ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1400/22 (iJustice)

Μεταξύ:

Themis Portfolio (H3) Management Holdings Limited

Ενάγουσα

- και -

 

1.    Ανδρέα Γεωργίου

2.    Μαρία Χριστοδούλου

3.    Ελένη Γεωργίου Σκουρίδου

Εναγόμενοι

----------------------------------

 

Αίτηση, ημερ. 24.4.23, για έκδοση προσωρινών Διαταγμάτων

 

 

Ημερομηνία: 10 Ιανουαρίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για αιτήτρια – εναγόμενη 3: κ. Ζ. Νικολαΐδης

Για καθ’ ης η αίτηση – ενάγουσα: κα Σπ. Χαραλάμπους

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Η παρούσα αγωγή αφορά, μεταξύ άλλων, δάνειο το οποίο δόθηκε στον εναγόμενο 1.  Η εναγόμενη 3 ενάγεται ως εγγυήτρια και ως ενυπόθηκη οφειλέτιδα. 

Η υπεράσπιση των εναγόμενων 1 και 3 είναι κοινή.  Σ’ αυτή γίνεται αναφορά σε δόλο, απάτη, ψευδείς παραστάσεις, ψυχική πίεση, αμέλεια και παράβαση νόμιμων και συμβατικών υποχρεώσεων από την ενάγουσα, καταχρηστικούς όρους, παράνομες χρεώσεις και υπερχρεώσεις.  Ζητείται, μεταξύ άλλων, η ακύρωση των συμφωνιών. 

Με την παρούσα αίτηση, η εναγόμενη 3 ζητά Διάταγμα το οποίο να απαγορεύει στην ενάγουσα να εκποιήσει το ενυπόθηκο ακίνητο (αιτητικό Α), να συνεχίσει τη διαδικασία εκποίησης ή να αποστείλει τις ειδοποιήσεις ΙΑ, ΙΒ και ΙΓ δυνάμει του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου (Ν.9/65) (αιτητικά Β και Γ).   

Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση, η εναγόμενη 3 αναφέρει ότι διαμένει στο ενυπόθηκο ακίνητο με τους υπέργηρους γονείς της (Τεκμήριο 2).  Παρά τις προσπάθειές της να επικοινωνήσει με την ενάγουσα για να βρεθεί κάποια λύση, η τελευταία αρνείται να συνεργαστεί.  Η ενάγουσα έχει ήδη αρχίσει τη διαδικασία εκποίησης με την αποστολή της ειδοποίησης Ι.  Τυχόν πώληση της κατοικίας της, αναφέρει, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την ίδια και τους γονείς της. 

Παρενθετικά σημειώνω ότι στην ένορκη δήλωση περιλαμβάνονται νομολογία και νομικά επιχειρήματα.  Τα έχω λάβει υπόψη μου.  Σημειώνω όμως ότι «οι νομικές εισηγήσεις δεν αναμένεται και δεν πρέπει να περιλαμβάνονται σε ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, οι οποίες πρέπει να περιορίζονται στα γεγονότα και μόνο.  Η νομική επιχειρηματολογία είναι έργο των δικηγόρων τους» (Vourna Limited κ.ά. v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση 295/13, ημερ. 24.10.19).

Η ενάγουσα ενίσταται με δέκα λόγους.  Ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια για έκδοση των Διαταγμάτων.  Αρνείται ότι έγινε προσπάθεια διευθέτησης.  Αν η ανταπαίτηση είναι επιτυχής, προσθέτει, το ποσό θα διαφοροποιηθεί προς όφελος της εναγόμενης 3. 

Οι δύο πλευρές αγόρευσαν υποστηρίζοντας τις θέσεις τους.  Έλαβα υπόψη μου τις αγορεύσεις τους, σε συνάρτηση με την αίτηση, την ένσταση και τα δικόγραφα, έστω κι αν δεν γίνεται ρητή αναφορά στο κείμενο της απόφασης.

Τα κριτήρια του άρθρου 32, Ν.14/60 είναι πολύ καλά γνωστά.  Ως έχουν διατυπωθεί στην Odysseos v. Pieris Estates a.ο. (1982) 1 C.L.R. 557, είναι η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, η ύπαρξη πιθανότητας ο αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία και ότι, αν δεν εκδοθεί το Διάταγμα, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο σε μεταγενέστερο στάδιο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη.  Πέραν των τριών κριτηρίων, το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια κατά πόσον είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδοθεί το Διάταγμα (Ιορδάνους v. PS Seamless Gutters Ltd, Πολιτική Έφεση 4/22, ημερ. 8.11.22). 

Οι ίδιες αρχές επαναλήφθηκαν από το Εφετείο πρόσφατα στις Proquaserv Accountants Ltd κ.α. v. Κυριακίδη, Πολιτική Έφεση Ε49/18, ημερ. 17.11.23, A.J. Georghiades Estates Ltd v. N. Haddad Ltd, Πολιτική Έφεση Ε100/21, ημερ. 23.10.23 και Αδελφοί Ττινιοζού (Εργολάβοι Οικοδομών) Λτδ v. Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση Ε202/18, ημερ. 17.10.23.   

Το πρώτο κριτήριο, ήτοι η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, αφορά στην ανάγκη ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης (arguable case) με βάση τα δικόγραφα.  Απαιτείται η ύπαρξη απαίτησης, η οποία κατά το δίκαιο, να αποτελέσει αντικείμενο διεκδίκησης ενώπιον αρμόδιου Δικαστηρίου (Γενικός Εισαγγελέας κ.ά. v. Cypra Ltd, Πολιτική Έφεση Ε153/14, ημερ. 12.10.22). 

Στο δικόγραφό της, η εναγόμενη 3 επικαλείται δόλο, απάτη, ψευδείς παραστάσεις, ψυχική πίεση, αμέλεια, παράβαση νόμιμων και συμβατικών υποχρεώσεων, καταχρηστικούς όρους, παράνομες χρεώσεις και υπερχρεώσεις. 

Το πρώτο κριτήριο, επομένως, ικανοποιείται.  

Το δεύτερο κριτήριο, ήτοι η πιθανότητα ο αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία, σχετίζεται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης του αιτητή με βάση τη μαρτυρία που παρουσιάζει μέσα από τις ένορκες δηλώσεις ή τυχόν αντεξέταση, όταν ζητείται.  Ο αιτητής οφείλει να καταδείξει ότι έχει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας, δηλαδή κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Γενικός Εισαγγελέας v. Cybarco Contracting Ltd κ.α., Πολιτική Έφεση Ε53/21, ημερ. 10.2.22).  Ό,τι απαιτείται, δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος, αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της ύπαρξής του (Hazlewood Investment & Finance Ltd v. Manuel κ.ά., Πολιτικές Εφέσεις Ε14/17 και Ε209/17, ημερ. 16.7.19).  Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται σε θέματα αξιοπιστίας ή σε διατύπωση ευρημάτων τα οποία θα κριθούν στο τελικό στάδιο της υπόθεσης και αφού η μαρτυρία τεθεί στη βάσανο της αξιολόγησης (Πολυβίου κ.ά. v. MCNV Georgiou Trading Co Ltd κ.α., Πολιτική Έφεση Ε74/14, ημερ. 12.1.22). 

Έχω μελετήσει την ένορκη δήλωση της εναγόμενης 3 στην ολότητά της. 

Θεωρώ σκόπιμο, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης, να παραθέσω μέρος της (η ορθογραφία διατηρήθηκε αυτούσια):

«2. …αποφασίστηκε η καταχώρηση της παρούσας αίτησης καθώς μέσα από την ανταπαίτηση μου εγείρουμε ζητήματα νομιμότητας καθώς και την χρήση από τους ενάγοντες καταχρηστικών και παράνομων όρων και τις οποίες το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να εξετάζει αυτεπάγγελτα.  Περαιτέρω, αμφισβητούμε την παράνομη συμπεριφορά των εναγόντων, την ισχύ και νομιμότητα της όποιας συμφωνίας, τις υπερχρεώσεις στη βάση της αμελούς συμπεριφοράς των εκπροσώπων τους και ένεκα παράβασης των εκ του νόμου καθηκόντων του ΑΠΙ αλλά και επί τη βάσει εκούσιων παραλείψεων που διέπραξαν κατά τις συναλλαγές μας και οι οποίες επέφεραν την σημερινή μου κατάσταση και τον κίνδυνο να χάσω την πρώτη μου και μοναδική κατοικία.

3. Τα δικαιώματα μου σε αυτή την υπόθεση εμφανίζονται μέσα από την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση μου στην παρούσα αγωγή η οποία εγείρει ζητήματα καταχρηστικότητας και άλλα σημαντικά ζητήματα... 

4. Σε σχέση με τα πιο πάνω είναι η θέση μου ότι η ενάγουσα και εν πάση περιπτώσει οι λειτουργοί και εκπροσώποι της φέρθηκαν κακόπιστα, ύπουλα, ανέντιμα, αμελώς, καταχρηστικά, ανεύθυνα, παράνομα, αντιδεοντολογικά, χωρίς καμία επιμέλεια ή καθήκον ευθύνης και η συμπεριφορά τους αυτή συνιστά έκδηλη παραβίαση των νομικών υποχρεώσεων τους, παράβαση ρητών και/ή εξυπακουόμενων όρων των συμφωνιών δανειοδότησης καθώς και εφαρμογή καταχρηστικών ρητρών και παράνομων πρακτικών εν γνώση τους σε αντίθεση με τις νομικές αρχές που διέπουν το θέμα…

5. Όλα τα έγγραφα τα οποία ισχυρίζονται ότι υπόγραψα, αυτά υπογράφτηκαν χωρίς να με ενημερώσει κανένας για το τι περιείχαν και ήταν εν γνώση της ενάγουσας ότι αυτά θα ήταν καταλυτικά για την ζωή μου σαν εγγυήτρια, την περιουσία μου, την πρώτη μου κατοικία και την αξιοπρεπή διαβίωσή μας και περαιτέρω δεν με καθοδήγησαν ανάλογα ως όφειλαν βάσει σχετικών οδηγιών και βάσει του καθήκοντος της επιμέλειας που είχαν έναντι μου εκ της ιδιότητας τους.

8. Τα αιτούμενα ποσά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα καθώς οι διαφορές ένεκα της παράνομης χρήσης επιτοκίων και καταχρηστικών ρητρών, κάτι το οποίο αποτελεί μεγάλο μέρος της υπεράσπισης και της ανταπαίτησης μου και συνεπώς η οποιαδήποτε έλλειψη δυνατότητας να τύχω δίκαιης δίκης θα συνιστά ασύστολη παραβίαση των δικαιωμάτων μου και για ένα δάνειο από το οποίο ουδόλως επωφελήθηκα προσωπικά, γεγονός το οποίο η ενάγουσα γνωρίζει καλά.

17. Είναι η θέση μου ότι οι ενάγοντες ενήργησαν κακόπιστα, καταχρηστικά, ανέντιμα, αντιδεοντολογικά και αντισυμβατικά και κυρίως χωρίς καμία διαφάνεια όσο αφορά τις ασάφειες και παρανομίες σχετικά με τις ενέργειές τους σε βάρος μου…»

Η εναγόμενη 3 αναφέρεται σε καταχρηστικούς όρους.  Παραλείπει να τους εξειδικεύσει.  Η εξειδίκευσή τους θα έδιδε την ευκαιρία στην ενάγουσα να απαντήσει, αλλά και θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να εξετάσει -έστω για τους περιορισμένους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας- κατά πόσον η ύπαρξή τους καθιστά ολόκληρη τη σύμβαση ανεφάρμοστη ή μόνο τον καταχρηστικό όρο. 

Ισχυρίζεται ότι τα αιτούμενα ποσά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.  Αναφέρεται γενικά σε παράνομα επιτόκια, υπερχρεώσεις και καταχρηστικούς όρους.  Δεν αναφέρει πού στηρίζει τη θέση της. 

Καταλογίζει στην ενάγουσα ότι ενήργησε κακόπιστα, αμελώς, καταχρηστικά, παράνομα και χωρίς επιμέλεια.  Δεν αναφέρει σε ποια γεγονότα στηρίζει τη θέση της.  Η γενική αναφορά της ότι υπέγραψε χωρίς να την ενημερώσουν τι υπέγραφε, δεν επαρκεί για να καταδείξει, για σκοπούς της παρούσας αίτησης, τα όσα καταλογίζει στην ενάγουσα.

Ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα παραβίασε όρους της σύμβασης, ρητούς και εξυπακουόμενους.  Είναι άγνωστο σε ποιους συγκεκριμένους όρους αναφέρεται και πώς παραβιάστηκαν από την ενάγουσα.

Επικαλείται «σοβαρή παραβίαση των συνταγματικών και συμβατικών και άλλων δικαιωμάτων» της.  Δεν συγκεκριμενοποιεί σε ποια συνταγματικά ή συμβατικά δικαιώματά της αναφέρεται, ούτε με ποιο τρόπο παραβιάστηκαν.

Αποδίδει στην ενάγουσα ότι «παραπλανητικά και χωρίς να τηρήσει τις νόμιμες προϋποθέσεις την εξέθεσαν στον κίνδυνο» να χάσει το σπίτι της.  Δεν αναφέρει πώς η ενάγουσα την παραπλάνησε, ούτε ποιες νόμιμες προϋποθέσεις δεν τήρησε.  Καταλογίζει επίσης στην ενάγουσα «ανήθικες και παράνομες ενέργειες» σε βάρος της.  Δεν τις εξειδικεύει.

Παραπονείται ότι η ενάγουσα «με το έτσι θέλω, με ενδεχομένως παράνομες συμφωνίες, σοβαρά ζητήματα όπως αυτές φαίνονται στο Τεκμήριο 1 [σ.σ. ανακοίνωση τύπου Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ημερ. 17.5.22], την καταχρηστική φύση των όρων όπως αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην [C600/19, C869/19 και την Οδηγία 93/13/ΕΟΚ], χρησιμοποιεί παράνομες πρακτικές προς το σκοπό αποξένωσης της περιουσίας» της.  Με κάθε σεβασμό, το γεγονός ότι η ενάγουσα απέστειλε την ειδοποίηση Ι, δυνάμει του Μέρους VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου (Ν.9/65), δεν καταδεικνύει, για σκοπούς της παρούσας, τα όσα της καταλογίζονται.  Η ενάγουσα άσκησε δικαίωμα που της παρέχει ο Νόμος.  Ο ίδιος Νόμος παρέχει αντίστοιχο δικαίωμα στην εναγόμενη 3 να αμφισβητήσει τη διαδικασία πλειστηριασμού στη βάση του άρθρου 44Γ(3) (Μυλωνάς v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση Ε176/19, ημερ. 10.12.19).           

Η πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει όπως η μαρτυρία στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται  η ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας. 

Εδώ, διαπιστώνεται ότι η ένορκη δήλωση της εναγόμενης 3 περιέχει σωρεία χαρακτηρισμών, χωρίς να αναφέρονται γεγονότα που να τους αιτιολογούν.  Όπως λέχθηκε στην Κυτάλα κ.ά. ν. Χρύσανθου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253:

«…η γενικότητα του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης των εφεσειόντων μοιάζει με ισχυρισμό που εκφράζει θέση και μάλιστα υπό τύπο κατάληξης.  Ως εκ τούτου στερείται αξίας από άποψης αποδεικτικού υλικού εφόσον δεν εκτίθενται γεγονότα με την αναγκαία λεπτομέρεια που να παρέχει έρεισμα το οποίο να δικαιολογεί τη θέση.  Η κατάληξη πρωτόδικα ότι δεν καταδείχθηκε πιθανότητα επιτυχίας ήταν απόλυτα ορθή.»

Το πιο πάνω απόσπασμα εφαρμόζεται πλήρως στην παρούσα υπόθεση.

Η γενική αναφορά στην ένορκη δήλωση της εναγόμενης 3 ότι «τα δικαιώματα μου σε αυτή την υπόθεση εμφανίζονται μέσα από την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση μου…» δεν επαρκεί.  Ούτε η πεποίθηση της εναγόμενης 3 ότι έχει «πολύ καλή υπόθεση με ισχυρές πιθανότητες επιτυχίας εναντίον της ενάγουσας μέσα από την υπεράσπιση και ανταπαίτηση» της, επαρκεί. 

Ήταν αναγκαίο να αναφερθούν γεγονότα που να στοιχειοθετούν, για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, προοπτική επιτυχίας.  Πάγια νομολογιακή αρχή η οποία επαναλήφθηκε πρόσφατα στη Molvi Estates Ltd v. Κίμωνος κ.α., Πολιτική Έφεση Ε193/2015, ημερ. 9/5/2023:

«…αυτό που πρέπει να αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση είναι ότι ο ενάγων έχει προοπτικές επιτυχίας οι οποίες υφίστανται στην ουσία και στην πραγματικότητα…  η προοπτική επιτυχίας δεν μπορεί παρά να εξετάζεται στη βάση μαρτυρίας.  Δεν ήταν επομένως αρκετό το περιεχόμενο της Γενικής Οπισθογράφησης της αγωγής της εφεσείουσας, ούτε η παρουσίαση της Έκθεσης Υπεράσπισης που είχε καταχωρίσει στην αγωγή της εφεσίβλητης 2, όπου προβάλλονταν οι ισχυρισμοί της.  Θα έπρεπε να είχαν περιγραφεί τέτοια γεγονότα που να καθιστούσαν τις προβαλλόμενες θέσεις να έχουν προοπτική επιτυχίας.»

Εν ολίγοις, επαφίετο στην εναγόμενη 3 (ως αιτήτρια) να αναφερθεί στην ένορκη δήλωσή της σε γεγονότα που να καταδεικνύουν ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας, ως οι πάγιες νομολογιακές αρχές ορίζουν. 

Δεν το έπραξε.

Το δεύτερο κριτήριο, επομένως, δεν ικανοποιείται. 

Η κατάληξη αυτή σφραγίζει και την τύχη της αίτησης, καθιστώντας αχρείαστη την εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης (Ben Oldman Special Situations Fund v. Galravia Commercial Ltd, Πολιτική Έφεση Ε48/18, ημερ. 6.11.23).

Προτού ολοκληρώσω, κρίνω σκόπιμο να τονίσω ότι δεν αγνοώ τα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος της εναγόμενης 3 ανέφερε στην αγόρευσή του σχετικά με το ότι η ενυπόθηκη ακίνητη περιουσία αποτελεί την κύρια κατοικία της πελάτισσάς του.  Η κατανόηση του Δικαστηρίου, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση, είναι δεδομένη.  Το Δικαστήριο όμως οφείλει, όπως σε όλες τις διαδικασίες, να ενεργήσει σύμφωνα με το νόμο και να εφαρμόσει τις πάγιες αρχές της νομολογίας (Λοΐζου, Πολιτική Έφεση 138/18, ημερ. 20.7.18 (απόφαση Ολομέλειας)). 

Η αίτηση απορρίπτεται.

Τα έξοδα δεν εντοπίζεται λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα.  Επιδικάζονται υπέρ της ενάγουσας και εναντίον της εναγόμενης 3.  Θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή στο τέλος της αγωγής και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, οπόταν και θα είναι πληρωτέα. 

 

 

 

(Υπ.) ……………………..

Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο