ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Πετάση-Κορφιώτη, Π.Ε.Δ.           

                                                                                                       Αρ. Αγωγής 2904/2014

Μεταξύ:

GORDIAN HOLDINGS LTD

 Εναγόντων

       και

1. ECOLIA DEVELOPMENTS & CONSTRUCTION LIMITED

2. ΧΡΙΣΤΟΣ (ΚΡΙΣ) ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

3. ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

4. ΜΑΡΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

5. ΣΑΦ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

6. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ

7. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Εναγομένων

Αίτηση του Εναγομένου 2 ημερομηνίας 14.11.2023 για ακύρωση και/ή παραμερισμό του Προσωρινού Διατάγματος ημερομηνίας 19.9.2023

 

Ημερομηνία: 19 Ιανουαρίου 2024

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενο 2 – Αιτητή: κ. Δ. Καλλής

Για Ενάγοντες – Καθ’ ων η αίτηση: κ. Χ. Στρόππος

                                                            ΑΠΟΦΑΣΗ

 

            Στις 25.11.2021 Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου (στο εξής «ο Πρόεδρος») εξέδωσε απόφαση υπέρ των Εναγόντων και εναντίον των Εναγομένων 4-7 στην απουσία τους, ενώ η υπόθεση ήταν ορισμένη για Οδηγίες.

 

            Με αίτηση τους ημερομηνίας 9.8.2022 οι Εναγόμενοι 4-7 επιδίωξαν τον παραμερισμό της απόφασης ημερομηνίας 25.11.2021. 

 

Με απόφαση του  Δικαστηρίου, υπό άλλη σύνθεση, ημερομηνίας 26.7.2023, η απόφαση ημερομηνίας 25.11.2021 παραμερίστηκε εφόσον, ως διαπιστώθηκε, είχαν εντοπιστεί «τέτοιες θεμελιώδεις παρατυπίες που δικαιολογούσαν δυνάμει της προαναφερθείσας νομολογίας τον παραμερισμό ex debito justitiae».

 

Κατόπιν μονομερούς αίτησης των Εναγόντων ημερομηνίας 19.9.2023, ο Πρόεδρος εξέδωσε προσωρινό διάταγμα, απαγορεύον, μεταξύ άλλων, στους Εναγόμενους 2, 4-7 να αποξενώσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή επιβαρύνουν την ακίνητη τους ιδιοκτησία και τα περιουσιακά τους στοιχεία (στο εξής το «Προσωρινό Διάταγμα»).

 

Το  Προσωρινό Διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 28.9.2023. 

 

Κατά την εν λόγω ημερομηνία, ο συνήγορος των Εναγομένων 4-7 έθεσε θέμα εξαίρεσης του Προέδρου για «λόγους δικαιοσύνης» αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

 

«Δεν θα μακρηγορήσω, αρκούν όσα είπα και τα οποία συνοψίζω ως εξής: Παραμερίστηκε απόφαση δική σας η οποία εκδόθηκε χωρίς να ακουσθεί η πλευρά εναντίον της οποίας εκδόθηκε κατά παράβαση ανθρώπινου δικαιώματος και εκδόθηκε αναρμοδίως όπως σας εξήγησα. Είναι δυνατόν να πεισθεί οποιοδήποτε λογικό πρόσωπο ότι παρουσιάζεται πειστικά η εικόνα του Δικαστού ο οποίος θα είναι αντικειμενικός. Είμαι σίγουρος ότι θα διαβάσετε προσεκτικά την απόφαση του K. Παναγιώτου. Πιστεύω ότι εάν αποσυρθείτε σε αυτή την φάση από το επίδικο Διάταγμα, η ενέργεια σας αυτή θα λειτουργήσει υπέρ σας. Εάν όμως επιμένετε σε άρνηση, θα παραμείνετε εκτεθειμένος σε οποιοδήποτε γνωρίζει τα δεδομένα.»

 

Από την πλευρά του Εναγόμενου 2 δεν τέθηκε τέτοιο αίτημα.

 

Οι Ενάγοντες έφεραν ένσταση, αναφέροντας πως δεν συνέτρεχε κανένας λόγος για εξαίρεση του Δικαστηρίου ενόψει του ότι η απόφαση ημερομηνίας 25.11.2021 είχε παραμεριστεί και η παρούσα αίτηση αφορούσε μια νέα διαδικασία.

 

Με απόφαση του ημερομηνίας 20.10.2023 ο Πρόεδρος αποφάσισε όπως εξαιρεθεί από την εκδίκαση της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023 όπως και της αγωγής σημειώνοντας τα ακόλουθα (παρατίθεται αυτούσιο το περιεχόμενο του σκεπτικού) :

 

«Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και περιστατικών. Λαμβάνω υπ' όψιν τη νομολογία και αυθεντίες που διέπουν το ζήτημα, όπως καταγράφηκαν πιο πάνω, επίσης τον Κανόνα 2.5 των Κανόνων Δικαστικής Συμπεριφοράς (καταγράφεται επίσης πιο πάνω), σε συνδυασμό με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως εκτέθηκαν επίσης πιο πάνω, και εφόσον στη βάση αυτών τίθεται ζήτημα φαινομενικής μεροληψίας μου για τον λόγο της προηγούμενης εμπλοκής μου ως του Δικαστή που εξέδωσε ερήμην την απόφαση εναντίον των εναγομένων στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής, κρίνοντας ότι οι Εναγόμενοι 4-7/ Καθ' ων η αίτηση σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αφεθούν με την εντύπωση, καθώς δεν μπορεί να θεωρηθεί απλή εικασία ή καχυποψία κατά την Πίτσιλλος (πιο πάνω), η ανησυχία τους, εφόσον βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα τα οποία την καθιστούν αντικειμενικά δικαιολογημένη, ότι η υπόθεση τους δεν θα κριθεί από αμερόληπτο Δικαστήριο. Η προηγούμενη μου εμπλοκή στην υπόθεση με την ερήμην έκδοση απόφασης εναντίον τους, η οποία αργότερα παραμερίστηκε, όπως έθεσαν το ζήτημα μέσω των δικηγόρων τους, θα τους δημιουργεί την εντύπωση φαινομενικής μεροληψίας και μη δίκαιης αντιμετώπισης τους από το παρόν Δικαστήριο (βλ. σχετ. ανάλυση του ζητήματος της φαινομενικής έλλειψης αμεροληψίας στην απόφαση του Εφετείου Γεώργιος Μιχαηλίδης κ.ά. v. Δημοκρατία, Ποινικές Εφέσεις αρ. 125/2017, 127/2017, 129/2017, 130/2017 και 131/2017 ημερ. 28.04.2018). Σίγουρα το Δικαστήριο δεν πρέπει να αποποιείται των καθηκόντων του χωρίς βάσιμο λόγο, εφόσον κάτι τέτοιο θα ήταν υπονομευτικό στην απονομή της ίδιας της Δικαιοσύνης. Διευκρινίζω, καθώς κάτι τέτοιο δεν τέθηκε από πλευράς των Εναγομένων 4 - 7/ Καθ' ων η αίτηση, ότι εδώ δεν τίθεται ζήτημα προκατάληψης (bias), με την έννοια που ο όρος ενέχει στο δίκαιο, που αποκλείει ένα Δικαστή από την εκδίκαση της υπόθεσης. «Η ύπαρξη προκατάληψης συναρτάται με το εξ αντικειμένου διαφαινόμενο συμφέρον του Δικαστή στην έκβαση της υπόθεσης. Τέτοιο συμφέρον αναφαίνεται οποτεδήποτε η σχέση του Δικαστή με διάδικο ή προς το επίδικο θέμα είναι τέτοια, ώστε να στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η ύπαρξη του» (βλ. Αποστολίδου, πιο πάνω).

 

Υπό τις περιστάσεις και εξισορροπώντας την πιο πάνω αρχή έναντι της αρχής ότι η Δικαιοσύνη όχι μόνο πρέπει να απονέμεται αλλά και να φαίνεται ότι απονέμεται δίκαια, όπως και το ότι ένας Δικαστής δεν αρκεί απλά να είναι αμερόληπτος, αλλά και να φαίνεται αμερόληπτος δεν μου παρέχεται άλλη οδός και αυτή είναι και η απόφαση μου ότι η παρούσα είναι κατάλληλη περίπτωση να εξαιρεθώ. Εξαιρούμαι από την εκδίκαση της αίτησης για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων τα οποία αφορούν τους Εναγομένους 4 -7/Καθ' ων η αίτηση όπως επίσης και της αγωγής εναντίον του Εναγομένου 2 και των εναγομένων 4 - 7 εναντίον των οποίων εφόσον ακυρώθηκε η απόφαση εκκρεμεί ακόμα η αγωγή.»

 

Όλα τα πιο πάνω αποτελούν κοινό έδαφος των δυο πλευρών και προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης στον οποίο έχω ανατρέξει, ως είναι, άλλωστε, επιτρεπτό (βλ. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ν. Χαρίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 825).

 

Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η εκδίκαση της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023 ανατέθηκε στο παρόν Δικαστήριο.

 

Στις 14.11.2023 ο Εναγόμενος 2 καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση με την οποία επιδιώκει την έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου για ακύρωση και/ή παραμερισμό του Προσωρινού Διατάγματος λόγω της απόφασης του Προέδρου να εξαιρεθεί από την εκδίκαση της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023 με βάση το αντικειμενικό κριτήριο της αμεροληψίας.

 

Η αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.40 Θ. 11, Δ.48 ΘΘ.1, 2 3 και 9, στην αρχή ex debito justitae, στα άρθρα 19 και  30.3 του Συντάγματος, στο άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/60, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στη νομολογία, στους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, στις αρχές της επιείκειας και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 2, όπου καταρχήν γίνεται αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης.  Ακολούθως,  σημειώνεται πως με την αίτηση επιδιώκεται ο παραμερισμός του Προσωρινού Διατάγματος αφού εκδόθηκε από τον Πρόεδρο που, όπως ο ίδιος αποφάνθηκε, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του αντικειμενικού κριτηρίου της αμεροληψίας, γεγονός που ίσχυε και κατά την ημερομηνία έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος.  Ενόψει δε της μη ικανοποίησης του κριτηρίου της αμεροληψίας, δεν μπορεί να διατηρηθεί δικαστική πράξη που προηγήθηκε της απόφασης ημερομηνίας 20.10.2023.  Υποστηρίζεται, τέλος, ότι εάν το Προσωρινό Διάταγμα δεν παραμερισθεί,  ο ίδιος θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη, το δε Προσωρινό Διάταγμα είναι ασυμβίβαστο με το ανθρώπινο δικαίωμα της δίκαιης δίκης εφόσον εκδόθηκε από Δικαστή ο οποίος εξαιρέθηκε για λόγους αμεροληψίας.

Οι Ενάγοντες καταχώρησαν ένσταση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους:

 

-          Δεν πληρούνται και/ή δεν συντρέχουν οι νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις οι  οποίες εφαρμόζονται για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

-          Η αίτηση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει δεν καταδεικνύουν οποιοδήποτε λόγο που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

-          Η αίτηση ασκείται κακόπιστα και/ή καταχρηστικά και/ή με σκοπό πρόκλησης καθυστέρησης στη διαδικασία και/ή παρεμπόδισης της ομαλής διεξαγωγής και προώθησης της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023.

-          Η εκδίκαση της αίτησης θα εκτροχιάσει θεμελιωδώς τη διαδικασία και/ή θα οδηγήσει σε πολλαπλή εκδίκαση της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023 και/ή τα όσα προβάλλονται από τον Αιτητή προς υποστήριξη της αίτησης του αποτελούν λόγους ένστασης επί της αίτησης ημερομηνίας 19.9.2023 και/ή που αφορούν την οριστικοποίηση του Προσωρινού Διατάγματος. 

-          Οι λόγοι που ο Αιτητής επικαλείται προς το σκοπό παραμερισμού του Προσωρινού Διατάγματος θα μπορούσαν και/ή θα έπρεπε να εγερθούν μέσω της ένστασης τους στην αίτηση ημερομηνίας 19.9.2023.

-          Τυχόν έγκριση της υπό κρίση αίτησης θα αποστερήσει από τους Καθ΄ων η αίτηση το δικαίωμα τους να προσφύγουν στη δικαιοσύνη και/ή θα τους προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά.

-          Δεν αποκαλύφθηκαν επαρκείς λόγοι για την αναγκαιότητα έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

-          Η αίτηση  καταχωρίστηκε με υπέρμετρη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

-          Το Προσωρινό Διάταγμα δεν πρέπει να παραμεριστεί αφού εκδόθηκε πριν την εξαίρεση του Προέδρου και/ή κανένα δικονομικό μέτρο λήφθηκε μετά την υποβολή αιτήματος εξαίρεσης του.

-          Άνευ βλάβης των πιο πάνω, οι λόγοι εξαίρεσης του Προέδρου δεν είναι τέτοιοι ώστε να δικαιολογείται ο παραμερισμός του Προσωρινού Διατάγματος καθότι: (α) Ουδέποτε τέθηκε θέμα προκατάληψης και/ή ότι συνέτρεχαν αντικειμενικοί λόγοι εξαίρεσης του Προέδρου, αλλά οι λόγοι εξαίρεσης αφορούσαν φαινομενική προκατάληψη, (β) Η εξαίρεση του Προέδρου δεν αφορούσε το Προσωρινό Διάταγμα και/ή σε κάθε περίπτωση δεν υπήρχε εύρημα περί αντικειμενικής αμεροληψίας, παρά μόνο δημιουργίας «εντύπωσης φαινομενικής μεροληψίας», (γ)  Ο Εναγόμενος 2 ουδέποτε έθεσε ζήτημα εξαίρεσης του Προέδρου και συνεπώς κωλύεται να προβάλλει τον οποιοδήποτε λόγο παραμερισμού του Προσωρινού Διατάγματος και (δ) Το αίτημα εξαίρεσης αφορούσε σε μελλοντικές ενέργειες και ουδέποτε τέθηκε θέμα μεροληψίας κατά την έκδοση του Προσωρινού Διατάγματος, με τρόπο ώστε ο Εναγόμενος 2 να κωλύεται να προβάλει τους εν λόγω ισχυρισμούς.

-          Από μόνη της η εξαίρεση του Προέδρου, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν έχει αναδρομική ισχύ, δεν αποτελεί λόγο παραμερισμού του Προσωρινού Διατάγματος.

 

Η ένσταση των Εναγόντων – Καθ΄ων η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση, στην οποία υιοθετούνται και επαναλαμβάνονται οι λόγοι ένστασης.

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης οι συνήγοροι των δυο πλευρών επιχειρηματολόγησαν προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων τους. 

 

  Στο πλαίσιο της αγόρευσης του, ο κ. Καλλής σημείωσε πως από τη στιγμή που ο Πρόεδρος θεώρησε πρέπον να εξαιρεθεί, για τους λόγους που ο ίδιος προσδιόρισε, η φύση της μεροληψίας δεν μπορεί να ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή.  Και τούτο γιατί με δεδομένη την απόφαση ημερομηνίας 20.10.2023, ο Πρόεδρος δέχθηκε ότι κατά το χρόνο έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος δεν πληρούσε τα κριτήρια της αμεροληψίας.  Ήταν, επίσης η θέση του συνηγόρου ότι η διαδικασία στην οποία εκδόθηκε το Διάταγμα ήταν πλημμελής εφόσον συγκρούεται, μεταξύ άλλων, με τους κανόνες αμεροληψίας και προκατάληψης του Προέδρου κατά την άσκηση των εξουσιών του και για το λόγο αυτό το Προσωρινό Διάταγμα πρέπει να παραμεριστεί, χωρίς να τίθεται θέμα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Προς υποστήριξη της θέσης του ο κ. Καλλής παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση Ex p. Pinochet Ugarte (no. 2) [1999] 1 All ER 577.  Τέλος, ο συνήγορος υπέδειξε πως μετά την έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 20.10.2023, ο Εναγόμενος 2 δεν προχώρησε σε οποιοδήποτε διάβημα ούτε καταχώρησε ένσταση στην αίτηση ημερομηνίας 19.9.2023, με τρόπο ώστε να μην τίθεται θέμα εγκατάλειψης του δικαιώματος του να εγείρει την παρούσα αίτηση. 

 

Αντίθετη ήταν η θέση του κ Στρόππου, ο οποίος υποστήριξε αρχικά πως η αίτηση που καταχωρήθηκε από τον Εναγόμενο 2 αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας εφόσον τα ζητήματα που εγείρονται στο πλαίσιο αυτής μπορούσαν και έπρεπε να εγερθούν μέσω της καταχώρησης ένστασης στην αίτηση ημερομηνίας 19.9.2023.  Όπως εξήγησε, τόσο η παρούσα διαδικασία όσο και η αίτηση ημερομηνίας 19.9.2023 έχουν ακριβώς το ίδιο αντικείμενο και πιο συγκεκριμένα, τη συνέχιση ή ακύρωση του Προσωρινού Διατάγματος.  Περαιτέρω, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση επεσήμανε πως δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος αφού ο Πρόεδρος δεν εξαιρέθηκε για λόγους που αφορούσαν αντικειμενική αμεροληψία αλλά φαινομενική.  Τέλος, υποστηρίχθηκε πως τυχόν επέμβαση του Δικαστηρίου υπό την παρούσα σύνθεση στην κρίση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 19.9.2023 θα ήταν ανεπίτρεπτη αφού στην ουσία θα πρόκειται για ανατροπή εκδοθείσας απόφασης, όπου μόνο αρμόδιο Δικαστήριο για να το πράξει πλέον, είναι το Εφετείο.

 

Προχωρώ στην εξέταση της αίτησης.   

 

Στο πλαίσιο της αίτησης του, ο Αιτητής στην ουσία επικαλείται τη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.

 

Η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου, όπως αυτή έχει περιγραφεί στην Χαραλαμπίδης ν. Μελωδία (Χαραλαμπίδου) (1997) 1 Α.Α.Δ. 724, είναι εκείνη που εξυπακούεται από τη φύση της λειτουργίας του ως δικαστήριο της δικαιοσύνης.  Ως υποδείχθηκε στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 151,  η σύμφυτη εξουσία δεν πηγάζει ούτε από το Νόμο ούτε από κανονισμό αλλά από τη φύση της δικαστικής λειτουργίας.  Γι’ αυτό και προσδιορίζεται ως σύμφυτη.  Η βασική εκδήλωση της εξουσίας αυτής είναι η ρύθμιση των θεμάτων που άπτονται των δικαστικών διαδικασιών.  Περιλαμβάνει δε τομείς του δικαίου των οποίων η νομολογία αναγνώρισε την ύπαρξη.  Υποδείχθηκε δε ότι έχουν τεθεί όρια και αυτοπεριορισμοί για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματική λειτουργία αυτής της εξουσίας στις ορθές της διαστάσεις.

 

Σύμφωνα με τα όσα έχουν υποδειχθεί στην Kayat Trading Limited v. Genzyme Corporation (αρ. 3) (2013) 1 Α.Α.Δ. 1263, η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου μια απόφαση του Δικαστηρίου είναι  άκυρη λόγω παράβασης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Βογαζιάνος κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Λτδ (αρ. 2) (2011) 1 Α.Α.Δ. 1577 και Αγαθοκλέους ν. ΕΔΑΞΥΛ Ξυλουργικές Επιχειρήσεις Λτδ κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 302).  Αναφορά αξίζει να γίνει και στην υπόθεση Ιερόθεος Χριστοδούλου άλλως Ρόπας ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 226 όπου η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου προέβη σε ανασκόπηση της νομολογίας σε σχέση με το ζήτημα της σύμφυτης εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τόνισε πως μετά την ολοκλήρωση της δίκης και την έκδοση της απόφασης, επανάνοιγμα της υπόθεσης είναι δυνατό μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που για κάποιο λόγο, όπως για παράδειγμα τη μη ειδοποίηση διαδίκου περί της διαδικασίας, η διεξαχθείσα δίκη είναι άκυρη.

 

Για τους λόγους που θα εξηγήσω αμέσως πιο κάτω, αποτελεί κρίση μου ότι το Προσωρινό Διάταγμα δεν δύναται να παραμερισθεί στη βάση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου και/ή άλλως πως.

 

Παρόμοιο ζήτημα με την παρούσα διαδικασία εξετάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Κουλίας ν. Θεμιστοκλέους, Πολιτική Έφεση αρ. 79/2013, απόφαση ημερομηνίας 16.11.2021.  Εκεί, ο εφεσίβλητος είχε καταχωρήσει εναντίον του εφεσείοντα αγωγή με την οποία αξίωνε αποζημιώσεις για δυσφήμηση.  Η αγωγή εκδικάστηκε και απορρίφθηκε.  Η εν λόγω απόφαση εφεσιβλήθηκε με την έφεση αρ. 297/2008.  Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι το δημοσίευμα ήταν δυσφημιστικό και παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και διέταξε επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή αναφορικά μόνο με το θέμα των αποζημιώσεων.  Η υπόθεση εκδικάστηκε αναφορικά με το εναπομείναν θέμα και η απόφαση εφεσιβλήθηκε.    Μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολ. Έφεση 297/2008, ο εφεσείων προσέφυγε στο ΕΔΑΔ επικαλούμενος παραβίαση της ΕΣΔΑ και ειδικότερα των άρθρων 6.1 και 10 αυτής ενόψει του ότι είχε εκδικαστεί από Εφετείο του οποίου προέδρευε Δικαστής, ο γιος του οποίου εργαζόταν στην δικηγορικό γραφείο που είχε αναλάβει την εκπροσώπηση του εφεσίβλητου.  Το γεγονός αυτό δεν είχε αποκαλυφθεί κατά την έφεση και ο αιτητής το πληροφορήθηκε εκ των υστέρων, οπότε και προσέφυγε στο ΕΔΑΔ. Το ΕΔΑΔ αποφάνθηκε πως υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6.1 της ΕΣΔΑ και επιδίκασε αποζημιώσεις.  Μετά την έκδοση της απόφασης του ΕΔΑΔ, ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση με την οποία ζητούσε ακύρωση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολ. Έφ. 297/2008, η οποία στηρίχθηκε σε διάφορες νομοθετικές πρόνοιες, στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου να απονέμει δικαιοσύνη.    Στην απόφαση του στο πλαίσιο της αίτησης, το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε πως το πρώτο ερώτημα που εγειρόταν ήταν κατά πόσον διαπιστωθείσα παραβίαση του άρθρου 6.1 της ΕΣΔΑ καθιστούσε απαρέγκλιτα και χωρίς άλλο, άκυρη τη διαδικασία στην οποία διαπιστώνεται η παραβίαση ή εάν η επιτυχία του αιτητή στην ατομική προσφυγή απαιτούσε επανάνοιγμα της υπόθεσης.  Η απάντηση που δόθηκε ήταν «σαφώς αρνητική».  Παρατέθηκαν οι λόγοι οι οποίοι δεν επέβαλλαν, ούτε επέτρεπαν την ακυρότητα της διαδικασίας που ακολούθησε.  Τονίστηκε πως η διαπίστωση του ΕΔΑΔ έγκειτο σε εύρημα παραβίασης της αντικειμενικής και όχι υποκειμενικής αμεροληψίας και ότι δεν υπήρξε οτιδήποτε που να υποδηλούσε ότι υπήρξε πραγματική προκατάληψη.  Υποδείχθηκε, τέλος, ότι δεν είχαν διαπιστωθεί διαδικαστικά λάθη, ελλείψεις ή νομικά σφάλματα τα οποία να μόλυναν τη διαδικασία.

 

Στην υπόθεση Νίκολας ν. Κυπριακών Αερογραμμών, Πολιτική Έφεση  43/2007, απόφαση ημερομηνίας 24.2.2022, υπό εξέταση ήταν η αίτηση του αιτητή για επανάνοιγμα της έφεσης η οποία απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο κατόπιν ακρόασης, με αφορμή τη διαπίστωση του ΕΔΑΔ, στην ατομική του προσφυγή, περί παραβίασης του άρθρου 6.1 της ΕΣΔΑ και ειδικότερα λόγω της απουσίας αντικειμενικής αμεροληψίας του Δικαστηρίου που εκδίκασε την έφεση, με αναφορά σε συγκεκριμένο μέλος του το οποίο μετείχε στη σύνθεση.   Το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε πως η παραβίαση που διαπιστώθηκε από το ΕΔΑΔ αποτελούσε παραβίαση του δικαιώματος του αιτητή να τύχει δίκαιης δίκης και υπέδειξε πως κατά το δίκαιο που εφαρμόζεται στην Κύπρο, η παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης συνεπάγεται την ακυρότητα της σχετικής απόφασης του εκδικάζοντος δικαστηρίου.  Το Ανώτατο Δικαστήριο (κατά πλειοψηφία) εξέδωσε διάταγμα επανανοίγματος της έφεσης κρίνοντας, για τους λόγους που εξήγησε, πως τα δεδομένα της αίτησης διακρίνονταν από αυτά στην Κουλίας (πιο πάνω).

 

Τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης δεν είναι τέτοια ώστε να δικαιολογείται ο παραμερισμός του Προσωρινού Διατάγματος.

 

            Εξηγώ.

 

Εν πρώτοις, σημειώνεται πως ο Εναγόμενος 2 ουδέποτε ζήτησε την εξαίρεση του Προέδρου.  Η δε απόφαση ημερομηνίας 25.11.2021 η οποία παραμερίστηκε και επί της οποίας στηρίχθηκε το αίτημα των Εναγομένων 4 – 7 για εξαίρεση δεν στρεφόταν εναντίον του. 

 

Περαιτέρω, σημειώνεται πως, ως προκύπτει από την απόφαση του Προέδρου, η εξαίρεση δικαιολογήθηκε στη βάση του ότι λόγω της προηγούμενης εμπλοκής του στην υπόθεση με την ερήμην έκδοση απόφασης εναντίον των Εναγομένων 4-7, θα δημιουργείτο στους Εναγόμενους 4-7 εντύπωση φαινομενικής μεροληψίας και μη δίκαιης αντιμετώπισης τους.  Υποδείχθηκε, επίσης, πως στο πλαίσιο του αιτήματος εξαίρεσης δεν τέθηκε ζήτημα προκατάληψης (bias).

 

Από το σκεπτικό της απόφασης, δεν διαπιστώνεται εύρημα για παραβίαση της αντικειμενικής, πόσω μάλλον υποκειμενικής, αμεροληψίας.  Ούτε οι Εναγόμενοι 4 – 7 είχαν προωθήσει κάτι τέτοιο.   Ο δε Εναγόμενος 2 δεν προώθησε οποιοδήποτε αίτημα ή θέση.

 

Ούτε προκύπτει οτιδήποτε που να υποδηλούσε ότι υπήρξε πραγματική προκατάληψη. 

 

Ούτε έχει κριθεί από οποιοδήποτε Δικαστήριο παραβίαση του δικαιώματος οποιοδήποτε μέρους της διαδικασίας για δίκαιη δίκη. 

 

Ούτε προωθείται, στο πλαίσιο της παρούσας αίτησης, η ύπαρξη διαδικαστικών λαθών, ελλείψεων ή νομικών σφαλμάτων τα οποία να μόλυναν τη διαδικασία έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος.

 

Ούτε προκύπτει θέμα ακυρότητας της διαδικασίας με τον τρόπο που επεξηγείται στην Ιερόθεος Χριστοδούλου (πιο πάνω).

 

Ως εκ τούτου, στη βάση όλων των πιο πάνω και ειδικότερα στην απουσία διαπιστωθείσας παραβίασης του δικαιώματος του Εναγομένου 2 ή των Εναγομένων 4 – 7 για δίκαιη δίκη, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει.  Από μόνη της η εξαίρεση του Προέδρου για τους λόγους που έλαβε χώρα, χωρίς άλλο, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την έγκριση του αιτήματος.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους,  αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Εναγόντων – Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Εναγομένου 2 – Αιτητή, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                            (Υπ.). ………………………………………..

                                                                     Γ. Πετάση-Κορφιώτη, Π.Ε.Δ.

 

Πιστόν Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο