ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ – ΛΑΡΝΑΚΑ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χ. Παπαγεωργίου, Δικαστή.

                   Κ. Ξυστούρη      ) 

         Κ. Γιασουμή       ) Μελών                                                                                           

 

    Αρ. Αίτησης: 352/17

Μεταξύ:

            Ανδρούλλα Θεοφάνους

Αιτήτριας

          και

 

          Παναγιώτη Πέσιη

         Καθ’ ου η αίτηση

Ημερομηνία: 31 Ιανουαρίου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Αιτήτρια: κα. Χρυσάφη

Για τους Καθ’ ων η αίτηση: κα. Αργυρού

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την παρούσα αίτηση η Αιτήτρια αξιώνει από τον Καθ’ ου η αίτηση αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση, προειδοποίηση, αναλογία ετήσιων αδειών, αναλογία 13ου μισθού, οποιαδήποτε άλλη σχετική θεραπεία και έξοδα. 

 

Η Αιτήτρια με το δικόγραφό της ισχυρίζεται ότι απασχολείτο στον Καθ’ ου η αίτηση τους καλοκαιρινούς μήνες από το 2001 μέχρι τον Απρίλιο του 2017, ότι αρχές Απριλίου του 2017 ο Καθ’ ου η αίτηση αδικαιολόγητα και απροειδοποίητα την ενημέρωσε τηλεφωνικώς ότι τερμάτιζε την υπηρεσία της, ότι την αντικατέστησε με άλλη υπάλληλο και ότι την 11/4/17 τον κατήγγειλε στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων.  

 

Αντίθετη είναι η θέση του Καθ’ ου η αίτηση ο οποίος με τους γενικούς λόγους εμφάνισής του ισχυρίζεται ότι περί τον Απρίλιο του 2017 επικοινώνησε με την Αιτήτρια, ότι την ενημέρωσε για τη νέα ημερομηνία που θα έπρεπε να ξεκινήσει δουλειά, ότι η Αιτήτρια εξέφρασε την επιθυμία της να αποχωρήσει οικειοθελώς από την εργασία της λόγω διαφωνίας για την πρόσληψη νέου υπαλλήλου ως μάγειρα, ότι ο Καθ’ ου η αίτηση προσπάθησε να την μεταπείσει, ότι πληροφορήθηκε ότι η Αιτήτρια τον Μάιο του 2017 άρχισε να εργάζεται σε άλλο ξενοδοχείο και ζητά την απόρριψη της αίτησης με έξοδα υπέρ του.    

 

Το άρθρο 6(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, N.24/67 (στο εξής «ο Νόμος») καθιερώνει νόμιμο μαχητό τεκμήριο υπέρ του εργοδοτούμενου σύμφωνα με το οποίο «… ο υπό του εργοδότου τερματισμός απασχολήσεως του εργοδοτουμένου τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ως μη γενόμενος δια τινά των εν τω άρθρω 5 εκτιθεμένων λόγων», δηλαδή των λόγων που καθιστούν νόμιμη και δικαιολογημένη την απόλυση και δεν παρέχουν στον εργοδοτούμενο δικαίωμα αποζημίωσης.  Τα άρθρα 7(1) και (2) του Νόμου καθιερώνουν νόμιμο μαχητό τεκμήριο σύμφωνα με το οποίο, όταν ο εργοδοτούμενος τερματίζει την απασχόλησή του λόγω της διαγωγής του εργοδότη «τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ότι ο εργοδοτούμενος δεν ετερμάτισε την απασχόλησιν του νομίμως».

 

            Στην υπό κρίση αίτηση, ο Καθ’ ου η αίτηση διατείνεται ότι η Αιτήτρια απεχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της και ότι δεν την απέλυσε.  Επομένως, στην Αιτήτρια εναπόκειται να αποδείξει τον τερματισμό της απασχόλησής της (βλ. υποθέσεις Αριστείδου ν. R. K. SUPER  BETON  LTD κ.α. (1999) 1A A.A.Δ. 114 και Λούης Τούριστ Έιτσενσυ Λτδ (1990) 1 Α.Α.Δ. 315).  Προς απόδειξη της υπόθεσης της Αιτήτριας κατέθεσε ενώπιόν μας η Αιτήτρια.  Για τον Καθ’ ου η αίτηση κατέθεσε ο ίδιος.  Παράλληλα, κατατέθηκαν ως τεκμήρια διάφορα έγγραφα στα οποία θα αναφερθούμε όπου κρίνεται σκόπιμο κατά την παράθεση και αξιολόγηση της μαρτυρίας.

 

         Από τα δικόγραφα, τις δηλώσεις των διαδίκων μερών και την ενώπιόν μας μαρτυρία προκύπτουν τα ακόλουθα παραδεκτά γεγονότα:

 

1.         Ο Καθ’ ου η αίτηση είναι ο διαχειριστής του εστιατορείου των διαμερισμάτων με την ονομασία «Senator Hotel Apartments». 

 

2.         Η εργοδότηση της Αιτήτριας στον Καθ’ ου η αίτηση ξεκίνησε την τουριστική περίοδο του 2001 και συνέχισε για όλες τις επόμενες τουριστικές περιόδους μέχρι τον Απρίλιο του 2017.

 

3.         Η υπηρεσία της Αιτήτριας κατέστη αορίστου χρόνου.

 

4.         Η συνολική υπηρεσία της Αιτήτριας στον Καθ’ ου η αίτηση διήρκησε 8 χρόνια.

 

5.         Η Αιτήτρια ήταν μαγείρισσα και λάμβανε €421 εβδομαδιαίως.

 

H Αιτήτρια κατά την κυρίως εξέτασή της ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν στον Καθ’ ου η αίτηση τουλάχιστον 6 μήνες κάθε χρόνο, ότι ήταν πολύ ευχαριστημένη με τη δουλειά της, ότι το κλίμα με τους συναδέλφους ήταν πολύ καλό, ότι ο μισθός της ήταν πολύ καλός, ότι για αυτούς τους λόγους δεν έψαχνε αλλού δουλειά, ότι με τον Καθ’ ου η αίτηση αναπτύχθηκε πολύ φιλική σχέση, ότι ασκούσε τα καθήκοντά της με ευσυνειδησία και ότι ο μισθός της σταδιακά αυξανόταν.  Ήταν η θέση της Αιτήτριας ότι με την έναρξη της τουριστικής περιόδου του 2017 ο Καθ’ ου η αίτηση την ενημέρωσε τηλεφωνικώς ότι τερματίστηκαν οι υπηρεσίες της χωρίς δικαιολογία και χωρίς προειδοποίηση.  Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι πληροφορήθηκε εκ των υστέρων ότι προσλήφθηκε νέα μαγείρισσα στη θέση της, ότι την 11/4/17 προχώρησε σε καταγγελία στο Γραφείο Εργασίας, ότι την 2/5/17 απέστειλε μέσω δικηγόρου επιστολή στον Καθ’ ου η αίτηση, ότι η απόλυσή της έγινε σε πολύ άσχημη στιγμή γιατί όλα τα εστιατόρια είχαν εργοδοτήσει προσωπικό και ότι μετά από πολλή προσπάθεια βρήκε εργασία με πιο χαμηλό μισθό.  Τέλος, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε κατά την κυρίως εξέτασή της ότι είναι νυμφευμένη, ότι έχει 2 παιδιά και ότι ο σύζυγός της διαμένει σε γηροκομείο μετά από ατύχημα.    

 

Αντεξεταζόμενη η Αιτήτρια, ισχυρίστηκε ότι δεν παρεξηγήθηκε ποτέ με τον Καθ’ ου η αίτηση, ότι στο εστιατόριο γίνονταν «2 βάρδιες», ότι σε κάθε βάρδια υπήρχε ένας μάγειρας, ότι η ίδια εργαζόταν στην πρώτη βάρδια ήτοι από τις 6:30 – 16:00, ότι εργαζόταν τα «off» της επειδή δεν υπήρχε προσωπικό, ότι ο άλλος μάγειρας ξεκινούσε στις 15:00 με 15:30, ότι με τον τελευταίο μάγειρα η σχέση τους ήταν «τυπική», ότι δεν είπε στον Καθ’ ου η αίτηση τον Οκτώβριο του 2016 ότι εάν θα παρέμενε ο άλλος μάγειρας αυτή δεν θα επέστρεφε, ότι δεν είχε με τον άλλο μάγειρα «τακτικούς τσακωμούς», ότι ξεκίνησε να ψάχνει νέα εργασία μόλις την απέλυσε ο Καθ’ ου η αίτηση και ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η κόρη της ήταν φοιτήτρια.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε κατά την κυρίως εξέτασή του ότι το εστιατόριο που διαχειρίζεται λειτουργεί εποχιακά από την 1η Μαΐου μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου κάθε χρόνο από τις 7:30 μέχρι τις 22:30, ότι απασχολούνται εκεί περί τα 6 – 8 άτομα, ότι η Αιτήτρια ασχολείτο με το πρόγευμα και το μεσημεριανό, ότι το 2016 προσέλαβε τον Ντάνιελ ως μάγειρα για την δεύτερη βάρδια, ότι στην αλλαγή της βάρδιας η Αιτήτρια και ο Ντάνιελ τσακώνονταν επειδή η Αιτήτρια δεν έκανε προετοιμασία για το βραδινό, ότι αυτό ήταν στα καθήκοντά της, ότι αναγκαζόταν να κάνει «τον διαμεσολαβητή», ότι είχαν συνέχεια προβλήματα με τους τσακωμούς των δύο μαγείρων, ότι λίγες ημέρες πριν τη λήξη της τουριστικής περιόδου ήτοι τον Οκτώβριο του 2016 η Αιτήτρια του είπε ότι αν συνεχίσει ο Ντάνιελ εκείνη δεν θα επέστρεφε, ότι δεν την πίστεψε επειδή παρεξηγείτο με όλους τους μάγειρες, ότι κάλεσε την Αιτήτρια αρχές Απριλίου του 2017 και την ενημέρωσε ότι ξεκινούν δουλειά, ότι αυτή τον ρώτησε εάν θα επέστρεφε και ο Ντάνιελ και ότι όταν της απάντησε καταφατικά του είπε «εννά φύω τζιαι έννα με γυρεύκεις».  Ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν πίστεψε την Αιτήτρια εφόσον αυτό ξαναέγινε και για άλλους μάγειρες, ότι τελικά η Αιτήτρια δεν πήγε για το καθάρισμα τις ημέρες που της είπε τον Απρίλιο του 2017, ότι προσπάθησε να της τηλεφωνήσει, ότι δεν απαντούσε, ότι έμεινε χωρίς μάγειρα, ότι ο νέος μάγειρας ξεκίνησε εργασία την 17/5/17, ότι εν το μεταξύ διεκπεραίωνε την εν λόγω εργασία ο ίδιος με την γυναίκα του και τον Ντάνιελ και ότι η Αιτήτρια αρχές Μάιου εργαζόταν αλλού. 

 

Αντεξεταζόμενος ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε ότι «ήταν υπερευχαριστημένος» με την Αιτήτρια, ότι όταν αυτή κουραζόταν «λίγο παραπάνω» του έλεγε ότι δεν θα επέστρεφε, ότι η Αιτήτρια σχόλανε στις 15:00, ότι για 45 λεπτά περίπου κάθε ημέρα βρίσκονταν στο χώρο εργασίας και οι δύο μάγειρες και ότι ο μισθός του Ντάνιελ ήταν υψηλότερος από αυτόν της Αιτήτριας.  

 

Κατά την επανεξέτασή του ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε ότι ο μισθός του επόμενου μάγειρα που προσέλαβαν ήταν υψηλότερος από αυτόν της Αιτήτριας.

 

Όπως διαφάνηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ο κεντρικός άξονας της όλης υπόθεσης είναι το κατά πόσο η Αιτήτρια αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της ή εάν ο Καθ’ ου η αίτηση απέλυσε την Αιτήτρια.  Από τη μια, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι δεν αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της, ότι είχε απόλυτη ανάγκη τον μισθό της και ότι ο Καθ’ ου η αίτηση την απέλυσε, ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια εγκατέλειψε από μόνη της την εργασία της παρόλο που της ζήτησε να επιστρέψει.  

 

Αξιολογώντας τη μαρτυρία της Αιτήτριας σε σχέση με το κατά πόσο αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της ή ως η δική της θέση απολύθηκε, παρατηρούμε ότι δεν εντοπίζουμε σε αυτήν αντιφάσεις.  Η μαρτυρία της Αιτήτριας μας φάνηκε θετική, φυσική και ειλικρινής και την αποδεχόμαστε.  Θεωρούμε ότι η Αιτήτρια ήρθε στο Δικαστήριο με σκοπό να περιγράψει τα γεγονότα όπως η ίδια τα βίωσε και το έκανε με σταθερότητα, απλότητα και σαφήνεια και συνεπώς κρίνουμε τη μαρτυρία της αξιόπιστη.  Η Αιτήτρια γενικά μας έκανε πολύ καλή εντύπωση και δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι τα όσα κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου ανταποκρίνονται πλήρως στην αλήθεια.   

 

Σε σχέση με τη μαρτυρία του Καθ’ ου η αίτηση παρατηρούμε ότι ενώ κατά την κυρίως εξέτασή του ισχυρίστηκε ότι η Αιτήτρια «παρεξηγείτο με όποιο μάγειρα» είχαν, αντεξεταζόμενος διαφώνησε ότι οι Αιτήτρια κάθε χρόνο παρεξηγείτο με τον άλλο μάγειρα.  Στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι κάθε χρόνο «υπήρχαν προβλήματα, αλλά υπήρχαν πιο έντονα προβλήματα» με τον τελευταίο μάγειρα.  Επίσης, ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε ότι ήταν «απόλυτα» «υπερευχαριστημένος» με την Αιτήτρια, ισχυρίστηκε ταυτόχρονα ότι η Αιτήτρια δεν εκτελούσε όπως έπρεπε τα καθήκοντά της, ήτοι ανέφερε ότι η Αιτήτρια δεν έκανε «καθόλου» προετοιμασία για την δεύτερη βάρδια.  Επίσης παρατηρούμε ότι ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση αρχικά ισχυρίστηκε ότι η Αιτήτρια κάθε χρόνο του έλεγε ότι δεν θα επέστρεφε λόγω των συγκρούσεων που είχε με τους μάγειρες της δεύτερης βάρδιας, κατά την αντεξέτασή του προέβαλε τη θέση ότι η Αιτήτρια «όταν κουράζετουν λίγο παραπάνω για κάποιο λόγο μου έλεγε δεν θα έρτω».  Περαιτέρω, σε σχέση με τη μαρτυρία του Καθ’ ου η αίτηση παρατηρούμε ότι ενώ κατά την κυρίως εξέτασή του ισχυρίστηκε ότι ο δεύτερος μάγειρας άρχιζε δουλειά 14:30, αντεξεταζόμενος αφού επανέλαβε τον εν λόγω ισχυρισμό, ισχυρίστηκε ότι ο Ντάνιελ πήγαινε 15 λεπτά ενωρίτερα στην εργασία του.  Τέλος, παρατηρούμε ότι ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίστηκε κατά την κυρίως εξέτασή του ότι η Αιτήτρια σχόλανε καθημερινώς στις 14:30 – 15:00, αντεξεταζόμενος ισχυρίστηκε ότι σχόλανε στις 15:00.     

 

Για όλα τα πιο πάνω, ο Καθ’ ου η αίτηση δεν μας έπεισε ότι ήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια και ήταν εμφανής η προσπάθειά του να παρουσιάσει τα γεγονότα όπως ο ίδιος θεωρούσε ότι του συνέφεραν.  Συνακόλουθα, η μαρτυρία του Καθ’ ου η αίτηση δεν κρίνεται αξιόπιστη και απορρίπτεται σε όσα σημεία είναι αντίθετη με αυτή της Αιτήτριας, εφόσον σε αντίθεση με τη μαρτυρία του Καθ’ ου η αίτηση, η μαρτυρία της Αιτήτριας, όπως αναφέρουμε ανωτέρω, μας φάνηκε ειλικρινής και την αποδεχόμαστε.  Αποδεχόμαστε συνεπώς ότι η μαρτυρία της Αιτήτριας σε σχέση με τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα εργατική διαφορά αποδίδει την αλήθεια και ανάλογα είναι τα ευρήματα του Δικαστηρίου.  Είναι λοιπόν κατάληξή μας ότι η Αιτήτρια κατάφερε να αποδείξει ότι δεν αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της και ότι η απασχόλησή της τερματίστηκε μονομερώς με απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση ο οποίος απέλυσε  την Αιτήτρια.  (Βλ. Π. Κουντουρίδης Λτδ ν. Γεωργίου (2003) 1Β Α.Α.Δ. 980).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Νόμου, όταν εργοδότης τερματίσει παράνομα την απασχόληση εργοδοτουμένου που έχει απασχοληθεί συνεχώς από αυτόν επί 26 τουλάχιστον εβδομάδες, ο εργοδοτούμενος έχει δικαίωμα σε αποζημίωση που υπολογίζεται σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του Νόμου.  Σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του Νόμου το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει απόλυτη διακριτική εξουσία για το επιδικασθησόμενο ποσό.  Κατά τον υπολογισμό όμως του επιδικασθησομένου τούτου ποσού το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δέον να λάβει υπόψη του, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

 

«(α)      Τα ημερομίσθια και πάσας τας άλλας απολαβάς του εργοδοτουμένου˙

  (β)      την διάρκειαν της υπηρεσίας του εργοδοτουμένου˙

  (γ)      την απώλειαν προοπτικής σταδιοδρομίας του  εργοδοτουμένου˙

  (δ)      τας πραγματικάς συνθήκας του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτουμένου˙

  (ε)       την ηλικίαν του εργοδοτουμένου.»

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ποσό της αποζημίωσης που θα επιδικάσει κρίνεται με βάση τα ενώπιόν του τιθέμενα πραγματικά γεγονότα.  Σε καμία περίπτωση, το Δικαστήριο δεν μπορεί να στηριχθεί σε υποθέσεις για να καταλήξει σε εύλογα συμπεράσματα.  Σημειώνουμε ότι η αποζημίωση δεν μπορεί ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών (παράγραφος 3 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου) και ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζων (παράγραφος 2 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου).  Στην υπόθεση Εκδοτικός Οίκος Δίας Δημόσια Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 625, στη σελ. 630, τονίστηκε ότι: «Σύμφωνα με τον πρώτο πίνακα του Ν.24/67 …. το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει απόλυτη διακριτική εξουσία να επιδικάσει οποιοδήποτε ποσό κρίνει πρέπον».  Τα πιο πάνω επαναλήφθηκαν στην υπόθεση Touchstone Technologies Ltd v. Μαυρομμάτη (2014) 1B 1829.  Περαιτέρω, στην υπόθεση Louis Tourist Agency Ltd ν. Ηλία (1992) 1 Α.Α.Δ. 98, 105 λέχθηκε ότι: «Η υλική ζημιά την οποία υφίσταται από τον τερματισμό ο εργοδοτούμενος είναι αναμφίβολα παράγοντας σχετικός, αλλά όχι ο μόνος ο οποίος λαμβάνεται υπόψη.  Η διαγωγή των μερών είναι άλλος σχετικός παράγοντας, όπως συνάγεται από την παράγραφο 4 (δ) του Πίνακα».

 

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλους τους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου και στο άρθρο 3 του Νόμου, για τους οποίους ακούσαμε και αξιολογήσαμε μαρτυρία, όπως τις απολαβές της Αιτήτριας τις οποίες αναφέρουμε ανωτέρω, τη διάρκεια της υπηρεσίας της η οποία είναι παραδεκτή, τις πραγματικές συνθήκες τερματισμού, το ότι κατά τον επίδικο χρόνο ήταν 58 ετών, κρίνουμε υπό τις περιστάσεις εύλογο να επιδικάσουμε ως αποζημίωση το ποσό των €7.578 που αντιστοιχεί με απολαβές 18 εβδομάδων. 

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Νόμου η Αιτήτρια δικαιούται πληρωμή αντί προειδοποίηση που αντιστοιχεί με απολαβές 8 εβδομάδων, ήτοι ποσό €3.368.  Δικαίωμα σε προειδοποίηση παρέχεται και από το άρθρο 11 του περί της Συμβάσεως Περί του Τερματισμού της Απασχολήσεως (Κυρωτικός) Νόμος του 1985 (Ν.45/85).

 

Εκδίδεται ομόφωνα απόφαση υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ΄ ου η αίτηση για €10,946, με νόμιμο τόκο.  Επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εις βάρος του Καθ’ ου η αίτηση €2.000 έξοδα πλέον Φ.Π.Α.      

 

 

(Υπ.) ……………………………………

                                                        Χ. Παπαγεωργίου, Δικαστής.

 

 (Υπ.) ……………………….……               (Υπ.) ……………………………….

   Κ. Ξυστούρης, Μέλος                                  Κ. Γιασουμής, Μέλος

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

 

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο