ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 2596/2019

 

Μεταξύ:

                      1.  Semalen Entreprises Ltd   

                               2.  Lakinor Holding Ltd

                               3.  Pretoria Capital Corp.

 

Εναγουσών

-και-

 

1.    Κατερίνα Σταυρίδου ως Διαχειρίστρια της περιουσίας της Έλενας Κωνσταντίνου τέως από Λευκωσία

2.    Κατερίνας Σταυρίδου nee Μοτοβίλοβα

3.    Αναστασίας Μοτοβίλοβα

4.    Έλενας Κωνσταντίνου & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

5.    Έλενας Κληρίδου nee Σιεφτσιένκο

6.    XD Mania Ltd

7.    Fine Movies Ltd

8.    Μαρίνα Φωτίου

9.    Βικτώρια Χριστοδούλου

 

Εναγομένων

 

Ημερομηνία: 26 Φεβρουαρίου 2024

 

Αίτηση ημερομηνίας 1.12.2020 για διαγραφή της ενάγουσας 3

 

 

Εμφανίσεις:

 

Για Εναγόμενες 1, 2, 3, 4, 5 και 9-Αιτήτριες:     κ. Μιχάλης Β. Ιωάννου μαζί με Άνθια Μ. Ιωάννου και Έλενα Ιωάννου

 

Για Ενάγουσες-Καθ΄ ων η αίτηση:   κ. Άντης Γεωργίου για Μάριος Γεωργίου ΔΕΠΕ

 

 

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

            Με την αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο, οι ενάγουσες αξιούν από τις εναγόμενες την επιστροφή του ποσού των €1.500.000.00=, το οποίο κατ΄ ισχυρισμόν ιδιοποιήθηκαν και/ή με το οποίο επλούτισαν αδικαιολόγητα και/ή ως τίμημα σύμβασης το αντάλλαγμα της οποίας απέτυχε πλήρως και/ή για παράβαση ρητού ή εξυπακουόμενου εμπιστεύματος. Διεκδικούν επίσης αποζημιώσεις για δόλο και/ή απάτη και/ή για συνωμοσία με σκοπό την εξαπάτηση τους. Επιζητούν περαιτέρω την ακύρωση των μεταβιβάσεων συγκεκριμένων ακινήτων, οι οποίες έγιναν από την αποβιώσασα Έλενα Κωνσταντίνου και/ή τους διαχειριστές της περιουσίας της, με σκοπό την υφαρπαγή των περιουσιακών τους στοιχείων και την αποστέρηση από το δικαίωμα τους να εισπράξουν το λαβείν τους. Τέλος αξιούν ποσό €50.000= ως παρεπόμενες αποζημιώσεις (consequential losses), το οποίο οι ενάγουσες δαπάνησαν σε έξοδα (δικηγορικά, έρευνες σε τραπεζικά ιδρύματα, ταξίδια, ξενοδοχεία και άλλα παρόμοια έξοδα) για να ερευνήσουν και να ανακαλύψουν τις διαδρομές των χρημάτων που τους ανήκουν.

 

Με την υπό κρίση Αίτηση, οι εναγόμενες 1, 2, 3, 4, 5 και 9-αιτήτριες αιτούνται τα εξής:

 

«Α.      Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον την διαγραφή της αγωγής της καταχωρηθείσας εκ μέρους της Ενάγουσας 3 Pretoria Capital Corp. εγγεγραμμένη στο British Virgin Island (B.V.I.) εναντίον των Εναγομένων 1, 2, 3, 4, 5 και 9 – Αιτητών ως καταχρηστικής καθ΄ ότι η Ενάγουσα 3 στερείται νομικής προσωπικότητας.

Β.        Οποιαδήποτε άλλη Διαταγή και/ή Θεραπεία την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει εύλογο και δίκαια υπό τις περιστάσεις.

Γ.         Τα έξοδα της παρούσης αιτήσεως πλέον Φ.Π.Α. και πραγματικά έξοδα επίδοσης να πληρωθούν από τον Olexandr Reshetka από την Ουκρανία που είναι το άτομο που έδωσε οδηγίες για την καταχώρηση της αγωγής εκ μέρους της Ενάγουσας 3».

 

Η Αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.9 Θ.10, Δ.48, Θ.Θ. 1, 2, 3, 7-11, στον Περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113 Άρθρο 220, στο άρθρο 25 παράγραφος 3 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στις Πρόνοιες του Περί Εταιρειών Νόμου του British Virgin Island (B.V.I.) THE BVI BUSINESS COMPANIES ACT, 2004 Διαίρεση 3 παράγραφος 215(1), στις αρχές της «φυσικής» δικαιοσύνης, στην γνώμη «νομομαθών» που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Β στην Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει το αίτημα, καθώς και στις συμφυείς εξουσίες, πρακτική και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Την Αίτηση υποστηρίζει Ένορκη Δήλωση της εναγομένης 2 Κατερίνας Σταυρίδου (είναι και διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης Έλενας Κωνσταντίνου), δεόντως εξουσιοδοτημένης, η οποία αναφέρει τα ακόλουθα:

 

Κατά το στάδιο μελέτης της υπόθεσης προέβηκε σε έρευνα σε σχέση με την ενάγουσα 3. Προέκυψε ότι η εν λόγω εταιρεία ενεγράφη για πρώτη φορά στο Μητρώο Εταιρειών του British Virgin Island (B.V.I.) την 9.1.2001 και διεγράφη από το εν λόγω μητρώο την 1.11.2016 (Σχετικό Έγγραφο του Εφόρου Εταιρειών του British Virgin Island, επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Α).

 

Κατά τον χρόνο καταχώρησης του Κλητηρίου Εντάλματος, η ενάγουσα 3 δεν ήταν υπαρκτό νομικό πρόσωπο, στερείτο νομικής προσωπικότητας και ως εκ τούτου ήταν ανίκανη να δώσει διοριστήριο δικηγόρου. Συνεπώς, η καταχώρηση της παρούσας αγωγής συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.  

 

Η Αίτηση καταχωρήθηκε στα αρχικά στάδια της διαδικασίας και «ευθύς μόλις» οι εναγόμενες έλαβαν γνώση της Έκθεσης Απαίτησης (καταχωρήθηκε την 23.10.2020) στην οποία αναφέρεται ότι «η ενάγουσα 3 είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εγγεγραμμένη στο British Virgin Island (B.V.I.)».

 

Κατά την ομνύουσα, «μη συγκροτημένα σώματα δεν μπορούν να ενάξουν ή να εναχθούν» και, υπό τις περιστάσεις, η αγωγή που ήγειρε η ενάγουσα 3 θα πρέπει να διαγραφεί, αφού καταχωρήθηκε την 5.9.2019 και ενώ η ενάγουσα 3 είχε διαγραφεί από το Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών από την 1.11.2016 (σχετική Γνωμάτευση δικηγόρων στο BVI, επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Β και οι σχετικοί Κανονισμοί [THE BVI VUSINESS COMPANIES ACT, 2004], ως Τεκμήριο Γ).

 

Σύμφωνα με την Γνωμάτευση (Τεκμήριο Β), «εταιρεία η οποία έχει διαγραφεί από το μητρώο εγγεγραμμένων εταιρειών δεν μπορεί είτε στο όνομα της είτε μέσω οποιουδήποτε αντιπροσώπου να ξεκινήσει να υπερασπιστεί οποιεσδήποτε νομικές διαδικασίες ή να εγείρει αξίωση ή να αξιώσει οποιαδήποτε δικαιώματα εις το όνομα της εταιρείας ή να ενεργήσει με οποιοδήποτε τρόπο αναφορά με τις εργασίες και τις υποθέσεις της εταιρείας».

 

Είναι τέλος η θέση της πως η Γνωμάτευση (Τεκμήριο Β), ικανοποιεί την αρχή πως το αλλοδαπό δίκαιο θα πρέπει να αποδεικνύεται ως πραγματικό γεγονός. («Το μέσο γνώσης του αλλοδαπού δικαίου είναι βασικά οι γνώμες των νομομαθών»).

 

Οι ενάγουσες-καθ΄ων η αίτηση ήγειραν Ένσταση προβάλλοντας τους ακόλουθους Λόγους.

 

«1.  H υπό κρίση Αίτηση είναι νομικά και πραγματικά αβάσιμη και/ή στερείται νομικού υπόβαθρου και/ή ερείσματος και/ή είναι ανεπίτρεπτη και/ή αντίθετη προς τους σχετικούς νόμους και/ή τη συνήθη πρακτική του Δικαστηρίου.

2.    H Αίτηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση.

3.    H υπό κρίση αίτηση είναι καταχρηστική, επιπόλαιη και ενοχλητική, ενόψει του ότι καταχωρήθηκε λίγες μόνο μέρες μετά την καταχώρηση και/ή παραλαβή και/ή γνωστοποίηση προς τους Αιτητές, της δεύτερης αίτησης προσθήκης διαδίκων που καταχωρήθηκε εκ μέρους των προτεινόμενων Εναγόντων, ήτοι στις 29/09/2015.

4.    Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία και η σχετική νομολογία επί του Θέματος για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

5.    H Αίτηση είναι αντικανονική και/ή παράτυπη και/ή αβάσιμη και/ή καταχρηστική.

6.    H Αίτηση καταχωρήθηκε κακόπιστα και/ή κακόβουλα με σκοπό την χρησιμοποίηση της δραστικότητας του εν λόγω ένδικου μέσου της διαγραφής των Καθ' ων η Αίτηση, προς αποφυγή καταβολής αποζημιώσεων προς όλα τα μέλη των Εναγόντων, σε περίπτωση επιτυχίας της εν λόγω αγωγής και προς αποφυγή επίτευξης των σχετικών απαγορευτικών διαταγμάτων, τα οποία εξαιτούνται δια της υπό τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό αγωγής.

7.    Οι Ενάγοντες έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα και έννομο συμφέρον να προωθούν την παρούσα αγωγή.

8.    H εξουσία του Δικαστηρίου να διατάξει τη διαγραφή διαδίκου, επιφέροντας τη δραστική συνέπεια της απόρριψης της αγωγής εκ μέρους του, πρέπει να ασκείται με μεγάλη φειδώ.

9.     Υπό τις περιστάσεις, τυχόν έγκριση της υπό κρίση αίτησης Θα επιφέρει αθέμιτο περιορισμό στο δικαίωμα πρόσβασης της Ενάγουσας στο Δικαστήριο το οποίο υπερισχύει των συμφερόντων της Αιτήτριας και το οποίο προστατεύεται από το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

10.  Η υπό κρίση αίτηση υπόκειται σε απόρριψη καθ΄ υπόδειξη της αυστηρής νομολογιακής γραμμής πως όταν ο αιτητής είναι υπαίτιος για την οικονομική κατάσταση του Ενάγοντα δεν μπορεί να διαταχθεί ασφάλεια εξάδων. Οι περιστάσεις της παρούσας αίτησης συνιστούν υποδειγματική περίπτωση απόρριψης του αιτήματος, εφόσον είναι η Ενάγουσα κατέχει πολύ καλή και δυνατή μαρτυρία που να δείχνει ότι οι εναγόμενοι έκλεψαν και/ή ιδιοποιήθηκαν και/ή προκάλεσαν μεγάλη οικονομική ζημία στις ενάγουσες ύψους πέραν του 1 εκατομμυρίου.

11.  H απόρριψη του αιτήματος είναι συνυφασμένη με την έννοια του δικαίου. Με την παρούσα αγωγή καταλογίζονται στους αιτητές δόλος και/ή απάτη και ιδιοποίηση χρημάτων που ανήκαν στις ενάγουσες ώστε να αποφύγει τις συμβατικές της υποχρεώσεις προς την Ενάγουσα. H διεξαγωγή της παρούσας αγωγής είναι απαραίτητη ώστε οι αιτητές να τεθούν ενώπιον των συνεπειών των πράξεων της.

12.  Οι εναγόμενοι κωλύονται από το να αιτούνται την διαγραφή της ενάγουσας 3 καθότι ευθύνονται οι ίδιοι για την διαγραφή της ενάγουσας από το μητρώο εταιρειών του British Virgin islands και/η προκάλεσαν την ζημιά την οποία η ενάγουσα υπέστη και είναι υπαίτιοι για την υφιστάμενη οικονομική και εταιρική της κατάσταση.

13. H υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως κακόπιστη και/ή καταχρηστική. Αποσκοπεί στο να προσδώσει στους αιτητές αθέμιτο πλεονέκτημα και/ή ν' οδηγήσει στη συνοπτική απόρριψη της αγωγής και/ή να καταστήσει αδύνατη την προάσπιση των δικαιωμάτων των Εναγουσών».

 

Η Ένσταση των εναγουσών υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Χλόης Λοϊζίδου, δικηγόρου, δεόντως εξουσιοδοτημένης από τις ενάγουσες 1, 2 και 3. Αναφέρει τα εξής:

Οι ενάγουσες 1 και 2 είναι εταιρείες εγγεγραμμένες στην Κυπριακή Δημοκρατία ενώ η ενάγουσα 3 είναι αλλοδαπή εταιρεία εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους (BVI). Ιδιοκτήτης, μέτοχος και διευθυντής των εταιρειών ήταν ο Olexandr Reshetka (στην συνέχεια «ο Olexandr») από την Ουκρανία, όπου είχε και την μόνιμη διαμονή του. Ο Olexandr απεβίωσε στις 25.4.2021 και τις μετοχές των εταιρειών τις κληρονόμησε ο υιός του, Reshetka Dmytro Oleksandrovych επίσης από την Ουκρανία. Ο τελευταίος έχει δώσει οδηγίες σε δικηγόρο στην Κύπρο να προβεί σε αλλαγή των αξιωματούχων και μετόχων των εναγουσών 1 και 2 και να διοριστεί ο ίδιος ως διευθυντής. Ανάλογες οδηγίες έχει δώσει και σε δικηγόρους στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους, σε σχέση με την ενάγουσα 3.

 

Θέση του Olexandr ήταν πως οι εναγόμενες, με δόλο και απάτη απέσπασαν από τις ενάγουσες το ποσό του 1.2 εκατομμυρίων Ευρώ. Ο Olexandr κατήγγειλε την υπόθεση στην αστυνομία και έδωσε και σχετική κατάθεση.

 

Η συνεργασία των μερών ξεκίνησε το 1999. Η Έλενα Κωνσταντίνου και η εταιρεία της, εναγόμενη 4, παρείχαν διοικητικές και εταιρικές υπηρεσίες στις ενάγουσες από το 1999 μέχρι και το 2013. Τότε σταμάτησαν να δίνουν πληροφορίες στον Olexandr. Εκφρασθείσα θέση της Έλενας Κωνσταντίνου ήταν πως τελικός δικαιούχος των εναγουσών ήταν άλλος και όχι ο Olexandr. Τότε ήταν που έγινε η καταγγελία στην αστυνομία από τον Olexandr αφού οι πραγματικοί ιδιοκτήτες των εταιρειών δεν είχαν πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των.

 

Την 1.6.2017 η Έλενα Κωνσταντίνου απεβίωσε (έπασχε για κάποια χρόνια από καρκίνο). Όπως πληροφορήθηκε ο Olexandr και οι δικηγόροι του από την αστυνομία, αυτός ήταν ο λόγος που δεν ασκήθηκε ποτέ ποινική δίωξη εναντίον της. Ο Olexandr ζήτησε τότε, μέσω της Γενικής Εισαγγελίας,  να του παραδοθούν από τα αρχεία της Αστυνομίας στοιχεία, σε σχέση με τους τραπεζικούς λογαριασμούς των εναγουσών εταιρειών. Ο ανακριτής της υπόθεσης του παρέδωσε τρεις (3) μεγάλους φακέλους με τραπεζικά έγγραφα και άλλα στοιχεία. Από την μελέτη των εγγράφων διαπιστώθηκε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο, η απάτη που διενεργήθηκε από πλευράς εναγομένων σε βάρος των εναγουσών.

 

Κάποια από τα στοιχεία που προέκυψαν από τα έγγραφα, είναι και τα εξής:

·         το 2010 και 2011, η Έλενα Κωνσταντίνου και η εναγομένη 4, με την «βοήθεια» των εναγομένων 5, 8 και 9 αντικατέστησαν τον πραγματικό δικαιούχο των εναγουσών με κάποιον Bogoroditskiy. Συγκεκριμένα, στις 20.1.2010 και 23.2.2011 με μάρτυρες τις εναγόμενες 8 και 9 κατατέθηκαν τα σχετικά έντυπα με τα οποία αντικαθίσταται ο Olexandr από τον Bogoroditskiy ως ο ιδιοκτήτης των τριών (3) εναγουσών εταιρειών.

·         στα τραπεζικά έγγραφα εντοπίζονται διάφορες συναλλαγές, οι οποίες δεν είχαν εγκριθεί ποτέ από τον Olexandr. Όπως μία μεταβίβαση ύψους €60.000= από την ενάγουσα 1 σε μία εταιρεία στο Χονγκ Κονγκ, στις 27.12.2010.

·         από συγκεκριμένο λογαριασμό ([ ]) που διατηρούσε η ενάγουσα 1 έγιναν πολλές συναλλαγές ύψους €500.000=, οι οποίες δεν εγκρίθηκαν ούτε και εξουσιοδοτήθηκαν ποτέ από τους ιδιοκτήτες της εταιρείας.

·         από άλλο λογαριασμό ([ ]) έγιναν πάρα πολλές μεταφορές χρημάτων (επίσης δεν εγκρίθηκαν ούτε και εξουσιοδοτήθηκαν ποτέ) και κατέληξαν σε λογαριασμούς εταιρειών που ανήκαν στην Έλενα Κωνσταντίνου και σε μέλη της οικογένειας της όπως τις εναγόμενες 2 και 3. Παράδειγμα μιας τέτοιας εταιρείας είναι η Lecon Legal Services Ltd. Στις 18.5.2011 μεταφέρθηκε ποσό ύψους €100.000= στην εν λόγω εταιρεία. Επίσης στις 6.5.2011, η εναγόμενη 9 έκαμε ανάληψη από τον συγκεκριμένο λογαριασμό ύψους €10.000= χωρίς καμμιά εξουσιοδότηση.

·         από τον λογαριασμό [ ] της ενάγουσας 3, «φαίνεται» να κλάπηκε το ποσό των €600.000=, με εμπλεκόμενες την εναγομένη 7 και την εταιρεία Lecon Legal Services Ltd. Όπως φαίνεται αρχικά, η Έλενα Κωνσταντίνου και οι εναγόμενες 4 και 5 «έσπασαν» τα γραμμάτια της ενάγουσας 3 και μετά μετέφεραν τα χρήματα στην εναγομένη 7 και στην εταιρεία Lecon Legal Services Ltd, ιδιοκτησίας της Έλενας Κωνσταντίνου.

·         οι περισσότερες όμως παράνομες συναλλαγές «φαίνεται» να έγιναν από τον λογαριασμό [ ] της ενάγουσας 1. Ξεκίνησαν τουλάχιστον από το 2009 και συνεχίστηκαν μέχρι και το 2010. Ενδεικτικά, στις 27.7.2009 έγινε μια μεταφορά χρημάτων ύψους €612.000= περίπου, σε μία άγνωστη εταιρεία με το όνομα Weilnur Company Ltd χωρίς και πάλι καμία εξουσιοδότηση και έγκριση από τους ιδιοκτήτες της ενάγουσας 1. Στις 4.6.2009 έγινε μία μεταφορά χρημάτων ύψους €70.000= σε κάποια Komrakova Tatiana. Στις 16.6.2009 μεταφέρθηκαν €70.000= σε κάποια Chupukova Svetlana. Μεγάλα ποσά, συνολικού ύψους €185.000= μεταφέρθηκαν και στους λογαριασμούς της εναγομένης 4. Από τον εν λόγω λογαριασμό γίνονταν και πολλές αναλήψεις μετρητών κυρίως από κάποια Zorpa και κάποια Nadezda. Γίνονταν επίσης και μεταφορές χρημάτων στον λογαριασμό κάποιου Chupukov Andrey, ο οποίος ήταν σύζυγος της εναγομένης 1. Από τον συγκεκριμένο λογαριασμό «φαίνεται» πως στις 2.9.2009 έγινε μεταφορά χρημάτων ύψους €250.000= προς τις εναγόμενες 6 και 7, στην βάση φερόμενης συμφωνίας δανείου συναφθείσης μεταξύ ενάγουσας 1 και εναγομένης 6. Οι ιδιοκτήτες της ενάγουσας 1 ποτέ δεν έδωσαν την έγκριση ή εξουσιοδότηση ή την συγκατάθεση τους ως προς τούτο.

 

Σε ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ του Olexandr και της εναγομένης 5 τον Ιούνιο του 2013, η τελευταία έστειλε στον πρώτο Καταστάσεις Λογαριασμών, που «δήθεν έδειχναν» πως τα χρήματα των εταιρειών του είχαν «κουρευτεί» λόγω της τραπεζικής κρίσης του 2013 και των μέτρων που λήφθηκαν τότε. Στα έγγραφα που παρεδόθησαν από την Αστυνομία δεν ανευερέθη τέτοια Κατάσταση Λογαριασμού.

Κατά την ομνύουσα, η απάτη που διενεργήθηκε σε βάρος των εναγουσών και ο ρόλος που διαδραμάτισε η κάθε εναγόμενη, καταδεικνύεται σε Ένορκη Δήλωση της εναγομένης 8 στην παρούσα υπόθεση, η οποία κατατέθηκε στον φάκελο της αγωγής 5356/16 Ε.Δ. Λευκωσίας (κινήθηκε από τον Olexandr εναντίον της Έλενας Κωνσταντίνου).

 

Σε ό,τι αφορά την ενάγουσα 3, η ομνύουσα αναφέρει τα εξής:

 

·         τον Αύγουστο του 2013, ο Olexandr «προσπάθησε» μέσω δικηγόρου να ανακτήσει τον έλεγχο της εταιρείας. Τούτο κατέστη αδύνατο, καθότι η Έλενα Κωνσταντίνου και η εναγομένη 4 είχαν ήδη μεταβιβάσει τις μετοχές σε τρίτο πρόσωπο.

·         ο Olexandr καταχώρησε τότε στο Ε.Δ. Λευκωσίας, την αγωγή 5356/2016, η οποία είχε ως αντικείμενο την ανάκτηση του ελέγχου των τριών εναγουσών εταιρειών. Μέχρι τις 27.3.2019 που εκδόθηκε η εκ συμφώνου απόφαση υπέρ του Olexandr, την ενάγουσα 3 την ήλεγχαν οι εναγόμενες 1 και 4.

·         μετά από σχετική έρευνα, ο σημερινός πραγματικός δικαιούχος πληροφορήθηκε πως η ενάγουσα 3 διεγράφη από το Μητρώο Εταιρειών του BVI, επειδή δεν είχε πληρωθεί το ετήσιο τέλος της από το 2016, χρόνο κατά τον οποίον, η Έλενα Κωνσταντίνου και η εναγομένη 4 ήλεγχαν την εταιρεία.

·         ο σημερινός πραγματικός ιδιοκτήτης της ενάγουσας 3, το 2022 απέστειλε σειρά ηλεκτρονικών μηνυμάτων τόσο στον Έφορο Εταιρειών του BVI όσο και σε επαγγελματίες που ασχολούνται με εταιρικές υπηρεσίες. Ενημερώθηκε πως για να επαναφερθεί η εταιρεία σήμερα χρειάζονται διάφορες νομικές διαδικασίες, λόγω του ότι απεβίωσε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης και πως οι εν λόγω διαδικασίες θα στοιχίσουν 16.000= δολάρια.

 

Κατά την ομνύουσα, η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί καθότι είναι οι ίδιες οι εναγόμενες που προκάλεσαν την διαγραφή της ενάγουσας 3 με αθέμιτους και δόλιους τρόπους.

Κατά τις αγορεύσεις, ο κ. Γεωργίου εκ μέρους των εναγουσών-καθ΄ ων η αίτηση εισηγήθηκε πως στην προκειμένη περίπτωση θα πρέπει να ισχύσει το δόγμα «ex turpi causa non oritur action» ή όπως τέθηκε από τον Lord Mansfield CJ στην Holman v. Hohnson [1775] 1 Cowp 341: «no court will lend its aid to a man who founds his cause of action upon an immoral or illegal act».

 

Ο «γενικός κανόνας» τόνισε, «είναι ότι τα Δικαστήρια δεν επιτρέπουν σε ένα αδικοπραγούντα να επωφεληθεί από την δική του παρανομία. Δεν μπορεί το Δικαστήριο και πρέπει πάντοτε να αρνείται να γίνει αρωγός μιας παράνομης συμπεριφοράς και ενός αιτήματος που θα βοηθήσει τον αδικοπραγούντα να αποφύγει τις συνέπειες των παράνομων πράξεων του».

 

Κατά τον κ. Γεωργίου, το δόγμα τυγχάνει εφαρμογής τόσο στην περίπτωση των συμβάσεων, όσο και των αστικών αδικημάτων.

 

Κατέληξε πως «η εν λόγω αρχή μπορεί αλλά κυριότερα πρέπει να επεκτείνεται και σε καθαρά νομικά διαβήματα όπως η παρούσα αίτηση. Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές ζητούν τη διαγραφή μιας εταιρείας που οι ίδιοι οδήγησαν σε διαγραφή, αφού πρώτα έκλεψαν και οικειοποιήθηκαν όλα τα περιουσιακά της στοιχεία και στην συνέχεια αμέλησαν και/ή επίτηδες απέφυγαν να πληρώσουν τα νενομισμένα τέλη για να οδηγηθεί η εταιρεία σε διαγραφή. Έρχονται σήμερα, που οι ιδιοκτήτες της εταιρείας βρίσκονται σε μια τραγική και θλιβερή κατάσταση πολέμου να αιτούνται τη διαγραφή της από τις εξ΄ ολοκλήρου δικές τους παράνομες ενέργειες. Η αρχή πως ουδείς μπορεί να επωφελείται από τη δική του παρανομία βρίσκεται στον πυρήνα του δικαίου μας και πρέπει να είναι ο πρώτιστος παράγοντας στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου όταν θα αποφασίζει για την παρούσα αίτηση».

 

Ο κ. Ιωάννου, εκ μέρους των εναγομένων 1, 2, 3, 4, 5 και 9-αιτητριών, παραπέμποντας και σε σχετική νομολογία LIOUFIS AND CO LTD v. Μιχαλάκη Ανδρονίκου και Πανίκου Παναγίδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 8767 ημερομηνίας 17 Ιουλίου 1996, τόνισε ότι «Η αντιδικία προϋποθέτει την ύπαρξη των διαδίκων. Αν ο ενάγων δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, δεν τίθεται, ούτε θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα αντιδικίας με τον εναγόμενο. Αγωγή εκ μέρους ανύπαρκτου προσώπου συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας. Το μέσο για την αμφισβήτηση της οντότητας του ενάγοντα είναι αίτηση για διαγραφή της αγωγής».

 

H υπό κρίση Αίτηση στηρίζεται στην Δ.9 Θ.10 η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

 

«No cause or matter shall be defeated by reason of the misjoinder or non-joinder of parties, and the Court may in every cause or matter deal with the matter in controversy so far as regards the rights and interests of the parties actually before it. The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, either upon or without the application of either party, and on such terms as may appear to the Court or Judge to be just, order that the names of any parties improperly joined, whether as plaintiffs or as defendants, be struck out, and that the names of any parties, whether plaintiffs or defendants, who ought to have been joined, or whose presence before the Court may be necessary in order to enable the Court effectually and completely to adjudicate upon and settle all the questions involved in the cause or matter, be added... Every party whose name is so added as defendant shall be served with a writ of summons or notice in manner provided by Rule 11 of this Order or in such manner as may be prescribed by any special order, and the proceedings as against such party shall be deemed to have begun only on the service of such writ or notice.»

 

Υιοθετώ τα όσα λέχθηκαν από τους συνηγόρους των εναγουσών, σε σχέση με την ανάλυση της νομικής πτυχής της υπόθεσης. Τα παραθέτω στην συνέχεια.

 

«H Δ.9 8.10 δίδει τη διακριτική εξουσία στο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είτε με, είτε χωρίς αίτηση και με όρους που θα φανούν δίκαιοι στο Δικαστήριο, να διατάξει όπως τα ονόματα οποιωνδήποτε προσώπων που είτε έχουν κακώς ενωθεί σαν ενάγοντες ή εναγόμενοι να διαγραφούν και τα ονόματα οποιωνδήποτε μερών που έπρεπε να είχαν ενωθεί ή που η παρουσία τους στο Δικαστήριο θα ήταν αναγκαία για να μπορέσει το Δικαστήριο να αποφασίσει και να διακανονίσει όλα τα ερωτήματα που υπάρχουν στην υπόθεση, να προστεθούν.

Στο σύγγραμμα Annual Practice 1958, σελ.623 κάτω από τον τίτλο «Parties» αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«The statement of claim and the writ should correspond "in the names of the parties, in the number of the parties, and in the characters in which they sue and are sued "; a mere misnomer may be corrected in the statement of claim, but the writ should be amended before judgment. The plaintiff can always discontinue the action against any of the defendants by notice in writing under O. 26, r. 1 (q.v.). But if either party desires to add a new plaintiff or a new defendant, he must apply under O. 16, in 11 and 12 (Kendall v. Hamilton, 4 App. Cas. 501). And if an order be made adding any new party, the writ should be amended accordingly. If such new party be a defendant, the amended writ  must be served on him (Ο. 16, r. 13). If any pleadings have been already delivered, they will probably also need amendment, to show title in the new plaintiff or liability in the new defendant.».

 

Στην υπόθεση Korkut v. Απόστολου Γεωργίου (2007) 1 ΑΑΔ 1213, διαβάζονται τα εξής σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα:

 

«Για το εάν ένας διάδικος είναι αναγκαίος ή όχι, το Δικαστήριο διατηρεί διακριτική ευχέρεια. Μελέτη της Αγγλικής νομολογίας αποκαλύπτει διάφορες σχολές σκέψης για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου δυνάμει της Δ.9 θ. 10. (Βλ. Amon v. Raphael και Tuck & Sons Ltd. [1956] 1 All E.R. 273 και Gurtner v. Circuit [1968] 1 Α11 E.R. 328). Όμως στην Κύπρο επικράτησε η σχολή η οποία αναγνωρίζει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο. (Βλ. Mepa Underwriting Management Ltd. κ.ά. ν. Αγροτικής Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλειών (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 772.».

 

Οι ίδιες αρχές επιβεβαιώθηκαν στην μεταγενέστερη υπόθεση Σοφιανού v. Minas Makris Developers Ltd κ.α (2011) 1 ΑΑΔ 1668 όπου αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

«Το δικαστήριο έχει επί του προκειμένου ευρεία διακριτική εξουσία να επιφέρει αναγκαίες τροποποιήσεις σε σχέση με τους διαδίκους (διαγραφή, προσθήκη, αντικατάσταση) που στοχεύουν στο να καταστεί δυνατή η πλήρης και αποτελεσματική εκδίκαση όλων των επίδικων θεμάτων μεταξύ των αναγκαίων διαδίκων. Βλ. Mepa Manag. Ltd κα v. Αγροτικής Ετ. Γεν. Ασφαλ. (1997) 1 (Β)  A.A.Δ. 772.

 

Στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου που προκύπτει από την Δ.9 θ.10, λαμβάνεται πάντοτε υπόψη η γενική αρχή ότι μόνο πρόσωπα άμεσα αναμεμειγμένα στη διαφορά έχουν λόγο στη δίκη για την επίλυση της (Βλ. Μαυρογένη ν. Βουλή των Αντιπροσώπων κ.ά. (αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 1034, 1045).

Όπως όμως έχει επίσης νομολογηθεί, η διαγραφή διαδίκου ως εξαιρετικό μέτρο, θα πρέπει να ασκείται με φειδώ και μόνο σε ξεκάθαρες περιπτώσεις. Εφόσον υπάρχουν διαφορές ως προς τα νομικά και πραγματικά θέματα, αυτές πρέπει να εκδικάζονται και αποφασίζονται από το Δικαστήριο κατά την ακρόαση της αγωγής και όχι σε ενδιάμεσο στάδιο όπου η μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου είναι οι ένορκες δηλώσεις (βλ. P.T. Kiani Kertas v. Interorient Navigation Company Limited (2001) 1 ΑΑΔ 1475).

 

Το Δικαστήριο θα εξετάσει την αναγκαιότητα διαγραφής διαδίκου με αναφορά τα δικόγραφα και ιδιαίτερα στην Έκθεση Απαίτησης, η οποία προσδιορίζει την αιτία αγωγής. Σχετική είναι η υπόθεση Mepa, (ανωτέρω) στην οποία λέχθηκαν τα εξής:

 

«Το δικόγραφο το οποίο διευκρινίζει και προσδιορίζει την αιτία αγωγής εναντίον ενός εναγομένου είναι η έκθεση απαιτήσεως. Πρέπει ένας να διαβάσει την έκθεση απαιτήσεως για να αντιληφθεί για ποιο λόγο κάποιος έχει καταστεί διάδικος (Βλ. Wilson v. Church [1878] 9 Ch. 552, 557).»».

 

Τούτων λεχθέντων επανέρχομαι στην υπό κρίση Αίτηση.

 

Όπως έχει προαναφερθεί, η έκδοση ή μη διαταγής για προσθήκη ή διαγραφή διαδίκου, επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του  Δικαστηρίου, το οποίο έχει ευρεία εξουσία να εκδώσει τέτοια διαταγή, όπου το κρίνει αναγκαίο για να επιτύχει την αποτελεσματική εκδίκαση όλων των επιδίκων θεμάτων.

 

Έχοντας τούτο ως γνώμονα, κρίνω ότι η Αίτηση δεν θα πρέπει να εγκριθεί. Και τούτο για τους ακόλουθους λόγους.

 

Οι ενάγουσες επιρρίπτουν στις εναγόμενες πως αφού πρώτα οικειοποιήθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία της ενάγουσας 3, στην συνέχεια παρέλειψαν να πληρώσουν τα νενομισμένα τέλη με αποτέλεσμα η εταιρεία να διαγραφεί από το Μητρώο Εταιρειών του BVI. Τόσο στην Έκθεση Απαίτησης, όσο και στην Ένορκη Δήλωση της Χλόης Λοιζίδου που υποστηρίζει την Ένσταση στην υπό κρίση Αίτηση, εκτίθενται σχετικοί ισχυρισμοί και παρατίθενται στοιχεία. Από πλευράς των εναγουσών υπάρχει ο ισχυρισμός πως στην βάση στοιχείων που κατέχουν καταδεικνύεται πως η Έλενα Κωνσταντίνου με την συνέργεια της εταιρείας της (εναγομένης 4) το 2010 και 2011 αντικατέστησαν τον πραγματικό ιδιοκτήτη της ενάγουσας (Olexandr) με τον Bogoroditskiy, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται ο τελευταίος ως ο ιδιοκτήτης της ενάγουσας.

 

Αναντίλεκτο γεγονός παραμένει πως το 2013, ο Olexandr καταχώρησε στο Ε.Δ. Λευκωσίας την αγωγή 5356/13 εναντίον της Έλενας Κωνσταντίνου, με την οποία επιζητούσε την ανάκτηση και των τριών (3) εταιρειών του. Στις 27.3.2019 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ του Olexandr και σε βάρος της Κατερίνας Σταυρίδου ως διαχειρίστριας της περιουσίας της Έλενας Κωνσταντίνου, με την οποία αναγνωρίστηκε μεταξύ άλλων, ότι ο Olexandr ήταν ο τελικός απόλυτος ιδιοκτήτης των μετοχών της ενάγουσας 3, οι οποίες, όπως καταγράφεται στην απόφαση (Τεκμήριο 1 στην Ένορκη Δήλωση της Χλόης Λοϊζίδου), «είναι εγγεγραμμένες και/ή κατέχονται από την Έλενα Κωνσταντίνου αποβιώσασα και/ή βρίσκονται εγγεγραμμένες επ΄ονόματι οιουδήποτε άλλου προσώπου και/ή κατέχονται για λογαριασμό οιουδήποτε άλλου προσώπου». Η απόφαση περιελάμβανε και την έκδοση Διατάγματος με το οποίο διετάσσετο η Έλενα Κωνσταντίνου και/ή οι εγγεγραμμένοι μέτοχοι και/ή οι ονομαστικοί μέτοχοι της ενάγουσας 3, όπως μεταβιβάσουν τις μετοχές επ΄ ονόματι του Olexandr.

 

Με υπόβαθρο τα προαναφερθέντα, θεωρώ ότι η ενάγουσα 3 είναι αναγκαίος διάδικος στην αγωγή. Θα πρέπει να παραμείνει στην διαδικασία έτσι ώστε όλες οι διαφορές μεταξύ των μερών να επιλυθούν και να αποφασιστούν στο κατάλληλο στάδιο και συγκεκριμένα κατά την ακρόαση της υπόθεσης. Μόνο έτσι θα αποσαφηνιστούν τα επίδικα ζητήματα (νομικά και πραγματικά θέματα).

Ως εκ τούτου, η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Δια ταύτα η Αίτηση απορρίπτεται.

 

Όσον αφορά τα έξοδα, δεν βρίσκω κανένα λόγο ώστε να αποστώ από τον κανόνα ότι αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα. Συνεπώς, τα έξοδα της Αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των εναγουσών-καθ΄ ων η αίτηση και σε βάρος των εναγομένων 1, 2, 3, 4, 5 και 9-αιτητριών.

 

 

 

(Υπ.) Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

 

 

Πρωτοκολλητής 

/ΕΝ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο