ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1170/2021

Μεταξύ:

 

Γαβριέλλα Ροδοθέου, διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Ανδρέα Χριστοφή

Ενάγουσα

και

 

1. BD Barcode Distributors Limited,

2. Βασίλης Σάββα Ανδρέου,

3. Golden Brands Trading Cyprus Limited,

4. Άννα Μαρία Κωνσταντίνου,

5. Πέτρος Σεπετάς,

6. Γιάννης Ιωάννου,

7. Malineb 2 Ltd

Εναγόμενοι

--------------------------------------

Ημερομηνία: 18 Ιανουαρίου, 2024.

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια – Εναγόμενη 3 Εταιρεία: κ. Κ. Δημοσθένους για Αργυρού & Δημοσθένους Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ης η Αίτηση - Ενάγουσα: κ. Νεοφύτου για Αγαθοκλέους – Νεοφύτου & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. και κ. Δημητρίου για Χάρης Δημητρίου & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Αίτηση ημερομηνίας 29/04/2022 για καταβολή αποζημίωσης

 

Με την αίτησή της η Εναγόμενη 3 Εταιρεία αιτείται την καταβολή διαφορετικών ποσών για τις ζημιές που προέκυψαν από την έκδοση των μονομερών διαταγμάτων ημερομηνίας 17/05/2021 τα οποία στη συνέχεια ακυρώθηκαν. Συγκεκριμένα, ζητά €71.856,056, ως εύλογη αποζημίωση για τις δαπάνες και τη βλάβη που υπέστη ως αποτέλεσμα της αδικαιολόγητης έκδοσης των απαγορευτικών διαταγμάτων ημερομηνίας 17/05/2021 και της συνεπακόλουθης ακύρωσής τους στις 08/07/2021, €32.106 ως αποζημίωση για την απώλεια κερδών ή/και διαφυγόντος κέρδους, €30.000 ως αποζημίωση για τη βλάβη στην εμπορική της εύνοια ή και την απώλεια της φήμης της Εναγομένης 3 και €30.000 ως τιμωρητικές αποζημιώσεις.

 

Ως νομική βάση για την αίτηση καταγράφηκαν η Δ.48 θ.θ.1 - 9 και η Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, τα άρθρα 4, 5, 7 ‑ 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, τα άρθρα 31 και 32(1) – (3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, οι γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, η νομολογία και οι αρχές της επιείκειας.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατίθενται στην ένορκη δήλωση του Π.Σ., Εναγόμενου 5 στην αγωγή και μοναδικού μετόχου, Διευθυντή και Γραμματέα της Εναγόμενης 3 – Αιτήτριας. Δηλώνει ότι γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν τη συγκεκριμένη υπόθεση τόσο από ιδία γνώση, καθώς και από έγγραφα που έχει στην κατοχή του. Υποστηρίζει ότι η Εναγόμενη 3 είχε καταχωρήσει πανομοιότυπη αίτηση στις 05/08/2021, η οποία στη συνέχεια αποσύρθηκε άνευ βλάβης λόγω επιθυμίας της προηγούμενης διευθύντριας της, η οποία είχε ορκιστεί ως προς τα γεγονότα που την υποστήριζαν. Όσον αφορά τα γεγονότα υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια είναι εγγεγραμμένη στον Έφορο Εταιρειών, από τον Οκτώβριο του 2020, με ενασχόληση την προμήθεια και διανομή διαφόρων προϊόντων όπως αναψυκτικά και νερά, μεταξύ άλλων και σε χώρους εστίασης. Ο λόγος σύστασης της Αιτήτριας ήταν η επιθυμία του ιδίου να επεκταθούν οι επιχειρηματικές της δραστηριότητες και να αυξηθεί ο κύκλος εργασιών της με την προώθηση των προϊόντων της. Είχε απευθύνει πρόταση συνεργασίας στην Εναγόμενη 1, περί το τέλος του 2019 με αρχές του 2020, η οποία όμως απορρίφθηκε. Πριν από τη σύσταση της Αιτήτριας ο ίδιος συνεργαζόταν με την Εναγόμενη 1, στην οποία ο αποβιώσαντας Α.Χ. είχε το 50% των μετοχών, επί σειρά ετών, μέσω μιας άλλης δικής του εταιρείας, διανέμοντας στην κυπριακή αγορά διάφορα προϊόντα σε χώρους εστίασης, φούρνους, περίπτερα και υπεραγορές. Στις 13/05/2021 η Καθ' ης η Αίτηση‑ Ενάγουσα, ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Α.Χ., μετόχου κατά 50% στο κεφάλαιο της Εναγόμενης Εταιρείας 1, καταχώρησε παράγωγη αγωγή στην οποία αξίωνε, μεταξύ άλλων, αποζημιώσεις για ισχυριζόμενη δόλια μεταβίβαση ή/και απόσπαση περιουσιακών στοιχείων ή/και μεταφορά των δραστηριοτήτων από την Εναγόμενη 1 προς την Εναγόμενη 3. Την ίδια μέρα καταχώρησε μονομερή αίτηση με την οποία επιζητούσε την έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, τα οποία τελικά εκδόθηκαν στις 17/05/2021. Με τα εκδοθέντα διατάγματα διατάσσετο, μεταξύ άλλων, η απαγόρευση εκτέλεσης οποιασδήποτε ζημιογόνας και ανταγωνιστικής δραστηριότητας από την Εναγόμενη 3 προς την Εναγόμενη 1, ενώ απαγορεύτηκε και η είσοδος στα υποστατικά και στις αποθήκες της Εναγόμενης 3, καθώς και η λήψη οποιωνδήποτε αποθεμάτων. Στις 26/05/2021 καταχωρίστηκε ένσταση στην αίτηση για έκδοση των διαταγμάτων και στις 08/07/2021, μετά από ακρόαση, το Δικαστήριο ακύρωσε τα συγκεκριμένα απαγορευτικά διατάγματα, γιατί δεν πληρούτο καμία προϋπόθεση για την έκδοσή τους αλλά και λόγω του γεγονότος ότι δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε δόλια συμπεριφορά ή/και ενέργεια, με σκοπό την καταδολίευση της Εναγόμενης 1, από την Εναγόμενη 3.

 

Ισχυρίζεται, ο Ομνύοντας, ότι η εκτέλεση των συγκεκριμένων διαταγμάτων οδήγησε στην καθολική αναστολή των εργασιών της Εναγόμενης 3 - Αιτήτριας, γεγονός που της προκάλεσε σωρεία οικονομικών προβλημάτων, μεταξύ άλλων απώλεια κέρδους, αλλά και σοβαρή βλάβη στο κύρος και την αξιοπιστία της. Ειδικότερα, από τις 17/05/2021 μέχρι τις 08/07/2021, ενώ η Αιτήτρια εργοδοτούσε δεκαεννέα (19) υπαλλήλους, παραιτήθηκαν τέσσερις (4) από αυτούς στις 20/05/2021 και άλλοι τρεις (3) στις 31/5/2021. Η Αιτήτρια είχε αναγκαστεί όπως τους καταβάλλει μισθούς ύψους €22.389,067 ανά μήνα, ενώ υποχρεώθηκε να καταβάλει και ποσό ύψους €9.030,78 για τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις τους. Κατέβαλε μισθώματα, ήτοι τα ενοίκια των γραφείων και αποθηκών της ύψους €7.429,28. Κλήθηκε να καταβάλει ποσό ύψους €28.274,59 ως φόρους και πρόστιμα προς εταιρείες εκτελώνισης, οι οποίες είχαν αναλάβει τη μεταφορά και εκτελώνιση εμπορευματοκιβωτίων της με προϊόντα εισαγωγής της εταιρείας ΒΙΚΟΣ Α.Ε., τα οποία ήταν αδύνατο να εκτελωνιστούν, λόγω της ισχύος των συγκεκριμένων διαταγμάτων. Η μη εκτελώνιση των εμπορευματοκιβωτίων οδήγησε στην λήξη των προϊόντων με αποτέλεσμα η Αιτήτρια εταιρεία να ζημιωθεί περαιτέρω και να απωλέσει το συνολικό ποσό των €4.732,024.

 

Επίσης, η έκδοση των διαταγμάτων, σύμφωνα με τον Ομνύοντα, επέφερε δυσμενείς συνέπειες στις πωλήσεις της Αιτήτριας και απώλεια κερδών, η οποία προσδιορίζεται στο ποσό των €32.106. Παράλληλα, πλήγηκε το κύρος, η φήμη και η αξιοπιστία της στην κυπριακή αγορά, ενώ διασαλεύτηκαν οι επαγγελματικές και οι συναλλακτικές σχέσεις της, με τους πελάτες της.

 

Η Καθ' ης η αίτηση – Ενάγουσα αντιμετώπισε την αίτηση με την καταχώριση ένστασης στην οποία κατέγραψε δώδεκα (12) λόγους ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν δικαιολογείται η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων λόγω του ότι ελλείπει νομική υποστήριξη ή/και δεν συντρέχουν ικανοποιητικοί λόγοι για να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, ότι η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου γιατί εκδόθηκαν εκ νέου μονομερή διατάγματα στις 30/03/2022, ότι είναι καταχρηστική, γενική, αόριστη και πρόωρη αφού μπορεί να καταχωριστεί ανταπαίτηση για την οποιανδήποτε ζημιά υποστεί ο Εναγόμενος 5, ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιαδήποτε εξαιρετική περίσταση που να καθιστά αναγκαία την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, ότι δεν μπορούν να εκδοθούν στο στάδιο της διαδικασίας διατάγματα του είδους τα οποία επιζητούνται, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία και λεπτομέρειες που να αποδεικνύουν τη ζημιά της Αιτήτριας, ότι τυχόν έκδοση των συγκεκριμένων διαταγμάτων θα στερήσει το δικαίωμα της Καθ' ης η Αίτηση‑ Ενάγουσας να προωθήσει την υπόθεσή της και να λάβει τις θεραπείες που επιζητεί και ότι ο ενόρκως δηλών στην αίτηση, ουδέποτε υπέγραψε ένορκη δήλωση στην Κύπρο και ποτέ δεν βρισκόταν στην Κύπρο στις 27/04/2022, οπόταν η ένορκη δήλωση είναι παράτυπη και παράνομη.

 

Νομική βάση για την ένσταση αποτέλεσαν τα άρθρα 21, 29, 30, 31, 32 και 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 2 ‑ 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, η Δ.39, η Δ.48 θ.θ. 1-9 και η Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, οι αρχές της επιείκειας, το Κοινοδίκαιο και οι γενικές και συμφυείς εξουσίες καθώς και η διακριτική ευχέρεια και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της Ένστασης παρατέθηκαν σε ένορκη δήλωση της ίδιας της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας, η οποία τα γνωρίζει προσωπικά. Είναι η θέση της ότι υπάρχει παραδοχή εκ μέρους του Εναγόμενου 5 ότι η Εναγόμενη 1 διένειμε τα προϊόντα της Αιτήτριας - Εναγόμενης 3 στην κυπριακή αγορά και ότι η Εναγόμενη 3 επιθυμούσε την επέκταση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της στην Κύπρο. Υποστηρίζει ότι η Εναγόμενη 1 διατηρούσε κατάλληλο προσωπικό, το οποίο σκόπιμα προσλήφθηκε στη συνέχεια από την Εναγόμενη 3 και το ίδιο έγινε και με την μοναδική διευθύντριά της, Εναγόμενη 4, οπόταν για να τους εργοδοτήσει η Αιτήτρια σημαίνει ότι ήταν καταρτισμένο προσωπικό και δεν μπορεί να ισχυρίζεται η Αιτήτρια ότι η Εναγόμενη 1 δεν είχε το κατάλληλο προσωπικό. Όσον αφορά τα ενοικιαστήρια συμβόλαια των γραφείων και των αποθηκών, τα οποία επικαλείται ο Εναγόμενος 5, η ίδια υποστηρίζει ότι ήταν υποστατικά που ενοικίαζε η Εναγόμενη 1 και η Αιτήτρια – Εναγόμενη 3 είχε λάβει την κατοχή τους παράνομα. Προωθεί την άποψη ότι ένας σοβαρός επιχειρηματίας ο οποίος επιζητεί την επέκταση των εργασιών του δεν προβαίνει σε πρόσληψη προσωπικού άλλης δικής του εταιρείας, ούτε και ενοικιάζει αποθήκες και γραφεία τα οποία ανήκουν στην άλλη εταιρεία του. Η επέκταση στην οποία προέβηκε, σύμφωνα με την Ομνύουσα, αφορούσε οικειοποίηση περιουσίας της Εναγομένης 1 και απόσπαση όλων των ενεργητικών στοιχείων και των πόρων της. Κατά τη δική της άποψη, η Ενάγουσα έχει καλή βάση αγωγής αφού το Δικαστήριο εξέδωσε εκ νέου, στις 28/03/2022, τα απαγορευτικά διατάγματα τα οποία βρίσκονται σε ισχύ μέχρι σήμερα.

 

Προωθεί την άποψη ότι το γεγονός ότι οι υπάλληλοι της Εναγόμενης 3 παραιτήθηκαν τους πρώτους 5 μήνες της εργασίας τους, δεν δικαιολογεί την παραχώρηση οποιουδήποτε ποσού αποζημιώσεως, πλην των δεδουλευμένων μισθών τους, αφού ένας υπάλληλος που παραιτείται δεν δικαιούται, δυνάμει του Νόμου, στην καταβολή αποζημίωσης. Σύμφωνα με δικές της πληροφορίες, οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι παραιτήθηκαν επειδή ο Εναγόμενος 5 τους υποχρέωσε να κάνουν το εμβόλιο του covid‑19 ενώ δεν το επιθυμούσαν. Δηλαδή, η Αιτήτρια δεν τους απέλυσε επειδή είχε μειωθεί ο κύκλος εργασιών της ή επειδή αδυνατούσε να τους καταβάλει τους μισθούς τους αλλά παραιτήθηκαν για τον συγκεκριμένο λόγο.

 

Σε σχέση με το ενοικιαστήριο έγγραφο που αφορά το υποστατικό στην Λευκωσία προωθεί τη θέση ότι αυτό συνιστά ιδιοκτησία του Εναγόμενου 2 και ισχυρίζεται ότι δεν είναι καν υπογεγραμμένο από την Εναγόμενη 3. Σημειώνει ότι δεν προσκομίστηκαν οποιεσδήποτε συμφωνίες εργοδότησης υπογεγραμμένες ή οποιοδήποτε έγγραφο από αρμόδιες αρχές που να καταδεικνύει ότι οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι, στους οποίους καταβλήθηκε η αποζημίωση ήταν πράγματι υπάλληλοι της Αιτήτριας - Εναγόμενης Εταιρείας 3. Κατά τη δική της άποψη τα πλείστα Τεκμήρια τα οποία συνοδεύουν την αίτηση και την ένορκη δήλωση είναι κατασκευασμένα και έχει υποβληθεί, για τον λόγο αυτό, σχετική καταγγελία στον Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και σε άλλες αρμόδιες αρχές. Καταγγελία υποβλήθηκε επίσης και σε σχέση με την υπογραφή της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση, αφού ως η ίδια είχε ενημερωθεί, ο ενόρκως δηλών δεν βρισκόταν στην Κύπρο κατά τον χρόνο υπογραφής της ένορκης δήλωσης.

 

Σε σχέση με τις ισχυριζόμενες ζημιές, καθώς και τις φωτογραφίες που επισυνάφθηκαν, υποδεικνύει ότι δεν υπάρχει ημερομηνία στις φωτογραφίες, ότι δεν δηλώθηκε ποιος τις έλαβε, ενώ δεν προκύπτει κατά πόσο έχουν υποστεί την οποιαδήποτε παρέμβαση. Δηλώνει ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε απόδειξη αν τα συγκεκριμένα προϊόντα πράγματι καταστράφηκαν, ή ακόμα και αν καταστράφηκαν, δεν αποδείχθηκε ότι αυτό δεν είχε συμβεί κατά τη φόρτωση ή εκφόρτωση των συγκεκριμένων προϊόντων. Υποστηρίζει ότι όλα τα προϊόντα έχουν ημερομηνία λήξης, πέραν των 12‑15 μηνών και δηλώνει έκπληξη πώς μία εταιρεία που ξεκίνησε τις εργασίες τον Ιανουάριο του 2020 ‑2021 διατηρεί προϊόντα που λήγουν τον Ιούλιο του 2020 ‑ 2021. Περαιτέρω, θέτει το ερώτημα, γιατί δεν τέθηκαν και δεν επισυνάφθηκαν τα τιμολόγια αγοράς των συγκεκριμένων προϊόντων, έτσι ώστε να διαφανούν ακριβώς τα ποσά και η ζημιά η οποία προέκυψε.

 

Εισηγείται ότι το γεγονός ότι δεν υπάρχουν δεδομένα και στοιχεία από τους λογιστές ‑ ελεγκτές της Αιτήτριας ενισχύει τη θέση ότι τα ποσά που καταγράφονται ως ζημιά είναι όχι μόνο ατεκμηρίωτα αλλά και ψευδή. Σε σχέση δε με τα έγγραφα που επισυνάφθηκαν ως Τεκμήριο Δ στην αίτηση, εγείρει το ερώτημα πώς αυτά περιήλθαν στην κατοχή του Εναγόμενου 5 αφού συνιστούν έγγραφα της Εναγόμενης 1. Καταλήγει, ότι το μόνο λογικό συμπέρασμα είναι ότι ο Εναγόμενος 5 υφάρπαξε περιουσιακά στοιχεία της Εναγόμενης 1 συνωμοτώντας με τους Εναγόμενους 2 και 4. Ως προς τα λοιπά, υιοθετεί όλους τους λόγους ενστάσεων τους οποίους έχει παραθέσει ο συνήγορός της, στο σώμα της ενστάσεως.

 

Και οι δύο πλευρές προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις με τη διαβίβαση γραπτών αγορεύσεων. Δεν αντεξετάστηκε οποιοσδήποτε εκ των ενόρκως δηλούντων. Το περιεχόμενο και των δύο γραπτών αγορεύσεων είναι υπόψη του Δικαστηρίου και θα αναφερθεί σ’ αυτό όπου το κρίνει απαραίτητο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Το άρθρο 32(3) το οποίο συνιστά το νομικό υπόβαθρο της αίτησης της Αιτήτριας προνοεί ως ακολούθως:

« (3) Εάv ήθελε φαvή εις τo δικαστήριov ότι oιovδήπoτε εκδoθέv απαγoρευτικόv διάταγμα δυvάμει τoυ εδαφίoυ (1) εβασίσθη επί αvεπαρκώv λόγωv, ή εάν η απαίτηση του αιτητή με αίτηση του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα αποτύχει ή έχει εκδοθεί απόφαση εναντιόν του συνεπεία παραλείψεως ή άλλως και φανεί στο δικαστήριο ότι δεν υπήρχε πιθανή βάση για την έγερση της απαίτησής του, το δικαστήριο δύναται, εάν νομίζει τούτο πρέπον, με αίτηση του διαδίκου εναντίον του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα να διατάξει την καταβολή σ’ αυτόν εύλογης αποζημίωσης για τις δαπάνες και τηv βλάβηv ήτις πρoσεγέvετo εις αυτό διά της εκτελέσεως τoυ διατάγματoς.

Πληρωμή απoζημιώσεως δυvάμει τoυ εδαφίoυ τoύτoυ θα είvαι κώλυμα δι' oιαvδήπoτε αγωγήv δι' απoζημιώσεις εv σχέσει πρoς o,τιδήπoτε εγέvετo συvεπεία τoυ διατάγματoς. Και εάv τoιαύτη αγωγή έχη ήδη εγερθή τo δικαστήριov δύvαται vα διακόψη αυτήv κατά τoιoύτov τρόπov και επί τoιoύτoις όρoις, ως ήθελε θεωρήσει τoύτo πρέπov.»

(ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)

 

Από τα γεγονότα, ως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η ακρόαση της αγωγής με αποτέλεσμα να μην έχουν διαπιστωθεί τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις μεταξύ των εμπλεκομένων μερών. Επίσης, προκύπτει ότι παρόλο που τα απαγορευτικά διατάγματα είχαν ακυρωθεί από το Δικαστήριο στις 08/07/2021, εκδόθηκαν εκ νέου στις 30/03/2022 για να ακυρωθούν εκ νέου τον Ιούλιο 2023. Αυτά τα δεδομένα, αποκαλύπτουν ότι οι όποιες κατ’ ισχυρισμό ζημιές της Αιτήτριας δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί. Όμως επιζητεί όπως αποζημιωθεί για τις ζημιές που κατ΄ισχυρισμό υπέστη το χρονικό διάστημα που τα πρώτα διατάγματα βρίσκονταν σε ισχύ.

 

Προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου καθώς και από τη νομολογία ότι το Δικαστήριο κέκτειται διακριτικής εξουσίας κατά πόσο να αποδώσει αποζημιώσεις σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, ήτοι ενώ δεν έχει αποφασιστεί η ουσία της αγωγής. Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου σχετική είναι η αγγλική απόφαση Cheltenham & Gloucester v. Ricketts (1993) 1 W.L.R. 1545, στην οποία καταγράφηκαν οι αρχές. Διαβάζονται τα ακόλουθα στην ομιλία του Neil L.J.στη σελίδα 1551:

 

« …………Where an interlocutory injunction is discharged before the trial the court at the time of discharge is faced with a number of possibilities. (a) The court can determine forthwith that the undertaking as to damages should be enforced and can proceed at once to make an assessment of damages. It seems probable that it will only be in rare cases that the court can take this course because the relevant evidence of damages is unlikely to be available…….(b)The court may determine that the undertaking should be enforced but then direct an inquiry as to the damages in which issues of causation and quantum will have to be considered. ………………A decision that the undertaking should be enforced is a precondition for the making of an order of an inquiry as to damages. (c) The court can adjourn the application for the enforcement of the undertaking to the trial or further order. (d) The court can determine forthwith that the undertaking is not to be enforced. ………………………………………………..

The enforcement of the undertaking is itself a form of equitable relief and should be considered on equitable principles.»

 

Σχετικό με τα υπό εξέταση θέματα είναι και το σκεπτικό της απόφασης Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ ν. Gkiniw Petro Station Limited και ΧΧΧ Γκίνη Πολ. Εφ.109/2012 ημερ. 20/06/2019, ECLI:CY:AD:2019:A257, στην οποία υιοθετήθηκε ο λόγος της Cheltenham & Gloucester v. Ricketts, από την οποία σημειώνονται τα ακόλουθα:

 

« Το άρθρο 32(3) έχει κωδικοποιήσει τη διακριτική εξουσία που αναγνώρισε το δίκαιο της επιείκειας στα δικαστήρια να επιδικάζουν αποζημίωση ως αντίτιμο και αντιστάθμισμα για την έκδοση ενδιαμέσου διατάγματος και του κινδύνου πρόκλησης αδικίας, ιδιαίτερα στην περίπτωση ενδιαμέσων διαταγμάτων ex parte. Η διακριτική ευχέρεια είναι εν προκειμένω ευρεία και ασκείται με βάση τις συνήθεις αρχές της επιείκειας. Σ΄αυτά τα πλαίσια μπορεί να ληφθεί υπόψιν η αδικαιολόγητη καθυστέρηση και η μη δίκαιη (inequitable) συμπεριφορά των αιτητών.  

Ειδικότερα, όταν, όπως εν προκειμένω, η διαπίστωση ότι το εκδοθέν διάταγμα «εβασίσθη επί ανεπαρκών λόγων» οφείλεται σε παράλειψη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων σε ex parte αίτηση, τότε αναμένεται, εκτός εάν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, ότι το Δικαστήριο θα ενεργοποιήσει την πρόνοια για καταβολή αποζημίωσης (Cheltenham and Gloucester Building Society vRicketts and others [1993] 4 All ER 276, 285-287).  

Μεταξύ όμως των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψιν είναι το επιτυχές ή μη αποτέλεσμα της απαίτησης του ενάγοντα κατά το τέλος πλέον της δίκης (Financiera Avenida v. Shiblag [1990] CA Transcript 973, Cheltenham285).  Η σημασία τέτοιας συνεκτίμησης είναι ευδιάκριτη σε περιπτώσεις όπου η προσωρινή θεραπεία ταυτίζεται ή προσμοιάζει με την τελική, όπως εν προκειμένω.».

 

Στην απόφασή του κατά πόσο να ασκήσει τη διακριτική εξουσία του υπέρ του αιτητή, το Δικαστήριο συνεκτιμά αριθμό παραγόντων, ένας από αυτούς το κατά πόσο η θεραπεία που επιδιώχθηκε με την έκδοση των μονομερών διαταγμάτων προσομοιάζει με την αξίωση του ενάγοντα. Η αξίωση της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας, ως καταγράφεται στο Κλητήριο Ένταλμα, αφορά την επιζήτηση αποζημιώσεων για αθέμιτο ανταγωνισμό των Εναγόμενων 2 – 6 με την Εναγομένη 1 και/ή για την υπεξαίρεση περιουσιακών της στοιχείων αλλά και συναφή διατάγματα που αφορούν την συμμετοχή των Εναγομένων 2 – 6 στα της λειτουργίας της Εναγόμενης 1.

 

Προκύπτει, ως διαφαίνεται από το περιεχόμενο της Αίτησης και της Ένστασης, ότι τόσο τα γεγονότα τα οποία επικαλείται η Αιτήτρια Εταιρεία – Εναγομένη 3 προς υποστήριξη του αιτήματος της καθώς και η ζημιά αμφισβητούνται. Δέον να σημειωθεί ότι αμφισβητείται η αυθεντικότητα των Τεκμηρίων που επισυνάφθηκαν στην Αίτηση προς απόδειξη της ζημιάς της Αιτήτριας – Εναγόμενης 3 και υπάρχει ισχυρισμός από την Καθ΄ης η αίτηση – Ενάγουσα ότι αυτά δεν είναι αυθεντικά και για αυτό το λόγο έχουν υποβληθεί και καταγγελίες για να διερευνηθεί το περιεχόμενό τους.

 

Οι αρχές με βάση τις οποίες καθορίζεται η ζημιά είναι αυτές που εφαρμόζονται στο δίκαιο των συμβάσεων. Σχετική είναι η απόφαση στην Societe Generale v. Golduw Kuyumculuk Sanayi Inhalat Inhracat A.S. and others [2007] EWCH 667(com), στην οποία διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« ………assessed by reference to ordinary principle, including principle of causation, mitigation and remoteness, although those principle might need to be applied with some flexibility to take account of the fact that the analogy with breach of contract was not exact. In summary, the freezing order did not need to be the sole or exclusive cause of the loss in question, but had to be an effective cause; the burden was on the party who obtained the freezing order to demonstrate a failure to mitigate; and the type of loss had to be within the reasonable contemplation of the parties. A liberal assessment of the defendants’ damages should be adopted. That did not mean that a defendant should be treaded generously in the sense of being awarded damages which it had not suffered. However, it did mean that the court had to recognize that the assessment of damages suffered as a result of a freezing order would often be inherently imprecise; that in the light of those factors an eager scrutiny of a defendant’s evidence and minute criticism of its methology would be appropriate;». (ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)

 

Στην απόφαση Financial Services Authority (a company limited by guarantee) v. Sinaloa Gold plc and others [2013] UKSC 11 διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« 75. Where it is subsequently determined that the interim order ought not to have been granted or maintained, the Court will ordinarily enforce the undertaking save in special circumstances: Graham v Campbell (1877) 7 Ch. D. 490, 494, Cheltenham & Gloucester v Ricketts at 1556F-1557E; Dadourian Group International Inc v Simms [2009] EWCA Civ 169 at [184]. Thus prima facie a person who has suffered loss as a result of an interim order being wrongly made or maintained against him is entitled to be compensated for his loss (Fiona Trust v Privalov [2014] EWHC 3102 (Comm) at [12]). In Lunn Poly Ltd v Liverpool & Lancashire Properties Ltd [2006] EWCA Civ 430 Neuberger LJ said at [42] that he can normally expect an inquiry as to damages "virtually as of right".

76. The Court will however decline to enforce the cross undertaking where the conduct of the defendant in relation to the obtaining of the undertaking or enforcement of the undertaking makes it inequitable to enforce it: F. Hoffman-La Roche & Co AG v Secretary of State for Trade & Industry [1975] AC 295, 361). One example of such conduct which has been held to justify refusing an inquiry is delay on the part of the defendant. In this respect guidance as to the relevant principles is to be found in the judgment of Millet LJ in Barratt Manchester Ltd. v. Bolton Metropolitan Borough Council [1998] 1 W.L.R. 1003 at p. 1009E-G:».

 

Η αγγλική νομολογία απαιτεί όπως διαταχθεί έρευνα, inquiry, αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμό ζημιές που προκλήθηκαν από ακύρωση μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος. Εφαρμόζοντας τις πιο πάνω αρχές στα γεγονότα διαπιστώνεται ότι τα επίδικα διατάγματα ακυρώθηκαν στις 08/07/2021, ενώ η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε στις 29/04/2022, μετά που εκδόθηκαν τα νέα απαγορευτικά διατάγματα στις 30/03/2022 τα οποία εν τέλει ακυρώθηκαν τον Ιούλιο 2023 με απόφαση Δικαστηρίου. Κάποια ζημιά ενδεχομένως να προκλήθηκε στην Εναγόμενη 3 από την έκδοση των διαταγμάτων.

 

Στην απόφαση Fiona Trust & Holding Coorporation and others v. Privalou and others [2016] EWHC 2163 (comm) λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

« Under the standard forms of injunction currently in use for both ordinary interim injunctions and freezing injunctions, the enforcement of the undertaking is expressed to be in the court's discretion. There is little authority in this area. Neill LJ undertook a useful review of the general principles in Cheltenham and Gloucester Building Society v. Ricketts [1993] 4 All ER 276[1993] 1 WLR 1545, 1551D-1552D. The position regarding undertakings in favour of Defendants has been more recently reviewed in Commercial Injunctions, by Steven Gee QC, 5th ed (2004 and First Supplement), paras 11.017 – 11.032, while the authorities on undertakings in favour of third parties are covered in paras 11.008 – 11.012. An inquiry into damages will ordinarily be ordered where a freezing injunction is shown to have been wrongly granted, even though the Claimant was not at fault: para 11.023. But, depending on the circumstances, it may be appropriate for the court to await the final outcome of the trial before deciding whether to enforce: see the and Cheltenham Gloucester case, p 1552B. However, Professor Adrian Zuckerman has pointed out (The Undertaking in Damages – Substantive and Procedural Dimensions [1994] CLJ 546, 562) that it does not follow from a Defendant's success on liability that he did not in fact remove (or seek to remove) assets from the reach of the Claimant, justifying an interim freezing order. The court retains a discretion not to enforce the undertaking if the Defendant's conduct makes it inequitable to enforce: F Hoffmann-La Roche & Co AG v Secretary of State for Trade and Industry [1975] AC 295, 361E, [1974] 2 All ER 1128[1974] 3 WLR 104, per Lord Diplock. It seems likely that compensation is assessed on a similar basis to that upon which damages are awarded for breach of contract: Cheltenham and Gloucester, p 1552C-D, per Neill LJ. »

 

Οι αρχές αυτές καταγράφονται και στο σύγγραμμα «Commercial Injunctions», του Steven Gee, 6η εκδ, στη σελίδα 356 παρά. 11-036 και επέκεινα.

 

Καθοδηγούμενο το Δικαστήριο από την κυπριακή και αγγλική νομολογία θεωρεί ότι ως πρώτο θέμα το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί αφορά το κατά πόσο θα πρέπει να αποδοθεί αποζημίωση στην Αιτήτρια – Εναγόμενη 3 για τις όποιες ζημιές υπέστη λόγω της έκδοσης των απαγορευτικών διαταγμάτων ημερομηνίας 08/07/2021 σ΄αυτό το στάδιο της διαδικασίας, έχοντας διαπιστώσει ότι η πιθανότητα να υπέστη κάποιες ζημιές η Αιτήτρια, από την εφαρμογή των αρχικών διαταγμάτων ημερ. 08/07/2021, είναι ορατή. Λόγω του γεγονότος ότι το ίδιο το άρθρο προβλέπει για «εύλογες αποζημιώσεις», για να μπορεί το Δικαστήριο να τις καθορίσει και να εφαρμόσει τις αρχές της Επιείκειας θα πρέπει να διαπιστώσει κατά πόσο ορθά καταχωρίστηκε η διαδικασία η οποία προκάλεσε την ζημιά, στον οποιονδήποτε αιτητή, πόσο μάλλον στην παρούσα υπόθεση που υπάρχουν, στην Έκθεση Απαίτησης, από την Καθ΄ης η αίτηση – Ενάγουσα ισχυρισμοί για αθέμητο ανταγωνισμό των Εναγομένων 2 - 6 με την Εναγόμενη 1 και υπαιξέρεση περιουσιακών στοιχείων.

 

Ως έχει αναφερθεί πιο πάνω, τo Δικαστήριο που επιλαμβάνεται τέτοιας αίτησης, στα πλαίσια της ευρείας εξουσίας του, στις περιπτώσεις εκείνες που το ενδιάμεσο διάταγμα ακυρώνεται πριν από την εκδίκαση της αγωγής, έχει διάφορες επιλογές μεταξύ των οποίων να αναστείλει την εκδίκαση της αίτησης μέχρι το πέρας της αγωγής ώστε να αποφασίσει επί του συνόλου των γεγονότων, σύμφωνα και με το σκεπτικό της απόφασης Cheltenham, σελίδες 1551-1552 (ανωτέρω). Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες λήφθηκαν τα διατάγματα μονομερώς αφορούν την ουσία της διαφοράς και δεν μπορούν να διερευνηθούν σ’ αυτό το στάδιο. Τα γεγονότα που άπτονται της τυχόν ζημιάς της Αιτήτριας - Εναγόμενης 3 καθώς και η έκτασή της θα διαπιστωθούν κατά την εξέταση της ουσίας της αγωγής.

 

Το Δικαστήριο θεωρεί ορθό και δίκαιο όπως η εξέταση της υπό κρίση αίτησης, για τους λόγους που καταγράφηκαν πιο πάνω, αφεθεί στο τέλος της διαδικασίας, ήτοι μετά την ολοκλήρωση της ακρόασης της αγωγής. Ενόψει του αποτελέσματος, τα έξοδα της υπό κρίση αίτησης, λόγω του γεγονότος ότι η Αιτήτρια – Εναγόμενη 3 είχε εκ του νόμου δικαίωμα να την καταχωρίσει, κρίνεται ότι κάθε πλευρά θα επωμιστεί τα δικά της.

 

 

 

 

 

 

 (Υπ.) ……………………………………

          Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο