ECLI:CY:EDLEF:2018:A358

EΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Χ. Ι. Πογιατζή, Π.Ε.Δ.

                                                        Αριθ. Αγωγής:  4669/17

 

   RAGA ESTABLISHMENT LTD, από τη Λάρνακα,

ΕΝΑΓΟΥΣΑ

                                  - και –

 

1.XXXXX AKHMETOV, από την Ουκρανία,

2.XXXXX BUGAIOV, από την Ουκρανία,

3. XXXXX KYPRIANOU, από τη Λευκωσία,

4. XXXXX PETRIDES, από τη Λευκωσία,

5. SCM FINANCIAL OVERSEAS LTD, από τη Λευκωσία,

6. SCM HOLDINGS LTD, από τη Λευκωσία,

7. PH PREMIUM HOUSEHOLD LTD, από τη Λευκωσία,

8. PLUSCOM HOLDINGS LTD, από τις Βρετανικές

                                                      Παρθένες Νήσους,

9. SCM (SYSTEM CAPITAL MANAGEMENT) LTD, από τη

                                                                Λευκωσία

10.WATER PROPERTY HOLDINGS LTD, από τις

                                     Βρετανικές Παρθένες Νήσους,

      ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ

 

------------------------------------

 

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, 2017, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ:

 

Ημερομηνία:  6  Ιουνίου, 2018

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια-Ενάγουσα:        Σταύρος Παύλου για Πατρίκιο  Παύλου  και   Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, Μιχάλης Κυριακίδης για Χάρης Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε μαζί με Κατερίνα Φιλιππίδου και Αντώνη  Κυριακίδη.

Για Καθ΄ ου η Αίτηση 1:         Πόλυς Πολυβίου, Γιώργος Μίτλετον        για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ΄ων η Αίτηση 2-4: Γιώργος Τριανταφυλλίδης, Χριστίνα Κότσαπα, Θεόδωρος Οικονόμου για Άντης Τριανταφυλλίδης & Υιοί Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ΄ων η Αίτηση 5-9:   Αλέξανδρος Τσιρίδης, Μάρκος-  Γρηγόριος Δράκος, Αγγελική Χαραλαμπίδη για Κώστας Τσιρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ΄ ης η Αίτηση 10:      Ανδρέας Ερωτοκρίτου, Ανδρέας   Κουάλης, Ιωάννα Μιχαήλ για A.G.  Erotocritou LLC.

           -------------------------------------------------------------

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα Αίτηση, η Αιτήτρια εξαιτήθηκε τις ακόλουθες θεραπείες (αυτούσια):

 

«Α. Παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα του Δικαστηρίου που να απαγορεύει στους Καθ’ ων η Αίτηση ως επίσης και τους υπαλλήλους, αντιπροσώπους και εντολοδόχους αυτών από του να διαθέσουν, πωλήσουν, αποξενώσουν, δωρίσουν, μειώσουν σε αξία ή επιβαρύνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο των Καθ’ ων η Αίτηση ή/ και να επιτρέψουν ή/και προκαλέσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη διάθεση, πώληση, αποξένωση, δωρεά, μείωση της αξίας ή επιβάρυνση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου των Καθ’ ων η Αίτηση, μέχρι την τελική εκδίκαση της Αγωγής με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

    Νοείται ότι για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου (Α) τα περιουσιακά στοιχεία των Καθ’ ων η Αίτηση περιλαμβάνουν:

 

(i)   κάθε περιουσιακό στοιχείο ευρισκόμενο εντός ή εκτός Κύπρου που οποιοσδήποτε Καθ’ ου η Αίτηση κατέχει ή ελέγχει, είτε άμεσα είτε έμμεσα, είτε εξ ολοκλήρου είτε μερικώς και είτε είναι εγγεγραμμένο επ’ ονόματι του είτε είναι εγγεγραμμένο επ’ ονόματι τρίτων φυσικών ή/και νομικών προσώπων τα οποία κατέχουν ή/ και διαχειρίζονται ή/και ελέγχουν αυτό εκ μέρους ή/και για λογαριασμό ή/και ως εμπιστευματοδόχοι έκαστου Καθ’ ου η Αίτηση ή Καθ’ ων η Αίτηση.

 

(ii)  κάθε περιουσιακό στοιχείο ευρισκόμενο εντός ή εκτός Κυπριακής Δημοκρατίας του οποίου ή σε σχέση με το οποίο οποιοσδήποτε Καθ’ ου η Αίτηση είναι ο τελικός δικαιούχος (ultimate beneficiary) ή/και στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο οποιοσδήποτε Καθ’ ου η Αίτηση έχει οποιοδήποτε ιδιοκτησιακό συμφέρον ή/και το δικαίωμα ή/και τη δυνατότητα να διαχειρίζεται αυτό ή να δίδει οδηγίες ως προς τη διαχείριση αυτού ωσάν να είναι δικό του,

 

(iii)   τις μετοχές στο κεφάλαιο και τα περιουσιακά στοιχεία κάθε εταιρεία ή άλλης οντότητας που ανήκει ή/και ελέγχεται (είτε άμεσα είτε έμμεσα) από οποιοδήποτε εκ των Καθ’ ων η Αίτηση, και

(iv) κάθε άλλο περιουσιακό στοιχείο ευρισκόμενο εντός ή εκτός Κύπρου που οποιοσδήποτε εκ των Καθ’ ων η Αίτηση έχει την εξουσία, είτε άμεσα είτε έμμεσα, να διαθέσει ή να διαχειρίζεται ως εάν να ανήκει στον ίδιο ή και το οποίο κατέχεται ή και διατηρείται ή και ελέγχεται από τρίτα πρόσωπα σύμφωνα με οδηγίες προερχόμενες, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από οποιοδήποτε εκ των Καθ’ ων η Αίτηση, συμπεριλαμβανομένου χωρίς περιορισμό οποιουδήποτε λογαριασμού σε οποιαδήποτε τράπεζα ή σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα ή σε οποιονδήποτε επενδυτικό, τραπεζικό, ασφαλιστικό ή άλλο οργανισμό ή σε οποιοδήποτε επενδυτικό, τραπεζικό, ασφαλιστικό ή άλλο σχέδιο (fund) ή σε οποιαδήποτε εταιρεία ή άλλη οντότητα ή σε οποιοδήποτε εμπίστευμα (trust) ή ίδρυμα (foundation) είτε τέτοιος λογαριασμός διατηρείται στην Κύπρο είτε εκτός Κύπρου.

 

(v)  Μεταξύ άλλων και χωρίς περιορισμό, τα περιουσιακά στοιχεία που περιγράφονται στο Παράρτημα Α της παρούσης Αίτησης.

Νοείται περαιτέρω ότι ουδέν των αναφερομένων στην παρούσα παράγραφο (Α) θα εμποδίζει οποιοδήποτε Καθ΄ου η Αίτηση:

(i)   από του να διαθέσει, πωλήσει, αποξενώσει, δωρίσει, μειώσει σε αξία ή επιβαρύνει οποιοδήποτε περιουσιακό του στοιχείο του εάν κατόπιν τέτοιας διάθεσης, πώλησης, αποξένωσης, δωρεάς, μείωσης, ή επιβάρυνσης η συνολική αξία των εναπομεινάντων περιουσιακών του στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη οποιονδήποτε επιβαρύνσεων, θα υπερβαίνει το ποσό των Δολαρίων Η.Π.Α (USD) 820.571.739,71 (ή το ισόποσο σε Ευρώ), ως αξιώνονται με την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή το οποίο αντιπροσωπεύει το ποσό που αξιώνεται από την Ενάγουσα με την αγωγή υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο.

 

(ii)  από του να χρησιμοποιεί ή και να διαθέτει χρηματικό ποσό μέχρι Ευρώ 20.000 μηνιαίως για κάλυψη των δικηγορικών του εξόδων, και

 

(iii)      αν είναι φυσικό πρόσωπο, από του να χρησιμοποιεί ή και να διαθέτει περαιτέρω χρηματικό ποσό μέχρι Ευρώ 20.000 μηνιαίως για κάλυψη των εξόδων διαβίωσης του ή αν είναι εταιρεία να χρησιμοποιεί ή/και να διαθέτει περαιτέρω χρηματικά ποσά μέχρι Ευρώ 20.000 για κάλυψη των εξόδων της που είναι αναγκαία κατά τη συνήθη διεξαγωγή των εργασιών της.

 

Νοείται περαιτέρω ότι τίποτε στην παρούσα παράγραφο Α δεν εμποδίζει τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-10 ή τις θυγατρικές τους εταιρείες από του να συναλλάσσονται ή να διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία στην συνήθη και κανονική διεξαγωγή των εργασιών τους, εντούτοις σε περίπτωση συναλλαγής ή διάθεσης περιουσιακού στοιχείου που υπερβαίνει τα 10 εκατομμύρια Δολάρια Αμερικής σε αξία υποχρεούνται να δίδουν ειδοποίηση στους δικηγόρους της Αιτήτριας τουλάχιστον 7 εργάσιμες μέρες πριν να συνάψουν την εν λόγω συναλλαγή.

Β.   Παρεμπίπτον Διάταγμα του Δικαστηρίου που να   διατάσσει έκαστο Καθ’ ου η Αίτηση όπως εντός 14 ημερών από την επίδοση του σχετικού διατάγματος σε αυτόν, καταθέσει στο Δικαστήριο και παραδώσει πιστό αντίγραφο στους δικηγόρους της Ενάγουσας, ένορκη δήλωση του ιδίου (ή σε περίπτωση εταιρείας, από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο από το Διοικητικό της Συμβούλιο), με την οποία να αποκαλύπτει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία που καλύπτονται από την παράγραφο (Α) ανωτέρω και με την οποία να δίδει πλήρη και λεπτομερή περιγραφή των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, της ταυτότητας, της αξίας τους, του τόπου όπου βρίσκονται, τυχόν επιβαρύνσεις πάνω σε αυτά και γενικά οποιαδήποτε και κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για το σκοπό του εντοπισμού του αντίστοιχου περιουσιακού στοιχείου.

Γ. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ή/και διάταγμα κρίνει δίκαιο και εύλογο υπό τις περιστάσεις το Δικαστήριο.

Δ. Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης πλέον ΦΠΑ».

 

Ως νομική βάση της Αίτησης, η Αιτήτρια επικαλείται τον Περί Δικαστηρίων Νόμο, 14/1960, Άρθρα 21,29-32 και 47, τον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6, Άρθρα 3-9, τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, Δ.48, θθ. 1-4, τη νομολογία, περιλαμβανομένης και της απόφασης T.S.B Private Bank International S.A v Chabra and  Another [1992] 1 W.L.R. 231,  ως επίσης τις αρχές του Κοινοδικαίου (Common Law), το Δίκαιο της Επιείκειας (Equity) και τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Της Αιτήσεως, είχε αρχικά επιληφθεί άλλος Αδελφός Πρόεδρος ο οποίος, κατά το στάδιο της μονομερούς εξέτασής της, εξέδωσε, στις 27/12/2017, Διάταγμα ως το αιτητικό Α, ενώ όρισε για επίδοση το αιτητικό Β. Στις 17/1/2018, υπήρξε μερική τροποποίηση του εκδοθέντος Διατάγματος  ενώ ακολούθησε στις 24/1/2018, εξαίρεση του εν λόγω Προέδρου, αφού διαφάνηκε ότι, είχε επιληφθεί άλλης υπόθεσης της οποίας τα γεγονότα ήταν τα ίδια με αυτά της παρούσας. Η υπόθεση, τότε, τέθηκε ενώπιον άλλου Π.Ε.Δ, ο οποίος εξαιρέθηκε επίσης για τον ίδιο λόγο.

Οι Ενστάσεις

Με την εκδηλωθείσα πρόθεση των Καθ’ ων η Αίτηση να ενστούν στην Αίτηση, όλοι καταχώρισαν στις 15/2/2018 τις Ενστάσεις τους. Οι μεν Καθ’ ων η Αίτηση 2-9, καταχώρισαν κοινή Ένσταση, ενώ οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 10, καταχώρισαν ο καθένας τη δική του, χωριστά.

          Πέραν τούτου, με σκοπό τη συντόμευση της διαδικασίας και για αποφυγή άσκοπων διαδικασιών, όλες οι πλευρές συμφώνησαν στην καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Με βάση αυτή τη συναίνεση, δόθηκε σχετική Άδεια και καταχωρίστηκαν οι ακόλουθες:

(α)     στις 9/3/2018, η Αιτήτρια καταχώρισε Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση,

(β)      στις 21/3/2018, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 καταχώρισε Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση,

(γ)      στις  23/3/2018, οι Καθ’ ων η Αίτηση 2-9 καταχώρισαν Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση,

(δ)      στις 30/3/2018, η Αιτήτρια καταχώρισε νέα Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση,

(ε)      στις 30/3/2018, οι Καθ’ ων η Αίτηση 2-9 καταχώρισαν νέα Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση,

 

          Οι Καθ’ ων η Αίτηση αλληλοκαλύπτονται και αλληλοσυμπληρώνονται από τους λόγους ένστασης των Ενστάσεων που καταχώρισαν και το ίδιο συμβαίνει και από τα σημεία που ήγειραν κατά τις αγορεύσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι με τις αγορεύσεις τους, όλες οι πλευρές κάλυψαν με διεξοδικό και ικανό τρόπο όλα τα σημεία που εγείρονται, τόσο νομικά, όσον  αναφορικά και με τα επίδικα γεγονότα.

 

          Οι βασικοί λόγοι ένστασης των Καθ’ ων η Αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

1.   Δεν ικανοποιείται το δικαιοδοτικό στοιχείο του κατεπείγοντος και/ή υπάρχει αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην έγερση  της παρούσας αγωγής.

 

2.   Υπάρχει μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων.

 

3.   Υπάρχει κατάχρηση διαδικασίας.

 

4.   Η κατατεθείσα εγγύηση είναι ελλειπής και/ή άκυρη και/ή ασύμβατη με τη σχετική νομοθεσία.

 

5.   Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32, του Περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/1960, και της σχετικής νομολογίας.

 

6.   Το Ενδιάμεσο Διάταγμα δεσμεύει και/ή επηρεάζει περιουσιακά στοιχεία η αξία των οποίων υπερβαίνει τη συνολική αξίωση της Αιτήτριας στην αγωγή.

 

Όπως αναφέρεται πιο πάνω, όλες οι πλευρές ανέπτυξαν με ικανό τρόπο τα επιχειρήματά τους. Η μεν πλευρά της Αιτήτριας, κάλεσε το Δικαστήριο να εστιαστεί στην ουσία της επίδικης διαφοράς, που είναι η παράλειψη της Καθ’ ης η Αίτηση 5 να καταβάλει το υπόλοιπο ποσό που οφείλει στην Αιτήτρια και στη μετέπειτα προσπάθεια των Καθ’ ων η Αίτηση 1- 9, με διάφορα τεχνάσματα να υποβοηθήσουν την Καθ’ ης η Αίτηση 5 να μην το καταβάλει. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1-9 συνέτειναν σε μία άνευ προηγουμένου διασκόρπιση τεράστιων περιουσιακών στοιχείων της Καθ’ ης η Αίτηση 5 ούτως ώστε να μην δύναται πλέον να ικανοποιήσει την απαίτηση.

 

Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η Αίτηση ανέπτυξαν τα επιχειρήματά τους  για κάθε ένα λόγο ένστασης, χωριστά. Με συγκεκριμένες αναφορές και όχι  αόριστα, όπως εξάλλου είχαν υποχρέωση, αναφέρθηκαν στην κατ’ ισχυρισμόν καθυστέρηση στην έγερση της απαίτησης και στο αίτημα για έκδοση του επίδικου διατάγματος, στην κατ’ ισχυρισμόν μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων και σε παρατυπίες στη διαδικασία. Υπήρξε επιπρόσθετος ισχυρισμός ότι κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας το εκδοθέν Διάταγμα συντάχθηκε και τέθηκε σε ισχύ προτού η Αιτήτρια καταθέσει την υπό του Δικαστηρίου διαταχθείσα εγγύηση κάτι που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση και, κατά συνέπεια, από μόνο του λόγο ακύρωσης του Διατάγματος.

 

Ισχυρισμοί Αιτήτριας

Οι βασικοί ισχυρισμοί της Αιτήτριας, όπως εμφαίνονται από τις Ενόρκους Δηλώσεις που έγιναν προς υποστήριξη της Αίτησης από την XXXXX Κυρίσαββα, η οποία είναι η μοναδική διοικητική της σύμβουλος, είναι οι ακόλουθοι:

 

1.   Τα αιτούμενα διατάγματα αξιώνονται στα πλαίσια της παρούσας αγωγής με την οποία η Αιτήτρια αξιώνει αποζημιώσεις εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1-9, για σειρά αδικοπραξιών που έχουν διαπράξει σε βάρος της, συγκεκριμένα, αδικοπραξίες που αφορούν σε συνωμοσία με παράνομα μέσα (unlawful means conspiracy), παράνομης επέμβασης (unlawful interference) και πρόκλησης παράβασης σύμβασης (inducement for breach of contract). Οι εν λόγω αδικοπραξίες σχετίζονται με διασκορπισμό των περιουσιακών στοιχείων της Καθ’ ης η Αίτηση 5, με απώτερο στόχο να προξενήσουν βλάβη στην Αιτήτρια.

 

Τα Μέρη

2.   Η Αιτήτρια είναι εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας και εγγεγραμμένο γραφείο στη Λάρνακα. Μέχρι τις 18/12/2013, το όνομά της ήταν Epic Telecom Invest Ltd.

 

3.   Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είναι ο μοναδικός δικαιούχος και το πρόσωπο που ελέγχει τον Όμιλο SCM (“SCM Group”), το μεγαλύτερο βιομηχανικό όμιλο της Ουκρανίας, με έσοδα, το 2016, USD 11.385 δισεκατομμύρια. O Καθ’ ου η Αίτηση 1, θεωρείται ως ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Ουκρανία.

 

4.   Ο Όμιλος SCM, είναι ένα πολύπλοκο και πολυεταιρικό σύμπλεγμα, το οποίο περιλαμβάνει εταιρείες σε διάφορες υπεράκτιες δικαιοδοσίες. Οι Καθ’ ων η Αίτηση 5 – 9, είναι όλες  εταιρείες που ανήκουν στον εταιρικό Όμιλο SCM.

 

5.   Οι Καθ’ ων η Αίτηση 5-7 και 9, είναι εταιρείες που έχουν ιδρυθεί σύμφωνα με τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας και έχουν το εγγεγραμμένο τους γραφείο στη Λευκωσία στην ίδια διεύθυνση, Θεμιστοκλή Δέρβη, Julia House.

 

6.   Η Καθ’ ης η Αίτηση 8, είναι εταιρεία που έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τους νόμους των Βρετανικών Παρθένων Νήσων, με εγγεγραμμένο γραφείο στην εν λόγω χώρα.

 

7.   Στο βαθμό που η Αιτήτρια (Raga) μπορεί να επιβεβαιώσει, οι πιο πάνω εταιρείες έχουν την ακόλουθη σχέση μεταξύ τους:

 

(α)     Η Καθ’ ης η Αίτηση 5 (SCM FO), ανήκει σε μία Ουκρανική εταιρεία που ονομάζεται System Capital Management Ukraine, στην οποία ο τελικός δικαιούχος και το πρόσωπο που ασκεί τον έλεγχο της, είναι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1.

 

(β)      Η Καθ’ ης η Αίτηση 6 (SCM Holdings), φαίνεται να είναι σήμερα η κύρια ιθύνουσα εταιρεία του Ομίλου SCM και να κατέχει την PH Premium. H PH Premium, με τη σειρά της, κατέχει την Καθ’ ης η Αίτηση 8 (Pluscom).

 

(γ)      H Καθ’ ης η Αίτηση 6 (SCM Holdings), κατέχει επίσης την πλειοψηφία στην Καθ’ ης η Αίτηση 9, SCM Capital. To εν λόγω συμφέρον αποκτήθηκε εν μέρει ως αποτέλεσμα της απόκτησης μεριδίου 44.3134% από την Καθ’ ης η Αίτηση 5 το Νοέμβριο, 2014. Οι συνθήκες της μεταβίβασης αυτής, η οποία έλαβε χώρα σε παντελώς υποτιμημένη τιμή, αποτελούν μέρος του υπόβαθρου των αξιώσεων της Raga.

 

(δ)      Η Καθ’ ης 9 η Αίτηση ήταν μια πλήρως θυγατρική εταιρεία της Καθ’ ης η Αίτηση 6, μέχρι και τις 2/8/2017. Τότε η Καθ’ ης η Αίτηση 6 μεταβίβασε προς την Καθ’ ης η Αίτηση 8, 333 μετοχές Κατηγορίας Β, που αντιστοιχούν περίπου σε 1.72% του μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση 9, προς εκπλήρωση υποχρέωσης USD 158.576.695,25, προερχόμενη από ένα δάνειο μεταξύ της Καθ’ ης η Αίτηση 9 και της Καθ’ ης η Αίτηση 8. Οι συνθήκες αυτού του δανείου επίσης αποτελούν μέρος του υπόβαθρου των αξιώσεων της Raga.

 

(ε)      Εξ όσων γνωρίζει η Raga, η Καθ’ ης η Αίτηση 9 είναι επί του παρόντος το βασικό όχημα του Ομίλου SCM και κατέχει κυρίαρχο συμφέρον σε όλα τα κύρια βιομηχανικά στοιχεία του ενεργητικού του Ομίλου SCM.

 

8.   Η Καθ’ ης η Αίτηση 10, Water Property Holdings Ltd, είναι εταιρεία που έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τους νόμους των Βρετανικών Παρθένων Νήσων. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία του Κτηματολογίου της Αγγλίας, είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια 2 διαμερισμάτων στην περιοχή Knightsbridge, μία από τις πιο ακριβές περιοχές του Λονδίνου.

Με την παρούσα αγωγή, δεν προωθείται βάση αγωγής εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 10, όμως η Αιτήτρια αιτείται διατάγματα εναντίον της, γιατί υπάρχει βάσιμη μαρτυρία ότι αυτή κατέχει την πιο πάνω ακίνητη ιδιοκτησία προς όφελος και/ή για λογαριασμό του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είναι ο ωφέλιμος ιδιοκτήτης (beneficial owner) και το πρόσωπο που ασκεί τον πραγματικό έλεγχο της εν λόγω περιουσίας.

 

9.   Οι Καθ’ ων η Αίτηση 2-4, είναι πρόσωπα τα οποία σε κάθε ουσιώδη χρόνο διετέλεσαν και είναι ακόμη διευθυντές διαφόρων εταιρειών οι οποίες ανήκουν στον Όμιλο SCM. Συγκεκριμένα:

 

(α) Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, XXXXX Bugaiov, είναι Ουκρανός πολίτης κάτοικος Ουκρανίας και ήταν καθόλους τους ουσιώδεις χρόνους ένας από τους τρεις Διευθυντές των Καθ’ ων η Αίτηση 5-9.

 

(β) Ο Καθ’ ου η Αίτηση 3, XXXXX Κυπριανού, είναι Κύπριος πολίτης, κάτοικος Κύπρου και ήταν, από τις 11/8/2014, ένας από τους τρεις Διευθυντές των Καθ’ ων η Αίτηση 5-7 και 9.

 

(γ) Ο Καθ’ ου η Αίτηση 4, XXXXX Πετρίδης, είναι Κύπριος πολίτης, κάτοικος Κύπρου και ήταν, από τις 11/8/2014 ένας από τους τρεις Διευθυντές των Καθ’ ων η Αίτηση 5-7 και 9.    

 

      Σύνοψη Γεγονότων

10.  Τον Ιούνιο, 2013, η Καθ’ ης η Αίτηση 5 αγόρασε από την Αιτήτρια, την Ukrtelecom, ένα από τους μεγαλύτερους φορείς τηλεπικοινωνιών σταθερής τηλεφωνίας στην Ουκρανία, έναντι συνολικής τιμής αγοράς USD 886.167.292, η οποία ήταν πληρωτέα σε τρεις δόσεις.

 

11.  Μετά την καταβολή της πρώτης δόσης των  USD 100.000.000 και αφού η δεύτερη δόση είχε καταστεί ληξιπρόθεσμη περί τα τέλη του 2014, η Καθ’ ης η Αίτηση 5 έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα εκποίησης των περιουσιακών της στοιχείων με σκοπό την αποφυγή των υποχρεώσεών της έναντι της Αιτήτριας που απέρρεαν από τη ρηθείσα συμφωνία. Το πρόγραμμα εκποίησης περιλάμβανε και ήταν απότοκο μίας συνωμοσίας με παράνομα μέσα και αριθμού άλλων αδικοπραξιών που διαπράχθηκαν από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9, σκοπός των οποίων ήταν να εμποδίσουν την ικανοποίηση της απαίτησης της Αιτήτριας έναντι της Καθ’ ης η Αίτηση 5, διασφαλίζοντας ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 5 δεν θα είχε πλέον επαρκή περιουσιακά στοιχεία ή ουσιώδη στοιχεία για να ικανοποιήσει τις αξιώσεις της Αιτήτριας. Το πρόγραμμα περιλάμβανε σειρά συναλλαγών σε ονομαστική ή υποτιμημένη τιμή και είχε σκοπό να εξαπατήσει την Αιτήτρια ως πιστωτή, με ενέργειες που παραβίαζαν πρόνοιες του Περί Δόλιων Μεταβιβάσεων Νόμου, Κεφ. 68 και του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

12.    Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι, τα πιο πάνω γεγονότα, τεκμηριώνουν τη διάπραξη των ακόλουθων  αδικοπραξιών από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9:

 (α)    συνωμοσία με παράνομα μέσα (unlawful means conspiracy), με τη συμμετοχή ενός εκάστου από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9,

             (β)  αθέμιτη παρέμβαση (unlawful interference) που διαπράχθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 – 4, και

             (γ)  παράνομη πρόκληση σε παράβαση σύμβασης της Καθ’ ης η Αίτηση 5 η οποία διαπράχθηκε από τον καθένα από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9.

 

13. Ως αποτέλεσμα αυτών των αδικοπραξιών, η Αιτήτρια υπέστη ζημιά στο πλήρες ποσό της διαιτητικής αποζημίωσης ύψους USD 760.566.951,86, πλέον

(i)       USD 55.819.957,76 που αποτελούσε  συμβατικό τόκο μέχρι τις  27/6/2017,

                   (ii)      GBΡ 168.174,30 που αφορούσε σε διαιτητικά έξοδα,

(iii)        USD 4.184.828,29 που αφορούσε σε δικηγορικά, έξοδα , και

(iv)        τόκο επί ποσού USD 760.566.951,86 που είχε καταστεί οφειλόμενος από τις 27/6/2017 στη βάση του επιτοκίου που επιδικάστηκε, το οποίο δεν μπόρεσε να ανακτήσει από την Καθ’ ης η Αίτηση 5.

 

             Έκαστος από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9, είναι υπεύθυνος αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως έναντι της Αιτήτριας για τα πιο πάνω ποσά, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα.

 

 

 

Το Χρέος, οι Διαιτητικές και άλλες διαδικασίες

 

14.    H Public Joint Spock Company (PJSC) Ukrtelecom (η «Ukrtelecom»), είναι ένας από τους μεγαλύτερους παροχείς σταθερής τηλεφωνίας στο κράτος της Ουκρανίας. Προηγουμένως, ανήκε εξ ολοκλήρου στο Ουκρανικό κράτος ενώ το 2011, μέσω διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, το 92.7906% των μετοχών της αποκτήθηκε από την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης  ESU.

 

15.    Στις 3 Ιουνίου 2013, η Αιτήτρια και η Καθ’ ης η Αίτηση 5 συνήψαν Συμφωνία Αγοράς Μετοχών (ΣΑΜ), βάσει της οποίας η Καθ’ ης η Αίτηση 5 συμφώνησε να αγοράσει από την Αιτήτρια, με συνολική τιμή αγοράς USD 886.167.292, το 100% των εκδομένων μετοχών στην UA Telecominvest Ltd, μίας Κυπριακής εταιρείας η οποία κατείχε το 100% των μετοχών στην ESU και έτσι κατείχε έμμεσα το 92.7906% της Ukrtelecom.

 

16.    H ολοκλήρωση της ΣΑΜ, πραγματοποιήθηκε στις 4 Οκτωβρίου, 2013 και η Καθ’ ης η Αίτηση 5 κατέβαλε στην Αιτήτρια την πρώτη δόση της τιμής αγοράς ύψους USD 100.000.000. Η ΣΑΜ προέβλεπε για την καταβολή του υπολοίπου της τιμής  αγοράς για:

 

    (α)  δεύτερης δόσης ύψους USD 121.541.823, πληρωτέα μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 2013, και,

 

    (β)  τρίτης δόσης ύψους USD 664.625.469, πληρωτέας στις ή πριν από τη δεύτερη επέτειο της ημερομηνίας ολοκλήρωσης, δηλαδή μέχρι τις 4 Οκτωβρίου, 2015.

 

17.    Στις 23 Δεκεμβρίου, 2013, η Αιτήτρια και η Καθ’ ης η Αίτηση 5 σύνηψαν πρόσθετη συμφωνία βάσει της οποίας η τιμή αγοράς μειώθηκε από USD 886.167.292 σε USD 860.566.951,86 και κατ’ επέκταση, η δεύτερη δόση  μειώθηκε από USD 121.541.823 σε USD 95.941.482,86, η δε προθεσμία πληρωμής της δεύτερης δόσης παρατάθηκε από τις 31 Δεκεμβρίου, 2013, στις 31 Μαρτίου, 2014 (“η Συμπληρωματική Συμφωνία”). Τη Συμπληρωματική Συμφωνία υπέγραψε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 εκ μέρους της Καθ’ ης η Αίτηση 5.

 

18.    Η ΣΑΜ περιλάμβανε πρόνοια διαιτησίας και, συγκεκριμένα, προέβλεπε τη διεξαγωγή διαιτησίας σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς  Διαιτητικού Δικαστηρίου του Λονδίνου (LCIA).

 

19.    Στις 20 Ιουνίου, 2016, η Αιτήτρια ξεκίνησε διαδικασία διαιτησίας στο LCIA εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 5, με την οποία ζητούσε πληρωμή του υπολοίπου της τιμής πώλησης που προέκυπτε από τη ΣΑΜ. Αυτή η διαδικασία κατέληξε στην έκδοση μίας δεσμευτικής μερικής τελικής διαιτητικής απόφασης (Partial Final Award) ημερ. 26/6/2017 που εκδόθηκε υπέρ της Αιτήτριας και σε βάρος της Καθ’ ης η Αίτηση 5 με την οποία αποφασίστηκε ότι η Αιτήτρια δικαιούται στο σύνολο του ποσού που είχε απαιτήσει, ήτοι USD 760.566.951,86.

 

20.    Περαιτέρω, με μια δεσμευτική τελική διαιτητική απόφαση ημερ. 20/9/2017, που εκδόθηκε υπέρ της Αιτήτριας και σε βάρος της Καθ’ ης η Αίτηση 5 (“Final Award”), η Καθ’ ης η Αίτηση 5 διατάχθηκε να πληρώσει επιπρόσθετα και αμέσως προς την Αιτήτρια τα δικηγορικά έξοδα, τα έξοδα διαιτησίας, συν τόκους.

 

21.    Ενόψει της έκδοσης των Partial Final Award και Final Award, η Αιτήτρια αιτήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας την εγγραφή, αναγνώριση και εκτέλεση των πιο πάνω διαιτητικών αποφάσεων στην Κύπρο με τη Γενική Αίτηση Αρ. 569/2017, η οποία εκκρεμεί.

 

22.    Παράλληλα, η Αιτήτρια προώθησε διαδικασίες έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων στην Αγγλία και στην Κύπρο, τόσο προς υποβοήθηση, όσο και προς εκτέλεση των διαιτητικών αποφάσεων.

 

23.    Τέλος, στις 25 Νοεμβρίου, 2016, η Αιτήτρια καταχώρισε εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 5, αίτηση για εκκαθάριση, η οποία εκκρεμεί.

 

 

Το Σχέδιο και Ενέργειες Αποξένωσης

24.      Η Καθ’ ης η Αίτηση 5 δεν κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό αποζημίωσης δυνάμει των πιο πάνω διαιτητικών αποφάσεων και η Αιτήτρια πιστεύει ότι δεν έχει σκοπό να το πράξει. Γι’ αυτό, από τα τέλη του 2014, όταν η δεύτερη δόση του τμήματος πώλησης της ΣΑΜ ήταν ήδη καθυστερημένη και η Καθ’ ης η Αίτηση 5 ήταν υπερήμερη, η Καθ’ ης η Αίτηση 5 έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αποξένωσης περιουσίας, με σκοπό την αποφυγή των υποχρεώσεων της προς την Αιτήτρια.

 

25.      Το πρόγραμμα εκποίησης περιλάμβανε ενέργειες που έλαβαν χώραν κατόπιν συνωμοσίας με παράνομα μέσα, ως επίσης και άλλες αδικοπραξίες που διαπράχθηκαν από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1-9, σκοπός των οποίων ήταν να εμποδίσουν την ικανοποίηση της Αιτήτριας έναντι της Καθ’ ης η Αίτηση 5, διασφαλίζοντας ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 5 δεν θα είχε πλέον επαρκή περιουσιακά στοιχεία ή ουσιώδη περιουσιακά στοιχεία για να ικανοποιήσει τις αξιώσεις της Αιτήτριας. Το πρόγραμμα περιλάμβανε σειρά συναλλαγών σε ονομαστική ή υποτιμημένη τιμή και είχε σκοπό να προξενήσει βλάβη στην Αιτήτρια ως πιστωτή, με ενέργειες που παραβίαζαν πρόνοιες του Περί Δολίων Μεταβιβάσεων Νόμου, Κεφ. 68 και του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

26.      Στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, Παράγραφος 30, περιγράφονται αναλυτικά τόσο το πρόγραμμα αποξενώσεων, όσο και οι ενέργειες που έλαβαν χώραν στο πλαίσιο της εν λόγω συνωμοσίας, ως ακολούθως (αυτούσια):

 

          30.       Ειδικότερα, το πρόγραμμα αποξενώσεων και οι ενέργειες που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της εν λόγω συνωμοσίας περιλάμβαναν τα ακόλουθα: 

 

30.1.         Τη μείωση των καθαρών περιουσιακών στοιχείων της SCM FO, από US$2,095,139,008 την 31η Δεκεμβρίου 2013 σε έλλειμμα US$ 335,795,210 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014, αφήνοντας την εν λόγω εταιρεία με ανεπαρκή περιουσιακά στοιχεία για να ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις της προς την Raga.

30.2.         Τη μεταβίβαση από την SCM FO στην SCM Holdings το Νοέμβριο του 2014 ποσοστού 44.3134% μιας πολύτιμης συνδεδεμένης εταιρείας, της SCM Capital, Καθ' ής η Αίτηση 9, η αξία του οποίου αποτιμήθηκε στους λογαριασμούς της SCM FO του 2013 σε ποσό πέραν των US$937 εκατομμύρια, έναντι μόλις US$21,323, και τούτο λίγο πριν καταστεί ληξιπρόθεσμη η δεύτερη δόση του τιμήματος αγοράς που θα έπρεπε να καταβληθεί στη Raga.

30.3.         Τη διάθεση από την SCM FO τον Νοέμβριο του 2014 ενός μεριδίου (7,66%) που κατείχε σε άλλη θυγατρική, την PJSC First Ukrainian Bank International (PJSC Πρώτη Διεθνής Ουκρανική Τράπεζα) (First Ukrainian), η οποία συμμετοχή είχε εκτιμηθεί στα US$26.1 εκατομμύρια και το οποίο μερίδιο δόθηκε στην SCM Holdings έναντι μόνο US$16.7 εκατομμυρίων.

30.4.         Την έκδοση μιας κατ' ισχυρισμό μη δεσμευτικής επιστολής ανάληψης υποχρέωσης, εκδοθείσα από την SCM Capital, η οποία χρησιμοποιήθηκε για να διατηρήσει το μύθο της φερεγγυότητας της SCM FO πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2014 και η οποία της επέτρεψε να προβεί στις περαιτέρω πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται κατωτέρω.

30.5.         Την επένδυση $ 150 εκατομμυρίων Δολαρίων Αμερικής από την SCM FO σε μια εταιρεία κέλυφος (shell company) με έδρα τις Βρεττανικές Παρθένες Νήσους (British Virgin Islands), την Pluscom, η οποία εν συνεχεία δάνεισε τα εν λόγω χρήματα στην SCM Holdings χωρίς εξασφαλίσεις.

30.6.         Την επιγενόμενη πώληση της Pluscom από την SCM FO σε μια άλλη συνδεδεμένη εταιρεία, τη ΡΗ Premium, τον Μάιο του 2016, όταν η δεύτερη και η τρίτη δόση του τιμήματος αγοράς, οι οποίες οφείλονταν στην Raga, ήταν και οι δύο ληξιπρόθεσμες και υπερήμερες, μόλις για ποσό US$ 200,000, το οποίο μάλιστα ήταν αναβαλλόμενη αντιπαροχή (deferred consideration).

30.7.         Την καταφρόνηση του δικαστηρίου (contempt of court) από τον κ. Κυπριανού, διευθυντή της SCM FO, η οποία έλαβε χώρα δια της παράλειψης του, μόλις τρεις εβδομάδες μετά που αυτό επεσυνέβη, να αποκαλύψει στην Πρώτη Ένορκη Δήλωση κ. Κυπριανού, το ποσό των US$200,000 που αποτελούσε εισπρακτέο ποσό από την SCM FO και άρα έπρεπε να αποκαλυφθεί ως επίσης και τη σχέση του εν λόγω ποσού αλλά και του ιδίου με την πώληση της Pluscom (αποκάλυψη που, αν γινόταν, θα έφερε σε γνώση της Raga ότι η SCM FO μόλις είχε διαθέσει ένα από τα πιο σημαντικά εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία της έναντι ενός πολύ μικρού κλάσματος της πραγματικής αξίας του).

30.8.         Την μη πειστική εξήγηση που έδωσε η SCM FO για να δικαιολογήσει την ρηθείσα καταφρόνηση, την οποία μάλιστα απέτυχε να θεραπεύσει.

30.9.         Την έντονη αντίσταση της SCM FO στις αξιώσεις της Raga σε διαιτητικές διαδικασίες ενώπιον του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου του Λονδίνου (LCIA), η οποία τελικά κατέρρευσε όταν το LCIA απέρριψε όλες τις υπερασπίσεις και ανταπαντήσεις της SCM FO τον Ιούνιο του 2017.

30.10.     Την παράλειψη της SCM FO να καταβάλει οποιοδήποτε μέρος του Partial Final Award, το οποίο ήταν αμέσως πληρωτέο στις 27 Ιουνίου 2017 και διέτασσε την SCM FO να πληρώσει US$760,566,951.86.

30.11.     Την παράλειψη της SCM FO να καταβάλει οποιοδήποτε μέρος του Final Award, το οποίο ήταν αμέσως πληρωτέο στις 21/9/2017 και στη βάση του οποίου η SCM FO θα έπρεπε να είχε καταβάλει (i) US$ 55,819,957.76 που αποτελούσε συμβατικό τόκο μέχρι τις 27/6/2017, (ii) GBP 168,174.30 που αφορούσε διαιτητικά έξοδα, (iii) US$ 4,184,828.29 που αφορούσε δικηγορικά έξοδα, και (iv) τόκο επί ποσού US$ 760,566,951.86 που είχε καταστεί οφειλόμενος από τις 27 Ιουνίου 2017 στη βάση του επιτοκίου που επιδικάστηκε.

30.12.     Την παράλειψη της SCM FO να καταχωρίσει την ετήσια έκθεση της, η οποία θα έπρεπε να συνοδεύεται και από τις εξελεγμένες οικονομικές καταστάσεις της για το έτος που έληξε το 2015, στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας.

Κατ’ ισχυρισμόν Αδικοπραξίες και Ζημιά που προκαλείται στην Αιτήτρια:

 

27.      Αποτελεί θέση της Αιτήτριας ότι τα πιο πάνω γεγονότα που αφορούν στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 – 9, τεκμηριώνουν την εκ μέρους τους διάπραξη των ακόλουθων αδικοπραξιών:

 

(α)      συνωμοσία με παράνομα μέσα, με τη συμμετοχή ενός εκάστου των  Καθ’ ων η Αίτηση 1-9,

 

(β)      αθέμιτη παρέμβαση που διαπράχθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση  1 - 4,

 

(γ)      παράνομη πρόκληση σε παράβαση σύμβασης της Καθ’ ης η Αίτηση 5, η οποία διαπράχθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση1- 4,6-9.

 

28.    Αποτελεί περαιτέρω θέση της Αιτήτριας ότι, ως αποτέλεσμα αυτών των αδικοπραξιών, υπέστη ζημία που ισοδυναμεί με το πλήρες ποσό της διαιτητικής αποζημίωσης ύψους USD 760.566.951,86, πλέον τόκους και έξοδα, τα οποία δεν θα μπορέσει να ανακτήσει από την Καθ’ ης η Αίτηση 5 και για την οποία έκαστος των Καθ’ ών η Αίτηση 1-9 είναι υπεύθυνος αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως.

 

Κατεπείγον

 

Θεωρώ ορθό όπως πρώτα εξεταστεί αυτό το θέμα αφού η νομολογία επιτάσσει ότι το υπαρκτό του κατεπείγοντος αποτελεί προϋπόθεση για την επίκληση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 9, του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 6, (βλ., μεταξύ άλλων, Resola (Cyprus) Ltd v. Xρίστου (1998) 1 A.A.Δ. 598, Τhe Timberland Co of USA v. Evans and Sons Ltd κ.ά. (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1179, Zein κ.ά. ν. Παράσχος Καμπανελλάς Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 606).

 

Η καθυστέρηση στην καταχώριση μιας αγωγής, δεν πρέπει να επενεργεί ως εμπόδιο στην απόδοση ενδιάμεσης θεραπείας (βλ. Μάρθα Γεωργίου Ηλία Πλακίδη διά του Πληρεξουσίου Αντιπροσώπου αυτής Χαράλαμπου Ιωαννίδη ν. Nomisko Developers Ltd, (2010) 1 (Α) Α.Α.Δ. 577).  Στην υπόθεση αυτή η καθυστέρηση στην καταχώριση της αγωγής ήταν μεν τρία έτη, αλλά η ενδιάμεση θεραπεία δεν αποδόθηκε μονομερώς.

 

        Η κατάσταση είναι διαφορετική σε περιπτώσεις που η ενδιάμεση θεραπεία επιζητείται μονομερώς.  Σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει με βάση το Άρθρο 9(1) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, να «αποδειχθεί το κατεπείγον ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις».  Η καθυστέρηση, εκτός αν επεξηγηθεί επαρκώς, μπορεί να αποβεί μοιραία.  Επίκληση μπορεί να γίνει της υπόθεσης Τσιαντής ν. Ηellenic Bank (Investments) Ltd (2001) 1(Γ) A.A.Δ 2029, 2037-2040, όπου γίνεται μια ευρεία ανάλυση των αρχών και των συνεπειών της καθυστέρησης προσφυγής στη δικαιοσύνη καθώς και της Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(B) A.A.Δ. 788.

 

        Η μεν πλευρά της Αιτήτριας θεωρεί ότι τα γεγονότα που έχει παραθέσει ικανοποιούν το κατεπείγον, κάτι που αμφισβητεί η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι, με την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας και ενόσω αυτή εκκρεμούσε, ξαφνικά, το Μαϊο, 2017, άρχισαν στην Ουκρανία διαδικασίες εκ μέρους της Ουκρανικής Κυβέρνησης, για κρατικοποίηση της Ukrtelecom. To ότι επίκειτο άμεσα η κατάσχεση της  Ukrtelecom σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, η Ukrtelecom είναι ένα από τα μόνα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η Αίτηση 5 καθιστούσε, σύμφωνα με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας, επείγοντα το χαρακτήρα της παρούσας Αίτησης.

 

        Οι ισχυρισμοί που περιλαμβάνονταν στην αρχική Ένορκη Δήλωση της Αιτήτριας ημερ. 19/12/2017, φαίνεται ότι, δεν ικανοποίησαν τον Αδελφό Πρόεδρο ο οποίος εξέτασε αρχικά την Αίτηση στις 21/12/2017, στο θέμα του κατεπείγοντος. Προς τούτο έδωσε άδεια στους Αιτητές να καταχωρίσουν Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση με την οποία συμμορφώθηκαν στις 27/12/2017.

 

        Η παραχωρηθείσα σε εκείνο το στάδιο Άδεια για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης έδωσε λαβή στους Καθ’ ων η Αίτηση να ισχυριστούν αντικανονικότητα στη διαδικασία. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται σφάλμα στη διαδικασία εφόσον το Δικαστήριο, σε κείνο το στάδιο δεν έχει το δικαίωμα, χωρίς να ακούσει τους Καθ’ ων η Αίτηση, να δώσει άδεια για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Το μόνο που δύναται να κάμει το Δικαστήριο σε εκείνο το στάδιο είναι, είτε να εγκρίνει την αίτηση, είτε να διατάξει την επίδοσή της. Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση των Καθ’ ων η Αίτηση. Η Δ.48, θ.4 (2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, αποδίδει στο Δικαστήριο ευρεία διακριτική εξουσία στο να παραχωρεί άδεια για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ακόμη και μετά από προφορικό αίτημα. Δέχομαι ότι στο στάδιο της μονομερούς εξέτασης της αίτησης, ο αιτητής διατηρεί πλεονέκτημα εφόσον κατά τη συζήτηση μπορεί να διαπιστωθούν κενά για τα οποία μπορεί, και πάλι μονομερώς, να απευθυνθεί  στο Δικαστήριο για πλήρωσή τους με συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Το Δικαστήριο δε, μπορεί να αποφανθεί επί της αιτήσεως αφού λάβει υπ’ όψιν και τα γεγονότα που περιλαμβάνονται στην αρχική ένορκη δήλωση αλλά και αυτά της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Αυτό ακριβώς έγινε και στην παρούσα περίπτωση, χωρίς να διαπιστώνεται οποιαδήποτε αντικανονικότητα στη διαδικασία.

 

        Με τη Συμπληρωματική της Ένορκη Δήλωση ημερ. 27/12/2017, η Αιτήτρια αναφέρθηκε σε ενέργειες που προέβη μετά το  Final Award ημερ. 20/9/2017 και μέχρι την καταχώριση της παρούσας αγωγής και Αίτησης, στις 19/12/2017. Θεωρεί δε, όπως αναφέρει στην αγόρευσή της ότι ο χρόνος για το κατεπείγον άρχισε να προσμετρά από την ημερομηνία έκδοσης του Final Award, όταν κατέστη πραγματικά σαφές ότι δεν υπήρχε πρόθεση ικανοποίησης των Διαιτητικών Αποφάσεων και ότι η Αιτήτρια δεν θα εισέπραττε τα ποσά που δικαιούται.

 

        Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η Αίτηση διαπιστώνουν αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώριση της παρούσας Αίτησης. Σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους τα βασικά γεγονότα ήταν γνωστά στην Αιτήτρια για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν επεσυνέβησαν νέα γεγονότα που να δικαιολογούν την καθυστέρηση. Τα ίδια γεγονότα αποτέλεσαν τη βάση για άλλες διαδικασίες τις οποίες καταχώρισε η Αιτήτρια, μάλιστα σε μια απ’ αυτές, τη Γενική Αίτηση 567/17, όταν επιδιώχθηκε  ενδιάμεση θεραπεία και πάλι με μονομερή αίτηση, ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αποφάνθηκε ότι δεν ικανοποιείτο το δικαιοδοτικό στοιχείο του κατεπείγοντος.

 

        Συμφωνώ με τους πιο πάνω ισχυρισμούς των Καθ’ ων η Αίτηση τους οποίους και υιοθετώ. Η ίδια η Αιτήτρια εξάλλου δεν προέβαλε ισχυρισμό ότι γεγονότα που είχαν επισυμβεί παλαιότερα, ήλθαν σε γνώση της μεταγενέστερα. Επομένως δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί η νομική αρχή που αναφέρθηκε στην Aspis Liberty Life Insurance Public Co Ltd v Σιακατίδου Π.Ε 52/10, ημερ. 19/3/2014, ότι δηλαδή ο χρόνος αρχίζει να προσμετρά, όχι όταν επεσυνέβησαν τα γεγονότα που στηρίζουν την απαίτηση, αλλά όταν ο αιτητής λάβει γνώση αυτών.

 

        Σύμφωνα με τους ίδιους τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, από τα τέλη του 2014, η Καθ’ ης η Αίτηση 5 ήταν υπερήμερη και ήταν από τότε που τέθηκε σ’ εφαρμογή το σχέδιο των Καθ’ ων η Αίτηση 1-9 για αποξένωση περιουσιακών στοιχείων της με σκοπό την αποφυγή καταβολής του οφειλόμενου, προς την Αιτήτρια, ποσού. Στη δε Παράγραφο 30 της αρχικής Ένορκης Δήλωσης η οποία παρατίθεται αυτούσια πιο πάνω, περιγράφονται ενέργειες προς το σκοπόν αυτόν, οι οποίες έλαβαν χώραν από το 2014 μέχρι και το Μάιο, 2016. Σε μετέπειτα παραγράφους της ίδιας Ένορκης Δήλωσης, επεξηγούνται λεπτομερώς οι εν λόγω ενέργειες. Η Αιτήτρια δεν προβάλλει ισχυρισμό για άγνοια των πιο πάνω γεγονότων και επιπρόσθετα μπορεί να γίνει επίκληση των Ενόρκων Δηλώσεων ημερ. 28/6/2016 και 7/9/2016 του Λεωνίδα Κυπριανού, Διευθυντή των Καθ’ ων η Αίτηση 5-7 και 9, η οποίες έγιναν στο πλαίσιο της διαιτητικής διαδικασίας στο Λονδίνο. Στις εν λόγω Ένορκες Δηλώσεις, γίνεται αναφορά στα πιο πάνω γεγονότα επεξηγώντας την αντίστοιχη θέση των Καθ’ ων η Αίτηση, γεγονός που αποδεικνύει γνώση τους από πλευράς Αιτήτριας από το Σεπτέμβριο, 2016, το αργότερο.

 

        Κατά συνέπεια, η Αιτήτρια γνώριζε τις ενέργειες των Καθ’ ων η Αίτηση 1-9, οι οποίες, κατά την άποψη της, στοιχειοθετούν το αγώγιμο δικαίωμα στην παρούσα αγωγή, από τουλάχιστον το Σεπτέμβριο, 2016. Ο ισχυρισμός της ότι ο χρόνος για το κατεπείγον πρέπει να αρχίσει να προσμετρά από τις 20/9/2017, ημερομηνία έκδοσης του Final Award, δεν μπορεί να ευσταθήσει. Το χρέος της Καθ’ ης η Αίτηση 5 ήταν υπαρκτό από το 2014 και με τα Partial και Final Awards ημερ. 26/6/2017 και 20/9/2017, απλώς επιβεβαιώθηκε με δικαστική απόφαση. Το αντικείμενο της διαιτητικής διαδικασίας δεν ήταν άλλο από οφειλή δυνάμει της ΣΑΜ, κάτι που είναι διαφορετικό από τα γεγονότα που στοιχειοθετούν το αγώγιμο δικαίωμα στην παρούσα αγωγή αφού αναφέρονται σε παράβαση συμφωνίας και όχι σε μεγάλης κλίμακας συνωμοσία. Επομένως δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση της Αιτήτριας ότι, σε αναμονή της διαιτητικής απόφασης, δεν ήταν εφικτό να εγείρει την παρούσα απαίτηση.

 

        Μάλιστα η ίδια η Αιτήτρια προσπαθεί η διαχωρίσει τα γεγονότα της παρούσας διαδικασίας, η οποία είναι η τελευταία από σειρά άλλων διαδικασιών, από αυτά των άλλων διαδικασιών για να αντικρούσει πιθανούς  ισχυρισμούς για κατάχρηση διαδικασίας με επιδίωξη του ίδιου στόχου με πολλές παράλληλες διαδικασίες. Το Final Award ημερ. 20/9/2017, δεν μετέβαλε, ούτε προσέθεσε ποσώς στο σύνολο των επίδικων γεγονότων της παρούσας υπόθεσης. Ούτε η προτιθέμενη κρατικοποίηση  της Ukrtelecom υποβοηθεί την υπόθεση της Αιτήτριας στο θέμα του κατεπείγοντος εφόσον η πώληση αυτή δρομολογήθηκε με πρωτοβουλία της Ουκρανικής Κυβέρνησης ήτοι τρίτου φορέα, όχι διαδίκου τον οποίο η Αιτήτρια δεν εντάσσει στο πλαίσιο της ευρύτερης, κατ’ ισχυρισμόν, συνωμοσίας.

 

        Υπάρχει ακόμη μια σειρά γεγονότων τα οποία θα μπορούσαν να διαδραματίσουν το δικό τους ρόλο στο θέμα του κατεπείγοντος. Τα εν λόγω γεγονότα περιγράφονται στις Παραγράφους 62-80 της αρχικής Ένορκης Δήλωσης της Αιτήτριας και αφορούν σε συναλλαγές της Καθ’ ης η Αίτηση 8. Συγκεκριμένα, προβάλλεται ισχυρισμός ότι στις 8/12/2014, δάνειο που είχε λάβει η Καθ’ ης η Αίτηση 6 από την Καθ’ ης η Αίτηση 8, αποπληρώθηκε δια της παραχώρησης 333 μετοχών Τάξης Β της Καθ’ ης η Αίτηση 9, που μεταβιβάστηκαν από την Καθ’ ης η Αίτηση 6 προς την Καθ’ ης η Αίτηση 8. Αυτή την ενέργεια, η Αιτήτρια την θεωρεί ότι εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της συνωμοσίας αφού, ενώ το 2014 η Καθ’ ης η Αίτηση 8 είχε λάβει 8.529 τέτοιες μετοχές  για USD 21.323, μετέπειτα μεταβιβάστηκαν 333 μετοχές για ικανοποίηση υπολοίπου δανείου το οποίο ανέρχεται σε περίπου USD 150.000.000.

 

        Οι πιο πάνω συναλλαγές περιπλάκησαν ακόμη περισσότερο με την ανάμειξη και της Καθ’ ης η Αίτηση 7 σε άλλες συναλλαγές. Παρά τη λεπτομερή περιγραφή τους, στην Ένορκη Δήλωση της Αιτήτριας δεν διαφαίνεται πότε έγιναν αυτές οι συναλλαγές. Στην Έκθεση Απαίτησης, Παράγραφος 74, αναφέρεται  ότι η μεταβίβαση των 333 μετοχών έλαβε χώρα στις 2 Αυγούστου, 2017, αλλά ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να αποτελεί μαρτυρία για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.

 

        Υπάρχουν επιδερμικές αναφορές υπό μορφή σύνοψης στις Παραγράφους 12.4 και 30.6 της αρχικής Ένορκης Δήλωσης της Αιτήτριας, αλλά δεν συνδέονται επαρκώς με τα γεγονότα που περιγράφονται στις Παραγράφους 62-80 για να δώσουν ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων. Καμία πλευρά δεν ανέλυσε επαρκώς τα πιο πάνω γεγονότα προφανώς για τους δικούς της σκοπούς. Το Δικαστήριο πρέπει να έχει ενώπιόν του μια σαφή και ολοκληρωμένη εικόνα γεγονότων που να συνδυάζονται μεταξύ τους για να δύναται να τα λάβει υπ’ όψιν.

 

        Με βάση όλα τα πιο πάνω, διαφαίνεται ότι τα βασικά επίδικα γεγονότα που στοιχειοθετούν το αγώγιμο δικαίωμα της Αιτήτριας στην παρούσα αγωγή ήταν γνωστά σ’ αυτήν από τουλάχιστον το Σεπτέμβριο, 2016. Αντ’ αυτού η Αιτήτρια επέλεξε να καταχωρίσει την παρούσα αγωγή και Αίτηση στις 19 Δεκεμβρίου, 2017 δηλ. με καθυστέρηση πέραν του ενός έτους. Επεδίωξε δε την έκδοση, μονομερώς ενδιάμεσων διαταγμάτων. Θεωρώ ότι υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους της.

 

        Δεν μου διαφεύγει η θέση που έχει προβάλει η Αιτήτρια στην αγόρευσή της για «σύγχρονη τάση της νομολογίας», ότι, η καθυστέρηση από μόνη της δεν αποτελεί αυτομάτως και λόγο άρνησης της αίτησης για διάταγμα παγοποίησης. Το βασικό ερώτημα είναι, κατά πόσον, ανεξαρτήτως της καθυστέρησης, παραμένει πραγματικός κίνδυνος αποξένωσης. Η Αιτήτρια επικαλείται την Αγγλική υπόθεση του High Court, Madoff Securities International Ltd v Raven [2011] EWHC 3102 (Comm)  όπου στην Παράγραφο 156, ο Mr. Justice Flaux αναφέρει:

 

        “(1)      The mere fact of delay in bringing an application for a freezing injunction or that is has first been heard inter partes, does not, without more, mean there is no risk of dissipation. If the  court is satisfied on other evidence  that there is a risk of dissipation, the court should grant the order, despite the delay, even if only limited assets are ultimately frozen by it;

 

        Τα ίδια ακριβώς λέχθηκαν και από το Αγγλικό Court of Appeal στην  JSC Mezhdunarodny Promyshlenniy Bank v Pugachev (No.3) [2013] EWCA Civ 906, Παράγραφος 34. Η Αιτήτρια επιπρόσθετα επικαλείται την Κυπριακή απόφαση Commerzbank Auslandsbanken Holding Ag κ.α ν Adeona Holdings Limited, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε6/2014, 27/2/2015, όπου ο Ερωτοκρίτου, Δ, αναφέρει τα ακόλουθα:

 

  «Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση στο θέμα του κατεπείγοντος. Όπου εκδίδεται μονομερώς ένα διάταγμα και στη συνέχεια, αφού ακουστεί και ο εναγόμενος, τεθεί θέμα ότι το διάταγμα δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί μονομερώς, το δικαστήριο θα πρέπει με φειδώ να προχωρεί σε ακύρωση του παρεμπίπτοντος διατάγματος, ιδιαίτερα όταν ο ενάγων δε συνέλαβε και ούτε απέκρυψε οποιαδήποτε στοιχεία ώστε να θεωρεί ότι παραπλάνησε το δικαστήριο για να δεχθεί να εξετάσει  την αίτηση στην απουσία της άλλης πλευράς. Όπως νομολογήθηκε πρόσφατα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Κούππα ν Πουλλά Τσαδιώτη Λιμιτεδ κ.α Πολιτική Έφεση Αρ. 312/10, ημερ. 17/7/2014, όταν εγερθεί θέμα κατεπείγοντος μετά που ακουστεί ο εναγόμενος, το θέμα δεν «θα πρέπει να αφήνεται να καταστρατηγεί το ζητούμενο… και να αποπροσανατολίζει από τον στόχο, αλλά και να εκλαμβάνεται εξ αρχής ως καθήκον του Δικαστηρίου να εξετάζει με προσοχή το υλικό που τίθεται ενώπιον του..» Σχετικές είναι επίσης και οι υποθέσεις Κασπαρή ν Ανδρέου (2004) 1Β ΑΑΔ 784 και Αποστόλου ν Ιωάννου (2012) 1Α ΑΑΔ 604, στις οποίες εκφράστηκαν επιφυλάξεις ως προς την προηγούμενη νομολογία επί του θέματος».

 

Από τα πιο πάνω, τίθεται μία πιο ρεαλιστική και όχι τυπολατρική προσέγγιση, με την οποία συμφωνεί και το παρόν Δικαστήριο. Είναι δε γεγονός, και στο βαθμό αυτό συμφωνώ μερικώς με τους δικηγόρους της Αιτήτριας, ότι τα πιο πάνω αποσπάσματα χαλαρώνουν κάπως το γενικό και άκαμπτο κανόνα ότι η έκδοση συντηρητικού διατάγματος, μονομερώς, αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και παρέκκλιση από το γενικό κανόνα ότι όλα τα μέρη στη διαφορά πρέπει να ακούγονται και δικαιολογείται μόνο, όταν, από την αίτηση και την ένορκη δήλωση του αιτητή αποδεικνύεται ο παράγοντας του κατεπείγοντος ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις. Βλ. Ο Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 6, Άρθρο 9(1), Quality Furniture G.S. Siakola Ltd v Αντωνιάδη κα (2003) 1(Α) ΑΑΔ 327, Αναφορικά με την Αίτηση της Brookemil Ltd (2012) 1 (A) AAΔ.897. Αναφορικά με την Αίτηση της Βαλεντίνας Θεοφάνους (2010) 1 (Α) ΑΑΔ 234. Μάλιστα στην τελευταία αυτήν υπόθεση εκφράστηκε ανησυχία για την ευχέρεια που γίνονται και εγκρίνονται μονομερώς αιτήσεις κάτι που αποτελεί κακή αντίληψη ακόμη και κατάχρηση της σχετικής πρόνοιας, αφού γίνεται κατά παρέκκλιση του κανόνα φυσικής δικαιοσύνης.

 

Όμως η χαλάρωση του κανόνα ο οποίος προνοείται και από τη νομοθεσία, όχι μόνο από τη νομολογία, δεν σημαίνει και ακύρωση του ή ότι παρέχεται δικαίωμα παράκαμψής του. Ούτε αφήνει περιθώρια για αυθαίρετη συμπεριφορά η οποία να δικαιολογεί πολύ μεγάλη καθυστέρηση.

Η μεγάλη καθυστέρηση την οποία επέδειξε η Αιτήτρια, σε συνδυασμό με μη ύπαρξη ισχυρισμού για άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις  πρέπει να οδηγήσουν αναπόφευκτα το Δικαστήριο στο να καταλήξει ότι δεν ικανοποιείται το στοιχείο του κατεπείγοντος. Ούτε αιφνιδιασμός υπήρξε στους  Καθ’ ων η Αίτηση οι οποίοι, σύμφωνα με την ίδια την Αιτήτρια, καταναλώνονταν στον διασκορπισμό των περιουσιακών στοιχείων της Καθ’ ης η Αίτηση 5, αρκετό καιρό (από το 2014), πριν την καταχώριση της παρούσας Αίτησης.

 

Τα πιο πάνω διαπιστώνονται μετά από επανεξέταση του θέματος του κατεπείγοντος αφού εγέρθηκαν οι ισχυρισμοί των Καθ’ ων η Αίτηση με την καταχώριση της Ένστασής τους, κάτι που το Δικαστήριο οφείλει να πράξει. Χαράλαμπος Ανδρέα Κουππά ν Πουλλάς Τσαδιώτης Λτδ, Π.Ε. 312/10, ημερ. 17/7/2014. Κατά συνέπεια, αυτός ο λόγος ένστασης ευσταθεί, γι’ αυτό και το υπό το αιτητικό Α εκδοθέν Διάταγμα, ακυρώνεται.

 

Αιτητικό Β: Διάταγμα Αποκάλυψης

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη αναφορικά με το αιτητικό Α, το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει και το αιτητικό Β αφού αυτό δεν εκδόθηκε μονομερώς  αλλά διατάχθηκε όπως η αίτηση επιδοθεί. Κατά συνέπεια δεν εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις του κατεπείγοντος που ίσχυαν για το αιτητικό Α.

 

Εξετάζοντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς, και αυτό το αιτητικό θα πρέπει να απορριφθεί. Ο λόγος είναι ότι η ίδια η Αιτήτρια το καθιστά επικουρικό προς το Α και εφόσον το αιτητικό Α απορρίπτεται και αυτό το αιτητικό παραμένει άνευ αντικειμένου. Συγκεκριμένα η Αιτήτρια αναφέρει στην αγόρευσή της, Παράγραφος 144, ότι το διάταγμα αποκάλυψης αξιώνεται ως αναγκαία θεραπεία προκειμένου να μπορέσει να ευδοκιμήσει το εκδοθέν Διάταγμα Τύπου Μareva.

 

Η πιο πάνω θέση επιβεβαιώνεται και νομολογιακά αφού στην Aldi Marine Ltd v Rual Trade Ltd κα, Π.Ε. 182 και 184/2012, ημερ. 18/1/2016, ο Ερωτοκρίτου, Δ, ανέφερε σχετικά ότι διατάγματα αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal μπορούν να εκδοθούν ως επικουρικά στις περιπτώσεις που οι πραγματικοί αδικοπραγούντες δεν είναι γνωστοί στον ενάγοντα ή για σκοπούς αστυνόμευσης (policing) του διατάγματος παγοποίησης, ώστε να γνωρίζει ο ενάγων ποία ακριβώς περιουσιακά στοιχεία είχε στην κατοχή του ο εναγόμενος τη δεδομένη στιγμή, για να μπορέσει σε μεταγενέστερο στάδιο να γνωρίζει κατά πόσο υπήρχε συμμόρφωση με το διάταγμα παγοποίησης. Βλ. επίσης Διατάγματα, Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμης, 2016, Κεφάλαιο 9, Διατάγματα Αποκάλυψης σελ. 257-261.

 

Επομένως και το αιτητικό Β είναι έκθετο σε απόρριψη.

 

Κατάληξη

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω, η Αίτηση απορρίπτεται. Το εκδοθέν Διάταγμα, ακυρώνεται.

 

Επιδικάζονται Έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και σε βάρος της Αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.) ……………………….

                                                                 Χ. Πογιατζής, Π.Ε.Δ

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

/ΑΙ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο