ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Ιεροκηπιώτου,Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής:543/2016

 

Μεταξύ:                                                                                                                    

                                                 Lucy Rebecca Williams

                                                                                                   Ενάγουσα

                                                               v.

           NISSI BOAT WATER SPORTS LIMITED

 

Eναγομένων

 

 

Ημερομηνία: 8/2/2024

Εμφανίσεις:

Για  Εναγόμενους/Αιτητές: κα Α. Καραμανή

Για  Ενάγουσα/Καθ’ης η αιτηση: κ. Ν.Κυριακίδης

 

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μεσούσης της ακροαματικής εκδίκασης της υπόθεσης, στις 18/12/2023 και αφού είχαν ακουστεί 5 μάρτυρες απο την ενάγουσα, οι Εναγόμενοι καταχώρησαν αίτηση για ασφάλεια εξόδων με τα εξής αιτητικά:

Α. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου, που να διατάσσει την Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση, όπως εντός 10 ημερών από της ημερομηνίας του διατάγματος τούτου ή άλλου εύλογου χρόνου, που θα καθορίσει το Δικαστήριο καταθέσει στο Δικαστήριο το ποσό των €12.840,67 σε μετρητά ή υπό μορφή τραπεζικής εγγύησης και/ή ασφάλεια για τα έξοδα της Εναγομένων/Αιτητών.

Β. Διάταγμα που να αναστέλλει κάθε διαδικασία στην Αγωγή αυτή μέχρι της κατάθεσης της πιο πάνω εγγύησης για έξοδα και/η ποσού και σε περίπτωση εκπνοής της πιο πάνω προθεσμίας χωρίς να κατατεθεί η πιο πάνω εγγύηση και/η ποσό, τότε η Αγωγή αυτή να θεωρείται ως απορριφθείσα.

Η αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση στην οποία επισυνάπτονται ως Τεκμήρια Α και Β κατάλογοι εξόδων που ετοιμάστηκαν για την εν λόγω υπόθεση. Σε αυτή επιπλέον αναφέρεται ότι ο λόγος που ζητείται η ασφάλεια εξόδων είναι γιατί η Ενάγουσα είναι υπήκοος και μόνιμος κάτοικος στο Ηνωμένο Βασίλειο το οποίο έχει αποχωρήσει απο την Ευρωπαική Ένωση. Περαιτέρω κατά τη θέση του oμνύοντα η Ενάγουσα δεν έχει καταθέσει οποιαδήποτε στοιχεία αναφορικά με τα εισοδήματα της και υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο η ίδια μπορεί να κριθεί φερέγγυα για να καλύψει τυχόν επιδικασθέντα έξοδα εναντίον της.

Η Ενάγουσα καταχώρησε ένταση και εγείρει:

1) ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

2) η νομική βάση της αίτησης είναι εσφαλμένη.

3) το ποσό που αξιώνεται είναι υπερβολικό.

Στην ένορκη δήλωση επεξηγεί στις παραγράφους 6 και 7 για ποιό  λόγο θεωρεί το εν λόγω ποσό διογκωμένο. Αναφορικά με τα εισοδήματα της Ενάγουσας στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσης αναφέρεται ότι αυτή είναι εύρωστη οικονομικά και κατέχει περιουσιακά στοιχεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, σχετικά κατατέθηκε το Παράρτημα 1. Η Ενάγουσα όπως ισχυρίστηκε η ενόρκως δηλούσα δεν μπορούσε να εργάζεται λόγω των προβλημάτων υγείας που της προκλήθηκαν από το ατύχημα. Πλην όμως σήμερα εργάζεται στην εταιρία του πατέρας της και ως εκ τούτου διατηρεί εισοδήματα. Περαιτέρω αναφέρεται ότι η Αιτήτρια έχει αδικαιολόγητα καθυστερήσει να καταχωρήσει την αίτηση εφόσον η αγωγή καταχωρήθηκε στις 27/06/16 και η αίτηση καταχωρήθηκε στις 18/12/23 μεσούσης της ακροαματικής εκδίκασης της υπόθεσης. Τέλος όσον αφορά την εξήγηση που δίδεται από την Εναγόμενη αναφορικά με τον λόγο καθυστέρησης αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καθότι το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση την 31/01/20 και η αίτηση καταχωρήθηκε 3 χρόνια αργότερα. Τέλος ανέφερε ότι κατά τον χρόνο καταχώρησης της επίδικης αγωγής και μέχρι 31/12/20 το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθούσε να υπάγεται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ενάγουσα απολάμβανε τα δικαιώματα του ευρωπαίου πολίτη.

Το αίτημα εδράζεται επι της Διαταγής 60 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και οχι στο άρθρο 382 του Περι Εταιρειών Νόμου οπως ορθά εντόπισε η πλευρά της ενάγουσας. Η αίτηση εδράζεται ομως και επι της εν λόγω διαταγής οπως διαφαίνεται απο τη νομική της βάση.

Η  Δ.60 Θ.1 επί της οποίας εδράζεται η αίτηση προβλέπει ότι:

 

"A plaintiff (and, in respect of a counter-claim which is not merely in the nature of a set-off, a defendant) ordinarily resident out of Cyprus ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης may, at any stage of the action, be ordered to give security for costs, though he may be temporarily resident in Cyprus ή σε Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης."

 

Η πιο πάνω Διαταγή συνεπώς θέτει ως προϋπόθεση, για να μπορεί να διαταχθεί παροχή ασφάλειας για έξοδα, να πρέπει ο ενάγοντας να διαμένει εκτός Κύπρου ή εκτός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. Σωκράτους ν. ΝικολάουΠολ.Έφεση Αρ.405/16, ημερομηνίας 15/4/21), ECLI:CY:AD:2021:A154. Περαιτέρω είναι κοινώς αποδεκτό ότι η εφαρμογή της Δ.60 συνιστά θέμα που εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου που ασκείται Δικαστικά λαμβάνοντας υπόψιν συγκεκριμένους παράγοντες χωρίς πάντα να επιβάλλεται η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων οποτεδήποτε ο ενάγοντας είναι κάτοικος εξωτερικού.

 Στην υπόθεση Alahmari vAlia The Royal Jordanian Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434, τίθενται οι αρχές άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ως εξής:

 

«Όταν τεθεί το θεμέλιο για την άσκηση της δικαιοδοσίας, με τη διαπίστωση ότι ο ενάγων (εφεσείων) έχει τη συνήθη κατοικία του στο εξωτερικό, οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι κατεξοχή δυο, η κατοχή εκ μέρους του ενάγοντα περιουσίας και ιδίως ακίνητης (που δε μετακινείται εύκολα) στην Κύπρο, και η ισχύς της υπόθεσής του.».

 

Αναφορικά με την ισχύ της υποθεσης δηλαδή αν έχει καλή υπόθεση, η δε υπεράσπιση φαίνεται να μην ευσταθεί, τότε θα ήταν αντίθετο με το πνεύμα της δικαιοσύνης να διαταχθεί η καταβολή ασφάλειας εξόδων επιβραβεύοντας έτσι ουσιαστικά τον εναγόμενο και καθυστερώντας την όλη διαδικασία (βλ. Alahmari ανωτέρω και Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2011) 1Β Α.Α.Δ. 1314). 

 

Στο πλαίσιο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του, το Δικαστήριο λαμβάνει επίσης υπόψη κατά πόσο οι εναγόμενοι χρησιμοποιούν τη διαδικασία ασφάλειας εξόδων καταπιεστικά. Επίσης ο χρόνος υποβολής αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων αποτελεί ένα πρόσθετο στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη και το οποίο σε συσχετισμό πάντα με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη του αιτήματος (Genemp Trading Ltd ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ πρώην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, (2011) 1 Α.Α.Δ. 1314 και Studland Holdings Ltd κ.ά. ν. Ευσταθίου κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1809). Συναρτάται δε η άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειας με τη δυνατότητα του ενάγοντα, ανάλογα με την οικονομική του ευχέρεια, να παράσχει την εξαιτούμενη ασφάλεια. Εάν ο ενάγοντας βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία και δεν διαθέτει τα μέσα, το αίτημα απορρίπτεται εφόσον σε τέτοια περίπτωση πλήττεται ο πυρήνας του δικαιώματος πρόσβασης του στο Δικαστήριο.

 

 

Στην παρούσα περίπτωση αποτελεί  δεδομένο ότι η ενάγουσα είναι μόνιμος κάτοικος Ηνωμενου Βασιλειου και δεν έχει οποιαδήποτε περιουσία στην Κύπρο.  Περαιτέρω σύμφωνα με τη θέση που προβαλλεται η ενάγουσα δεν έχει οικονομική αδυναμία για να εκπληρώσει τις υποχρέωσεις της όταν αυτο χρειαστεί οπότε και κατά κρίση μου  οποιαδήποτε διαταγή εξόδων δεν θα αποστερήσει την ενάγουσα απο το δικαίωμα πρόσβασης της στη δικαιοσύνη. (The Continental Insurance Company of Hampshire v. O’Regan (1998) 1Β Α.Α.Δ. 1087)

 

 

 Θα εξεταστεί κατά προτεραιότητα το ζήτημα της δικαιοδοσίας που εγείρεται απο την ενάγουσα οτι δηλαδή κατα το χρόνο άσκησης της αγωγής  το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης  μέχρι και την 31/1/2020 και υπόκειτο στο δικαιο της Ένωσης μεχρι την 31/12/2020. Βάσει δε της Συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου για την αποχώρηση της από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης   για τις αγωγές που ειχαν καταχωρηθεί πριν την 31/12/2020 θα έχουν εφαρμογή οι Ε.Κ1215/2012 και 805/2004 που αφορούν την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων.  Ως εκ τούτου οποιαδήποτε  διαταγή για έξοδα τυχόν εκδοθεί στο τέλος της αγωγής όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, υπερ των εναγομένων θα μπορεί να αναγνωριστεί και εκτελεστεί με βάση τους ανωτέρω κανονισμούς.

 

Είναι γεγονός οτι σύμφωνα με το άρθρο 67(2) της Συμφωνίας οι ανωτέρω κανονισμοί αναφορικά με την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων ήτοι Ε.Κ 1215/2012 και Ε.Κ 805/2004  τυχγάνουν εφαρμογής στην αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αγωγές που καταχώρήθηκαν πριν τη λήξη της  μεταβατικής περιόδου δηλαδη μέχρι τις 31/12/2020. Συγκεκριμένα στο εν λόγω άρθρο της Συμφωνίας αναφέρεται:

 

«Στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και στα κράτη μέλη σε περιπτώσεις στις οποίες εμπλέκεται το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ακόλουθες πράξεις ή διατάξεις εφαρμόζονται ως εξής σε σχέση με την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, δημόσιων εγγράφων, δικαστικών συμβιβασμών και συμφωνιών:

α)

ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 εφαρμόζεται στην αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται σε σχέση με αγωγές που ασκήθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου και σε δημόσια έγγραφα που συντάχθηκαν ή καταχωρίστηκαν επισήμως, καθώς και σε δικαστικούς συμβιβασμούς που εγκρίθηκαν ή συνήφθησαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου·

 

β)

οι διατάξεις περί αναγνώρισης και εκτέλεσης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 εφαρμόζονται σε αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σε σχέση με αγωγές που ασκήθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου και σε έγγραφα που συντάχθηκαν ή καταχωρίστηκαν επισήμως ως δημόσια έγγραφα, καθώς και σε συμφωνίες που συνήφθησαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου·

 

γ)

οι διατάξεις περί αναγνώρισης και εκτέλεσης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 εφαρμόζονται σε αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σε σχέση με αγωγές που ασκήθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, καθώς και σε δικαστικούς συμβιβασμούς που εγκρίθηκαν ή συνήφθησαν και σε δημόσια έγγραφα που συντάχθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου·

 

δ)

ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (77) εφαρμόζεται σε αποφάσεις που εκδίδονται σε σχέση με αγωγές που ασκήθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, καθώς και σε δικαστικούς συμβιβασμούς που εγκρίθηκαν ή συνήφθησαν και σε δημόσια έγγραφα που συντάχθηκαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση πιστοποίησης ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου υποβλήθηκε πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου.

 

 

 

 Συμφωνώ με το μέρος της εισήγησης πως στη συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα ανωτέρω αν εκδοθει διαταγή εξόδων υπερ του εναγόμενου και εναντίον της ενάγουσας αυτή η απόφαση θα μπορεί να αναγνωριστεί και να εκτελεστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο με βάση τους  πιο πάνω αναφερόμενους κανονισμούς από τη στιγμή που η αγωγή ασκήθηκε το 2016. Τούτο ομως ταυτόχρονα δεν εξισώνει με  κάβε σεβασμό προς τον αντίθετο ισχυρισμό την ενάγουσα με Ευρωπαία  πολίτη ουτε την καθιστά πρόσωπο το οποίο  μπορεί σήμερα να απολαμβάνει  όλα τα δικαιώματα ως ευρωπαία   πολίτης αλλά ούτε και μπορεί να αντιμετωπιστεί ως προσωπο που διαμενει σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής  Ένωσης για σκοπούς της Διαταγής 60.  Το γεγονός όμως πως εφαρμόζονται οι εν λόγω κανονισμοί σε τυχόν έκδοση διαταγής εξοδων υπερ του εναγομενου αποτελεί παράγοντα που θα ληφθεί υπόψη στο συνολικό πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Συνεπώς κατα την κρίση μου η Διαταγή 60 Κανονισμός 1 εφαρμόζεται στην περίπτωση της ενάγουσας και το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης.

 

 Περαιτέρω προχωρώ να εξετάσω το θέμα της καθυστέρησης στην καταχώρηση της αίτησης που εγείρεται απο την άλλη πλευρά. Σημειώνεται οτι η εν λόγω διαταγή αναφέρει ότι η αίτηση είναι δυνατόν να υποβληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας χωρις να θέτει συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Συμφωνώ ότι η αίτηση καταχωρήθηκε σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο ήτοι μετά την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας  αλλα αφ’ης στιγμής δεν τίθεται χρονική προθεσμία για την καταχώρηση της τότε δεν θα απέρριπτα την αίτηση για τούτο το λόγο αλλά  μόνο αν δεν συντρέχουν επιπλέον και άλλοι λόγοι απόρριψης. Πλήν ομως το Δικαστήριο επειδή ακριβώς η αίτηση υποβάλλεται κατά το στάδιο αυτό θα πρέπει κρίνω να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό κατά την εξέταση των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.

 

Το επόμενο θέμα που θα πρέπει να εξεταστεί αφορά  την ισχύ της υπόθεσης της ενάγουσας. Η αγωγή εδράζεται στο αστικό αδίκημα της αμέλειας δηλαδή στην παραβίαση των νόμιμων καθηκόντων των εναγομένων να παρέχουν ασφαλές ταξίδι στην ενάγουσα κατά τη διάρκεια διεξαγωγής θαλάσσιου αθλήματος με αποτέλεσμα να υποστεί εκτεταμένες σωματικες βλάβες ως ισχυρίστηκε. Απο την άλλη η υπεράσπιση αντιτείνει οτι οι εναγόμενοι ουδέν γνώση ειχαν και/ή ενημέρωση για την πρόκληση εκ μέρους τους  του εν λόγω ατυχήματος και ότι ουδεμία ευθύνη φέρουν για όποιες ζημιές προκλήθηκαν τυχόν στην ενάγουσα οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν προήλθαν λόγω παραλείψεων και/ή παραβίασης των νόμιμων καθηκόντων της εναγόμενης.  Κρινω οτι η ενάγουσα έχει ένα καλό αγώγιμο δικαίωμα οσον αφορά την ισχύ της υπόθεσης της αλλά τούτο θα πρέπει να ιδοθεί σε συνδυασμό με το γεγονός οτι οι εναγόμενοι προβάλλουν  μια λογικοφανή υπο τας περιστάσεις υπεράσπιση.

 

Περαιτέρω θα πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα που εγείρεται όσον αφορά το διογκωμένο του καταλόγου εξόδων όπως εισηγείται η υπεράσπιση παρολο που τούτο δεν ειναι προϋπόθεση  της άσκησης της διακριτικης ευχέρειας του Δικαστηρίου. Αξιζει να σημειωθεί οτι η προσκόμιση καταλόγου εξόδων παρα το ότι δεν αποτελεί επιβαλλόμενο καθήκον και υποχρέωση είθισται πρακτικά να καταχωρείται με την αίτηση προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και των διαδίκων.(βλ. Genemp Trading Ltd, ανωτέρω)

 

Οι εναγόμενοι παρουσίασαν κατάλογο εξόδων προβαίνοντας σε μια λογική κατά την κρίση μου ανάλυση εξόδων υπο τας περιστάσεις.  Δε διαβλέπω οτι τα ποσά στα οποία καταλήγουν οι εναγόμενοι είναι υπερβολικά και /ή διογκωμένα  αν ληφθεί υπόψη οτι πρόκειται για αγωγή του 2016 στην κλιμακα €100.000-500.000 με αρκετές εμφανίσεις και   διαδικαστικά διαβήματα μεχρι σήμερα περιλαμβάνον επίσης ενα αριθμό εμφανίσεων προς ακρόαση της ουσίας της αγωγής και την προετοιμασία για την ακρόαση με μάρτυρες από το εξωτερικό καθώς και εμπειρογνώμονες. Συνεπώς απορρίπτεται και αυτός ο λόγος ένστασης.

 

Τέλος θα πρέπει να λεχθεί ότι ούτε και η εφαρμογή των ανωτέρω αναφερόμενων ευρωπαϊκών  κανονισμών σε τυχόν έκδοση διαταγής εξόδων  υπερ των εναγομένων καθίσταται ικανή ώστε από τη στιγμή που πληρούνται οι προϋποθέσεις  το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια εναντίον της έγκρισης του αιτήματος διότι αυτό θα ισοδυναμούσε κατά την κρίση μου με την αναγνώριση ενός προνομίου και/ή δικαιώματος υπερ της ενάγουσας που η ίδια η Διαταγή 60 πλέον ως έχει δεν της το παρέχει. Καταληκτικά κρίνω ότι  πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Εκδίδεται διάταγμα, με το οποίο διατάσσεται η Ενάγουσα να καταθέσει στο Δικαστηριο τραπεζική εγγύηση , για το ποσό των €12.840,67 εντός 20 μερών απο σήμερα.

 

Κάθε περαιτέρω διαδικασία στην υπό κρίση αγωγή αναστέλλεται μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης της ως άνω ασφάλειας. Σε περίπτωση που η διαταχθείσα ασφάλεια εξόδων δεν κατατεθεί εντός του ορισθέντος χρόνου των 20 ημερών, τότε η αγωγή θα θεωρείται ως αυτομάτως εγκαταλειφθείσα και απορριφθείσα.

 

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων-Αιτητών και εναντίον της ενάγουσας-αιτήτριας, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

                                                                                          

                                                                            (Υπ.)…………………….

                                                                                 Μ.Ιεροκηπιώτου,Α.Ε.Δ

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο