ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ  

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Θωμά Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.  

                                                                                                                      Αρ. Aγ.: 116/2019 

  

ΣΩΤΗΡΗΣ Α. ΑΝΔΡΕΟΥ ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΛΤΔ 

 

Ενάγουσα – Καθ’ ης η Αίτηση  

και  

 

CENADO LIMITED

 

Εναγόμενη - Αιτήτρια  

  

Αίτηση ημερ. 18.9.2020 για εκδίκαση προδικαστικού νομικού σημείου

 

Ημερομηνία: 8.5.2024  

 

Εμφανίσεις:   

Για τους Αιτήτρια: κ. Τάσος Φλουρέντζου για Γιώργος Α. Βασιλείου Δ.Ε.Π.Ε.

Για τους Καθ’ ης η Αίτηση: κ. Ζαχαρίας Χρ. Πουτζιουρής για Χρίστος Πουτζιουρής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.  

  

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ  

 

Με την παρούσα αίτηση η Εναγόμενη - Αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την εκδίκαση νομικού σημείου το οποίο εγείρει στην Υπεράσπισή της πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.

 

Συγκεκριμένα, με προδικαστική ένσταση, υποστηρίζει ότι η Αγωγή πρέπει να απορριφθεί καθότι η αξίωση της Ενάγουσας - Καθ’ ης η Αίτηση αφορά αποζημίωση για εκτέλεση οικοδομικού έργου άνω των 10.000 Λ.Κ., χωρίς την ύπαρξη όμως γραπτής συμφωνίας υπογεγραμμένης και από τα δύο μέρη ως απαιτείται από το άρθρο 38 του Περί Εγγραφής και Ελέγχου Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμου 29/01. Υποστηρίζει ότι, ελλείψει γραπτής συμφωνίας, καμία άλλη συμφωνία δεν μπορεί να αποτελέσει έγκυρη και νομικά εκτελεστή σύμβαση ούτε και, κατ’ επέκταση, νόμιμη αξίωση.

 

Η Αιτήτρια βασιζόμενη κυρίως επί της Δ.27 Θ1 και 2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας υποστηρίζει ότι η δικογραφία της υπόθεσης καθιστά την παρούσα περίπτωση κατάλληλη για εκδίκαση του επίδικου προδικαστικού νομικού σημείου, καθότι η Καθ’ ης η Αίτηση στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησής της αναφέρεται μόνο σε «συμφωνία» χωρίς να επικαλείται την ύπαρξη γραπτής σύμβασης μεταξύ των μερών. Την ίδια στάση διατηρεί - σύμφωνα με την Αιτήτρια - και στο δικόγραφο της Απάντησης όπου, απαντώντας στην επίδικη προδικαστική ένσταση και πάλι δεν υποστηρίζει την ύπαρξη γραπτής συμφωνίας μεταξύ τους. Τέλος, η Καθ’ ης η Αίτηση δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε έγγραφο σε μορφή γραπτής συμφωνίας στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων που έχει καταχωρίσει κατόπιν σχετικού διατάγματος το Δικαστηρίου.

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση από πλευράς της, με δέκα λόγους ένστασης, υποστηρίζει ότι το παρόν αίτημα δεν μπορεί να εγκριθεί. Συνοπτικά, παραπονιέται για αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της αίτησης, λανθασμένη δικονομική προσέγγιση καθώς και κώλυμα της Αιτήτριας να προωθεί την παρούσα ως αποτέλεσμα της συμπεριφοράς της και των δικογραφημένων της θέσεων. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου και της νομολογίας για επιτυχία του αιτήματος ενώ έγκριση της αίτησης θα έχει ως αποτέλεσμα να αποστερηθεί του συνταγματικού της δικαιώματος να ακουστεί και να παρουσιάσει στο Δικαστήριο όλα τα γεγονότα της παρούσας αντιδικίας.

 

Η προώθηση των θέσεων των δύο πλευρών έγινε μέσω ένορκων δηλώσεων και γραπτών αγορεύσεων, χωρίς αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων.  

 

Διευκρινίζω ότι έχω εξετάσει και αξιολογήσει πλήρως και με προσοχή όλους ανεξαιρέτως τους ισχυρισμούς και τις θέσεις των δύο πλευρών ως αυτές εκτίθενται στο σύνολο των γραπτών και προφορικών παραστάσεων της παρούσας Αίτησης. Αναφορά σε αυτούς όμως, θα γίνεται μόνο όπου κρίνω αυτό απαραίτητο για επίλυση των επίδικων ζητημάτων. 

 

Η Δ.27, θ. 1 και 2 προνοεί ως ακολούθως:

«1. Any party shall be entitled to raise by his pleading any point of law, and any point so raised shall be disposed of by the Court at any stage that may appear to it convenient.

2. If in the opinion of the Court the decision of such point of law substantially disposes of the whole action, or of any distinct cause of action, ground of defence, counter-claim, or reply therein, the Court may thereupon dismiss the action or make such other order therein as may be just.».

 

Η προδικαστική εκδίκαση νομικού σημείου βάσει της Δ.27 είναι θέμα το οποίο ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία όμως εξασκείται εντός συγκεκριμένων παραμέτρων και σύμφωνα με κάποιες προϋποθέσεις.

 

Κατ’ αρχάς, σχετικό αίτημα μπορεί να εγκριθεί όπου το επίδικο νομικό σημείο είναι τέτοιας φύσης που αν αποφασιστεί θα γύρει την πλάστιγγα επί της ουσίας της αγωγής υπέρ του Αιτητή (βλ. Χατζηοικονόμου v. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1 ΑΑΔ 949).

 

Mόνο αμιγώς νομικά θέματα μπορούν να εκδικαστούν προκαταρκτικά και μόνο «πάνω στη βάση παραδεκτού πραγματικού υπόβαθρου» (βλ. Πιερίδης ν. Kevork Keshishian και άλλων (1996) 1 ΑΑΔ 224 και Αγρόκτημα Λανίτη Λτδ κ.α. v. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.α. (1991) 1 ΑΑΔ 225). Μια τέτοια διαταγή «θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις και όχι στις περιπτώσεις εκείνες που τα εγειρόμενα θέματα, λόγω της ασάφειας των γεγονότων ή του νόμου, θα πρέπει να αποφασιστούν κατά την ακρόαση» (βλ. Χατζηοικονόμου (ανωτέρω) και Κaric Bank D.D. v. X. Αποστολίδης & Σια Λτδ (2001) 1 ΑΑΔ 530). Τα γεγονότα όπως αυτά εκτίθενται στις έγγραφες προτάσεις πρέπει να είναι ικανά να δώσουν πλήρη εικόνα στο Δικαστήριο. Σε περίπτωση όπου χρειάζεται όμως να δοθεί πρόσθετο φως στα γεγονότα με μαρτυρία, είναι ορθότερο όπως η υπόθεση προχωρήσει σε δίκη σύμφωνα με τις πρόνοιες τις Δ.33 (βλ. Paikkos v. Kontomeniotis (1989) 1 CLR 50 και Αnnual Practice 1958 σελ.572).

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση πρωτίστως παραπονιέται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δ.27 και της νομολογίας για έγκριση του αιτήματος. Υποστηρίζει ότι η προδικαστική ένσταση δεν αφορά αμιγώς νομικό θέμα. Αντίθετα, απαιτείται μαρτυρία για αποσαφήνιση των γεγονότων που περιβάλλουν τη συμβατική σχέση μεταξύ των μερών. Ισχυρίζεται ότι υπάρχει δικογραφημένος ισχυρισμός από πλευράς της για σύναψη συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων, χωρίς να της έχει ζητηθεί από την Αιτήτρια να παραθέσει περαιτέρω και καλύτερες λεπτομέρειες σε σχέση με τη φύση της συμφωνίας. Θέση της είναι ότι δε δύναται συμπερασματικά το Δικαστήριο να καταλήξει ότι προκύπτει ως παραδεκτό γεγονός ότι δεν υπάρχει γραπτή συμφωνία μεταξύ τους, βασιζόμενο επί της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων και της πιο πάνω αναφερόμενης δικογράφησης.

 

Πέρα από τα πιο πάνω, προβάλλει ενόρκως τη θέση ότι οι υπηρεσίες που προσέφερε στην Αιτήτρια αφορούσαν δεκατέσσερα ξεχωριστά τμήματα του επίδικου έργου (Τεκμήριο 1), εκ των οποίων η Καθ’ ης η Αίτηση είχε αναλάβει μόνο μέρος των εργασιών (παράγραφος 3 της Έκθεσης Απαίτησης). Οι υπηρεσίες που παρείχε διεκπεραιώθηκαν τμηματικά και η συνολική αξία του κάθε τμήματος δεν ξεπερνούσε το ποσό των 10.000 Λ.Κ..

 

Τέλος, επιχειρηματολογεί ότι μέσω της δικογραφίας, η Αιτήτρια αποδέχεται ότι έλαβε υπηρεσίες από την Καθ’ ης η Αίτηση και ανταπαιτεί επί της συμφωνίας μεταξύ τους συγκεκριμένα πόσα για κατ’ ισχυρισμόν κακοτεχνίες. Αυτό το πλέγμα γεγονότων - κατά την άποψή της - ενισχύει τη θέση της ότι η παρούσα περίπτωση δεν είναι κατάλληλη για προδικαστική εκδίκαση του προτεινόμενου νομικού σημείου.

 

Με όλο τον σεβασμό προς την πλευρά της Αιτήτριας, η εισήγησή της για ξεκάθαρο υπόβαθρο γεγονότων δε με βρίσκει σύμφωνη.

 

Στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης, η Καθ’ ης η Αίτηση, αναφερόμενη στη συμβατική σχέση μεταξύ των δύο μερών, δικογραφεί αυτολεξεί τα ακόλουθα:-

 

«Η Ενάγουσα κατά ή περί τον Μάρτιο του 2018 στην Λάρνακα συμφώνησε με την Εναγόμενη εταιρεία όπως αναλάβει μέρος της ανακαίνισης και/ή μέρος της κατασκευής του Εστιατορίου – Μπάρ με την ονομασία “The Belfry».

 

(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

 

Μελετώντας στη συνέχεια το δικόγραφο της Απάντησης και παρά την έγερση της επίδικης προδικαστικής ένστασης από την Αιτήτρια στην Υπεράσπισή της, και πάλι δεν προκύπτει ξεκάθαρα το είδος της επίδικης συμβατικής σχέσης.

 

Η έλλειψη προσδιορισμού της φύσης της επίδικης συμφωνίας δεν μπορεί απαρέγκλιτα και με ασφάλεια να την κατατάξει ούτε ως προφορική ούτε ως γραπτή. Συνεπώς, το ζήτημα, ως εκ της δικογραφίας, έχει παραμείνει μετέωρο και απαιτεί αποσαφήνιση μέσω μαρτυρίας. Τα πιο πάνω δεδομένα δεν δύναται να διαφοροποιηθούν από  το γεγονός ότι δεν έχει αποκαλυφθεί από την Καθ’ ης η Αίτηση στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων συγκεκριμένο έγγραφο με μορφή γραπτής συμφωνίας. Το Δικαστήριο δε μπορεί να καταλήξει συμπερασματικά ότι προκύπτει ως παραδεκτό γεγονός ότι δεν υπάρχει γραπτή συμφωνία μεταξύ των μερών επί αυτής της βάσης, ως η Αιτήτρια εισηγείται. Η Αιτήτρια φαίνεται να εκλαμβάνει ως δεδομένο ότι η απουσία ρητής αναφοράς σε γραπτή συμφωνία εξισώνεται με δεσμευτική από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση παραδοχή για μη ύπαρξη της, συμπέρασμα που σαφώς δεν μπορεί να εξαχθεί σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, εφαρμόζοντας την πάγια νομολογία για αξιολόγηση τέτοιας φύσεως αιτημάτων. Νοείται ότι αυτό που εξετάζει το Δικαστήριο τη δεδομένη στιγμή δεν είναι η ποιότητα της δικογράφησης της Καθ’ ης η Αίτηση και το αν όφειλε να καταγράψει με περισσότερη σαφήνεια τη φύση της επίδικης σύμβασης, ούτε και το κατά πόσον, υπό τις περιστάσεις, η Αιτήτρια όφειλε να αιτηθεί να της παρασχεθούν περισσότερες και καλύτερες λεπτομέρειες αναφορικά με αυτή την παράμετρο πριν αποφασίσει την προώθηση ή μη της υπό εξέταση αίτησης. Το ζητούμενο είναι εάν προκύπτει ως ξεκάθαρο και αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η αξίωση της Καθ’ ης η Αίτηση εκπορεύεται από συμφωνία η οποία συνομολογήθηκε προφορικά. Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω καταλήγω ότι από το σύνολο των δεδομένων της υπό κρίση περίπτωσης δεν μπορεί εύλογα και με ασφάλεια να εξαχθεί διαπίστωση ότι η επίδικη συμφωνία ήταν πράγματι προφορική (βλ. Malachtou v Armefti and another (1984) 1 CLR 548 και Paikkos ανωτέρω). Συμπερασματικά, απαιτείται η παράθεση μαρτυρίας με σκοπό να ρίξει φως στη φύση της συμφωνίας μεταξύ των μερών, στις συνθήκες συνομολόγησης της και στους όρους που αυτή περιελάμβανε.

 

Το πιο πάνω συμπέρασμα του Δικαστηρίου σφραγίζει το αποτέλεσμα της αίτησης και καθιστά την εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης αχρείαστη.

  

Η Αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα αυτής επιδικάζονται υπέρ της Καθ΄ ης η Αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

                                                                                           ……………………………………  

                                                                   (Υπ.) Α. Θωμά Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.   

   

Πιστό Αντίγραφο   

   

   

Πρωτοκολλητής  

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο