ECLI:CY:EDLEF:2018:A494

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 3258/2014

 

Μεταξύ:

XXXX ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Ενάγουσα

Και

 

XXXX ΤΖΙΩΝΗ

Εναγομένου

 

Ημερομηνία: 11 Σεπτεμβρίου, 2018

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κος Σωκράτης Κόκκινος

Για Εναγόμενο: κα Μαρία Κλεάνθους

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Η Aπαίτηση

Με την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή, στην βάση ισχυριζόμενης αμέλειας και/ή παράβασης νόμιμων καθηκόντων, η ενάγουσα επιδιώκει την έκδοση απόφασης εναντίον του εναγομένου για το συνολικό ποσό των €1.750, υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων, ως ζημιά που υπέστη συνεπεία τροχαίου ατυχήματος που επεσυνέβη την 01.10.2012 στην Επαρχία Λευκωσίας, με ενεχόμενα οχήματα, το δικό της και το όχημα του εναγομένου.

Δικογραφημένες θέσεις

Κατά την ενάγουσα, την ρηθείσα ημέρα (01.10.2012), οδηγούσε το όχημα της εντός του ιδιωτικού χώρου στάθμευσης του εμπορικού κέντρου γνωστού ως το THE MALL OF CYPRUS (στο εξής «το Μall»), με σκοπό, να σταθμεύσει τούτο παρά την είσοδο αριθμός 2 του Mall και να αποβιβάσει την θυγατέρα της, η οποία βρισκόταν στη θέση του συνοδηγού. Ενώ οδηγούσε εντός του οδικού δικτύου του χώρου στάθμευσης με κατεύθυνση προς την είσοδο 2 του Mall, το όχημα του εναγομένου, το οποίο ήταν σταθμευμένο στη δεξιά πλευρά του δρόμου, εντός ειδικής - δια σχετικής επί του οδοστρώματος σήμανση - λωρίδας, αφιερωμένης για στάθμευση οδηγών ταξί, χωρίς προειδοποίηση, εντελώς απρόσμενα και απότομα, κινήθηκε διαγωνίως αριστερά, με αποτέλεσμα η αριστερή μπροστινή γωνία του να συγκρουστεί με τη δεξιά πλευρά του οχήματός της, και να προκαλέσει σε αυτό ζημιά ύψους €1.750 (κόστος επιδιόρθωσής του). Είναι η δικογραφημένη θέση της ενάγουσας ότι, αποκλειστική ευθύνη για τη ζημιά που υπέστη το όχημα της φέρει ο εναγόμενος, ο οποίος οδήγησε το όχημα του αμελώς και προκάλεσε το μεταξύ τους ατύχημα.

Στην αντίπερα όχθη, κατά τον εναγόμενο, αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα φέρει η ενάγουσα, η οποία οδηγούσε αφηρημένα, χωρίς να αντιληφθεί την παρουσία του οχήματος του, το οποίο τη δεδομένη στιγμή ήταν ακινητοποιημένο. Κατά τον εναγόμενο, η ενάγουσα στην προσπάθειά της να σταθμεύσει το όχημα της, οδήγησε τούτο με τρόπο που «τρίφτηκε» και/ή ήρθε σε επαφή η δεξιά του πλευρά, αρχικά με τον μπροστινό αριστερό τροχό του οχήματος του και ακολούθως με την αριστερή πλευρά του οχήματος του. Θεωρεί, στη βάση των ανωτέρω, ότι αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα φέρει η ενάγουσα, και κατά συνέπεια, ζητεί την απόρριψη της αγωγής και την καταδίκη της στα έξοδα.

Περιορισμός των επίδικων ζητημάτων

          Με διάφορες δηλώσεις των συνηγόρων, υπό μορφή παραδεκτών γεγονότων, τα επίδικα ζητήματα της αγωγής περιορίστηκαν εις τρόπο, που το μόνο αμφισβητούμενο επίδικο ζήτημα αποτελεί η κρίση επί της ευθύνης των ενεχόμενων οδηγών. Ποιο συγκεκριμένα, στην βάση των διαφόρων δηλώσεων των συνηγόρων, αναντίλεκτης ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας και κοινών θέσεων των μαρτύρων, τα ακόλουθα αποτελούν κοινό έδαφος:

          Το όχημα που οδηγούσε η ενάγουσα ανήκει στην ίδια. Το όχημα που οδηγούσε ο εναγόμενος ανήκει στον ίδιο. Συνεπεία της επαφής των δύο οχημάτων, το όχημα της ενάγουσας υπέστη ζημιά ύψους €1.750, το οποίο αποτελεί το κόστος επιδιόρθωσης των ζημιών που προκλήθηκαν συνεπεία του ατυχήματος. Οι δύο φωτογραφίες που επισυνάπτονται επί του Τεκμηρίου 1, απεικονίζουν τα ενεχόμενα οχήματα στην τελική τους θέση μετά από το ατύχημα (στο εξής «η πρώτη και η δεύτερη φωτογραφία»). Η δεύτερη φωτογραφία, δεικνύει και το εύρος των υλικών ζημιών που υπέστη το όχημα της ενάγουσας. Ως προς το όχημα της ενάγουσας, στην βάση της απεικόνισης της πρώτης φωτογραφίας, τούτο είναι το άσπρο όχημα που βρίσκεται στην δεξιά πλευρά του βορειότερου εμφανούς κόκκινου κώνου, ενώ το όχημα του εναγόμενου, είναι το μαύρο όχημα στην μέση και δεξιά πλευρά της φωτογραφίας. Επίσης, μετά το ατύχημα, και συγκεκριμένα στις 03.10.2012, η ασφαλιστική εταιρεία που παρείχε περιεκτική κάλυψη στην ενάγουσα, απέστειλε το Τεκμήριο 3 (επιστολή) προς την ασφαλιστική εταιρεία που παρείχε κάλυψη στον εναγόμενο, με την οποία ενημέρωνε την τελευταία ότι το όχημα της ενάγουσας βρίσκεται στην κατοχή της (της ενάγουσας) και ότι είναι στην διάθεση της (της ασφαλιστικής εταιρείας) για να επιθεωρηθεί. Κοινό τόπο, αποτελεί επίσης και το ότι, η ενάγουσα, για τις ζημιές που προκλήθηκαν στο όχημα της συνεπεία του επίδικου ατυχήματος, αποζημιώθηκε πλήρως από την ασφαλιστική εταιρεία που της παρείχε περιεκτική κάλυψη και ότι, στη βάση σχετικής εξοφλητικής απόδειξης/έντυπο υποκατάστασης (Τεκμήριο 4), που υπέγραψε προς όφελος της ασφαλιστικής της εταιρείας, νομιμοποίησε τη χρήση του ονόματός της από την εταιρεία αυτή ώστε, να διεκδικήσει η τελευταία αποζημιώσεις από τον εναγόμενο και ότι είναι στα πλαίσια αυτής τους της διευθέτησης που η υπό εξέταση αγωγή κινείται στο όνομα της. Για τα μόλις πιο πάνω αναφερόμενα γεγονότα προβαίνω σε ανάλογα ευρήματα.

Ακροαματική διαδικασία

          Για σκοπούς απόδειξης της υπόθεσής της, η ενάγουσα κατέθεσε ενόρκως, χωρίς να παρουσιάσει οιονδήποτε άλλο μάρτυρα. Με τον ίδιο τρόπο ενήργησε και ο εναγόμενος, ο οποίος ήταν και ο μόνος μάρτυρας που κατέθεσε από πλευράς της υπεράσπισης.

Συνοπτική παράθεση της μαρτυρίας

Η ενάγουσα

          Η ενάγουσα, προώθησε ισχυρισμούς σύμφωνους με τις ποιο πάνω αναφερόμενες δικογραφημένες θέσεις της. Ήταν ο ισχυρισμός της ότι κινείτο σε ευθεία πορεία, κρατώντας το δεξιότερο μέρος του οδικού δικτύου του ιδιωτικού χώρου στάθμευσης του Mall και με μόνη πρόθεση να κατευθυνθεί προς την είσοδο αριθμός 2, ώστε, στην περίπτωση που θα υπήρχε χώρος για να ακινητοποιήσει το όχημα της παρά την είσοδο, να αποβίβαζε την κόρη της. Ενώ κινείτο σε ευθεία πορεία, και χωρίς προηγουμένως να αντιληφθεί οποιαδήποτε προειδοποιητική ένδειξη από πλευράς του οχήματος του εναγομένου, τούτο, απότομα και εντελώς απρόβλεπτα, κινήθηκε διαγωνίως αριστερά, με αποτέλεσμα η μπροστινή αριστερή γωνία του να έρθει σε επαφή με το όχημα της και να του προκαλέσει ζημιά σε όλη περίπου την δεξιά του πλευρά, μιας και η επαφή ήταν συνεχής μέχρι και την απεμπλοκή τους. Στα πλαίσια της μαρτυρίας της, ως Τεκμήριο 1 κατατέθηκε αντίγραφο φιλικής δήλωσης τροχαίου ατυχήματος, όπου, επ’ αυτού, ως επισυναπτόμενο, υπάρχει ένα σχεδιαγράφημα της σκηνής που ετοιμάστηκε από τον λειτουργό της ασφαλιστικής εταιρείας που της παρείχε κάλυψη, ο οποίος επισκέφτηκε την σκηνή του ατυχήματος. Επιπροσθέτως, ως μέρος του Τεκμηρίου 1, υπάρχει καταγεγραμμένη συνοπτική περιγραφή της εκδοχής της ενάγουσας, ως τούτη αναφέρθηκε στον λειτουργό της ασφαλιστικής της εταιρείας που επισκέφτηκε την σκηνή. Τέλος, επί του ιδίου Τεκμηρίου, ως δύο τελευταία επισυναπτόμενα έγγραφα, υπάρχουν οι δύο φωτογραφίες, στις οποίες έγινε αναφορά ανωτέρω κατά την παράθεση των παραδεκτών γεγονότων. Ως Τεκμήριο 2, κατατέθηκε, μέσω της, έντυπο απαίτησης τροχαίου δυστυχήματος, το οποίο συμπλήρωσε και υπέβαλε η ενάγουσα, δέκα ημέρες μετά το ατύχημα, προς την ασφαλιστική εταιρεία που της παρείχε κάλυψη. Σε αυτό, επίσης με συνοπτικό τρόπο, παρατίθεται η εκδοχή της ως προς το πως επεσυνέβη το ατύχημα.

          Παρεμβάλω στο σημείο αυτό για να υποδείξω ότι οι συνοπτικές περιγραφές της ενάγουσας ως προς τις συνθήκες υπό τις οποίες επεσυνέβη το ατύχημα, τόσο επί του Τεκμηρίου 1, όσο και του Τεκμηρίου 2 συμπίπτουν, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη δια ζώσης ενώπιον του Δικαστηρίου εκδοχή της.

Επανερχόμενος στα Τεκμήρια που, μέσω της ενάγουσας, κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, ως Τεκμήριο 3, κατατέθηκε η επιστολή που απεστάλη από την ασφαλιστική εταιρεία που παρείχε κάλυψη στην ενάγουσα προς την ασφαλιστική εταιρεία που παρείχε κάλυψη στον εναγόμενο, στην οποία, επίσης, έγινε αναφορά ανωτέρω κατά την παράθεση των κοινών αποδεκτών γεγονότων. Τέλος, μέσω της ενάγουσας, ως Τεκμήριο 4 κατατέθηκε εξοφλητική απόδειξη/ έντυπο υποκατάστασης, δυνάμει του οποίου τούτη, μεταξύ άλλων, αποδέχθηκε όπως η ασφαλιστική εταιρεία που της παρείχε κάλυψη προβεί σε χρήση του ονόματός της για διεκδίκηση των όποιων δικών της δικαιωμάτων σε σχέση με το επίδικο ατύχημα.

Ο εναγόμενος

          Ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ότι, σε χρόνο πολύ πριν το επίδικο ατύχημα, στάθμευσε το όχημα του στο χώρο στάθμευσης του Mall, ο οποίος χρησιμοποιείται, ανεπίσημα, ως χώρος στάθμευσης οχημάτων ταξί. Ο τρόπος που στάθμευσε τούτο είναι ακριβώς ως αυτό υποδεικνύεται επί της πρώτης φωτογραφίας. Ενώ βρισκόταν εντός του οχήματός του με πρόθεση να το θέσει σε λειτουργία, προτού ωστόσο επιτύχει τούτο, ένιωσε κτύπημα στην αριστερή μπροστινή πλευρά του οχήματος του, το οποίο ήταν το αποτέλεσμα επαφής του οχήματος της ενάγουσας με το ακινητοποιημένο όχημα του. Ακολούθως, ενημερώθηκε από συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο εκτελούσε χρέη φρουρού στην είσοδο 2 του Mall, ότι, μετά το ατύχημα, άκουσε την ενάγουσα να απευθύνεται προς την συνοδηγό της και να της αναφέρει «έφαες με που την γλώσσα και έτο ήντα που πάθαμε».

Νομική πτυχή

Εκείνο που προκύπτει από την πλούσια ομολογουμένως νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι ότι, κατά την οδήγηση, κάθε οδηγός πρέπει να ασκεί προσήκουσα προσοχή και το ερώτημα που εγείρεται ως προς το κατά πόσο ένας οδηγούσε αμελώς είναι κατά πόσο εκπλήρωσε την υποχρέωση του εξασκώντας την απαραίτητη λογική φροντίδα και προσοχή για τα άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν τον δρόμο.  Το εφαρμοστέο κριτήριο για τον έλεγχο αυτό, είναι αντικειμενικό και οι παράμετροι του θα πρέπει να εξετάζονται σε συνάρτηση με την συμπεριφορά ενός συνετού και σώφρονα οδηγού και όχι με την συμπεριφορά ενός τέλειου οδηγού.   Το καθήκον φροντίδας και μέριμνας (Duty of Care) οφείλεται σε κάθε πρόσωπο που λογικά μπορεί να προβλεφθεί ότι μπορεί να επηρεαστεί από τις πράξεις και ή ενέργειες του οδηγού. Για να συγκεκριμενοποιηθεί το απρόσωπα προσδιορισμένο καθήκον κάθε οδηγού προς κάθε πρόσωπο που είναι λογικά δυνατόν να επηρεαστεί από τις πράξεις του πρώτου, θα πρέπει να εξεταστεί στα πλαίσια των γεγονότων της κάθε υπόθεσης έτσι που να διασαφηνιστεί η φύση του καθήκοντος, και στην περίπτωση που διαπιστώνεται τέτοιο καθήκον, κατά πόσο ο οδηγός το έχει εκπληρώσει.  Η πρόβλεψη για σκοπούς του ελέγχου αυτού, συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες και τη λογική συνέπεια. Κάθε οδηγός οφείλει να τηρεί τη δέουσα παρατηρητικότητα, και η αμέλεια είναι συνυφασμένη με το χρόνο, τόπο και άλλες συνθήκες.  Παράλειψη δε, να δει κανείς ότι απλά είναι ορατό ή όπου η πιθανότητα κινδύνου είναι εύλογα αντιληπτή και ο οδηγός παραλείπει να λάβει μέτρα προφύλαξης, αποτελούν αμέλεια, (για μια ενδιαφέρουσα επί του θέματος συζήτηση βλέπε Νικολαίδη ν Οικονομίδη (1963) 2 C.L.R. 78, Κωσταντίνου ν Κατσούρη (1976) 1 C.L.R. 188, Ioannis Charalambous v Police (1982) 1 C.L.R. 134, Portokalides v Police (1987) 2 C.L.R. 86, Σωκράτους ν Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 1, Βίττη ν Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 31, Θεοφάνους v Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 160, Derek Knell v Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 51, Βασιλείου ν Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 202, Παλαιομυλίτης ν Τροχαίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 300, Ξιπτέρα ν Κυπριανού (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1696, Αναστάσης Παύλου ν Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 68, Κουμής ν Χίνη (2000) 1 Α.Α.Δ. 383 και Κυριάκος Αργυρού ν Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 378.

 

            Στο βαθμό που αφορά στα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, έχει αναφερθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι, αν οδηγός οχήματος επιθυμεί να κατευθύνει το όχημα του σε σημείο που αναμενόμενο είναι να κινείται άλλο όχημα, τότε οφείλει, αφενός να προβεί σε σήμα περί της ρηθείσας πρόθεσής του και αφετέρου, να ελέγξει την πορεία των οχημάτων που ενδεχομένως θα επηρεαστούν από την ενέργεια του, ώστε να αποφευχθεί η οποιαδήποτε παρεμπόδιση της πορείας τους. Αν δεν ενεργήσει ως ανωτέρω, και επέλθει σύγκρουση μεταξύ του οχήματός του και του έτερου αυτού οχήματος, τότε η ευθύνη βαραίνει τον ίδιο αποκλειστικά. Για να είναι δυνατό να αποδοθεί έστω και μερική (συντρέχουσα) ευθύνη στον οδηγό του οχήματος που κινείται στον δρόμο προτεραιότητας, θα πρέπει να αποδειχθεί (α) ότι υπό τις περιστάσεις η οδική του συμπεριφορά αποτελούσε κίνδυνο, στον οποίο ο μέσος συνετός οδηγός θα έπρεπε να στρέψει την προσοχή του, και (β) ότι θα έπρεπε να λάβει αποτρεπτικά μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης μέτρα, τα οποία απέτυχε να λάβει. Επ’ ουδενί όμως δεν μπορεί το καθήκον επιμέλειας του οχήματος που κινείται στον δρόμο προτεραιότητας, να επεκταθεί έναντι του κάθε δυνητικού κινδύνου, όταν ο κίνδυνος αυτός μπορεί να προκύψει μόνο συνεπεία αμέλειας του έτερου οδηγού. Ως έχει αναφερθεί «Το καθήκον για επιμελή οδήγηση δεν επεκτείνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων έναντι της πιθανότητας εκδήλωσης αμέλειας από άλλους οδηγούς. Ο νουνεχής οδηγός εύλογα μπορεί να υποθέσει ότι όπως ο ίδιος έτσι και οι άλλοι οδηγοί θα εκπληρώσουν το καθήκον επιμέλειας έναντι των ιδίων και των άλλων οδηγών».  Για μια ενδιαφέρουσα συζήτηση επί του θέματος, σχετικά είναι τα όσα αναφέρθησαν στην υπόθεση Δημητράκης Ζαχαρία κ.α. ν. Παναγιώτας Καραολή (2004) 1Α.Α.Δ. 72, Ιωάννης Παρασκευά Τσολιά ν. Ιάκωβου Χριστοφίδη (2002) 1 Α.Α.Δ. 730, Χριστοδούλου ν. Μπίλλη (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 164, Θρασυβούλου ν. Κουλέρμου κ.α. (1996), 1(Α) Α.Α.Δ. 253 και Κυριάκου ν. Φιλίππου (1992) 1(Α) Α.Α.Δ. 642.

 

Αξιολόγηση μαρτυρίας

Η ενάγουσα

          Η ενάγουσα μου έκανε άριστη εντύπωση ως μάρτυρας και δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι είπε την αλήθεια σε σχέση με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά την επίδικη ημέρα. Ήταν σαφής στις θέσεις που προώθησε. Απαντούσε με άμεσο τρόπο και εκεί που ήταν αναγκαίο, ήταν αρκούντως διαφωτιστική περί των πεπραγμένων. Δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις, ούτε και παρατηρήθηκε, κατά τη διά ζώσης μαρτυρία της, όποια προσπάθεια της για υπεκφυγή. Η ειλικρίνεια της επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι προώθησε ισχυρισμούς, οι οποίοι θα μπορούσαν, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, να κριθούν ως επιβαρυντικοί για την υπόθεσή της. Με δεδομένη την πιο πάνω εντύπωση που αποκόμισα σε σχέση με την ποιότητα της μαρτυρίας της ενάγουσας, τούτη (η μαρτυρία της) γίνεται δεκτή στην ολότητα της.

Ο εναγόμενος

Ο εναγόμενος δεν μου έκανε καθόλου καλή εντύπωση ως μάρτυρας και θεωρώ ότι, επί των σημαντικών, για την κρίση των επίδικων ζητημάτων της παρούσας αγωγής, θεμάτων, δεν είπε την αλήθεια.

Το βασικότερο ζήτημα για την κρίση της παρούσας αγωγής είναι το κατά πόσο, κατά την αδιαμφισβήτητη επαφή των δύο οχημάτων, το όχημα του εναγομένου ήταν εν κινήσει και ειδικότερα διαγωνίως κινούμενο με σκοπό να εξέλθει του σημείου που ήταν σταθμευμένο ή, ως ο ίδιος ισχυρίστηκε, ήταν ακινητοποιημένο χωρίς οποιαδήποτε από πλευράς του ενέργεια για να μετακινηθεί.

Η επί του προκειμένου θέση του ήταν ότι στάθμευσε προηγουμένως το όχημά του ως τούτο εμφαίνεται στην πρώτη φωτογραφία. Στην πρώτη αυτή φωτογραφία, το όχημα του εναγομένου φαίνεται να βρίσκεται ακινητοποιημένο με διαγώνια φορά εις τρόπο που ο μπροστινός αριστερός τροχός και μέρος της μπροστινής αριστερής γωνίας του οχήματος του να βρίσκεται εκτός των ορίων (υπάρχει ειδική σήμανση επί του οδοστρώματος) του χώρου που στάθμευαν τα οχήματα ταξί. Το υπόλοιπο όχημά του, βρίσκεται εντός του συγκεκριμένου αυτού χώρου.

Σύμφωνα πάντα με την εκδοχή του εναγομένου, ένα πρόσωπο που κινείται εξ αρχής εντός αυτού του ειδικά οριοθετημένου χώρου στάθμευσης των ταξί, σε κάποια στιγμή, ακριβώς πριν την είσοδο 2 του Mall, δεν δύναται να συνεχίσει την ευθεία πορεία του, καθότι υπάρχουν τοποθετημένοι πάσσαλοι  με διαγώνια φορά, που αποκόπτουν την ευθεία πορεία διέλευσης και αναγκάζουν τον οδηγό, να κινηθεί πλέον αριστερόστροφα για να εξέλθει του συγκεκριμένου χώρου και να εισέλθει πλέον στο οδικό δίκτυο του χώρου στάθμευσης.

Η περιγραφή του εναγόμενου ως προς τη διαμόρφωση του συγκεκριμένου, ειδικώς διαμορφωμένου (ανεπίσημα, έστω) χώρου στάθμευσης των ταξί (σε κάποιο βαθμό βοηθητική κρίνεται και η πρώτη φωτογραφία), καθιστούν αδύνατη την έξοδο ενός οχήματος από αυτό, χωρίς προηγουμένως να γίνει χρήση (προς τα αριστερά) του τιμονιού, ώστε το όχημα, από την ευθεία πορεία που υποχρεωτικά τηρεί προηγουμένως εντός του ρηθέντος χώρου, να κινηθεί αριστερά για να μη συγκρουστεί με τους πασσάλους και να εξέλθει τούτου.

Τούτη (η περιγραφή του εναγόμενου), οδήγησε το συνήγορο της ενάγουσας στην εξής απορία: πως είναι δυνατόν, υπό αυτές τις περιστάσεις, το όχημα του εναγομένου να είναι ακινητοποιημένο, ως τούτο υποδεικνύεται στην πρώτη φωτογραφία, και δη οι μπροστινοί τροχοί του να μην έχουν κλήση προς τα αριστερά αλλά να είναι σε ευθεία πορεία;

Στην βάση της απορίας του αυτής, έθεσε σχετικό ερώτημα στον εναγόμενο, το οποίο συμπλήρωσε με επιπρόσθετο ερώτημα ως προς το κατά πόσο, προ της πλήρους ακινητοποίησης του οχήματός του, οδήγησε τούτο με την όπισθεν επαναφέροντας τους τροχούς σε ευθεία πορεία. Ο εναγόμενος επιχείρησε να διασκεδάσει τις εύλογες απορίες του συνηγόρου της ενάγουσας, ισχυριζόμενος ότι στάθμευσε στο συγκεκριμένο σημείο κινούμενος προηγουμένως σε ευθεία πορεία, εξού και οι τροχοί του οχήματός του δεν έχουν οποιαδήποτε κλήση. Κρίνω ορθότερο, να παραθέσω αυτούσια τη σχετική συνομιλία του εναγομένου με το συνήγορο της ενάγουσας.

«Ε.     Μπροστά σου όπως ήσουν σταθμευμένος μας είπες ότι είχε κάποια σίδερα.

Α.       Μάλιστα.

Ε.       Πως κατάφερες και πάρκαρες έτσι και ίσια τα ελαστικά σου;

Α.       Οδηγώντας.

Ε.       Επομένως, έβαλες και όπισθεν για να παρκάρεις έτσι;

Α.       Όχι, δεν έβαλα όπισθεν να παρκάρω έτσι, αφού εκινούμουν ευθεία, πάρκαρα ευθεία εκεί, μπορεί να χρειαζόταν όπισθεν όταν θα έφευγα.»

          Και διερωτάται κανείς! Πως είναι δυνατόν ένα όχημα που κινείται σε ευθεία πορεία εντός περιορισμένου, τόσο από δεξιά όσο και από αριστερά χώρου να σταθμεύσει με διαγώνια πλέον φορά χωρίς προηγουμένως να στρίψει το τιμόνι αριστερά.

Είναι πασιφανές ότι, όχι απλά ο εναγόμενος έστριψε το τιμόνι προς τα αριστερά ώστε να οδηγηθεί το όχημα στο σημείο που φαίνεται στην πρώτη φωτογραφία, αλλά, προφανώς, σε κάποιο σημείο, επανέφερε τους μπροστινούς τροχούς του οχήματος σε ευθεία φορά.

Επίσης, ο τρόπος που το όχημα του εναγόμενου είναι ακινητοποιημένο, ως η τελική του θέση μετά το επίδικο ατύχημα, δεν συνάδει με τη λογική συνέχεια της εκδοχής του. Και εξηγώ: αν πραγματικά πρόθεση του εναγόμενου ήταν απλά να σταθμεύσει το όχημα του εντός του ειδικού διαμορφωμένου χώρου που, έστω ανεπίσημα, χρησιμοποιείται ως χώρος αναμονής των οχημάτων ταξί, με σκοπό, όπως ο ίδιος ανέφερε, να συνομιλήσει και να πιει έναν καφέ με τους πρώην συναδέλφους του οδηγούς ταξί, με ποια λογική η στάθμευση αυτή να γίνει με τον τρόπο που φαίνεται στη φωτογραφία 1, και δη εις τρόπο που το μπροστινό μέρος του οχήματός του να εξέρχεται του περιορισμένου αυτού χώρου και να περιορίζει εμφανώς το χώρο διέλευσης των λοιπών οχημάτων που θα επιδιώκουν να βρουν χώρο στάθμευσης στην γύρω περιοχή;

Καμία πειστική ή έστω λογική εξήγηση δεν δόθηκε από τον εναγόμενο για το λόγο που το όχημα θα έπρεπε να ακινητοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο, πόσο μάλλον όταν, κατά τον εναγόμενο πάντα, όταν έφτασε στο σημείο ο χώρος αυτός ήταν κενός, εξού και κατεύθυνε το όχημά του στο κοντινότερο της εισόδου 2 σημείο.

Η πρόθεση του εναγόμενου να ψευσθεί, ήταν έκδηλη, καθόλη τη διάρκεια της διά ζώσης μαρτυρίας του και διακριτή ακόμα και στους εντελώς ασήμαντους ισχυρισμούς του.

Παραδείγματος χάριν, όταν ερωτάτο από τον συνήγορο της ενάγουσας ως προς το γιατί στάθμευσε σε χώρο που χρησιμοποιούν οι οδηγοί ταξί, καθώς επίσης και γιατί το όχημά του έφερε αριθμούς εγγραφής που υποχρεωτικά έφεραν, τα προηγούμενα χρόνια, τα ταξί (τέσσερα γράμματα, τρεις αριθμοί, με πρώτο γράμμα το Τ)[1], ισχυρίστηκε ότι δεν ετίθετο θέμα να εκληφθεί από τον οποιοδήποτε ότι αυτός συμπεριφερόταν ως σαν να ήταν οδηγός ταξί, γιατί, με βάση τη νέα Νομοθεσία, οι οδηγοί ταξί έφεραν κίτρινες πινακίδες και όχι άσπρες, ως το όχημα του. Ωστόσο, από τη φωτογραφία 1 προκύπτει ότι και το όχημα του εναγόμενου, τουλάχιστον στο πίσω μέρος, έφερε κίτρινες πινακίδες.

Ένα άλλο σημείο από την μαρτυρία του εναγόμενου που κρίνω ορθό να σημειώσω στα πλαίσια της ανάγκης αιτιολόγησης της ήδη εκφρασθείσας κρίσης μου ως προς την ποιότητα της μαρτυρίας του, είναι και η απόλυτη ξεκάθαρη θέση του ότι η πρώτη επαφή του οχήματος της ενάγουσας με το όχημα του, έγινε επί του μπροστινού αριστερού τροχού του οχήματος του, και ακολούθως επήλθε η όποια περαιτέρω ενδεχόμενη επαφή του επί του αμαξώματος.

Τούτος ο ισχυρισμός του, παρατηρείται, τόσο στην Υπεράσπιση (παράγραφος 3), όσο και στην γραπτή του δήλωση (παράγραφος 4). Μέχρι και το στάδιο της αντεξέτασής του, η μόνη σαφής αναφορά του ως προς το μέρος του οχήματος του που είχε επαφή με το όχημα της ενάγουσας, προσδιόριζε τούτο ως τον αριστερό μπροστινό τροχό, και καμία άλλη αναφορά υπήρχε που να θέλει άλλο μέρος του οχήματος του να εφάπτεται ή να συγκρούεται με το όχημα της ενάγουσας.

Η θέση του αυτή, διαφοροποιήθηκε, άρδην, μόνο όταν του υπεδείχθη από τον συνήγορο της ενάγουσας ότι ο τροχός του οχήματος του, ως τούτος εμφαίνεται επί της πρώτης φωτογραφίας, βρίσκεται σε ευθεία φορά και σε σημείο που είναι αδύνατη η προγενέστερη επαφή του με το όχημα της ενάγουσας.

Το ακλόνητο και αδιαμφισβήτητο της ρηθείσας υπόδειξης του συνηγόρου της ενάγουσας (στη βάση του περιεχόμενου της πρώτης φωτογραφίας), σε συνδυασμό και με την προγενέστερη εκφρασθείσα θέση του εναγόμενου που θέλει τούτη (τη φωτογραφία 1) να απεικονίζει, επακριβώς, τον τρόπο στάθμευσης και ακινητοποίησης του οχήματος του προ της όποιας επαφής του με το όχημα της ενάγουσας, οδήγησε τον τελευταίο, όχι απλά στο να αποσύρει τον προηγούμενο σαφή ισχυρισμό του περί επαφής του αριστερού μπροστινού τροχού του με το όχημα της ενάγουσας, αλλά και να προωθήσει νέο πλέον ισχυρισμό προσδιοριστικό του ακριβούς σημείου του αμαξώματος του οχήματος του επί του οποίου συγκρούστηκε το όχημα της ενάγουσας. Προσδιόρισε ακόμα και το εύρος των ζημιών που προκλήθηκαν επί του οχήματός του.

Και διερωτάται κανείς, ένας τόσο ουσιώδης ισχυρισμός, πλήρως και απόλυτα διαφωτιστικός των συνθηκών που επεσυνέβη το ατύχημα, πως και δεν προωθήθηκε, είτε στο δικόγραφο της Υπεράσπισης, είτε στη γραπτή του δήλωση κατά το στάδιο της κυρίως εξέτασης;

Δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι η τελευταία αυτή διαφοροποίηση της στάσης του δεν ήταν το αποτέλεσμα της πρόθεσης του να αναφέρει στο Δικαστήριο την αλήθεια δια διευκρινιστικής αναφοράς, αλλά μίας και πάλι προσπάθειάς του να δικαιολογήσει προγενέστερο αναληθή ισχυρισμό του στη βάση πλέον της αδιαμφισβήτητης εικόνας (πρώτη φωτογραφία), που ως ο ίδιος αποδέχθηκε αντικατοπτρίζει  τα πραγματικά δεδομένα τη στιγμή της λήψης της.

Τονίζεται δε, στο σημείο αυτό, ότι, η γραπτή του δήλωση διαβάστηκε μεγαλοφώνως αμέσως μετά την κατάθεσή της ενώπιον του Δικαστηρίου ως Έγγραφο Β (ως μέρος της κυρίως εξέτασής του) και συμφώνησε πλήρως με αυτή. Το γεγονός αυτό, καθιστά τον μεταγενέστερο (κατά το στάδιο της αντεξέτασής του) ισχυρισμό του, περί του ότι η αναφορά του στην γραπτή του δήλωση περί επαφής επί του τροχού του οχήματός του αποδίδεται στον λανθασμένο τρόπο που ο ίδιος περιέγραψε το περιστατικό στην δικηγόρο του, ως συγκρουόμενο με την κοινή λογική.

Και τούτο γιατί, το λογικό και αναμενόμενο ήταν, τουλάχιστον, άμα τη μεγαλοφώνως αναγνώσει του περιεχομένου της γραπτής του δήλωσης να προέβαινε σε διορθωτική αναφορά και όχι να περιμένει να του τεθεί σχετική ερώτηση κατά το στάδιο της αντεξέτασης για να προβάλει ένα τόσο ουσιώδη για τις συνθήκες υπό τις οποίες επεσυνέβη το ατύχημα ισχυρισμό.

Επίσης, λίγο πριν το πέρας της αντεξέτασής του, ισχυρίστηκε ότι η ενάγουσα, προ της επαφής των δύο οχημάτων, κινήθηκε απότομα προς τα δεξιά και προκάλεσε την επαφή των δύο οχημάτων. Ο εν λόγω ισχυρισμός, είναι ουσιωδέστατος για τον προσδιορισμό της ευθύνης για το επίδικο ατύχημα και αναμενόμενο και λογικό είναι ότι, τούτος, αν ήταν όντως αληθής, θα προωθείτο κατά την κυρίως εξέταση και όχι στο στάδιο της αντεξέτασης και υπό τις περιστάσεις που προβλήθηκε.

Επίσης, δεν διαφεύγει του Δικαστηρίου ότι ο ρηθείς ισχυρισμός προβλήθηκε στα πλαίσια της προσπάθειας του εναγομένου να αιτιολογήσει το γιατί δεν υπήρξε επαφή του οχήματος της ενάγουσας από το μπροστινότερο του σημείο - κάτι που θα δικαιολογείτο στην βάση της εκδοχής του εναγομένου - και η έναρξη της επαφής φαίνεται να συμβαίνει στο κάτω μέρος του δεξιού φτερού, και δη σε σημείο που έπεται του μπροστινού δεξιού τροχού του οχήματός της.

Όσον δε αφορά στο γενικό ισχυρισμό του εναγόμενου που θέλει την ενάγουσα να παραδέχεται, προ της αφίξεως στο σημείο του συζύγου της, ότι η ίδια φέρει ευθύνη για το επίδικο ατύχημα, τούτος, (ο υπό συζήτηση ισχυρισμός του), αφενός συγκρούεται με μεταγενέστερο σχετικό ισχυρισμό του σύμφωνα με τον οποίο ουδέποτε η ενάγουσα προέβη σε τέτοιον ισχυρισμό και αφετέρου, προωθήθηκε μόνο στο τελικό στάδιο της αντεξέτασής του, χωρίς ποτέ η ενάγουσα, κατά τη διά ζώσης μαρτυρία της, να βρεθεί αντιμέτωπη με αυτό και να προβάλει τις δικές της θέσεις.

Τέλος, η ευκολία και η τάση του εναγόμενου να προβάλλει ψευδείς ισχυρισμούς απλά γιατί τη δεδομένη στιγμή θεωρεί ότι τούτοι βολεύουν την υπόθεσή του ή τον απαλλάσσουν από ευθύνη που δεν επιθυμεί να αναλάβει, προκύπτει και από άλλο ισχυρισμό που προώθησε κατά το στάδιο της αντεξέτασής του, τον οποίο κρίνω ορθότερο να παραθέσω αυτουσίως, παραθέτοντας συνάμα και την προγενέστερη ερώτηση του συνηγόρου της ενάγουσας ώστε να υπάρχει μία επεξήγηση της βάσης επί της οποίας προωθήθηκε.

          «Ε.     Τι άλλαξε που ήρθε ο άντρας της;

Α.      Ζω στην Κύπρο και γνωρίζω πολύ καλά ως κύπριος την κουλτούρα του κύπριου που επικρατεί. Γνωρίζω ότι εάν ήμουν στην θέση του άντρα της και η γυναίκα μου στο ατύχημα το ίδιο θα έπραττα, θα την συμβούλευα να πει ότι ο άλλος κινήθηκε και την κτύπησε.»

         Δεν χρειάζεται νομίζω να επιχειρηματολογήσω περαιτέρω ως προς την ευκολία, αλλά και τον ενδεχόμενο λόγο που θα οδηγούσε τον εναγόμενο στο να ψευσθεί απλά για να εξυπηρετήσει δικό του συμφέρον.

         Οι μόλις πιο πάνω παρατηρήσεις του Δικαστηρίου δικαιολογούν κατά την γνώμη μου την ήδη εκφρασθείσα κρίση μου ως προς την ποιότητα της μαρτυρίας του εναγομένου, η οποία, κατά συνέπεια, στο βαθμό που συγκρούεται με την ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεκτή μαρτυρία δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

Τελικά ευρήματα

         Στην βάση της πιο πάνω αξιολόγησης της ενώπιόν μου μαρτυρίας, και αποδεχόμενος την μαρτυρία της ενάγουσας, προβαίνω σε ανάλογα με αυτήν ευρήματα, που λόγω της παράθεσης της μαρτυρίας της ανωτέρω, δεν κρίνεται ανάγκη να επαναληφθούν στο σημείο αυτό.

Υπαγωγή γεγονότων που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση στο ποιο πάνω Νομικό πλαίσιο

 

         Έχοντας κατά νου τα τελικά μου ευρήματα, καθώς επίσης και το νομικό πλαίσιο που περιβάλλει την παρούσα αγωγή, κρίνω ότι αποκλειστική ευθύνη για το επίδικο ατύχημα φέρει ο εναγόμενος. Η ενέργεια του να εξέλθει του χώρου στον οποίο βρισκόταν το όχημα του και να οδηγήσει τούτο εντός του οδικού δικτύου, που αναμενόμενο είναι να κινούνται τα οχήματα που καταφθάνουν ή σκοπεύουν να εξέλθουν του χώρου στάθμευσης ή ακόμα που επιθυμούν να εξεύρουν χώρο για να σταθμεύσουν, χωρίς, προφανώς, προηγουμένως να ελέγξει για το ασφαλές της ενέργειάς του αυτής, αποτελεί και τη μόνη αιτία που επεσυνέβη το ατύχημα.

         Δεν διαφεύγει του Δικαστηρίου ότι το σημείο στο οποίο κινείτο η ενάγουσα προ της επίδικης επαφής, ενδεχομένως (δεν διασαφηνίστηκε πλήρως από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία) να ήταν χώρος που αναμενόμενο θα ήταν να κινούνται οχήματα προς την αντίθεση, από την πορεία της, κατεύθυνση. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν διαφοροποιεί, κατά τη γνώμη μου, τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης.

         Και τούτο γιατί, ανεξάρτητα του κατά πόσο το συγκεκριμένο σημείο του οδικού δικτύου αναμενόμενο είναι να τυγχάνει χρήσης από οχήματα που κινούνται από την αντίθετη της ενάγουσας κατεύθυνση, τούτο (το σημείο) δεν έφερε οποιαδήποτε σήμανση (είτε επί του οδοστρώματος, είτε άλλως πως) που να απαγορεύει την διέλευση των οχημάτων που κινούντο στην πορεία που κινείτο η ενάγουσα, καθώς επίσης και αποτελούσε σημείο από όπου, ως και ο ίδιος ο εναγόμενος ανέφερε, λογικό είναι να διέλθει κάποιος με πορεία ως της ενάγουσας, είτε για να σταθμεύσει στο σημείο που βρισκόταν ο εναγόμενος, είτε για να σταθμεύσει έμπροσθεν της εισόδου αριθμός 2, και δη στο χώρο που η ενάγουσα επιθυμούσε να κατευθυνθεί.

         Επίσης, στη βάση πάντα των αναφορών και του ιδίου του εναγόμενου, ο μόνος τρόπος να εισέλθει κάποιος στον υπέργειο χώρο στάθμευσης του Mall (όπου και επεσυνέβη το επίδικο ατύχημα) ήταν διά της δυτικής εισόδου, και δη από εκεί που εισήλθε, τόσον ο ίδιος, όσο και η ενάγουσα. Αμφότεροι δε οδήγησαν εντός του χώρου που αναμενόμενο ήταν, ενδεχομένως, να κινούνται τα οχήματα με αντίθετη από αυτούς κατεύθυνση.

         Ακόμα, πάντα όμως σχετικά με την επί του προκειμένου συζήτηση, καμία εκδοχή από πλευράς του εναγομένου δεν προωθήθηκε που να θέλει την ενάγουσα να φέρει συντρέχουσα αμέλεια στην βάση του γεγονότος ότι οδηγούσε το όχημα της, προ της επαφής των οχημάτων, στο σημείο που προτεραιότητα θα είχαν τα οχήματα που κινούνται με αντίθετη με αυτήν κατεύθυνση, ούτε ότι, κατά τη ρηθείσα, προ της επαφής των οχημάτων, πορεία της προκάλεσε κίνδυνο στο δικό του κινούμενο όχημα.

         Έστω φορτικά σημειώνω εκ νέου ότι, ο εναγόμενος, στη βάση της εκδοχής του, δεν κατεύθυνε το όχημα του προς συγκεκριμένη πορεία θεωρώντας ότι στο συγκεκριμένο σημείο δεν είναι λογικά αναμενόμενο να κινείται όχημα ως πορεία της ενάγουσας, ώστε η σχετική ενέργεια της ενάγουσας να αντικριστεί υπό το πρίσμα της ενδεχόμενης αμελούς συμπεριφοράς της.

         Εν πάση περιπτώσει, για τους λόγους που ανάφερα ανωτέρω, το ενδεχόμενο το όχημα της ενάγουσας να κινείτο στο σημείο που όντος κινείτο ήταν όχι απλά προβλεπτό, αλλά και πλήρως αναμενόμενο, με αποτέλεσμα η ενέργεια του εναγόμενου να κινηθεί προς το μέρος του (είτε λόγω μη ελέγχου είτε λόγω ανεπαρκούς ελέγχου, είτε, τέλος, εν γνώσει του, διακινδυνεύοντας), να κρίνεται ως η αποκλειστική αιτία πρόκλησης του επίδικου ατυχήματος.

         Καμία αποδεκτή μαρτυρία δεν προσφέρθηκε που να θέλει την ενάγουσα να οδηγεί με τρόπο που υπολείπεται του τρόπου που αναμένεται να οδηγεί ο μέσος συνετός οδηγός. Η ενέργειά της να οδηγεί στη δεξιότερη πλευρά δρόμου, για τους λόγους που εξήγησα ανωτέρω, δε αποτελεί λόγο για να της αποδοθεί οποιοδήποτε ποσοστό ευθύνης. Πόσο μάλλον όταν, η ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, ως σημείωσα και ανωτέρω, δεν ήταν πλήρως διαφωτιστική ως προς το κατά πόσο, στο σημείο που οδηγούσε η ενάγουσα, υπήρχε προτεραιότητα διέλευσης οχημάτων με αντίθετη από αυτή πορεία.      

         Συνεπεία των ανωτέρω, εκδίδεται απόφαση υπέρ της ενάγουσας και εναντίον του εναγομένου για το ποσό των €1.750, πλέον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής (εν απουσία δικαιολογίας ως προς το γιατί η αγωγή καταχωρήθηκε 20 και πλέον μήνες μετά το ατύχημα, πόσον μάλλον όταν τίποτα, στην βάση των όσων αναφέρθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν δικαιολογεί μία τέτοια καθυστέρηση), μέχρι εξοφλήσεως.

         Ως προς τα έξοδα, μη έχοντας λόγο να παρεκκλίνω του κανόνα που θέλει τούτα να ακολουθούν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, αυτά επιδικάζονται υπέρ της ενάγουσας και εναντίον του εναγομένου, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.)……………………..

Δ. Θεοδώρου, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

/Μ.Α.Σ.                                                                                    

 



[1] Είχε ήδη παραδεχθεί ότι το όχημα του δεν κατείχε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, άδεια για να χρησιμοποιείται ως ταξί,


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο