ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1074/11

 

Μεταξύ:

1.      Γεωργίας Καραγιώργη, ως διαχειρίστριας της περιουσίας της αποβιωσάσης Χαριτίνης Χρυσάνθου Κυρίλλου υπό την προσωπική της ιδιότητα

2.      Κώστα Καραγιώργη

Εναγόντων

και

 

Χαράλαμπου Νεοκλή Ιωάννου

Εναγόμενου

Ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερ. 15/01/2014

 

1. Γεωργίας Καραγιώργη, ως διαχειρίστριας της περιουσίας της αποβιωσάσης Χαριτίνης Χρυσάνθου Κυρίλλου υπό την προσωπική της ιδιότητα

2. Κώστα Καραγιώργη

3. Νίκης Καραγιώργη

Εναγόντων

και

 

Χαράλαμπου Νεοκλή Ιωάννου

Εναγόμενου

Ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερ. 01/07/2019

 

1. Ελένης Κώστα Καραγιώργη, ως διαχειρίστριας της περιουσίας της αποβιωσάσης Χαριτίνης Χρυσάνθου Κυρίλλου υπό την προσωπική της ιδιότητα

2. Κώστα Καραγιώργη

3. Νίκης Καραγιώργη

Εναγόντων

και

 

Χαράλαμπου Νεοκλή Ιωάννου

Εναγόμενου

---------------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 07/07/2023 για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης

 

Ημερομηνία: 19 Φεβρουαρίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες – Αιτητές: κα Καλλένου για Ε. Φλουρέντζου & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενο - Καθ’ ου η Αίτηση: κα. Λαδά για Γ. & Α. Λαδάς Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι Αιτητές με την αίτησή τους ζητούν από το Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 30/09/2020 μέχρι την εκδίκαση της Εφ. Αρ. 312/20.

 

Η αίτηση βασίζεται στη Δ.35 θ.18 και 19, στην Δ.40 θ.7 και 11, στην Δ.48 θ.θ. 1 ‑ 9 και την Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στις αρχές του Δίκαιου της Επιείκειας και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου, καθώς και στην ισχύουσα Νομολογία.

 

Τα γεγονότα προς θεμελίωση της αίτησης παρατίθενται από την Ελένη Κώστα Καραγιώργη, Ενάγουσα 1 στην αγωγή, η οποία τα γνωρίζει και έχει εξουσιοδοτηθεί και από τους υπόλοιπους Ενάγοντες για την παρουσίασή τους. Σύμφωνα με την Ομνύουσα, το Δικαστήριο στις 30/09/2020, μετά από ακροαματική διαδικασία, εξέδωσε απόφαση απορρίπτοντας την αγωγή με έξοδα υπέρ του Eναγόμενου και εναντίον των Εναγόντων, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Ασκήθηκε έφεση εναντίον της απόφασης με την οποία αμφισβητείται η κρίση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Υποστηρίζει ότι υπάρχουν σοβαροί και ουσιαστικοί λόγοι έφεσης, οι οποίοι παρατίθενται στην έφεση και ότι στην περίπτωση που επιτραπεί η εκτέλεση της απόφασης οι Αιτητές θα βρεθούν σε δυσμενή θέση και ότι θα είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθούν τα δικαιώματα και συμφέροντά τους. Ισχυρίζεται ότι υπάρχουν πολύ καλές προοπτικές επιτυχίας της έφεσης. Κατά τη δική της άποψη, αν δεν ανασταλεί η εκτέλεση της απόφασης, στην περίπτωση επιτυχίας της έφεσης, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να προκληθούν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους Αιτητές αφού υπάρχει κίνδυνος να μην είναι δυνατή η ανάκτηση του ποσού. Αντίθετα, αν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα ο Καθ' ου η αίτηση θα μπορεί να απολαύσει τους καρπούς της επιτυχίας του και η ενδεχόμενη επιτυχία της έφεσης δεν θα καταστεί άνευ αντικειμένου. Αν δεν εκδοθεί το διάταγμα οι Αιτητές θα έχουν καταβάλει ένα αρκετά ψηλό ποσό στον Καθ΄ου η αίτηση, το οποίο θα είναι αδύνατο να τους επιστραφεί.

 

Προωθεί τη θέση, η Ομνύουσα, ότι οι Καθ' ων η αίτηση δεν θα υποστούν οποιανδήποτε βλάβη εάν η αίτηση εγκριθεί. Καταγράφει ότι είχε διαβιβαστεί πρόταση για σταδιακή καταβολή των εξόδων, ήτοι την καταβολή του ποσού των €8.000 και ακολούθως την καταβολή του ποσού των €250 μηνιαίως προς πλήρη εξόφληση των εξόδων καθώς και το εφάπαξ ποσό ύψους €9.000 και μετά καταβολή μηνιαίων δόσεων εκ €280 προς πλήρη εξόφληση των εξόδων. Όμως ο Καθ' ου η αίτηση αρνήθηκε να υπογράψει βεβαίωση ανάληψης ευθύνης πιστωτή, των οποιωνδήποτε εξόδων καταβληθούν, καταδεικνύοντας ότι αν η έφεση πετύχει δεν θα συμμορφωθεί.

 

Καταλήγει, ότι είναι ορθό και δίκαιο να εκδοθεί διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης γιατί αν αυτή εκτελεστεί δεν θα μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο στην περίπτωση που επιτύχει η έφεση. Δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει στην κατάθεση εγγυητικής στον Πρωτοκολλητή για σκοπούς εξασφάλισης του Καθ' ου η αίτηση σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης. Προωθεί τη θέση ότι βρίσκονται σε καλή οικονομική κατάσταση και είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε υποχρέωση.

 

Η αίτηση αντιμετωπίστηκε με ένσταση στην οποία καταγράφονται έξι (6) λόγοι ενστάσεως οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση του επίδικου διατάγματος, ότι η καταχώρηση έφεσης δεν συνιστά λόγο για τον οποίο δύναται να ανασταλεί η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι στην περίπτωση αποφάσεων για καταβολή χρηματικού ποσού η εκτέλεση της απόφασης δεν καθιστά την έφεση άνευ αντικειμένου εκτός αν ο εφεσίβλητος είναι αφερέγγυος ή συντρέχουν άλλες εξαιρετικές περιστάσεις, ότι οι Αιτητές παραδέχονται ότι είναι σε καλή οικονομική κατάσταση, ότι η αίτηση είναι κακόπιστη και αποσκοπεί στο να μην καταβληθούν, στον Καθ' ου η αίτηση, τα ποσά που επιδικάστηκαν υπέρ του και ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έγκρισης της αίτησης.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της ένστασης καταγράφονται στην ένορκη δήλωση του Εναγόμενου ο οποίος τα γνωρίζει προσωπικά. Είναι η θέση του ότι η έφεση που έχει ασκηθεί εναντίον της πρωτόδικης απόφασης δεν έχει πιθανότητα επιτυχίας. Ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση αφορά επιδικασθέντα έξοδα και συνεπώς δεν εντάσσεται στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες δύναται να ανασταλεί η εκτέλεση απόφασης αφού δεν προκύπτει ανεπανόρθωτη ζημιά. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ισχυρισμός ότι είναι αφερέγγυος και βεβαιώνει ότι είναι πρόθυμος, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης και ακύρωσης της πρωτόδικης απόφασης, να επιστρέψει αμέσως στους Αιτητές οποιαδήποτε ποσά τυχόν εισπράξει σε σχέση με την εκδοθείσα απόφαση. Ισχυρίζεται ότι ως κερδισμένος διάδικος, στην πρωτόδικη διαδικασία, έχει κάθε δικαίωμα να απολαύσει τους καρπούς της επιτυχίας του και να λάβει μέτρα εκτέλεσης σε σχέση με την πρωτόδικη απόφαση. Αναφέρεται στα γεγονότα που οδήγησαν στην καταχώρηση της αγωγής και ισχυρίζεται ότι 13 χρόνια μετά την καταχώριση της αγωγής οι Αιτητές δεν του κατέβαλλαν οποιοδήποτε ποσό, αντιθέτως προσπαθούν με κάθε μέσο να εμποδίσουν την είσπραξη του συγκεκριμένου ποσού. Για να επιτύχουν το συγκεκριμένο σκοπό δεν προχωρούν με τη διαχείριση της αποβιώσασας Γεωργίας Καραγιώργη. Προωθεί τη θέση ότι τα χρήματα που οφείλονται μπορούν να καταβληθούν από την περιουσία της Διαχ. Αρ.120/19 και με αυτόν τον τρόπο δεν θα επηρεαστεί οποιοσδήποτε από τους υπόλοιπους Αιτητές. Καταλήγει ότι ο λόγος που οι Αιτητές καταχώρισαν την υπό κρίση αίτηση είναι γιατί ο ίδιος καταχώρισε, την 01/11/2022, ΜΕΜΟ στην ακίνητη περιουσία τους. Όσον αφορά την εισήγηση για καταβολή ποσού στον Πρωτοκολλητή είναι η δική του θέση ότι αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Αιτητών αφού ο ίδιος δεν θα εισπράξει οποιοδήποτε ποσό.

 

Και οι δυο πλευρές προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων είναι πολύ υποβοηθητικό για το Δικαστήριο. Δεν καταχωρήθηκε καμιά συμπληρωματική ένορκη δήλωση, ούτε και ζητήθηκε η αντεξέταση οποιουδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες. Το Δικαστήριο έχει κατά νου το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων και θα αναφερθεί σ αυτό όπου το κρίνει απαραίτητο.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το φάκελο του Δικαστηρίου, οι Αιτητές – Ενάγοντες είχαν καταχωρίσει εναντίον του Καθ΄ου η αίτηση - Εναγόμενου αγωγή για παράνομη επέμβαση στο ακίνητό τους. Συγκεκριμένα, ισχυρίστηκαν ότι ο Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενος είχε χτίσει τοίχο ο οποίος τους αποστέρησε το φως και οδήγησε τα όμβρια νερά της οικίας του να περνούν από το πίσω μέρος της οικίας των Αιτητών – Εναγόντων. Μετά από ακροαματική διαδικασία το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή των Αιτητών – Εναγόντων και επιδίκασε τα έξοδα υπέρ του Εναγόμενου – Καθ΄ου η αίτηση. Τα έξοδα, ως υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο, ανέρχονται στις €16.493 πλέον €599.50 πραγματικά έξοδα, πλέον τόκο. Ουσιαστικά οι Αιτητές – Ενάγοντες επιζητούν την αναστολή της καταβολής των δικαστικών εξόδων.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η αίτηση βασίζεται στην Δ.35 θ.18 η οποία διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

 

« 18. An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.».

 

Η νομολογία που διέπει το θέμα εξέτασης εκτέλεσης απόφασης είναι πολύ γνωστή και έχει παρατεθεί εν εκτάσει και από τους δύο ευπαίδευτους συνηγόρους των διαδίκων στις αγορεύσεις τους. Σύμφωνα με τις αρχές της νομολογίας, όπως έχουν αποκρυσταλλωθεί στην υπόθεση Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων (1991) 1 ΑΑΔ 1147, το Δικαστήριο εξετάζοντας τέτοιου είδους αιτήσεις, όπως η παρούσα, κατέγραψε, στη σελ. 1150 ότι:

 

« Η Έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης. Η αναστολή μπορεί να εγκριθεί στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο δικαστήριο από τη Δ.35 θ.18. Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης, αφενός, και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση Έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατεξοχή παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση Έφεσης.»

 

Αναφορά μπορεί να γίνει και στις ακόλουθες αποφάσεις: Penderhill Holdings Limited κ.ά. ν. Κλουκινά κ.ά. (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1921, 1932-3, P. & MA Restaurant Limited κ.ά. ν. Wakeham (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1239, 1243-5, The Governor and the Company of the Βank of Scotland ν. S.S. Sapphire Seas (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 955, 966-8, Χαραλάμπους ν. Panayides Contracting Ltd (2001) 1(Γ) ΑΑΔ 1978, 1982-3, A.B.P. Holdings Ltd κ.ά. ν. Κιταλίδη κ.ά. (1994) 1 ΑΑΔ 287, 293 και Νεοφύτου ν. Δημητρίου (1989) 1 Α.Α.Δ.592, 597).

 

Εξηγήθηκε στην Ναυτικός Όμιλος Πάφου (ανωτέρω) στις σελ.1150-1151 ότι:

 

« Οι προοπτικές επιτυχίας της Έφεσης είναι μεν παράγοντας σχετικός, αλλά οριακής σημασίας στις πλείστες περιπτώσεις. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της Έφεσης είναι η ακρόαση της Έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της Έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.»

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χατζηϊωάννου ν. Gordian Holdings Ltd Πολ. Εφ. 273/19, ημερ. 08/09/2020, ECLI:CY:AD:2020:A298, το Εφετείο αφού επανέλαβε τα ανωτέρω κατέληξε:

« Περιοριζόμαστε στη διαπίστωση ότι δεν είναι τέτοια η παρούσα περίπτωση και συνεπώς ο παράγοντας της προοπτικής επιτυχίας της ‘Εφεσης δεν αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής μας ευχέρειας.

Αυτό μας οδηγεί στα θεμέλια του τελευταίου και σημαντικότερου ζητήματος που εγείρει η Αίτηση. Κατά πόσο δηλαδή, σε περίπτωση επιτυχίας της Έφεσης, η Εφεσίβλητη θα είναι σε θέση να επιστρέψει το ποσό που επιδικάστηκε πίσω στον Εφεσείοντα, εφόσον ο τελευταίος της το καταβάλει (Charalambous v. Nicolaides Neophytou (1985) 1 C.L.R.737, 741).

Οι δικηγόροι του Εφεσείοντα μας παρέπεμψαν σε νομολογία με την οποία αποδίδεται, όπως εισηγούνται, σημασία στην παράμετρο που αφορά στην εξασφάλιση του λαβείν του εξ αποφάσεως πιστωτή. Στην Παπακόκκινου ν. Glykys and Araouzos (Insurances) Ltd (1998) 1(Α) ΑΑΔ 513, απορρίφθηκε η Έφεση κατά της απόφασης αναστολής της εκτέλεσης με αναφορά στο ότι (σελ.519) «Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι είχε εξασφαλιστεί η απαίτηση». Δεν είχε αμφισβητηθεί ότι η εξ αποφάσεως πιστωτής ήταν φερέγγυα, υπήρχε ωστόσο και η θέση του εξ αποφάσεως οφειλέτη ότι δεν ήταν καθόλου συνεργάσιμη και θα υπήρχαν δυσκολίες στην ανάκτηση του ποσού της απόφασης εάν το χρέος πληρωνόταν και η ‘Εφεση επιτύγχανε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε διατάξει την αναστολή υπό το όρο κατάθεσης του ποσού της απόφασης στο Δικαστήριο, με τον οποίο ο εξ αποφάσεως οφειλέτης είχε ήδη συμμορφωθεί. Το Εφετείο δεν διαπίστωσε έδαφος για να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.».

 

Στην απόφαση Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αμμοχώστου- Λάρνακας Λιμιτεδ ν. Χρίστου Αυξεντίου κ.α. (2016) 1 ΑΑΔ 759 επαναλήφθηκαν οι αρχές που υιοθετήθηκαν στην Χαραλάμπους v. A. Panayides Contractors Ltd (ανωτέρω), βάσει των οποίων μπορεί να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Παραθέτω αυτούσιο σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Κραμβή, σελ.1982:

 

« Οι αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα, εκπηγάζουν από τη νομολογία και μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

(α)  Η απόφαση για αναστολή ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας γίνεται στο πλαίσιο της Δ.35 θ.18  και σε συνάρτηση προς τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

(β)  Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης η οποία, παραμένει ισχυρή και διατηρεί την τελεσιδικία της μέχρι την τροποποίηση ή την ανατροπή της από το Εφετείο.  Έπεται ότι ο επιτυχών διάδικος δεν πρέπει να αποστερείται τους καρπούς της επιτυχίας του εκ μόνου του γεγονότος ότι εκκρεμεί η εκδίκαση της έφεσης του αντιδίκου του.  Από την άλλη όμως αποτελεί βασική προϋπόθεση για την απονομή της δικαιοσύνης, η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης.  Η άρνηση έκδοσης διαταγής για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης δυνητικά συνεπάγεται κίνδυνο εξανέμισης της αξίας της έφεσης.».

 

Όπως αναφέρεται στο Annual Practice 1958 και συγκεκριμένα στις σελίδες 1697 και 1698, η οποιαδήποτε αναστολή παρέχεται συναρτούμενη πάντοτε με τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η δε διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με γνώμονα τα γεγονότα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις που αυτά επιβάλλουν. Συγκεκριμένα διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« It is in the discretion of the Court to grant or refuse a stay (Becker - v - Earl´s Court Ltd (1911) 56 SJ 206; The Ratata [1897] P at p. 132; A. G. - v - Emerson (1889) 24 QBD pp.58,59), and the Court will grant it where the special circumstances of the case so require.»

 

Το Δικαστήριο, κατά την εξέταση αίτησης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης, έχει καθήκον να εξισορροπήσει δύο σημαντικούς παράγοντες, ήτοι, τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης από τη μια και τη διασφάλιση της αξίας και του αποτελέσματος της έφεσης από την άλλη. Στην απόφαση The Governor and the Company of the Bank of Scotland v. S.S. Sapphire Seas (ανωτέρω), ειπώθηκαν τα εξής:

 

« Στην περίπτωση  των αναστολών γίνεται προσπάθεια  εξισορρόπησης δύο παραγόντων:  Να δρέψει  άμεσα ο νικητής  του δικαστικού αγώνα τους καρπούς της επιτυχίας του και να μην μείνει ο άλλος, αν νικήσει, με κενά χέρια.   Σ΄ αυτό  το πλαίσιο  κινείται η άσκηση της διακριτικής μας εξουσίας.».

 

Οι πιο πάνω αρχές υιοθετήθηκαν και στην υπόθεση Penderhill Holdings Limited κ.ά. v. Kλουκινά κ.ά. (ανωτέρω), όπου τονίστηκε επίσης ότι μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής του εξουσίας είναι και οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης, αλλά αυτές είναι μόνο οριακής σημασίας. Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης, αφενός και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατεξοχήν παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του Αιτητή σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

Στην προκειμένη περίπτωση τα προσφερθέντα από τους Αιτητές στοιχεία σχετικά με την αμφισβήτηση της ορθότητας της απόφασης ημερ. 30/09/2020, τα οποία και προκρίνουν ως λόγους έφεσης με πολύ καλές πιθανότητες επιτυχίας της Έφεσης και ουσιαστικά παρατίθενται στο Τεκμήριο 2 της υπό κρίση Αίτησης, δεν καθιστούν δυνατή με βεβαιότητα την πρόγνωση της έκβασης της καταχωρηθείσας Έφεσης. Όπως προκύπτει, στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να γίνει λόγος περί βεβαιότητας στην ανατροπή της απόφασης κατ’ έφεση χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος με αποτέλεσμα ο παράγοντας αυτός να μην μπορεί να έχει, στην προκείμενη περίπτωση, σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

Σίγουρα η ύπαρξη ανεπανόρθωτης βλάβης στους Αιτητές είναι δεσπόζον στοιχείο σε αιτήσεις αυτού του είδους όπως η υπό κρίση Αίτηση, στο πλαίσιο της προσπάθειας εξισορρόπησης των συγκρουόμενων δικαιωμάτων όπως επιτάσσει η σχετική νομολογία. Προκύπτει ότι στην υπό εξέταση περίπτωση, ο κύριος λόγος στον οποίο οι Αιτητές βασίζουν την αιτούμενη θεραπεία είναι ο κίνδυνος πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς και/ή ο κίνδυνος να υποστούν δυσμενείς συνέπειες οι οποίες να μην είναι αναστρέψιμες σε περίπτωση επιτυχίας της Έφεσης λόγω του ότι ο Καθ΄ου η Αίτηση – Εναγόμενος δεν θα τους επιστρέφει το συγκεκριμένο ποσό των εξόδων αν του το καταβάλουν. Εισηγούνται ότι ο κίνδυνος να μην είναι δυνατή η ανάκτηση οποιουδήποτε ποσού είναι αυξημένος. Όμως δεν υπάρχει οποιοσδήποτε ισχυρισμός εκ μέρους των Αιτητών ότι ο Καθ΄ου η αίτηση είναι αφερέγγυος.

 

Εν πάση περιπτώσει, οι οικονομικές δυσχέρειες του εξ αποφάσεως οφειλέτη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την απόφαση δεν μπορούν να προβληθούν ως λόγοι για τη χορήγηση αναστολής. Αν γινόταν δεκτή αυτή η πρόταση ως θέμα αρχής τότε οι επιπτώσεις, ιδιαίτερα σε μακρούς δικαστικούς αγώνες, θα ήταν επικίνδυνα αρνητικές στην αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Βογαζιανού ν. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1Β ΑΑΔ 591, 595). Η Αγγλική Νομολογία είναι σε αρμονία με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στο σύγγραμμα Blackstone's Civil Practice, 2013, The Commentary, εκδ. 2012, με αναφορά στην απόφαση Hammond Suddard Solicitors v. Agrichem International Holdings Ltd [2001] EWCA Civ. 2065, αναφέρονται τα ακόλουθα στη σελ. 1211, παρ.71.46 ως προς τα θέματα που καλείται να απαντήσει το Δικαστήριο:

 

« (a) If a stay is refused, what are the risks of the appeal being stifled?

(b) If a stay is granted and the appeal fails, what are the risks that the respondent will be unable to enforce the judgment?

(c) If a stay is refused and the appeal succeeds, and the judgment is enforced in the meantime, what are the risks of the appellant being able to recover what has been paid to the respondent?».

 

Η Hammond Suddard Solicitors, ανωτέρω, έχει υιοθετηθεί στη Demetriades Group of Companies Ltd v. APM Italian Style Ice-Cream Ltd Πολ. Εφ. 372/2015 ημερ. 15/02/2017. Καθοδηγούμενο το Δικαστήριο από την πιο πάνω νομολογία καταλήγει ότι στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει αίτημα για αναστολή πρέπει να εξειδικεύονται οι λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο θα πρέπει να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια προς όφελος του αιτούντα σε συνάρτηση, πάντοτε, με τους λόγους έφεσης και με το αντικείμενο της απαίτησης ή υπεράσπισης αναλόγως. Διαφορετικά η στάθμιση των συγκρουόμενων συμφερόντων είναι αδύνατη. Τυχόν έγκριση αιτήματος για αναστολή εκτέλεσης χωρίς να τεθεί το αναγκαίο μαρτυρικό υπόβαθρο θα είναι αυθαίρετη. Αόριστες αναφορές ή γενικές επικλήσεις δεν αρκούν, σύμφωνα και με τη Demetriades Group of Companies Ltd, ανωτέρω.

 

Στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Συγκεκριμένα, η Ομνύουσα στην αίτηση δεν εξηγεί γιατί δεν θα είναι δυνατή η επιστροφή του ποσού που θα καταβληθεί στον Καθ΄ου η αίτηση - Εναγόμενο σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Δεν έχει δηλωθεί οποιοσδήποτε κίνδυνος ή αδυναμία εκ μέρους του Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενου να επιστρέψει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό που θα του καταβληθεί. Δεν έχει προωθηθεί η θέση ότι ο Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενος είναι αφερέγγυος. Το γεγονός ότι ο Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενος αρνήθηκε να υπογράψει βεβαίωση ανάληψης ευθύνης επιστροφής των οποιωνδήποτε εξόδων του καταβληθούν δεν συνεπάγεται και ούτε μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι είναι αφερέγγυος.

 

Περαιτέρω, δεν δίδονται οι λόγοι για τους οποίους η έφεση θα καταστεί άνευ αντικειμένου σε περίπτωση μη αναστολής της εκτέλεσης της απόφασης. Το ζήτημα δεν έχει συσχετισθεί με την οικονομική φερεγγυότητα του Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενου ή με οποιοδήποτε προβαλλόμενο λόγο έφεσης. Επίσης, δεν έχει επεξηγηθεί γιατί οι Αιτητές – Ενάγοντες περίμεναν μέχρι την καταχώριση του ΜΕΜΟ για να καταχωριστεί η παρούσα. Ως προκύπτει από τη σχετική νομολογία, όσο πιο σύντομα από την έκδοση της απόφασης υποβάλλεται τέτοιο αίτημα, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες επιτυχίας του, υπό την έννοια ότι τούτο αποτελεί ένδειξη ότι η αίτηση δεν προωθείται καταχρηστικά. Στην Ιωσηφάκης ν. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ. 284, λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

« Στην προκείμενη περίπτωση η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης για αναστολή της εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης που επεκτείνεται σε ένα σχεδόν χρόνο, δεν εξηγείται. Εύλογα συνάγεται από τα γεγονότα της υπόθεσης ότι πρωταρχικός σκοπός του εφεσείοντα δεν είναι η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος έφεσης, αλλά η παράκαμψη της διαδικασίας για την τιμωρία του προς αποφυγή των συνεπειών της ανυπακοής του διατάγματος της 29/3/1989».

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση η απόφαση εκδόθηκε στις 30/09/2020 και η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε στις 07/07/2023, σχεδόν 3 χρόνια μετά. Καμιά εξήγηση δεν δόθηκε.

 

          Στην προσπάθεια εξισορρόπησης των δυο παραγόντων που αφορούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, έχοντας κατά νου τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι αυτή θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ του νικητή του δικαστικού αγώνα, αφού είναι ορθότερο να μην αποστερηθούν από τον Καθ΄ου η αίτηση – Εναγόμενο οι καρποί της επιτυχίας του.

 

Συνεπακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, προς όφελος του Καθ’ ου η αίτηση - Εναγόμενου και εναντίον των Αιτητών – Εναγόντων.

 

(Υπ.) ………………………………………

 Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο