ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                 

                   Αρ. Αίτησης ΠΣΑ: 62/2021

 

Αναφορικά με τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015

 

Αναφορικά με την Έλενα Παπαχριστοφή Νικολάου  με Α.Δ.Τ. χχχ από χχχ Πάφο – Χρεώστιδα   

 

 

Αίτηση από: ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ

                        ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ, εκ Λευκωσίας

 

Και δυνάμει Ειδοποίησης ημερομηνίας 19.10.22

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ, εκ Λευκωσίας – Πιστώτρια

 

Ημερομηνία: 19.04.24

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια - Πιστώτρια: κα Μ. Βαταμίδου για Στέλιος Στυλιανίδης &

       Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ης η αίτηση - Χρεώστιδα: κος Χ. Σιαηλής  

 

                                                    ΑΠΟΦΑΣΗ

Στα πλαίσια των προνοιών του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 (Ν. 65(Ι)/2015 - στο εξής «ο Νόμος»), η Χρεώστιδα, κατόπιν αίτησης ημερ. 17.09.21, αποτάθηκε στο Δικαστήριο μέσω της αρμόδιας υπηρεσίας (Υπηρεσία Αφερεγγυότητας - Επίσημος Παραλήπτης) και στις 24.09.21 εξασφάλισε προστατευτικό διάταγμα, η ισχύς του οποίου παρατάθηκε στη συνέχεια.

 

Ακολούθησε γραπτή ενημέρωση των καθορισμένων πιστωτών από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας για την έκδοση του εν λόγω διατάγματος, από τους οποίους στις 27.09.21 ζητήθηκε επαλήθευση των οφειλών της Χρεώστιδας. Επίσης μέσα από την ίδια επιστολή τους ζητήθηκε εκτίμηση της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση.

 

Η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λίμιτεδ (στο εξής η «ΣΕΔΙΠΕΣ») ήταν η μόνη πιστώτρια που ανταποκρίθηκε αποστέλλοντας σε ένορκες δηλώσεις ημερ. 01.11.21 και 04.11.21 αντίστοιχα την ζητούμενη από το νόμο επαλήθευση των οφειλών της Χρεώστιδας (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Ν.65(Ι)/2015). Οι επαληθεύσεις χρέους της ΣΕΔΙΠΕΣ έγιναν αποδεκτές από το σύμβουλο αφερεγγυότητας στα πλαίσια ηλεκτρονικών μηνυμάτων του ημερ. 02.11.21, 10.11.21 και 18.11.21 αντίστοιχα. Η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ (στο εξής η «Τράπεζα Κύπρου») που ήταν η άλλη πιστώτρια δεν ανταποκρίθηκε στην πιο πάνω έκκληση του συμβούλου αφερεγγυότητας.

 

Με βάση την επαλήθευση χρέους από την ΣΕΔΙΠΕΣ, το συνολικό ποσό που της οφείλεται ανέρχεται κατά την ημερομηνία της επαλήθευσης στο €773.161,81. Προέρχεται μέσα από την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων υπό τη μορφή στεγαστικού δανείου, άλλων δανείων και χρήσης πιστωτικού ορίου. Για τον σκοπό αυτό συνομολογήθηκαν και υπογράφτηκαν από την Χρεώστρια διάφορες συμβάσεις χορήγησης πιστώσεων καθώς επίσης ανοίχτηκαν και λειτούργησαν 8 λογαριασμοί εις το όνομα και προς όφελος της Χρεώστιδας. Από το συνολικό οφειλόμενο ποσό υπάρχει εξασφαλισμένο χρέος που ανέρχεται στα €275.700 και ανεξασφάλιστο χρέος ύψους €497.461,81 ((συνολικό χρέος €773.161,81).  

 

Παρά τη μη αποστολή ένορκης δήλωσης επαλήθευσης χρέους της, η Χρεώστρια δια του συμβούλου αφερεγγυότητας θεωρεί ότι επιπλέον οφείλει στην Τράπεζα Κύπρου ποσό ύψους €1.726. Ολόκληρο το ποσό αυτό είναι μη εξασφαλισμένο.

 

Συνεπώς μοναδικός εξασφαλισμένος πιστωτής ήταν η ΣΕΔΙΠΕΣ.

 

Για την εξασφάλιση του ποσού που οφείλεται στην ΣΕΔΙΠΕΣ, εκτιμήθηκε η αγοραία αξία των πιο κάτω ακινήτων:

(Α)      ακίνητα που υποθηκεύτηκαν προς όφελος της ΣΕΔΙΠΕΣ δυνάμει σχετικών εγγράφων υποθήκης Υ1434/10 στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου και συγκεκριμένα –

(1)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 26/14, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η Χρεώστρια, εγγεγραμμένο μερίδιο ½, υποθηκευμένο μερίδιο ¼, Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς, αγοραία αξία €71.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €53.000,

(2)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 26/14, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η Χρεώστρια, εγγεγραμμένο μερίδιο ½, υποθηκευμένο μερίδιο ¼, Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς, αγοραία αξία €149.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €112.000.

 

Εντός των πιο πάνω ακινήτων βρίσκεται η κύρια κατοικία της Χρεώστριας.

 

(Β)      ακίνητο που υποθηκεύτηκε προς όφελος της ΣΕΔΙΠΕΣ δυνάμει σχετικού εγγράφων υποθήκης Υ6704/08 στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου και συγκεκριμένα το ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 26/53, τεμ. [ ], χωράφι, εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η Χρεώστρια, εγγεγραμμένο μερίδιο 1/3, υποθηκευμένο μερίδιο όλο, Κινούσα, αγοραία αξία €17.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €12.000.

 

(Γ)      ακίνητα που υποθηκεύτηκαν προς όφελος της ΣΕΔΙΠΕΣ δυνάμει σχετικών εγγράφων υποθήκης Υ4587/10, Υ4589/10, Υ4590/10 και Υ4591/10 στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου και συγκεκριμένα –

(1)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 35/35, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η εταιρεία Έλενα Παπαχριστοφή (Υπηρεσίες) Λίμιτεδ, εγγεγραμμένο μερίδιο 1/3 αδιανέμητο μερίδιο, υποθηκευμένο μερίδιο όλο, Κρήτου Τέρρα, αγοραία αξία €6.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €5.000,

(2)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 35/35, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η εταιρεία Έλενα Παπαχριστοφή (Υπηρεσίες) Λίμιτεδ, εγγεγραμμένο μερίδιο όλο, υποθηκευμένο μερίδιο όλο, Κρήτου Τέρρα, αγοραία αξία €7.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €6.000,

(3)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 35/35, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η εταιρεία Έλενα Παπαχριστοφή (Υπηρεσίες) Λίμιτεδ, εγγεγραμμένο μερίδιο όλο, υποθηκευμένο μερίδιο όλο, Κρήτου Τέρρα, αγοραία αξία €12.700, αξία καταναγκαστικής πώλησης €10.000,

(4)      ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 35/35, τεμ. [ ], εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια η εταιρεία Έλενα Παπαχριστοφή (Υπηρεσίες) Λίμιτεδ, εγγεγραμμένο μερίδιο όλο, υποθηκευμένο μερίδιο όλο, Κρήτου Τέρρα, αγοραία αξία €13.000, αξία καταναγκαστικής πώλησης €10.000.               

 

Οι πιο πάνω εκτιμήσεις των υποθηκευμένων ακινήτων έγιναν αποδεκτές από το σύμβουλο αφερεγγυότητας με βάση ηλεκτρονικού μηνύματος του ημερ. 01.11.21.

 

Στη συνέχεια ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ετοίμασε προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής εκ μέρους και για λογαριασμό της Χρεώστιδας (στο εξής το «ΠΣΑ»), το οποίο πρότεινε για εξέταση στη συνέλευση των πιστωτών που πραγματοποιήθηκε στις 04.02.22. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν αρνητικό στην πρόταση για έγκριση του προτεινόμενου ΠΣΑ, το οποίο και απορρίφθηκε από την πλειοψηφία των Πιστωτών και ειδικότερα από την ΣΕΔΙΠΕΣ, εκπρόσωπος της οποίας είχε παρευρεθεί στη συνέλευση. Κατ’ ακρίβεια η ΣΕΔΙΠΕΣ ήταν η μόνη από τους πιστωτές που εκπροσωπήθηκε και συμμετείχε στη συνέλευση και μέσω της ψηφοφορίας που διεξήχθη δεν αποδέχτηκε το προτεινόμενο ΠΣΑ.   

 

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε την Χρεώστιδα στις 11.03.22 στην καταχώρηση μονομερούς αίτησης με την οποίαν στις 16.03.22 ζήτησε και πέτυχε την έκδοση διατάγματος με το οποίο επιβλήθηκε στους καθορισμένους Πιστωτές, περιλαμβανομένου της ΣΕΔΙΠΕΣ, το προτεινόμενο ΠΣΑ που είχε απορριφθεί στη συνέλευση των πιστωτών (στο εξής το «διάταγμα επιβολής»).

 

Όλες οι πιο πάνω πληροφορίες περιέχονται στον δικαστηριακό ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης, τον οποίον ανάτρεξα για καλύτερη αντίληψη του ιστορικού της παρούσας περίπτωσης (Γεωργίου v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου (1999) 1Γ Α.Α.Δ. 1938).

 

Συνεπεία της έκδοσης του διατάγματος επιβολής, στις 11.04.22 καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση στην οποίαν η ΣΕΔΙΠΕΣ επιδιώκει ακύρωση του εν λόγω διατάγματος. 

 

Νομική βάση της υπό κρίση αίτησης είναι ουσιαστικά πρόνοιες του Ν.65(Ι)/2015, κανονισμοί του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2016 (5/2016), οι συμφυείς εξουσίες και η πρακτική του Δικαστηρίου.  

 

Τα γεγονότα, πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση αυτή και που σύμφωνα με την Πιστώτρια δικαιολογούν την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, περιέχονται σε πολυσέλιδη ένορκη δήλωση του κυρίου Μάριου Καρακόκκινου (στο εξής η «ΕΔ Καρακόκκινου»), διευθυντή της Υπηρεσίας Διαχείρισης Πλαισίου Αφερεγγυότητας της Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (στο εξής η «ΚΕΔΙΠΕΣ»), στον οργανισμό που διαχειρίζεται την παρούσα υπόθεση. Προς υποστήριξη της ένορκης δήλωσης επισυνάπτονται έγγραφα.

 

Μέσα από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης ουσιαστικά καταγράφονται και εξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος επιβολής. Ωστόσο μέσα από την αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της Πιστώτριας οι λόγοι αυτοί περιορίστηκαν στους πιο κάτω:

(1)        Δεν πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35 του Νόμου υπό την έννοια ότι δεν προκύπτει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του Χρεώστη στον εν λόγω διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος εντός των επόμενων πέντε ετών (άρθρο 35(γ), δηλαδή το επίμαχο ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμο, επειδή σ’ αυτό η Πιστώτρια εντοπίζει πολλές ασάφειες, γενικότητες, αοριστίες, χωρίς διαφάνεια, επεξήγηση και ανάλυση της μεθόδου κα9ι του σκεπτικού βάση των οποίων ετοιμάστηκε από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας με αποτέλεσμα να παραβλάπτονται ουσιωδώς τα συμφέροντα της (άρθρο 65(γ)).

(2)        Δεν πληρούνται πρόνοιες του άρθρου 72(1)(ε) του Νόμου υπό την έννοια ότι η Χρεώστιδα δεν αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη της λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής της κατάστασης συνεπεία γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του, τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και έπειτα και πριν από την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση των εισοδημάτων της κατά τουλάχιστον 25%.

(3)        Το επίμαχο ΠΣΑ δεν θέτει στην ίδια ή σε καλύτερη θέση την Πιστώτρια από αυτή στην οποίαν θα βρισκόταν εάν η περιουσία της Χρεώστριας διατίθεντο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφ.5 με αποτέλεσμα έτσι να μην ικανοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 73(1).

Σε ότι αφορά τους υπόλοιπους λόγους επί τους οποίους είχε καταχωριστεί η υπό κρίση αίτηση της Πιστώτριας και προβάλλονται μέσα από την ένορκη δήλωση Καρακόκκινου, αυτοί εγκαταλείπονται κατόπιν σχετικής δήλωσης της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Πιστώτριας.     

 

Η Χρεώστιδα αντέδρασε στις 29.06.22 με την καταχώρηση ειδοποίησης περί πρόθεσης ένστασης επί 12 λόγους. Ωστόσο στο στάδιο της νομικής επιχειρηματολογίας ο ευπαίδευτος συνήγορος της Χρεώστιδας περιορίστηκε στην προώθηση των λόγων ένστασης αρ. 1, 2, 5, 11 & 12, εγκαταλείποντας τους υπόλοιπους με βάση σχετική δήλωση του. Δεν χρειάζεται να τους επαναδιατυπώσω επειδή δεν εξυπηρετεί οποιαδήποτε χρησιμότητα. Κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να δικαιολογείται η έκδοση του αιτουμένου διατάγματος.

 

Η ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης εδράζεται σε άρθρα του Ν.65(Ι)/2015, στους Κανονισμούς 3 & 15 του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016), στον περί Πτωχεύσεως Νόμο (Κεφ. 5), στις Δ.39, Δ.48 Θ.1-13 & Δ.64 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, στη νομολογία, στη διακριτική ευχέρεια, στη σύμφυτη εξουσία και στην πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Η ένσταση υποστηρίζεται από πολυσέλιδη ένορκη δήλωση της Χρεώστιδας (στο εξής η «ΕΔ Χρεώστιδας»), στην οποίαν επισυνάπτεται ένα έγγραφο προς ενίσχυση της. Μέσα από το περιεχόμενο της ουσιαστικά επαναλαμβάνονται και εξηγούνται οι λόγοι ένστασης και υπάρχουν αναφορές που υποδεικνύουν γιατί, κατά τη γνώμη της Χρεώστιδας, το αιτούμενο διάταγμα δεν πρέπει να εκδοθεί.

 

Ακολούθως, με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 31.03.23, το Δικαστήριο επέτρεψε στην Πιστώτρια να καταχωρίσει  συμπληρωματική ένορκη δήλωση με ομνύοντα πάλι τον κύριο Καρακόκκινο (στο εξής η «ΣΕΔ Καρακόκκινου»). Με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου επιπρόσθετες αναφορές προκειμένου να ληφθούν και αυτές υπόψη μαζί με όλες τις άλλες αναφορές που έχουν ήδη σημειωθεί προτού ασκηθεί η κρίση του Δικαστηρίου για τα επίδικα θέματα της υπόθεσης.

Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η επαναδιατύπωση του περιεχομένου των πολυσέλιδων ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων (αίτησης και ένστασης). Γι’ αυτό δεν προτίθεμαι να επαναλάβω αυτά που αναφέρουν. Ωστόσο εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται θα αναφέρομαι σε αποσπάσματα τους.

 

Στην πορεία με γραπτή ειδοποίηση που καταχωρίστηκε στο δικαστηριακό φάκελο της υπόθεσης στις 19.10.22, αντίγραφο της οποίας κοινοποιήθηκε στον συνήγορο της Χρεώστριας, προωθείται πληροφόρηση, δυνάμει του άρθρου 18(6) του Ν.69(Ι)/2015 ως έχει τροποποιηθεί, ότι η ΣΕΔΙΠΕΣ με αρ. εγγραφής 88 έχει μεταβιβάσει στην ΚΕΔΙΠΕΣ όλες τις πιστωτικές διευκολύνσεις και συναφείς εξασφαλίσεις που κατείχε ως δανειστής με βάση μεταξύ τους σχετικής συμφωνίας μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων ημερ. 07.10.22. Ο χρόνος μεταβίβασης καθορίστηκε στην εν λόγω σύμβαση να είναι η 7η Οκτωβρίου 2022. Στα πλαίσια εφαρμογής της σύμβασης, η ΚΕΔΙΠΕΣ έχει υποκαταστήσει τη ΣΕΔΙΠΕΣ σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις σε σχέση με τα επίδικα θέματα και/ή τις επίδικες πιστωτικές διευκολύνσεις και/ή εξασφαλίσεις στην παρούσα υπόθεση. Το περιεχόμενο της πιο πάνω ειδοποίησης δημοσιεύτηκε προηγουμένως στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 10.10.22 δυνάμει των προνοιών του άρθρου 19(5) του Ν.69(Ι)/2015.

 

Οι πιο πάνω αναφορές δεν αμφισβητούνται από την πλευρά της Χρεώστιδας και/ή του συμβούλου αφερεγγυότητας. Εντοπίστηκαν και αυτές κατά τη μελέτη του δικαστηριακού φακέλου με σκοπό τη διαφώτιση μου. Κάτω από αυτά τα δεδομένα Πιστώτρια στην παρούσα υπόθεση θεωρείται πλέον η ΚΕΔΙΠΕΣ.   

 

Η εκδίκαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την υπό κρίση αίτηση και την ένσταση. Το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων καθώς και τα επισυνημμένα σ’ αυτές τεκμήρια αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο προς απόδειξη των εκδοχών των μερών.

 

Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους αμφότεροι συνήγοροι, με σχολιασμό των βασικών αρχών του Νόμου και με παραπομπή σε νομολογία καθώς επίσης σε διάφορα άρθρα και κανονισμούς σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν το αντικείμενο εκδίκασης, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Στο σημείο αυτό θα αναφέρω επιγραμματικά γεγονότα που είτε αποτελούν κοινό έδαφος των διαδίκων είτε δεν έχουν αμφισβητηθεί είτε αποτελούν δικαστική γνώση, όπως αυτά εξόφθαλμα προκύπτουν από το περιεχόμενο του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον μου. Αυτά είναι:

(α)       Δυνάμει διαφόρων συμφωνητικών εγγράφων που συνομολογήθηκαν σε ξεχωριστές ημερομηνίες η ΣΠΕ Στρουμπίου, η ΣΠΕ Πωμού & Τηλλυρίας, η ΣΠΕ Γιόλου και το Ελληνικό Συνεργατικό Ταμιευτήριο Πάφου παραχώρησαν στην Χρεώστιδα, στο σύζυγο της Αντρέα Παπαχριστοφή και στην εταιρεία Έλενα Παπαχριστοφή (Υπηρεσίες) Λίμιτεδ στην οποίαν η Χρεώστιδα είναι διευθυντής, γραμματέας και μέτοχος, πιστωτικές διευκολύνσεις υπό τη μορφή στεγαστικού δανείου, άλλων δανείων και χρήσης πιστωτικού ορίου.

(β)       Για τη διαχείριση των πιστωτικών διευκολύνσεων ανοίχτηκαν 8 λογαριασμοί λογαριασμοί, οι αριθμοί των οποίων και το οφειλόμενο ποσό που έκαστος φέρει αναφέρονται στην §7 της ΕΔ Καρακόκκινου η οποία είναι αποδεκτή από τη Χρεώστιδα (§8 ΕΔ Χρεώστιδας).

(γ)        Ως εξασφάλιση για τις χορηγούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις οι πιστωτικοί οργανισμοί που τις παρείχαν  ενέγραψαν προς όφελος τους τις υποθήκες Υ1434/10, Υ6704/08, Υ4587/10, Υ4589/10, Υ4590/10 και Υ4591/10   του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Πάφου, οι οποίες αφορούν συνολικά 7 ακίνητα.

(δ)        Λεπτομέρειες των υποθηκευμένων ακινήτων παρέχονται στις σελίδες 2-4 της παρούσας απόφασης.

(ε)        Όπως ήδη λέχθηκε προηγουμένως, εντός των ακινήτων με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 26/14, τεμ. [ ] και με αρ. εγγραφής 0/[ ], φ/σχ. 26/14, τεμ. [ ] που επιβαρύνονται με την υποθήκη Υ1434/10, αμφότερα στην Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς, επί έκαστο του οποίου εγγεγραμμένο μερίδιο ιδιοκτησίας ½ έχει η Χρεώστρια και με υποθηκευμένο μερίδιο ¼, βρίσκεται η κύρια κατοικία της Χρεώστιδας.

(στ)      Μέσα από τη λειτουργία των πιο πάνω λογαριασμών δημιουργήθηκε οφειλόμενο χρέος συνολικού ύψους €773.161,81.

(ζ)        Το εν λόγω οφειλόμενο ποσό σημειώνεται σε σχετικές ένορκες δηλώσεις επαλήθευσης χρέους, οι οποίες έγιναν αποδεκτές από το σύμβουλο αφερεγγυότητας, εκ μέρους και για λογαριασμό της Χρεώστιδας.

(η)        Το πιο πάνω συνολικό οφειλόμενο ποσό κατέστη απαιτητό ολόκληρο.

(θ)        Η Χρεώστιδα αποτάθηκε σε σύμβουλο αφερεγγυότητας, ο οποίος ετοίμασε πρόταση για ΠΣΑ ημερ. 21.01.22.

(ι)         Το προτεινόμενο ΠΣΑ τέθηκε ενώπιον των Πιστωτών σε συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στις 04.02.22, το οποίο απορρίφθηκε.

(κ)        Στις 16.03.22, στα πλαίσια αίτησης που προωθήθηκε μονομερώς από την Χρεώστιδα, εκδόθηκε δικαστικό διάταγμα με το οποίο επιβλήθηκε στους Πιστωτές της Χρεώστιδας το επίμαχο ΠΣΑ που είχε προηγουμένως απορριφθεί στη Συνέλευση των Πιστωτών.

(λ)        Στις 28.03.22 το μη συναινετικό δικαστικό διάταγμα ημερ. 16.03.223 επιδόθηκε στην Πιστώτρια.

(μ)        Οι ΣΠΕ Στρουμπίου, ΣΠΕ Πωμού & Τηλλυρίας, ΣΠΕ Γιόλου και το Ελληνικό Συνεργατικό Ταμιευτήριο Πάφου ήταν δεόντως αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα που ανάμεσα σ’ άλλα ασχολούνταν με την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων, μεταξύ άλλων, υπό τη μορφή χορήγησης δανείων και ορίου σε τρεχούμενο λογαριασμό.

(ν)        Αριθμός Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων συγχωνεύτηκαν με τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ με ημερομηνία ισχύος της συγχώνευσης 01.07.17 δυνάμει των προνοιών του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου (Ν.22/1985) και ως αποτέλεσμα αυτού η εγγραφή των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων ακυρώθηκε και αυτά έχουν διαλυθεί.

(ξ)        Κατόπιν της πιο πάνω συγχώνευσης όλες οι συμφωνίες δικαιώματα και υποχρεώσεις των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων, περιλαμβανομένης της παρούσας υπόθεσης, μεταβιβάστηκαν στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ.

(ο)        Κατόπιν απόφασης της ειδικής γενικής συνέλευσης των μετοχών ημερομηνίας 24.07.17 η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ μετονομάστηκε σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ και τελικά στις 03.09.18 η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ μετονομάστηκε σε ΣΕΔΙΠΕΣ και εν τέλη στις 07.10.22 η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ μεταβίβασε όλα τα περιουσιακά της στοιχεία, πιστωτικές διευκολύνσεις και εξασφαλίσεις στην ΚΕΔΙΠΕΣ (Πιστώτριας), περιλαμβανομένων αυτά της παρούσας υπόθεσης από τις 07.10.22.

(π)       Η Πιστώτρια έχει υποκαταστήσει τη ΣΕΔΙΠΕΣ σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που αφορούν την υπόθεση αυτή.     

 

Τα πιο πάνω γεγονότα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των ευρημάτων του Δικαστηρίου. Επίσης ευρήματα Δικαστηρίου αποτελούν όλα όσα έχουν αναφερθεί προηγουμένως και έχουν αντληθεί μέσα από την έρευνα του Δικαστηρίου επί του φακέλου της υπόθεσης.   

 

Στρέφομαι στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων αμφοτέρων πλευρών. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί. Ακόμη, όπως έχει λεχθεί προηγουμένως, για καλύτερη εξακρίβωση όλων των γεγονότων που έχουν διαδραματιστεί έχω ανατρέξει στο δικαστηριακό φάκελο της υπόθεσης αφού υπήρχε τέτοια δυνατότητα.

 

Κατ’ αρχάς θα ασχοληθώ με τη θέση του Χρεώστη ότι η υπό κρίση αίτηση είναι γενική, αόριστη και ελλιπής. Η τοποθέτηση αυτή αποτελεί τον 1ο λόγο ένστασης της Χρεώστιδας.

 

Σύμφωνα με τη γραπτή νομική επιχειρηματολογία του ευπαιδεύτου συνηγόρου της Χρεώστιδας, «οι αιτητές δεν βασίζουν την αίτηση τους στο δικαιοδοτικό άρθρο 77 του Ν.65(Ι)/2015». Επιπλέον ο εν λόγω συνήγορος αναφέρει ότι «οι αιτητές στηρίζουν την αίτηση τους στα άρθρα 41-75 χωρίς να γίνεται ειδική αναφορά και συγκεκριμένα που βασίζουν την αίτηση τους.» Παραπέμποντας σε δύο  αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και στην απόφαση ημερ. 05.08.22 της Αδελφού Δικαστή κας Ρ. Λιμνατίτου Π.Ε.Δ στην Αίτηση ΠΣΑ Αρ. 69/21 του Ε.Δ. Πάφου που πραγματεύονται τις πρόνοιες της Δ.48 ΘΚ.1 των Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ο εν λόγω συνήγορος ζητεί απόρριψη της παρούσας αίτησης. Διαβάζοντας τις θέσεις της Πιστώτριας, όπως αυτές διατυπώνονται στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της, αντιλαμβάνομαι ότι διαφωνεί με την προβαλλόμενη θέση. Διαβάζοντας τις θέσεις της Πιστώτριας, όπως αυτές διατυπώνονται στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της, αντιλαμβάνομαι ότι διαφωνεί με την προβαλλόμενη θέση.

 

Με κάθε σεβασμό στη Χρεώστιδα η πιο πάνω τοποθέτηση της δεν με βρίσκει σύμφωνο. Έχω προσεγγίσει το συγκεκριμένο ζήτημα στη βάση των δεδομένων που αφορούν την προκειμένη περίπτωση. Τα δεδομένα των αποφάσεων στις οποίες έχω παραπεμφθεί διαφέρουν ουσιωδώς από εδώ. Στην πρωτόδικη απόφαση έγινε επίκληση άρθρων 23-77 ενώ εδώ γίνεται αναφορά στα άρθρα 41-75. Σαφώς και δεν είναι το ίδιο. Επίσης το αντικείμενο στις υποθέσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αφορά ενδιάμεσες αιτήσεις σε αγωγές, κάτι που εδώ δεν υφίσταται.  

 

Σε κάθε περίπτωση, τα σχετικά άρθρα που σχετίζονται με το αντικείμενο εκδίκασης στην παρούσα αίτηση είναι διάφορα. Αναφορά σ’ αυτά γίνεται στη συνέχεια που αναλύεται η νομική πτυχή της υπ’ αναφορά υπόθεσης. Έχω αναγνώσει τη νομική βάση της αίτησης και από το περιεχόμενο της διαπιστώνω ότι είναι ορθή και ολοκληρωμένη. Μπορεί ορισμένα άρθρα και κανονισμοί να μπορούσαν να μην είχαν αναφερθεί, αλλά το ουσιαστικό νομικό πλαίσιο είναι διατυπωμένο.  Ειδικότερα περιέχει τα άρθρα του Νόμου που ασχολούνται με την έκδοση μη συναινετικών ΠΣΑ, τα οποία αποτελούν το δικαιοδοτικό υπόβαθρο, καθώς επίσης κανονισμούς σχετικούς με το αντικείμενο εκδίκασης οι οποίοι συνθέτουν το δικονομικό πλαίσιο της υπό εξέταση περίπτωσης. Βάση αυτών των νομικών διατάξεων η παρούσα αίτηση δύναται να εξεταστεί. Ενδεικτικά αναφέρω ότι τα άρθρα 62-71 του Νόμου 65(Ι)/2015 αφορά περιπτώσεις εξέτασης μη συναινετικών ΠΣΑ. Σχετικό ακόμη είναι το άρθρο 72 στο οποίο σημειώνονται κριτήρια επιλεξιμότητας. Στο ίδιο άρθρο παρέχεται ο χρόνος εντός του οποίου δύναται να καταχωριστεί αίτηση, όπως την παρούσα. Οι δε υποχρεωτικές προϋποθέσεις που πρέπει ένα ΠΣΑ να τηρεί παρατίθενται στο άρθρο 46. Επίσης στο άρθρο 65 εκτίθενται λόγοι για του οποίους δύναται να προσβληθεί το ΠΣΑ. Παράλληλα οι Κανονισμοί 10 & 24 του ΔΚ5/2016 που εξηγούν δικονομικές πτυχές, επίσης περιλαμβάνονται στη νομική βάση. 

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι για την εξέταση ενός μη συναινετικού ΠΣΑ, όπως είναι η προκείμενη περίπτωση, εμπλέκονται διάφορα άρθρα οι πρόνοιες των οποίων παρέχουν δικαιοδοσία στο Δικαστήριο για να το εξετάσει. Τα σχετικά άρθρα αυτά περιλαμβάνονται στη νομική βάση της υπό κρίση αίτησης. Δεδομένου ότι τα άρθρα που εμπλέκονται είναι πέραν του ενός, δεν εντοπίζω οτιδήποτε το επιλήψιμο με τον τρόπο που αναφέρεται η καταγραφή τους. Είναι ένας τρόπος καταγραφής. Ο άλλος αποδεκτός τρόπος είναι μακροσκελής και είναι αυτός που η Χρεώστιδα εισηγήθηκε ότι θα έπρεπε να είχε γίνει. Δηλαδή η αναφορά κάθε άρθρου ξεχωριστά.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Χρεώστιδα εφαρμόζει ακριβώς το ίδιο σκεπτικό μ’ αυτό της Πιστώτριας σε ότι αφορά τον τρόπο καταρτισμού της νομικής βάσης. Μάλιστα επέλεξε να συμπεριλάβει στη δική της νομική βάση τα ίδια άρθρα πλέον ακόμη δύο, τα οποία σημειώνει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που παραπονιέται ότι λανθασμένα, κατά την άποψη της, το πράττει η Πιστώτρια. Το παράπονο της Χρεώστιδας είναι οξύμωρο και στερείται ερείσματος.

 

Παράλληλα η μη αναφορά του άρθρου 77 στη νομική βάση της Πιστώτριας δεν επιφέρει οποιαδήποτε ακυρότητα στην προώθηση της υπό κρίση αίτησης για εκδίκαση και ούτε καθιστά αναρμόδιο το Δικαστήριο να την εξετάσει. Ο σκοπός και η σημασία του εν λόγω άρθρου περιλαμβάνεται στη νομική βάση της Πιστώτριας με την αναφορά σ’ αυτήν των άρθρων που συνιστούν το περιεχόμενο του.        

 

Έχοντας υπόψη μου τα προαναφερόμενα ο λόγος αυτός ένστασης κρίνεται ανεδαφικός και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Προχωρώ να εξετάσω τη θέση της Χρεώστιδας ότι η υπό κρίση αίτηση δεν απαριθμεί και/ή δεν προσδιορίζει συγκεκριμένους λόγους για παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος. Η εν λόγω τοποθέτηση της Χρεώστιδας περιέχεται στον 2ο λόγο ένστασης. Να σημειωθεί ότι η Πιστώτρια, όπως γίνεται αντιληπτό από τη διατύπωση των γραπτών θέσεων της, διαφωνεί με την προβαλλόμενη αυτή θέση.

 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι μέσα από τους λόγους που η Πιστώτρια επικαλείται ότι θα πρέπει να ακυρωθεί το εκδοθέν διάταγμα επιβολής ΠΣΑ και αναφέρονται στην ΕΔ Καρακόκκινου που τη συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, η Πιστώτρια δεν στοχεύει στον παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος. Αυτό που η Πιστώτρια ισχυρίζεται είναι ότι η Χρεώστρια προχώρησε σε υποβολή αίτησης για έκδοση διατάγματος επιβολής του ΠΣΑ χωρίς, όπως είναι η θέση της, να υπάρχει σε ισχύ προστατευτικό διάταγμα. Συνεπώς η Χρεώστρια προβάλλει ένα λόγο ένστασης που εδράζεται πάνω σε ανύπαρκτη πραγματική βάση. Πέραν όμως και ανεξαρτήτως αυτού, εφόσον η θέση της Πιστώτριας, συνεπεία της οποίας προβλήθηκε ο συγκεκριμένος ισχυρισμός της Χρεώστριας, έχει εγκαταλειφθεί, ο λόγος αυτός ένστασης στερείται νομικού και πραγματικού ερείσματος και ως εκ τούτου δεν χρήζει εξέτασης.

 

Ωστόσο στη γραπτή αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος της Χρεώστριας διαφοροποιεί το λόγο που καλεί το Δικαστήριο να εξετάσει. Εκ των υστέρων επικαλείται ότι δεν απαριθμούνται και/ή δεν προσδιορίζονται οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η έκδοση διατάγματος ακύρωσης του εκδοθέντος διατάγματος επιβολής ΠΣΑ που επιβλήθηκε και αποτελεί το αντικείμενο εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης (σελίδες 8-9 της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου της Χρεώστριας). Πρόκειται για μία αυθαίρετη ενέργεια που δικονομικά δεν δικαιολογείται. Ως εκ τούτου, η θέση αυτή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

 

Παρόλα αυτά, επί της ουσίας η Χρεώστιδα δεν έχει δίκαιο να παραπονιέται. Ο Κανονισμός 24 του ΔΚ 5/2016 που ασχολείται με το δικονομικό πλαίσιο και περιλαμβάνεται στο σώμα της νομικής βάσης της υπό κρίση αίτησης σημειώνει στο εδάφιο (α) αυτού τα εξής:

«Η δυνάμει του άρθρου 75 (5) αίτηση ακύρωσης διατάγματος επιβολής προσωπικού σχεδίου αποπληρωμής από καθορισμένο πιστωτή ή /και εγγυητή ή/και σύμβουλο αφερεγγυότητας ή /και την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, γίνεται με αίτηση διά κλήσεως στον Τύπο 1, του Δεύτερου Παραρτήματος του παρόντος Διαδικαστικού Κανονισμού, εντός το αργότερο δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση, και συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του προσώπου που αιτείται την ακύρωση στην οποία φαίνονται τα γεγονότα που αφορούν την αίτηση και οι λόγοι επί τους οποίους βασίζεται η αίτηση.»       

 

[η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου].

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι σε αιτήσεις ακύρωσης διατάγματος επιβολής ΠΣΑ οι λόγοι επί των οποίων εδράζεται η προώθηση τους αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που θα πρέπει να τη συνοδεύει. Εδώ αυτό ακριβώς συμβαίνει. Η υπό κρίση αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση. Έχοντας αναγνώσει το περιεχόμενο της εντοπίζονται με ευκολία οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η υπό κρίση αίτηση. Αρκεί να παραπέμψω στις §13-§22 της ΕΔ Καρακόκκινου, μέσα από τις οποίες αποκρυσταλλώνονται οι λόγοι επί τους οποίους βασίζεται η προώθηση της παρούσας αίτησης. Επαναλαμβάνω ότι οι λόγοι αυτοί περιορίστηκαν στο στάδιο των γραπτών αγορεύσεων.

 

Κατά συνέπεια, ο λόγος αυτός ένστασης απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Οι υπόλοιποι λόγοι ένστασης (λόγοι ένστασης αρ. 5, 11 & 12) θα εξεταστούν μαζί επειδή ασχολούνται με την ουσία της υπό κρίση αίτησης, η οποία εξετάζεται με βάση τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που θέτει η σχετική, με το αντικείμενο εκδίκασης στην παρούσα διαδικασία, νομοθεσία που θεσπίστηκε ειδικά για το σκοπό αυτό και τέθηκε σε ισχύ.

 

Η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο το έτος 2012 οδήγησε στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ως αποτέλεσμα των οποίων δημιουργήθηκαν προβλήματα σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Το κράτος έλαβε μια σειρά από έκτακτα ειδικά μέτρα, ένα από τα οποία είναι η θέσπιση ειδικής νομοθεσίας και σχετικούς κανονισμούς. Πρόκειται για τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμος του 2015 μετά των συναφών τροποποιήσεων (Ν.65(Ι)/2015) και τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016).   

 

Όπως σημειώνεται στο προοίμιο της νομοθεσίας, οι χρεώστες ήταν αυτοί που επηρεάστηκαν ιδιαίτερα δυσμενώς από τις συνέπειες της κρίσης. Τα μέτρα λήφθηκαν προκειμένου να αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και κατ’ επέκταση να επανεκκινήσει η οικονομία του νησιού. Περαιτέρω το κράτος προέβηκε σε ενέργειες για να αποτρέψει την μετακύλιση των επιπτώσεων της κρίσης στην ευρύτερη οικονομία και κοινωνία ώστε να προφυλαχτούν τα δικαιώματα του κοινωνικού συνόλου στην Κυπριακή Δημοκρατία. Προς το σκοπό αυτό αναζητήθηκε τρόπος να υποβοηθηθούν αφερέγγυοι χρεώστες για να αντιμετωπίσουν τις οφειλές τους και καθορίστηκε διαδικασία ώστε, υπό προϋποθέσεις, να αποφεύγεται η πτώχευση τους προκειμένου να διευκολυνθεί η ενεργός συμμετοχή τους στην οικονομική δραστηριότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με την εφαρμογή του πλαισίου προστασίας των αφερέγγυων χρεωστών, οι πιστωτές δεν πρέπει να βρίσκονται σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποίαν θα βρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφ. 5. Το κράτος επιχείρησε να θεσπίσει μηχανισμό και να καθορίσει διαδικασία που να προστατεύουν τον πυρήνα των δικαιωμάτων των εμπλεκομένων με στόχο να εξασφαλίζεται η ισορροπία μεταξύ τους και να κατανέμονται τα βάρη σ’ αυτούς κατά τρόπο δίκαιο.

 

Με τη νομοθεσία αυτή επιδιώχτηκε η εισαγωγή ενός μηχανισμού που να επιτρέπει σε ένα αφερέγγυο χρεώστη, εφόσον πληροί συγκεκριμένα κριτήρια, να πετύχει, υπό προϋποθέσεις, αναδιάρθρωση του χρέους του, ενώ την ίδια στιγμή να διασφαλίζονται τα δικαιώματα των πιστωτών με τον τρόπο που εξηγήθηκε πιο πάνω. Το ΠΣΑ ετοιμάζεται κατά κανόνα από σύμβουλο αφερεγγυότητας και παρουσιάζεται στη Συνέλευση Πιστωτών. Εκεί είτε εγκρίνεται είτε απορρίπτεται από τους Πιστωτές. Εάν το ΠΣΑ εγκριθεί από τους πιστωτές τότε τίθεται σε ισχύ εφόσον πρώτα επικυρωθεί από το Δικαστήριο (άρθρο 61).

 

Σε περίπτωση που δεν εγκριθεί από τους Πιστωτές στην Συνέλευση, όπως ισχύει στη δική μας υπόθεση, τότε εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 72(1) ο Χρεώστης δύναται να αιτηθεί μονομερώς στο Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος με το οποίο να επιβάλλεται σε όλους τους πιστωτές το ΠΣΑ που απέρριψαν στη συνέλευση. Σύμφωνα με το άρθρο 73(1), το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει το διάταγμα µόνο στις περιπτώσεις που το ΠΣΑ το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές, θα είχε ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία τέτοιοι πιστωτές θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα µε τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, εξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχείων που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών. Ακόμη το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει τέτοιο διάταγμα μόνο στις περιπτώσεις όπου το ΠΣΑ το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές δεν προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του (άρθρο 73(4)). Η έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος σε Πιστωτές θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα που προνοείται στο άρθρο 61 ή θα περιλαμβάνει τέτοιους όρους που το Δικαστήριο κρίνει κατάλληλους να επιβάλει (άρθρο 73(5)).

 

Για σκοπούς αξιολόγησης του κριτηρίου κατά πόσο το ΠΣΑ που έχει απορριφθεί από τους Πιστωτές, θα έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία τέτοιοι πιστωτές θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα µε τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, το Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 73(2), λαμβάνει υπόψη την έκθεση την οποία εκδίδει ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, σύμφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 52, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα ή στοιχεία που το δικαστήριο κρίνει σχετικά. Επίσης λαμβάνονται υπόψη όλα τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη για σκοπούς ενίσχυσης της δυνατότητας αποπληρωμής των χρεών του σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 74 (άρθρο 73(3)).

 

Με βάση το άρθρο 72(4) ο Χρεώστης μετά την έκδοση διατάγματος δυνάμει του παρόντος άρθρου δίδει ειδοποίηση στους καθορισμένους Πιστωτές, στους Εγγυητές, στον σύμβουλο αφερεγγυότητας και στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας. Οποιοδήποτε δε από τα πιο πάνω πρόσωπα, ήτοι Πιστωτές, Εγγυητές, σύμβουλος αφερεγγυότητας και Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, δύναται, δυνάμει του άρθρου 72(5), να προσφύγει στο Δικαστήριο για ακύρωση του διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του εν λόγω άρθρου εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία που ειδοποιήθηκε για την έκδοσή του.

 

Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 77, το οποίο επίσης αφορά το μέρος της νομοθεσίας που πραγματεύεται περιπτώσεις μη συναινετικών ΠΣΑ, σημειώνεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 62-71 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν σε ΠΣΑ το οποίο επιβάλλεται κατόπιν διατάγματος Δικαστηρίου. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθούνται, κατ’ αναλογία, οι πρόνοιες του άρθρου 65, μέσα από τις οποίες απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους δύναται να προσβληθεί το ΠΣΑ. Είναι οι εξής:

(α)       Ότι ο χρεώστης έχει µε τη συμπεριφορά του κατά τα δύο (2) έτη πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 39, διευθετήσει τις οικονομικές του υποθέσεις µε τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να είναι ή να γίνει επιλέξιμος να υποβάλει αίτηση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής,

(β)        δεν υπήρξε συμμόρφωση µε τις διαδικαστικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένης της µη ύπαρξης τελεσίδικης απόφασης δικαστηρίου σε σχέση µε την επαλήθευση σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 43, όπου αυτό εφαρμόζεται,

(γ)        υπάρχει ουσιαστική ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, η οποία παραβλάπτει ουσιωδώς τα συμφέροντα του πιστωτή,

(δ)        ο χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35.

(ε)        ο χρεώστης έχει διαπράξει αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο το οποίο προκαλεί ουσιαστική βλάβη στον πιστωτή,

(στ)      ο χρεώστης είχε συναλλαγή µε πρόσωπο η οποία έγινε κατά την περίοδο τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση προστατευτικού διατάγματος, η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής και η οποία συνέβαλε ουσιαστικά στην ανικανότητα του χρεώστη να αποπληρώσει τα χρέη του, εξαιρουμένων των χρεών τα οποία οφείλονται στα πρόσωπα µε τα οποία ο χρεώστης είχε εισέλθει σε συναλλαγές οι οποίες δεν έγιναν έναντι αξιόλογης αντιπαροχής,

(ζ)        ο χρεώστης έδειξε προτίμηση δολίως σε πρόσωπο, τηρουμένων των διατάξεων της οικείας νομοθεσίας, κατά την περίοδο των τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση του προστατευτικού διατάγματος, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του διαθέσιμου ποσού για την πληρωμή των χρεών του, εξαιρουμένων των χρεών που οφείλονται στο πρόσωπο στο οποίο δόθηκε η δόλια προτίμηση.

 

Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ καταγράφονται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 72. Τα παραθέτω αυτούσια:

«72.-(1)           Σε περίπτωση που Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής απορρίφθηκε από τη συνέλευση των πιστωτών, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Τίτλου II του παρόντος Κεφαλαίου και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις-

(α)        ∆ιαγράφηκε µε το 16(α) του 85(Ι) του 2018.

(β)        τουλάχιστον ένας από τους πιστωτές του είναι εξασφαλισµένος πιστωτής, ο οποίος έχει εξασφάλιση επί της κύριας κατοικίας του χρεώστη η οποία βρίσκεται στη ∆ηµοκρατία, η αγοραία αξία της οποίας δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€350.000)· και

(γ)        η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη, εξαιρουµένης της κύριας κατοικίας του, δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και

(δ)        Διαγράφηκε µε το 16(δ) του 85(Ι) του 2018.

(ε)        ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονοµικής του κατάστασης ως αποτέλεσµα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του, τα οποία έχουν επισυµβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν από την αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγµατος σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 39, και είχαν ως αποτέλεσµα την ουσιαστική µείωση του εισοδήµατος του κατά τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) ή περισσότερο· και

(στ)      ο σύµβουλος αφερεγγυότητας έχει υπογράψει δήλωση µε την οποία επιβεβαιώνει ότι, έχει την άποψη ότι-

(i)            οι πληροφορίες που περιέχονται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονοµικών Στοιχείων που ετοιµάστηκε σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 28, εξ όσων ο ίδιος γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει, είναι πλήρεις και ακριβείς· και

(ii)           ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιµότητας των άρθρων 35 και του παρόντος άρθρου για να αιτηθεί στο δικαστήριο για την έκδοση διατάγµατος σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου ·και

(iii)          ο χρεώστης έχει επιδείξει καλή πίστη ως προς την έγκριση συναινετικού Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής δυνάµει των διατάξεων του Τίτλου II του παρόντος Κεφαλαίου, αλλά αυτή δεν κατέστη δυνατή· και

(iv)           το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής που απορρίφθηκε από τους πιστωτές έχει ως αποτέλεσµα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν οι εν λόγω πιστωτές, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύµφωνα µε τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόµου, εξαιρουµένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουµένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών· και

(v)           τηρούµενων των διατάξεων του άρθρου 74, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη, εξαιρουµένης της κύριας κατοικίας του και ποσού για την κάλυψη των λογικών εξόδων διαβίωσης του ιδίου και των εξαρτώµενων µελών της οικογένειάς του, χρησιµοποιούνται για την εξυπηρέτηση των χρέων του,

ο χρεώστης δύναται να αιτείται µονοµερώς στο δικαστήριο την έκδοση διατάγµατος, µε το οποίο να επιβάλλεται σε όλους τους πιστωτές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής που απέρριψαν σε συνέλευσή τους σύµφωνα µε τις διατάξεις του Τίτλου II του παρόντος Κεφαλαίου:

 

Νοείται ότι, ο χρεώστης δύναται να υποβάλει αίτηση δυνάµει του παρόντος άρθρου στο δικαστήριο, µόνο ενόσω βρίσκεται σε ισχύ προστατευτικό διάταγµα το οποίο εκδίδεται δυνάµει του άρθρου 75:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο χρεώστης οφείλει όπως υποβάλει την αίτησή του αυτή στο δικαστήριο, καλή τη πίστει.

(2)                    Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), τεκµαίρεται ότι οποιαδήποτε µείωση στα εισοδήµατα την οποία υπέστη ο χρεώστης από το έτος 2012 και µέχρι την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόµου οφείλεται σε γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου του χρεώστη και πιο συγκεκριµένα στην οικονοµική κρίση, εκτός εάν ο πιστωτής µπορεί να αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι ο λόγος για τον οποίο ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του είναι άλλος από την οικονοµική κρίση.

(3)                    Για τον καθορισµό της αγοραίας αξίας της κύριας κατοικίας για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 44.»

 

Σε ότι αφορά τα κριτήρια επιλεξιμότητας Χρεώστη ΠΣΑ κάτω από το άρθρο 35 που γίνεται αναφορά πιο πάνω, παρατίθενται και αυτά αυτούσια:

«(α)     έχει τη συνήθη του διαμονή στη ∆ημοκρατία: Νοείται ότι, πρόσωπο το οποίο είχε τη συνήθη διαμονή του στη ∆ημοκρατία μέχρι και τρία (3) χρόνια πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος νόμου, δεν απαιτείται να πληροί το κριτήριο της συνήθους διαμονής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για έκδοση προστατευτικού διατάγματος·

(β)        είναι αφερέγγυος·

(γ)        υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, σύμφωνα µε την δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32·

(δ)        έχει συμπληρώσει την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων και υπέβαλε ένορκη δήλωση µε την οποία επιβεβαιώνει ότι η κατάσταση των περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων, εσόδων και εξόδων του είναι ακριβής και πλήρης·

(ε)        ο σύμβουλος αφερεγγυότητας του χρεώστη έχει συμπληρώσει τη γραπτή δήλωση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ), του άρθρου 32, σε σχέση µε το χρεώστη·

(στ)      ο χρεώστης έχει συγκατατεθεί σε επιβεβαίωση των οικονομικών του στοιχείων από το Σύμβουλο Αφερεγγυότητας, σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 28·

(ζ)        ο χρεώστης δεν είναι:

(i)         Πτωχεύσας ο οποίος δεν αποκαταστάθηκε·

(ii)        πτωχεύσας που αποκαταστάθηκε και υπόκειται σε διάταγμα για πληρωμή μισθού ή αποδοχών, σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 52 του περί Πτώχευσης Νόμου.

(η)        ο χρεώστης:

(i)         ∆εν υπήρξε καθορισμένος χρεώστης σε προστατευτικό διάταγμα κατά τη διάρκεια περιόδου δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·

(ii)        δεν έχει απαλλαγεί από τα χρέη του δυνάμει ∆ιατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, κατά τη διάρκεια περιόδου τριών (3) ετών πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·

(iii)       δεν έχει αποκατασταθεί, σύμφωνα µε τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, κατά τη διάρκεια περιόδου πέντε (5) ετών, πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.»

 

Ολοκληρώνω τη νομική έρευνα παραθέτοντας αυτούσια τις υποχρεωτικές προϋποθέσεις που πρέπει το ΠΣΑ να τηρεί, όπως αυτές καταγράφονται στο   άρθρο 46:

«(α)     Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής πρέπει να καθορίζει µε σαφήνεια τα εξασφαλισµένα και τα µη εξασφαλισµένα χρέη·

(β)        η µέγιστη διάρκεια του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής είναι εξήντα (60) µήνες και δύναται να παραταθεί για περαιτέρω περίοδο που δεν µπορεί να ξεπερνά τους δώδεκα (12) µήνες µόνο υπό τις περιστάσεις που ρητά καθορίζονται στους όρους και προϋποθέσεις του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής:

Νοείται ότι η µέγιστη διάρκεια των µηνιαίων δόσεων για αποπληρωµή εξασφαλισµένων χρεών δύναται να επεκτείνεται για περαιτέρω περίοδο, σύµφωνα µε τους όρους και τις προϋποθέσεις της αρχικής σύµβασης δανείου, εκτός εάν και στον βαθµό που προβλέπεται διαφορετικά από το ίδιο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής·

(γ)        όταν ο χρεώστης συµµορφώνεται µε όλες του τις υποχρεώσεις που καθορίζονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής, κατά τη λήξη του εν λόγω σχεδίου δεν απαλλάσσεται από τα εξασφαλισµένα χρέη του που καλύπτονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής και συνεχίζει να υπέχει υποχρέωσης προς εξόφληση των εν λόγω χρεών σύµφωνα µε τους όρους και προϋποθέσεις της αρχικής σύµβασης δανείου, εκτός εάν και στο βαθµό που προβλέπεται διαφορετικά από το ίδιο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε αυτό·

(δ)        οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής Προσωπικού πρέπει να έχουν ως αποτέλεσµα να θέσουν τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία αυτοί θα ευρίσκονταν, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύµφωνα µε τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόµου, εξαιρουµένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουµένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών, εκτός εάν ληφθεί η συγκατάθεση του πιστωτή για την επίτευξη διαφορετικού αποτελέσµατος:

Νοείται ότι, για σκοπούς του παρόντος εδαφίου, δεν εφαρµόζεται και δεν λαµβάνεται υπόψη η προτεραιότητα πληρωµής χρεών προς τη ∆ηµοκρατία ή τις αρχές τοπικής διοίκησης, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 38 του περί Πτώχευσης Νόµου·

(ε)        το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής δεν απαιτεί από το χρεώστη να πωλεί οποιαδήποτε βιβλία, εργαλεία και άλλα αντικείµενα εξοπλισµού που χρησιµοποιούνται από το χρεώστη και τα οποία λογικά είναι αναγκαία για την απασχόληση ή επιχείρηση του, εκτός εάν ο χρεώστης συναινεί ρητά στην εν λόγω πώληση·

(στ)      το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής δεν περιέχει όρους οι οποίοι να απαιτούν από το χρεώστη να κάνει πληρωµές τέτοιου ύψους ώστε ο χρεώστης να µην έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδηµα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης για τον εαυτό του και για τα µέλη της οικογένειάς του, εκτός εάν ο χρεώστης συναινεί ρητά·

(ζ)        το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει

(i)         πληρωµές για την κάλυψη των δαπανών και εξόδων του συµβούλου αφερεγγυότητας που σχετίζονται µε τα θέµατα που αναφέρονται στον Τίτλο Ι του παρόντος Κεφαλαίου και στη συνεχή διαχείριση του Σχεδίου, σύµφωνα µε τους περί Συµβούλων Αφερεγγυότητας Κανονισµούς του 2015.

(ii)        την πληρωµή των πάσης φύσεως φορολογικών υποχρεώσεων που προκύπτουν για το χρεώστη, αναφορικά µε οποιεσδήποτε ενέργειες στις οποίες αυτός προέβη, κατά τη διάρκεια και στο πλαίσιο διαχείρισης του Σχεδίου· και ότι-

(I)            τέτοιες φορολογικές υποχρεώσεις του χρεώστη πληρώνονται κατά προτεραιότητα σε σχέση µε οποιεσδήποτε άλλες πληρωµές σε καθορισµένους πιστωτές· και

(II)          (II) οποιαδήποτε παράλειψη του χρεώστη να συµµορφωθεί µε τους όρους του Σχεδίου αναφορικά µε τέτοιες υποχρεώσεις συνιστά παράβαση του Σχεδίου η οποία δίνει δικαίωµα στον Έφορο Φορολογίας να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του δυνάµει των διατάξεων του άρθρου 36 να αποδεχθεί τον συµβιβασµό που περιλαµβάνεται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής, όπου αυτό εφαρµόζεται·

(iii)       υποδεικνύει το ενδεχόµενο ύψος των τελών, εξόδων και δαπανών που θα πραγµατοποιηθούν ή όταν αυτό δεν είναι εφικτό, τη βάση επί της οποίας τέτοια τέλη, έξοδα και δαπάνες υπολογίζονται· και

(iv)       προσδιορίζει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα τα οποία καταβάλλουν τέτοια τέλη, έξοδα και δαπάνες και τον τρόπο µε τον οποίο καταβλήθηκαν ή θα καταβληθούν

(η)        το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει τον τρόπο µε τον οποίο τα χρέη του χρεώστη θα αντιµετωπίζονται σε περίπτωση θανάτου ή διανοητικής ανικανότητάς του, σύµφωνα µε τις διατάξεις, της οικείας νοµοθεσίας·

(θ)        υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 50, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής διασφαλίζει ότι ο χρεώστης δεν διαθέτει όλα του τα δικαιώµατα επί της κύριας κατοικίας του, περιλαµβανοµένης της κατοχής τέτοιας κατοικίας·

(ι)         το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει ότι οι περιστάσεις και συνθήκες του χρεώστη αναθεωρούνται από τον σύµβουλο αφερεγγυότητας σε τακτά χρονικά διαστήµατα, τα οποία καθορίζονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής, και τα οποία σε κάθε περίπτωση δεν µπορούν να είναι µεγαλύτερα των δώδεκα (12) µηνών, κατά τη διάρκεια της περιόδου που το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής είναι σε ισχύ:

Νοείται ότι, η υποχρέωση αναθέωρησης των περιστάσεων και συνθηκών του χρεώστη παύει να υφίσταται σε περίπτωση τερµατισµού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 68 ή 69 του παρόντος Νόµου.

(κ)        Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει ότι η αναθεώρηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), περιλαµβάνει την ετοιµασία από το χρεώστη νέας Κατάστασης Προσωπικών Οικονοµικών Στοιχείων για την περίοδο υπό αναθεώρηση, αντίγραφο της οποίας συνοδευόµενο από δήλωση του συµβούλου αφερεγγυότητας ως προς το κατά πόσο θεωρεί µε βάση τα γεγονότα και δεδοµένα που είναι σε γνώση του την εν λόγω κατάσταση πλήρη και ακριβή, θα αποστέλλεται από το σύµβουλο αφερεγγυότητας σε κάθε καθορισµένο πιστωτή.

(λ)        το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωµής προβλέπει για τον τρόπο διαχείρισης της εξασφάλισης που κατέχεται από εξασφαλισµένο καθορισµένο πιστωτή, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 48 µέχρι 51.

(µ)        Οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής καθορίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες ο σύµβουλος αφερεγγυότητας υποχρεούται να προτείνει τροποποίησή του σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 64.

(3)        Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να εκδίδει Κώδικα Πρακτικής για σκοπούς κατεύθυνσης ως προς την εφαρµογή οποιωνδήποτε από τα θέµατα που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

(4)        Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) και χωρίς επηρεασµό των διατάξεων του εδαφίου (3), κατά τον υπολογισµό του κατά πόσο ο χρεώστης θα έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδηµα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης γι’ αυτόν και για τα µέλη της οικογένειας του, στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωµής, θα λαµβάνονται υπόψη οι κατευθυντήριες γραµµές που εκδίδονται δυνάµει των διατάξεων του      άρθρου 8.»

 

Καθοδηγούμενος από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο προχωρώ ευθύς να εξετάσω την ουσία της υπό κρίση αίτησης που αφορά το προτεινόμενο ΠΣΑ.

 

Στο σημείο αυτό οφείλω να αναφέρω ότι το προτεινόμενο ΠΣΑ και κάθε ένα τέτοιο έγγραφο, για να έχει προοπτική αποδοχής πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και να ικανοποιεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως αυτά υποδεικνύονται μέσα από τις πρόνοιες του Νόμου.

 

Ένα ουσιώδες θέμα που εγείρεται είναι η βιωσιμότητα του προτεινόμενου ΠΣΑ. Σύμφωνα με την Πιστώτρια, το υπό εξέταση ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμο για διάφορους λόγους που επικαλείται, όπως για παράδειγμα επειδή εντοπίζονται πολλές ασάφειες, διότι δεν επεξηγείται η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για να γίνουν οι διάφοροι υπολογισμοί, επειδή δεν επεξηγείται ο τρόπος με τον οποίον ο σύμβουλος αφερεγγυότητας καταλήγει σε συγκεκριμένα ποσά και διότι δεν υπάρχει διαφάνεια, ανάλυση και επεξήγηση αναφορικά με τον ισχυρισμό για μείωση εξόδων διαβίωσης της Χρεώστιδας. Αντίθετα η Χρεώστιδα θεωρεί ότι το ΠΣΑ είναι βιώσιμο και λειτουργικό.

Το περιεχόμενο του υπό εξέταση ΠΣΑ πρέπει να χαρακτηρίζεται από σαφήνεια, ακρίβεια, βεβαιότητα και ολοκλήρωση. Η ετοιμασία του ΠΣΑ εδράζεται σε στοιχεία και πληροφορίες που πρέπει να είναι σαφή, ακριβή, ορθά και ολοκληρωμένα. Οι πληροφορίες αυτές προέρχονται από την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, το περιεχόμενο της οποίας που δηλώνει ο Χρεώστης δεν πρέπει να περιέχει ουσιαστικές ανακρίβειες ή παραλείψεις. Σε τέτοια περίπτωση ελλοχεύει ο κίνδυνος να παραβλαφτούν ουσιωδώς τα συμφέροντα της Πιστώτριας (άρθρο 65(γ)). Παράλληλα το προτεινόμενο σχέδιο πρέπει να συνάδει με τις πρόνοιες του άρθρου 74 καθώς επίσης να λαμβάνει υπόψη του τις συγκεκριμένες παραμέτρους που υποδεικνύονται μέσα από τις διατάξεις του άρθρου 46. Ένας από τους στόχους για την υιοθέτηση του προτεινόμενου σχεδίου είναι η ύπαρξη εύλογης προοπτικής ότι η συμμετοχή του Χρεώστη σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών (άρθρο 35(γ)). Το πλαίσιο αυτό ουσιαστικά διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του προτεινόμενου ΠΣΑ. Υπό αυτήν την έννοια η βιωσιμότητα του επίδικου ΠΣΑ ελέγχεται από το Δικαστήριο στη βάση μαρτυρικού υλικού που παρουσιάζεται προς απόδειξη του περιεχομένου του.

 

Στρεφόμενος στο υπό εξέταση ΠΣΑ παρατηρώ ότι βασίζεται στην κατάσταση προσωπικών οικονομικών στοιχείων της Χρεώστιδας, η οποία στις 21.01.22 δηλώνει την ορθότητα των πληροφοριών που περιέχονται σ’ αυτήν. Ένα από τα σημεία που με απασχόλησαν είναι η αναφορά για ύπαρξη εξαρτώμενου ατόμου. Πρόκειται για τον υιό της Χρεώστριας ο οποίος, παρόλο ότι παρουσιάζεται να είναι φοιτητής εντούτοις τα μηνιαία έξοδα του που η Χρεώστρια επιβαρύνεται, μέσω της συγκεκριμένης συνεισφοράς του συζύγους της, ανέρχεται στα €366,80. Σε σχέση με το θέμα της φοίτησης ουδεμία αναφορά υπάρχει ως προς το ποιος αναλαμβάνει την πληρωμή του κόστους των σπουδών του εξαρτώμενου μέλους και ποιο το ύψος αυτών. Επίσης καμία αναφορά υπάρχει ως προς το πότε ολοκληρώνονται οι σπουδές του υιού της Χρεώστιδας. Συνεπώς υπάρχει ασάφειας ως προς το κονδύλι αυτό και με ποιο τρόπο αυτό δύναται να επηρεάσει το περιεχόμενο του ΠΣΑ.

 

Ένα άλλο σημείο που με έχει προβληματίσει είναι η συνεισφορά του συζύγου της Χρεώστριας. Η οικονομική κατάσταση υποδεικνύει ότι το σύνολο των μηνιαίων εισοδημάτων της Χρεώστιδας και συνεισφορών γι’ αυτήν ανέρχεται συνολικά στα €1.834,72. Από αυτά σημειώνεται ότι €200 προέρχονται από τον ακαθάριστο μηνιαίο μισθό της Χρεώστιδας. Το υπόλοιπο ποσό των €1.634,72 προέρχεται από τη συνεισφορά του συζύγου της Χρεώστριας σε σύνολο μηνιαίου εισοδήματος του ύψους €1.850,24. Χωρίς να διευκρινίζεται εάν το αναφερόμενο μηνιαίο εισόδημα του συζύγου της Χρεώστριας υπόκειται σε αποκοπές ή εάν πρόκειται για καθαρό μηνιαίο εισόδημα, γίνεται αντιληπτό ότι το σύνολο των δηλωμένων μηνιαίων λογικών εξόδων διαβίωσης της Χρεώστριας και της οικογένειας της καλύπτονται ουσιαστικά εξ ολοκλήρου από το ύψος της συνεισφοράς που λαμβάνει από το σύζυγο της. Σύγκριση του μηνιαίου εισοδήματος του συζύγου της Χρεώστριας με το ποσό που συνεισφέρει μηνιαίως καθιστά αντιληπτό ότι η διαφορά τους δεν αρκεί για την κάλυψη των μηνιαίων εξόδων διαβίωσης του που με βάση τον πίνακα ανέρχονται στα €733,60.

 

Επίσης μέσα από το επίμαχο ΠΣΑ αναφέρεται ότι το συνολικό μηνιαίο εισόδημα των €500 θα αυξηθεί σε €1.000 μετά τα 3 χρόνια λειτουργίας του. Ωστόσο παραμένει ασαφές από ποιον θα προέλθουν και από ποια πηγή θα εξευρεθούν οι πόροι που θα δικαιολογήσουν την επικαλούμενη μηνιαία χρηματική αύξηση κατά 100% και συντήρηση της δεδομένου ότι το εισόδημα της Χρεώστριας είναι καθορισμένο και η μηνιαία συνεισφορά που λαμβάνει από το σύζυγο της δεν επιτρέπει περιθώριο αύξησης της.

 

Περαιτέρω έχω παρατηρήσει ότι ενώ στη συνοπτική κατάσταση προσωπικών οικονομικών στοιχείων που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του επίμαχου ΠΣΑ δηλώνεται ότι το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα για τα πρώτα 3 χρόνια λειτουργίας του εν λόγω ΠΣΑ ανέρχεται σε €500 (σελίδα 3 επίμαχου ΠΣΑ), ακολούθως εκεί που παρουσιάζονται οι μαθηματικές πράξεις σημειώνεται ότι η επικαλούμενη τέτοια μηνιαία διαθέσιμη δόση που χρησιμοποιείται για το ίδιο χρονικό διάστημα, δηλαδή για τα πρώτα 3 χρόνια, ανέρχεται στα €300 (σελίδα 5 επίμαχου ΠΣΑ). Ουδεμία εξήγηση παρέχεται για τη διάσταση αυτή. Ένα ακόμη σημείο που παρέμεινε ασαφές.

 

Επιπλέον με τη λήξη του προαναφερόμενου χρονικού διαστήματος πληρωμών που προνοείται στο προτεινόμενο ΠΣΑ (22 έτη) αναφορικά με μέρος του εξασφαλισμένου χρέους και συγκεκριμένα ύψους €220.000, η Χρεώστιδα, η οποία κατά την έκδοση διατάγματος επιβολής ΠΣΑ στους πιστωτές στις 16.03.22 ήταν 49 ½ ετών περίπου, θα έχει ηλικία 71 ½ ετών περίπου. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, ο σύζυγος της Χρεώστριας, ο οποίος κατά τις 16.03.22 ήταν 57 ετών και 9 μηνών περίπου, θα έχει ηλικία 79 ετών και 9 μήνες περίπου. Αυτά είναι αντικειμενικά δεδομένα. Το προτεινόμενο ΠΣΑ δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη του αυτά τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία αφού δεν περιέχει στοιχεία που να τεκμηριώνουν διασφάλιση του ιδίου ύψους μηνιαίου εισοδήματος και συνεισφορών που δηλώνονται στο εν λόγω έγγραφο. Δηλαδή δεν παρουσιάζονται στοιχεία που να αποδεικνύουν δυνατότητα συνέχισης λήψης των εισοδημάτων και των συνεισφορών που σημειώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια που δηλώνεται ότι θα γίνονται πληρωμές προς εξόφληση του εξασφαλισμένου χρέους. Ούτε καν ενδείξεις υπάρχουν ότι οι πηγές εισοδημάτων θα παραμείνουν σταθερές και συγκεκριμένα την περίοδο που η Χρεώστιδα και ο σύζυγος της θα έχουν φθάσει σε συντάξιμη ηλικία ή στο όριο αφυπηρέτησης.

 

Επιπροσθέτως στο προτεινόμενο ΠΣΑ υπάρχει πρόνοια που αναφέρει ότι μέρος του εξασφαλισμένου χρέους και συγκεκριμένα ποσό ύψους €55.700 θα καταβληθεί μέσω της πώλησης των ενυπόθηκων ακινήτων που προσδιορίζονται στις σελίδες 6 & 7 του επίμαχου ΠΣΑ. Ωστόσο το προτεινόμενο ΠΣΑ δεν επισημαίνει πότε η πώληση τους θα γίνει. Ακόμη το εν λόγω σχέδιο δεν παρέχει στοιχεία και δεδομένα που να διασφαλίζουν την αποπληρωμή του εν λόγω ποσού και σε ποιο χρονικό διάστημα αυτό θα είναι εφικτό. Ειδικότερα δεν διευκρινίζεται πόσο ρεαλιστική είναι η δυνατότητα πώληση όλων των επικαλούμενων ακινήτων και παράλληλα η δυνατότητα πώλησης τους σε τιμή που να μην είναι μικρότερη της αγοραίας αξίας τους και αφού πληρωθούν οι σχετικοί φόροι, τέλη και έξοδα που θα προκύψουν από ενδεχόμενη πώληση τους, λαμβάνοντας υπόψη σε διάφορα χρονικά διαστήματα τις ανάγκες της κυπριακής αγοράς σε σχέση με την οικονομική πολιτική του κράτους.

 

Τα πιο πάνω αναδεικνύουν σημαντικές παραλείψεις και αδυναμίες του προτεινόμενου ΠΣΑ καθιστώντας το μη λειτουργικό, ανακριβές, ανεπαρκές και μη βιώσιμο, αν όχι σε ολόκληρη την περίοδο που το αφορά, στο συντριπτικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που παρέχεται. Σε τελευταία ανάλυση παραβλάπτονται ουσιωδώς τα συμφέροντα της Πιστώτριας κατά παράβαση έτσι των διατάξεων του άρθρου 65(γ) του Νόμου.

 

Το περιεχόμενο του προτεινόμενου ΠΣΑ δεν φαίνεται να πρεσβεύει την πραγματική εικόνα της κατάστασης που πρόκειται να διαμορφωθεί στην πορεία του χρονικού διαστήματος που θα διαρκέσουν οι πληρωμές. Στη βάση του σκεπτικού που έχει αναπτυχτεί δεν προκύπτει να υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή της Χρεώστιδας σε τέτοιο διακανονισμό θα την διευκολύνει να καταστεί φερέγγυα σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, όπως προνοεί το άρθρο 35(γ) του Νόμου.

 

Ένα άλλο ουσιώδες επίδικο θέμα που χρήζει εξέτασης είναι εάν τα προσωπικά εισοδήματα της Χρεώστιδας έχουν μειωθεί κατά τουλάχιστον 25% ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του, τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και έπειτα και πριν από την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος.

 

Το άρθρο 72 του Νόμου σημειώνει τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ, όπως είναι η προκειμένη περίπτωση. Ένα από τα κριτήρια περιέχεται στο εδάφιο (1)(ε) του εν λόγω άρθρου. Η Χρεώστιδας καλείται να δείξει ότι αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη της λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής της κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου της, τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και έπειτα και πριν από την αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγματος που είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματος της κατά τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) ή περισσότερο.

 

Πρόκειται για μία από τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί το προτεινόμενο ΠΣΑ, το οποίο απορρίφθηκε από την Πιστώτρια στη συνέλευση πιστωτών, όπως είναι η προκειμένη περίπτωση, ώστε να δικαιολογείται η επιβολή του σ’ αυτήν. Πρώτη πτυχή είναι η οικονομική κατάσταση της Χρεώστιδας να έχει χειροτερέψει. Δεύτερη πτυχή είναι η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης να οφείλεται σε γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου της Χρεώστιδας. Τρίτη πτυχή είναι η επιδείνωση της κατάστασης να οδηγεί σε μείωση εισοδημάτων όχι μικρότερο του 25% και τέταρτη πτυχή αυτά να δημιουργούν αδυναμία στην Χρεώστιδα να πληρώσει τα χρέη της.

 

Η δυνατότητα απόδειξης τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο εξετάζεται στα πλαίσια του ισχυρισμού της Πιστώτριας. Δεν διαφεύγει της προσοχής μου οι πρόνοιες του εδαφίου (2) του άρθρου 72, οι οποίες όμως δεν διαφοροποιούν τη σημασία του πιο πάνω. Εκείνο που προκύπτει από τις εν λόγω διατάξεις του εν λόγω άρθρου είναι η δημιουργία μαχητού τεκμηρίου ότι οποιαδήποτε τυχόν μείωση παρατηρηθεί στα εισοδήματα της Χρεώστιδας την περίοδο 2012 μέχρι τη θέσπιση του Νόμου οφείλεται σε καταστάσεις και γεγονότα που ήταν εκτός του ελέγχου της. Η περίοδος που καθορίζεται ρητά από τη νομοθεσία αφορά την χρονική διάρκεια της οικονομικής κρίσης που έπληξε την Κύπρο και είναι προφανές ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν να δημιουργήσει μαχητό τεκμήριο ότι γεγονότα και καταστάσεις που προκάλεσαν μείωση στα εισοδήματα της Χρεώστιδας εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος οφείλονται στην οικονομική κρίση. Το μαχητό τεκμήριο ανατρέπεται εκεί που η Πιστώτρια μπορεί να αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι ο λόγος για τον οποίον η Χρεώστιδα αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη της είναι άλλος από την οικονομική κρίση (άρθρο 72(2)).

 

Σε κάθε περίπτωση όμως παραμένει η υποχρέωση της Χρεώστιδας να αποδείξει μείωση των εισοδημάτων της για την περίοδο από το έτος 2012 μέχρι τουλάχιστο 17.09.21 που καταχωρίστηκε η αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγματος. Αυτό γίνεται, ως ήδη λέχθηκε, με την προσκόμιση στοιχείων. Αφετηρία εξέτασης του κριτηρίου αυτού αποτελεί ο προσδιορισμός των εισοδημάτων της Χρεώστιδας.

 

Προς υποστήριξη της θέσης της η Χρεώστιδα παρουσίασε καταστάσεις από την Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τα έτη 2009-2018 και από το Τμήμα Φορολογίας για τα έτη 2009, 2010, 2013-2018. Θα πρέπει να λεχθεί ότι το ύψος των εισοδημάτων της Χρεώστιδας αποτυπώνεται κατ’ έτος στην ετήσια φορολογική δήλωση της. Η φορολογική δήλωση είναι το επίσημο έγγραφο το οποίο περιέχει αναλυτικά τα διάφορα είδη εισοδημάτων και το ύψος κάθε ενός από αυτά που έχουν δηλωθεί από την Χρεώστιδα ότι λήφθηκαν από την ίδια για σκοπούς φορολόγησης της. Επομένως για να διαπιστωθεί εάν τα εισοδήματα της Χρεώστιδας πραγματικά έχουν μειωθεί, ως είναι η θέση της, απαιτείται η παρουσίαση των φορολογικών δηλώσεων της για τα έτη 2009 μέχρι τον Αύγουστο 2021 που είναι ο χρόνος πριν την καταχώρηση αίτησης για έκδοση προστατευτικού διατάγματος.

 

Αυτό που διαπιστώνω από το ενώπιον μου μαρτυρικό υλικό είναι ότι τα στοιχεία που η Χρεώστρια παρουσίασε είναι ελλιπή. Όπως ήδη λέχθηκε απουσιάζουν οι φορολογικές δηλώσεις της για τα έτη 2011, 2012, 2019, 2020 και 2021. Η εικόνα της οικονομικής κατάστασης της δεν είναι ξεκάθαρη. Συνεπώς δεν μπορούν να εξαχθούν με σιγουριά ασφαλή συμπεράσματα. Σε κάθε περίπτωση τα δηλωμένα εισοδήματα της Χρεώστριας τα έτη 2017 και 2018 είναι περισσότερα από αυτά που δηλώνονται για τα έτη 2009 και 2010. Δηλαδή στη πορεία παρουσιάζεται αύξηση των εισοδημάτων της Χρεώστιδας και όχι μείωση, όπως αυτή ισχυρίζεται. Ειδικότερα για κάθε ένα από τα έτη 2009 και 2010 δηλώνεται ως εισόδημα ποσό €15.000 ενώ για έκαστο από τα έτη 2017 και 2018 δηλώνεται ποσό €29.046,22. Ακόμη και από τις καταστάσεις των Κοινωνικών Ασφαλίσεων απουσιάζουν τα έγγραφα που αφορούν τα έτη 2019, 2020 και 2021 με τα οποία συμπληρώνεται η επίμαχη περίοδος.

 

Επίσης η Χρεώστιδα παρέλειψε να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου φορολογικές δηλώσεις του συζύγου της για τα έτη 2009-2021 δεδομένου ότι η ίδια εμπλέκει τον σύζυγο της προκειμένου να δείξει μείωση εισοδημάτων σε οικογενειακό επίπεδο ισχυριζόμενη ότι αυτό αυτόματα καταδεικνύει μείωση των δικών της εισοδημάτων. Επ’ αυτού παρουσίασε μόνο καταστάσεις από την Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τα έτη 2009-2018, ούτε καν για τα έτη 2019, 2020 και 2021 με τα οποία συμπληρώνεται η επίμαχη περίοδος. Εν πάση όμως περιπτώσει, οι εισφορές στις κοινωνικές ασφαλίσεις δεν μπορούν να αποτελέσουν ασφαλές υπόβαθρο για εξαγωγή ασφαλών ευρημάτων ή έστω συμπερασμάτων ως προς τα πραγματικά εισοδήματα του συζύγου της Χρεώστριας. Τέτοιες εισφορές καταδεικνύουν μόνο τη μισθοδοσία του εν λόγω προσώπου ως εργοδοτουμένου στον συγκεκριμένο εργοδότη που κατονομάζεται. Δεν δηλώνουν όμως άλλου είδους εισοδήματα όπως για παράδειγμα ενοίκια, μερίσματα από εταιρείες, από εμπορικές συναλλαγές (πωλήσεις αγαθών), παροχή άλλων υπηρεσιών, λήψη δωρεών κ.α. Τέτοιου είδους έσοδα δηλώνονται μόνο στα πλαίσια των φορολογικών δηλώσεων, οι οποίες όμως δεν παρουσιάστηκαν. Κλασσικό παράδειγμα οι καταστάσεις από την Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων σχετικά για τη Χρεώστρια όπου για τα έτη 2009-2017 παρουσιάζεται μηδενικό εισόδημα. Αντίθετα στις καταστάσεις του Τμήματος Φορολογίας για κάθε ένα από τα έτη 2009 και 2010 δηλώνεται ως εισόδημα ποσό €15.000 ενώ για το έτος 2017 δηλώνεται ποσό €29.046,22. Συνεπώς, χωρίς να εξετάζω αν η ανάμιξη / εμπλοκή του συζύγου της έχει έρεισμα στο Νόμο, καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η Χρεώστιδα απέτυχε να αποδείξει ικανοποίηση του κριτηρίου αυτού ως όφειλε.

 

Η μη προσκόμιση των πιο πάνω στοιχείων από την Χρεώστιδα μοιραία οδηγεί σε αποτυχία απόδειξης του προαναφερόμενου τετράπτυχου που απαιτείται από τις πρόνοιες του άρθρου 72(1)(ε). Κατά συνέπεια, καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η Χρεώστιδα απέτυχε να αποδείξει ικανοποίηση του κριτηρίου αυτού ως όφειλε.

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι οι λόγοι της Πιστώτριας που αφορούν την αποτυχία ικανοποίησης της προϋπόθεσης για μείωση των εισοδημάτων της Χρεώστιδας τουλάχιστον κατά 25% και των λόγων που καθιστούν το προτεινόμενο του ΠΣΑ μη λειτουργικό, ανακριβές, ανεπαρκές και μη βιώσιμο, κρίνονται επιτυχείς. Παράλληλα οι λόγοι ένστασης αρ. 5, 11 & 12 της Χρεώστιδας απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

Ένεκα της εξέλιξης αυτής παρέλκει η εξέταση του τρίτου λόγου επί του οποίου προωθείται η υπό κρίση αίτηση.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η παρούσα αίτηση επιτυγχάνει. Συνακόλουθα το διάταγμα ημερομηνίας 16.03.22 δια του οποίου επιβάλλεται στην Πιστώτρια και σε άλλους πιστωτές το επίμαχο ΠΣΑ που απορρίφθηκε αναφορικά με την Χρεώστιδα, ακυρώνεται.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκασή τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Πιστώτριας-Αιτήτριας και εναντίον της Χρεώστιδας-Καθ' ης η Αίτησης.

 

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                    Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο