ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ, Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής 3260/09

ΜΕΤΑΞΥ:

Ελευθερίας Αχιλλέως

Ενάγουσας/Αιτήτριας

-και-

Κυπριακού Οργανισμού Αναπτύξεως Γης

Εναγόμενων/Καθ’ ων η αίτηση 

 

Αίτηση ημερομηνίας 30/8/23 για παρακοή διατάγματος

 

Ημερομηνία: 13/5/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κ. Παυλίδης

Για Καθ’ ων η αίτηση: κα. Χριστοφόρου

ΑΠΟΦΑΣΗ 

Επιζητείται με την υπό εξέταση αίτηση η έκδοση διατάγματος που να καλεί την κα. Ελένη Συμεωνίδου, Πρόεδρο των Καθ΄ ων η αίτηση, να δείξει λόγο για να μην φυλακιστεί ή πληρώσει πρόστιμο στο Δικαστήριο, για ανυπακοή στο Διάταγμα ημερομηνίας 23/4/2016. Το εν λόγω διάταγμα, ημερομηνίας 24/3/2016 διατάζει του Εναγόμενους όπως:

«αναλάβουν να κάνουν όλες τις απαραίτητες εργασίες και διορθώσεις οι οποίες θα ολοκληρωθούν εντός τεσσάρων (4) μηνών από σήμερα για να βγει το πρόβλημα που παρουσιάζεται στην επίδικη κατοικία (με εγγύηση για δέκα έτη)»

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της Άντριας Αχιλλέως, κόρης της Αιτήτριας. Εκεί καταγράφεται το ιστορικό της διαφοράς των μερών. Υποστηρίζεται ότι η οικία που έλαβε η Αιτήτρια από τους Καθ’ ων η αιτηση είχε πολλά προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρει πρόβλημα με τους αρμούς της σκάλας και οξείδωση του οπλισμού της πλάκας από διαρροή νερού. Οι Καθ’ ων η αίτηση επιχειρούσαν κατά περιόδους να  διορθώσουν τα προβλήματα, χωρίς αυτά να λύνονται ως η Αιτήτρια εισηγείται, με αποτέλεσμα να καταχωρήσει της παρούσα αγωγή εναντίον τους. Μετά την έκδοση του ως άνω αναφερόμενου διατάγματος οι Καθ’ ων η αίτηση πρώτη φορά πήγαν στον χώρο την 11/7/2016 και άρχισαν να εργάζονται στα διαμερίσματα πάνω από την επίδικη οικία. Είχε καταχωρηθεί την 29/7/2016 ανάλογη με την παρούσα αίτηση παρακοής, η οποία τελικώς αποσύρθηκε ανεπιφύλακτα την 8/3/2017. Ακολούθως ξανά οι Καθ’ ων η αίτηση μετέβησαν στην Οικία της Αιτήτριας, χωρίς όμως να κατορθώσουν να διορθώσουν το πρόβλημα.

Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση επισυνάπτεται πολυσέλιδη έκθεση πραγματογνώμονα, ως Τεκμήριο Δ, όπου αναφέρονται τα προβλήματα, κακοτεχνίες και ευρήματα του, όπως τα διαπίστωσε σε τέσσερεις επισκέψεις του τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2016. Στο Τεκμήριο Δ επισυνάπτεται και πλήθος φωτογραφιών προς υποστήριξη των ευρημάτων του υπογράφοντα την έκθεση.

Τα προβλήματα συνεχίστηκαν με την Αιτήτρια να αποτείνεται στους Καθ’ ων η αίτηση με επιστολή ημερομηνίας 11/2/2020, καλώντας τους να την αποζημιώσουν (Τεκμήριο Ζ). Την 29/3/2021 οι δικηγόροι της Αιτήτριας αποτάθηκαν στους δικηγόρους των Καθ’ ων η αίτηση με επιστολή ζητώντας τους εκ νέου να αποζημιώσουν την Αιτήτρια. Την 21/9/2021 απεστάλη νέα επιστολή από άλλους δικηγόρους της Αιτήτριας ζητώντας επιστροφή του ποσού που είχε καταβληθεί για την αγορά της οικίας πλέον αποζημίωση (Τεκμήριο Η). Ακολούθησε η επιστολή Τεκμήριο Θ ημερομηνίας 11/2/2022 όπου οι ίδιοι δικηγόροι ζητούν επιδιορθώσεις της οικίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του διατάγματος.  Είναι τέλος η θέση της Αιτήτριας ότι οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν παρακούσει το επίδικο διάταγμα.

Στην Αιτήτρια δόθηκε άδεια, ώστε να καταχωρηθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημ. 2/4/2024. Σε αυτήν η κ. Άντρια Αχιλλέως, κόρη της Αιτήτριας, επισυνάπτει κάποιες επιστολές. Ειδικότερα, επισυνάπτεται επιστολή της Αιτήτριας προς τον δικηγόρο της, όπου του περιγράφει τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ενίοτε με την επίδικη οικία (Τεκμήριο Λ), όπως και άλλη επιστολή όπου η Αιτήτρια αναφέρει στο δικηγόρο της ότι ζήτησε να της δώσουν σχέδια των προηγούμενων και των νέων εργασιών (Τεκμήριο Μ), αλλά δεν αρνήθηκε στους Καθ’ ων η αίτηση να πάνε στην οικία (Τεκμήρια Λ και Θ). Τους ως άνω ισχυρισμούς μετέφεραν οι δικηγόροι της Αιτήτριας στους δικηγόρους των Καθ΄ ων η αίτηση (Τεκμήρια Ν και Ξ). Τέλος η κ. Αχιλλέως υποστηρίζει ότι πολιτικός μηχανικός που επισκέφθηκε την οικία τους την 5/10/2022 είχε πει ότι επιδιορθώνονται τα ελαττώματα και οι κακοτεχνίες, ενώ είχε γίνει και προσφορά στην Αιτήτρια για πληρωμή ποσού, την οποία αρνήθηκε.

Οι Καθ’ ων η αίτηση με τους λόγους ένστασης τους υποστηρίζουν ότι έχει δημιουργηθεί κώλυμα στην καταχώρηση της κυρίως αίτησης, κατάχρηση διαδικασίας ή δεδικασμένο καθώς παλαιότερα είχε καταχωρηθεί ανάλογη αίτηση και αποσύρθηκε χωρίς επιφύλαξη. Αντιτείνουν ακόμη ότι το διάταγμα είναι αόριστο, δεν αποδεικνύεται ηθελημένη παρακοή και ότι η Αιτήτρια εμποδίζει την εκτέλεση των απαραίτητων εργασιών.

 

Στην ένορκη της δήλωση η κ. Συμεωνίδου, γενική διευθύντρια των Καθ’ ων η αίτηση από την 1/7/2023, παραδέχεται το ιστορικό της υπόθεσης όπως το θέτει η κ. Αχιλλέως, όπως και το ότι η οικία αντιμετώπιζε συγκεκριμένα ελαττώματα, τα οποία όμως οι Καθ’ ων η αίτηση επιδιόρθωναν. Η Αιτήτρια είχε προβεί σε παράνομες κατασκευές στην επίδικη οικία, οι οποίες επηρέασαν την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων της οικίας.

 

Μετά την έκδοση του διατάγματος οι Καθ’ ων η αίτηση ανέθεσαν σε συγκεκριμένη εταιρεία τις εργασίες για επιδιόρθωση του επίδικου ακινήτου (Τεκμήριο 4). Οι εργασίες έγιναν σε μεγάλο βαθμό, ενώ σε επιστολή των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 29/7/2016 (Τεκμήριο Ε) αναφέρεται ότι η Αιτήτρια παρεμπόδιζε την ολοκλήρωση των εργασιών, απειλούσε, είχε απαιτήσεις από τους εργάτες, πέραν της διόρθωσης των προβλημάτων, ενώ ολοκληρώνοντας την επιστολή οι Καθ’ ων η αίτηση σημειώνουν ότι εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους. Οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν και σε καταγγελία σε σχέση με τις ενέργειες της Αιτήτριας που σκοπό είχαν την παρεμπόδιση και καθυστέρηση των εργασιών (Τεκμήριο Στ).

 

Τα ελαττώματα στην κατοικία της Αιτήτριας, αφορούσαν είτε παράνομες κατασκευές της είτε φυσικές φθορές. Όταν το 2020 η Αιτήτρια επανήλθε και ζήτησε επισκευή συγκεκριμένων προβλημάτων, παρά το ότι αφορούσαν φυσικές φθορές, οι Καθ’ ων η αίτηση καθόρισαν μέρα που θα πήγαιναν για να τις επιδιορθώσουν. Παρά ταύτα η Αιτήτρια τους ανέφερε ότι δεν θα επιτρέψει σε αυτούς την είσοδο. Σχετική είναι η επιστολή των δικηγόρων των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 23/9/2020 (Τεκμήριο Κ).

 

Όπως καταθέτει η κ. Συμεωνίδου έχει καταχωρηθεί αγωγή εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση από την Αιτήτρια στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, με αριθμό 2708/23 (Τεκμήριο Μ). Με την αγωγή επιζητείται, μεταξύ άλλων, η επιδιόρθωση της επίδικης οικίας, αποζημίωση της Αιτήτριας και δηλώσεις για παράβαση της σύμβασης εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση.

Κανένα μέρος δεν ζήτησε την αντεξέταση των ενόρκως δηλούσων ή άλλου προσώπου. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών κατέθεσαν γραπτές αγορεύσεις, αναφορά στις οποίες θα γίνεται όπου κριθεί σκόπιμο.

Ως προς τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου, μέσω των ενόρκων δηλώσεων, προκύπτει αφενός ότι υπήρχαν ελαττώματα και προβλήματα στην κατοικία που έλαβε η Αιτήτρια από τους Καθ’ ων η αίτηση, αλλά και αφετέρου διαφαίνεται η συγκρουσιακή στάση των μερών, κυρίως μέσω των επιστολών της Αιτήτριας. Η τελευταία όμως έχει παρουσιάσει μαρτυρία ειδικού (Τεκμήριο Δ στην ένορκη δήλωση Αχιλλέως), η οποία δεν πλήγηκε ουσιαστικά από τη μαρτυρία των Καθ’ ων η αίτηση. Από αυτήν προκύπτει η συνέχιση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Αιτήτρια και η ελλιπής επίλυση άλλων από τους Καθ’ ων η αίτηση.

Πριν την εξέταση της ουσίας της αίτησης, οφείλω να σημειώσω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση, στις αγορεύσεις τους εγείρουν ότι η υπό εξέταση αίτηση δεν μπορεί να προωθηθεί λόγω παρέλευσης του χρόνου όπως ορίζεται στο άρθρο 32 του περί Κυπριακού Οργανισμού Αναπτύξεως Γης Νόμου του 1980 (42/1980). Διαφωνώ με αυτή τους τη θέση. Ο ως άνω νόμος δεν τίθεται στη νομική βάση της αίτησης, ούτε ως σχετικός λόγος ένστασης.  Ακόμα το άρθρο 32 άπτεται της έγερσης αγωγής εναντίον του Οργανισμού. Εδώ εκείνο που εξετάζεται είναι συγκεκριμένη αίτηση, ως αποτέλεσμα διατάγματος που εκδόθηκε σε αγωγή και όχι η έγερση αυτής κάθε αυτής της αγωγής. Έτσι το εν λόγω άρθρο δεν τυγχάνει εφαρμογής.

Εγείρονται επίσης ζητήματα κατάχρησης διαδικασίας και δεδικασμένου, αφού προηγούμενη αίτηση με ανάλογο αιτητικό είχε καταχωρηθεί σε προηγούμενο στάδιο και αποσύρθηκε ανεπιφύλακτα αλλά και λόγω της καταχώρησης της αγωγής με αριθμό 2708/23 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Όταν τίθεται ζήτημα κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας, το Δικαστήριο οφείλει να βεβαιώνεται ότι πρόκειται περί περιπτώσεως ξεκάθαρα καταχρηστικής φύσεως[1]. Σε περίπτωση ξεχωριστών διαδικασιών, ακόμα και αν υπάρχουν ταυτόσημα αιτητικά, αν η κύρια θεραπεία διαφέρει σε μια εκ των δύο διαδικασιών, δεν τίθεται θέμα κατάχρησης διαδικασίας[2]. Εδώ με την αγωγή επιζητείται κάτι διαφορετικό από την υπό εξέταση αίτηση. Η παρούσα, δε, είναι διαδικασία παρακοής υφιστάμενου διατάγματος, η φύση της είναι οιωνοί ποινική, ως θα εξηγηθεί κατωτέρω, ενώ η αγωγή 2708/23, αξιώνει κάτι πολύ διαφορετικό.

Αναφορικά με την απόσυρση προηγούμενης αίτησης, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι εκείνη στρεφετο εναντίον άλλου προσώπου, ήτοι του τότε διευθυντή των Καθ’ ων η αίτηση και όχι της κ. Συμεωνίδου, άρα δεν υφίσταται ταυτότητα διαδίκων[3]. Ακόμα η διαφορά δεν είχε επιλυθεί επί της ουσίας τότε, ώστε να δημιουργείται ζήτημα δεδικασμένου[4]. Ούτε προκύπτει η όποια κατάχρηση, αφού η συμπεριφορά που παρουσιάζει η Αιτήτρια ως επιλήψιμη είναι διαρκής, από την έκδοση του διατάγματος μέχρι και πρόσφατα, όταν με επιστολές τα μέρη κατέγραψαν τις διαφωνίες τους.

Νομική βάση της αίτησης είναι το άρθρο 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/1960 και η Διαταγή 42 Α. Η πλούσια νομολογία ορίζει ότι  η διαδικασία της παρακοής αποτελεί οιωνοί ποινική διαδικασία και θα πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι υπήρξε ηθελημένη παρακοή, που αποτελεί την υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος («mens rea»)[5]. Συνεπώς θα πρέπει να ικανοποιούνται πλην των τυπικών προϋποθέσεων που είναι (α) Διάταγμα εν ισχύ, (β) η αναγραφή στο Διάταγμα της αναγκαίας οπισθογράφησης, (γ) η προσωπική επίδοση του Διατάγματος, (δ) η προσωπική επίδοση της αίτησης παρακοής και τα ουσιώδη στοιχεία που είναι (Α) η αντικειμενική υπόσταση ("actus reus") και  (Β) η υποκειμενική υπόσταση ("mens rea") του αδικήματος της αστικής καταφρόνησης όπως αυτό ορίζεται στο Άρθρο 42 του Νόμου 14/60[6]. H φύση της διαδικασίας και οι κυρώσεις που μπορεί να προκύψουν, επιβάλλουν, όπως έχει επανειλημμένως διακηρυχθεί, τη σχολαστική τήρηση των δικονομικών κανόνων που διέπουν την άσκηση της δικαιοδοσίας που παρέχει το άρθρο 42[7]. Ακόμα είναι θεμελιωμένο ότι ένα προστακτικό διάταγμα του δικαστηρίου, παρακοή του οποίου επιφέρει τον κίνδυνο της φυλάκισης, πρέπει να είναι απόλυτα σαφές ώστε το διατασσόμενο πρόσωπο να γνωρίζει επακριβώς τί θα πρέπει να πράξει[8].

Προϋποθέσεις τυπικές και ουσιαστικές, όπως εκθέτονται παραπάνω, δεν πληρούνται εν προκειμένω, όπως θα εξηγηθεί κατωτέρω. Εν πρώτοις από το αιτητικό της αιτήσεως, προκύπτει ότι αυτή στρέφεται εναντίον της κ. Ελένης Συμεωνίδου, η οποία καλείται μάλιστα να καταδείξει λόγο για να μη φυλακιστεί ή πληρώσει πρόστιμο, λόγω ανυπακοής διατάγματος. Ανυπακοής της ίδιας, όπως στην αίτηση προσδιορίζεται, έστω για ενέργειες που όφειλαν οι Καθ’ ων η αίτηση να λάβουν. Ειρήσθω εν παρόδω, η κ. Συμεωνίδου στην αίτηση παρουσιάζεται ως Πρόεδρος των Καθ’ ων η αίτηση, ενώ ως η ίδια κατέδειξε είναι γενική διευθύντρια των από 1/7/2021.

Παρά ταύτα εντός του φακέλου δεν φαίνεται το επίδικο διάταγμα να έχει επιδοθεί στην κ. Συμεωνίδου ή έστω στους Καθ’ ων η αίτηση. Εντός του φακέλου δεν υπάρχει σχετική επίδοση, ενώ στην αίτηση και την ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει καμιά αναφορά σε επίδοση δεν γίνεται. Ακόμα όμως και όταν τέθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ως λόγος ένστασης, η μη επίδοση, και δόθηκε άδεια στην Αιτήτρια για να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση, πάλι ουδέν αναφέρεται σε σχέση με την επίδοση του διατάγματος.

Ως προς τη σαφήνεια του διατάγματος, η κυπριακή νομολογία έχει ακολουθήσει το λόγο της νομολογίας του Ηνωμένου Βασιλείου[9]. Εκεί στην απόφαση Harris v. Harris, A-G v. Harris [2001] 2 FLR 895, γίνεται παραπομπή στην Ellerman Lines Ltd v Read [1928] 2 KB 144, ως εξής:

«It is a matter of very great importance that the orders of the Court .... should make it quite clear what the Court is ordering to be done»

Στη Rudkin-Jones v Trustee of the Property of the Bankrupt (1965) 109 Sol Jo 334, η οποία επίσης καθοδήγησε το Δικαστήριο στη Harris, διαβάζουμε ότι:

«I do want to protest as strongly as I can at the granting of injunctions in that form. It means then that the person against whom the injunction is granted .... has to look at another document in order to see what it is that he is enjoined from doing .... It cannot be too clearly understood .... that a person is entitled to look and look only at the order to see what it is that he is enjoined from doing. He looks at that order and finds out from the four walls of it and from no other document exactly what it is that he must not do.»

Στην The Commissioner of Water Resources v Federated Engine Drivers' and Firemen's Association of Australasia Queensland Branch [1988] 2 Qd R 385 ειπώθηκε ότι:

«the order should be so expressed that the person to whom it is directed should be able by reading it and without more, at once to know what it is that he must do, or refrain from doing, in order to comply with its terms.»

Εκ των ως άνω συνάγεται ότι προστακτικό διάταγμα, πρέπει να καθορίζει επακριβώς ποιες ενέργειες οφείλει ο αποδέκτης του να λάβει, χωρίς να είναι αναγκαία η εξέταση ή ανασκόπηση του όποιου άλλου εγγράφου. Το διάταγμα πρέπει να είναι αυτόδηλο, να μη χρειάζεται επεξηγήσεις ή αναδρομή σε ερμηνευτικά στοιχεία.

Το επίδικο διάταγμα δεν συγκεντρώνει τα ως άνω χαρακτηριστικά. Διατάζοντας να αναληφθούν όλες οι απαραίτητες εργασίες και διορθώσεις για να βγει το πρόβλημα, σίγουρα δεν διευκρινίζεται τι οι Καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να πράξουν. Αρχικά δεν διευκρινίζεται ποιο πρόβλημα οφείλουν να λύσουν, ώστε να μπορεί έστω να υποτεθεί ποιες ενέργειες θα πρέπει να ληφθούν. Δεν καθορίζεται δηλαδή το ουσιώδες, το πρόβλημα που χρήζει επίλυσης, πόσω μάλλον οι ενέργειες που πρέπει να ληφθούν προς επίλυση του. Και τούτο έχει καθοριστική σημασία σε ό,τι αφορά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, τα ουσιώδη στοιχεία που πρέπει να πληρούνται για να επιτύχει αίτηση αυτής της φύσεως.

Ειδικότερα είναι παραδεκτό ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε ενέργειες για την επίλυση του προβλήματος της Αιτήτριας. Οι πρώτοι κρίνουν ως επαρκείς τις εργασίες που έγιναν για την επίλυση του προβλήματος, ενώ η τελευταία το ακριβός αντίθετο. Η μη διασαφήνιση αφενός των εργασιών, στις οποίες οι Καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να προβούν και αφετέρου του προβλήματος που κλήθηκαν να επιλύσουν στο σώμα του διατάγματος, είναι που έδωσε έρεισμα σε αυτή τη διελκυστίνδα. Σε κάθε όμως περίπτωση δεν μπορεί να αποφασιστεί, λόγω της ασάφειας του διατάγματος, αν οι Καθ’ ων η αίτηση είχαν πρόθεση καταστρατήγησης του επίδικου διατάγματος και δη αυτή (η πρόθεση) να αποδειχθεί πέρα από κάθε λογική αμφιβολία, ως η νομολογία επιτάσσει[10], αφού οι όποιες ενέργειες τους δεν καθορίζονται σαφώς στο διάταγμα.

Αξίζει να αναφερθεί ότι από τη στιγμή που η αίτηση στρέφεται εναντίον της κ. Συμεωνίδου, η Αιτήτρια όφειλε να παρουσιάσει μαρτυρία που να αποδεικνύει την επιλήψιμη συμπεριφορά της Γενικής Διευθύντριας. Όφειλε να αποδείξει την με πρόθεση, ηθελημένη αποτυχία της να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφωθεί με το διάταγμα[11]. Στην υπό εξέταση αίτηση, η κ. Συμεωνίδου ανέλαβε καθήκοντα μόλις τον Ιούλιο του 2021, καμία μαρτυρία δεν δόθηκε που να καταδεικνύει ότι έστω γνώριζε την ύπαρξη του διατάγματος. Καμία μαρτυρία δεν δόθηκε σε σχέση με την όποια συμπεριφορά, ενέργεια η παράλειψη της που να φανερώνει ηθελημένη αποτυχία εκτέλεσης του διατάγματος.

Για τους λόγους που εξηγήθηκαν πιο πάνω η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται. Δεν υπάρχει λόγος τα έξοδα να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αίτησης. Επιδικάζονται δικηγορικά έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 



[1] ECLI:CY:DOD:2019:8, xxxx ν. xxxx, Έφεση Αρ. 33/2016, 28/5/2019

[2] Pambos & Kostakis Moleskis Trading Ltd και Άλλοι ν. Melpomeni Hotel Apartments Ltd [2011] 2 ΑΑΔ 365

[3] Γαβριήλ κ.ά. ν. Αγαπίου [1998] 1 Α.Α.Δ. 1868.

[4] Σοφοκλέους Ανδρέας ν. Κωστάκη Ταβελούδη και Άλλου [2002] 1 ΑΑΔ 92

[5] Νεοφύτου ν. Βλάμη Νεοφύτου, ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 31/2019, 17/12/2020

[6] AM v. CME, ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 19/2019, 10/7/2020

[7] Krashias Shoe Factory Ltd V. Adidas [1989] (Ε) 1 Α.Α.Δ. 750

[8] Ελένη Κωνσταντίνου ν. Κώστας Ξιούρου, [2014] 1 ΑΑΔ 922

[9] Ο.π.π.

[10] Παπαχρυσοστόμου ν. Σιδερά [1993] 1 Α.Α.Δ. 309

[11] Att. Gen. for Tuvalu v. Philatelic Distribution Corp Ltd [1990] 2 All ER 216, Arlidge, Eady &Smith on Contempt, 4th Edition, par. 2-115


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο