ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Π. Αγαπητού, Ε.Δ.

Αγωγή 2097/17

Ελένης Τζιαλλή

Κάρλου Τζιαλλή

Κορίνα Τζιαλλή

Εναγόντων

-και-

1. Σωτήρη Λιασή

2. Μαρούλας Λιασή

3. Φοίβου Λιασή

4. Άστρασολ Λτδ.

5. Επίσημου Παραλήπτη, ως εκκαθαριστή της περιουσίας της εταιρείας «Liasis Shoelasts Company Ltd»

6. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Δια Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας και Υπουργείου Εργασίας και Τμήμα Πολεοδομίας)

7. Δήμου Λατσιών

Εναγόμενων

Ημερομηνία:                        10.4.24

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες:        κος Λουκαΐδης

Εναγόμενος 3:        Παρόν αυτοπροσώπως

Για Εναγόμενη 4:   Καμία εμφάνιση

 

Ενδιάμεση Απόφαση

(Η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου αποστέλλεται στους δικηγόρους των Εναγόντων και στον Εναγόμενο 3 με ηλεκτρονικά μηνύματα κατόπιν λήψης των συγκαταθεσεών τους)

Εισαγωγικά, ας μου επιτραπεί μια σύντομη αναφορά στο πρόσφατο ιστορικό της υπόθεσης. Η παρούσα τέθηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή, ως φαίνεται για πρώτη φορά, στις 8.2.23. Την ημέρα εκείνη το Δικαστήριο, το οποίο τότε συνεδρίαζε υπό άλλη σύνθεση, φαίνεται να έδωσε οδηγίες στο Πρωτοκολλητείο να ειδοποιήσει τους Εναγόμενους 3 και 4 αναφορικά με τη νέα ημερομηνία που όρισε, αλλά και τις συνέπειες της μη εμφάνισής τους. Επιλήφθηκα της υπόθεσης στις 19.9.23. Επειδή δεν εντόπισα επιβεβαίωση ότι πράγματι οι Εναγόμενοι 3 και 4 ειδοποιήθηκαν από τον Πρωτοκολλητή ως οι οδηγίες του αδελφού μου Δικαστή, επαναόρισα την υπόθεση στις 15.11.23 προκειμένου αυτές ν’ ακολουθηθούν. Στις 15.11.23, ως φαίνεται κατόπιν ειδοποίησης ημερομηνίας 25.9.23, εμφανίστηκε στη διαδικασία ο Εναγόμενος 3 αυτοπροσώπως. Για την Εναγόμενη 4 δεν υπήρξε εμφάνιση.

Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στην παρούσα Αγωγή, η συνήγορος, που μέχρι πρότινος εμφανιζόταν για το δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους Ενάγοντες, ανέφερε στο Δικαστήριο ότι το μόνο ζήτημα που εκκρεμεί να εκδικαστεί από το παρόν Δικαστήριο, μεταξύ των Εναγόντων και των Εναγόμενων 3 και 4, είναι το ύψος των αποζημιώσεων σε σχέση με το ζήτημα της οχληρίας. Υπήρξε, ανέφερε η συνήγορος, συμφωνία μεταξύ των διαδίκων μερών ν’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα σειράς εφέσεων που καταχωρήθηκαν προσβάλλοντας άλλη πρωτόδικη Απόφαση σε Αγωγές που είχαν, κατά την εκδίκασή τους, συνενωθεί. Με βάση τα λεγόμενα της συνηγόρου, η παρούσα καθώς και μια άλλη αγωγή, δεν είχαν, εκ παραδρομής, συνενωθεί και εκκρεμούσαν ενώπιον Δικαστηρίων. Η συμφωνία όμως ανεφερε ότι ίσχυε τόσο για εκείνη όσο και για την παρούσα. Επίσης κατά τη συνήγορο, το αποτέλεσμα των εφέσεων ως προς το ζήτημα της οχληρίας ήταν ότι τούτη πράγματι προκλήθηκε από τους Εναγόμενους. Όπως υπέδειξε η ευπαίδευτη συνήγορος, βάσει της συμφωνίας των δικηγόρων των διαδίκων, η παρούσα Αγωγή αποσύρθηκε για τους λοιπούς Εναγόμενους και μειώθηκε και η κλίμακα εξόδων της, ούτως ώστε να εκδικαστεί από Επαρχιακό Δικαστή και όχι ενώπιον Προέδρου. Η ευπαίδευτη συνήγορος παρέπεμψε συναφώς και σε σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου, τότε συνεδριάζοντος υπό σύνθεση Προέδρου, ημερομηνίας 16.1.23.

Ο Εναγόμενος 3 τοποθετήθηκε για το επίμαχο θέμα του κατά πόσο πράγματι υπήρξε συμφωνία ν’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα της Έφεσης σε σχέση με την οχληρία τόσο στις 15.11.23 όσο και τις 8.12.23. Κατά την πρώτη εμφάνιση ανέφερε ότι στο θέμα της οχληρίας υπήρξε «κακοδικία» και ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν είχε πραγματικά ευρήματα ενώπιον του για να τ’ αποφασίσει. Πιο σχετικά όμως, κατά τη δεύτερη εμφάνισή του στις 8.12.23 ανέφερε τα εξής:

«Εναγόμενος 3: Εγώ λέω και θεωρώ ότι ουδέποτε δεσμεύτηκα σε σχέση με αυτή την υπόθεση. Θα ετοιμάσω γραπτό κείμενο.»     

Εν όψει των εκατέρωθεν αντίθετων τοποθετήσεων, το παρόν Δικαστήριο κλήθηκε ν’ αποφασίσει το κατά πόσο πράγματι έγινε προηγούμενη δεσμευτική δήλωση από τους διαδίκους - ή τους δικηγόρους τους - ότι αναφορικά με το θέμα της οχληρίας θα ακολουθηθεί η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Έφεση 142/2019.

Η πλευρά των Εναγόντων παρέδωσε εμπεριστατωμένη γραπτή αγόρευση στην οποία γίνεται αναφορά στο ιστορικό της διαφοράς. Αναφέρεται ότι καταχωρίστηκαν 22 συνολικά αγωγές εναντίον των Εναγόμενων. Υπήρξε διάταγμα συνένωσής τους. Η παρούσα Αγωγή δεν συμπεριλήφθηκε στο Διάταγμα, κατά τους Ενάγοντες, εκ παραδρομής. Ομοίως δεν συμπεριλήφθηκε ούτε η Αγωγή 6257/12, στην οποία επίσης υπήρξε δήλωση ότι θα ακολουθείτο το αποτέλεσμα της Έφεσης. Η παρούσα οριζόταν για συμπλήρωση δικογράφων και, κατά τη συνήγορο των Εναγόντων, «λόγω του ότι εκφράστηκε η πρόθεση από όλες τις πλευρές όπως ακολουθηθεί το αποτέλεσμα της Έφεσης, στις 6/05/23 (διατηρείται το ακριβές λεκτικό της Αγόρευσης) ζητήθηκε αναβολή της ακρόασης μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος ημερ. 6/05/22 το οποίο βρίσκεται στον δικαστικό φάκελο της παρούσας εξής: […] Οι δικηγόροι για τους Εναγόμενους 3 και 4 […] συμφώνησαν» με την εισήγηση των δικηγόρων των Εναγόντων. Η υπόθεση ορίστηκε στις 16.1.23 ενώ το Εφετείο εξέδωσε απόφαση στις Εφέσεις και αντεφέσεις στις 21.9.22, μεταξύ άλλων και για ότι εδώ ενδιαφέρει, επικυρώνοντας την πρωτόδικη κρίση όσων αφορά την πρόκληση οχληρίας από τους Εναγόμενους 3 και 4.

Πιο σχετικά με το επίμαχο θέμα είναι τα όσα καταγράφονται στις παραγραφους 8 –  13 και 20 της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου. Γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένη αλλογραφία μεταξύ δικηγόρων και Δικαστηρίου μέσα από την οποία, λόγω προηγούμενης εκπεφρασθείσας πρόθεσης από όλες τις πλευρές ν’ ακολουθηθεί στην παρούσα το αποτέλεσμα της Έφεσης, ζητήθηκε η αναβολή ακρόασης. Μέρος του ηλεκτρονικού μηνύματος παρατίθεται μάλιστα και αυτούσιο. Επειτα γίνεται αναφορά στο ότι μεσολάβησε η απόφαση του Εφετείου και ότι στις 16.1.23 που ήταν ορισμένη η παρούσα, εμφανίστηκαν οι διάδικοι ενώπιον του Δικαστηρίου. Παραθέτω, σκοπίμως και λόγω της κρισιμότητάς τους τις επόμενες παραγράφους 11 – 13 και 20 της γραπτής αγόρευσης των Εναγόντων:

11. Εν όψει της ως άνω απόφασης και της συνεννόησης μεταξύ δικηγόρων όλων των διαδίκων που είχε προηγηθεί, την 16/1/23 όπου ήταν ορισμένη η αγωγή για Ακρόαση τόσο οι δικηγόροι των διαδίκων όσο και ο ίδιος ο Εναγόμενος 3 εμφανίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Στην βάση των ως άνω δηλώσεων και/ή συμπεριφοράς, τόσο από πλευράς των δικηγόρων των Εναγόντων όσο και από πλευράς των δικηγόρων των Εναγόμενων 3, 4, 6 και 7 οι Ενάγοντες βασιζόμενοι σε αυτές, απέσυραν την αγωγή εναντίον των Εναγόμενων 1, 2, 5 και 7 και αυτή παρέμεινε μόνο για τους Εναγόμενους αρ. 3 και 4 στο πλαίσιο που είχε πλέον καθοριστεί από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

12. Συγκεκριμένα κατά την εν λόγω εμφάνιση οι δικηγόροι του Εναγόμενου 3 και 4 ενημέρωσαν το Δικαστήριο ότι θα αποσυρθούν από την εκπροσώπηση των Εναγόμενων 1. Η πλευρά των Εναγόμενων δήλωσε ότι όσον αφορά τους Εναγόμενους 1, 2 και 7 θα ακολουθηθεί η απόφαση ημερομηνίας 27.12.17 του Έντιμου Δικαστή κ. Παναγιώτου, όπου σύμφωνα με τη συγκεκριμένη απόφαση δεν τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα ευθύνης και ως εκ τούτου θα αποσυρθεί η αγωγή εναντίον τους. Όσο αφορά τον Εναγόμενο 6 αποσύρθηκε η αγωγή άνευ βλάβης λόγω της καταχώρισης Προσφυγής στο ΕΔΑΔ και όσο αφορά τους Εναγόμενους 3 και 4 αναφέρθηκε ότι παραμένει το ζήτημα της ιδιωτικής οχληρίας, η οποία εκδικάστηκε υπέρ των Εναγόντων στο στάδιο των εφέσεων και αντεφέσεων αλλά θα αποσυρθεί το ζήτημα πρόκλησης του καρκίνου ενόψει εννοείτο της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 21/9/22. Ως εκ τούτου περιορίσαμε τα επίδικα θέματα μόνο στο θέμα της οχληρίας. Τότε καθ’ υπόδειξη του Δικαστηρίου μειώθηκε και η κλίμακα εξόδων έτσι ώστε να ακολουθηθούν και στην παρούσα τα ποσά που αξιώνονταν στις λοιπές αγωγές και που επικυρώθηκαν στην πρωτόδικη απόφαση μόνο αναφορικά με την οχληρία.

13. Σημαντικό είναι ότι η πλευρά των Εναγόντων κατά την επανάληψη της δήλωσης επί την απόσυρση της αγωγής εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2 και η δικηγόρος για τους Εναγόμενους 1, 2, 3 και 4 και προτού αποσυρθεί προχώρησε ως αντιπρόσωπος τους και δήλωσε ότι έχει οδηγίες όπως η αγωγή αποσυρθεί χωρίς έξοδα. Αργότερα αφού διεκπεραιώθηκαν οι δηλώσεις επί των εξόδων τότε δόθηκε η άδεια από το Σεβαστό Δικαστήριο στην εκπρόσωπο των Εναγόμενων 3 και 4 να αποσυρθεί. Ο Εναγόμενος 3 ο οποίος ήταν παρών καθ’όλην την διάρκεια της εμφάνισης συμφώνησε στα όσα λέχθηκαν χωρίς καμία ένσταση επί αυτών και έλαβε αυτοπροσώπως και την νέα ημερομηνία ορισμού της αγωγής ενόψει της μείωσης της κλίμακας εξόδων.

[…]

20. Δεδομένου ότι έχουν γίνει σχετικές από κοινού δηλώσεις ως προς το ότι θα ακολουθηθεί στην παρούσα το αποτέλεσμα της απόφασης ημερ. 21/09/22, δεδομένου ότι η αγωγή ορίστηκε για Ακρόαση ως προς το ύψος και μόνο των αποζημιώσεων, δεδομένου ότι η πλευρά των Εναγόντων βασίστηκε σε αυτές τις δηλώσεις και απέσυρε ευθύς εξ αρχής και πριν την έκδοση της εν λόγω απόφασης, την αγωγή εναντίον των Εναγόμενων 1, 2, 5 και 7 αρχικά και αργότερα με την έκδοση της εν λόγω απόφασης εναντίον των Εναγόμενων 1, 2 και 6 για όλα τα επίδικα θέματα και εναντίον των Εναγόμενων 3 και 4 για το ζήτημα της πρόκλησης καρκίνου, ειναι η θέση μας την οποία ευσεβάστως υποβάλλουμε ότι ο Εναγόμενος 3 δεν μπορεί να επιζητεί την εκδίκαση της αγωγής επί παντών επιδίκων θεμάτων αφού η τύχη του ζητήματος της ευθύνης έχει σφραγιστεί μέσω των ως άνω.»  

Η συνήγορος των Εναγόντων παρέπεμψε και σε Νομολογία, αλλά και στην Αγωγή 6257/12, η οποία, ομοίως με την παρούσα, δεν συμπεριλήφθηκε στη συνένωση και στην οποία, άλλο Δικαστήριο, αποφάσισε ότι πράγματι υπήρξε δέσμευση από τους διαδίκους όσων αφορά τα εναπομείναντα επίδικα θέματα και την οποία χαρακτήρισε ως «πανομοιότυπη» με την παρούσα.

Τέλος, η συνήγορος εισηγήθηκε ότι σε περίπτωση που το παρόν Δικαστήριο συμφωνήσει με τον Εναγόμενο 3, εκείνο θα λειτουργήσει ουσιαστικά και ως εφετείο αφού το επίδικο θέμα της ύπαρξης ή μη οχληρίας έχει ήδη αποφασιστεί στις σχετικες εφέσεις και ότι από τη στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι προκαλείτο οχληρία τους περίοικους της περιοχής Λατσιών, η οποία είναι μία, ο Εναγόμενος κωλύεται από το να αμφισβητεί ότι η ευθύνη έχει ήδη διαπιστωθεί.

Γραπτή αγόρευση παρέδωσε και ο Εναγόμενος 3. Η θέση του Εναγόμενου 3, όπως την αντιλήφθηκα, ήταν ότι ούτε στην πρωτόδικη Απόφαση επί των συνενωμένων αγωγών που σχετιζόταν με την Έφεση 142/2019, ούτε κατά τη εν λόγω Έφεση, ακούστηκε πραγματικά το θέμα της οχληρίας και συνεπώς ουδέποτε θα μπορούσε να υπάρξει αντίστοιχη δέσμευση. Με όλο το σεβασμό προς τον Εναγόμενο 3, η θέση που ανέπτυξε με το κείμενο που παρέδωσε, ουδόλως σχετίζεται με το ζήτημα που ανέκυψε.

Ως προς τη αναφερόμενη, από τη συνήγορο των Εναγόντων, νομική πτυχή του ζητήματος αυτή είναι πράγματι σχετική και γνωστή. Το ερώτημα που απασχολεί το Δικαστήριο είναι κατά πόσο οι αναφερόμενες νομικές αρχές ισχύουν και εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση, με τα δικά της δεδομένα, εάν δηλαδή υπήρξε εν προκειμένω δέσμευση και εάν ναι, κατά πόσο αυτή υπενεργεί ως κώλυμα στη θέση του Εναγόμενου 3.  

Σύμφωνα με το επίμαχο πρακτικό ημερομηνίας 16.1.23 – το οποίο έλαβα υπόψη μου ολόκληρο - και όσον αφορά τους Εναγόμενους 3 και 4, λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τ’ ακόλουθα σχετικά:

«κα Μούσκου: Εντιμοτάτη έχουμε βάλει υπερασπίσεις. Η υπεράσπιση του Εναγόμενου 3 στις 25.07.19 και οι υπερασπίσεις των Εναγόμενων 1 και 2 είναι καταχωρημένες. Θα ήθελα να ενημερώσω το Δικαστήριο σας ότι θα αποσυρθούμε από την εκπροσώπηση των Εναγόμενων 1 – 4. Είναι παρών και ο Εναγόμενος 3.»

[…]

«κα Πατσαλίδου: […] Για τους Εναγόμενους 3 και 4 παραμένει το ζήτημα της ιδιωτικής οχληρίας, η οποία εκδικάστηκε υπέρ των Εναγόντων στο στάδιο των εφέσεων και αντεφέσεων. Θα αποσύρουμε το ζήτημα της πρόκλησης καρκίνου, αλλά θα παραμείνει το συγκεκριμένο θέμα. Περιορίζουμε τα επίδικα θέματα μόνο στο θέμα της οχληρίας.

Δικαστήριο: Η κλίμακα θα είναι σωστή ή θα πρέπει να πάτε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή?

κα Πατσαλίδου: Το ορθό είναι να πάμε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή. Θα είναι κλίμακα 10,000 – 50,000».

Επαναλαμβάνω ότι ο Εναγόμενος 3 εκπροσωπείτο από δικηγόρο τότε αλλά ήταν παρόν αυτοπροσώπως και ο ίδιος κατά την πιο πάνω ημερομηνία και δεν ανέφερε οτιδήποτε.

Το κρίσιμο σημείο όλων των αναφορών θεωρώ είναι το κατά πόσο η θέση της εκπροσώπου των Εναγόντων που προηγείται της ερώτησης του Δικαστηρίου αναφορικά με την κλίμακα και εάν τούτη αποτελεί τη δήλωση με την οποία, ως ισχυρίστηκαν οι Ενάγοντες, καταδεικνύεται ότι το αποτέλεσμα της εκδίκασης του ζητήματος της οχληρίας αφορούσε και την παρούσα Αγωγή. Υπενθυμίζω ότι, ως επίσης η θέση των Εναγόντων, η παρούσα δεν είχε συμπεριληφθεί στην συνένωση, κατά τους Ενάγοντες, εκ παραδρομής.

Προτού όμως την αναλύσω, πρέπει ν’ αναφερθώ και στο ότι προηγήθηκε η αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων προς το Δικαστήριο στις 6.5.22. Στο πιο κάτω μήνυμα της δικηγόρου των Εναγόντων συμφώνησαν οι δικηγόροι των Εναγόμενων, συμπεριλαμβανομένης και της τότε συνηγόρου των Εναγόμενων 1 έως 4 (διευκρίνισε ότι εμφανιζόταν για 1 έως 4 με δεύτερο ηλεκτρονικό μήνυμα προς το Δικαστήριο ημερομηνίας 9.5.22 και ώρα 8:25):

«Έντιμε κ. Πρόεδρε,

Αγωγή αρ. 2097/17 μεταξύ Ελένης Τζιαλή κ.α. ν Λιασής κ.α.

Αναφέρομαι στην ως άνω αριθμό Αγωγή η οποία είναι ορισμένη ενώπιον του Σεβαστού σας Δικαστηρίου για Ακρόαση στις 10/5/22 και ώρα 10.30

Ευσεβάστως αιτούμεθα από κοινού με τους συναδέλφους αναβολή της Ακρόασης, λόγω του ότι η παρούσα αγωγή σχετίζεται πλήρως με τις Εφέσεις με αρ. 142/19 κ.α. (19 στο σύνολο) στις οποίες έχει ήδη επιφυλαχτεί απόφαση και η έκδοσή της θα καθορίσει την πορεία της παρούσας υπόθεσης.

Ως εκ τούτου πιστεύουμε ότι είναι πρόσφορο να επαναοριστεί σε μια μακρινή ημερομηνία εάν είναι εφικτό, εν αναμονή της έκδοσης απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο η οποία θα επηρεάσει άμεσα τα επίδικα θέματα της παρούσας.

Παρακαλούμε όπως το Σεβαστό σας Δικαστήριο, σε περίπτωση που εγκριθεί το αίτημα μας όπως επιληφθεί της υπόθεσης χωρίς την φυσική μας παρουσία.

Η παρούσα κοινοποιείται στους συναδέλφους κα Ελένη Μιντή για τους Εναγόμενους 1 – 4, κ. Ανδρέα Χριστοφόρου για Εναγόμενο 6 και κ. Γιάννη Ντορζή για Εναγόμενο 7 για επιβεβαίωση.

Σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων και θα αναμένουμε τις οδηγίες του Σεβαστού σας Δικαστηρίου.

Με τιμή,

Λουκία Πατσαλίδου»

Πέραν των πιο πάνω αναφορών οι οποίες ήταν και οι μόνες στις οποίες με παρέπεμψε η ευπαίδευτη συνήγορος των Εναγόντων, ανετρεξα και με ίδια πρωτοβουλία σε ολόκληρο το φάκελο της διαδικασίας. Δεν εντόπισα οτιδήποτε άλλο σχετικό με το εδώ κρίσιμο ζήτημα της κατ’ ισχυρισμό ύπαρξης δεσμευτικής δήλωσης. Απομένει συνεπώς να εξετάσω εάν τα όσα στα οποία με παρέπεμψε η συνήγορος των Εναγόντων, δηλαδή το ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 6.5.22 και το πρακτικό του Δικαστηρίου 16.1.23 μπορούν να υποστυλώσουν το επιχείρημά της περί δεσμευτικής δήλωσης και περί συνεπαγόμενου κωλύματος του Εναγόμενου 3 να αμφισβητεί την ευθύνη για την πρόκληση οχληρίας:

Εν πρώτοις διαπιστώνω ότι στην παρούσα υπόθεση δεν τέθηκε ενώπιον μου ισχυρισμός ότι έγινε παρόμοια δήλωση με εκείνη που έγινε ενώπιον του Δικαστηρίου στην Αγωγή 6257/12. Ούτε η αναφορά στο ηλεκτρονικό μήνυμα 6.5.22 προς το Δικαστήριο, ούτε το επίμαχο πρακτικό ημερομηνίας 16.1.23 περιλαμβάνουν γλώσσα παρόμοια με εκείνη της προαναφερθείσας δήλωσης στην 6257/12. Παραθέτω, για σκοπούς σύγκρισης, τη δήλωση που έγινε ενώπιον του Δικαστηρίου και συμπεριλήφθηκε στην απόφαση της τότε Προέδρου του Δικαστηρίου, εντιμότατης κας. Παπαδοπούλου, ημερομηνίας 6.2.23:

«κα Μιντή: Επιθυμούμε Εντιμοτατη, η αγωγή για τους Εναγομενους 3, 4 και 6 να ακολουθήσει την πορεία και το αποτέλεσμα των εφέσεων και/ή αντεφέσεων διότι υπάρχουν και τα δύο, που έχουν καταχωρηθεί- σε σχέση με τις υπόλοιπες αγωγές. Η οδηγός είναι η 4567/10.

Δικαστήριο: Ο αριθμός της έφεσης τι είναι;

κα Μιντή: 142/19 και άλλες.

Δικαστήριο: Η δήλωση είναι από όλους σας ότι δεσμεύεστε αναφορικά με το θέμα της ευθύνης από το αποτέλεσμα των εφέσεων 142/19 και άλλες;

Συνήγοροι: Μάλιστα.»

Ανεξάρτητα όμως από την προφανή καθαρότητα με την οποία εκφράστηκε η δέσμευση των μερών στην 6257/12, εξετάζω - αυτά καθ’ αυτά - τα όσα διαμείφθηκαν στην ενώπιον μου υπόθεση μέσω του ηλεκτρονικού μηνύματος 6.5.22 και στο πρακτικό του Δικαστηρίου 16.1.23:

Η αναφορά στο ηλεκτρονικό μήνυμα 6.5.22 ήταν ότι η παρούσα «σχετίζεται πλήρως» με τις τότε εκκρεμούσες Εφέσεις και ότι το αποτέλεσμά τους «θα καθόριζε την πορεία της». Με όλο το σεβασμό προς την πλευρά των Εναγόντων, οι πιο πάνω φράσεις δεν είναι δυνατό βάσιμα να θεωρηθούν ως αποτελούσες δεσμευτική δήλωση ότι η παρούσα θα ακολουθήσει και το αποτέλεσμα των Εφέσεων. Το ότι σχετίζονται πλήρως δεν παραπέμπει και στο ότι θ’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα και το ότι το αποτέλεσμα θα καθόριζε την πορεία της, δεν ισοδυναμεί και με δέσμευση κατ’ ανάγκην, επειδή ακριβώς ο τρόπος με τον οποίο θα καθορίζετο η πορεία δεν εξειδικεύεται. Η πορεία της υπόθεσης, εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε κάλλιστα να καθοριστεί είτε εν όλω είτε εν μέρει, είτε όσον αφορά όλους τους διαδίκους είτε και μερικούς, πράγμα που φαίνεται να έγινε και στις 16.1.23 ενώπιον της έντιμης Προέδρου του Δικαστηρίου, ως ήταν τότε. Ενδεικτικά παραπέμπω στις δηλώσεις που έγιναν και αφορούσαν τον Εναγόμενο 1, 2 και 7, για τους οποίους δηλώθηκε ότι θα ακολουθούσαν το αποτέλεσμα της πρωτόδικης διαδικασίας της 27.12.17. Επισημαίνω και τονίζω ότι η αναφορά που γίνεται είναι για την πορεία της υπόθεσης και δεν γίνεται αναφορά σε αποτέλεσμα. Συνεπώς δεν είναι δυνατό να θεωρήσω τις πιο πάνω φράσεις, με τις οποίες φαίνεται να συμφώνησε και η τότε δικηγόρος των Εναγόμενων 3 και 4, ως δέσμευση των διαδίκων μερών για ν’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα της Έφεσης όσων αφορά τους Εναγόμενους 3 και 4.

Έρχομαι στη δήλωση τώρα που έγινε στις 16.1.23.  Εν όψει των όσων ανέφερε η πλευρά των Εναγόντων στο ηλεκτρονικό μήνυμα προς το Δικαστήριο στις 6.5.22 θα αναμενόταν ότι στις 16.1.23 θα καθοριζόταν και η πορεία της παρούσας, νοουμένου ότι πράγματι η πρόθεση των μερών ήταν ν’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα της Έφεσης. Η καταληκτική φράση της συνηγόρου των Εναγόντων ήταν «περιορίζουμε τα επίδικα θέματα στο θέμα της οχληρίας». Πουθενά δεν γίνεται αναφορά ότι το εναπομείναν ζήτημα είναι μόνο το ύψος των αποζημιώσεων. Δεν μου διαφεύγει, ούτε παραγνωρίζω τη φράση που προηγήθηκε ότι το «ζήτημα της ιδιωτικής οχληρίας εκδικάστηκε υπέρ των Εναγόντων στο στάδιο των εφέσεων και αντεφέσεων». Ολόκληρη η φράση, ή και η τοποθέτηση της συνηγόρου αυτή καθαυτή, στο πλαίσιο της παρούσας Αγωγής, δεν εξυπακούει ότι προηγήθηκε συναφής συμφωνία μεταξύ των διαδίκων ή των δικηγόρων τους ότι η παρούσα αγωγή θ’ ακολουθούσε το αποτέλεσμα των εφέσεων. Υπάρχει πιθανότητα να εξέφραζε το απλό γεγονός ότι οι Ενάγοντες πράγματι πέτυχαν στο θέμα της ιδιωτικής οχληρίας κατά το στάδιο των εφέσεων και αντεφέσεων, στις οποίες επαναλαμβάνω, δεν έλαβαν μέρος οι Εναγόμενοι στην παρούσα Αγωγή καθότι αυτή δεν συνενώθηκε με τις λοιπές πρωτόδικες αποφάσεις. Πράγματι δεν υπάρχει οποιαδήποτε ανταπόκριση από πλευράς Εναγόμενων 3 και 4 συγκεκριμένα στο ζήτημα αυτό. Δυνητικώς η σιωπή τους – των δικηγόρων τους εν προκειμένω – να σήμαινε και αποδοχή της φράσης, ως νομολογιακώς προβλέπεται και υπεδείχθη επιμελώς από την πλευρά των Εναγόντων, πλην όμως, ως ανέλυσα μόλις προηγουμένως η συνήγορος των Εναγόντων δεν περιόρισε το ζήτημα στο ύψος των αποζημιώσεις, αλλά στο «θέμα της οχληρίας» γενικά και χωρίς να γίνεται αναφορά σε ύψος αποζημιώσεων. 

Ήταν η θέση των Εναγόντων ότι σε περίπτωση που το παρόν Δικαστήριο δεν καταλήξει ότι υπήρξε πράγματι δέσμευση από πλευράς των μερών, ουσιαστικά θα καταστεί το ίδιο εφετείο στο ήδη δεδικασμένο ζήτημα της ευθύνης για πρόκληση οχληρίας. Η πιο πάνω θέση, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η παρούσα Αγωγή αφορά τους συγκεκριμένους Ενάγοντες και στα επίδικα ζητήματα περιλαμβάνεται το κατά πόσο οι Εναγόμενοι ευθύνονται έναντι των συγκεκριμένων Εναγόντων κατά τον τρόπο που δικογραφείται. Το παρόν Δικαστήριο δεν άκουσε ακόμα οποιαδήποτε μαρτυρία στην υπόθεση, δεν έγιναν ενώπιον του παραδεκτά γεγονότα και δεν προωθήθηκε οτιδήποτε προδικαστικά το οποίο να του επιτρέπει να καταλήξει το δίχως άλλο ότι οι Ενάγοντες συγκαταλέγονται στα πρόσωπα τα οποία πράγματι υπέστηκαν ζημιά ένεκα ενεργειών, πράξεων ή παραλείψεων των Εναγόμενων και αυτομάτως δικαιούνται και σε αποζημίωση, το ύψος της οποίας αποτελεί και το μόνο σημείο τριβής. Τούτο πιθανώς θα επιτυγχάνετο, χωρίς την ανάγκη για ακρόασης επί του θέματος, είτε μέσω παραδοχών, είτε μέσω δηλώσεων, παρόμοιων με εκείνων που έγιναν στην Αγωγή 6257/12. Όμως η παρούσα ούτε συνενώθηκε με τις λοιπές αγωγές που αφορούσαν, κατά τους Ενάγοντες, το ίδιο επίδικο θέμα, ούτε φαίνεται να έγινε οποιαδήποτε δήλωση ότι θ’ ακολουθηθεί το αποτέλεσμα των εφέσεων ή άλλης διαδικασίας.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η πλευρά των Εναγόντων βασίστηκε στα λεγόμενα και συμπεριφορά των Εναγόμενων 3 και 4 και των δικηγόρων τους και απέσυρε την Αγωγή εναντίον άλλων Εναγόμενων, αλλά και περιόρισε τα επίδικα θέματα. Πάντα με σεβασμό προς την πλευρά των Εναγόντων, συμπεριφορά ή ενέργειες των Εναγόμενων 3 και 4 ή των δικηγόρων τους που εν προκειμένω να ήταν δυνατό να οδηγήσουν τους Ενάγοντες να βασιστούν κατά τον τρόπο που περιγράφουν, δεν καταδείχθηκαν ενώπιον μου. Το τι γράφτηκε και ειπώθηκε σχετικώς εξαντλείται στην ηλεκτρονική αλληλογραφία ημερομηνίας 6.5.22 και στο πρακτικό 16.1.23, τα οποία ανέλυσα προηγουμένως. Βάσει της ανάλυσης μου επί των σημείων εκείνων δεν διαπιστώνω οτιδήποτε το οποίο να ήταν δυνατό να οδηγήσει τους Ενάγοντες να θεωρήσουν ότι υπήρχε συμφωνία η παρούσα ν’ ακολουθήσει το αποτέλεσμα της επίμαχης Έφεσης. 

Προκύπτει από τα πιο πάνω το ερώτημα, το οποίο δεν απαντάται από τους Ενάγοντες, για ποιο λόγο, εφόσον η πρόθεση των ιδίων και των αντιδίκων τους ήτο η παρούσα ν’ ακολουθήσει το αποτέλεσμα της 142/19, δεν έγινε ξεκάθαρη ή εν πάση περιπτώσει οποιαδήποτε δήλωση, όπως εγινε και στην Αγωγή 6257/12 με την οποία να εκφράζεται, χωρίς περιστροφές, η πρόθεση τούτη. Το θέμα δεν ήταν τυπικό και οι αναφορές που φαίνεται να έγιναν και τις οποίες επικαλέστηκε η πλευρά των Εναγόντων ούτε ακροθιγώς δεν καταδεικνύουν κάποια θετική δέσμευση. Αντίθετα το θέμα αφορά το κεφαλαιώδες ζήτημα της ευθύνης πρόκλησης οχληρίας και το εν γένει δικαίωμα των Εναγόμενων να υπερασπιστούν και να προβάλουν τις θέσεις τους σε σχέση τόσο με το ζήτημα εκείνο όσο και με το θέμα των αποζημιώσεων. Εάν πράγματι η πρόθεση των διαδίκων μερών ήταν πράγματι να δεσμευτούν κατά τον τρόπο που ισχυρίζεται η πλευρά των Εναγόντων, τότε όφειλαν να την εκφράσουν στο Δικαστήριο ευθέως και όχι ν’ αναμένουν ότι το Δικαστήριο θα μπορούσε να καταλήξει σε τέτοιο συμπέρασμα από συμφραζόμενα και συσχετισμούς.

Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω και καταληκτικά, δεν έχω εντοπίσει να έχει γίνει δέσμευση ή συμφωνία από τους Εναγόμενους 3 και 4 ή από τους δικηγόρους που τους εκπροσωπούσαν ότι η παρούσα θ’ ακολουθήσει το αποτέλεσμα της Έφεσης 142/19 και συνεπώς ότι έχει υπάρξει ανάλογη δέσμευση ότι η πρόκληση οχληρίας από πλευράς τους και εις βάρος των Εναγόντων δεν αποτελεί επίδικο θέμα και απομένει το θέμα των αποζημιώσεων.

Εν όψει του αποτελέσματος αλλά και του ότι ο Εναγόμενος 3 εμφανίζεται αυτοπροσώπως και η Εναγόμενη 4 δεν εμφανίστηκε στη διαδικασια, κρίνω ορθότερο όπως μην εκδώσω οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Με τα πιο πάνω κατά νου, η υπόθεση παραμένει στις 11.4.23 και ώρα 9.00 π.μ. για Προγραμματισμό Ακρόασης.

 

………………………….

Π. Αγαπητός

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

       

   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο