ECLI:CY:EDLAR:2018:A159
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Παπάμιχαηλ, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 300/16
ALPHA BANK CYPRUS LIMITED
Ενάγοντες - Αιτητές
και
1. XXXX Demetriou Finance and Construction Ltd
2. XXXX Ποταμάρης
3. XXXX Δημητρίου
4. XXXX Ν. Δημητρίου
5. XXXX Δημητρίου και/ή XXXX Δημητρίου Κονυαλιάν
6. XXXX Electronics Ltd
7. XXXX Automarket Ltd
Εναγόμενοι – Καθ΄ ων η αίτηση
Αίτηση Ημερομηνίας 11.5.18
Ημερομηνία: 16.10.2018.
Εμφανίσεις:
Για τους Ενάγοντες - Αιτητές: κα Γεωργία Δημητρίου για Ανδρέας Β. Ζαχαρίου & Σία Δ.Ε.Π.Ε.
Για τους Εναγόμενους – Καθ΄ ων η αίτηση: κ. Ανδρέας Κασσιανής για Ανδρέα Μαθηκολώνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στις 9.2.16. Με αυτήν αξιώνονται ποσά που παραχωρήθηκαν στην Εναγόμενη 1 Εταιρεία υπό μορφή δανείων και/ή πιστωτικών διευκολύνσεων με την εγγύηση των υπόλοιπων Εναγομένων. Υπεράσπιση στην αγωγή καταχωρήθηκε στις 5.9.16 και απάντηση στην υπεράσπιση στις 28.9.16.
Στις 11.5.18 καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκεται η έκδοση των ακόλουθων απαγορευτικών διαταγμάτων πώλησης, υποθήκευσης, μεταβίβασης, διάθεσης και/ή επιβάρυνσης ακίνητης περιουσίας των Εναγομένων 2, 4 και 5:
“Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στον εναγόμενο 4 και/ή στους αντιπροσώπους και/ή πληρεξούσιους αντιπροσώπους αυτού, να πωλήσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή διαθέσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή αποξενώσουν με οποιοδήποτε τρόπο μέχρι τελικής εκδικάσεως της παρούσης αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, το ακίνητο:
· υπ΄ αρ. εγγραφής XXXX, Φ/Σχ.40/6XX2, τεμάχιο 6X4, οικόπεδο, τοποθεσία Χαντάκια Αρετούσας 12 Άγιος Νικόλαος, Λάρνακα, το 1/1 μερίδιο.
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στην εναγόμενη 5 και/ή στους αντιπροσώπους και/ή πληρεξουσίους αντιπροσώπους αυτής, να πωλήσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή διαθέσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή αποξενώσουν με οποιοδήποτε τρόπο μέχρι τελικής εκδικάσεως της παρούσης αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, το ακίνητο:
· υπ΄ αρ. εγγραφής XXXX, Φ/Σχ.60/0XX2, τεμάχιο 2X4, διαμέρισμα αριθμός X στον Xο όροφο, τοποθεσία Πιαλέ Πασιά στην πολυκατοικία XXXXX Κωρτ 2, Λάρνακα, το 1/1 μερίδιο.
Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στον εναγόμενο 2 και/ή στους αντιπροσώπους και/ή πληρεξούσιους αντιπροσώπους αυτού, να πωλήσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή διαθέσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή αποξενώσουν με οποιοιδήποτε τρόπο μέχρι τελικής εκδικάσεως της παρούσης αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, το ακίνητο:
· υπ΄ αρ. εγγραφής XXXX, Φ/Σχ. 37/5XXXXX1, τεμάχιο XX, διώροφη κατοικία, τοποθεσία μέσα στο χωριό, Άγιος Δημήτριος, Λεμεσός, το 1/1 μερίδιο.
Δ. Οιανδήποτε περαιτέρω και/ή καλύτερη θεραπεία το Σεβαστό Δικαστήριο κρίνει ορθή και δίκαιη.”
Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της Στυλιανής Νικολάου υπαλλήλου των Εναγόντων, δεόντως εξουσιοδοτημένης απ΄ αυτούς η οποία λόγω της θέσης της γνωρίζει τα γεγονότα της υπόθεσης προσωπικά και έχει όλα τα έγγραφα της υπόθεσης που επισύναψε στην αίτηση της. Κατά συνέπεια θεωρώ ότι μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης. Σ΄ αυτήν η XXXXX Νικολάου διατείνεται ότι από πρόσφατη έρευνα εντοπίστηκαν τα ακίνητα των οποίων αιτείται τη δέσμευση επ΄ ονόματι των εγγυητών Εναγομένων 2, 4, 5 ελεύθερα παντώς εμπράγματος βάρους τα οποία είναι δυνατό να ικανοποιήσουν τυχόν εκδοθείσα προς όφελος των Εναγόντων απόφαση του Δικαστηρίου.
Στο αίτημα των Εναγόντων – Αιτητών καταχωρήθηκε ένσταση με τους ακόλουθους 19 λόγους ένστασης που εξειδικεύονται με ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 2 Χάρη Παναγιώτου:
“1. Η Αίτηση των Αιτητών είναι ανυπόστατη ή/και δεν στηρίζεται στην ορθή ή/και επαρκή νομική βάση.
2. Η Αίτηση των Αιτητών είναι λανθασμένη και βασίζεται σε λανθασμένο τύπο.
3. Η Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση των Αιτητών είναι κατά παράβαση της Διαταγής 39.
4. Η Ενόρκως Δηλούσα που προβαίνει στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση των Αιτητών δεν είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά για τα γεγονότα της παρούσας Αίτησης και δεν αναφέρει την πηγή γνώσης ή/και των πληροφοριών της αναφορικά με τα γεγονότα για τα οποία ορκίζεται.
5. Τα γεγονότα που αναφέρονται στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση των Αιτητών δεν στοιχειοθετούν και δεν τεκμηριώνουν την Αίτηση των Αιτητών.
6. Η Αίτηση των Αιτητών είναι παντελώς νομικά ανυπόστατη ή/και πραγματικά αβάσιμη και/ή παράτυπη και/ή ανεπίτρεπτη και/ή καταχρηστική και/ή αντίθετη των διαδικαστικών κανονισμών και της πρακτικής του Σεβαστού Δικαστηρίου.
7. Δεν πληρούνται ή/και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων.
8. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύονται ή/και δεν στοιχειοθετούνται τα αναγκαία στοιχεία ή/και γεγονότα για έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων εναντίον των Καθ΄ ων η Αίτηση.
9. Δεν δικαιολογείται η έκδοση των διαταγμάτων με βάση τις Αρχές της Επιείκειας.
10. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δέον όπως ασκηθεί εναντίον της έκδοσης των διαταγμάτων.
11. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύεται ή/και δεν στοιχειοθετείται ότι οι Αιτητές έχουν καλή βάση αγωγής εναντίον των Εναγομένων ή/και εναντίον των Εναγομένων 2, 4 και 5.
12. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύεται ή/και δεν στοιχειοθετείται η πιθανότητα ότι οι Αιτητές θα παρεμποδιστούν να ικανοποιήσουν τυχόν απόφαση εκδοθεί εναντίον των Εναγομένων.
13. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύεται ή/και δεν στοιχειοθετείται ότι οι Αιτητές θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημία από την μη έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων ή/και ότι από την μη έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων θα είναι δύσκολο ή/και αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
14. Το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει εναντίον της έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων.
15. Οι Αιτητές έχουν αποκρύψει ουσιώδη γεγονότα ή/και δεν έχουν προσέλθει στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια ή/και επιχειρούν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο.
16. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύεται ή/και δεν στοιχειοθετείται ότι οι ισχυριζόμενες απαιτήσεις ή/και αξιώσεις των Αιτητών αναφορικά με τα ισχυριζόμενα στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή ποσά ή/και υπόλοιπα είναι ανεξασφάλιστα σε τυχόν έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο και ότι υπάρχει ο κίνδυνος ή/και η πιθανότητα όπως παρεμποδιστούν οι Αιτητές να ικανοποιήσουν τυχόν απόφαση που θα εκδοθεί από το Δικαστήριο.
17. Στην Αίτηση των Αιτητών δεν αποδεικνύεται ή/και δεν στοιχειοθετείται η πραγματική ή/και αληθινή εκτιμημένη αξία ή/και η ιδιοκτησία των ακινήτων εναντίον των οποίων ζητείται η δέσμευση ως τα αιτητικά της Αίτησης.
18. Η Αίτηση των Αιτητών είναι αχρείαστη ή/και αβάσιμη ή/και καταπιεστική ή/και καταχρηστική και δέον όπως απορριφθεί από το Δικαστήριο.
19. Οι Αιτητές δεν δικαιούνται σε κανένα από τα ζητούμενα διατάγματα και η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.”
Αναφορικά με τις αρχές οι οποίες διέπουν τις αιτήσεις για έκδοση προσωρινού διατάγματος, το άρθρο 4(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 6, ορίζει ότι:
“4.-(1) Το Δικαστήριο δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο, ενώ εκκρεμεί σε αυτό αγωγή, να εκδίδει διάταγμα για τη μεσεγγύηση, διατήρηση, φύλαξη, πώληση, κατακράτηση ή επιθεώρηση περιουσίας που αποτελεί το αντικείμενο της αγωγής ή διάταγμα για την παρεμπόδιση οποιασδήποτε απώλειας, ζημιάς ή δυσμενούς επηρεασμού που δυνατό, αν δεν εκδοθεί το διάταγμα αυτό, να προξενηθούν σε πρόσωπο ή περιουσία, ενόσω εκκρεμεί τελική δικαστική απόφαση σε ζήτημα που επηρεάζει το πρόσωπο αυτό ή περιουσία ή ενόσω εκκρεμεί η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης.”
Αντίστοιχα, στο άρθρο 5 ορίζεται ότι:
5.-(1) Κάθε Δικαστήριο, στο οποίο εκκρεμεί αγωγή για χρέος ή αποζημίωση, δύναται, σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έγερση της αγωγής, να διατάξει όπως ο εναγόμενος παρεμποδιστεί να απαλλοτριώσει τόσο μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας που είναι εγγεγραμμένη στο όνομα του ή για την οποία δικαιούται κατά νόμο να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης, όσο, κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, είναι επαρκές να ικανοποιήσει την απαίτηση του ενάγοντα μαζί με τα έξοδα της αγωγής.
(2) Το διάταγμα αυτό δεν εκδίδεται εκτός αν φαίνεται στο Δικαστήριο ότι ο ενάγων έχει καλή βάση αγωγής, και ότι με την πώληση ή τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας σε τρίτο είναι πιθανό να εμποδιστεί ο ενάγων στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που τυχόν θα εκδοθεί υπέρ του.”
H πιο πάνω νομοθεσία, τυγχάνει εφαρμογής σε συνδυασμό με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/1960όπου αναφέρεται ότι:
“32.(1) Τηρουμένου οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού έκαστον δικαστήριον, εν τη ασκήσει της πολιτικής αυτού δικαιοδοσίας, δύναται να εκδίδη απαγορευτικόν διάταγμα (παρεμπίπτον, διηνεκές, ή προστακτικόν) ή να διορίζη παραλήπτην εις πάσας τας περιπτώσεις εις ας το δικαστήριον κρίνει τούτο δίκαιον ή πρόσφορον, καίτοι δεν αξιούνται ή χορηγούνται ομού μετ΄ αυτού αποζημιώσεις ή άλλη θεραπεία.
Νοείται ότι παρεμπίπτον απαγορευτικόν διάταγμα δεν θα εκδίδεται εκτός εάν το δικαστήριον ικανοποιηθή ότι υπάρχει σοβαρόν ζήτημα προς εκδίκασιν κατά την επ΄ ακροατηρίου διαδικασίαν, ότι υπάρχει πιθανότης ότι ο αιτών διάδικος δικαιούται εις θεραπείαν, και ότι εκτός εάν εκδοθή παρεμπίπτον απαγορευτικόν διάταγμα, θα είναι δύσκολον ή αδύνατον να απονεμηθή πλήρης δικαιοσύνη εις μεταγενέστερον στάδιον….”
Καταληκτικά, όπως προκύπτει από τη νομολογία (βλ. Odysseos v. Pieri κ.α. (1982) 1 CLR 557 και τη νομοθεσία όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να εκδοθούν και διατηρηθούν τέτοιας φύσης διατάγματα είναι οι ακόλουθες:
· Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση
· Ύπαρξη σοβαρής πιθανότητας επιτυχίας
· Ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση μη έκδοσης του διατάγματος
Το άρθρο 4 του Κεφ. 6 έχει σχέση με έκδοση διαταγμάτων που σχετίζονται με το αντικείμενο της αγωγής και για την παρεμπόδιση οποιασδήποτε απώλειας, ζημιάς, ή δυσμενούς επηρεασμού που δυνατόν, αν δεν εκδοθεί το διάταγμα αυτό, να προξενηθούν σε πρόσωπο ή περιουσία, ενόσω εκκρεμεί τελική δικαστική απόφαση σε ζήτημα που επηρεάζει το πρόσωπο αυτό ή την περιουσία και/ή ενόσω εκκρεμεί η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης και μπορεί να εκδοθεί ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του άρθρου 32 του Ν.14/1960 (βλ. Loucas Papastratis v. Glafkos Petrides (1979) 1 CLR 231 και Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευρυπίδη Διογένους Λτδ ν. Αρίστης Κώστα Ευθυμίου (2009) 1(Α) ΑΑΔ 234.)
Επίσης με το άρθρο 5 του Κεφ. 6 εξουσιοδοτείται η έκδοση διατάγματος αναφορικά με ακίνητη περιουσία που είναι εγγεγραμμένη στο όνομα του Εναγομένου ή σε σχέση με την οποία ο Εναγόμενος δικαιούται να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης και βέβαια δεν αναφέρεται σε ακίνητη περιουσία που είναι αντικείμενο της αγωγής. Δεν εκδίδεται τέτοιο διάταγμα εκτός εάν (α) ο Ενάγων έχει καλή βάση αγωγής και (β) ότι με την αποξένωση σε τρίτο είναι πιθανό να εμποδιστεί ο Ενάγων στην ικανοποίηση δικαστικής απόφασης.
Η γενική διατύπωση του άρθρου 32 έχει ερμηνευθεί με τρόπο που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν εξαιρούνται από τα διατάγματα που μπορούν να εκδοθούν δυνάμει του άρθρου 32, τα διατάγματα που προσδιορίζονται ρητά από τα άρθρα 4 και 5 του Κεφ. 6 (βλ. Loucas Papastratis (ανωτέρω) και Kyriacos A. Lakatamitis v. Georghios Theodorou (1983) 1 CLR 520). Ως εκ τούτου η παρούσα αίτηση θα κριθεί στη βάση του άρθρου 4 του Κεφ. 6 και του άρθρου 32 του Ν.14/60.
Σχετικά με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60, δηλαδή του σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, είναι αρκετό αν αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση με βάση τα όσα φαίνονται στις έγγραφες προτάσεις.
Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή της ύπαρξης ορατής πιθανότητας επιτυχίας της αγωγής, είναι αρκετό για τον ενάγοντα να δείξει ότι υπάρχει κάτι περισσότερο από μια απλή πιθανότητα επιτυχίας χωρίς να χρειάζεται να το αποδείξει αυτό στο επίπεδο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (balance of probabilities) που χρειάζεται για την απόδειξη της αγωγής (βλ. Andreas Odysseos (ανωτέρω) και Μαργαρίτα Χρίστου Πουργουρίδη κ.ά. ν. Θέμιδος Βάσου Μέζου κ.ά (1994) 1 ΑΑΔ 201). Η διακρίβωση πιθανότητας επιτυχίας γίνεται με βάση την προσαχθείσα μαρτυρία η οποία πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα στα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη τέτοιας πιθανότητας επιτυχίας (βλ. Ανδρέας Σάββα Κυτάλα κ.ά. ν. Άννα Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 ΑΑΔ 253).
Η τρίτη προϋπόθεση, όπως φαίνεται και από την επιφύλαξη του άρθρου 32(1) του Νόμου 14/1960 και όπως εξηγήθηκε σε πλείστες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είναι το κατά πόσο “θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο” αν δεν δοθεί το αιτούμενο διάταγμα και ο Αιτητής επιτύχει τελικά στην αγωγή του. Μια τέτοια περίπτωση είναι όταν οι Ενάγοντες δεν θα μπορεί να αποζημιωθούν καθότι δεν θα είναι δυνατός ο υπολογισμός των αποζημιώσεων. Μια άλλη περίπτωση είναι εκείνη όταν η οικονομική κατάσταση του Εναγομένου είναι τέτοια που αν δεν εμποδιστεί η αποξένωση ακίνητης ή κινητής του περιουσίας θα είναι δύσκολο για τον Ενάγοντα να εκτελέσει την απόφαση που πιθανόν να εκδοθεί υπέρ του.
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Highgate Primary School Ltd κ.ά. ν. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1(Α) ΑΑΔ 317, 324:
“Η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και σ΄ αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των Αιτητών. Το γεγονός δηλαδή ότι οι Εφεσείοντες μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που τους επιτρέπει να αποζημιώσουν τους Εφεσίβλητους σε περίπτωση επιτυχίας των Εφεσιβλήτων στην αγωγή, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες, υπό την ευρύτερη έννοια”.
Στην υπόθεση Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1 ΑΑΔ 1848, ειπώθηκε ότι η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, περιλαμβάνει και διάφορα άλλα μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη (βλ. επίσης Ιωάννης Κυριάκου Όξυνος κ.ά. ν. Μαρίας Ρολη Λου (2011) 1 ΑΑΔ 1066, P & MA. Restaurant Limited κ.ά. ν. Eric John Wakehah, Πολ. Έφεση 286/10 / ημερ. 22.2.13 και Πέτρος Κωμοδρόμος ν. Πάνου Παπαναστασίου, Πολ. Έφεση 110/10 / ημερ. 3.1.14).
Επανερχόμενος στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση, την ύπαρξη δηλαδή σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση είναι φανερό, από το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο της αγωγής, οι λεπτομέρειες του οποίου επαναλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση της XXXXX Νικολάου όσον αφορά τις παραχωρηθείσες πιστωτικές διευκολύνσεις και τα οφειλόμενα υπόλοιπα, ότι αυτή υφίσταται στην παρούσα υπόθεση. Ούσα αυτή η πρώτη προϋπόθεση συνυφασμένη με την δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή την ορατή πιθανότητα επιτυχίας, θεωρώ ότι και αυτή η προϋπόθεση συντρέχει αφού δεν χρειάζεται τίποτε πέραν μιας απλής πιθανολόγησης επιτυχίας και όχι στο επίπεδο απόδειξης της αιτίας της αγωγής, δηλαδή του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (balance of probabilities).
Η τρίτη προϋπόθεση που πρέπει να ικανοποιηθεί είναι η πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος η οποία ουσιαστικά θα προκύψει από τη δυσκολία να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Στην υπόθεση Κυρίσαββα κ.α. ν. Κύζη (2001) 1 (Β) ΑΑΔ 1245 λέχθηκε ως προς την Τρίτη προϋπόθεση ότι η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο περιλαμβάνει και άλλα, μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά αφού ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη (βλ Παπαστρατής ν. Πιερίδης (1979) 1 ΑΑΔ 231).
Έχει προταθεί από την πλευρά των Καθ΄ ων η αίτηση (Εναγομένων 2, 4, 5), ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει και δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε κίνδυνος αποξένωσης της περιουσίας της οποίας επιδιώκεται η παγοποίηση αφού όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά καμία αποξένωση έχει λάβει χώρα μέχρι σήμερα.
Στην υπόθεση C. Phasarias (Aut. Centre) Ltd v. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ (2001) 1Β 785, αποφασίσθηκαν τα ακόλουθα:
“Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως αναδύεται ως ανάγκη η προσαγωγή μαρτυρίας για πράγματι πρόθεση του εναγομένου για αποξένωση ή επιβάρυνση. Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μη ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία. (Βλ. Lakatamitis (ανωτέρω) στη σελ. 525).”
Ο κίνδυνος αποξένωσης των ακινήτων από τους Καθ΄ ων η αίτηση 2, 4, 5 είναι εμφανής ενόψει του γεγονότος ότι οι υπάρχουσες επιβαρύνσεις επί ακινήτων άλλων Εναγομένων (των Εναγομένων 1 και 6 Εταιρειών) δεν μπορούν να ικανοποιήσουν πιθανή δικαστική απόφαση προς όφελος των Εναγόντων-Αιτητών.
Μάλιστα, αν όντως οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν έχουν σκοπό να αποξενώσουν τα ακίνητα (όπως έπραξαν τόσα χρόνια), διαφαίνεται και η απουσία οποιασδήποτε δυσμενούς επίδρασης και ζημιάς σε αυτούς σε περίπτωση έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων κάτι που καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη διατήρησης της κατάστασης πραγμάτων (status quo ante) ως έχει. Περαιτέρω, η δήλωση του ενόρκως δηλούντος στην ένσταση Εναγόμενου 2 ότι δεν υπάρχει κίνδυνος μη εκτέλεσης τυχόν δικαστικής απόφασης η οποία μπορεί να εκδοθεί εις βάρος των Εναγόντων, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο για απόρριψη της αίτησης καθότι είναι ένας γενικός αόριστος ισχυρισμός τον οποίο ο ίδιος ο ενόρκως δηλών δεν υποστηρίζει και δεν επιχειρεί να αποδείξει με οποιοδήποτε τρόπο και με θετική μαρτυρία ενώ δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι ισχύει και για τους υπόλοιπους Καθ΄ ων η αίτηση ούτε και αποκαλύπτει την πηγή της γνώσης του.
Στη βάση της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας και όπως προκύπτει από τις ένορκες δηλώσεις και των δύο πλευρών αναφορικά με το παραδεκτό γεγονός ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν παρείχαν οποιαδήποτε εξασφάλιση στους Αιτητές, ότι είναι οι ιδιοκτήτες της ακίνητης περιουσίας που περιλαμβάνεται στα αιτητικά της αίτησης και ότι μάλιστα αυτή είναι ελεύθερη από οποιαδήποτε εμπράγματα βάρη, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε λόγος για μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Είναι ολοφάνερο ότι από την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων ουδεμία ζημιά οι Καθ΄ ων η αίτηση θα υποστούν ή βλάβη ή ταλαιπωρία στην ιδιοκτησία τους μέχρι την εκδίκαση της παρούσας αγωγής, σε αντίθεση με τι θα συμβεί εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα και με το ενδεχόμενο οι αιτητές να μην εισπράξουν το λαβείν τους. Αυτός είναι ένας παράγοντας που καθορίζει πως το ισοζύγιο της ευχέρειας (balance of convenience) κλίνει υπέρ της έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων (βλ. Ζεμενίδης ν. Ζεμενίδου (1992) 1 ΑΑΔ 54).
Η αναφορά των Καθ΄ ων η αίτηση ότι οι Αιτητές είναι εξασφαλισμένοι με την ενυπόθηκη εξασφάλιση που παρείχαν άλλοι Εναγόμενοι, δεν δύναται να έχει οποιαδήποτε βαρύτητα καθότι η παρούσα αίτηση στρέφεται αποκλειστικά εναντίον των Καθ΄ ων η αίτηση οι οποίοι είναι εγγυητές και η απαίτηση εναντίον τους στην αγωγή είναι αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα για το ποσό που εγγυήθηκαν. Οι γενικές, αόριστες και αστήρικτες αναφορές εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση περί επαρκούς εξασφάλισης των Αιτητών με την ενυπόθηκη περιουσία της Εναγόμενης 1 δεν υπερφαλαγγίζουν το τεθέν ενώπιον του Δικαστηρίου στέρεο υπόβαθρο αναφορικά με τους κινδύνους που υπάρχουν σε περίπτωση μη έκδοσης των διαταγμάτων.
Είναι φανερό πως οι οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις από τις Εναγόμενες 1 και 6 σε καμία περίπτωση σχετίζονται με το ποσό που οι Καθ΄ ων η αίτηση οφείλουν στους Αιτητές και την επίδικη αίτηση και σε καμία περίπτωση μπορούν να επηρεάσουν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
Μια απλή ανάγνωση των εκτιμήσεων που έγιναν περί το τέλος του 2017 και επισυνάπτεται στην αίτηση ως Τεκμήριο 32, σε συνάρτηση με την εκτίμηση του Κτηματολογίου, καθιστούν ολοφάνερο ότι τα ενυπόθηκα ακίνητα δεν καλύπτουν το οφειλόμενο από τους Καθ΄ ων η αίτηση ποσό το οποίο ως συνεχώς αυξανόμενο θα είναι πολύ μεγαλύτερο μέχρι την εκδίκαση της αγωγής. Σημειώνεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση σε καμία περίπτωση αμφισβήτησαν τις εκτιμήσεις που παρουσιάστηκαν από τους Αιτητές.
Στη βάση όλων όσων αναπτύχθηκαν πιο πάνω, και η τρίτη προϋπόθεση πληρείται.
Αναφορικά με το κατά πόσο είναι δίκαιο και πρόσφορο να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα στην Άκης (Μεταφορές Δεμάτων Εξπρες) Λτδ Εμπορευόμενοι υπό την επωνυμία Akis Express v. C. Koukkouris Trading Co. Ltd Εμπορευόμενοι υπό την επωνυμία Aris Express (1998) 1 AAΔ 149, το ανώτατο Δικαστήριο σχολίασε σχετικά:
“Ζυγίζοντας τα ενώπιόν του στοιχεία το Δικαστήριο, πάντοτε μέσα στο πλαίσιο της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν του, ασκώντας τη διακριτική του εξουσία, κατέληξε ότι σε περίπτωση έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων οι εφεσίβλητοι θα αναγκαστούν να αλλάξουν την εμπορική τους επωνυμία με πολύ σοβαρά οικονομικά επακόλουθα, όπως είχαν τεθεί ενώπιόν του. Αντίθετα η μη έκδοση των διαταγμάτων, λαμβάνοντας υπ' όψη τη μαρτυρία και τον τρόπο λειτουργίας των εφεσιβλήτων, δεν θα επιφέρει στους εφεσείοντες ζημιές τέτοιας έκτασης που να δικαιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων στο στάδιο αυτό της διαδικασίας. Το Δικαστήριο εξετάζοντας το θέμα του ισοζυγίου της ευχέρειας (balance of convenience) κατέληξε ότι αυτό έκλινε υπέρ των εφεσιβλήτων. Στην κατάληξή του το Δικαστήριο επισήμανε ότι η έκδοση ή άρνηση έκδοσης προσωρινού διατάγματος σε τέτοιες υποθέσεις, έχει σοβαρή επίδραση στην περαιτέρω πορεία της υπόθεσης γιατί με την έκδοση του διατάγματος ο εναγόμενος θα υποχρεωθεί να προβεί σε άλλες διευθετήσεις που ίσως να καθιστούν πλέον τη διεκπεραίωση της υπόθεσης καθαρά θεωρητική.”
Βάσει όλων των ανωτέρω θεωρώ ότι και στην παρούσα περίπτωση η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων καμία ζημιά θα προκαλέσει στους Καθ΄ ων η αίτηση σε αντίθεση μάλιστα με τους Αιτητές οι οποίοι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο, όπως αναπτύχθηκε πιο πάνω, να μην δύνανται να εκτελέσουν τυχόν δικαστική απόφαση η οποία πιθανόν να εκδοθεί υπέρ τους.
Ως εκ των ανωτέρω η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδονται τα διατάγματα υπό στοιχεία Α, Β και Γ της Αίτησης με έξοδα προς όφελος των Αιτητών όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή εγκριθούν από το Δικαστήριο και είναι καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.
(Υπ.) …………….………………..
Μ. Παπάμιχαηλ, Π.Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής