ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1964/23 (iJustice)

Μεταξύ:

Πάνος Καρυδάς

Ενάγοντας

- και -

 

Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ

Εναγόμενη

----------------------------------

 

Αίτηση, ημερ. 17.5.24, για έκδοση προσωρινών Διαταγμάτων

 

 

Ημερομηνία: 31 Μαΐου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για ενάγοντα - αιτητή: κ. Σ. Αυγουστή

Για εναγόμενη – καθ’ ης η αίτηση: κα Κ. Κυριάκου  

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ενάγοντας, στην έκθεση απαίτησης, η οποία καταλαμβάνει 20 πυκνογραμμένες σελίδες, αναφέρει ότι το 2010 εκδόθηκε απόφαση εναντίον του σε αγωγή του Ε.Δ. Λάρνακας αναφορικά με συμφωνία δανείου και συμφωνία υποθήκης που σύναψε με την εναγόμενη.  Η εναγόμενη, ισχυρίζεται, τον εξαπάτησε και ως εκ τούτου, ζητά τον παραμερισμό της απόφασης.  Σε σχέση με τις συμφωνίες, αναφέρει ότι περιέχουν καταχρηστικές ρήτρες, παράνομες χρεώσεις και αμφισβητεί το οφειλόμενο ποσό.  Αναφέρει επίσης ότι η εναγόμενη παραβίασε τις θέσμιες, νόμιμες και συμβατικές υποχρεώσεις της.  Καταλογίζει στην εναγόμενη αμέλεια, δόλο και απάτη.  Με 19 αιτητικά ζητά την ακύρωση των συμφωνιών και αποζημιώσεις.   

Μέχρι σήμερα δεν καταχωρήθηκε υπεράσπιση.

Ο ενάγοντας, με την παρούσα αίτηση, ζητά Διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται ο πλειστηριασμός των ενυπόθηκων ακινήτων, ο οποίος είναι προγραμματισμένος στις 4.6.24 (αιτητικό Α) και Διάταγμα με το οποίο να απαγορεύεται στην εναγόμενη να εκποιήσει τα ενυπόθηκα ακίνητα (αιτητικό Β).

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, ο ενάγοντας αναφέρει ότι το 2010 εκδόθηκε απόφαση εναντίον του εν αγνοία του.  Αμφισβητεί την απόφαση.  Ενημερώθηκε για την έκδοσή της το 2023.  Αμφισβητεί το οφειλόμενο ποσό.  Αμφισβητεί την εγκυρότητα της υποθήκης.  Αμφισβητεί τις ειδοποιήσεις σε σχέση με τον προγραμματισμένο πλειστηριασμό βάσει του Μέρους VIA, Ν.9/65. 

Η εναγόμενη ενίσταται.  Επικαλείται 19 λόγους ένστασης, μεταξύ άλλων, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων.

Στην ένορκη δήλωση της εναγόμενης, αναφέρεται ότι η απόφαση εκδόθηκε λόγω μη καταχώρισης Σημειώματος Εμφάνισης εκ μέρους του (εδώ) ενάγοντα, παρόλο που, ως αναφέρεται σε αυτή, του επιδόθηκε δεόντως (Τεκμήριο 4).  Η απόφαση αφορά το δάνειο και την υποθήκη, με την οποία διατάχθηκε η εκποίησή της.  Μέχρι σήμερα, ο ενάγοντας ουδέν διάβημα έλαβε για να παραμερίσει την απόφαση.  Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ενάγοντα ότι έλαβε γνώση της απόφασης μόλις το 2023, η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι το 2014, στην παρουσία του ενάγοντα, εκδόθηκε εκ συμφώνου Διάταγμα για την αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις (Τεκμήριο 8). 

Οι δύο πλευρές προσκόμισαν γραπτές αγορεύσεις. 

Έλαβα υπόψη μου όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου στον αναγκαίο βαθμό, έστω κι αν δεν γίνεται αναφορά στο κείμενο της απόφασης.

Οι αρχές που διέπουν το άρθρο 32 είναι γνωστές.  Στην Odysseos v. Pieris Estates a.ο. (1982) 1 C.L.R. 557 διατυπώθηκαν ως εξής: σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, πιθανότητα ο αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία και, αν δεν εκδοθεί το Διάταγμα, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο κατοπινά να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη.  Περαιτέρω, το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια κατά πόσον είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδοθεί το Διάταγμα (Ιορδάνους v. PS Seamless Gutters Ltd, Πολιτική Έφεση 4/22, ημερ. 8.11.22).  Επαναλήφθηκαν πρόσφατα από το Εφετείο στις Marfut v. Zaforpo Ventures Ltd, Πολιτική Έφεση Ε144/20, ημερ. 29.3.24 και Δημητριάδη v. Gordian Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση Ε101/22, ημερ. 5.3.24.

Ο ενάγοντας αναφέρεται εκτενώς, τόσο στην έκθεση απαίτησης όσο και στην ένορκη δήλωσή του, στη διαδικασία εκποίησης της υποθήκης με βάση το Μέρος VIA, Ν.9/65.  Στην έκθεση απαίτησης ζητά τον παραμερισμό των σχετικών ειδοποιήσεων.  Με την παρούσα αίτηση ζητά να ανασταλεί ο προγραμματισμένος πλειστηριασμός (αιτητικό Α).  Στη Μυλωνάς v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση Ε176/19, ημερ. 10.12.19, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι:

«…η αναστολή του πλειστηριασμού που ορίστηκε την 11.12.2019 και η αναστολή της  ισχύος της ειδοποίησης κατά τον τύπο «ΙΑ» ημερ. 15.7.2018 δεν ήταν θεραπείες που θα μπορούσαν να χορηγηθούν στην αγωγή ή στην αίτηση που καταχωρίστηκε στα πλαίσια της.  Η διαδικασία μέσω της οποίας μπορεί να ακυρωθεί ο πλειστηριασμός είναι με την προσβολή της διαδικασίας στη βάση της οποίας ορίστηκε και προς τούτο ο Εφεσείοντας, όπως μας έχει πληροφορήσει, καταχώρησε έφεση στο Ε.Δ. Λάρνακας.  Στην αίτηση στα πλαίσια της αγωγής ό,τι μπορούσε να εκδοθεί, νοουμένου ότι πληρούνταν οι σχετικές προϋποθέσεις, ήταν διάταγμα που να απαγορεύει την εκποίηση της υποθήκης που η αγωγή αφορά.» 

Επομένως, το αιτητικό Α υπόκειται σε απόρριψη.

Στρεφόμενος στο αιτητικό Β, σημειώνω τα εξής: 

Το πρώτο κριτήριο, ήτοι η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, αφορά στην ανάγκη ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης (arguable case) με βάση τα δικόγραφα.  Απαιτείται η ύπαρξη απαίτησης, η οποία κατά το δίκαιο, να αποτελέσει αντικείμενο διεκδίκησης ενώπιον αρμόδιου Δικαστηρίου (Γενικός Εισαγγελέας κ.ά. v. Cypra Ltd, Πολιτική Έφεση Ε153/14, ημερ. 12.10.22).

Κρίνω σκόπιμο, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης, να παραθέσω αυτούσια τα όσα σχετικά επικαλείται ο συνήγορος του ενάγοντα στην αγόρευσή του:

«Είναι η θέση μας, κύριε Πρόεδρε, ότι αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση με βάση τα όσα φαίνονται τόσο στην έκθεση απαίτησης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής όσο και στην ένορκη δήλωση του αιτητή.

Ως φαίνεται ξεκάθαρα τόσο από την έκθεση απαίτησης όσο και από την ένορκη δήλωση του αιτητή, ο αιτητής ζητεί να κηρυχθεί ακυρώσιμη η [επίδικη] υποθήκη, λόγω του ότι πιέστηκε από την καθ’ ης η αίτηση να υποθηκεύσει τα χωράφια του, παρόλο που ο ίδιος δεν ήθελε.

Περιπλέον, ο αιτητής αιτείται την έκδοση απόφασης εναντίον της καθ’ ης η αίτηση και δη την ακύρωση και/ή κήρυξή τους ως ακυρώσιμες της συμφωνίας δανείου και της εξασφάλισης καθώς και την ακύρωση και/ή παραμερισμό της απόφασης ημερομηνίας 20.10.10, παραθέτοντας σχετικές λεπτομέρειες στην έκθεση απαίτησής του.

Επίσης, ο αιτητής αμφισβητεί το κατ’ ισχυρισμό υπέρογκο οφειλόμενο ποσό και ισχυρίζεται ότι υπάρχουν υπερχρεώσεις, καταχρηστικές ρήτρες, παράνομες χρεώσεις, χρεώσεις ανατοκισμού, παραθέτοντας τις σχετικές λεπτομέρειες. 

Επιπλέον, εμφαίνεται ξεκάθαρα από τα γεγονότα που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή ότι τόσο η έκδοση δικαστικής απόφασης, οι συμφωνίες που υπογράφτηκαν από τον αιτητή όσο και η συμφωνία παροχής πιστωτικής διευκόλυνσης με την παρεχόμενη σε αυτή εξασφάλιση ήταν προϊόν ψυχικής πίεσης, εξαναγκασμού, απάτης και αθέμιτων πιέσεων της καθ’ ης η αίτηση προς τον αιτητή.»

Η έμφαση είναι του Δικαστηρίου.

Ο παραμερισμός με αγωγή μιας απόφασης η οποία εκδόθηκε με δόλο μπορεί να αποτελέσει αιτία αγωγής (Παπαναστασίου v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση 284/14, ημερ. 16.1.23), ECLI:CY:AD:2023:A7.  Ο ενάγοντας στην έκθεση απαίτησης αιτείται τον παραμερισμό της απόφασης (παρ. 40(Α)(1)).  Είναι δικογραφημένος ισχυρισμός του ότι η εναγόμενη τον εξαπάτησε προχωρώντας με την έκδοση απόφασης εν αγνοία του, ενώ ήταν σε συνομιλίες για αναδιάρθρωση.    

Το πρώτο κριτήριο, επομένως, ικανοποιείται.  

Το δεύτερο κριτήριο, ήτοι η πιθανότητα ο αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία, σχετίζεται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης του αιτητή με βάση τη μαρτυρία που παρουσιάζει μέσα από τις ένορκες δηλώσεις ή τυχόν αντεξέταση, όταν ζητείται.  Ο αιτητής οφείλει να καταδείξει ότι έχει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας, δηλαδή κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Γενικός Εισαγγελέας v. Cybarco Contracting Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Ε53/21, ημερ. 10.2.22).  Ό,τι απαιτείται, δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος, αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της ύπαρξής του (Hazlewood Investment & Finance Ltd v. Manuel κ.ά., Πολιτικές Εφέσεις Ε14/17 και Ε209/17, ημερ. 16.7.19).  Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται σε θέματα αξιοπιστίας ή σε διατύπωση ευρημάτων τα οποία θα κριθούν στο τελικό στάδιο της υπόθεσης και αφού η μαρτυρία τεθεί στη βάσανο της αξιολόγησης (Πολυβίου κ.ά. v. MCNV Georgiou Trading Co Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Ε74/14, ημερ. 12.1.22).

Κρίνω σκόπιμο, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης, να παραθέσω αυτούσια τα όσα σχετικά επικαλείται ο συνήγορος του ενάγοντα στην αγόρευσή του:

«Στην προκειμένη περίπτωση, υιοθετώντας όλα όσα έχουμε αναφέρει στο πρώτο κριτήριο αλλά και με τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου φαίνεται ότι ο αιτητής έχει περισσότερο από ορατή πιθανότητα επιτυχίας.

Επίσης, όπως προκύπτει και από την ένορκη δήλωση του αιτητή, σε σχέση με το κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενο ποσό, καλόπιστα αμφισβητείται το ύψος της εν λόγω οφειλής προς την καθ’ ης η αίτηση καθώς και η εγκυρότητα της υπό αναφορά πιστωτικής διευκόλυνσης αλλά και εξασφάλισης.  Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, ο αιτητής ζητεί να κηρυχθεί ακυρώσιμη η υποθήκη, λόγω του ότι πιέστηκε από την καθ’ ης η αίτηση να υποθηκεύσει τα ακίνητά του, παρόλο που ο ίδιος δεν ήθελε.»

Ο ενάγοντας στην ένορκη δήλωσή του αναφέρει ότι η απόφαση «εκδόθηκε εν αγνοία του και ως εκ τούτου αμφισβητεί την εγκυρότητά της». 

Η πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει όπως η μαρτυρία στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας. 

Εδώ, διαπιστώνεται ότι η ένορκη δήλωση του ενάγοντα δεν αναφέρεται με επάρκεια σε γεγονότα που να καταδεικνύουν την ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας σε σχέση με τον επιδιωκόμενο παραμερισμό της απόφασης.  Ο συνήγορος του ενάγοντα υποστήριξε στην αγόρευσή του ότι «εμφαίνεται ξεκάθαρα από τα γεγονότα που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή ότι τόσο η έκδοση δικαστικής απόφασης [… ] ήταν προϊόν ψυχικής πίεσης, εξαναγκασμού, απάτης και αθέμιτων πιέσεων της καθ’ ης η αίτηση προς τον αιτητή».  Με κάθε σεβασμό, ο ενάγοντας στην ένορκη δήλωσή του δεν αναφέρει κάτι τέτοιο.  Ό,τι ο ίδιος αναφέρει είναι ότι η απόφαση εκδόθηκε «εν αγνοία του και ως εκ τούτου αμφισβητεί την εγκυρότητά της».  Πρόκειται για ένα γενικόλογο ισχυρισμό. 

Όπως λέχθηκε στην Κυτάλα κ.ά. ν. Χρύσανθου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253:

«…η γενικότητα του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης των εφεσειόντων μοιάζει με ισχυρισμό που εκφράζει θέση και μάλιστα υπό τύπο κατάληξης.  Ως εκ τούτου στερείται αξίας από άποψης αποδεικτικού υλικού εφόσον δεν εκτίθενται γεγονότα με την αναγκαία λεπτομέρεια που να παρέχει έρεισμα το οποίο να δικαιολογεί τη θέση.  Η κατάληξη πρωτόδικα ότι δεν καταδείχθηκε πιθανότητα επιτυχίας ήταν απόλυτα ορθή.»

Ο ενάγοντας υιοθετεί στην ένορκη δήλωσή του τους ισχυρισμούς της έκθεσης απαίτησης.  Εκεί αναφέρεται:

«…η εναγόμενη καταχώρισε την αγωγή υπ’ αριθμό 1677/10 ενώπιον του του Ε.Δ. Λάρνακας, εναντίον του ενάγοντα η οποία ουδέποτε επιδόθηκε στον ενάγοντα.  Ειδικότερα, είναι ισχυρισμός του ενάγοντα ότι η εναγόμενη ενήργησε δόλια και/ή ύπουλα και/ή ανήθικα καθότι, κατά ή περί το 2010, ο ενάγοντας βρισκόταν σε συνομιλίες με την εναγόμενη για διαδικασία αναδιάρθρωσης του φερόμενου δανείου και/ή πιστωτικής διευκόλυνσης.  Παρά ταύτα, η εναγόμενη εξαπάτησε τον ενάγοντα προχωρώντας με την έκδοση απόφασης ημερομηνίας 20.10.10 εναντίον του ενάγοντα εν αγνοία του.  Η εν λόγω απόφαση ημερομηνίας 20.10.10 ουδέποτε επιδόθηκε στον ενάγοντα και/ή ουδέποτε ενημερώθηκε για την έκδοσή της…»

Δεν επεξηγείται με ποιο τρόπο η εναγόμενη εξαπάτησε τον ενάγοντα.  Ό,τι επικαλείται ο ενάγοντας ως γεγονός είναι ότι η απόφαση εκδόθηκε εν αγνοία του.  Ήταν αναγκαίο να αναφερθούν γεγονότα που να στοιχειοθετούν, για σκοπούς της παρούσας, προοπτική επιτυχίας ότι ο ενάγοντας εξαπατήθηκε και ότι συνεπεία της εξαπάτησης εκδόθηκε απόφαση εναντίον του.  Πάγια νομολογιακή αρχή η οποία επαναλήφθηκε πρόσφατα στη Molvi Estates Ltd v. Κίμωνος κ.ά., Πολιτική Έφεση Ε193/2015, ημερ. 9.5.23:

«…αυτό που πρέπει να αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση είναι ότι ο ενάγων έχει προοπτικές επιτυχίας οι οποίες υφίστανται στην ουσία και στην πραγματικότητα…  η προοπτική επιτυχίας δεν μπορεί παρά να εξετάζεται στη βάση μαρτυρίας.  Δεν ήταν επομένως αρκετό το περιεχόμενο της Γενικής Οπισθογράφησης της αγωγής της εφεσείουσας, ούτε η παρουσίαση της Έκθεσης Υπεράσπισης που είχε καταχωρίσει στην αγωγή της εφεσίβλητης 2, όπου προβάλλονταν οι ισχυρισμοί της.  Θα έπρεπε να είχαν περιγραφεί τέτοια γεγονότα που να καθιστούσαν τις προβαλλόμενες θέσεις να έχουν προοπτική επιτυχίας.»

Εν ολίγοις, επαφίετο στον ενάγοντα (ως αιτητής) να αναφερθεί στην ένορκη δήλωσή του σε γεγονότα που να καταδεικνύουν ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας, ως οι πάγιες νομολογιακές αρχές ορίζουν.  Δεν το έπραξε.

Οι δε λοιποί ισχυρισμοί του ενάγοντα σε σχέση με την ακύρωση των συμφωνιών και το οφειλόμενο ποσό είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τον παραμερισμό της απόφασης. 

Το δεύτερο κριτήριο, επομένως, δεν ικανοποιείται. 

Παρενθετικά σημειώνω ότι η εναγόμενη αναφέρεται στην αξιοπιστία του ενάγοντα και στους ισχυρισμούς του ότι η αγωγή δεν του επιδόθηκε και ότι ενημερώθηκε για την έκδοση της απόφασης μόλις το 2023.  Προς τούτο, η εναγόμενη προσκόμισε ως τεκμήριο την απόφαση, στην οποία αναγράφεται ότι η αγωγή επιδόθηκε δεόντως στον ενάγοντα (Τεκμήριο 4 στην ένσταση).  Επίσης, η εναγόμενη προσκόμισε ως τεκμήριο εκ συμφώνου Διάταγμα αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις, το οποίο εκδόθηκε στην παρουσία του ενάγοντα το 2014 (Τεκμήριο 8 στην ένσταση).  Με κάθε σεβασμό, περιορίζομαι να επαναλάβω ότι είναι ανεπίτρεπτο για το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό να καταλήξει σε τελικά συμπεράσματα ή να προβεί σε ευρήματα ως προς την αξιοπιστία διάδικου.

Η κατάληξη περί μη ικανοποίησης του δεύτερου κριτηρίου σφραγίζει και την τύχη της αίτησης.  Συνεπώς, η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης καθίσταται αχρείαστη (Ben Oldman Special Situations Fund v. Galravia Commercial Ltd, Πολιτική Έφεση Ε48/18, ημερ. 6.11.23).

Σε κάθε περίπτωση, σημειώνω ούτε το τρίτο κριτήριο ικανοποιείται.  Το κριτήριο αυτό ικανοποιείται όταν ο αιτητής δεν θα αποζημιωθεί πλήρως με την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης.  Λαμβάνονται υπόψη και άλλα στοιχεία και μεταβλητά κριτήρια, ανάλογα με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.  Και αυτό διότι η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς, αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του διάδικου που επιδιώκει τη θεραπεία (Α. Χατζηπιερής Λτδ v.  Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Έφεση Ε1/15, ημερ. 5.4.21).  Το θέμα δεν εξετάζεται αόριστα, αλλά είναι «άρρηκτα συνδεδεμένο» με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του αιτητή (Loucas Panayiotou Estates Ltd κ.ά. v. Hellenic Bank Public Company Ltd, Πολιτική Έφεση Ε203/13, ημερ. 11.9.19).  Ο ενάγοντας, ως αναφέρει, χρησιμοποιεί τα ενυπόθηκα ακίνητα για γεωργικούς και κτηνοτροφικούς σκοπούς.  Χωρίς αυτά, προσθέτει, «θα χάσει ένα σημαντικό εισόδημα».  Με άλλα λόγια, επικαλείται οικονομικούς λόγους.  Δεν αποδίδει όμως στην εναγόμενη οποιαδήποτε οικονομική ανικανότητα. 

Η αίτηση απορρίπτεται.

Η κατάληξη αυτή καθιστά αχρείαστη την εξέταση των λοιπών λόγων ένστασης.

Τα έξοδα δεν εντοπίζεται λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα.  Επιδικάζονται εναντίον του ενάγοντα, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

(Υπ.) ……………………..

Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο