ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

 

Αριθμός Αγωγής: 3981/2011

 

 

Μεταξύ:

 

ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΡΟΥΓΚΑ

Ενάγοντας

και

 

ΜΑΡΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Εναγόμενος

 

 

8 Ιανουαρίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενο/Αιτητή: κα Κασάπη δια Φοίβος, Χρίστος, Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. & Σάββια Σάββα Γεωργίου

Για Ενάγοντα/Καθ’ ου η Αίτηση: κα Χρυσοστόμου δια Σωτήρης Αργυρού και Συνεταίροι ΔΕΠΕ

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στην αίτηση του Εναγόμενου/Αιτητή ημερομηνίας 24.10.2023 για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 24.6.2022

 

 

Στις 24.6.2022 εκδόθηκε τελική απόφαση στην αγωγή κατόπιν ακρόασης, υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγόμενου για ποσό €100.000 πλέον 3% τόκο από 31.3.2011 μέχρι εξόφλησης, πλέον €195,75, πλέον έξοδα.

 

Ο Εναγόμενος δεν πλήρωσε το ποσό της απόφασης την οποία εφεσίβαλε. Η έφεση εκκρεμεί προς εκδίκαση.

 

Στο ενδιάμεσο, ο Ενάγοντας ενέγραψε ΜΕΜΟ επί όλης της ακίνητης περιουσίας του Εναγόμενου. Ο Εναγόμενος διαπίστωσε την εγγραφή του ΜΕΜΟ όταν συμφώνησε με τρίτο πρόσωπο να του πωλήσει ένα εκ των ακινήτων του. Θεωρεί άδικο να είναι επιβαρυμένη ολόκληρη η ακίνητη του περιουσία, για την οποία αναφέρει ότι είναι «αξίας εκατομμυρίων».

 

Μέσω της παρούσας Αίτησης, ζητά την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερομηνίας 24.6.2022 μέχρι την εκδίκαση της έφεσης ώστε να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί την ακίνητη περιουσία του και, επισημαίνοντας ειδικότερα τη συμφωνία που έχει συνάψει για πώληση ενός εκ των ακινήτων του. Εισηγείται όπως, προς εξασφάλιση του εξ αποφάσεως χρέους, καταχωρηθεί ΜΕΜΟ επί ενός μόνο εκ των ακινήτων του (που εξειδικεύει στην αίτηση του) το οποίο με βάση την αξία γενικής εκτίμησης του Κτηματολογίου είναι αξίας €328.800.

 

Παρενθετικά να σημειώσω ότι με την Αίτηση ζητούσε ακόμα μια ενδιάμεση θεραπεία (αιτητικό Β) την οποία όμως απέσυρε με δήλωση του δικηγόρου του στην αγόρευση του και η οποία, συνακόλουθα, απορρίπτεται.

 

Ο Ενάγοντας έχει εγείρει ένσταση στην Αίτηση. Η δική του θέση είναι ότι δεν πρέπει να αποστερηθεί της δυνατότητας εκτέλεσης της εκδοθείσας απόφασης ενώ σημειώνει ότι η προσφορά του Εναγόμενου για ΜΕΜΟ επί του ενός εκ των ακινήτων του δεν συνιστά ικανοποιητική εγγύηση για να συναινέσει στο αίτημα αναστολής.

 

Αυτό είναι, συνοπτικά, το υπόβαθρο που προκύπτει από την Αίτηση και ένσταση αντίστοιχα.

 

Κατά την ακρόαση της Αίτησης, οι συνήγοροι των δύο πλευρών παρουσίασαν γραπτές αγορεύσεις τις οποίες έχω μελετήσει. Έχω επίσης μελετήσει τη νομολογία στην οποία παραπέμπουν.

 

Προχωρώ στην εξέταση της ουσίας.

 

Η Αίτηση εδράζεται στη Δ.35 θ.18 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών (στη μορφή που ισχύει για την παρούσα αγωγή) που προνοεί ότι:

 

«An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.»

 

Από την πιο πάνω διάταξη προκύπτει ότι ο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να αναστείλει, στις κατάλληλες περιπτώσεις, κάποια θετική υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από δικαστική απόφαση, υπό όρους που θα κρίνει εύλογους και δίκαιους υπό τις περιστάσεις[1].

 

Στην παρούσα περίπτωση, η επίδικη απόφαση δημιουργεί θετική υποχρέωση εφόσον διατάζει την πληρωμή ποσού από τον Εναγόμενο προς τον Ενάγοντα. Συνεπώς θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αναστολής.

 

Ως προς τον τρόπο που πρέπει να ασκεί τη διακριτική του εξουσία το Δικαστήριο όταν αποφασίζει εάν θα χορηγήσει αναστολή, καθοδήγηση παρέχεται από τη νομολογία.

 

Συνοψίζοντας τις αρχές που προκύπτουν από τη νομολογία, όταν το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει επί αιτήματος αναστολής εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης, πρέπει να σταθμίσει κατά κύριο λόγο δύο παράγοντες.

 

Κατά πρώτον, πρέπει να λάβει υπόψη τη φυσιολογική προσδοκία του επιτυχόντα διάδικου να δρέψει τους καρπούς της επιτυχίας του. Κατά δεύτερον, πρέπει να προσμετρήσει τον κίνδυνο η οποιαδήποτε επιτυχία κατ’ έφεση να καταστεί άνευ αντικρίσματος εάν η απόφαση δεν έχει ανασταλεί στο μεταξύ[2].

 

Επανέρχομαι στην προκείμενη περίπτωση για να εξετάσω κατά πόσο η εκτέλεση της επίδικης απόφαση είναι ορθό να ανασταλεί.

 

Η επιτυχής κατάληξη της αγωγής αναμφίβολα δημιούργησε στον Ενάγοντα την προσδοκία ότι δικαιούται το όφελος της απόφασης που εξασφάλισε.

 

Αναφορικά με τις πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης που έχει καταχωρήσει ο Εναγόμενος εναντίον της πρωτόδικης απόφασης, δεν μπορεί να γίνει με βεβαιότητα πρόγνωση για ανατροπή της κατ΄ έφεση. Το αρμόδιο σώμα να αποφασίσει για την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης είναι το Εφετείο, την κρίση του οποίου δεν θα υποκαταστήσω[3].

 

Είναι γεγονός ότι η καταχώρηση ΜΕΜΟ επί του συνόλου της ακίνητης περιουσίας του Εναγόμενου δημιουργεί περιορισμούς στη δυνατότητα του να εκμεταλλευτεί την περιουσία. του. Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, ο Εναγόμενος έχει παρουσιάσει στα πλαίσια της Αίτησης αντίγραφο πωλητηρίου εγγράφου για πώληση ενός εκ των ακινήτων του και η εκπλήρωση της υποχρέωσης του για μεταβίβαση του ακινήτου έχει περιπλακεί ένεκα της εγγραφής του ΜΕΜΟ.

 

Ο περιορισμός του δικαιώματος εγγραφής ΜΕΜΟ ώστε να βαρύνει μόνο το ακίνητο που εισηγείται ο Εναγόμενος, κρίνω ότι δεν συνιστά ικανοποιητική εγγύηση προς τον Ενάγοντα για να χορηγηθεί η αιτούμενη αναστολή. Αντίθετα, απλώς περιορίζει τα υφιστάμενα δικαιώματα του Ενάγοντα σε ένα μόνο εκ των ακινήτων του Εναγόμενου χωρίς να προσφέρει οποιοδήποτε επιπρόσθετο όφελος ή ουσιαστική εγγύηση για ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους.

 

Στην ένσταση του Ενάγοντα στην παρούσα Αίτηση, αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής «εφόσον ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι έχει βρει αγοραστή για συγκεκριμένο ακίνητο θα μπορούσε να είχε προτείνει [στα πλαίσια αναστολής εκτέλεσης της επίδικης απόφασης] τραπεζική εγγύηση, η οποία να καλύπτει το ποσό της απόφασης συν τους τόκους συν τα δικηγορικά έξοδα όπως θα συμφωνηθεί μεταξύ των δικηγόρων ή όπως αυτά θα ψηφιστούν εφόσον έχει καταχωρηθεί σχετικός κατάλογος και αναμένεται η ψήφιση του. Τέτοια πρόθεση δεν φαίνεται να υπάρχει από τον Αιτητή γι’ αυτό και η αίτηση του θα πρέπει να απορριφθεί.»

 

Στην αγόρευση του, ο συνήγορος του Ενάγοντα αναφέρει επίσης ότι ο Εναγόμενος «θα μπορούσε να είχε προτείνει την καταβολή τραπεζικής εγγύησης, η οποία να καλύπτει το ποσό της απόφασης συν τους τόκους συν τα δικηγορικά έξοδα όπως θα συμφωνηθεί μεταξύ των δικηγόρων ή όπως αυτά θα ψηφιστούν.»

 

Στάθμισα όλα τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον μου και τις εκατέρωθεν θέσεις.

 

Προκύπτει πράγματι ότι ο Εναγόμενος είναι κάτοχος μεγάλης ακίνητης περιουσίας, σημαντικής αξίας σύμφωνα με τις αξίες γενικής εκτίμησης του Κτηματολογίου (Τεκμήριο 6 της ένορκης δήλωσης του Εναγόμενου). Είναι επίσης δεδομένο ότι όλη η περιουσία έχει επιβαρυνθεί με το ΜΕΜΟ που καταχώρησε ο Ενάγοντας και αυτό -εκ των πραγμάτων- δημιουργεί περιορισμούς στην εκμετάλλευση της.

 

Από την άλλη το εξ αποφάσεως χρέος παραμένει ανικανοποίητο και η πλευρά του Ενάγοντα επιδιώκει, δικαίως, κάποιου είδους εγγύηση που να διασφαλίζει ότι το εξ αποφάσεως χρέος θα πληρωθεί.

 

Με αυτά τα δεδομένα, κρίνω ότι μπορώ να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια προς ικανοποίηση του αιτήματος για αναστολή μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, υπό όρους που να εξισορροπούν τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των δύο πλευρών.

 

Συνεπώς, η εκτέλεση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 24.6.2022 στην παρούσα αγωγή αναστέλλεται, υπό τους όρους που καθορίζονται πιο κάτω, μέχρι την εκδίκαση ή κατ’ άλλο τρόπο αποπεράτωση της πολιτικής έφεσης 206/2022 που καταχωρήθηκε από τον Εναγόμενο εναντίον αυτής.

 

Η αναστολή χορηγείται υπό τους εξής, σωρευτικά, όρους:

 

1        Ο Εναγόμενος, μέχρι τις 29.2.2024, να καταθέσει στο Δικαστήριο τραπεζική εγγύηση υπέρ του Ενάγοντα, για ποσό €100.000 πλέον 3% τόκο ετησίως από 31.3.2011 μέχρι την ημερομηνία αποπεράτωσης της έφεσης.

 

2        Ο Εναγόμενος, μέχρι τις 29.2.2024, να καταθέσει στο Δικαστήριο δεόντως χαρτοσημασμένο αντίγραφο του αγοραπωλητηρίου εγγράφου ημερομηνίας 12.10.2023, που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 7 στην ένορκη του δήλωση ημερομηνίας 24.10.2023, μαζί με αντίγραφο πιστοποιητικού διευθέτησης φορολογικών υποχρεώσεων από τις φορολογικές αρχές σε σχέση με τη μεταβίβαση του ακινήτου που αφορά το εν λόγω αγοραπωλητήριο έγγραφο.

 

3        Ο Εναγόμενος να πληρώσει προς τον δικηγόρο του Ενάγοντα το ποσό των επιδικασθέντων εξόδων της αγωγής. Εκτός εάν το ποσό των εξόδων που θα πληρωθεί, συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων, η πληρωμή να γίνει εντός 30 ημερών από τον υπολογισμό των εξόδων από τον Πρωτοκολλητή. Η πληρωμή των εξόδων να γίνει νοουμένου ότι πριν την είσπραξη τους ο δικηγόρος του Ενάγοντα θα υπογράψει και καταχωρίσει στο Δικαστήριο, με ενημέρωση στην άλλη πλευρά, ανάληψη προσωπικής υποχρέωσης ότι θα τα επιστρέψει με νόμιμο τόκο ετησίως σε περίπτωση ακύρωσης κατ’ ‘έφεση της πρωτόδικης διαταγής για επιδίκαση των εξόδων της αγωγής υπέρ του Ενάγοντα.

 

Η παράλειψη τήρησης ή συμμόρφωσης με οποιονδήποτε όρο της αναστολής, ως ανωτέρω, καθιστά αμέσως την χορηγηθείσα αναστολή τερματισθείσα και την επίδικη απόφαση εκτελεστή.

 

Εντός 15 ημερών από (α) την κατάθεση της τραπεζικής εγγύησης ως ο όρος 1 ανωτέρω και (β) την κατάθεση του χαρτοσημασμένου αντιγράφου του αγοραπωλητηρίου εγγράφου και αντίγραφου του πιστοποιητικού διευθέτησης φορολογικών υποχρεώσεων ως ο όρος 2 ανωτέρω και (γ) την πληρωμή των εξόδων ως ο όρος 3 ανωτέρω, ο Ενάγοντας υποχρεούται να αποσύρει από το Κτηματολόγιο το ΜΕΜΟ 2084/2023.

 

Νοείται ότι σε περίπτωση (α) επικύρωσης της πρωτόδικης απόφασης κατ’ έφεση ή (β) κατ’ άλλο τρόπο αποπεράτωσης της έφεσης που δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης, ο Ενάγοντας δικαιούται να παραλάβει από το Δικαστήριο την πιο πάνω τραπεζική εγγύηση.

 

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση ανατροπής και ακύρωσης της πρωτόδικης απόφασης κατ’ έφεση, ο Εναγόμενος δικαιούται να του επιστραφεί η τραπεζική εγγύηση.

 

Αναφορικά με τα έξοδα της υπό κρίση Αίτησης, υπό τις περιστάσεις και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της καθώς και το αποτέλεσμα, κρίνω ορθό όπως ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της έφεσης και εκδίδεται αντίστοιχη διαταγή.

 

 

(Υπ.)  ………………………..
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό αντίγραφο

Πρωτοκολλητής



[1] Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ ν. Λύρα κ.α. (αρ. 1) (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1384, Fotiou and Another v. Petrolina Ltd. (1984) 1 C.L.R. 708, In re E.S. (an Infant) (1986) 1 C.L.R. 119, Aftomata Eleourgia v Monastery of Mahera (1986) 1 C.L.R. 524.

[2] Χαραλάμπους ν Α. Panayides Contracting Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 1978, The Governor and the Company of the Bank of Scotland v S.S. Suphire Seas (2001) 1 Α.Α.Δ. 955, Παπακόκκινου v Glykys and Araouzos (Insurances) Ltd κ.α. (1998) 1 (Α) ΑΑΔ 513

[3] Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο