ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ Ε.Δ

Αρ. Αγωγής: 891/15 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

Ε. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ

Ενάγουσας

 

-και-

 

CHRISTAKIS PILIDIS CONSTRUCTIONS LTD

 

Εναγόμενης

 

Ημερομηνία:  20/3/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Βασιλακκάς

Για Εναγόμενη: κα. Νεοφύτου

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Ενάγουσα αξιώνει ποσό ύψους €28,884.70- δυνάμει τιμολογίου, υπολοίπου λογαριασμού ή εκτελεσθείσων εργασιών. Η Εναγόμενη είχε αναλάβει την ανέγερση ξενοδοχείου και ανέθεσε στην Ενάγουσα, ως υπεργολάβο, εργασίες σχετικές με γυψοσανίδες. Επίδικο είναι το τελευταίο τιμολόγιο που εκδόθηκε από την Ενάγουσα, του οποίου έχει πληρωθεί μέρος. Η Εναγόμενη αντιτείνει ότι αφενός υπήρχαν κακοτεχνίες στις εργασίες της Ενάγουσας και αφετέρου ότι το επίδικο τιμολόγιο αποπληρώθηκε. Τούτη είναι η υπεράσπιση που τελικά προωθήθηκε από την Εναγόμενη, ενώ άλλες αιτιάσεις επί των δικογράφων της εγκαταλείφθηκαν ή δεν προωθήθηκαν.

Για σκοπούς περιορισμού των επίδικων θεμάτων, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι μέσω των δικογράφων, της αντεξέτασης μαρτύρων, αλλά και των θέσεων που προωθήθηκαν από τους διάδικους κατά τις τελικές τους αγορεύσεις, προκύπτουν παραδεκτά γεγονότα. Αυτά είναι τα ακόλουθα:

Α. Η Εναγόμενη είχε προσλάβει την Ενάγουσα για να προβεί σε εργασίες και κατασκευές γυψοσανίδων, τόσο για το έργο του ξενοδοχείου, όσο και σε άλλα έργα, πριν και μετά τον επίδικο χρόνο.

Β. Η Ενάγουσα εξέδωσε σειρά τιμολογίων για το έργο του ξενοδοχείου (Τεκμήριο 2), πριν το επίδικο, τα οποία πληρώθηκαν και εκδόθηκε σχετική απόδειξη (Τεκμήριο 4).

Γ. Η Ενάγουσα έλαβε €40.000, για τις οποίες εξέδωσε απόδειξη προς την Εναγόμενη (Τεκμήριο 7). Πλην όμως παραμένει αμφισβητούμενο αν το ποσό αυτό αποπλήρωσε το επίδικο τιμολόγιο, ως η Εναγόμενη υποστηρίζει, ή οφειλή για άλλο έργο, ως ο ισχυρισμός της Ενάγουσας.

Τα ως άνω, ως παραδεκτά και ανταντίλεκτα, καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. Παραμένουν λοιπόν, ως επίδικα, όπως προκύπτει από τα δικόγραφα και την επ’ ακροατηρίω μαρτυρία τα εξής:

Α. Αν υπήρξαν κακοτεχνίες στις εργασίες της Ενάγουσας, ως υπεργολάβου της Εναγόμενης, αναφορικά με το έργο που της είχε ανατεθεί στο ξενοδοχείο και αν πράγματι υπήρχαν πως επηρέασαν την πληρωμή του επίδικου τιμολογίου.

Β. Αν η Εναγόμενη εξόφλησε το επίδικο τιμολόγιο με το ποσό των €40.000 που καταβλήθηκε στην Ενάγουσα.

Τα ως άνω είναι όσα παραδεκτά και επίδικα προκύπτουν μέσω των δικογράφων και της μαρτυρίας. Ως εκ τούτου παρέλκει η λεπτομερής παράθεση των όσων περιέχονται στα δικόγραφα. Προς απόδειξη της υπόθεσης του κάθε μέρος παρουσίασε από δύο μάρτυρες. Δεν θα παραθέσω τα όσα κατέθεσε ο κάθε μάρτυρας με λεπτομέρεια, αφού το σύνολο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της διαδικασίας και τα έχω υπόψη μου. Σημαντική κρίνεται η ανάλυση και αξιολόγηση των τεκμηρίων που κατατέθηκαν, προς επίλυση των επίδικων ζητημάτων. Προχωρώ στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, έχοντας υπόψη τα επίδικα θέματα με σκοπό να καταστεί δυνατή η εξαγωγή διαπιστώσεων αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και δεδομένα που περιβάλλουν την υπόθεση και που είναι, ακολούθως, καθοριστικά για το αποτέλεσμα[1]. Ως είναι νομολογιακά καθιερωμένο, άλλωστε, η αξιολόγηση λαμβάνει χώρα επί σημείων που αφορούν τα επίδικα θέματα[2].

Ο πρώτος μάρτυρας εκ μέρους της Ενάγουσας, ο διευθυντής της, κ. Ευγένιος Νικολαίδης (ΜΕ 1), κατέθεσε και την πλειονότητα των Τεκμηρίων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Το Τεκμήριο 2 περιλαμβάνει δέσμη τιμολογίων. Αυτά εκδόθηκαν από την Ενάγουσα, φέρουν το όνομα της Εναγόμενης, ως το νομικό πρόσωπο που τιμολογείται, καταγράφεται η εργασία που αφορά το τιμολόγιο, η χρέωση αυτής και στο κάτω μέρος το συνολικό ποσό μετά την προσθήκη του ΦΠΑ. Σε όλα τα τιμολόγια, πλην του τελευταίου, επίδικου τιμολογίου ημερομηνίας 22/12/2009, η εργασία περιγράφεται ως «CEILING (GENERAL)» και έχουν επιγραφή «PAID». Το επίδικο τιμολόγιο, έχει τελική χρέωση τα €29,999.30, φέρει περιγραφή εργασίας «ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΓΥΨΟΣΑΝΙΔΩΝ» και συνοδεύεται από Πιστοποιητικό Εκτελεσθείσας Εργασίας για Υπεργολάβους, υπογεγραμμένο από Πολιτικό Μηχανικό εκ μέρους της Εναγόμενης.

Κατέθεσε το Τεκμήριο 3, κατάσταση λογαριασμού όπου φαίνονται τα τιμολόγια και η αξία τους, οι πληρωμές τους, όπως και η μερική πληρωμή του επίδικου τιμολογίου, για να παραμείνει ως υπόλοιπο το αξιούμενο ποσό. Ως Τεκμήριο 4 κατέθεσε τις αποδείξεις που εξέδωσε η Ενάγουσα προς την Εναγόμενη, για τα τιμολόγιο που πληρώθηκαν. Σε κάθε μια από αυτές καταγράφεται ο αριθμός της επιταγής που εκδόθηκε για να πληρωθεί έκαστο τιμολόγιο και ότι η πληρωμή εξοφλεί τιμολόγιο.

Σημαντικό ως προς τα επίδικα είναι το Τεκμήριο 5. Η πρώτη σελίδα αυτού φέρει το λογότυπο της Ενάγουσας και χειρόγραφα καταγράφεται ότι αποστέλλεται στον κ. Τάκη Πηλείδη. Στη δεύτερη σελίδα, φαίνονται καταστάσεις λογαριασμού και υπόλοιπα των Εναγομένων για διάφορα έργα, για τα οποία είχαν ανατεθεί εργασίες στους Ενάγοντες. Μεταξύ αυτών των έργων είναι και το επίδικο, το ξενοδοχείο, αλλά και έργο που αναγράφεται ως  «POLIKATOIKIA TECHNIKI SCHOLI PAPHOS». Στο τέλος της δεύτερης σελίδας υπάρχει η εξής χειρόγραφη σημείωση «Συμφωνία €40.000 μόνο».

Ως Τεκμήριο 6 κατατέθηκαν οι επιταγές που εξέδωσε η εταιρεία Χριστάκης Αγαθαγγέλου Λτδ προς την Εναγόμενη, με τις οποίες πληρώθηκε τελικώς η Ενάγουσα το ποσό των €40.000. Είναι 8 επιταγές των €5.000 έκαστη, ενώ ως τεκμήριο 7 ο ΜΕ 1 κατέθεσε απόδειξη ημερομηνίας 4/1/13 που εκδόθηκε από την Ενάγουσα, με την οποία βεβαιώνεται ότι λήφθηκαν από την Εναγόμενη αυτές οι επιταγές προς εξόφληση.

Πέραν της κατάθεσης των ως άνω τεκμηρίων ο ΜΕ 1 κρίνεται αξιόπιστος. Παρέμενε σταθερός στις απαντήσεις του, τεκμηρίωνε τους ισχυρισμούς του και οι θέσεις του ήταν απολύτως λογικές. Εξήγησε μέσω της γραπτής του δήλωσης Έγγραφο Α, παράγραφος 7, ότι οι εκτελεσθείσες από την Ενάγουσα εργασίες, επιθεωρούνταν από τον επιβλέποντα Πολιτικό Μηχανικό και αφού πιστοποιούνταν ότι ήταν της αρεσκείας της Εναγόμενης, τότε η Ενάγουσα εξέδιδε τιμολόγιο. Τούτη η μέθοδος συνεργασίας μεταξύ των μερών δεν αμφισβητήθηκε και έτσι η σχετική θέση του ΜΕ 1 παρέμεινε αναντίλεκτη. Τέτοιο πιστοποιητικό εκδόθηκε από τον επιβλέποντα Πολιτικό σε σχέση με το επίδικο τιμολόγιο (μέρος του Τεκμηρίου 2), έτσι επιβεβαιώθηκε, μέσω του πιστοποιητικού, ότι η Ενάγουσα εκτέλεσε τις εργασίες που αναφέρονταν στο επίδικο τιμολόγιο και δικαιούτο πληρωμή του. Ήταν σαφής η τοποθέτηση του ΜΕ 1 ότι δεν θα μπορούσε το επίδικο τιμολόγιο να αφορά κακώς εκτελεσθείσες εργασίες, αφού αφενός εκδόθηκε το σχετικό πιστοποιητικό που πιστοποιούσε ότι οι εργασίες ήταν της αρεσκείας της Εναγόμενης και αφετέρου γιατί συνέχισε η Ενάγουσα να διεξάγει εργασίες ως υπεργολάβος της Εναγόμενης σε άλλα έργα.

Ως προς τον ισχυρισμό ότι έγιναν κακοτεχνίες από την Ενάγουσα στην εργασία της ως υπεργολάβος της Εναγόμενης, ο ΜΕ 1 εξήγησε ότι ουδέποτε του υποδείχθηκαν τέτοιες, ενώ θα έπρεπε να εκδοθεί snagging list, κατάσταση κακοτεχνιών, που να τις υποδεικνύει αν υπήρχαν. Δεν υποδείχθηκε στον ΜΕ 1 τέτοια κατάσταση κακοτεχνιών, ούτε καν του υποβλήθηκε ποια ήταν η φύση των κατ’ ισχυρισμό κακοτεχνιών. Δεν δόθηκε στον ΜΕ 1 η ευχέρεια να σχολιάσει δηλαδή ποιες κακοτεχνίες υποστηρίζει η Εναγόμενη ότι έγιναν. Εν πάση όμως περιπτώσει η θέση του ήταν ξεκάθαρη. Ουδέποτε του υποδείχθηκαν κακοτεχνίες για τις εργασίες του επίδικου τιμολογίου. Ουδέποτε του δόθηκε κατάσταση κακοτεχνιών. Αντιθέτως πιστοποιήθηκε, σε σχέση με το τελικό του τιμολόγιο, ότι οι εργασίες ήταν της αρεσκείας της Εναγόμενης, ως ο Πολιτικός της Μηχανικός βεβαίωσε.

Τέλος ως προς την παραδεχτή καταβολή των €40.000 κατέδειξε ότι το ποσό αυτό δεν αφορούσε το έργο για το οποίο εκδόθηκε το επίδικο τιμολόγιο. Είναι ο ιδιοκτήτης άλλου έργου που εξέδωσε τις επιταγές προς πληρωμή της Ενάγουσας, για την εκεί εργασία. Το εκεί υπόλοιπο ήταν €42,644.78, τους έκανε έκπτωση για να φτάσει τις €40.000 και αυτό το ποσό μετά από συμφωνία των μερών το κατέβαλε ο ιδιοκτήτης του έργου απευθείας στην Ενάγουσα. Ήταν ξεκάθαρο ότι η συμφωνία αυτή δεν αφορούσε το επίδικο τιμολόγιο ή το έργο του ξενοδοχείου. Το ότι η επιταγή Τεκμήριο 7 δίδεται για εξόφληση, δεν σημαίνει ότι τούτη αφορούσε και το επίδικο τιμολόγιο, αφού όπως επεξήγησε ο ΜΕ 1 το ποσό των €40.000 ναι μεν δόθηκε προς εξόφληση, άλλου έργου, δε. Ούτε ο χώρος όπου εμφαίνεται η χειρόγραφη σημείωση «Συμφωνία €40.000 μόνο» έχει ιδιαίτερη σημασία, από την στιγμή που και το ίδιο το πρόσωπο που κατέβαλε το εν λόγω ποσό βεβαιώνει ότι αυτό δόθηκε προς εξόφληση οφειλής της Εναγόμενης για δικό του έργο και κανένα άλλο.

Ο κ. Χριστάκης Αγαθαγγέλου (ΜΕ 2), λοιπόν, τόσο μέσω της γραπτής του δήλωσης (Έγγραφο Β), όσο και κατά την αντεξέταση του ενίσχυσε και επιβεβαίωσε τη μαρτυρία του ΜΕ 1. Έδωσε μάλιστα και λεπτομέρειες αναφέροντας ότι εκκρεμούσε υπόλοιπο ύψους  €42,644.78 από την Εναγόμενη προς της Ενάγουσα, για εργασίες γυψοσανίδων στο έργο της εταιρείας του, Χριστάκης Αγαθαγγέλου Λτδ. Επειδή καθυστερούσε η εξόφληση του ποσού ο ΜΕ 1 εισηγήθηκε να του καταβάλει ο ΜΕ 2 απευθείας το ποσό και να γίνει έκπτωση σε αυτό στρογγυλοποιώντας το στις €40.000. Συμφώνησε προς τούτο και η Εναγόμενη και έτσι ο ΜΕ 2 εξέδωσε τις επιταγές Τεκμήριο 6 προς τον κ. Χριστάκη Πηλείδη, ο οποίος με τη σειρά του τις παρέδωσε στον ΜΕ 1, για να εκδοθεί η απόδειξη Τεκμήριο 7. Ουδέν ποσό που κατέβαλε ο ΜΕ 2 αφορούσε άλλο έργο.

Ο ΜΕ 2 δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά αντεξεταζόμενος. Εξήγησε ότι ήταν προτροπή των μερών να εξοφλήσει την οφειλή της Εναγόμενης, για το έργο της Εταιρείας του, προς την Ενάγουσα και συμβουλεύτηκε τον δικηγόρο του προς τούτο. Απαντούσε με λεπτομέρεια για το που συναντήθηκαν με τον ΜΕ 1 και τον κ. Πηλείδη και ότι το ποσό που κατέβαλε αφορούσε μόνο το έργο του και όχι άλλο.

Γενικά η μαρτυρία της Ενάγουσας ήταν συμπαγής. Ο ΜΕ 1 αν και απαντούσε σε κάποιες περιστάσεις με συναισθηματισμό, τεκμηρίωνε με επάρκεια τις θέσεις του, ενώ προσέφερε όλη τη διαθέσιμη μαρτυρία σε σχέση με τα επίδικα ζητήματα. Επεξηγούσε διαδικασίες τόσο αναφορικά με τη συμβατική σχέση των μερών όσο και σε ζητήματα κακοτεχνιών. Δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις και με λογικό τρόπο απαντούσε στις αιτιάσεις της υπεράσπισης. Η μαρτυρία του ΜΕ 2 ουσιαστικά ήρθε να επιβεβαιώσει το μέρος της μαρτυρίας του ΜΕ 1, που αφορούσε την καταβολή των €40.000. Σε καμία περίσταση δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά η αξιοπιστία του ΜΕ 2, ενώ από τον τρόπο και τα όσα κατέθετε έδωσε την εντύπωση ανεξάρτητου μάρτυρα αλήθειας, που ήρθε στο Δικαστήριο να πει τα όσα ξέρει χωρίς αλλότρια κίνητρα.

Δεν ισχύει το ίδιο για τους μάρτυρες της υπεράσπισης. Αρχικά η μαρτυρία του διευθυντή της Εναγόμενης, κ. Χριστάκη Πηλείδη (ΜΥ 1) έβριθε από αντιφάσεις. Συγκεκριμένα η θέση του ΜΥ 1, όπως καταγράφεται στην γραπτή του δήλωση, Έγγραφο Γ, είναι ότι το επίδικο τιμολόγιο αφορούσε κατασκευή ταβανιού, το οποίο επανεκτελέστηκε λόγω κακοτεχνιών. Τούτος ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί για μια σειρά από λόγους. Το επίδικο τιμολόγιο δεν αναφέρεται σε κατασκευή ταβανιού, αλλά σε κατασκευή γυψοσανίδων. Όπως προαναφέρθηκε, παρέμεινε αναντίλεκτη η θέση του ΜΕ 1 ότι όταν ήταν της απολύτου αρεσκείας της Εναγόμενης κάποια εργασία, εκδίδετο πιστοποιητικό από τον επιβλέποντα μηχανικό, όπως εκδόθηκε και σε σχέση με το επίδικο (μέρος του Τεκμηρίου 2). Συνεπώς δεν θα μπορούσε να ισχύει το ότι το επίδικο τιμολόγιο αφορά εργασία που επανεκτελέστηκε, τουναντίον η εργασία αυτή εγκρίθηκε από τον επιβλέποντα μηχανικό, ενώ δεν προκύπτει καν να αφορούσε τη δημιουργία ταβανιού, ως ο ΜΥ 1 υποστηρίζει. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να υπήρχε άλλο τιμολόγιο προηγουμένως που να εξοφλούσε τη σχετική εργασία, γιατί σε κανένα από τα τιμολόγια που εκδόθηκαν δεν συνάδει η περιγραφή του, ούτε το ποσό με το επίδικο.

Ακόμα ο ΜΥ 1 παραδέχθηκε ότι όταν υπάρχουν κακοτεχνίες ετοιμάζεται σχετική λίστα, snagging list. Παρέδωσε μια λίστα με κακοτεχνίες, Τεκμήριο 8, η οποία δεν υποδείχθηκε στον ΜΕ 1. Το Τεκμήριο 8 ετοιμάστηκε από τον ΜΥ 2, κ. Γιώργο Ευσταθίου, επιβλέποντα αρχιτέκτονα του έργου. Όπως ο ΜΥ 2 ανέφερε ότι, οι  όποιες κακοτεχνίες αφορούν την εργασία κατασκευής ταβανιού που ξαναέγινε, έγιναν αρκετά πριν την προσωρινή παραλαβή του έργου, γι’ αυτό δεν αναφέρονται στο Τεκμήριο 8. Επομένως στο Τεκμήριο 8, αν και αναφέρονται κάποιες κακοτεχνίες, δεν προκύπτει να περιέχονται οι κακοτεχνίες στις οποίες κάνει αναφορά ο ΜΥ 1. Καμία λίστα που να αναφέρεται στις κακοτεχνίες που οι μάρτυρες υπεράσπισης αναφέρθηκαν δεν υποδείχθηκε στο Δικαστήριο. Αν και παραδέχθηκαν ότι η όποια κακοτεχνία θα πρέπει να περιέχεται σε σχετική λίστα, τέτοια λίστα που να περιέχει κακοτεχνία, η οποία μάλιστα να επηρεάζει την πληρωμή του επίδικου τιμολογίου δεν καταδείχθηκε. Περαιτέρω το Τεκμήριο 8 που αποτελεί το μόνο τεκμήριο που αναφέρεται σε κακοτεχνίες, αφενός δεν υπάρχει μαρτυρία ότι κοινοποιήθηκε στην Ενάγουσα και αφετέρου δεν συνδέθηκε καν με το επίδικο τιμολόγιο.

Αναγκάζομαι σε αυτό το σημείο να παραθέσω βασικές αρχές της αντεξέτασης και αξιολόγησης μαρτυρίας: μάρτυρας πρέπει να αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται.  Διαφορετικά το δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε.  Επιπλέον κατά την αντεξέταση, τίθεται στο μάρτυρα η υπόθεση που θα στηθεί από τον αντίδικο.  Τέτοια αντεξέταση είναι προϋπόθεση για να κληθεί μαρτυρία που αντικρούει το μάρτυρα[3]. Η υπεράσπιση δεν ακολούθησε τους δύο πιο πάνω κανόνες. Συγκεκριμένα οι ΜΥ 1 και 2 αναφέρθηκαν σε λανθασμένη κατασκευή του ταβανιού και την ανάγκη αυτό να επανακασκευαστεί. Τούτο δεν υποβλήθηκε καν στον ΜΕ 1. Το μόνο που του υποβλήθηκε ήταν γενικώς περί κακώς εκτελεσθείσων εργασιών, αλλά επί της ουσίας των κακοτεχνιών, πέραν της απουσίας δικογράφησης τους, δεν υποβλήθηκαν τίποτε στον ΜΕ 1. Ούτε το Τεκμήριο 8 του υποδείχθηκε, ως το μόνο Τεκμήριο που αναφέρεται σε κακοτεχνίες, για να πει έστω τη θέση του ο ΜΕ 1. Έτσι δεν τέθηκαν ενώπιον του ΜΕ 1 οι θέσεις της υπεράσπισης, δεν του δόθηκε η ευχέρεια να τις αντικρούσει ή έστω να τις σχολιάσει, ενώ παρέμειναν αναντίλεκτες ουσιώδεις τοποθετήσεις του επί των επίδικων ζητημάτων.

Ο ΜΥ 1 προχώρησε μάλιστα και σε μια σειρά άλλων νεοφυών ισχυρισμών, οι οποίοι και δεν δικογραφούνται και δεν υποβλήθηκαν στους μάρτυρες της Ενάγουσας. Αναφέρθηκε σε απειλές από πρόσωπα του υποκόσμου που έστειλε η Ενάγουσα, κάτι που τον έκανε να προστρέξει να την πληρώσει, παρά τις κακοτεχνίες. Τέτοιος ισχυρισμός ούτε δικογραφείται ούτε υποβλήθηκε στο ΜΕ 1. Είπε ότι ο ΜΕ 2 δέχθηκε να πληρώσει την Ενάγουσα με €40.000 και το υπόλοιπο που όφειλε στην Εναγόμενη θα το κατέβαλλε σε κουπόνια. Ούτε αυτό υποβλήθηκε στο ΜΕ 2. Οι ως άνω ισχυρισμοί μόνο ως εκ των υστέρων σκέψεις μπορούν να χαρακτηριστούν, αφού δεν τέθηκαν στα αρμόδια πρόσωπα, όταν αυτά κατέθεταν. Επιχείρησε με αυτό τον τρόπο ο ΜΥ 1 να υποστηρίξει θέσεις κατά τα άλλα αστήρικτες και παράλογες, όπως το ότι ο ΜΕ 2, ιδιοκτήτης τρίτου έργου, αποπλήρωσε την εργασία υπεργολάβου και για το επίδικο έργο, ενώ ο ίδιος ήταν κατηγορηματικός ότι το ποσό που κατέβαλε αφορούσε αποκλειστικά το έργο της εταιρείας του.

Ως επιστέγασμα βεβαίως των αντιφάσεων του ΜΥ 1 ήταν η παραδοχή του, τελικώς, ότι η καταβολή του ποσού των €40.000, αφορούσε το έργο της Χριστάκης Αγαθαγγέλου Λτδ και όχι του ξενοδοχείου. Μέσω τούτης της θέσης του ουσιαστικά αποδόμησε όλη την υπερασπιστική γραμμή περί αποπληρωμής του επίδικου τιμολογίου με αυτές τις €40.000, τιμολογίου που παραδεκτώς αφορούσε τις εργασίες της Ενάγουσας στο ξενοδοχείο και όχι του έργου της Χριστάκης Αγαθαγγέλου Λτδ.

Πέραν των ως άνω ο ΜΥ 1, απαντούσε με αμετροέπεια, αλαζονεία και ήταν απόλυτος. Είναι καλά γνωστό στο Δικαστήριο ότι δύναται ο αλαζόνας να είναι φιλαλήθης και ο ταπεινόφρων να ψεύδεται[4]. Εν προκειμένω όμως δεν μπορεί αυτό να ισχύσει, καθώς ο ΜΥ 1 υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων, ενώ προέβη και σε σωρεία νεοφυών ισχυρισμών, που μόνο ως εκ των υστέρων σκέψεις μπορούν να εκληφθούν.

Σε ότι αφορά τη μαρτυρία του ΜΥ 2, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτός ήταν αξιόπιστος και ειλικρινής. Έδωσε την εντύπωση έμπειρου αρχιτέκτονα, ο οποίος γνώριζε μεν τα του επίδικου έργου, όχι όμως και τα της συμβατικής σχέσης των μερών. Ό,τι κρίνεται χρήσιμο από τη μαρτυρία του είναι ότι σε κάποιο στάδιο υπήρξε η λανθασμένη ή ελαττωματική κατασκευή ταβανιού από την Ενάγουσα. Αυτό αφού διαπιστώθηκε και της επισημάνθηκε, διορθώθηκε και τότε κατέστη της απολύτου αρεσκείας των επιβλέποντων αρχιτεκτόνων. Σε κάθε περίπτωση όμως αυτό έγινε πολύ πριν την προσωρινή παραλαβή, ήτοι τον Σεπτέμβριο του 2009. Έτσι μέσω και της μαρτυρίας του ΜΥ 2 καταρρίπτεται ο ισχυρισμός του ΜΥ 1 ότι το επίδικο τιμολόγιο, εκδοθέν το Δεκέμβριο του 2009, αφορούσε την επανακατασκευή του ταβανιού, αφού αυτή είχε γίνει πολύ πριν, δεν φαίνεται στο Τεκμήριο 8 και το επίδικο τιμολόγιο δεν χρεώνει τέτοια κατασκευή ταβανιού.

Στη βάση των ως άνω εξάγονται τα εξής ευρήματα:

Η Ενάγουσα είχε συμφωνήσει με την εργολάβο Εναγόμενη όπως προβεί σε εργασίες που είχαν σχέση με γυψοσανίδες, ως υπεργολάβος, σε ξενοδοχείο. Οι εκτελεσθείσες από την Ενάγουσα εργασίες, επιθεωρούνταν από επιβλέποντα Πολιτικό Μηχανικό και αφού πιστοποιούνταν ότι ήταν της αρεσκείας της Εναγόμενης, τότε η Ενάγουσα εξέδιδε τιμολόγιο. Αφού πληρώθηκε σειρά τιμολογίων της Ενάγουσας, από την Εναγόμενη, η πρώτη εξέδωσε τιμολόγιο την 22/12/2009. Ο επιβλέπων μηχανικός πιστοποίησε την εκεί αναφερόμενη εργασία, αλλά η Εναγόμενη αρνείται να πληρώσει το επίδικο τιμολόγιο.

Κατά την συμβατική σχέση μεταξύ των μερών επισημάνθηκαν κάποιες εργασίες στην Ενάγουσα που θα έπρεπε να γίνουν από την αρχή και η Ενάγουσα ανταποκρίθηκε προβαίνοντας σε εργασίες της απολύτου αρεσκείας της Εναγόμενης και των επιβλέποντων. Τούτες οι εργασίες δεν προκύπτει ότι σχετίζονται με το επίδικο τιμολόγιο, ούτε η όποια άλλη κακοτεχνία προκύπτει να αφορά αυτό. Ούτε η καταβολή ποσού €40.000 από τον ιδιοκτήτη άλλου έργου σχετίζεται με το επίδικο τιμολόγιο, αφού όπως ξεκαθαρίστηκε το εν λόγω ποσό αποπλήρωσε οφειλή της Εναγόμενης προς την Ενάγουσα, για άλλο έργο.

 

Η Ενάγουσα προβαίνει στην επίδικη απαίτηση δυνάμει τιμολογίου και των εκτελεσθείσων εργασιών ως πιστοποιούνται από τον επιβλέπονται μηχανικό. Ένα τιμολόγιο, σύμφωνα με τη νομολογία, περιέχει σημείωση ή ένδειξη μιας συμφωνίας, όταν η αγωγή βασίζεται σε εκτέλεση εργασίας[5] και, ως ο έγγραφος λογαριασμός μεταξύ των διαδίκων όταν η αγωγή βασίζεται σε τιμολόγια σε σχέση με παράδοση προϊόντων[6]. Τα τιμολόγια δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική σημασία, ούτε προβάλλονται ως τέτοια. Υπάρχουν για να συνεκτιμηθούν στο σύνολο της μαρτυρίας[7].

Εν προκειμένω πέραν του τιμολογίου που εξέδωσε η Ενάγουσα, υφίσταται και πιστοποιητικό που επιβεβαιώνει ότι έγινε η επίδικη εργασία και είναι της αρεσκείας της Εναγόμενης. Σε σχέση με τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σε οικοδομικές εργασίες και τη δεσμευτικότητα τους, γενικά ισχύουν όσα προβλέπει η συμφωνία των μερών[8]. Ειδικότερα όμως, έχει καθιερωθεί στην αγγλική νομολογία ότι το πιστοποιητικό αρχιτέκτονα ή μηχανικού, δεσμεύει τα μέρη, ακόμα και αν εκδόθηκε εκ λάθους του συντάκτη του[9].

Αν και στην υπό εξέταση υπόθεση έχει γίνει δεκτό ότι αν πιστοποιείτο η εργασία της Ενάγουσας από τον επιβλέποντα πολιτικό μηχανικό, τότε αυτή ήταν της αρεσκείας της Εναγόμενης και ακολουθούσε πληρωμή, ως αναντίλεκτα κατέθεσε ο ΜΕ 1, δεν θα μπορούσα να δεχθώ τη θέση του ΜΥ 1, ότι για να ήταν δεσμευτικό το πιστοποιητικό θα έπρεπε να το υπογράψει και ο ίδιος. Ο ΜΥ 1 είναι διευθυντής της Εναγόμενης, της εργολάβου του έργου, η οποία είχε υποχρέωση πληρωμής της υπεργολάβου Ενάγουσας. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, ο ΜΥ 1 να είναι και ο υπεύθυνος έκδοσης πιστοποιητικού, αφού ο εκδότης του πιστοποιητικού οφείλει αν είναι ανεξάρτητος[10]. Δεν θα μπορούσε να καταστεί υπεύθυνος έγκρισης τιμολογίου, το ίδιο πρόσωπο που είναι υποχρεωμένο να το πληρώσει, αφού ελλείπει η απαραίτητη ανεξαρτησία μεταξύ του εκδότη του πιστοποιητικού και των μερών της συμφωνίας.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό για κακοτεχνίες, ως έχει νομολογηθεί το πιστοποιητικό που εκδίδεται βεβαιώνει ότι όλες οι εργασίες που αναφέρονται έχουν εκτελεστεί επαρκώς. Έτσι δεν δύναται ο υπόχρεος σε πληρωμή να αμφισβητήσει τα ποσά που εμφαίνονται επί του πιστοποιητικού και τις εργασίες που άπτονται αυτών[11].

Στη βάση των ως άνω αρχών η Ενάγουσα εκτέλεσε τις εργασίες που αναφέρονται στο επίδικο τιμολόγιο. Το εν λόγω τιμολόγιο συνοδευόταν από πιστοποιητικό εκτελεσθείσας εργασίας. Ως η αποδεκτή μαρτυρία, με την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού, βεβαιωνόταν ότι οι εργασίες ήταν καλώς εκτελεσθείες, της αρεσκείας της Εναγόμενης και γεννάτο η υποχρέωση πληρωμής της Ενάγουσας από την Εναγόμενη. Ως η ανωτέρω αναφερόμενη νομολογία, με την έκδοση του πιστοποιητικού, δεν υπήρχε ευχέρεια αμφισβήτησης των εργασιών που εκεί πιστοποιούνται. Ακόμα και αν υπήρχαν τέτοιες κακοτεχνίες, αφενός δεν τηρήθηκε η σχετική διαδικασία, ώστε να τεθεί η Ενάγουσα προ των ευθυνών της και αφετέρου δεν αφορούσαν το εν λόγω επίδικο τιμολόγιο. Επομένως οι εργασίες του επίδικου τιμολογίου έγιναν, πιστοποιήθηκαν και η Εναγόμενη έχει υποχρέωση να τις αποπληρώσει. Περαιτέρω όπως αποφασίστηκε πιο πάνω η πληρωμή των €40.000, δεν αφορούσε το επίδικο έργο, συνεπώς δεν μπορεί να επιτύχει η υπεράσπιση της εξόφλησης, ως εγέρθηκε από την Εναγόμενη.

Η αγωγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των €28.884,70 πλέον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής. Δεν υπάρχει λόγος τα έξοδα να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αγωγής, έτσι επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής



[1] Barry Wyne v. David Costaki Mavronicola [2009] 1 ΑΑΔ 1138

[2] Χριστίνα Ρασποπουλου ν. Θεοδώρα Μακρή, Ποινική ΄Έφεση αρ.287/2015, 11/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B171

[3] Frederickou Schools Co Ltd v. Acuac Inc [2002] 1(Γ) A.A.Δ. 1527 και Αdidas v. Jonitexo Ltd [1987] 1 C.L.R. 383

[4] Α. Ι. κ.α. ν. Π. Φ. κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 283/12, 27/9/2019, ECLI:CY:AD:2019:D402

[5] Θεοδώρου ν. Χριστάκη Χ. Αντωνίου Ξυλουργικές Εργασίες Λτδ [2003] 1 Α.Α.Δ. 1492 και R. P. LEGGOTT κ.α. v. S.B. MOSAIC LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 359/2013, 28/8/2020, ECLI:CY:AD:2020:A290, ECLI:CY:AD:2020:A290

[6] Halsbury's Laws of England 3η Έκ.δ. Τόμος 34, σελ. 171 και Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Παναγιώτη Πολυβίου [2009] 1 Α.Α.Δ. 339

[7] Palatino Developments Limited v. Telectronics Communication Limited [2002] 1(B) A.A.Δ.962

[8] Bullen & Leake «Precedents of Pleadings» 13η εκδ. σελ. 231

[9] Arenson v Casson Beckman Rutley & Co, [1973] Ch. 346, Keating On Building Contracts, 5η έκδοση, σελ. 113

[10] Sutcliffe v Thackrah, [1974] A.C. 727, Halsbury’s Laws of England, 4th Edition, παρ. 128

[11] Colbart v Kumar, 1992 WL 894214, Crown Estate Commissioners v John Mowlem & Co Ltd, 1994 WL 1060933 και Hudson's Building and Engineering Contracts, 13th Edition, σελ. 543

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο