ECLI:CY:EDLAR:2008:A20

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Παπαϊωάννου, Ε.Δ.

                                                                      Αρ. Αγωγής:  1187/05

Μεταξύ:

 

Χριστόφορου Χριστοφόρου

Ενάγοντα

 

-και-

 

Φάνου Γιάγκου

Εναγομένου

 

____________________

 

 

Ημερομηνία:  7 Μαρτίου 2008

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τον Ενάγοντα:  Η κα Γιολάντα Ζαχαρίου.

Για τον Εναγόμενο:  Ο κ. Γιώργος Λουκαϊδης.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την αγωγή αυτή ο ενάγοντας αξιώνει εναντίον του εναγομένου Λ.Κ.1.650 ως αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας και / ή ως χρήματα καταβληθέντα χωρίς αντάλλαγμα και / ή για αντάλλαγμα που απέτυχε πλήρως και / ή βάση των αρχών περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, νόμιμο τόκο και έξοδα.

 

Σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης ο εναγόμενος, ο οποίος εμπορεύεται υπό την εμπορική επωνυμία «Casa Cucina», ασχολείται με την πώληση και εγκατάσταση οικιακού εξοπλισμού.  Κατά ή περί την 28.2.2004 ο ενάγοντας συμφώνησε προφορικά και / ή γραπτώς για την αγορά και εγκατάσταση κουζίνας μοντέλου «Memory» του ιταλικού οίκου «Tomassi», χρώματος καρυδιά για το ποσό των Λ.Κ.4.000.  Ήταν ρητός και / ή εξυπακουόμενος όρος της πιο πάνω συμφωνίας ότι ο ενάγοντας θα κατέβαλλε στον εναγόμενο προκαταβολή Λ.Κ.1.650 με την προϋπόθεση ότι ο εναγόμενος θα προμήθευε και τοποθετούσε την πιο πάνω κουζίνα εντός 8 βδομάδων από την κατάρτιση της συμφωνίας. Ο ενάγοντας κατέβαλε Λ.Κ.1.650 στον εναγόμενο αλλά ο τελευταίος κατά παράβαση των όρων της συμφωνίας δεν παρέδωσε την κουζίνα.

         

          Ο ενάγοντας ζήτησε επανειλημμένα από τον εναγόμενο να συμμορφωθεί με τους όρους της συμφωνίας αυτός όμως αρνήθηκε καθ΄ ότι το εργοστάσιο στην Ιταλία δεν κατασκεύαζε την κουζίνα με βάση τη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία.

 

          Ο ενάγοντας ζήτησε επανειλημμένα τόσο προφορικά όσο και γραπτώς και με επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 11.1.2005 την επιστροφή των χρημάτων που έδωσε στον εναγόμενο, ο δε εναγόμενος μέχρι σήμερα αμελεί και / ή αρνείται να τα επιστρέψει.

 

          Στην έκθεση υπεράσπισης που ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι με τον ενάγοντα συμβλήθηκε η εταιρεία «Casa & Cucina Ltd», η οποία δεν είναι επωνυμία, και όχι ο ίδιος.  Με την πιο πάνω επιφύλαξη ο εναγόμενος στην παράγραφο 4 της έκθεσης υπεράσπισης του ισχυρίζεται ότι:

 

«(α)    Η κατασκευή θα ήταν από μελαμίνη καφέ και απλώς η τσεκουλατούρα θα ήταν σε χρώμα καρυδιάς.

(β)      Ο ενάγων είχε δει την κουζίνα στο κατάστημα του εναγομένου και την απεδέχθη.

(γ)      Κατά τα άλλα η συμφωνία ήταν γραπτή.»

          Ο εναγόμενος ισχυρίζεται, επίσης ότι δεν συμφωνήθηκε χρόνος τοποθέτησης της κουζίνας.  Ισχυρίζεται, περαιτέρω, στην παράγραφο 6 της έκθεσης υπεράσπισης του τα ακόλουθα:

 

«(α)    Ο εναγόμενος πληροφόρησε εκ μέρους της εταιρείας τον ενάγοντα ότι το εργοστάσιο δεν παράγει μελαμίνη σε χρώμα καρυδιάς.

(β)      Ο ενάγων καθυστέρησε να απαντήσει και η κατασκευή προχώρησε.

(γ)      Κατά ή περί τον Αύγουστο 2004 η εταιρεία ειδοποίησε τον ενάγοντα ότι η κατασκευή της κουζίνας ήταν έτοιμη για τοποθέτηση αλλά ο ενάγοντας δεν ήταν έτοιμος.»

 

          Η κουζίνα βρίσκεται εκεί και ο εναγόμενος δεν μπορεί να την τοποθετήσει αλλού διότι η κατασκευή έγινε σύμφωνα με τις συγκεκριμένες προδιαγραφές και διαστάσεις που ζήτησε ο ενάγων.

 

          Στις 26.9.2005 το Δικαστήριο με άλλη σύνθεση επιλήφθηκε της προδικαστικής ένστασης που ήγειρε ο εναγόμενος ότι η αγωγή εναντίον του δεν μπορούσε να προχωρήσει επειδή είχε πτωχεύσει, απορρίπτοντας την, για τους λόγους που φαίνονται στην ενδιάμεση απόφαση του.

 

O Μ.Ε.1 ήταν ο ενάγοντας.  Με τον ιδιοκτήτη της «CASA e CUCINA» στις 28.2.2004 υπέγραψαν το  Τεκμήριο 1, (το πρωτότυπο του οποίου κατατέθηκε ως Τεκμήριο 7), συμβόλαιο για παράδοση μιας κουζίνας.  Πλήρωσε ως προκαταβολή το 40% της αξίας, ΛΚ1650, με επιταγή ημερ.13.03.04, Τεκμήριο 2, στο όνομα της γυναίκας του εναγόμενου και ο τελευταίος του έκδωσε την απόδειξη, Τεκμήριο 3.  Όπως του ανέφερε ο εναγόμενος και σύμφωνα με το συμβόλαιο η κουζίνα θα παραδιδόταν σε 8 βδομάδες από την υπογραφή των συμβολαίων.  Η κουζίνα θα είχε χρώμα καρυδιάς και, όπως σημειώθηκε στο συμβόλαιο, το ίδιο και το εσωτερικό της.  Περί τα μέσα Μαΐου επισκέφθηκε τον εναγόμενο ο οποίος του είπε ότι η παράδοση της κουζίνας θα καθυστερούσε.  Επίσης όταν τον επισκέφθηκε ξανά τον Ιούνιο γιατί το σπίτι θα ολοκληρωνόταν,  και πάλι του είπε ότι λόγω προβλήματος θα καθυστερούσε.  Πήγε ακόμη μια φορά και διαπληκτίστηκαν, ο  εναγόμενος του είπε ότι σε 10 μέρες θα την είχε γιατί είχε ήδη φορτωθεί στο πλοίο.  Αρχές Αυγούστου τον πήρε τηλέφωνο ο εναγόμενος και του είπε ότι δεν μπορούσε να του παραδώσει την κουζίνα, όπως είπαν, αλλά το εσωτερικό θα ήταν άσπρο και να αποφασίσει αν την ήθελε ή θα ακυρωνόταν η παραγγελία και θα του επέστρεφε τα χρήματα.  Του έδωσε μια βδομάδα να αποφασίσει.  Μετά από 3-4 μέρες πήρε τον εναγόμενο τηλέφωνο και του είπε ότι θα ακύρωνε τη συμφωνία, ρωτώντας τον πότε θα του επέστρεφε την προκαταβολή.  Ο  εναγόμενος του απάντησε ότι ο Αύγουστος είναι νεκρός μήνας και να περάσει να πληρωθεί το  Σεπτέμβριο. Όταν πήγε του είπε ότι το ποσό ήταν μεγάλο και θα του το έδινε με δόσεις, τους δε ακόλουθους μήνες του είπε ότι δεν κρατούσε  λεφτά.  Έτσι ζήτησε από το δικηγόρο του να αποστείλουν το Τεκμήριο 4.  Ο εναγόμενος δεν ανταποκρίθηκε.  Του είχε συστηθεί ως ο ιδιοκτήτης του καταστήματος, δίδοντας του την κάρτα Τεκμήριο 5.  Ο Μ.Ε.1 μόνο αυτόν ήξερε και με αυτόν συνεργάστηκε.  Ποτέ δεν του ανέφερε οτιδήποτε για εταιρεία.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι η συμφωνία ακυρώθηκε  λόγω του ότι το εσωτερικό της κουζίνας θα ερχόταν σε άσπρο, κάτι που δεν είχε παραγγείλει.  Υπέγραψε  μόνο ένα συμβόλαιο στις 28.02.04, για πρώτη και μοναδική φορά,  το Τεκμήριο 1.  Αρνήθηκε υποβολή ότι η συμφωνία διαφοροποιήθηκε κάποιο χρόνο άγνωστο αν ήταν την ίδια μέρα ή κάποιο μήνα μετά και ότι υπεγράφη το Τεκμήριο 6 και 11 που ήταν η τελική και ακριβής συμφωνία.  Στη συμφωνία που υπέγραψε  στην πρώτη σελίδα η περιγραφή της κατασκευής των κουτιών ήταν «μελαμίνη καρυδιά» ενώ στο Τεκμήριο 11 που του υπεδείχθη «μελαμίνη καρέ».  Στο Τεκμήριο 6 που του υπεδείχθη  ο χρόνος παράδοσης των 8 βδομάδων ήταν σβησμένος ενώ δεν ήταν στο Τεκμήριο που υπέγραψε, και επίσης δεν αναφέρετο η προκαταβολή των ΛΚ1.650.  Ο εναγόμενος δεν του ανέφερε ποτέ ότι ήταν εταιρεία.  Γνώριζε ότι ήταν ιδιοκτήτης του καταστήματος.  Αρνήθηκε υποβολή ότι υπέγραψε τη συμφωνία Τεκμήριο 6 γιατί θα διαγράφονταν οι 8 βδομάδες της παράδοσης, όπως συμφώνησαν 8 βδομάδες ήταν βασικότατο στοιχείο το οποίο συμφωνήθηκε από πριν προφορικά, το είχε δε ζητήσει και γραπτώς γιατί φιλικό του πρόσωπο τον είχε προειδοποιήσει ότι το μοναδικό πρόβλημα του καταστήματος ήταν η μεγάλη καθυστέρηση.  Δεν υπήρχε λόγος να διαγραφεί από το συμβόλαιο αυτή η πρόνοια.  Αρνήθηκε υποβολή ότι αρχικά δέχθηκε να γίνει το εσωτερικό άσπρο και ακολούθως άλλαξε γνώμη.  Αρχές Αυγούστου ενημερώθηκε ότι δεν μπορούσε να έρθει η κουζίνα όπως την είχε παραγγείλει.  Ο Μ.Ε.1 αρνήθηκε υποβολή σε κάποιο χρόνο, άγνωστο πότε, ειδοποιήθηκε ότι η κουζίνα ήταν έτοιμη και δεν πήγε να την παραλάβει.

 

Η Μ.Ε.2 ήταν η Πρωτοκολλητής του Ε. Δ. Λάρνακας.  Κατέθεσε το Τεκμήριο 7, πρωτότυπο του Τεκμηρίου 1, το Τεκμήριο 8, πρωτότυπο του Τεκμηρίου 3 και το Τεκμήριο 9, πρωτότυπο του Τεκμηρίου 5.  Δεν αντεξετάστηκε.

 

Ο Μ.Υ.1 ήταν ο εναγόμενος.  Η «Casa e Cucina», όπως κατέθεσε είναι εταιρεία εισαγωγής και τοποθέτησης επίπλων κουζίνας, μέτοχοι της οποίας είναι οι Αναστασία και Γιάγκος Γιάγκου.  Κατέθεσε πιστοποιητικό σύστασης, Τεκμήριο 10.  Ο ίδιος είναι υπάλληλος της εταιρείας, σχεδιαστής και ο μοναδικός πωλητής.    Η διαδικασία πώλησης ήταν η ακόλουθη:  Αφού ο αγοραστής έβλεπε το μοντέλο που του άρεσε στο κατάστημα, ο Μ.Υ.1 έπαιρνε σχετικές μετρήσεις του χώρου του με βάση τις οποίες, σχεδίαζε την κουζίνα.  Ο πελάτης έβλεπε το σχέδιο, γίνονταν οι ανάλογες αλλαγές και κοστολογείτο η κουζίνα.  Για να γίνει παραγγελία δίδεται προκαταβολή, το σχέδιο ελέγχεται από τους τεχνικούς του κατασκευαστή, και ελέγχεται και στην Κύπρο.  Πληρώνεται ολόκληρο το ποσό της κουζίνας αφού το εργοστάσιο δεν δέχεται να εκτελέσει παραγγελία αν δεν πληρωθεί 100% το ποσό και μπαίνει η κουζίνα στην παραγωγή.  Έρχεται δε στην Κύπρο δια θαλάσσης, με container.  Αφού περατωθεί η διαδικασία της παραγγελίας η κουζίνα σε 8 βδομάδες ετοιμάζεται και σε 12 – 14 μέρες έρχεται στην Κύπρο. 

 

Το Τεκμήριο 7 υπεγράφη προτού ενημερώσει τον πελάτη ότι το εργοστάσιο δεν μπορούσε να κάνει το εσωτερικό της κουζίνας σε χρώμα καρυδιά.  Όταν ενημερώθηκε, ο χρόνος των 8 εβδομάδων παράδοσης διαγράφηκε. Σε ερώτηση αν υπόγραψαν άλλο συμβόλαιο  απάντησε επί λέξει «το ίδιο συμβόλαιο ξανατυπώθηκε και διαγράφηκε»  ο χρόνος.  Τα Τεκμήρια 6 και 11 τα υπέγραψαν, ήταν τα ίδια αλλά διαγράφηκε ο χρόνος παράδοσης.  Επίσης στην πρώτη σελίδα «διαγράφηκε» η λέξη καρυδιά που ήταν χειρόγραφη.  Το συμβόλαιο έγινε μετά το Τεκμήριο 7, γύρω στον Απρίλιο μίλησαν για το Τεκμήριο 6 και 11.   Όταν ο πελάτης ζήτησε αλλαγή χρώματος του είπαν με επιφύλαξη, ότι θα το ζητούσαν από το εργοστάσιο και αν γινόταν θα το έκαναν.  Παρόλα ταύτα ο πελάτης προχώρησε στην παραγγελία σ΄ αυτούς. 

 

Μετά τις 28.2.2004 που έγινε η πρώτη συμφωνία η επόμενη φορά που μίλησε με τον ενάγοντα ήταν περί τα τέλη Απριλίου.  Ο Μ.Υ.1 τον ρώτησε αν ήθελε πίσω τα λεφτά του ή αν θα προχωρούσε να κάνει την κουζίνα το εργοστάσιο.  Του ζήτησε χρόνο τον οποίο ο Μ.Υ.1 του είπε ότι δεν είχαν.  Είχαν  3 – 5 μέρες για να απαντήσουν στο εργοστάσιο.  Ήδη η πληρωμή είχε γίνει και έπρεπε να γίνει η παραγγελία και θα προχωρούσε κανονικά.  Ο ενάγοντας άργησε να του δώσει απάντηση, σε 1 ½ μήνα όταν του απάντησε πήγε και ήθελε τα λεφτά του πίσω, του είπε πως δεν γίνεται να σταματήσει την παραγγελία,  γιατί το εργοστάσιο δεν είχε τέτοιες εντολές και την προχώρησε έτσι η κουζίνα ήταν ήδη κατασκευασμένη. Παραλήφθηκε 1 – 3 μήνες μετά την πληροφόρηση του πελάτη. Ο πελάτης θα έπαιρνε πίσω τα λεφτά του εφόσον του απαντούσε στο χρονικό διάστημα που του είπε.   Εφόσον δεν απάντησε η κουζίνα ήταν δική του.

 

Αντεξεταζόμενος,  σε ερώτηση που φαίνεται στο Τεκμήριο 7 και 8  το όνομα της εταιρείας ανέφερε  ήταν το logo  της εταιρείας και ότι δεν υπάρχει νομική υποχρέωση  να γράφεται το όνομα και ότι ο ίδιος είναι υπάλληλος της Εταιρείας.  Αρνήθηκε υποβολή ότι υπέγραψε το Τεκμήριο 7 προσωπικά, το υπέγραψε δια  «CASA E CUCINA».

 

Στο Τεκμήριο 7 δεν αναφέρεται ότι η καρυδιά ήταν «με επιφύλαξη» για να ερωτηθεί το εργοστάσιο.  Δεν γράφτηκε στο συμβόλαιο.  Μετά που ενημερώθηκε ο ενάγοντας για το ότι το εργοστάσιο δεν μπορούσε να κατασκευάσει το εσωτερικό με καρυδιά, έσβησε το 8 εβδομάδες, διότι θα άρχιζαν να έχουν καθυστέρηση.  Αρνήθηκε υποβολή ότι η συμφωνία Τεκμήριο 11 και 6 δεν έγινε στην παρουσία του ενάγοντα.  Ήταν η ίδια συμφωνία, ήταν διαγραφή αυτών που δεν μπορούσαν να γίνουν που ήταν υπό επιφύλαξη από την αρχή από τους ίδιους. Αρνήθηκε υποβολή ότι συστήθηκε στον πελάτη ως ιδιοκτήτης της εταιρείας.

 

Η κουζίνα έφθασε στην Κύπρο μέχρι τις 30.6.2004 και ειδοποίησε αμέσως τον πελάτη.  Σύμφωνα με το Μ.Υ.1 η «τσιμινιά» της κουζίνας θα γινόταν στην Κύπρο και θα χρειαζόταν ένα μήνα μετά την άφιξη της κουζίνας.  Σε ερώτηση γιατί στο συμβόλαιο το αρχικό γράφτηκαν 8 βδομάδες για την παράδοση απάντησε ότι ήταν ο χρόνος για να τελειώσει η κουζίνα από το εργοστάσιο ο οποίος δεν είναι στατικός.  Ποτέ δεν είναι ο χρόνος στατικός.  Δεν είχε εντολές να σταματήσει την παραγγελία.  «Έκαναν 1 ½ μήνα να πάνε» αναγκάστηκε να δώσει εντολή στο εργοστάσιο και να πληρώσει για να προχωρήσει η παραγγελία.  Σε ερώτηση πότε υπογράφτηκε το Τεκμήριο 11 απάντησε επί λέξει «όταν ενημέρωσα εγώ τον πελάτη ότι οι αλλαγές  που ήθελε να γίνουν δεν γίνονταν».

 

Σε ερώτηση πώς συνάδει η υπογραφή του συμβολαίου με το γεγονός ότι ενημέρωσε του πελάτες οι οποίοι του ζήτησαν μέρες να απαντήσουν, απάντησε «ζήτησαν λίγες μέρες αλλά δεν έδωσαν εντολή σταμάτα».  Σε ερώτηση αν του είχε δώσει γραπτή οδηγία να «φύγει» το  καρυδιά, απάντησε αρνητικά.  Ήταν σε αμφιβολία.   Είχε δώσει την  προκαταβολή και ήταν υπόχρεοι να προχωρήσουν.

 

Σε ερώτηση πότε έγινε η υπογραφή της δεύτερης συμφωνίας απάντησε ότι δεν ήταν δεύτερη, όταν ο Μ.Ε.1 πήγε για να τον ενημερώσει το υπέγραψαν.  Ο Μ.Ε.1 δεν του είχε πει τι ήθελε.

 

Στο τέλος της υπόθεσης  οι δύο συνήγοροι αγόρευσαν υποστηρίζοντας τις θέσεις τους.  Επιγραμματικά, ο κ. Λουκαϊδης υποστήριξε ότι ο ενάγοντας συνεβλήθη όχι με τον εναγόμενο αλλά με την εταιρεία στην οποία ο τελευταίος εργαζόταν, και συνεπώς ο εναγόμενος δεν δύναται να έχει προσωπική ευθύνη.  Εισηγήθηκε, περαιτέρω, ότι ο ενάγοντας υπόγραψε και δεύτερη συμφωνία, με την οποία διαγράφηκε ο χρόνος παράδοσης και η πρόνοια για το χρώμα του εσωτερικού της κουζίνας.  Η κα Ζαχαρίου εισηγήθηκε ότι μια μόνο συμφωνία υπεγράφη  μεταξύ του ενάγοντα και του  εναγόμενου υπό την προσωπική του ιδιότητα με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 190 του Κεφ. 149.  Ήταν περαιτέρω η θέση της ότι υπήρξε παράβαση των ουσιωδών όρων του συμβολαίου η οποία οδήγησε τον ενάγοντα σε τερματισμό του συμβολαίου.  Θα σταθώ στις αγορεύσεις των συνηγόρων όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.   

 

Παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσοχή τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα τη μαρτυρία τους καταλήγω στα πιο κάτω:

 

Ο Μ.Ε.1 μου έκανε καλή εντύπωση.  Η μαρτυρία του ήταν θετική και σταθερή και δεν περιέπεσε σ΄ οποιεσδήποτε αντιφάσεις. Αποδέχομαι την εκδοχή του ότι το μοναδικό συμβόλαιο που υπέγραψε ήταν το Τεκμήριο 7, στις 28.2.2004.  Εξάλλου οι υποβολές της υπεράσπισης ότι η συμφωνία διαφοροποιήθηκε σε άγνωστο χρόνο μετά ήταν γενική, αόριστη και ασαφής.  Κρίνω σκόπιμο στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι στο Μ.Ε.1 δεν υπεβλήθη η θέση του Μ.Υ.1 ότι το αν το εσωτερικό της κουζίνας θα ήταν καρυδιά περιέχετο στο Τεκμήριο 7 «με επιφύλαξη», δηλαδή εφόσον μπορούσε να κατασκευαστεί έτσι από το εργοστάσιο.  Και κάτι άλλο:  η υποβολή προς το μάρτυρα ότι αρχικά δέχθηκε να γίνει άσπρο το εσωτερικό της κουζίνας δεν συνάδει με τη μαρτυρία του Μ.Υ.1.  Η δε υποβολή προς το μάρτυρα ότι υπέγραψε διαφοροποιημένη συμφωνία γιατί θα διαγράφετο ο χρόνος παράδοσης των 8 βδομάδων όχι μόνο αντίκειται στη λογική  αλλά ούτε και δικογραφείται.  Η έκθεση υπεράσπισης του εναγόμενου αναφέρεται σε μια μόνο συμφωνία.

 

Ο Μ.Υ.1 δεν μου έκανε καθόλου καλή εντύπωση.  Η μαρτυρία του ήταν ασαφής και συγκεχυμένη, σε πολλά δε σημεία στερείτο πειστικότητας και ήταν αντιφατική.  Ενδεικτική της ασάφειας που χαρακτήριζε τη μαρτυρία του ήταν η απάντηση του σε ερώτηση αν υπεγράφη άλλο συμβόλαιο από το Τεκμήριο 7.  «Το ίδιο συμβόλαιο ξανατυπώθηκε»  είπε χαρακτηριστικά.  Τα Τεκμήρια  6 και 11 «έγιναν» μετά είπε στην κυρίως εξέταση του.  Στην αντεξέταση του όμως μίλησε περί της «ίδιας συμφωνίας» στην οποία έγιναν διαγραφές.  Παρέμεινε ασαφές από ποιον έγινε η διαγραφή και αν ο Μ.Ε.1 ήταν παρών.  Εξάλλου, όπως ο Μ.Υ.1 ανέφερε, ο ίδιος έσβησε το «8 εβδομάδες» στο Τεκμήριο 6.  Θα σταθώ σε αυτό το σημείο της μαρτυρίας του Μ.Υ.1.  Είπε ότι διέγραψε το «8 εβδομάδες» διότι θα άρχιζαν να έχουν καθυστέρηση και ότι το τεκμήριο 11 υπογράφτηκε όταν ο Μ.Ε.1 ενημερώθηκε ότι οι αλλαγές που ήθελε δεν γίνονταν.  Είπε όμως πως ο Μ.Ε.1 δεν του απάντησε μετά που έγινε η πιο πάνω ενημέρωση.

 

Οι πιο πάνω τοποθετήσεις του Μ.Υ.1 δεν συνάδουν μεταξύ τους.  Άλλωστε γιατί να δεχθεί τη διαγραφή του χρόνου των 8 βδομάδων ο Μ.Ε.1 αφού όχι μόνο δεν είχε συμφωνήσει στο να προχωρήσει στην παραγγελία ο Μ.Υ.1, αλλά δεν του είχε απαντήσει καν;  Προκύπτουν δε ερωτηματικά σε σχέση με το ποια κατά την άποψη του Μ.Υ.1 θα ήταν η καθυστέρηση αφού είχε προχωρήσει ήδη, σύμφωνα πάντα με τη θέση του, στην παραγγελία χωρίς να αναμένει τις οδηγίες του Μ.Ε.1.  Είναι δε απορίας άξιον το γιατί ο Μ.Υ.1 κατά τη θέση του αναγκάστηκε να προχωρήσει στην παραγγελία στο εργοστάσιο προτού να έχει τη θέση του πελάτη.  Τι ακριβώς τον ανάγκασε ή ποια η λογική του παρέμειναν ανεξήγητα.

 

Κρίνω δε σκόπιμο να σημειώσω ότι τα περί κυπριακής τσιμινιάς προβλήθηκαν για πρώτη φορά κατά την αντεξέταση του μάρτυρα.

 

Σημειώνω επιπρόσθετα ότι η θέση του Μ.Υ.1 ότι αναφέρθηκε στο Μ.Ε.1 ότι το χρώμα καρυδιάς θα γινόταν μόνο αν το εργοστάσιο μπορούσε να το κάνει δεν υπεβλήθη στο Μ.Ε.1.

Χωρίς κανέναν ενδοιασμό απορρίπτω τη μαρτυρία του Μ.Υ.1.

 

Με βάση την πιο πάνω αξιολόγηση βρίσκω ότι ο ενάγοντας στις 28.2.2004 υπέγραψε το συμβόλαιο ημερομηνίας 28.2.2004, Τεκμήριο 7, με τον εναγόμενο, Φάνο Γιάγκου για την παραγγελία μιας κουζίνας του ιταλικού οίκου «Tomassi».  Ο εναγόμενος συστήθηκε στον ενάγοντα ως ο ιδιοκτήτης του καταστήματος «Casa e Cucina».  Ο ενάγοντας πλήρωσε ως προκαταβολή το 40% της αξίας της κουζίνας, δηλαδή Λ.Κ.1.650 με την επιταγή, Τεκμήριο 2, ημερομηνίας 13.3.2004.  Συμφωνήθηκε ότι η κουζίνα θα παραδιδόταν σε 8 βδομάδες από την υπογραφή των συμβολαίων.  Επίσης συμφωνήθηκε ότι η κουζίνα θα είχε χρώμα καρυδιάς, όπως δηλαδή σημειώθηκε στο συμβόλαιο, η κατασκευή των κουτιών θα ήταν «μελαμίνη καρυδιά».  Περί τα μέσα Μαΐου καθώς και τον Ιούνιο ο ενάγοντας επισκέφθηκε τον εναγόμενο ο οποίος του είπε ότι η παράδοση της κουζίνας θα καθυστερούσε.  Αρχές Αυγούστου ο εναγόμενος τον πήρε τηλέφωνο και του είπε ότι δεν μπορούσε να του παραδώσει την κουζίνα όπως συμφώνησαν αλλά το εσωτερικό θα ήταν άσπρο.  Του ζήτησε να αποφασίσει αν την ήθελε ή αν θα ακυρωνόταν η συμφωνία.  Μετά από 3 – 4 μέρες ο ενάγοντας ενημέρωσε τον εναγόμενο ότι θα ακύρωνε τη συμφωνία, ζητώντας την προκαταβολή του.  Επειδή ο εναγόμενος δεν ανταποκρίθηκε ο ενάγοντας  απέστειλε μέσω των δικηγόρων του το Τεκμήριο 4, ημερομηνίας 11.1.2005 καλώντας τον εναγόμενο να του καταβάλει το ποσό των Λ.Κ.1.650 πλέον τόκους.

 

Το θέμα του με ποιον συνεβλήθη ο ενάγοντας

 

Ο κ. Λουκαϊδης υποστήριξε σθεναρά ότι ο εναγόμενος δεν μπορεί να έχει προσωπική ευθύνη αφού με τον ενάγοντα συμβλήθηκε η Εταιρεία «Casa e Cucina Ltd», πιστοποιητικό συστάσεως της οποίας κατατέθηκε ως Τεκμήριο 10.

 

Η εισήγηση του κ. Λουκαϊδη δεν με βρίσκει σύμφωνη.  Από τα ενώπιον μου Τεκμήρια και από την ενώπιον μου προσκομισθείσα αξιόπιστη μαρτυρία προκύπτει ότι ο εναγόμενος υπέγραψε το Τεκμήριο 7 υπό την προσωπική του ιδιότητα και ότι όχι μόνο δεν αναφέρθηκε στον ενάγοντα οτιδήποτε περί εταιρείας αλλά ο εναγόμενος του παρουσιάστηκε ως ο ιδιοκτήτης του καταστήματος «Casa e Cucina».

 

Στο σύγγραμμα Halsburys Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 1, στην παράγρ. 853 αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Where a person makes a contract in his own name without disclosing either the name or the existence of a principal, he is personally liable on the contract to the other contracting party, though he may be in fact acting on a principal’s  behalf.  He will continue to be liable even after the discovery of the agency by the other party, unless and until there has been an unequivocal election by the other contracting party to look to the principal alone.»

 

Στην υπόθεση Παύλος Ευαγγελίδης, Συναλλατόμενος ως ISIRO HOTEL ASSOCIATION v. 1. Νίκου Κοσμά, 2. Ινώς Καραγιώργη και 3. Θεοδώρας Μικελλίδου (1998) 1 Α.Α.Δ. 932 ο εφεσείων – εναγόμενος ισχυρίστηκε ότι η συμφωνία δεν υπεγράφη εκ μέρους του υπό την προσωπική του ιδιότητα αλλά ως αντιπροσώπου της Εταιρείας Isiro Hotels Ltd.  Το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εναγόμενος ήταν ο ίδιος προσωπικά υπεύθυνος για τη σύμβαση, αφού δεν είχε αποκαλύψει τον αντιπροσωπευόμενο.  Λέχθηκαν στη σελ. 938-939, τα ακόλουθα:

 

«Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 190 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149 ελλείψει συμβατικού όρου προς το σκοπό αυτό, ο αντιπρόσωπος δεν δεσμεύεται προσωπικά από σύμβαση.  Μεταξύ άλλων  όμως τέτοιος συμβατικός όρος τεκμαίρεται  ότι υπάρχει όταν ο αντιπρόσωπος δεν αποκαλύπτει το όνομα του αντιπροσωπεύομενου και σε τέτοια περίπτωση καθίσταται και ο ίδιος υπεύθυνος.  Σχετική είναι και η απόφαση στην Γεωργιάδης v. Bernoulli Trading Co. Ltd (1994) 1 Α.Α.Δ. σελ. 629, όπου σε παρόμοια υπόθεση αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 633:

 

«Είναι πράγματι δύσκολο σε μια τέτοια περίπτωση, ο αντιπρόσωπος να απεκδυθεί των ευθυνών του εκτός αν καταστήσει σαφή την πρόθεση του,  όπως φαίνεται από το παρακάτω απόσπασμα από τον A.C. DuttThe Indian Contract Act” 4η έκδοση, 1969, σελ. 1005:

 

«The effect of S. 240 cl. (2) read with S. 92 is that, if on the face of a written contract an agent appears to be personally liable, he cannot escape liability by evidence of any disclosure of his principal’s name apart from the contract.  The presumption is not rebutted by the agent merely writing the words “for principal” after his signature.»

 

Αναφέρεται εδώ διευκρινιστικά ότι το άρθρο 230 της Ινδικής νομοθεσίας είναι ακριβώς το ίδιο με το κυπριακό άρθρο 190.»                                                                                        

 

Καθίσταται έτσι σαφές ότι στην παρούσα περίπτωση, με βάση τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο αντιπρόσωπος, δηλαδή ο εφεσείων – εναγόμενος, είχε προσωπική ευθύνη με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 190.

 

Περαιτέρω, σχετικές είναι και οι πρόνοιες του άρθρου 193 του Κεφ. 149 που προνοεί τα ακόλουθα:

 

«Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αντιπρόσωπος έχει προσωπική ευθύνη, το πρόσωπο που συναλλάττεται με αυτό δύναται να στραφεί είτε εναντίον αυτού είτε εναντίον του αντιπροσωπεύομενου, είτε εναντίον και των δύο.»             »                     

 

Κατά συνέπεια, κρίνω ότι ο εναγόμενος ήταν προσωπικά  υπεύθυνος για τη σύμβαση.  Κατά τη σύναψη της συμφωνίας ουδέποτε άμεσα ή έμμεσα υπέδειξε στον ενάγοντα ότι ενεργούσε ως αντιπρόσωπος κάποιας εταιρείας και δη της εταιρείας “Casa e Cucina Ltd”.  Ο ισχυρισμός του κ. Λουκαϊδη ότι ο ενάγοντας έπρεπε να γνωρίζει ότι συναλλασσόταν με την εταιρεία παρέμεινε χωρίς υπόβαθρο.

Το θέμα της Παράβασης όρων της σύμβασης

 

Εναπόκειται στο Δικαστήριο να ερμηνεύσει τις γραπτές πρόνοιες της συμφωνίας.  (Βλέπε σύγγραμμα Chitty on Contracts, Vol. 1, 22η έκδοση παρ. 587).  Ο σκοπός της όλης ερμηνείας των όρων της γραπτής συμφωνίας είναι να αποκαλυφθεί από αυτούς η πρόθεση των μερών της συμφωνίας.  Στην παρ. 586 αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«The cardinal presumption is that the parties are presumed to have intended what they have in fact said, so that their words must be construed as they stand.  That to say, the meaning of the document or of a particular part of it is to be sought in the document itself»

 

Στην υπόθεση Θεολόγου κ.ά. v. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ (1998) 1 (Α) Α.Α.Δ. 407, λέχθηκε  ότι το αντικείμενο της ερμηνείας μιας σύμβασης «παραμένει πάντοτε η έννοια των όρων της συμφωνίας κατά το μέσο λογικό άνθρωπο.  Η έννοια, η οποία μεταδίδεται σ΄ αυτόν για τα συμφωνηθέντα.»

 

Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν ο χρόνος παράδοσης της κουζίνας και το χρώμα κουτιών σε καρυδιά αποτελούσαν ουσιώδεις όρους της σύμβασης, Τεκμήριο 1.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 12 (2) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, Ν. 10 (I)/94 ουσιώδης όρος είναι ρήτρα βασική για την επίτευξη του κύριου σκοπού της σύμβασης, παράβαση της οποίας παρέχει το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης ως τερματισθείσας. 

 

Το άρθρο 15 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, Ν. 10 (Ι)/94, αναφέρει ότι:

 

«15 – (Ι)  Σε σύμβαση πώλησης αγαθών κατά περιγραφή, υπάρχει σιωπηρός ουσιώδης όρος ότι τα αγαθά θα ανταποκρίνονται στην περιγραφή.»

 

Το άρθρο 11 του πιο πάνω Νόμου προνοεί ότι  εξαρτάται από τους όρους της σύμβασης το κατά πόσο οποιαδήποτε πρόνοια για το χρόνο είναι ουσιώδης για τη σύμβαση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση κρίνω ότι προκύπτει σαφώς από το κείμενο του Τεκμηρίου 7 ότι ο χρόνος παράδοσης της κουζίνας ήταν ουσιώδης όρος της συμφωνίας.  Τέτοια ήταν η πρόθεση των μερών όπως ρητά εκφράζεται στη σύμβαση.  Ο πωλητής όφειλε να παραδώσει την κουζίνα σύμφωνα με το χρόνο παράδοσης που καθορίστηκε στη σύμβαση.

 

Προκύπτει επίσης ρητά από το περιεχόμενο της συμφωνίας ότι το χρώμα της κουζίνας συνιστούσε ουσιώδη όρο.  Ο πωλητής όφειλε να παραδώσει την κουζίνα με κουτιά από καρυδιά.

 

Ο εναγόμενος παρέλειψε να συμμορφωθεί με τους πιο πάνω όρους και ο ενάγοντας ως είχε δικαίωμα με το Τεκμήριο 4 τερμάτισε τη σύμβαση ζητώντας να του επιστραφεί το ποσό που πλήρωσε.

 

Κατά συνέπεια, εκδίδεται απόφαση υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου για €2.819,19 πλέον νόμιμο τόκο.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.)  .......................................

Μ. Παπαϊωάννου, Ε.Δ.

/Λ.Σ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο