ECLI:CY:EDLEF:2018:A644
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Μ. Παπαδοπούλου, A.Ε.Δ.
Όπως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερ. 7.8.2018
Αρ. Αίτησης - Έφεσης:141/18
Επί τοις αφορώσι τον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμο 9/65 ως τροποποιήθηκε
και
Επί τοις αφορώσι τον Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο (ΚΕΦ. 224) ως τροποποιήθηκε
και
Επί τοις αφορώσι την Αίτηση της Businessglobal Expo Online Ltd (HE 25183)
Μεταξύ:
Businessglobal Expo Online Ltd (HE 25183)
Αιτήτριας - Εφεσείουσας
και
Alpha Bank Cyprus Ltd
Καθ’ης η Αίτηση - Εφεσίβλητης
Αίτηση ημερομηνίας 23.4.2018
Ημερομηνία: 28 Σεπτεμβρίου, 2018
Για την Αιτήτρια: κ. Τσεκούρας
Για την Καθ’ης η Αίτηση: κ. Μακρίδης
Με την υπό εξέταση Αίτηση η Αιτήτρια εξαιτείται τα εξής:
«Α. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να ακυρώνει και/ή να παραμερίζει την «Ειδοποίηση προς όλα τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα» Τύπου «ΙΑ» ημερομηνίας 14/03/2018 η οποία απεστάλη από την Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητη δυνάμει του Άρθρου 44Γ(2) του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/1965, όπως τροποποιήθηκε, (η «Ειδοποίηση Τύπου ΙΑ») και/ή την «Ειδοποίηση προς Ενυπόθηκο Οφειλέτη για Διορισμό Εκτιμητή» Τύπο «ΙΒ» η οποία απεστάλη από την Καθ' η Αίτηση - Εφεσίβλητη δυνάμει του Αρθρου 44Δ(2) του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/1965, όπως τροποποιήθηκε, (η «Ειδοποίηση Τύπου ΙΒ») και/ή της διαδικασίας που προβλέπεται από το Μέρος VIA του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/1965 όπως τροποποιήθηκε, αναφορικά με την εκποίηση της υποθήκης υπ' αρ. XXXXX/06 και/ή του πλειστηριασμού και/ή της πώλησης του σχετικού με την υποθήκη υπ' αρ. XXXXX/06 ακινήτου που αναφέρονται πιο κάτω:
Λεπτομέρειες ακινήτων | ||||||
|
Δήμος |
Αριθμός |
Φύλλο |
Τεμάχιο |
Είδος |
Μερίδιο |
Α/Α |
Ενορία |
εγγραφής |
Σχέδιο |
|
ακινήτου |
του |
|
Κοινότητα |
|
Τμήμα |
|
όπως |
ακινήτου |
|
|
|
|
|
περιγράφεται |
που θα |
|
|
|
|
|
στον τίτλο |
πωληθεί |
1. |
Λευκωσία, Στρόβολος Απ. Βαρνάβας και Αγ. Μακάριος, Κάτω Κόκκινες |
0/XXXXX |
30/063Ε2/10 |
XXXXX |
Χωράφι |
1/1 |
λόγω της ακυρότητας και/η παρατυπίας και/ή αντικανονικότητας της Ειδοποίησης Τύπου ΙΑ και/ή της Ειδοποίησης Τύπου ΙΒ και/ή λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση και αποστολή των εν λόγω ειδοποιήσεων και της προώθησης της σχετικής διαδικασίας.
Β. Απαγορευτικό Διάταγμα και/ή Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στην Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητη και/ή σε οποιουσδήποτε αντιπροσώπους και/ή εκπροσώπους και/ή Διευθυντές και/ή πρόσωπα με σχετική εξουσιοδότηση από την Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητη και/ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά τα οποία λειτουργούν κατ' εντολή της Καθ' ης η Αίτηση -Εφεσίβλητης και/ή σύμφωνα με τις οδηγίες και/ή εκ μέρους της και/ή άλλως πως, από το να συνεχίσουν και/ή να λάβουν οποιαδήποτε διαβήματα σχετικά με τη διαδικασία εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου της Αιτήτριας - Εφεσείουσας ως προβλέπεται από το Μέρος VIA του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/1965, όπως τροποποιήθηκε και τα οποία αναφέρονται στην Ειδοποίηση «προς όλα τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα» Τύπου «ΙΑ» ημερομηνίας 14/03/2018 η οποία απεστάλη από την Καθ' η Αίτηση - Εφεσίβλητη, (η «Ειδοποίηση Τύπου ΙΑ») και/ή την «Ειδοποίηση προς Ενυπόθηκο Οφειλέτη για Διορισμό Εκτιμητή» Τύπο «ΙΒ» η οποία απεστάλη από την Καθ' η Αίτηση - Εφεσίβλητη δυνάμει του Άρθρου 44Δ(2) του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/1965, όπως τροποποιήθηκε, (η «Ειδοποίηση Τύπου ΙΒ») και/ή να εκκινήσουν και/ή να επαναρχίσουν οποιαδήποτε διαδικασία κατά της Αιτήτριας - Εφεσείουσας, εκποίησης του σχετικού Ενυπόθηκου Ακινήτου της Αιτητριας-Εφεσείουσας.
Γ. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να ακυρώνεται και/ή να παραμερίζεται η ημερομηνία εκποίησης της υποθήκης υπ' αρ. Υ9035/06 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας και/ή του πλειστηριασμού και/ή της πώλησης του σχετικού με την υποθήκη υπ' αρ. Υ9035/06 ακινήτου που αναφέρεται πιο κάτω:
Λεπτομέρειες ακινήτων | ||||||
|
Δήμος |
Αριθμός |
Φύλλο |
Τεμάχιο |
Είδος |
Μερίδιο |
Α/Α |
Ενορία |
εγγραφής |
Σχέδιο |
|
ακινήτου |
του |
|
Κοινότητα |
|
Τμήμα |
|
όπως |
ακινήτου |
|
|
|
|
|
περιγράφεται |
που θα |
|
|
|
|
|
στον τίτλο |
πωληθεί |
1 |
Λευκωσία, Στρόβολος Απ. Βαρνάβας και Αγ. Μακάριος, Κάτω Κόκκινες |
0/XXXXX |
30/063Ε2/10 |
XXXXX |
Χωράφι |
1/1 |
ήτοι η 18/10/2018, τα οποία αναφέρονται στις προαναφερόμενες ειδοποιήσεις και τα οποία επιβαρύνονται με την προαναφερόμενη υποθήκη προς όφελος της Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητης, για το ποσό των ΕΥΡΩ 174.922,71 με τόκο 7,5% ετησίως επι του ποσού των ΕΥΡΩ 173.548,79 από την 07/02/2018.
Δ. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάζεται η Καθ'ης η Αίτηση να προβεί σε όλα τα απαιτούμενα διαβήματα για ακύρωση της διαδικασίας που ξεκίνησε με την Ειδοποίηση Τύπου ΙΑ και Τύπου ΙΒ και του Πλειστηριασμού και της ημερομηνίας 18/10/2018.
Ε. Διάταγμα και/ή απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να δηλώνεται και/ή να κηρύττεται ότι διαδικασία να προώθησης του πλειστηριασμού του πιο πάνω αναφερόμενου ακινήτου της Αιτήτριας - Εφεσείουσας δυνάμει των προνοιών μέρους VIA του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/65 Αρθρα 44Α-44Δ, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και/ή ότι η Καθ'ης η Αίτηση κωλύεται δια της συμπεριφοράς του και/ή λόγω πολλαπλότητας διαδικασιών και/ή λόγω κατάχρησης διαδικασιών από του να προωθούν την παρούσα διαδικασία».
Η Αίτηση – Έφεση στηρίζεται στον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Ν.9/1965ως τροποποιήθηκε αρ. 27, 37, 44(1) και (2), 44 Α (4), 44Β(1), (2) και (2α), 44Γ (1), (2) και (3), 44Δ (2) 44 (ΙΓ), 44(ΙΔ), 51, στα Μέρη VI και VIA, στον Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμος (ΚΕΦ.224) αρ. 80, στον περί Δικαστηρίων Ν.14/1960, στους περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Προστασία Αγοραστών) Κανονισμούς του 2015 (Κ.Δ.Π. 298/2015), στους περί Ακίνητου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς του 1956 (622/1956), στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48 Θ.Θ. 1-7, 9 και Δ.55 Θ.Θ. 1-4, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6, στα αρ.6.1 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στα αρ. 23 και 30,2 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και στην σχετική επί του θέματος Νομολογία, στην σύμφυτη εξουσία, τη γενική πρακτική και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Με την Αίτηση – Έφεση προβάλλονται οι ακόλουθοι Λόγοι Έφεσης:
«1. Δεν μπορούν να συνυπάρξουν και/ή να εκκρεμούν ταυτόχρονα και/ή να εξελίσσονται παράλληλα, η διαδικασία εκποίησης και/ή πλειστηριασμού ενυπόθηκων ακινήτων ως προβλέπεται από το Μέρος VIA του Νόμου Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων 9/1965 ως τροποποιήθηκε (ο «Νόμος») και εκκρεμοδικία Αγωγής και/ή σχετικής Αγωγής και/ή δικαστικής διαδικασίας η οποία αφορά το επίδικο ακίνητο και/ή το ίδιο ενυπόθηκο ακίνητο και/ή τους ίδιους διαδίκους.
2. Η προσβληθείσα ειδοποίηση Τύπος «ΙΑ» είναι άκυρη ή και δέον όπως ακυρωθεί ή και παραμεριστεί από το Δικαστήριο διότι το ποσό που αξιώνει η Καθ' ης η Αίτηση Εφεσίβλητη Τράπεζα - ενυπόθηκος δανειστής είναι εσφαλμένο ή και αυθαίρετο ή και είναι αποτέλεσμα καταχρηστικών ή και αόριστων ή και παράνομων και άκυρων όρων των συμφωνιών πιστωτικών διευκολύνσεων ή και των συμφωνιών δανείου και των Εγγράφων Υποθήκης και των Συμβάσεων και Δηλώσεων της επίδικης Υποθήκης με αρ. XXXXX/06του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λευκωσίας.
3. Οι προϋποθέσεις για την προώθηση της διαδικασίας του Μέρους VIA του Νόμου είναι ουσιαστικά και νομικά ανεφάρμοστες στην παρούσα περίπτωση διότι εκκρεμούν οι αγωγές υπ' αριθμό XXXXX/2015 και XXXXX/2015 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αναφορικά με την επίδικη σύμβαση και δήλωση υποθήκης και/ή το επίδικο δάνειο και/ή πιστωτική διευκόλυνση που αυτή καλύπτει και η οποία καταχωρήθηκε από την Καθ' ης η Αίτηση/Εφεσίβλητη Τράπεζα και την εγκυρότητα και/ή το αξιούμενο ποσό και/ή τη νομιμότητα τους η Αιτήτρια - Εφεσείουσα αμφισβητεί.
4. Οι προϋποθέσεις για την προώθηση της διαδικασίας του Μέρους VIA του Νόμου είναι ουσιαστικά και νομικά ανεφάρμοστες στην παρούσα περίπτωση διότι εκκρεμούν οι αγωγές υπ' αριθμό XXXXX/2015 και 4039/2015 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αναφορικά με το ισχυριζόμενο οφειλόμενο υπόλοιπο που αναφέρθηκε στην ειδοποίηση τύπου «I» και/ή στην ειδοποίηση «ΙΑ» και/ή στην ειδοποίηση «ΙΒ» που απεστάλη από την Καθ' ης η αίτηση - Εφεσίβλητη στην Αιτήτρια -Εφεσείουσα.
5. Το κατ' ισχυρισμόν οφειλόμενο από την Αιτήτρια - Εφεσείουσα ποσό που σκοπείται και/ή ζητείται να εισπραχτεί με την διαδικασία εκποίησης και/ή πώλησης του επίδικου ακινήτου, δεν οφείλεται και/ή δεν είναι αποκρυσταλλωμένο αν όντως οφείλεται και/ή αμφισβητείται με τις αγωγές που εκκρεμούν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας υπ' αρ. XXXXX/2015 και XXXXX/2015.
6. Η ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» δεν έχει δεόντως επιδοθεί στην Αιτήτρια - Εφεσείουσα, δυνάμει του άρθρου 44 Γ 2 και 44 Γ 3(β) του Μέρους VIA του Νόμου.
7. Σε περίπτωση που δεν εκδοθούν τα εκζητούμενα με την παρούσα Διατάγματα και η Καθ'ης η αίτηση - Εφεσίβλητη αφεθεί να προχωρήσει απρόσκοπτα με την παρούσα διαδικασία για εκποίηση και/ή πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου η Αιτήτρια θα αποστερηθεί του δικαιώματος της σε απόλαυση των καρπών της ενδεχόμενης επιτυχίας της υπεράσπισης της και θα αποστερηθούν του δικαιώματος της για αποτελεσματική θεραπεία και/ή θα οδηγήσει σε παραβίαση των δικαιωμάτων της Αιτήριας - Εφεσείουσας για δίκαιη δίκη το οποίο διασφαλίζεται από το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή από τα Άρθρα 6,1 και/ή 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
8. Τα άρθρα 44Α και 44Γ(3) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965 (9/1965) ως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 87(Ι)/2018, δεν έχουν αναδρομική ισχύ επί. της παρούσας αίτησης-έφεσης της Αιτήτριας ημερομηνίας 23/04/2018 και δεν εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση.
Τα άρθρα 44Α και 44Γ(3) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965 (9/1965) ως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 87(Ι)/2018, αλλά και οποιαδήποτε τυχόν αναδρομικότητα του προαναφερόμενου άρθρου 44Γ(3), η οποία κατ' ισχυρισμό προκύπτει από το προαναφερόμενο άρθρο 44Α, επί της αίτησης-έφεσης της Αιτήτριας που έχει ήδη καταχωριστεί πριν από τις 13/07/2018 που ο Νόμος 87(Ι)/2018 έχει τεθεί σε ισχύ ήτοι στις 23/04/2018, είναι παράτυπα και/ή αντισυνταγματικά και/ή παραβιάζουν τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα της Αιτήτριας και ειδικότερα το δικαίωμα της στην δίκαιη δίκη και/ή της πρόσβασης στην δικαιοσύνη και/ή του δικαιώματος ακροάσεως όπως διασφαλίζεται από το άρθρο 30 του Συντάγματος και το άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί Προασπίσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Η αρχική Αίτηση – Έφεση συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση στην οποία προβαίνει ο κ. XXXXX Καϊσης εκ των διευθυντών της Αιτήτριας o οποίος αναφέρει ότι οι Ειδοποιήσεις Τύπου ΙΑ και ΙΒ ουδέποτε επιδόθηκαν στην Αιτήτρια απλώς απεστάλησαν από την Καθ’ης η Αίτηση και παραλήφθησαν από τον ίδιο, η δε Ειδοποίηση Τύπου ΙΒ είχε παραλήπτη τον ίδιο και όχι την Αιτήτρια. Αναφορικά με τις πιστωτικές διευκολύνσεις στις οποίες αφορά και η υποθήκη του ακινήτου εναντίον του οποίου στρέφεται η διαδικασία εκποίησης, εκκρεμεί η αγωγή αρ. XXXXX/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην οποία η Αιτήτρια έχει καταχωρήσει Υπεράσπιση ισχυριζόμενη μεταξύ άλλων την ύπαρξη υπερχρεώσεων και ανατοκισμών που καθιστούν την κατάσταση λογαριασμού η οποία στάληκε μαζί με την Ειδοποίηση Τύπου Ι ελλιπή και ατεκμηρίωτη.
Πέραν των πιο πάνω ο ομνύοντας αναφέρει ότι την 6.2.2018 ανέλαβε ως δικηγόρος της Αιτήτριας το γραφείο Στέλιος Αμερικάνος & Σια ΔΕΠΕ πρόθεση των οποίων είναι η καταχώρηση ανταπαίτησης στην αγωγή. Η Αιτήτρια, συνεπώς, κινδυνεύει να χάσει το ακίνητο της χωρίς να της δοθεί η ευκαιρία να ακουστεί η δική της υπόθεση, πράγμα που αντίκειται κατά την άποψη του στο δικαίωμα αυτής για αποτελεσματική προσφυγή στο Δικαστήριο και δίκαιη δίκη δικαιώματα τα οποία διαφυλάσσονται από το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Μετά από άδεια του Δικαστηρίου η Αιτήτρια καταχώρησε συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση την 14.8.2018 της κας XXXXX Επιφανίου, εκ των δικηγόρων της Αιτήτριας, η οποία αφορούσε στους λόγους έφεσης που προστέθηκαν μετά την τροποποίησης της Αίτησης. Αφού κάνει αναφορά στην δημοσίευση του Ν87(Ι)/18 ο οποίος τροποποίησε τον Ν9/65 και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα την 13.7.2018, επισημαίνει ότι η Αίτηση – Έφεση ερείδεται επί του Ν9/65 όπως αυτό ίσχυε πριν από τον Ν87(Ι)/18. Τα κριτήρια, όμως, για την έγκριση της έχουν αλλάξει ώστε να μην απαιτείται πλέον η ύπαρξη καταχωρημένης αγωγής. Αφενός εισηγείται ότι ο Ν87(Ι)/18 δεν έχει αναδρομική ισχύ σχετικά με αιτήσεις – εφέσεις που έχουν ήδη καταχωριστεί διότι η φράση «οποιαδήποτε διαδικασία» στο αρ. 44Α δεν περιλαμβάνει και την αίτηση – έφεση με την οποία αιτήτρια επιδιώκει τον παραμερισμό της διαδικασίας εκποίησης. Όπως λέει η κα Επιφανίου ο καινούργιος Νόμος εφαρμόζεται αναδρομικά μόνο σε διαδικασία εκποίησης που ξεκίνησε με την αποστολή επιστολών πριν την τροποποίηση του. Αφετέρου η κα Επιφανίου προβάλλει τη θέση ότι, εάν ο Ν87(Ι)/18 ερμηνευτεί αναδρομικά, αυτό θα ισοδυναμεί με παραβίαση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων της Αιτήτριας τα οποία προστατεύονται από το αρ. 30 του Συντάγματος και το αρ. 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτό επειδή κατά την καταχώριση της Αίτησης – Έφεσης τα κριτήρια ήταν διαφορετικά με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να τα ικανοποιούσε κατά τον χρόνο καταχώρισης αλλά να μην τα ικανοποιεί πλέον αφού δεν είχε εκδοθεί παρεμπίπτον διάταγμα. Επιπλέον η τροποποίηση αυτή περιορίζει το δικαίωμα της Αιτήτριας να προσφύγει στο Δικαστήριο καθότι απαιτείται όπως αυτός πρώτα καταχωρήσει αγωγή, στο πλαίσιο αυτής καταχωρήσει αίτηση για παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα το οποίο να εγκριθεί και το οποίο μετέπειτα να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την καταχώρηση αίτησης – έφεσης.
Η Καθ’ης η Αίτηση καταχώρησε τροποποιημένη Ένσταση στην Αίτηση την 31.8.2018 η οποία στηρίζεται στον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμο 9/65 ως έχει τροποποιηθεί αρ. 5, 27, 36, 44 Α - 44ΙΑΑ, 44ΚΣΤ και παραρτήματα αυτού, στους Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Κανονισμούς, ΚΔΠ 185/2015, στον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο, Κεφ. 224, στους Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς, στα αρ. 2, 21, 29, 31 και 32 του Νόμου 14/1960, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.1, Δ.32, Δ.38, Δ.39, Δ.48, Δ.64, στους γενικούς κανόνες επιεικείας, στη διακριτική ευχέρεια, στην πρακτική και τις συμφυείς εξουσίες του Σεβαστού Δικαστηρίου. Σε αυτήν προβάλλονται 17 λόγοι ένστασης τους οποίους και κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιους:
«1. Η Αίτηση έχει καταχωρηθεί εκπρόθεσμα και όχι εντός της προθεσμίας η οποία καθορίζεται από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και/ή μετά την παρέλευση της εκ του Νόμου προβλεπόμενης προθεσμίας.
2. Η Αίτηση πάσχει και/ή είναι αβάσιμη και αστήρικτη καθ' ότι δεν έχει καταχωρηθεί από τον Παραλήπτη-Διαχειριστή αυτής, κ. XXXXX Αβραάμ, και/ή η καταχώρηση της παρούσα Αίτησης δεν έχει εγκριθεί και/ή γίνει από τον Παραλήπτη-Διαχειριστή, κ. XXXXX Αβραάμ, που είναι το μόνο πρόσωπο το οποίο έχει εξουσία και/ή δικαιοδοσία να ασκεί τις εμπορικές και/ή επιχειρηματικές δραστηριότητες της Αιτήτριας, συμπεριλαμβανομένης της έναρξης δικαστικών διαδικασιών όπως η παρούσα, και/ή που είναι το μόνο πρόσωπο το οποίο έχει την εξουσία να δεσμεύει την Αιτήτρια.
3. Η Αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη και αστήρικτη και/ή δεν συνοδεύεται από έγκυρη και/ή νόμιμη και/ή νομότυπη ένορκη δήλωση και/ή από ένορκη δήλωση ατόμου εξουσιοδοτημένου από τον Παραλήπτη-Διαχειριστή της Αιτήτριας κ. XXXXX Αβραάμ.
4. Η Αίτηση πάσχει καθ' ότι δεν συνοδεύεται από έγκυρη και/ή νομότυπη ένορκη δήλωση και/ή για τον λόγο ότι ο ενόρκως δηλών κ. XXXXX Καΐσης, δεν μπορεί και/ή δεν έχει την εξουσία και/ή αρμοδιότητα και/ή εξουσιοδότηση να δεσμεύει την Αιτήτρια και/ή καθ' ότι ο ενόρκως δηλών κ. Καϊσης, δεν έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως από τον Παραλήπτη-Διαχειριστή, κ. XXXXX Αβραάμ, να προβεί στην συνοδευτική της Αίτησης ένορκη δήλωση.
5. Η νομική βάση της Αίτησης πάσχει και/ή δεν στοιχειοθετούνται και/ή δεν συντρέχουν οι λόγοι που εξαντλητικά προβλέπει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για καταχώρηση Αίτησης Έφεσης εναντίον της Ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ», ήτοι:
(α) Η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις,
(β) η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί,
(γ) η ειδοποίηση έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή,
(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου.
(ε) έχει εκδοθεί προστατευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διατάγματα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου
(στ) ο ενυπόθηκος οφειλέτης του οποίου η συμμετοχή εγκρίνεται στο σχέδιο "ΕΣΤΙΑ για αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων" ή σε οποιαδήποτε άλλο κυβερνητικό σχέδιο επιδότησης πιστωτικής διευκόλυνσης, νοουμένου ότι αυτός αποδέχεται και τηρεί τη συμφωνία και τις πιστωτικές του υποχρεώσεις όπως προκύπτουν από το εν λόγω σχέδιο.
6. Οι Ειδοποιήσεις Τύπου «ΙΑ» και «ΙΒ» έχουν δεόντως επιδοθεί σύμφωνα με τον νενομισμένο τύπο και με το ορθό περιεχόμενο, σε πλήρη συμμόρφωση με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, η επίδοση τους συνιστά «καλή επίδοση» και η διαδικασία ακολουθείται ορθά και νομότυπα, σε πλήρη συμμόρφωση με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
7. Οι Αιτητές ερμηνεύουν εσφαλμένα τις διατάξεις του Νόμου 9/1965 και/ή δεν ερμηνεύουν ορθά τις διατάξεις του Ν. 9/1965 και σε συνάρτηση με το σκοπό του νομοθέτη και/ή επιδιώκει να παραπλανήσει το Δικαστήριο ως προς την ορθή νομική ερμηνεία του εν λόγω νόμου.
8. Η ύπαρξη προγενέστερης πολιτικής αγωγής δεν εμποδίζει την Τράπεζα από το να προχωρήσει με πλειστηριασμό του ενυπόθηκου ακινήτου και/ή οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας δεν εμποδίζουν την Τράπεζα από το να προωθήσει τη διαδικασία πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου με οιονδήποτε τρόπο επιλέξει και ως εκ τούτου δεν λαμβάνει χώρα καμία κατάχρηση των διαδικασιών εκ μέρους της Τράπεζας.
9. Η αμφισβήτηση της νομιμότητας και της εγκυρότητας των συμβάσεων πιστωτικών διευκολύνσεων και/ή υποθηκών και/ή του οφειλόμενου χρέους μέσω καταχώρησης Υπεράσπισης σε πολιτική αγωγή δεν αποτελεί λόγο ακύρωσης της διαδικασίας πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου βάσει των διατάξεων του Μέρους VIA του Ν. 9/1965 και/ή δεν αποτελεί «αγωγή» εν τη εννοία του Νόμου και/ή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «αγωγή» για σκοπούς παραμερισμού της διαδικασίας ιδιωτικού πλειστηριασμού.
10. Η απόφαση πλειστηριασμού του ενυπόθηκου ακινήτου είναι εύλογη και η διαδικασία πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου ακολουθήθηκε από την Τράπεζα με βάση τις δυνατότητες που της παρέχει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ασκώντας τα εκ του Νόμου προβλεπόμενα δικαιώματα της. Ως εκ τούτου δεν λαμβάνει χώρα καμία κατάχρηση της διαδικασίας και/ή ασέβεια και/ή περιφρόνηση του Δικαστηρίου και/ή καταπάτηση των δικαιωμάτων των Αιτητών.
11. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί καθ' ότι τυχόν επιτυχής της έκβαση θα αποστερήσει την Τράπεζα από την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων της, καταστρατηγώντας το σκοπό του τροποποιηθέντος νομοθετικού πλαισίου Ν. 9/1965.
12. Η αγωγή που εκκρεμεί μεταξύ των διαδίκων αποτελεί ανεξάρτητη και διακριτή διαδικασία, χωρίς να επηρεάζεται καθ' οιονδήποτε τρόπο από την πορεία και/ή έκβαση της διαδικασίας πλειστηριασμού.
13. Η Τράπεζα δεν καταστρατηγεί το δικαίωμα της Αιτήτριας να υπερασπιστεί εαυτόν στην αστική διαδικασία μέσω της διαδικασίας εκποίησης και δεν έχει λάβει κανένα μέτρο εκτέλεσης εν αγνοία της Αιτήτριας. Αντιθέτως, ο ισχύων Νόμος παρέχει δικαίωμα υποβολής Έφεσης και κατ' επέκταση ακρόασης στον ενυπόθηκο οφειλέτη, σε περίπτωση που διαφωνεί με τη διαδικασία εκποίησης. Εν πάση δε περιπτώσει, ο ομνυών δεν επεξηγεί με ποιο τρόπο καταστρατηγείται το Συνταγματικό του δικαίωμα, καθώς λαμβάνει μέρος σε όλες τις εκκρεμούσες διαδικασίες, επομένως δεν αποσείει το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού του. Χωρίς περιορισμό των ανωτέρω, σε περίπτωση πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου, το απαιτούμενο βάσει της αγωγής XXXXX/15 ποσό, θα μειωθεί, επομένως ακόμα και σε περίπτωση δικαστικής απόφασης που θα διατάττει την καταβολή χαμηλότερου ποσού η Τράπεζα δύναται να αποζημιώσει την Αιτήτρια.
14. Η Αίτηση είναι ανεπαρκής, γενική και αντιφατική και ουδόλως παρουσιάζει οιονδήποτε λόγο για τον οποίο θα πρέπει να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα.
15. Ο τροποποιητικός Νόμος 87(Ι)/2018 έχει ξεκάθαρα αναδρομική ισχύ και οι πρόνοιες αυτού υποχρεωτικά εφαρμόζονται στα γεγονότα της παρούσας περίπτωσης και/ή το γράμμα του τροποποιητικού Νόμου 87(Ι)/2018 καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι πρόθεση και σκοπός του Νομοθέτη ήταν να προσδώσει αναδρομική ισχύ στις πρόνοιες του Νόμου.
16. Ο τροποποιητικός Νόμος 87(Ι)/2018 ενεργεί και έχει ισχύ έναντι όλων και η θέση και ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι ο τροποποιητικός νόμος δεν εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας Αίτησης-Έφεσης αλλά σε άλλες είναι εντελώς αβάσιμη.
17. Δεν προκύπτει καμία παραβίαση του Συντάγματος από τις πρόνοιες του τροποποιητικού Νόμου 87(Ι)/2018 και/ή δεν πληρούνται οι αρχές ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων και εν πάση περιπτώσει ο έλεγχος της συνταγματικότητας της νομοθεσίας δεν είναι απαραίτητος για την διεκπεραίωση της Αίτησης-Έφεσης».
Η αρχική Ένσταση συνοδεύετο από Ένορκη Δήλωση στην οποία προέβη ο κ. XXXXX Αργυρίδης Λειτουργός στο Τμήμα Εκποιήσεως και Αξιοποίησης Ενυπόθηκων Ακινήτων της Καθ’ης η Αίτηση, ο οποίος παρέθεσε τα γεγονότα που προηγήθηκαν της διαδικασίας εκποίησης. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι η Καθ’ης παραχώρησε κατά καιρούς τραπεζικές διευκολύνσεις στην εταιρεία AB Alpha Operations Ltd προς εξασφάλιση των οποίων ενεγράφη από την Αιτήτρια η υποθήκη με αρ. XXXXX/06 επί του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/XXXXX για ποσό €73.469,86 πλέον τόκους. Ένεκα καθυστερήσεων αποπληρωμής των πιστωτικών διευκολύνσεων η Καθ’ης η Αίτηση την 27.3.2015 τερμάτισε τις σχετικές συμφωνίες και καταχώρησε την αγωγή με αρ. XXXXX/15. Η αγωγή XXXXX/15 δεν αφορά την επίδικη υποθήκη. Ακολούθως αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες του Ν9/65 και να ξεκινήσει την διαδικασία πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου μέσω ιδιωτικού πλειστηριασμού. Το χρέος παραμένει οφειλόμενο. Την 14.2.2018 επιδόθηκαν στους διευθυντές της Αιτήτριας οι Ειδοποιήσεις Τύπου Ι και Θ και την 22.3.2018 οι Ειδοποιήσεις Τύπου ΙΑ και ΙΒ.
Είναι η θέση του Ενόρκως Δηλούντα ότι η Αίτηση είναι εκπρόθεσμη αφού θα έπρεπε να είχε καταχωριστεί εντός 30 ημερών από την επίδοση της Ειδοποίησης Τύπου ΙΑ, ήτοι μέχρι την 20.4.2018. Περαιτέρω η υπό εκδίκαση Αίτηση καταχωρίστηκε από τους Διευθυντές της Αιτήτριας και όχι τον Παραλήπτη – Διαχειριστή αυτής κ. XXXXX Αβραάμ. Από την στιγμή που αυτός έλαβε γνώση αλλά δεν έλαβε οποιαδήποτε ενέργεια ώστε να αμφισβητήσει την έναρξη της διαδικασίας πλειστηριασμού η Αίτηση είναι παράτυπη, παράνομη και άκυρη και ως τέτοια θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς καν το Δικαστήριο να εισέλθει στην ουσία των Λόγων Έφεσης, αφού μετά τον διορισμό Παραλήπτη – Διαχειριστή οι διευθυντές δεν έχουν κανένα κατάλοιπο εξουσίας παρά μόνο για την αμφισβήτηση του διορισμού του.
Πέραν των πιο πάνω ο κ. Αργυρίδης εισηγείται ότι η μόνη Ειδοποίηση που είναι εφέσιμη είναι η Τύπου ΙΑ και αυτή για περιορισμένους συγκεκριμένους λόγους. Στην υπό εκδίκαση περίπτωση οι Ειδοποιήσεις Τύπου ΙΑ και ΙΒ επιδόθηκαν νομότυπα, συντάχθηκαν στον σωστό τύπο και με το σωστό περιεχόμενο και σε αυτές αναγράφεται το ορθό ποσό, ενώ επιδόθηκαν μετά τη λήξη της προθεσμίας των 30 ημερών από την επίδοση των Ειδοποιήσεων Τύπου Ι και Θ. Η Καθ’ης η Αίτηση δεν καταστρατηγεί το δικαίωμα της Αιτήτριας να υπερασπιστεί τον εαυτό της στην αγωγή, η δε Καθ’ης η Αίτηση μπορεί να την αποζημιώσει αν αυτό χρειαστεί.
Μετά την καταχώρηση της τροποποιημένης Αίτησης ο κ. Αργυρίδης προέβη σε νέα Ένορκη Δήλωση προς υποστήριξη της τροποποιημένης Ένστασης. Σε αυτήν επαναλαμβάνει τα όσα ανέφερε στην αρχική του Ένορκη Δήλωση και επιπλέον κάνει αναφορά στον Ν87(Ι)/18 και στα όσα αυτός επέφερε ως τροποποιήσεις του βασικού Νόμου. Εισηγείται ότι δεν ευσταθεί κανένας από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο Νόμο λόγους ακύρωσης των Ειδοποιήσεων Τύπου ΙΑ και ΙΒ. Ειδικότερα είναι η θέση του ότι αυτές επιδόθηκαν τόσο στον κ. Καϊσή υπό την ιδιότητα του ως διευθυντής της Αιτήτριας όσο και στον κ. XXXXX Αβράαμ Παραλήπτη – Διαχειριστή της Αιτήτριας. Συντάχθηκαν με το σωστό περιεχόμενο και τύπο και αναγράφουν το ορθό ποσό. Δεν υπάρχει κανένας ισχυρισμός ενώπιον του Δικαστηρίου περί ύπαρξης εν ισχύ απαγορευτικού διατάγματος ή διατάγματος δυνάμει του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων Νόμου ή περί έγκρισης της συμμετοχής της Αιτήτριας στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ.
Όσον αφορά στην Ένορκη Δήλωση της κας Επιφανίου ο κ. Αργυρίδης εισηγείται ότι οι πρόνοιες του Ν87(Ι)/18 δεν παραβιάζουν και εναρμονίζονται πλήρως με τις πρόνοιες του Συντάγματος. Είναι η θέση του ότι δεν είναι καν απαραίτητη η απάντηση επί του θέματος για την διεκπεραίωση της υπό εκδίκαση Αίτησης – Έφεσης αλλά και ότι οι εισηγήσεις περί αντισυνταγματικότητας παραμένουν σε θεωρητικό επίπεδο. Με τις εισηγήσεις της η Αιτήτρια θεωρεί ότι η επιτυχία της στην Αίτηση – Έφεση ήταν σίγουρη, ενώ δεν ήταν. Θεωρεί ότι οι διατάξεις του Ν87(Ι)/18 εφαρμόζονται πλήρως στην υπό εκδίκαση περίπτωση και από την στιγμή που δεν έχει εκδοθεί παρεμπίπτον διάταγμα η Αίτηση – Έφεση είναι άκυρη εξ υπαρχής και αβάσιμη. Η δε θέση της κας Επιφανίου ότι περιορίζονται τα δικαιώματα της Αιτήτριας για προσφυγή στο Δικαστήριο δεν ευσταθεί αφού και με το Ν9/65 ως ίσχυε πριν την πρόσφατη τροποποίηση απαιτείτο η καταχώρηση αγωγής.
Η ακρόαση της Αίτησης περιορίστηκε σε αγορεύσεις στο πλαίσιο των οποίων αμφότεροι οι συνήγοροι υποστήριξαν τις πιο πάνω θέσεις τους. Συγκεκριμένη αναφορά σε επιμέρους εισηγήσεις αυτών θα γίνει πιο κάτω στην παρούσα όπου κριθεί αναγκαίο.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ευπαίδευτοι συνήγοροι αγόρευσαν σε διάφορα στάδια ένεκα της τροποποίησης στο ενδιάμεσο του Ν9/65. Με την αρχική τους αγόρευση ημερ. 16.7.2018 αμφότεροι πραγματεύτηκαν τα ζητήματα του κατάλοιπου εξουσίας στους διευθυντές εταιρείας μετά τον διορισμό Παραλήπτη – Διαχειριστή και του εκπρόθεσμου της καταχώρισης της υπό εκδίκαση Αίτησης – Έφεσης. Πέραν των νομικών θεμάτων, το βασικό επιχείρημα επί της ουσίας στο στάδιο εκείνο ήταν η εκκρεμότητα των αγωγών αρ. XXXXX/15 και XXXXX/15.
Με τις αγορεύσεις τους ημερ. 25.7.2018 οι συνήγοροι προέβησαν στις εκατέρωθεν εισηγήσεις τους ως προς την αναδρομική εφαρμογή του Ν87(Ι)/18. Θέση της Αιτήτριας ήταν ότι ο Ν87(Ι)/18 δεν έχει αναδρομική ισχύ ενώ διαφορετική ερμηνεία καθιστά τον εν λόγω Νόμο αντισυνταγματικό. Αντίθετη ήταν η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τους Καθ’ων η Αίτηση ο οποίος εισηγήθηκε ότι στο λεκτικό του τροποποιητικού Νόμου ρητά αναφέρεται ότι αυτός έχει αναδρομική ισχύ με αποτέλεσμα οι πρόνοιες τού να τυγχάνουν εφαρμογής και στα γεγονότα της υπό εκδίκαση Αίτησης – Έφεσης. Τέλος, αγορεύοντας την 10.9.2018, οι συνήγοροι ανέπτυξαν τις θέσεις τους όσον αφορά στην Συνταγματικότητα του Ν87(Ι)/17.
Για σκοπούς πρακτικότητας θεωρώ ορθό όπως εξεταστεί αρχικά το ότι η Αίτηση – Έφεση έχει καταχωριστεί από τους Διευθυντές της Αιτήτριας και όχι τον Παραλήπτη – Διαχειριστή αφού αυτό επηρεάζει και άλλες εγειρόμενες πτυχές. Από τη Νομολογία διαφαίνεται ότι ο διορισμός Παραλήπτη – Διαχειριστή αναστέλλει μεν τις εξουσίες των Διευθυντών εταιρείας, αυτοί όμως διατηρούν κατάλοιπα εξουσιών. Εκείνο που πρέπει να εξεταστεί είναι το κατά πόσο η προώθηση της υπό εκδίκαση Αίτησης εμπίπτει εντός των εξουσιών αυτών που διατηρούν οι Διευθυντές.
Αμφότεροι οι συνήγοροι παρέπεμψαν στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση για άδεια καταχώρησης Prohibition του Νίνου Α. Χατζηρούσου (υπό την ιδιότητα του ως Παραλήπτης της εταιρείας Y. Liasides Developers Ltd) (2011) 1 A.A.D.1703 στην οποία υπάρχει ενασχόληση με το θέμα. Κρίνω χρήσιμη την παράθεση του σχετικού αποσπάσματος:
«Όσον αφορά την ίδια την ουσία της αίτησης για λήψη άδειας, δεν διαπιστώνεται να υπάρχει καν συζητήσιμη εκ πρώτης όψεως υπόθεση, διότι παρόλο που δεν καταχωρήθηκαν τα ίδια τα ομόλογα κυμαινόμενης επιβάρυνσης ώστε να διαπιστωθεί εξ αυτών η επακριβής εμβέλεια του ρόλου του αιτητή στην υπό εξέταση αίτηση, εντούτοις ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του όχι μόνο ως παραλήπτη («receiver»), (ως φαίνεται στον τίτλο της καταχωρηθείσας αίτησης), αλλά και ως διαχειριστή («manager») (παρ. (α) όνομα και περιγραφή της ιδιότητας του και παρ. Γ(α) της Έκθεσης και παρ. 1, 11, 12, 15, 26 και 27 της ένορκης δήλωσης). Παρόλο που δεν προσφέρεται η επίδικη αίτηση για μια σε βάθος ανάλυση επί των εξουσιών του παραλήπτη-διαχειριστή, μπορεί να λεχθεί ότι σύμφωνα με τα συγγράμματα Pennington: Company Law, 3η έκδ., σελ. 427 και 435 και Ranking & Spicer' s Company Law, 11η έκδ., σελ. 219, ένας παραλήπτης ο οποίος διορίζεται δυνάμει εγγράφου εκτός Δικαστηρίου θεωρείται αντιπρόσωπος («agent») των κατόχων των ομολόγων και κατά συνέπεια αυτοί ως αντιπροσωπευόμενοι («principals») είναι και οι υπεύθυνοι για τις ενέργειες αυτού. Ο ρόλος του παραλήπτη-διαχειριστή, όπως υποδεικνύει ο Pennington στη σελ. 427, δεν έχει το συνήθη ρόλο που είναι γνωστός στη σχέση «principal-agent», όπως δε αναφέρεται επί λέξει:
«But such a receiver does not owe the duties of a real agent to the company, and so the company cannot give him instructions as to the way he shall exercise his powers and he is not liable in damages to the company for exercising them negligently.»
Όπως υπέδειξε επίσης η απόφαση στη Gomba Holdings Uk Ltd v. Homan [1986] 3 All E.R. 94:
«Although nominally the agent of the company, his primary duty is to realise the assets in the interests of the debenture holder and his powers of management are really ancillary to that duty.»
Τα πιο πάνω είναι σύμφωνα και με τη γενικότερη αρχή ότι με το διορισμό παραλήπτη αυτός λαμβάνει υπό τον έλεγχο του τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, οι δε εξουσίες της εταιρείας και των διευθυντών της να ενεργούν σε σχέση με το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο που καλύπτει το ομόλογο σταματούν, χωρίς όμως να επηρεάζεται η νομική ύπαρξη και οντότητα της εταιρείας. (Moss Steamship Co. v. Whinney [1912] A.C. 254). Βέβαια, εάν το ομόλογο καλύπτει στην ουσία ολόκληρη ή το πλείστο μέρος της περιουσίας της εταιρείας, τότε οι διευθυντές της εταιρείας ουσιαστικά δεν ελέγχουν την εμπορική δραστηριότητά της.
Πέραν των πιο πάνω, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου απορρίπτοντας την αίτηση αναστολής αναφέρθηκε στο σύγγραμμα του Derek French: "Applications to Wind up Companies", 2η έκδ., σελ. 270, σε σχέση με τα καθήκοντα του παραλήπτη μιας εταιρείας. Παραμένει υπό αμφισβήτηση κατά πόσο σε αίτηση διάλυσης της εταιρείας αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα της ίδιας της εταιρείας ή τα συμφέροντα των πιστωτών που διόρισαν τον παραλήπτη. Γίνεται αναφορά σε δύο αποφάσεις τις οποίες χρησιμοποίησε το Δικαστήριο, τις Bank of New Zealand v. Essington Developments Ptd Ltd [1991] 5 ACSR 86 και In Re Thames Freightlines Ltd [1981] NZCLC 98, 112, από τις δικαιοδοσίες της Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας αντίστοιχα, όπου εξετάστηκε η εξουσία παραληπτών υπό τέτοιες συνθήκες.
Φαίνεται ότι η δυνατότητα του παραλήπτη-διαχειριστή δεν επεκτείνεται στην αμφισβήτηση της αίτησης διάλυσης εκ μέρους της ίδιας της εταιρείας, διότι αυτό θα σήμαινε την υπερκάλυψη των εξουσιών των ιδίων των διευθυντών να ενστούν στη διάλυση της εταιρείας τους. Παρουσιάζεται δε ότι σε περίπτωση που ο παραλήπτης επιθυμεί να αμφισβητήσει την αίτηση διάλυσης της εταιρείας, εκείνος που πρέπει να το πράξει είναι ο πιστωτής που τον διόρισε και όχι ο ίδιος ο παραλήπτης. Στη δεύτερη των πιο πάνω υποθέσεων παρατηρήθηκε μάλιστα ότι ένας παραλήπτης ο οποίος εμφανίζεται προς αμφισβήτηση της αίτησης διάλυσης χωρίς να έχει προς τούτο εκ του νόμου εξουσία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είτε αντιπροσωπεύει τον πιστωτή που τον διόρισε ή ότι ενεργεί ο ίδιος ως πιστωτής για τα έξοδα της εκκαθάρισης της εταιρείας, («receivership»).
Τα πιο πάνω πρέπει λοιπόν να ιδωθούν υπό το φως της πραγματικής υπόστασης του παραλήπτη-διαχειριστή που πρωτίστως επιδιώκει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πιστωτών που τον διόρισαν, (δέστε Brenda Hannigan: Company Law, σελ. 732-733). Οι διευθυντές διατηρούν κατάλοιπο εξουσίας που περιλαμβάνει και τη δυνατότητα να εγείρουν αγωγή εναντίον των κατόχων ομολόγων που διόρισαν τον παραλήπτη-διαχειριστή (Newhart Developments Ltd v. Co-op Commercial Bank Ltd [1978] 2 All E.R. 896)».
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έθεσαν ενώπιον μου Νομολογία άλλων Κρατών επί του θέματος, αλλά και Πρωτόδικη απόφαση του αδελφού Δικαστή κ. Χ. Μαλαχτού Π.Ε.Δ. στην αγωγή αρ. 291/14 Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Ορφανίδης Δημόσια Εταιρεία Λτδ ημερ. 14.10.2014. Σχετικό θεωρώ το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση αυτή, με το οποίο συμφωνώ και υιοθετώ πλήρως για σκοπούς της παρούσης:
«Επομένως, διαγράφεται η γενική εικόνα ότι τις υποθέσεις της εταιρείας χειρίζεται ο παραλήπτης, ενώ πέραν της άσκησης κάποιων νομίμων καθηκόντων, το κατάλοιπο εξουσίας των διευθυντών ενεργοποιείται όταν ο παραλήπτης αρνείται να δραστηριοποιηθεί. Η προϋπόθεση της άρνησης του παραλήπτη στην Newhart, όπου η αγωγή θα στρεφόταν κατά των κατόχων του ομολόγου, δηλαδή αυτούς που τον διόρισαν, θεμελιώνει τη θέση πως ο παραλήπτης είναι κυρίαρχος της κατάστασης. Ακόμα και ο χειρισμός της αγωγής κατά των κατόχων του ομολόγου δυνάμει του οποίου διορίστηκε, εναποτίθεται σε αυτόν και οι διευθυντές έχουν ρόλο μόνο εάν αυτός αρνηθεί να προωθήσει τη σχετική αξίωση».
Σημειώνω όμως ότι στην Newhart Development Ltd v. Co-operative Commercial Bank Ltd (1978) 2 All E.R. 896 λέχθηκε ότι ο διορισμός Παραλήπτη δεν αφαιρεί την εξουσία των Διευθυντών να εγείρουν αγωγή στο όνομα της εταιρείας υπό τον όρο όμως ότι δεν επεμβαίνουν στο έργο του Παραλήπτη – Διαχειριστή να εκποιήσει τα επιβαρυμένα ακίνητα της εταιρείας ή να επηρεάσει αρνητικά τα δικαιώματα του κατόχου ομολόγου διακινδυνεύοντας τα περιουσιακά αυτά στοιχεία.
Παρατηρείται το εξής παράδοξο: όπως φαίνεται από το Τεκμήριο 4 στην Ένσταση ο Παραλήπτης – Διαχειριστής έχει διοριστεί από την Καθ’ης η Αίτηση τράπεζα δυνάμει ομολόγου κυμαινόμενης επιβάρυνσης. Οι Διευθυντές δεν αμφισβήτησαν τον διορισμό αυτό. Η ίδια η Καθ’ης η Αίτηση τράπεζα προχωρεί με διαδικασία πλειστηριασμού ακινήτου. Έπεται πως το επίδικο ακίνητο εντάσσεται στην περιουσία της εταιρείας η οποία περιέρχεται στον έλεγχο του Παραλήπτη – Διαχειριστή να το διαχειριστεί με τρόπο που προστατεύει τα συμφέροντα του πιστωτή ο οποίος τον διόρισε.
Δεν θεωρώ συνεπώς ότι παραμένει κατάλοιπο εξουσίας στους Διευθυντές να προωθήσουν την υπό εκδίκαση Αίτηση. Ούτως ή άλλως, και να υπήρχε τέτοιο κατάλοιπο εξουσίας, αυτό θα εγείρετο μόνο μετά από την άρνηση του Παραλήπτη – Διαχειριστή να καταχωρήσει Αίτηση – Έφεση πράγμα που δεν υπάρχει στην παρούσα περίπτωση όπου ο Παραλήπτης – Διαχειριστής δεν ρωτήθηκε καν.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου, η οποία σφραγίζει και την τύχη της Αίτησης – Έφεσης, για σκοπούς πληρότητας της απόφασης μου θα εξετάσω και τα λοιπά θέματα που έχουν εγερθεί.
Οι Ειδοποιήσεις Τύπου ΙΑ και ΙΒ, σύμφωνα με την Ένορκη Δήλωση του Επιδότη που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 3 στην Ένσταση, επιδόθηκαν στον κ. Καϊσή υπό την ιδιότητα του ως διευθυντή την 22.3.2018. Το αρ. 44Γ(3)(δ) του Ν9/65 παράμεινε αναλλοίωτο από τον Ν87(Ι)/18 στο σημείο που αφορά στην προθεσμία καταχώρισης Έφεσης και αναφέρει τα εξής:
«Ο ενυπόθηκος οφειλέτης καθώς και οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) να καταχωρίσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παραμερισμό της σκοπούμενης πώλησης…….»
Το αρ. 31 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1 αναφέρει τα εξής:
«Επιμέτρηση χρόνου
31. Στον υπολογισμό για τους σκοπούς Νόμου ή δημόσιου εγγράφου εκτός αν φαίνεται το αντίθετο-
(α) περίοδος ημερών από το συμβάν γεγονότος ή την εκτέλεση πράξης ή πράγματος θεωρείται ότι εξαιρεί την ημέρα κατά την οποία το συμβάν λαμβάνει χώρα ή η πράξη ή το πράγμα γίνεται·
(β) αν η τελευταία ημέρα της περιόδου είναι Κυριακή ή δημόσια αργία (οι οποίες ημέρες αναφέρονται στο άρθρο αυτό ως “εξαιρούμενες ημέρες”) η περίοδος θα περιλαμβάνει την επόμενη ημέρα η οποία δεν είναι εξαιρούμενη ημέρα·»
Όπως αναφέρεται και στην απόφαση Αναφορικά με την αίτηση για έκδοση Certiorari για τον Αυγουστίνο Θωμά, Αρ. Αιτ. 22/18 ημερ. 10.5.2018 «τίποτε στην επίμαχη διάταξη δεν συνιστά ‘περί του αντιθέτου πρόνοια’ ώστε να μην ισχύει το αρ. 31 του περί Ερμηνείας Νόμου». Συνεπώς οι 30 μέρες θα πρέπει να αρχίσουν να μετρούν από την 23.3.2018 με αποτέλεσμα αυτές να λήγουν 21.4.2018 ημέρα Σάββατο. Η Αίτηση – Έφεση καταχωρίστηκε την 23.4.2018, ήτοι την αμέσως επόμενη εργάσιμη μέρα η οποία ήταν η πρώτη μη εξαιρουμένη μέρα. Έπεται πως αυτή καταχωρίστηκε εντός της προθεσμίας.
Επόμενο ζήτημα που εγέρθηκε από πλευράς Αιτήτριας είναι η αναδρομική ισχύ του Ν.87(Ι)/18.
Όπως αναφέρεται και στο Halsbury’s Laws of England, 3η έκδοση, τόμος 36 σελ. 423, αλλά προκύπτει και από την Νομολογία, τεκμαίρεται ότι νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ εκτός εάν ρητά προβλέπεται κάτι τέτοιο στον Νόμο ή είναι απαραίτητη μία τέτοια ερμηνεία. Παραθέτω το συγκεκριμένο απόσπασμα:
«Presumption against retrospection. The general rule is that all statutes, other than those which are merely declaratory or which relate only to matters of procedure or of evidence are prima facie prospective; and retrospective effect is not to be given to them unless, by express words or necessary implication, it appears that this was the intention of the legislature».
Όπως αναφέρθηκε και στην υπόθεση Datamedia A.E. v. K.S.N. (Business Aids) Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ. 13:
«…Εάν είναι ουσιαστικός νόμος, τότε η ισχύς του αρχίζει από την ημερομηνία της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ή από την ημερομηνία που θα ήθελε καθοριστεί. Δεν θα έχει αναδρομική ισχύ, εκτός εάν υπάρξει ρητή πρόνοια περί τούτου, στον θεσπισθέντα νόμο».
Το τεκμήριο κατά της αναδρομικής ισχύς Νόμου πηγάζει από το ότι αποτελεί αδικία η επιβολή υποχρεώσεων αναδρομικά. Όπως λέχθηκε στην Shoemex v. Κ.Δ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 980:
«Όπως υποδείξαμε στη Santis and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 419:- (σελ. 423):
“Retrospectivity, in the context of legislation, primarily signifies alteration of rights and the imposition of obligations ex post facto. It is a course regarded as repugnant to fairness and justice, destructive of certainty in the law and the legal process.”
(Ελληνική μετάφραση, ελεύθερη:-
«Αναδρομικότητα, στο πλαίσιο της νομοθεσίας, πρωτίστως υποδηλώνει τη μεταβολή δικαιωμάτων προς επιβολή υποχρεώσεων εκ των υστέρων. Η αναδρομικότητα θεωρείται αντινομική προς κάθε έννοια δικαιοσύνης, καταστρεπτική της βεβαιότητας ως προς το δίκαιο και τη νομική διαδικασία.»)
Δικαιώματα, τα οποία κτώνται, ή υποχρεώσεις, οι οποίες ανακύπτουν βάσει του νόμου πριν την ημερομηνία αλλαγής του, παραμένουν αμετάβλητα, εκτός εάν προσδίδεται αναδρομική εφαρμογή στο νόμο, που δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτό στο φορολογικό πεδίο, (εξαιρουμένων των εισαγωγικών δασμών), ως ορίζει το Άρθρο 24.3 του Συντάγματος. Αποκλείεται από το Σύνταγμα η εκ των υστέρων αύξηση ή η επιβολή φορολογικών υποχρεώσεων.
Όπως υποδείξαμε στη Μιχαήλ Θεοδοσίου Λτδ. ν. Δήμου Λ/σού (1993) 3 Α.Α.Δ. 25, το κύριο γνώρισμα αναδρομικής νομοθεσίας είναι η αναμόρφωση του δικαίου από ημερομηνία προγενέστερη της έκδοσής της.
Διασαφηνίζεται στη Δημοκρατία ν. Χ”Ιωάννου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 401 ότι νόμος δεν προσλαμβάνει αναδρομική ισχύ, για το λόγο και μόνο ότι μέρος των προϋποθέσεων για την ενεργοποίηση του πηγάζει χρονικά πριν τη θέσπισή του. Σχετική με το πότε δικαιώματα καθίστανται κεκτημένα και τις προεκτάσεις τέτοιας διαπίστωσης είναι η απόφαση στη Republic v. Menelaou (1982) 3 C.L.R. 419».
Το αρ. 44Α του Ν87(Ι)/18 προβλέπει τα πιο κάτω:
«Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που έχει αρχίσει οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2018, οι διατάξεις του εν λόγω Νόμου θα εφαρμόζονται, ανεξαρτήτως εάν στάλθηκαν οποιεσδήποτε ειδοποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεων και Υποθηκεύσεως Ακινήτων».
Το πιο πάνω λεκτικό καθιστά σαφή την πρόθεση του Νομοθέτη να προσδώσει αναδρομική ισχύ στα όσα εισάγονται στον Ν9/65 με τον Ν87(Ι)/18. Ούτε και συμφωνώ με την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Αιτήτρια ότι εξάγεται συμπέρασμα από το λεκτικό πιο πάνω ότι εξαιρεί τις Αιτήσεις – Εφέσεις που έχουν ήδη καταχωριστεί.
Κατάληξη μου, συνεπώς αποτελεί ότι οι πρόνοιες του Ν87(Ι)/18 έχουν αναδρομική ισχύ και διέπουν συνεπώς την υπό εκδίκαση περίπτωση.
Θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Αιτήτρια αποτέλεσε ότι οι πρόνοιες του Ν87(Ι)/18 είναι αντισυνταγματικές αφού επηρεάζει τα δικαιώματα τους ως αυτά ίσχυαν πριν από την τροποποίηση με αποτέλεσμα να παραβιάζει το Συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της για πρόσβαση στο Δικαστήριο.
Συνταγματικά ερωτήματα μπορούν να εξεταστούν μόνο εκεί που κατάληξη επ’ αυτών είναι απαραίτητη για επίλυση του επίδικου ζητήματος. Τα Δικαστήρια δεν εξετάζουν θέμα συνταγματικότητας Νόμου in abstracto. Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση Αναστάσιος Μαρκιτανής ν. Απόστολου Μουτζουρή (2000) 1(Β) Α.Α.Δ.923 όπου, με αναφορά στο Σύγγραμμα του Π. Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», λέχθηκαν τα εξής:
«…ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων γίνεται μόνο, αν η αποδοχή της αντισυνταγματικότητας θα οδηγούσε στην αποδοχή του αιτήματος του ένδικου βοηθήματος. Αλλιώς απορρίπτεται ως αλυσιτελής.
Οι λόγοι του περιορισμού είναι ότι τα δικαστήρια δεν χορηγούν γνωμοδοτήσεις, αλλά επιλύουν διαφορές. Δεν ασχολούνται επομένως με ζητήματα που δεν οδηγούν στην επίλυση της εκάστοτε κρινόμενης διαφοράς. Κατά συνέπεια, αν η τυχόν διαπίστωση της αντισυνταγματικότητας της επίμαχης διατάξεως, δεν θα μπορούσε να θεμελιώσει αποδοχή του αιτήματος του ένδικου βοηθήματος, το δικαστήριο δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να προχωρήσει στον έλεγχο συνταγματικότητας της επίμαχης νομοθετικής διατάξεως».
Όπως αναφέρθηκε και στην απόφαση Investylia Ltd v. Ε. & Π. Λειβαδιώτης Λτδ (2004) 1 Α.Α.Δ. 1872 θέμα αντισυνταγματικότητας εγείρεται στο δικόγραφο, στο οποίο δίδονται πλήρεις λεπτομέρειες της εισήγησης όπως ποιο άρθρο ή άρθρα ή μέρος άρθρου του Νόμου αντίκειται στο Σύνταγμα και σε ποιο άρθρο αυτού. Ακολουθεί η αιτιολογία της εισήγησης. Το βάρος της απόδειξης ότι πρόνοια νόμου είναι αντισυνταγματική καθορίζεται αυτό του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. (Βλ. επίσης Ανδρέας Νικολάου ν. Βάσου Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566, Πιτσιλλίδης κ.α. ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 7). Κάθε Νόμος έχει το τεκμήριο Συνταγματικότητας, εκτός εάν ο φέρων το βάρος της απόδειξης καταδείξει το αντίθετο. Τα Δικαστήρια, αν είναι δυνατόν, θα ερμηνεύσουν τον Νόμο ώστε να τον εντάξουν μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος.
Όσον αφορά στην εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Αιτήτρια περί αντισυνταγματικότητας των προνοιών του Ν87(Ι)/17 παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση στην Αιτ/Εφ. 275/18 Kyriakos Andreou Arsiotis Developments Ltd κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ημερ. 18.9.2018 το οποίο με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη και το οποίο υιοθετώ για σκοπούς της παρούσης απόφασης μου:
«Με κάθε σεβασμό προς τις εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσειόντων, με την εισαγωγή του μέρους VIA στο σχετικό νομοθέτημα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε αλλοίωση ή επέμβαση στην περιουσία των εφεσειόντων. Ούτε βέβαια στο δικαίωμα τους ελεύθερα να συνάπτουν συμφωνίες και να οργανώνουν τις επαγγελματικές/επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Τίποτα δεν έχει τεθεί υπόψη του δικαστηρίου, ικανό να πείσει προς τούτο. Στην υπό συζήτηση περίπτωση, ως έχει ήδη σημειωθεί, οι εφεσείοντες κάνοντας προφανώς χρήση των αναφαίρετων πιο πάνω δικαιωμάτων τους, διέθεσαν τη συγκεκριμένη ακίνητη περιουσία, παραχωρώντας την μέσω των Δηλώσεων Υποθήκης XXXXX/2011 και XXXXX/2008, ως ενυπόθηκη εγγύηση προς εξασφάλιση της εφεσίβλητης τράπεζας για την παραχώρηση από την τελευταία συγκεκριμένων πιστωτικών διευκολύνσεων. Ότι ρυθμίζεται μέσω της συγκεκριμένης τροποποίησης, είναι θέματα διαδικασίας που άπτονται της μεθόδου αξιοποίησης των από μακρού χρόνου ενυπόθηκων ακινήτων προς ικανοποίηση εξ’ αποφάσεως χρέους. Η ενσωμάτωση των συγκεκριμένων προνοιών στο νόμο, δεν διαφοροποιεί ούτε επηρεάζει οποιαδήποτε δικαιώματα του ιδιοκτήτη όπως αυτά είχαν καθοριστεί με την αποδοχή από μέρους του της παραχώρησης των ακινήτων του για εγγραφή υποθηκών προς εξασφάλιση των σχετικών πιστωτικών διευκολύνσεων. Μέσω τους, προστίθεται ακόμα ένας «διαδικαστικός διάδρομος» για την εκποίηση των ακινήτων που με την ελεύθερη βούληση του ιδιοκτήτη τους έχουν ήδη υποθηκευτεί προς εξασφάλιση πιστωτικών διευκολύνσεων. Δεν δημιουργούν κάποιο νέο δικαίωμα για την καθ’ ης αίτηση εφεσίβλητη τράπεζα. Πρόκειται για νομοθέτημα που ουσιαστικά αφορά διαδικαστικά ζητήματα, ειδικότερα για τον τρόπο που ο ενυπόθηκος δανειστής μπορεί να εξασκήσει δικαιώματα που έχουν από μακρού χρόνου, συμβατικά, παραχωρηθεί στον ίδιο με τον καταρτισμό των σχετικών υποθηκών το 2008 και 2011, χωρίς να πλήττονται ή να διαφοροποιούνται στην ουσία και τον πυρήνα τους, αναγνωρισμένα από το Σύνταγμα και το νόμο δικαιώματα.
Είναι σημαντικό εξάλλου να σημειωθεί το γεγονός πως ο Ν.9/1965, πολύ πριν από την τροποποίηση του με τον τροποποιητικό νόμο142(Ι)/2014 και την ενσωμάτωση, μεταξύ άλλων, του μέρους VIA σε αυτόν, προνοούσε και έδιδε το δικαίωμα στον ενυπόθηκο δανειστή να προχωρήσει με πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου, ακόμη και πριν ή χωρίς την εξασφάλιση δικαστικής απόφασης. Στη βάση δε της ισχύουσας νομοθεσίας και κανονισμών (βλ. Μέρος V του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, (Κεφ.6) και τον περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (περιορισμός πωλήσεων) νόμο του 2002 (Ν.88(I)/2002)), τέτοια πώληση μπορούσε στο τέλος της ημέρας να πραγματοποιηθεί, είτε στο ύψος επιφυλαχθείσας τιμής, είτε τελικά, χωρίς να εξασφαλιστεί η επιφυλαχθείσα τιμή.
Υπό το σύνολο όσων έχουν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνολικά θεωρούμενων με τις αρχές που διέπουν το ζήτημα, αποτελεί κατάληξη του δικαστηρίου ότι η εισαγωγή του συγκεκριμένου μέρους του νόμου, δεν επιδρά καθ’ οιονδήποτε τρόπο αρνητικά στην απόλαυση των ως άνω συνταγματικών δικαιωμάτων της αιτήτριας, ούτε έχει καταδειχθεί ότι έρχεται σε αντίθεση με τα άρθρα 6.1 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως επιγραμματικά θα πρέπει να σημειωθεί προκρίνεται τούτο από την πλευρά των εφεσειόντων, κατά τρόπο που θα επέβαλλε την παρέμβαση του δικαστηρίου, ως εισηγείται η πλευρά των τελευταίων».
Έχοντας πραγματευτεί όλα τα εγειρόμενα νομικά θέματα προχωρώ στην εξέταση της ουσίας της Αίτησης. Κρίνω σκόπιμο στο στάδιο αυτό να παραθέσω μία σύνοψη της διαδικασίας για πώληση ενυπόθηκου ακινήτου όπως έχει διαμορφωθεί μετά την πρόσφατη τροποποίηση του Μέρος VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Ν9/1965:
- Όταν το χρέος καταστεί πληρωτέο κατόπιν υπερημερίας (αρ. 27) ο δανειστής δύναται να προχωρήσει με τη διαδικασία της πώλησης και αποστέλλει ειδοποίηση υπερημερίας στον Τύπο Θ (αρ. 44Β).
- Ο ενυπόθηκος δανειστής επιδίδει στον ενυπόθηκο οφειλέτη και σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο έγγραφη ειδοποίηση του Τύπου Ι τάσσοντας σε αυτόν προθεσμία όχι μικρότερη των 30 ημερών για εξόφληση του οφειλόμενου ποσού και ενημερώνοντας τον οφειλέτη ότι σε περίπτωση μη εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να ασκήσει το δικαίωμα του για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου (αρ. 44Γ).
- Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί εντός της πιο πάνω προθεσμίας ο ενυπόθηκος δανειστής επιδίδει σε αυτόν ή σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ειδοποίηση του Τύπου ΙΑ στην οποία αναφέρεται ότι το ακίνητο θα πουληθεί με πλειστηριασμό. Η Ειδοποίηση πρέπει να δοθεί εντός περιόδου όχι μικρότερης των 30 ημερών πριν τον πλειστηριασμό.
- Ο ενυπόθηκος οφειλέτης ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να καταχωρήσει Έφεση στο Δικαστήριο για παραμερισμό της Ειδοποίησης Τύπου ΙΑ μόνο εντός 30 ημερών από την παραλαβή αυτής (αρ. 44Γ(3)).
- Ακολούθως διορίζονται εκτιμητές εκ μέρους των μερών για τη διενέργεια ανεξάρτητων εκτιμήσεων της αγοραίας αξίας του ακινήτου. Ο ενυπόθηκος δανειστής επιδίδει στον ενυπόθηκο οφειλέτη Ειδοποίηση Τύπου ΙΒ αναφέροντας ότι εντός 10 ημερών θα προχωρήσει σε διορισμό εκτιμητή (αρ. 44Δ(2)). Η Ειδοποίηση Τύπου ΙΒ δύναται να επιδίδεται είτε πριν από είτε μετά από είτε ταυτόχρονα με την Ειδοποίηση Τύπου ΙΑ.
- Η αρχική προσπάθεια για πώληση του ακινήτου γίνεται μόνο με πλειστηριασμό και εφαρμόζεται επιφυλασσόμενη τιμή που αντιστοιχεί σε ποσό όχι μικρότερο του 80% της αγοραίας αξίας, ενώ το ακίνητο δεν δύναται να πωληθεί σε χαμηλότερη τιμή (αρ. 44 Ε). Σε περίπτωση που δεν καταστεί δυνατή η πώληση με τον τρόπο αυτό ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να προχωρήσει σε περαιτέρω προσπάθειες πώλησης του ακινήτου, και μετά τους 3 μήνες προσπαθειών η επιφυλασσόμενη τιμή δεν μπορεί να είναι μικρότερη του 50% της αγοραίας αξίας. Σε περίπτωση που με τον πρώτο πλειστηριασμό δεν καταστεί δυνατή η πώληση ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να προβεί στην πώληση αυτού είτε με πλειστηριασμό είτε με απευθείας πώληση αποστέλλοντας προς το σκοπό αυτό Ειδοποίηση Τύπου ΙΓ (αρ. 44 Η).
Εν πρώτοις να σημειώσω ότι, δεδομένης της πρόνοιας στο αρ. 44Γ (3) ότι μόνο αναφορικά με την Ειδοποίηση Τύπου ΙΑ δύναται να καταχωριστεί Έφεση στον βαθμό που τα αιτητικά αφορούν σε Έφεση κατά της Ειδοποίησης Τύπου ΙΒ δεν μπορούν να επιτύχουν.
Σημειώνω ότι Έφεση για παραμερισμό της Ειδοποίησης Τύπου ΙΑ δυνάμει του αρ. 44Γ(3) δύναται (μετά την τελευταία τροποποίηση του Ν9/65) να υποβληθεί μόνο για τους πιο κάτω λόγους:
(α) η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο προϋποθέσεις
(β) η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί
(γ) η ειδοποίηση έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή
(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το αρ. 32 του Ν14/60
(ε) έχει εκδοθεί προστατευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διατάγματα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου
(στ) έχει ενταχθεί ο ενυπόθηκος οφειλέτης στο σχέδιο «ΕΣΤΙΑ» ή σε οποιοδήποτε άλλο κυβερνητικό σχέδιο επιδότησης πιστωτικής διευκόλυνσης νοουμένου ότι αυτός αποδέχεται και τηρεί τη συμφωνία αυτή.
Τονίζεται ότι μετά την τροποποίηση του Ν9/65 με τον Ν87(Ι)/18 το γεγονός ότι εκκρεμεί αγωγή ενώπιον Δικαστηρίου για την Ειδοποίηση Τύπου Ι δεν αποτελεί πλέον λόγο για υποβολή Έφεσης.
Μελετώντας υπό το φως των πιο πάνω όλους τους προβαλλόμενους Λόγους Έφεσης διαφαίνεται ότι ουδείς εξ αυτών έχει πιθανότητα επιτυχίας. Των πιο πάνω δεδομένων η Αίτηση - Έφεση δεν μπορεί παρά να απορριφθεί και απορρίπτεται.
Τα έξοδα της Αίτησης – Έφεσης δεν υπάρχει λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα, και άρα επιδικάζονται εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ της Καθ’ης η Αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
(Υπ.)
Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Α.Ε.Δ
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής