ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ Ε.Δ

 

Αρ. Έφεσης:  259/2021

 

Επί τοις Αφορώσι τον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο, Κεφ. 224 και των βάσει αυτών εκδοθέντων Κανονισμών

 

 

Μεταξύ:

 

Ιερά Μητρόπολη Κυρηνείας, υπό του Πανιερώτατου Μητροπολίτη Κυρηνείας κ.κ. Χρυσόστομου, ως διαχειρίστρια ή/και ιδιοκτήτρια της περιουσίας της Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονα στην κοινότητα Μύρτου της Επαρχίας Κερύνειας  

 

                                                                                                Εφεσείουσας/ Αιτήτριας

 

                                                            και

 

Διευθυντή του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών

 

                                                                         Εφεσίβλητου/ Καθ’ ου η αίτηση

 

 

Ημερομηνία:  8/3/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Εφεσείουσα Αιτήτρια: κα. Παπαπέτρου

Για Εφεσίβλητο Καθ’ ου η αίτηση: κα. Τσαγκάρη

Για Ενδιαφερόμενο Μέρος: κ. Ξιαρής

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την αίτηση αξιώνεται από την Εφεσείουσα Αιτήτρια (στο εξής η «Αιτήτρια») διάταγμα ακύρωσης ή παραμερισμού της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών (στο εξής ο «Καθ’ ου η αίτηση») ημερομηνίας 26/07/2021, (στο εξής η «επίδικη απόφαση») με την οποία αποφάσισε να προχωρήσει σε διόρθωση των νέων μητρώων του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Κερύνειας με τη διαγραφή της Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονα ως εγγεγραμμένης ιδιοκτήτριας του επίδικου ακινήτου (ως αναφέρεται στο σχετικό αιτητικό), και να παραμείνει ως ιδιοκτήτρια όλου του Ακινήτου η Ανδριάνα Θεοδώρου Προεστού (στο εξής το «ενδιαφερόμενο μέρος»). Περαιτέρω η Αιτήτρια αξιώνει όπως παραμείνει ως εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επίδικου ακινήτου, έτσι ώστε να παραμείνει ως διαφιλονικούμενο με εγγεγραμμένους ιδιοκτήτες την ίδια και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Καταχωρήθηκε ένσταση από τον Καθ’ ου η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ στη συνέχεια τα μέρη κατέθεσαν γραπτές αγορεύσεις, στις οποίες θα γίνεται αναφορά όπου κριθεί σκόπιμο. Το περιεχόμενο όλων των πιο πάνω εγγράφων έχει μελετηθεί από το Δικαστήριο. Παρέλκει η ακριβής καταγραφή των όσων αναφέρονται επ’ αυτών. Θα καταγραφούν όμως οι βασικές θέσεις των μερών, όπως τελικώς προωθήθηκαν, τα κύρια γεγονότα και τεκμήρια που κατατέθηκαν και οι σχετικές νομικές αρχές. Ιδιαίτερη σημασία έχει η αξιολόγηση συγκεκριμένων τεκμηρίων.

 

Κύρια θέση της Αιτήτριας είναι ότι η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση δεν συνιστά διόρθωση απλού λάθους των σχεδίων, αλλά επίλυση κτηματικών διαφορών ουσίας, ήτοι την άρση της διαφιλονικίας επί του Ακινήτου. Προς τούτο απαιτείται η λήψη και αξιολόγηση μαρτυρίας σύμφωνα με το δίκαιο της απόδειξης και θα πρέπει να αποφασιστεί από δικαστήριο στα πλαίσια αγωγής και όχι με απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση. Η επίλυση αυτή κείται εκτός του πλαισίου του άρθρου 9 του Ν. 44/1984 και του άρθρου 61 του Κεφ. 224, υποστηρίζει η αιτήτρια. Εγείρεται επίσης η απουσία αιτιολόγησης της απόφασης, η λανθασμένη αξιολόγηση συγκεκριμένων στοιχείων που κατατέθηκαν από το ενδιαφερόμενο μέρος, όπως θα αναλυθούν κατωτέρω και η μη τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο Νόμο.

 

Η επίδικη απόφαση εκτείνεται σε τρεις σελίδες. Εξηγεί ο συντάκτης της ότι αφού μελετήθηκε το περιεχόμενο της ένστασης της Αιτήτριας, ακολούθησε και συνάντηση με αντιπροσώπους της και η απόφαση βασίστηκε σε νέα στοιχεία που προσκόμισε το ενδιαφερόμενο μέρος. Αυτά τα στοιχεία αναλύονται στη δεύτερη σελίδα της προσβαλλόμενης απόφασης. Τελικώς ο Καθ’ ου η αίτηση ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από τις διατάξεις του άρθρου 9 (2) του περί Επαρχιακών Κτηματολογικών Γραφείων Αμμοχώστου και Κυρηνείας (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμος του 1984 (44/1984) (στο εξής «ο Νόμος»), προέβη σε διόρθωση των νέων μητρώων του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Κερύνειας με τη διαγραφή της Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονα ως εγγεγραμμένης ιδιοκτήτριας του επίδικου ακινήτου, με σκοπό την άρση της φιλονικίας.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας. Ειρήνης Ποφαίδη, λειτουργού της Αιτήτριας. Η κα. Ποφαίδη αρχικά αναφέρει ότι όλα τα αρχεία της Αιτήτριας χάθηκαν κατά την τουρκική εισβολή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί η Αιτήτρια να παρουσιάσει κανένα στοιχεία ως προς την ιδιοκτησία του επίδικου ακίνητου. Παραδέχεται ότι στην αποβιώσασα μητέρα του ενδιαφερόμενου μέρους, είχε πωληθεί ένα οικόπεδο, το οποίο είχε αριθμό 10 στην εσωτερική αρίθμηση του αρχείου τους. Ισχυρίζεται όμως ότι δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι το εν λόγω τεμάχιο 10 ταυτίζεται με το επίδικο. Μετά την εισβολή και ως ο Νόμος ορίζει, τόσο η Αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, δήλωσαν το επίδικο τεμάχιο ως ιδιοκτησίας τους, με αποτέλεσμα αυτό να καταχωρηθεί ως διαφιλονικούμενο. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέθεσε άδεια οικοδομής και άδεια φρέατος ή ανόρυξης διάτρησης όπως εκδόθηκαν για τεμάχια που ενοποιήθηκαν και περιέχουν το επίδικο.

 

Προμετωπίδα των θέσεων της κας. Ποφαίδη είναι ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατέθεσε αδιάσειστα στοιχεία που να δεικνύουν ότι το επίδικο ακίνητο είναι εκείνο που αγοράστηκε και καταγράφηκε ως τεμάχιο 10. Αυτά τα συνάγει γιατί το 2018 το ενδιαφερόμενο μέρος είχε προβεί σε πρώτη αίτηση διόρθωσης ή τροποποίησης των αρχείων ως ο νόμος ορίζει. Η θέση της Αιτήτριας σε εκείνο το στάδιο αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 7 της ένορκης δήλωσης Ποφαίδη, ήτοι επιστολή της Αιτήτριας ημερομηνίας 27/9/2018. Εκεί η Αιτήτρια εξέφρασε την προθυμία της να δηλώσει ότι το επίδικο ακίνητο δεν της ανήκει νοουμένου ότι της παρουσιαστούν αδιαμφισβήτητα στοιχεία που να το τεκμηριώνουν. Με μεταγενέστερη επιστολή της (Τεκμήριο 8) ημερομηνίας 17/10/2018 η Αιτήτρια επανέρχεται για να πιστοποιήσει ότι στη βάση αποδείξεων το ακίνητο με αριθμό 10 είναι εξοφλημένο από την αποβιώσασα μητέρα του ενδιαφερόμενου μέρους και αποσύρει κάθε απαίτηση ή διεκδίκηση για αυτό.

 

Με το Τεκμήριο 9 ο Καθ’ ου η αίτηση απέρριψε την πρώτη αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους, αναφέροντας ότι η επίλυση ιδιοκτησιακών διαφορών εκφεύγει των αρμοδιοτήτων του διευθυντή και καλούσε το ενδιαφερόμενο μέρος να εξασφαλίσει σχετική απόφαση από το Δικαστήριο. Αξίζει να αναφερθεί ότι στο Τεκμήριο 9, δεν αναφέρεται η νομική βάση της απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση.

 

Την 10/5/2021 η Αιτήτρια έλαβε από τον Καθ’ ου η αίτηση την επιστολή Τεκμήριο 10. Εκεί ο Καθ’ ου η αίτηση ενημερώνει την Αιτήτρια ότι αποφάσισε να προχωρήσει στην επίδικη διόρθωση του αρχείου, ως το άρθρο 9 (2) του Νόμου. Καλεί την Αιτήτρια αν διαφωνεί να λάβει διάταγμα δικαστηρίου που να διατάζει το αντίθετο εντός 60 ημερών, αλλιώς θα προβεί στην αναφερόμενη διόρθωση. Ακολούθησαν βεβαίως οι επιστολές των δικηγόρων της Αιτήτριας, ημερομηνίας 6/7/21, Τεκμήρια 11 και 12 στην ένορκη δήλωση Ποφαίδου, όπου επισημαίνεται η διαδικασία και υποβάλλεται σχετική ένσταση από την Αιτήτρια, αντίστοιχα.

 

Αξίζει να αναφερθεί ότι οι δικηγόροι της Αιτήτριας, στο Τεκμήριο 11, αναφέρονται σε τηλεφωνική επικοινωνία τους με τον Καθ΄ ου η αίτηση και τη δέσμευση να μην ληφθεί η όποια απόφαση ή να μην γίνει διόρθωση αρχείου, πριν εξεταστεί η ένσταση τους, Τεκμήριο 12. Στο Τεκμήριο 12 μάλιστα η Αιτήτρια ζητεί έγκριση της ένστασης της και αναφέρει ότι αναμένει την απόφαση το συντομότερο. Η προσβαλλόμενη απόφαση όχι μόνο αναφέρει ρητώς ότι μελετήθηκε η ένσταση αλλά απαντώνται και συγκεκριμένες αναφορές της. Η κα. Ποφαίδη, αναφέρει ότι δεν τους δόθηκε η ευχέρεια να μελετηθούν τα νέα στοιχεία που κατέθεσε το ενδιαφερόμενο μέρος και ότι ακόμα και αυτά δεν μπορούσαν με βεβαιότητα να αποδείξουν ότι η αποβιώσασα μητέρα το ενδιαφερόμενου μέρους ήταν η ιδιοκτήτρια. Σχετική αναφορά στα εν λόγω στοιχεία θα γίνει κατωτέρω.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση ως πρώτο λόγο ένσταση εγείρει ότι δεν αποτελεί ενδιαφερόμενο μέρος καθότι η απόφαση του δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στον Κανονισμό 5 (2) των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμών του 1956. Κατά τα άλλα υποστηρίχθηκε ότι η απόφαση του είναι νόμιμη, ορθή και σύμφωνη με το Σύνταγμα και το Νόμο.

 

Αναφέρεται στην ένσταση ότι το Τεκμήριο 8 δεν είχε ληφθεί υπόψη κατά την πρώτη αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους. Ακόμα κατατέθηκαν και άλλα νέα στοιχεία και υπάρχει ειδική αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση, αφού δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια να ακουστεί.

 

Η ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της κας. Ιωάννας Θεοδώρου, Υπεύθυνης του Κλάδου Αποδοχής/Εγγραφής του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Κερύνειας. Αφού αναφέρεται στο ιστορικό του διαχωρισμού των οικοπέδων, μεταξύ των οποίων και του επίδικου, σημειώνει ότι η δήλωση της Αιτήτριας Τεκμήριο 8 κατατέθηκε στο πλαίσιο της δεύτερης αίτησης του ενδιαφερόμενου μέρους και δεν λήφθηκε υπόψη κατά την εξέταση και απόρριψη της πρώτης της αίτησης. Είχε επίσης καταθέσει το ενδιαφερόμενο μέρος, αποδείξεις πληρωμής και εξόφλησης του οικοπέδου, όπως εκδόθηκαν από την Αιτήτρια (Τεκμήριο 9 στην ένορκη δήλωση Θεοδώρου), αναφορικά με το τεμάχιο 10 όπως εκεί καθορίζεται. Κατατέθηκε ακόμα άδεια ανόρυξης λάκκου (Τεκμήριο 10 στην ένορκη δήλωση Θεοδώρου) και άδεια οικοδομης (Τεκμήριο 11 στην ένορκη δήλωση Θεοδώρου), αναφορικά με τα τεμάχια όπως είχαν πριν τον διαχωρισμό.

 

Στο πλαίσιο της δεύτερης αίτηση της το 2021 με αρ. Α27/21, το ενδιαφερόμενο μέρος κατέθεσε επιπλέον έγγραφα πέραν του Τεκμηρίου 8, τα οποία επισυνάπτει η κα. Θεοδώρου, ως εξής:

 

·         Ως Τεκμήριο 13 κατατέθηκε γραπτή μαρτυρία ιδιοκτητών συνορεύοντος με το επίδικο οικοπέδου, οι οποίοι βεβαιώνουν ότι ανήκε στη μητέρα του ενδιαφερόμενου μέρους και είχε εκεί χτίσει και την κατοικία της το ενδιαφερόμενο μέρος με το σύζυγο της το 1971.

·         Παρόμοια βεβαίωση κατέθεσε και ο κοινοτάρχης της Μύρτου (Τεκμήριο 14).

·         Κατατέθηκε το Τεκμήριο 16, όπου φαίνονται τα ακίνητα που δήλωσε ως ιδιοκτήτρια η μητέρα του ενδιαφερόμενου μέρους, ανάμεσα σε αυτά και το επίδικο. Εκεί δεν προκύπτει να δηλώθηκε άλλο οικόπεδο που να αποκτήθηκε από την Αιτήτρια. Τα άλλα ακίνητα αποτελούν χωράφια ή κατοικία τα οποία αποκτήθηκαν δυνάμει κληρονομίας και όχι από την Αιτήτρια.

 

Με ενδελεχή σύγκριση και ανάλυση των σχεδίων που προϋπήρχαν (Τεκμήρια 17 έως 19) ο Καθ’ ου η αίτηση καταλήγει ότι το τεμάχιο 10, όπως αναφέρεται στο Τεκμήριο 8  ταυτίζεται με το επίδικο.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση όχι μόνο απέστειλε επιστολή στην Αιτήτρια με το σκεπτικό του, αλλά προέβη και σε συνάντηση μαζί τους, για να τους εξηγήσει τη θέση τους, την 16/6/2021. Παρά ταύτα την 7/7/2021, λήφθηκαν οι επιστολές των δικηγόρων της Αιτήτριας με την σχετική τους ένσταση. Ακολούθησε νέα συνάντηση την 22/7/21, όπου δόθηκε όλη η σχετική πληροφόρηση στους δικηγόρους της Αιτήτριας και μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή επεξηγήθηκε πως κατέληξαν στην ταυτοποίηση του τεμαχίου αρ. 10 με το επίδικο. Αργότερα στάλθηκε η επίδικη απόφαση.

 

Το ενδιαφερόμενο μέρος, υιοθέτησε τους λόγους ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση. Προς υποστήριξη τους ένορκη δήλωση κατέθεσε ο κ. Θεόδωρος Προεστός, σύζυγος του ενδιαφερόμενου μέρους. Η μαρτυρία του ήταν επί γεγονότων, κυρίως, αφού όλο το μαρτυρικό υλικό είχε ήδη κατατεθεί από Αιτήτρια και Καθ’ ου η αίτηση. Καταγράφει στην ένορκη του δήλωση ότι η Αιτήτρια ήταν ιδιαίτερα βοηθητική κατά την έκδοση των αδειών για να μην καθυστερεί η ανέγερση της οικίας τους. Βοήθησαν στη μεταβίβαση του ακινήτου στο όνομα της αποβιώσασας μητέρας του ενδιαφερόμενου μέρους το 1970 και μεταγενέστερα στο ίδιο το ενδιαφερόμενο μέρος το 1973.

 

Δίδει λεπτομέρειες για την ανέγερση της κατοικίας, πότε αυτή ολοκληρώθηκε, πότε νυμφεύθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος και ότι ο γάμος τους έγινε στο επίδικο ακίνητο, την κατοικία τους. Προγραμμάτιζαν μάλιστα επέκταση, αλλά αυτή ματαιώθηκε λόγω της τουρκικής εισβολής. Επιβεβαίωσε την ιδιοκτησία του επίδικου με τους τότε γείτονες του και τον κοινοτάρχη Μύρτου, ενώ αναφέρει ότι το μόνο ακίνητο που αγοράστηκε από την Αιτήτρια ήταν το επίδικο.

 

Κανένα μέρος δεν επιζήτησε την καταχώρηση συμπληρωματικής ή περαιτέρω ένορκης δήλωσης, ούτε αιτήθηκε την αντεξέταση ομνύοντα. Επομένως τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης περιορίζονται στα όσα καταγράφονται πιο πάνω.

 

Αρχικά θα πρέπει να ξεκαθαριστεί η νομική φύση της απόφασης του Καθ’ ου η αίτηση. Στην επίδικη απόφαση ο Καθ’ ου η αίτηση αναφέρει ότι προβαίνει στη διόρθωση των Νέων Μητρώων με βάση το Νόμο 44/1984. Η Αιτήτρια περιλαμβάνει το Νόμο στη νομική της βάση. Ο εν λόγω Νόμος θεωρεί ότι το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Κερύνειας έπαψε να λειτουργεί από την 20/7/1974 (Άρθρο 3). Δίδει την ευχέρεια να διατάξει ο Καθ’ ου η αίτηση τη διενέργεια νέων αρχείων, αναφορικά με την κείμενη ακίνητη ιδιοκτησία στην Κερύνεια. Μελλοντικά όμως δίδεται η ευχέρεια στο Διευθυντή με την προσκόμιση νέων στοιχείων να διορθώσει τα καταρτισθέντα αρχεία (άρθρο 9 (1)). Για να προβεί σε τέτοια διόρθωση ο Διευθυντής θα πρέπει πρώτα να ειδοποιήσει όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα, ότι δύνανται εντός 60 ημερών να υποβάλουν ένσταση (άρθρο 9 (2)).

 

Μετά τον καταρτισμό νέων αρχείων και έκδοση σχετικών πιστοποιητικών, ως το άρθρο 10 του Νόμου προβλέπει, εφαρμόζονται από τον Διευθυντή οι διατάξεις του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου και του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965 και οιωνδήποτε άλλων Νόμων που αφορούν ακίνητη ιδιοκτησία (Άρθρο 11).

 

Είναι στη βάση τούτου του Νόμου και ειδικότερα του άρθρου 9 αυτού που λήφθηκε η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση και όχι δυνάμει του άρθρου 61 του Κεφαλαίου 224. Ο Καθ’ ου η αίτηση άσκησε τις εξουσίες που του παρέχει ο Νόμος, σε σχέση με την διόρθωση αρχείου με την παράδοση νέων στοιχείων, και όχι διορθώνοντας λάθος, ως το άρθρο 61 του Κεφαλαίου ορίζει. Από τη στιγμή που παρουσιάζονται νέα στοιχεία που αφορούν τα αρχεία Κερύνειας και Αμμοχώστου και ζητείται διόρθωση, δεν μπορεί παρά να έχει ισχύ το άρθρο 9 του Νόμου και οι εκεί εξουσίες του Διευθυντή και όχι η απλή διόρθωση λάθους ως το άρθρο 61.

 

Στη νομολογία σημειώνεται ότι η διαδικασία του Νόμου, για σκοπούς εκσυγχρονισμού των στοιχείων κάθε τεμαχίου γης και ακριβέστερο προσδιορισμό των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών, δεν είναι ξεκομμένη και ανεξάρτητη από το Κεφάλαιο 224[1]. Πλην όμως τούτο δεν σημαίνει ότι η εξουσία του διευθυντή που έλκεται από το άρθρο 9 του Νόμου, υπερκαλύπτεται, επισκιάζεται ή έστω ταυτίζεται με αυτή του άρθρου 61 ή όποιου άλλου άρθρου του Κεφαλαίου 224, όπως εισηγείται η Αιτήτρια.

 

Συγκεκριμένα το άρθρο 61 του Κεφαλαίου 224 προβλέπει διόρθωση οποιουδήποτε λάθους ή παράλειψης στο Κτηματικό Μητρώο. Το άρθρο 9 του Νόμου προβλέπει τη διόρθωση, εν προκειμένω, αρχείου με την προσκόμιση νέων στοιχείων. Παρατηρείται λοιπόν ότι για να ασκήσει τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 9 του Νόμου, ο Διευθυντής θα πρέπει να λάβει υπόψη του, να αξιολογήσει, τα νέα στοιχεία που του προσκομίζονται, σε αντίθεση με το άρθρο 61 του Κεφαλαίου 224, το οποίο περιορίζεται στην διόρθωση λάθους. Η διόρθωση λάθους έχει νομολογηθεί ότι δεν εφαρμόζεται σε περιουσιακές διαφορές, ήτοι διπλή εγγραφή, αμφισβήτηση ιδιοκτησίας, αμφισβήτηση έκτασης γης, παρά μόνο σε παραλείψεις ή λάθη του Κτηματολογίου[2]. Δεν θα μπορούσε όμως να ισχύσει όμως το ίδιο σε σχέση με το άρθρο 9 του Νόμου. Εκεί προβλέπεται ότι ο Διευθυντής ακόμη και αυτεπαγγέλτως με την λήψη νέων στοιχείων μπορεί να προβεί σε διόρθωση. Απαιτείται λοιπόν η θεώρηση ή έστω κάποιας μορφής αξιολόγηση των στοιχείων που θα λάβει ο Διευθυντής, ώστε να ικανοποιηθεί από αυτά και να προβεί στην διόρθωση. Δεν αποτελεί απλή διόρθωση λάθους του Κτηματολογίου, ως το άρθρο 61 προνοεί, αλλά επαφίεται και εξαρτάται από την παροχή και αξιολόγηση στοιχείων.

 

Τούτος άλλωστε είναι και ο σκοπός του Νόμου. Από τη στιγμή που μετά την τουρκική εισβολή χάθηκαν τα αρχεία των Κτηματολογικών Γραφείων Κερύνειας και Αμμοχώστου, να ληφθούν στοιχεία που να καταστήσουν δυνατή τη συμπλήρωση των αρχείων. Δίδεται η ευχέρεια σε κάθε πρόσωπο να παρουσιάσει τα στοιχεία που αποδεικνύουν ιδιοκτησία επί ακινήτου, αλλά και  εξουσία στον Διευθυντή, εφόσον προφανώς ικανοποιείται από αυτά τα στοιχεία, να προβεί στη σχετική διόρθωση των αρχείων. Θα παρέμενε άνευ ουσίας και θα καθίστατο πρακτικώς αδύνατη η εφαρμογή του άρθρου 9 του Νόμου, αν δεν επιτρεπόταν στο Διευθυντή τούτη η έστω θεώρηση των στοιχείων που του παρέχονταν. Θα του αποστερούσε κάθε ευχέρεια αξιολόγησης των ενώπιων του στοιχείων και συνακόλουθα θα αδρανοποιούσε την εξουσία διόρθωσης των αρχείων, όποιου είδους μαρτυρία και αν προσκομιζόταν. Κρίνεται, λοιπόν, ότι με το άρθρο 9 του Νόμου, δίδεται ευρύτερη διακριτική ευχέρεια στον Διευθυντή από το άρθρο 61 του Κεφαλαίου 224, ώστε να αξιολογεί τα στοιχεία που του παρέχονται και να αποφασίζει αναλόγως τη διόρθωση ή όχι των αρχείων.

 

Ούτε ο λόγος έφεσης που άπτεται της ειδοποίησης του άρθρου 9 (2) του Νόμου, δεν μπορεί να τελεσφορήσει. Συγκεκριμένα το άρθρο 9 (2) του Νόμου προβλέπει ότι καμιά διόρθωση αρχείου δεν γίνεται εκτός εάν δοθεί εξήντα μέρες πριν ειδοποίηση σε όποιο πρόσωπο δυνατόν να επηρεαστεί, ενώ παρέχεται στο πρόσωπο αυτό και η ευχέρεια καταχώρησης ένστασης. Εν προκειμένω η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε αφού καταχωρήθηκε ένσταση, αφού λήφθηκαν υπόψη οι θέσεις της Αιτήτριας. Μάλιστα όπως καθίσταται σαφές από τα Τεκμήρια που κατέθεσε η ίδια η Αιτήτρια μέσω της ενόρκου δηλώσεως  Ποφαίδη (Τεκμήρια 11 και 12), φαίνεται να δεικνύει τη διαδικασία στον Καθ’ ου η αίτηση και αυτός να την τηρεί, λαμβάνοντας υπόψη την καταχωρηθείσα από την Αιτήτρια ένσταση και απαντώντας στα εκεί επιχειρήματα της. Μάλιστα όπως καταγράφεται στο Τεκμήριο 11, ο Καθ’ ου η αίτηση δεν θα προέβαινε στην προσβαλλόμενη πράξη πριν καταχωρηθεί η ένσταση της Αιτήτρια, ως η συνεννόηση τους. Είχαν μάλιστα και σχετική συνάντηση πριν εκδοθεί η επίδικη απόφαση. Έτσι παρά το ατυχές των όσων αναφέρονται στο Τεκμήριο 10, όπου ο Καθ’ ου η αίτηση καλεί σε εξασφάλιση διατάγματος από το Δικαστήριο για να μην διαγράψει την Αιτήτρια από εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του επίδικου ακινήτου, αυτό, το Τεκμήριο 10 κανένα νόμιμο αποτέλεσμα δεν έφερε και σίγουρα δεν αποτελεί μέρος της προσβαλλόμενης απόφασης. Τουναντίον στη συνέχεια δόθηκε η ευχέρεια στην Αιτήτρια και καταχώρησε ένσταση, όπου εναργώς αποτυπώθηκαν οι θέσεις της. Συνεπώς δόθηκε η ευχέρεια και εξάσκησε το δικαίωμα καταχώρησης  ένστασης η Αιτήτρια πριν εκδοθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως το άρθρο 9 (2) του Νόμου προβλέπει και επ’ ουδενί δεν επηρεάστηκαν τα δικαιώματα της, ούτε εφαρμόστηκε πλημμελώς ο Νόμος.

 

Ούτε το παράπονο της Αιτήτριας ότι δεν της δόθηκε πρόσβαση στον φάκελο ευσταθεί. Εν πρώτοις παρά την εκτεταμένη αλληλογραφία και επικοινωνία της Αιτήτριας με τον Καθ’ ου η αίτηση ουδέποτε ζητήθηκε τέτοια πρόσβαση. Ακόμα παρέμεινε αναντίλεκτη η θέση του Καθ’ ου η αίτηση ότι έγινε συνάντηση με εκπροσώπους της Αιτήτριας την 22/7/2021, όπου δόθηκε στη δικηγόρο της, με κάθε λεπτομέρεια, όλη η σχετική με την αίτηση πληροφόρηση και πέραν των στοιχείων που είχε ήδη στην κατοχή της, της υποδείχθηκε και μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή του τμήματος, πώς ακριβώς κατέληξαν στην ταυτοποίηση του οικοπέδου αρ. 10 με το επίδικο ακίνητο. Είναι αντιφατικό, δε, από τη μια να εγείρεται ότι δεν υπήρχαν επαρκή νέα στοιχεία για να λάβει την επίδικη απόφαση ο Καθ’ ου η αίτηση και από την άλλη να παραπονείται η Αιτήτρια ότι δεν είχε πρόσβαση σε αυτά τα στοιχεία. Επομένως δεν μπορεί να κριθεί ότι αποστερήθηκε η Αιτήτρια του δικιαώματος της να έχει πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης.

 

Είναι όμως αιτιολογημένη η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση; Ήταν επαρκή τα στοιχεία που του παρουσιάστηκαν για να καταλήξει στην επίδικη απόφαση; Φρονώ πως η απάντηση είναι καταφατική και εξηγώ. Αρχικά η Αιτήτρια παραδέχθηκε ότι δεν έχει κανένα στοιχείο που να υποστηρίζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας της, επί του επίδικου ακινήτου (βλ. Τεκμήριο 7 της ε/δ Ποφαίδη). Μάλιστα ανέφερε ότι αν της παρέχονταν αδιαμφισβήτητα στοιχεία ήταν πρόθυμη να δηλώσει ότι δεν της ανήκει το επίδικο ακίνητο. Το ενδιαφερόμενο μέρος έδωσε σχετικά στοιχεία, τα οποία έκρινε επαρκή η Αιτήτρια, για να δηλώσει ότι αποσύρει όποιαδήποτε απαίτηση της στο «τεμάχιο 10», ως η ίδια το είχε καταγεγραμμένο στο αρχείο της (Τεκμήριο 8 της ε/δ Ποφαίδη).

 

Όταν στην πρώτη αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους, το 2018, δεν κρίθηκαν επαρκή τα στοιχεία που προσκομίστηκαν, αυτή απορρίφθηκε. Σε επόμενο στάδιο όμως το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσίασε μια σειρά άλλων στοιχείων, τα οποία σε συνδυασμό με μελέτη που έγινε από τον Καθ’ ου η αίτηση οδήγησαν στο αποτέλεσμα της επίδικης απόφασης.

 

Ειδικότερα, ο Καθ’ ου η αίτηση και οι λειτουργοί του Κτηματολογικού Γραφείου Κερύνειας, ταύτισαν το επίδικο ακίνητο με το τεμάχιο 10, όπως χαρακτηρίζεται στα αρχεία της Αιτήτριας. Έφτασαν σε αυτό το συμπέρασμα για μια σειρά από λόγους. Γιατί το ενδιαφερόμενο μέρος και η αποβιώσασα μητέρα της δεν έχουν δηλώσει άλλο οικόπεδο που να αποκτήθηκε από την Αιτίτρια. Ούτε η τελευταία δεν έδωσε τέτοια σχετική μαρτυρία. Γιατί παρουσίασε μαρτυρία περίοικων και του κοινοτάρχη Μύρτου, οι οποίοι όχι μόνο επιβεβαίωσαν ότι είναι ιδιοκτησία του ενδιαφερόμενου μέρους το επίδικο ακίνητο, αλλά και ότι έχτισε εκεί το σπίτι της (Τεκμήρια 13 και 14). Το ενδιαφερόμενο μέρος, επιβεβαίωσε τα πιο πάνω καταθέτοντας στον Καθ’ ου η αίτηση, αποδείξεις από την πληρωμή διαφόρων εργασιών που έγιναν κατά την ανέγερση της κατοικίας στο υπό αναφορά ακίνητο (Τεκμήριο 15 της ε/δ Θεοδώρου). Ακόμα κατέθεσε και την άδεια οικοδομής και άδεια ανόρυξης φρεατίου, Τεκμήρια 10 και 11 αντίστοιχα της ε/δ Θεοδώρου. Η κα. Θεοδώρου στην παράγραφο 4 (θ) μέχρι (κ) της ένορκης της δήλωσης εξηγεί γιατί αυτές οι άδειες αφορούν το επίδικο ακίνητο, το ακίνητο που η Αιτήτρια στο Τεκμήριο 8 χαρακτηρίζει ως τεμάχιο 10. Στη βάση των πιο πάνω και με κάθε σεβασμό στη θέση της Αιτήτρια τα στοιχεία που προσκόμισε το ενδιαφερόμενο μέρος είναι αδιάσειστα και αποδεικνύουν την ιδιοκτησία του επίδικου ακινήτου.

 

Διαφωνώ με την Αιτήτρια ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Στην σελίδα 2 αυτής επεξηγούνται ακριβώς τα στοιχεία που το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσίασε αλλά και το πως αξιολογήθηκαν για να καταλήξει ο Καθ’ ου η αίτηση στην επίδικη απόφαση. Μάλιστα επισυνάπτονται και σχετικά έγγραφα, μέσω των οποίων τεκμηριώνει ο Καθ’ ου η αίτηση την κύρια θέση του ότι το τεμάχιο 10, από το οποίο απέσυρε κάθε αξίωση η Αιτήτρια, ταυτίζεται με το επίδικο τεμάχιο. Αξίζει δε να αναφερθεί ότι ο Κανονισμός 6(2) των περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμών του 1956  αναφέρει ρητά ότι η υποχρέωση του Διευθυντή για παράδοση των λόγων απόφασης του στο Πρωτοκολλητείο δεν ισχύει όταν είχε προηγουμένως δώσει τους λόγους της απόφασης του στον εφεσείοντα[3]. Στην παρούσα σαφώς ο Καθ’ ου η αίτηση τόσο με την επίδικη απόφαση όσο και με σειρά προηγούμενων ενεργειών του όπως καταγράφονται στην ένορκη δήλωση Θεοδώρου εξηγεί επαρκώς τους λόγους της απόφαση και απόφαση δεν μπορεί να κριθεί αναιτιολόγητη.

 

Διαφωνώ με την Αιτήτρια ότι ο Καθ’ ου η αίτηση αναιτιολόγητα ταυτοποίησε το τεμάχιο 10, όπως αναφέρεται στο Τεκμήριο 8, με το επίδικο ακίνητο. Όπως εξηγείται ανωτέρω, η απόφαση του σε σχέση με τούτο είναι πλήρης και έγκειται στο ότι κανένα άλλο ακίνητο που η μητέρα του ενδιαφερόμενο μέρους δήλωσε ότι της ανήκει, δεν αποκτήθηκε από την Αιτήτρια. Επομένως το μόνο τεμάχιο που θα μπορούσε να αγόρασει η μητέρα του ενδιαφερόμενου μέρους από την Αιτήτρια είναι το επίδικο. Ακόμα επεξηγείται με ενάργεια από τον Καθ’ ου η αίτηση γιατί και οι άδειες οικοδομής και φρεατίου, αφορούν το επίδικο και όχι άλλο ακίνητο.

 

Δεν ισχύει εκείνο που η Αιτήτρια αναφέρει στον λόγο έφεσης αρ. 10. Οι άδειες οικοδομής και φρεατίου, δεν θα μπορούσαν να αφορούν το τεμάχιο 776 (και όχι το επίδικο τεμάχιο 777), γιατί το τεμάχιο 776 έχει ήδη καταχωρηθεί στο αρχείο στο όνομα τρίτου προσώπου. Τα Τεκμήρια 10 και 11, οι άδειες οικοδομής και φρεατίου, είναι στο όνομα της μητέρας του ενδιαφερόμενου μέρους και όχι του τρίτου ιδιοκτήτη του τεμαχίου 776. Συνεπώς με τα ως άνω δεδομένα δεν μπορεί το τεμάχιο 10, όπως αναφέρεται στο Τεκμήριο 8, να μην συνάδει με το επίδικο ακίνητο.

 

Διαφωνώ ακόμα με την Αιτήτρια, ότι τα στοιχεία που έλαβε υπόψη του ο Καθ’ ου η αίτηση υπήρχαν από την πρώτη αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους το 2018. Όπως ήδη προαναφέρθηκε σε εκείνη την αίτηση δεν λήφθηκε υπόψη το Τεκμήριο 8, ούτε είχε προσκομιστεί η μαρτυρία των περίοικων και του Κοινοτάρχη, Τεκμήρια 13 και 14 αντίστοιχα, αλλά και οι αποδείξεις ανέγερσης οικίας επί του επίδικου ακινήτου Τεκμήριο 15. Τούτα ήταν ουσιώδη στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης Α27/21, όπως καταχωρήθηκε από το ενδιαφερόμενο μέρος και οδήγησαν στην επίδικη απόφαση.

 

Συμπερασματικά, κρίνεται ότι η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση ήταν όχι μόνο αιτιολογημένη αλλά και ουσιαστικώς ορθή[4], αφού τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του είναι συντριπτικά και αδιάσειστα και δικαιολογούσαν την διόρθωση των νέων αρχείων του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Κερύνειας με την διαγραφή της Αιτήτριας ως εγγεγραμμένης ιδιοκτήτριας του επίδικου ακινήτου, με αποτέλεσμα να παραμείνει ως ιδιοκτήτρια όλου του επίδικου ακινήτου το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Στην βάση των ως άνω η Αίτηση Έφεση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Καθ’ ου η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους, δύο σετ, ένα για το καθένα, και εναντίον της Αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητή

 



[1] Διευθυντής Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ν. Saint Anthony Hills Ltd [2012] 1 ΑΑΔ 1336

[2] Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ν. Σταύρου κ.ά., Πολ. Έφ. 156/2010, ημερομηνίας 24.3.2015, ECLI:CY:AD:2015:A211, Νικολάου κ.α. V. Βλαδιμήρου κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 320/2013), 24/6/2020

[3] Βλ. και Αντώνης Ζαχαρίου Ιωάννου v. Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 64/2018, 28/2/2024

[4] Βλ. Άρθρο 80 Κεφ. 224, ο.π.π. υποσημ. 3 και Σάββα ν. Κώστα [2003] 1 Α.Α.Δ. 1944


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο