ECLI:CY:EDLAR:2016:A64
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Γ. Φιλίππου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγ. 3684/ 2011
ΕΝΚΑΡΝΙΤΑ ΙΩΑΝΝΟΥ
Ενάγουσας
και
1. ΑΝΔΡΕΑ ΤΡΙΚΩΜΙΤΗ
2. PRIME INSURANCE CO. LTD
Εναγομένων
και
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
2. Α. TRIKOMITIS LTD
3. A.TRIKOMITIS MOTORS LTD
Tριτοδιαδίκων
Ημερομηνία: 19 Απριλίου, 2016
Εμφανίσεις:
Για την Εναγόμενη 2 – Αιτήτρια : Η κα Χρ. Μιτσίδου για Λ. Παπαφιλίππου & Σία Δ.Ε.Π.Ε.
Για τους Τριτοδιάδικους 2 και 3: Ο κ. Β.Α. Λοίζου για Ανδρέας Β. Ζαχαρίου & Σία Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
(Σε αίτηση με ημερομηνία 26.06.2015 για έκδοση διατάγματος οδηγιών για ανταλλαγή δικογράφων μεταξύ της εναγόμενης 2 και του εναγόμενου 1)
Η ενάγουσα αξιώνει γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που υπέστη συνεπεία δυστυχήματος που επισυνέβη στις 22.01.2010 και ενώ η ενάγουσα επέβαινε του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής ΕΕΕ 552 το οποίο οδηγούσε ο εναγόμενος 1. Στο αρχικά γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα εναγόμενος ήταν μόνο ο εναγόμενος 1. Στη συνέχεια προστέθηκε η εναγόμενη 2 η οποία είναι ασφαλιστική εταιρεία και η οποία φέρεται ότι κάλυπτε με ασφαλιστήριο έγγραφο τον εναγόμενο 1. Στη συνέχεια ο εναγόμενος 1 προσεπικάλεσε ως τριτοδιάδικο 1 τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και ακολούθως η εναγόμενη 2 προσεπικάλεσε ως τριτοδιάδικους 2 και 3 τις δύο εταιρείες A. TRIKOMITIS LTD και Α. TRIKOMITIS MOTORS LTD στις οποίες παρείχαν ασφαλιστική κάλυψη Εμπορικών Κινδύνων σε σχέση με οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα που βρίσκεται υπό τη φύλαξη ή τον έλεγχο τους .
Με την υπό εκδίκαση αίτηση με ημερομηνία 26.06.205, η Εναγόμενη 2 εταιρεία Prime Insurance Co.Ltd - Αιτήτρια (στη συνέχεια «η Αιτήτρια»), αιτείται Διάταγμα του Δικαστηρίου για οδηγίες ανταλλαγής δικογράφων μεταξύ αυτής και του Εναγόμενου 1 (στη συνέχεια «ο Καθ’ ου η Αίτηση»). Συγκεκριμένα αιτείται: (α) Όπως η εναγόμενη 2 παραδώσει την Έκθεση Απαιτήσεως της εναντίον του εναγόμενου 1 εντός 15 ημερών και όπως ο εναγόμενος 1 καταχωρήσει την Υπεράσπιση του εις αυτήν εντός 15 ημερών από της τοιαύτης παραδόσεως της Εκθέσεως Απαιτήσεως, (β) όπως ο εναγόμενος 1 δικαιούται να εμφανισθεί κατά την ακρόαση της αγωγής και λάβει μέρος εις αυτήν ως το Δικαστήριο ήθελε διατάξει και δεσμευθεί με το αποτέλεσμα της δίκης, (γ) όπως το επίδικο θέμα της ευθύνης του εναγόμενου 1 να αποζημιώσει και/ή συνεισφέρει στην εναγόμενη 2 διά την απαίτηση της ενάγουσας εκδικασθεί στην παρούσα αγωγή.
Η αίτηση βασίζεται στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.10, Θ.Θ. 1,7,8, 12 (1) - (3) και Δ.48 Θ.Θ. 1,2,3 και 9, στη γενική πρακτική και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κ. Στέλλας Αναστάση και στο φάκελο της δικογραφίας. Η κ. Σ. Αναστάση ευρισκόμενη στην υπηρεσία της Αιτήτριας ισχυρίζεται εκ μέρους της ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο παρείχε ασφαλιστική κάλυψη εμπορικών κινδύνων στις εταιρείες A. TRIKOMITIS LTD και Α. TRIKOMITIS MOTORS LTD σε σχέση με οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα που βρίσκεται υπό τη φύλαξη ή τον έλεγχο τους και ότι το αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής ΕΕΕ 552 κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ιδιοκτησία του κ. Σωτηράκη Τρικωμίτη και βρισκόταν στην κατοχή και/ή τον έλεγχο του ίδιου και/ή του εναγόμενου 1 και συνεπώς η οδήγηση του δεν καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο που εξέδωσε και ευρισκόταν σε ισχύ. Αντίθετα ο εναγόμενος 1 στην υπεράσπιση του υποστηρίζει ότι οποιοδήποτε ποσό επιδικαστεί στην ενάγουσα οφείλει να το πληρώσει η εναγόμενη 2 η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο είχε ασφαλισμένο το αυτοκίνητο που οδηγούσε και στο οποίο επέβαινε η ενάγουσα. Όπως δε προκύπτει από τις λεπτομέρειες αμέλειας του εναγομένου 1, τις οποίες παραθέτει ο Τριτοδιάδικος 1 στην υπεράσπιση του, ο εναγόμενος 1 κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το πιο πάνω αυτοκίνητο αλόγιστα και επικίνδυνα και επιδιδόταν σε αγώνες ταχύτητας, κάτι που είναι αντίθετο με τις πρόνοιες του ασφαλιστηρίου και/ή τους περιορισμούς ως προς την χρήση του ασφαλισμένου οχήματος. Με βάση τις πρόνοιες του ασφαλιστηρίου εμπορικών κινδύνων της εναγομένης 1 αλλά και τον Νόμο (Ν.96(Ι)/2000) ως έχει τροποποιηθεί, ακόμα και αν αποφασιστεί ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ευρισκόταν σε ισχύ το ασφαλιστήριο και κάλυπτε την οδήγηση του αυτοκινήτου ΕΕΕ552 από τον εναγόμενο 1, η ενάγουσα έχει το δικαίωμα, στην περίπτωση που υποχρεωθεί με βάση τις πρόνοιες του Νόμου να ικανοποιήσει την απόφαση που θα εκδοθεί υπέρ της ενάγουσας παρά το γεγονός ότι δεν έχει υποχρέωση παροχής κάλυψης με βάση το ασφαλιστήριο, να ανακτήσει το ποσό που θα καταβάλει στην ενάγουσα από τον εναγόμενο 1. Με τη παρούσα αίτηση, η αιτήτρια αιτείται όπως δοθούν οδηγίες από το Δικαστήριο για να προχωρήσει στην καταχώρηση έκθεσης απαίτησης εναντίον του εναγομένου 1 ούτως ώστε να δοθούν λεπτομέρειες της εκ μέρους του παράβασης των όρων του ασφαλιστηρίου αλλά και να διατυπωθεί η απαίτηση της εναγομένης 2 εναντίον του ούτως ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του τις θέσεις όλων των πλευρών σε σχέση με το επίδικο δυστύχημα και όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τούτο και την ευθύνη της κάθε πλευράς και αποφασίσει πλήρως και οριστικά όλα τα θέματα που σχετίζονται με το επίδικο δυστύχημα και την ευθύνη ενός εκάστου των εμπλεκομένων.
Ο Καθ’ ου η αίτηση εναγόμενος 1 καταχώρησε Ειδοποίηση περί της Προθέσεως του να ενστεί όπου προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ένστασης:
Τους λόγους ένστασης υποστηρίζει με ένορκη δήλωση της η κ. Μαρία Μορφή, δικηγορική υπάλληλος στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον εναγόμενο 1. Πέραν της πιο πάνω ιδιότητας της και τη γνώση των γεγονότων και από πού προέρχεται αυτή όπως και την εξουσιοδότηση που έχει για να προβεί στην ένορκη δήλωση αρνείται τους διάφορους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση και ισχυρίζεται ότι η οδήγηση του οχήματος ΕΕΕ 552 από τον εναγόμενο 1 καλυπτόταν από ασφαλιστήριο έγγραφο το οποίο εξέδωσε η εναγόμενη 2 το οποίο κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν σε ισχύ, το όχημα οδηγείτο νόμιμα και κανονικά και έτσι αυτή οφείλει να καταβάλει το οποιοδήποτε ποσό επιδικαστεί προς όφελος της ενάγουσας. Κατά τα άλλα επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης με βασικό λόγο αυτό του πρόωρου της αίτησης καθώς μόνο μετά την έκδοση απόφασης στα πλαίσια της αγωγής όταν και το ποσό των αποζημιώσεων θα έχει πλέον αποκρυσταλλωθεί, πιθανόν να νομιμοποιούνται οι εναγόμενοι 2 είτε βάσει της σύμβασης είτε βάσει της σχετικής νομοθεσίας να διεκδικήσουν την ανάκτηση οποιουδήποτε ποσού από τον εναγόμενο 1 με ξεχωριστή αγωγή. Ούτε η διαφορά των εναγομένων 2 με τον εναγόμενο 1 σχετίζεται με τα επίδικα θέματα της παρούσας αγωγής οπότε και δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στην παρούσα. Έχει δε καταχωρηθεί ταυτόσημη με την παρούσα αίτηση με ημερομηνία 5.03.2015 και αυτή δεν προωθήθηκε ούτε και αποσύρθηκε στην συνέχεια και καταχωρήθηκε η παρούσα την 26.06.2015 και επομένως αυτή είναι κακόπιστη και καταχρηστική.
ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ:
ΟΙ δύο πλευρές δήλωσαν ότι δεν επιθυμούσαν την αντεξέταση οποιουδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες και έτσι η ακρόαση της αίτησης έγινε διά γραπτών αγορεύσεων όπως δόθηκε άδεια προς τούτο από το Δικαστήριο. Σε αυτές αναλύθηκαν οι θέσεις των δύο πλευρών σε συνάρτηση με τα γεγονότα της υπόθεσης και σχετική επί κάθε θέματος που απασχόλησε νομολογία και αυθεντίες. Τις έχω μελετήσει με προσοχή και λαμβάνονται υπόψη όπως και η νομολογία και αυθεντίες στις οποίες με παρέπεμψαν. Στη συνέχεια κατά την ανάλυση που θα ακολουθήσει όπου χρειαστεί θα γίνει αναφορά σε αυτές.
Η Αιτήτρια στην αγόρευση της παραθέτει ως ακολούθως τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταχώρηση της υπό κρίση Αίτησης τα οποία συμφωνούν με τη δικογραφία και κρίνω σκόπιμο να τα παραθέσω: Η παρούσα υπόθεση καταχωρήθηκε από την Ενάγουσα εναντίον της Αιτήτριας και του Καθ’ ου και με αυτή η Ενάγουσα αξιώνει ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που κατ’ ισχυρισμό έχει υποστεί συνεπεία δυστυχήματος που επισυνέβη στις 22.1.2010 ενώ αυτή επέβαινε στο όχημα με αριθμό εγγραφής ΕΕΕ 552, το οποίο οδηγούσε ο Καθ’ ου η Αίτηση. Η Αιτήτρια ενάγεται υπό την ιδιότητα της ως η κατ’ ισχυρισμό Ασφαλίστρια του αναφερόμενου οχήματος και συνεπώς η κατά νόμο υπεύθυνη να αποζημιώσει την Ενάγουσα για οποιαδήποτε ποσά τυχόν επιδικαστούν υπέρ της στην παρούσα αγωγή. Η Αιτήτρια πληροφορήθηκε ότι ο Καθ’ ου κατά την οδήγηση του οχήματος, επιδιδόταν σε αγώνες ταχύτητας, γεγονός που αποτελεί παράβαση του ασφαλιστηρίου.
Εισηγείται περαιτέρω ότι με βάση τις πρόνοιες του ασφαλιστηρίου που βρισκόταν σε ισχύ, αλλά και του Ν. 96(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί, ακόμα και αν αποφασιστεί ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ευρισκόταν σε ισχύ το ασφαλιστήριο και κάλυπτε την οδήγηση του αυτοκινήτου ΕΕΕ 552 από τον εναγόμενο 1, η Αιτήτρια έχει το δικαίωμα, στην περίπτωση που υποχρεωθεί με βάση τις πρόνοιες του Νόμου να ικανοποιήσει την απόφαση που θα εκδοθεί υπέρ της Ενάγουσας, να ανακτήσει το ποσό που θα καταβάλει στην ενάγουσα από τον οδηγό του αυτοκινήτου, ήτοι τον Καθ’ ου η Αίτηση.
Η ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ ΤΗΣ AITHΣΗΣ:
Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στην Δ.10, Θ.12 σύμφωνα με την οποία:
(1)Όταν ο εναγόμενος απαιτεί εναντίον άλλου εναγομένου,
α) ότι δικαιούται συνεισφοράς ή αποζημίωσης ή,
β) ότι δικαιούται οποιαδήποτε άλλη θεραπεία σχετική με την αρχική αιτία της αγωγής και ουσιαστικά την ίδια ή μερική θεραπεία που απαιτεί ο Ενάγοντας ή,
(γ) ότι οποιοδήποτε σημείο ή ζήτημα σχετικό με το αρχικό θέμα της αγωγής είναι ουσιαστικά το ίδιο με ζήτημα που εγείρεται μεταξύ του Ενάγοντος και του Εναγομένου που απαιτεί και ότι πρέπει να εκδικασθεί όχι μόνον μεταξύ του Ενάγοντος και εκείνου του Εναγομένου ή άλλου Εναγομένου ή μεταξύ οποιουδήποτε από αυτούς, ο Εναγόμενος που απαιτεί μπορεί χωρίς άδεια να εκδώσει και να επιδώσει σ’αυτό τον άλλο Εναγόμενο ειδοποίηση που να αναφέρει την απαίτηση ή να ειδικεύσει το ζήτημα αυτό.
(2) Δεν θα απαιτείται εμφάνιση στην τέτοια ειδοποίηση και θα ακολουθείται η ίδια διαδικασία για την εκδίκαση αυτής της απαίτησης, ζητήματος ή σημείου μεταξύ των Εναγομένων ωσάν να ήταν τριτοδιάδικος.
(3) Τίποτε που περιέχεται εδώ δεν θα επηρεάζει τα δικαιώματα του Ενάγοντος εναντίον οποιουδήποτε Εναγομένου στην αγωγή.
Είναι φανερόν ότι από την πιο πάνω διάταξη προκύπτει ότι αυτή αποσκοπεί στην επίλυση ζητημάτων που δυνατόν να προκύψουν μεταξύ εναγομένων αλλά και για τη διαδικασία που επιβάλλεται να ακολουθηθεί έτσι ώστε αυτά τα ζητήματα να καταστούν επίδικα στην αγωγή.
Το Δικαστήριο μπορεί να αντλήσει καθοδήγηση και από τον αντίστοιχο αγγλικό κανονισμό το λεκτικό του οποίου είναι ταυτόσημο και κατ’ επέκταση από την αγγλική νομολογία. Σύμφωνα με το σύγγραμμα Annual Practice 1958 Vol. 1 σελ. 398 υπό τον τίτλο application of the rule: «Except where the two defendants are sued as joint tortfeasors liable in respect of the same damage, it is necessary for a defendant who claims against his co-defendant relief of any of the kinds mentioned in the rule to issue and serve upon him a third party notice under this rule and a summons for third party directions under r.7.»
Στο σύγγραμμα Halsbury’s Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 37, σελ. 200, παράγραφος 262, αναφέρεται ότι: «The defendant who makes a claim or seeks relief or remedy of the kind described against a co/defendant should strictly issue and serve on him a third party notice and take out a summons for third party directions, but the practice is relaxed in the case the two defendants who are sued as tortfeasors liable in respect of the same damage, in which case neither defendant is required to issue and serve a third party notice for contribution against the other, …»
Στην αγγλική υπόθεση Clayson v. Rolls Royce Ltd and another (1950) 2 All E.R. 884 ο Λόρδος Denning έθεσε τις κατευθυντήριες γραμμές επί του ζητήματος ως ακολούθως:«It is, I think, desirable that notice should be given by letter that a claim for contribution will be made, but even this is not essential in ordinary collision cases where the issues between two defendants are plain and do not need further definition. Exceptional cases may, however, arise, like the present one, in which one of the defendants desires to obtain particulars, or discovery of documents, or interrogatories, from his co-defendant. Then it is essential for him to serve a notice claiming contribution and to apply for directions so that the issues may be clearly defined, but this expense should not be incurred unless it is necessary for fairly disposing of the matter, and the master should, I think, refuse to direct pleadings as between the two defendants or to give other directions except where he is satisfied they are necessary».
Την προσέγγιση αυτή ακολούθησε και το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Ιωαννίδης ν. Χαραλάμπους κ.α., (1992) 1 Α.Α.Δ. 558, όπου ο Πογιατζής, Δ. δίδοντας την ομόφωνη απόφαση του Εφετείου είχε αναφέρει ο Εφεσείων είχε καθήκον και δικαίωμα να υποβάλει αίτηση ανταλλαγής δικογράφων με τον συνεναγόμενο λόγω της εκ προστήσεως ευθύνης που πήγαζε από τη σχέση εργοδότη - εργοδοτούμενου. Παραθέτω αυτούσιο το σκεπτικό της πιο πάνω απόφασης: «Η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στη φράση "the same procedure shall be adopted for the determination of such claim" στο κείμενο της παρα. (2) του θ. 12 της Δ.10 είναι προφανώς λανθασμένη. Η ακολουθητέα διαδικασία που προνοεί η επίδικη παράγραφος αφορά τόσο τα προδικαστικά στάδια όσο και το στάδιο της ακρόασης. Η διαδικασία αυτή δεν είναι άλλη από εκείνη που καθορίζεται στους θεσμούς 7 και 8 της Δ.10. Στην παρούσα περίπτωση ο Εφεσείων είχε καθήκον όσο και δικαίωμα να υποβάλει την απορριφθείσα αίτηση για οδηγίες εν όψει του γεγονότος ότι η απαίτηση του εναντίον του συνεναγομένου του αφορούσε πλήρη κάλυψη του ποσού της αποζημίωσης αναφορικά με το οποίο εκκρεμούσε απαίτηση εναντίον του όχι υπό την ιδιότητα του αδικοπραγήσαντα μαζί με το συνεναγόμενο του, αλλά λόγω ευθύνης του εκ προστήσεως που πήγαζε από τη σχέση εργοδότη - εργοδοτούμενου που υφίστατο μεταξύ του και του οδηγού του αυτοκινήτου κατά τον ουσιώδη χρόνο. Στην παρούσα περίπτωση είχαν εφαρμογή όλες οι πρόνοιες της Δ.10 εκτός εκείνων που προβλέπουν για άδεια του Δικαστηρίου για την έκδοση της Ειδοποίησης Τριτοδιαδίκου, η οποία περιττεύει εφόσον ο Εφεσίβλητος 2 ήταν ήδη διάδικος στην αγωγή».
Στο σύγγραμμα Αστικά Αδικήματα των Αρτέμη και Ερωτοκρίτου Τόμος 2 σελ. 86, όπου σχολιάζεται η πιο πάνω υπόθεση, αναφέρονται ως κατακλείδα σε σχέση με το θέμα αυτό, τα εξής: «Συμπέρασμα - Έχοντας υπόψη τη νομολογία η οποία έχει αναφερθεί πιο πάνω καθώς και τα σχόλια και τη νομολογία που περιέχονται στο Halsbury’s Laws of England (3rd Edition, Vol. 37, Παρ. 248 και υποσημειώσεις) εισηγούμαστε ως θέμα ορθής πρακτικής, ανάλογα με την περίπτωση, τα πιο κάτω: (α) Όπου το θέμα είναι απλό και αφορά συνυπεύθυνους συνεναγομένους, να ακολουθείται η διαδικασία ειδοποίησης, με την οποία δυνατό να μην απαιτείται ανταλλαγή δικογράφων.
(β) Όπου το θέμα είναι περίπλοκο και χρειάζεται η ανταλλαγή δικογράφων ή όπου δεν είναι όλα τα μέρη συνεναγόμενοι, να ακολουθείται διαδικασία τριτοδιαδίκου.
(γ) ΄Οπου δεν έχει ακολουθηθεί διαδικασία ειδοποίησης και ούτε διαδικασία τριτοδιαδίκου να καταχωρείται ανεξάρτητη αγωγή για συνεισφορά.»
Επομένως η έγκριση του αιτήματος ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου αφού εξετάσει τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης και την σχέση μεταξύ των συνεναγομένων. Σχετική επί του προκειμένου είναι η υπόθεση Graham Thomas Preece v. «Εστία» Ασφαλιστική & Αντασφαλιστική Εταιρεία Α.Ε., (1991) 1 Α.Α.Δ. 568 στην οποία επισημαίνονται τα εξής: «Το δικαίωμα που δημιουργείται από το Άρθρο 10 του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια έναντι τρίτου) νόμο, Κεφ. 333, των δύο νομοθεσιών δεν είναι ex delicto ούτε ακριβώς και ex contractu. Είναι ένα ιδιόρρυθμο δικαίωμα το οποίο απορρέει από το νόμο και είναι οιωνεί ex contractu. Δεν έχει άμεση σχέση με το αστικό αδίκημα που προκάλεσε το θάνατο ή τις προσωπικές βλάβες του θύματος….. Η ασφαλιστική εταιρεία δεν έχει ενοχή από αστικό αδίκημα. Τόσο η ασφάλιση των μηχανοκινήτων οχημάτων, όσο και η ενοχή των ασφαλιστικών εταιρειών για προσωπικές βλάβες τρίτου – παθόντος – εναντίον ασφαλιστικής εταιρείας βάσει της σύμβασης ασφάλειας βασίζεται στο νόμο και στη σύμβαση, στην οποία δεν είναι συμβαλλόμενος, και οι διατάξεις αυτές αποτελούν οιωνεί συμβατικές ρήτρες.»
ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΕΝΣΤΑΣΗΣ:
Προχωρώ στον σχολιασμό των λόγων ένστασης λαμβάνοντας υπόψη και τον σχολιασμό που αναπτύσσεται στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση όπως και στις αγορεύσεις.
Θα ξεκινήσω με τον λόγο ένστασης αρ. 8 όπου προβάλλεται ότι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα. Παρατηρώ ότι η Δ.10 Θ.12 δεν προβλέπεται κανένας χρονικός περιορισμός για την καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Αντιθέτως στην υπόθεση Ιωαννίδης (πιο πάνω), αναφέρεται ότι η ακολουθητέα διαδικασία που προνοεί η επίδικη παράγραφος αφορά τόσο τα προδικαστικά στάδια όσο και το στάδιο της ακρόασης.
Επομένως οι λόγοι ένστασης αρ. 5 και 7 έρχονται σε αντίφαση με τον λόγο ένστασης αρ.8 ότι δηλαδή η παρούσα Αίτηση είναι πρόωρη και κατά παράβαση του περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 όπως δικαιολογούνται στην ένορκη δήλωση, όπου προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι βάση της σχετικής νομοθεσίας το ποσό της αποζημίωσης πρέπει να αποκρυσταλλωθεί με την έκδοση απόφασης στην αγωγή και μόνο τότε θα αποκρυσταλλωθεί και το αγώγιμο δικαίωμα της Αιτήτριας εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι το οποιοδήποτε ποσό τυχόν επιδικαστεί υπέρ της Ενάγουσας θα πρέπει να πληρωθεί από την Αιτήτρια και μόνο τότε θα έχει δικαίωμα ανάκτησης. Όμως, στην ειδοποίηση προς συνεναγόμενο που καταχώρισε η Αιτήτρια αναφέρονται ξεκάθαρα οι αξιώσεις της Αιτήτριας. Αναφέρονται σε αυτή τα ακόλουθα:
«….και αξιοί ότι δικαιούται συνεισφορά ή/και αποζημίωση από τον Εναγόμενο 1 σχετικά προς παν ποσόν το οποίον δυνατόν η Ενάγουσα να αποκτήσει δια της αγωγής της.
ΔΙΔΕΤΑΙ περαιτέρω ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ότι η Εναγόμενη 2 ζητά όπως το θέμα της ευθύνης σας να την αποζημιώσετε και/ή της παράσχετε κάλυψη και/ή συνεισφορά αποφασισθεί στα πλαίσια της παρούσας αγωγής μεταξύ του Εναγομένου 1 και μεταξύ της Εναγομένης 2»
Η ευπαίδευτη συνήγορος του Καθ΄ου η Αίτηση με παρέπεμψε σε απόσπασμα απόφασης του αδελφού Δικαστή κ. Στ. Σταύρου Α.Ε.Δ, στην Αγωγή 3097/09 Progressive Insurance Co Ltd v. Λούκα Πίττακου κ. ά. ημερ. 7. 11.2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Επειδή αναφέρθηκε στη γραπτή αγόρευση της δεν έτυχε του σχολιασμού της άλλης πλευράς. Η πιο πάνω όμως αφορούσε αγωγή που εγέρθηκε από ασφαλιστική εταιρεία εναντίον των εναγομένων όταν κατά τον χρόνο της καταχώρησης της δεν είχε αποκρυσταλλωθεί ακόμα το αγώγιμο δικαίωμα της ενάγουσας για ανάκτηση καταβληθέντων ποσών, είτε δυνάμει της Σύμβασης είτε δυνάμει του Νόμου. Επομένως διαφοροποιείται η παρούσα από εκείνη την υπόθεση και δεν μπορεί να είναι καθοδηγητική ως προς τα γεγονότα της παρούσας. Έρευνα μου στο Πρωτοκολλητείο κατέδειξε ότι εν πάση περιπτώσει η πρωτόδικη εκείνη απόφαση έχει εφεσιβληθεί και εκκρεμεί στο Εφετείο.
Επομένως ξεκάθαρα εκείνο το οποίο επιζητεί η Αιτήτρια είναι να εξεταστεί το κατά πόσο δικαιούται να αποζημιωθεί και να της παρασχεθεί κάλυψη από τον Εναγόμενο 1 για οποιοδήποτε ποσό κληθεί να καταβάλει στην Ενάγουσα. Στο σύγγραμμα Αρτέμη και Ερωτοκρίτου αναφέρει ότι: «Όταν το θέμα είναι περίπλοκο και χρειάζεται η ανταλλαγή δικογράφων ή όπου δεν είναι όλα τα μέρη συνεναγόμενοι, να ακολουθείται διαδικασία τριτοδιαδίκου» και επίσης «Όπου δεν έχει ακολουθηθεί διαδικασία ειδοποίησης και ούτε διαδικασία τριτοδιαδίκου να καταχωρείται ανεξάρτητη αγωγή για συνεισφορά». Επομένως η Αιτήτρια έχει το δικαίωμα (σύμφωνα με το σύγγραμμα Αρτέμη και Ερωτοκρίτου) να τον προσεπικαλέσει ως Τριτοδιάδικο και επίσης το δικαίωμα να καταχωρήσει ξεχωριστή αγωγή για συνεισφορά εάν δεν ακολουθούσε αυτή την διαδικασία ή τη διαδικασία Τριτοδιαδίκου.
Εφόσον ο Καθ’ ου είναι μέρος της αγωγής ως Εναγόμενος 1, κρίνω και προς τούτο συμφωνώ με την πλευρά της Αιτήτριας ότι αυτή έχει δικαίωμα αλλά και υποχρέωση να ζητεί να αποφασιστεί το θέμα της συνεισφοράς μεταξύ τους, στα πλαίσια της παρούσας αγωγής. Η Αιτήτρια ουδέποτε αμφισβήτησε την υποχρέωση της να πληρώσει οποιοδήποτε ποσό επιδικαστεί υπέρ της Ενάγουσας αν και εφόσον αποδειχθεί ότι παρείχε ασφαλιστική κάλυψη στο όχημα που οδηγούσε ο Καθ’ ου η Αίτηση, αλλά ζητεί όπως αποφασιστεί το θέμα της συνεισφοράς προς αυτήν από τον Καθ’ ου η Αίτηση. Επομένως κρίνω πως ορθά η Αιτήτρια επέλεξε την διαδικασία αυτή που θα οδηγήσει και στην οριστική επίλυση όλων των θεμάτων που σχετίζονται με το επίδικο δυστύχημα. Οποιοδήποτε άλλο διάβημα εκ μέρους της Αιτήτριας, πέρα από αυτό, θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας και κατασπατάληση του Δικαστικού χρόνου. Επομένως ο λόγος ένστασης περί πρόωρου της καταχώρησης της παρούσας αίτησης δεν μπορεί να έχει θετική αντίκριση.
Όπως δε αναφέρεται ανωτέρω όταν οι συνεναγόμενοι είναι και συναδικοπραγούντες (joint tortfeasors) τότε η καταχώριση ειδοποίησης συνεισφοράς είναι αρκετή και το Δικαστήριο δεν προχωρεί στην έκδοση οδηγιών για μεταξύ τους ανταλλαγή δικογράφων. Με τον όρο συναδικοπραγούντες εννοείται βέβαια ότι και οι δύο εναγόμενοι έχουν με την συμπεριφορά και/ή τις πράξεις τους συμβάλει στην ζημιά του ζημιωθέντα. Στις περιπτώσεις όμως όπου η σχέση μεταξύ των συνεναγομένων είναι πιο περίπλοκη και προκύπτει εκ του Νόμου η εκ συμβάσεως, τότε επιβάλλεται η ανταλλαγή δικογράφων μεταξύ συνεναγομένων, έτσι ώστε η κάθε πλευρά να γνωρίζει τη θέση της άλλης. Στην παρούσα περίπτωση η Αιτήτρια δεν συμμετείχε η ίδια ασφαλώς στο επίδικο δυστύχημα και κατ’ επέκταση ούτε στην αδικοπραγία που φέρεται να διαπράχθηκε εναντίον της Ενάγουσας. Η Αιτήτρια ενάγεται υπό την ιδιότητα της ως ασφαλίστρια η οποία δεν έχει ενοχή στο αστικό αδίκημα, ήτοι το αδίκημα της αμέλειας, αλλά η ενοχή της για τις προσωπικές βλάβες της Ενάγουσας βασίζεται στο νόμο και στη σύμβαση (βλ. Graham Thomas Preece ανωτέρω). Συναφώς δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι η Αιτήτρια και ο Καθ’ ου είναι συναδικοπραγήσαντες έτσι ώστε να μην χρειάζεται η μεταξύ τους ανταλλαγή δικογράφων. Η περίπτωση δεν είναι μια περίπτωση όπου δύο εμπλεκόμενοι οδηγοί σε δυστύχημα είναι συνεναγόμενοι σε αγωγή και θα ακουστεί μαρτυρία μόνο για τις συνθήκες του δυστυχήματος και θα αποφασιστεί, βάση αυτής της μαρτυρίας που θα ακουστεί στην αγωγή, το ποσοστό ευθύνης που αναλογεί στον καθένα και ακολούθως θα μοιραστούν το βάρος των αποζημιώσεων. Επομένως τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι τέτοια που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως απλή, αλλά ως περίπτωση που χρειάζεται μαρτυρία πέραν της οδικής συμπεριφοράς του Εναγόμενου και δεν θα ακουστεί στα πλαίσια της αγωγής αν δεν δοθεί η ευκαιρία στην Αιτήτρια και στον Καθ’ ου η Αίτηση να ανταλλάξουν δικόγραφα μεταξύ τους διατυπώνοντας τις θέσεις τους. Συγκεκριμένα χρειάζεται να γίνει λεπτομερής ανασκόπηση του ασφαλιστηρίου, να καταδειχθεί με σχετική μαρτυρία η παράβαση του Καθ’ ου η Αίτηση και να ξεκαθαριστεί το νομικό ζήτημα που προκύπτει μεταξύ των συνεναγομένων. Επομένως ούτε οι λόγοι ένστασης 3 και 4 στη βάση των πιο πάνω λεχθέντων δεν έχουν έρεισμα και απορρίπτονται.
Καταλήγω με βάσει τα πιο πάνω ότι χωρίς την ανταλλαγή δικογράφων στα οποία θα δοθούν λεπτομέρειες της εκ μέρους του Καθ’ ου η Αίτηση παράβασης των όρων του ασφαλιστηρίου αλλά και να διατυπωθεί η απαίτηση της Αιτήτριας δεν θα μπορεί να αποφασίσει το Δικαστήριο. Επομένως η παρούσα περίπτωση είναι κατάλληλη όπου θα πρέπει να ανταλλαγούν δικόγραφα και για σκοπούς πλήρους και ορθής απονομής της δικαιοσύνης επιβάλλεται όπως δοθούν οι αιτούμενες οδηγίες για να δοθεί και η δυνατότητα στο Δικαστήριο να καταμερίσει την ευθύνη των μερών για τις αποζημιώσεις και να διατάξει τον Καθ’ ου να συνεισφέρει στην Αιτήτρια. Έχοντας λοιπόν κατά νου τα πιο πάνω και οι υπόλοιποι λόγοι ένστασης του Καθ΄ου η Αίτηση 1 και 2 κρίνω ότι δεν έχουν έρεισμα εφόσον η ουσία τους έγκειται στην πιο πάνω βασική θέση περί του πρόωρου της καταχώρησης της αίτησης.
Σε σχέση με το ζήτημα της κατάχρησης της διαδικασίας με την καταχώρηση της παρούσας ενώ εκκρεμούσε η ταυτόσημη αίτηση με ημερομηνία 5.03.2015 κρίνω ότι εφόσον δεν προωθήθηκε κατάλληλα αυτή εγκαταλείφθηκε και ως εκ τούτου απορρίπτεται. Είναι γεγονός ότι δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση γι΄αυτό αλλά ούτε και καταχωρήθηκε ένσταση εκ μέρους του Καθ΄ού η Αίτηση. Σε κάθε περίπτωση κρίνω ότι θα ήταν δίκαιο να επιδικαστούν στον Καθ΄ου η Αίτηση τα έξοδα των δύο εμφανίσεων των δικηγόρων του πριν την εμφάνιση τους για την παρούσα αίτηση ήτοι για τις εμφανίσεις κατά τις ημερομηνίες 23.04.2015 και 20.05.2015. Αυτά θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας της αγωγής. Εξ αυτού του λόγου δεν διαπιστώνεται κακοπιστία ή κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών και επομένως ο σχετικός λόγος ένστασης αρ. 6 απορρίπτεται.
Στη βάση των πιο πάνω ούτε οι λόγοι ένστασης 9 και 10 έχουν έρεισμα και ειδικότερα ως προς τον τελευταίο λόγο ένστασης βρίσκω ότι έχει καταδειχθεί η σχετικότητα της διαφοράς μεταξύ των δύο εναγομένων εφόσον αυτή έγκειται στην ευθύνη που μπορεί να έχει οποιοσδήποτε από αυτούς σε σχέση με τις αξιώσεις της ενάγουσας για τις ζημιές που της προκλήθηκαν και τις αποζημιώσεις που διεκδικεί συνεπεία του δυστυχήματος που προκλήθηκε με οδηγό του οχήματος στο οποίο επέβαινε η ενάγουσα ως επιβάτιδα και του οποίου φέρεται η εναγόμενη 2 ως ασφαλιστής να το κάλυπτε. Επομένως πρόκειται για γεγονότα με απόλυτη συνάφεια μεταξύ τους τα οποία θα πρέπει να απασχολήσουν το Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ:
Μετά την πιο πάνω ανάλυση είναι η κατάληξη μου κατά την ενάσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας να εγκρίνω την αίτηση και να εκδώσω τα αιτούμενα διατάγματα ως τα Αιτητικά Α,Β και Γ της Αίτησης.
Τα έξοδα θα είναι υπέρ της Αιτήτριας – Εναγομένης 2 και εναντίον του Καθ΄ου η Αίτηση – Εναγομένου 1 όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο στο τέλος της διαδικασίας της αγωγής.
(Υπ.)...............................................
Χρήστος Γ. Φιλίππου, Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής