ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αίτησης: 1/2021

 

Αναφορικά με τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο 66(Ι)/1997

 

και

 

Αναφορικά με τον περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμο 22(Ι)/2016

 

και

 

Αναφορικά με τον περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113

 

και

 

Αναφορικά με την Cyprus Popular Bank Public Co Ltd

 

8 Ιανουαρίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτητές: κ. Μελάς δια Costas Melas & Associates LLC

Για Καθ’ ης η Αίτηση: κ. Γιορδαμλής δια Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

στην αίτηση της Ζιοζε Ισαμπελ Πέρδικου (στο εξής η «Αιτήτρια») ημερομηνίας 29.9.2023 για άδεια συνέχισης της πολιτικής έφεσης 358/2020

 

 

Με την υπό κρίση Αίτηση, η Αιτήτρια ζητά να της χορηγηθεί άδεια για να συνεχίσει την προώθηση της πολιτικής έφεσης 358/2020 εναντίον της υπό εκκαθάριση εταιρείας Cyprus Popular Bank Public Company Limited (στο εξής η «Λαϊκή Τράπεζα»).

 

Η έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στην αγωγή 212/2013 ημερομηνίας 14.10.2020 με την οποία απορρίφθηκαν οι αξιώσεις της Αιτήτριας (ενάγουσας στην αγωγή) εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας και άλλων προσώπων. Οι αξιώσεις πήγαζαν από την αγορά αξιογράφων του 2010 της Λαϊκής Τράπεζας, συνολικής αξίας €275.000.

 

Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι υπάρχουν καλές προοπτικές ανατροπής της πρωτόδικης απόφασης και ότι είναι απαραίτητο να συνεχίσει η έφεση εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας ώστε να μπορέσει να προωθηθεί και εναντίον των υπόλοιπων εφεσίβλητων που περιλαμβάνουν και την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου που λειτουργούσε ως επόπτης της Λαϊκής Τράπεζας κατά τον χρόνο έκδοσης των επίδικων αξιογράφων.

 

Η πλευρά του εκκαθαριστή έχει εγείρει ένσταση στην χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Σημειώνει, κάτι που είναι αποδεκτό και από την Αιτήτρια, ότι μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης η Αιτήτρια προέβη σε επαλήθευση του χρέους της που προέκυψε από την απόκτηση των αξιογράφων στα πλαίσια της εκκαθάρισης και η επαλήθευση έγινε αποδεκτή για ολόκληρο το ποσό απόκτησης των αξιογράφων ύψους €275.000. Αυτό, θεωρεί, συνιστά εμπόδιο στην έγκριση της Αίτησης.

 

Αυτές είναι, συνοπτικά, οι θέσεις στην Αίτηση και ένσταση.

 

Κατά την ακρόαση της Αίτησης οι δύο πλευρές παρουσίασαν γραπτές αγορεύσεις τις οποίες έχω μελετήσει. Έχω επίσης μελετήσει τη νομολογία και πηγές στις οποίες παραπέμπουν καθώς και το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου μέσω της Αίτησης και ένστασης αντίστοιχα.

 

Αναφορικά με την ουσία του αιτήματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113:

 

«Όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης ή έχει διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής, καμμιά αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται ή αρχίζει εναντίον της εταιρείας εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει.»

 

Ο λόγος που απαιτείται άδεια επεξηγείται στο ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα The Principles of Company Law, Robert Pennington, 1959 edition, σελ. 524. To απόσπασμα αυτό αφορά το section 231 του Companies Act 1948 που είναι αντίστοιχο του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113. Αναφέρονται τα εξής:

 

« The purpose of this is to ensure that all claims against the company which can be determined by the cheap, summary procedure available in a winding up are not made the subject of extensive litigation. But the court will always give a plaintiff leave to proceed against a company if he has a prima facie case and his claim could not be dealt with in the winding up, or the remedy he seeks could not be given him therein.»

 

Δηλαδή, από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, όλες οι αξιώσεις εναντίον της υπό εκκαθάριση εταιρείας που μπορούν να τύχουν χειρισμού μέσω της σχετικά ανέξοδης και συνοπτικής διαδικασίας της επαλήθευσης, πρέπει να προωθούνται με αυτή τη διαδικασία αντί μέσω αντιδικίας στο Δικαστήριο. Για αυτό το λόγο καμία διαδικασία ξεκινά ή συνεχίζει εναντίον της εταιρείας εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου. Άδεια δίδεται εάν ο αιτητής να ικανοποιήσει το Δικαστήριο (α) ότι έχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της εταιρείας αλλά και (β) ότι η απαίτηση του δεν μπορεί να τύχει χειρισμού στα πλαίσια της εκκαθάρισης. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι σωρευτικές.

 

Στην παρούσα περίπτωση, όπως φαίνεται από την πρωτόδικη απόφαση (αντίγραφο της οποίας παρουσιάστηκε μέσω της Αίτησης), η ουσιαστική θεραπεία που επεδίωκε η Αιτήτρια (ενάγουσα στην αγωγή) ήταν η επιστροφή του ποσού των €275.000 που απέκτησε για την αγορά των επίδικων αξιογράφων.

 

Μετά την απόρριψη της αγωγής, προχώρησε σε επαλήθευση του χρέους της η οποία έγινε αποδεκτή από τον εκκαθαριστή καθ’ ολοκληρία. Το χρέος της ήταν επαληθεύσιμο και έχει επαληθευτεί.

 

Κατά την υποβολή της επαλήθευσης χρέους, ο πιστωτής (εδώ η Αιτήτρια) καθορίζει το ποσό που θεωρεί ότι συνιστά την δίκαιη αποτίμηση της προς αυτόν οφειλής. Η έγκριση της επαλήθευσης από τον εκκαθαριστή δείχνει ότι ο εκκαθαριστής συμφωνεί με το ποσό που ο Αιτητής έχει καθορίσει ως δίκαιη αποτίμηση της οφειλής και την αναγνωρίζει και την αποδέχεται για σκοπούς της εκκαθάρισης.

 

Ενόψει της επαλήθευσης κρίνω ότι η έφεση, με την οποία επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης και, ουσιαστικά, η επιδίκαση του ιδίου ποσού που έχει ήδη επαληθευτεί, έχει καταστεί άνευ αντικειμένου.

 

Η Αιτήτρια αναφέρει στην Αίτηση της ότι μετά την έγκριση της επαλήθευσης είχε ζητήσει όπως τα έξοδα που επιδικάστηκαν εναντίον της στην πρωτόδικη διαδικασία συμψηφιστούν με το ποσό που έγινε αποδεκτό στην επαλήθευση. Παραπονείται ότι ο εκκαθαριστής δεν έκανε αποδεκτό αυτό το αίτημα και υποστηρίζει ότι η άδεια για συνέχιση της έφεσης είναι αναγκαία για να έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει τη διαταγή των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας.

 

Δεν συμφωνώ ότι τα επιδικασθέντα έξοδα συνιστούν ικανό λόγο για να δοθεί άδεια για συνέχιση της έφεσης. Εάν κάποιο πρόσωπο είναι παράλληλα πιστωτής και οφειλέτης μιας υπό εκκαθάριση εταιρείας, τότε αυτό είναι ζήτημα που μπορεί να τύχει χειρισμού στα πλαίσια της εκκαθάρισης.

 

Εξ άλλου, σύμφωνα με τα ενώπιον μου στοιχεία η Αιτήτρια ζητά άδεια για να προωθήσει την έφεση στο σύνολο της εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας, χωρίς να υπάρχει περιορισμός στο μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά τα επιδικασθέντα έξοδα.

 

Καταληκτικά, για τους λόγους που εξήγησα, δεν μπορεί να δοθεί άδεια για συνέχιση της πολιτικής έφεσης 358/2020 εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας και η Αίτηση απορρίπτεται.

 

Κανένα βεβαίως εμπόδιο υπάρχει για να προωθήσει την έφεση εναντίον των υπόλοιπων εφεσίβλητων η Αιτήτρια.

 

Ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση, όπως θα υπολογιστούν και θα εγκριθούν.

 

 

(Υπ.) ……………………………………….…………..

Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο