ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Α. Δαυίδ, Π.Ε.Δ.

 

Συνενωμένες Αγωγές Αρ.: 8145/13

  και 8357/13

 

Αγωγή Αρ. 8145/13

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1.    Χ. Η., EΚ ΛΕΜΕΣΟΥ

2.    Λ. Α., EΚ ΛΕΜΕΣΟΥ

3.    Ε. Π., ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

4.    Μ. Η., ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

5.    Μ. Π., EΚ ΛΕΜΕΣΟΥ

Εναγόντων

ΚΑΙ

 

                              Κ. Κ., ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Εναγόμενου

................

 

Αγωγή Αρ. 8357/13

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

Δ. Ν., ΕΞ ΑΓΓΛΙΑΣ, ΩΣ ΚΛΗΡΟΔΟΧΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΣΤΕΛΙΟΥ ΗΛΙΑΔΗ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ

                                                                                 Ενάγοντα

ΚΑΙ

 

Κ. Κ., ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΗΜΕΡ. 14.08.2006, ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΣΤΕΛΙΟΥ ΗΛΙΑΔΗ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ

                                                                                 Εναγόμενου

 

Ημερομηνία: 13.02.2024

Εμφανίσεις:

Αγωγή Αρ.8145/2013

 

Για τους Ενάγοντες: κ. Αχιλλέας Κ. Αιμιλιανίδης και κα. Άντρια Μαστίχη για  Αχιλλέας & Αιμίλιος, Κωνσταντίνος Αιμιλιανίδης Δ.Ε.Π.Ε. και Μάριος Ηλιάδης & Συνεταίροι Δ.Ε.Π.Ε.

 

Για τον Εναγόμενο: κ. Κωνσταντής Καντούνας για Κ. Α. Καντούνας Δ.Ε.Π.Ε. και κα. Αλεξάνδρα Κ. Λυκούργου

 

Αγωγή Αρ.8357/2013

 

Για τον Ενάγοντα: κ. Χαρίλαος Βελάρης και κα Στέλλα Δαμιανού για Βελάρης & Βελάρης Δ.Ε.Π.Ε.

 

Για τον Εναγόμενο: κ. Κωνσταντής Καντούνας για Κ. Α. Καντούνας Δ.Ε.Π.Ε. και κα. Αλεξάνδρα Κ. Λυκούργου

......................

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

O Στέλιος Ηλιάδης, (στο εξής «ο Στέλιος») που για δεκαετίες ζούσε και εργαζόταν ως ιατρός στη Γενεύη, έχοντας προσβληθεί, χρόνια προηγουμένως, από νευρολογική ασθένεια εκφυλιστικής μορφής, (άνοια με σωμάτια Lewy) απεβίωσε τελικά στην Κύπρο, στις 07.06.2013, έχοντας επιστρέψει μερικά χρόνια πριν, οριστικά, στη χώρα καταγωγής του. Εγκατέλειψε τα εγκόσμια άγαμος, άτεκνος χωρίς ζώντα κατιόντα ούτε τέκνο κατιόντα. Η εκδημία του Στέλιου Ηλιάδη αποτέλεσε το έναυσμα εξελίξεων σε σχέση με περιουσία την οποία ο τελευταίος κατέλειπε, τόσο μεταξύ συγγενικών του προσώπων όσο και του δικηγόρου που κατονομάζεται ως Εκτελεστής διαθήκης του Στέλιου, ημερομηνίας 14.08.2006.

 

Για σκοπούς ευχερέστερης παρακολούθησης της παρούσας, κρίνεται χρήσιμη η παράθεση γεγονότων που είτε δηλώθηκαν ως παραδεκτά γεγονότα στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, είτε αναδύονται από τις έγγραφες προτάσεις των πλευρών, χωρίς παράλληλα να αμφισβητούνται από οποιονδήποτε στη διαδικασία.

 

Ειδικότερα, στις 11.07.2013, ο δικηγόρος Κ.Κ., (εναγόμενος και στις δύο αγωγές στην παρούσα διαδικασία) καταχώρησε αίτημα όπως διοριστεί Εκτελεστής της  διαθήκης του Στέλιου, ημερομηνίας 14.08.2006, (Αίτηση Διαχείρισης Αρ.388/2013, Ε.Δ. Λευκωσίας) στην οποία και κατονομάζεται ως Εκτελεστής. Το ως άνω ένδικο διάβημα ανακόπηκε, (caveat) μετά από παρέμβαση των εναγόντων τόσο της Αγωγής Αρ.8145/13 όσο και της Αγωγής Αρ.8357/13. Οι τελευταίοι, χωρίς να αμφισβητούν την ύπαρξη και την εγκυρότητα της διαθήκης, ημερομηνίας 14.08.2006, (Τεκμήριο 8) επικαλούμενοι μεταγενέστερες διαθήκες του Στέλιου, δρομολόγησαν στη συνέχεια τις ως άνω αγωγές, μέσω των οποίων επιζητούν την ακύρωση της ως προγενέστερης της διαθήκης που η κάθε πλευρά διεκδικεί όπως αναγνωριστεί ως η τελευταία, νόμιμη, νομότυπη και έγκυρη διαθήκη του Στέλιου. Ειδικότερα, οι ενάγοντες στην Αγωγή Αρ.8145/2013, επιδιώκουν την επικύρωση κατά τον πιο πάνω τρόπο φερόμενης διαθήκης του Στέλιου, ημερομηνίας 25.05.2007 (Τεκμήριο 7), ενώ ο ενάγων στην Αγωγή Αρ.8357/2013, επιδιώκει την επικύρωση φερόμενης διαθήκης του Στέλιου, ημερομηνίας 24.04.2009 (Τεκμήριο 6).

 

Τη διαθήκη, ημερομηνίας 14.08.2006, η οποία συντάχθηκε από τον εναγόμενο δικηγόρο και υπογράφηκε από τον Στέλιο στη Γενεύη, υπογράφουν ως μάρτυρες η αποβιώσασα στην εξέλιξη του χρόνου σύζυγος του εναγόμενου και κατονομαζόμενου Εκτελεστή της διαθήκης, Ν.Μ. και η αδελφή της, Μ.Μ.. Μέσω της, ο Στέλιος παρουσιάζεται να κληροδοτεί κάθε είδους περιουσία του που βρίσκεται στην Κύπρο, ως ειδικότερα αυτή περιγράφεται στην εν λόγω διαθήκη, στον R.M.L., κάτοχο Γαλλικού διαβατηρίου, (στο εξής «ο Michel») κληροδοτώντας ταυτόχρονα, κατά τον τρόπο που εξηγείται, τόσο στον εξάδελφό του Π.Ν. όσο και σε συγκεκριμένο οικιακό του βοηθό, τον S.J., συγκεκριμένο διαμέρισμα σε κάθε ένα από αυτούς.

 

Η διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007 φέρεται να συντάχθηκε από τη δικηγόρο Α.Ι. και να υπογράφηκε από τον Στέλιο στο γραφείο της τελευταίας, στη Λευκωσία, με την ίδια και το συνάδελφο της, δικηγόρο Μ.Μ., να υπογράφουν ως μάρτυρες. Μέσω της, κληροδοτείται κατά τον τρόπο που εξηγείται, συγκεκριμένη περιουσία του Στέλιου στην Κύπρο, κινητή και ακίνητη, σε συγκεκριμένους κληροδόχους. Ειδικότερα στην εξαδέλφη του, Ε.Π., (ενάγουσα 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013), οικία στη Λευκωσία, στον εξάδελφο του, Π.Ν., χωράφι στη Λάνια, στον βαφτιστικό του, Δ.Ν. (υιό του Π.Ν. και ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013), διαμέρισμα στη Λευκωσία, στον Michel, διαμέρισμα στο Πισσούρι και το αυτοκίνητο του, ενώ σε κάποια δεσποινίδα Jenney, Λ.Κ.5.000 υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα εξακολουθούσε να τον φροντίζει, μέχρι την ημέρα του θανάτου του.

 

Η διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, φέρεται να συντάχθηκε από τον δικηγόρο Κ.Β. και υπεγράφη από το Στέλιο στην Κλινική Ευαγγελίστρια, στη Λευκωσία, με τον ιατρό Π.Α. και τη νοσηλεύτρια Σ.Γ. να παρουσιάζονται σε αυτήν ως μάρτυρες της υπογραφής του. Μέσω της, αφού κληροδοτείται κατά τον τρόπο που εξηγείται, συγκεκριμένη περιουσία του Στέλιου στην Κύπρο, κινητή και ακίνητη, σε συγκεκριμένους κληροδόχους, ήτοι €20.000 στην εξαδέλφη του Ε.Π. (ενάγουσα αρ.3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013), στον στενό του φίλο Michel, διαμέρισμα στο Πισσούρι και στην οικιακή του βοηθό J.B.E., €3.000, κληροδοτείται στο βαφτιστικό του αποβιώσαντα, Δ.Ν., (υιό του εξαδέλφου του Π.Ν. και ενάγοντα στην Αγωγή Αρ. 8357/2013) το σύνολο της υπόλοιπης περιουσίας του, κινητής και ακίνητης, οπουδήποτε αυτή θα βρίσκεται κατά την ημέρα του θανάτου του. 

 

Ο κατονομαζόμενος ως Εκτελεστής της διαθήκης ημερομηνίας 14.08.2006, με την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση την οποία καταχώρισε και στις δύο πιο πάνω αγωγές, αμφισβητεί το νομότυπο της εκτέλεσης των ως άνω μεταγενέστερων διαθηκών, προκρίνοντας ταυτόχρονα ότι ο διαθέτης, καθ’ ον χρόνο παρουσιάζεται να προβαίνει στις φερόμενες διαθήκες, ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.04.2009, λόγω της κατάστασης της υγείας του, δεν είχε την πνευματική διαύγεια και ικανότητα για λήψη λογικών αποφάσεων σε σχέση με τις υποθέσεις του, να χειρίζεται τις υποθέσεις του και να υπογράφει επίσημα έγραφα ως οι πιο πάνω διαθήκες. Περαιτέρω, σε σχέση με τη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, προκρίνει ότι η υπογραφή της από τον Στέλιο αποτελεί προϊόν πλαστογραφίας. Διεκδικεί δε, ανταπαιτητικά, και στις δύο περιπτώσεις, δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η τελευταία, νόμιμη, έγκυρη, γνήσια, αληθής και ισχύουσα διαθήκη του Στέλιου είναι η διαθήκη ημερομηνίας 14.08.2006, η οποία υπεγράφη από τον τελευταίο στη Γενεύη και βρίσκεται κατατεθειμένη στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ως επίσης ότι ο εναγόμενος είναι ο νόμιμος Εκτελεστής της εν λόγω διαθήκης του αποβιώσαντα.

 

Παρεμβάλλεται ότι το κύρος της φερόμενης διαθήκης, ημερομηνίας 24.04.2009, αμφισβητούν και οι ενάγοντες στην Αγωγή Αρ.8145/2013, για τους ίδιους λόγους που προκρίνει ο εναγόμενος.

 

Στις 05.07.2016, το Δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση, εκ συμφώνου, διατάγματος συνένωσης των ως άνω αγωγών. Περαιτέρω, στις 27.12.2018, επίσης εκ συμφώνου, εκδόθηκε διάταγμα διορισμού του δικηγόρου Στέφανου Σκορδή, ως διαχειριστή εν εκκρεμοδικία (pendente lite) της περιουσίας του αποβιώσαντα Στέλιου.

 

Σύμφωνα με την εκδοχή των εναγόντων στην Αγωγή Αρ.8143/2013, ως αυτή αναδιπλώνεται στις δικογραφημένες τους θέσεις, οι τελευταίοι αποτελούν συγγενείς του Στέλιου, όντας μερικά από τα πρώτα ξαδέλφια του. Ο τελευταίος, πριν από τον επαναπατρισμό του στην Κύπρο, ζούσε μόνιμα και εργαζόταν ως ιατρός στη Γενεύη. Στις 25.05.2007, υπογράφοντας τη διαθήκη ίδιας ημερομηνίας, ακύρωσε και ανακάλεσε κάθε άλλη προηγούμενη διαθήκη του. Μέσω της, κληροδότησε σε διάφορους κληροδοτήματα που βρίσκονται στην Κύπρο, (κινητά και ακίνητα) χωρίς όμως αυτή να καλύπτει το σύνολο της περιουσίας του στην Κύπρο. Οι ίδιοι αγνοούν κατά πόσο ο Στέλιος είχε περιουσία εκτός Κύπρου κατά τον χρόνο του θανάτου του. Αποτελεί θέση τους πως η διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007, εκτελέστηκε νομότυπα και ότι έχουν ακολουθηθεί όλες οι εκ του σχετικού νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις, έχοντας υπογραφεί από τον διαθέτη ενώπιον ικανών μαρτύρων. Μετά τον θάνατο του Στέλιου, η δικηγόρος Α.Ι., στην οποία παρέμεινε το Πρωτότυπο της σχετικής διαθήκης, κατέθεσε τούτο στον αρμόδιο Πρωτοκολλητή. Ωστόσο, υποδεικνύουν, δεν μπορεί να καταχωρηθεί Αίτηση διαχείρισης ή επικύρωσης της πριν αποσυρθεί ή ακυρωθεί η Αίτηση Διαχείρισης αρ. 388/2013 που καταχώρησε ο εναγόμενος σε σχέση με την προγενέστερη διαθήκη του Στέλιου, ημερομηνίας 14.08.2006.  Αναφορικά με την διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, αποτελεί θέση τους ότι αυτή δεν υπεγράφη από τον Στέλιο, προκρίνοντας ταυτόχρονα ότι κατά την εν λόγω ημερομηνία ο Στέλιος δεν είχε «σώας τας φρένας» και την ικανότητα να αντιλαμβάνεται το κείμενο, το περιεχόμενο και τη σημασία της συγκριμένης διαθήκης.

 

Ο ενάγων στην Αγωγή Αρ.8357/2013, υποδεικνύοντας ότι αποτελεί πνευματικό τέκνο (βαφτιστικό) του αποβιώσαντα Στέλιου, σημειώνει παράλληλα ότι ο πατέρας του, Π.Ν. και ο Στέλιος ήταν πρώτοι εξάδελφοι ενώ οι σχέσεις μεταξύ τους, από την παιδική τους ηλικία μέχρι το θάνατο του Στέλιου, ήταν αδελφικές. Επί τούτου, σημειώνει πως ο Στέλιος, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στον πατέρα του, του παραχώρησε γενικό πληρεξούσιο για να χειρίζεται εν λευκώ τις υποθέσεις του στην Κύπρο. Ο Στέλιος, ο οποίος ουδέποτε νυμφεύθηκε και απεβίωσε άτεκνος, ενδιαφερόταν πάντα για τον ενάγοντα, εκφράζοντας συχνά την πρόθεσή του να του κληροδοτήσει μέρος της περιουσίας του. Δυνάμει της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, υποδεικνύεται, η οποία αποτελεί σχεδόν επανάληψη προγενέστερης διαθήκης του Στέλιου που είχε υπογραφεί το 2007, ο Στέλιος κληροδότησε την περιουσία του σε διάφορα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και στον ίδιο. Με δεδομένο ότι η διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009 αποτελεί την τελευταία, έγκυρη και ισχύουσα διαθήκη η οποία έχει κατατεθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αξιώνει διάταγμα του Δικαστηρίου που να αναγνωρίζει τούτο, ως επίσης διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να αναγνωρίζεται ότι η προγενέστερη διαθήκη του Στέλιου, ημερομηνίας 14.08.2006, για την οποία ο εναγόμενος προώθησε ήδη στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την Αίτηση Αρ. 388/2013 προς επικύρωση της και παραχώρηση σχετικών εγγράφων διαχείρισης, είναι άκυρη και άνευ έννομου αποτελέσματος. Δεν αμφισβητεί ο ενάγων, ότι ο Στέλιος, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, έπασχε από την ασθένεια «Lewy body disease». Ασθένεια που του προκαλούσε διάφορα προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων σπαστικότητας, κινητικών προβλημάτων, δυσκολιών στην γραφή και παροδικών παραισθήσεων. Ωστόσο, προκρίνεται, ο Στέλιος «είχε σώας τας φρένας κατά πάντα ουσιώδη χρόνο».

 

Ως προκύπτει από τις δικογραφημένες θέσεις του εναγόμενου, ο Στέλιος υπήρξε φίλος της συζύγου του και γνωστός του ιδίου. Ζούσε μόνιμα στη Γενεύη όπου εργαζόταν ως ιατρός. Το 2003 έμαθε ότι έπασχε από νευρολογικής φύσης ασθένεια, εκφυλιστική, ήτοι άνοια με σωμάτια Lewy (Lewy Body dementia) της οποίας η εξέλιξη θα ήταν καταληκτική. Αυτός ήταν και ο λόγος που σε διάφορα χρονικά διαστήματα εξέφραζε προς τον εναγόμενο την επιθυμία του για να συντάξει διαθήκη. Κατά ή περί το 2006, για λόγους υγείας εγκαταστάθηκε στη Λευκωσία όπου και ζούσε μόνιμα μέχρι το τέλος της ζωής του. Αρχές Αυγούστου του 2006, καταπονημένος, μετέβη στο γραφείο του εναγόμενου όπου και συζήτησαν για την διαθήκη που ο Στέλιος του ζήτησε να συντάξει. Το απόγευμα της ημέρας που του έδωσε οδηγίες για τον τρόπο που ήθελε να διατεθεί η περιουσία του, ο Στέλιος επικοινώνησε ταραγμένος μαζί του, ενημερώνοντας τον ότι ο εξάδελφος του, Π.Ν., με τον οποίο, ως του ανέφερε, ήταν ο μόνος συγγενής που είχε στενή σχέση, τον οποίο αγαπούσε πλην όμως φοβόταν, αντέδρασε έντονα και αρνητικά όταν πληροφορήθηκε την πιο πάνω εξέλιξη, λέγοντας του ότι θα τον έπαιρνε ο ίδιος σε δικηγόρο για να κάνει διαθήκη. Με δεδομένο ότι ο Στέλιος του ζήτησε να προχωρήσει με την κατάρτιση της διαθήκης το συντομότερο, στις 08.08.2006, τον επισκέφθηκε στην οικία του στη Λευκωσία μαζί με δικηγόρο συνεργάτιδα του, όπου και υπέγραψε σχετική διαθήκη την οποία επιμαρτύρησαν η συνάδελφος του και γείτονας του Στέλιου. Την υπογραφή του Στέλιου πιστοποίησε επίσης πιστοποιών υπάλληλος. Λόγω της στάσης του Π.Ν. στο ζήτημα, αποφασίστηκε όπως τον Στέλιο εξετάσει ιατρός για να πιστοποιήσει την κατάσταση της υγείας του. Ενόψει του γεγονότος ότι θεωρήθηκε δυσχερής η εξέταση από ιατρό στην Κύπρο, αποδίδοντας τούτο στις σχέσεις του Π.Ν. με διάφορούς ιατρούς στην Κύπρο, όντας και ο ίδιος ιατρός, θεωρήθηκε φρονιμότερο από τον εναγόμενο και τον Στέλιο να καταφύγουν σε ιατρό στο εξωτερικό προς το σκοπό επιβεβαίωσης της κατάστασης της υγείας του. Τούτο και έγινε. Ο εναγόμενος μετέβη στη Γενεύη μαζί με τη σύζυγο του, όπου στις 14.08.2006 συνόδευσε τον Στέλιο για να εξεταστεί από τον ιατρό του, Philippe Mouron ο οποίος εξέδωσε πιστοποιητικό ότι η κατάσταση της υγείας του Στέλιου ήταν καλή και ότι μπορούσε να υπογράψει επίσημα έγγραφα. Την ίδια ημέρα, στο γραφείο των συμβολαιογράφων Mottu & Van Barchem, στη Γενεύη, ο Στέλιος υπέγραψε εκ νέου, πανομοιότυπη διαθήκη με αυτή που είχε υπογράψει στη Λευκωσία στις 08.08.2006, με μάρτυρες αυτή τη φορά τη σύζυγο του εναγόμενου και την αδελφή της, η οποία τότε διαβιούσε μόνιμα στην Γενεύη, οι υπογραφές των οποίων πιστοποιήθηκαν από το συμβολαιογραφικό γραφείο. Η εν λόγω διαθήκη, ημερομηνίας 14.08.2006, κατατέθηκε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Όταν ο Στέλιος απεβίωσε, καταχωρήθηκε από την πλευρά του εναγόμενου αίτηση για να διοριστεί Εκτελεστής της ως άνω διαθήκης. Αποτελεί δικογραφημένη θέση του εναγόμενου ότι η  υπογραφή της φερόμενης διαθήκης ημερομηνίας 25.05.2007, μεθοδεύτηκε από την Ε.Π., όταν αυτή πληροφορήθηκε για την σύνταξη άλλης διαθήκης, μερικές μόλις εβδομάδες προηγουμένως, η οποία δεν την ευνοούσε. Ωστόσο, προκρίνεται, και οι δύο αυτές διαθήκες συντάχθηκαν όταν πλέον η κατάσταση της υγείας του Στέλιου, λόγω της εκφυλιστικής ασθένειας από την οποία έπασχε, είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό, ήδη από τον Μάρτιο του 2007 και μετέπειτα,  που δεν ήταν σε θέση να αποφασίσει και να διαχειριστεί τις υποθέσεις του, ούτε είχε διαύγεια πνεύματος. Αποτελεί δικογραφημένη θέση του εναγόμενου πως οποιαδήποτε έγγραφα φέρονται να έχουν υπογραφεί από τον ίδιο μετά την εν λόγω ημερομηνία, είναι άκυρα και ανίσχυρα. Συνακόλουθα, υποστηρίζει, η υπογραφή της ως άνω διαθήκης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου και δεν μπορούσε να εκτελεστεί νόμιμα. Ομοίως, υποστηρίζει, για τους ίδιους λόγους άκυρη και ανίσχυρη είναι και η φερόμενη ως διαθήκη του Στέλιου, ημερομηνίας 24.04.2009. Περαιτέρω,  ειδικότερα για την φερόμενη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, αποτελεί δικογραφημένο ισχυρισμό του εναγόμενου ότι «οποιαδήποτε υπογραφή που δήθεν τέθηκε από τον αποβιώσαντα στο προαναφερόμενο έγγραφο είναι πλαστή και δεν τέθηκε από τον αποβιώσαντα, αλλά από άλλο πρόσωπο χωρίς τη γνώση, συγκατάθεση, έγκριση ή εντολή του αποβιώσαντα», γεγονός για το οποίο ο ίδιος προέβη σε σχετική καταγγελία στην αστυνομία. Προκρίνεται επίσης πως η τελευταία δεν υπεγράφη στην ταυτόχρονη παρουσία 2 μαρτύρων και ως εκ τούτου δεν πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις για να θεωρηθεί νόμιμη διαθήκη. Ενόψει όλων των πιο πάνω, ο εναγόμενος διεκδικεί από το Δικαστήριο, ανταπαιτητικά, δήλωση με την οποία να διακηρύσσεται ότι η διαθήκη ημερομηνίας 14.08.2006 αποτελεί την τελευταία, νόμιμη, έγκυρη, γνήσια, αληθή και ισχύουσα  διαθήκη του αποβιώσαντα Στέλιου Ηλιάδη και ότι ο ίδιος αποτελεί το νόμιμο εκτελεστή της διαθήκης αυτής.

 

Κατά την παρουσίαση της υπόθεσης, η πλευρά των εναγόντων στην Αγωγή Αρ.8145/2013, πέραν από τη μαρτυρία της Ε.Π. (ενάγουσας αρ. 3) κάλεσαν ως μάρτυρα τη δικηγόρο Α.Ι., πρόσωπο που παρουσιάζεται να συνέταξε αλλά και επιβεβαίωσε την υπογραφή της διαθήκης ημερομηνίας 25.07.2007. Για την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013, κλήθηκαν και προσέφεραν τη μαρτυρία τους ο ιατρός Π.Α., πρόσωπο που παρουσιάζεται να επιβεβαιώνει ως μάρτυρας την επίδικη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, ο ορθοπεδικός ιατρός Κ.Χ., ο δικηγόρος Κ.Β. που παρουσιάζεται να συνέταξε για λογαριασμό του αποβιώσαντος τη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, η Α.Δ.Σ. και ο Ι.Σ., πρόσωπα που ως υπέδειξαν ανήκαν στον κοινωνικό κύκλο του Στέλιου, όντας γνωστοί και φίλοι του για πολλά χρόνια και ο Κ.Μ. εξάδελφος του Στέλιου. Για την πλευρά του εναγόμενου, πέραν του ιδίου κλήθηκαν και προσέφεραν τη μαρτυρία τους ο Ν.Σ., Λειτουργός του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο Α.Π., πρώην υπεύθυνος του Εργαστηρίου Γραφολογίας της Αστυνομίας και ιδρυτής του εργαστηρίου γραφολογίας M.C.P. Forensic Lab. Limited, ο νευρολόγος ιατρός P.A.J., η Αρχιλοχίας της Αστυνομίας, Ν.A., ο Λοχίας της Αστυνομίας Γ.Χ., υπεύθυνος του Εργαστηρίου Γραφολογίας της Αστυνομίας και ο εκτιμητής ακινήτων  Γ.Μ..

 

Το σύνολο της μαρτυρίας η οποία προσκομίστηκε στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας βρίσκεται στα πρακτικά της διαδικασίας. Δεν αποτελεί ασφαλώς, πρόθεση του Δικαστηρίου να την επαναλάβει στα πλαίσια της παρούσας απόφασης, κάνοντας ειδικότερη αναφορά σε κάθε επιμέρους πτυχή της. Τούτο, όχι μόνον δεν απαιτείται αλλά και δεν συνίσταται, για πρακτικούς κυρίως λόγους (βλ. κατ’ αναλογία: G & K Exclusives Fashions Ltd v. Παπαδοπούλου κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 88, 92 και Paphos Stones Sea Estates v. Ζαβρού κ.ά. (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1854, 1859). Καθηκόντως, το Δικαστήριο προσδιορίζοντας τα επίδικα θέματα και ζητήματα θα πρέπει να τα συναρθρώσει με τα ουσιώδη μέρη της μαρτυρίας, για να καταλήξει στο τέλος σε σαφή και σχετικά ευρήματα (βλ. Λάρκου ν. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοντέας (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1399). Συνοπτικά και περιοριζόμενο στα βασικά και σχετικά με την παρούσα υπόθεση σημεία το Δικαστήριο θα αναφερθεί σε αυτήν. Αυτονόητο είναι, πως κατά το στάδιο της αξιολόγησης της μαρτυρίας λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της προσκομισθείσας και αποδεκτής μαρτυρίας, ως επίσης κάθε σχετική λεπτομέρεια, ανεξαρτήτως απουσίας ρητής παράθεσης της στην παρούσα (βλ. Ανδρονίκου v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486).

 

Καταθέτοντας η ενάγουσα 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013, υιοθετώντας γραπτή της δήλωση (Έγγραφο Α) επανέλαβε ουσιαστικά τις δικογραφημένες θέσεις της πλευράς της. Έθεσε υπόψιν του Δικαστηρίου, εκτός από αντίγραφο της διαθήκης ημερομηνίας 25.05.2007 (Τεκμήριο 2), διάφορα έγγραφα, που είχε στην κατοχή της, όπως ιατρικά πιστοποιητικά, (Τεκμήριο 3 και 3Α), ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 25.5.2007 που ως εξήγησε έλαβε από τον Michel, (Τεκμήριο 4) και αντίγραφο ανοικτής κατάθεσης του εναγόμενου στην Αστυνομία, ημερομηνίας 12.5.2015 (Τεκμήριο 5) μέσω της οποίας ουσιαστικά προκρίνεται η πλαστογράφηση της υπογραφής του αποβιώσαντα στη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009. Υπέδειξε, ανάμεσα σε άλλα, πως η ίδια και ο Στέλιος ανέκαθεν διατηρούσαν στενή συγγενική και φιλική σχέση παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος, μετά την τουρκική εισβολή μετανάστευσε στην Ελβετία όπου ζούσε και εργαζόταν ως ιατρός. Το 2003-2004, αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στο σπίτι του στη Λευκωσία, αφού, ως την είχε ενημερώσει, από το 2002, «παρουσίασε πρόβλημα υγείας (εγκεφαλοπάθεια, άνοια με σωμάτια Lewy. Μετά την εγκατάσταση του στην Κύπρο διατηρούσαν πολύ στενή σχέση. Μια φορά την εβδομάδα, τουλάχιστον, τον φιλοξενούσε για φαγητό στο σπίτι της ενώ επιπρόσθετα τον επισκεπτόταν και απογεύματα. Στην Κύπρο παρακολουθείτο από το νευρολόγο Δρ. Θεόδωρο Κυριακίδη στο Κέντρο Γενετικής με την ίδια, την περίοδο 2006-2007, να τον συνοδεύει κάποιες φορές προς τούτο. Μέχρι το 2006-2007, ο Στέλιος  ταξίδευε μία με δύο φορές το χρόνο στη Γενεύη, όπου διατηρούσε διαμέρισμα.

 

Τον Αύγουστο του 2006, ο Π.Ν. της ανέφερε περιστατικό σχετικό με διαθήκη του Στέλιου, ημερομηνίας 08.08.2006, η οποία έγινε στη Λευκωσία, υποδεικνύοντας της ότι επηρεάζουν τον Στέλιο και τον παρασύρουν να υπογράψει έγγραφα που δεν αντιλαμβάνεται πλήρως. Προς τούτο, ο Π.Ν. διαμαρτυρήθηκε έντονα στον εναγόμενο δικηγόρο Κ.Κ..

 

Το Μάιο του 2007, ο Στέλιος της ζήτησε να τον παραπέμψει σε δικηγόρο, καθότι ήθελε να ανακαλέσει διαθήκη που έκανε λίγες ημέρες προηγουμένως, ήτοι στις 21.05.2007, στο δικηγορικό γραφείο του Κ.Β., αντίγραφο της οποίας της έδωσε. Όπως ο ίδιος της ανέφερε δεν ήθελε να προχωρήσει σε εκείνη τη διαθήκη και ότι πιεζόταν προς τούτο στο γραφείο του δικηγόρου Κ.Β..

Του εισηγήθηκε προς τούτο το δικηγορικό γραφείο Α.Μ., όπου εργαζόταν η φίλη της δικηγόρος, Α.Ι., την οποίο και ο Στέλιος γνώριζε. Πράγματι, στις 25.05.2007, ο Στέλιος υπέγραψε διαθήκη ενώπιον των μαρτύρων Μ.Μ. και Α.Ι.. Με αυτή κληροδότησε στην ίδια διάφορα κληροδοτήματα, όπως και στον εξάδελφό της Π.Ν. (πατέρα του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013) και σε άλλα πρόσωπα. Κατονόμασε δε τη Σ.Φ.Ο. (πρόσωπο που στο μεταξύ έχει αποβιώσει) ως Εκτελέστρια της εν λόγω διαθήκης του. Η διαθήκη, ημερομηνίας 25.05.2007, παραδόθηκε από τον αποβιώσαντα προς τη δικηγόρο Α.Ι. προς φύλαξη. Η τελευταία, μετά το θάνατο του Στέλιου κατέθεσε το πρωτότυπο της διαθήκης που είχε στην κατοχή της στον Πρωτοκολλητή. Η μάρτυρας δήλωσε ενήμερη του γεγονότος ότι ο εναγόμενος καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας Αίτηση Διαχείρισης με αρ. 388/2013 και ότι μέσω της, επιζητούσε να του παραχωρηθούν έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας του Στέλιου στη βάση της διαθήκης του τελευταίου, ημερομηνίας 14.08.2006, η οποία φέρεται να υπογράφτηκε στη Γενεύη της Ελβετίας. Με την εν λόγω διαθήκη, σημείωσε, ο αποβιώσας κληροδοτεί σχεδόν όλη την περιουσία του σε τρίτο μη συγγενή του, τον Michel, ως επίσης κληροδοτεί ένα περιουσιακό στοιχείο σε εξάδελφό του και σε ένα «υπηρέτη». Δηλώνοντας άγνοια για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του Στέλιου, επέμενε ότι ουδέποτε ο Στέλιος της ανάφερε ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Παρά το γεγονός ότι γνώριζε για τη συναναστροφή του Στέλιου με τον Michel, δεν γνώριζε για την ιδιαιτερότητα της σχέσης τους, το γεγονός δηλαδή ότι ήταν ζευγάρι.

 

Επέμενε στη θέση ότι η διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007, είναι καθόλα νομότυπη και νόμιμη, έχοντας ακυρώσει κα ανακαλέσει κάθε προγενέστερη διαθήκη του Στέλιου, της διαθήκης ημερομηνίας 14.08.2006 περιλαμβανομένης. Αποτέλεσε θέση της μάρτυρος πως παρά τα όσα αναφέρονται σε διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά που τέθηκαν υπόψιν της για την υγεία του Στέλιου, ειδικότερα για την πνευματική του κατάσταση, ότι ο τελευταίος, μέχρι το Μάιο του 2007, είχε πολύ καλή αντίληψη και ήταν ικανός να κατανοεί τα όσα συνέβαιναν, παρά τα όποια κινητικά προβλήματα αντιμετώπιζε. Η επιδείνωση της υγείας του και η ανικανότητα του, υπέδειξε, επήλθαν το 2008. Μεταφέροντας στο Δικαστήριο την πίστη της ιδίας και των υπόλοιπων εναγόντων στην Αγωγή 8145/13 ότι η διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009 δεν υπεγράφη από το Στέλιο, επέμενε παράλληλα, επικαλούμενη την προσωπική της αντίληψη από τις συχνές επαφές που είχε με τον Στέλιο, ότι ο τελευταίος, εν πάση περιπτώσει κατά το χρόνο που αυτή φέρεται να υπεγράφη, δεν ήταν σε θέση να αντιλαμβάνεται ούτε το περιεχόμενο ούτε τα στοιχεία της. Ως εκ τούτου, υπέδειξε, εάν πράγματι υπεγράφη από τον Στέλιο, τούτο έγινε χωρίς ο τελευταίος να έχει σώας τας φρένας  και να δύναται να αντιληφθεί το περιεχόμενο του κειμένου το οποίο υπέγραφε.

Η Α.Ι., καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, επιβεβαίωσε το γεγονός ότι το Μάιο του 2007 την ενημέρωσε η από μακρού χρόνου φίλη της, Ε.Π., ότι ο Στέλιος, τον οποίο και η ίδια γνώριζε, ήθελε να τη συναντήσει για να συντάξει νέα διαθήκη προς ανάκληση προγενέστερης. Αυτός ήταν ο λόγος που στις 20.05.2007, πραγματοποιήθηκε σχετική συνάντηση στο γραφείο της, με τον αποβιώσαντα να της δίδει σχετικές λεπτομέρειες για τον τρόπο που ήθελε να διαθέσει την περιουσία του. Κατά τη συνάντηση τους ο Στέλιος φαινόταν ότι αντιλαμβανόταν τι της ανέφερε, έχοντας διαύγεια και χωρίς η ίδια να διαπιστώνει οτιδήποτε αρνητικό αναφορικά με τη νοητική επικοινωνία μαζί του. Επέμενε, απορρίπτοντας σχετικές υποβολές περί του αντιθέτου, ότι ο αποβιώσας κατά τις συναντήσεις τους επικοινωνούσε πλήρως και ότι εξέφραζε την επιθυμία του, με την ίδια να επικοινωνεί πολύ καλά μαζί του. Αυτή τουλάχιστον ήταν η εντύπωση που έδινε στην ίδια. Εν πάση περιπτώσει, συναντώντας και η ίδια τον Στέλιο μία φορά περίπου το μήνα στην οικία της Ε.Π. ενώ έτυχε και η ίδια να τον καλέσει στη δική της οικία 1-2 φορές, ουδέποτε αντιλήφθηκε οποιοδήποτε πρόβλημα σχετικό με την πνευματική και ψυχική υγεία του Στέλιου ούτε και της αναφέρθηκε οτιδήποτε σχετικό. Το μόνο που αντιλήφθηκε ήταν κάποια κινητικά προβλήματα στο περπάτημα και λίγο στο χέρι του, χωρίς όμως να διαπιστώσει οποιαδήποτε ζητήματα άρθρωσης στο λόγο ή ότι αντιμετώπιζε προβλήματα άνοιας. Η διαθήκη ετοιμάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του και υπογράφηκε από αυτόν στις 25.05.2007 στο γραφείο της, όπου και προσήλθε ο Στέλιος συνοδευόμενος από την Ε.Π.. Πριν από την υπογραφή ο Στέλιος ανέγνωσε τη διαθήκη και εξέφρασε την ικανοποίηση του, ενώ ως μάρτυρες υπέγραψαν η ίδια και ο δικηγόρος του γραφείου που η ίδια τότε εργαζόταν, Μ.Μ.. Η ίδια δεν γνώριζε ότι λίγες μέρες προηγουμένως, μεταξύ της πρώτης της συνάντησης με τον Στέλιο και της  υπογραφής της διαθήκης ημερομηνίας 25.05.2007, ο Στέλιος υπέγραψε και εκτέλεσε άλλη διαθήκη, ήτοι διαθήκη ημερομηνίας 21.05.2007. Όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του τελευταίου, παρέδωσε την ως άνω διαθήκη την οποία η ίδια είχε φυλάξει, στον Πρωτοκολλητή. Η μάρτυς, η οποία συνταξιοδοτήθηκε έκτοτε από το δικηγορικό επάγγελμα, αντεξεταζόμενη σχετικά,  εξήγησε ότι πλέον εργάζεται περιστασιακά ως νομικός σύμβουλος στον δικηγορικό οίκο Μάριος Ηλιάδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, του οποίου συνεταίρος ήταν ο ενάγων αρ. 4 στην Αγωγή Αρ.8145/2013. Ο τελευταίος, διευκρίνισε, λόγω της συνταξιοδότησης του δεν είναι πλέον μέτοχος ούτε διευθυντής στον ως άνω δικηγορικό οίκο.

Ο Π.Α., ιατρός με ειδικότητα στην καρδιολογία που ασκεί το λειτούργημα του στην Κλινική Ευαγγελίστρια, αποτέλεσε τον πρώτο μάρτυρα που κλήθηκε από την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.357/2013. Υιοθετώντας γραπτή του δήλωση, (Έγγραφο Γ) ανάμεσα σε άλλα υπέδειξε πως ο ίδιος δεν γνώριζε τον Στέλιο. Ο συνάδελφος του, Π.Ν., που ασκεί επίσης το λειτούργημα του στην ίδια κλινική, στις 23.04.2009, του ανέφερε ότι την επόμενη ημέρα θα επισκεπτόταν την κλινική όπου και οι δύο εργάζονται, ο εξάδελφος του, (ο Στέλιος) για σκοπούς περιποίησης πληγών στο σώμα του, αποτέλεσμα συνεχούς κατάκλισης. Τον ενημέρωσε επίσης ότι το εν λόγο πρόσωπο επιθυμούσε να κάνει διαθήκη και ως εκ τούτου τον παρακάλεσε να παραστεί ως μάρτυρας στην υπογραφή της. Πράγματι, την επομένη, ειδοποιούμενος από τον ως άνω συνάδελφό του ότι είχε έρθει ο εξάδελφός του, μετέβη στο δωμάτιο στο οποίο αυτός βρισκόταν. Αντιλήφθηκε ότι σε αυτό ήταν τόσο η Σ.Γ., νοσοκόμα της κλινικής, όσο και ο δικηγόρος Κ.Β.. Αφού έγιναν οι σχετικές συστάσεις από τον κ. Κ.Β., ο οποίος τους εξήγησε τη διαδικασία, ο Στέλιος υπέγραψε στην παρουσία του ιδίου και της ως άνω νοσοκόμας (αφού στο μεταξύ ο Κ.Β. αποχώρησε από το δωμάτιο) και στη συνέχεια, τόσο ο ίδιος όσο και η εν λόγω νοσοκόμα υπέγραψαν ως μάρτυρες. Υπό την ιδιότητα του ως ιατρός, πριν την υπογραφή της διαθήκης, προέβη σε μερικές ερωτήσεις στον Στέλιο. Ειδικότερα, τον ρώτησε πώς ονομάζεται, αν γνώριζε πού βρισκόταν και για ποιο σκοπό είχαν έρθει. Με δεδομένο ότι ο Στέλιος του απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις με τρόπο ξεκάθαρο, ικανοποιήθηκε ως προς τη νοητική του κατάσταση. Τον ρώτησε επίσης αν είχε διαβάσει τη διαθήκη, αν συμφωνεί με το περιεχόμενο της και η απάντηση ήταν καταφατική. Διαπιστώνοντας ότι είχε κάποιο πρόβλημα στο χέρι, ρώτησε το Στέλιο τι ακριβώς είχε πάθει και αυτός του απάντησε ότι είχε σπαστικότητα, η οποία του προκαλούσε δυσκαμψία. Αφού ο Στέλιος υπέγραψε την διαθήκη, ακολούθως, ως τους είχε εξηγήσει ο δικηγόρος Κ.Β., υπέγραψαν ο ίδιος και η ως άνω νοσοκόμα ως μάρτυρες.  Βγαίνοντας από το δωμάτιο ενημέρωσε σχετικά τον Κ.Β., ο οποίος ανέμενε στο χώρο υποδοχής της κλινικής. Αντεξεταζόμενος ο μάρτυρας, υπέδειξε ότι δεν ήταν ο θεράπων ιατρός του Στέλιου. Ούτε αξιολόγησε σαν ιατρός την κατάσταση του τελευταίου. Ούτε κάποιος τον ενημέρωσε για οποιαδήποτε εγκεφαλική ασθένεια του Στέλιου.  Άλλωστε, υπέδειξε, η παρουσία του στο χώρο, δεν ήταν για να αξιολογήσει οποιοδήποτε ασθενή ή να προβεί σε λεπτομερή νευρολογική εκτίμηση. Σε κάθε περίπτωση η παρουσία του στο δωμάτιο της κλινικής ήταν ολιγόλεπτη, υποδεικνύοντας ότι μετέβη εκεί για σκοπούς επιβεβαίωσης της υπογραφής της διαθήκης ημερομηνίας 24.4.2009. Αναφερόμενος γενικότερα στην ευρύτητα του όρου άνοια, υπέδειξε ότι αυτή έχει πολυπαραγωγικά αίτια, ενώ ο βαθμός βαρύτητας της εξαρτάται από τη νευρολογική εκτίμηση κατά τον ουσιώδη χρόνο, από απεικονιστικές εξετάσεις και από το σύνολο των δεδομένων. Αυτά τα πράγματα, υπέδειξε, τα γνωρίζουν καλύτερα οι θεράποντες ιατροί του Στέλιου.  Ο ίδιος δεν είχε την ειδικότητα στη νευρολογία, ούτε κλήθηκε ως θεράπων ιατρός ασθενή με νευρολογικά προβλήματα. Εν πάση περιπτώσει, επέμενε, ότι ο Στέλιος υπέγραψε τη διαθήκη ενώπιον του.

Δεύτερος μάρτυρας για την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013, κλήθηκε ο Κ.Χ., ορθοπεδικός ιατρός που ασκεί επίσης το λειτούργημα του στην κλινική Ευαγγελίστρια. Στις 24.07.2008, υπέδειξε, εξέτασε τον Στέλιο. Ετοίμασε προς τούτο σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό, ημερομηνίας 03.07.2015 (Τεκμήριο 10). Ως περιγράφεται σε αυτό, διαπιστώθηκε αγκύλωση του μέσου, παράμεσου και του μικρού δαχτύλου του δεξιού χεριού ως επίσης μώλωπες και αιματώματα της ραχιαίας επιφάνειας του δεξιού χεριού. Τα πιο πάνω, ως καταγράφεται επίσης στο ως άνω πιστοποιητικό «δεν επηρεάζουν τη δύναμη ή λειτουργικότητα του χεριού, δυσκολεύουν όμως και αλλάζουν τον τρόπο γραφής του». Αντεξεταζόμενος ο μάρτυρας σημείωσε ότι με τον ιατρό Π.Ν. είναι φίλοι, γνωστοί και συνεργάτες από χρόνια ενώ γνωρίζει πολύ λίγο τον υιό του Δ.Ν.. Το πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο ασθενής, υπέδειξε,  ήταν μία κατάσταση νευρολογική, που εξελισσόταν με το χρόνο, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν ήταν σε θέση να εκφέρει γνώμη για τον τρόπο γραφής του Στέλιου, τον Απρίλιο του 2009.

Η Α.Δ.Σ αποτέλεσε την τρίτη μάρτυρα η οποία κλήθηκε από την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013. Με τον Στέλιο, εξήγησε, την συνέδεε στενή και μακρόχρονη φιλία. Μετά τον επαναπατρισμό του τον συναντούσε πολύ συχνά, ακόμη και μετά την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του. Έως και το 2011, υπέδειξε η μάρτυς, τα προβλήματα του Στέλιου ήταν μόνο κινητικά, παρουσιάζοντας προβλήματα αντίληψης μετά το 2011. Η ίδια δεν γνωρίζει την Ε.Π.  (ενάγουσα 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013) ούτε έτυχε ποτέ να την δει στην οικία του Στέλιου. Επιβεβαίωσε το γεγονός ότι ο Στέλιος ήταν ομοφυλόφιλος και ότι ήταν σύντροφος με τον Michel, χωρίς να γνωρίζει αν οι δύο άντρες είχαν κάνει «κάποιου είδους γάμο ή κάτι». Εν πάση περιπτώσει, υπέδειξε, ο Στέλιος δεν έκρυβε από τον κύκλο του τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Σε σχέση με την υπογραφή της διαθήκης, ημερομηνίας 14.08.2006 και το γεγονός ότι στη βάση αυτής ο βασικός κληροδόχος ήταν ο Michel, η μάρτυρας υπέδειξε ότι δεν γνώριζε τούτο, παρά το γεγονός ότι είχε υποψιαστεί ότι ο Michel θα πρέπει να είχε μεγάλο μερίδιο στην περιουσία του Στέλιου, προκρίνοντας ότι ίσως να το δικαιούτο, αφού ήταν ζευγάρι με τον τελευταίο. Επέμενε πως παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, ο Στέλιος ήταν πολύ δραστήριος κοινωνικά, οργανώνοντας συγκεντρώσεις στο σπίτι του με διάφορους καλεσμένους ή δεχόμενος επισκέψεις. Γνώριζε για το γεγονός ότι στη Γενεύη είχε χαθεί και ότι είχε νοσηλευτεί, χωρίς όμως να μπορεί να προσδιορίσει τον λόγο και τον χρόνο. Απορρίπτοντας υποβολή ότι ο Στέλιος λόγω της εκφυλιστικής ασθένειας που αντιμετώπιζε, δεν είχε διαύγεια πνεύματος ήδη από το Μάρτιο του 2007, επέμενε ότι η ίδια δεν είχε εντοπίσει κάτι τέτοιο. Τούτο έγινε αντιληπτό, μετά το 2010- 2011.

Τέταρτος μάρτυρας για την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013 ήταν ο Κ.Μ., συγγενής (εξάδελφος) του Στέλιου. Παρά το γεγονός ότι δεν διατηρούσαν στενές σχέσεις μετά την επιστροφή του τελευταίου στην Κύπρο, εντούτοις τον συναντούσε αρκετές φορές στο σπίτι του εξαδέλφου τους Π.Ν.. Τον Αύγουστο του 2010 που συναντήθηκε με τον Στέλιο, υπέδειξε, συζήτησαν διάφορα θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας, αποκομίζοντας την εντύπωση ότι ο Στέλιος είχε πλήρη επίγνωση για αυτά που συνέβαιναν χωρίς να παρουσιάζει οποιαδήποτε σημάδια σύγχυσης.  Η ομιλία του ήταν συγκροτημένη όπως επίσης η άρθρωση του ήταν καθαρή. Θυμόταν ότι το 2010, είχε κάποιο πρόβλημα στο χέρι χωρίς όμως να αντιμετωπίζει άλλα κινητικά προβλήματα, ούτε πρόβλημα στην ομιλία. Το 2012 που έτυχε να τον συναντήσει, δεν μιλούσε καθαρά αλλά δεν θυμόταν αν καθόταν σε τροχοκάθισμα. Ο ίδιος πληροφορήθηκε για την εγκεφαλοπάθεια του Στέλιου μόλις το 2012.

Επόμενος μάρτυρας για την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/13 παρουσιάστηκε ο Ι.Σ.. Γνώριζε όπως υπέδειξε τον Στέλιο από το 1961, διατηρώντας σχέσεις μαζί του. Συνέχισε να τον βλέπει μέχρι και τον θάνατό του. Γνώριζε για την ομοφυλοφιλική σχέση του Στέλιου με τον Michel, αφού ο Στέλιος μιλούσε ελεύθερα για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και τη σχέση του. Ήταν δύσκολο, υπέδειξε, για κάποιον ο οποίος συνδεόταν με τον Στέλιο να μην γνωρίζει το γεγονός τούτο. Ο ίδιος, δεν γνώριζε με ποιους συγγενείς του ο Στέλιος διατηρούσε στενές σχέσεις, παρά το γεγονός ότι μαζί του έβλεπε περιστασιακά τον Π.Ν. και τον Μ.Η. (ενάγων 4 στην Αγωγή Αρ.8145/2013). Αντίθετα την Ε.Π. (ενάγουσα 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013) την οποία ο ίδιος δεν γνώριζε, δεν την είδε ποτέ με το Στέλιο. Σε ανύποπτο χρόνο, ο Στέλιος του ανέφερε ότι σκόπευε να κληροδοτήσει την οικία στον Άγιο Κασσιανό στον Δ.Ν.. Ο μάρτυρας δεν γνώριζε για τις διάφορες διαθήκες τις οποίες υπέγραψε ο Στέλιος ούτε για τη νευρολογική ασθένεια από την οποία έπασχε και τη φύση της. Ομοίως, δεν γνώριζε αν ο Στέλιος παρακολουθείτο από ιατρούς στην Ελβετία ή αν νοσηλεύτηκε στη Γενεύη, το 2006, εξαιτίας νευρολογικής ασθένειας την οποία αντιμετώπιζε. Ούτε γνώριζε αν πλην του εξάδελφου του, ιατρού Π.Ν., παρακολουθούσε το Στέλιο άλλος ιατρός.  Απορρίπτοντας  υποβολή που του τέθηκε πως από το Μάρτιο του 2007, λόγω της κατάστασης της υγείας του, ο Στέλιος δεν είχε νοητικές ικανότητες, αντέτεινε πως τουλάχιστον μέχρι το 2011, η νοητική κατάσταση του Στέλιου ήταν καλή, διατηρώντας κοινωνικές συναναστροφές με πολλά άτομα. Παρά τα προβλήματα που είχε με το χέρι του, ειδικότερα με τα δάχτυλά, που τον δυσκόλευε να φάει, ο ίδιος,  μέχρι το 2011, επικοινωνούσε καλά μαζί του.

Ο δικηγόρος Κ.Β. υιοθετώντας γραπτή του δήλωση (Έγγραφο Ζ) υπέδειξε μεταξύ άλλων ότι γνώριζε το Στέλιο από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ανήκοντας στον ίδιο κοινωνικό κύκλο. Ήταν ενήμερος για την επαγγελματική επιτυχία του Στέλιου και για την περιουσία που απέκτησε στην Ελβετία καθώς και για τους συντρόφους του. Το Μάιο του 2007, ο φίλος του, Π.Ν., τον πληροφόρησε ότι ο Στέλιος, που στο μεταξύ είχε επαναπατριστεί, επιθυμούσε να κάνει διαθήκη. Προσφέρθηκε να βοηθήσει. Γνώριζε ότι ο Στέλιος αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, πλην όμως ό ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε περαιτέρω για το ζήτημα. Άλλωστε διαπίστωσε ότι συνεννοείτο μαζί του, μεταφέροντας του τι ήθελε από τον ίδιο.  Οι οδηγίες που έλαβε από τον Στέλιο ήταν ουσιαστικά να αφήσει όλη την περιουσία του στον βαφτιστικό του Δ.Ν. εκτός από ένα εξοχικό στο Πισσούρι το οποίο ήθελε να αφήσει στο σύντροφό του Michel και ένα κληροδότημα Λ.Κ.10.000 στην εξαδέλφη του Ε.Π. (ενάγουσα 3 στην  Αγωγή 8145/2013). Σχετική διαθήκη ετοιμάστηκε και υπογράφηκε στο γραφείο του, στις 21.05.2007. Αναφερόμενος στην εξέλιξη των γεγονότων κατά την εν λόγω ημερομηνία,  σημείωσε ότι συνόδευαν το Στέλιο στο γραφείο του, η Σ.Ο. και ο ιατρός Θ.Κ. ως επίσης ο σύντροφος του, Michel. Διάβασε στο Στέλιο τη διαθήκη, ο τελευταίος συμφώνησε με το περιεχόμενο της και την υπέγραψε στην παρουσία του ενώ ο ιατρός και η γραμματέας του την υπέγραψαν ως μάρτυρες. Περί τον Απρίλιο του 2009, ο Π.Ν. τον πληροφόρησε ότι ο Στέλιος επιθυμούσε να κάνει νέα διαθήκη. Σε επικοινωνία του ιδίου με το Στέλιο, αντιλήφθηκε ότι στην πραγματικότητα η νέα διαθήκη ήταν επανάληψη της προηγούμενης με μικρές αλλαγές όσον αφορά το ποσό που άφηνε στην εξαδέλφη του και ένα επιπλέον κληροδότημα ύψους €3.000 που άφηνε στην φροντιστήρια του από τις Φιλιππίνες. Η υπογραφή της διαθήκης, ενόψει του γεγονότος ότι ο Στέλιος λόγω των κινητικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε αδυνατούσε να προσέλθει στο γραφείο του, έγινε μετά από σχετικό συντονισμό εκ μέρους του Π.Ν., στην Κλινική Ευαγγελίστρια, στις 24.04.2009, όπου και ο ίδιος είχε προγραμματισμένη επίσκεψη για εξετάσεις ρουτίνας και καθ’ ον χρόνο ο Στέλιος θα βρισκόταν εκεί. Μεταβαίνοντας στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών της ως άνω κλινικής, συνάντησε το Στέλιο, στον οποίο ανέγνωσε τη διαθήκη και τον ρώτησε αν συμφωνεί με όλες τις πρόνοιες. Η απάντηση που έλαβε ήταν καταφατική. Στη συνέχεια κατέφθασε στο δωμάτιο ο ιατρός Π.Α. και μία νοσηλεύτρια οι οποίοι θα υπέγραφαν ως μάρτυρες, αφού ο ίδιος, εξηγώντας τους την όλη διαδικασία και τι έπρεπε να κάνουν, αποχώρησε στη συνέχεια από το δωμάτιο. Λίγα λεπτά αργότερα, συνάντησε τον ιατρό Π.Α. στον χώρο υποδοχής της κλινικής όπου του ανέφερε ότι είχαν τελειώσει. Με δεδομένη την εκτέλεση της νέας διαθήκης, ημερομηνίας 24.04.2009, υπέδειξε ο μάρτυρας, έσχισε το πρωτότυπο της προηγούμενης διαθήκης που είχε στην κατοχή του, ημερομηνίας 21.05.2007, ενώ στη συνέχεια, μετά το θάνατο του Στέλιου κατέθεσε το πρωτότυπο της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009 στον αρμόδιο Πρωτοκολλητή. Ο Στέλιος, υπέδειξε, όπως όλοι οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, αντιμετώπιζε κάποια προβλήματα υγείας. Ωστόσο, επέμενε ότι ο Π.Ν. δεν τον πληροφόρησε σχετικά για την εγκεφαλοπάθεια του Στέλιου ούτε ο ίδιος ενδιαφέρθηκε για το ζήτημα. Περαιτέρω, απέρριψε υποβολές ότι δεν συνάντησε ποτέ στον Στέλιο στην κλινική Ευαγγελίστρια στις 24.04.2009 και ότι τις οδηγίες για τη σύνταξη της διαθήκης  ημερομηνίας 24.04.2009 τις έλαβε από τον Π.Ν.

Πρώτος μάρτυρας για την πλευρά του εναγόμενου κλήθηκε ο Ν.Σ., Λειτουργός του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Παρουσίασε κατάλογο των προσώπων που κατά καιρούς εργάστηκαν ως οικιακοί βοηθοί του Στέλιου, επιβεβαιώνοντας ότι, μεταξύ άλλων και ο S.J. εργάστηκε ως οικιακός βοηθός του Στέλιου, ειδικότερα από την 01.05.2003 έως και τις 30.4.2007.

Ο Α.Π. αποτέλεσε τον δεύτερο μάρτυρα υπεράσπισης. Επί σειρά ετών υπεύθυνος του εργαστηρίου γραφολογίας της Αστυνομίας Κύπρου, αφού αναφέρθηκε στα ακαδημαϊκά του προσόντα και την εμπειρία του ως τέτοιος, παρουσίασε Έκθεση που ετοίμασε, αναφορικά με γραφολογική εξέταση στην οποία προέβη για τη γνησιότητα των υπογραφών στη θέση «Ο ΔΙΑΘΕΤΗΣ»  στις διαθήκες ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.04.2009 (Τεκμήριο 14). Υιοθετώντας τη σχετική Έκθεση του την οποία και επεξήγησε στο Δικαστήριο, επέμενε στις θέσεις και την κατάληξη του, ως αυτή καταγράφεται στην ως άνω Έκθεση. Ειδικότερα,  ότι η σχετική υπογραφή στη διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007, παρουσιάζει σημαντικές και εμφανείς ομοιότητες με τις διαθέσιμες στον ίδιο γνήσιες υπογραφές του Στέλιου χωρίς να επισημανθούν ύποπτα στοιχεία επιχάραξης, καταλήγοντας στο απόλυτο συμπέρασμα  ότι όλες οι υπογραφές έχουν χαραχθεί από το ίδιο πρόσωπο. Αντίθετα, η σύγκριση της σχετικής υπογραφής στη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009 με το σχετικό δειγματικό υλικό διαθέσιμων γνήσιων υπογραφών του Στέλιου, παρουσιάζει διαφορές που αφορούν την εν γένη δομή και υπογραφικό τύπο, κατά τον τρόπο που εξήγησε, γεγονός που τον οδήγησε στην ισχυρή πεποίθηση ότι δεν αποτελεί υπογραφή του Στέλιου Ηλιάδη».

Καταθέτοντας ο εναγόμενος από το εδώλιο του μάρτυρος αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στη σχέση που ο ίδιος και η αποβιώσασα στο μεταξύ τότε σύζυγος του είχαν με τον Στέλιο. Υπογραμμίζοντας ότι ο ίδιος δεν είχε οποιοδήποτε όφελος από το περιεχόμενο της διαθήκης στην οποία ορίστηκε Εκτελεστής, αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στις περιστάσεις κάτω από τις οποίες υπεγράφη αρχικά από το Στέλιο η διαθήκη ημερομηνίας 08.08.2006 και στη συνέχεια, ειδικότερα στις 14.08.2006, πανομοιότυπη διαθήκη στην Ελβετία. Ενόψει της πιθανότητας να υπάρξουν αντιδράσεις για το περιεχόμενο της διαθήκης, εξήγησε, αποφασίστηκε η εξέταση του Στέλιου από ιατρό, ο οποίος πιστοποίησε την πνευματική ικανότητα του, εκδίδοντας σχετικό πιστοποιητικό (Τεκμήριο 18). Δήλωσε ενήμερος για το γεγονός ότι ο Στέλιος σε κάποιο στάδιο παραχώρησε στον εξάδελφο του, Π.Ν., πληρεξούσιο για να χειρίζεται υποθέσεις του και ότι δυνάμει αυτού ο Π.Ν., χωρίς να συνεννοηθεί μαζί του, απέσυρε από την τράπεζα μεγάλο χρηματικό ποσό. Ωστόσο, ως υποστήριξε ότι του ανέφερε ο Στέλιος, ο τελευταίος δεν επιθυμούσε να καταγγείλει το περιστατικό, ένεκα της αγάπης και του ταυτόχρονου φόβου που ένοιωθε για τον συγκεκριμένο εξάδελφό του. Εν πάση περιπτώσει, μετά το θάνατο του Στέλιου πληροφορήθηκε ότι ο τελευταίος, τον Νοέμβριο του 2006, ανακάλεσε το  πληρεξούσιο. Μετά την υπογραφή και την εκτέλεση της διαθήκης ημερομηνίας 14.08.2006, ο ίδιος και ο Στέλιος δεν συναντήθηκαν ξανά. Μήνες αργότερα πληροφορήθηκε από τη σύζυγο του ότι ο Π.Ν. μετέφερε τον Στέλιο στην Κύπρο, τερματίζοντας ταυτόχρονα τις υπηρεσίες του οικιακού του βοηθού S.J., ενώ οι συγγενείς του Στέλιου έδιωξαν ουσιαστικά από την Κύπρο τον σύντροφο του, Michel. O τελευταίος, εξαιτίας απειλών δεν παρευρέθηκε καν στην κηδεία του Στέλιου στην Κύπρο. Μετά το θάνατο του Στέλιου προχώρησε στην καταχώριση της Αίτησης Διαχείρισης με αίτημα να του παραχωρηθούν τα έγγραφα διαχείρισης εν σχέση με τη διαθήκη ημερομηνίας 14.08.2016, αποστέλλοντας παράλληλα επιστολή στον Π.Ν. πληροφορώντας τον ότι είναι κληροδόχος. Σε απάντηση, έλαβε επιστολή από τους δικηγόρους Βελάρης & Bελάρης ΔΕΠΕ με την οποία τον πληροφορούσαν ότι είχαν στην κατοχή τους μεταγενέστερη διαθήκη του Στέλιου. Κρίνοντας στην εξέλιξη του χρόνου ότι η υπογραφή του διαθέτη της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009 έχρηζε διερεύνησης, ανέθεσε τη διερεύνηση στον εμπειρογνώμονα γραφολόγο Α.Π., ο οποίος και ετοίμασε σχετική έκθεση (Τεκμήριο 14). Ενόψει των διαπιστώσεων του εμπειρογνώμονα στην ως άνω Έκθεση, προέβη σε καταγγελία της υπόθεσης στην αστυνομία. Ωστόσο,  όταν ο φάκελος της υπόθεσης τέθηκε υπόψιν της Νομικής Υπηρεσίας, αποφασίστηκε ότι επρόκειτο για αστική διαφορά και για το λόγο αυτό δεν θα προχωρούσαν σε καταχώριση υπόθεσης ή δίωξης εναντίον οποιουδήποτε. Ο ίδιος προχώρησε στην καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης, πλην όμως, πριν αυτή αχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας καταχώρισε αναστολή ποινικής δίωξης. Επιμένοντας ότι ο συνάδελφος του, δικηγόρος Κ.Β. θυμήθηκε εκ των υστέρων τα περί ιατρικής εξέτασης του Στέλιου στην Κλινική Ευαγγελίστρια στις 24.04.2009, προέβαλε τη θέση πως ο πιο πάνω συνάδελφος του, πριν την κατάθεση του από το εδώλιο του μάρτυρος στο πλαίσιο της υπό συζήτηση υπόθεσης, ανέφερε στον ίδιο ότι την διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009 του την έδωσε ο Π.Ν. και ότι στην υπόδειξη του ιδίου πως η δήλωση του στον Πρωτοκολλητή ότι την διαθήκη του την είχε δώσει προσωπικά ο Στέλιος, ήταν ψευδής, η απάντηση του συναδέλφου του ήταν πως ότι το ζήτημα αυτό ήταν κάτι τυπικό. Ο μάρτυρας έθεσε υπόψιν του Δικαστηρίου διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά σχετικά με την κατάσταση της υγείας του Στέλιου και την εξέλιξη της νοητικής ικανότητας και υγείας του τελευταίου, επιμένοντας ότι κατά τον χρόνο που παρουσιάζεται να υπογράφει τις μεταγενέστερες διαθήκες, ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.09.2009, δεν ήταν ικανός προς τούτο. Επισήμανε, επί τούτου, ότι το Μάιο του 2007, σε διάστημα τριών ημερών, παρουσιάζεται να υπέγραψε δύο διαθήκες οι οποίες συντάχθηκαν από διαφορετικούς δικηγόρους και οι οποίες διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους, γεγονός που καταδεικνύει, ως υποστήριξε, μεθοδεύσεις και ύποπτες συνθήκες όσον αφορά την υπογραφή και εκτέλεσή τους. Διευκρίνισε, παράλληλα, πως παρά το γεγονός ότι ο ίδιος γνώριζε τον Michel, σύντροφο του Στέλιου, ουδέποτε είχαν οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους. 

Τέταρτος μάρτυρας για την πλευρά του εναγόμενου κλήθηκε ο Ελβετός ιατρός, P.A.J. κάτοικος Γενεύης. Υιοθετώντας γραπτή του δήλωση, (Τεκμήριο Θ) υπέδειξε ότι υπό την ιδιότητα του ως Ειδικός Νευρολόγος, συνάντησε τον Στέλιο για πρώτη φορά στις 24.04.2006, όταν τον παρέπεμψε στον ίδιο για εξέταση ο προσωπικός του γιατρός Philip Mouron. Γνώριζε ήδη τον Στέλιο, αφού ο τελευταίος αποτελούσε γνωστό και σεβαστό ακτινολόγο στη Γενεύη, στον οποίο και ο ίδιος είχε παραπέμψει ασθενείς του. Ο μάρτυρας αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στην ασθένεια εγκεφάλου από την οποία εξήγησε ότι προσβλήθηκε ο Στέλιος (άνοια με σωμάτια Lewy) και στην πρόβλεψη για τη ραγδαία επιδείνωση της υγείας του, παραπέμποντας προς τούτο σε διάφορα συγγράμματα. Παρουσίασε και αναγνώρισε διάφορα πιστοποιητικά τα οποία εξέδωσε (Τεκμήρια 3, 3Α και 14) ως επίσης σχολίασε ιατρικό πιστοποιητικό ημερομηνίας 05.09.2006 (Τεκμήριο 31) το οποίο εκδόθηκε από το Ιατρικό Κέντρο της Γενεύης «SOS Medicines» και την Έκθεση/Πιστοποιητικό, ημερομηνίας 16.10.2006, (Τεκμήριο 32) που εκδόθηκε από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γενεύης μετά από τη νοσηλεία του Στέλιου σε αυτό για ένα σχεδόν μήνα, από τις 05.09.2006 έως και τις 02.10.2006, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του. Παραπέμποντας και στο περιεχόμενο των ως άνω πιστοποιητικών, υπέδειξε πως η κατάσταση του Στέλιου, ήδη από τον Οκτώβριο του 2006, ήταν οριακή. Σε σχετικό τεστ αξιολογήθηκε με ποσοστό  18/30, εξηγώντας ότι άτομο το οποίο κινείται σε ποσοστά 17/30, κρίνεται ότι δεν έχει τη δεξιότητα και την ικανότητα να χρησιμοποιήσει την κρίση του, είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσει μια γραπτή δήλωση, να κάνει ανάληψη χρημάτων από τράπεζα ενώ δυσκολεύεται να κάνει ένα απλό υπολογισμό, να θυμηθεί μια ημερομηνία και ούτω καθ΄ εξής. Ο Στέλιος, υπέδειξε, τον Οκτώβριο του 2006, ευρισκόμενος σε οριακό επίπεδο, φαίνεται να είχε τη δυνατότητα να εκφράσει ξεκάθαρα τη βούληση του. Την 01.03.2007, υπέβαλε ο ίδιος τον Στέλιο σε σχετικό νοητικό τεστ που έχει αναπτυχθεί και χρησιμοποιείται από ειδικούς νευρολόγους, αποτελώντας το κατάλληλο και πλέον ενδεδειγμένο για τη διάγνωση εγκεφαλικών παθήσεων. Στο τεστ αυτό τα αποτελέσματα του Στέλιου ήταν 17/30 ή πιο κάτω. Ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός ότι με βάση τις παρατηρήσεις του την 01.03.2007, ο Στέλιος δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει πλήρως μια κατάσταση ούτε να διακρίνει, να θυμηθεί και να συγκρατήσει βασικές πληροφορίες. Ούτε είχε, πλέον, την ικανότητα να χρησιμοποιήσει την κρίση του και να κατανοήσει τις συνέπειες μιας σημαντικής απόφασης. Χρειαζόταν συνεχή επίβλεψη και βοήθεια άλλου προσώπου ακόμη και για τις απλές δραστηριότητες όπως το να ντυθεί, να κάνει μπάνιο ή να ξαπλώσει. Η πιο πάνω εξέλιξη της υγείας του, σημείωσε, ήταν και η αναμενόμενη, έχοντας υπόψη την εκφυλιστική και προοδευτικά επιδεινούμενη ασθένεια την οποία ο Στέλιος αντιμετώπιζε. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο μάρτυρας δήλωσε έκπληκτος με το γεγονός ότι το Μάιο του 2007 και τον Απρίλη του 2009, ο Στέλιος παρουσιάζεται να ζητά να συναντήσει δικηγόρο και ταυτόχρονα να δίνει οδηγίες για διαθήκη. Κατά τον ίδιο τρόπο διερωτήθηκε πώς είναι δυνατόν, οποιοσδήποτε ενήλικας, να συναντήθηκε ή να συνομίλησε ή και να συνεργάστηκε με τον Στέλιο μετά την 01.03.2007, έστω και για λίγα λεπτά, χωρίς να καταλάβει ότι υπήρχε σοβαρό πρόβλημα με την ψυχική του υγεία. Τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του και μόνον, επέμενε, όπως η δυσκολία του να εκφραστεί, η κίνηση, το ατενές βλέμμα, δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για αυτή την κατάσταση. Κληθείς να σχολιάσει το γεγονός, ως τέθηκε υπόψιν του, ότι κατά την υπογραφή διαθήκης εκ μέρους του Στέλιου, στις 21.05.2007, παρουσιάζεται να ήταν παρών νευρολόγος ο οποίος τον παρακολουθούσε, δήλωσε έκπληκτος για το γεγονός ότι ο τελευταίος δεν έθεσε ερωτήματα για το ζήτημα. Την ίδια έκπληξη δήλωσε ότι του προκαλεί, γεγονός που τέθηκε επίσης υπόψη του, ότι δηλαδή ότι κατά την υπογραφή της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, ήταν παρών Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου, χωρίς και πάλι να προβάλει οποιαδήποτε ερωτήματα. Απορρίπτοντας τη θέση ότι σε μελλοντικό χρόνο η νοητική κατάσταση του Στέλιου θα μπορούσε να παρουσιάσει βελτίωση, υπέδειξε ότι στην περίπτωση άνοιας με σωμάτια Lewy, από κάποιο στάδιο και μετά, η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης της. Η κατάσταση του Στέλιου, έχοντας πλέον φτάσει σε μη αναστρέψιμο σημείο, δεν επέτρεπε διαλείμματα διαύγειας ούτε αναλαμπές καθαρότητας μυαλού και κρίσης.

Πέμπτη μάρτυρας για την πλευρά της υπεράσπισης κλήθηκε η Αρχιλοχίας της Αστυνομίας  Ν.Α.. Το 2005, υπέδειξε, ανέλαβε να διερευνήσει την γραπτή καταγγελία του εναγόμενου για την πλαστογράφηση της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009. Έλαβε προς τούτο καταθέσεις και ανέθεσε την επιστημονική διερεύνηση της ύποπτης υπογραφής στον γραφολόγο της αστυνομίας Γ.Χ.. Έθεσε υπόψιν του Δικαστηρίου μέρος των καταθέσεων που έλαβε όπως και την Έκθεση του ως άνω γραφολόγου της αστυνομίας (τεκμήριο 37). Στην σχετική Έκθεση που η ίδια ετοίμασε, (τεκμήριο 39) κατέγραψε ότι δεν φαίνεται να έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα και ότι η υπόθεση αφορά αστικής φύσεως υπόθεση η οποία βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου. Παρέπεμψε το ζήτημα στη Νομική Υπηρεσία για μελέτη και οδηγίες ως προς τον περαιτέρω χειρισμό της. Οι οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα ήταν όπως η υπόθεση αρχειοθετηθεί ως μη αστυνομικής φύσης υπόθεση.

Ο εκτιμητής ακινήτων Γ.Μ. αποτέλεσε τον έκτο μάρτυρα για την πλευρά της υπεράσπισης. Ο μάρτυρας αναφέρθηκε σε εκτίμηση της αξίας συγκεκριμένων ακινήτων που παρουσιάζονται να αποτελούν περιουσία του αποβιώσαντα Στέλιου.

Τελευταίος μάρτυρας κλήθηκε ο Λοχίας της Αστυνομίας Γ.Χ.. Εξήγησε ότι υπηρετεί στην Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου Αστυνομίας, ως υπεύθυνος του Εργαστηρίου Γραφολογίας της Αστυνομίας. Αφού αναφέρθηκε στην εκπαίδευση και εμπειρίες τις οποίες είχε στον τομέα της δικανικής εξέτασης, γραφής και υπογραφής τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, υπέδειξε ότι τα αποτελέσματα των επιστημονικών εξετάσεων που προέβη για τη γνησιότητα της υπογραφής επί της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, βρίσκονται στην Έκθεση Πραγματογνωμοσύνης που ετοίμασε (τεκμήριο 37), το  περιεχόμενο της οποίας επεξήγησε και υιοθέτησε. Σταθερή θέση του μάρτυρα ήταν ότι η υπογραφή του Στέλιου, ως διαθέτη στην διαθήκη ημερομηνίας 24.09.2009, δεν αποτελεί γνήσια υπογραφή του τελευταίου. Κληθείς δε να σχολιάσει τις αναφορές στο πιστοποιητικό του ορθοπεδικού Κώστα Χριστοδουλάκη σε σχέση με την αγκύλωση που παρουσίαζε το μέσο και παράμεσο και του μικρού δαχτύλου του δεξιού χεριού, επέμεινε ότι οι πιο πάνω ιατρικές αναφορές, φαίνεται να επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις του.

 

        Με τις τελικές τους εισηγήσεις, τις οποίες οι ευπαίδευτοι συνήγοροι προνόησαν να καταγράψουν και να θέσουν υπόψιν του Δικαστηρίου, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με αναφορά τόσο στην προφορική αλλά και στη γραπτή μαρτυρία και στοιχεία που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, παραπέμποντας ταυτόχρονα σε σχετική με τα ζητήματα που αναδείκνυαν νομοθεσία και νομολογία. Τούτο έπραξαν και δια ζώσης, στο βαθμό που έκριναν αναγκαίο. Έχω σημειώσει με πολλή προσοχή τις αναφορές, τις τοποθετήσεις, τα επιχειρήματα και εισηγήσεις των πλευρών για τα ζητήματα που εγείρονται στα πλαίσια της παρούσας. Ειδικότερη αναφορά στις εισηγήσεις τους γίνεται σε μεταγενέστερο στάδιο και όπου τούτο κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο για σκοπούς της παρούσας απόφασης, έχοντας πάντα κατά νου ότι δεν απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται (βλ. Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. Αρ. 176/2018, ημερομηνίας 11.01.2019, ECLI:CY:AD:2019:B4 και Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

        Η ανάλυση των στοιχείων που οδηγούν στην αξιολόγηση της φιλαλήθειας ενός μάρτυρα, έχει - όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Sayed v. του Πλοίου M/V MARY JOHN κ.α. (2002) 1 A.A.Δ. 661 - δύο επάλληλα στοιχεία. Το πρώτο αφορά στο περιεχόμενο της ίδιας της μαρτυρίας. Τα αναφερόμενα σε αυτήν υποβάλλονται στη βάσανο της εύλογα αναμενόμενης ανθρώπινης λειτουργίας και βεβαίως συγκρίνονται με το υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό στην υπόθεση. Το Δικαστήριο δεν περιορίζεται μόνο στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρα (Rana κ.α. ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 489) αλλά οφείλει να την παραβάλει και να την διερευνήσει στο σύνολο της υπόλοιπης τεθείσας υπόψη του μαρτυρίας. Ούτε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται μικροσκοπικά. Το δεύτερο στοιχείο, ανάγεται στην έμφυτη ικανότητα του ανθρώπου να διακρίνει από το σύνολο της προσωπικότητας αυτού που εξιστορεί κάτι αν λέει την αλήθεια. Επιπρόσθετο εφόδιο αξιολόγησης, αποτελεί εξάλλου, ως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί (βλ. C & A Pelecanos Assoc. Ltd v. Πελεκάνου (1999) 1(B) A.A.Δ. 1273), η δικαστική τριβή, εμπειρία και γνώση περί της ανθρώπινης φύσης, που κατά τη νομολογία αποτελούν γνώμονες που προσδίδουν στο Δικαστήριο δυνατότητα κρίσης, (ανθρώπινης βεβαίως) για εύρεση της αλήθειας. Το Δικαστήριο, έχει τη δυνατότητα να αποδεχθεί μέρος μιας μαρτυρίας και να απορρίψει άλλη. Δεν υπάρχει κανόνας ότι μια μαρτυρία θα πρέπει να γίνει δεχτή ή να απορριφθεί στην ολότητα της (Γεώργιος Σάββα ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 391).

 

        Στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει και να ακούσει, με την ίδια προσοχή και υπομονή, όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενόρκως ενώπιον του. Αξιολογώντας τη μαρτυρία τους, (με πλήρη πάντα επίγνωση ότι η αξιοπιστία εκτιμάται αποσυναρτημένα από το επίπεδο απόδειξης) τέθηκε ως δείκτης, ανάμεσα σε άλλα, το στάδιο κατά το οποίο προέκυψε η μαρτυρία, η πηγή και εμβέλεια των γνώσεων των μαρτύρων, τυχόν ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος, προδιάθεσης ή προκατάληψης στην υπόθεση, οι ευκαιρίες που είχαν να αντιληφθούν τα διαδραματισθέντα, η μνήμη ή και οι λόγοι που είχαν να θυμούνται ή να πιστεύουν αυτά περί των οποίων κατέθεταν, η σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους, η ύπαρξη σε αυτούς υπερβολών, ουσιαστικών ανακολουθιών και αντιφάσεων (σε συγκριτική εξέταση με μικροαντιφάσεις), η ειλικρίνεια και ο τρόπος αφήγησης των γεγονότων, το φυσικό ή αφύσικο των αντιδράσεων τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Ιδιαίτερη προσοχή υπήρξε στο να μην αποδοθεί υπέρμετρη βαρύτητα στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των μαρτύρων, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο, ενδεχομένως να ενέχει κινδύνους (βλ. κατ’ αναλογία, Μ. Νικολάου ν. Α. Παπαϊωάννου (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1797, αφού δεν είναι σπάνιο κάποιοι μάρτυρες να έχουν ιδιαίτερη ικανότητα στο να προβάλλουν μια τελείως διαφορετική εικόνα από εκείνη που πραγματικά τους χαρακτηρίζει (βλ. Χριστοφίδης ν. Ζαχαριάδη (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 401).

 

        Έχοντας κατά νουν όλα όσα τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου σε σχέση με το ακαδημαϊκό υπόβαθρο, γνώσεις, κατάρτιση, ειδίκευση και εμπειρίες, των ιατρών Π.Α., Κ.X., και  P.A.J., των γραφολόγων Α.Π. και Γ.Χ. ως επίσης του εκτιμητή  ακινήτων Γ.Μ., οι τελευταίοι, στην έκταση και το βαθμό που κατέθεσαν και αναφέρθηκαν για εξειδικευμένα ζητήματα της ειδικότητας και του γνωσιολογικού τους αντικειμένου, αντιμετωπίζονται από το Δικαστήριο ως ειδικοί μάρτυρες. Τόσο τα αδιαμφισβήτητα ακαδημαϊκά τους προσόντα όσο και η επαγγελματική τους κατάρτιση, εμπειρία και τριβή, επιτρέπουν την ως άνω προσέγγιση του Δικαστηρίου.

 

        Των ως άνω λεχθέντων, σπεύδω να επισημάνω πως η μαρτυρία των ειδικών μαρτύρων δεν αξιολογήθηκε στη βάση άλλων από τις καθιερωμένες αρχές ή ότι αντιμετωπίστηκε κατά τρόπο διαφορετικό από τους υπόλοιπους μάρτυρες (βλ. Star Fiberglass Ltd v. Elneda Trading Ltd (1992) 1(B) A.A.Δ. 875). Κάτι τέτοιο θα ήταν παντελώς ασύμβατο με καλά καθιερωμένες αρχές (Cross on Evidence 5η έκδοση, σελ. 446, Republic v Chacholiades (1992) 1 ΑΑΔ σελ. 446 και Κοινοτικό Συμβούλιο Ομόδους ν Κονναρή (2011) 1Γ ΑΑΔ 2298). Περαιτέρω, παρά το γεγονός ότι η μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων μαρτύρων δεν δεσμεύει το Δικαστήριο, ούτε υποκαθιστά το έργο του παρά μόνο το βοηθά - με την παράθεση των σχετικών επιστημονικών κριτηρίων - να καταλήξει στα δικά του, ανεξάρτητα συμπεράσματα, αναμφίβολα η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα με την οποία οι ως άνω μάρτυρες που κατέθεσαν ως πραγματογνώμονες προσέγγισαν το έργο τους, αποτελεί επίσης σημαντικό στοιχείο αξιολόγησης τους. (βλ. Μιτσιγιώργη και άλλος ν Αδελφών Γαλάζη (Ομόρρυθμης Εταιρείας) (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1811). Το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να υιοθετήσει τις απόψεις ενός εμπειρογνώμονα έστω και αν αυτός δεν έχει αντεξεταστεί. Μπορεί δε να υιοθετήσει τη θέση ενός εμπειρογνώμονα είτε εν όλω, είτε εν μέρει, είτε καθόλου, ανάλογα με τα ευρήματα του και την αξιολόγηση της μαρτυρίας, (βλ. Vasilikos Cements Works ν. Stavrou (1978) 1 C.L.R. 389 και Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 746). Όπως άλλωστε υποδεικνύεται στο σύγγραμμα Phipson on Evidence, 13η έκδοση, παρ. 27-35, πλανάται ακόμα και σήμερα η υποψία ότι οι εμπειρογνώμονες μάρτυρες πιθανόν να διάκεινται ευνοϊκά υπέρ του διαδίκου που τους καλεί να μαρτυρήσουν (βλ. Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας (1977) 2 C.L.R. 97 και Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 C.L.R. 1).

        Παρεμβάλλεται ότι η μαρτυρία προσώπων όπως του Ν.Σ. (Λειτουργού του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων), του Γ.Μ. (Εκτιμητή Ακινήτων) ακόμα και της Ν.Α. (Αρχιλοχία της Αστυνομίας) στην έκταση που αυτή αναφέρθηκε απλώς στην δική της εμπλοκή στη διερεύνηση της καταγγελίας για το ζήτημα της πλαστής υπογραφής στην διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009 και όχι η συμπερασματική της απόληξη περί διάπραξης ή μη οποιουδήποτε αδικήματος, τυπική εν πολλοίς ως εξελίχτηκε μαρτυρία, χωρίς οι αναφορές τους, σε σχέση τουλάχιστον με τα γεγονότα στα οποία αναφέρθηκαν ή τα στοιχεία που έθεσαν υπόψη του Δικαστηρίου να αποτελέσουν αντικείμενο αμφισβήτησης, γίνεται αποδεκτή.

          Ως έχει ήδη υποδειχθεί από το Δικαστήριο με προηγούμενη απόφαση του, ημερομηνίας 31.10.2018, (υπό άλλη σύνθεση) το βάρος απόδειξης για το νομότυπο μιας διαθήκης βαρύνει το πρόσωπο που τη θεωρεί νομότυπη. Εναπόκειται σε αυτόν να αποδείξει ότι υπήρξε ορθή και νομότυπη εκτέλεση της διαθήκης. Παράλληλα, επιβεβαιώθηκε η προσέγγιση της νομολογίας πως στις περιπτώσεις που μία διαθήκη, στην όψη της, φαίνεται να έχει δεόντως καταρτιστεί, υπό την έννοια ότι υπάρχει ο σχετικός τύπος επιβεβαίωσης (attestation clause) και οι υπογραφές είναι όπως προβλέπει ο νόμος, τότε τυγχάνει εφαρμογής το μαχητό τεκμήριο της κανονικότητας (omnia praesumuntur vite esse acta) Κάτζη κ.α. ν. Πατσαλίδη (Εκτελεστή) (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 958.  Ομοίως, στην περίπτωση που δεν αμφισβητείται η εχεφροσύνη του διαθέτη, (sanity) ισχύει το τεκμήριο, μαχητό πάντα, ύπαρξης της τελευταίας. Όμως, στην περίπτωση που η ικανότητα ή εχεφροσύνη του διαθέτη αμφισβητούνται, το βάρος απόδειξης μετατοπίζεται στους ώμους του διαδίκου που τα αμφισβητεί. (βλ. Antoniades and Another v. Solomonidou (1980) 1 C.L.R.441).

 

        Έχοντας ήδη κατά νου το σύνολο των στοιχείων τα οποία έχουν τεθεί υπόψιν του Δικαστηρίου όσον αφορά το νομότυπο της διαθήκης, ημερομηνίας 25.05.2007, με δεδομένο ότι δεν έχει τεθεί οτιδήποτε υπόψιν του Δικαστηρίου, ικανό να κλονίσει το τεκμήριο της κανονικότητας, ούτε αμφισβητείται ότι η ως άνω διαθήκη, στην όψη της, φαίνεται δεόντως να έχει καταρτισθεί, υπό την έννοια ότι υπάρχει ο σχετικός τύπος επιβεβαίωσης ενώ δεν υπάρχει αμφισβήτηση όσον αφορά τις υπογραφές που προβλέπεται ότι θα πρέπει να υπάρχουν σε αυτήν, η πλευρά των εναγόντων στην Αγωγή Αρ.8145/13, που αφορά τη διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007, έχουν αποσείσει το βάρος απόδειξης ότι η ως άνω διαθήκη εκτελέστηκε πιστά. Ό,τι παραμένει στη Δικαστική κρίση σε σχέση με την φερόμενη διαθήκη, ημερομηνίας 25.05.2007, (όπως  και στην περίπτωση της φερόμενης διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009) είναι το ζήτημα της έλλειψης της πνευματικής ικανότητας, κρίσης  και δυνατότητας του διαθέτη να προβεί στις ως άνω δύο διαθήκες.

 

        Πριν όμως από τη ενασχόληση με το πιο πάνω, εξόχως σημαντικό ως αναδύεται από όλες τις πλευρές  ζήτημα, απασχολεί κατά προτεραιότητα το θέμα της νομότυπης ή μη υπογραφής της φερόμενης διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, κατά τον τρόπο που τούτο ειδικότερα προκρίνεται στις δικογραφημένες θέσεις του εναγόμενου. Ως έχει ήδη σημειωθεί, απετέλεσε δικογραφημένη θέση της πλευράς του τελευταίου, την οποία υιοθέτησε και η πλευρά των εναγόντων στην Αγωγή Αρ.8145/2013, ότι η υπογραφή του διαθέτη στην φερόμενη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, δεν είναι γνήσια υπογραφή του Στέλιου, αλλά πλαστή.

 

        Την υπογραφή της φερόμενης διαθήκης, ημερομηνίας 24.04.2009, από τον διαθέτη Στέλιο, παρουσιάζονται να επιβεβαιώνουν στο σώμα της, τόσο ο ιατρός Π.Α, όσο και δεύτερο άτομο, η Σ.Γ., νοσηλεύτρια ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου στην κλινική Ευαγγελίστρια, χώρο που κατά τον ουσιώδη χρόνο φέρεται να μεταφέρθηκε για σκοπούς περιποίησης των πληγών του (λόγω κατάκλισης) ο Στέλιος. Την παρουσία των πιο πάνω στο χώρο, ήτοι σε δωμάτιο της συγκεκριμένης κλινικής, επιβεβαιώνει ο δικηγόρος Κ.Β., πρόσωπο που ως υπέδειξε ετοίμασε την σχετική διαθήκη. Παρεμβάλλεται ότι η μαρτυρία του τελευταίου, επί του συγκεκριμένου ζητήματος, ήτοι της υπογραφής ή μη της συγκεκριμένης διαθήκης από το Στέλιο κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν απολήγει ιδιαίτερα διαφωτιστική. Πέραν του γεγονότος ότι επιβεβαιώνει πως ως οι σχετικές διευθετήσεις για την υπογραφή της εν λόγω διαθήκης στη συγκεκριμένη κλινική, τη συγκεκριμένη μέρα, όπου και ο ίδιος είχε προγραμματίσει να υποβληθεί σε εξετάσεις από τον εξάδελφο και ιατρό του Στέλιου, Π.Ν., έγιναν από τον ως άνω Π.Ν., (φίλο του μάρτυρα και ιατρό που παρακολουθεί επίσης και τον ίδιο) τοποθετώντας ταυτόχρονα τον συνάδελφο του τελευταίου στην ίδια κλινική, ιατρό Π.Α. στο χώρο, ο οποίος μαζί με νοσοκόμα της ως άνω κλινικής θα υπέγραφαν ως μάρτυρας της υπογραφής του Στέλιου, ο Κ.Β. ήταν κατηγορηματικός πως αφού εξήγησε στους μάρτυρες πού έπρεπε να υπογράψουν και ότι όλοι έπρεπε να υπογράψουν στην παρουσία αλλήλων, αποχώρησε από το δωμάτιο για να ενημερωθεί μετά, σε άλλο χώρο της κλινικής, (χώρο υποδοχής) από τον ιατρό Π.Α., ότι είχαν τελειώσει. Μόνο τότε ο ίδιος επανήλθε στο δωμάτιο όπου βρισκόταν ο Στέλιος, όπου, αφού πήρε τη διαθήκη, την κράτησε υπό τη φύλαξή του. Τοποθετούμενος μάλιστα σε σχετική υποβολή του δικηγόρου του εναγόμενου ότι την φερόμενη διαθήκη, ημερομηνίας 24.04.2009, δεν την υπέγραψε ο Στέλιος, κάλεσε τον συνήγορο να ρωτήσει για το ζήτημα «τους μάρτυρες της διαθήκης, όχι εμένα».

 

        Διαφορετική είναι η κατεύθυνση της μαρτυρίας δύο μαρτύρων, γραφολόγων, οι οποίοι κλήθηκαν για το ζήτημα από την πλευρά του εναγόμενου. Οι δύο εμπειρογνώμονες μάρτυρες, Α.Π. και Γ.Χ. (ΜΥ2 και 7 αντίστοιχα), επέμεναν ότι αποτέλεσμα σχετικών επιστημονικών εξετάσεων στις οποίες προέβησαν, ως ειδικότερα τις εξήγησαν στο Δικαστήριο, ήταν η κατάληξη τους στη θέση πως η υπογραφή στη θέση «Ο Διαθέτης» στην περί ου ο λόγος φερόμενη διαθήκη, δεν είναι η υπογραφή του Στέλιου. Την αντίληψή της, ότι η ως άνω φερόμενη υπογραφή δεν μπορεί να αποδοθεί στον Στέλιο, μετέφερε στο Δικαστήριο και η Ε.Π., επικαλούμενη προς τούτο την προσωπική της γνώση όσον αφορά την κατάσταση της υγείας του Στέλιου, φυσικής και πνευματικής. Ούτε οι τοποθετήσεις του ιατρού P.A.J. σε σχέση με την πνευματική αλλά και φυσική κατάσταση του Στέλιου φαίνεται να ενισχύουν την εκδοχή του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013 επί του συζητούμενου. Τούτων λεχθέντων, σπεύδω να σημειώσω ότι στο παρόν στάδιο, δεν θα απασχολήσει ειδικότερα το ζήτημα της πνευματικής-νοητικής κατάστασης του Στέλιου, καθ’ ον χρόνο φέρεται να υπογράφει ως διαθέτης στη φερόμενη διαθήκη ημερομηνίας 24.4.2009. Αποτελεί τούτο ζήτημα που θα απασχολήσει, στην ανάλογη έκταση, σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

        Μόνος, ουσιαστικός μάρτυρας που προσέφερε την μαρτυρία του από το εδώλιο του μάρτυρος για το γεγονός της υπογραφής του Στέλιου ως διαθέτη στην φερόμενη διαθήκη, ημερομηνίας 24.0.2009, παρέμεινε ο ιατρός Π.Α., αφού η δεύτερη φερόμενη ως μάρτυρας της ως άνω υπογραφής του Στέλιου, Σ.Γ., δεν κλήθηκε από οποιαδήποτε πλευρά για να προσφέρει τη μαρτυρία της. Παρεμβάλλεται πως η μαρτυρία του ορθοπεδικού ιατρού Κ.Χ., ο οποίος μέσω πιστοποιητικού που εξέδωσε στις 03.07.2015, (τεκμήριο 10) επιβεβαιώνει το γεγονός ότι χρόνια προηγουμένως, ήτοι στις 24.7.2008, εξέτασε τον Στέλιο, διαπιστώνοντας «αγκύλωση του μέσου παράμεσου και μικρού δαχτύλου του δεξιού χεριού», ως επίσης «μώλωπες και αιματώματα της ραχιαίας επιφάνειας του δεξιού χεριού», ευρήματα που σύμφωνα με τον ίδιο «δεν επηρεάζουν τη δύναμη ή λειτουργικότητα του χεριού, δυσκολεύουν όμως και αλλάζουν τον τρόπο γραφής του», δεν επιτρέπει, από μόνη της, στην περίπτωση αποδοχής της, την κατάληξη ότι ο Στέλιος, ήταν πράγματι το πρόσωπο που κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι στις 24.04.2009, υπέγραψε την ως άνω διαθήκη.

 

        Κατ’ επανάληψη, η νομολογία των Δικαστηρίων μας έχει υποδείξει  ότι τα στεγνά πρακτικά μιας δικαστικής διαδικασίας, όσο πιστά και αν αποτυπώνουν την διαδικασία και τα διαμειβόμενα σε αυτήν, δεν μπορούν να αποδώσουν τη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης. Η περίπτωση του μάρτυρα Π.Α. επιβεβαιώνει τα πιο πάνω. Ο εν λόγω μάρτυρας, άφηνε στον τρίτο, ανεξάρτητο παρατηρητή, την εντύπωση ότι δυσφορούσε και αισθανόταν άβολα για το γεγονός ότι ήταν υποχρεωμένος να προσέλθει στο Δικαστήριο ως μάρτυρας για την υπό συζήτηση υπόθεση. Ωστόσο, παρά την ενόχληση και δυστοκία του προς τούτο, γινόταν κατανοητό ότι ο μάρτυρας αντιλαμβανόταν πως ο ρόλος του στην εξέλιξη των γεγονότων, ως αναδύεται από έγραφα, όπως η ίδια η διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, αναφορές άλλων εμπλεκόμενων στην εξέλιξη ουσιαστικών για την υπο συζήτηση υπόθεση γεγονότων, ως και η εμπλοκή του στο πλαίσιο της  αστυνομικής διερεύνησης του ζητήματος, αποτέλεσμα σχετικής καταγγελίας του εναγόμενου, ότι «υπαγόρευαν» την αναγκαιότητα της παρουσίας του στο εδώλιο του μάρτυρος. Η αναστάτωση και αμηχανία του καθ’ ον χρόνο κατέθετε από το εδώλιο του μάρτυρος σε συνδυασμό θεωρούμενη με την έλλειψη πειστικότητας στο λόγο του, δεν ήταν τα μόνα στοιχεία που δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να βασιστεί στη μαρτυρία και τις τοποθετήσεις του για την εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων και ευρημάτων για ζητήματα που εξόχως ενδιαφέρουν και απασχολούν στην παρούσα. Εξηγούμε:

 

        Αποτέλεσε θέση του μάρτυρα ότι συναντώντας τον Στέλιο στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών της κλινικής, στις 24.04.2009, έκανε στον τελευταίο, ως ιατρός, μερικές απλές ερωτήσεις, όπως πώς ονομάζεται, αν γνώριζε πού βρισκόταν και το σκοπό για τον οποίο είχαν βρεθεί, με τον Στέλιο να του απαντά σε όλες τις ερωτήσεις κατά τρόπο ξεκάθαρο, ικανοποιώντας τον ως προς τη νοητική του κατάσταση. Τον ρώτησε, επίσης, αν είχε διαβάσει τη διαθήκη και αν συμφωνεί με το περιεχόμενο της και η απάντηση του Στέλιου ήταν καταφατική. Σημείωσε παράλληλα πως εντοπίζοντας ο ίδιος κάποιο πρόβλημα με το χέρι του Στέλιου, ο τελευταίος του υπέδειξε ότι είχε σπαστικότητα η οποία του προκαλούσε δυσκαμψία. Παρά την βεβαιότητα με την οποία αρχικά ο μάρτυρας επιβεβαίωσε ουσιαστικά την πνευματική διαύγεια και την καλή νοητική κατάσταση του Στέλιου κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, στην εξέλιξη της μαρτυρίας του, παραδεχόμενος ότι ο συνάδελφος και φίλος του Π.Ν. τον ενημέρωσε ότι ο τελευταίος αντιμετώπιζε κάποιο νευρολογικό πρόβλημα, ζήτημα για το οποίο αρχικά υποστήριξε ότι δεν είχε οποιαδήποτε ενημέρωση, συμφώνησε ότι στις περιπτώσεις που κάποιος αντιμετωπίζει νευρολογικό πρόβλημα, θα πρέπει να εξετάζεται νευρολογικά, κατά τρόπο που η βαρύτητα του νευρολογικού προβλήματος να διαστρωματώνεται, ανάλογα με τα αποτελέσματα κλινικών και παρακλινικών εξετάσεων. Ήταν σε αυτό το πλαίσιο που τοποθετούμενος σε υποβολή θέσεων του συνηγόρου υπεράσπισης ότι ο Στέλιος είχε από μακρού χρόνου έκπτωση των νοητικών του λειτουργιών από μη αναστρέψιμη μορφή νευρολογικής ασθένειας, παραδέχθηκε ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε να αξιολογήσει το ζήτημα, αφού δεν ενήργησε ιατρικά ούτε μετέβη για να αναλύσει το νευρολογικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο Στέλιος, συμμετέχοντας στη θεραπεία και τη διαχείριση του συγκεκριμένου ασθενή.  Πρόκειται για ζητήματα, υπέδειξε, που τα γνωρίζουν καλύτερα οι θεράποντες ιατροί ενός ασθενή. Ως προέκρινε, η ολιγόλεπτη παρουσία του στο χώρο, δεν είχε σκοπό να εκτελέσει οποιαδήποτε ιατρική εξέταση ή να αξιολογήσει την κατάσταση του Στέλιου ως ιατρός. Περιορίστηκε αυστηρά στην ιδιότητα του μάρτυρα και ήταν σε αυτό το πλαίσιο που έθεσε στον Στέλιο απλά ερωτήματα, για να αντιληφθεί το βαθμό αντίληψης του τελευταίου.

        Προκαλεί εντύπωση η θέση του μάρτυρα πως ενώ, ως παραδέχτηκε στην εξέλιξη της μαρτυρίας του, ενημερώθηκε ότι ο Στέλιος αντιμετώπιζε νευρολογικό πρόβλημα, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα πως σε τέτοιες περιπτώσεις απαιτούνται κλινικές και παρακλινικές εξετάσεις για τη διαστρωμάτωση του νευρολογικού προβλήματος ενός ασθενή, ο ίδιος, προκρίνοντας μετ’ επιτάσεως ότι η παρουσία στο χώρο ήταν απλώς υπο την ιδιότητα του μάρτυρα, περιορίζεται στην υποβολή μερικών απλών ερωτήσεων, οι οποίες, πέραν και ανεξάρτητα από τις πιο πάνω επισημάνσεις του, τον ικανοποίησαν, ως ιατρό, για την αντίληψη και την νοητική κατάσταση του τελευταίου.

        Δεν διαλανθάνει άλλωστε της προσοχής του Δικαστηρίου ότι η γενικότερη εκδοχή του μάρτυρα όσον αφορά την εξέλιξη των γεγονότων κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, όπως τουλάχιστον την προώθησε καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, παρουσιάζεται αρκούντος διαφοροποιημένη από αυτήν που καταγράφει σε κατάθεση την οποία κλήθηκε και έδωσε στην Αστυνομία, καθ’ ον χρόνο η διερευνάτο η διάπραξη ποινικών αδικημάτων σε σχέση με την υπογραφή της φερόμενης διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009. Διαφοροποιήσεις, ανακολουθίες και αντιφάσεις τέτοιας μορφής, έντασης και έκτασης, ικανές, όχι μόνο να επιδράσουν στην ποιότητα της μαρτυρίας του αλλά και να πλήξουν στο τέλος της ημέρας, γενικότερα την αξιοπιστία του ως μάρτυρα.

        Καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, ο ιατρός Π.Α. υποδεικνύει ότι ο φίλος και συνάδελφος του Π.Ν. του τηλεφώνησε την προηγούμενη, ήτοι στις 23.04.2009, ενημερώνοντας τον ότι την επόμενη ημέρα, θα ερχόταν στην κλινική όπου και οι δύο εργάζονταν, ο εξάδελφος του Στέλιος, ο οποίος επιθυμούσε να κάνει μία διαθήκη και του ζήτησε να παραστεί ως μάρτυρας. Αντίθετα, στην κατάθεσή του προς την Αστυνομία (τεκμήριο 36) ρητά αναφέρει ότι ο Π.Ν. επικοινώνησε μαζί του και του ζήτησε να υπογράψει ως μάρτυρας για κάποιο ασθενή του την ημέρα της υπογραφής της διαθήκης. Ως ειδικότερα υποδεικνύει για το ζήτημα «Να αναφέρω ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο κλήθηκα από τον ……… (Π.Ν)………. αφού έτυχε να βρίσκομαι στην κλινική απλά και μόνο να υπογράψω τυπικά ως μάρτυρας το συγκεκριμένο έγγραφο».

        Περαιτέρω, καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, αποτέλεσε θέση του ότι στις 24.04.2009 συναντήθηκε προσωπικά στην κλινική με τον δικηγόρο Κ.Β., στο δωμάτιο που βρισκόταν ο Στέλιος, ο οποίος εξήγησε στους παρισταμένους τον τρόπο που θα έπρεπε να γίνει η υπογραφή της διαθήκης και η επιβεβαίωση της από τους μάρτυρες της υπογραφής του διαθέτη, ως επίσης ότι την ίδια ημέρα, μετά την ολοκλήρωση της υπογραφής, συνάντησε σε άλλο μέρος της κλινικής τον συγκεκριμένο δικηγόρο τον οποίο και ενημέρωσε ότι είχε ολοκληρωθεί το ζήτημα με τις ανάλογες υπογραφές. Αντίθετα με τα πιο πάνω, στην κατάθεση του προς την αστυνομία, όταν  ερωτάται ειδικά αν γνωρίζει το δικηγορικό γραφείο του Κ.Β. και ποια η σχέση του με το συγκεκριμένο γραφείο,  αναφέρει ότι δεν το γνωρίζει προσωπικά υποδεικνύοντας απλώς, ότι «έχω ακουστά το εν λόγω δικηγορικό γραφείο».

 

        Επιπρόσθετα, ενώ καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος υποδεικνύει ότι μετέβη στο δωμάτιο της κλινικής όπου βρισκόταν ο Στέλιος μαζί με την άλλη φερόμενη ως μάρτυρα της επίδικης διαθήκης, ήτοι τη νοσοκόμα Σ.Γ., στη γραπτή του κατάθεση προς την Αστυνομία, δηλώνει επί του ζητήματος πως κατεβαίνοντας στο δωμάτιο που βρισκόταν ο Στέλιος, σε αυτό βρισκόταν ήδη η ως άνω νοσηλεύτρια όπως και ο συνάδελφός του Π.Ν.. Παρεμβάλλεται ότι καταθέτοντας στο Δικαστήριο υπέδειξε ότι στο δωμάτιο όπου μετέβη μαζί με τη νοσοκόμα Σ.Γ. με σκοπό να παραστούν ως μάρτυρες της υπογραφής της διαθήκης του Στέλιου, βρισκόταν μόνο ο Στέλιος και ο δικηγόρος Κ.Β., με τον τελευταίο, αφού τους εξήγησε πώς θα έπρεπε να ολοκληρωθεί η υπογραφή της διαθήκης, να αποχωρεί από το δωμάτιο.

        Υπάρχουν και άλλα. Ενώ στην κατάθεση του προς την Αστυνομία υποδεικνύει πως δεν γνώριζε αν υπήρχε οποιαδήποτε σχέση μεταξύ του φίλου και συναδέλφου του Π.Ν. και του Στέλιου, καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, ρητά προκρίνει ότι την προηγούμενη μέρα, ήτοι στις 23.4.2009 χρονικό διάστημα κατά το οποίο του τηλεφώνησε ο Π.Ν. για να τον ενημερώσει ότι την επόμενη θα ερχόταν στην κλινική ο Στέλιος, του ανάφερε ότι επρόκειτο για εξάδελφο του.  

        Με ευκολία άλλωστε παρουσιάζεται να ανασκευάζει καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος τη θέση του, όπως αυτή αποτυπώνεται στην κατάθεση που του λήφθηκε από την Αστυνομία, ότι δηλαδή μάθαινε πως το έγγραφο το οποίο υπέγραψε ως μάρτυρας αποτελούσε διαθήκη την ώρα που του λαμβανόταν η κατάθεση, υποδεικνύοντας, αντίθετα, ότι ήδη από τις 23.04.2009, ο Π.Ν. τον ενημέρωσε ότι ο Στέλιος επιθυμούσε να κάνει διαθήκη ζητώντας του να παραστεί ως μάρτυρας. Άλλωστε, ως εισηγήθηκε τουλάχιστον καταθέτοντας από το εδώλιο του μάρτυρος, και ο παριστάμενος δικηγόρος Κ.Β. που συνάντησε στο δωμάτιο που βρισκόταν ο Στέλιος, τον ενημέρωσε ότι έφερε τη διαθήκη και για το τρόπο που αυτή θα έπρεπε να υπογραφεί. Ομοίως, ως ο ίδιος και πάλι ισχυρίστηκε, στις απλές ερωτήσεις τις οποίες υπέβαλε στον Στέλιο για να βεβαιωθεί ότι ο τελευταίος αντιλαμβανόταν την κατάσταση πραγμάτων, μεταξύ άλλων, ήταν αν ο τελευταίος γνώριζε για ποιο σκοπό είχαν βρεθεί, αν είχε διαβάσει τη διαθήκη και αν συμφωνεί με το περιεχόμενό της.

        Έχοντας υπόψιν τη συνολική εικόνα του Π.Α. στο εδώλιο του μάρτυρα, τις αντιφάσεις και αυτοαναιρέσεις στη μαρτυρία και τις τοποθετήσεις του για την εξέλιξη των γεγονότων στα οποία αναφέρθηκε, ως πιο πάνω ενδεικτικά έχουν εντοπιστεί, σε συνδυασμό θεωρούμενα  με την  εμφανή έλλειψη πειστικότητας στο λόγο του, το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στις αναφορές και τοποθετήσεις του για την εξαγωγή ασφαλών και τελικών συμπερασμάτων για τα διαδραματισθέντα. Ούτε να υιοθετήσει τη θέση του ότι ο Στέλιος υπέγραψε ενώπιον του την φερόμενη διαθήκη, ημερομηνίας 24.04.2009. Αντίθετα, στέρεη είναι η αντίληψη του Δικαστηρίου ότι ο μάρτυρας, παρά την εμφανή δυσφορία του για την αναγκαιότητα τελικά να κληθεί και να καταθέσει από το εδώλιο του μάρτυρος στη διαδικασία, αντιλαμβανόταν την παρουσία του στη διαδικασία ως ευκαιρία να εξυπηρετήσει την  εκδοχή και την υπόθεση του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013, στενού συγγενικού προσώπου (υιού) του από μακρού χρόνου φίλου και συνάδελφου του, Π.Ν.. 

 

          Η απόρριψη, ως αποτέλεσμα της κατάληξης του Δικαστηρίου για την ποιότητα της μαρτυρίας του Π.Α., της θέσης του τελευταίου ότι ο Στέλιος υπέγραψε στην παρουσία του ως διαθέτης στην φερόμενη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, φαίνεται να ενισχύεται από τις σαφείς τοποθετήσεις δύο ξεχωριστών εμπειρογνωμόνων – γραφολόγων, οι οποίοι εξέτασαν στο πλαίσιο της εμπειρογνωμοσύνης τους την ως άνω φερόμενη υπογραφή του Στέλιου, ετοιμάζοντας προς τούτο σχετικές εκθέσεις τις οποίες παρουσίασαν και επεξήγησαν στο Δικαστήριο. Είναι καλά γνωστό ότι η μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων δεν υποκαθιστά την πρωτογενή μαρτυρία των πρωταγωνιστών μιας διαφοράς. Θεμελιώνει, ωστόσο, επιστημονικά, την μια ή την άλλη εκδοχή συμπληρωματικά και προς επίρρωση ή αναίρεση, αναλόγως,  της πρωταρχικής και ουσιαστικής μαρτυρίας των ίδιων των μερών (βλ. Ευσταθίου v. Alpha Bank Ltd (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1682).  Δεν διατηρώ οποιαδήποτε αμφιβολία ότι οι πιο πάνω μάρτυρες, με εφόδιο τα επιστημονικά τους προσόντα και πολύχρονες επαγγελματικές εμπειρίες στο αντικείμενο, έθεσαν υπόψιν του Δικαστηρίου όλα εκείνα τα αναγκαία στοιχεία, βοηθώντας το να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα για το αντικείμενο για το οποίο κλήθηκαν να προσφέρουν τη μαρτυρία τους. Έπραξαν τούτο με τρόπο τεκμηριωμένο, πλήρη και κατανοητό. Έχοντας κατά νου όλα όσα κατά τον πιο πάνω τρόπο έθεσαν υπόψη του Δικαστηρίου, σε συνδυασμό θεωρούμενα με την καθόλα θετική αντίληψη του Δικαστηρίου για την ποιότητα της μαρτυρίας τους, δεν διατηρώ οποιοδήποτε ενδοιασμό να υιοθετήσω, ως ορθά, τα συμπεράσματα τους σε σχέση με την υπό εξέταση υπογραφή του Στέλιου στην φερόμενη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, καθιστώντας το εύρημα του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, συνεκτιμώντας όλα όσα έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου για το ζήτημα, αποτελεί κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η γενική μορφή, η δομή, η ταχύτητα, ο ρυθμός και η ροή της ως άνω υπογραφής, η γραφική πίεση, η φορά και η σταθερότητα που αυτή παρουσιάζει, όπως και τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της, ως επισημάνθηκαν με λεπτομέρεια από τους ως άνω μάρτυρες, οδηγούν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη υπογραφή δεν αποτελεί υπογραφή του Στέλιου.

 

          Επί  του συζητούμενου, της υπογραφής δηλαδή ή μη του Στέλιου ως διαθέτη στην ως άνω διαθήκη, ημερομηνίας 24.04.2009, δεν παραβλέπω τη γενική εκτίμηση του ιατρού Χριστοδουλάκη, ως καταγράφεται στο λιτό πιστοποιητικό που εξέδωσε τον Ιούλιο του 2015, (τεκμήριο 10) χρόνια μετά τον θάνατο του Στέλιου το 2013, παραπέμποντας σε εξέταση στην οποία προέβη στις 24.07.2008. Σημειώνοντας εξ’ αρχής την εντύπωση που προκαλεί και τα ερωτηματικά που εγείρει η δήλωση του μάρτυρα ότι τον παρακάλεσε να υπογράψει τούτο ο από μακρού χρόνου αποβιώσας Στέλιος μαζί με τον Π.Ν., εντοπίζεται πως παρά το γεγονός, ως προκρίνει ο εν λόγω ιατρός, ότι τα όποια προβλήματα εντόπισε και περιγράφει δεν επηρεάζουν την λειτουργικότητα του χεριού του παρά το γεγονός ότι δυσκολεύουν και επηρεάζουν τον τρόπο γραφής του, τούτο, δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο περί ου ο λόγος μάρτυρας, αντεξεταζόμενος, παραδέχθηκε πως δεν ήταν σε θέση να τοποθετηθεί για τον τρόπο γραφής του Στέλιου κατά το 2009, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι η αγκύλωση των δύο δαχτύλων που διαπίστωσε, δεν υπήρχε πιθανότητα να κάνει τον τρόπο γραφής του Στέλιου  πιο σταθερό. Ομοίως, δεν παραβλέπω τις θέσεις και τοποθετήσεις του ιατρού P.A.J., για τα ειδικότερα προβλήματα  κινητικότητας που ο Στέλιος αντιμετώπιζε, χρόνια προηγουμένως, τα οποία, ως και συνολικά η υγεία του, έβαιναν προοδευτικά επιδεινούμενα.

 

        Η ως άνω κατάληξη του Δικαστηρίου όσον αφορά το ζήτημα της γνήσιας ή μη υπογραφής της φερόμενης διαθήκης ημερομηνίας 24.09.2009 και συνακόλουθα της νομότυπης σύνταξης και εκτέλεσης της, σφραγίζει, από μόνη της, την τύχη της αγωγής Αρ. 8357/2023.

 

          Με δεδομένη την αμφισβήτηση στην υπό συζήτηση περίπτωση της ικανότητας κρίσης του Στέλιου, της πνευματικής του διαύγειας και της δυνατότητας αντίληψης και διαχείρισης των πραγμάτων από μέρους του κατά το χρόνο που φέρεται να προέβαινε στις διαθήκες ημερομηνίας 25.05.2007 και 24 04.2009, το Δικαστήριο, πέραν από την ως άνω, καθοριστική για την πορεία της Αγωγής Αρ. 8357/2013 κατάληξη του, για σκοπούς πληρότητας της παρούσας, θα προχωρήσει στην εξέταση του πιο πάνω ζητήματος σε συνάρτηση με το χρόνο υπογραφής και των δύο ως άνω διαθηκών.

 

        Σύμφωνα με το άρθρο 22 του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου, (Κεφ.195) κάθε πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και έχει σώας τας φρένας, έχει την ικανότητα να καταρτίσει έγκυρη διαθήκη. Συνακόλουθα, πέραν από την ορθότητα της σύνταξης και της εκτέλεσης μιας διαθήκης, θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι ο διαθέτης γνώριζε, ενέκρινε και αντιλαμβανόταν το περιεχόμενο της. Ο όρος «πρόσωπο που έχει σώας τας φρένας» αποτελεί έννοια ευρύτερη της έννοιας του «διανοητικά ασθενούς προσώπου» ή «του προσώπου που τελεί υπό δικαστική απαγόρευση από το να διαχειρίζεται τις υποθέσεις του». Περιλαμβάνει και πρόσωπα τα οποία, αν και δεν έχουν κηρυχθεί ως διανοητικά ασθενή, με απόφαση Δικαστηρίου, εντούτοις, κατά τον ουσιώδη χρόνο κατάρτισης της διαθήκης δεν είχαν σώας τας φρένας σε βαθμό τέτοιο ώστε να μπορούν να αντιληφθούν ορθά τις συνέπειες της κατάρτισης της. Μια διαθήκη δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης ενός προσώπου. Τέτοια, ελεύθερη βούληση, δεν μπορεί να υπάρχει, εκ των πραγμάτων, αν το πρόσωπο δεν έχει την ικανότητα να αντιληφθεί τις συνέπειες των πράξεων του. Μια διαθήκη θα είναι έγκυρη αν ο διαθέτης έχει σώας τας φρένας κατά το χρόνο κατάρτισης της, ανεξάρτητα αν σε προγενέστερο ή μεταγενέστερο χρόνο από τη σύνταξη της, δεν είχε σώας τας φρένας. Περαιτέρω, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο διαθέτης έχει σώας τας φρένας, τα κίνητρα στη βάση των οποίων επέλεξε τους κληροδόχους του, παραμένουν αδιάφορα. (βλ. Μoumdjis v. Michaelidou (1974) 1 C.L.R. 226 και Καραολής ν. The State of the Deceased Christodoulos Karaolis (1965) 1 C.L.R. 24). Σε κάθε περίπτωση, όταν η συζήτηση αφορά διαθήκη στη βάση της οποίας ωφελείται πρόσωπο το οποίο, είτε τη συνέταξε είτε την προετοίμασε είτε συνέβαλε στη σύνταξη ή την προετοιμασία της, το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει με προσοχή και σχολαστικότητα τη σχετική μαρτυρία που κάθε πλευρά παρουσιάζει. Όπως χαρακτηρίστηκα υποδεικνύει ο Αυστραλός Δικαστής Geoff Lindsay στην παράγραφο 55 της μελέτης του «Τhe “Why?” and “What?” of “Suspicious circumstances” In Probate Litigation»:

«The ultimate question for the Court’s determination in a probate suit is whether a testamentary instrument propounded for admission to probate is the last will of a free and capable testator: Mortimer on Probate (1911), at pages 79-80, citing Barry v Butlin (1838) 2 Moo PC 480 at 482; 12 ER 1089 at 1090».

 

        Η ως άνω υπόδειξη, προφανώς, διασυνδέεται άρρηκτα με το αξίωμα ότι το Δικαστήριο, και μετά τον θάνατο ενός ικανού και ελεύθερου διαθέτη, οφείλει, στο πλαίσιο πάντα της εφαρμογής του νόμου, να περιφρουρήσει την ελευθερία δράσης του διαθέτη και την διασφάλιση της εφαρμογής της πραγματικής βούλησης του τελευταίου.

 

        Αν ένα πρόσωπο έχει ή όχι σώας τας φρένας κατά τον ουσιώδη χρόνο κατάρτισης μιας διαθήκης, αποτελεί ζήτημα που μπορεί να αποδειχθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο απόδειξης, νοουμένου ότι πάντα η προσκομισθείσα επί του ζητήματος μαρτυρία είναι πειστική και επαρκής. Αν και η σημαντικότερη μαρτυρία επί του ζητήματος παραμένει πάντα η ιατρική μαρτυρία, εντούτοις, οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία μπορεί να είναι χρήσιμη για να διαπιστωθεί κατά πόσο ο διαθέτης, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε σώας τας φρένας (βλ. Χόππη ν. Παναγή (1992) 1 Α.Α.Δ.534).

 

        Στην υπό συζήτηση περίπτωση, ως αναδύεται τούτο από αναντίλεκτα γεγονότα που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, παρά το γεγονός ότι στην εξέλιξη του χρόνου - όχι άσχετου με την εξέλιξη ουσιωδών γεγονότων που απασχολούν στην παρούσα υπόθεση - ο Στέλιος παρουσιάζεται να είχε επαφή και να παρακολουθείτο από ιατρούς, όπως ο νευρολόγος Θ.Κ. (ο οποίος σύμφωνα με τον μάρτυρα Κ.Β. συνόδευε τον Στέλιο στο γραφείο του και ήταν παρών κατά την υπογραφή από τον τελευταίο προγενέστερης διαθήκης του Στέλιου, ημερομηνίας 21.05.2007, υπογράφοντας μάλιστα ως μάρτυρας της υπογραφής του διαθέτη, ενώ κατά την Ε.Π., (ενάγουσα 3  στην Αγωγή Αρ.8145/2013) τον συνόδευε η ίδια σε επισκέψεις του στον εν λόγω ιατρό) ή ακόμα ο εξάδελφος του και πατέρας του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8537/2013, Π.Ν., οι τελευταίοι, δεν κλήθηκαν τελικά από οποιαδήποτε πλευρά, ούτε τους δόθηκε η ευκαιρία να βοηθήσουν το Δικαστήριο με τη μαρτυρία τους, φωτίζοντας το σημαντικό τούτο ζήτημα. Ακόμα και ο ιατρός Π.Α. στην εξέλιξη της μαρτυρίας του, τόνισε με έμφαση και κατέστησε ξεκάθαρο ότι στις 24.04.2009, που προέκρινε ότι συνάντησε τον Στέλιο στην κλινική Ευαγγελίστρια, σε καμία περίπτωση προέβη σε ιατρική αξιολόγηση της κατάστασης του, παραπέμποντας στον αποκλειστικό σκοπό της παρουσίας του, ήτοι της επιβεβαίωσης της υπογραφής του τελευταίου.

 

        Δεν διατηρώ οποιαδήποτε αμφιβολία ότι ο εναγόμενος, παραθέτοντας στο Δικαστήριο τα γεγονότα που περιβάλλουν και αφορούν την ετοιμασία από την πλευρά του και την υπογραφή εκ μέρους του Στέλιου της διαθήκης ημερομηνίας 14.08.2006, μετέφερε στο δικαστήριο την πραγματική εικόνα των γεγονότων. Άλλωστε, οι αναφορές του ως προς το τι προηγήθηκε, τις συνθήκες και τον τρόπο που αυτή υπογράφτηκε, δεν έτυχαν ουσιαστικής αμφισβήτησης. Ούτε ο νομότυπος καταρτισμός, η εκτέλεση και γενικότερα η εγκυρότητα της, αποτέλεσαν αντικείμενο ουσιαστικής συζήτησης και αμφισβήτησης στο πλαίσιο της παρούσας. Αντίθετα, ενισχύονται από διάφορα τεκμήρια που τέθηκαν υπόψη το Δικαστηρίου.   Ο «παραμερισμός» της, επιδιώκεται με την επίκληση μεταγενέστερων διαθηκών του διαθέτη. Με δεδομένο ότι ο εναγόμενος, ως ευθαρσώς δήλωσε, μετά την υπογραφή κατά τον τρόπο που εξήγησε της ως άνω διαθήκης δεν είχε, προσωπικά,  οποιαδήποτε επαφή με τον Στέλιο, ούτε εμπλοκή κατά το στάδιο του καταρτισμού και της υπογραφής των φερόμενων μεταγενέστερων διαθηκών ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.04.2009, η συνδρομή του στη συζήτηση του ειδικότερου ζητήματος που εδώ απασχολεί,  εκ των πραγμάτων περιορίζεται. 

        Ουσιαστικά, η μόνη ιατρική μαρτυρία η οποία τέθηκε υπόψιν του Δικαστηρίου σχετική με την κατάσταση της υγείας του Στέλιου, ως αποτέλεσμα της ασθένειας που αντιμετώπιζε, (με ειδικότερη έμφαση την πνευματική του διαύγεια και δυνατότητα αντίληψης) παρέμεινε η μαρτυρία του ιατρού P.A.J., ως επίσης καταγραφές και αναφορές σε διάφορα πιστοποιητικά/βεβαιώσεις τόσο του ιδίου όσο και άλλων, όπως του προσωπικού ιατρού του Στέλιου στην Γενεύη Φιλίπ Μουρόν (Philipe Mouron) που επίσης παρακολουθούσε τον Στέλιο στη Γενεύη και Έκθεση/Πιστοποιητικό του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Γενεύης, στο οποίο ο Στέλιος νοσηλεύτηκε από τις 05.09.2006 μέχρι 02.10.2006.

 

        Ο P.A.J., Ελβετός ιατρός, νευρολόγος στην ειδικότητα, αποτέλεσε όπως υπέδειξε τον ειδικό νευρολόγο στον οποίο παρέπεμψε τον Στέλιο ο προσωπικός του γιατρός, Δρ. Philipe Mouron, για σκοπούς εξειδικευμένης εξέτασης. Ο μάρτυρας, με εμφανή επιστημονική επάρκεια και παραπομπή σε ανάλογα επιστημονικά συγγράμματα, με λόγο απλό και κατανοητό, αναφέρθηκε στην εκφυλιστική, προοδευτικά επιδεινούμενη ασθένεια που αντιμετώπιζε ο Στέλιος, (άνοια με σωμάτια Lewy) την επίδραση που γενικότερα αυτή μπορεί να έχει σε ένα ασθενή αλλά και ειδικότερα την εκδήλωση της σχετικής συμπτωματολογίας στην περίπτωση του Στέλιου. Άριστη ήταν η αντίληψη του Δικαστηρίου για την ποιότητα της μαρτυρίας του, όχι μόνο καθ’ ον χρόνο ως ειδικός μάρτυρας έθετε υπόψη του Δικαστηρίου επιστημονικά δεδομένα και κριτήρια, αναφερόμενος και επεξηγώντας ζητήματα σχετικά με την ασθένεια με την οποία διαγνώστηκε ο Στέλιος, την συμπτωματολογία και την εξέλιξη της, αλλά και κατά το στάδιο που ως μάρτυρας γεγονότων, αναφερόταν σε αυτά. Ο λόγος του, απόρροια προφανώς της επιστημονικής του κατάρτισης και γνώσης του αντικειμένου της νευρολογίας, επιστημονικά επεξηγηματικός και ταυτόχρονα κατανοητός, αφοπλιστικά πειστικός και πηγαίος.  Δεν διατηρώ οποιαδήποτε αμφιβολία ότι υπήρξε ειλικρινής μάρτυρας, έχοντας συναίσθηση της αποστολής του να βοηθήσει το Δικαστήριο, ως ειδικός μάρτυρας, να κατανοήσει και να μορφώσει τη δική του άποψη για τα ζητήματα στα οποία αναφέρθηκε και τα οποία ενέπιπταν στην εμπειρογνωμοσύνη του. Ομοίως, εμφανώς  αποστασιοποιημένος από την υπό συζήτηση υπόθεση, δεν διατηρώ οποιαδήποτε αμφιβολία πως καθ’ ον χρόνο αναφερόταν στην εξέλιξη των πραγματικών γεγονότων, στην συνολική εικόνα της κατάστασης της υγείας του Στέλιου, την εξέλιξη και τη συμπτωματολογία που παρουσίαζε ο τελευταίος κατά τον χρόνο που τον παρακολουθούσε, ήτοι από τις 24.04.2006 μέχρι τις 30.10.2007, υπήρξε μάρτυρας της αλήθειας, θέτοντας υπόψη του Δικαστηρίου, με λόγο ανεπιτήδευτο, χωρίς τάσεις υπερβολής ή υποβάθμισης, όσα ο ίδιος γνώριζε και είχε την ευκαιρία να παρατηρήσει και να διαπιστώσει. Παρά την εξαντλητική σε κάποιες περιπτώσεις αντεξέταση του, ο μάρτυρας παρέμεινε σταθερός στις τοποθετήσεις του, χωρίς αντιφάσεις ή αυτοαναιρέσεις ικανές να κλονίσουν την ως άνω αντίληψη του Δικαστηρίου για την ποιότητα της μαρτυρίας του, είτε ως εμπειρογνώμονας είτε ως μάρτυρας γεγονότων. Η παραδοχή του πως για τον ακριβή χρονικό προσδιορισμό που συνέβησαν κάποια γεγονότα στα οποία αναφέρθηκε, βοηθήθηκε από τον εναγόμενο – δικηγόρο, δεν επηρεάζει ασφαλώς την ποιότητα της μαρτυρίας του.

        Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο Δρ. P.A.J., δεν αποτέλεσε ιατρό που εξέτασε περιστασιακά τον Στέλιο. Αντίθετα, αφού παραπέμφθηκε σε  αυτόν από τον προσωπικό του ιατρό, ως ειδικός νευρολόγος, παρακολούθησε το Στέλιο για μεγάλο χρονικό διάστημα, ήτοι από τις 24.4.2006 έως και τις 30.10.2007. Αναφερόμενος δε σε όλες τις παραμέτρους που αφορούν την ασθένεια που ο Στέλιος αντιμετώπιζε, τα διάφορα στάδια και δυνητικά της αποτελέσματα ως αποτέλεσμα του εκφυλιστικού της χαρακτήρα, αναφέρθηκε και εξήγησε ειδικότερα στην επίδραση της στην υγεία του Στέλιου, ως ο ίδιος είχε την ευκαιρία να την παρατηρεί και να την διαπιστώνει μέσω εξειδικευμένων εξετάσεων. Περαιτέρω, τοποθετούμενος για την κατάσταση της υγείας του Στέλιου για κάθε ουσιώδη χρόνο, δεν περιορίστηκε απλά σε προβλέψεις όσον αφορά την εξέλιξη της υγείας του τελευταίου. Το γεγονός ότι συνέχισε να παρακολουθεί τον Στέλιο μέχρι και τον Οκτώβρη του 2007, αποτελεί πραγματικότητα που έδινε στον ίδιο την δυνατότητα να τοποθετείται με βεβαιότητα, ανάλογα με τις ιατρικές του παρατηρήσεις και τα ευρήματα που του πρόσφεραν οι εξετάσεις στις οποίες είχε υποβληθεί ο Στέλιος μέχρι τότε, κατ’ επανάληψη και όχι μόνο από τον ίδιο, όπως για παράδειγμα η εξειδικευμένη εξέταση που όπως εξήγησε υπέβαλε το Στέλιο το Μάρτιο του 2007, οπότε και διαφάνηκε πλέον ότι η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε πέραν από τα «ανεκτά όρια» ως ειδικότερα τα εξήγησε, προκρίνοντας ότι η πνευματική του κατάσταση και η ικανότητα του για κρίση δεν ήταν πλέον σε επίπεδα που του επέτρεπαν να αντιλαμβάνεται και να χειρίζεται τις υποθέσεις του και να κατανοεί τις συνέπειες μιας σημαντικής απόφασης.  Ως τέθηκε άλλωστε υπόψη του Δικαστηρίου, στην Έκθεση του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείο της Γενεύης, (τεκμήριο 32) το περιεχόμενο της οποίας δεν αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικής και βάσιμης αμφισβήτησης από οποιαδήποτε πλευρά, καταδεικνύεται πως από τον Οκτώβριο του 2006, η κατάσταση της υγείας του Στέλιου ήταν οριακή, βαίνουσα πάντα, λόγο της εκφυλιστικής φύσης της ασθένειας, προοδευτικά επιδεινούμενη.  Εξήγησε επίσης, σχολιάζοντας διάφορα σενάρια που τέθηκαν υπόψη του, πάντα με τον ίδιο επαρκή και πειστικό τρόπο,  γιατί  η κατάσταση του Στέλιου, έχοντας υπόψιν το είδος της συγκεκριμένης ασθένειας που αντιμετώπιζε και την εξέλιξη της στην περίπτωσή του, δεν ήταν πλέον αναστρέψιμη, χωρίς περιθώρια ανάκαμψης και χωρίς να επιτρέπει φωτεινά διαλείμματα διαύγειας ή αναλαμπές πνευματικής καθαρότητας. Η μαρτυρία του για τα πιο πάνω, γίνεται αποδεκτή.

 

        Οι τοποθετήσεις διαφόρων προσώπων που κλήθηκαν και προσέφεραν την μαρτυρία τους στη διαδικασία, όπως των δικηγόρων που συνέταξαν τις φερόμενες διαθήκες ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.04.2009, του ενός εκ των δύο μαρτύρων της υπογραφής του διαθέτη στη διαθήκη ημερομηνίας 24.04.2009, της ενάγουσας 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013, όπως και άλλων, συγγενών και παρουσιαζόμενων ως φίλων του Στέλιου που κλήθηκαν από την πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013, αναφορικά με την νοητική ικανότητα, κρίση και πνευματική διαύγεια του τελευταίου κατά τους ουσιώδεις χρόνους καταρτισμού και υπογραφής των ως άνω υποθηκών, ημερομηνίας 25.05.2007 και 24.04.2009, διαφοροποιείται, όχι μόνο από την ως άνω ιατρική μαρτυρία αλλά και μεταξύ των ως άνω μαρτύρων.  Σημειώνεται, επί τούτου, ότι η εκδοχή των μαρτύρων που η κάθε πλευρά κάλεσε και παρουσίασε στη διαδικασία σε σχέση με το χρονικό σημείο το οποίο πράγματι απώλεσε τις νοητικές ικανότητες του ο Στέλιος, ουσιαστικά εξυπηρετούσε το στόχο της διάσωσης του κύρους της διαθήκης που η πλευρά που τους παρουσίασε, «προωθούσε» με την αγωγή της.

 

        Το γεγονός ότι η πλευρά των εναγόντων σε κάθε μια από τις ως άνω αγωγές, όσον αφορά την πνευματική διαύγεια, ικανότητα και δυνατότητα κρίσης του Στέλιου κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, δεν εδράζει τη θέση της σε ιατρική μαρτυρία αλλά σε μαρτυρία προσώπων που επικαλούνται επαφή, σχέση ή επικοινωνία με τον Στέλιο, δεν προεξοφλεί ασφαλώς, από μόνο του, αποτυχία του εγχειρήματος. Ως έχει ήδη σημειωθεί, η απόδειξη ότι ένα πρόσωπο έχει «σώας τας φρένας» κατά τον ουσιώδη χρόνο κατάρτισης μιας διαθήκης, μπορεί να αποδειχθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, νοουμένου βεβαίως ότι αυτό το μέσο, μαρτυρία ή στοιχεία, κριθούν ως πειστικά και επαρκή.

 

        Είναι γεγονός ότι η σύνταξη μιας διαθήκης από ένα έμπειρο και ανεξάρτητο δικηγόρο, μπορεί να διασκεδάσει ανησυχίες για την εγκυρότητα και την αυθεντικότητα της βούλησης ενός ηλικιωμένου διαθέτη ή ενός διαθέτη που αντιμετωπίζει σοβαρή ασθένεια. Μπορεί να οδηγήσει σε μη αναγκαιότητα εφαρμογής αυτού που στο Κοινοδίκαιο αποκαλείται «Χρυσός Κανόνας», (Golden Rule) σε σχέση με τη σύνταξη διαθήκης που αφορά διαθέτες με χαρακτηριστικά όπως τα πιο πάνω, σύμφωνα με τον οποίο, θα πρέπει, αν τούτο είναι δυνατό, να επιβεβαιώνεται η νοητική κατάσταση και η ικανότητα του διαθέτη από ιατρό, ο οποίος θα τηρεί πρακτικό για την σχετική επί τούτου εξέταση που διενήργησε. Κανόνα, ωστόσο, που πρόσφατη νομολογία παρουσιάζει περισσότερο ως Δικαστική συμβουλή για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση τέτοιων περιπτώσεων, ενώ αναγνωρίζοντας ότι η εφαρμογή του, πολλές φορές μπορεί να αποδειχτεί μη πρακτική, υποδεικνύει ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ένας δικηγόρος θα πρέπει απλώς να αναζητά γνώμη ιατρού για την νοητική κατάσταση και ικανότητα του διαθέτη. Άλλωστε υπάρχουν περιπτώσεις που παρά το γεγονός ότι ακολουθήθηκε ο ως άνω Κανόνας, η διαθήκη ακυρώθηκε, ενώ σε περιπτώσεις που ο κανόνας αγνοήθηκε, η εγκυρότητα της διαθήκης δεν επηρεάστηκε. Ως ειδικότερα σημειώνεται στο συγγράμματα Theobald on Wills 19η έκδ. παράραφος 4-022, σελ. 115:

«In modern practice, the notion that a doctor should be one of the attesting wit­nesses, or “approve” the will, is recognised as rather impractical; a solicitor should just seek a doctor’s opinion on the testator’s capacity. The essence of the Golden Rule, so far as it touches on capacity, is now comprised in the various guidance given to solicitors and other will-writers by their respective professional bodies, and now conveniently expressed by Briggs J in Key v Key:

“The substance of the Golden Rule is that when a solicitor is instructed to prepare a will for an aged testator, or for one who has been seriously ill, he should arrange for a medi­cal practitioner first to satisfy himself as to the capacity and understanding of the testa­tor, and to make a contemporaneous record of his examination and findings...”

In reality, as Briggs J acknowledged, this is not a rule at all, but judicial advice as to best practice. There will often be cases where it is impractical to comply with the rule, due to urgency or otherwise, or where the testator refuses to be assessed. It is now acknowledged that the rule is not “a touchstone of validity”; its “purpose, as has repeatedly been emphasised, is to assist in the avoidance of disputes, or at least in the minimisation of their scope”. There will be cases where the “rule” is followed to the letter and beyond, and yet the will is found invalid, and cases where the rule is ignored, even though the circumstances make it highly desirable for a medical opinion, yet the will is upheld.»

 

        Εκτενής αναφορά σε σχέση με το ειδικότερα πιο πάνω ζήτημα, και την θεώρηση του από Δικαστήρια, εντοπίζεται, μεταξύ άλλων, στα συγγράμματα Theobald on Wills 19η έκδ. παράγραφοι 4-019 έως 4-022 και Williams, Mortimer and Sunnucks (Executors, Administrators and Probate) παράγραφοι 10-02 έως 10-09,  και στην πληθώρα σχετικών με το ζήτημα αποφάσεων που αυτά παραπέμπουν, οι οποίες αποτυπώνουν  την διαχρονική προσέγγιση αλλά και την εξέλιξη  της νομολογίας.

 

        Η δικηγόρος Α.Ι., η οποία συνέταξε την διαθήκη ημερομηνίας 25.05.2007, ως και η ίδια αποκάλυψε, συνδεόταν με στενή φιλία με Ε.Π. (ενάγουσα 3 στην Αγωγή Αρ.8145/2013). Δεν αμφισβητήθηκε άλλωστε το γεγονός ότι η ως άνω από μακρού χρόνου φίλη της, ήταν το πρόσωπο που ουσιαστικά οδήγησε τον Στέλιο κοντά της για την σύνταξη της ως άνω διαθήκης. Περαιτέρω κατά τον τρόπο που η ίδια ξεκαθάρισε στο στάδιο  της αντεξέτασης της, φαίνεται να συνδέεται με τον Μ.Η., (ενάγοντα 4 στην Αγωγή Αρ.8145/2013 και αδελφό της Ε.Π., εξηγώντας ότι ήταν το πρόσωπο που την προσέλαβε, μετά τη συνταξιοδότησή της, στον δικηγορικό οίκο Μάριος Ηλιάδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, (του οποίου ο τελευταίος, πριν την συνταξιοδότηση του, ήταν μέτοχος και διευθυντής), όπου και περιστασιακά εργάζεται, ως νομικός σύμβουλος. Τα πιο πάνω, σε συνδυασμό θεωρούμενα με το περιεχόμενο της διαθήκης που η ίδια συνέταξε, (τεκμήριο 7) στο πλαίσιο της οποίας η ως άνω φίλη της παρουσιάζεται ως κληροδόχος, αποτελούν παραμέτρους που επιβάλλουν την προσέγγιση της μαρτυρίας της με τη μέγιστη δυνατή προσοχή.

 

        Παρεμβάλλεται ότι η μάρτυρας, δεν φαίνεται να αισθάνθηκε την ανάγκη, έχοντας ενώπιον της ένα καταπονημένο με διάφορα προβλήματα υγείας, ηλικιωμένο άτομο, το οποίο παρουσιαζόταν έτοιμο, όχι μόνο να ακυρώσει προσφάτως προηγηθείσα διαθήκη που έκανε ενώπιων άλλου δικηγόρου και να κληροδοτήσει περιουσιακά στοιχεία στο πρόσωπο που τον οδήγησε στην ίδια για τη σύνταξη της διαθήκης του, πέραν της δικής της εκτίμησης, να επιβεβαιώσει την πνευματική του κατάσταση και την ικανότητα κρίσης, μέσω ιατρικής γνώμης.

 

        Επέμενε η μάρτυς πως παρά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον Στέλιο από μακρού χρόνου και να τον συναντήσει κατ’ επανάληψη, μέσω της της φίλης και εξαδέλφης του, Ε.Π., δεν γνώριζε για το σοβαρό νευρολογικό πρόβλημα υγείας που ο τελευταίος αντιμετώπιζε. Η ως άνω θέση της, από μόνη της δεν πείθει. Τούτο, όχι μόνο λόγο της σχέσης και  επαφής της με τον ίδιο τον Στέλιο, όπως η ίδια την καθόρισε, αλλά και έχοντας κατά νου την υπόδειξη της Ε.Π. ότι η Α.Ι. ήταν ενήμερη του προβλήματος υγείας που ο Στέλιος αντιμετώπιζε. Εντύπωση επίσης προκαλεί η θέση της πως καθ’ ον χρόνο συναντήθηκε με τον Στέλιο στο γραφείο της, κατά τους χρόνους που μεταφέρθηκε στο γραφείο της για τις σχετικές συνεννοήσεις αλλά και για την υπογραφή της διαθήκης, η ίδια, πέραν από κάποια κινητικά προβλήματα, δεν αντιλήφθηκε οποιοδήποτε ζήτημα σε σχέση με την φυσική κατάσταση και την πνευματική διαύγεια του Στέλιου. Θέση που έρχεται σε αντίθεση με την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου και αποδεκτή ιατρική μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία, ως αποτέλεσμα της μη αναστρέψιμης κατάστασης στην οποία ο Στέλιος περιήλθε ήδη από το Μάρτιο του 2007, «θα προκαλούσε έκπληξη» αν κάποιος ενήλικας που τον συναντούσε δεν αντιλαμβανόταν ότι ο Στέλιος, πέραν από τα ευκόλως ανιχνεύσιμα προβλήματα στην κίνηση, τη δυσαρθρία, το ατενές βλέμμα κλπ, αντιμετώπιζε πρόβλημα και σε σχέση με την νοητική του ικανότητα, κρίση και αντίληψη των πραγμάτων. Η υπόδειξη της μάρτυρος ότι η ίδια δεν είναι ειδικός επί του ζητήματος και ότι μετέφερε την εντύπωση που η ίδια αποκόμισε, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει αν ιατρικώς, λόγω της κατάστασης της υγείας του και έκπτωσης των γνωστικών του λειτουργιών, ο Στέλιος δεν διέθετε την αναγκαία πνευματική διαύγεια και κρίση για να χειριστεί το ζήτημα της διάθεσης της περιουσίας του, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να αποτελέσει δικαιολογία για την προβαλλόμενη κρίση της, δεν διαφοροποιεί το γεγονός ότι η ως άνω εκτίμηση και αντίληψη της, ούτως ή άλλως, υπό το σύνολο της τεθείσας και ήδη αποδεκτής ιατρικής μαρτυρίας για το ζήτημα αλλά και του συνόλου των στοιχείων που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου επί του συζητούμενου, δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή.

  

        Τέθηκε υπόψιν του Δικαστηρίου από την η Ε.Π. ότι ο λόγος για τον οποίο η ίδια οδήγησε τον Στέλιο στη φίλη της, δικηγόρο, Α.Ι.,  ήταν το γεγονός, ως ο ίδιος της ανέφερε, ότι ήθελε να ανακαλέσει διαθήκη που υπέγραψε στις 21.05.2007 στο γραφείο του δικηγόρου Κ.Β., αποτέλεσμα πιέσεων τις οποίες δέχθηκε. Τούτου δοθέντος, προκαλεί εντύπωση, ο χρόνος που προκρίνεται και από την Α.Ι. ότι διευθετήθηκε μεταξύ της ίδιας και της Ε.Π η συνάντηση για τον πιο πάνω σκοπό με τον Στέλιο, πριν καν τις 20.05.2007 που αυτή πραγματοποιήθηκε, για να ληφθούν, κατά τον τρόπο που εισηγήθηκε η Α.Ι., σχετικές οδηγίες από τον Στέλιο. Είναι προφανές ότι η πιο πάνω, πρωθύστερη εισηγούμενη εξέλιξη των γεγονότων, (διευθέτηση συνάντησης και πραγματοποίηση της για ετοιμασία νέας διαθήκης που θα ανακαλεί διαθήκη η οποία δεν είχε καν υπογραφεί από τον Στέλιο) δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, πλήττοντας στο τέλος της ημέρας όχι μόνο την εκδοχή αλλά και την αξιοπιστία των μαρτύρων που κλήθηκαν εκ μέρους των εναγόντων στην Αγωγή Αρ.8245/2013.

 

        Τον δικηγόρο Κ.Β., από μακρού χρόνου φίλο και πρόσωπο που παρακολουθείται ιατρικά από τον Π.Ν., ως ο ίδιος δήλωσε, δεν απασχόλησαν ειδικότερα τα προβλήματα υγείας που γενικά γνώριζε ότι αντιμετώπιζε ο Στέλιος, κατά τον χρόνο που του ζητήθηκε να ετοιμάσει την φερόμενη διαθήκη, ημερομηνίας 24.04.2009 και την υπογραφή της. Ως υπέδειξε, με δεδομένο ότι ο ίδιος συνεννοείτο μαζί του ενώ του φάνηκε ότι είχε αντίληψη των πραγμάτων, θεώρησε ότι δεν ήταν δική του δουλειά να ενδιαφερθεί για τις ασθένειες του Στέλιου.  Ήταν στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, άλλωστε, που ενώ γνώριζε ότι ο Στέλιος, ως ηλικιωμένο άτομο, αντιμετώπιζε διάφορα προβλήματα, δεν είχε υπόψη του για τα ζητήματα νευρολογικής φύσης που ο Στέλιος αντιμετώπιζε. Ως και τη συνάδελφό του, Α.Ι., ούτε τον ίδιο απασχόλησε το ενδεχόμενο να αναζητήσει ιατρική επιβεβαίωση της πνευματικής διαύγειας και ικανότητας κρίσης του Στέλιου κατά τον ουσιώδη χρόνο σύνταξης από μέρους του και υπογραφής της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009 από τον διαθέτη. Τούτο, παρά το γεγονός ότι διαπίστωσε ότι ο Στέλιος, λόγω της γενικότερης κατάστασης της υγείας του ήταν ταλαιπωρημένος, ενώ προγενέστερη διαθήκη  που ο ίδιος συνέταξε, φέρεται από τον ίδιο να υπογράφηκε από τον Στέλιο στην παρουσία και του ιατρού του, ειδικού νευρολόγου Θ.Κ., ο οποίος και υπόγραψε ως μάρτυρας. Ως ο ίδιος δε υπέδειξε, οι διευθετήσεις για την υπογραφή της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, έγιναν από τον Π.Ν., εξάδελφο και ιατρό του Στέλιου και πατέρα προσώπου που ως κληροδόχος παρουσιάζεται να επωφελείται από αυτήν. Ομοίως δεν φαίνεται να τον απασχόλησε το γεγονός ότι η υπογραφή της συγκεκριμένης διαθήκης διευθετήθηκε να γίνει σε δωμάτιο κλινικής που ο Στέλιος είχε ειδικά μεταφερθεί για περιποίηση των πληγών του, λόγω κατάκλισης,  καθ’ ον χρόνο, ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου  «δεν ήταν ετοιμοθάνατος», ούτε οι  προσωπικές του περιστάσεις φαίνεται να ήταν τέτοιες, που από μόνες τους θα δικαιολογούσαν την σπουδή της υπογραφής της διαθήκης υπό τις ως άνω συνθήκες. Τίποτα από τα πιο πάνω δεν ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά του δικηγόρου Κ.Β., κατά τρόπο που να αναζητηθεί ιατρική γνώμη για το επίπεδο της  πνευματικής κατάστασης του Στέλιου και της δυνατότητας αντίληψης και λήψης σοβαρών αποφάσεων, όπως είναι ο τρόπος διάθεσης της περιουσίας του.  

 

        Αισθάνομαι ότι η επισήμανση εκ μέρους του Δικαστηρίου, πως  στην περίπτωση που οι ως άνω δικηγόροι  μάρτυρες, Κ.Β. και Α.Ι., ακολουθούσαν για το ζήτημα διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά την αναγκαιότητα επιβεβαίωσης της πνευματικής διαύγειας και ικανότητας κρίσης ενός διαθέτη με χαρακτηριστικά όπως ο Στέλιος, ως φαίνεται να επιδιώχθηκε και να εφαρμόστηκε τούτο από την πλευρά του εναγόμενου, καθ’ ον χρόνο προέβαινε στην ετοιμασία και υπογραφή της διαθήκης ημερομηνίας 14.08.2006, όχι μόνο θα έδινε την ευκαιρία στο Δικαστήριο να συνεκτιμήσει επί του συζητούμενου τα σχετικά στοιχεία ή μαρτυρία, αλλά πρωτίστως, θα θωράκιζε το κύρος και την εγκυρότητα των διαθηκών που ετοίμασαν, δεν είναι κενή περιεχομένου. Το σύνολο των ως άνω ειδικότερων περιστάσεων και συνθηκών κάτω από τις οποίες ετοιμάστηκαν και υπογράφηκαν οι ως άνω διαθήκες, αναδείκνυαν την σημασία της αναζήτησης από την πλευρά τους ιατρικής γνώμης για την νοητική κατάσταση, την πνευματική διαύγεια και την ικανότητα κρίσης του Στέλιου κατά τους ουσιώδης χρόνους. 

 

        Με κάθε σεβασμό, η εντύπωση που ο μάρτυρας δηλώνει ότι αποκόμισε, για τα επίπεδα αντίληψης, πνευματικής διαύγειας και την ικανότητα  κρίσης του Στέλιου, μιλώντας μαζί του τηλεφωνικώς προς το σκοπό ετοιμασίας της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009 αλλά και κατά το χρόνο και υπό τις συνθήκες που ο ίδιος δηλώνει ότι τον συνάντησε κατά την ημερομηνία που διευθετήθηκε η υπογραφή της διαθήκης, κρίνεται ακροσφαλείς και μη δυνάμενη να υιοθετηθεί από το Δικαστήριο. Παρεμβάλλεται ότι η εξέλιξη των γεγονότων στα οποία αναφέρθηκε ο μάρτυρας όσον αφορά την ετοιμασία και υπογραφή της διαθήκης ημερομηνίας 24.04.2009, έλαβαν χώρα σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο από τον χρόνο που ιατρικώς είχε διαπιστωθεί, ως έγινε ήδη αποδεκτό, ότι ο Στέλιος, ως αποτέλεσμα της εκφυλιστικής και προοδευτικά επιδεινούμενης κατάσταση της υγείας του, πέραν των διαφόρων σωματικών αδυναμιών που εκδήλωνε και αντιμετώπιζε, π.χ. κινητικότητα, ακαμψία, δυσαρθρία, ατενές βλέμμα, είχε πλέον αμετάκλητα απωλέσει την ικανότητα κρίσης ενώ οι πνευματικές του λειτουργίες παρουσίαζαν τέτοια έκπτωση που τον καθιστούσαν ανίκανο να αντιληφθεί, να οργανώσει την κρίση του και να χειριστεί τις υποθέσεις του. Τούτο, μάλιστα, χωρίς στην περίπτωση του να υπάρχει το ενδεχόμενο, προσωρινής έστω ανάκαμψης ή φωτεινών διαλειμμάτων.

        Προσεγγίζοντας τη μαρτυρία της Ε.Π., προκαλεί εντύπωση η επιμονή της πως ούτε μέσω του Στέλιου ούτε άλλως πως, είχε ενημερωθεί για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του Στέλιου και για τη φύση της σχέσης του με τον Michel. Εύλογα θα ανέμενε ο τρίτος, ανεξάρτητος παρατηρητής, πως αν η σχέση της με τον Στέλιο ήταν τόσο στενή και ειλικρινής όπως τη σκιαγράφησε, θα της αποκάλυπτε τούτο ο ίδιος, στην περίπτωση που από μόνη της, λόγω της παρουσίας του Michel στην καθημερινότητα του Στέλιου, δεν το αντιλαμβανόταν. Άλλωστε ως έχει τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου και γίνεται αποδεκτό, ο Στέλιος αισθανόταν άνετα με τις επιλογές του ενώ ο περίγυρος του, στενότερος και ευρύτερος, φαίνεται ότι ήταν πλήρως ενήμεροι για τα πιο πάνω. Ως χαρακτηριστικά τέθηκε στο Δικαστήριο  ήταν δύσκολο για κάποιον  ο οποίος συνδεόταν με τον Στέλιο να αγνοεί το γεγονός ότι ήταν ομοφυλόφιλος και διατηρούσε συγκεκριμένη ομοφυλοφιλική σχέση.

          Περαιτέρω, επιδιώκοντας προφανώς να επιρρώσει τη θέση της ότι η ίδια δεν γνώριζε για το περιεχόμενο της διαθήκης, ημερομηνίας 25.05.2007, υποδεικνύοντας ότι αυτή παρέμεινε στο γραφείο της φίλης της, Α.Ι., επέμενε ότι είδε για πρώτη την εν λόγω διαθήκη κατά τον χρόνο που κατέθεσε ως μάρτυρας στο Δικαστήριο. Θέση για την οποία ελέγχεται, αφού μέσω ένορκης δήλωσης της, ημερομηνίας 02.10.2015, αποκαλύπτει ότι από τότε είχε στην κατοχή της, μεταξύ άλλων εγγράφων, και την ως άνω διαθήκη.  

 

        Η παραπομπή άλλωστε από την μάρτυρα Ε.Π. στο ηλεκτρονικό μήνυμα που έλαβε από τον Michel, (τεκμήριο 4) κατά την ημερομηνία που υπογράφεται η διαθήκη, ήτοι στις 25.05.2007, από μόνη της, δεν βλέπω πως θα μπορούσε να καταδείξει ότι ο Στέλιος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν πράγματι σε θέση να αντιλαμβάνεται, να κρίνει, να αποφασίζει και να χειρίζεται ζητήματα, όπως η διάθεση της περιουσίας του κατά τον ουσιώδη χρόνο. Πέραν του γεγονότος ότι η αποστολή του ως άνω μνήματος αποκαλύπτει σχετικές «συζητήσεις» και το ενδιαφέρον της μάρτυρος για το περιεχόμενο της διαθήκης, ο αποστολέας του, ως η μάρτυς υπέδειξε ότι είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει, μη όντας καλός γνώστης της Αγγλικής γλώσσας, δεν ήταν σε θέση να εκφράζεται με ακρίβεια, μεταφέροντας πολλές φορές στο συνομιλητή του άλλα από αυτά που πραγματικά ήθελε να του πει.

          Έχει ήδη σημειωθεί η ανακολουθία που εντοπίζεται στην θέση που η Ε.Π. προέβαλε, συμπλέοντας προς τούτο με την  Α.Ι, σε σχέση με τον χρόνο που ο Στέλιος την ενημέρωσε ότι ήθελε να ανακαλέσει διαθήκη που υπέγραψε υπό πίεση, μέρες νωρίτερα στο γραφείο του δικηγόρου Κ.Β., ήτοι στις 21.05.2007, με αποτέλεσμα η ίδια, αφού συνεννοήθηκε σχετικά με τη δικηγόρο Α.Ι., να τον παραπέμψει και να τον μεταφέρει στην τελευταία, καταλήγοντας στην υπογραφή της διαθήκης, ημερομηνίας 25.05.2007. Η ανακολουθία στην ως άνω προβληθείσα εκδοχή, σε σχέση με το γεγονός ότι λήφθηκε πληροφόρηση από την Ε.Π. και έγιναν συνεννοήσεις και συνάντηση στις 20.05.2007, με σκοπό να ανακληθεί διαθήκη που είχε υπογραφεί υπο πίεση από τον Στέλιο, σε χρόνο όμως μεταγενέστερο, ήτοι στις  21.05.2007, αφεύκτως, ως έχει ήδη σημειωθεί,  επηρεάζει ολόκληρη την εκδοχή των εναγόντων για την εξέλιξη ουσιαστικών γεγονότων που περιβάλλουν την υπο συζήτηση περίπτωση.

 

          Ομοίως, η προσπάθεια της μάρτυρος να οριοθετήσει χρονικά την περίοδο που ο Στέλιος, σύμφωνα πάντα με τη δική της αντίληψη και παρατηρήσεις, είχε «σώας τα φρένας», υποστηρίζοντας ότι ο τελευταίος μόλις το 2008 δεν διατηρούσε πνευματική διαύγεια και ικανότητα κρίσης λόγω της ασθένειας του, έχοντας κατά νου το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλουν την υπο συζήτηση περίπτωση, τις συνθήκες καταρτισμού και υπογραφής των διαθηκών που ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου υπέγραψε τον Μάϊο του 2007, σε συνδυασμό θεωρούμενα με την τεθείσα υπόψη του Δικαστηρίου και ήδη κριθείσα αξιόπιστη ιατρική μαρτυρία, η οποία ουσιαστικά αποκλείει, κατά τρόπο σαφή και κατηγορηματικό, τις σχετικές εισηγήσεις της μάρτυρος για το ζήτημα, δεν μπορεί να επιτύχει και να οδηγήσει στην υιοθέτηση της ως άνω θέσης.

        Έχει ήδη καταγραφεί η αντίληψη του Δικαστηρίου για την ποιότητα και εν τέλει τη γενικότερη αξιοπιστία του μάρτυρα Π.Α., πραγματικότητα που καθιστά αδύνατη την αξιοποίηση της μαρτυρίας του και των αναφορών του και για το ειδικότερο ζήτημα που εδώ απασχολεί. Ούτως ή άλλως ο ίδιος υπέδειξε ότι για μια ασφαλή τοποθέτηση για το θέμα της νευρολογικής  πάθησης που ο Στέλιος αντιμετώπιζε, απαιτούνται εξειδικευμένες κλινικές και παρακλινικές εξετάσεις οι οποίες, αφού μελετηθούν από ειδικούς θα ήταν ικανές να οδηγήσουν σε διαστρωμάτωση του επιπέδου της ασθένειας και των επιπτώσεων της. Οι τοποθετήσεις του για το ζήτημα της πνευματικής διαύγειας, δυνατότητας αντίληψης  και κρίσης του Στέλιου, στον τόπο και υπο τις συνθήκες οι οποίες εξήγησε ότι έγιναν τον Απρίλιο του 2009, στηριζόμενες σε παρατηρήσεις και εκτιμήσεις του ιδίου οι οποίες δεν φαίνεται να συνάδουν με το ιατρικό ιστορικό και γενικά την κατάσταση υγείας του Στέλιου, ως αυτά τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου και έγιναν αποδεκτά, δεν θα μπορούσαν να πείσουν και να γίνουν αποδεκτές.

 

        Εύκολα διακριτή ήταν η προσπάθεια μαρτύρων που η πλευρά του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013 παρουσίασε, ειδικότερα της Α.Δ.Σ., του Ι.Σ. (ατόμων που ως προέβαλαν τους συνέδεε μακροχρόνια φιλία και οικειότητα με το Στέλιο) και του Κ.Μ. (εξάδελφου του Στέλιου) να προωθήσουν με τη μαρτυρία και τις τοποθετήσεις τους την εκδοχή του ενάγοντα στην Αγωγή Αρ.8357/2013. Θέση και των τριών, ήταν ότι ο Στέλιος, σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο του 2009, μέχρι το 2010 - 2011, δεν αντιμετώπιζε οποιοδήποτε ζήτημα απώλειας ή επιβάρυνσης έστω της πνευματικής του διαύγειας και ικανότητας κρίσης. Παρεμβάλλεται ότι οι δύο πρώτοι, παρά τη στενή φιλική σχέση και επαφές που υποστήριξαν ότι διατηρούσαν με το Στέλιο, παραδέχθηκαν ότι δεν ήταν ενήμεροι για το είδος της νευρολογικής ασθένειας που ο ίδιος αντιμετώπιζε. Η μεν Α.Δ.Σ, όταν της υπεδείχθη ότι ο Στέλιος χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο της Γενεύης το 2006, δεν γνώριζε τον λόγο που χρειάστηκε να νοσηλευτεί, ο δε Ι.Σ., αγνοούσε παντελώς το γεγονός ότι νοσηλεύτηκε για ένα περίπου μήνα στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γενεύης. Ομοίως ο εξάδελφος του Στέλιου, Κ.Μ., υπέδειξε ότι η πρώτη φορά που έμαθε ότι ο αποβιώσας αντιμετώπιζε νευρολογικό πρόβλημα, ήταν το 2012, χρονιά που όταν τον συνάντησε δεν ήταν σε θέση να θυμάται αν ο Στέλιος, χρησιμοποιούσε τροχοκάθισμα. Παρεμβάλλεται ότι στη βάση όσων έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Στέλιος, από το 2007 παρουσιάζεται να κινείται υποβοηθούμενος, με την φυσική του κατάσταση να εξελίσσεται κατά τρόπο που πριν από τον Απρίλη του 2009, να είναι αναγκαίο σε τακτά χρονικά διαστήματα λόγω της συνεχούς κατάκλισης του, να μεταφέρεται σε κλινική για περιποίηση των πληγών του.

        Ανεπιτυχής κρίνεται η προσπάθεια τους να παρουσιάσουν τον Στέλιο, μέχρι και το 2011, ως πρόσωπο κοινωνικό και εκδηλωτικό, πνευματικά υγιή, που συμμετείχε με άνεση σε οικογενειακές, κοινωνικές και φιλικές συναθροίσεις και συγκεντρώσεις, συνομιλώντας και συζητώντας μαζί τους, χωρίς να γίνεται αντιληπτό από τους ίδιους ότι αντιμετώπιζε σοβαρά ζητήματα υγείας, όπως αυτά και η συμπτωματολογία τους εξηγήθηκαν στο Δικαστήριο με ανάλογη ιατρική μαρτυρία. Η παραδοχή τους ότι οι ίδιοι δεν είχαν ιατρικές γνώσεις για να εντοπίσουν κάτι τέτοιο, όπως δήλωσε η μάρτυς  Α.Δ.Σ, δεν διαφοροποιεί το γεγονός ότι η εικόνα που παρουσίασαν όσον αφορά την φυσική κατάσταση και την πνευματική διαύγεια και ικανότητα κρίσης του Στέλιου μέχρι και το 2010 - 2011, δεν συνάδει με την τεθείσα υπόψιν του Δικαστηρίου ιατρική μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία η επίδραση της ασθένειας στον τρόπο ζωής, δράσης και συμπεριφοράς του Στέλιου ήταν εύκολα διακριτή, ήδη σε χρόνο πολύ προγενέστερο από αυτόν που οι μάρτυρες επέμεναν ότι συναντούσαν κατά τον πιο πάνω τρόπο τον Στέλιο και με άνεση και ευκολία συνομιλούσαν, συζητούσαν και ενίοτε, όπως ο Κώστας Μελετίου υπέδειξε, ανέλυαν μαζί διάφορα ζητήματα της τρέχουσας επικαιρότητας. Η θέση τους ότι δεν είχαν αντιληφθεί οποιοδήποτε ζήτημα σε σχέση με την πνευματική διαύγεια του Στέλιου, προσώπου που από μακρού χρόνου αντιμετώπιζε κινητικά προβλήματα, δυσαρθρία, έχοντας ατενές βλέμμα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το επίπεδο της πνευματικής διαύγειας και κρίσης του Στέλιου, όπως χαρακτηριστικά υπέδειξε ο ιατρός P.A.J. και γίνεται αποδεκτό, ήδη από τις αρχές του 2007 είχε μειωθεί σε βαθμό που ένας ενήλικας άνθρωπος, έχοντας επαφή με το Στέλιο, ακόμα και σύντομη, θα αντιλαμβανόταν ότι αντιμετώπιζε νοητικό πρόβλημα. Πολύ περισσότερο, όταν οι συναντήσεις και οι επαφές που οι μάρτυρες επικαλούνται και παραπέμπουν φέρονται να έγιναν σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο, με το δεδομένο της εκφυλιστικής και προοδευτικά επιδεινούμενης ασθένειας του Στέλιου, να είναι αδιαμφισβήτητο.

        Ενδεικτικό της σύγχυσης στην οποία φαίνεται να τελούσε ο Στέλιος μετά τον Μάρτιο του 2007, κατά τρόπο που συνάδει με την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου ιατρική μαρτυρία, εδραζόμενη η τελευταία και σε μετρήσιμα επιστημονικά κριτήρια για το ζήτημα, ενισχύοντας την ως άνω κατάληξη του Δικαστηρίου, αποτελεί και το γεγονός ότι τον Μάιο του 2007, παρουσιάζεται, υποβοηθούμενος προς τούτο από συγγενικά του πρόσωπα, σε διάστημα ημερών να προβαίνει σε διαφορετικές διαθήκες, ήτοι, να συνεννοείται ανάλογα για τη σύνταξη διαθήκης μαζί με τη δικηγόρο Α.Ι. στις 20.5.2007, ενώ ταυτόχρονα, στις 21.5.2007 να υπογράφει τελικά στο γραφείο του δικηγόρου Κ.Β., άλλη διαθήκη, χωρίς να αναφέρει οτιδήποτε στον δικηγόρο Κ.Β. ή σε οποιοδήποτε  άλλο από τους παρευρισκόμενους, για να επανέλθει στη συνέχεια, στις 25.05.2007, προχωρώντας στην υπογραφή διαφορετικής διαθήκης, ως οι προηγηθείσες συνεννοήσεις με τη δικηγόρο Α.Ι..

 

        Η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Στέλιος, ήδη από το Μάρτη του 2007, λόγω της εκφυλιστικής ασθένειας που αντιμετώπιζε (άνοια με σωμάτια Lewy) και του συνακόλουθου επηρεασμού της πνευματικής του ικανότητας και διαύγειας, απώλεσε αμετάκλητα την ικανότητα κρίσης και λήψης λογικών αποφάσεων, μεταξύ άλλων για τη διαχείριση των υποθέσεων του και τη διάθεση της περιούσιας του, απολήγει καταλυτική για την τύχη, τόσο της Αγωγής Αρ. 8145/2013, όσο και της Αγωγής Αρ. 8357/13.

 

        Αντίθετα στη βάση όλων όσων έχουν τεθεί υπόψη του  Δικαστηρίου, ως έχουν γίνει αποδεκτά, αποτελεί κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Στέλιος, παρά την κατάσταση της υγείας του και τη συμπτωματολογία που ήδη παρουσίαζε, αποτέλεσμα της εκφυλιστικής και προοδευτικά επιδεινούμενης ασθένειας που αντιμετώπιζε, στις 14.08.2006, ημερομηνία υπογραφής της διαθήκης της σχετικής διαθήκης (τεκμήριο 8) διατηρούσε την αναγκαία και απαρατήρητη πνευματική ικανότητα και διαύγεια και διέθετε την κρίση, οι οποίες του επέτρεπαν νόμιμα να προβεί στη διάθεση της περιουσίας του, με τη σύνταξη και εκτέλεση της ως άνω διαθήκης.

 

        Ενόψει όλων των πιο πάνω, οι ως άνω αγωγές αποσυνενώνονται και εκδίδονται αποφάσεις ως ακολούθως:

 

Στην Αγωγή Αρ.8145/2013:

Η Αγωγή απορρίπτεται.

Η Ανταπαίτηση επιτυγχάνει. Ειδικότερα, εκδίδεται απόφαση:  

 

Α. Με την οποία αναγνωρίζεται ότι η ως άνω διαθήκη, ημερομηνίας 14.08.2006 αποτελεί την τελευταία, νόμιμη, έγκυρη, γνήσια και αληθινή διαθήκη του αποβιώσαντα Στέλιου Ηλιάδη.

 

Β. Με την οποία αναγνωρίζεται ότι ο εναγόμενος, Κ.Κ.,   αποτελεί τον Εκτελεστή της ως άνω διαθήκης του αποβιώσαντα Στέλιου Ηλιάδη, ημερομηνίας 14.08.2006.

 

Στην Αγωγή Αρ.8357/2013:

Η Αγωγή απορρίπτεται.

Η Ανταπαίτηση επιτυγχάνει. Ειδικότερα, εκδίδεται απόφαση: 

 

Α. Με την οποία αναγνωρίζεται ότι η ως άνω διαθήκη, ημερομηνίας 14.08.2006 αποτελεί την τελευταία, νόμιμη, έγκυρη, γνήσια και αληθινή διαθήκη του αποβιώσαντα Στέλιου Ηλιάδη.

 

Β. Με την οποία αναγνωρίζεται ότι ο εναγόμενος, Κ.Κ.,   αποτελεί τον Εκτελεστή της ως άνω διαθήκης του αποβιώσαντα Στέλιου Ηλιάδη, ημερομηνίας 14.08.2006.

 

 Όσον αφορά τα έξοδα της διαδικασίας, επιδικάζονται προς όφελος του εναγόμενου σε κάθε αγωγή, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο προς τούτο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι ενάγοντες, καταχώρησαν και προώθησαν τις ως άνω αγωγές, είτε ως κληρονόμοι είτε ως παρουσιαζόμενοι κληροδόχοι στις διαθήκες ημερομηνίας 25.05.2007 και 29.04.2009, την εγκυρότητα, ισχύ και νομιμότητα των οποίων είχαν κάθε έρεισμα να θέσουν υπό την κρίση του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι τα ως άνω έξοδα θα πρέπει να καταβληθούν από την περιουσία του αποβιώσαντα, Στέλιου Ηλιάδη.  Νοείται ότι από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος συνένωσης των ως άνω αγωγών, ένα σετ εξόδων θα υπολογιστεί.

 

 

 

(Υπ.)………………………………….

                                                Α. Δαυίδ, Π.Ε.Δ. 

 

 

 

       

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο