ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Μ-Α ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ε.Δ.

 

 

                                                                                                        Αρ. Αγωγής: 837/2016

ΜΕΤΑΞΥ:         

ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΗΙΩΣΗΦ

                                                                                                                           Ενάγοντα

και

 

ΣΤΕΛΙΟΣ ΤΡΥΦΩΝ & ΥΙΟΙ- ΛΤΔ

 

                                                                                                                                                                                                                                    Εναγόμενης

 

Αίτηση ημερομηνίας 30/01/2024

 

Ημερομηνία:  23 Φεβρουαρίου 2024

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντα-Καθ’ού η Αίτηση: κα Ν. Θεοδώρου

Για Εναγόμενη-Αιτήτρια: κα Χριστοδούλου

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 Με Αίτηση ημερομηνίας 30/01/2024  (στο εξής ως «η Αίτηση») η Εναγόμενη Αιτήτρια αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παρατείνεται ο χρόνος καταχώρησης της Κλήσης για Οδηγίες αναφορικά με την Ανταπαίτηση.

 

Πρωτίστως να αναφερθεί ότι η υπό την ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή καταχωρήθηκε στις 17/02/2016 επί ειδικώς οπισθογραφημένου κλητήριου εντάλματος. Η Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση της Εναγόμενης καταχωρήθηκε την 21/11/2016. Απάντηση στην Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση καταχωρήθηκε περί την 17/03/2017. Την ίδια μέρα καταχωρήθηκε Κλήση για Οδηγίες μαζί με παράρτημα Τύπου 25. Η Εναγόμενη καταχώρησε περί την 10/04/2017 παράρτημα Τυπου 25. Περί την 02/06/2017 δόθηκαν οδηγίες εκατέρωθεν για καταχώρηση ενόρκων δηλώσεων αποκάλυψης εγγράφων. Υπήρξε συμμόρφωση, δόθηκαν οδηγίες στη συνέχεια για καταχώρηση κατάλογου μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας. Εν μέσω ακροαματικής διαδικασίας και ενώ έχει ξεκινήσει η ακρόαση της ουσίας της διαφοράς οι συνήγοροι της Εναγόμενης αιτήθηκαν άδεια από το Δικαστήριο με βάση τους περί της εκδίκασης  καθυστερημένων υποθέσεων διαδικαστικών Κανονισμών για καταχώρηση της υπό κρίση Αίτησης. Η καταχώρηση της λοιπόν αποτέλεσε το έναυσμα για την έκδοση της παρούσης.

 

Μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Αίτηση η ενόρκως δηλούσα αναφέρει μεταξύ άλλων ότι τα δικόγραφα φαίνεται να έκλεισαν με την καταχώρηση εκ μέρους του Ενάγοντα-Καθ’ ού η Αίτηση Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση στις 17/03/2017. Ως αναφέρει την υπόθεση χειριζόταν η κα Σύλλια Χαραλάμπους δικηγόρος η οποία πλέον δεν εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Εναγόμενη. Κλήση για οδηγίες καταχώρησε μόνο η πλευρά του Ενάγοντος. Eκ μέρους της Εναγόμενης καταχωρήθηκε μόνο Παράρτημα τύπου 25. Κατόπιν προσεκτικής επισκόπησης του φακέλου της αγωγής διαπιστώθηκε ότι οι δικηγόροι των Εναγόμενων-Αιτητών εντόπισαν σημείωση της εν λόγω δικηγόρου  όπου ανάγραψε στο φάκελο « Σε αυτή την υπόθεση δεν καταχωρήσαμε Κλήση για Οδηγίες αλλά μόνο το Παράρτημα Τύπος 25 για την Ανταπαίτηση μας. Πήγα και ρώτησα τη Δ. Ταλαρίδου αν θα έχουμε πρόβλημα και μου είπε ότι οι θεσμοί πρέπει να ερμηνεύονται λογικά. Αφ’ ής στιγμής καταχώρησε ο Ενάγοντας Κλήση για Οδηγίες και εμείς Τύπο 25 είμαστε εντάξει.» Η συγκεκριμένη σημείωση δε φέρει ημερομηνία. Η κα Χαραλάμπους αποχώρησε από το δικηγορικό γραφείο τον Ιούλιο 2017. Η σημείωση αναγράφηκε εκείνη την περίοδο. Ως επίσης αναφέρει η ενόρκως δηλούσα η Ανταπαίτηση προωθήθηκε κανονικά και ότι από την πορεία της υπόθεσης φαίνεται η πρόθεση για προώθηση της αφού μόλις προέβαλαν οι αντίδικοι τους το δικονομικό ζήτημα ήτοι την παράλειψη καταχώρησης Κλήσης για Οδηγίες καταχώρησαν την υπό κρίση Αίτηση. Ο λόγος της μη καταχώρησης οφείλεται στην καθοδήγηση που έλαβε η δικηγόρος από το Δικαστήριο ως προς την ερμηνεία των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ενώπιον του οποίου βρισκόταν τότε η παρούσα υπόθεση.

 

Η Ανταπαίτηση προωθείτο κανονικά και δεν είχε τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου πριν την 19/01/2024 που να σχετίζεται με τη μη καταχώρηση εκ μέρους της Εναγόμενης της Κλήσης για Οδηγίες. Η αιτούμενη παράταση χρόνου ως εισηγείται η ενόρκως δηλούσα δε θα παραβλέψει τα συμφέροντα του Ενάγοντα-Καθ’ ού η Αίτηση  και δε θα αποκτήσει κανένα πλεονέκτημα η πλευρά της Εναγόμενης-Αιτήτριας.

 

Η υπό κρίση Αίτηση αντικρούσθηκε από τον Ενάγοντα-Καθ΄ού η Αίτηση ο οποίος περί την 09/02/2024 καταχώρησε ειδοποίηση περί προθέσεως ένσταση (στο εξής ως η «Ένσταση»). Με την Ένσταση εγείρονται 9 λόγοι ένστασης οι οποίοι συνοψίζονται ως ακολούθως:

 

  1. Η Αίτηση είναι παράτυπη, αβάσιμη και/ή είναι ουσία και νόμω αβάσιμη.
  2. Δεν παρέχεται εξουσίας διάσωσης της ανταπαίτησης και/ή δεν παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο παραχώρησης θεραπείας στην παρατυπία ένεκα της αυστηρής διατύπωσης του εδαφίου (γ) της Δ.30 Κ.1 ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
  3. Το υπόβαθρο που στηρίζει την Αίτηση είναι λανθασμένο και δη σήμερα δεν εφαρμόζεται η Δ.30 κ. 1 (γ) ως έχει ένεκα του ότι ο χρόνος στον οποίο τα δεδομένα τούτης της υπόθεσης ανατρέχουν ήταν σε ισχύ η Δ.30 Κ.1 (γ) ως είχε τροποποιηθεί την 13/05/2015 ενώ μεταγενέστερη τροποποίηση της 28/07/201 δεν έχει αναδρομική ισχύ και δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση.
  4. Δεν έχει επιδειχθεί αντικειμενική αδυναμία ή δικαιολογημένο λόγος για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος .
  5. Με την υπό κρίση Αίτηση παραβιάζεται η αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης αφού η τήρηση των προθεσμιών για τη λήψη διαδικαστικών μέτρων πρέπει να τηρείται αυστηρά.
  6. Δε διασφαλίζεται η επίτευξη δίκαιης δίκης επειδή η Αίτηση παραβιάζει τις πρόνοιες της Δ.30 των θεσμών.
  7. Η Αίτηση ασκείται κακόπιστα και καταχρηστικά και/ή με μεγάλη καθυστέρηση.

 

Η Ένσταση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του κου Ανδρέα Μούστρα δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Ενάγοντα, ο οποίος μέσω της ενόρκου δηλώσεως του αναφέρει ότι η Εναγόμενη ενώ προωθεί Ανταπαίτηση παρέλειψε να καταχωρήσει Κλήση για Οδηγίες. Μέσω των όσων προβάλλει υιοθετεί τους λόγους ένστασης. Εισηγείται ότι η παράλειψη της Αιτήτριας είναι τόσο σοβαρή αφού δε συμμορφώθηκε με την αυστηρή γραμμή της Δ.30 ως ίσχυε τότε με την καταχώρηση Κλήσης Οδηγιών εντός 30 ημερών από τη συμπλήρωση των δικογράφων και δε θεραπεύεται. Δεν παρέχονται περιθώρια διάσωσης της ανταπαίτησης ένεκα της αυστηρής διατύπωσης του εδαφίου (γ) της Δ.30 Κ. 1 ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Θεωρεί ότι η Δ.30 Θ. 1(γ) ως έχει σήμερα δεν εφαρμόζεται επειδή κατά το χρόνο που ανατρέχουν τα δεδομένα της υπόθεσης ήταν σε ισχύ η Δ.30 Θ 1 (γ) ως είχε τροποποιηθεί την 13/05/2015. Η μεταγενέστερη τροποποίηση της 28/07/2017 δεν έχει αναδρομική ισχύ. Τα γεγονότα της παρούσας ανατρέχουν τον Απρίλιο 2017. Εισηγείται ο ενόρκως δηλών ότι ακόμα κι αν ισχύει η νέα διαταγή 30 ως έχει σήμερα ότι δεν έχει δικαιολογηθεί η αδράνεια και παράλειψη της Εναγόμενης να καταχωρήσει Κλήση για Οδηγίες. Τα όσα παραθέτει η Εναγόμενη για μια σημείωση στο φάκελο του Δικαστηρίου ότι ρώτησε Δικαστήριο για το θέμα καταχώρησης Κλήσης για Οδηγίες ως αναφέρει η ενόρκως δηλούσα δεν μπορούν να αιτιολογήσουν την αδράνεια αλλά αντιθέτως δεικνύει ότι εντόπισαν το πρόβλημα και ουδέν έπραξαν. Δεν έχει αποδειχθεί κατά την άποψη του καλός και βάσιμος λόγος για να εκδοθεί διάταγμα.

 

Σημειώνεται ότι η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε το έτος 2016. Συνεπώς τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες της Δ.30 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών μετά την τροποποίηση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 26.9.2014. Η νέα Δ.30 από το 2014 μέχρι το έτος 2018 υπέστη τροποποιήσεις. Η πλευρά του Ενάγοντα εισηγείται ότι εν προκειμένω εφαρμόζεται η Δ.30 ως είχε τεθεί με την αρχική μορφή και όχι ως ισχύει σήμερα.

 

Η Δ.30  των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ως ισχύει σήμερα, προβλέπει ότι ο Ενάγοντας σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός 90 ημερών από το χρόνο που τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα να εκδώσει κλήση για οδηγίες. Στο εδάφιο 30 Θ. 1 (γ) αναφέρεται ότι εάν ο Ενάγοντας αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει τη κλήση για οδηγίες ο Εναγόμενος δύναται να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο δύναται, επιλαμβανόμενο τέτοιας αίτησης, είτε να απορρίψει την αγωγή με τέτοιους όρους όπως ήθελε κρίνει δίκαιο, είτε να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες δυνάμει της παρούσας διαταγής. Εάν παρέλθουν άπρακτες οι παραπάνω προθεσμίες, η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και το Πρωτοκολλητείο θα θέτει το φάκελο της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό προς απόρριψή της.

 

Νοείται ότι, η έννοια του ενάγοντα και της αγωγής, καλύπτει και τον ανταπαιτούντα διάδικο, και, αναλόγως, την ανταπαίτηση.

 

Στη Δ.30 Θ. 2 (β) αναφέρεται ότι οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή τους.

 

Κατά το χρόνο που έκλεισαν τα δικόγραφα στη συγκεκριμένη περίπτωση και δη περί το Μάρτιο 2017 ίσχυαν οι πιο κάτω πρόνοιες στη Δ.30 (στο εξής «ως η τότε Δ.30»)

 

«30 (α) Ο ενάγων σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός τριάντα ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα και προτού λάβει οποιοδήποτε νέο μέτρο στην αγωγή, εκτός από αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, να εκδώσει κλήση για οδηγίες, οριζόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των εξήντα ημερών...... (γ) Σε περίπτωση που ο ενάγων αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την προνοούμενη στην παράγραφο (α) πιο πάνω κλήση για οδηγίες, επιδίδεται (υπογράμμιση δική μου) ειδοποίηση προς τον ενάγοντα που εκδίδει ο εναγόμενος στον συνημμένο τύπο με την οποίαν τον ενημερώνει για την παράλειψη και τον καλεί όπως εντός 30 ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης καταχωρήσει την αίτηση για οδηγίες. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης σε οποιαδήποτε από τις πιο πάνω πρόνοιες η αγωγή ή η ανταπαίτηση θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και θα απορρίπτεται από το Δικαστήριο στη λήξη της περιόδου των 60 ημερών, με έξοδα εναντίον του ενάγοντα ως θα είναι η περίπτωση.

Η έννοια του ενάγοντα και της αγωγής, καλύπτει και τον ανταπαιτούντα διάδικο, και, αναλόγως, την ανταπαίτηση. (δ) Η κατά τα ανωτέρω απόρριψη της αγωγής ή της ανταπαίτησης, ως θα είναι η περίπτωση, δεν θα συνιστά κώλυμα καταχώρησης νέας αγωγής ή ανταπαίτησης με την ίδια αιτία αγωγής και δεν θα συνιστά προς τούτο κώλυμα ο καθορισμένος, ανάλογα με την περίπτωση, χρόνος παραγραφής.

2. ........(β) Οι προθεσμίες των 30 ημερών που καθορίζονται ανωτέρω στους Θεσμούς 1(α) και 2(α) δεν παρατείνονται εκτός αν (υπογράμμιση δική μου) καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράταση τους.»

 

Στις αποφάσεις επίσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Τάσου Χρίστου κ.α. ν Χαράλαμπου Κώστα Χατζησολωμή (Πολ. Έφεση 175/2017), ημ. 6.2.2018 και Στέλιου Χαραλάμπους ν. Έλενα Γεωργίου (Πολ. Έφεση 185/2017), ημ. 18.4.2018, αναφέρθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κακώς αντιμετώπισε με υπέρμετρη αυστηρότητα την εκπρόθεσμη καταχώριση Κλήσης για Οδηγίες από τον Ενάγοντα. Στην τότε Δ.30 θ. 2 (β) αναφερόταν ότι οι προθεσμίες των 30 ημερών που καθορίζονται στους Θεσμούς 1(α) και 2(α) της τότε Δ.30 «δεν παρατείνονται εκτός αν...» ενώ μετά μετά την τροποποίηση την 28.7.2017 η οποία ισχύει μέχρι σήμερα αναφέρεται ότι «Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί....». Αυτό κατευθύνει τα Δικαστήρια όπως προσεγγίζουν το θέμα πιο ελαστικά. Σημειώνω εν πάση περίπτωση ότι η υπό κρίση Αίτηση καταχωρήθηκε εν ισχύ του νέου καθεστώτος. Παρόλα αυτά το Δικαστήριο σε κάθε περίπτωση είτε με την τότε Δ.30 είτε με τη Δ.30 ως ισχύει σήμερα εξετάζει εάν υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης ή καλός λόγος για την παράλειψη έκδοσης κλήσης για οδηγίες.

 

Σημαντικό επίσης να αναφερθεί ότι η Δ.30 Θ.(1)(α) ως ίσχυε τότε στο σημείο 1 (γ) προνοούσε ότι σε περίπτωση που ο ενάγοντας αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την κλήση για οδηγίες που τότε ήταν 30 ημέρες, ο Πρωτοκολλητής, του επιδίδει ειδοποίηση, την οποία εκδίδει ο εναγόμενος, με την οποία τον ενημερώνει για τη συγκεκριμένη παράλειψη και τον καλεί όπως, εντός 30 ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης καταχωρήσει την αίτηση για οδηγίες. Εν προκειμένω είναι ξεκάθαρο ότι όταν συμπληρώθηκαν τα δικόγραφα περί το Μάρτιο 2017 ήταν σε ισχύ η τότε Διαταγή 30. Ο Ενάγοντας/εξ ανταπαιτήσεως Εναγόμενος από τον Απρίλιο 2017 είχε το δικαίωμα να προχωρήσει με την καταχώρηση ειδοποίησης στο Πρωτοκολλητείο και να ενημερώσει την Εναγόμενη/εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσα για τη συγκεκριμένη παράλειψη της. Εδώ διαφοροποιείται η υπόθεση από την υπόθεση Στέλιου Χαραλάμπους ν. Έλενα Γεωργίου ανωτέρω όπου ο Ενάγοντας είχε καταχωρήσει 3 κλήσεις για οδηγίες εκπρόθεσμα το οποίο εξυπακούει ότι δεν απαιτείτο ειδοποίηση για την παράλειψη έκδοσης κλήσης οδηγιών αφού είχε εκδόσει κλήσεις και δε χρειαζόταν να ενημερωθεί σχετικά από τον Εναγόμενο. Η Δ.30 Θ. 1(γ) ως ίσχυε τότε εν αντιθέσει με το τι ισχύει σήμερα δεν παρείχε τη δυνατότητα στον εξ’ ανταπαιτήσεως Εναγόμενο να εκδόσει την ειδοποίηση. Αναγράφεται ότι εκδίδει ειδοποίηση όχι ότι δύναται να εκδόσει αυτή. Συνεπώς εν προκειμένω για να μπορέσει να εφαρμοστεί  η πρόνοια που αναγράφεται στη Δ.30 1 ότι (γ) «σε περίπτωση μη συμμορφωσης σε οποιοδήποτε από τις πιο πάνω πρόνοιες η αγωγή η  ανταπαίτηση θα θεωρείται ως εγκαταλειφθήσα και θα απορρίπτεται από το Δικαστήριο στη λήξη της περιόδου των 60 ημερών....» ώστε να αποτελέσει τεκμήριο ότι η εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσας παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες της Δ.30 ως ίσχυαν τότε θα έπρεπε να παρέλθει μεταξύ άλλων άπρακτη και η προθεσμία που θα είχε τεθεί με την επίδοση της ειδοποίησης που θα έπρεπε να εκδώσει ο εξ ανταπαιτήσεως Εναγόμενος στη συγκεκριμένη περίπτωση. Τότε με την παρέλευση 60 ημερών απραξίας από την εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσα θα θεωρείτο εγκαταλειφθήσα η Ανταπαίτηση.

 

Αντιθέτως στη συγκεκριμένη περίπτωση ο  εξ’ ανταπαιτήσεως Εναγόμενος ουδέποτε έκδοσε σχετική ειδοποίηση στο καθορισμένο τύπο με την οποία να ενημερώνει την εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσα για την παράλειψη της. Η υπόθεση προωθήθηκε κανονικά. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ακόμη και μετά την τροποποίηση της Δ.30 ως ισχύει μέχρι σήμερα ουδέποτε τέθηκε ο φάκελος ενώπιον του Δικαστηρίου  από τον Πρωτοκολλητή ώστε να ζητηθεί η απόρριψη της Ανταπαίτησης ως εγκαταλειφθήσα.  Δε συμφωνώ λοιπόν ότι η Ανταπαίτηση θεωρείται εγκαταλειφθήσα με βάση τις πρόνοιες της Δ.30 Θ. 1(γ) ως ίσχυε τότε καθότι ως εξήγησα ουδέποτε ο Ενάγοντας/εξ’ ανταπαιτήσεως Εναγόμενος προχώρησε στην έκδοση της ειδοποίησης που προνοείτο.

 

Οι συνήγοροι των διαδίκων είχαν εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου πάρα πολλές φορές και ουδέποτε τέθηκε κάποιο θέμα για τη μη έκδοση κλήσης οδηγιών παρά μόνο τον Ιανουάριο 2024 και στο στάδιο ακροαματικής εκδίκασης της υπόθεσης και ενώ η Εναγόμενη/εξ ανταπαιτήσεως Ενάγουσα προώθησε την Ανταπαίτηση της με την υποβολή ερωτήσεων κατά την αντεξέταση μαρτύρων Ενάγοντα.

 

Επισημαίνω ότι στην εν λόγω υπόθεση είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπήρξε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις προθεσμίες για καταχώρηση κλήσης για οδηγίες. Άλλωστε αυτό επιβεβαιώνει και η Εναγόμενη. Ισχυρίζεται ότι καλόπιστα θεώρησε η συνήγορος που χειριζόταν τότε την υπόθεση ότι με την καταχώρηση παραρτήματος Τύπου 25 καλύπτεται και η Ανταπαίτηση μετά από καθοδήγηση που έλαβε από το Δικαστήριο. Προφανώς ζήτησε ανεπίσημα τη γνώμη του Δικαστηρίου (υπό άλλη σύνθεση) στο οποίο ήταν ανατεθειμένη τότε η υπόθεση όταν και εφόσον διαπιστώθηκε ότι δεν καταχωρήθηκε κλήση για οδηγίες. Εξ’ ού και ο λόγος που δεν καταχωρήθηκε αίτηση ή δεν προωθήθηκε αίτημα νωρίτερα για παράταση του χρόνου καταχώρησης κλήσης οδηγιών εκ μέρους της Εναγόμενης/εξ ανταπαιτήσεως Ενάγουσας.

 

Η Εναγόμενη λοιπόν εισηγείται ότι συντρέχει καλός λόγος για να εγκριθεί το αίτημα της καθότι υπήρχε καλόπιστα η εντύπωση ότι δεν ήταν αναγκαίο να καταχωρηθεί άλλη Κλήση για Οδηγίες εκ μέρους της Εναγόμενης. Ουσιαστικά εισηγείται η Εναγόμενη ότι ο λόγος συναρτάται με την πεπλανημένη εντύπωση που είχε σχηματίσει η τότε συνήγορος που χειριζόταν την εντύπωση. Είναι ξεκάθαρο ότι η όποια παράλειψη οφείλεται στην αντίληψη της δικηγόρου μετά από συζήτηση που είχε με Δικαστή. Σημειώνεται ότι η υπό κρίση Αίτηση εν πάση περίπτωση καταχωρήθηκε πολύ σύντομα και μετά που τέθηκε ζήτημα από τους συνηγόρους του Ενάγοντα εν μέσω της ακροαματικής διαδικασίας.

 

Η ύπαρξη καλού λόγου εξετάζεται από το Δικαστήριο ανάλογα με τη φύση της διαδικασίας. Η έννοια του «καλού λόγου» σαφώς και συναρτάται με τις ανάγκες της διαδικασίας, το συμφέρον της δικαιοσύνης και των διαδίκων τα οποία σαφώς και αποτελούν σοβαρούς παράγοντες και οδηγό προς το Δικαστήριο για να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια.

 

Παρόλο που ο χρόνος που διέρρευσε από την ημέρα συμπλήρωσης των δικογράφων μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης της υπό κρίσης Αίτησης είναι ομολογουμένως μεγάλος, θεωρώ  όμως ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διέλαθε της προσοχής της Εναγόμενης/ εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσας η υποχρέωση της να καταχωρίσει την Κλήση για Οδηγίες και δη ως ανάφερα ο λόγος είναι καλόπιστη πεπλανημένη αντίληψη της συνηγόρου ότι δε θα είχε πρόβλημα με την Ανταπαίτηση της ότι συνιστούν καλό λόγο για να εγκρίνω το αίτημα. Κρίνω ότι η εξ’ ανταπαιτήσεως Ενάγουσα δεν έδειξε αδιαφορία όταν διαπίστωσε ότι δε καταχώρησε κλήση για οδηγίες, αντιθέτως ζήτησε συμβουλή και/ή καθοδήγηση για το θέμα από το Δικαστήριο. Δεν μπορώ να εναποθέσω κακοπιστία στην πλευρά της Εναγόμενης. Ως προανάφερα οι συνθήκες που διέλαθαν της προσοχής για καταχώρηση κλήσης για οδηγίες με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι συντρέχει καλός λόγος λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη μου το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

Όμως, είναι σημαντικό να λεχθούν και τα εξής: Ο Ενάγοντας καταχώρησε την Κλήση Οδηγιών περί το Μάρτιο 2017 και, εμπρόθεσμα καταχώρησε και η Εναγόμενη το Παράρτημα Τύπου 25. Παρατηρώ επίσης ότι η Ανταπαίτηση της Εναγόμενης βασίζεται στην ίδια σειρά γεγονότων επί των οποίων στηρίζεται και η Απαίτηση. Η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση και βρίσκεται σε εξέλιξη η δικαστική διαδικασία. Το Δικαστήριο μετά από κοινή αντίληψη και πρόθεση των συνηγόρων των διαδίκων έδωσε οδηγίες για τον τρόπο διεξαγωγής της ακροαματικής διαδικασίας τόσο εκ μέρους της Απαίτησης όσο και της Ανταπαίτησης. Ήδη μεσολάβησε εκκρεμούσης της ακροαματικής διαδικασίας αίτηση για τροποποίηση της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης, η Ανταπαίτηση μέχρι σήμερα προωθήθηκε κανονικά όπως και τα έγγραφα και κατάλογοι μαρτύρων αναφορικά και με την Ανταπαίτηση.

 

Ουσιαστικά μέχρι σήμερα η Απαίτηση και Ανταπαίτηση παραμένουν ζωντανές. Θεωρώ παράλογο στο στάδιο που βρίσκεται εν πάση περίπτωση σήμερα η διαδικασία να έκδιδα διαταγή απόρριψης της Ανταπαίτησης. Ούτως ή άλλως δεν μπορεί να παραγνωριστεί και το ότι, σε περίπτωση απόρριψης της Ανταπαίτησης, η Εναγόμενη θα είχε το δικαίωμα να καταχωρίσει νέα αγωγή εναντίον του Ενάγοντα για τα ίδια θέματα, προκαλώντας απλώς περισσότερα έξοδα. Σε κάθε περίπτωση δεν έχει καταδειχθεί η ζημιά την οποία παθαίνει η πλευρά του Ενάγοντα/Καθ’ ού η Αίτηση με την παροχή δυνατότητας συνέχισης και εκδίκασης της Ανταπαίτησης.

 

Η Αίτηση εγκρίνεται. Ο χρόνος για καταχώριση της Κλήσης για Οδηγίες παρατείνεται. Η Κλήση για Οδηγίες να καταχωρηθεί εντός 7 ημερών από σήμερα. Θεωρώ ότι τα έξοδα θα πρέπει να βαρύνουν την Εναγόμενη/Αιτήτρια εφόσον η παράλειψη της είναι αυτή που οδήγησε στην εκδίκαση της υπό κρίση Αίτησης. Συνεπώς τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του Εναγόντα-Καθ’ ού η Αίτηση ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.  

 (Υπ.)  …………………………..
                    Μ-Α Στυλιανού, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο