ECLI:CY:EDLEF:2019:A371

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Ευθυμίου-Ανδρέου, Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 111/19

 

Μεταξύ:

 

1.    ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΙΜΙΤΕΔ

2.    ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΙΜΙΤΕΔ

Εναγόντων

και

 

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Εναγομένων

                                                                                                              

                                                                                                              

Ημερομηνία: 9/8/2019

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτητές: Κος Χρυσάνθου για Χρυσάνθου και Χρυσάνθου ΔΕΠΕ
Για Καθ' ων η Αίτηση: Κος Σοφοκλέους για Προύντζος & Προύντζος ΔΕΠΕ
Για Ενδιαφερόμενο μέρος Λ. Λεωνίδου:
Καμία εμφάνιση 

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

 

Οι Ενάγοντες ‑ Αιτητές, (στο εξής θα αναφέρονται ως « οι Αιτητές», καταχώρησαν μονομερή Αίτηση με την οποία ζητούσαν την έκδοση των ακολούθων διαταγμάτων:

 

 

1. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να εμποδίζει και/ή να απαγορεύει στους Εναγομένους - Καθ’ ων η αίτησης, να επιτρέπουν σε τρίτους μέσω των υπηρεσιών που προσφέρουν οι Καθ’ ων, να δημοσιεύουν λιβέλλους ή/και δυσφημιστικά κείμενα ή ζημιογόνες ψευδολογίες στο διαδίκτυο μέσω της ιστοσελίδας http://cyprusinsurancereview.com.cy και /ή σε οποιαδήποτε άλλη ιστοσελίδα και/ή άλλως πώς, σε βάρος των Εναγόντων - Αιτητών, και/ή

 

2. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να αναστέλλει τις διαδικτυακές υπηρεσίες που προσφέρει σε σχέση με την σελίδα http://cyprusinsurancereview.com.cy προς άμεσο τερματισμό λειτουργίας αυτού.

 

 

Η Αίτηση τους βασίζεται στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς, Δ.28 θ.θ. 1,4, 5, 6, 11, 12, Δ.48, θ.θ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 και Δ.64, θ.θ. 1 και 2, στα άρθρα 29, 31, 32 και 48 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στα άρθρα 4, 5 και 9 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6, στα άρθρα 29, 29(1), 29(2)(β)(ζ)(η) και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η Αίτηση τους υποστηρίζεται στις ένορκες δηλώσεις της XXXXX Σπάταλου και του XXXXX Ηρακλέους.

 

Στη δική της ένορκη δήλωση η XXXXX Σπάταλου, λειτουργός στην εσωτερική νομική υπηρεσία των Αιτητών δηλώνει πλήρως εξουσιοδοτημένη για να προβεί στην υποστηρικτική της αιτήσεως ένορκη δήλωση. Εξηγεί ότι οι Αιτητές αριθμός 2 είναι θυγατρική εταιρεία της Εθνικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Κύπρου Λτδ ,Αιτητών 1, οι οποίοι είναι θυγατρική εταιρεία της Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλειών Ε.Ε.Γ.Α "Η Εθνική", η οποία δραστηριοποιείται και ασκεί ασφαλιστικές εργασίες στην Κύπρο με έδρα στη Λευκωσία. Ως η ομνύουσα εξηγεί, οι Αιτητές λειτουργούν ως ασφαλιστική εταιρεία από το 2000. Το παράπονο των Αιτητών προκύπτει από δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα http://cyprusinsurancereview.com.cy (ελληνική έκδοση) & http://cyprusinsurancereview.com (αγγλική έκδοση), οι οποίες αναφέρονται στις ασφαλιστικές εταιρείες που λειτουργούν στην Κύπρο και διατείνονται ότι μπορούν να συμβουλεύσουν χρήστες και καταναλωτές για να προβούν στην καλύτερη επιλογή ασφαλιστικών προϊόντων.

 

Η ομνύουσα εκφράζει την πεποίθηση ότι τα πλείστα δημοσιεύματα της εν λόγω ιστοσελίδας περιλαμβάνουν δυσφημιστικά δημοσιεύματα αναφορικά με τους Αιτητές τα οποία πλήττουν την καλή φήμη και τα συμφέροντα τους.

 

Εξηγεί ότι μετά που δική της έρευνα έχει διαπιστώσει και παραθέτει τα δικά της ευρήματα τα οποία κατά την ομνύουσα καταδεικνύουν την κακοπιστία που έχει προσχεδιαστεί και κατασκευαστεί για παράθεση σχολίων και αξιολόγηση των υπηρεσιών των Αιτητών με σκοπό να πλήξουν και επηρεάσουν τα συμφέροντα τους. Είναι η θέση της ότι η εν λόγω ιστοσελίδα καλεί τους καταναλωτές να συμμετάσχουν σε έρευνα για την καλύτερη ασφαλιστική εταιρεία παρουσιάζοντας τους Αιτητές ως τη χειρότερη ασφαλιστική σε βαθμολόγηση εταιρεία με 1 από τα 5 αστεράκια. Είναι η θέση της ότι η εν λόγω ιστοσελίδα έχει κατασκευαστεί με σκοπό να πλήξει τους Αιτητές. Επιπλέον αναφέρει ότι υπάρχει προειδοποίηση σε σχέση με τις εταιρείες των Αιτητών ότι αυτοί έχουν εξασφαλίσει βαθμολογία χαμηλή και συνιστά την προσοχή των χρηστών της σελίδας οι οποίοι προτρέπονται να επιλέξουν άλλη εταιρεία με βαθμολογία τουλάχιστον 4 αστεράκια.

 

Ως η ομνύουσα αναφέρει στο τέλος της πρώτης σελίδας της ιστοσελίδας εμφανίζονται μόνο αξιολογήσεις των Αιτητών με αρνητικά σχόλια τα οποία είναι αόριστα και ασαφή και κατά την ομνύουσα έγιναν με σκοπό να πλήξουν τη φήμη και τα συμφέροντα των Αιτητών, χωρίς να εμφανίζεται οποιοδήποτε σχόλιο ή αναφορά σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία.

 

Περαιτέρω αναφέρει ότι δίπλα από τις αξιολογήσεις υπάρχει μεταφορά σε άλλη ιστοσελίδα η οποία δεν συσχετίζεται με την υπό εξέταση σελίδα. Είναι η θέση της ότι σε όλες τις σελίδες που ανοίγουν με την ιστοσελίδα,της οποίας η αναστολή των διαδικτυακών υπηρεσιών ζητείται, είναι κατασκευασμένες ούτως ώστε να στοχεύσουν τους Αιτητές και να τους πλήξουν με αρνητικά και δυσφημιστικά σχόλια. Αναφέρεται δε ότι τα ονόματα των ατόμων τα οποία αξιολόγησαν και σχολίασαν τους Αιτητές δεν είναι πελάτες τους ούτε έχουν επικοινωνήσει οποτεδήποτε με τους Αιτητές για να εκφράσουν παράπονα σε σχέση με τις υπηρεσίες τους.

 

Επισημαίνει δε ότι τα περισσότερα άτομο που έχουν αναρτήσει σχόλιο αν και έχουν ξένο όνομα, παραθέτουν σχόλια στην ελληνική γλώσσα και κάποια με αναφορά σε υπηρεσίες που δεν παρέχονται από τις εταιρείες των Αιτητών, κάτι που κατά την ομνύουσα ενισχύει τη θέση της ότι τα ονόματα και σχόλια δεν είναι πραγματικά αλλά έχουν κατασκευαστεί με μοναδικό σκοπό τη δυσφήμιση των Αιτητών.

 

Αναφέρει επικουρικά ότι όλοι οι πελάτες των Αιτητών μπορούν σε οποιοσδήποτε στάδιο να υποβάλουν το παράπονο τους στην Υπηρεσία Διαχείρισης Παραπόνων, κάτι που φαίνεται ότι κανένας από τα άτομα που έχουν αξιολογήσει την ασφάλεια των Αιτητών στην υπό αναφορά ιστοσελίδα δεν έχει πράξει. Η ομνύουσα περαιτέρω αναφέρει ότι παρόμοιας φύσης κακόβουλα και δυσφημιστικά σχόλια έχουν γίνει και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης Facebook και Twitter κάτω από το προφίλ cyprus insurance review ενώ περαιτέρω παρόμοιες κακόβουλες και δυσφημιστικές αναρτήσεις έγιναν στο Linkedin. Είναι η θέση της ότι το σύνολο των γεγονότων και περιστάσεων καταδεικνύουν ότι οι συγκεκριμένες ιστοσελίδες είναι ψεύτικες και έχουν κακόβουλα δημιουργηθεί με μοναδικό σκοπό να δυσφημίσουν τους Αιτητές και να βλάψουν τη φήμη και τα συμφέροντα τους.

 

H ομνύουσα αναφέρει περαιτέρω ότι στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο διαδικασίας με προηγούμενη Αίτηση οι Αιτητές εξασφάλισαν εναντίον των Εναγόμενων- Καθ' ων η Αίτηση (στο εξής θα αναφέρονται ως «οι Καθών η Αίτηση»)  τα στοιχεία της ταυτότητας του προσώπου που φέρεται ως δικαιούχος του διαδικτυακού ονόματος του ιστοτόπου http://cyprusinsurancereview.com.cy.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση σε συμμόρφωση με διάταγμα του Δικαστηρίου παρέδωσαν στους ίδιους όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τον δικαιούχο του ιστότοπου αφού οι Καθ΄ων η Αίτηση είναι επίσημος διαχειριστής για όλα τα διαδικτυακά ονόματα ανωτάτου επιπέδου που καταλήγουν σε ".cy" ως υπηρεσία προς τη διαδικτυακή κοινότητα στην Κύπρο.

 

Εκφράζει δε την πεποίθηση ότι κάθε μέρα που περνά δημιουργεί τεράστια ζημιά στα συμφέροντα των Αιτητών από τις εν λόγω δυσφημιστικές αναρτήσεις απ' όπου αθώοι νυν και μελλοντικοί πελάτες επηρεάζονται αρνητικά χωρίς να υφίσταται πραγματικός λόγος ή αιτία. Αυτό επιτάσσει σύμφωνα με την ομνύουσα άμεση αντιμετώπιση και ενεργειών εφόσον η ζημιά μεγαλώνει συνεχώς θεωρώντας ότι είναι αναγκαίο όπως τα αιτούμενα διατάγματα εκδοθούν για την προστασία των συμφερόντων των Αιτητών.

 

Στη δική του ένορκη δήλωση ο Ηρακλής Ηρακλέους προγραμματιστής και αναλυτής στη διεύθυνση μηχανογράφησης των Αιτητών, άτομο που δηλώνει ως έχων εξειδικευμένες τεχνικές γνώσεις σχετικά με τον τομέα διαδικτύου και ιστοσελίδων, αναφέρει ότι η ιστοσελίδα http://cyprusinsurancereview.com.cy λειτουργεί εδώ και λιγότερο που ένα έτος και οι servers που φιλοξενούν τις σελίδες είναι στην Georgia Αμερικής. Ο τίτλος της ιστοσελίδας http://cyprusinsurancereview.com.cy είναι στα ελληνικά Κύπρος Ασφαλιστική Επανεξέταση ‑ Εθνική Ασφαλιστική η οποία είναι χτισμένη με τρόπο ώστε να επιτρέπει την αξιολόγηση από τρίτα άτομα.

 

Ο ομνύων επαναλαμβάνει τις επισημάνσεις που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της XXXXX Σπάταλου ενώ περαιτέρω επισημαίνει ότι στην ιστοσελίδα υπήρχαν 11 αναρτήσεις οι οποίες αυξήθηκαν σε 16 με πιο πρόσφατη της 18ης Φεβρουαρίου 2019. Είναι η θέση του ότι στις αναρτήσεις αυτές χρησιμοποιείται το όνομα των Αιτητών με κακόβουλο και δυσφημιστικό τρόπο ενώ αρθρογράφος όλων των αναρτήσεων φαίνεται να είναι το ίδιο άτομο. Περαιτέρω επισημαίνει ότι οι ίδιες αναρτήσεις της ιστοσελίδας είναι χωρισμένες σε διάφορα θέματα τα οποία επικεντρώνονται γύρω από τον ρόλο των Αιτητών χωρίς να εμφανίζεται το όνομα οποιασδήποτε άλλης ασφαλιστικής εταιρείας. Εξηγεί δε ότι οι χρήστες των ιστοσελίδων έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν συγκεκριμένες απαντήσεις σε συγκεκριμένους τομείς ενώ υπάρχουν και 3 τομείς στους οποίους δεν παρέχονται επιλογές και οι οποίοι είναι πλεονεκτήματα εταιρείας‑ μειονεκτήματα εταιρείας ‑ αξιολόγηση εταιρείας. Σε όλα τα τμήματα και τομείς της ιστοσελίδας οι Αιτητές εμφανίζονται ως η ασφαλιστική εταιρεία με τη μικρότερη βαθμολογία, κάτι που οδηγεί τον ομνύοντα να εκφράσει την πεποίθηση ότι η συγκεκριμένη ιστοσελίδα είναι ψεύτικη και κατασκευασμένη με μοναδικό σκοπό να δυσφημίσει τους Αιτητές και μόνο αφού σε όλες τις σελίδες υπάρχει έντονη αναφορά στο όνομα των Αιτητών με αρνητικά και δυσφημιστικά σχόλια και αξιολογήσεις.

 

Εκφράζει ομοίως με την κύρια Σπάταλου την πεποίθηση ότι εξαιτίας των δυσφημιστικών δημοσιευμάτων και σχολίων οι Αιτητές έχουν υποστεί ζημιά στη φήμη τους και σε περίπτωση που οι Καθ' ων η Αίτηση δεν λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψουν τη συνέχιση της δυσφημιστικής συμπεριφοράς όπως παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα θα είναι ουσιαστικά αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο αφού θα οδηγήσει σε ανεπανόρθωτη ζημιά των Αιτητών.

 

Το Δικαστήριο επιλαμβάνοντας τη μονομερή Αίτηση διέταξε όπως αυτή επιδοθεί στην άλλη πλευρά η οποία καταχώρησε Ειδοποίηση Περί Προθέσεως Ενστάσεως, (στο εξής «η Ένσταση»), αναφέροντας ως συγκεκριμένους λόγους Ένστασης τους ακόλουθους:

 

(α) Η Αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, παράτυπη, ελλιπής, καταχρηστική και αντικανονική, γίνεται κατά παράβαση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και δεν έχει ορθή νομική βάση.

 

(β) Οι Ενάγοντες / Αιτητές δεν καταδεικνύουν οποιοδήποτε σοβαρό και εύλογο λόγο που να δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

(γ) Οι ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την Αίτηση είναι παράτυπες, ανεπαρκείς, ελαττωματικές και περιέχουν αναληθείς, αβάσιμους, αστήρικτους και παραπλανητικούς ισχυρισμούς.

 

(δ) Οι ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την Αίτηση δεν αποκαλύπτουν εύλογη, καλόπιστη και νόμιμη δικαιολογία και γεγονότα που να επιτρέπουν ή/και δικαιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

(ε) Οι Ενάγοντες / Αιτητές ενεργούν κακόπιστα, δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και οι ισχυρισμοί τους αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις.

 

(στ) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

(ζ) Η Αίτηση είναι καταχρηστική καθώς οι ίδιες θεραπείες ζητήθηκαν με προγενέστερη αίτηση των Εναγόντων / Αιτητών και δεν αποδόθηκαν από το Δικαστήριο.

 

(η) Δεν είναι δίκαιο, εύλογο και προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα.

 

(θ) Οι Ενάγοντες / Αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ότι έχουν αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των Εναγόμενων / Καθ’ ών η Αίτηση.

 

(ι) Δεν καταδεικνύεται οποιοσδήποτε σοβαρός και εύλογος λόγος ότι η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ της έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

(ια) Οι Ενάγοντες / Αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ότι η συμπεριφορά των Εναγόμενων / Καθ’ ων η Αίτηση είναι τέτοια που να δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

(ιβ) Οι Ενάγοντες / Αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ότι δεν υπάρχει άλλη ικανοποιητική θεραπεία ή/και ότι η θεραπεία των αποζημιώσεων δεν είναι επαρκής ή/και δεν αποτελεί ικανοποιητική θεραπεία.

 

(ιγ) Με τα αιτούμενα διατάγματα οι Εναγόμενοι καλούνται να εκτελέσουν παράνομες πράξεις ή/και πράξεις που δεν συνάδουν με τις πρόνοιες του Νόμου.

 

(ιδ) Ενδεχόμενη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα προκαλέσει στους Εναγόμενους / Καθ’ ών η Αίτηση σοβαρή ταλαιπωρία και ανεπανόρθωτη ζημιά.

 

(ιε) Το περιεχόμενο των αιτούμενων διαταγμάτων δεν είναι σαφές ή/και δεν προσδιορίζει επακριβώς τις ενέργειες που καλούνται να πράξουν οι Εναγόμενοι / Καθ’ ών η Αίτηση.

 

Η Ένσταση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της XXXXX Παναγιώτου, ατόμου που εργάζεται στην Υπηρεσία Πληροφορικής, των Καθ' ων η Αίτηση, η οποία αφού υιοθετά τους λόγους Ένστασης που αναφέρονται στο σώμα της ειδοποίησης και αναφέρεται στο ιστορικό της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και συγκεκριμένα στην έκδοση των διαταγμάτων διά των οποίων οι Καθ' ων η Αίτηση αποκάλυψαν τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας και διεύθυνσης των προσώπων που φέρονται ως δικαιούχοι του κύριου διαδικτυακού ονόματος, ιστοτόπου, http://cyprusinsurancereview.com.cy.

 

Ως η ομνύουσα εξηγεί, οι Καθ' ων η Αίτηση έχουν διοριστεί ως διαχειριστής για διαχείριση, εγγραφή και απονομή άδειας χρήσης ονομάτων του χώρου με την κατάληξη ".cy" δυνάμει διατάγματος του 2015. Αναφέρει ότι  ο διορισμός των Καθ' ων η Αίτηση ως διαχειριστής είναι τριετής και λήγει το 2020. (Σχετική είναι η ΚΔΠ 276/17.) Λαμβάνει πληροφόρηση από τους συνηγόρους των Καθ' ων η Αίτηση ότι οι Καθ' ων η Αίτηση ως διαχειριστές είναι υπεύθυνοι για την απονομή της άδειας χρήσης και τη διαχείριση των ονομάτων χώρου με την κατάληξη ".cy". Δεν ευθύνονται και δεν υποχρεούνται να προβούν σε οποιονδήποτε έλεγχο της χρήσης του συγκεκριμένου διαδικτυακού ονόματος και ως εκ τούτου θεωρεί ότι το διάταγμα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 της Αιτήσεως δεν μπορεί να εκδοθεί καθώς δεν συνάδει με τα απορρέοντα καθήκοντα και υποχρεώσεις των Καθ' ων η Αίτηση.

 

Αναφέρει ότι λαμβάνει πληροφόρηση ότι δεν έχει διαπιστωθεί από απόφαση δικαστηρίου ή άλλη αρμόδια αρχή ότι το δικαίωμα παραχώρησης της άδειας χρήσης διαδικτυακού ονόματος αντιβαίνει στο δημόσιο συμφέρον ή οποιονδήποτε νόμο της Δημοκρατίας. Ως εκ τούτου εισηγείται ότι το διάταγμα όπως ζητείται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να εκδοθεί καθώς ομοίως με την προηγούμενη αναφορά της ούτε αυτό συνάδει με τα εκ του νόμου και κανονισμών απορρέοντα καθήκοντα και υποχρεώσεις των Καθ' ων η Αίτηση. Εκφράζει δε την πεποίθηση ότι κατόπιν νομικής συμβουλής που λαμβάνει από τους δικηγόρους της ότι ίδιες θεραπείες ζητήθηκαν στα πλαίσια της μονομερούς Αίτησης ημερομηνίας 17.1.19 και δεν έχουν αποδοθεί από το Δικαστήριο.

 

Περαιτέρω εκφράζει την πεποίθηση ότι οι Αιτητές δεν έχουν αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση και ότι η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε για σκοπούς εξασφάλισης πληροφοριών σε σχέση με το συγκεκριμένο πρόσωπο και συγκεκριμένα σε σχέση με το πρόσωπο που φαίνεται ως δικαιούχος του διαδικτυακού ονόματος.

 

Ως εκ τούτου θεωρεί ότι η συμμετοχή των Καθ' ων η Αίτηση στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο δικαστική διαδικασία έχει ολοκληρωθεί με την πλήρη συμμόρφωση των Καθ' ων η Αίτηση με τις πρόνοιες του διατάγματος του δικαστηρίου ημερομηνίας 18.1.19.  Είναι δε η θέση της ότι με την αποκάλυψη των στοιχείων των δικαιούχων, οι Αιτητές έχουν δικαίωμα να προωθήσουν θεραπείες και ένδικα μέσα εναντίον των εν λόγω προσώπων και όχι να στρέφονται εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση. Θεωρεί ότι η ενδεχόμενη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις για τους Καθ’ων η Αίτηση και θα προκαλέσει ιδιαίτερη ταλαιπωρία και ζημιά σε αυτούς καθώς θα δημιουργήσει προηγούμενο σε σχέση με τη χρήση διαδικτυακών ονομάτων και έλεγχο των κειμένων που δημοσιεύονται μέσω ονομάτων χώρου με κατάληξη ".cy".

 

Περαιτέρω η ομνύουσα αναφέρει ότι λαμβάνει νομική συμβουλή ότι οι Αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ύπαρξη αγώγιμου δικαιώματος εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση και ως εκ τούτου η η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου δεν πρέπει να ασκηθεί υπέρ της έγκρισης των αιτούμενων διαταγμάτων. Είναι περαιτέρω πεποίθηση της ότι το περιεχόμενο των αιτούμενων διαταγμάτων δεν είναι σαφές καθώς δεν προσδιορίζει επ' ακριβώς τις ενέργειες που καλούνται να πράξουν οι Καθ' ων η Αίτηση, ζητώντας εν κατακλείδι απόρριψη της αιτήσεως.

 

Το Δικαστήριο κρίνοντας ότι επηρεάζονται τα συμφέροντα του τρίτου προσώπου και συγκεκριμένα του δικαιούχου του διαδικτυακού ονόματος http://cyprusinsurancereview.com.cy κάλεσε τους Αιτητές όπως επιδώσουν την παρούσα Αίτηση στο εν λόγω πρόσωπο στο οποίο επιδόθηκε με υποκατάστατη επίδοση και αυτός δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία.

 

Ως εκ τούτου η Αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών αγόρευσαν προς υποστήριξη των θέσεων τους. Αμφότεροι το έπραξαν με επάρκεια και πληρότητα παραπέμποντας το Δικαστήριο σε νομολογία και παραθέτοντας τα δικά τους σχόλια και εισηγήσεις. Δεν κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθούν τα όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν αναφέρει. Θα αρκεστώ να αναφέρω ότι οι αγορεύσεις τους έχουν μελετηθεί με προσοχή και αναφορά σε αυτές θα γίνει όπου είναι απαραίτητο.

Εν τέλει οι Αιτητές απέσυραν το Αιτητικό 1 της Αίτησης του και προώθησαν μόνο τα όσα αφορούν το Αιτητικό 2.

 

Το Αιτητικό 2 ζητά στην ουσία την έκδοση προστακτικού διατάγματος.

 

Σε σχέση ειδικότερα με τις αρχές που ακολουθούνται κατά την εξέταση προστακτικών διαταγμάτων  αντί άλλου παραπέμπω στο  Σύγγραμμα «Διατάγματα - Injunctions» των κ.κ. Πέτρου Αρτέμη πρώην Π.Α.Δ. και Γιώργου Ερωτοκρίτου, Δ.Α.Δ.στις  σελ 87,88 και 89.

 «1. Η φύση των διαταγμάτων 

Προστακτικά είναι τα διατάγματα τα οποία με σαφή τρόπο προστάζουν τον εναγόμενο να τελέσει συγκεκριμένη πράξη, συνήθως για να αποκατασταθεί  μια κατάσταση πραγμάτων. Μπορούν να εκδοθούν ως  τελικά ή διηνεκή στα πλαίσια μιας αγωγής ή ως παρεμπίπτοντα. Όμως, για να εκδοθεί παρεμπίπτον προστακτικό διάταγμα, τα γεγονότα πρέπει να είναι σαφή και οι περιστάσεις τέτοιες που να μην αλλοιώνουν σοβαρά την υφιστάμενη κατάσταση ή να προϋποθέτουν σοβαρά έξοδα για συμμόρφωση. Για παράδειγμα στην υπόθεση Von Joel vHornsey το δικαστήριο αφού διαπίστωσε ότι ο εναγόμενος γνωρίζοντας ότι εξεδόθη διάταγμα εναντίον του, προσπάθησε να αποφύγει να δεχθεί επίδοση του διατάγματος, δεν δίστασε να εκδώσει δεύτερο παρεμπίπτον διάταγμα με το οποίο διατασσόταν η κατεδάφιση του μέρους που οικοδομήθηκε μεταξύ της έκδοσης του διατάγματος και της επίδοσης του αρχικού διατάγματος.

Ιστορικά τα δικαστήρια δίσταζαν να διατάξουν την εκτέλεση μιας θετικής πράξης, ώστε να τερματίσουν κάποια κατάσταση πραγμάτων την οποία θεωρούσαν ως παράνομη, εφόσον παραβίαζε τα δικαιώματα του ενάγοντα. Γι' αυτό προσπαθούσαν να διατυπώσουν τα διατάγματα τους με τέτοιο τρόπο, ώστε εμμέσως να διατάσσεται ο εναγόμενος να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα τους κατάσταση. Όμως, με την πάροδο του χρόνου, τα  δικαστήρια απέβαλαν το δισταγμό τους και σήμερα εκδίδουν πιο ελεύθερα προστακτικά διατάγματα με τα οποία ο εναγόμενος διατάσσεται άμεσα να προβεί σε συγκεκριμένη πράξη για να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση. Παρά ταύτα, τα δικαστήρια στην έκδοση προστακτικών διαταγμάτων συνεχίζουν να ασκούν τη διακριτική τους ευχέρεια με φειδώ, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις προσωρινών διαταγμάτων.

2. Προϋποθέσεις

Για την έκδοση τους εφαρμόζονται οι γενικές αρχές, όπως αυτές έχουν επεξηγηθεί στο Κεφάλαιο 3 (Γενικές Αρχές). Όμως κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου για την έκδοση ή όχι ενός προστακτικού διατάγματος, κάποιες αρχές και παράγοντες αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, λόγω της φύσης και της δραστικότητα του διατάγματος. Οι αρχές αυτές έχουν τεθεί στην υπόθεση Redland Bricks vMorris και υιοθετήθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στην R.K.BLeathergoods Ltd v. Αγγελίδη, καθώς και στην Σχίζας ν. Αδάμου κ.α.. Για χάριν ευκολίας υπενθυμίζουμε ορισμένες από τις σχετικές αρχές:- (α) ισχυρή πιθανότητα ότι ο ενάγων θα υποστεί ζημιά στο μέλλον, (β) οι αποζημιώσεις δεν αποτελούν επαρκή θεραπεία, (γ) η δαπάνη στον εναγόμενο για συμμόρφωση σε συνδυασμό με την αρνητική ή θετική συμπεριφορά του, ανάλογα με την περίπτωση, (δ) κατά πόσον αυτό που καλείται ο εναγόμενος να εκτελέσει είναι παράνομο και (ε) ότι ο εναγόμενος με την έκδοση του διατάγματος θα γνωρίζει επακριβώς τι θα πρέπει να πράξει.

3. Περιστάσεις που συνηγορούν υπέρ της μη έκδοσης

(α) Όταν η θεραπεία των αποζημιώσεων αναμένεται να είναι επαρκής:- Όταν το δικαστήριο πεισθεί ότι ο ενάγων δεν θα υποστεί βαριά ζημιά, και ότι εν πάση περιπτώσει η ζημιά του μπορεί να αποζημιωθεί χρηματικά, τότε δεν έχει πιθανότητες να εξασφαλίσει ένα προστακτικό διάταγμα. Ακόμη και όταν διαπιστώνεται παράνομη επέμβαση σε περιουσία, το δικαστήριο δεν είναι υπόχρεο να εκδώσει προστακτικό διάταγμα για άρση της οχληρίας, αλλά διατηρεί διακριτική ευχέρεια να επιδικάσει αποζημιώσεις, αν τα  γεγονότα δικαιολογούν μια τέτοια απόφαση.

(β) Το ισοζύγιο ταλαιπωρίας  των διαδίκων:- Το δικαστήριο επίσης δεν θα εκδώσει ένα προστακτικό διάταγμα, αν κρίνει ότι η ταλαιπωρία ή η ζημιά στον εναγόμενο από την έκδοση του προστακτικού διατάγματος θα είναι σοβαρή. Επίσης, δεν θα εκδοθεί προστακτικό διάταγμα στις περιπτώσεις που το δικαστήριο δεν πεισθεί ότι οι ενέργειες του εναγομένου είναι παράνομες, ιδιαίτερα όταν ο τελευταίος κριθεί ότι ενήργησε με καλή πίστη και δίκαια. Για παράδειγμα, το δικαστήριο δεν αναμένεται να εκδώσει προστακτικό διάταγμα για κατεδάφιση κτιρίου το οποίο ανεγειρόταν σε γνώση του εναγομένου, χωρίς αυτός ποτέ να παραπονεθεί ή να εγείρει οποιοδήποτε κώλυμα. Συνακόλουθα, η από μέρους  του ενάγοντα αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος για θεραπεία ή η συγκατάθεσή του, είναι στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της μη έκδοσης..»

 

 

Οι πιο πάνω αρχές ως αναφέρονται στο σύγγραμμα έχουν επιβεβαιωθεί από την Νομολογία όπου αναγνωρίζεται η δυνατότητα  έκδοσης παρεμπίπτοντος προστακτικού διατάγματος, αλλά τέτοια διατάγματα  δίδονται σπάνια, με φειδώ και με εξαιρετική περίσκεψη (βλ. Τσιερκέζου ν. Dragon Tourist Enterprises Ltd(2009) 1 (Α) ΑΑΔ 734 και Starport Nominees Ltd και Άλλη (Aρ. 1) (2010) 1 Α.Α.Δ. 1271.

 

Περαιτέρω στο σύγγραμμα Snell's Principles Of Equity 27th έκδοση σελ 641 καταγράφονται τα ακόλουθα ως προς τη δυνατότητα έκδοσης παρεμπιπτόντων προστακτικών  διαταγμάτων :

«Mandatory Injunctions: The Court has jurisdiction to grant a mandatory injunction on an interlocutory application but it will very  seldom do so, the Court usually requires a high degree of assurance that at the trial it will appear that the injunction was rightly granted.»

 

Περαν τούτου,οι Ενάγοντες με την αγωγή τους αξιώνουν θεραπείες που αφορούν σε δυσφήμιση, όπου ενδιάμεσα διατάγματα δεν εκδίδονται με ευκολία (Εφημερίδα ή Περιοδικό Αποκάλυψη της Πάφου Λτδ κ.ά ν. Σπύρου Κονιώτη (2004) 1 Α.Α.Δ. 1847).

 

Στην CΤ Tobacco Ltd v. Εταιρεία Εκδόσεις Αρκτίνος Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ 853.) διατυπώθηκαν από το Κυπριακό Εφετείο οι αρχές για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων σε αγωγές δυσφήμησης όπως αυτές παρατέθηκαν από το Αγγλικό Εφετείο σε σειρά από υποθέσεις. Το πιο κάτω απόσπασμα ενδιαφέρει και το παραθέτω:

 

«Ο ευαίσθητος χαρακτήρας ενός προσωρινού διατάγματος προϋποθέτει ότι η έκδοση του, σύμφωνα με το Δικαστή Lord Esher M.R. στην υπόθεση Coulson v. Coulson [1887] 3 TLR 846, θα γίνεται μόνο στις πιο καθαρές περιπτώσεις. Όπως έχει επίσης τονίσει ο Δικαστής Lord Scarman στην υπόθεση The Exclusive Brethren case [1980] 3 All E.R. 161, 183,

".. the prior restraint of publication, though occasionally necessary in serious cases, is a drastic interference with freedom of speech and should only be ordered where there is a substantial risk of grave injustice. I understand the test of 'pressing social need' as being exactly that."

Σε ελεύθερη μετάφραση,

"Η προηγούμενη απαγόρευση της δημοσίευσης, αν και είναι αναγκαία σε σοβαρές υποθέσεις, αποτελεί μια δραστική επέμβαση στην ελευθερία του λόγου και θα πρέπει να εκδίδεται μόνο όταν υπάρχει ένας ουσιαστικός κίνδυνος σοβαρής αδικίας. Αντιλαμβάνομαι τον όρο 'πιεστική κοινωνική ανάγκη' να σημαίνει ακριβώς αυτό."

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ένα δικαστήριο θα προβεί στην έκδοση ενός παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος μόνο όταν,

(1) Η δήλωση είναι αναμφίβολα δυσφημιστική,

(2) Δεν υπάρχουν λόγοι που θα οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι η δήλωση μπορεί να είναι αληθής,

(3) Δεν υπάρχει άλλη υπεράσπιση που μπορεί να πετύχει,

(4) Υπάρχει μαρτυρία πρόθεσης επανάληψης ή δημοσίευσης της δυσφήμησης (βλ. Gatley "On Libel and Slander" 9η  Έκδοση, σελ. 634).

Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι υπήρξαν περιπτώσεις όπου τα Κυπριακά Δικαστήρια εξέδωσαν και το Εφετείο διατήρησε σε ισχύ προσωρινά διατάγματα όχι όμως προστακτικού τύπου, όπως ζητείται στην παρούσα αλλά απαγορευτικά σε υποθέσεις που αφορούσαν δυσφημιστικά σχόλια . (βλ. Μιχαηλίδης v. Πουργουρίδη (2001) 1 Β ΑΑΔ, 1263.)

 

Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι για την έκδοση παρεμπίπτοντος προστακτικού διατάγματος πέραν των προϋποθέσεων του άρθρου 32 ο Αιτητής θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την ύπαρξη υψηλής πιθανότητας  κατά την ακρόαση να διαφανεί ότι το διάταγμα ορθώς δόθηκε. Στη βάση των πιο πάνω θα εξετάσω κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν 14/1960 στην παρούσα.

 

Προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων

 

Το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60επί του οποίου βασίζεται η Αίτηση, παρέχει στα Δικαστήρια ευρύτατες εξουσίες για έκδοση οποιωνδήποτε διαταγμάτων, όταν κάτι τέτοιο κρίνεται δίκαιο ή πρόσφορο χωρίς να τίθεται οιοσδήποτε περιορισμός, (βλ. Α.Β.P. Holdings Ltd ν. Α. Κιταλίδη κ.α. (Αρ.2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694). Τα ίδια επαναλήφθηκαν και στη μεταγενέστερη υπόθεση Seamark Consult. Services Ltd κ.ά ν. Joseph P. Lasala κ.ά (2007) 1(Α) Α.Α.Δ. 162, στην οποία, για άλλη μια φορά λέχθηκε πως το άρθρο 32 παρέχει ευρύτατες εξουσίες στα Δικαστήρια, που ασκούν πολιτική δικαιοδοσία, να εκδίδουν παρεμπίπτοντα διατάγματα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σελίδα 177 της απόφασης:

 

«Η απαίτηση των σύγχρονων ρυθμών ζωής οδήγησαν τα Δικαστήρια στη σκέψη πως θα έπρεπε να αναδιαπλάσουν το πλαίσιο της εξουσίας τους για να παρέχεται σ΄ αυτά η δυνατότητα τέτοιου χειρισμού των προσωρινών διαταγμάτων, ώστε αυτά να καθίστανται αποτελεσματικά μέχρι τη λήξη της διαφοράς».

 

Το ίδιο και στην υπόθεση Penderhill Holdings Ltd κ.ά ν. Ιωάννη Κλούκινα, Πολιτικές Εφέσεις 319/11 και 320/11, απόφαση ημερ. 13.1.14, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«… Ευρύτατη λοιπόν εξουσία παρέχεται, δυνάμει του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, στο Δικαστήριο που ασκεί πολιτική δικαιοδοσία να εκδώσει παρεμπίπτοντα διατάγματα τα οποία να καθίστανται αποτελεσματικά. Εκείνο που κρίνεται πάντοτε κάτω από το άρθρο 32 είναι αν πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις, κανένας άλλος περιορισμός δεν τίθεται.»

 

Δεν θα παραθέσω τις γνωστές προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων ούτε την πλούσια Νομολογία που υπάρχει. Αναφέρω απλώς, πως σε διαδικασίες έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων δυνάμει του άρθρου 32 , έργο του Δικαστηρίου είναι μόνο η διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των προϋποθέσεων για έκδοση τέτοιων διαταγμάτων.

 

Το Δικαστήριο προσεγγίζει την προσαχθείσα μαρτυρία μόνο για τους σκοπούς αυτούς (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263).

 

 

Πρώτη Προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Ν.14/60

 

Όσον αφορά στην πρώτη προϋπόθεση όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί, η διαπίστωση ύπαρξης σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, δεν πρέπει να συνδέεται με την ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας. Στην υπόθεση Πουργουρίδη κ.ά ν. Μέζου κ.ά (1994) 1 Α.Α.Δ. 201), το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι είχε καταδειχθεί η ύπαρξη μιας συζητήσιμης τουλάχιστον υπόθεσης, και ότι είχε εγερθεί κάποιο σοβαρό θέμα προς εκδίκαση παρά τα προβλήματα που υπήρχαν στον τρόπο σύνταξης της έκθεσης απαίτησης αναφορικά με τους ισχυρισμούς της ενάγουσας ότι παραβιάστηκε κάποιο αγώγιμο δικαίωμά της.  

 

Στην Απόφαση ημερ. 23.3.17 Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε143/2015, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Η προϋπόθεση αυτή σημαίνει να αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση με βάση τη δύναμη των δικογράφων (Odysseos v. Pieris Estates Ltd (ανωτέρω)).»

 

Και στην πρόσφατη Απόφαση ημερ. 26.9.17 Αθανάσιος Κυριάκου κ.ά ν. Πραξούλας Αντωνιάδου Κυριάκου, Πολ. Έφεση Αρ. Ε301/2016, τα ακόλουθα:

 

«Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν σχέση με την έννοια του «σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση», που υποδηλώνει συζητήσιμη υπόθεση με βάση τη δύναμη των δικογράφων (Odysseos v. Pieris Estates Ltd (1982) 1 CLR 557).  Όπως εξηγείται στο σύγγραμμα Διατάγματα, Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη, πρώτη έκδοση, σελ. 55:

 

 «Με την αναφορά αυτή  στην ουσία εισάγεται η γενική προϋπόθεση ότι το δικαίωμα το οποίο επικαλείται ο ενάγων θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένο είτε από το νόμο (legal right) είτε από το δίκαιο της επιείκειας (equitable right) . Γι΄αυτό και το Δικαστήριο θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα αναγνωρισμένο από το νόμο και τις αρχές της επιείκειας, προτού παραχωρήσει τη θεραπεία απαγορευτικού διατάγματος

 

Το Δικαστήριο ουδόλως εξέτασε, υπό την ορθή αυτή έννοια, την πρώτη προϋπόθεση και όσα κατέγραψε ως σχετικά είναι, ως άνω, άσχετα.  Είχε δε ιδιαίτερη σημασία η εξέταση της πρώτης προϋπόθεσης σε μια αγωγή που παρουσιάζεται και εν μέρει ως παράγωγη (derivative) ή αντιπροσωπευτική, εφόσον ζητείται και δήλωση υπέρ της Εταιρείας ότι έχει δικαίωμα επίσχεσης των μετοχών Κουμούσιη.  Ούτε, παρεμπιπτόντως, φαίνεται να τέθηκε ζήτημα για το αναγκαίο του Κουμούσιη ως διάδικου.  Περιπλέον, δεν απασχόλησε το γεγονός ότι αξιώνονται αποζημιώσεις λόγω παράβασης υπό του εφεσείοντα 1 «του καθήκοντος εμπιστοσύνης που υπείχε έναντι της εφεσίβλητης ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας», τη στιγμή που όπως και πρόσφατα έχει υποδειχθεί, το καθήκον εμπιστοσύνης των συμβούλων υφίσταται έναντι της εταιρείας και όχι έναντι των μετόχων (Abuljebain v. Unetec, ECLI:CY:AD:2015:A70, Πολιτική Έφεση 182/2009, ημερομηνίας 5.2.2015).»

 

Στην παρούσα οι Ενάγοντες ισχυρίζονται ότι τα σχόλια της ιστοσελίδας αποτελούν δυσφήμιση προς αυτούς. Συνεπεία αυτού του αστικού αδικήματος οι Ενάγοντες αξιώνουν εναντίον των Εναγομένων αποζημιώσεις και άλλες θεραπείες. Καταλήγω, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, ότι οι Ενάγοντες έχουν ικανοποιήσει την πρώτη προϋπόθεση, η οποία αφορά σε σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση.  

 

Δεύτερη Προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Ν.14/60

 

Σε σχέση με την δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32, έχω κατά νου ότι η προοπτική επιτυχίας εξετάζεται σε συνάρτηση και με την αντίθετη εκδοχή. Στην υπόθεση Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka D.D. (1999) 1(Α) Α.Α.Δ. 225, διαβάζουμε τα ακόλουθα από τη σελίδα 237: «Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε, πάλιν εσφαλμένα, ρητή αρνητική απάντηση στην εισήγηση, αντί να μετρήσει και αξιολογήσει και το στοιχείο τούτο, για τους σκοπούς μόνο της έκδοσης ή μη του διατάγματος». Παρόμοια θέματα εξετάστηκαν στην Απόφαση Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά. (πιο πάνω), και στην Απόφαση Αθανάσιος Κυριάκου κ.ά ν. Πραξούλας Αντωνιάδου Κυριάκου (πιο πάνω). Συνεπώς, αναφέρω από τώρα ότι έχω θέσει ενώπιον μου και τις θέσεις της άλλης πλευράς πριν αποφασίσω κατά πόσο ικανοποιείται η δεύτερη προϋπόθεση, στις οποίες θα κάνω αναφορά αμέσως τώρα.

 

 

Κατ’αρχήν πρέπει να αναφέρω ότι η πάγια θέση των Καθ’ων η Αίτηση είναι ότι οι ίδιοι δεν ελέγχουν και δεν ευθύνονται για το τι δημοσιεύεται στις ιστοσελίδες που ονοματοδοτούν.  Έχω κατά νου ότι στο στάδιο αυτό, τα Δικαστήρια δεν αξιολογούν την προσαχθείσα μαρτυρία και δεν προβαίνουν σε ευρήματα σε σχέση με τους συγκρουόμενους ισχυρισμούς. Αυτό θα γίνει όταν το Δικαστήριο θα ακούσει την υπόθεση στην ουσία της. Παρά ταύτα πρέπει να μελετηθεί η θέση των Καθ’ων η Αίτηση αφού αυτή αφορά καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχία της αγωγής των Εναγόντων για δυσφήμιση.  Στην υπόθεση T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1802, 1809 επαναλαμβάνεται ότι «Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του».

 

Στο σύγγραμμα του Π. Πολυβίου, Η Δυσφήμιση στο Κυπριακό και Ευρωπαϊκό Δίκαιο, αναφέρεται ότι το πρωταρχικό στάδιο το οποίο σχετίζεται και με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, είναι η διαπίστωση του κατά πόσο έγινε η δημοσίευση. Εάν η δημοσίευση έχει επιτευχθεί, το επόμενο ερώτημα είναι η υπόδειξη των προσώπων που έχουν ευθύνη για τη δημοσίευση. Ως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας "η απλή (και γενική) απάντηση είναι ότι νομική ευθύνη για δημοσίευση έχουν καταρχήν όλα τα πρόσωπα τα οποία εν γνώση τους έλαβαν μέρος σε αυτήν". Περαιτέρω, στο ίδιο σύγγραμμα ο συγγραφέας αναφέρει ότι απαιτείται δυσανάλογη δαπάνη ή άλλη επίπονη ενέργεια για την αίρεση δυσφημιστικής ανακοίνωσης η οποία αναρτήθηκε ή χαράκτηκε χωρίς την έγκριση γνώσης ή επικύρωσης του ατόμου που κατηγορείται γι' αυτό, τότε αυτός δεν έχει ευθύνη για τη δυσφήμιση.

 

Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει διαφωνία των μερών σε σχέση με τον ρόλο των Καθ’ων η Αίτηση και ότι αυτοί είναι ο αρμόδιος διαχειριστής των διαδικτυακών ονομάτων χώρου με κατάληξη “.cy” δυνάμει Κανονιστικής Διοικητικής Πράξης με αριθμό 272/2017 η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 11.08.17. Στο μέρος 3 της εν λόγω ΚΔΠ 272/17, αναφέρεται στο άρθρο 6, υποπαράγραφος 4 ότι, ο διαχειριστής δεν ευθύνεται ούτε και υποχρεούται να προβεί σε οποιονδήποτε έλεγχο της χρήσης του συγκεκριμένου διαδικτυακού ονόματος ή οποιουδήποτε άλλου καταχωρημένου στοιχείου όπου υποβάλλεται σύμφωνα με άρθρο 5.

 

Παραταύτα, έχει το δικαίωμα για ακύρωση της άδειας παραχώρησης χρήσης σε περίπτωση που διαπιστωθεί από απόφαση Δικαστηρίου ή άλλη αρμόδια αρχή ότι, κάποιο από τα αναφερόμενα στοιχεία, ως προνοούνται στο άρθρο 5 πιο πάνω, είναι ανακριβή ή εάν το δικαίωμα παραχώρησης άδειας χρήσης αντιβαίνει το δημόσιο συμφέρον ή σε οποιονδήποτε νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επί τούτου του σημείου, είναι η εισήγηση των Καθ' ων η Αίτηση ότι δεν ευθύνονται και δεν μπορούν να ευθύνονται, αλλά ούτε και υποχρεούνται να προβούν σε έλεγχο της χρήσης της σελίδας και του περιεχομένου της για οποιοδήποτε διαδικτυακό όνομα εγκρίνουν.

 

Στον αντίποδα είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών ότι από την στιγμή που έχουν ειδοποιηθεί για την ύπαρξη δυσφήμισης, οφείλουν να τερματίσουν την υπηρεσία που παρέχουν στο άτομο που ευθύνεται για αυτήν. Υπάρχει αγγλική νομολογία την οποία επικαλείται ο συνήγορος των Αιτητών, η οποία θεωρεί ότι υποστηρίζει το αίτημα του με αναφορά στην υπόθεση Gofrey v. Demon Internet QBD 1999 [4 All ER 342]. Έχω μελετήσει την εν λόγω υπόθεση και θεωρώ ότι η πιο από πάνω αναφορά στην αγγλική νομολογία δεν βοηθά την υπόθεση των Αιτητών. Η υπόθεση αφορούσε την Αίτηση των Εναγόντων για διαγραφή του μέρους της  υπεράσπισης των Εναγόμενων στην οποία αρνούντο ότι ήταν οι εκδότες του λιβέλου ή του σχολίου. Τελεσίδικα, η Αίτηση πέτυχε και το Δικαστήριο κατέληξε ότι λόγω της φύσης της λειτουργίας της συγκεκριμένης πλατφόρμας των Εναγόμενων οι ίδιοι μπορούσαν να θεωρηθούν ως εκδότες του σχολίου. Το Δικαστήριο δηλαδή κατέληξε ότι οι Εναγόμενοι παρείχαν συγκεκριμένες υπηρεσίες πληροφόρησης και ειδήσεων και ως εκ τούτου έλεγχαν ή μπορούσαν να ελέγχουν τα όσα αναρτούντο στην σελίδα τους, κάτι που τους εξίσωνε ως εκδότες.

 

Εν προκειμένω, δεν θεωρώ ότι οι Καθ' ων η Αίτηση στην παρούσα μπορούν να εξισωθούν ως εκδότες, αφού ο ρόλος τους είναι καθ' όλα περιορισμένος και με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο. Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2000/31/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αφορά οδηγία σε σχέση με το ηλεκτρονικό εμπόριο, ενσωματώθηκε στην Κυπριακή έννομη τάξη με των Περιορισμένων Πτυχών Των Υπηρεσιών στην Κοινωνία της Πληροφορίας και Ειδικά του Ηλεκτρονικού Εμπορίου καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2004 156 (I)/2004. Στον εν λόγω νόμο, ενδιαφέρουν τα άρθρα 20 και 41. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 20 ορίζεται το καθήκον και η αρμοδιότητα σε σχέση με την ρύθμιση των ονομάτων χώρου στο διαδίκτυο με κατάληξη “.cy” και στο άρθρο 41 καθορίζεται η διαδικασία ονοματοδοσίας και διευθυνσιοδότησης.

 

Ο ρόλος των Καθ’ ών η Αίτηση είναι σαφώς περιορισμένος με βάση το νομικό πλαίσιο και αφενός δεν έχουν έλεγχο των όσων αναγράφονται στις σελίδες που ονοματοδοτούν αφετέρου δεν  έχουν δικαίωμα επέμβασης στις σελίδες που ονοματοδοτούν για να αφαιρέσουν σχόλια.

 

Με βάση τα πιο πάνω και την ενώπιων του Δικαστηρίου μαρτυρία την οποία προσεγγίζω μόνο για σκοπούς έκδοσης του ενδιάμεσου διατάγματος δεν έχω καταφέρει να εντοπίσω με ποιο τρόπο μπορούν οι Καθ’ων η Αίτηση να ενάγονται ως εκδότες στα πλαίσια αγωγής δυσφήμισης.

 

Η υπό τον ως άνω και τίτλο αγωγή εν αρχή εγέρθηκε με σκοπό την εξασφάλιση διατάγματος τύπου Norwich Pharmacal από τους Καθ' ων η Αίτηση για την αποκάλυψη των πραγματικών στοιχείων του ατόμου που ήταν υπεύθυνο για την ιστοσελίδα την οποία οι Αιτητές ισχυρίζονται την καταγραφή λιβελογραφημάτων και δυσφημιστικών σχολίων για αυτούς.  Αυτή ήταν και η αρχική θέση των Αιτητών οι οποίοι προώθησαν στα πλαίσια της αγωγής την Αίτηση για την έκδοση διαταγμάτων τύπου  Norwich Pharmacal χωρίς αναφορά σε εμπλοκή των Καθ’ων η Αίτηση στην κατ’ισχυρισμό δυσφήμηση τους αν και στο κλητήριο Ένταλμα γίνεται αναφορά επί τούτου. Το να επανέρχονται με την νέα αυτή αίτηση ζητώντας μάλιστα τον τερματισμό της σελίδας από τους Καθ’ων η Αίτηση θεωρώντας τους παράλληλα συνυπεύθυνους για την κατ’ ισχυρισμό δυσφήμιση σε αυτούς επειδή ειδοποιήθηκαν για αυτήν και δεν τερμάτισαν την άδεια χρήσης της σελίδας αποτελεί δραστικό και κατα την άποψη μου δυσανάλογο μέτρο.

 

Το να αναστέλλονται οι διαδικτυακές υπηρεσίες ως η εισήγηση του κυρίου Χρυσάνθου κάθε φορά που κοινοποιείται η ύπαρξη κάποιου σχολίου που ενοχλεί οποιονδήποτε άτομο ή οντότητα δεν συνάδει με τα σημεία των καιρών και την εποχή στην οποία ζουμε.

 

 

Ανεξαρτήτως της κρίσης του Δικαστηρίου, ως αυτή αναφέρεται πιο πάνω, πρέπει να λεχθεί και το εξής: Είναι μεγάλος ο προβληματισμός του Δικαστηρίου κατά πόσο ακόμα και αν ήθελε πετύχει η αγωγή των Αιτητών, κατά πόσο θα ήταν η ενδεδειγμένη και δίκαιη θεραπεία να δοθεί από το Δικαστήριο τα όσα ζητούνται με το αιτητικό Β, δηλαδή ο πλήρης τερματισμός της λειτουργίας της ιστοσελίδας.

 

Αυτό το μέτρο θα ισοδυναμούσε με την έκδοση διατάγματος που να αναστέλλει τη λειτουργία της μιας εφημερίδας στην οποία αναρτώνται δυσφημιστικά σχόλια , σε περίπτωση που η παρούσα ήταν η “κλασική” υπόθεση δυσφήμισης όπου Εναγόμενοι είναι ο εκδότης του κατ' ισχυρισμό δυσφημιστικού δημοσιεύματος. Η θεραπεία που οι Αιτητές ζητούν στα πλαίσια της υπό εξέτασης αίτησης θα ισοδυναμούσε με αναζήτηση θεραπείας που να αναστέλλει δια πάντως και να τερματίζει όλη τη λειτουργία της εφημερίδας. Φυσικά θα πρέπει να λεχθεί ότι η συγκεκριμένη ιστοσελίδα από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία φαίνεται ότι λειτουργεί για εξειδικευμένο ζήτημα και δεν αφορά την περίπτωση στην οποία δημοσιεύονται ποικιλία άρθρων και αναγνωσμάτων, παρά ταύτα όμως ο παραλληλισμός γίνεται για να καταδείξει τη δραστικότητα του αιτούμενου διατάγματος και πώς αυτό θα μπορούσε να εφαρμοστεί στα πλαίσια των νομικά γνωστών περιπτώσεων της δυσφήμισης.

 

Ανεξαρτήτως του πιο πάνω σχολίου, είναι ομολογουμένως αχαρτογράφητα τα νερά που αφορούν το διαδικτυακό χώρο και τον τρόπο με τον οποίον μπορεί να ελεγχθεί το αχανές περιεχόμενο που αναρτείται καθημερινά και γίνεται ανα το παγκόσμιο προσβάσιμο. Η δυσκολία αυτού του ελέγχου όμως δεν προϋποθέτει τη λήψη τέτοιων δυσανάλογων μέτρων καθιστώντας μάλιστα υπεύθυνο για αυτά την οντότητα που δίνει η πρόσβαση στο διαδίκτυο.

 

Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι η οποιαδήποτε αναζήτηση θεραπείας πρέπει να γίνεται στο άτομο το οποίο ευθύνεται για την ανάρτηση και την αναμετάδοση του σχολίου που θεωρείται δυσφημιστικό και δεν μπορεί να στοχεύεται ο διαχειριστής της υπηρεσίας που του παρέχει την πρόσβαση στο διαδίκτυο. Η όλη επιχειρηματολογία του κ. Χρυσάνθου ότι αντίστοιχο μέτρο έχει ληφθεί από εταιρεία στις ΗΠΑ είναι αδιάφορο στην παρούσα, αφού δεν μπορεί να δεσμεύσει το Δικαστήριο ο τρόπος ενέργειας μιας συγκεκριμένης πλατφόρμας έρευνας όπως είναι η Google, η οποία λειτουργεί με βάση δικούς τους κανόνες και έλεγχο, και να εξισωθεί με τον διαχειριστή των ιστιόχωρων όπως είναι στην προκείμενη οι Καθ' ων η Αίτηση.

 

Έχοντας ενώπιον μου τα πιο πάνω και με βάση το μαρτυρικό υλικό στο σύνολο του, το οποίο, επαναλαμβάνω, προσεγγίζω μόνο για σκοπούς έκδοσης προσωρινών θεραπειών, βρίσκω ότι οι Αιτητές δεν έχουν  ικανοποιήσει την δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή την ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας. Οι ισχυρισμοί των Καθ’ων η Αίτηση σε σχέση με τον ρόλο και την ευθύνη τους έχουν κατά την γνώμη μου εξασθενήσει την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης των Αιτητων εναντίον τους σε βαθμό που να μην υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας στα πλαίσια εκδίκασης της Αγωγής αφού δεν έχει στοιχειοθετηθεί με ποιον τρόπο αυτοί έχουν συνεισφέρει ή συνδράμει στην κατ' ισχυρισμό δυσφήμιση.



Ως εκ τούτου, παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος και η Αίτηση οδηγείται σε απόρριψη.

 

Τα έξοδα ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών.

 

 

 

                                                                           (Υπ.)  Ε. Ευθυμίου - Ανδρέου, Ε.Δ.


ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο