ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Α. Ε. Δ.

                                                                                                                   Αρ. Αγωγής: 5956/16

Ημερομηνία: 29/04/2024

Μεταξύ:

                                  T. G. CONSULTING AS (No 997129350), από τη Νορβηγία

                                                                                                                                    Εναγόντων

                                                                        -και-

                                                         Ε. Ι. από τη Λευκωσία

                                                                                                                                    Εναγομένων

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα/Αιτήτρια: κα Α. Καλλή για Καλλής & Καλλής ΔΕΠΕ

Για Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση: κος Π. Μαυρής για Ελένη Βραχίμη & Σία ΔΕΠΕ

Αίτηση ημερομηνίας 27/11/2023

                                                         ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την αγωγή, οι Ενάγοντες αξιώνουν έναντι της Εναγόμενης, διάταγμα ειδικής εκτέλεσης γραπτής συμφωνίας πώλησης διαμερίσματος, για αποζημιώσεις ως αποτέλεσμα παράβαση της γραπτής συμφωνίας πώλησης διαμερίσματος. Η αγωγή καταχωρήθηκε το 2016. Αναβλήθηκε κατ' επανάληψη η ακρόαση της αγωγής για να προσκομίσουν οι Ενάγοντες μαρτυρία σε σχέση με την υπόθεση, αντ' αυτού έχουν καταχωρήσει την παρούσα Αίτηση με την οποίαν ζητούν το ακόλουθο διάταγμα:

Άδεια για τη λήψη μαρτυρίας εκ μέρους του L. T. G., διευθυντή της Ενάγουσας-Αιτήτριας για εικονοτηλεδιάσκεψη, ο οποίος ζει στη Νορβηγία, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις τις οποίες το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίες για τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη.

 

Η νομική βάση της Αίτησης, είναι το άρθρο 36A του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφάλαιο 9, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρώπινων Δικαιωμάτων άρθρο 6, το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι Θεσμοί της Πολιτικής Δικονομίας. 

Η Αίτηση βασίζεται σε ένορκη δήλωση που έχει ετοιμάσει ένας εκ των δικηγόρων της Ενάγουσας στην αγωγή. Αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι ο L. T. G. είναι διευθυντής της Ενάγουσας εταιρείας. Εναντίον του εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης στην Κύπρο για υπόθεση ισχυριζόμενης απαγωγής του παιδιού, υπόθεση για την οποίαν έχει αθωωθεί στη Νορβηγία. Επίσης γίνονται έρευνες από την Κυπριακή Αστυνομία μετά από καταγγελία του για συνομωσία για φόνο εκ προμελέτης του ιδίου από την Εναγόμενη. Υπάρχει φόβος για τη ζωή του στην Κύπρο και δεν επιθυμεί να ταξιδέψει στην Κύπρο. Οι πληροφορίες αυτές, προέρχονται από έγγραφα που έχουν δοθεί στο γραφείο τους. Η Ενάγουσα είναι ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με εγγεγραμμένο γραφείο στο Halden της Νορβηγίας. Ασχολείται με παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στον κατασκευαστικό τομέα. Κύριος μάρτυρας της υπόθεσης, είναι ο L. T. G. Αυτός γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης. Αυτός ανέλαβε τη διαδικασία αγοράς του επίδικου ακινήτου εκ μέρους της Ενάγουσας και υπέγραψε το αγοραπωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 21/05/2015. Είναι μόνιμος κάτοικος στο Halden της Νορβηγίας. Επιθυμεί αλλά δεν μπορεί να δώσει μαρτυρία, επειδή εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του, εξαιτίας ισχυριζόμενης απαγωγής της θυγατέρας του στην Κυπριακή Δημοκρατία. Για τα ίδια γεγονότα έχει δικαστεί στη Νορβηγία και έχει αθωωθεί με απόφαση Δικαστηρίου της Νορβηγίας ημερομηνίας 08/02/2023. Εξαιτίας της αθωωτικής απόφασης, έχει λάβει όλες τις αναγκαίες ενέργειες για αναστολή της δίωξης του από τις Κυπριακές Αρχές. Κωλύεται να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία, διότι φοβάται αποστέρηση της ζωής του. Σύμφωνα με την απόφαση της Νορβηγίας ημερομηνίας 08/02/2023, ο L. T. G. κινδυνεύει με αποστέρηση της ζωής του, επειδή η πρώην σύζυγος του και Εναγόμενη, έχει συμφωνήσει την πληρωμή €250.000 για να τον δολοφονήσουν.

Συγκεκριμένα στην τελευταία σελίδα της Απόφασης ημερ. 8/2/2023 (Τεκμήριο 3) στην παράγραφο με τίτλο "CONCLUDING REMARKS" σε δική μας μετάφραση: «ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ», το Δικαστήριο έκανε εύρημα ότι «[i]t has emerged that there was a "price on the head" of T. G. as a result of E. I. promise of a bounty of 250,000 euros for anyone who could arrange for the child to be brough back to Cyprus. The documentation further shows that she engaged the company Pegasus Child Recovery - a company where the website shows photos of the employees with masks and machine guns - to assist in getting M. back». Η μαρτυρία δείχνει επίσης ότι προσέλαβε την εταιρεία Pegasus Child Recovery - μια εταιρεία όπου η ιστοσελίδα της δείχνει φωτογραφίες από υπαλλήλους με μάσκες και όπλα-για να βοηθήσουν στην επιστροφή της Μ. πίσω. Σχετικά με όσα αναφέρονται πιο πάνω, ήτοι τη συνομωσία για φόνο εκ προμελέτης εναντίον του από την πρώην σύζυγο του και Εναγόμενη στην παρούσα, ο προτεινόμενος μάρτυρας κ. L. T. G. έχει κάνει σχετική καταγγελία στην Αστυνομία της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία διερευνά την υπόθεση.

Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει αναθέσει τη δολοφονία του σε έμπιστο εκτελεστή με καταγωγή το Ισραήλ, σύμφωνα με ενημέρωση του L. T. G. Ο αστυνομικός φάκελος της υπόθεσης, θα διαβιβαστεί στον Γενικό Εισαγγελέα. Τους έχει διαβεβαιωθεί ότι υπάρχει απαραίτητη υποδομή με εγκατεστημένο σύστημα εικονοτηλεδιάσκεψης, όπου μπορεί να δοθεί μαρτυρία σύμφωνα με το άρθρο 36A του περί Αποδείξεως Νόμου. Το σύστημα είναι συμβατό με το αντίστοιχο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Halden στη Νορβηγία. Είχαν τηλεφωνική επικοινωνία και με τον πρωτοκολλητή εκείνου του Δικαστηρίου στη Νορβηγία και διαβεβαίωσε ότι μπορεί να γίνει εικονοτηλεδιάσκεψη.

Με τη χρησιμοποίηση της ως άνω τεχνολογίας μετάδοσης εικόνας και ήχου ή άλλης διευθέτησης, ο μάρτυρας παρόλο που θα απουσιάζει από την αίθουσα του Δικαστηρίου, θα δύναται να βλέπει και να ακούει τα πρόσωπα που βρίσκονται στην αίθουσα του Δικαστηρίου και αντίστροφα, τα πρόσωπα που βρίσκονται στην αίθουσα του Δικαστηρίου θα βλέπουν και θα ακούν τον μάρτυρα. Αυτά τα πρόσωπα θα είναι το Δικαστήριο, οι δικηγόροι των μερών, ο διερμηνέας ή άλλα πρόσωπα που ορίστηκαν να βοηθούν τον μάρτυρα.

Σε περίπτωση που δεν απονεμηθεί το διάταγμα, θα επηρεαστούν τα συμφέροντα της Ενάγουσας και είναι ανεπιθύμητος ο κίνδυνος να μην δικαιωθεί η Ενάγουσα, η οποία ισχυρίζεται ότι κατέβαλε το ποσό των €165.786 προς την Εναγόμενη, για αγορά διαμερίσματος δυνάμει συμφωνίας ημερομηνίας 21/05/2012 και ότι η Εναγόμενη κατά παράβαση της συμφωνίας, δεν μεταβίβασε το ακίνητο στην Ενάγουσα. Η Εναγόμενη καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση και είχε προβάλει λόγους ένστασης ως ακολούθως:

Α. Η Αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη ή/και παράτυπη ή/και αντικανονική ή/και δικονομικά απαράδεκτη ή/και στηρίζεται σε λανθασμένη νομική βάση και/ή είναι αντίθετη στις σχετικές πρόνοιες που καθορίζονται από τους δικονομικούς θεσμούς και τους εφαρμοστέους νόμους.

Β.Η παρούσα αίτηση συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και/ή γίνεται κακόπιστα.

Γ. Η παρούσα αίτηση είναι παράτυπη και/ή αντικανονική κα/ή στερείται της απαιτούμενης νομικής βάσης.

Δ. Δεν συντρέχουν οι αναγνωρισμένες δικονομικές και/ή ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία και νομοθεσία ούτως ώστε να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

Ε. Η Αίτηση δεν καταδεικνύει και/ή η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την εν λόγω αίτηση δεν έχει καταδείξει οποιοδήποτε λόγο που να δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος.

Στ. Οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται στα Αιτούμενα Διατάγματα και/ή η παρούσα Αίτηση είναι αντικανονική και/ή παράτυπη και/ή αβάσιμη και γενική και αόριστη καθότι δεν αναφέρονται σε αυτήν και/ή δεν συγκεκριμενοποιούνται και/ή δενπροσφέρεται μαρτυρία αναφορικά με τις συγκεκριμένες διαδικασίες που θα ακολουθηθούν και/ή το δίκαιο απόδειξης που θα εφαρμοστεί σε σχέση με τον τρόπο διεξαγωγής της λήψης μαρτυρίας και της κατάθεσης εγγράφων και/ή την τεχνογνωσία των Δικαστηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας αναφορικά με τη διεξαγωγή της εικονοτηλεδιάσκεψης και/ή επαρκείς λόγοι που να δικαιολογούν την έκδοση των Αιτούμενων Διαταγμάτων.

Ζ. Υπάρχει νομοθετικό κενό και/ή δεν υπάρχουν ειδικοί διαδικαστικοί κανονισμοί που να ρυθμίζουν τη διαδικασία της εικονοτηλεδιάσκεψης και τυχόν έκδοση των Αιτούμενων Διαταγμάτων, τα οποία είναι ασαφή και αόριστα, θα θέσει σε κίνδυνο το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της εναγόμενης/καθ’ ής η αίτησης στην ισότητα των όπλων και/ή σε δίκαιη δίκη και/ή με την Παρούσα Αίτηση δεν διασφαλίζονται τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης, ενώ θα δημιουργηθούν ανυπέρβλητα πρακτικά προβλήματα στην παράθεση της μαρτυρίας και στη διεξαγωγή της διαδικασίας.

Η. Αναφορικά με τους Ενάγοντες/Αιτητές δεν δικαιολογείται και/ή τεκμηριώνεται και/ή εν πάση περιπτώσει δεν προκύπτει από την Παρούσα Αίτηση επαρκώς και/ή καθόλου ότι συντρέχει οποιοσδήποτε καλός λόγος και/ή ειδικές περιστάσεις που να συνδέονται με τη διευκόλυνση του έργου του Δικαστηρίου και/ή ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης και/ή των διαδίκων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης των Αιτούμενων Διαταγμάτων.

Θ. Οι Ενάγοντες/Αιτητές καταχώρισαν και προωθούν την Παρούσα Αίτηση με μεγάλη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση, με αποτέλεσμα η Παρούσα Αίτηση ως προς το μέρος που αφορά τη λήψη προπαρασκευαστικής μαρτυρίας από το L. T. G. να έχει καταστεί άνευ αντικειμένου και/ή να μην εξυπηρετούνται οι σκοποί της Νομοθεσίας.

I. Η έκδοση των Αιτούμενων Διαταγμάτων δεν είναι εύλογη και/ή δίκαιη υπό τις περιστάσεις θεραπεία και/ή δεν έχει προσφερθεί ικανοποιητική μαρτυρία ότι η έκδοση των Αιτούμενων Διαταγμάτων είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης και/ή τέτοιο διάταγμα θα είναι αντίθετο προς την ορθή απονομή της δικαιοσύνης και/ή θα προκληθεί μια άνιση και/ή άδικη κατάσταση πραγμάτων και το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας τις περιστάσεις της υπόθεσης, είναι ορθό και δίκαιο να ασκήσει τη διακριτική ευχέρεια του υπέρ της απόρριψης της Παρούσας Αίτησης με έξοδα εις βάρος των Εναγόντων/Αιτητών.

ΙΑ. Η άρνηση του ιδιοκτήτη της ενάγουσας εταιρείας που είναι ο ουσιαστικός διάδικος να καταθέσει δια ζώσης λόγω του ότι εκκρεμούν εναντίον του εντάλματα σύλληψης που εξέδωσαν οι Κυπριακές Αρχές για αδικήματα που διέπραξε εις βάρος της εναγόμενης και της θυγατέρας τους στην Κύπρο έτσι ώστε οι υποθέσεις αυτές να μην μπορούν να προχωρήσουν δεν μπορεί να δικαιολογήσει την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ή να επιτρέψει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος του.

ΙΒ. Ο ιδιοκτήτης της Ενάγουσας εταιρείας και ουσιαστικός ενάγοντας έχει καταχωρήσει πληθώρα αβάσιμων υποθέσεων κατά της εναγόμενης οι οποίες έχουν απορριφθεί. Η παρούσα υπόθεση είναι εξίσου αβάσιμη και καταχρηστική, με δεδομένο μάλιστα ότι ο εναγόμενος είναι κάτοικος εξωτερικού και δεν θα μπορεί ρεαλιστικά να εισπραχθούν τα έξοδα της εναγόμενης σε περίπτωση που κερδίσει και επιδικαστούν υπέρ της τα έξοδα.

Η ένσταση βασίζεται σε ένορκη δήλωση που ετοίμασε η Εναγόμενη, η οποία έχει αναφέρει ότι όντως εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης κατά του L. T. G., για διάφορα αδικήματα που έχει διαπράξει. Εξετάζεται εναντίον του υπόθεση για παράνομη κατακράτηση της Μ. στη Νορβηγία τον Οκτώβριο του 2015 και για αδικήματα που συνδέονται με την απαγωγή της στις 27/04/2017. Αυτά περιλαμβάνουν το αδίκημα της αρπαγής από την Κυπριακή Δημοκρατία από πρόσωπο που ασκεί κοινή κηδεμονία με βάση το άρθρο 245A και απείθεια σε νόμιμο διάταγμα με βάση το άρθρο 137 του Ποινικού Κώδικα. Η απείθεια κατά νόμιμης διαταγής, αφορά δύο διατάγματα που είχαν εκδοθεί στα πλαίσια της Αίτησης γονικής μέριμνας αριθμός 499/2015. Ο λόγος που αρνείται να έρθει στην Κύπρο ο L. T. G., είναι γιατί η Νορβηγία δεν θα τον εκδώσει στην Κύπρο για να εκδικαστεί για τα αδικήματα που έχει διαπράξει. Ζητά από το Δικαστήριο να τον βοηθήσει να παρακωλύσει την ορθή πορεία της δικαιοσύνης, εμποδίζοντας τη διερεύνηση ποινικής υπόθεσης εναντίον του.

Καμία έρευνα δεν γίνεται από την Κυπριακή Αστυνομία για δήθεν συνομωσία για φόνο εκ προμελέτης του L. T. G. από την Εναγόμενη. Η Εναγόμενη έχει επικοινωνήσει με το ΤΑΕ Λευκωσίας και την έχουν επιβεβαιώσει, ότι καμία τέτοια υπόθεση δεν εξετάζεται εναντίον της. Το θέμα εξετάστηκε το 2017 από Δικαστήριο του Oslo της Νορβηγίας. Σε  Αίτηση απαγωγής που καταχώρησε εναντίον του L. T. G. στη Νορβηγία, βάσει της σύμβασης της Χάγης στις 15/08/2017, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι πράγματι υπήρξε τέτοια απαγωγή και διατάχθηκε η επιστροφή του παιδιού στην Κύπρο.

Ο L. T. G., είχε αποταθεί στο Δικαστήριο του Halden στη Νορβηγία και διεκδικούσε τη γονική μέριμνα της Μ., ισχυριζόμενος δήθεν, ότι από το 2015 η Μ. διέμενε στη Νορβηγία. Η υπόθεση αυτή δικάστηκε ερήμην της, επειδή δεν είχε λάβει γνώση της διαδικασίας. Το Δικαστήριο απέρριψε τη θέση του και απέρριψε την Αίτηση του λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.

Εφεσίβαλε την απόφαση σε Εφετείο της Νορβηγίας και αφού εκεί το Εφετείο άκουσε εκ νέου την υπόθεση, με απόφαση του ημερομηνίας 10/06/2016, απέρριψε την Έφεση και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο με μετάφραση στα ελληνικά. Το Εφετείο κατέληξε στο ίδιο αποτέλεσμα με το Επαρχιακό Δικαστήριο. Διαπίστωσε ότι η Εναγόμενη προσκόμισε φάσμα στοιχείων και εγγράφων, το οποίο υποστηρίζει τη θέση ότι η Μ., είναι μόνιμη κάτοικος Κύπρου από τη γέννηση της. Ο L. T. G. , εφεσίβαλε την απόφαση του Εφετείου στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νορβηγίας, το οποίο απέρριψε την Έφεση του με βάση το άρθρο 30/9 παράγραφος 2 του περί Διαφορών Νόμου της Νορβηγίας με βάση το οποίο η Επιτροπή Εφέσεων της χώρας, μπορεί να απορρίψει χωρίς άλλην αιτιολογία, Έφεση κατ' ενδιάμεσης απόφασης αν ομόφωνα θεωρεί ότι η Έφεση ξεκάθαρα δεν μπορεί να πετύχει. Μετά ο L. T. G. αποτάθηκε ξανά σε Επαρχιακό Δικαστήριο του Halden, διεκδικώντας τη γονική μέριμνα της Μ. Η Αίτηση αυτή απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 19/10/2016.

Μετά την απαγωγή της Μ., αποτάθηκε σε άλλο Δικαστήριο και διεκδικούσε άλλο διάταγμα γονικής μέριμνας και η Αίτηση απορρίφθηκε με απόφαση ημερομηνίας 11/09/2018.

Ο L. T. G. εφεσίβαλε την απόφαση αυτή στο Εφετείο του Borgarting το οποίο με απόφαση του ημερομηνίας 10/1/2019 απέρριψε την έφεση και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση.

Δεν παραδέχεται αυτά που τις καταλογίζει ο Αιτητής. Δεν αποκαλύπτει την πηγή των πληροφοριών του. Δεν είναι ανάγκη όλες οι πληροφορίες να προέρχονται από αξιωματούχο της εταιρείας σε σχέση με την απαίτηση. Η εταιρεία είναι απλά ένα νομικό όχημα που χρησιμοποιεί ο L. T. G. για να τιμολογήσει για τις υπηρεσίες που προσφέρει. Δεν αντιλαμβάνεται πού στηρίζει ο ενόρκων δηλών τη θέση ότι η εταιρεία έχει 250 υπαλλήλους.

Στη Νορβηγία, εκδικάστηκε μόνο το αδίκημα που αφορούσε την απαγωγή από νόμιμη κηδεμονία, όχι όμως τα άλλα αδικήματα που διέπραξε το 2017, ήτοι απείθεια και αρπαγή από την Κυπριακή Δημοκρατία για τα οποία δεν κατηγορήθηκε στη Νορβηγία. Παραθέτει αποφάσεις 8 Δικαστηρίων της Νορβηγίας, όπου αποφασίστηκε ότι δεν απήγαγε η Εναγόμενη τη Μ. από τη Νορβηγία. Πουθενά στην απόφαση του Δικαστηρίου South Ostfold δεν αναφέρει ότι είχε συμφωνήσει την πληρωμή των €250.000 για να δολοφονήσει τον L. T. G., αυτά είναι απλά φαιδρότητες. Το 2017 έλαβε η Εναγόμενη πληροφορία, ότι είχε εντοπιστεί η Μ. σε ένα χωριό στα παραλία της Τουρκίας. Το γεγονός το επιβεβαίωσε η ιδιωτικός ντετέκτιβ που επισκέφθηκε το χωριό όπου ο L. T. G. έκρυβε το παιδί της. Μετά τον εντοπισμό του παιδιού, έφυγε από το χωριό με τη Μ., γιατί είχε αντιληφθεί ότι είχε εντοπιστεί. Ανέθεσε σε ιδιωτική εταιρεία ντετέκτιβ να εντοπίσουν τη Μ., είτε στην Τουρκία, είτε στη Νορβηγία. Για την ανάθεση αυτήν, ενημέρωσε η Εναγόμενη το ΤΑΕ Λευκωσίας με το οποίο ήταν τότε σε συνεχή επαφή και σε στενή συνεργασία. Η εταιρεία αυτή, ανέλαβε τον εντοπισμό της Μ. με σκοπό σε περίπτωση τέτοιου εντοπισμού, να ληφθούν νομικά μέτρα για την επιστροφή της. Παράλληλα, είχε ξεκινήσει νομική διαδικασία στη Νορβηγία για έκδοση διατάγματος επιστροφής της Μ. με τη σύμβαση της Χάγης. Τελικά, η απόφαση επιστροφής εκτελέστηκε με την παράδοση της Μ. στην Εναγόμενη στη Νορβηγία για να επιστρέψουν και οι δύο πίσω στην Κύπρο. Ο L. T. G. παραδόθηκε στις Νορβηγικές Αρχές παραδίδοντας τη Μ.

Αν πράγματι ο L. T. G. είχε οποιοδήποτε στοιχείο ότι ο ίδιος κινδυνεύει, θα έπρεπε να το παρουσιάσει στο Δικαστήριο για να αξιολογηθεί. Δεν έχει παρουσιάσει κανένα τέτοιο στοιχείο. Έτσι περιορίζεται σε δευτερεύουσα μαρτυρία όπως ένα δημοσίευμα που προφανώς προέρχεται από τον ίδιο και τη διαστρέβλωση των λεχθέντων από ένα δικαστήριο για ένα θέμα που δεν ήταν επίδικο ενώπιον του και του η οποίου η απόφαση του ούτως ή άλλως δεν δεσμεύει το παρόν Δικαστήριο. Δεν έχει παρουσιάσει στο παρόν Κυπριακό δικαστήριο οποιοδήποτε πρωτογενές στοιχείο που να τον τεκμηριώνει ενώ αποκρύβει ότι τα ευρήματα του Νορβηγικού Δικαστηρίου στην ποινική υπόθεση συγκρούονται με τα ευρήματα άλλων 8 δικαστηρίων της Νορβηγίας.

Θα πρέπει η δίκη να διεξάγεται με τη ζωντανή παρουσία των μαρτύρων εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος για τη μη διεξαγωγή της. Στην Κύπρο δεν συνηθίζεται η διεξαγωγή ακροάσεων μέσω βιντεοκλήσης. Πουθενά στο κτίριο όπου στεγάζεται το δικαστήριο δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα ούτε και κανένας από τους συντελεστές της δίκης έχει τέτοια εμπειρία. Είναι αδύνατον να προβλεφθούν οι δυσκολίες που θα παρουσιαστούν από μια τέτοια διαδικασία. Πρόκειται δηλαδή για ένα πρωτόγνωρο για το Δικαστήριο μέτρο το οποίο, ενόψει της έλλειψης τέτοιας εμπειρίας θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με φειδώ. Η παρούσα δεν είναι μια τέτοια περίπτωση.

Στην πραγματικότητα η θέση του L. T. G., είναι ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να τον διευκολύνει στο να προωθεί μια εντελώς αβάσιμη και καταχρηστική υπόθεση, όχι ανάλογης σοβαρότητας και με ισχυρισμούς του ότι δήθεν κινδυνεύει να δολοφονηθεί αν έρθει στην Κύπρο. Λόγω του ότι η Ενάγουσα εταιρεία και ο L. T. G. βρίσκονται στη Νορβηγία δεν μπορεί να ζητήσει ασφάλεια εξόδων, επικαλούμενος το δικαίωμα του για πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Tην ίδια στιγμή θέλει το δικαστήριο να τον επιβραβεύσει για το γεγονός ότι ο ίδιος παρακωλύει το έργο της δικαιοσύνης με το να εμποδίζει την προώθηση ποινικής έρευνας και δικαστικής διαδικασίας που θα ακολουθήσει εναντίον του για σοβαρότατα αδικήματα που έχει διαπράξει εις βάρος της κόρης τους λόγω της απουσίας του στο εξωτερικό.

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Παρά την πρόοδο της τεχνολογίας, η εικονοτηλεδιάσκεψη δεν είναι μέσω λήψης μαρτυρίας ρουτίνας ή λύση που προσφέρεται για διευκόλυνση των διαδίκων. Δεν είναι εναλλακτικός τρόπος μαρτυρίας και τίποτε δεν αντικαθιστά το δικονομικό πλαίσιο λήψης μαρτυρίας στην παρουσία του Δικαστηρίου με φυσική και ένορκη μαρτυρία. Αναγνωρίζεται ότι η τήρηση των δικονομικών κανόνων, αποτελεί μέσο για την επίτευξη δίκαιας δίκης που εξυπακούει την προστασία των δικαιωμάτων των διαδίκων. Κάθε απόκλιση από αυτούς, πρέπει να δικαιολογείται και γίνεται δεκτή, εφόσον δεν αντιστρατεύεται τα θέσμια της δίκαιας δίκης, ως η περίπτωση της ηθελημένης αδιαφορίας για την τήρησή τους. (βλ. Κολλάτου ν. Παναγιώτου 1 ΑΑΔ 895 (2003). Η λήψη μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, εντάχθηκε στο  δικονομικό πλαίσιο της δίκης με θεσμοθέτηση του άρθρου 36Α του περί Αποδείξεως Κεφ.9 πιο κάτω:

36Α.—(1) Σε οποιαδήποτε ποινική ή πολιτική διαδικασία το Δικαστήριο δύναται, εάν κρίνει αυτό προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης, να επιτρέψει σε μάρτυρα που βρίσκεται εκτός της Δημοκρατίας να δώσει τη μαρτυρία του μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «εικονοτηλεδιάσκεψη» σημαίνει τη χρησιμοποίηση τεχνολογίας μετάδοσης εικόνας και ήχου ή άλλη διευθέτηση με την οποία μάρτυρας, παρόλο που απουσιάζει από την αίθουσα του Δικαστηρίου, δύναται να βλέπει και ακούει τα πρόσωπα που βρίσκονται στην αίθουσα του Δικαστηρίου και αντίστροφα τα πρόσωπα που βρίσκονται στην αίθουσα του Δικαστηρίου να βλέπουν και να ακούουν τον μάρτυρα:

Νοείται  ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, «πρόσωπα που βρίσκονται στην αίθουσα του Δικαστηρίου» θεωρούνται το Δικαστήριο, ο κατηγορούμενος, οι δικηγόροι των μερών, ο διερμηνέας ή άλλα πρόσωπα που ορίστηκαν να βοηθούν το μάρτυρα ή τον κατηγορούμενο.

(3) Το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει όποιους όρους κρίνει αναγκαίους για τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη και οι οποίοι δεν είναι ασυμβίβαστοι με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Κυπριακή Δημοκρατία με διμερείς ή διεθνείς συμβάσεις που διέπουν το ζήτημα.

Το πιο πάνω θεσμικό πλαίσιο, δεν ρυθμίζεται από άκαμπτους και αυστηρούς κανόνες και αφήνεται το ζήτημα της λήψης μαρτυρίας με τη χρήση της συγκεκριμένης τεχνολογίας στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, το οποίο την ασκεί με γνώμονα την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

Στην προκειμένη περίπτωση, διάδικος στη διαδικασία είναι νομικό πρόσωπο και όχι ο προτιθέμενος μάρτυρας που είναι αξιωματούχος της εταιρείας. Στη σύνοψη της μαρτυρίας του προτιθέμενου μάρτυρα, καταγράφεται ότι θα αναφερθεί στη συμφωνία πώλησης του διαμερίσματος ημερομηνίας 21/05/2012 και στους όρους αυτής, την πλήρη εξόφληση του τιμήματος πώλησης, την υποχρέωση της Εναγόμενης να πληρώσει φόρους και στις αξιώσεις της απαίτησης (ειδική εκτέλεση της συμφωνίας και διαζευκτικά επιστροφή του ποσού που κατέβαλε με τόκους).

Ζητείται από το Δικαστήριο, να παρακάμψει το νομικό πλαίσιο λήψης μαρτυρίας προς διασφάλιση της αξιοπιστίας της διαδικασίας, ώστε να καταθέσει ο μάρτυρας μία συμφωνία που οι όροι της θα πρέπει λογικά να προκύπτουν από το περιεχόμενο της συμφωνίας. Το ότι το τίμημα πληρώθηκε, δεν είναι κάτι που η Εναγόμενη αμφισβητεί εκ της δικογραφημένης Υπεράσπισης. Η Υπεράσπιση της είναι ότι η συμφωνία ακυρώθηκε κατόπιν πρωτοβουλίας του μάρτυρα. Η συμφωνία ακυρώθηκε και του επέστρεψε τα χρήματα. Περαιτέρω, για τα ίδια θέματα προτίθεται να δώσει μαρτυρία και έτερος διευθυντής της εταιρείας, ο L. M. ως καταγράφεται στη σύνοψη μαρτυρίας και κατάλογο μαρτύρων των Εναγόντων. Εκ πρώτης όψεως, δεν φαίνεται να συντρέχει βάσιμος λόγος άσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ της εικονοτηλεδιάσκεψης, εφόσον σε αντίθεση με αυτά που αναφέρουν οι Αιτητές με την Αίτηση, η μαρτυρία δεν είναι ουσιώδης για την απόδειξη της απαίτησης.

Η υπόθεση καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο την 23/11/2016. Το ένταλμα κατά του L.T.G.  εκκρεμεί σε σχέση με γεγονότα που είχαν συμβεί το 2017. Την 27/10/2021 ημερομηνία κατά την οποίαν η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση, ο δικηγόρος των Εναγόντων ζήτησε αναβολή της ακρόασης επειδή ο πελάτης του ήταν στο εξωτερικό και δεν μπορούσε να παραστεί στη δίκη. Παρά το ότι εγκρίθηκε το αίτημα, δεν προχώρησαν οι Ενάγοντες με Αίτηση από τότε για τη λήψη της μαρτυρίας του διά της εικονοτηλεδιάσκεψης.  Η παρούσα  αγωγή  καταχωρήθηκε το 2016 και εμπίπτει στον κατάλογο των υποθέσεων που διέπονται από τον περί Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022. Εντούτοις, δεν έκριναν οι Ενάγοντες ως επιτακτική ανάγκη να αποταθούν στο Δικαστήριο έγκαιρα για την εξέταση του αιτήματος τους για τη λήψη της μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη. Ορίστηκε η αγωγή για ακρόαση και το Δικαστήριο διαμήνυσε στους διαδίκους, ότι όφειλαν να προωθήσουν την απαίτηση τους και είναι μόνο τότε στα πλαίσια αιτήματος αναβολής της ακρόασης που ζήτησαν άδεια από το Δικαστήριο για την καταχώρηση της παρούσας Αίτησης.

Το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι επιφυλακτικό να εγκρίνει τέτοιο αίτημα. Η παρούσα αγωγή φαίνεται να είναι μέρος πολύχρονης και πολύπεδης διαφοράς του L.T.G. και της Εναγόμενης σε σχέση με την επιμέλεια του ανήλικου τους τέκνου και την κατ’ ισχυριζόμενη απαγωγή της ανήλικης από την Κύπρο από τον L.T.G. το 2017. Η δικογραφημένη Υπεράσπιση της Εναγόμενης, είναι ότι τα χρήματα τα έχει επιστρέψει στον L.T.G. και ότι η καταχώρηση της αγωγής, έγινε ως μοχλός πίεσης και εκδικητικά επειδή αποχώρησε τον Νοέμβριο 2015 από τη Νορβηγία μαζί με την ανήλικη θυγατέρα του πρώην ζεύγους. Ακολούθησαν δικαστικές διαδικασίες που ο L.T.G. ξεκίνησε στη Νορβηγία σε όλες τις βαθμίδες δικαιοδοσίας που σκοπό είχαν τη διεκδίκηση γονικής επιμέλειας του ανήλικου τέκνου του πρώην ζεύγους.

Το αποτέλεσμα εκείνης της διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νορβηγίας, ήταν απόρριψη της Έφεσης του L. T. G. την 31/08/2016 που επικύρωσε απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της διαφοράς με βάση το άρθρο 2 του περί Παίδων Νόμου της Νορβηγίας. Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας μετά την πιο πάνω κατάληξη, στην ψηλότερη βαθμίδα του Νορβηγικού συστήματος απονομής της δικαιοσύνης. Είχαν εξαντληθεί τα ένδικα μέσα του Αιτητή στη Νορβηγία προτού καταχωρήσει την παρούσα αγωγή.

Τα γεγονότα με τα οποία ασχολείται η απόφαση του Δικαστηρίου Νότιου Ostofold ημερομηνίας 08/02/2023 της Νορβηγίας, είχαν συμβεί την 27/04/2017 στην Κύπρο σύμφωνα με την Καθ' ης η Αίτηση Εναγόμενη. Εξετάζεται εναντίον του Αιτητή στην Κύπρο, υπόθεση για παράνομη κατακράτηση του ανήλικου τέκνου στη Νορβηγία τον Οκτώβριο του 2015 και για τα αδικήματα που συνδέονται με την απαγωγή του ανήλικου τέκνου στις 27/04/2017, περιλαμβανομένου του αδικήματος της αρπαγής από την Κυπριακή Δημοκρατία από πρόσωπο που ασκεί κοινή κηδεμονία με βάση το άρθρο 245A και απείθεια από νόμιμη διαταγή με βάση το άρθρο 137 του Ποινικού Κώδικα. Παρ' όλο ότι η παρούσα αγωγή φαίνεται να μην έχει σχέση με το ζήτημα της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου του και τα γεγονότα που είχαν συμβεί την 27/04/2017 με τα οποία ασχολήθηκε το Δικαστήριο της Νοτιάς Ostofold της Νορβηγίας, αφορά διαφορά μεταξύ των ίδιων διαδίκων που χρονικά εντάσσεται στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ της αποχώρησης της Εναγόμενης μαζί με το παιδί της από τη Νορβηγία το 2015 και τις 27/04/2017. Η θέση της Καθ’ ης η Αίτηση, είναι ότι η παρούσα αγωγή έχει καταχωρηθεί εκδικητικά και ως μοχλός πίεσης σε σχέση με τα ζητήματα επιμέλειας του παιδιού.

Σε κάθε περίπτωση, αναγνωρίζεται ότι η παρούσα αγωγή περιέχει ανεξάρτητες αξιώσεις που οφείλει το Δικαστήριο να εξετάσει στα πλαίσια της αστικής δικαιοδοσίας. Θα πρέπει το Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του εξουσία, να αποφασίσει κατά πόσο θα πρέπει να επιτρέψει εικονοτηλεδιάσκεψη επειδή ο L. T. G. αρνείται να ταξιδέψει στην Κύπρο να δώσει μαρτυρία διά ζώσης, επειδή εξακολουθεί να εκκρεμεί εναντίον του ένταλμα για παραβίαση του Ποινικού Κώδικα ως επεξηγείται ανωτέρω. Ως δεύτερο λόγο για την άρνηση, καταλογίζει εναντίον της Εναγόμενης ότι έχει προσλάβει πρόσωπα να βιαιοπραγήσουν εναντίον του στην περίπτωση που έρθει στην Κύπρο. Στην ουσία, η θέση του μάρτυρα είναι ότι είτε εγκριθεί το αίτημα του ή όχι, δεν θα έρθει στην Κύπρο και ζητεί τη συνδρομή του Δικαστηρίου να προωθήσει την παρούσα διαδικασία, παρ' όλο που είναι φυγόδικος σε σχέση με κατ' ισχυρισμόν ποινικά αδικήματα που διερευνώνται εναντίον του.

Το άρθρο 36A του περί Αποδείξεως Νόμου, περιέχει παρόμοιες πρόνοιες με το Civil Evidence Act της Αγγλίας επεκτείνοντας την εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέψει τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη. Ως προς την ευχέρεια του Δικαστηρίου να επιτρέψει τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη, σχετική είναι η υπόθεση Rowland and Another v. Bock and Another (2002) 4 All ER370 (2002) 4 ER 370. Σε εκείνην την υπόθεση, επεξηγήθηκε ότι δεν υπάρχουν περιορισμοί ή συγκεκριμένα κριτήρια που δεσμεύουν τη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέψει μαρτυρία με τέτοιον τρόπο. Η θεώρηση ότι υφίστανται περιορισμοί στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, θα προκαλούσε τροχοπέδη στον ευρύ και ευέλικτο σκοπό του συγκεκριμένου θεσμού. Είναι δυνατό η άρνηση του μάρτυρα, να υποταχθεί στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για να δώσει μαρτυρία, να θεωρηθεί ότι συνιστά προσπάθεια να αποκτήσει άδικο πλεονέκτημα που δυνατόν να επηρεάσει αρνητικά το αίτημα του για ευνόητους λόγους και επειδή είναι παράδοξο κάποιος να αρνείται να προσέλθει στο Δικαστήριο και παράλληλα να επικαλείται τη συνδρομή του Δικαστηρίου. Αυτοί ήταν οι λόγοι που το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην υπόθεση Rowland πιο πάνω, απέρριψε το αίτημα. Το Εφετείο σε εκείνην την υπόθεση, ανέτρεψε την πρωτόδικη κρίση και υπέδειξε τα πιο κάτω κριτήρια που θεωρούσε ότι θα ήταν βοηθητικά σε σχέση με την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου.

(1) failed to pay sufficient regard to the recognition accorded by the code to video link evidence. His conclusion that it should only be ordered in cases of 'pressing need', where a witness is 'too ill to attend', is too restrictive and conflicts with the broad and flexible purpose of the code which is directed to the objective of enabling the court to do justice. No defined limit or set of circumstances should be placed upon the discretionary exercise to permit video link evidence. A refusal to attend which could be characterized as an abuse or contemptuous, or which sought to obtain a collateral advantage, could be envisaged as putting the application beyond a favorable exercise of discretion, but CPR 1.1 and 1.4 envisage considerations of costs, time, inconvenience and so forth as being relevant considerations;

(2) failed to pay sufficient regard to art 6 of the convention and the need to see that the parties were on an equal footing. Plainly whatever difference there may be between video link evidence and live evidence in court, the parties will be on a more equal footing than one party being present and cross examined and the evidence of the other being confined to the reading of a statement pursuant to a Civil Evidence Act notice;

(3) wrongly concluded that the discretion should be exercised so as to put pressure upon Mr Norgren to attend;

(4) paid too little attention to the reason Mr. Norgren had for objecting to come to England. In my judgment full access to the court for justice in a civil matter should not, save in exceptional circumstances, be at a price of the litigant losing his liberty and facing criminal proceedings;

(5) underestimated the ability of the court to make due allowances for any technological consequences on the demeanour and delivery of the evidence by video link and failed to consider the advantage of a party being able to give live evidence.

 

Τα πιο πάνω κριτήρια, δεν πρέπει  να θεωρηθούν ότι δεσμεύουν την κρίση του Δικαστηρίου σε κάθε ειδική περίπτωση και περιστάσεις. Κατά δεύτερον λόγο, τα γεγονότα σε εκείνην την περίπτωση, διακρίνονται από τα γεγονότα της δικής μας της υπόθεσης, επειδή σε εκείνην την υπόθεση στην περίπτωση που ο Εφεσείοντας ταξίδευε στην Αγγλία να δώσει μαρτυρία, υπήρχε το ενδεχόμενο να εκδοθεί στην Αμερική για αδικήματα. Τα αδικήματα για τα οποία υπήρχε το ενδεχόμενο να εκδοθεί, δεν είχαν σχέση με την αστική διαφορά που αφορούσε την υπό κρίση  υπόθεση. Επίσης στην υπόθεση Polanski v. Conde Nast Publications Ltd (2005) 1 All ER 945, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η απροθυμία του Απαιτητή να ταξιδέψει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για να δώσει μαρτυρία ως φυγόδικος που ήταν, θα μπορούσε να αποτελέσει εύλογο λόγο για να επιτρέψει το Δικαστήριο λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη. Πριν την τεχνολογική εξέλιξη της εικονοτηλεδιάσκεψης ήταν ανάγκη η φυσική παρουσία του μάρτυρα στη δίκη. Το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί ενόψει της τεχνολογικής εξέλιξης, προκειμένου το Δικαστήριο να ασκήσει εξουσία υπέρ της εικονοτηλεδιάσκεψης, είναι κατά πόσο είναι δίκαιο και ορθό να γίνει χρήση της εικονοτηλεδιάσκεψης προς όφελος φυγόδικων στην προώθηση των αστικών τους δικαιωμάτων. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι υπάρχουν τρεις απαντήσεις στο πιο πάνω ερώτημα ως ακολούθως. 1) ως γενικό κανόνα η απροθυμία φυγόδικου να επιστρέψει στη δικαιοδοσία της χώρας όπου διώκεται, μπορεί να είναι ικανοποιητικός λόγος για την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ της λήψης μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη. 2) Αντίστοιχο γενικό κανόνα, είναι ότι η απροθυμία φυγόδικου να επιστρέψει, δεν είναι βάσιμος λόγος για την έκδοση διαταγής που να επιτρέπει εικονοτηλεδιάσκεψη και 3) δεν υπάρχει γενικός κανόνας και όλα εξαρτώνται από τις περιστάσεις της ειδικής περίπτωσης. Η Βουλή των Λόρδων στην πιο πάνω υπόθεση, επιβεβαίωσε τη διαχρονική αρχή ότι η λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη, συνιστά απόκλιση από την ενδεδειγμένη και κανονική διαδικασία της ακροαματικής διαδικασίας. Παρ' όλο τούτο, τέτοια διαδικασία επιτρέπεται και θεσπίζεται βάσει ειδικής νομοθεσίας. Στην κατάλληλη περίπτωση, αίτημα για τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη, δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι συνιστά κατάχρηση. Σίγουρα, τέτοια διαταγή δεν πρέπει να εγκρίνεται μόνο για να διευκολύνει τον φυγόδικο να αποφύγει την απονομή της δικαιοσύνης. Από την άλλην, το να αρνηθεί το Δικαστήριο την ευχέρεια σε διάδικο να δώσει μαρτυρία με εικονοτηλεδιάσκεψη όταν τεχνολογικά αυτό είναι εφικτό για λόγο μόνο ότι αρνείται ο μάρτυρας να προσέλθει στο Δικαστήριο, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστά τιμωρία εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι φυγόδικος. Επομένως η ιδιότητα του φυγόδικου, δεν συνιστά απόλυτη απαγόρευση της εικονοτηλεδιάσκεψης. Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο πρέπει να ζυγίσει τα πράγματα ως το σκεπτικό της Βουλής των Λόρδων ως ακολούθως:

I understand that. But overall the matter which weighs most with me is this. Despite his fugitive status, a fugitive from justice is entitled to invoke the assistance of the court and its procedures in protection of his civil rights. He can bring or defend proceedings even though he is, and remains, a fugitive. If the administration of justice is not brought into disrepute by a fugitive's ability to have recourse to the court to protect his civil rights even though he is and remains a fugitive, it is difficult to see why the administration of justice should be regarded as brought into disrepute by permitting the fugitive to have recourse to one of the court's current procedures which will enable him in a particular case to pursue his proceedings while remaining a fugitive. To regard the one as acceptable and the other as not smacks of inconsistency. If a fugitive is entitled to bring his proceedings in this country there can be little rhyme or reason in withholding from him a procedural facility flowing from a modern technological development which is now readily available to all litigants. For obvious reasons, it is not a facility claimants normally seek to use, but it is available to them. To withhold this facility from a fugitive would be to penalize him because of his status.

Αντίθετα, στην υπόθεση Mc Glinn v. Waltham Contractors Ltd and Other (No2) (2006) All ER (D) 94 (Sep) όταν διάδικος ήθελε να δώσει μαρτυρία με εικονοτηλεδιάσκεψη σε υπόθεση που αφορούσε επιχειρηματικές διαφορές και επειδή δεν ήθελε να ταξιδέψει στην Αγγλία επειδή είχε οφειλή στον Φόρο, το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα του και επισήμανε ότι θα ήταν απαράδεκτο  να διευκολύνει διάδικο με τη λήψη μαρτυρίας σε εικονοτηλεδιάσκεψη, ενώ δεν ήταν διατεθειμένος να συνεισφέρει με τους φόρους του, στην πληρωμή του συστήματος δικαιοσύνης.

Η επιδημία του Covid-sars 19 υπήρξε αιτία, τα Δικαστήρια να εξοικειωθούν με το μέτρο της  εικονοτηλεδιάσκεψης και τους περιορισμούς αυτού του εργαλείου. Η συνέπεια της εξοικείωσης των Δικαστηρίων με το εργαλείο της εικονοτηλεδιάσκεψης, συνέβαλε στην εξέλιξη της νομολογίας που να συνάδει με τις πραγματικότητες της συγκεκριμένης τεχνολογίας. Στην υπόθεση Deutsche Bank AG v. Sebastian Holdings Inc and Another (2023) EWHC 2234 (Comm), το Δικαστήριο σημείωσε ότι λήψη μαρτυρίας με το μέσο της εικονοτηλεδιάσκεψης, δεν είναι το συνηθισμένο εργαλείο και το επιθυμητό μέσο λήψης μαρτυρίας. Σε κάθε περίπτωση, ο Αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει καλό λόγο και νόμιμο σκοπό ώστε να εξασφαλίσει την άδεια του Δικαστηρίου για τέτοιο εγχείρημα. Ενόψει της εμπειρίας των Δικαστηρίων τα προηγούμενα χρόνια με τη λήψη μαρτυρίας με εικονοτηλεδιάσκεψη, διαπιστώθηκε ότι το να δίνεται μαρτυρία ενόρκως με φυσική παρουσία του Δικαστηρίου, δεν είναι το ίδιο με τη λήψη μαρτυρίας σε εικονοτηλεδιάσκεψη. Αναγνωρίστηκε ειδικά, ότι το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να ασκήσει τον ίδιο έλεγχο σε μάρτυρα που βρίσκεται μακριά. Επισημάνθηκε ότι το Δικαστήριο, θα πρέπει να απαιτεί η αντεξέταση να γίνει κάτω από συνθήκες που διασφαλίζουν ότι ένας μάρτυρας θα υποστεί πραγματικές συνέπειες στην περίπτωση που δεν απαντάει τις ερωτήσεις ή δεν έχει την πρόθεση να πει την αλήθεια. Ως προς τη σπουδαιότητα της αντεξέτασης στη διασφάλιση της δίκαιας δίκης, σχετική είναι η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Beechcroft Ventures 1 AAΔ.737 (2016), όπου σημειώθηκε ότι με το ισχύον αντιπαραθετικό σύστημα, τα μέρη οφείλουν να παρουσιάσουν την υπόθεση τους και να στοιχειοθετήσουν ή να αντικρούσουν οποιοδήποτε θέμα εγερθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, εδράζονται σε δύο βασικούς πυλώνες, ότι κανείς δεν μπορεί να είναι κριτής της ίδιας αυτού υπόθεσης και δεύτερον, ότι αμφότερες οι πλευρές έχουν το δικαίωμα να ακουστούν. Ως προς τη σπουδαιότητα του δικαιώματος της αντεξέτασης, αυτό είναι συνυφασμένο με την πρέπουσα απονομή της δικαιοσύνης διότι χωρίς το όπλο αυτό, ο διάδικος στερείται των εχεγγύων της φυσικής δικαιοσύνης που εμπεριέχεται στην εννοία της δίκαιας δίκης και κατοχυρώνεται ευθέως σε κάθε δικαστική διαδικασία από τις πρόνοιες του άρθρου 30.3 του Συντάγματος. Στην υπόθεση Deutsche Bank AG v. Sebastian Holdings Inc and Another, πιο πάνω, το Δικαστήριο ανέφερε ότι αν δεν διασφαλίζεται ικανοποιητικά το δικαίωμα της αντεξέτασης, το αποτέλεσμα θα είναι ότι η απονομή της δικαιοσύνης, θα τεθεί σε ανυποληψία. Σε εκείνην την περίπτωση, ο Αιτητής ο οποίος αντιμετώπιζε διαδικασία παρακοής του Δικαστηρίου, επιθυμούσε να αντεξεταστεί με εικονοτηλεδιάσκεψη ούτως ώστε να μην έχει οποιεσδήποτε  συνέπειες εξαιτίας της διαδικασίας. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το αίτημα συνιστούσε κατάχρηση εξουσίας και πρόσθεσε τα εξής:

Certainly, it seems to us that the Court would be perceived as bowing to blackmail by him and would be liable to bring the administration of justice in this country into disrepute if it simply accepted the appellant's assertion that he will not come with a shrug of the shoulders and a sigh."

(emphasis added)

Η σωστή απονομή της δικαιοσύνης, είναι πρωταρχικό καθήκον του Δικαστηρίου. Δεν δύναται το Δικαστήριο να επιτρέψει σε διάδικο ή μάρτυρα να του υποδείξει τον τρόπο συμμετοχής του στη διαδικασία. Στη υπόθεση Deutsche Bank πιο πάνω, η εισήγηση ότι η αντεξέταση και εξέταση του συγκεκριμένου μάρτυρα θα μπορούσε να διεξαχθεί ικανοποιητικά με τη χρήση του διαδικτύου, δεν ήταν δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης. Ο αντίδικος είχε δικαίωμα σε αντεξέταση. Σε διαδικασία εικονοτηλεδιάσκεψης δεν ήταν ικανοποιητική η διασφάλιση των δικαιωμάτων του και το Δικαστήριο στερείτο το μέσο άσκησης ελέγχου της μαρτυρίας με αποτέλεσμα την υπονόμευση των εχέγγυων της δίκαιας δίκης. Το πιο κάτω απόσπασμα είναι σχετικό:

The authorities demonstrate that it is vital for the court, in the interests of justice, to have effective powers, and effective sanctions. Without these, it would be possible for a defendant (or, in a different situation, a claimant) to flout the orders of the Court, which are the Court's considered means by which to keep the scales of justice for the parties even. If once it became known that the Court was unable or unwilling to maintain the effectiveness of its orders, then it would lose all control over the litigation of this kind, with terrible consequences for the administration of justice. Those wrongly accused of fraud would be relieved of a certain amount of inconvenience, but fraudsters would rejoice and hitch a free ride to interminable litigation on the back of ill gotten gains."

Ο Αιτητής επικαλείται τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για να διευκολυνθεί κατά την ακροαματική διαδικασία. Οι συνήγοροι του παρ' όλο ότι ερωτήθηκαν, δεν μπορούσαν να θέσουν υπόψη του Δικαστηρίου, πρακτικές εισηγήσεις για τη διασφάλιση και την εγκυρότητα της διαδικασίας που θα γίνει μέσω του διαδικτύου. Ο Αιτητής είναι φυγόδικος για παραβιάσεις του Ποινικού Κώδικα που αφορά πολύχρονη διαφορά των διαδίκων. Ένα από τα επίδικα θέματα της αγωγής, είναι ότι η συγκεκριμένη παρούσα αγωγή, έχει καταχωρηθεί εκδικητικά. Προκειμένου να εξεταστεί αυτή η ουσιαστική πτυχή του ζητήματος, το δικαίωμα της αντεξέτασης θα πρέπει να διασφαλιστεί ικανοποιητικά.

Το αίτημα έχει καταχωρηθεί πολύ καθυστερημένα, πράγμα που δίνει έρεισμα στη θέση ότι γίνεται υστερόβουλα, ενόψει όλου του ιστορικού της υπόθεσης ως προκύπτει από τη δικογραφία. Περαιτέρω, σύμφωνα με τον κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας που καταχώρησε η Ενάγουσα στα πλαίσια της αγωγής, αυτά που θα αναφέρει ο μάρτυρας, δεν είναι τέτοιας σπουδαιότητας και μοναδικά. Υπάρχει δεύτερος μάρτυρας που καταγράφεται στον κατάλογο ο οποίος θα δώσει μαρτυρία για τα ίδια πράγματα σε σχέση με την επίδικη συμφωνία πώλησης του ακινήτου που θα τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Έτσι και αλλιώς η δικογραφημένη θέση της Εναγόμενης, είναι ότι δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του αγοραπωλητηρίου εγγράφου. Θα πρέπει και οι δύο πλευρές να εισακουστούν για να προωθήσουν τις θέσεις τους και να μην υπάρχει άδικο προβάδισμα του ενός μέρους από το άλλο, εξαιτίας της λήψης του ενός μέρους μαρτυρίας διά εικονοτηλεδιάσκεψης. Επίσης το Δικαστήριο, πρέπει να έχει στη διάθεση του όλες εκείνες τις εξουσίες που κατέχει σε συνηθισμένη υπόθεση στην περίπτωση που μάρτυρας αρνηθεί να απαντήσει ή δεν πει την αλήθεια στο Δικαστήριο. Κρίνω ότι ο λόγος που έχει προβληθεί για να μην παρουσιαστεί στο Δικαστήριο, ο συγκεκριμένος μάρτυρας δεν είναι ικανοποιητικός υπό τις περιστάσεις. Η λήψη της συγκεκριμένης μαρτυρίας με το μέτρο της εικονοτηλεδιάσκεψης, δεν διασφαλίζει  το εχέγγυο της δίκης στις περιστάσεις των συγκεκριμένων δεδομένων της υπόθεσης, ενόψει των διαφορών μεταξύ του μάρτυρα και της Εναγόμενης και ειδικά ενόψει του ισχυρισμού ότι η παρούσα αγωγή καταχωρείται για αλλότριους λόγους μέσα στο γενικό πλαίσιο των ζητημάτων και των μακρόχρονων δικαστικών διαμάχων μεταξύ του μάρτυρα και της Εναγόμενης. Η λήψη της μαρτυρίας θα πρέπει να γίνει με τρόπο, που το Δικαστήριο θα είναι σε θέση να ασκήσει όλες τις συνηθισμένες εξουσίες που κατέχει σε σχέση με τον έλεγχο της μαρτυρίας. Στην περίπτωση που η παρούσα αγωγή συνιστά μίαν απλή εμπορική, χρηματική διαφορά, υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι να αποδειχθεί η υπόθεση ως προκύπτει στη βάση του καταλόγου μαρτύρων και της σύνοψης της μαρτυρίας.

Ως προς το ότι κινδυνεύει η ζωή του μάρτυρα, τέτοιος ισχυρισμός δεν έχει τεκμηριωθεί. Ο Αιτητής έχει προβάλει τη θέση, ότι υπάρχει αστυνομική υπόθεση σε εξέλιξη που αφορά σχετική  καταγγελία, ενώ κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να στοιχειοθετείται και αντικρούεται με τη μαρτυρία που έχει θέση ενώπιον μου η Εναγόμενη. Μοναδικό στοιχείο που παρέθεσε ο Αιτητής  για να τεκμηριώσει τη θέση του, είναι σχόλια του Δικαστηρίου του South Ostfold της Νορβηγίας  (Concluding Remarks) ημερομηνίας 08/02/2023 ως ακολούθως:

It has emerged that there was a "price on the head" of T. G. as a result of E. l. promise o: a bounty of 250.000 Euros for anyone who could arrange for the child to be brought back to Cyprus. The documentation further shows that she engaged the company Pegasus Child Recovery - a company where the website shows photos of the employees with masks and machine guns - to assist in getting M. back. The reason she sabotaged the negotiations for a solution in the autumn of 2015 were apparently that she was afraid of being in Norway as T. G. was allegedly surrounded by criminal advisors. Viewed against her ov actions, this appears less titan credible. It appears more likely to the court that, by being in Norway, she feared being prosecuted for the unlawful abduction.

Η εν λόγω παράγραφος, δεν κάνει αναφορά σε δολοφονία του Αιτητή, αλλά αμοιβή που πλήρωσε η Εναγόμενη σε ιδιώτη ερευνητή για συνδρομή εξεύρεσης του ανήλικου τέκνου και επιστροφή του  στην Κύπρο. Επίσης στην εν λόγω παράγραφο, γίνεται αναφορά εις το ότι δεν βρέθηκε λύση στο πρόβλημα γονικής μέριμνας το φθινόπωρο του 2015, επειδή η Εναγόμενη ένιωθε να απειλείται με την παρουσία της στη Νορβηγία εξαιτίας του ότι ο L. T. G., είχε στον περίγυρο του εγκληματικούς παράγοντες. Επομένως, δεν υπήρχε κανένα εύρημα του Δικαστηρίου για την απειλή βιαιοπραγίας εναντίον του Εναγόμενου.

Δεν υπάρχει καλός και βάσιμος λόγος να εγκρίνω τέτοιο αίτημα που δυνατό να  επηρεάσει τη σωστή απονομή της δικαιοσύνης. Όλα τα στοιχεία της συγκεκριμένης υπόθεσης, τείνουν να καταδείξουν ότι το συγκεκριμένο αίτημα που καταχωρείται πολύ αργοπορημένα, γίνεται για αλλότριους λόγους. Επίσης διαφαίνεται ότι υπάρχουν κι άλλοι μάρτυρες στην υπόθεση που είναι σε θέση να πουν τα ίδια πράγματα προς υποστήριξη της απαίτησης της Ενάγουσας ως νομικό πρόσωπο. Το αίτημα απορρίπτεται. Τα έξοδα Αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή, όπως αυτά υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η αγωγή ορίζεται για ακρόαση την 28/05/2024 και ώρα 09:00 π. μ.

 

                                                                                                                       (Υπ.)………………..

                                                                                               Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Α. Ε. Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο