλων ατόμων που προσπάθησαν να τους ηρεμήσουν αναγκάστηκαν να φύγουν∙ οι υπόλοιπες απειλές έγιναν μέσω τηλεφωνικών κλήσεων και μηνυμάτων. Σε διευκρινιστική ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού ως προς το πως γνώριζαν τα αδέρφια που βρίσκεται, ο Αιτητής ανέφερε ότι τους ενημέρωσε ο ίδιος που μένει και σε επεξηγηματική ερώτηση γιατί τους ενημέρωσε αφού δεν είχαν καλή σχέση, απάντησε ότι προσπαθούσε να είναι δεκτικός και ανοικτός προς αυτούς. Ερωτηθείς αν το ανέφερε στην αστυνομία απάντησε αρνητικά γιατί θεώρησε ότι είναι ένα θέμα που θα έπρεπε να επιλυθεί εντός της οικογένειας. Τέλος, σε ερώτηση αν θα ένιωθε ασφαλής να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας σε περίπτωση επιστροφής του, απάντησε ότι θα ήταν πολύ δύσκολο γιατί θα του θυμίζει το παρελθόν και δεν θα νιώθει άνετα, ενώ αν τα αδέρφια της κοπέλας μάθουν που βρίσκεται θα μπορούν να τον βρουν.

Ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α, αξιολογώντας τα όσα ο Αιτητής δήλωσε στη συνέντευξη του, διαμόρφωσε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: (1) ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής του Αιτητή, και (2) η κοπέλα του αιτητή απεβίωσε κατά τη διάρκεια του τοκετού και εξαιτίας αυτού, τα αδέλφια της τον θεώρησαν υπεύθυνο, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να δεχθεί απειλές από αυτούς. Ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α. έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό, ενώ εισηγήθηκε την απόρριψη του δεύτερου καθότι, σύμφωνα με τον ίδιο, οι δηλώσεις του Αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήταν ασυνεπείς, ανακριβείς, αντιφατικές, χωρίς την απαιτούμενη συνοχή και ευλογοφάνεια. Επισημαίνοντας τις ανακρίβειες και αντιφάσεις στις οποίες ο Αιτητής υπέπεσε, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι η μεγαλύτερη αντίθεση στην ιστορία του αιτητή είναι το χρονοδιάγραμμα που παρουσίασε των γεγονότων ήτοι κατά την αφήγηση του αρχικά ανάφερε ότι η κοπέλα του απεβίωσε τον Φεβρουάριο του 2021, παρόλα αυτά σε άλλο προγενέστερο σημείο είχε αναφέρει ότι μετακόμισε στην πόλη Kano τον Φεβρουάριο του 2020, λόγω των προβλημάτων που είχε στην πολιτεία Delta, ενώ δεν κατάφερε να εξηγήσει τις ασυνέπειες στις δηλώσεις του, λέγοντας ότι ήταν εξαιτίας της σύγχυσης του, καθότι τα εν λόγω γεγονότα έγιναν πριν αρκετό χρονικό διάστημα. Ως περαιτέρω αναφέρεται, σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης του, ερωτώμενος και πάλι να θυμηθεί την ημερομηνία που απεβίωσε η κοπέλα του, απάντησε τον Φεβρουάριο του 2020, καταλήγοντας σε περαιτέρω ασυνέπειες σχετικά με τις απειλές που ως δήλωσε δέχθηκε από τα αδέλφια της κοπέλας του μόνο για δύο μήνες. Πρόσθετα, ο αιτητής, ως ο αρμόδιος λειτουργός αναφέρει, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τι είδους προβλήματα είχε με την οικογένεια της κοπέλας του, πριν την εγκυμοσύνη, αναφέροντας απλά ότι δεν συμφωνούσαν με την σχέση τους. Σε σχέση με τις απειλές που ως ισχυρίστηκε ο αιτητής δέχθηκε από τα αδέλφια της κοπέλας του, δεν παρείχε σαφείς πληροφορίες για να γίνει αντιληπτή η σοβαρότητα των απειλών ή τι ακριβώς τα εν λόγω άτομα ήθελαν να πράξουν προς το πρόσωπο του. Περαιτέρω, ως επισημαίνει ο αρμόδιος λειτουργός, ενώ ο αιτητής δήλωσε ότι μετακόμισε σε άλλη πολιτεία λόγω των γεγονότων σε άλλο σημείο ανάφερε ότι αποφάσισε να μην προβεί σε καταγγελία στην αστυνομία, καθότι ως ο ίδιος δήλωσε ήταν ένα θέμα που μπορούσε να λυθεί εντός της οικογένειας, αποτελώντας αυτό από μόνο του ένδειξη της μη αξιοπιστίας του. Τέλος, ως καταγράφεται, οι ισχυρισμοί του αποδυναμώνονται και από το γεγονός ότι επιβεβαίωσε ότι ουδέποτε τον αναζήτησαν τα αδέλφια της κοπέλας του ενόσω βρισκόταν στην πολιτεία Kano και ότι από την ταφή της κοπέλας του μόνο μια φορά ήλθε σε επαφή μαζί τους ενώ από τον Μάρτιο του 2021 δεν είχε καμία επαφή.

Στη βάση των ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, καθώς ο προσωπικός φόβος δίωξης που εξέφρασε δεν συνδέεται με την εθνικότητα, την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, το άρθρο 2 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ και το άρθρο 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ καθώς και του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πολιτεία Delta, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου) καθότι ως ο αρμόδιος λειτουργός ανάφερε δεν επικρατούν συνθήκες αδιάκριτης βίας στην εν λόγω πολιτεία και δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για άμαχο πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά για λόγους αδιάκριτης βίας σύμφωνα με το άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου, και ερωτηθείς για το λόγο που ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία ο Αιτητής απάντησε για να δουλέψει και για μια καλύτερη ζωή. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου αν αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που έφυγε από την Νιγηρία, επανέλαβε τα όσα δήλωσε στην αίτηση και στη συνέντευξη του, ήτοι τις απειλές που δέχεται από τα αδέρφια της κοπέλας του η οποία απεβίωσε κατά τη διάρκεια τοκετού. Περαιτέρω, κατόπιν υποβολής σχετικού ερωτήματος από το Δικαστήριο, σχετικά με την χρονική περίοδο που απεβίωσε η κοπέλα, δήλωσε δύο διαφορετικές χρονολογίες ήτοι το 2020 και το 2021.

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του Αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές ανακρίβειες και αντιφάσεις, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.

Εν προκειμένω, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις συνθήκες θανάτου της κοπέλας και του βρέφους κατά τη διάρκεια του τοκετού, και τις απειλές τις οποίες δέχθηκε ο Αιτητής από τα αδέρφια της, προβάλλονται κατά γενικό και αόριστο τρόπο και στερούνται συγκεκριμένων και επαρκών λεπτομερειών ώστε να παραπέμπουν σε εξατομικευμένα περιστατικά. Επιπλέον, ο Αιτητής υπέπεσε σε χρονικές ανακολουθίες όσον αφορά τη χρονική περίοδο που έλαβε χώρα το γεγονός του θανάτου της κοπέλας σε σχέση με τις δικές του μετακινήσεις εντός της χώρας. Πρόσθετα, όπως ο ίδιος δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο ίδιος ενημέρωσε τα αδέρφια της κοπέλας για τον τόπο διαμονής του, κάτι που δεν συνάδει με το αίσθημα φόβου που κατ’ ισχυρισμόν επανέλαβε ότι νοιώθει λόγω των απειλών που δέχθηκε. Λόγω των ανωτέρω, κρίνω ότι πλήττεται καίρια η αξιοπιστία του Αιτητή, και κατά συνέπεια ο εν λόγω ισχυρισμός του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

Κρίνω επομένως ότι, ένεκα της πάσχουσας αξιοπιστίας του, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπο του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Delta, η οποία αποτελεί το τόπο καταγωγής και  μέρος διαμονής του Αιτητή, όπου είναι το μέρος όπου έχει οικογενειακούς δεσμούς και τα προσωπικά του ενδιαφέροντα.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 05/08/2023 έως 02/08/2024, καταγράφηκαν στην Πολιτεία Delta 107 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 120 ανθρώπων. Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 14 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 13 ανθρώπινες απώλειες, 45 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 21 ανθρώπινες απώλειες, και 48 μάχες (battles) με 86 ανθρώπινες απώλειες.[1] Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της Πολιτείας Delta ανέρχεται στα 3,348,000[2], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή (120 ανθρώπινες απώλειες) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Κατά συνέπεια, η Πολιτεία Delta, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητή, βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ.[3] Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρές βλάβες σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην Πολιτεία Delta.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 191/2024, ημερ.31/05/2024 όπου καθόρισε τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η Νιγηρία. Ο Aιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα, την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Aιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του Aιτητή.  Κρίνω ότι η επίδικη πράξη είναι ορθή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €600 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Aιτητή.

                                                                          

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Past Year of ACLED Data, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence Mob Violence, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Nigeria - Delta) [Ημερομηνία πρόσβασης: 08/08/2024]

[2] CIA The World Factbook, Nigeria, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/nigeria/#people-and-society [Ημερομηνία πρόσβασης: 08/08/2024]

[3] Βλ.  Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014, όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali  v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο