ECLI:CY:EDLAR:2007:A151

 ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΟΣ

Ενώπιον:  Τ. Θ. Οικονόμου, Α.Ε.Δ.

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΠΙΚΥΡΩΣΕΩΣ ΔΙΑΘΗΚΩΝ

 

Αρ.Διαχ.:  67/72

 

Επί τοις αφορώσι τον Γεώργιον Τοουλή Μαππούρα, τέως εξ Αραδίππου

Αποβιώσαντος

 

Αίτηση για αντικατάσταση του διαχειριστή ημερ. 30/5/07

 

Ημερομηνία: 5 Δεκεμβρίου, 2007

Εμφανίσεις:

Για Αιτητή: κ. Χ‘‘Κωστής για κ. Ν. Νικηφόρου

Για Διαχειριστή: κ. Πουτζιουρής

Για Γεώργιο Παναγιώτη Μαππούρα, Μιχαήλ Παναγιώτη Μαππούρα, Ελένη Παναγιώτη Μαππούρα, Μαρούλλα Παναγιώτη Μαππούρα:  

κ. Πουτζιουρής

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

          Ο Γεώργιος Ττοουλή Μαππούρας απεβίωσε την 24/11/1954 χωρίς να αφήσει διαθήκη.  Ως κληρονόμους άφησε την σύζυγο του Μυριάνθη, τον υιό του Χριστόδουλο Γεωργίου Μαππούρα και τα τέκνα του προαποβιώσαντος υιού του Παναγιώτη, δηλαδή τον Γεώργιο, τον Μιχαήλ, την Ελένη και την Μαρούλλα Παναγιώτη Μαππούρα.  Η Μυριάνθη απεβίωσε το 1966 αφήνοντας τους ίδιους κληρονόμους. 

 

          Χρόνια μετά, στις 9/6/1972 παραχωρήθηκαν έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας του εν λόγω Γεώργιου Ττοουλή Μαππούρα στην εν λόγω Μαρούλλα Παναγιώτη Μαππούρα άλλως Μαρούλλα Ιωάννη Λιπέρη.  Η διαχειρίστρια στις 23/11/1972 καταχώρησε απογραφή στην οποία αναφέρονται πέντε χωράφια και καθόλου κινητά ή χρέη.  Στις 28/5/1973 προέβη σε ένορκη δήλωση στην οποία είχε αναφέρει ότι τα κτήματα δεν είχαν τίτλους και για να εγγραφούν χρειαζόταν επιτόπια έρευνα από το κτηματολόγιο.  Ανέφερε επίσης ότι κατέθεσε σχετική αίτηση στο κτηματολόγιο για εγγραφή των κτημάτων επ’ ονόματι της ως διαχειρίστρια κατόπιν επιτόπιας έρευνας και ότι θα μεταβίβαζε την περιουσία επ’ ονόματι των κληρονόμων μόλις θα εκδίδονταν οι τίτλοι.   Αντί τούτου όμως, το 1984 μεταβίβασε τα κτήματα επ’ ονόματι της ως διαχειρίστρια, χωρίς ποτέ να τα μεταβιβάσει στους κληρονόμους. 

 

          Παρά ταύτα, ο πρωτοκολλητής με έκθεση του προς το δικαστήριο ημερ. 19/2/86 ανέφερε ότι η περιουσία είχε διανεμηθεί στους κληρονόμους που ζούσαν από χρόνια στην Αγγλία και για τούτο εισηγήθηκε η διαχείριση να θεωρηθεί κλειστή.  Την ίδια ημέρα το δικαστήριο θεώρησε την διαχείριση κλειστή, χωρίς τελικούς λογαριασμούς, με ευχέρεια να επανανοιχθεί μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερομένου προσώπου.  Αυτό έγινε κατ’ ουσία τον Δεκέμβριο του 1986 όταν ο νυν διαχειριστής Κυριάκος Μούσκος, δικηγόρος, ζήτησε και πέτυχε την αντικατάσταση της Μαρούλλας Π. Μάππουρα δια του ιδίου.  Είχε παρουσιάσει συγκαταθέσεις της διαχειρίστριας και των άλλων παιδιών του Παναγιώτη Μαππούρα, ενώ για τον Χριστόδουλο είχε αναφέρει ότι κατοικεί στην Αγγλία σε άγνωστη διεύθυνση και λόγω τούτου δεν κατέστη δυνατό να ειδοποιηθεί. 

 

          ΄Εκτοτε ακολούθησαν άλλα είκοσι και πλέον χρόνια πλήρους αδράνειας.  Η υπόθεση τέθηκε ξανά ενώπιον του Δικαστηρίου με την παρούσα αίτηση δια της οποίας ο υιός του Χριστόδουλου Μαππούρα, Ανδρέας, ζητά να αντικαταστήσει τον κ. Μούσκο.  ΄Εχει παρουσιάσει συγκαταθέσεις προς τούτο από τρία πρόσωπα τους οποίους καθορίζει ως κληρονόμους του αποβιώσαντος ήτοι την Μαρία Μαππούρα, τον Πανίκο Μαππούρα και το Νίκο Μαππούρα.  Αυτά όμως τα πρόσωπα δεν αναφέρονται ως κληρονόμοι στο αρχικό πιστοποιητικό κληρονόμων και στην αίτηση.  Ούτε στην παρούσα αίτηση εξηγείται γιατί είναι κληρονόμοι του αποβιώσαντος, εφόσον δεν αναφέρεται κατά πόσο ο άμεσος κληρονόμος, Χριστόδουλος, έχει εν τω μεταξύ αποβιώσει. ΄Ετσι οι προσκομισθείσες συγκαταθέσεις τους δεν έχει νόημα να ληφθούν υπόψη.  Ούτε και μπορούν, εφόσον είναι φωτοτυπίες χωρίς να δίδεται καμία εξήγηση για το πρωτότυπο.  Εκείνο που μπορεί να ληφθεί υπόψη είναι ότι το τέκνο ενός από τους κληρονόμους ζητά να αντικαταστήσει τον διαχειριστή.  

 

          Ο αιτητής αναφέρει ότι τα ακίνητα εξακολουθούν να βρίσκονται επ’ ονόματι της πρώτης διαχειρίστριας Μαρούλλας και δεν έχουν διανεμηθεί στους κληρονόμους.  Επισυνάπτει φωτοαντίγραφα επτά τίτλων ενώ η αρχικά αναφερθείσα στην απογραφή περιουσία ήταν πέντε τεμάχια.  Μέμφεται το νύν διαχειριστή εφόσον, όπως λέγει, ο κ. Μούσκος δεν έχει προβεί στις απαραίτητες διαδικασίες ώστε να διανεμηθεί η περιουσία στους κληρονόμους.  Ο διαχειριστής απαντά ότι δεν τελεί σε εσκεμμένη παράλειψη διότι δεν γνώριζε την ύπαρξη των κτημάτων ούτως ώστε να προβεί στις δέουσες ενέργειες για να περιέλθουν στην ιδιοκτησία των κληρονόμων και ότι για πρώτη φορά έλαβε γνώση δια της παρούσας αιτήσεως.  Μέμφεται δε με την σειρά του τον αιτητή για το ότι ουδέποτε τον ενημέρωσε για την ύπαρξη των κτημάτων. 

         

          Η αντικατάσταση διαχειριστή περιουσίας αποβιώσαντος ρυθμίζεται ειδικά από της πρόνοιες του άρθρου 52 του περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Νόμου Κεφ. 189 σύμφωνα με τις οποίες απαιτείται να στοιχειοθετηθεί  εσκεμμένη παράλειψη (willful neglect) ή παράπτωμα (misconduct) του διαχειριστή. ΄Ετσι το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο ο διαχειριστής επέδειξε εσκεμμένη παράλειψη ή έκαμε τέτοιο παράπτωμα ώστε να επηρεάζονται ή να είναι δυνατό να επηρεαστούν δυσμενώς τα συμφέροντα των κληρονόμων. 

 

          Η έννοια της εσκεμμένης παράλειψης σε σχέση με τη διαχείριση ενός καταπιστεύματος έχει εξηγηθεί ως εξής:-

 

«…. It means deliberately and purposely doing something which he knows , when he does it, is a breach of trust, consisting in a failure to perform his duty as trustee.»[1]

 

          Το κύριο καθήκον του διαχειριστή ως καταπιστευματοδόχου της περιουσίας είναι να προστατεύσει το συμφέρον της περιουσίας και των δικαιούχων.  Αυτό είναι και το πρωταρχικό κριτήριο όταν ζητείται αντικατάσταση ενός καταπιστευματοδόχου (βλ. Letterstedt v. Broers and another [1881-85] All. E.R. Rep. 882). 

 

          ΄Οταν το 1986 ο κ. Μούσκος ζήτησε να οριστεί διαχειριστής το έκαμε ασφαλώς με την πεποίθηση ότι υπήρχε περιουσία.  ΄Οχι μόνο δεν θα είχε νόημα να σκεφτούμε οτιδήποτε άλλο αλλά ρητά αναφέρθηκε στο ότι ήταν σε θέση να προχωρήσει στην διανομή της περιουσίας.  Του δόθηκε αυτή η εξουσία πριν από 21 χρόνια για να προβάλει τώρα την θέση ότι «έχει εκτελέσει τα καθήκοντα του σύμφωνα με το νόμο εφόσον δεν ανευρέθηκε περιουσία στο όνομα του αποβιώσαντος». Εξ αυτής όμως της θέσης προκύπτουν σειρά ερωτημάτων.  Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ποία περιουσία ανέλαβε να διαχειριστεί και να διανείμει ο κ. Μούσκος;  Εάν δε τελούσε σε αμφιβολία ή σε άγνοια για την περιουσία που ανέλαβε να διαχειριστεί, ποία μέτρα έρευνας έλαβε για να διαπιστώσει την τύχη της περιουσίας που φαινόταν στην απογραφή;  Ζήτησε λογαριασμό από την προηγούμενη διαχειρίστρια η οποία του έδωσε συγκατάθεση για να την αντικαταστήσει; Ζήτησε πληροφορίες από τους κληρονόμους που συγκατατέθηκαν στον διορισμό του; Έκανε έρευνα στο κτηματολόγιο;  Αλλά ακόμα και αν ήταν με την πεποίθηση ότι δεν υπήρχε περιουσία πώς «εκτέλεσε τα καθήκοντα του σύμφωνα με το νόμο», αφού δεν κατεχώρησε τελικούς λογαριασμούς για να αναφέρει, έστω ότι δεν υπήρχε περιουσία. 

 

          Δεν έκαμε τίποτε ούτε όταν, όπως ο ίδιος αναφέρει στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση του, ο νυν αιτητής του ανέφερε κατά τον παρελθόντα Απρίλιο ότι «είχε πληροφορίες για περιουσία η οποία ανήκε ή/και την δικαιούται ο αποβιώσας».  Ζήτησε μόνο από τον αιτητή «να τον επισκεφθεί στο γραφείο του και να του υποδείξει την κατ’ ισχυρισμό περιουσία».  Εξ αυτού προκύπτει ότι αν ο αιτητής δεν υπεδείκνυε την περιουσία ή δεν ανακινούσε το θέμα με την παρούσα διαδικασία η κατάσταση θα παρέμενε εσαεί στο τέλμα χωρίς διανομή και χωρίς τελικούς λογαριασμούς.  Ενώ έστω και στο τελευταίο αυτό στάδιο θα έπρεπε ο διαχειριστής να προβεί σε έρευνα, να διαπιστώσει τη τύχη της περιουσίας και να ενεργήσει αναλόγως καταχωρώντας τελικά λογαριασμούς.  Αντ’ αυτών το μόνο που διαπιστώνεται είναι πλήρης απραξία. 

 

          Οι περιστάσεις είναι τέτοιες που δημιουργείται εξ αντικειμένου το συμπέρασμα ότι ο διαχειριστής εσκεμμένα παρέλειψε να ενεργήσει προς το συμφέρον της περιουσίας.  Η εξουσία του δικαστηρίου να αντικαταστήσει τον διαχειριστή είναι διακριτική και μπορεί μάλιστα να ασκηθεί και αυτεπάγγελτα.  Εφόσον αποκαλύπτεται λόγος να παυθεί ο διαχειριστής θα παυθεί ανεξάρτητα από το πρόβλημα των μή εγκύρων συγκαταθέσεων που έχουν παρουσιαστεί για την μια πλευρά, αλλά και ανεξάρτητα από την ένσταση που έχουν οι άλλοι κληρονόμοι περιλαμβανομένης της αρχικής διαχειρίστριας.   

 

          Εγείρεται επίσης στην ένσταση ζήτημα ότι ο αιτητής δεν είναι το κατάλληλο πρόσωπο να διεκπεραιώσει την διαχείριση διότι είναι κάτοικος εξωτερικού ενώ κατάλληλος είναι ο υφιστάμενος διαχειριστής λόγω της αδιάλειπτης για 27 χρόνια εμπειρίας του στο δικηγορικό επάγγελμα και της διεκπεραίωσης μεγάλου αριθμού διαχειρίσεων.  Ως προς τους τελευταίους ισχυρισμούς το ζήτημα έχει ήδη κριθεί και ο διαχειριστής θα παυθεί.  Το ερώτημα είναι κατά πόσο ο αιτητής είναι το κατάλληλο πρόσωπο.  Ως προς τον ισχυρισμό ότι είναι κάτοικος εξωτερικού σημειώνεται ότι ο ίδιος ο αιτητής στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση αναφέρει ότι είναι εκ Λάρνακος.  Δεν έχει ζητηθεί η αντεξέταση του.  Κατά τα άλλα, έχει συμφέρον στην περιουσία ως υιός κληρονόμου και εφόσον δηλώνει πρόθυμος και έτοιμος να προχωρήσει μία υπόθεση δεκαετιών θα διοριστεί διαχειριστής. 

 

          Σε περίπτωση αντικατάστασης, ο κανόνας είναι να επιβαρύνεται τα έξοδα ο διαχειριστής (βλ. A-G v. Murdoch (1856) 2 K&J 571, 573, Palairet v. Carew (1863) 32 Beav 564).

 

          Δίδεται διάταγμα παύσης και αντικατάστασης του διαχειριστή από τον αιτητή νοουμένου ότι ο τελευταίος θα δώσει την προνοούμενη εγγύηση προς ικανοποίηση του πρωτοκολλητή.  Τα έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο να είναι σε βάρος του διαχειριστή. 

 

          Ο νέος διαχειριστής πρέπει να ενεργήσει με ταχύτητα και χωρίς καμιά καθυστέρηση να διανείμει επιτέλους την περιουσία σύμφωνα με το νόμο. 

 

 

 

(Υπ.).............................

Τ. Θ. Οικονόμου, Α.Ε.Δ.

 

 



[1] ( Ιn re Trusts of Leeds City Brewery [1925] 1 Ch.532,544, Petri v. Police (1968) 2 CLR 40,89, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9,108.

Bλ. Επίσης Re Vickery [1931] All ER Rep 562,567 και Armitage v. Nurse [1977] 2 All ER 705]

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο