ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αίτησης ΠΣΑ: 10/2021

 

 

Αναφορικά με τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 (Ν.65(Ι)/2015)     

               

 

Αναφορικά με την Αγάθη Χρίστου, Χρεώστιδα

 

 

 

Ημερομηνία: 26 Μαρτίου 2024

 

Αίτηση ημερομηνίας 5.7.2022

 

Εμφανίσεις:

 

Για τους Αιτητές-Πιστωτές (ΣΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ): κα Μαρία Βαταμίδου για ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ 

 

Για την Καθ΄ης η Αίτηση-Χρεώστιδα (Αγάθη Χρίστου): κ. Ευστάθιος Ευσταθίου για ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Κ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΔΕΠΕ

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

            Στις 11.11.2011, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε Προστατευτικό Διάταγμα, όσον αφορά την χρεώστιδα Αγάθη Χρίστου, βάσει των προνοιών του προαναφερόμενου Νόμου (Ν.65(Ι)/2015), ώστε να γίνουν οι δέουσες διαβουλεύσεις με τους πιστωτές της (ΚΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ) για ολοκλήρωση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής των χρεών της.

 

Στην συνέχεια, η χρεώστιδα εξασφάλισε, μονομερώς, στις 5.5.2022 Διάταγμα με το οποίο επιβάλλεται στους πιστωτές της, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής με αριθμό ΠΣΑ 10/21, το οποίο οι πιστωτές απέρριψαν στις 11.2.2022, ημερομηνία συνέλευσης των πιστωτών.

 

Με την καταχώρηση της αίτησης, βάσει της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα ημερομηνίας 5.5.2022, η χρεώστιδα καταχώρησε ταυτόχρονα, στις 19.4.2022, αίτηση για παράταση της ισχύος του Προστατευτικού Διατάγματος.

 

Με την υπό κρίση Αίτηση, οι αιτητές επιζητούν:

 

«Α.      Την ακύρωση του Διατάγματος ημερομηνίας 05/05/2022, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτησης, και διά του οποίου επιβάλλεται στους Αιτητές/Πιστωτές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, το οποίο απέρριψαν σε σχέση με την Χρεώστιδα Αγάθη Χρίστου.

Β.        Οποιαδήποτε άλλη Διαταγή ή Απόφαση ή Οδηγία.

Γ.         Έξοδα».

 

Η Αίτηση στηρίζεται στον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 (Ν.65(Ι)/2015), ειδικότερα στα άρθρα 41-75, στον Περί Πτώχευσης Νόμο, Κεφ. 5, στον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965, στον περί Αφερεγγύοτητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016), Κανονισμοί 4, 5, 10, 15, 16, 22, 23 και 24 και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, Διατ. 48, Καν. 1, 2, 3, 5 και 9, καθώς επίσης και στις συμφυείς εξουσίες, διακριτική ευχέρεια και πρακτική του  Δικαστηρίου.

 

Την Αίτηση υποστηρίζει Ένορκη Δήλωση του Μάριου Καρακόκκινου, Διευθυντού της Υπηρεσίας Διαχείρισης Πλαισίου Αφερεγγυότητας της Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (στην συνέχεια «η ΚΕΔΙΠΕΣ»), η οποία ιδρύθηκε από την Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (στην συνέχεια «η ΣΕΔΙΠΕΣ»), τους καθορισμένους πιστωτές της χρεώστιδος Αγάθης Χρίστου.

 

Ο ομνύων αναφέρεται στο ιστορικό της υπόθεσης και ειδικότερα στην δανειοδότηση της χρεώστιδος από την ΣΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ, στις εξασφαλίσεις του δανεισμού (Υποθήκη επί δύο ακινήτων της χρεώστιδος), καθώς και στο οφειλόμενο χρέος της, το οποίο ανέρχεται στο ποσόν των €420.988.46, σύμφωνα με την Ένορκη Δήλωση Επαλήθευσης ημερομηνίας 30.12.2021, η οποία έχει γίνει δεκτή και από τον  Σύμβουλο Αφερεγγυότητας της χρεώστιδος.

 

Ο ομνύων αναφέρει περαιτέρω τα εξής:

 

Το προτεινόμενο από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής (ΠΣΑ 10/2021) τέθηκε σε ψηφοφορία για όλους τους πιστωτές την 11.2.2022 και καταψηφίστηκε από την συνέλευση των πιστωτών περιλαμβανομένης και της ΣΕΔΙΠΕΣ (κατέχει το 100% του εξασφαλισμένου χρέους και το 58.16% του ανεξασφάλιστου), η οποία εκπροσωπείτο από τον ίδιο.

 

Στις 24.6.2022 επιδόθηκε στους αιτητές το Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 5.5.2022, με το οποίο το Δικαστήριο διέταξε την επιβολή του ΠΣΑ 10/2021 σ΄ όλους τους πιστωτές.

 

Είναι η θέση του πως το Διάταγμα Επιβολής ΠΣΑ θα πρέπει να ακυρωθεί καθότι δεν πληρούνται τα κριτήρια επιβολής μη συναινετικού ΠΣΑ, που προνοεί η σχετική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, στο ΠΣΑ 10/2021 εντοπίζονται πολλές ασάφειες και δεν καταδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίον έχουν γίνει «διάφοροι υπολογισμοί», ούτε επεξηγείται με ποιον τρόπο ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας καταλήγει σε συγκεκριμένα ποσά. Δεν υπάρχει ανάλυση ούτε και επεξήγηση αναφορικά με το ύψος του προτεινόμενου μηνιαίου ποσού αποπληρωμής του χρέους, αφού δεν προσφέρεται καμμιά μαρτυρία ως προς τα εισοδήματα της χρεώστιδος. Ενώ η ίδια ισχυρίζεται ότι λαμβάνει μηνιαίο εισόδημα από την απασχόληση της ως ασφαλίστρια, ουδόλως αποδεικνύεται η λήψη οποιουδήποτε μηνιαίου εισοδήματος. Οι Καταστάσεις των Κοινωνικών Ασφαλίσεων που επισύναψε η χρεώστιδα στην αίτηση επιβολής ημερομηνίας 19.4.2022, αφορούν μόνο τα έτη 2009-2018. Παρόλο που η ίδια δηλώνει στην αίτηση της ότι από το 2020 το μηνιαίο εισόδημα της είναι ύψους €800=, εντούτοις παραλείπει να προσκομίσει Καταστάσεις Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το 2019 και μετά. Η χρεώστιδα στηρίζει την αποπληρωμή του χρέους της σε εισοδήματα που, όπως ισχυρίζεται, λαμβάνει από ενοίκια, πλην όμως δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό είσπραξης τέτοιου ποσού. Αντίθετα, σε Δηλώσεις της διαφοροποιεί συνεχώς τα ποσά που κατ΄ισχυρισμόν εισπράττει. Οι αιτητές αμφισβητούν την εν λόγω θέση της χρεώστιδας, δεδομένου του ότι κατέχει δύο ακίνητα, εκ των οποίων το ένα είναι η κύρια κατοικία της και το δεύτερο θα μεταβιβαστεί στους αιτητές με την επιβολή του ΠΣΑ. Πέραν τούτου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σήμερα η χρεώστιδα είναι 62 ετών και η προτεινόμενη αποπληρωμή του χρέους της (η ίδια εισηγείται την καταβολή μηνιαίας δόσης ύψους €1000=) επεκτείνεται μέχρι το 82ο έτος της ηλικίας της.

 

Ο ομνύων διατείνεται πως είναι πολύ δύσκολο να συμμορφωθεί η χρεώστιδα με τους όρους του ΠΣΑ για τα επόμενα 20 χρόνια, ήτοι μέχρι την ηλικία των 82 ετών, με δόσεις αποπληρωμής ύψους €1000= μηνιαίως και ως εκ τούτου το ΠΣΑ δεν μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμο. Η επιβολή του ΠΣΑ, σε καμμιά περίπτωση δεν θέτει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτή στην οποίαν θα βρίσκονταν εάν η περιουσία της χρεώστιδος διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου.

 

Η καθ΄ης η αίτηση-χρεώστιδα καταχώρησε Ένσταση προβάλλοντας τους ακόλουθους Λόγους.

 

«1. Η παρούσα αίτηση είναι πραγματικώς και/ή νομικώς αβάσιμη και/ή αστήρικτη και/ή απαράδεκτη και/ή είναι λανθασμένο δικονομικό διάβημα.

2.    Οι αιτητές δεν απέσεισαν το βάρος απόδειξης που φέρουν στην πλάτη τους.

3.    Οι αιτητές εγείρουν πραγματικά και/ή νομικά ζητήματα τα οποία εκφεύγουν του δικαιοδοτικού πεδίου της παρούσας αίτησης και/ή δεν ερείδονται στις απαιτούμενες πρόνοιες των διατάξεων του Νόμου 65(Ι)/2015.

4.    Η χρεώστιδα ενήργησε με καλή πίστη και/ή προέβη σε πλήρη αποκάλυψη όλων των περιουσιακών και/ή οικονομικών στοιχείων της και/ή εισοδημάτων και/ή υποχρεώσεων της.

5.    Η χρεώστιδα πληροί όλα τα απαιτούμενα κριτήρια και/ή όλες τις απαιτούμενες εγγυήσεις για εφαρμογή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής (ΠΣΑ 10/2021).

6.    Οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής έχουν ως αποτέλεσμα να θέσουν του αιτητές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτή στην οποία θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία της χρεώστιδας διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου.

7.    Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής καθορίζει ή προβλέπει με σαφήνεια όλες τις προϋποθέσεις του Νόμου 65(Ι)/2015».

 

Η Ένσταση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της ίδιας της χρεώστιδας-καθής η αίτηση, η οποία υπεραμύνεται των ενεργειών της και επιχειρηματολογεί υπέρ της απόρριψης της Αίτησης. Διατείνεται ότι είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις, με τον τρόπο που καθορίζεται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής (ΠΣΑ 10/2021).

 

Και οι δύο πλευρές καταχώρησαν, εκ συμφώνου, Συμπληρωματικές Ένορκες Δηλώσεις.

 

Εκ μέρους των αιτητών ορκίστηκε και πάλι ο Μάριος Καρακόκκινος. Όπως αναφέρει, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ημερομηνίας 15.12.2022, τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ αυξήθηκαν σημαντικά (για σκοπούς αντιμετώπισης της απρόβλεπτης και πρωτοφανούς αύξησης του πληθωρισμού), με το επιτόκιο προσφοράς των πράξεων κύριας χρηματοδότησης να ανέρχεται πλέον στο 2.5%. Ως εκ τούτου, η πρόνοια που περιλαμβάνεται στο ΠΣΑ για αποπληρωμή του χρέους με κυμαινόμενο επιτόκιο, το οποίο αποτελείται από το εκάστοτε ελάχιστο επιτόκιο προσφοράς των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, προσαυξημένο με προσαύξηση ίση με αυτή της αρχικής Συμφωνίας Δανείου ημερομηνίας 9.8.2005, δηλαδή 0%, με κεφαλαιοποίηση των τόκων δύο φορές ετήσια, δεν ανταποκρίνεται στο ύψος των επιτοκίων για τέτοιου είδους συμβάσεις. Κατά τον ίδιο, ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας, «προφανώς επέλεξε ως επιτόκιο αναφοράς, το επιτόκιο πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αναπαυόμενος στο γεγονός ότι αυτό ήταν μηδενικό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς να είναι ορατή η αύξηση του στο εγγύς μέλλον. Και με αυτό σαν να ήταν δεδομένο, δομήθηκε το επίδικο ΠΣΑ, χωρίς καμμιά πρόνοια ως προς το τι θα συμβεί σε περίπτωση αύξησης του ρηθέντος επιτοκίου αναφοράς». Με δεδομένη την αύξηση του επιτοκίου προσφοράς των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ σε 2.5%, το επίδικο ΠΣΑ, προσθέτει, «εμφανέστατα δεν θα είναι βιώσιμο ιδίως ένεκα της αύξησης του επιτοκίου του επίδικου ΠΣΑ σε 3.5% ετησίως, το οποίο είναι πέραν του τριπλασίου από το επιτόκιο που έλαβε υπ΄όψιν του ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας στους υπολογισμούς του για τον καθορισμό του ύψους των δόσεων αποπληρωμής των χρεών της Χρεώστιδας». Είναι πρόδηλη, καταλήγει, η αδυναμία συμμόρφωσης της χρεώστιδας με τους όρους του ΠΣΑ για περίοδο 20 ετών, δηλαδή μέχρι και το 82ο έτος της ηλικίας της, συνυπολογίζοντας ιδιαίτερα «το ποσό στο οποίο θα ανέρχονται ο τόκοι δυνάμει πλέον του αυξημένου επιτοκίου στο οποίο αναμφισβήτητα θα παρατηρείται ουσιωδέστερη αύξηση».

 

Εκ μέρους της χρεώστιδας ορκίστηκε και πάλι η ίδια. Αρνείται τα όσα αναφέρει ο Μάριος Καρακόκκινος στην Συμπληρωματική του Ένορκη Δήλωση. Ειδικότερα αρνείται ότι το ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμο λόγω της αύξησης του επιτοκίου της προσφοράς των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στο 2.5%. Όπως έχει ενημερωθεί από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας της, η μηνιαία δόση του ΠΣΑ είναι σταθερή και δεν επηρεάζεται από την αυξομείωση των επιτοκίων. Η οποιαδήποτε διαφορά ήθελε προκύψει από τις αυξομειώσεις του επιτοκίου, θα προστεθεί στην τελευταία δόση (όλες οι δόσεις είναι συγκεκριμένες και σταθερές από την αρχή του Σχεδίου μέχρι το τέλος) και θα καταβληθεί από την ίδια.

 

Οι συνήγοροι των διαδίκων ανέπτυξαν τις θέσεις τους μέσα από γραπτές αγορεύσεις.

 

Η κα Βαταμίδου εκ μέρους των αιτητών-πιστωτών, εισηγήθηκε πως οι αιτητές προσβάλλουν το επίδικο ΠΣΑ στην βάση του άρθρου 73 του σχετικού Νόμου. Ήταν η θέση της ότι η χρεώστιδα δεν παρέθεσε ακριβή στοιχεία ώστε να εξακριβωθεί με βεβαιότητα η οικονομική βιωσιμότητα του ΠΣΑ αλλά και η τελική θέση που θα βρίσκονται οι αιτητές, αφού σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει Διάταγμα μόνο στην περίπτωση που το απορριφθέν από τους πιστωτές ΠΣΑ θα τους θέσει στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν που θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου.

 

Ο κ. Ευσταθίου από πλευράς χρεώστιδας δεν διαφώνησε με την κα Βαταμίδου ως προς τις πρόνοιες της νομοθεσίας. Πρόσθεσε πως με την ψήφιση του Νόμου [Ν.65(Ι)/2025], «ο νομοθέτης επιθυμούσε το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής (ΠΣΑ) να αποτελεί ένα νέο μηχανισμό που να επιτρέπει στον αφερέγγυο χρεώστη, νοουμένου  ότι πληροί ορισμένα κριτήρια, να πετύχει την αναδιάρθρωση του χρέους του. Η αναδιάρθρωση του χρέους μέσω ΠΣΑ μπορεί να διασφαλίσει την αποπληρωμή των πιστωτών και να διατηρήσει, όπου είναι εφικτό, την κύρια κατοικία του χρεώστη. Σκοπός του ΠΣΑ είναι η παραχώρηση πρόσθετων εργαλείων για την επαναφορά της ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων χρεωστών και πιστωτών, μέσω δίκαιων και βιώσιμων σχεδίων Αποπληρωμής. Το ΠΣΑ δίνει μια δεύτερη ευκαιρία στον χρεώστη να ανταποκριθεί σε ένα νέο πρόγραμμα αποπληρωμής ώστε να διατηρήσει την κύρια κατοικία του και να αποφύγει την πτώχευση, πράγμα που ισχύει και στην παρούσα υπόθεση». Κανένας από τους ισχυρισμούς των αιτητών, πρόσθεσε, δεν δύναται να βρει έρεισμα στον Νόμο. Αντίθετα, κατέληξε, η χρεώστιδα έχει τεκμηριώσει το ύψος των εισοδημάτων της και παρείχε τις δέουσες εγγυήσεις ότι θα συνεχίσει να έχει εισοδήματα.

 

Σκοπός του Περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου, Ν. 65(Ι)/2015, όπως αυτός φαίνεται στο προοίμιο του Νόμου, ήταν η θέσπιση έκτακτων μέτρων από το κράτος, σε ανταπόκριση της οξείας οικονομικής κρίσης που προέκυψε από το 2012, ώστε να διαφυλάξει τα δικαιώματα αλλά και να προστατεύσει, τόσο τον χρηματοπιστωτικό τομέα όσο και το κοινωνικό σύνολο, με επιδίωξη την εξασφάλιση προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.

 

Απώτερος σκοπός ήταν η επαναφορά της ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων των Χρεωστών και Πιστωτών με την θέσπιση δίκαιων και βιώσιμων σχεδίων αποπληρωμής, με τα οποία οι αφερέγγυοι χρεώστες θα υποβοηθούντο με τις οφειλές τους, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας διαγραφής οφειλών, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις και στη βάση καθορισμένης διαδικασίας, έτσι ώστε να αποφεύγεται η πτώχευση και να διευκολύνεται η ενεργός συμμετοχή των προσώπων αυτών στην οικονομική δραστηριότητα στη Δημοκρατία, και παράλληλα θα βοηθούντο οι Πιστωτές, οι οποίοι με τα εν λόγω σχέδια αποπληρωμής δεν θα βρίσκονται σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν εάν η περιουσία του Χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, προστατεύοντας με τον τρόπο αυτό, τον πυρήνα των δικαιωμάτων τους. Το όλο πνεύμα του Νόμου είναι η παροχή μιας δεύτερης ευκαιρίας στον Χρεώστη για αποφυγή πτώχευσης, όπως άλλωστε είναι το πνεύμα όλου του αναθεωρημένου πλαισίου αφερεγγυότητας που θεσπίστηκε το 2015.

 

 

Ένας τρόπος με τον οποίο ο Νόμος διασφαλίζει τα πιο πάνω είναι με την χρήση Προσωπικών Σχέδιων Αποπληρωμής (στην συνέχεια «ΠΣΑ»). H διαδικασία εφαρμογής και υλοποίησης ΠΣΑ καθορίζεται από την νομοθεσία και προνοεί σε δύο καταλήξεις ΠΣΑ. H πρώτη κατάληξη είναι η κατάρτιση και υιοθέτηση ενός συναινετικού ΠΣΑ, όπως καθορίζεται από τα Άρθρα 33 μέχρι 71 του Νόμου και τίθεται σε ισχύ με την έγκριση των Πιστωτών ή την πλειοψηφία αυτών και επικυρώνεται από το Δικαστήριο, στην βάση του Άρθρου 60. Στην περίπτωση όμως που δεν εγκριθεί το ΠΣΑ από την απαιτούμενη πλειοψηφία Πιστωτών, τότε ο Νόμος παρέχει την δυνατότητα στο Χρεώστη να αιτηθεί μονομερώς από το Δικαστήριο την επιβολή μη συναινετικού ΠΣΑ, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις του Νόμου, όπως καθορίζονται στα Άρθρα 72 μέχρι 77.

 

Ένα μη συναινετικό ΠΣΑ θα πρέπει να πληροί τόσο τις προϋποθέσεις των Άρθρων βάσει του οποίου εκδίδεται, δηλαδή των Άρθρων 72 μέχρι 77 του Νόμου, αλλά θα πρέπει επίσης, κατά αναλογία, να συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις των Άρθρων 62 μέχρι 71, τα οποία ισχύουν για ένα συναινετικό ΠΣΑ, όπως αναφέρει ρητά το Άρθρο 77.

 

Λόγω της καταναγκαστικής φύσης της επιβολής ενός μη Συναινετικού ΠΣΑ και της μονομερούς διαδικασίας που προηγείται της έκδοσης του, οι Χρεώστες θα πρέπει να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για έκδοση μη συναινετικού ΠΣΑ.

 

 

Τα κριτήρια επιλεξιμότητας ενός μη συναινετικού ΠΣΑ θα πρέπει να ικανοποιούν τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια επιλεξιμότητας για ένα συναινετικό ΠΣΑ, άλλα θα πρέπει ταυτόχρονα να πληρούν και τις πιο αυστηρές και επιλεκτικές προϋποθέσεις για μη συναινετικό ΠΣΑ.

 

Το άρθρο 73, επί του οποίου στηρίζεται η Αίτηση έχει ως ακολούθως:

 

«Προϋποθέσεις έκδοσης διατάγματος

73. -(1) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 72 του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις που το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απορρίφθηκε από τους πιστωτές, θα είχε ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία τέτοιοι πιστωτές θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, αξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών:

Νοείται ότι, για σκοπούς του παρόντος εδαφίου, δεν εφαρμόζεται και δεν λαμβάνεται υπόψη η προτεραιότητα πληρωμής χρεών προς τη Δημοκρατία ή τις αρχές τοπικής διοίκησης, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 38 του περί Πτώχευσης Νόμου.

(2) Για σκοπούς αξιολόγησης ως προς το κατά πόσο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, το οποίο οι πιστωτές έχουν απορρίψει σε συνέλευσή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου, έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία αυτοί θα ευρίσκονταν, εάν η περιουσία τον χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, το δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη την έκθεση την οποία εκδίδει ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 52, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα ή στοιχεία που το δικαστήριο κρίνει σχετικά.

(3) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου λαμβάνονται υπόψη όλα τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη για σκοπούς ενίσχυσης της δυνατότητας αποπληρωμής των χρεών τον σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74.

(4) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 72 του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις όπου το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές δεν προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του.

(5) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για την επιβολή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σε πιστωτές σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το αποτέλεσμα του οποίου θα είναι αυτό που προνοείται στο άρθρο 61 ή άλλο τέτοιο αποτέλεσμα, το οποίο το δικαστήριο διατάζει και υπό τέτοιους όρους ως το δικαστήριο κρίνει κατάλληλους να επιβάλει.»

 

Από το λεκτικό του Άρθρου 73, αλλά και επίσης και από το προοίμιο του Νόμου, καταδεικνύεται ότι είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για το κάθε ΠΣΑ να θέτει τους Πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα ευρίσκοντο εάν η περιουσία του Χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου. Αν ο Χρεώστης δεν μπορεί να καταδείξει εύλογα ότι το προτεινόμενο ΠΣΑ θα φέρει τους πιστωτές σε καλύτερη ή στην ίδια θέση από αυτήν που θα βρίσκονταν σε περίπτωση πτώχευσης του (σε καμμιά περίπτωση δεν θα πρέπει οι Πιστωτές να βρεθούν σε χειρότερη θέση), τότε δεν πληρούνται οι υποχρεωτικές προϋποθέσεις του Νόμου και το ΠΣΑ θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Τούτων λεχθέντων επανέρχομαι στην υπό κρίση Αίτηση.

 

Αυτό που θα πρέπει το Δικαστήριο να εξετάσει εν προκειμένω είναι κατά πόσον καταδεικνύονται επαρκείς λόγοι ή περιστάσεις που αντικειμενικά δικαιολογούν τον παραμερισμό του Διατάγματος ημερομηνίας 5.5.2022.

 

Η καθ΄ης η αίτηση-χρεώστιδα για να τεκμηριώσει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής στηρίζεται σε δύο πηγές εσόδων. Στα ενοίκια ύψους €780= που ήδη λαμβάνει από την ενοικίαση των τριών δωματίων που διαμόρφωσε στην οικία της και στην μηνιαία σύνταξη (το ύψος της οποίας είναι ακαθόριστο) που θα λαμβάνει όταν πλέον συνταξιοδοτηθεί σε ένα χρόνο. Το καίριο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον το ποσό των €780= θα συνεχίσει να είναι σταθερό για όλο τον χρόνο της αποπληρωμής. Το ερώτημα είναι εύλογο δεδομένου του ότι οι ενοικιάσεις των δωματίων όπως φαίνεται και στα Ενοικιαστήρια, αντίγραφα των οποίων προσκόμισε η χρεώστιδα με την Συμπληρωματική της Ένορκη Δήλωση, δεν είναι μακροχρόνιες αλλά ισχύουν μόνο για ένα χρόνο κάθε φορά. Το αβέβαιο του πράγματος ενισχύουν και οι δηλώσεις της ίδιας της καθ΄ ης η αίτηση «…ενοικιάζω σε αλλοδαπούς, ορισμένοι από αυτούς συχνά φεύγουν και έρχονται άλλοι στην θέση τους κατόπιν συνεννόησης με τους τελευταίους». Συνεπώς είναι αβέβαιη η συνεχής και σταθερή είσπραξη του ποσού των €780= ως ενοίκια. Αβέβαιο είναι και το ύψος της μηνιαίας σύνταξης που θα λαμβάνει, δεδομένου του ότι τα εισοδήματα της δεν ήταν ποτέ σταθερά, λόγω της φύσης της εργασίας της ως ασφαλίστρια. Τούτο καταδεικνύεται και από τις Καταστάσεις των Κοινωνικών Ασφαλίσεων που προσκόμισε σε σχέση με τις Ασφαλιστέες Αποδοχές της. Η θέση της πως θα λαμβάνει σύνταξη «πέραν των €1000=» θεωρώ πως είναι αυθαίρετη.

 

Και οι δύο αυτές παράμετροι δεν αιτιολογούν τεκμηριωμένα πως η χρεώστιδα θα έχει μέχρι και την ηλικία των 82 ετών, την δυνατότητα να καταβάλλει το ποσό των €1000= μηνιαίως. Πως είναι βεβαία ότι μεγαλώνοντας σε ηλικία τα εισοδήματα της θα παραμείνουν για τόσα χρόνια (20) σε τέτοιο ύψος ώστε να μπορεί να καταβάλει το προτεινόμενο ποσό, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι μεγαλώνοντας ενδεχομένως οι ανάγκες να αυξηθούν λόγω απρόοπτων ζητημάτων, όπως για παράδειγμα έκτακτα ζητήματα υγείας.

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι είναι ατεκμηρίωτο, αβέβαιο και αόριστο ότι το επίδικο ΠΣΑ θα είναι βιώσιμο και οι αιτητές θα βρίσκονται στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν εάν η περιουσία της χρεώστιδος διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, θεωρώ το αίτημα αιτιολογημένο και κρίνω ότι κανένας από τους λόγους Ένστασης δεν είναι βάσιμος.

 

Βάσει των προαναφερθέντων, κρίνω ότι το Διάταγμα ημερομηνίας 5.5.2022, με το οποίο επιβλήθηκε στους αιτητές το επίδικο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής (ΠΣΑ), θα πρέπει να ακυρωθεί και δια της παρούσης ακυρώνεται.

 

Δια ταύτα, η Αίτηση εγκρίνεται και εκδίδεται Διάταγμα ως η παράγραφος Α.

 

Τα έξοδα της Αίτησης θα πρέπει να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ των αιτητών-πιστωτών και σε βάρος της καθ΄ ης αίτηση-χρεώστιδας, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.) Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

 

 

Πρωτοκολλητής 

/ΕΝ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο