ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2059/22

9 Σεπτεμβρίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

N. S. H.

D. P.

Αιτήτριες

-και-

Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Οι Αιτήτριες εμφανίζονται προσωπικά

Ε. Πελεκάνου (κα) για Ι. Ιωάννου (κος), Δικηγόρος  για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

 

[Παρών ο κ. Α. Νουρουζιάν για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Περσικά και αντίστροφα]

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την παρούσα προσφυγή οι Αιτήτριες προσβάλλουν την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 18/03/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για διεθνή προστασία ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική, στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

 

Ουσιώδη γεγονότα

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ως έχουν τεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση, έχουν ως ακολούθως:

 

Οι Αιτήτριες είναι υπήκοοι Ιράν και στις 16/03/2021 υπέβαλαν αίτηση για διεθνή προστασία, βεβαίωση υποβολής της οποίας παρέλαβε αυθημερόν. Προς εξέταση του αιτήματός τους διεξήχθη συνέντευξη της Αιτήτριας αρ. 1 από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο στις 21/01/2022 καθώς και στη 01/02/2022.

 

Στις 24/02/2022 ο αρμόδιος λειτουργός του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (εφεξής ο «αρμόδιος λειτουργός») ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία εγκρίθηκε στις 18/03/2022. Στις 05/04/2022 ετοιμάστηκε επιστολή γνωστοποίησης της απορριπτικής απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου προς τις Αιτήτριες, η οποία επιδόθηκε σε αυτές κατά την ίδια ημερομηνία, ήτοι στις 05/04/2022.

 

Στις 13/04/2022 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

 

Οι Αιτήτριες εμφανίζονται προσωπικά στο Δικαστήριο, δια της Αιτήτριας αρ.1, και προσβάλλουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για διεθνή προστασία προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς.

 

H συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αγόρευσε προφορικά, υπερασπιζόμενη την ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης, υποδεικνύοντας ότι η Αιτήτρια δεν αντιμετωπίζει βάσιμο φόβο δίωξης είτε κατά της ζωής είτε κατά της σωματικής της ακεραιότητας.

 

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάσει και την ορθότητα της παρούσας υπόθεσης, η οποία απορρέει από τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/ 2018), εφόσον η αίτηση των Αιτητριών για διεθνή προστασία υποβλήθηκε στις 16/03/2021.  Λαμβάνω δε υπόψη μου, ότι οι Αιτήτριες δεν εκπροσωπούνται από συνήγορο αλλά εμφανίζονται προσωπικά και δεν αναμένεται από αυτές να προωθήσουν νομικούς ισχυρισμούς εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα ως προνοούν οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί σε υποθέσεις όπου τα μέρη εκπροσωπούνται από δικηγόρο (βλ. συναφώς Διαδικαστικός Κανονισμός 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962). Προς το σκοπό αυτό, κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών των Αιτητριών, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός τους.

 

Ισχυρισμοί κατά τη διοικητική διαδικασία

Η Αιτήτρια αρ.1 στη γραπτή της αίτηση ανέφερε ότι ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της είναι ότι τόσο η ίδια όσο και η κόρη της έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία και κακομεταχείριση σωματικά, συναισθηματικά και λεκτικά. Η ίδια αποπειράθηκε να διαζευχθεί το 2016, χωρίς επιτυχία, δεδομένων των ισλαμικών κανόνων περί διάζευξης και επιμέλειας τέκνου. Αποπειράθηκε ακόμα να εγκαταλείψει το σύζυγό της, ο οποίος ωστόσο διαρκώς καλούσε την αστυνομία προκειμένου να την εμποδίσει από την επιστροφή στην πατρική της κατοικία. Κάποια φορά όταν κατόρθωσε να διαφύγει στην κατοικία των γονέων της, ο σύζυγός της την απείλησε, κατηγορώντας τη για διάπραξη μοιχείας και ως πάσχουσα από διπολική διαταραχή, ενώ καμία εκ των δύο κατηγοριών δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Υπάρχει μάρτυρας σχετικά με επίθεση την οποία δέχθηκε το 2018 μπροστά στην κόρη της, από την οποία διέφυγαν χάρη στη συνδρομή περίοικου προσώπου.

 

Περιγράφει ακόμα ότι κατά το έτος 2019, ο αδελφός του συζύγου της και η σύζυγος του πρώτου την παρακράτησαν στην κατοικία της, προβαίνοντας σε βιαιοπραγία εναντίον της, ενώ είχε ήδη διαγνωστεί ως καρκινοπαθής. Μόλις έγινε γνωστή η επιθυμία της να διαζευχθεί το σύζυγό της, η Αιτήτρια αρ. 1 και η οικογένειά της δέχθηκε προσβολές και κατηγορίες για πορνεία. Δήλωσε πως διαθέτει σχετικά έγγραφα από τις αστυνομικές αρχές τα οποία αποδεικνύουν τους τραυματισμούς της. Ο σύζυγός της επιπλέον δεν αποστέλλει χρήματα προς υποστήριξη της κόρης τους, με αποτέλεσμα την αντιμετώπιση δυσκολιών τόσο από την ίδια όσο και από την κόρη της. Η Αιτήτρια αρ.1 εξήγησε πως απειλείται, διαθέτει όλα τα υβριστικά και απειλητικά σε βάρος της μηνύματα, ενώ έχει επίσης απευθυνθεί στις αστυνομικές αρχές. Ενώ βρισκόταν σε θεραπεία, η οικογένεια του συζύγου της επιτίθετο σε βάρος της, απειλώντας την με την εισαγωγή της σε λίστα απαγόρευσης και με το τέκνο της, προκειμένου να αποσύρει τις καταγγελίες.

 

Ισχυρίζεται πως ο σύζυγός της ενώπιον του Δικαστηρίου στο Ιράν την έχει κατηγορήσει πως δε γαλουχεί την κόρη τους με τις ισλαμικές αξίες, ενώ εξαναγκάζει την τελευταία να φέρει hijab παρά την απροθυμία της. Η Αιτήτρια αρ. 1 αναφέρει ακόμα πως ο σύζυγός της την παρεμπόδιζε από την επικοινωνία με την οικογένειά της και τα προσφιλή της πρόσωπα. Δηλώνει ακόμα πως απειλεί της αδελφή της Αιτήτριας άρ.1, με την οποία δεν της επέτρεπε να διατηρεί επαφή (ερυθρό 1-2 διοικητικού φακέλου).

 

Κατά την προφορική της συνέντευξη στις 21/01/2022, και σε σχέση με την κατάσταση της υγείας της, η Αιτήτρια αρ.1 δήλωσε ότι έπασχε από καρκίνο του θυρεοειδή το 2019, λαμβάνοντας ακόμα φαρμακευτική αγωγή για την ως άνω ασθένεια. Σε σχέση με την πατρική της οικογένεια, εξήγησε πως η μητέρα της διαμένει στην Τεχεράνη, ο πατέρας της διαμένει στο Βόρειο Ιράν, ενώ η αδελφή της διαμένει στη Δημοκρατία. Διατηρεί καθημερινή επαφή με την οικογένειά της. Είναι έγγαμη, μητέρα ενός τέκνου. Δε διατηρεί επαφή με το σύζυγό της, ο οποίος βρίσκεται στο Ιράν, ωστόσο ο τελευταίος βρίσκεται σε επικοινωνία με το τέκνο τους. Ως προς τη μόρφωσή της ανέφερε πως έλαβε εκπαίδευση επί δεκαέξι έτη, ενώ ως προς την εργασιακή της εμπειρία δήλωσε ότι έχει εργαστεί ως δασκάλα αγγλικής γλώσσας. Ως τόπο τελευταίας διαμονής της στη χώρα δήλωσε την Τεχεράνη. Εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής, καταφθάνοντας από την Τεχεράνη στη Λάρνακα μέσω Ντουμπάι.

 

Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της, η Αιτήτρια  αρ. 1 εξήγησε πως από τις απαρχές του έγγαμου βίου της δεχόταν ενδοοικογενειακή βία. Ο σύζυγός της δεν της επέτρεπε να έχει επαφή με τους γονείς ή άλλους συγγενείς της, την απειλούσε με διαζύγιο ή εγκατάλειψη, ενώ εξύβριζε την ίδια και την οικογένειά της. Η Αιτήτρια  περιέγραψε την πρώτη τους συζυγική διένεξη, επόμενες διενέξεις τους καθώς και τις ατυχείς της εγκυμοσύνες εξαιτίας της μεταχείρισης την οποία υφίστατο. Περιέγραψε ακόμα την καταπίεση την οποία βίωνε από το σύζυγό της προκειμένου να αποκοπεί από την οικογένειά της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της στην Αιτήτρια αρ. 2.

 

Η Αιτήτρια αρ. 1 περιέγραψε ακόμα τις σκηνές οι οποίες έλαβαν χώρα το 2016 οπότε και αποφάσισε να εγκαταλείψει το σύζυγό της. H Αιτήτρια επέστρεψε στην κατοικία των γονέων της, τους οποίους ενημέρωσε για την κακοποιητική συμπεριφορά την οποία βίωνε, ενώ ο σύζυγός της μετά τις αρχικές απειλές τις οποίες εξαπέλυσε, παρακάλεσε την Αιτήτρια για επιστροφή της στη συζυγική κατοικία. Η ίδια ανέφερε πως εξαναγκάστηκε από όλους στην επιστροφή αυτή, διευκρινίζοντας αργότερα πως παρότι η οικογένειά της την υποστήριξε συναισθηματικά, της εξήγησαν πως ανήκουν σε μεσαία κατώτερη τάξη και δεν είναι σε θέση να την υποστηρίξουν οικονομικά, συμβουλεύοντάς την να επιστρέψει στο σύζυγό της.

 

Η οικογένειά της δεν τη συνέδραμε με τις διαδικασίες του διαζυγίου, ενώ η αδελφή της την προέτρεψε να ακολουθήσει διαδικασίες διαζυγίου, διευκρινίζοντας ότι δεν είναι δυνατό να στηριχθεί στη συνδρομή της. Η οικογένειά της, ακόμα, δεν επιθυμούσε η Αιτήτρια αρ.1 να φέρει το στίγμα της διαζευγμένης. Τρεις μήνες αργότερα οι βιαιοπραγίες εναντίον της ξεκίνησαν και πάλι. Περιέγραψε ακόμα σκηνή κατά την οποία η κόρη της ήταν μάρτυρας της βιαιοπραγίας εναντίον της. Κατά το τέλος του επεισοδίου, κλήθηκε η αστυνομία από το σύζυγό της και την οικογένειά του, ενώ την ίδια ημέρα νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρικό ίδρυμα, με το θεράποντα ιατρό της να θεωρεί ότι όλη η νοσηλεία της συνιστά συνωμοσία προκειμένου ο σύζυγός της να αποκτήσει την κηδεμονία της Αιτήτριας αρ. 2, και να αποκτήσει διαζύγιο χωρίς να καταβάλει οποιαδήποτε διατροφή στην Αιτήτρια αρ.1.

 

 Έπειτα από το συμβάν, ο σύζυγός της την απείλησε ότι εάν δε συνεχίσει να διαμένει μαζί του, θα της επιτεθεί με οξύ στο πρόσωπο. Έπειτα από συμβουλή ιατρών και συμβούλου γάμου, και καθώς γνώριζε την επιθυμία της Αιτήτριας αρ. 1 να ανατραφεί η Αιτήτρια αρ.2 μακριά από το Ιράν, αποφασίστηκε το ταξίδι των Αιτητριών στη Δημοκρατία. Το 2018 η Αιτήτρια αρ. 1 ξυλοκοπήθηκε από το σύζυγό της ενώ βρισκόταν στη Δημοκρατία. Το 2019, ενώ είχε επιστρέψει στο Ιράν, διαγνώστηκε με καρκίνο στο θυρεοειδή. Την επομένη της διάγνωσης ξυλοκοπήθηκε από τον αδελφό του συζύγου της και τη δική του σύζυγο, συμβάν για το οποίο υπέβαλε καταγγελίες τις οποίες αναγκάστηκε να αποσύρει προκειμένου να είναι δυνατή η επιστροφή της στη Δημοκρατία. Ο λόγος προς τούτο ήταν ότι επιθυμούσαν τη διάζευξη της Αιτήτριας αρ.1 και την απόκτηση της κηδεμονίας της Αιτήτριας αρ.2 από τον πατέρα της, εξαιτίας ζηλοφθονίας. Επιθυμούσαν ακόμα έπειτα από περίοδο δύο ετών να προσέλθουν οι ίδιοι στη Δημοκρατία.

 

Έπειτα από την εγχείρησή της, η Αιτήτρια αρ.1, επέστρεψε στη Δημοκρατία, χωρίς να έχει μεταβεί ξανά στο Ιράν, εξαιτίας του φόβου για τη ζωή της και του φόβου της ότι θα χάσει την επιμέλεια της κόρης της. Εξήγησε πως στο οικογενειακό δίκαιο του Ιράν το δικαίωμα επιμέλειας καθώς και το δικαίωμα διάζευξης ανήκει στο σύζυγο. Εξήγησε ακόμα πως δεν έχει υποβάλει καταγγελία κατά του συζύγου της, καθώς η στάση των αρχών είναι η υποχρέωση υπακοής στο σύζυγο. Όσες φορές, έπειτα των συγκρούσεών τους, ο σύζυγος της Αιτήτριας αρ. 1 καλούσε τις αρχές, προκειμένου να παρεμποδίσουν την τελευταία από εγκατάλειψη της κατοικίας τους, η Αιτήτρια εξιστορούσε τη μεταχείριση την οποία υφίστατο, με τις αρχές να τη συμβουλεύουν να παραμείνει στο γάμο της. Πιστεύει ότι οι αρχές κατέγραφαν αναφορά βάσει των λεγόμενων του συζύγου της ότι δεν είναι υπάκουη σε αυτόν, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η έξοδός της από την κατοικία. Κατά την αντίληψή της, πρόθεση ήταν να δημιουργηθεί αρχείο εναντίον της περί της μη υπακοής στο σύζυγό της.

 

Σε περίπτωση επιστροφής της στο Ιράν, δήλωσε πως φοβάται ότι θα χάσει την κόρη της, δε θα μπορέσει να λάβει διαζύγιο και θα εξαναγκαστεί να διαμείνει με το σύζυγό της, εκτεθειμένη στην ίδια μορφή κακομεταχείρισης. Έχει εκκινήσει διαδικασία διεκδίκησης χρηματικού ποσού ως προικώου, στην οποία τη βοηθούν οι γονείς της. Στη Δημοκρατία η Αιτήτρια αρ.1 έχει την κηδεμονία της Αιτήτριας αρ. 2, αν και ο πατέρας της δεύτερης έχει αποπειραθεί να τη θέσει εκτός λίστας απαγόρευσης (stop-list). Κατά το έτος 2020 έλαβε μήνυμα από Δικαστήριο της Τεχεράνης ότι οφείλει να παραβρεθεί σε Δικαστήριο, καθώς ο σύζυγός της την κατηγόρησε για ανυπακοή. Από όσο την ενημέρωσε ο δικηγόρος τον οποίο προσέλαβε, η δίκη σχετιζόταν με τις κατηγορίες εναντίον της για ανυπακοή καθώς και για την κηδεμονία του τέκνου τους. Η απόφαση του πρώτου βαθμού ήταν υπέρ της, ωστόσο, η δευτεροβάθμια απόφαση παραχώρησε την επιμέλεια της Αιτήτριας αρ. 2 στον πατέρα της. Ο σύζυγός της ήταν δυνατό πλέον να έχει δεύτερη σύζυγο, ενώ η Αιτήτρια δε δικαιούτο πλέον επιδόματα.

 

Η Αιτήτρια αρ.1 έχει καταγγείλει το σύζυγό της στις αρχές της Δημοκρατίας το 2020, λόγω της αποστολής απειλητικών μηνυμάτων έπειτα από την άρνησή της να ταξιδέψει στο Ιράν μετά τη βιαιοπραγία την οποία υπέστη. Έχει εξηγήσει πως λάμβανε απειλές μέχρι το 2021, ενώ στη συνέχεια τον απέκλεισε από τη δυνατότητα κλήσης. Έκτοτε λαμβάνει απειλές προφορικά, καθώς ο σύζυγός της έχει επικοινωνία με την Αιτήτρια αρ.2. Σε σχέση με την καθυστέρηση υποβολής αιτήματος ασύλου, δήλωσε ότι δεν ήταν αυτή η πρόθεσή της, ενώ θεωρούσε πως θα ήταν δυνατός ο χειρισμός των ζητημάτων της μέσω ιδιώτη δικηγόρου.

 

Η Αιτήτρια αρ.1 προσκόμισε πιστοποιητικά εκπαίδευσης της ιδίας (ερυθρό 47-51 διοικητικού φακέλου), πιστοποιητικό γέννησης της Αιτήτριας αρ.2 (ερυθρό 52-53 διοικητικού φακέλου), έγγραφα σχετιζόμενα με τη δικαστική διένεξη της Αιτήτριας αρ.1 και του A. P. ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου της Λάρνακας και διάταγμα του ως άνω Δικαστηρίου (ερυθρά 54, 87-88, 101-102, 109 διοικητικού φακέλου), επιστολή απόρριψης άδειας διαμονής της Αιτήτριας αρ.1 εκδοθείσα από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (ερυθρό 55 διοικητικού φακέλου), βεβαίωση καταγγελίας θύματος εκ μέρους της Αιτήτριας αρ.1 εκδοθείσα από τον Αστυνομικό Σταθμό Λάρνακας εκδοθείσας στις 22/06/2020, έγγραφα τα οποία εμπεριέχονται στο διοικητικό φάκελο (ερυθρά 57-62), αντίγραφο διαβατηρίου του A. P. (ερυθρό 63 διοικητικού φακέλου), Πιστοποιητικό Εγγραφής Ακίνητης Ιδιοκτησίας του A. P. (ερυθρό 64-65), ληχθείσα άδεια διαμονής της Αιτήτριας αρ. 1 (ερυθρό 66-67), ένορκες δηλώσεις του A. P. ότι επιτρέπει στην Αιτήτρια αρ.2 να διαμένει με την Αιτήτρια αρ.1 και να ταξιδεύει με αυτήν σε οποιαδήποτε τοποθεσία (ερυθρό 70-71), έγγραφο φοίτησης της Αιτήτριας αρ. 2 σε δημοτικό σχολείο στη Δημοκρατία (ερυθρό 89 διοικητικού φακέλου), έγγραφα σχετιζόμενα με τη διεκδίκηση εκ μέρους της Αιτήτριας αρ.1  χρηματικού ποσού ως προικώου και αίτηση αυτής προκειμένου να απαγορευθεί στον A. P. η έξοδος από τη χώρα (ερυθρά 90-100, 103-105), φωτογραφίες από γυναικείο σώμα στο οποίο διαφαίνονται μώλωπες και σχισμές (ερυθρά 106-108), έγγραφο το οποίο υπάρχει αμετάφραστο εντός του διοικητικού φακέλου (ερυθρό 111-112) και τέλος βεβαίωση ορκωτού μεταφραστή (ερυθρό 110).

 

Αξιολόγηση από την Υπηρεσία Ασύλου

Ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος επί της ταυτότητας, του υποβάθρου και της χώρας καταγωγής των Αιτητριών, ο δεύτερος ως προς την κακομεταχείριση την οποία η Αιτήτρια αρ.1 υπέστη από το σύζυγό της και την οικογένειά του, ο δε τρίτος ως προς την αδυναμία της Αιτήτριας να λάβει διαζύγιο στο Ιράν. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς κρίθηκε πως στοιχειοθετείται τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία αυτού. Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός περί κακομεταχείρισης της Αιτήτριας από το σύζυγό της και την οικογένειά του έγινε επίσης αποδεκτός, καθώς κρίθηκε πως στοιχειοθετείται τόσο η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία αυτού.

 

Εντούτοις, συγκεκριμένα περιστατικά κακομεταχείρισης δεν κρίθηκαν αληθή καθότι δεν παρατέθηκαν με τον απαιτούμενο βαθμό σαφήνειας ή συνέπειας. Πιο συγκεκριμένα, η ύπαρξη απειλών σε βάρος της Αιτήτριας αρ.1 στη Δημοκρατία, η νοσηλεία της και οι επισκέψεις της αστυνομίας στην κατοικία της Αιτήτριας κρίθηκαν ως μη στοιχειοθετηθέντα περιστατικά.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής οι οποίες κρίθηκε ότι βρίσκονται σε συμφωνία με τις δηλώσεις της Αιτήτριας αρ. 1 περί ενδοοικογενειακής βίας, εντός του πλαισίου  των πολιτισμικών και κοινωνικών αντιλήψεων σε βάρος των γυναικών στο Ιράν. Παρατέθηκε ακόμα χωρίο του Αστικού Κώδικα του Ιράν σχετικά με τα έξοδα διαβίωσης της διαζευγμένης γυναίκας και ειδικά σε περίπτωση διάζευξης λόγω ‘ανυπακοής της συζύγου’.

 

Σε σχέση με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι η Αιτήτρια δεν κατόρθωσε να λάβει διαζύγιο στο Ιράν, αυτός έτυχε απόρριψης. Αξιολογήθηκαν ως μη συνεπείς οι δηλώσεις της Αιτήτριας ότι ως γυναίκα δεν έχει δικαίωμα διάζευξης με τις δηλώσεις της ότι το 2016 κατέφυγε κρυφά στην πατρική της οικογένεια, ζητώντας τη συνδρομή τους προκειμένου να διαζευχθεί, με τους τελευταίους να αρνούνται εξαιτίας του στίγματος που συνοδεύει τις διαζευγμένες γυναίκες. Η απάντηση προς τούτο κρίθηκε επίσης μη συνεκτική (ερυθρό 73 2Χ διοικητικού φακέλου).  Επιπλέον, με ασυνεπή τρόπο κρίθηκε ότι αναφέρθηκε στις πληροφορίες τις οποίες η μητέρα της της παρείχε ως προς την ύπαρξη οικογενειακού δικαστηρίου, ενώ ως ασαφείς κρίθηκαν οι δηλώσεις της σε σχέση με τις πληροφορίες τις οποίες έλαβε από το εν λόγω δικαστήριο.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα βάσει των οποίων οι γυναίκες αντιμετωπίζουν διάκριση, μεταξύ άλλων, ως προς τα ζητήματα του διαζυγίου. Βάσει αυτών οι γυναίκες είναι ικανές να διεκδικήσουν διαζύγιο μέσω των δικαστηρίων, παρότι πρόκειται για διαδικασία μακρά, περίπλοκη και η οποία αντιμετωπίζεται ως επαίσχυντη. Παρατέθηκαν ακόμη πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με τους όρους απόκτησης διαζυγίου εκ μέρους των ανδρών και των γυναικών. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε.

 

Προβαίνοντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των δύο ουσιωδών ισχυρισμών οι οποίοι έγιναν αποδεκτοί, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν σε διαφορετικό σημείο ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής θα βρεθεί αντιμέτωπη με κίνδυνο κακομεταχείρισης η οποία εξικνείται σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη, χωρίς να διευκρινίζεται αν η διαπίστωση αφορά την Αιτήτρια 1 ή 2 (φαίνεται ωστόσο να αφορά την Αιτήτρια αρ.1) και σε τελικό σημείο πως προκύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται πως σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας, χωρίς να διευκρινίζεται αν η διαπίστωση αφορά την Αιτήτρια αρ.1 ή την Αιτήτρια αρ.2, στη χώρα καταγωγής προκύπτει εύλογη πιθανότητα αυτή να εκτεθεί σε κίνδυνο κακομεταχείρισης η οποία θα εξικνείτο σε επίπεδα δίωξης ή πραγματικής βλάβης.

 

Σε σχέση με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι την κακομεταχείριση την οποία η Αιτήτρια υπέστη από το σύζυγό της, αξιολογήθηκε ότι αυτή θα είναι σε θέση να διεκδικήσει διαζύγιο από το σύζυγό της, βάσει των παρατιθέμενων πηγών. Σε σχέση με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, αξιολογήθηκε ότι η Αιτήτρια είναι γυναίκα με μόρφωση και επαγγελματική εμπειρία ως εκπαιδευτικός, η οποία απολαμβάνει οικονομική στήριξη από την οικογένεια και την αδελφή της. Aξιολογήθηκε επιπλέον, ότι η Αιτήτρια έχει ήδη προσλάβει δικηγόρο προκειμένου να διεκδικήσει το προικώο μερίδιό της. Υπόψιν λήφθηκε ακόμα ότι οι γονείς της Αιτήτριας την υποστήριξαν συναισθηματικά κατά τη διαδικασία λήψης διαζυγίου, ενώ η μητέρα της της υπέδειξε την επίσκεψη σε συγκεκριμένο οικογενειακό δικαστήριο. Συναξιολογήθηκε εξάλλου η δυνατότητα της Αιτήτριας να λάβει διαζύγιο, καθώς παρά το μακροχρόνιο των διαδικασιών, η ίδια εργάζεται και διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο. Υπόψιν λήφθηκε ακόμα ότι επέστρεψε στο Ιράν το 2019 χωρίς να αναφέρει οποιοδήποτε περιστατικό μεταξύ της ιδίας και του συζύγου της, ενώ εν συνεχεία υπέβαλε αίτηση για παροχή καθεστώτος διεθνούς προστασίας όταν το αίτημά της για προσωρινή άδεια διαμονής απορρίφθηκε.

 

Σε σχέση με την κακομεταχείριση την οποία υπέστη από τον αδελφό του συζύγου της και τη σύζυγο του πρώτου, αξιολογήθηκε πως η Αιτήτρια αρ.1 ήταν αυτή η οποία απέσυρε τις εις βάρος τους κατηγορίες. Σε σχέση με το φόβο της Αιτήτριας αρ.1 ότι ο σύζυγός της θα λάβει την κηδεμονία του τέκνου τους, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής οι οποίες καταδεικνύουν ότι έπειτα από την ηλικία των επτά ετών η κηδεμονία των παιδιών αυτομάτως μεταφέρεται στον πατέρα. Ωστόσο, είναι δυνατή η αμφισβήτηση τούτου, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να κρίνει επί τη βάσει των βέλτιστων συμφερόντων του τέκνου. Βάσει των πληροφοριών αυτών, η μητέρα σε γενικές γραμμές είναι δυνατό να κερδίσει την κηδεμονία των τέκνων μόνο σε περίπτωση απουσίας του πατέρα ή του πατρικού πάππου. Η μητέρα είναι δυνατό να επιλεγεί ως κηδεμόνας σε περίπτωση που ο φυσικός κηδεμόνας δε δρα προς τα βέλτιστα συμφέροντα του τέκνου. Λήφθηκε υπόψιν ότι η κηδεμονία της Αιτήτριας αρ.2 κατά το δεύτερο βαθμό δόθηκε στον πατέρα της, ωστόσο δεδομένης της έλλειψης οποιασδήποτε αναφοράς περιστατικού βίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας αρ.2 και δεδομένου ότι το σχετικό ζήτημα κηδεμονίας θα επιλυθεί από το αρμόδιο δικαστήριο  κρίθηκε πως δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα η Αιτήτρια αρ.2 να εκτεθεί σε κακομεταχείριση η οποία απολήγει σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

Ενόψει της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής, κρίθηκε πως δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης ή κατάστασης που απολήγει σε αδιάκριτη χρήση βίας, η οποία θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή των Αιτητριών ως αμάχων. Καταληκτικά, κρίθηκε ότι η Αιτήτρια, χωρίς, επαναλαμβάνεται, να διευκρινίζεται αν πρόκειται για την Αιτήτρια αρ.1 ή αρ.2, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής θα βρεθεί αντιμέτωπη με κίνδυνο κακομεταχείρισης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής. Κατά το στάδιο της νομικής ανάλυσης, κρίθηκε πως δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας στο πλαίσιο του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου αλλά ούτε και στο πλαίσιο του άρθρου 15 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ για την Αναγνώριση, το οποίο έχει μεταφερθεί στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 19(1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ισχυρισμοί/Στοιχεία κατά τη δικαστική διαδικασία

Κατά τη δικαστική διαδικασία, η Αιτήτρια αρ. 1  καταγράφει στο δικόγραφο της προσφυγής ότι ενίσταται κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. Δεν είναι δυνατή η επιστροφή της στη χώρα καταγωγής, εξαιτίας προβλημάτων με το σύζυγό της ο οποίος απειλεί να τη δολοφονήσει με ρίψη οξέος. Επιπλέον, ο σύζυγός της επιθυμεί να απομακρύνει την κόρη τους, η οποία βρίσκεται στη Δημοκρατία, από την Αιτήτρια. Επαναλαμβάνει ότι η ασφάλειά της διακυβεύεται σε περίπτωση επιστροφής της στο Ιράν. Mε τη γραπτή της αγόρευση η Αιτήτρια αρ.1 ανέφερε ότι από την αρχή του έγγαμου βίου της έχει υποστεί βασανισμό, ύβρεις και κακομεταχείριση από το σύζυγό της και την οικογένειά του. Ανέφερε πως παρακολουθείται από ιατρούς για ζητήματα σχετικά με την κατάθλιψη και το άγχος. Η ίδια δεν ήταν σε θέση να διεκδικήσει διαζύγιο με το σύζυγό της, ωστόσο ο σύζυγός της την απειλούσε με ρίψη οξέος στο πρόσωπό της και την κακοποιούσε σωματικά. Κατά το έτος 2016 αποφάσισε να εγκαταλείψει το σύζυγό της και να διαμείνει στην κατοικία των γονέων της, ωστόσο, ο σύζυγός της την απειλούσε με φυλάκιση για ανυπακοή συζύγου. Η Αιτήτρια αρ.1 δηλώνει την απροθυμία που έτρεφε για επιστροφή στο σύζυγό της. Όταν επέστρεψε, η οικογένεια του συζύγου της κατόρθωσε τον εγκλεισμό της για μία εβδομάδα σε ψυχιατρείο. Συγκεκριμένος ψυχίατρος ο οποίος την επισκέφθηκε αποφάνθηκε το τέλος της νοσηλείας, ενώ την ενημέρωσε πως ο σύζυγός της υπέβαλε καταγγελία στο οικογενειακό δικαστήριο. Την ενημέρωσε ακόμα πως ο άνδρας της πάσχει από σαδομαζοχισμό, ασθένεια για την οποία χρειάζεται να λάβει φαρμακευτική αγωγή.

 

Το 2017, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας αρ.1 κατόρθωσε να εισέλθει στη Δημοκρατία μαζί με την Αιτήτρια αρ.2, το 2018, ωστόσο, ξεκίνησε να βιαιοπραγεί ξανά κατά της Αιτήτριας. Το 2019 η ίδια διαγνώστηκε με καρκίνο, ενώ την επομένη ο αδελφός του συζύγου της Αιτήτριας αρ.1 και η σύζυγος αυτού βιαιοπράγησαν κατά της πρώτης. Η ίδια υπέβαλε καταγγελία στις αρχές, ωστόσο απειλήθηκε ότι δε θα είναι δυνατή η επιστροφή της στη Δημοκρατία και πως θα της αφαιρεθεί η κηδεμονία της κόρης της. Εξαιτίας της απειλής αυτής της απέσυρε τις καταγγελίες. Τα όσα αναφέρει πιστοποιούνται με φωτογραφίες από τα σημάδια τα οποία φέρει. Από το καλοκαίρι του 2020, δεν επιθυμούσε την επιστροφή της στο Ιράν, φοβούμενη για τη ζωή της ιδίας και της κόρης της. Αναφέρει ακόμα πως δε θα ήθελε η κόρη της να βιώσει όσα αυτή ως Ιρανή γυναίκα.

 

 Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ( πρακτικά ημερομηνίας 16/12/2022) η Αιτήτρια αρ.1 δήλωσε ότι δεν έχει λάβει διαζύγιο, ενώ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη νομοθεσία, ο σύζυγός της θα αναλάβει την κηδεμονία του τέκνου της σε περίπτωση διαζυγίου. Επανέλαβε ότι έχει προβεί σε καταγγελία σε βάρος του συζύγου της στη Δημοκρατία.

 

Ενώπιον του Δικαστηρίου (πρακτικά ημερ. 30/01/2023), προσκομίστηκε έγγραφο καταγγελίας παραπόνου όπου ως ενάγουσα καταγράφεται η Αιτήτρια και ως εναγόμενοι οι Α.Π. και X.Τ., καθώς και έγγραφο το οποίο φέρεται εκδοθέν από το Οικογενειακό Δικαστήριο Τεχεράνης όπου ως θύτης καταγράφεται ο Π. Π., ως θύμα η Αιτήτρια και δίδει εντολή για επιμέλεια του πατέρα, καθώς και από κοινού άσκηση των καθηκόντων και δικαιωμάτων των μερών. Προσκομίστηκε ακόμα βεβαίωση καταγγελίας θύματος εκδοθείσα από την Αστυνομία της Δημοκρατίας όπου αναφέρεται η καταγγελία στην οποία η Αιτήτρια αρ.1 προχώρησε στις 07/05/2023 για τα αδικήματα της επίθεσης με σωματική βλάβη, κοινή επίθεση, ψυχολογική βία. Η Αιτήτρια αρ.1 δήλωσε ότι κατά τον Ιανουάριο του 2023 ο σύζυγός της προέβαινε σε απειλές σε βάρος της, ενώ κατήγγειλε στην αστυνομία πως κακοποιεί τη θυγατέρα τους, Αιτήτρια αρ.2, με αποτέλεσμα να κληθεί να παρουσιαστεί στις αρχές.  

 

Κατά τις διευκρινίσεις ημερομηνίας 20/6/2023, η Αιτήτρια αρ.1 δήλωσε πως ο σύζυγός της έχει προβεί σε αίτηση διαζυγίου σε βάρος της, με πρόφαση ότι διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση στο Ιράν, παρόλα αυτά την ενοχλεί ενόσω βρίσκεται στη Δημοκρατία. Εξήγησε πως ο λόγος προς τούτο είναι η προσπάθειά του να αποκτήσει την κηδεμονία του τέκνου τους. Σε περίπτωση επιστροφής της εξέφρασε το φόβο ότι ο σύζυγός της θα πραγματοποιήσει την απειλή του, επιτιθέμενος σε βάρος της. Θεωρεί ακόμα πως θα φυλακιστεί εξαιτίας των αποδείξεων τις οποίες ο σύζυγός της προσκόμισε περί διατήρησης σχέσεων με άλλους άνδρες και των όσων η ίδια δημοσιεύει για την ελευθερία των γυναικών και ενδεχομένως διαταχθεί η φυλάκισή της. Δήλωσε πως οι γονείς της είναι μεγάλης ηλικίας και δεν μπορούν να την προστατεύσουν, ενώ δεν έχει προστασία από άλλα πρόσωπα ή άλλο υποστηρικτικό δίκτυο.

 

Ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, όπως αυτή καθορίζεται από το άρθρο 11(3) του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, ως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, θα προχωρήσω σε έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας της υπό εξέταση απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής τα γεγονότα και νομικά ζητήματα τα οποία την περιβάλλουν.

 

Κρίση Δικαστηρίου επί της προσβληθείσας απόφασης υπό το φως του συνόλου των ισχυρισμών/στοιχείων που έχουν προβληθεί

Σε σχέση με την πραγματοποιηθείσα από τον αρμόδιο λειτουργό της EUAA συνέντευξης, επισημαίνω καταρχάς ότι παρότι αυτός προέβη σε ερωτήσεις σχετικά με τον πυρήνα του αιτήματος της Αιτήτριας αρ.1, δεν έθεσε κανένα ερώτημα σχετικά με την Αιτήτρια αρ.2. και σχετικά με δικό της φόβο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής. Η παράλειψη αυτή έλαβε μάλιστα χώρα, παρότι η Αιτήτρια αρ.1 είχε ήδη αναφέρει από την καταγραφή του αιτήματός τους (ερυθρό 2 διοικητικού φακέλου) ότι τόσο η ίδια όσο και η κόρη της έχουν δεχθεί ενδοοικογενειακή βία και σωματική, συναισθηματική και λεκτική βια/κακοποίηση.

 

Σε σχέση με την αιτιολογία της επίδικης απόφασης προχωρώ στις κατωτέρω επισημάνσεις. Παρατηρώ καταρχάς ότι ενώ ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός έχει γίνει αποδεκτός, υπάρχουν εντός αυτού ισχυρισμοί περί πραγματικών περιστατικών οι οποίοι δεν έχουν γίνει αποδεκτοί. Η μεθοδολογία αυτή αποδεικνύεται προβληματική, δεδομένου ότι όπως προβλέπει και ο οδηγός της πρώην ΕΥΑΑ, «στο τέλος κάθε αξιολόγησης αξιοπιστίας κάθε ουσιώδης ισχυρισμός οφείλει να κατηγοριοποιείται ως αποδεχθείς ή απορριπτέος, το οποίο προϋποθέτει ότι ο χειριστής κατέληξε σε ένα σαφές συμπέρασμα επί κάθε ουσιώδους ισχυρισμού».[1] Η μεθοδολογία αυτή είχε ως λογική συνέπεια ότι κατά την αξιολόγηση των ανωτέρω περιστατικών στο πλαίσιο του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού δεν λήφθηκε υπόψιν η ιδιότητα της Αιτήτριας ως θύματος ενδοοικογενειακής βίας, ιδιότητα η οποία έγινε αποδεκτή κατά την αξιολόγηση του ίδιου ουσιώδους ισχυρισμού. Η ευαλωτότητα αιτητή είναι δυνατό να επηρεάσει τον τρόπο και το βαθμό στον οποίο αναμένεται να συνεργαστεί και να στοιχειοθετήσει την αίτηση του για διεθνή προστασία[2], επηρεάζοντας ενδεχομένως το επίπεδο της εσωτερικής της συνοχής, της επάρκειας των πληροφοριών και της ευλογοφάνειας[3] με την οποία οι ισχυρισμοί του παρατίθενται. Στην ίδια παράλειψη προχώρησαν και κατά την αξιολόγηση του σχηματισθέντος ως τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού.

 

Επισημαίνω ακόμα την ύπαρξη αντιφατικής αιτιολογίας στην έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ενόψει των διαφορετικών κρίσεων του περί της αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας σε διαφορετικά σημεία της έκθεσης. Ενδεικτικά αναφέρω, πως καίτοι κατά την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού κρίθηκε πως «η Αιτήτρια με συνέπεια και συγκεκριμένα δήλωσε ότι εξέφρασε τη βούλησή της να διαζευχθεί» (ερυθρό 130 διοικητικού φακέλου), κατά την αξιολόγηση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού κρίθηκε ότι «χωρίς συνέπεια η Αιτήτρια δήλωσε ότι το 2016 επισκέφθηκε μυστικά την κατοικία των γονέων της […] και εξέφρασε την επιθυμία της να διαζευχθεί το σύζυγό της», αποδεχόμενος τελικά κατά την αξιολόγηση κινδύνου ότι οι γονείς της τη στήριξαν συναισθηματικά όταν θέλησε να διαζευχθεί (ερυθρό 125 διοικητικού φακέλου).

 

 Αντίστοιχα, παρότι κατά την αξιολόγηση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ασυνεπή τη δήλωση της Αιτήτριας πως η μητέρα της τη συμβούλευσε να επισκεφθεί το Οικογενειακό Δικαστήριο Vanak (ερυθρό 127 διοικητικού φακέλου), κατά την αξιολόγηση κινδύνου αποδέχθηκαν ότι η μητέρα της Αιτήτριας αρ.1 της παρείχε τη συγκεκριμένη συμβουλή (ερυθρό 125 διοικητικού φακέλου)

 

Οφείλω ακόμα να παρατηρήσω την ύπαρξη εσφαλμένης αιτιολόγησης, εξαιτίας της παράθεσης αντιφατικών αιτιολογιών στο σώμα της εισήγησης του αρμόδιου λειτουργού για έναν πρόσθετο λόγο. Πράγματι, παρότι ολοκληρώνοντας την αξιολόγηση κινδύνου ο λειτουργός καταλήγει στο συμπέρασμα περί ύπαρξης εύλογης πιθανότητας η Αιτήτρια, χωρίς να διευκρινίζεται αν τούτο αφορά την Αιτήτρια αρ.1 ή την Αιτήτρια αρ.2, να εκτεθεί σε πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης (ερυθρό 123 διοικητικού φακέλου), πουθενά κατά τη νομική του ανάλυση δεν επεξηγεί για ποιο λόγο δεν είναι δυνατή η υπαγωγή της στα άρθρα 3(1) και 19(1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.  Κατά τη νομική ανάλυση, υπάρχει απλή παράθεση των άρθρων, η οποία δε συνοδεύεται από καμία συγκεκριμένη αιτιολόγηση σε σχέση με το λόγο για τον οποίο η Αιτήτρια δεν ενδέχεται να υποστεί πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης και δεν εμπίπτει στα ανωτέρω άρθρα, παρά τα προηγούμενα συμπεράσματα του λειτουργού περί εύλογης πιθανότητας προς τούτο.

 

Επιπλέον, κατά το στάδιο αξιολόγησης κινδύνου, παρατηρώ ότι παρότι οι Καθ΄ων η αίτηση είχαν ήδη κάνει δεκτό τον ισχυρισμό της Αιτήτριας αρ.1 περί κακοποίησής της από το σύζυγό της και την οικογένειά του, δεν εξέτασαν ως όφειλαν το ενδεχόμενο να υποστεί κακομεταχείριση σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα της, ενώ εκκρεμούσε η αίτηση διαζυγίου.  Σύμφωνα με το άρθρο 18(4) του περί Προσφύγων Νόμου:

«(4) Το γεγονός ότι ο αιτητής έχει ήδη υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη ή άμεσες απειλές τέτοιας δίωξης ή βλάβης αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι είναι βάσιμος ο φόβος του αιτητή ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, εκτός εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να πιστεύει κάποιος ότι η εν λόγω δίωξη ή η σοβαρή βλάβη δεν θα επαναληφθεί.».

 

Το στοιχείο αυτό δεν φαίνεται να αξιολογήθηκε από τους Καθ’ων η αίτηση στο βαθμό που έπρεπε, δεδομένου του αποδεκτού δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού. Μόνο το γεγονός ότι η Αιτήτρια δικαιούται να προβεί σε διάζευξη από τον σύζυγό της, δεν μπορεί από μόνο του να στοιχειοθετήσει ότι η εν λόγω σοβαρή βλάβη που ήδη είχε υποστεί η Αιτήτρια στο παρελθόν δεν θα επαναληφθεί.  Εξάλλου, παρότι οι Καθ’ων η Αίτηση αποδέχθηκαν ότι οι διαδικασίες διαζυγίου είναι μακρόχρονες, δεν διερεύνησαν κατά πόσον στο μεσοδιάστημα μεταξύ της επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής και της επίτευξης της διάζευξης μεταξύ τους, η Αιτήτρια ενδεχομένως υποστεί βλάβη και/ή επίθεση από το σύζυγό ή την οικογένεια του και/ή κατά πόσον οι αρχές της χώρας της μπορούν να της παρέχουν προστασία από τέτοιο ενδεχόμενο. 

 

Λαμβάνω υπόψιν μου ότι το χρονικό διάστημα των δύο μηνών και δύο εβδομάδων (ερυθρό 74 διοικητικού φακέλου) για το οποίο η Αιτήτρια επέστρεψε στο Ιράν προκειμένου να λάβει αντικαρκινική θεραπεία, λήφθηκε υπόψιν από τους Καθ’ ων η αίτηση προκειμένου να καταδειχθεί η ανυπαρξία οποιουδήποτε κινδύνου για την Αιτήτρια. Επισημαίνω όμως ότι το μικρό χρονικό διάστημα των δύο μηνών και δύο εβδομάδων σε συνάρτηση με το λόγο που επέστρεψε η Αιτήτρια στη χώρα της, δεν ήταν ενδεικτικό για την μεταχείριση που ενδεχομένως τύχει η Αιτήτρια με την επιστροφή της ούτε συνιστά «βάσιμο λόγο» για να θεωρηθεί πως οι κακοποιητικές πράξεις σε βάρος της Αιτήτριας αρ.1 δε θα επαναληφθούν.  Εν πάση περιπτώσει, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, όπως οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν αποδεχθεί, διαπράχθηκε ξυλοδαρμός της Αιτήτριας αρ.1 από την οικογένεια του συζύγου της, χωρίς οποιαδήποτε ένσταση ή παρέμβαση του συζύγου της υπέρ της ίδιας.

 

Ειδικά σε σχέση με την κακοποίησή της από τους συγγενείς του  συζύγου της, οι Καθ’ ων η αίτηση στο στάδιο αξιολόγησης του κινδύνου δεν εξηγούν κατά ποιο τρόπο η απόφαση της Αιτήτριας αρ.1 να αποσύρει τις καταγγελίες σε βάρος τους, σηματοδοτεί την ύπαρξη βάσιμων λόγων να πιστεύεται ότι οι σε βάρος της πράξεις κακομεταχείρισης δε θα επαναληφθούν. Η αιτιολόγηση αποδεικνύεται πλημμελής, ιδίως λαμβάνοντας υπόψιν την παράθεση πληροφοριών στο πλαίσιο του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι υφίστανται νομικές διατάξεις εισάγουσες διακρίσεις, οι οποίες οξύνουν τον κίνδυνο ενδοοικογενειακής βίας για τις γυναίκες (ερυθρό 128 διοικητικού φακέλου).

 

Παρατηρώ ακόμα ότι καμία αναφορά δε λαμβάνει χώρα στο βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, παρότι η Αιτήτρια αρ.2 είναι ανήλικη. Πράγματι, παρά τη σχετική υποχρέωση η οποία πηγάζει, μεταξύ άλλων, και από το πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 24 (2) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης), οι Καθ’ ων δεν έχουν προβεί σε καμία σχετική αξιολόγηση. Σύμφωνα με το Γενικό Σχόλιο της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού Νο 14 (2003), «η αιτιολόγηση μίας απόφασης οφείλει να καταδεικνύει ότι το δικαίωμα [το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού] έχει ρητά ληφθεί υπόψιν»[4].

 

Λόγω των ανωτέρω πλημμελειών η προσβαλλόμενη απόφαση καθίσταται παράνομη λόγω ελλιπούς και/ή λανθασμένης αιτιολογίας και παραβίασης της υποχρέωσης της διοίκησης να προβαίνει σε δέουσα έρευνα πριν την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης. 

 

Ουσιαστική εξέταση του αιτήματος των Αιτητριών από το Δικαστήριο

Ενόψει όμως του γεγονότος ότι το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εξετάσει πλήρως τα γεγονότα και νομικά ζητήματα που διέπουν την προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 11(3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 173(Ι)/18), ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ, τουλάχιστον κατά τις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (βλ. άρθρο 46(3) της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, απόφαση του ΔΕΕ, C406/18,  PGημερ. 5/12/19), θα προχωρήσω στην πλήρη εξέταση όλων των γεγονότων της παρούσας προσφυγής, ώστε να αποφασίσω κατά πόσον θα τροποποιήσω την επίδικη απόφαση.

 

Σε σχέση με τον πρώτο και δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, οι οποίοι έγιναν αποδεκτοί από τους Καθ’ων η Αίτηση, υπενθυμίζω  τη θέση του Δικαστηρίου ως εκφράστηκε στην απόφασή μου υπ’ αριθ. 7397/21 υπόθεση,  ND v. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 09/05/2023, « […] τίθεται σε ισχύ η αρχή της απαγόρευσης της χειροτερεύσεως (reformation in peius), σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί κατ' αρχήν το δικαστήριο να χειροτερεύσει τη θέση του προσφεύγοντος, εφόσον το δικαίωμα προσφυγής χορηγείται από τον νόμο για την προστασία του.  Η απαγόρευση αυτή απορρέει από την ίδια την έννοια και τον σκοπό της προσφυγής και ισχύει ακόμα και όταν δεν προβλέπεται ρητώς από τον νόμο (βλ. Π.Δ. Δαγτόγου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», έκτη έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, σελ. 638-639)  και το δικαστήριο δεν μπορεί να ακυρώσει ευνοϊκό τμήμα της πράξεως που δεν προσβάλλεται με την προσφυγή

 

Αξιολόγηση αξιοπιστίας ισχυρισμών της Αιτήτριας αρ.1 (εσωτερική και εξωτερική)

Σε σχέση με τα περιστατικά κακομεταχείρισης και κλήσεις των αρχών τα οποία η Αιτήτρια αρ. 1 κατ’ ισχυρισμό βίωσε κατά το 2016 και ενώ βρισκόταν στη χώρα καταγωγής, υπενθυμίζω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψιν την ιδιότητα της Αιτήτριας ως θύματος ενδοοικογενειακής βίας, της οποίας η αφήγηση τραυματικών περιστατικών ενδέχεται να επηρεάζεται από την ιδιότητά της αυτή. Οι Καθ’ ων αξιολόγησαν αρνητικά το γεγονός ότι η Αιτήτρια αρ.1 δεν ήταν σε θέση να ονοματίσει τον αριθμό των επισκέψεων της αστυνομίας στην κατοικία τους προκειμένου να παρεμποδιστεί η διαφυγή της. Παρατηρώ, ωστόσο, ότι τα εν λόγω περιστατικά έλαβαν χώρα το 2016 (ερυθρό 84 1Χ διοικητικού φακέλου), με αποτέλεσμα να είναι εύλογο η Αιτήτρια να μην είναι σε θέση να προβεί σε επακριβή προσδιορισμό. Την ίδια στιγμή η Αιτήτρια παρέθεσε συγκεκριμένες λεπτομέρειες ως προς τις προσπάθειές της να διαφύγει, αναφέροντας ενδεικτικά την απαγόρευση χρήσης αποσκευών την οποία ο σύζυγός της επέβαλε, καθώς και την υπόδειξη εκ μέρους του στις αρχές των αντικειμένων τα οποία η Αιτήτρια αρ.1 προετοίμαζε για την αποχώρησή της (ερυθρό 84 2Χ διοικητικού φακέλου).

 

Υπήρξε εξάλλου ακριβής και συγκεκριμένη ως προς τα όσα ανέφερε στην αστυνομία (ερυθρό 83 1Χ διοικητικού φακέλου), ενώ η απάντησή της, αντίθετα με την κρίση των Καθ’ ων, υπήρξε συνεκτική ως προς τη στάση της αστυνομίας, η οποία αποθάρρυνε την απομάκρυνσή της. Εξίσου συγκεκριμένη η Αιτήτρια υπήρξε ως προς την καταγραφή των αναφορών εκ μέρους της αστυνομίας (ερυθρό 83 1Χ, 2Χ διοικητικού φακέλου). Θεωρώ εξίσου εύλογο, ενόψει της παρόδου μακρού χρονικού διαστήματος, η Αιτήτρια να μην είναι σε θέση να απαντήσει εάν η λέξη ανυπακοή αναφερόταν στο περιεχόμενο του μηνύματος το οποίο έλαβε το 2020, είναι δε επαρκές ότι ήταν σε θέση να προσδιορίσει το περιεχόμενο της δίκης το οποίο ακολούθησε και στο οποίο τέθηκε το ζήτημα της ανυπακοής της και της επιμέλειας της κόρης της (ερυθρό 82 2Χ διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση εξάλλου με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρατηρώ ότι σύμφωνα με την αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για το 2016, ήτοι χρονολογία κατά την οποία τα γεγονότα έλαβαν χώρα, «οι αρχές θεωρούσαν την κακοποίηση στην οικογένεια ιδιωτικό ζήτημα».[5] Καλύπτοντας τα γεγονότα του 2016, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε ότι ο Ανώτατος Αρχηγός εξέδωσε εθνικές πολιτικές επί οικογενειακών ζητημάτων οι οποίες μεταξύ άλλων αφορούσαν μείωση των διαζυγίων και μεγαλύτερη συμμόρφωση με τους παραδοσιακούς έμφυλους ρόλους. Οι ως άνω πολιτικές αναφέρεται ότι «ήγειραν ανησυχίες» για περαιτέρω περιθωριοποίηση των γυναικών θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας και αυξημένη πίεση να συμφιλιωθούν με τους κακοποιητές τους.[6]

 

Αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας αναδεικνύει επίσης το ζήτημα της μη επέμβασης των αρχών, αναφέροντας ότι «η αστυνομία και οι δικαστές συχνά θεωρούν τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας ως εσωτερικά οικογενειακά ζητήματα και ενδέχεται να είναι απρόθυμοι να επέμβουν. Όταν μία καταγγελία λάβει χώρα, η αστυνομία τυπικά θα ενθαρρύνει τα μέρη να συμφιλιωθούν και το θύμα να επιστρέψει στον κακοποιητή του».[7]

Κατά τα παραπάνω, ο ισχυρισμός περί περιστατικών κακοποίησης της Αιτήτριας αρ.1 και κλήσης της αστυνομίας από το σύζυγό της το 2016 οφείλει επίσης να γίνει αποδεκτός.

 

Αντίστοιχα πρέπει να αξιολογηθεί και το περιστατικό νοσηλείας της Αιτήτριας αρ.1 σε ψυχιατρικό νοσοκομείο. Παρατηρώ καταρχάς ότι η Αιτήτρια αρ.1 έχει αναφερθεί με εξαιρετική ακρίβεια στις περιστάσεις οι οποίες προηγήθηκαν της εισαγωγής της στο ίδρυμα, περιγράφοντας τις σκηνές οι οποίες εκτυλίχθηκαν και ονοματίζοντας τα παρόντα πρόσωπα (ερυθρό 84 1Χ διοικητικού φακέλου).  Θετικές ενδείξεις της αξιοπιστίας του ισχυρισμού έχουν εξάλλου εντοπίσει και οι Καθ’ ων η αίτηση (ερυθρό 131 διοικητικού φακέλου). Ειδικά ως προς την προσπάθεια πρόκλησης ασφυξίας εκ μέρους του συζύγου της δεν υπάρχει οποιαδήποτε ασυνέπεια. Πράγματι με συνέπεια αναφέρθηκε στην απόπειρα του τέως συζύγου της (ερυθρό 36 1Χ, 84 1Χ διοικητικού φακέλου), ενώ σαφώς δήλωσε πως η οικογένεια κάλεσε το ασθενοφόρο προκειμένου να την παγιδεύσει (ερυθρό 36 1Χ διοικητικού φακέλου) και όχι επειδή ο σύζυγός της αποπειράθηκε να της προκαλέσει ασφυξία, αντίθετα με τα όσα αναφέρουν οι Καθ’ ων η αίτηση (ερυθρό 131 διοικητικού φακέλου).

 

Όπως έκριναν και οι Καθ’ ων η αίτηση, η Αιτήτρια αναφέρθηκε με συνεπή τρόπο στην εισαγωγή της στο ίδρυμα καθώς και στη λήψη αγωγής εκ μέρους της, εξαιτίας της οποίας απώλεσε την ικανότητα ομιλίας (ερυθρό 36 1Χ διοικητικού φακέλου). Υπήρξε εξίσου ικανή να παραθέσει το διάστημα για το οποίο παρέμεινε νοσηλευόμενη (ερυθρό 34 3Χ διοικητικού φακέλου), καθώς και να παραθέσει χρονικά την επίσκεψη του ιατρού στο δωμάτιό της (ερυθρό 36 1Χ διοικητικού φακέλου). Εξίσου συγκεκριμένη και ακριβής υπήρξε ως προς τη συζήτηση η οποία έλαβε χώρα με τον ιατρό της, τη διάγνωσή του και την υπόθεσή του επί του σχεδίου του συζύγου της (ερυθρό 79 2Χ διοικητικού φακέλου).  Ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο θεράπων ιατρός της Αιτήτριας υπέθεσε το σχέδιο του συζύγου της, δεδομένου του ότι η Αιτήτρια βρισκόταν υπό ισχυρή αγωγή και πρόκειται για υπόθεση τρίτου προσώπου, θεωρώ επαρκή την εξήγησή της ότι στις συναντήσεις με το σύζυγό της ο θεράπων διέγνωσε τον τελευταίο με σαδομαζοχιστικές τάσεις (ερυθρό 33 1Χ διοικητικού φακέλου), αφού εξάλλου διέγνωσε την ίδια με διαταραχή εξαιτίας της συμπεριφοράς και κακοποίησης που υπέστη (ερυθρό 33 1Χ διοικητικού φακέλου).  Όπως έκριναν και οι Καθ’ ων η αίτηση, η Αιτήτρια υπήρξε συνεπής ως προς τους λόγους για τους οποίους δεν επισκέφθηκε κάποιον ιατροδικαστή, ενώ, περαιτέρω, ενόψει του ότι η Αιτήτρια δεν κατέχει εξειδικευμένες νομικές ή διοικητικές γνώσεις, δε θεωρώ ότι όφειλε να γνωρίζει ποιο συγκεκριμένα ιατροδικαστή όφειλε να επισκεφθεί ή εάν θα ήταν δυνατό να απευθυνθεί στον ιατροδικαστή στον οποίο απευθύνθηκε το 2019 (ερυθρό 79 3Χ διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, επισημαίνω ότι σε συμφωνία με τις δηλώσεις της Αιτήτριας, ανευρέθηκε το Iranian Psychiatric Hospital, εξειδικευμένο ψυχιατρικό νοσοκομείο, το οποίο βρίσκεται στην Τεχεράνη.[8]

 

Κατόπιν της στοιχειοθέτησης τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού της Αιτήτριας, αυτός οφείλει να γίνει αποδεκτός.

 

Σχετικά με το περιστατικό κακομεταχείρισης το οποίο η Αιτήτρια αρ.1 ανέφερε ότι βίωσε από το σύζυγό της ενώ βρισκόταν στη Δημοκρατία και τις απειλές τις οποίες δέχεται από αυτόν ενώ βρίσκεται στη Δημοκρατία, λαμβάνω επίσης υπόψιν ότι η Αιτήτρια συνιστά θύμα ενδοοικογενειακής βίας και αναφέρεται σε τραυματικά περιστατικά. Στο πλαίσιο αυτό, όπως έκριναν και οι Καθ’ ων η αίτηση, παρατηρώ ότι η Αιτήτρια υπήρξε συνεπής ως προς την εξιστόρηση του περιστατικού κακοποίησης κατά το 2018. Η Αιτήτρια υπήρξε εξαιρετικά συγκεκριμένη ως προς την περιγραφή του περιστατικού, αναφερόμενη τόσο στην έναρξή του όσο και στην κλιμάκωσή του (ερυθρό 74 1Χ διοικητικού φακέλου). Εξίσου συνεπής υπήρξε επίσης ως προς την άσκηση βίας σε βάρος της (ερυθρό 74 2Χ, 3Χ διοικητικού φακέλου), καθώς και στη συνδρομή την οποία δέχθηκε από περίοικο πρόσωπο (ερυθρό 36 2Χ, 74 2Χ διοικητικού φακέλου). Ειδικά σε σχέση με τις απειλές τις οποίες η Αιτήτρια αρ.1 ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ότι εξακολουθεί να δέχεται, οι Καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψιν ότι η Αιτήτρια αρ.1 δεν έχει πλέον η ίδια επικοινωνία με τον τέως σύζυγό της και τις συγκεκριμένες κατηγορίες και απειλές λαμβάνει δια μέσου της ανήλικης κόρης της. Στο πλαίσιο αυτό, κρίνω ότι η Αιτήτρια έθεσε με συγκεκριμένο τρόπο το χρονοδιάγραμμα των απειλών τις οποίες δέχθηκε (ερυθρό 75, 1Χ διοικητικού φακέλου). Υπήρξε επίσης αρκετά συγκεκριμένη ως προς το περιεχόμενο των απειλών τις οποίες έλαβε η ίδια προσωπικά, ονοματίζοντας τα πρόσωπα της οικογένειάς της ως αποδέκτες και αναφορές του συζύγου της σε πράξεις παρακολούθησης της Αιτήτριας (ερυθρό 75 1Χ διοικητικού φακέλου).

 

Εξίσου συγκεκριμένη, λαμβάνοντας υπόψιν ότι έλαβε γνώση μέσω της ανήλικης θυγατέρας της, υπήρξε η Αιτήτρια και σε σχέση με τις κατηγορίες τις οποίες ο τέως σύζυγός της εξαπέλυσε εναντίον της, κατηγορώντας την για πορνεία και αναφέροντας επίσης με συγκεκριμένο τρόπο εκφράσεις τις οποίες ο ανωτέρω χρησιμοποιεί (ερυθρό 75, 3Χ διοικητικού φακέλου). Ο ισχυρισμός της άλλωστε αποδεικνύεται συνεπής με τα όσα ανέφερε και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου περί συνέχισης των απειλών έναντί της εκ μέρους του τέως συζύγου της.

 

Ειδικά σε σχέση με την καθυστερημένη υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας εκ μέρους της Αιτήτριας αρ.1, επισημαίνω, όπως και οι Καθ’ ων η αίτηση, ότι, πράγματι, η καθυστέρηση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας ενδέχεται να συνιστά αρνητικό δείκτη αξιοπιστίας του ισχυρισμού (βλ. στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ενδεικτικά την υπόθεση Edward Escandaz v. Κυπριακής Δημοκρατίας,                                      1673/2010, ημερ. 4/7/2013). Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψιν την υποχρέωση εξέτασης των ενδείξεων υπό το φως του συνόλου[9], κρίνω ότι η καθυστέρηση υποβολής αιτήματος συνιστά μεμονωμένο αρνητικό δείκτη αξιοπιστίας του ισχυρισμού, με τις λοιπές δηλώσεις της Αιτήτριας αρ.1 να έχουν παρατεθεί κατά τρόπο συνεπή, συνεκτικό, ευλογοφανή και με επαρκή βαθμό λεπτομέρειας.

Στο πλαίσιο εξάλλου της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, παρατηρώ ότι η Αιτήτρια έχει προσκομίσει καταγγελία της, ημερ. 22/06/2020 στο Αστυνομικό Τμήμα Λάρνακας, για απειλές τις οποίες έχει δεχθεί. Το συγκεκριμένο δημόσιο έγγραφο βρίσκεται σε συμφωνία με τις δηλώσεις της Αιτήτριας αρ.1 ότι δέχεται απειλές από τον τέως σύζυγό της από το καλοκαίρι του 2020.

 

Κατά τα ανωτέρω, ο ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας αρ.1 περί κακοποίησής της από τον τέως σύζυγό της ενώ βρισκόταν στη Δημοκρατία, καθώς και την ύπαρξη απειλών εναντίον της, οφείλει να γίνει αποδεκτός, καθώς στοιχειοθετείται τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία αυτού.

 

Σε σχέση με το σχηματισθέντα ως τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, περί αδυναμίας της Αιτήτριας αρ.1 να προβεί σε έκδοση διαζυγίου, επισημαίνω ότι σύμφωνα με τις δηλώσεις της κατά την παρούσα διαδικασία, ο σύζυγός της έχει ήδη εκδώσει διαζύγιο στο μεσοδιάστημα. Ενόψει της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, το στοιχείο αυτό λαμβάνεται υπόψιν από το Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση του αιτήματος της Αιτήτριας.

 

Παρά την μεταβολή σε σχέση με το διαζύγιο που έλαβε τελικά ο σύζυγος της Αιτήτριας αρ.1, θα προβώ σε αξιολόγηση της αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας, στο πλαίσιο εξέτασης της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας. Σημειώνω ότι οι Καθ’ ων  δέχθηκαν ότι η Αιτήτρια υπήρξε συνεπής και συγκεκριμένη ως προς την έκφραση της βούλησής της να διαζευχθεί και αποδέχθηκαν ότι οι γονείς της Αιτήτριας αρ.1 υπήρξαν συναισθηματικά υποστηρικτικοί προς αυτήν  όταν εξέφρασε την πρόθεσή της αυτήν, με τη μητέρα της να τη συμβουλεύει να επισκεφθεί συγκεκριμένο οικογενειακό δικαστήριο (ερυθρό 125 διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια αρ.1 εξάλλου υπήρξε συγκεκριμένη ως προς τις δηλώσεις της περί οικονομικής αδυναμίας της οικογένειάς της να την υποστηρίξει, παρά τη συναισθηματική υποστήριξη, και την πρόθεσή της να αποτρέψει το στιγματισμό ως «διαζευγμένης» (ερυθρό 32 2Χ). Υπήρξε εξάλλου συνεπής ως προς την έλλειψη πρόθεσης της ιδίας να επιστρέψει στο σύζυγό της, με την οικογένειά της να τη συμβουλεύει προς την αντίθετη κατεύθυνση (ερυθρά 32 3Χ, 80 2Χ διοικητικού φακέλου). Λαμβάνω εξίσου υπόψιν την αναφορά στα συναισθήματα που της προκάλεσε η αδυναμία της να διαζευχθεί, ενδεικτικά της βιωματικής περιγραφής στην οποία προέβη (ερυθρό 74 3Χ διοικητικού φακέλου).

 

Βάσει εξάλλου εξωτερικών πηγών πληροφόρησης, κατέστη δυνατή η εξεύρεση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Vanak.[10] Επίσης υφίσταται, όπως θα παρατεθεί και κατωτέρω, στιγματισμός των διαζευγμένων γυναικών από την κοινωνία του Ιράν.[11] Οι πηγές εξάλλου τις οποίες έχουν χρησιμοποιήσει οι Καθ’ ων η αίτηση αποδεικνύουν το μακρόχρονο των διαδικασιών διαζυγίου στο Ιράν.

 

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η Αιτήτρια αρ.1 ισχυρίστηκε και προσκόμισε στοιχεία σε σχέση με την εντέλει έκδοση διαζυγίου από το σύζυγό της, με τεθείσα την εναντίον της κατηγορία περί σύναψης εξωσυζυγικής σχέσης.  Σε σχέση με την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, επισημαίνω ότι η Αιτήτρια εξήγησε επαρκώς ενώπιόν μου ότι ο σύζυγός της προέβη σε κατηγορία σε βάρος της με κατασκευασμένα στοιχεία για μοιχεία. Εξήγησε ακόμα ότι σκοπός του προς τούτο, ήταν να αποδείξει ότι εξαναγκάστηκε σε σωματική κακοποίηση της Αιτήτριας αρ.1, λόγω μοιχείας. Παρότι δεν παρατέθηκαν επαρκείς πληροφορίες επί του εν λόγω ισχυρισμού, οι εν λόγω πληροφορίες βρίσκονται σε συνοχή με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας περί της κακής σχέσης την οποία διατηρούσε με τη σύζυγό της, ενώ δεν ανευρίσκω κανένα δείκτη αναξιοπιστίας του ισχυρισμού, ιδίως δε της αληθοφάνειας αυτού.

 

Ειδικά σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, επισημαίνω ότι βάσει πληροφοριών,  και συγκεκριμένα  βάσει πηγής της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Δανίας, σε περίπτωση μοιχείας εκ μέρους της συζύγου, ο σύζυγος μπορεί να συγκεντρώσει πληροφορίες επί της σχέσης, προκειμένου να προβεί σε αίτηση διαζυγίου, και σε τέτοια περίπτωση η σύζυγος δε θα αποκτούσε κάποια ή όλα από τα περιουσιακά της δικαιώματα όπως κατάτμηση των περιουσιακών στοιχείων ή ακόμα τη γαμιαία της μερίδα (marriage portion), που δικαιούται σε άλλες περιπτώσεις διαζυγίου με πρωτοβουλία του συζύγου.[12]

 

Υπενθυμίζω σχετικά ότι όπως έχει ήδη εξηγήσει η Αιτήτρια έχει προβεί σε διεκδίκηση της γαμιαίας μερίδας της (ερυθρό 18 διοικητικού φακέλου), με αποτέλεσμα να φαίνεται εύλογο ότι προς άμυνά του ο σύζυγος της Αιτήτριας αρ.1 προέβη σε αίτηση διαζυγίου για μοιχεία, με αποτέλεσμα να μην υποχρεωθεί να παράσχει στην Αιτήτρια αρ.1 την κληρονομική της μερίδα.

 

Ως προς τον παρόντα ισχυρισμό, διαπιστώνω ότι βάσει του άρθρου 13 (4) του Περί Προσφύγων Νόμου, «Ο Προϊστάμενος κατά τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (3), δίδει στον αιτητή το ευεργέτημα της αμφιβολίας, νοουμένου ότι ο αιτητής έχει υποβάλει όλα τα διαθέσιμα απ΄αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος.».  Όπως καταγράφεται στο Εγχειρίδιο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, (η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου): «Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει όμως να δίνεται μόνον όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους» (Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, εκδ. ΣΤ’, 2009, παρ. 204).

 

Ενόψει του ότι η γενική αξιοπιστία της Αιτήτριας αρ.1, όπως παρουσιάζεται από την αποδοχή του συνόλου των ισχυρισμών της, έχει στοιχειοθετηθεί, η ίδια έχει προσκομίσει όλες τις διαθέσιμες σε αυτήν αποδείξεις επί του αιτήματός της, όπως προκύπτει από την προσκόμιση των εγγράφων (ερυθρά 47-71, 87-112 διοικητικού φακέλου), τα οποία έχουν αξιολογηθεί και με κανένα τρόπο δεν έχουν αμφισβητηθεί από τους Καθ’ ων η αίτηση, κανένας δε αρνητικός δείκτης αξιοπιστίας του ισχυρισμού δεν έχει εντοπιστεί, θεωρώ ότι η θέση της Αιτήτριας ως προς τον τρόπο έκδοσης του διαζυγίου και τον λόγο που καταγράφεται σε αυτόν γίνεται αποδεκτή, εφαρμόζοντας το ευεργέτημα της αμφιβολίας.[13]

 

 

Αξιολόγηση κινδύνου

Θα προχωρήσω στη συνέχεια σε αξιολόγηση κινδύνου, προκειμένου να διαπιστώσω εάν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας επί τη βάσει των αποδεδεγμένων ισχυρισμών και στοιχείων, υπό το φως όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης. Το Δικαστήριο θα προβεί σε ανασκόπηση των περιστάσεων οι οποίες επικρατούν στη χώρα καταγωγής καθώς και της συμπεριφοράς των φορέων της δίωξης.[14] Προς διαπίστωση του βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης, οφείλει να διερευνηθεί εάν «οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων δίωξης.» (ΔΕΕ, Υ, Ζ, C-71/11 και 99/11, ημερ. 05/09/2011, παρ.76).

 

Στο πλαίσιο αυτό, θα προχωρήσω αρχικά σε παράθεση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, οι οποίες κρίνονται σχετικές με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, όπως έγιναν δεκτοί από το Δικαστήριο.

 

Σχετικές με το αίτημα της Αιτήτριας πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής της

Ως προς τη γενικότερη μεταχείριση των γυναικών, οι περισσότερες πηγές υποδεικνύουν την πατριαρχική κουλτούρα στη χώρα καταγωγής.[15] Το Ιράν παραμένει μία από τις χώρες οι οποίες δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών.[16] Όπως αναφέρει η έρευνα της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Φινλανδίας, στις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών συμβάλλει «η ανδροκρατούμενη και συντηρητική δομή της διακυβέρνησης της χώρας».[17] Σύμφωνα με αναφορά του Ειδικού Απεσταλμένου Javaid Rehman για την κατάσταση ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Ιράν, οι πατριαρχικές αξίες και οι μισογυνιστικές συμπεριφορές διαποτίζουν μεγάλο αριθμό εκφάνσεων της οικογενειακής ζωής στο Ιράν[18], ενώ παρά τα βήματα τα οποία λήφθηκαν προς την ισότητα των φύλων, εξήγησε ότι οι «έμφυλες διακρίσεις επιμένουν στη νομοθεσία, την πρακτική και τις κοινωνικές πεποιθήσεις».[19]

 

Ειδικά ως προς τη βία κατά των γυναικών, παλαιότερη αναφορά του Ειδικού Απεσταλμένου των Ηνωμένων Εθνών για τη Βία ενάντια στις Γυναίκες, ανέφερε ότι η έμφυλη βία στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν «είναι βαθιά ριζωμένη» στην ανισότητα των φύλων, η οποία υποστηρίζεται και διαιωνίζεται από δύο αλληλοσυνδεόμενους παράγοντες. Πρώτο τέτοιο παράγοντα συνιστούν οι πατριαρχικές αξίες και αντιλήψεις οι οποίες βασίζονται στην ανδρική υπεροχή, ενώ δεύτερο συνιστούν οι θεσμικές δομές οι οποίες υποστηρίζονται από το κράτος και βασίζονται σε ερμηνείες θρησκευτικών αρχών, τις οποίες χαρακτήρισε «έμφυλα προκατειλημμένες» και «σκληροπυρηνικές».[20] Παρότι, σύμφωνα με την ίδια αναφορά, το επίσημο ιδεολογικό υπόβαθρο του κράτους σε ζητήματα φύλου στηρίζεται στην τιμή και στην αξιοπρέπεια των γυναικών, η ίδια ιδεολογία έχει εξυπηρετήσει στην «υφιστάμενη θέση των γυναικών, στη διάκριση έναντι τους και στην υποβολή τους σε βία». Επιπλέον, έχει συντελέσει στην αποσιώπηση όσων αψηφούν τα ανωτέρω και στην επιβολή της συμμόρφωσης.[21]

 

Ειδικά ως προς τη μεταχείριση των διαζευγμένων γυναικών, υποδεικνύεται η ύπαρξη στίγματος προς αυτές. Πρόσφατη έρευνα του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας υποδεικνύει ότι η διάζευξη μεταξύ συζύγων γίνεται αντιληπτή ως προσβολή της τιμής.[22]

 

Όπως εξηγεί ποιοτική έρευνα σχετικά με τη μετάνοια των γυναικών έπειτα από το διαζύγιο στο Ιράν, οι παραδοσιακές κοινωνίες, με τη θετική αποτίμηση του γάμου και της ιδιότητας του έγγαμου, αποδοκιμάζουν την αλλαγή της έγγαμης προσωπικής κατάστασης, το οποίο οδηγεί σε κοινωνικό στιγματισμό των διαζευγμένων γυναικών. Στην κοινωνία του Ιράν οι γυναίκες ορίζονται στο πλαίσιο της οικογένειας, με την ύπαρξη συζύγου και τέκνων. Ως εκ τούτου, η αλλαγή της κατάστασης αυτής μέσω διαζυγίου θα συνοδεύεται με κάποιου είδους περιθωριοποίηση από την κοινωνία και στιγματισμό.[23] Οι συμμετέχουσες στην έρευνα υπέδειξαν το στιγματισμό ως βασικό ζήτημα το οποίο αντιμετωπίζουν, με τους άνδρες να τις αντιμετωπίζουν ως αντικείμενα σεξουαλικής ικανοποίησης στο οικογενειακό και εργασιακό περιβάλλον καθώς και κατά τη διάρκεια δικαστικών διαδικασιών και τις γυναίκες να θεωρούν ότι επιχειρούν την αποπλάνηση των συζύγων αυτών.[24] Η στιγματοποίηση των διαζευγμένων γυναικών τις καθιστά ακόμα στόχο ακατάλληλων προτάσεων γάμου, όπως προσωρινού γάμου και κρυφού γάμου με έγγαμους ή προβληματικούς άνδρες. Η ύπαρξη τέκνων και η ηλικία της γυναίκας μειώνει ακόμα περισσότερο τις πιθανότητές της για επόμενο γάμο.[25]

 

Παλαιότερη έρευνα της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Φινλανδίας υποδεικνύει ότι το διαζύγιο θεωρείται ως επαίσχυντο και οι παραδοσιακές κοινότητες το αποφεύγουν με κάθε κόστος. Παρότι στα μάτια του νόμου οι διαζευγμένες από κοινού με τις χηρεύσασες θεωρούνται οι περισσότερο αυτόνομες των γυναικών, οι διαζευγμένες γυναίκες γενικά καθίστανται εξαρτημένες από την οικογένειά τους.[26]

 

Ειδικά ως προς τις σχέσεις εκτός γάμου, βάσει του άρθρου 225 και 226 της νομοθεσίας του Ιράν, η μοιχεία τιμωρείται με θάνατο δια λιθοβολισμού[27]. Η ποινή που επιφέρει είναι του είδους ‘hadd[28], ποινές δηλαδή των οποίων το είδος και η εμβέλεια καθορίζονται από το νόμο του Ισλάμ και θεωρούνται ότι έχουν καθοριστεί από το Θεό, και για το λόγο αυτό δεν είναι δυνατό να μετατραπούν ή να δοθεί χάρη από δικαστή.[29] Σε περίπτωση που η εκτέλεση δια λιθοβολισμού δεν είναι δυνατή, υπό προϋποθέσεις είναι δυνατό τα εμπλεκόμενα πρόσωπα να καταδικαστούν σε θανατική ποινή δια απαγχονισμού, άλλως ο καθένας αυτών θα καταδικάζεται σε εκατό μαστιγώματα.[30]

 

Η απόδειξη της μοιχείας απαιτεί τέσσερις αυτόπτες μάρτυρες ή την ομολογία του κατηγορούμενου τέσσερεις φορές, οπότε και είναι δυνατή η μετατροπή της ποινής του θανάτου δια λιθοβολισμού σε θάνατο δια απαγχονισμού. Ωστόσο, εφόσον η μοιχεία αποδειχθεί με τη γνώση του δικαστή (elm-e-qazi), η ποινή του λιθοβολισμού μετατρέπεται σε εκατό μαστιγώσεις.[31] Όπως εξηγεί στην αναφορά της για τη θανατική ποινή στο Ιράν το 2022 η ΜΚΟ Iran Human Rights, «όταν δεν υπάρχει ομολογία ή μαρτυρική κατάθεση σε μία υπόθεση, ο δικαστής είναι δυνατό να αποφανθεί βάσει της γνώμης του αποκλειστικά, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στη νομοθεσία και τους κώδικες».[32] Η ίδια αναφορά καταγράφει περιστατικά αυθαίρετης εφαρμογής της «γνώσης του δικαστή».[33]

 

Σχετικά με την εν τοις πράγμασι εφαρμογή της νομοθεσίας, οι αρχές δε δημοσιεύουν επίσημα στατιστικά στοιχεία[34] και οι τιμωρίες συχνά εφαρμόζονται με κρυφό τρόπο.[35] Σύμφωνα με αναφορά της Γενικής Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών προς το Συμβούλιο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων με περίοδο αναφοράς 11 Ιουνίου 2021 έως και 20 Μαρτίου 2022, κατά την ως άνω περίοδο η θανατική ποινή εφαρμόστηκε για κατηγορίες οι οποίες περιελάμβαναν μεταξύ άλλων τη μοιχεία.[36] Σε αναφορά του Ειδικού Απεσταλμένου για την κατάσταση των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, Javaid Rehman, αναφέρεται ότι αν και δεν εφαρμόζεται τα πρόσφατα χρόνια, η τιμωρία θανάτου δια λιθοβολισμού για μοιχεία παραμένει στον Ποινικό Κώδικα.[37]

 

Δημοσίευμα της αγγλόφωνης ιστοσελίδας «The New Arab»,  η οποία ασχολείται με νέα και επίκαιρες εξελίξεις από τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική και πέρα αυτών[38], υποδεικνύει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο του Ιράν επικύρωσε θανατική ποινή επιβληθείσα σε βάρος δύο προσώπων για μοιχεία.[39] Σύμφωνα με δημοσίευμα του The Iran Wire, συνεργατικής ιστοσελίδας πληροφόρησης αποτελούμενης από επαγγελματίες Ιρανούς δημοσιογράφους της διασποράς και πολίτες- δημοσιογράφους εντός του Ιράν[40], το ζεύγος είχε αρχικά καταδικαστεί σε θάνατο δια λιθοβολισμού, ενώ κατ’ έφεση το Ανώτατο Δικαστήριο μετέτρεψε τις ποινές τους σε θάνατο δια απαγχονισμού.[41] Σύμφωνα με πρόσφατη αναφορά της Διεθνούς Αμνηστίας, εντός των πρώτων πέντε μηνών του 2023 ένας άνδρας εκτελέστηκε για μοιχεία εξαιτίας της σύναψης συναινετικών σεξουαλικών σχέσεων με έγγαμη γυναίκα.[42]

 

Σύμφωνα με την πρόσφατη αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας, ο λιθοβολισμός δεν είναι συνήθης, αλλά είναι δυνατό να εφαρμοστεί ως τιμωρία για τη μοιχεία. Η μέθοδος της εκτέλεσης είναι δυνατό να μεταβληθεί σε απαγχονισμό αντί λιθοβολισμού για τέτοια αδικήματα. Το Υπουργείο κατανοεί ότι ορισμένοι «σκληροπυρηνικοί» δικαστές εφαρμόζουν ακόμα την τιμωρία στους δράστες αλλά δε γνωρίζει κάποια πρόσφατα παραδείγματα.[43] Βάσει της αναφοράς του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για το 2022, οι γυναίκες «ορισμένες φορές» λάμβαναν δυσανάλογη τιμωρία για εγκλήματα όπως η μοιχεία, συμπεριλαμβανομένων θανατικών ποινών.[44]

 

Νομική ανάλυση

 

Βάσιμος φόβος δίωξης

Θα προχωρήσω στη συνέχεια, υπό το φως των ως άνω διαθέσιμων πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς των φορέων δίωξης, ώστε να κριθεί κατά πόσον υπάρχει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης. Επισημαίνω εξαρχής ότι, όπως υποδεικνύει ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, η διαπίστωση βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου έχει την έννοια ότι, παρότι μόνο η απλή πιθανότητα ή απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης δεν είναι επαρκής προς θεμελίωση αυτού, ο αιτητής δε χρειάζεται να καταδείξει την ύπαρξη ξεκάθαρης πιθανότητας δίωξης.[45] Ο εφαρμοστής του δικαίου δε χρειάζεται να είναι πεπεισμένος ως προς την ύπαρξη «σαφούς κινδύνου», αλλά ο φόβος θεωρείται βάσιμος και δικαιολογημένος ακόμα και εάν οι πιθανότητες βλάβης είναι «μικρές, αλλά διακριτές».[46]

 

Λαμβάνοντας υπόψιν, όπως έχουν αποδεχθεί και οι Καθ’ ων η αίτηση, ότι η Αιτήτρια αρ.1 έχει υποστεί πράξεις κακομεταχείρισης, βάσει του άρθρου 18 (4) του Περί Προσφύγων, πρέπει να καταδειχθεί η ύπαρξη βάσιμων λόγων να πιστεύεται ότι οι ως άνω πράξεις δε θα επαναληφθούν. Το κράτος είναι αυτό που οφείλει να παρουσιάσει σε εξατομικευμένη βάση τους «βάσιμους λόγους» για τους οποίους δε θα επαναληφθεί η δίωξη[47], κάτι το οποίο δεν έχουν πράξει εν προκειμένω οι Καθ’ ων η αίτηση. Επισημαίνω ταυτόχρονα, ότι λαμβάνοντας υπόψιν τις συνεχιζόμενες απειλές και παρενοχλήσεις σε βάρος της Αιτήτριας από τον τέως σύζυγό της, υπό το φως των πατριαρχικών αντιλήψεων της κουλτούρας του Ιράν, οι οποίες έλαβαν χώρα ακόμα και στη Κυπριακή Δημοκρατία, δε διαπιστώνω την ύπαρξη οποιουδήποτε βάσιμου λόγου μη επανάληψης των πράξεων κακομεταχείρισης σε βάρος της Αιτήτριας. Επομένως, μόνο το γεγονός ότι ο σύζυγος της Αιτήτριας αρ.2 προχώρησε σε έκδοση διαζυγίου, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως «βάσιμος λόγος» υπό την έννοια του άρθρου 18(4) του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ενόψει του ότι όπως έχει ήδη γίνει αποδεκτό, ο σύζυγος της Αιτήτριας προχώρησε σε έκδοση διαζυγίου κατηγορώντας αυτήν για μοιχεία, προκύπτει εύλογα ότι αρχές της χώρας καταγωγής της Αιτήτριας έχουν ήδη πληροφορηθεί σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό μοιχεία της Αιτήτριας. Είναι, ως εκ τούτου, εξαιρετικά πιθανό να βρεθεί αντιμέτωπη με τη σχετική κατηγορία σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής, με αποτέλεσμα να ακολουθηθούν διαδικασίες που απολήγουν σε κίνδυνο κατά της ζωής της ή της σωματικής της ακεραιότητας, σε περίπτωση καταδίκης της ενώπιον Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατεθείσες πηγές.

 

Επόμενο στάδιο της ανάλυσης συνιστά η διαπίστωση του κατά πόσο οι πράξεις στις οποίες η Αιτήτρια αρ.1 ευλόγως αναμένεται να εκτεθεί συνιστούν πράξεις αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους προκειμένου να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων βάσει του άρθρου 3Γ (1) (α) του περί Προσφύγων Νόμου. Το άρθρο 3Γ(2) του περί Προσφύγων Νόμου παραθέτει ενδεικτικό κατάλογο πράξεων δίωξης, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται πράξεις σωματικής βίας.

 

Όπως έχει αναλυθεί, η Αιτήτρια αναμένεται να εκτεθεί σε κίνδυνο ζωής καθώς και σε πράξεις σωματικής κακοποίησης, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Υπενθυμίζεται ότι τα ως άνω άρθρα συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών εκ των οποίων δε χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παρ.2 της ίδιας Σύμβασης. Το σύνολο των ανωτέρω παραβιάσεων των δικαιωμάτων της Αιτήτριας είναι εμφανές ότι ενόψει της φύσης τους θα οδηγήσουν σε δίωξη αυτής.

 

Φορέας δίωξης

Σε σχέση με τους φορείς δίωξης στην παρούσα περίπτωση, επισημαίνω ότι βάσει του άρθρου 3Α του περί Προσφύγων Νόμου στους φορείς δίωξης ή σοβαρής βλάβης συμπεριλαμβάνονται (α) το κράτος, (β) ομάδες ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος ή ουσιώδες μέρος του εδάφους του κράτους και πέραν τούτων «μη κρατικοί φορείς, εάν μπορεί να καταδειχθεί ότι οι φορείς που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), περιλαμβανομένων των διεθνών οργανισμών, δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να παράσχουν προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3Β.»

 

Ο όρος «μη κρατικός φορέας» οφείλει να ερμηνεύεται ευρέως. Το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο της Γερμανίας έχει υποδείξει ότι στον όρο συγκαταλέγονται όλοι οι μη κρατικοί φορείς χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων ιδιωτών στο μέτρο που διαπράττουν πράξεις δίωξης.[48] Στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει ήδη αναγνωριστεί η δυνατότητα περισσότερων οντοτήτων να συνιστούν ταυτόχρονα φορείς [49]. Η ικανότητα της κοινωνίας να συνιστά φορέα δίωξης έχει επίσης αναγνωριστεί νομολογιακά.[50]

 

Εν προκειμένω, φορέα δίωξης συνιστά τόσο ο σύζυγος της Αιτήτριας, ως πρόσωπο το οποίο αναμένεται ευλόγως ότι δύναται να προβεί σε περαιτέρω κακομεταχείριση της Αιτήτριας με την ανοχή των κρατικών αρχών λόγω της θέσης που έχουν τα δύο φύλα στην κοινωνία του Ιράν, όσο και οι κρατικές αρχές, οι οποίες αναμένονται ότι θα προβούν σε πράξεις κατά της ζωής ή σωματικής ακεραιότητας της Αιτήτριας λόγω της αποδιδόμενης σε αυτήν εκτός γάμου σχέσης.

 

Φορέας προστασίας

Επόμενο στάδιο της ανάλυσης συνιστά ή ύπαρξη διαθέσιμης προστασίας έναντι των πράξεων στις οποίες η Αιτήτρια αρ.1 αναμένεται να εκτεθεί, σύμφωνα με το άρθρο 3Β του περί Προσφύγων Νόμου. Το κράτος, ως εγγυητής του νόμου και της τάξης, γίνεται αντιληπτό ως κύριος φορέας προστασίας κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης και, υπό κανονικές περιστάσεις, διαθέτει τόσο την ικανότητα και την υποχρέωση προστασίας των ιδιωτών υπό τη δικαιοδοσία του.[51]

 

Παρατηρώ καταρχάς ότι η Αιτήτρια αναμένεται να εκτεθεί σε πράξεις δίωξης τόσο εκ μέρους των κρατικών αρχών όσο και εκ μέρους του πρώην συζύγου της. Σε σχέση με την προστασία της Αιτήτριας αρ.1 από τις πράξεις των κρατικών αρχών, όπως τονίζει το Εγχειρίδιο του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Δικαστική Ανάλυση σε σχέση με την Αναγνώριση Διεθνούς Προστασίας, επί των κρατικών φορέων δίωξης, «Το προοίμιο υπό (27) της Οδηγίας αναφέρει ότι ‘θα πρέπει να υπάρχει τεκμήριο ότι η αποτελεσματική προστασία δεν είναι διαθέσιμη στον αιτητή. Παρότι το προοίμιο αυτό αφορά την εσωτερική προστασία, το τεκμήριο το οποίο θέτει πρέπει να εφαρμόζεται a fortiori στην περιοχή καταγωγής του αιτητή».[52]

 

Ενόψει του ότι το κράτος είναι φορέας δίωξης αναφορικά με τον ισχυρισμό περί δίωξης της Αιτήτριας λόγω της ισχυριζόμενης εξωσυζυγικής σχέσης που προέβαλε ο σύζυγός της, δεν αναμένεται από αυτό να παρέχει οποιοδήποτε είδος προστασίας στην Αιτήτρια.  Λαμβάνω υπόψιν όχι μόνο τον τρόπο που είναι δομημένα τα ήθη και έθιμα της κοινωνίας του Ιράν αλλά και τον τρόπο που ακολουθούνται οι δικαστικές διαδικασίες και την υποκειμενικότητα που διέπει τις εν λόγω διαδικασίες.  Επίσης σημαντικό είναι να συμπεριληφθεί στο συμπέρασμα μου περί έλλειψης προστασίας από το κράτος και η πρόβλεψη συγκεκριμένων ποινών στους νόμους και τις διαδικασίες που ακολουθούνται από τις κρατικές αρχές σε περίπτωση κατηγορίας περί μοιχεία, και οι οποίες απολήγουν είτε σε απώλεια της ζωής είτε σε βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη μεταχείριση για τους καταδικασθέντες.

 

Σε σχέση με την ικανότητα και προθυμία του κράτους να προσφέρει προστασία στην Αιτήτρια αρ.1 από τις πράξεις στις οποίες ενδεχομένως εκτεθεί από τον τέως σύζυγό της, στη βάση και της προηγούμενης διαχρονικής συμπεριφοράς του προς την Αιτήτρια, επισημαίνω ότι σύμφωνα με την αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για το 2022, ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα αφορούσε την έλλειψη ουσιαστικής έρευνας και λογοδοσίας για την έμφυλη βία.[53] Όπως επισημαίνει η ίδια αναφορά, υπήρξαν καταγγελίες ότι η αστυνομία ή άλλοι κυβερνητικοί παράγοντες υποκίνησαν, διέπραξαν ή ανέχθηκαν την έμφυλη βία.[54]  Περαιτέρω, βάσει της αναφοράς του Freedom House για το έτος 2022, οι γυναίκες δεν τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης νομικά και αντιμετωπίζουν αριθμό διακρίσεων στην πράξη. Η μαρτυρία μίας γυναίκας στο Δικαστήριο, για παράδειγμα, έχει το μισό αποδεικτικό βάρος σε σχέση με ενός άνδρα.[55] Στο βιβλίο της με τίτλο «Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη στο Ιράν», η S. Maranlou αναφέρει ότι τα «σχετικά με το φύλο εμπόδια πρόσβασης στη δικαιοσύνη συνδέονται στενά με τη δυνατότητα των υπηρεσιών εφαρμογής του νόμου να παράσχουν αποτελεσματικά ένδικα βοηθήματα για τις γυναίκες. […] Φαίνεται ότι οι άνδρες έχουν ευκολότερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη από τις γυναίκες. Οι θεσμοθετημένες έμφυλες προκαταλήψεις και εισάγοντες διάκριση κανόνες διαπερνούν ιδίως τη διοίκηση της δικαιοσύνης, δημιουργώντας περισσότερα πολυεπίπεδα εμπόδια τα οποία οι γυναίκες οφείλουν να υπερβούν προκειμένου να έχουν πρόσβαση στη δικαιοσύνη».[56] Σύμφωνα με την ίδια συγγραφέα, «το νομικό σύστημα υπό τον έλεγχο έμφυλων προκαταλήψεων αποτυγχάνει στην παροχή ίσων βοηθημάτων για τις γυναίκες».[57]

 

Κατά τα παραπάνω, δεν προκύπτει η προθυμία και ικανότητα του κράτους να παρέχει στην Αιτήτρια προστασία έναντι των πράξεων στις οποίες αναμένεται να προβεί ο πρώην σύζυγός της, δεδομένου ότι το ίδιο έχει θέσει σε εφαρμογή και συντηρεί ένα σύστημα το οποίο εισάγει διακριτική μεταχείριση σε βάρος των γυναικών.

 

Λόγος δίωξης

Επόμενο στάδιο της νομικής ανάλυσης αποτελεί η διαπίστωση ενδεχόμενης σύνδεσης των πράξεων στις οποίες ευλόγως αναμένεται να εκτεθεί η Αιτήτρια αρ.1 με κάποιον από τους περιοριστικά προβλεπόμενους στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου λόγους.

 

Υπενθυμίζω ότι βάσει του άρθρου 3Δ (δ) «(δ) Η ομάδα θεωρείται ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα όταν, μεταξύ άλλων:

(i) τα μέλη της ομάδας αυτής έχουν κοινά εγγενή χαρακτηριστικά ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί ή έχουν από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση, ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει και

(ii) η ομάδα έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην οικεία χώρα, διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο.

Ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα μπορεί να περιλαμβάνει ομάδα που βασίζεται στο κοινό χαρακτηριστικό του γενετήσιου προσανατολισμού. Ο γενετήσιος προσανατολισμός δεν μπορεί να νοηθεί ότι περιλαμβάνει πράξεις που θεωρούνται αξιόποινες κατά το κυπριακό δίκαιο. Λαμβάνονται δεόντως υπόψη πτυχές συνδεόμενες με το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του φύλου, κατά τον καθορισμό της ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή τον προσδιορισμό χαρακτηριστικού αυτής της ομάδας.»

 

Ειδικά ως προς τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας και τη δυνατότητά τους να εμπίπτουν στην έννοια της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, επί της απόφασης του ΔΕΕ στην υπόθεση C-621/21 WS , ημερ. 16/01/2024,  λέχθηκε ότι:

 «41. Επιπλέον, το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, διευκρινίζει, μεταξύ άλλων, ότι «[λ]αμβάνονται δεόντως υπόψη πτυχές συνδεόμενες με το φύλο, συμπεριλαμβανόμενης της ταυτότητας του φύλου, κατά τον καθορισμό της ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή τον προσδιορισμό χαρακτηριστικού αυτής της ομάδας». Η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 30 της οδηγίας 2011/95, σύμφωνα με την οποία η ταυτότητα του φύλου μπορεί να σχετίζεται με ορισμένες νομικές παραδόσεις και έθιμα, που οδηγούν επί παραδείγματι σε ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων, υποχρεωτική στείρωση ή υποχρεωτική αποβολή.

 

42      Επιπλέον, το σημείο 30 των κατευθυντήριων οδηγιών της HCR για τη διεθνή προστασία αριθ. 1, σχετικά με τη δίωξη λόγω γένους στα πλαίσια ερμηνείας του άρθρου 1, τμήμα Α, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Γενεύης, διευκρινίζει, όσον αφορά την έννοια της «κοινωνικής ομάδας» που αναφέρεται στη σύμβαση αυτή και ορίζεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, ότι «το φύλο μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κατηγορίας της κοινωνικής ομάδας. Οι γυναίκες αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κοινωνικής υπο-ομάδας που καθορίζεται από έμφυτα και ανεπίδεκτα αλλαγής γνωρίσματα και συχνά απολαμβάνουν μεταχείριση διαφορετική από αυτή των αντρών. […] Τα χαρακτηριστικά τους τις ξεχωρίζουν ως κοινωνική ομάδα και σε κάποιες χώρες υπομένουν διαφορετικά κριτήρια και επίπεδο μεταχείρισης.»

(…)

49      Δεύτερον, όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», η οποία προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/95 και υπομνήσθηκε στη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως, ήτοι το να έχουν τα μέλη της τουλάχιστον ένα από τα τρία αναγνωριστικά στοιχεία που αναφέρονται στη διάταξη αυτή, επισημαίνεται ότι το ανήκειν στο γυναικείο φύλο συνιστά ένα εγγενές χαρακτηριστικό και, ως εκ τούτου, αρκεί για να μπορεί να γίνει δεκτό ότι πληρούται η εν λόγω προϋπόθεση.

 

50      Τούτο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να μπορούν επίσης να θεωρηθούν ως μέλη «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, γυναίκες οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό όπως, επί παραδείγματι, ένα άλλο εγγενές χαρακτηριστικό ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί, φερ’ ειπείν μια ιδιάζουσα οικογενειακή κατάσταση, ή ακόμη από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση ώστε να μην πρέπει οι γυναίκες αυτές να αναγκάζονται να τις αποκηρύξουν.

 

51      Υπό το πρίσμα των πληροφοριών που περιέχονται στην απόφαση περί παραπομπής, επισημαίνεται ειδικότερα ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι γυναίκες οι οποίες διέφυγαν προκειμένου να μην εξαναγκασθούν στη σύναψη γάμου ή έγγαμες γυναίκες οι οποίες εγκατέλειψαν τη συζυγική τους εστία έχουν, ως εκ του γεγονότος αυτού, «κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί», κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

52 Τρίτον, όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», η οποία σχετίζεται με την «ιδιαίτερη ταυτότητα» της ομάδας στη χώρα καταγωγής, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι δυνατόν οι γυναίκες να γίνονται αντιληπτές με διαφορετικό τρόπο από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο και να αναγνωρισθεί, εξ αυτού του λόγου, ότι έχουν ιδιαίτερη ταυτότητα στον εν λόγω κοινωνικό χώρο, ιδίως λόγω των κοινωνικών, ηθικών ή νομικών κανόνων που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους.

 

53      Η δεύτερη αυτή προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» πληρούται και στην περίπτωση γυναικών οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό, όπως, παραδείγματος χάριν, ένα εξ αυτών που μνημονεύονται στις σκέψεις 50 και 51 της παρούσας αποφάσεως, όταν οι κοινωνικοί, ηθικοί ή νομικοί κανόνες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους έχουν ως συνέπεια να γίνονται οι γυναίκες αυτές αντιληπτές με διαφορετικό τρόπο από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο λόγω αυτού του κοινού τους χαρακτηριστικού.».

 

Περαιτέρω, σε σχέση ειδικά με τη φύση των πράξεων δίωξης και το κατά πόσο είναι δυνατό να προσδιορίσουν την έννοια της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, ο Εισαγγελέας στην ανωτέρω αναφερθείσα απόφαση πρότεινε ότι «Συγκεκριμένα, η φύση των πράξεων δίωξης, υπό την έννοια ότι πρόκειται για πράξεις που στρέφονται κατά συγκεκριμένων θυμάτων, αποτελεί στοιχείο που επιβεβαιώνει την «ιδιαίτερη ταυτότητα» μιας κοινωνικής ομάδας. Οι πράξεις που μνημονεύονται στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη 30 δεν αποτελούν μόνον πράξεις δίωξης, συμπληρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον μη εξαντλητικό κατάλογο του άρθρου 9, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/95, αλλά καθιστούν δυνατό και τον προσδιορισμό μιας «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας». Συνεπώς, από την αιτιολογική σκέψη 30 της οδηγίας αυτής προκύπτει σαφώς ότι η φύση των πράξεων στις οποίες φοβάται ότι θα εκτεθεί μια γυναίκα στη χώρα καταγωγής της, λόγω του φύλου της, μπορεί να αποτελεί κρίσιμο στοιχείο προκειμένου να κριθεί κατά πόσον αυτή ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα και, ειδικότερα, προκειμένου να προσδιοριστεί η «ιδιαίτερη ταυτότητα» της εν λόγω ομάδας στη χώρα καταγωγής. Μολονότι, όπως προανέφερα (45), μια πράξη δίωξης εις βάρος μιας κοινωνικής ομάδας μπορεί να αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για τον προσδιορισμό της προβολής της ομάδας αυτής σε μια συγκεκριμένη κοινωνία (46), εντούτοις τούτο δεν σημαίνει ότι όλα τα πρόσωπα που φοβούνται ότι θα εκτεθούν σε πράξεις δίωξης στη χώρα καταγωγής τους μπορούν να θεωρηθούν ως ανήκοντα σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, στη συγκεκριμένη αιτιολογική σκέψη, ο νομοθέτης της Ένωσης έθεσε, κατά τη γνώμη μου, ορισμένα όρια. Κατ’ αρχάς, κάνει λόγο για πράξεις που είναι ιδιαιτέρως αντιπροσωπευτικές των πράξεων έμφυλης βίας, καθόσον στρέφονται κατά προσώπου λόγω του φύλου του ή της ταυτότητάς του ή επηρεάζουν κατά τρόπο δυσανάλογο πρόσωπα ειδικώς του ενός φύλου. Επίσης, αναφέρεται σε πράξεις που συνιστούν σοβαρή προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου αυτού. Τέλος, παραπέμπει σε πράξεις γενικές και επαναλαμβανόμενες των οποίων το κύρος αναγνωρίζεται είτε από τον νόμο είτε από το εθιμικό δίκαιο.» (παρ.76)

 

Αντίστοιχα, λαμβάνοντας σαφώς υπόψιν ότι η ύπαρξη ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας συνιστά στοιχείο το οποίο εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίστασης[58], επισημαίνω ότι στην απόφαση του Upper Tribunal (Immigration and Asylum Chamber) της Αγγλίας ημερ. 12/12/2016, DD (Albania) v SSHD, AA 1284, η ιδιότητα της Αιτήτριας ως γυναίκα, θύμα ενδοοικογενειακής βίας κρίθηκε ότι είναι δυνατό να οδηγήσει στην ένταξή της στην κατηγορία της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας.[59]

 

Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνω ότι ο επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας επί των Γυναικών και των Οικογενειών στην Τεχεράνη ανακοίνωσε ότι «το 66% των γυναικών του Ιράν έχουν βιώσει ενδοοικογενειακή βία κατά τη διάρκεια της ζωής τους», με τον αριθμό να παρίσταται διπλός σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο.[60] Ειδικός του καθεστώτος του Ιράν επί των κοινωνικών παθογενειών προέβη σε έκδοση άρθρου ανακοινώνοντας ότι το Ιράν διαθέτει την παγκόσμια πρωτιά στην ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών, βάσει του ίδιου άρθρου.[61]

 

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών για το Ιράν, φρονώ ότι οι πράξεις ενδοοικογενειακής βίας στη χώρα συνιστούν πράξεις ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικές της έμφυλης βίας, καθώς δυσανάλογα επηρεάζουν τις γυναίκες. Στο μέτρο αυτό, είναι δυνατός ο προσδιορισμός των γυναικών οι οποίες έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία στο Ιράν ως μία διακριτή κοινωνική ομάδα, εφόσον υφίστανται και άλλοι παράγοντες όπως έλλειψη υποστηρικτικού περιβάλλοντος.

 

Σε σχέση με την υφιστάμενη έναντι της Αιτήτριας αρ.1 κατηγορία ότι έχει συνάψει εξωσυζυγική σχέση, παρατηρώ ότι οι σχέσεις εκτός γάμου είναι απαγορευμένες σε πολλές θρησκευτικές πρακτικές. Στο Ιράν η συγκεκριμένη θρησκευτική απαγόρευση αποτελεί βάση για την κρατική νομοθεσία εναντίον της μοιχείας.[62] Η μοιχεία θεωρείται «ηθικό έγκλημα»[63], ενώ, επιπλέον, οι εξωσυζυγικές σχέσεις είναι περισσότερο κοινωνικά αποδεκτές για έναν άνδρα, σύμφωνα με ανώνυμη πηγή της έρευνας της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Δανίας.[64]

 

Υπενθυμίζω εξάλλου ότι όπως έκρινε το ΔΕΕ στην απόφασή του C-199/12 έως και C-201/12, «πρέπει να γίνει δεκτό ότι η ύπαρξη ποινικής νομοθεσίας όπως οι επίμαχες […] η οποία αφορά ειδικά τους ομοφυλόφιλους, καθιστά δυνατή τη διαπίστωση ότι τα πρόσωπα αυτά αποτελούν χωριστή ομάδα η οποία από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική», στοιχείο το οποίο υπάρχει στην περίπτωση των κατηγορούμενων ειδικά για μοιχεία στο Ιράν.

 

Επαναλαμβάνοντας ότι η αναγνώριση της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες σε κάθε χώρα καταγωγής, υπογραμμίζω ότι το Immigration Appeal Tribunal της Αγγλίας έχει επίσης προβεί σε αναγνώριση ως ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας γυναικών οι οποίες έχουν μοιχεύσει. Το Δικαστήριο εξέτασε υπό το φως των κοινωνικών, πολιτισμικών και θρησκευτικών ηθών το υπόβαθρο αιτήτριας, κρίνοντας ότι γυναίκες με τα δικά της χαρακτηριστικά είναι δυνατό να συνιστούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. (Immigration Appeal Tribunal, BK (Risk- Adultery- PSG), [2002] UKIAT 3387).

 

Σημασία έχει εξάλλου, όπως τονίζει και το άρθρο 3Δ (2) του περί Προσφύγων Νόμου, ότι «δεν ασκεί επιρροή το εάν ο αιτητής χαρακτηρίζεται πράγματι από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί τη δίωξη, υπό την προϋπόθεση ότι το χαρακτηριστικό αυτό του αποδίδεται από το δράστη της δίωξης», με αποτέλεσμα να μη διαδραματίζει κάποιο ρόλο ότι η Αιτήτρια δεν προέβη σε σύναψη εξωσυζυγικής σχέσης. Αντίθετα κρίσιμο είναι ότι ο τέως σύζυγος της Αιτήτριας προχώρησε σε έκδοση διαζυγίου, καταθέτοντας ότι αυτή διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση, με αποτέλεσμα οι αρχές βάσιμα να αναμένεται ότι θεωρούν αυτή ως πρόσωπο το οποίο έχει προβεί σε τέτοιου είδους σχέση.

 

Πράγματι η Αιτήτρια μοιράζεται ένα κοινό εγγενές χαρακτηριστικό, το φύλο της «το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, και κοινό ιστορικό παρελθόν με άλλες γυναίκες οι οποίες έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία, έχουν διαζευχθεί και φέρονται ως διαπράττουσες μοιχεία. Καθίσταται εμφανές από τις πιο πάνω παρατεθείσες πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής, ότι οι γυναίκες που φέρουν τα εν λόγω χαρακτηριστικά στιγματίζονται από την κοινωνία, στιγματισμός ο οποίος τους προσδίδει ιδιαίτερη ταυτότητα στη χώρα καταγωγής τους, ενώ ενδέχεται να υποστούν και ποινική δίωξη στη χώρα τους και να τους επιβληθεί ποινή που συνιστά είτε θανατική ποινή είτε απάνθρωπη μεταχείριση και βασανιστήρια.

 

Φρονώ, κατά τα παραπάνω, ότι ο βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας στηρίζεται στη συμμετοχή της σε κοινωνική ομάδα, ήτοι αυτή των διαζευγμένων γυναικών, θυμάτων προηγούμενης ενδοοικογενειακής βίας, κατηγορουμένων για σύναψη εξωσυζυγικής σχέσης/μοιχείας.

 

Δυνατότητα μετεγκατάστασης

Επόμενο στάδιο της αξιολόγησης συνιστά η δυνατότητα της Αιτήτριας αρ.1 να μετεγκατασταθεί σε διαφορετική περιοχή της χώρας καταγωγής. Βάσει του άρθρου 12(Γ) (1) του Περί Προσφύγων Νόμου, «12Γ.-(1) Κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, ο Προϊστάμενος δύναται να αποφασίσει ότι ο αιτητής δεν χρήζει διεθνούς προστασίας, εάν σε τμήμα της χώρας ιθαγένειάς του-

(i) δεν υπάρχει βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη  ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή

(ii) έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως η εν λόγω προστασία ορίζεται στο άρθρο 3Β,

και ο αιτητής μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτός σε εκείνο το τμήμα της χώρας και μπορεί εύλογα να αναμένεται να εγκατασταθεί εκεί.»

 

Όπως διαφαίνεται, η αξιολόγηση οφείλει σε γενικές γραμμές να λάβει υπόψιν την ύπαρξη ασφάλειας σε ορισμένη περιοχή της χώρας, την προσβασιμότητα σε αυτή και τον εύλογο χαρακτήρα της μετεγκατάστασης του Αιτητή.[65] Υπόψιν οφείλουν να λαμβάνονται τόσο οι γενικές περιστάσεις οι οποίες επικρατούν στο συγκεκριμένο τμήμα της χώρας όσο και οι ειδικές περιστάσεις του εκάστοτε αιτητή.[66]

 

Ειδικά σε σχέση με το κριτήριο της ασφάλειας, στην περίπτωση των κρατικών δρώντων, δεδομένου του ότι τεκμαίρεται η ύπαρξη επιχειρησιακής ικανότητας του κράτους σε όλη την εθνική επικράτεια, το κριτήριο αυτό υπό συνήθεις περιστάσεις δεν πληρείται. Ωστόσο, το τεκμήριο είναι δυνατό να αντικρουστεί, όταν το κράτος δεν είναι ικανό να αναλάβει πράξεις δίωξης σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας.[67] Στην περίπτωση μη κρατικού φορέα δίωξης, η αξιολόγηση οφείλει να λαμβάνει υπόψιν το κίνητρο του διώκτη, τη δυνατότητα αυτού να καταδιώξει τον αιτητή στην προτεινόμενη περιοχή καθώς και τη διαθέσιμη κρατική προστασία στον αιτητή στη συγκεκριμένη περιοχή.[68] Την ίδια στιγμή, η δυνατότητα μετεγκατάστασης δεν είναι δυνατή εφόσον αιτητής εκτεθεί σε νέο κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ανεξάρτητα αν τούτο θα λάβει χώρα για κάποιον από τους περιοριστικά προβλεπόμενους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.[69] Υπενθυμίζω ακόμα τη μεταστροφή του βάρους απόδειξης σε σχέση με τη δυνατότητα μετεγκατάστασης του αιτητή, το οποίο φέρει η αποφαινόμενη αρχή.[70]

 

Στο πλαίσιο αυτό κρίνω σκόπιμο να προβώ σε παράθεση πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής προκειμένου να εντοπίσω την πιθανή ύπαρξη κάποιας περιοχής στην οποία θα ήταν ασφαλής και εύλογη η μετεγκατάσταση της Αιτήτριας αρ.1. Υπενθυμίζω καταρχάς ότι φορείς δίωξης είναι μεταξύ άλλων κρατικοί δρώντες, με αποτέλεσμα να ισχύει το τεκμήριο της δυνατότητας να πραγματοποιηθούν πράξεις δίωξης στο σύνολο της χώρας.

 

Θα προχωρήσω στην παράθεση πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, προκειμένου να εντοπίσω την ύπαρξη περιοχής όπου το κράτος δε θα είχε την ανωτέρω δυνατότητα. Παρατηρώ ότι βάσει του διαδραστικού χάρτη της ιστοσελίδας Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα[71], δεν παρατηρείται οποιαδήποτε διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο έδαφος του Ιράν[72]. Βάσει πρόσφατης έρευνας του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας, οι δυνάμεις ασφαλείας ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο επί της πλειοψηφίας της επικρατείας του Ιράν, πέραν κάποιων παραμεθόριων περιοχών.[73] Βάσει της ίδιας έρευνας, η ικανότητα κατά μήκος όλης της χώρας των κεντρικά οργανωμένων κρατικών δυνάμεων ασφαλείας καθιστά «απίθανη» την εσωτερική μετεγκατάσταση ενός προσώπου το οποίο αντιμετωπίζει δυσμενή κρατική προσοχή.[74]

 

Παρατηρώ εκ των ανωτέρω πληροφοριών ότι η εσωτερική μετεγκατάσταση της Αιτήτριας αρ.1 δεν παρουσιάζεται ασφαλής σε οποιοδήποτε μέρος της χώρας.  Όλως επικουρικά των ανωτέρω, σε σχέση με τις ειδικές περιστάσεις της Αιτήτριας, επισημαίνω ότι σύμφωνα με την αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, «για τις γυναίκες συχνά απαιτείτο η επίβλεψη ενός άνδρα κηδεμόνα ή συνοδού προκειμένου να ταξιδέψουν και αντιμετώπισαν επίσημη και κοινωνική παρενόχληση εξαιτίας του ότι ταξίδευαν μόνες».[75] Επιπλέον πηγή της έρευνας της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Δανίας και του Danish Refugee Council από έρευνά τους η οποία πραγματοποιήθηκε το 2017, ανέφερε ότι «εάν μία γυναίκα χρειαζόταν να διαμείνει σε άλλο μέρος της χώρας θα στρεφόταν ενδεχομένως σε φίλους, στην ευρύτερη οικογένεια, σε διασυνδέσεις. Είναι περισσότερο δύσκολο για μία μόνη γυναίκα να ενοικιάσει μία κατοικία από ότι για ένα μόνο άνδρα. Θα ήταν δυσχερές εάν μία γυναίκα δεν έχει δίκτυο».[76] Πηγή της ίδιας έρευνας προσθέτει επίσης ότι η μετεγκατάσταση δε συνιστά μόνιμο στάδιο, καθώς η οικογένεια, σε περίπτωση που αυτή συνιστά φορέα δίωξης, νωρίτερα ή αργότερα θα εντοπίσει το πρόσωπο το οποίο έχει μετεγκατασταθεί.[77]

 

Από τις ως άνω πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής καθίσταται εμφανές ότι η Αιτήτρια δε θα ήταν δυνατό παρά να διαμείνει σε περιοχές όπου διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο,  είτε στην περιοχή Namak Abrud[78] (ερυθρό 43 2Χ διοικητικού φακέλου) όπου διαμένει ο πατέρας της είτε στην πόλη Damavand[79] όπου διαμένει η πατρική οικογένειά της. Ενόψει της προσωπικής φύσης της σχέσης την οποία η Αιτήτρια διατηρούσε με τον τέως σύζυγό της, ευλόγως αναμένεται ότι ο τέως σύζυγος της Αιτήτριας αρ.1 θα έχει γνώση περί της διαμονής των ως άνω προσώπων και βάσιμα αναμένεται ότι θα την εξεύρει στις ανωτέρω περιοχές.

 

Λόγος Αποκλεισμού

Τέλος, κανένας λόγος αποκλεισμού από το προσφυγικό καθεστώς δεν φαίνεται να υφίσταται.

 

Αιτήτρια αρ. 2

Σε σχέση ειδικά με την Αιτήτρια αρ.2, υπενθυμίζω ότι όπως προβλέπουν οι Κατευθυντήριες Γραμμές της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες υπ’ αριθ. 8, σε καταστάσεις όπου τόσο ο γονέας όσο και το παιδί διαθέτουν ίδιους ισχυρισμούς ως προς την παροχή προσφυγικού καθεστώτος, είναι προτιμητέα η ξεχωριστή εκτίμηση του κάθε ισχυρισμού.[80] Τονίζω ακόμα πως το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην αξιολόγηση λαμβάνοντας υπόψιν τα βέλτιστα συμφέροντα της ανήλικης Αιτήτριας αρ.2, υπό τις τρεις μορφές της έννοιας,[81] ενόψει εξάλλου και του άρθρου 24 (2) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.[82] Παρότι όπως θα αναλύσω και κατωτέρω, η Αιτήτρια αρ.2 έχει φτάσει την ηλικία της ενηλικίωσης βάσει της νομοθεσίας της χώρας καταγωγής, ήτοι τα εννέα σεληνιακά έτη, οι Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες επί των Αιτημάτων Διεθνούς Προστασίας ορίζει ως «παιδιά» όλα τα πρόσωπα τα οποία βρίσκονται κάτω από την ηλικία των δεκαοχτώ ετών. Διαφορετική προσέγγιση, η οποία θα μείωνε την ηλικία της ανηλικότητας σε διαδικασίες αιτήματος διεθνούς προστασίας, ενδέχεται να επιφέρει ως αποτέλεσμα παραβίαση των δικαιωμάτων των παιδιών υπό το διεθνές δίκαιο ανθρώπινων δικαιωμάτων.[83] Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο θεωρεί την Αιτήτρια αρ.2 ως ανήλικη και η αξιολόγηση θα πραγματοποιηθεί υπό το φως του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού.

 

Αξιολόγηση αιτήματος σε σχέση με Αιτήτρια αρ.2 – Πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής – Αξιολόγηση κινδύνου

Ειδικότερα, υπό τη μορφή της νομικής αρχής της έννοιας, η αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος, λαμβάνει χώρα υιοθετώντας μία συνδεόμενη με την ηλικία (age-sensitive) ερμηνεία του ορισμού του πρόσφυγα, συμπεριλαμβανομένων των αξιολογήσεων περί βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου, δίωξης και των διαφόρων λόγων οι οποίοι προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης.[84]

 

Υπενθυμίζω ακόμα ότι στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν προχωρήσει σε παράθεση πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής σε σχετικά με τα δικαιώματα επιμέλειας και κηδεμονίας των παιδιών. Από τις πληροφορίες αυτές προκύπτει ότι τα παιδιά θεωρούνται ως συνέχιση της οικογένειας του άντρα-συζύγου. Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα του Ιράν, η μητέρα θεωρείται ο πρωταρχικός ‘κηδεμόνας’ μέχρι την ηλικία των επτά ενώ έπειτα από την ηλικία αυτή η κηδεμονία αυτόματα μεταφέρεται στον πατέρα. Η αυτόματη αυτή μεταφορά είναι δυνατό να αμφισβητηθεί, περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο θα αποφασίσει βάσει των βέλτιστων συμφερόντων του τέκνου. Από την ηλικία των εννέα ετών για τα κορίτσια, τα τέκνα έχουν το δικαίωμα να εκφράσουν τη γνώμη τους στο δικαστήριο. Η μητέρα, υπό συνήθεις συνθήκες δεν είναι δυνατό να αποκτήσει τη νομική κηδεμονία (legal guardianship), και επομένως την εξουσία λήψης αποφάσεων για τα σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με το τέκνο, ακόμα και εάν πρακτικά έχει το δικαίωμα ανατροφής του τέκνου στην κατοικία της.

 

Η μητέρα, βάσει των ως άνω πληροφοριών, είναι δυνατό να κερδίσει τη νομική κηδεμονία των τέκνων μόνο σε περίπτωση απουσίας του πατέρα ή του πατρικού πάππου των τέκνων. Μία μητέρα ενδεχομένως να επιλεγεί από δικαστήριο ως νομικός κηδεμόνας, εάν ο φυσικός κηδεμόνας δεν ενεργεί προς τα βέλτιστα συμφέροντα του τέκνου. Διαφαίνεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση αποδέχτηκαν ότι στην Αιτήτρια αρ.1 σύμφωνα με την πρωτοβάθμια απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου του Ιράν, είχε ανατεθεί η κηδεμονία της Αιτήτριας αρ.2, απόφαση η οποία εν συνεχεία ανατράπηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το οποίο ανέθεσε την κηδεμονία της τελευταίας στον πατέρα αυτής.

 

Επισημαίνω ότι απουσιάζει από την αξιολόγηση των Καθ’ ων η αίτηση οποιαδήποτε αναφορά στα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού, παρά τη σχετική υποχρέωση η οποία πηγάζει, μεταξύ άλλων, και από το πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 24 (2) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Βάσει του Γενικού Σχολίου 14 της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η αιτιολόγηση της απόφασης οφείλει να καταδεικνύει ότι το δικαίωμα αξιολόγησης του βέλτιστου συμφέροντος έχει ληφθεί ρητά υπόψιν.[85] Επισημαίνω ακόμα, ότι εσφαλμένα οι Καθ΄ων η αίτηση δεν κάνουν οποιαδήποτε αναφορά στις ακολουθητέες νομικές διαδικασίες περί απόκτησης επιμέλειας καθώς και του διαχωρισμού μεταξύ της κηδεμονίας, η οποία παρέχει αρμοδιότητα για τη λήψη αποφάσεων επί των σπουδαίων ζητημάτων του τέκνου.

 

Όπως αναφέρεται στο Εγχειρίδιο Εφαρμογής της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού της UNICEF, «η απομάκρυνση των τέκνων από τους γονείς χωρίς αιτιολογία συνιστά μία από τις σπουδαιότερες παραβιάσεις δικαιωμάτων που το κράτος δύναται να διαπράξει σε βάρος των παιδιών».[86] Όπως θα αναλύσω και κατωτέρω, όταν ο αναγκαστικός αποχωρισμός ενός τέκνου από ένα γονέα του λαμβάνει χώρα βάσει κριτηρίων ξένων προς τα βέλτιστα του συμφέροντα αυτού και με κριτήρια προκατάληψης υπέρ του έτερου γονέα, είναι δυνατό να οδηγήσει σε διωκτική συμπεριφορά.[87]

 

Ενόψει των ως άνω πλημμελειών θα προχωρήσω στη συνέχεια σε τροποποίηση της επίδικης και ως προς το σημείο αυτό, ασκώντας την προβλεπόμενη στο άρθρο 11(3)(β) του περί ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 αρμοδιότητα.

 

Eνόψει, καταρχάς, της αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου για ex proprio motu λήψη υπόψιν πληροφοριών, για την οποία και παραπέμπω στην απόφασή μου 5862/2021, G.D. v. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 8/05/2023, θα προχωρήσω στη συνέχεια σε παράθεση πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, συμπληρωματικά των όσων έχουν παρατεθεί από τους Καθ’ ων η αίτηση, ως προς το νομικό σύστημα του Ιράν επί του ζητήματος της επιμέλειας και της κηδεμονίας των τέκνων έπειτα από τη διάζευξη των γονέων του, προκειμένου να αξιολογήσω καταρχάς βάσει των ενώπιόν μου δεδομένων την ανάθεση της επιμέλειας της Αιτήτριας αρ.2 αλλά και τις διαδικασίες ανάθεσης αυτής σε μετέπειτα στάδιο.

 

Σε σχέση με το ζήτημα της επιμέλειας, βάσει του άρθρου 1169 Αστικού Κώδικα του Ιράν, η μητέρα προτιμάται έναντι των άλλων για δύο χρόνια από τη γέννηση του τέκνου και έπειτα από την περίοδο αυτή η επιμέλεια μεταβιβάζεται στον πατέρα, εκτός από την περίπτωση κόρης η οποία παραμένει υπό την κηδεμονία της μητέρας μέχρι την ηλικία των εφτά χρόνων.[88] Έρευνα του 2017 επί των δικαιωμάτων των παιδιών η οποία διεξήχθη από το Persia Educational Foundation με έδρα το Λονδίνο και η οποία παρατίθεται μερικώς από το ACCORD[89], αναφέρει τροποποίηση η οποία έλαβε χώρα το 2003 επί του άρθρου 1169 του Αστικού Κώδικα, και βάσει της οποίας εάν οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ των γονέων υπάρξει έπειτα από την ηλικία των επτά ετών, εναπόκειται στο Δικαστήριο να καθορίσει την κηδεμονία βάσει των βέλτιστων συμφερόντων του τέκνου.[90]

 

Στην ηλικία των εννέα σεληνιακών ετών[91] τα κορίτσια θεωρείται ότι ενηλικιώνονται, βάσει του άρθρου 1210 του Αστικού Κώδικα της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν. Όπως εξηγεί σε άρθρο του ο Ακαδημαϊκός S. N. Ebrahimi όταν ένα παιδί φτάσει στην ενηλικίωση, και εφόσον συνεχιστεί σε εθελοντική βάση η επιμέλεια, εναπόκειται σε αυτό να αποφασίσει εάν θα παραμείνει με τον πατέρα ή τη μητέρα του. Σε περίπτωση διαζευγμένου ζεύγους, η απόφαση του παιδιού θα είναι η καθοριστική, ενώ εάν ζητηθεί δικαστική παρέμβαση από έναν των γονέων, το δικαστήριο θα εκδώσει διαταγή σεβασμού της απόφασης του τέκνου.[92] Τα παιδιά τα οποία φτάνουν την Ισλαμική ηλικία ενηλικίωσης έχουν το δικαίωμα να εκφέρουν τη γνώμη τους στο Δικαστήριο.[93]

 

Η Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Παιδιού, ωστόσο, «εξέφρασε την ανησυχία της ως προς το σεβασμό των δικαιωμάτων του παιδιού στις δικαστικές αποφάσεις οι οποίες αφορούν την επιμέλεια […] όταν οι απόψεις του παιδιού ακούγονται μόνο από τον πατέρα […] και όχι από το παιδί ευθέως».  Κατά τα παραπάνω, η Επιτροπή είχε προτείνει την εφαρμογή νομοθεσίας ώστε να αναγνωρίζεται το δικαίωμα του παιδιού να ακουστεί σε όλες τις σχετικές νομικές διαδικασίες.[94]

 

Σε σχέση ειδικά με την κηδεμονία, βάσει του άρθρου 1180 του Αστικού Κώδικα του Ιράν, ένα ανήλικο τέκνο βρίσκεται υπό την κηδεμονία (guardianship) του πατέρα ή πατρικού πάππου του. Βάσει του άρθρου 1181, είτε ο πατέρας είτε ο πατρικός πάππος έχει το δικαίωμα κηδεμονίας επί των τέκνων.[95] Όπως εξηγεί Κοινή Έκθεση Οργανώσεων των Πολιτών, η επιμέλεια (custody) και κηδεμονία (guardianship) συνιστούν έννοιες οι οποίες αποκλείονται αμοιβαία υπό τη νομοθεσία του Ιράν. Παρότι η επιμέλεια είναι δυνατό να ανατεθεί στη μητέρα του τέκνου κάτω από την ηλικία των επτά ετών ή βάσει των βέλτιστων συμφερόντων του τέκνου, ο πατέρας ή πατρικός πάππος διατηρούν την κηδεμονία ακόμα και εάν η μητέρα διαθέτει τη νομική επιμέλεια (legal custody), με μόνο στενά περιθώρια προκειμένου να αμφισβητηθεί η κηδεμονία. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, απουσία πατέρα ή πατρικού πάππου, στη μητέρα θα ανατίθεται η νομική κηδεμονία. Συνεχίζοντας, η έκθεση παραθέτει ότι «[…] η νομική κηδεμονία δε βασίζεται απαραίτητα στα βέλτιστα συμφέροντα του τέκνου […]», σημαντικό νομικό έλλειμμα ενόψει του ρόλου των νομικών κηδεμόνων, ιδίως για τα κορίτσια.

 

Πιο συγκεκριμένα, τα πρόσωπα αυτά υπογράφουν για μία ποικιλία νομικών συναλλαγών, όπως η υπογραφή συμβολαίων, το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών, η πρόσβαση σε νομικά βοηθήματα στο δικαστήριο, ή η άδεια ταξιδιού εκτός της χώρας.[96] Η μητέρα είναι δυνατό να αποκτήσει νομική κηδεμονία των παιδιών της ελλείψει του πατέρα των τέκνων και του πατρικού πάππου.[97] Υπό κανονικές συνθήκες, ωστόσο, η κηδεμονία λήγει όταν ένα παιδί φτάσει την ηλικία της ενηλικίωσης, με τους γονείς να διαχειρίζονται την περιουσία και τα ανήκοντα στο παιδί.[98]

Οι ανωτέρω πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής καταδεικνύουν ότι έχει παύσει η κηδεμονία και η υποχρεωτική επιμέλεια της Αιτήτριας αρ.2 από τους γονείς της. Στο πλαίσιο της προαιρετικής επιμέλειας, εφόσον συνιστά τέκνο διαζευγμένων γονέων, η Αιτήτρια αρ.2 αναμένεται να εκφράσει τη γνώμη της ως προς το γονέα με τον οποίο επιθυμεί να διαμείνει. Ωστόσο, στο μέτρο που η γνώμη αυτή θα ακουστεί μέσω του πατέρα της, ευλόγως αναμένεται ότι ο πατέρας της θα δηλώσει ως επιθυμία της τη διαμονή μαζί του. Πράγματι, προκύπτει η ύπαρξη δικαστικών υποθέσεων τόσο στην Τεχεράνη (βλ. σχετικά τα μεταφρασμένα έγγραφα του Οικογενειακού Δικαστηρίου τα οποία βρίσκονται στις τελευταίες σελίδες του διοικητικού φακέλου) όσο και στη Δημοκρατία (ερυθρό 101, 102, 109 διοικητικού φακέλου), με την τελευταία αυτή υπόθεση να αφορά αίτηση επί της απαγόρευσης εξόδου της Αιτήτριας αρ.2 χωρίς τη συγκατάθεση της Αιτήτριας αρ.1. Εξάλλου, ερωτηθείσα περί του αν ο τέως σύζυγός της σχεδιάζει την επιστροφή του στη Δημοκρατία, η Αιτήτρια αρ.1 δήλωσε ότι της έχει ρητά εκφράσει την πρόθεσή του να αποκτήσει την κηδεμονία της Αιτήτριας αρ.2, πρόθεση την οποία εξάλλου έχει μοιραστεί με το συνήγορό του (ερυθρό 30 1Χ διοικητικού φακέλου).

 

Λαμβάνω υπόψιν ότι ο πατέρας της Αιτήτριας αρ.2 διατηρεί επαφή μαζί της και προβαίνει σε κατηγορίες περί πορνείας της Αιτήτριας αρ.1, με αποτέλεσμα να καθίσταται προφανές ότι δεν τη θεωρεί κατάλληλη για την ανατροφή της θυγατέρας τους. Εξάλλου και οι Καθ’ ων η αίτηση, αποδέχθηκαν κατά την αξιολόγηση κινδύνου την ύπαρξη δευτεροβάθμιας απόφασης του οικογενειακού δικαστηρίου το οποίο παραχωρεί την επιμέλεια της Αιτήτριας αρ.2 στον πατέρα αυτής. Δεδομένης της δυσχέρειας κατανόησης ή πρόβλεψης του νομικού συστήματος του Ιράν και της περιπλοκότητας στην ατομική ανάλυση των υποθέσεων[99], το Δικαστήριο υποχρεούται να κρίνει με βάση τα ενώπιόν του δεδομένα.

 

Κατά τα παραπάνω, φρονώ ότι ο πατέρας της Αιτήτριας αρ.2 αναμένεται ευλόγως να δηλώσει ως επιθυμία της κόρης του να διαμείνει μαζί του, και συνεπεία τούτου, η Αιτήτρια αρ.2 θα οφείλει να αποχωριστεί από την Αιτήτρια αρ.1, η οποία συνιστά πρωταρχικό της φροντιστή την παρούσα περίοδο, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής.

 

Ως εκ τούτου, φρονώ ότι οι πράξεις στις οποίες ευλόγως αναμένεται να εκτεθεί η Αιτήτρια αρ.2 συνιστούν τον αποχωρισμό και/ή αποξένωση από τη μητέρα της, η οποία και συνιστά πρωταρχικό της φροντιστή τα τελευταία έτη, καθώς και πράξεις ψυχολογικής βίας/εξαναγκασμού.

 

Φόβος δίωξης

Σε σχέση με το αν η κατάσταση στην οποία ευλόγως αναμένεται να εκτεθεί η Αιτήτρια αρ.2 συνιστά δίωξη, υπενθυμίζω ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση W.H. v. Sweden προέβη σε συνεξέταση των χαρακτηριστικών της Αιτήτριας προκειμένου να κρίνει αν ο κίνδυνος ο οποίος προκύπτει εξ αυτών εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε να συνιστά κακομεταχείριση απαγορευμένη από το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ακόμα και εάν ένα χαρακτηριστικό αφ’ εαυτού του δεν επαρκούσε προς τούτο (ΕΔΔΑ, W. H. v. Sweden, 49341/10, ημερ. 27/03/2014, παρ 66-67). Την ίδια υποχρέωση αναγνώρισε και για τις εθνικές αρχές και Δικαστήρια (ΕΔΔΑ, N.A. v. Finland, 25244/18, ημερ. 14/11/2019, παρ.82). Στο πλαίσιο αυτό θα συνεξετάσω τις πράξεις στις οποίες η Αιτήτρια αρ.2 αναμένεται να εκτεθεί προκειμένου να κρίνω εάν αυτές αγγίζουν το απαιτούμενο «threshold»[100], ώστε να θεωρηθούν ως δίωξη βάσει του άρθρου 3Γ (1) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε απόφασή του δημοσιευθείσα το 2017 το Immigration and Protection Tribunal της Νέας Ζηλανδίας έκρινε, λαμβάνοντας υπόψιν μεταξύ άλλων τη νεαρή ηλικία των Αιτητών, την έλλειψη οικογενειακού και υποστηρικτικού δικτύου καθώς και την κατάσταση της μητέρας του, όπως και τη διάρκεια της διάκρισης και παρενόχλησης κατά την περίοδο της ζωής τους, ότι οι τελευταίες είχαν σωρευτικά ψυχολογικές συνέπειες οι οποίες ισοδυναμούσαν με σοβαρή βλάβη. (Immigration and Protection Tribunal New Zealand [2017] NZIPT 801147-49, AH (Czech Republic), παρ. 123).

 

Αναφορικά με τα δικαιώματα της Αιτήτριας αρ.2 ως ανήλικης που μπορεί να επηρεαστούν, υπενθυμίζω ότι η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989 (UNCRC) είναι η πρώτη οικουμενική πράξη νομικά δεσμευτικού χαρακτήρα για τα δικαιώματα του παιδιού. Επί του παρόντος, η σύμβαση έχει συμβαλλόμενα μέρη όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η σύμβαση καλύπτει τα αστικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα των παιδιών.

 

Το άρθρο 3(3) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίζει ως στόχο της ΕΕ την προώθηση της προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ κατοχυρώνει την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και από τις χώρες της ΕΕ στο πλαίσιο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ.  Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και η νομολογία του Δικαστηρίου στο Στρασβούργο αποτελούν πρόσθετη νομική πηγή αναφοράς για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

Η Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού είναι κρίσιμη για την ερμηνεία του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, αφού ως ανωτέρω αναφέρθηκε, η σύμβαση έχει κυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη και συγκαταλέγεται στις συναφείς συμβάσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 78, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και οι οποίες πρέπει να τηρούνται κατά την ερμηνεία της οδηγίας 2011/95 και ιδίως του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, αυτής.

 

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 17 της οδηγίας 2011/95, όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων που εμπίπτουν στην οδηγία αυτή, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από υποχρεώσεις που υπέχουν από πράξεις διεθνούς δικαίου στις οποίες είναι μέρη, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένα εκείνων που απαγορεύουν τις διακρίσεις.

 

Επισημαίνεται ότι βασική αρχή της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού («ΣΔΠ») είναι ότι σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού.

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 8 της ΣΔΠ:

«1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα του παιδιού για διατήρηση της ταυτότητάς του, συμπεριλαμβανομένων της ιθαγένειάς του, του ονόματός του και των οικογενειακών σχέσεών του, όπως αυτά αναγνωρίζονται από το νόμο, χωρίς παράνομη ανάμιξη.»

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 9 της ΣΔΠ:

«1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη μεριμνούν ώστε το παιδί να μην αποχωρίζεται από τους γονείς του, παρά τη θέλησή τους, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν, με την επιφύλαξη δικαστικής αναθεώρησης και σύμφωνα με τους εφαρμοζόμενους νόμους και διαδικασίες, ότι ο χωρισμός αυτός είναι αναγκαίος για το συμφέρον του παιδιού. Μια τέτοια απόφαση μπορεί να είναι αναγκαία σε ειδικές περιπτώσεις, για παράδειγμα όταν οι γονείς κακομεταχειρίζονται ή παραμελούν το παιδί, ή όταν ζουν χωριστά και πρέπει να ληφθεί απόφαση σχετικά με τον τόπο διαμονής του παιδιού.

(…)

3. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται το δικαίωμα του παιδιού που ζει χωριστά από τους δύο γονείς του ή από τον έναν από αυτούς να διατηρεί κανονικά προσωπικές σχέσεις και να έχει άμεση επαφή με τους δύο γονείς του, εκτός εάν αυτό είναι αντίθετο με το συμφέρον του παιδιού.»

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 18 της ΣΔΠ:

«1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξασφάλιση της αναγνώρισης της αρχής, σύμφωνα με την οποία και οι δύο γονείς είναι από κοινού υπεύθυνοι για την ανατροφή του παιδιού και την ανάπτυξή του. Η ευθύνη για την ανατροφή του παιδιού και για την ανάπτυξή του ανήκει κατά κύριο λόγο στους γονείς ή, κατά περίπτωση στους νόμιμους εκπροσώπους του. Το συμφέρον του παιδιού πρέπει να αποτελεί τη βασική τους μέριμνα.»

 

Παρατηρώ ότι στην παρούσα περίπτωση η νομοθεσία του Ιράν θα έχει ως αποτέλεσμα τον αποχωρισμό της Αιτήτριας αρ.2 από την Αιτήτρια αρ.1 η οποία συνιστά τον πρωταρχικό της φροντιστή τα τελευταία έτη, ενώ η σχέση με τον πατέρα της είναι μόνο τηλεφωνική, σύμφωνα με τις δηλώσεις της Αιτήτριας αρ.1 και ελλείπει η καθημερινή τους αλληλεπίδραση. Κατά τις τηλεφωνικές αυτές συνομιλίες μάλιστα προβαίνει σε κατηγορίες κατά της Αιτήτριας αρ.1 περί ανάμειξής της σε πράξεις πορνείας (ερυθρό 75 3Χ διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια αρ.1 εξάλλου αναφέρει πως από τον Ιούλιο του 2020, η ίδια καταβάλλει χρήματα για όλα τα καθημερινά έξοδα (ερυθρά 35-36 διοικητικού φακέλου), με τη βοήθεια της οικογένειάς της (ερυθρό 29 3Χ διοικητικού φακέλου), χωρίς να διαφαίνεται η ύπαρξη οποιασδήποτε χρηματικής στήριξης της Αιτήτριας αρ.2 από τον πατέρα της.

 

Τονίζω ακόμα ότι ο αποχωρισμός ενός παιδιού από τον πρωταρχικό του φροντιστή είναι δυνατό να έχει ανεπανόρθωτες συνέπειες στην ευημερία, σωματική και συναισθηματική, ενός παιδιού και ενδέχεται να εμποδίσει σοβαρά την ανάπτυξη του.[101] Όπως ανέφερε η Baroness Hale of Richmond στην απόφαση EM (Lebanon) (FC) (Appelant) (FC) v. Secretary of State for the Home Department, (House of Lords, Session 2007-08, [2008] UKHL 64), «Στην περίπτωση αυτή, η μόνη οικογενειακή ζωή την οποία το παιδί γνώρισε ποτέ είναι με τη μητέρα του. Εάν υποχρεωνόταν να επιστρέψει σε μία χώρα όπου αναπόφευκτα θα απομακρυνόταν από τη φροντίδα της, με μόνη την πιθανότητα επιτηρούμενων επισκέψεων, τότε η ουσία του δικαιώματός του προς σεβασμό της οικογενειακής του ζωής θα καταστρεφόταν. Και θα καταστρεφόταν για λόγους οι οποίοι δε θα μπορούσαν ποτέ να δικαιολογηθούν […], καθώς είναι απόλυτα αυθαίρετοι και δε λαμβάνουν υπόψιν τα συμφέροντά του. […] Τα παιδιά χρειάζονται να αναθρέφονται σε μία σταθερή κατοικία με αγάπη, κατά προτίμηση με γονείς οι οποίοι είναι αφοσιωμένοι στα συμφέροντά τους. Η διατάραξη μίας κατοικίας κινδυνεύει να επιφέρει διαρκή ζημία στην ανάπτυξή τους, […]» (EM (Lebanon) (FC) (Appelant) (FC) v. Secretary of State for the Home Department, House of Lords, Session 2007-08, [2008] UKHL 64, παρ.46)

 

Παρότι το άρθρο 9 (1) της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού αναγνωρίζει ρητά την πιθανότητα αποχωρισμού ενός παιδιού από τους γονείς του, από την ως άνω διάταξη όσο και από το άρθρο 3 της Σύμβασης καθίσταται εμφανές ότι ο αποχωρισμός αυτός οφείλει να έχει ως επίκεντρο τα βέλτιστα συμφέροντα του τέκνου και όχι τις κρατικές προκαταλήψεις υπέρ του ενός γονέα, όπως συμβαίνει στο σύστημα του Ιράν βάσει και των πηγών οι οποίες έχουν ανωτέρω παρατεθεί. Όπως αναφέρουν και οι Κατευθυντήριες Γραμμές της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες επί των αιτημάτων διεθνούς προστασίας τα οποία προέρχονται από παιδιά, «Υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, όπως για παράδειγμα, ο εξαναγκαστικός αποχωρισμός ενός παιδιού από τους γονείς του εξαιτίας νομοθεσίας περί επιμέλειας η οποία εισάγει διακρίσεις […] θα ήταν δυνατό να οδηγήσει σε δίωξη.»[102]

 

Πράγματι, στις υποθέσεις υπ’ αριθ. 76226 και 76227, η Αρχή Προσφυγών επί του Προσφυγικού Καθεστώτος (Refugee Status Appeals Authority) της Νέας Ζηλανδίας, αποφαινόμενη επί του συστήματος επιμέλειας της νομοθεσίας του Ιράν έκρινε ότι  «Επιπλέον, η νομοθεσία του Ιράν για την επιμέλεια εγκαθιδρύει ένα σύστημα καθορισμού και επιβολής της επιμέλειας η οποία βασίζεται σε πολιτικές και θρησκευτικές αιτιολογίες αντίθετα με τα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού, παραβιάζοντας έτσι το άρθρο 3 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Επιπλέον, η αυθαίρετη άρνηση της επιμέλειας στη μητέρα όταν η κόρη είναι επτά [ετών] θα επιβάλλει αυθαίρετη απώλεια στενής επαφής μεταξύ της κόρης και της μητέρας κατά παράβαση των άρθρων 7 και 9 της Σύμβασης. Αυτή η απώλεια επαφής θα είναι ιδιαίτερα οξεία στην παρούσα περίπτωση όπου ο ΑΑ (πατέρας) έχει μικρό βαθμό επαφής με την κόρη του τον προηγούμενο χρόνο και δε διαθέτει πραγματική επαφή με αυτή σε καθημερινό επίπεδο. Η Αρχή βρίσκει ότι τα αποτελέσματα αυτά είναι επαρκώς σοβαρά για τη νεαρή κόρη προκειμένου να φθάνει το κατώφλι της δίωξης (“being persecuted”)» (Refugee Status Appeals Authority New Zealand, Appeal No 76226-76227, ημερ. 12/01/2009, παρ. 112).

 

Εξετάζοντας τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης υπό το φως της νομολογίας, της νομοθεσίας και των κατευθυντήριων γραμμών της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες που παραπάνω έχουν παρατεθεί, φρονώ ότι ενδεχόμενη επιστροφή της Αιτήτριας αρ.2 στο Ιράν θα έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων της ως αυτά προστατεύονται από τη ΣΔΠ, ειδικότερα στα άρθρα 3, 8, 9 και 18 που έχουν παρατεθεί ανωτέρω. Διαφαίνεται από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου ότι αποχωρισμός της Αιτήτριας αρ.2 από τη μητέρα της θα λάβει χώρα κατά τρόπο αυθαίρετο, ενόψει των προκαταλήψεων υπέρ του πατέρα, ο οποίος θα «εκφράσει» τις απόψεις της Αιτήτριας αρ.2 ενώπιον του ιρανικού συστήματος, χωρίς να ληφθούν υπόψιν τα βέλτιστα συμφέροντα της Αιτήτριας αρ.2. Την ίδια στιγμή, η Αιτήτρια αρ.2 διαθέτει μόνο τηλεφωνική επαφή με τον πατέρα της, τουλάχιστον τα τελευταία έτη, και όχι καθημερινή επαφή, ενώ δε φαίνεται να λαμβάνει οποιαδήποτε οικονομική συνδρομή από αυτόν στην ανατροφή της. Φρονώ ως εκ τούτου, ότι θα επέλθει, όχι μόνο παραβίαση των δικαιωμάτων της στη βάση της ΣΔΠ αλλά και παραβίαση του δικαιώματος οικογενειακής ζωής της Αιτήτριας αρ.2 κατά τρόπο δυσανάλογο, μη απαιτούμενο για κάποιο από τους περιοριστικά αναγραφόμενους[103] στο άρθρο 8 παρ.2 της ΕΣΔΑ λόγους.

 

Οι  ανωτέρω παραβιάσεις των δικαιωμάτων της Αιτήτριας αρ.2, κρίνω πως συνιστούν σοβαρές λόγω της φύσης τους παραβιάσεις βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων υπό την έννοια του άρθρου 3Γ(1) του Περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, στοιχειοθετείται φόβος δίωξης κατά την επιστροφή της Αιτήτριας αρ. 2 στη χώρα καταγωγής της.

 

Φορέας δίωξης

Σε σχέση με τους φορείς δίωξης, επισημαίνω ότι βάσει του άρθρου 3Α του Περί Προσφύγων Νόμου, «3Α. Στους φορείς δίωξης ή σοβαρής βλάβης συμπεριλαμβάνονται: (α) το κράτος, (β) ομάδες ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος ή ουσιώδες μέρος του εδάφους του κράτους, (γ) μη κρατικοί φορείς, εάν μπορεί να καταδειχθεί ότι οι φορείς που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), περιλαμβανομένων των διεθνών οργανισμών, δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να παράσχουν προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3Β.»

 

Παρατηρώ ότι φορείς δίωξης συνιστούν τόσο ο πατέρας της Αιτήτριας αρ.2, ο οποίος φαίνεται να έχει ήδη αποκτήσει δικαστικά την κηδεμονία της Αιτήτριας αρ. 2 και επιθυμεί την πλήρη αποξένωσή της από τη μητέρα της – Αιτήτριας αρ. 1, όσο και κρατικοί φορείς, αφού υφίσταται νομικό και κοινωνικό πλαίσιο διακριτικής μεταχείρισης σε σχέση με την επιμέλεια και την κηδεμονία υπέρ του πατέρα.

 

Φορέας προστασίας

Σε σχέση με τη διαθέσιμη κρατική προστασία ως προς τον αποχωρισμό και/ή αποξένωση της Αιτήτριας αρ.2 από τη μητέρα της, επισημαίνω ότι το κράτος διατηρεί τη νομοθεσία η οποία εισάγει και διατηρεί την εν λόγω διακριτική μεταχείριση υπέρ του πατέρα, η οποία απομακρύνεται από τα βέλτιστα συμφέροντα του τέκνου. Όπως προβλέπει η Οδηγία 2011/95/ΕΕ στο Προοίμιό της, υπό (27), «Στις περιπτώσεις που το κράτος ή τα όργανα του κράτους είναι οι υπεύθυνοι της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι δεν παρέχεται ουσιαστική προστασία στον αιτούντα.» Παρότι η πρόβλεψη αυτή αφορά την εσωτερική μετεγκατάσταση, a fortiori τυγχάνει εφαρμογής και στην περιοχή καταγωγής του αιτητή.[104]

 

Ως εκ των ανωτέρω, δεν προκύπτει ότι το κράτος είναι πρόθυμο και ικανό να προσφέρει αποτελεσματική προστασία κατά της δίωξης της Αιτήτριας αρ.2, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3Β (2) του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Λόγος δίωξης Αιτήτριας αρ. 2

Σε σχέση με το λόγο της πιθανολογούμενης δίωξης την οποία θα υποστεί η Αιτήτρια αρ.2, υπενθυμίζω όπως εξηγείται στις Κατευθυντήριες Γραμμές της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σχετικά με τα αιτήματα των Παιδιών για αναγνώριση προσφυγικού καθεστώτος,  (σελ.162), μία σειρά από κατατάξεις σχετικές με τα παιδιά είναι δυνατό να συνιστούν τη βάση του ισχυρισμού σε περίπτωση προσφυγικού καθεστώτος υπό το λόγο της «συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα». Τα παιδιά ή μία μικρότερη υποκατηγορία αυτών είναι επίσης δυνατό να συνιστούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.[105]

 

Όπως αναφέρει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, παρότι η ηλικία εν τη στενή της έννοια δε συνιστά εγγενές ή μόνιμο χαρακτηριστικό καθώς αλλάζει διαρκώς, η ιδιότητα του παιδιού συνιστά αμετάβλητο χαρακτηριστικό οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Η ιδιότητα του παιδιού είναι ευθέως σχετική με την ταυτότητα κάποιου, τόσο στα μάτια της κοινωνίας όσο και από την οπτική του παιδιού. Στις περισσότερες κοινωνίες τα παιδιά διαχωρίζονται από τους ενήλικες καθώς γίνεται κατανοητό ότι απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή ή φροντίδα. Η ταυτοποίηση ως ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας μπορεί να γίνει μετά από αξιολόγηση περιστάσεων όπου τα παιδιά μοιράζονται μία κοινή κοινωνικά κατασκευασμένη εμπειρία, όπως να έχουν τύχει κακοποίησης.[106]

 

Στην απόφασή της επί των υποθέσεων υπ’ αριθ. 76226 και 76227, η Αρχή Προσφυγών για το Προσφυγικό Καθεστώς (Refugee Status Appeals Authority) της Νέας Ζηλανδίας, αντίστοιχα έκρινε ότι η δίωξη του τέκνου η οποία συνίσταται στον αποχωρισμό από τη μητέρα του εξαιτίας της διακριτικής νομοθεσίας του Ιράν, οφειλόταν στην ιδιότητα αυτού ως παιδιού, κατατάσσοντάς το τελευταίο στην έννοια της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας (Refugee Status Appeals Authority New Zealand, Appeal No 76226-76227, ημερ. 12/01/2009, παρ. 114).

 

Βάσει των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, θεωρώ ότι η ψυχολογική βία την οποία αναμένεται ευλόγως να υποστεί η Αιτήτρια αρ.2 σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής, επηρεάζει αυτήν δυσανάλογα λόγω της ιδιότητάς της ως παιδιού διαζευγμένων γονέων. Εξίσου, η πράξη αποχωρισμού από τη μητέρα της λόγω της εισάγουσας διακριτική μεταχείριση υπέρ των ανδρών νομοθεσίας του Ιράν, πράξης συνεπώς της οποίας το κύρος αναγνωρίζεται από τη νομοθεσία, θα λάβει χώρα εναντίον της Αιτήτριας αρ.2 ακριβώς λόγω της ιδιότητάς της ως τέκνου διαζευγμένων γονέων, αφού τουλάχιστον οι διατάξεις περί επιμέλειας στοχεύουν ακριβώς τη ρύθμιση των καταστάσεων των εν λόγω προσώπων.

 

Κατά τα παραπάνω, κρίνω ότι η Αιτήτρια αρ.2 ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, ήτοι αυτή των παιδιών διαζευμένων γονέων των οποίων η μητέρα κατηγορείται για παραβίαση των ηθικών κανόνων της κοινωνίας και/ή του νόμου της Σαριάς στο Ιράν και τα οποία θα αποξενωθούν από τη μητέρα τους.

 

Ενδεχόμενο μετεγκατάστασης

Σε σχέση με ενδεχόμενο μετεγκατάστασης της Αιτήτριας αρ.2, υπενθυμίζω ότι αυτή είναι ανήλικη, ενώ φορέας δίωξης είναι ο πατέρας της και έχει αναγνωριστεί πιο πάνω προσφυγικό καθεστώς στη μητέρα της, και ως εκ τούτου θα ήταν αδύνατη η όποια μετεγκατάστασή της στη χώρα καταγωγής της.  

 

Κατάληξη

Στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνεται ότι οι Αιτήτριες αρ.1 και αρ.2 δικαιούνται να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες γιατί στο πρόσωπό τους συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146(4)(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου (Ν. 73(Ι)/18) και οι Αιτήτριες αρ.1 και αρ.2 αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.  Επιδικάζονται €700 έξοδα υπέρ των Αιτητριών και εναντίον των Καθ'ων η Αίτηση.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] EASO, ‘Practical Guide: Evidence Assessment’ (2015), 19 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/10/2023)

[2] EASO, ‘Judicial analysis Vulnerability in the context of applications for international protection’ (2021), 138 Διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Vulnerability_JA_EN.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/10/2023)

[3] EASO, ‘Judicial analysis Vulnerability in the context of applications for international protection’ (2021), 141 Διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Vulnerability_JA_EN.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/10/2023)

[4] CRC, ‘General comment No. 14 (2013) on the right of the child to have his or her best interests taken as a primary consideration (art. 3, para. 1)’ (2013), 4 διαθέσιμο σε https://www2.ohchr.org/english/bodies/crc/docs/gc/crc_c_gc_14_eng.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2023)

[5] USDOS, ‘ IRAN 2016 HUMAN RIGHTS REPORT’ (2017), υπό Section 6: Women: Rape and Domestic Violence διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2019/01/Iran-1.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[6] AI, ‘Amnesty International Report 2016/17 - The State of the World's Human Rights – Iran’ (2017), υπό Women’s Rights, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/document/1394314.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[7] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (2020),  48 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2029778/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[8] Iranian Hospital, ‘Get to know the Iranian Hospital Better’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε http://iranian-hospital.com/en (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[9] Βλ. σχετικά EUAA, ‘Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System Judicial Analysis’ (2η εκδ., 2023), 101 διαθέσιμο σε    https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[10] Bolhari et al., ‘The Survey of Divorce Incidence in Divorce Applicants in Tehran’ (2012), υπό Abstract διαθέσιμο σε ‘Journal of Family & Reproductive Health’ https://jfrh.tums.ac.ir/index.php/jfrh/article/view/156 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), Zhiani et al., ‘Explaining the Cultural Causes of Communication Challenges for Divorced Couples (Case Study of Vanak Family Court Clients)’ (2021), διαθέσιμο σε ‘Quarterly of Social Studies and Research in Iran’ https://jisr.ut.ac.ir/article_82035.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[11] Βλ. ενδεικτικά Pirak et al, ‘Post-Divorce Regret Among Iranian Women: A Qualitative Study’ (2019), υπό Discussion  διαθέσιμο σε https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6311202/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[12] DRC/ DIS, ‘IRAN Relations outside of marriage in Iran and marriages without the accept of the family Joint report from the Danish Immigration Service and The Danish Refugee Council based on interviews in Tehran, Iran, Ankara, Turkey and London, United Kingdom, 9 September to 16 September 2017 and 2 October to 3 October 2017’ (2018), 7, 20 διαθέσιμο σε  https://www.ecoi.net/en/file/local/1426248/1788_1520518257_relations-outside-of-marriage-in-iran-and-marriages-without-the-accept-of-the-family.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[13] Σημειώνω σχετικά πως δεν οφείλεται να γίνει χρήση του άρθρου 18 (5) του Περί Προσφύγων Νόμου δεδομένου ότι υπήρξε επιβεβαίωση του ισχυρισμού μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης βλ. συγκεκριμένα EUAA,

‘Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis’ (2η εκδ., 2023) 111, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

«Second, Article 4(5) is limited to cases where there is a lack of corroboration: ‘where aspects of the applicant’s statements are not supported by documentary or other evidence’»

 

 

[14] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis (2η εκδ., 2023),                                                     78 Διαθέσιμο σε     https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 24/10/2023)

[15] UNGA Human Rights Council, A/HRC/46/50, ‘Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran Report of the Special Rapporteur on the situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, Javaid Rehman’ (2021), 16 διαθέσιμο σε https://documents-dds-ny.un.org/doc/UNDOC/GEN/G21/001/53/PDF/G2100153.pdf?OpenElement (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024),  Finnish Immigration Service, ‘VIOLENCE AGAINST WOMEN AND HONOUR-RELATED VIOLENCE IN IRAN’ (2015), 2 διαθέσιμο σε https://migri.fi/documents/5202425/5914056/61597_Suuntaus-raportti_VakivaltaIran_finalFINAL_kaannosversio_EN.pdf/04123eff-529a-457a-aa0d-d5218d046ffe (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), The Conversation, ‘The veil in Iran has been an enduring symbol of patriarchal norms – but its use has changed depending on who is in power’ (2022), διαθέσιμο σε https://theconversation.com/the-veil-in-iran-has-been-an-enduring-symbol-of-patriarchal-norms-but-its-use-has-changed-depending-on-who-is-in-power-193689 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[16] UN Human Rights Treaty Bodies, ‘UN Treaty Body Database’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε                                         https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/TreatyBodyExternal/Treaty.aspx?CountryID=81&Lang=EN (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[17] Finnish Immigration Service, ‘VIOLENCE AGAINST WOMEN AND HONOUR-RELATED VIOLENCE IN IRAN’ (2015), 2 διαθέσιμο σε https://migri.fi/documents/5202425/5914056/61597_Suuntaus-raportti_VakivaltaIran_finalFINAL_kaannosversio_EN.pdf/04123eff-529a-457a-aa0d-d5218d046ffe (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[18] UNGA Human Rights Council, A/HRC/46/50, ‘Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran Report of the Special Rapporteur on the situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, Javaid Rehman’ (2021), 16 διαθέσιμο σε https://documents-dds-ny.un.org/doc/UNDOC/GEN/G21/001/53/PDF/G2100153.pdf?OpenElement (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[19] UNGA Human Rights Council, A/HRC/46/50, ‘Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran Report of the Special Rapporteur on the situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, Javaid Rehman’ (2021), 16 διαθέσιμο σε https://documents-dds-ny.un.org/doc/UNDOC/GEN/G21/001/53/PDF/G2100153.pdf?OpenElement (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)                

 

[20] UN ECOSOC, Commission on Human Rights, ‘INTEGRATION OF THE HUMAN RIGHTS OF WOMEN AND A GENDER PERSPECTIVE: VIOLENCE AGAINST WOMEN Report of the Special Rapporteur on violence against women, its causes and consequences, Yakin Ertürk - MISSION TO THE ISLAMIC REPUBLIC OF IRAN (29 January to 6 February 2005)’ (2006), 2 διαθέσιμο σε https://www.refworld.org/docid/45377aff0.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[21]   UN ECOSOC, Commission on Human Rights, ‘INTEGRATION OF THE HUMAN RIGHTS OF WOMEN AND A GENDER PERSPECTIVE: VIOLENCE AGAINST WOMEN Report of the Special Rapporteur on violence against women, its causes and consequences, Yakin Ertürk - MISSION TO THE ISLAMIC REPUBLIC OF IRAN (29 January to 6 February 2005)’ (2006), 10 διαθέσιμο σε https://www.refworld.org/docid/45377aff0.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[22] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (2023), 29  διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[23] Pirak et al, ‘Post-Divorce Regret Among Iranian Women: A Qualitative Study’ (2019), υπό Discussion  διαθέσιμο σε https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6311202/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[24] Pirak et al, ‘Post-Divorce Regret Among Iranian Women: A Qualitative Study’ (2019), υπό Results  διαθέσιμο σε https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6311202/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[25] Pirak et al, ‘Post-Divorce Regret Among Iranian Women: A Qualitative Study’ (2019), υπό Results  διαθέσιμο σε https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6311202/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[26] Finnish Immigration Service, ‘VIOLENCE AGAINST WOMEN AND HONOUR-RELATED VIOLENCE IN IRAN’ (2015), 14 διαθέσιμο σε https://migri.fi/documents/5202425/5914056/61597_Suuntaus-raportti_VakivaltaIran_finalFINAL_kaannosversio_EN.pdf/04123eff-529a-457a-aa0d-d5218d046ffe (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[27] Βάσει του άρθρου 225 του Νέου Ισλαμικού Ποινικού Κώδικα, ‘η hadd τιμωρία για zina μεταξύ ενός άνδρα και μίας γυναίκας η οποία πληροί τις προϋποθέσεις της ihsan θα είναι ο θάνατος δια λιθοβολισμού. Όταν η εκτέλεση δια λιθοβολισμού δεν είναι δυνατή, με πρόταση του δικαστηρίου της τελικής απόφασης και έγκριση του επικεφαλής του Δικαστικού Σώματος, εάν το έγκλημα αποδεικνύεται από μαρτυρία, ο άνδρας και η γυναίκα οι οποίοι έχουν διαπράξει zina και πληρούν τις προϋποθέσεις της ihsan θα καταδικάζονται σε θανατική ποινή (απαγχονισμό), άλλως σε καθέναν από αυτούς θα δίνονται εκατό μαστιγώματα’.

Βάσει του άρθρου 226 του ως άνω Κώδικα, ‘Ihsan θα στοιχειοθετείται τόσο για άνδρες και γυναίκες σύμφωνα με τα ακόλουθα:

(α) Ihsan ενός ανδρός ορίζεται ως η κατάσταση κατά την οποία άνδρας έγγαμος με μόνιμη και έφηβη σύζυγο και είχε μαζί της κολπική σεξουαλική επαφή ενώ ήταν σώφρων και έφηβος και είναι δυνατό να προβεί σε κολπική σεξουαλική επαφή μαζί της οποτεδήποτε το επιθυμεί

(β) Ihsan μίας γυναίκας ορίζεται ως η κατάσταση κατά την οποία μία γυναίκα έγγαμη με το μόνιμο και έφηβο σύζυγό της και όπου ο σύζυγος έχει προβεί σε κολπική σεξουαλική επαφή μαζί της ενώ η ίδια είναι σώφρων και έφηβη και είναι ικανή να έχει σεξουαλική επαφή με το σύζυγό της

Βάσει του άρθρου 221 του ως άνω Κώδικα ως ‘‘zina’ ορίζεται η σεξουαλική επαφή μεταξύ ενός άνδρα και μίας γυναίκας οι οποίοι δεν είναι έγγαμοι μεταξύ τους και επίσης εφόσον η συνουσία δε λάβει χώρα εκ παραδρομής.[….]’

 

Βλ. για τα παραπάνω την αγγλική μετάφραση των Βιβλίων Ι και ΙΙ του Νέου Ισλαμικού Ποινικού Κώδικα όπως αυτή παρέχεται από Iran Human Rights Documentation Center, ‘English Translation of Books I & II of the New Islamic Penal Code’ (2014), διαθέσιμο σε https://iranhrdc.org/english-translation-of-books-i-ii-of-the-new-islamic-penal-code/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[28] Άρθρο 225 του Νέου Ισλαμικού Ποινικού Κώδικα (2014), διαθέσιμο σε https://iranhrdc.org/english-translation-of-books-i-ii-of-the-new-islamic-penal-code/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[29] DIS, ‘Iran Protests 2022-2023’ (2023), 42 Διαθέσιμο σε https://us.dk/media/10580/coi_brief_report_iran-protests-2022-2023.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[30] Άρθρο 225 του Νέου Ισλαμικού Ποινικού Κώδικα (2014), διαθέσιμο σε https://iranhrdc.org/english-translation-of-books-i-ii-of-the-new-islamic-penal-code/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[31] Iran Human Rights, ‘Death Sentence of Man and Woman Upheld for Adultery’ (2021), διαθέσιμο σε https://iranhr.net/en/articles/4965/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[32] Iran Human Rights, ‘Annual Report on the Death Penalty in Iran 2022’ (2023), 41 διαθέσιμο σε https://iranhr.net/media/files/Rapport_iran_2022_PirQr2V.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[33] Iran Human Rights, ‘Annual Report on the Death Penalty in Iran 2022’ (2023), 41 διαθέσιμο σε https://iranhr.net/media/files/Rapport_iran_2022_PirQr2V.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[34] DIS, ‘Iran Protests 2022-2023’ (2023), 7 Διαθέσιμο σε https://us.dk/media/10580/coi_brief_report_iran-protests-2022-2023.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices: Iran’ (2023), υπό 1A διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/iran/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024) «Adultery remains punishable by death by stoning, although provincial authorities were reportedly ordered not to provide public information regarding stoning sentences since 2001, according to the NGO Justice for Iran.»

[35] DIS, ‘Iran Protests 2022-2023’ (2023), 7 Διαθέσιμο σε https://us.dk/media/10580/coi_brief_report_iran-protests-2022-2023.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[36] UNGA,  A/HRC/50/19, ‘Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran Report of the Secretary-General’ (2022), 3 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2074853/G2243759.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[37] UNGA, A/77/181, ‘Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran Note by the Secretary-General’ (2022), 13 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2078104/N2242930.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[38] The New Arab, ‘About Us’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://www.newarab.com/aboutus (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[39] The New Arab, ‘Iran sentences pair to death for adultery’ (2021), διαθέσιμο σε https://www.newarab.com/news/iran-sentences-pair-death-adultery (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[40] IranWire, ‘About’ (χωρίς χρονολογία), https://iranwire.com/en/about (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[41] IranWire, ‘Iranian Man and Woman on Death Row for Sex Outside of Marriage’ (2021), διαθέσιμο σε https://iranwire.com/en/features/70728/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[42] AI, ‘Iran: Prisons turned into killing fields as drug-related executions almost triple this year’ (2023), υπό Wider Execution Spree,  διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/latest/news/2023/06/iran-prisons-turned-into-killing-fields-as-drug-related-executions-almost-triple-this-year/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[43] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (2023), 36 διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/10/2023)

[44] USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices’ (2023), υπό Section 6, Discrimination and Societal Abuses: Women: Discrimination διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/iran/ (ημερομηνία πρόσβασης 25/10/2023)

[45] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2η εκδ, 2023), 226 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[46] Hathaway/ Foster ‘The Law of the Refugee Status’ (2η εκδ., 2014), 114

[47] Dorig H., ‘Asylum Qualification Directive 2011/95/EU, Chp20 Art.6’ σε Thym/Hailbronner ‘EU Immigration and Asylum Law’ (3η εκδ., 2022), 1258

[48] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2nd, 2023),  118 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[49] Βλ. για παράδειγμα ΕΔΔΑ, N v. Sweden, Αίτηση υπ’ αριθ. 23505/09, ημερ. 20 Ιουλίου 2010, παρ.62          

[50] ΕΔΔΑ, N v. Sweden, Αίτηση υπ’ αριθ. 23505/09, ημερ. 20 Ιουλίου 2010, παρ. 62

[51] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2nd, 2023),  123 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 10/10/2023)

[52] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2η εκδ, 2023), 123 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[53] USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices’ (2023), υπό Executive Summary διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/iran/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[54] USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices’ (2023), υπό Section 6 Discrimination and Societal Abuses: Women: Rape and Domestic Violence διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/iran/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[55] Freedom House, ‘Freedom in the World 2023 Country Report’ (2023),  υπό F4, διαθέσιμο σε https://freedomhouse.org/country/iran/freedom-world/2023 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[56] Maranlou S., ‘Access to Justice in Iran: Women, Perceptions and Reality’ (2014), υπό Women and Administration of Justice, διαθέσιμο σε https://www.cambridge.org/core/books/access-to-justice-in-iran/access-of-women-to-justice-and-legal-empowerment/E47D20715A8891909CDD4914A2BD7EB6 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[57] Maranlou S., ‘Access to Justice in Iran: Women, Perceptions and Reality’ (2014), υπό Table 4. Barriers to Access to Justice for Women and Men, διαθέσιμο σε https://www.cambridge.org/core/books/access-to-justice-in-iran/access-of-women-to-justice-and-legal-empowerment/E47D20715A8891909CDD4914A2BD7EB6 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[58] Aleinikoff T. A. ‘Protected Characteristics and Social Perceptions: An analysis of the meaning of ‘membership of a particular social group’’ (2003), 310 διαθέσιμο σε https://www.refworld.org/pdfid/470a33b30.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[59] «There are two ways in which the appellant could form a social group. Possibly because she is a woman and women can be perceived as weaker or somehow less worthy than men and but more appropriately in this case she could be seen as a woman who has been the victim of domestic violence and […]» (παρ.30)

[60] NCRI, ‘ Iran holds world record in domestic violence against women – new report (2020),  διαθέσιμο σε https://women.ncr-iran.org/2020/12/04/iran-holds-world-record-in-domestic-violence-against-women/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), Ως προς την NCRI Women’s Committee με στόχο την προώθηση της ισότητας των φύλων βλ. σχετικά NCRI, ‘ The NCRI Women’s Committee Promotes Gender Equality’ (χωρίς χρονολογία) διαθέσιμο σε  https://women.ncr-iran.org/womens-committee-of-iran-ncri/ (ημερομηνία πρόσβασης 9/10/2023) Η συγκεκριμένη οργάνωση έχει χρησιμοποιηθεί ως πηγή ενδεικτικά από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), EASO,  ‘COI Query: Iran Forced Virginity Tests’ (2021), 6 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_11_Q40_EASO_COI_Query_Response_FORCED%20VIRGINITY_TESTS_IRAN.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024) καθώς και από το DIDR (Division de l’ Information, de la Documentation et des Recherches) της OFPRA της Γαλλίας, ήτοι της Γαλλικής Υπηρεσίας για τους Πρόσφυγες και τους Απάτριδες σε OFPRA, ‘  Iran : Statut juridique et social des mères célibataires’(2021), 5 διαθέσιμο σε https://ofpra.gouv.fr/libraries/pdf.js/web/viewer.html?file=/sites/default/files/ofpra_flora/2111_irn_statut_meres_celibataires_154187___web.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), υποδεικνύοντας έτσι την αξιοπιστία και τη φήμη της πηγής

 

[61] NCRI, ‘ Iran holds world record in domestic violence against women – new report (2020),  διαθέσιμο σε https://women.ncr-iran.org/2020/12/04/iran-holds-world-record-in-domestic-violence-against-women/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024),

[62] USCIRF, ‘SGBV AGAINST RELIGIOUS FREEDOM PROTESTERS IN IRAN’ (2023), 2 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2092167/2023+Factsheet+SGBV+Iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[63] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (2023), 35  διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[64] DRC/ DIS, ‘IRAN Relations outside of marriage in Iran and marriages without the accept of the family Joint report from the Danish Immigration Service and The Danish Refugee Council based on interviews in Tehran, Iran, Ankara, Turkey and London, United Kingdom, 9 September to 16 September 2017 and 2 October to 3 October 2017’ (2018), 7 διαθέσιμο σε  https://www.ecoi.net/en/file/local/1426248/1788_1520518257_relations-outside-of-marriage-in-iran-and-marriages-without-the-accept-of-the-family.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[65] EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021),18 Διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/EASO-Practical-guide-application-IPA.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[66] EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021), 6 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/EASO-Practical-guide-application-IPA.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[67] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2η εκδ, 2023), 145 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[68] UNHCR, HCR/ GIP/03/04, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION:
“Internal Flight or Relocation Alternative” within the Context of Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2003),
παρ. 15 διαθέσιμο σε https://www.unhcr.org/media/guidelines-international-protection-no-4-internal-flight-or-relocation-alternative-within (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[69] UNHCR, HCR/ GIP/03/04, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION:
“Internal Flight or Relocation Alternative” within the Context of Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2003),
παρ. 20 διαθέσιμο σε https://www.unhcr.org/media/guidelines-international-protection-no-4-internal-flight-or-relocation-alternative-within (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[70] EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021), 12 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/EASO-Practical-guide-application-IPA.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[71] RULAC, ‘About RULAC’ (2022), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/about (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[72] RULAC, ‘Browse Map’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/map# (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[73] DFAT, ‘DFAT Country Information Report Iran’ (2023), 14 διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[74] DFAT, ‘DFAT Country Information Report Iran’ (2023), 39 διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[75] USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices’ (2023), υπό 2d In- country Movement,                     διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/iran/ (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[76] DRC/DIS, ‘ IRAN Relations outside of marriage in Iran and marriages without the accept of the family’ - Joint report from the Danish Immigration Service and The Danish Refugee Council based on interviews in Tehran, Iran, Ankara, Turkey and London, United Kingdom, 9 September to 16 September 2017 and 2 October to 3 October 2017 (2018), 14-15 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1426248/1788_1520518257_relations-outside-of-marriage-in-iran-and-marriages-without-the-accept-of-the-family.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[77] DRC/DIS, ‘ IRAN Relations outside of marriage in Iran and marriages without the accept of the family’ - Joint report from the Danish Immigration Service and The Danish Refugee Council based on interviews in Tehran, Iran, Ankara, Turkey and London, United Kingdom, 9 September to 16 September 2017 and 2 October to 3 October 2017 (2018), 11 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1426248/1788_1520518257_relations-outside-of-marriage-in-iran-and-marriages-without-the-accept-of-the-family.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[78] Geonames, ‘Namak Abrud Sar’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://www.geonames.org/122756/namak-abrud-sar.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[79] Geonames, ‘Damavand’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://www.geonames.org/138042/damavand.html  (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[80] UNHCR, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION No. 8: Child Asylum Claims under Articles 1(A)2 and 1(F) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2009),6  διαθέσιμο σε https://www.unhcr.org/media/guidelines-international-protection-no-8-child-asylum-claims-under-articles-1-2-and-1-f-1951 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[81] UN Committee on the Rights of Children, ‘General comment No. 14 (2013) on the right of the child to have his or her best interests taken as a primary consideration (art. 3, para. 1)’ (2013),  CRC/C/GC/14, 4                             διαθέσιμο σε  https://www2.ohchr.org/english/bodies/crc/docs/gc/crc_c_gc_14_eng.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[82] Βάσει του άρθρου 24 (2) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «2. Σε όλες τις πράξεις που αφορούν τα παιδιά, είτε επιχειρούνται από δημόσιες αρχές είτε από ιδιωτικούς οργανισμούς, πρωταρχική σημασία πρέπει να δίνεται στο υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.»

[83] UNHCR, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION: Child Asylum Claims under Articles 1(A)2 and 1(F) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2009), 5

[84] Βλ. σχετικά Amicus Curiae της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες UNHCR, ‘The Office of the United Nations High Commissioner for Refugees Statement on Membership of Particular Social Group and the Best Interests of the Child in Asylum Procedures Issued in the context of the preliminary ruling reference to the Court of Justice of the European Union in the case of K., L. v. Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (C-646/21)’ (2023),  υπό 5.2.5, σ.11 διαθέσιμο σε https://www.refworld.org/type,AMICUS,,,6492f5f54,0.html (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[85] CRC, ‘General comment No. 14 (2013) on the right of the child to have his or her best interests taken as a primary consideration (art. 3, para. 1)’ (2013), 4 διαθέσιμο σε https://www2.ohchr.org/english/bodies/crc/docs/gc/crc_c_gc_14_eng.pdf

[86] UNICEF, ‘Implementation Handbook for the Convention of the Rights of the Child’ (3η εκδ, 2007), 127                                     διαθέσιμο σε https://www.unicef.org/lac/media/22071/file/Implementation%20Handbook%20for%20the%20CRC.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[87] Pobjoy J. M., ‘The Child in International Refugee Law (Cambridge Asylum and Migration Studies, 2017)                                                                  145

[88] Η ως άνω μετάφραση στην αγγλική του Αστικού Κώδικα του Ιράν παρέχεται στη βάση δεδομένων FAOLEX, της Διεθνούς Οργάνωσης Φαγητού και Γεωργίας του ΟΗΕ (Food and Agriculture Organization of the United Nations), διαθέσιμο σε https://faolex.fao.org/docs/pdf/ira206827.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[89] To ACCORD συνιστά τμήμα του Αυστριακού Ερυθρού Σταυρού βλ. σχετικά Red Cross EU Office, ‘Supporting informed asylum decisions worldwide’, διαθέσιμο σε https://redcross.eu/projects/supporting-informed-asylum-decisions-worldwide (ημερομηνία πρόσβασης 03/10/2023) Παρέχει πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής των Αιτητών διεθνούς προστασίας οι οποίες έχουν τύχει έρευνας με τρόπο ανεξάρτητο και ουδέτερο προκειμένου να συμβάλουν σε δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες καθορισμού των αναγκών διεθνούς προστασίας βλ. σχετικά Osterreichisches Rotes Kreuz, ‘Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation- ACCORD’ διαθέσιμο σε https://www.roteskreuz.at/accord-english (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[90] ACCORD, ‘Iran: COI Compilation’ (2018), 168 Διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1441174/1226_1534925790_iran-coi-compilation-july-2018-final.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 03/10/2023), H ως άνω νομοθετική τροποποίηση επιβεβαιώνεται από Κοινή Έκθεση οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών επί της εφαρμογής της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού από την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, η οποία συγγράφηκε το 2015, και κατατέθηκε στο πλαίσιο της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Παιδιών των Ηνωμένων Εθνών επί της 3ης και 4ης  περιοδικής αναφοράς για την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν βλ. πιο συγκεκριμένα Abdorrahman Boroumand Foundation et al, ‘Rights of the Child in Iran’ (2015), 27 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1053626/1930_1461829038_int-crc-ngo-irn-19809-e.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[91] Ένα σεληνιακό έτος περιλαμβάνει 12 κύκλους σεληνιακών φάσεων και διαρκεί περί τις 354 ημέρες Britannica, 'lunar year’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://www.britannica.com/science/lunar-year (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[92] Ebrahimi S. N., ‘Child Custody (Hizanat) under Iranian Law: An Analytical Discussion’ (2005), 475 διαθέσιμο σε Family Law Quarterly, Vol. 39, No. 2, Symposium on Comparative Custody Law, σε https://www.jstor.org/stable/25740500?seq=7 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024), βλ. αντίστοιχα και UNCRC, ‘Consideration of reports submitted by States parties under article 44 of the Convention Combined third and fourth periodic reports of States parties due in 2013 Islamic Republic of Iran’ (2015), 16 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1230791/1930_1455714204_g1507367.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024) «In cases of separated parents, by reaching that age, the child has the right to choose living with either the mother or the father»

[93] Finnish Immigration Service, ‘VIOLENCE AGAINST WOMEN AND HONOUR-RELATED VIOLENCE IN IRAN’ (2015), 15 διαθέσιμο σε https://migri.fi/documents/5202425/5914056/61597_Suuntaus-raportti_VakivaltaIran_finalFINAL_kaannosversio_EN.pdf/04123eff-529a-457a-aa0d-d5218d046ffe (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

 

[94] UNCRC, CRC/C/IRN/CO/3-4, ‘Concluding observations on the combined third and fourth periodic reports of the Islamic Republic of Iran’ (2016), 7-8 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1166191/1930_1461318255_g1604970.pdf

[95] Η ως άνω μετάφραση στην αγγλική του Αστικού Κώδικα του Ιράν παρέχεται στη βάση δεδομένων FAOLEX, της Διεθνούς Οργάνωσης Φαγητού και Γεωργίας του ΟΗΕ (Food and Agriculture Organization of the United Nations), διαθέσιμο σε https://faolex.fao.org/docs/pdf/ira206827.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[96]  Abdorrahman Boroumand Foundation et al, ‘Rights of the Child in Iran’ (2015), 27 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1053626/1930_1461829038_int-crc-ngo-irn-19809-e.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[97] Finnish Immigration Service, ‘Violence against Women and Honour-Related Violence in Iran’ (2015), 15 διαθέσιμο σε https://migri.fi/documents/5202425/5914056/61597_Suuntaus-raportti_VakivaltaIran_finalFINAL_kaannosversio_EN.pdf/04123eff-529a-457a-aa0d-d5218d046ffe (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[98] Ebrahimi S. N., ‘Child Custody (Hizanat) under Iranian Law: An Analytical Discussion’ (2005), 474-475 διαθέσιμο σε Family Law Quarterly, Vol. 39, No. 2, Symposium on Comparative Custody Law, σε https://www.jstor.org/stable/25740500?seq=7 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024),

[99] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (2023), 38-39  διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 27/09/2023)

[100] Βλ. Σχετικά EUAA, ‘Qualification for International Protection: Judicial Analysis’ (2η εκδ, 2023), 47                                                                           (ημερομηνία πρόσβασης 4/10/2023)  «Common to the two options set out in Article 9(1)(a) and (b) is the requirement that the act be sufficiently serious or severe to be considered an act of persecution»

 

 

[101] Pobjoy J. M., ‘The Child in International Refugee Law (Cambridge Asylum and Migration Studies, 2017)                                                                  144

[102] UNHR, HCR/GIP/09/08, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION: Child Asylum Claims under Articles 1(A)2 and 1(F) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2009), υπό 17

[103] Ως προς την περιοριστική απαρίθμηση των λόγων βλ. Μ. Καραβία, ‘Άρθρο 8 Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής’ σε Λ. Α. Σισιλιάνου ‘Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ’ άρθρο’ (2η εκδ., 2017), 418

[104] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis’ (2η εκδ., 2023), 123 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 6/10/2023)

[105] UNHCR, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION No. 8: Child Asylum Claims under Articles 1(A)2 and 1(F) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2009),  διαθέσιμο σε https://www.unhcr.org/media/guidelines-international-protection-no-8-child-asylum-claims-under-articles-1-2-and-1-f-1951 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)

[106] Βλ. σχετικά UNHCR, ‘GUIDELINES ON INTERNATIONAL PROTECTION No. 8: Child Asylum Claims under Articles 1(A)2 and 1(F) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol relating to the Status of Refugees’ (2009), 49 διαθέσιμο σε https://www.unhcr.org/media/guidelines-international-protection-no-8-child-asylum-claims-under-articles-1-2-and-1-f-1951 (ημερομηνία πρόσβασης 31/08/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο