ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ – ΛΑΡΝΑΚΑ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Χ. Παπαγεωργίου, Δικαστή.

Ζ. Αποστόλου   )

Κ. Γιασουμή      ) Μελών.

                                                                              

                                                                                                     Αρ. Αίτησης: 48/16

Μεταξύ:

     Μαίρη  Κουδουνά

                                                                                                  Αιτήτριας

                                                  και

 

                     VAVLITIS  &  PAPANTONIOU  HOTELS  LTD                                                                                                                                                                   Καθ΄ ων η αίτηση

 

Ημερομηνία: 27 Μαρτίου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Αιτήτρια - Καθ’ ης η αίτηση: κα. Αργυρού Χρ.

Για τους Καθ’ ων η αίτηση - Αιτητές: κ. Σπανός Μ.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

σε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης απόφασης

 

 

Την 31/8/23 το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εξέδωσε απόφαση υπέρ της Αιτήτριας – Καθ’ ης η αίτηση στην παρούσα (στο εξής «η Αιτήτρια») και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση – Αιτητών στην παρούσα (στο εξής «οι Καθ’ ων η αίτηση»).  Οι Καθ΄ ων η αίτηση εφεσίβαλαν την εν λόγω απόφαση.

 

Με την παρούσα αίτηση επιζητείται η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον των Καθ' ων η αίτηση μέχρι την εκδίκαση της έφεσης στην απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ημερ.31/8/23.  Συγκεκριμένα, οι Καθ’ ων η αίτηση ζητούν τα ακόλουθα:

 

«Α. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 31.8.2023 που εκδόθηκε εναντίον των Αιτητών στην υπό τον ως άνω με αριθμό και τίτλο Αίτηση μέχρι εκδικάσεως της Έφεσης υπ’ αρ. 235/23.

Β. Οιανδήποτε ετέρα θεραπεία ήθελε το Σεβαστό Δικαστήριο κρίνει εύλογη και δίκαια υπό τας περιστάσεις.

Γ. Τα έξοδα της παρούσας Αιτήσεως».

 

Η αίτηση βασίζεται στον περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικό Κανονισμό του 1999, Κ. 6, 11, 12, 15, 16 και 17, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.35 Θ.Θ. 18 και 19, Δ.40 Θ.Θ. 7 και 11, Δ.48 Θ.Θ. 1 – 9, στις συμφυείς εξουσίες και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και στις γενικές αρχές του νόμου και της νομολογίας.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση περιέχονται στο φάκελο της υπόθεσης και στην Ένορκη Δήλωση του κ.Βαβλίτη, ο οποίος είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Καθ’ ων η αίτηση, το περιεχόμενο της οποίας είναι το ακόλουθο: 

 

«Εξ' όσων γνωρίζω από την ίδια την Καθ' ης η Αίτηση, η Καθ' ης η Αίτηση εργάζεται στο Τμήμα Οροφοκομίας σε κάποιο Ξενοδοχείο του ομίλου Λούης. Εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω λόγω της ενασχόλησης μου στον τομέα του τουρισμού και, ειδικότερα, στον τομέα της διεύθυνσης ξενοδοχειακών μονάδων, ο μισθός της Αιτήτριας δεν μπορεί να ξεπερνά το ποσό των €2,500 τον μήνα. Ειλικρινά πιστεύω ότι αν δεν εκδοθεί το διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης, και οι Αιτητές αναγκασθούν να καταβάλουν στην Καθ' ης η Αίτηση τα ποσά που προβλέπονται από την απόφαση, η Καθ' ης η Αίτηση δεν θα είναι σε θέση να τα επιστρέψει στους Καθ' ων η Αίτηση εάν και όταν κερδίσουν την Έφεση τους.

Η αδυναμία της Καθ' ης η Αίτηση να επιστρέψει τα σχετικά ποσά στους Αιτητές σε περίπτωση επιτυχίας της Έφεσης, θα καταστήσουν την Έφεση άνευ αντικειμένου αφού ακόμα και αν η Έφεση πετύχει οι Αιτητές θα παραμείνουν ανικανοποίητοι.

Αντίθετα, εάν εκδοθεί το διάταγμα αναστολής της εκτέλεσης της απόφασης, η Καθ' ης η Αίτηση ουδεμία ζημιά θα υποστεί αφού οι Αιτητές είναι μια εύρωστη και οικονομικά υγιής εταιρεία είναι, δε, σε θέση να παράσχουν τραπεζική εγγύηση προς την Καθ' ης η Αίτηση προς εξασφάλιση της καταβολής της εξ αποφάσεως οφειλής σε περίπτωση που η Έφεση απορριφθεί. Η όποια, δε, καθυστέρηση υπάρξει μέχρι την εκδίκαση της Έφεσης, δεν θα επιφέρει οποιαδήποτε ζημιά στην Καθ' ης η Αίτηση αφού επι του οφειλόμενου ποσού τρέχει τόκος.

Ειλικρινά πιστεύω ότι υπάρχουν βάσιμες και καλές πιθανότητες επιτυχίας της εν λόγω Έφεσης. Ιδιαίτερα, ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι των Καθ' ων η Αίτηση, είναι πολύ μεγάλες οι πιθανότητες επιτυχίας του Λόγου Έφεσης 15 της Ειδοποίησης Έφεσης, Τεκμήριο 1 δια του οποίου προσβάλλεται η απόφαση του Δικαστηρίου να επιδικάσει εναντίον των Αιτητών αποζημιώσεις ύψους €31,356.50, οι οποίες είναι ίσες με 59.5 εβδομάδων μισθούς της Καθ' ης η Αίτηση, και οι οποίες υπερβαίνουν τους μισθούς ενός έτους που επιτρέπει ο Νόμος όπως επιδικασθούν εναντίον του οποιουδήποτε εργοδότη.

Αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, θα αναγκασθούν οι Αιτητές να καταβάλουν ποσά πέραν του μέγιστου ποσού που θα μπορούσε να κληθούν να καταβάλουν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περι Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου και, ειλικρινά, πιστεύω ότι κάτι τέτοιο θα είναι εξόφθαλμα άδικο.

Με βάση τα πιο πάνω, πιστεύω ότι συντρέχουν όλες εκείνες οι ειδικές περιστάσεις και λόγοι οι οποίοι καθιστούν αναγκαία την έκδοση του διατάγματος γι' αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 31.8.2023 υφ' οιουσδήποτε όρους το σεβαστό Δικαστήριο ήθελε αποφασίσει μέχρι τελικής εκδίκασης της Έφεσης υπ' αρ. 235/2023.

Επίσης, είναι η θέση των Αιτητών ότι ουδεμία ζημιά θα υποστεί η Καθ' ης η Αίτηση από την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

            …………………….».

 

Η αίτηση αντίκρισε την ένσταση της Αιτήτριας, η οποία βασίζεται στον περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμο του 1967, Ν.24/67, άρθρα 2, 30 και 31, στον περί Ετησίων Αδειών Μετ’ Απολαβών Νόμο του 1967, Ν.8/67, άρθρο 12(11Α), στον περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικό Κανονισμό Κ. 2, 10, 11, 12, 15, 16 κα 17, στον περί Δικαστηρίων Νόμο, Ν.14/60, άρθρα 2, 32 και 47, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ.6, άρθρα 2 και 9, στους Νέους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας και επί των γενικών και συμφυών εξουσιών των Δικαστηρίων.

 

Οι λόγοι που προβάλλονται στην εν λόγω ένσταση είναι οι ακόλουθοι:

 

«1. Η υπό κρίση Αίτηση των Καθ'ων η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή αντινομική, αντικανονική, λανθασμένη και αντίθετη με του κανονισμούς και θα πρέπει να απορριφθεί καθότι δεν η Αιτήτρια Εταιρεία δεν συμμορφώθηκε με το άρθρο 12(1) του Περί Εργατικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού 1/1999 ο οποίος προνοεί ότι «Ενδιάμεση αίτηση υποβάλλεται εγγράφως, είναι σύμφωνη και περιέχει τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στον Τύπο 6.»

2.Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση αιτούμενου  διατάγματος.

3.Δεν έχουν αποκαλυφθεί στην υπό κρίση αίτηση εκείνοι οι λόγοι που θα δικαιολογούσαν την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης και/ή οι Αιτητές δεν έχουν καταδείξει εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να ανακοπεί η φυσιολογική εξέλιξη μιας απόφασης, ήτοι η εκτέλεση της.

4.Η αιτούμενη αίτηση αναστολής εκτέλεσης δεν είναι καλόπιστη και σκοπό έχει να αποστερήσει χωρίς ουσιαστικό λόγο, από την Αιτήτρια/Καθής η Αίτηση στην αίτηση υπό αριθμό 48/2016 τους καρπούς της επιτυχίας της.

5.Οι Αιτητές δια της Αίτησης επιδιώκουν την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης χωρίς να επεξηγούν και ή να επεξηγούν επαρκώς την αναγκαιότητα αναστολής εκτέλεσης της καταβολής των αποζημιώσεων και των εξόδων τα οποία επιδικάστηκαν.

6.Η Αίτηση είναι καταχρηστική και σκοπεί στην καθυστέρηση και στην αποστέρηση της απόλαυσης των καρπών της επιτυχίας της Αιτήτριας.

7.Οι λόγοι έφεσης των Αιτητών βασίζονται σχεδόν εξ' ολοκλήρου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τόσο των Αιτητών στην παρούσα όσο και στην μαρτυρία της καθ' ης η Αίτηση και τούτο είναι απαράδεχτο αφού κατ' έφεση εξετάζονται μόνο νομικοί λόγοι σε αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου.

8.Σύμφωνα με τον Κ 16-(1) των Περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικό Κανονισμό «Κάθε απόφαση του Δικαστηρίου υπόκειται σε έφεση στο Εφετείο. Έφεση χωρεί μόνο αναφορικά με νομικά σημεία. Για την υποβολή της έφεσης θα τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Μέρους 41 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας.

9.Η έφεση που καταχώρησαν οι Αιτητές δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας. Τούτο δε διότι οι Αιτητές στην παρούσα είχαν το βάρος να ανατρέψουν το καθιερωμένο από τον Νόμο μαχητό τεκμήριο και να αποδείξουν την υπόθεση τους, ότι δικαιολογημένα τερμάτισαν την απασχόληση της Αιτήτριας κάτι το οποίο με βάση την αξιολόγηση της μαρτυρίας που έκανε το Δικαστήριο δεν πέτυχαν.

10.Οι μάρτυρες των Αιτητών κρίθηκαν αναξιόπιστοι και τα ευρήματα αξιοπιστίας δεν μπορούν να ανατραπούν από το Εφετείο ειδικά σε υποθέσεις του παρόντος Δικαστηρίου το οποίο εξετάζει κατ' έφεση μόνο νομικά ζητήματα και κατά συνέπεια η έφεση τους είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

11.Οι Αιτητές δια της παρούσας Αίτησης επιδιώκουν την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης χωρίς να επεξηγούν και/ή να επεξηγούν επαρκώς την αναγκαιότητα αναστολής εκτέλεσης της καταβολής των αποζημιώσεων και των εξόδων τα οποία επιδικάστηκαν. Το μόνο που ισχυρίζονται οι Αιτητές είναι η οικονομική κατάσταση και η ηλικία της Αιτήτριας χωρίς να δίνουν οποιαδήποτε λεπτομέρεια και κατά συνέπεια o ισχυρισμός των Αιτητών ότι αν πετύχουν στην έφεση είναι αμφίβολο αν μπορούν να διεκδικήσουν το ποσό της απόφασης είναι μετέωρος και στηρίζεται σε εικασίες».

 

Η ακρόαση της παρούσας αίτησης προχώρησε με το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων χωρίς να αντεξεταστεί οποιοσδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες.  Οι συνήγοροι των δύο πλευρών ανέπτυξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους με τις αγορεύσεις τους.

 

      Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ρυθμίζεται από τον περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικό Κανονισμό του 1999, Κ.1/99 (στο εξής «Οι Κανονισμοί»).  Με τον Κανονισμό 11 παρέχεται στο Δικαστήριο η διακριτική ευχέρεια «να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα αναγκαίο για τους σκοπούς της υπόθεσης ή την ολοκλήρωση της».  Σύμφωνα με τον Κ.12(1) των Κανονισμών «ενδιάμεση αίτηση υποβάλλεται εγγράφως, είναι σύμφωνη και περιέχει τις λεπτομέρειες που περιγράφονται στον Τύπο 6».  Προς συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου που καθιερώνουν οι εν λόγω Κανονισμοί, στον Κ.17 προβλέπεται ότι «Για οποιοδήποτε ζήτημα για το οποίο δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στον παρόντα Κανονισμό για την ακολουθητέα διαδικασία και λαμβανομένου πάντοτε υπόψη του συνοπτικού χαρακτήρα της διαδικασίας που προβλέπεται στον παρόντα Κανονισμό, θα εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι σχετικές διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού».  Ο Κ.17 δηλαδή, ως είναι διατυπωμένος, επιτάσσει στο Δικαστήριο όπως εφαρμόζει κατ’ αναλογία τις διατάξεις των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας εκεί που δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στους Κανονισμούς.

 

Για το υπό εκδίκαση ζήτημα δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στους εν λόγω Κανονισμούς και συνεπώς εφαρμόζεται η Δ.35 Θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία έχει ως εξής:

 

«An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given».[1]

 

Οι αρχές που διέπουν την διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή έχουν αποφασιστεί σε αρκετές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. σελ. 1147, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης. Η αναστολή μπορεί να εγκριθεί στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο Δικαστήριο από τη Δ.35 Θ.18. Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης, αφενός, και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατεξοχή παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης είναι μεν παράγοντας σχετικός, αλλά οριακής σημασίας στις πλείστες περιπτώσεις. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου».

 

 

Στην υπόθεση Βογαζιανού ν. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 Α.Α.Δ. 591 αναφέρθηκαν τα εξής στις σελ. 594 και 595:

 

«Δεν είναι πρόθεσή μας να σχολιάσουμε τους λόγους έφεσης για να συναγάγουμε συμπεράσματα που άπτονται του επίδικου θέματος. Δεν χρειάζεται. Όπως επαναβεβαιώθηκε πρόσφατα στην απόφαση Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147, η πιθανότητα επιτυχίας της έφεσης δεν είναι ο δεσπόζων και αποφασιστικός παράγων στην επίλυση ενός τέτοιου ζητήματος. Το ορθό κριτήριο για την παροχή δικαστικής αναστολής έγκειται στην εξισορρόπηση δύο παραγόντων. Πρώτον, της φυσιολογικής προσδοκίας του ενάγοντα να δρέψει άμεσα τους καρπούς της νίκης του στο δικαστικό αγώνα που διεξήγαγε. Και, δεύτερον, την ανάγκη η ενδεχόμενη επιτυχία της έφεσης να μη χάσει τη σημασία της μένοντας χωρίς κανένα αντίκρυσμα: βλέπε I. Aristidou v. N. Aristidou (1985) C.L.R. 649, Christofi and Others v. Iacovidou (1985) 1 C.L.R. 713, Charalambous v. Nicolaides & Neophytou (1985) 1 C.L.R. 737, Νεοφύτου ν. Δημητρίου (1989) 1 Α.Α.Δ. 592 και Π.Ε. 9033 ABP Holdings Ltd και Άλλος ν. Κιταλίδη και άλλων, ημερ. 20/4/94».

 

Στην υπόθεση Penderhil Holdings Limited κ.α. ν. Κλουκινά κ.α. (2011) 1 Α.Α.Δ. 1921 λέχθηκαν τ' ακόλουθα:

 

«Με βάση τη νομολογία που ερμήνευσε την πιο πάνω διάταξη (βλ. μεταξύ άλλων Katarina Shipping Inc. v. The Cargo on Board the Ship "Poly" (1978) 1 C.L.R. 355, Essex Overseas Trade Services Ltd v. Legend Shipping Co. Ltd. a.o. (1981) 1 C.L.R. 263, "Phoenix" Greek General Insurance Co. S.A. v. Al Khalaf Exhibition (1981) 1 C.L.R. 673. Mavrochanna a.o. v. Michael (1984) 1 C.L.R. 760, Aristidou v. Aristidou (1985) 1 C.L.R. 649, E.Y.R.I.K. a.o v. Kotsonis (1986) 1 C.L.R. 617, Ιωσηφάκης ν. Αρτιστοδήμου (1990) 1. Α.Α.Δ. 284, Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147, Α.Β.Ρ. Holdings Ltd. κ.α. ν. Κιταλίδη κ.α. (Αρ. 1) (1994) 1. Α.Α.Δ. 287, Θωμά ν. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 Α.Α.Δ. 797 και Σάββα ν. Υπουργού Δικαιοσύνης (αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 195) το όλο θέμα είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται δικαστικά και με βάση τους εξής παράγοντες που θα πρέπει να εξισορροπηθούν με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης:

 

(α) Ο διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει στην υπόθεση του δεν πρέπει να στερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, του καρπού της επιτυχίας του.

 

(β) Το ένδικο μέσο της έφεσης, το οποίο ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να αποστερείται της αποτελεσματικότητας του.

 

Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνει υπόψη το δικαστήριο είναι οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης αλλά αυτές είναι μόνο οριακής σημασίας (Βλ. Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου πιο πάνω). Στην υπόθεση Ιωσηφάκη ν. Αριστοδήμου, πιο πάνω, σελ. 288, ο Δικαστής (όπως ήταν τότε) Πικής διατύπωσε τους πιο κάτω παράγοντες ως εξής:

 

«Δύο είναι οι παράγοντες που κατά κύριο λόγο διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου για την αναστολή πρωτόδικης απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Πρώτο, η διασφάλιση της οριστικότητας (finality) των αποφάσεων του πρωτόδικου δικαστηρίου και την παράλληλη κατοχύρωση των δικαιωμάτων του διάδικου υπέρ του οποίου εκδόθηκε η απόφαση και δεύτερο, η εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Οι δυο αυτοί παράγοντες εξισορροπούνται με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης».

 

Όπως λέχθηκε στην υπόθεση The Governor and the Company of the Bank of Scotland v. Του πλοίου S.S. Sapphire Seas (2001) 1 A.A.Δ. 955 η «αναζήτηση της χρυσής τομής μεταξύ της συγκομιδής των καρπών της δικαστικής νίκης και της ανάγκης να μη καταστεί μάταιη η κατ' έφεση δικαίωση γίνεται βήμα προς βήμα με οδηγό την παρατήρηση των φαινομένων της δικαστικής ζωής»Στην υπόθεση M.C. Michael Developments Ltd ν. Λούλη κ.α., Πολ. Εφ. 10/19, ημερ. 29/1/20 επαναλήφθηκαν οι πιο πάνω αρχές και αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Η παρούσα αίτηση βασίζεται στον Κ. 18 της Δ. 35 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Με αυτόν, τονίζεται, πρωτίστως, ότι η έφεση δεν επενεργεί προς αναστολή εκτέλεσης της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενό της. Στη συνέχεια δε, προβλέπεται ότι το δικαστήριο δύναται να διατάξει την αναστολή εκτέλεσής της, δίνοντας, συγχρόνως, οδηγίες, προς διασφάλιση του λαβείν του επιτυχόντος, πρωτοδίκως, διαδίκου, σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης. Η πιο πάνω εξουσία, εμφανώς, είναι διακριτικής φύσεως. Κατά την άσκησή της, επιδιώκεται η στάθμιση του δικαιώματος του καθ’ ου η αίτηση, εφεσίβλητου, για άμεση απόλαυση του αποτελέσματος της υπέρ του απόφασης και του αντίστοιχου δικαιώματος του αιτητή, εφεσείοντος, για καταχώριση έφεσης, προς ανατροπή της. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει αναγνωρίσει δύο βασικούς παράγοντες, οι οποίοι, εφόσον συντρέχουν, είτε και οι δύο είτε οποιοσδήποτε από αυτούς, δυνατό να δικαιολογούν την άσκηση της εν λόγω εξουσίας υπέρ του αιτητή».

           

Στην προκειμένη περίπτωση, οι Καθ’ ων η αίτηση εκφράζουν την πεποίθησή τους για βάσιμες και καλές πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης.  Όμως, όπως αναφέρουμε ανωτέρω, σε σχέση με τις προοπτικές επιτυχίας έφεσης, έχει πλειστάκις υποδειχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ο παράγοντας αυτός είναι μεν σχετικός αλλά οριακής σημασίας.  Το πλαίσιο για τη διάγνωση των λόγων έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης.  Η πιθανότητα επιτυχίας της έφεσης δεν είναι ο δεσπόζον και αποφασιστικός παράγοντας για την επιτυχία αίτησης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης (βλ. υπόθεση Ναυτικός Όμιλος Πάφου (ανωτέρω)) και για να δικαιολογείται αναστολή απόφασης εκκρεμούσης της έφεσης θα πρέπει να υφίστανται ειδικές περιστάσεις (βλ. υπόθεση Aristidou v. Aristidou (1985) 1 C.L.R. 649[2]).  Οι Καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν ότι οι πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης είναι πολύ μεγάλες, ιδιαίτερα για τον λόγο 15, επειδή δηλαδή το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον τους για ποσό που ξεπερνά τις 52 εβδομάδες.  Με βάση τον περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμο, το Δικαστήριο επιδικάζει όλο το ποσό εναντίον του εργοδότη, ο οποίος, με βάση το άρθρο 3(2) του εν λόγω Νόμου καταβάλλει πληρωμή για 52 εβδομάδες και το Ταμείο Πλεονασμού καταβάλλει το υπόλοιπο ποσό.  Στην προκειμένη περίπτωση, η θέση των Καθ’ ων η αίτηση σε σχέση με τις καλές πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης που καταχώρησαν δεν καθιστούν δυνατή με βεβαιότητα την πρόγνωση της έκβασης της εν λόγω έφεσης και συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση δεν μπορεί αυτός να είναι ο καθοριστικός παράγοντας που το Δικαστήριο θα μπορούσε να λάβει υπόψη για έκδοση διατάγματος αναστολής της απόφασης. 

 

            Πέραν από αυτό τον ισχυρισμό τους, οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι θεωρούν ότι εάν δεν εκδοθεί διάταγμα για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης δυνατό η Έφεση να καταστεί άνευ αντικειμένου εφόσον εάν καταβάλουν οι Καθ’ ων η αίτηση τα επιδικασθέντα ποσά και εν τέλει επιτύχει η Έφεση τότε ίσως να μην καταστεί δυνατή η προς αυτούς επιστροφή του ποσού από μέρους της Αιτήτριας εφόσον αυτή εργάζεται σε ξενοδοχείο στο Τμήμα Οροφοκομίας και ο μισθός της δεν μπορεί να ξεπερνά τις €2.500 μηνιαίως.   Οι Καθ’ ων η αίτηση δηλώνουν ότι οι ίδιοι είναι μια εύρωστη και οικονομικά υγιής εταιρεία και έτσι είναι σε θέση να παράσχουν τραπεζική εγγύηση προς εξασφάλιση της Αιτήτριας και έτσι η Αιτήτρια δεν πρόκειται να υποστεί ζημιά.  Ο εν λόγω ισχυρισμός των Καθ’ ων η αίτηση είναι γενικός και αόριστος και δεν παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία που να τον τεκμηριώνουν.  Οι Καθ’ ων η αίτηση δεν ανέφεραν, πέραν από τα όσα καταγράφουμε ανωτέρω, οποιοδήποτε λόγο για τον οποίο θεωρούν ότι η Αιτήτρια ενδέχεται να μην τους επιστρέψει το ποσό που θα λάβει.   Tο μόνο που ανέφεραν είναι το γεγονός ότι ενδέχεται να μην καταστεί δυνατή η επιστροφή των χρημάτων λόγω της θέσης εργασίας της Αιτήτριας.  Με βάση τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι δεν δημιουργούνται  συνθήκες οι οποίες να αφήνουν αυξημένο ενδεχόμενο για να χαθεί η σημασία της Έφεσης σε περίπτωση που αυτή κερδηθεί αφήνοντας τους Καθ’ ων η αίτηση χωρίς αντίκρισμα. 

 

Πέραν από τα πιο πάνω, σημειώνουμε ότι η αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών καταχωρήθηκε την 27/1/16, δηλαδή εδώ και 8 χρόνια.  Στην υπόθεση Κόσμος Ασφαλιστική Εταιρεία Δημόσια Λτδ ν. Τυρίμος κ.α, Πολ. Εφ. 87/19, ημερ. 9/6/21, αναφέρθηκε ότι:

 

              «Υπάρχουν τω όντι ειδικές περιστάσεις που λειτουργούν υπέρ του καθ΄ου η αίτηση κατ΄εφαρμογήν της αρχής, ότι ένας διάδικος πρέπει να καρπούται αμέσως το όφελος από τη δικαστική απόφαση υπέρ του. Αυτές οι περιστάσεις είναι φυσικά ο διαρρεύσας χρόνος εάν συνυπολογισθεί το σύνολο της δικαστικής διαδικασίας και το γεγονός ότι η απόφαση εξεδόθη το 2019 και παραμένει ανικανοποίητη. Η αρχή αυτή ενέχει μια δική της δυναμική συναρτώμενη με την ισχύ του δικαίου. Από την άλλη δεν μπορεί να αγνοηθεί ο παράγοντας της ανάγκης η έφεση να μην παραμείνει χωρίς αντικείμενο, εάν ο εφεσίβλητος, σε περίπτωση τελικής αποτυχίας του, εμφανώς δεν έχει τα μέσα επιστροφής ενός τέτοιου μεγάλου ποσού απόφασης. Κάτι που εν προκειμένω συμβαίνει, αφού όπως εξηγήσαμε, δεν επιχειρήθηκε καν ενόρκως να γίνει άλλη εισήγηση, οπότε δεν ισχύουν αυτά που λέχθηκαν στη Πολ.εφ.273/19 Χ΄Ιωάννου ν. Gordian Holdings Ltd, 8.9.2020».    

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος που τους βαραίνει και να καταδείξουν «εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να ανακοπεί η φυσιολογική εξέλιξη εκτέλεσης μιας απόφασης».  (Βλ. υπόθεση Μάρκου κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Εφ. Ε50/19 κ.α, ημερ. 21/12/20). 

 

 Για όλα τα πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται ομόφωνα. 

 

Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος της Αιτήτριας και σε βάρος των Καθ΄ ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.) …………………………………………

         Χ. Παπαγεωργίου, Δικαστής.

 

(Υπ.) ...............................................           (Υπ.) .................................................

               Ζ. Αποστόλου, Μέλος.                                  Κ. Γιασουμής, Μέλος.

 

ΠΙΣΤΟΝ  ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 



[1] Σε μετάφραση: «Μια έφεση δεν θα ενεργεί σαν αναστολή εκτελέσεως ή διαδικασίας στην απόφαση που εφεσιβάλλεται εκτός κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται ή του Εφετείου ή ενός Δικαστού των ανωτέρω Δικαστηρίων και ουδεμία ενδιάμεση πράξη ή διαδικασία θα παύει να ισχύει εκτός κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται. Προτού εκδοθεί διάταγμα που να αναστέλλει την εκτέλεση το πρόσωπο που θα ζητήσει το διάταγμα θα πρέπει να παράσχει τέτοια εγγύηση (αν υπάρχει) που θα διαταχθεί. Αν η ασφάλεια θα δοθεί υπό τύπο γραμματίου, το γραμμάτιο θα γίνει προς όφελος του διαδίκου υπέρ του οποίου η υπό έφεση απόφαση εδόθη».

[2]Στην εν λόγω υπόθεση λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ.652: «It is well settled that special circumstances should exist justifying the stay of execution of a judgment and that such circumstances do not appear to include contentions that the judgment in respect of which an appeal has been made is against the weight of evidence or that there was no evidence to support it or that there has occurred a misdirection in law (see Monk v. Bartram, [1891] 1 Q.B.D. 346). It was, furthermore, stressed in Chester v. Powell, 1 T.L.R. 390, that stay of execution pending appeal will not be granted unless it can be shown that irreparable mischief may be done by refusing it».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο