ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αίτ. Αρ.: 655/22 (Ι-Justice)

 

Επί τοις αφορώσι την εταιρεία ALPHA BANK CYPRUS LTD

 

και

 

Επί τοις αφορώσι την εταιρεία SKY CAC LIMITED

 

και

 

Επί τοις αφορώσι το προταθέν Σχέδιο Διακανονισμού μεταξύ της εταιρείας Alpha Bank Cyprus Ltd, της εταιρείας Sky Cac Limited και του μετόχου αυτών με βάση τα άρθρα 198, 199 κα 200 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ.113.

---------------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 28/11/2023

για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 13 Μαΐου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Αιτητές: κ. Ν. Ιωάννου, Αιτητής 6.

Για Καθ΄ων η Αίτηση Alpha Bank Ltd και Alpha Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε.: κ. Μακρίδης για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ΄ων η Αίτηση SKY CAC Ltd: κ. Μίτλεντον με κ. Καλλένο για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.

Για Κεντρική Τράπεζα: κα Ραφτοπούλου για Αλέκος Ευαγγέλου & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Παραλήπτη – Διαχειριστή: κ. Π. Πανάγος για Πανάγος & Πανάγος Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η  Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με μονομερή αίτησή τους οι Αιτήτριες αιτήθηκαν την έκδοση προσωρινού διατάγματος το οποίο να απαγορεύει τη διάθεση ή/και την αποξένωση ή/και την πώληση ή/και τη μεταβίβαση ή/και την επιβάρυνση οποιασδήποτε περιουσίας των Αιτητριών 1 και 4, ήτοι της Alpha Panareti Public Ltd και της The Sunset Boulevard Tourist and Estate Company Limited μέσω του Παραλήπτη – Διαχειριστή ή από την Alpha Bank Cyprus Ltd και την SKY CAC Ltd. Παράλληλα, ζήτησαν διάταγμα που να αναστέλλει τις εξουσίες του Παραλήπτη - Διαχειριστή σε σχέση με τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 26/04/2004, 18/10/2010 και 31/10/2018 μέχρι την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης ή άλλης διαταγής του Δικαστηρίου. Ζητήθηκε και διάταγμα το οποίο να απαγορεύει στους Καθ΄ ων η Αίτηση, Alpha Bank και SKY CAC Ltd, από το να πωλήσουν ή/και να αποξενώσουν ή/και να επιβαρύνουν οποιανδήποτε περιουσία των Αιτητριών Εταιρειών.

 

Το Δικαστήριο αφού μελέτησε την αίτηση εξέδωσε Διάταγμα ως το αιτητικό (1) της Αίτησης απαγορεύοντας στον Διαχειριστή – Παραλήπτη την διάθεση και/ή αποξένωση και/ή πώληση και/ή μεταβίβαση με οποιονδήποτε τρόπο και προς όφελος των Καθ΄ων η αίτηση ακινήτων των Αιτητριών.

 

Ως νομική θεμελίωση της αίτησης καταγράφονται τα άρθρα 2, 22, 29 ‑ 32 και 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 1 ‑ 25 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου Ν.169(Ι)/15 ως τροποποιήθηκε, τα άρθρα 2 μέχρι 19 και 33 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, τα άρθρα 83 – 89, 90 – 100, 198 -200, 334 – 344 και 372 του περί Εταιρειών Νόμου, τα άρθρα 14 – 20, 23 και 24 του περί Συμβάσεων Νόμου, τα άρθρα 5, 21, 27, 44, 44Α(1) μέχρι 44ΙΕ και γενικά τα άρθρα 44Α ‑ 44ΙΑΑ και τα Παραρτήματα του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακίνητων Νόμου και των Κανονισμών, στο άρθρο 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, τα άρθρα 23 και 24 του περί Συμβάσεων Νόμου, το άρθρο 42 του περί Ερμηνείας Νόμου, στους κανονισμούς 1 - 13 των περί Εταιρειών Διαδικαστικών Κανονισμών, στην Δ.39 θ.θ.1 – 21, Δ.48 θ.θ. 1 - 12, Δ.57 θ.θ. 1 - 2, Δ.64 θ.θ.1 - 3, στην Οδηγία Ε.Ε.2021/2167 ημερ. 24/11/2021 που αφορά τους Διαχειριστές Πιστώσεων και τους Αγοραστές Πιστώσεων, το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 4 και 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, τα Άρθρα 23, 26, 28 και 30 του Συντάγματος, το Άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α., το Άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., το Άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., στην αρχή της Επιείκειας Equity of Redemption, στις Αρχές του Κοινοδικαίου και της Επιείκειας, στο άρθρο 372 του περί Εταιρειών Νόμου, στη νομολογία, στη νομολογία του Δ.Ε.Ε. και του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η συγκεκριμένη αίτηση καταγράφηκαν σε ένορκη δήλωση του Ανδρέα Ιωάννου, Αιτητή 7, ενός εκ των διευθυντών του Ομίλου εταιρειών Alpha Panareti και διευθυντή των Αιτητριών στην υπό κρίση αίτηση. Δέον να σημειωθεί ότι στην αίτηση καταγράφεται ότι τα γεγονότα θα παρατεθούν από τον Νεόφυτο Ιωάννου Νεοφύτου, Αιτητή 6. Ο ίδιος, ως καταγράφει, γνωρίζει πολύ καλά τα γεγονότα από προσωπική γνώση αλλά και από έγγραφα που έχει στην κατοχή του. Είναι η θέση του ότι το Σχέδιο Διακανονισμού μεταξύ της εταιρείας εξαγοράς πιστώσεων Alpha Bank Cyprus Ltd, της εταιρείας SKY CAC Ltd και του κοινού μετόχου αυτών, δηλαδή της εταιρείας Alpha Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε., είναι παράνομο και εξ υπαρχής άκυρο και σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί γνήσιο και έγκυρο Σχέδιο Διακανονισμού. Κατά τη δική του άποψη, το συγκεκριμένο Σχέδιο δεν υποβλήθηκε καλόπιστα και για σκοπούς εξυπηρέτησης της διαδικασίας που προβλέπεται στα άρθρα 198, 199 και 200 του περί Εταιρειών Νόμου, αλλά για να δημιουργήσει και επιβάλει τετελεσμένα γεγονότα και για να παρακαμφθούν οι αυστηρές διατάξεις του Νόμου ως προς την αγοραπωλησία πιστωτικών διευκολύνσεων και άπτεται των σχέσεων μεταξύ των Αιτητών και των Καθ΄ων η αίτηση. Υποστηρίζει ότι το Σχέδιο αποτελεί μορφή κατάχρησης της διαδικασίας για παράκαμψη της μόνης νομικής οδού, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις του Περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου Ν.169(Ι)/15. Εμμένει στη θέση ότι το επίδικο Σχέδιο Διακανονισμού καθώς και το διάταγμα ημερομηνίας 07/12/2022 αφορά άμεσα τις σχέσεις μεταξύ των Αιτητών, καθώς και των εταιρειών Alpha Bank και SKY CAC Ltd και παρά το γεγονός αυτό εκδόθηκε εν αγνοία τους και χωρίς οι Αιτήτριες να ακουστούν.

 

Όσον αφορά την αναγκαιότητα έκδοσης των αιτούμενων προσωρινών διαταγμάτων προώθησε τη θέση πως ενώ εκκρεμούσαν διαδικασίες στα πλαίσια της συγκεκριμένης αίτησης για ακύρωση του Σχεδίου Διακανονισμού, στις 16/11/2023 οι Καθ' ων η Αίτηση προχώρησαν παράνομα και εκδικητικά σε διορισμό Παραλήπτη - Διαχειριστή στις εταιρείες Alpha Panareti Public Ltd και The Sunset Boulevard Tοurist and Estate Company Ltd. Σύμφωνα με τον Ομνύοντα, η Alpha Bank προχώρησε, το 2012 και το 2014, σε μεταφορές δανείων, στις εταιρείες UMERA LTD τα στεγαστικά δάνεια και AGI - CYPRE ERMIS LTD τα επιχειρηματικά δάνεια, οι οποίες συνιστούν εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές που ανήκαν και ελέγχονταν από τη μητρική τράπεζα, την Alpha Bank Ελλάδος. Οι μεταφορές είχαν γίνει χωρίς τη συγκατάθεση των δανειοληπτών, για να παρουσιάζεται η Alpha Bank Κύπρου ως φερέγγυα και ως να μην έχει πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά της και ιδιαίτερα τα δάνεια που χορήγησε, σε μεγάλη κλίμακα, σε Ελβετικό Φράγκο. Οι συγκεκριμένες Εταιρείες αναλάμβαναν τον πιστωτικό κίνδυνο, διέγραφαν ζημιές και αναλάμβαναν ζημιές χωρίς όμως να είναι τράπεζες.

 

Είναι η δική του άποψη ότι η Τράπεζα πάγωσε τα δάνεια καθώς και οποιονδήποτε κίνδυνο και ρίσκο μαζί με τις ζωές και τις περιουσίες των δανειοληπτών της και των παρόχων εξασφάλισής τους, παρά το γεγονός ότι για 11 χρόνια θα μπορούσαν να διευθετήσουν τις υποχρεώσεις τους με βιώσιμες αναδιαρθρώσεις. Οι Αιτητές, το 2017, συμφώνησαν με την Τράπεζα για την παραχώρηση μεγάλου μέρους της περιουσίας τους προς πλήρη εξόφληση των υποχρεώσεών τους όμως στη συνέχεια η Τράπεζα υπαναχώρησε. Το ίδιο συνέβηκε και το 2018 σκόπιμα, για να καταλήξει η περιουσία του Ομίλου Panareti στο επενδυτικό ταμείο, την Cerberus Capital Management L.P.. Με την Αίτ. Αρ.1004/21 η UMERA LTD μετέφερε στην ACAC Ltd τα δάνεια και τα δικαιώματα των δανείων και ακολούθως διαλύθηκε. Όταν η ACAC Ltd αδειοδοτήθηκε ως εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων έλαβε τα δάνεια των Αιτητών από την UMERA LTD και AGI - CYPRE ERMIS LTD. Στη συνέχεια συστάθηκε η SKY CAC Ltd και χωρίς οι Αιτητές να ειδοποιηθούν, μεταφέρθηκαν τα δάνειά τους από την ACAC Ltd στην SKY CAC Ltd με την έκδοση του διατάγματος στην Αίτ. Αρ. 645/22, ενώ με την έκδοση διατάγματος στην Αίτ. Αρ.655/22 μεταφέρθηκαν οι εξασφαλίσεις των δανείων, ήτοι οι υποθήκες και τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης.

 

Το Δικαστήριο, μη γνωρίζοντας τη διαδικασία καθώς και τo γεγονός ότι εκκρεμούσε η Προσφυγή Αρ.1892/22 στο Διοικητικό Δικαστήριο, εξέδωσε τα διατάγματα ημερομηνίας 07/12/2022 και στις δύο Εταιρικές Αιτήσεις. Είναι η δική του θέση ότι δεν ήταν δυνατή και νομικά επιτρεπτή η πώληση και μεταβίβαση των δανείων και των εξασφαλίσεων που διαχωρίστηκαν σε οικονομικά και νομικά δικαιώματα. Η συμπεριφορά των Καθ' ων η Αίτηση καταγγέλθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από τους Αιτητές και λήφθηκε, στις 10/11/2023, ηλεκτρονικό μήνυμα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο οποίο καταγράφετο ότι η καταγγελία αξιολογείται και θα αποφασιστούν τυχόν ενέργειες στο εποπτικό επίπεδο. Με τη λήψη του συγκεκριμένου ηλεκτρονικού μηνύματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είναι ο ισχυρισμός του Ομνύοντα, ότι ξεκίνησε μια άνευ προηγούμενου επίθεση από τους Καθ' ων η Αίτηση για να εξοντώσουν ολοσχερώς τους Αιτητές και να καταστήσουν την αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος ημερομηνίας 07/12/2022 άνευ αντικειμένου.

 

Σε σχέση με το κατεπείγον της έκδοσης των διαταγμάτων, ο Ομνύοντας ισχυρίζεται ότι στις 16/11/2023 επιδόθηκαν δύο επιστολές από την εταιρεία SKY, οι οποίες απευθύνονταν προς τις Αιτήτριες εταιρείες, με τις οποίες ζητείτο η εξόφληση του συνολικού ποσού των €309.957.858,78, δυνάμει του Ομολόγου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 18/10/2010 το οποίο αφορά την Αιτήτρια 1 και του Ομολόγου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 31/10/2018 το οποίο αφορά την Αιτήτρια 2. Υπήρξε άμεση αντίδραση, με την αποστολή επιστολών ημερομηνίας 16/11/2023 προς τη SKY, καθώς και προς τον Έφορο Εταιρειών. Την ίδια μέρα ήταν ορισμένη η Πολ. Αίτ.Ε154/23, η οποία αφορούσε την ακύρωση του μονομερούς εκδοθέντος διατάγματος, ημερομηνίας 13/11/2023, που είχε εκδοθεί στο πλαίσιο της Αγ. Αρ.519/21 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο Διαχειριστής – Παραλήπτης, μαζί με άλλα πρόσωπα, επισκέφτηκε τα γραφεία της Αιτήτριας 1 ζητώντας να συναντηθεί με αντιπρόσωπο της. Παρά την επιμονή του ο Ομνύοντας δεν δέχθηκε να τον συναντήσει και έφυγε, πλην όμως τα άλλα πρόσωπα που τον συνόδευαν παρέμειναν στον χώρο και ξεκίνησαν να ρίχνουν πέτρες και αντικείμενα στα τζάμια των γραφείων, ενώ προσπάθησαν να παραβιάσουν και τις πόρτες για να εισέλθουν εντός του χώρου. Ο συνέταιρος του Διαχειριστή ‑ Παραλήπτη επισκέφτηκε με άλλα πρόσωπα το ξενοδοχείο της Αιτήτριας 1, στο οποίο τα συγκεκριμένα πρόσωπα είχαν διαμείνει το προηγούμενο βράδυ ως επισκέπτες, ενώ την επόμενη μέρα εμφανίστηκαν ως οι ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου με απώτερο στόχο να εκδιώξουν τους ίδιους. Συγκεκριμένο πρόσωπο κάλεσε και υπάλληλους ασφάλειας για να εκφοβίσει τους ίδιους έτσι ώστε να του παραδοθεί η περιουσία. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα βρίσκονται μέχρι και σήμερα στους χώρους του ξενοδοχείου καθώς και έξω από τα γραφεία της Αιτήτριας και λόγω αυτού οι ίδιοι είναι αναγκασμένοι να παραμένουν ξύπνιοι κατά τη διάρκεια της νύχτας για να προσέχουν τις περιουσίες τους. Υποστηρίζει ότι ο Διαχειριστής – Παραλήπτης, σε μια προσπάθειά του να δημιουργήσει τετελεσμένα και σύγχυση, άφησε επιστολές ημερομηνίας 16/11/2023 και σε άλλα ακίνητα του Ομίλου εταιρειών Panareti με τις οποίες ζήτησε από τους κατόχους των καταστημάτων όπως του αποστείλουν τα ενοικιαστήρια έγγραφα που σύνηψαν με την εταιρεία Panareti, ενώ παράλληλα ζήτησε όπως καταβάλουν σε εκείνον το ενοίκιο. Η παρουσία των προσώπων αυτών, που ο Παραλήπτης ‑ Διαχειριστής επέβαλε στο ξενοδοχείο, δημιουργεί αναστάτωση όχι μόνο στους πελάτες του ξενοδοχείου αλλά και τους εργαζόμενους. Ανταλλάχθηκαν ηλεκτρονικά μηνύματα με τον Παραλήπτη ‑ Διαχειριστή ημερομηνίας 20/11/2023, στα οποία γίνεται αναφορά στο κλείσιμο των λογαριασμών των εταιρειών του Ομίλου, καθώς επίσης και στο γεγονός ότι ο ίδιος προτίθεται να τερματίσει τις εργασίες του ξενοδοχείου της Αιτήτριας 1 εταιρείας. Παράλληλα, δήλωσε την πρόθεσή του να συνεργαστεί με τους διευθυντές του Ομίλου εταιρειών Panareti.

 

 

Είναι ο ισχυρισμός του Ομνύοντα ότι στόχος των Καθ΄ ων η Αίτηση είναι να ξεπουλήσουν την περιουσία των εταιρειών που συνιστούν τον Όμιλο Panareti, να καταστήσουν την αίτηση παραμερισμού ημερομηνίας 03/02/2023 άνευ αντικειμένου και περαιτέρω να καταστρέψουν παντελώς τον Όμιλο Εταιρειών Panareti. Όλο το προσωπικό του Ομίλου, το οποίο ανέρχεται στα 60 άτομα, θα βρεθεί, το πιο πιθανό, άνεργο και χωρίς εισόδημα και αυτό τους δημιουργεί φοβερό άγχος. Επιπρόσθετα, στα γραφεία των Αιτητριών στεγάζονται και άλλες εταιρείες, ανεξάρτητες από τον Όμιλο εταιρειών Panareti και η παρουσία των μπράβων και των προσώπων που άφησε ο Διαχειριστής ‑ Παραλήπτης δημιουργεί ανασφάλειες και πίεση προς τους υπαλλήλους. Παράλληλα, τα συγκεκριμένα πρόσωπα φαίνεται να εκστομίζουν απειλές τόσο προς το προσωπικό της Εταιρείας αλλά και προς τους Διευθυντές του Ομίλου εταιρειών, ενώ βρίζουν με τον χειρότερο τρόπο τις υπαλλήλους του γραφείου των Αιτητριών. Αυτή η συμπεριφορά κατέστησε την έκδοση των διαταγμάτων κατεπείγουσα αφού πρόθεση των Καθ΄ ων η Αίτηση, μέσω του Παραλήπτη - Διαχειριστή, είναι να ξεπουλήσουν ή και να εγγράψουν στο όνομά τους όλη την περιουσία των Αιτητριών, καθώς επίσης και να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους. Στο χώρο του ξενοδοχείου η πλειοψηφία των διαμερισμάτων δεν ανήκει στις Αιτήτριες, αφού ένα ποσοστό της τάξεως του 85% είναι ιδιοκτησία Άγγλων και αγοράστηκαν μέσω συμφωνίας χρονομεριδίου, με αποτέλεσμα οι αγοραστές να διαμαρτύρονται και να ζητούν εξηγήσεις. Εισηγείται ότι όλα τα γεγονότα καθιστούν την έκδοση των διαταγμάτων κατεπείγουσα.

 

Προωθεί τη θέση ότι οι Αιτητές είναι η μοναδική εταιρεία παγκύπρια που πέτυχε να της χορηγηθεί κονδύλι ύψους €60.000.000 από την Ευρωπαϊκή Ένωση για λόγους καινοτομίας στον τομέα της βιώσιμης ενέργειας, με το έργο του ηλιοθερμικού πάρκου.

Όσον αφορά την προϋπόθεση της καλή υπόθεσης και την πιθανότητα επιτυχίας, ο Ομνύοντας κάνει αναφορά στην αρχική αίτηση της Alpha Bank, ημερομηνίας 30/11/2022, με την οποία αξίωσαν την έκδοση διατάγματος για επικύρωση του Σχεδίου Διακανονισμού μεταξύ της ACAC, της SKY CAC και του τότε κοινού μετόχου τους, της Alpha Bank Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε. Το συγκεκριμένο Σχέδιο Διακανονισμού καθώς και το Σχέδιο Διακανονισμού που αφορά την Αίτ. Αρ.645/22 καταχωρήθηκαν στο πλαίσιο μίας γενικότερης διαδικασίας πώλησης των πιστωτικών διευκολύνσεων και άλλων δικαιωμάτων που συνδέονται με τις πιστωτικές διευκολύνσεις και αφορούν την πώληση όλου του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων της Alpha Bank προς την εταιρεία Cerberus. Εισηγείται ότι οι συγκεκριμένες πωλήσεις έγιναν εν κρυπτώ και αντισυμβατικά για να μεταφερθούν δάνεια και δικαιώματα σε ένα μη εποπτευόμενο και αδειοδοτημένο περιβάλλον έτσι ώστε η Τράπεζα να μην φαίνεται αλλά να φέρεται ως δανειστής εξαπατώντας τους δανειολήπτες.

 

Υποστηρίζει ότι ο Όμιλος εταιρειών Alpha Panareti, μέλος του οποίου είναι και οι Αιτήτριες εταιρείες, αποτελεί τον μεγαλύτερο πελάτη της Alpha Bank στον οποίον χορηγήθηκαν τεράστια ποσά, εκατομμυρίων ευρώ, με εξασφάλιση περιουσία πολλών εκατομμυρίων. Ακριβώς λόγω αυτού του γεγονότος, η περιουσία του Ομίλου Panareti αποτελεί ένα ελκυστικό πακέτο χρέους για πώληση από την Alpha Bank προς οποιοδήποτε αγοραστή για να εισπράξει η Τράπεζα πολύ μεγαλύτερα ποσά, εκατομμυρίων ευρώ, πολύ γρήγορα. Ισχυρίζεται ότι τα επιχειρηματικά δάνεια των Αιτητών δεν ήταν μη εξυπηρετούμενα αλλά κατέστησαν μη εξυπηρετούμενα τον Σεπτέμβριο 2021 κατά τρόπο παράνομο, αντισυμβατικό, καταχρηστικό, κακόπιστο και εσκεμμένο ούτως ώστε να πωληθούν.

 

Ο Ομνύοντας κάνει αναφορά στο ιστορικό της διαδικασίας, ως αυτό εξελίχθηκε στη δικαστική διαμάχη στην αίτηση για αναστολή του διατάγματος ημερ.07/12/2022. Προωθεί την άποψη ότι με βάση το Σχέδιο Διακανονισμού και το Διάταγμα, ημερομηνίας 07/12/2022, επιχειρήθηκε η πώληση και μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της Alpha Bank προς τη SKY CAC κατά τρόπο που δεν προβλέπεται από τον περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμο, ως ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της άδειας που χορηγήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου προς τη SKY CAC. Υποστηρίζει ότι η άδεια εξαγοράς πιστωτικών διευκολύνσεων της SKY CAC εξασφαλίστηκε παράνομα από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Εισηγείται ότι με βάση το συγκεκριμένο Διάταγμα επιχειρείται η επιβολή της μεταβίβασης και πώλησης οποιωνδήποτε εξασφαλίσεων των Αιτητριών προς τη SKY CAC, πλην όμως δεν πρόκειται για μια αγοραπωλησία πιστωτικών διευκολύνσεων, αλλά για μια πασιφανή παρανομία όπου ο πραγματικός αγοραστής των δανείων και δικαιούχος των εξασφαλίσεων περίτεχνα αποκρύβεται, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει οποιαδήποτε άδεια για εξαγορά πιστωτικών διευκολύνσεων ούτε και έγκριση από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Προωθεί τη θέση ότι για πολύ σοβαρούς λόγους ουσίας το διάταγμα του Δικαστηρίου θα πρέπει να παραμερισθεί, διότι εξασφαλίστηκε καθ’ υπέρβαση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, με απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων περιλαμβανομένου και του γεγονότος ότι δεν αποκαλύφθηκε η Προσφυγή Αρ. 1892/22 η οποία εκκρεμεί προς εκδίκαση, ότι δεν είναι γνήσιο ή/και έγκυρο Σχέδιο Διακανονισμού με βάση τις πρόνοιες των άρθρων 198, 199 και 200 του περί Εταιρειών Νόμου, ότι περιλαμβάνει περιουσιακά στοιχεία και/ή υποχρεώσεις που δεν δύνανται να εκχωρηθούν και/ή μεταβιβαστούν και ότι η συγκεκριμένη διαδικασία καταστρατηγεί και παρακάμπτει τις ρητές και επιτακτικές διατάξεις του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμου.

 

Υποστηρίζει ότι η Alpha Bank, ως αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, δεν μπορούσε να προβεί στο επίδικο Σχέδιο Διακανονισμού και στην πώληση ή διάθεση του δανειακού χαρτοφυλακίου της υπό τον μανδύα του επίδικου Σχεδίου Διακανονισμού χωρίς την γραπτή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η οποία έγκριση δεν είχε παραχωρηθεί. Επιπρόσθετα, κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν ειδοποιήθηκε ή έλαβε γνώση της συγκεκριμένης αίτησης, ενώ το επίδικο Σχέδιο Διακανονισμού καθώς και το διάταγμα ημερομηνίας 07/12/2022 επηρεάζει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των Αιτητών. Η Alpha Bank, η SKY CAC και η Alpha International Holdings S.M.S.A. παραπλάνησαν το Δικαστήριο ισχυριζόμενοι ότι ο φερόμενος μέτοχος συμφωνεί με το Σχέδιο Διακανονισμού, ενώ ο τελικός δικαιούχος των πιστωτικών διευκολύνσεων είναι η εταιρεία Cerberus, η οποία δεν πληροί τις προϋποθέσεις της Νομοθεσίας για να καταστεί αγοραστής των δανείων και ουδέποτε έχει ελεγχθεί και εγκριθεί από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου.

 

Όσον αφορά την παράνομη απόκρυψη δανείων, υποστήριξε ότι οι Αιτητές, για πρώτη φορά, στις 06/04/2023 αντιλήφθηκαν ότι η Τράπεζα είχε αποκρύψει εσκεμμένα και δόλια τα δάνεια που αρχικά είχε χορηγήσει προς τους δανειολήπτες της. Το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του Γιάννη Τοφαρίδη, Προϊσταμένου του Τμήματος Οικονομικών της Καθ΄ης η αίτηση 1, ημερομηνίας 06/04/2023 αποκαλύπτει ότι η Τράπεζα για να βρει τρόπους για απομόχλευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων επινόησε διάφορα σχέδια, στην προσπάθειά της να μην συμμορφωθεί με τις οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ως προς τη διαχείριση καθυστερήσεων για δανειολήπτες που αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες. Ουδέποτε αποκαλύφθηκε ο τρόπος που ενήργησαν οι Καθ΄ ων η Αίτηση με τις πωλήσεις και μεταφορές των δανείων κατά τα έτη 2012 και 2014 προς τις εταιρείες UMERA και ERMIS, οι οποίες διατηρούσαν τα συγκεκριμένα δάνεια μέχρι το 2021 χωρίς οποιοδήποτε νομικό ή νόμιμο έρεισμα. Η εταιρεία UMERA είχε δημιουργηθεί από τη μητρική τράπεζα Alpha Bank το 2012 και η Alpha Bank Κύπρου, το 2012, πώλησε και μεταβίβασε στην UMERA δάνεια εκατοντάδων εκατομμυρίων, τα οποία αφορούσαν τόσο στεγαστικά καθώς και καταναλωτικά δάνεια, στην πλειοψηφία τους μη εξυπηρετούμενα. Το 2014 η μητρική τράπεζα Alpha Bank Ελλάδος ίδρυσε την εταιρεία ERMIS στην οποία επίσης μεταβίβασε δάνεια εκατοντάδων εκατομμυρίων στα οποία περιλαμβάνονταν και τα δάνεια του Ομίλου Alpha Panareti. Οι δύο αυτές εταιρείες ουδέποτε αδειοδοτήθηκαν ή αιτήθηκαν την αδειοδότησή τους από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, είτε ως εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων ή ως διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων. Δεν αποκαλύφθηκε στο Δικαστήριο ότι οι συγκεκριμένες δύο εταιρείες δεν ήταν θυγατρικές της Καθ' ης η Αίτηση 1 και ότι ανήκαν στον όμιλο εταιρειών της Alpha Bank Ελλάδος. Για δέκα έτη η Καθ' ης η Αίτηση 1 απέκρυψε τις παράνομες και μη εγκεκριμένες πράξεις τους και άφησε τις συγκεκριμένες δύο Εταιρείες παράνομα και χωρίς οποιοδήποτε νομικό και νόμιμο έρεισμα να διατηρούν τα δάνεια, μεταξύ άλλων και των Αιτητών, τα οποία ήταν εξασφαλισμένα. Οι συγκεκριμένες πωλήσεις και μεταβιβάσεις των δανείων, περιλαμβανόμενων και των δανείων των Αιτητριών, ήταν παράνομες και αντισυμβατικές αφού η Καθ' ης η Αίτηση Τράπεζα απέκρυψε τα συγκεκριμένα δάνεια για δέκα και πλέον χρόνια.

 

Προωθεί τη θέση ότι υφίσταται ουσιώδης και ρητός όρος στις δανειακές συμβάσεις, ο οποίος προαπαιτεί την εκ προτέρων συγκατάθεση των Αιτητών για οποιανδήποτε πώληση ή/και εκχώρηση ή/και μεταβίβαση ή/και μεταφορά των δικαιωμάτων των δανείων των Αιτητριών. Η Καθ' ης η Αίτηση 1 χωρίς τη συγκατάθεση ή/και ενημέρωση των Αιτητών, παράνομα, αντισυμβατικά και παραβιάζοντας τις συμβάσεις και τους όρους που η ίδια κατάρτισε, προχώρησε στην πώληση και μεταβίβαση των δανείων. Ισχυρίζεται ότι οι Καθ' ων η Αίτηση προσπαθούν να υποβαθμίσουν το γεγονός της δόλιας απόκρυψης των δανείων, στις εταιρείες UMERA και ERMIS, ως κάτι το ασήμαντο. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου βρίσκεται σε αντίθεση και σύγκρουση με αυτή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας γι' αυτό και καταγγέλθηκαν οι πράξεις της Καθ' ης η Αίτηση 1 με επιστολή ημερομηνίας 20/04/2023, προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

 

Ο Ομνύοντας αναφέρεται στη Συμφωνία Α του Νοεμβρίου του 2017 στην οποία, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, η Καθ' ης η Αίτηση 1 Τράπεζα ψευδώς, δολίως και με πρόθεση εξαπάτησης των Αιτητών καθώς και του Ομίλου εταιρειών Alpha Panareti παρουσίασε συμφωνία τελικής και οριστικής διευθέτησης προς τους Αιτητές. Κατά την κατάρτιση της συγκεκριμένης συμφωνίας η Καθ' ης η Αίτηση 1 Τράπεζα ουδέποτε αποκάλυψε το γεγονός ότι δεν ήταν πλέον δανειστής και ότι δεν είχε οποιοδήποτε δικαίωμα ή απαίτηση στις οφειλές και στις εξασφαλίσεις των συγκεκριμένων δανείων. Ακολούθησαν οι Συμφωνίες Β και Γ, τον Ιούλιο του 2018. Στη Συμφωνία Β η Καθ' ης η Αίτηση 1 υποσχέθηκε αναδιάρθρωση με την έννοια ότι θα αποπληρωνόταν δάνειο ύψους €62.500.000,00. Όμως η Καθ' ης η Αίτηση 1 Τράπεζα δεν ήταν σε θέση ούτε και είχε τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να προβεί σε οποιανδήποτε αναδιάρθρωση με τους Αιτητές.

 

Καταλήγει ότι εκκρεμούν προς εκδίκαση οι αιτήσεις παραμερισμού των τριών διαταγμάτων καθώς επίσης και η Αγωγή Αρ. 519/21 Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου οπόταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων. Περαιτέρω, προωθεί τη θέση ότι καμιά εκ των Καθ΄ων η αίτηση Εταιρειών δεν έχει τη δυνατότητα να καλύψει τις ζημιές και απώλειες των Αιτητριών γιατί είναι ανυπολόγιστες, ήτοι η κατάρρευση του Ομίλου.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση Alpha Bank Cyprus Ltd και Alpha Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε., αντιμετώπισαν τη συγκεκριμένη αίτηση με Ένσταση στην οποία κατέγραψαν δεκαπέντε (15) λόγους ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι η αίτηση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμες ή/και αστήριχτες ή/και ανυπόστατες ή/και δεν τεκμηριώνουν ή/και δεν αποκαλύπτουν το βάσιμο των θεραπειών που ζητούνται, ότι ηθελημένα ή/και εσκεμμένα το Δικαστήριο παραπλανήθηκε κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος ή/και ότι οι Αιτήτριες δεν προέβησαν σε ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων τα οποία όφειλαν να αποκαλύψουν και εσκεμμένα παρουσίασαν μια παραπλανητική εικόνα των πραγμάτων στο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, οι Αιτήτριες δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια αφού δεν αποκάλυψαν ότι στις 28/08/2023 είχαν εξασφαλίσει στην Αγ. Αρ.365/23 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, με μονομερή αίτηση, προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα με το οποίο απαγορεύεται στην SKY CAC, ACAC και στην AGI – CHYPRE καθώς και σε άλλες Εταιρείες από το να πωλήσουν ή/και μεταβιβάσουν ή/και διαθέσουν ή/και αποξενώσουν ή/και επιβαρύνουν τα ακίνητα τα οποία καταγράφονται στο Παράρτημα Α της συγκεκριμένης αίτησης, ότι από την 28/08/2023 βρίσκεται σε ισχύ το απαγορευτικό διάταγμα με το οποίο ούτως ή αλλιώς παρεμποδίζεται ή/και απαγορεύεται η αποξένωση ή/και μεταβίβαση ή/και διάθεση περιουσίας συνδεόμενης με τις Αιτήτριες και ότι οι Αιτήτριες ηθελημένα απέκρυψαν ότι το συγκεκριμένο διάταγμα συνεχίζει να ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου που αφορά την αίτηση των Αιτητριών ημερομηνίας 18/07/2023. Επίσης, απέκρυψαν ότι είχαν αιτηθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, στις 29/11/2023, με αίτηση επανανοίγματος, επικαλούμενοι νέα γεγονότα, τα όσα παρουσίασαν στο Δικαστήριο στην υπό κρίση αίτηση για να πετύχουν την έκδοση του διατάγματος και για να δικαιολογήσουν το κατεπείγον της έκδοσής του. Οι Αιτήτριες είχαν καταχωρίσει, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, την Αγ. Αρ. 11006/10 εναντίον της Αlpha Bank στην οποία αμφισβητούσαν την εγκυρότητα ή/και νομιμότητα του Ομολόγου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 18/10/2010, το οποίο ενέγραψε η Alpha Panareti προς την Alpha Bank, την οποία υποκατέστησε η SKY και δυνάμει του οποίου έγινε ο διορισμός του Αντώνη Βασιλείου ως Διαχειριστή - Παραλήπτη. Το συγκεκριμένο γεγονός δεν αποκαλύφθηκε στο Δικαστήριο, ούτε και αποκαλύφθηκε ότι οι Αιτητές είχαν παραλείψει ή/και αμελήσει να προωθήσουν τη συγκεκριμένη αγωγή με αποτέλεσμα αυτή να απορριφθεί. Η απόρριψή της καθιστά το Ομόλογο Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης αποδεχτό από τους Αιτητές. Είχαν επίσης καταχωρήσει, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, την Αγ. Αρ.569/2022 εναντίον αρχικά της Alpha Bank και ακολούθως της SKY, με την οποία αμφισβητούσαν την εγκυρότητα ή και νομιμότητα του Ομολόγου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 18/10/2010, καθώς και του Ομόλογου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 31/10/2018, δυνάμει των οποίων ενεργοποιήθηκε ο διορισμός του Αντώνη Βασιλείου ως Παραλήπτη/Διαχειριστή των Αιτητριών. Είχαν επιχειρήσει, οι Αιτήτριες, στις 04/04/2022 να εμποδίσουν τον διορισμό του Παραλήπτη - Διαχειριστή με την καταχώρηση αίτησης, την οποία τελικά απέσυραν στις 15/12/2022 με τα έξοδα να επιδικάζονται προς όφελος της Alpha Bank. Η Αγ. Αρ.569/22 τελικά θεωρήθηκε ως εγκαταληφθείσα λόγω του ότι οι Αιτήτριες δεν καταχώρησαν τα δικόγραφα, Κλήση για Οδηγίες σύμφωνα με την Δ.30, ως προβλέπεται στους περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμούς. Και οι δύο αγωγές, η Αγ. Αρ.11006/2010 όπως και η Αγ. Αρ. 569/22, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, εγκαταλείφθηκαν από τις Αιτήτριες αφού παρέλειψαν να τις προωθήσουν.

Καταγράφεται, ως λόγος ένστασης, ότι οι Αιτήτριες, κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, προώθησαν ισχυρισμούς μέσω της ένορκης δήλωσης του κ. Ιωάννου, ότι τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 18/10/2010 και 31/10/2018 είναι άκυρα χωρίς όμως παράλληλα να αποκαλύψουν ότι για ακριβώς τα ίδια Ομόλογα είχαν αμελήσει να προωθήσουν τους ισχυρισμούς τους στις δύο αγωγές. Επίσης, δεν αποκαλύφθηκε ότι προωθήθηκε από τις Αιτήτριες καταχώρηση αίτησης για διορισμό εξεταστή, δυνάμει των άρθρων 202Α – 202Ν του περί Εταιρειών Νόμου με σκοπό την εξασφάλιση της προστασίας του Δικαστηρίου και την προβολή προσκομμάτων στο έργο του Διαχειριστή-Παραλήπτη. Οι Αιτήτριες όφειλαν να αποκαλύψουν στο Δικαστήριο τις προθέσεις τους για την καταχώρηση της διαδικασίας διορισμού εξεταστή.

 

Προβάλλεται παράλληλα, ως λόγος ένστασης, ότι οι Αιτήτριες είναι ένοχες καταχρηστικής συμπεριφοράς ή και επαναλαμβανόμενης καταχώρησης ή και προώθησης διαδικασιών που αφορούν τα ίδια γεγονότα. Η προώθηση της υπό κρίση αίτησης και έκδοσης του προσωρινού διατάγματος καταδεικνύει ότι οι Αιτήτριες καταχρώνται κατάφορα τη δικαστική διαδικασία, αφού έχουν καταχωρήσει και προωθούν παράλληλα δικαστικές διαδικασίες όπως η διαδικασία διορισμού εξεταστή δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου, με την οποία ουσιαστικά αναιρούν ή/και καταργούν ή/και ανατρέπουν τους ισχυρισμούς που έχουν θέσει στην Εταιρική Αίτηση 655/22 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Συγκεκριμένα, στην Εταιρική Αίτηση 64/23 Ε.Δ. Πάφου ζητούν να ενεργοποιήσουν τη διαδικασία διορισμού εξεταστή, η οποία ουσιαστικά αποβλέπει στην αναδιάρθρωση των χρεών μιας εταιρείας, στη διάσωση και αποκατάσταση της επιχειρηματικής της δραστηριότητας και τη συνομολόγηση ενός πλαισίου συμβιβασμού. Σε εκείνη τη διαδικασία αναγνωρίζουν την ύπαρξη των τεράστιων χρεών προς την Alpha Bank, τα οποία στη συνέχεια μεταβιβάστηκαν στην SKY, η οποία διαδέχθηκε ή/και υποκατάστησε την Alpha Bank, καθώς και τη νομιμότητα και εγκυρότητα της υποκατάστασης και το Σχέδιο Διακανονισμού αλλά και όλη τη διαδικασία που το αφορά. Η Alpha Bank και η SKY κλήθηκαν στην αίτηση για διορισμό εξεταστή ως ενδιαφερόμενο πρόσωπο και πιστωτής.

 

Προωθείται εισήγηση ότι η αίτηση δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων γιατί οι Αιτήτριες δεν έχουν σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, δεν υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην κυρίως αίτηση και ότι το ενδεχόμενο να υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη είναι απομακρυσμένο αφού η βλάβη μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα και μπορεί να ικανοποιηθεί με σχετική ευκολία. Η μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί προς προώθηση της αίτησης είναι ανεπαρκής και δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ότι οι Αιτήτριες, με την υπό κρίση αίτηση αλλά και την κυρίως αίτηση, δεν αποκαλύπτουν το σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, αλλά ούτε και υποδεικνύουν το ενδεχόμενο επιτυχίας στην κυρίως αίτηση γιατί ουσιαστικά απαιτούν από το Δικαστήριο να ελέγξει τη δική του απόφαση ημερομηνίας 07/12/2022 στην οποία εκδόθηκε διάταγμα επικύρωσης του Σχεδίου Διακανονισμού. Ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τόσο την κυρίως αίτηση καθώς και την υπό κρίση αφού η έκδοση των συγκεκριμένων διαταγμάτων εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου. Ότι το Διοικητικό Δικαστήριο, στην Πρ. Αρ. 1892/22 δεν έχει μέχρι σήμερα εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα ακύρωσης της αδειοδότησης που παραχωρήθηκε στη SKY από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου για να λειτουργεί ως εταιρεία αγοράς πιστώσεων, οπόταν η καταχώρηση της προσφυγής δεν μπορεί να επηρεάσει με οποιονδήποτε τρόπο τα επίδικα θέματα. Ότι ο Όμιλος Panareti και οι Αιτήτριες δεν είχαν και δεν έχουν έννομο συμφέρον στο συγκεκριμένο Σχέδιο Διακανονισμού και τα συμφέροντα ή/και δικαιώματα ή/και υποχρεώσεις του συγκεκριμένου Ομίλου δεν επηρεάστηκαν με οποιονδήποτε τρόπο από τις πρόνοιες του επίδικου Σχεδίου Διακανονισμού έτσι ώστε να κληθούν ως ενδιαφερόμενα μέρη στη διαδικασία και να ειδοποιηθούν για να εμφανιστούν και να θέσουν τις απόψεις τους. Ο Όμιλος Panareti δεν αποτελούσε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, πιστωτή ή μέτοχο της Τράπεζας ούτως ώστε να εξεταστεί το ενδεχόμενο ενημέρωσής τους για το επίδικο σχέδιο. Όσον αφορά τους ισχυρισμούς του Ομίλου Panareti ότι η Alpha Bank απέσπασε περιουσία του Ομίλου με δόλο, απάτη ή και ψευδείς παραστάσεις, είναι η θέση των Καθ΄ων η αίτηση ότι οι ίδιοι διατηρούσαν τα νομικά δικαιώματα, αποτελούσαν τον δανειστή των δανείων που παραχωρούσαν στους πελάτες της, συμπεριλαμβανομένου και του Ομίλου Panareti και ήταν οι δικαιούχοι διάφορων εξασφαλίσεων ή και εγγυήσεων σε σχέση με τα συγκεκριμένα δάνεια. Η οποιαδήποτε χρηματοδοτούμενη συμμετοχή μεταξύ της Alpha Bank με τις εταιρείες UMERA και ERMIS δεν μετάβαλλε ή αλλοίωνε το νομικό καθεστώς της Τράπεζας ως πιστωτή, ούτε του Ομίλου Panareti ως οφειλέτη ή την υφιστάμενη συμβατική σχέση μεταξύ τους. Εν πάση περιπτώσει, το συγκεκριμένο γεγονός δεν δικαιολογεί την έγκριση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Υποστηρίζεται ότι αποδοχή των ισχυρισμών των Αιτητριών και έγκριση της υπό κρίση αίτησης θα συνιστούσε ανατροπή του εκδοθέντος Διατάγματος στα πλαίσια της Αίτ. Αρ.655/22 και θα προσέκρουε στην αρχή ότι δεν μπορεί ένας Επαρχιακός Δικαστής να αναιρεί την απόφαση άλλου Επαρχιακού Δικαστή. Ούτε το γεγονός της μεταβίβασης του μετοχικού κεφαλαίου της SKY δεν συνιστά ουσιώδες γεγονός για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Όλα τα έγγραφα που υπογράφηκαν μεταξύ της Τράπεζας και του Ομίλου Panareti είναι έγκυρα και δεσμευτικά, συμπεριλαμβανομένης και της Συμφωνίας Περιγράμματος ημερομηνίας 30/09/2018, των συνδεόμενων με αυτήν έγγραφα ή/και συμφωνίες που ακολούθησαν ή/και σχετίζονται μ’ αυτήν, καθώς και τα σχετικά Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης. Ο Όμιλος Panareti δεσμεύεται από τις αποφάσεις που είχαν εκδοθεί εκ συμφώνου στα πλαίσια συμβιβασμού σωρείας δικαστικών διαδικασιών που καταχωρίστηκαν από την Τράπεζα και αφορούσαν τους Άγγλους, κυρίως, αγοραστές που δανειοδοτήθηκαν από την Τράπεζα για την αγορά οικιών και διαμερισμάτων από τον Όμιλο Panareti. Η Τράπεζα, λόγω των συγκεκριμένων διευθετήσεων, περιόρισε τις αξιώσεις της εναντίον του Ομίλου Panareti και δεν διεκδίκησε αποφάσεις για χρηματικά ποσά και έξοδα αλλά αρκέστηκε στην έκδοση εκ συμφώνου διαταγμάτων που αφορούσαν τα συγκεκριμένα ακίνητα.

 

Η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων ή και ο παραμερισμός του διατάγματος ημερομηνίας 07/12/2022 θα προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές στους Καθ' ων η Αίτηση και θα ανατρέψει την εφαρμογή και ενεργοποίηση του επικυρωθέντος Σχεδίου Διακανονισμού, ενώ η μη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος ή και η μη έκδοση των υπολοίπων διαταγμάτων μόνο οικονομικές ζημιές θα προκαλέσει στους Αιτητές. Με τα αιτούμενα διατάγματα οι Αιτήτριες επιχειρούν να διαταράξουν την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων και όχι να την διατηρήσουν. Οι Αιτήτριες παράνομα και καταχρηστικά επιχειρούν την εκδίκαση της παρούσας ενδιάμεσης διαδικασίας, παρόλο που εκκρεμεί προ πολλού η εκδίκαση της κυρίως αίτησης, το αποτέλεσμα της οποίας θα επιλύσει τελεσίδικα τη διαφορά μεταξύ των μερών. Είναι, εν πάση περιπτώσει, ένοχες υπέρμετρης καθυστέρησης στη λήψη οποιωνδήποτε διαβημάτων για προστασία των κατ' ισχυρισμό έννομων συμφερόντων τους. Ο διορισμός του Παραλήπτη – Διαχειριστή τον έχει καταστήσει τον μόνο αρμόδιο να εξουσιοδοτεί το διορισμό δικηγόρων για την προώθηση δικαστικών διαδικασιών, ενώ το κατάλοιπο των εξουσιών των διευθυντών των Αιτητριών δεν συμπεριλαμβάνει δικαίωμα προώθησης της υπό κρίση ενδιάμεσης αίτησης.

 

Νομική βάση για την Ένσταση αποτέλεσαν τα άρθρα 2, 21, 22, 28, 29, 31, 32, 33, 42 και 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 2, 4, 5 ‑ 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, τα άρθρα 90 ‑ 93, 97, 118 ‑ 122, 150, 198 ‑ 200, 202Α ‑ 202Ν, 203, 209, 211 ‑ 218, 218(2), 220, 221, 298Β, 301 ‑ 313, 337, 338, 340 ‑ 344 του περί Εταιρειών Νόμου, το άρθρο 32ΙΔ του Μέρους ΧΙΙΙ, στα άρθρα 32Γ μέχρι 33Θ του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, στο άρθρο 87 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, στα άρθρα 1 ‑ 6, 12Β, 18, 19 και 26 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, στα άρθρα 12, 16, 23, 31, 32 και 37 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμου, ο περί Συμβάσεων Νόμος, οι Δ.1, Δ.2, Δ.9, Δ.18 θ.θ. 1 και 2 Δ.19 θ.θ.4,11,13,15,25 και 26, Δ.21 θ. θ.2 και 27, Δ.27 θ.θ. 1‑ 4, Δ.28 θ.1, Δ.39, Δ.48 θ.θ. 1 – 9 και 11 – 13, Δ.51 θ.3, Δ.57, Δ.63 και Δ.64, οι περί Εταιρειών Διαδικαστικοί Κανονισμοί, οι περί Εκκαθάρισης Εταιρειών Κανονισμοί, ο περί του Τμήματος Αφερεγγυότητας και Συναφών Θεμάτων Νόμος, ο περί Πτωχεύσεων Νόμος, τα Άρθρα 23, 25, 26, 28, 29, 30, 35, 152, 155, 158 και 179 του Συντάγματος, οι αρχές του δίκαιου της Επιείκιας, το Κοινοδίκαιο και οι συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, ειδικότερα οι εξουσίες που εμποδίζουν την προώθηση οποιασδήποτε καταχρηστικής διαδικασίας, η νομολογία και η πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η Ένσταση παρατίθενται σε δύο ένορκες δηλώσεις, του Γιάννη Τοφαρίδη και της Νάντιας Χαρίτωνος ημερομηνίας 16/01/2024, ενώ παράλληλα υιοθετείται και το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων της Στυλιανίδου ημερομηνίας 06/04/2023 και 04/07/2023, οι οποίες βρίσκονται στον φάκελο του Δικαστηρίου.

 

 

Στην ένορκη δήλωση του Γιάννη Τοφαρίδη καταγράφεται ότι ο ίδιος είναι ο Διευθυντής Οικονομικών Υπηρεσιών της Alpha Bank Cyprus Ltd και έχει εξουσιοδοτηθεί όπως καταρτήσει τη συγκεκριμένη ένορκη δήλωση εκ μέρους της Alpha Bank καθώς και της Alpha Διεθνών Συμμετοχών της Μονοπρόσωπης Α.Ε.. Εξηγεί ότι η υπό κρίση αίτηση είναι η έβδομη στη σειρά, για την οποία ο ίδιος προβαίνει σε ένορκη δήλωση και υιοθετεί το περιεχόμενο όλων των προηγούμενων ένορκων δηλώσεων, οι οποίες έχουν κατατεθεί στα πλαίσια ενστάσεων που καταχωρίστηκαν από την Τράπεζα σε ενδιάμεσες διαδικασίες της κυρίως Αίτησης. Όσον αφορά τη μεταβίβαση των πιστωτικών διευκολύνσεων προς τη SKY CAC και την εξαγορά τους από τον Όμιλο εταιρειών Cerberus, υποστήριξε ότι η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση παρουσιάζει τις ενέργειες που έγιναν προς προώθηση της πώλησης και της μεταβίβασης των πιστωτικών διευκολύνσεων ως ένα περίτεχνο σχέδιο παραπλάνησης ή και εξαπάτησης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των επενδυτών αλλά και των ίδιων των Αιτητριών, καθώς και των λοιπών δανειοληπτών. Όμως, είναι η δική του θέση ότι τα πραγματικά γεγονότα είναι διαφορετικά αφού κατά την περίοδο 2012 – 2014, μετά από προτροπές και παραινέσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η Alpha Bank επιδίωξε τη λήψη άμεσων μέτρων για υπομόχλευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και προχώρησε στη συνομολόγηση συμφωνιών χρηματοδοτημένης συμμετοχής με τις συνδεόμενες με αυτήν εταιρείες, ήτοι την UMERA και την AGICYPRE ERMIS Limited. Οι συγκεκριμένες εταιρείες καθίσταντο δικαιούχες επί των καθαρών εισπράξεων της Τράπεζας σε σχέση με τα δάνεια που η κάθε συμφωνία αφορούσε και αναλάμβαναν να καλύψουν τυχόν υποχρεώσεις της Τράπεζας που πιθανόν προκύπταν σε σχέση με τα συγκεκριμένα δάνεια. Η συμφωνία με την UMERA αφορούσε κυρίως στεγαστικά ή και καταναλωτικά δάνεια, ενώ η συμφωνία με την ERMIS αφορούσε κυρίως εμπορικά δάνεια. Οι πρόνοιες των δύο αυτών συμφωνιών δεν διαφοροποιούσαν με οποιονδήποτε τρόπο τη σχέση της Τράπεζας με τους δανειολήπτες, οφειλέτες, εγγυητές και παρόχους εξασφάλισης των δανείων, αφού οι συμφωνίες προνοούσαν ότι η Τράπεζα παρέμενε ως ο δανειστής των δανείων και ως η δικαιούχος των διαφόρων εξασφαλίσεων ή και εγγυήσεων σε σχέση με αυτά, με τα οικονομικά δικαιώματα είσπραξης των εταιρειών UMERA και ERMIS να προκύπτουν και να ενεργοποιούνται μόνο όταν σημειώνονται καθαρές εισπράξεις και ανακτήσεις σε σχέση με το κάθε δάνειο.

 

Υποστηρίζει, ο Ομνύοντας, ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε μεμπτό ή παράτυπο ή παράνομο στις συγκεκριμένες συμφωνίες, οι οποίες έγιναν σε πλήρη γνώση και με πλήρη ενημέρωση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. Μετά τη θέσπιση του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, N.169(Ι)/15, η Alpha Bank άρχισε να εξετάζει το ενδεχόμενο μεταφοράς των νομικών δικαιωμάτων που συνέχισε να έχει στα δάνεια σε εταιρείες του ίδιου ομίλου με απώτερο στόχο την πώλησή τους σε ξένους επενδυτές. Το 2019 ο όμιλος Alpha Bank προχώρησε στη σύσταση της εταιρείας ACAC και στην αδειοδότηση της ως εταιρείας εξαγοράς πιστώσεων από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με στόχο να μεταφερθούν τα “οικονομικά δικαιώματα” στα δάνεια που είχαν οι εταιρείες ERMIS και UMERA και ακολούθως να μεταφερθούν τα “νομικά δικαιώματα” που αντιστοιχούσαν στα δάνεια, ούτως ώστε να καταστεί το όχημα με το οποίο θα μεταβιβαζόταν το χαρτοφυλάκιο που θα πωλείτο στον επενδυτή. Τον Δεκέμβριο του 2021 υλοποιήθηκε σχέδιο αναδιοργάνωσης, βάσει του οποίου η UMERA απορροφήθηκε από την ACAC, αφού προηγουμένως τέθηκε σε εφαρμογή συμφωνία αντικατάστασης μεταξύ της UMERA, της ACAC και της Alpha Bank. Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης συμφωνίας ήταν η ACAC να αντικαταστήσει την UMERA στη συμφωνία χρηματοδοτούμενης συμμετοχής που αφορούσε τα καταναλωτικά ‑ στεγαστικά δάνεια και η UMERA να διαλυθεί χωρίς εκκαθάριση. Επίσης, υπογράφηκε συμφωνία αντικατάστασης μεταξύ της εταιρείας ERMIS, της ACAC και της Τράπεζας στην οποία η ACAC αντικατέστησε την ERMIS, στη συμφωνία χρηματοδοτούμενης συμμετοχής που αρχικά είχε υπογραφτεί με την ERMIS. Αποτέλεσμα των συγκεκριμένων ενεργειών ήταν τα “οικονομικά δικαιώματα” που αφορούσαν τα δάνεια να μεταφερθούν από τις εταιρείες ERMIS και UMERA στην ACAC. Παράλληλα, βρίσκονταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ομίλου Alpha Bank A.E. και του Ομίλου Cerberus για την αγορά των μετοχών της εταιρείας προς την οποία θα μεταβιβαζόταν μέρος του δανειακού χαρτοφυλακίου της Τράπεζας. Όταν διαφάνηκε ότι η Cerberus δεν ενδιαφερόταν να αγοράσει το δανειακό χαρτοφυλάκιο μέσω της ACAC, ο Όμιλος Alpha προχώρησε στην εγγραφή της εταιρείας SKY, η οποία αδειοδοτήθηκε ως εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων δυνάμει των προνοιών του N.169(Ι)/15. Τον Φεβρουάριο του 2022 επιτεύχθηκε συμφωνία μεταξύ της Alpha International Holdings Single Member S.A. και της εταιρείας Promontoria Sky Designated Activity Company, η οποία αφορούσε τη μελλοντική αγορά των μετοχών της SKY από τη Cerberus. Μεταξύ των όρων για ολοκλήρωση της αγοραπωλησίας ήταν η μεταφορά δανείων από την Τράπεζα στην SKY μέσω του σχεδίου διακανονισμού, η ακύρωση των συμφωνιών χρηματοδοτημένης συμμετοχής που αφορούσαν τα δάνεια, η λήψη έγκρισης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού Κύπρου για την εξαγορά των μετοχών της SKY από τη Cerberus, καθώς και η λήψη των απαιτούμενων εγγυήσεων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Αφού λήφθηκαν οι απαραίτητες εγκρίσεις από τις Εποπτικές Αρχές καταχωρίστηκαν οι δύο αιτήσεις, Γεν. Αιτ. 655/22 και 645/22, με τις οποίες επικυρώθηκαν τα Σχέδια Διακανονισμού μεταξύ της Τράπεζας και της SKY και της ACAC και της SKY. Το Σχέδιο μεταξύ ACAC και της SKY προνοούσε για την μεταφορά από την ACAC στην SKY του μεγαλύτερου μέρους των συμφωνιών χρηματοδοτημένης συμμετοχής, φορολογικών ζημιών, μετοχών σε εταιρείες ιδιοκτησίας της ACAC και των δανειακών υποχρεώσεων της ACAC.

 

Λόγω του ότι η SKY ανήκε και ελεγχόταν από τον ίδιο Όμιλο εταιρειών με την Τράπεζα, δεν απαιτείτο η αποστολή των ειδοποιήσεων που προνοούνται από το άρθρο 18(1) του Ν.169(Ι)/15. Όμως σε ανακοινώσεις που είχαν γίνει από την Τράπεζα γινόταν αναφορά σε συγκεκριμένους αριθμούς λογαριασμών ή σε διευκολύνσεις που είχαν τερματιστεί σε προγενέστερη ημερομηνία από την ημερομηνία τερματισμού των διευκολύνσεων των Αιτητριών. Η Τράπεζα είχε συμμορφωθεί πλήρως με τις πρόνοιες του Ν.169(Ι)/15, οπόταν οι ισχυρισμοί των Αιτητριών περί προσπάθειας αποφυγής εφαρμογής των προνοιών του Νόμου δεν έχουν νομικό έρεισμα αφού όλες οι ενέργειες, πράξεις, διαβήματα και διαδικασίες έγιναν με πλήρη διαφάνεια και με γνώση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η οποία είναι εποπτική αρχή τόσο της Τράπεζας όσο και της ACAC και της SKY.

 

Όσον αφορά την φερεγγυότητα της Τράπεζας, υποστήριξε ότι η Τράπεζα όχι μόνο είναι αφερέγγυα, αλλά σύμφωνα με τις ενοποιημένες οικονομικές της καταστάσεις ο Όμιλος διατηρεί μετρητά και άλλα περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας €2.953.666.000,00, ενώ τα αποθέματα και τα καθαρά στοιχεία του ενεργητικού της ανέρχονται στα €227.000.000,00, οπόταν είχε την ικανότητα να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε απαιτήσεις. Ο Ομνύοντας κάλεσε το Δικαστήριο όπως απορρίψει τη συγκεκριμένη αίτηση.

 

Η Νάτια Χαρίτωνος, Διευθύντρια στη Διεύθυνση Νομικών Υπηρεσιών της Alpha Bank Cyprus Ltd, στη δική της ένορκη δήλωση προώθησε τη θέση ότι οι Αιτήτριες κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος μονομερώς, δεν προβήκαν σε ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια. Συγκεκριμένα, οι Αιτήτριες παρέλειψαν να αποκαλύψουν στο Δικαστήριο πως από τις 28/08/2023 είχαν εξασφαλίσει, στα πλαίσια της Αγ. Αρ.365/2023 Ε. Δ.Πάφου, προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορεύετο στην SKY CAC, ACAC, AGI - CYPRE Property 13 Limited και άλλες συγγενικές εταιρείες να πωλήσουν ή/και μεταβιβάσουν ή/και διαθέσουν ή/και αποξενώσουν ή/και επιβαρύνουν τα ακίνητα που περιγράφονται στο Παράρτημα Α της Αίτησης ημερ.28/08/2023 μέχρι την έκδοση της απόφασης στην Αίτηση ημερ. 18/07/2023. Το συγκεκριμένο απαγορευτικό διάταγμα συνεχίζει να παραμένει σε ισχύ. Προώθησε τη θέση ότι οι Αιτήτριες, στις 29/11/2023, επικαλέστηκαν, για να πετύχουν το επανάνοιγμα της απόφασης ημερ. 18/07/2023 που είχε επιφυλαχθεί στην Αγ. Αρ.365/2023, τα ίδια “νέα” γεγονότα που επικαλέστηκαν στην υπό κρίση αίτηση για να πετύχουν την έκδοση του συγκεκριμένου προσωρινού διατάγματος. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, επικαλέστηκαν την λήψη επιστολής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την επίδοση επιστολών από την SKY και την ενεργοποίηση των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερ. 18/10/2010 και 31/10/2010, τον διορισμό του Παραλήπτη – Διαχειριστή, την έκδοση του διατάγματος ημερ. 13/11/2023 στην Αγ. Αρ.519/21 Ε. Δ. Πάφου. Η συγκεκριμένη αίτηση επανανοίγματος απορρίφθηκε από το Δικαστήριο στις 14/12/2023.

 

Προωθεί τη θέση ότι τόσο οι ίδιες οι Αιτήτριες καθώς και η εταιρεία Demari Odysseus Ltd είχαν καταχωρίσει εναντίον της Alpha Bank, στις 31/12/2010, την Αγ. Αρ.11006/2010 με την οποία αμφισβητούσαν την εγκυρότητα και νομιμότητα των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης τα οποία είχε εγγράψει η Alpha Panareti προς όφελος της Τράπεζας. Όμως οι Αιτήτριες άφησαν την συγκεκριμένη αγωγή να απορριφθεί, στις 23/01/2018, λόγω του ότι παρέλειψαν να την προωθήσουν, με τα έξοδα να επιδικάζονται εναντίον τους. Είναι η δική της θέση ότι οι Αιτήτριες δεν αποκάλυψαν στο Δικαστήριο ότι το Ομόλογο Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερ. 18/10/2010 ήταν πλέον δεσμευτικό, αλλά παρουσίασαν μια εικόνα ότι ήταν άκυρο ή και μη έγκυρο και περαιτέρω προωθεί τη θέση ότι δεν μπορούν να διατηρούν οποιαδήποτε βάσιμη αξίωση σε σχέση με το συγκεκριμένο Ομόλογο, ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι καταχώρησαν και την Αγ. Αρ.569/2022 με την οποία αμφισβητούσαν εκ νέου την εγκυρότητα και νομιμότητα των Ομολόγων Επιβάρυνσης ημερ. 18/10/2018 και 31/10/2018 δυνάμει των οποίων ενεργοποιήθηκε ο διορισμός του Παραλήπτη – Διαχειριστή. Οι Αιτήτριες καταχώρησαν στις 04/04/2022 αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων με τα οποία να απαγορεύεται ο διορισμός του Διαχειριστή – Παραλήπτη, την οποία αίτηση τελικά απέσυραν στις 15/12/2022 με τα έξοδα να επιδικάζονται εναντίον τους. Σε σχέση με την συγκεκριμένη αγωγή, οι Αιτήτριες καταχώρησαν στις 21/11/2023 ειδοποίηση διακοπής, με αποτέλεσμα η αγωγή να απορριφθεί από το Δικαστήριο στις 21/12/2023 με τα έξοδα να επιδικάζονται εναντίον τους. Λόγω των συγκεκριμένων ενεργειών οι Αιτήτριες δεν μπορούν να προβάλλουν οποιαδήποτε βάσιμη αξίωση σε σχέση με τα συγκεκριμένα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης.

 

Υποστηρίζει ότι οι Αιτήτριες, μέσω των Μετόχων και των Διοικητικών Συμβούλων τους, είχαν καταχωρήσει στις 13/12/2023, μετά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, αίτηση για διορισμό εξεταστή, την Αίτ. Αρ. 64/2023 Ε. Δ. Πάφου, δυνάμει των προνοιών του περί Εταιρειών Νόμου. Στόχος τους ήταν η προστασία του Δικαστηρίου, την οποία εξασφάλισαν. Την συγκεκριμένη πρόθεσή τους δεν την αποκάλυψαν στο Δικαστήριο παρά το γεγονός ότι ετοιμάζονταν για να το πράξουν, ως προκύπτει από την έκταση της Έκθεσης του εμπειρογνώμονα η οποία εκτείνεται στις 2.500 σελίδες. Όλα αυτά τα γεγονότα δεν αποκαλύφθηκαν στο Δικαστήριο οπόταν είναι η θέση της Ομνύουσας ότι οι Αιτητές δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια.

Εισηγείται ότι οι Αιτητές έχουν καταχραστεί τη διαδικασία αφού τα όσα προβάλλουν στην αίτηση για διορισμό εξεταστή έρχονται σε πλήρη σύγκρουση ή/και αναιρούν ή/και καταργούν ή/και ακυρώνουν τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην υπό κρίση αίτηση, συμπεριλαμβανομένων και των θέσεων που προωθεί ο κ. Ιωάννου στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων. Με την καταχώριση της αίτησης για Διορισμό Εξεταστή οι Αιτητές αναγνωρίζουν την ύπαρξη τεράστιων χρεών αρχικά προς την Alpha Bank, τα οποία στη συνέχεια μεταβιβάστηκαν στην SKY, η οποία την διαδέχθηκε. Τόσο η Alpha Bank καθώς και η SKY κλήθηκαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία για Διορισμό Εξεταστή ως προβλέπεται από τον Νόμο ως ενδιαφερόμενα μέρη ή και πιστωτές. Σημειώνει ότι στην απόφαση του Ε. Δ. Πάφου, στην Εταιρική Αίτηση 64/2023, το Δικαστήριο σημειώνει ότι οι ίδιες οι Αιτήτριες ισχυρίζονται ότι είναι αφερέγγυες και ότι λόγω του γεγονότος ότι υπάρχει προοπτική επιβίωσής τους επιδιώκεται ο διορισμός εξεταστή. Υποστηρίζει ότι οι Αιτήτριες, λόγω των αλλεπάλληλων ενδιάμεσων δικαστικών διαδικασιών που έχουν καταχωρήσει και προωθούν, ενεργούν καθόλα καταχρηστικά και καταχρώνται κατάφωρα τη δικαστική διαδικασία.

 

Ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση ή ενδεχόμενο επιτυχίας της κυρίως Αίτησης αφού το Δικαστήριο δεν μπορεί να ενεργήσει ως Εφετείο ομόβαθμου δικαστηρίου και να ακυρώσει το διάταγμα ημερ. 07/12/2022. Λόγω του συγκεκριμένου γεγονότος, το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει τα επίδικα θέματα που αφορούν την ενδιάμεση αίτηση. Κατά τη δική της άποψη, το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να μεριμνήσει για να εμφανιστούν οι Αιτήτριες ενώπιον του, ούτε και η Τράπεζα είχε τέτοια υποχρέωση να ενημερώσει για το Σχέδιο Διακανονισμού ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι τα συμφέροντα του Ομίλου Panareti δεν επηρεάζονταν ουσιωδώς από το Σχέδιο Διακανονισμού αλλά κυρίως γιατί οι πρόνοιες της νομοθεσίας δεν δίδουν οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμα στις Αιτήτριες. Συνακόλουθα, εισηγείται ότι δεν παραβιάστηκε οποιοδήποτε δικαίωμα των Αιτητριών στην πρόσβαση ή προσφυγή στην δικαιοσύνη.

 

Όσον αφορά τη θέση των Αιτητριών ότι απουσίαζε η γραπτή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, προώθησε τη θέση ότι η Κεντρική Τράπεζα, με επιστολή της ημερομηνίας 19/02/2022, είχε εξουσιοδοτήσει τη μεταβίβαση των πιστωτικών διευκολύνσεων και εξασφαλίσεων ενώ δεν έφερε ένσταση, ενώπιον του Δικαστηρίου, για την επικύρωση του Σχεδίου Διακανονισμού. Υποστήριξε ότι όλες οι ενέργειες που αφορούσαν το Σχέδιο Διακανονισμού έγιναν με πλήρη και ξεκάθαρη συμμόρφωση με τις επιτακτικές πρόνοιες της νομοθεσίας και του Νόμου Εξαγοράς κατόπιν λήψης των εγκρίσεων από τις εποπτικές αρχές. Προωθεί τη θέση ότι όλες οι διαδικασίες που η Τράπεζα ακολούθησε σε σχέση με την μεταφορά δανείων στην SKY, περιλαμβανομένης της μεταφοράς των οικονομικών δικαιωμάτων, ήταν καθόλα νόμιμες και σύμφωνες με την ορθή λογιστική και φορολογική διαχείριση. Εν πάση περιπτώσει, παρά την εισήγηση των Αιτητριών, δεν απαιτείται η εξασφάλιση της λήψης της συγκατάθεσης των δανειοληπτών, περιλαμβανομένου και του Ομίλου Panareti, πριν την συνομολόγηση των συμφωνιών χρηματοδοτημένης συμμετοχής με τις συνδεόμενες με την Τράπεζα εταιρείες UMERA και ERMIS. Δεν πρόκειται για διαδικασία αντικατάστασης (novation) αλλά για διαδικασία χρηματοδοτούμενης συμμετοχής (sub participation), η οποία δεν εμπλέκει ή περιλαμβάνει τη μεταφορά δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός δανείου. Οι σχέσεις της Τράπεζας με τους δανειολήπτες, οφειλέτες – εγγυητές και παρόχους εξασφάλισης δανείων δεν τροποποιήθηκαν, αφού η Τράπεζα παρέμεινε ως ο δανειστής των δανείων και ως η δικαιούχος των διαφόρων εξασφαλίσεων σε σχέση με αυτά, ενώ τα οικονομικά δικαιώματα είσπραξης των δανείων μεταφέρθηκαν στις εταιρείες UMERA και ERMIS και ενεργοποιούντο μόνο όταν σημειώνονταν καθαρές εισπράξεις και ανακτήσεις σε σχέση με κάθε δάνειο.

 

Σύμφωνα με την Ομνύουσα, δεν έχει τεθεί υπόψη της Τράπεζας οποιοδήποτε παράπονο ή καταγγελία από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και δεν κλήθηκε από τις Εποπτικές Αρχές να απαντήσει σε οποιαδήποτε παράπονα ή καταγγελίες έχουν διατυπωθεί εναντίον της από τον Όμιλο Panareti. Όσον αφορά τα έγγραφα και τις συμφωνίες που υπογράφτηκαν μεταξύ της Τράπεζας και του Ομίλου Panareti, παραπέμπει στο περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων Στυλιανίδου, ημερ. 06/04/2023 και 04/07/2023, οι οποίες αποτελούν μέρος του Δικαστηριακού Φακέλου. Στις συγκεκριμένες ένορκες δηλώσεις περιγράφεται ο τρόπος αναδιάρθρωσης των χρεών του Ομίλου Alpha Panareti και η υπογραφή της νομικά δεσμευτικής Συμφωνίας Περιγράμματος (Framework Agreement) ημερ.30/09/2018, η οποία έγινε αποδεκτή στην ολότητά της από τον Όμιλο και τα συνδεδεμένα με αυτόν φυσικά πρόσωπα. Αποδέχθηκαν, οι Αιτήτριες, ότι το οφειλόμενο προς την Τράπεζα ποσό ανερχόταν, στις 23/08/2018, σε €91.239.906,81 και CHF289.387.504,34. Υποστηρίζει η Ομνύουσα, ότι ο Όμιλος Alpha Panareti δεσμεύεται από τη Συμφωνία ημερ. 30/09/2018 και ότι η συγκεκριμένη Συμφωνία δεν είναι προϊόν δόλου και/ή απάτης και/ή εξαπάτησης και/ή ψευδών παραστάσεων. Επιπρόσθετα, λόγω των αποφάσεων που είχαν εκδοθεί εκ συμφώνου για δανειοδοτήσεις που είχαν ληφθεί από Άγγλους αγοραστές ακινήτων από τον Όμιλο Panareti, η Τράπεζα δεν διεκδίκησε εναντίον του Ομίλου χρηματικά ποσά και έξοδα αλλά περιορίστηκε στην έκδοση εκ συμφώνου διαταγμάτων εναντίον του Ομίλου σε σχέση με τα ακίνητα. Αποδεχόμενος ο Όμιλος Alpha Panareti την έκδοση εκ συμφώνου αποφάσεων, αναγνώρισε ότι η Alpha Bank και η SKY που την διαδέχθηκε και/ή την υποκατέστησε διατηρούν δικαίωμα κατοχής και πώλησης των επίδικων ακινήτων δυνάμει των υποθηκών και/ή των συμφωνιών εκχώρησης αγοραπωλησίας. Συνακόλουθα, οι Αιτήτριες παρεμποδίζονται ή/και δεν νομιμοποιούνται, είναι η θέση της Ομνύουσας, να προωθούν τους ισχυρισμούς που προωθούν στην ένορκη δήλωση του κ. Ιωάννου.

 

Όσον αφορά τους ισχυρισμούς περί ανεπανόρθωτης βλάβης επαναλαμβάνεται από την Ομνύουσα η θέση ότι ο δανειστής έχει δικαίωμα να πωλήσει τις επίδικες πιστωτικές διευκολύνσεις ή να προχωρήσει στην εκποίηση των ενυπόθηκων ακινήτων ή να ενεργοποιήσει τον διορισμό Παραλήπτη – Διαχειριστή με βάση τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης. Καταγράφεται η θέση ότι τον Νοέμβριο 2018 η Τράπεζα προχώρησε σε διαγραφή οφειλών ύψους €95.000.000,00 από τις συνολικές οφειλές του Ομίλου, λόγω της Συμφωνίας Περιγράμματος ημερ. 30/09/2018. Υποστηρίζει ότι η μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων μόνο χρηματικές ζημιές θα προκαλέσει στις Αιτήτριες, οι οποίες είναι ανακτήσιμες και τις οποίες η Τράπεζα είναι σε θέση να καλύψει αφού είναι πλήρως φερέγγυα και έχει την οικονομική δυνατότητα να το πράξει.

 

Καταλήγει, ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της Τράπεζας και ότι δεν είναι ορθό ή δίκαιο να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα γιατί οι Αιτήτριες απέκρυψαν από το Δικαστήριο ουσιώδη γεγονότα και επιχείρησαν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο αφού η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα διαταράξει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων όπως διαμορφώθηκε με τη σύμφωνη γνώμη των Αιτητριών, γιατί η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε για σκοπούς καθυστέρησης της εκδίκασης της κυρίως Αίτησης και γιατί θα προκληθεί λιγότερη αδικία τόσο προς τις Αιτήτριες καθώς και προς την Τράπεζα και την SKY. Ζητά την απόρριψη της αίτησης και την ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος.

Η Ένσταση που καταχωρίστηκε από την SKY CAC κινήθηκε στα ίδια πλαίσια με την Ένσταση που καταχωρίστηκε από την Alpha Bank Cyprus Ltd και την Alpha Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε., οπόταν το περιεχόμενο της δεν θα επαναληφθεί. Τα γεγονότα που την υποστηρίζουν τέθηκαν σε ένορκη δήλωση του Ελευθέριου Θεοδώρου, Λειτουργού στο Τμήμα Παρακολούθησης και Ανάκτησης Χρεών της Alpha Bank Cyprus Ltd και σήμερα λειτουργού της DoValue Cyprus Limited, η οποία ενεργεί για λογαριασμό της SKY.

 

Ο Ομνύοντας, στη δική του ένορκη δήλωση υιοθέτησε το περιεχόμενο των λοιπών ενόρκων δηλώσεων που καταχωρίστηκαν στις διάφορες διαδικασίες που αφορούν την κυρίως Αίτηση, της Έλενας Στυλιανίδου, του Γιάννη Τοφαρίδη και της Νάτιας Χαρίτωνος. Αναφέρθηκε στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης των χρεών του Ομίλου εταιρειών Panareti και στην υπογραφή της Συμφωνίας Περιγράμματος ημερ. 30/09/2018, η οποία είναι δεσμευτική για όλα τα μέρη, μεταξύ αυτών και τα φυσικά πρόσωπα που είναι συνδεδεμένα με τον Όμιλο εταιρειών Panareti. Στην συγκεκριμένη Συμφωνία αναγνωρίστηκαν και έγιναν αποδεκτά, ως οφειλόμενα, τα ποσά €91.239.906,81 και CHF289.387.594,34. Όμως ο Όμιλος εταιρειών Panareti αθέτησε τους όρους της Συμφωνίας αφού δεν κατέβαλε το ποσό των €825.000,00 μέχρι την 01/07/2021 που αντιστοιχούσε στους τόκους του Δανείου Α, δεν κατέβαλε το ποσό των €58.800.000,00 πλέον τόκους για την εξόφληση του Δανείου Β, δεν παρέδωσε την κατοχή των ακινήτων που είχαν εγγραφεί επ’ ονόματι της Τράπεζας και δεν παρέδωσε την κατοχή των ακινήτων που είχε διαταχθεί να παραδώσει δυνάμει εκ συμφώνου εκδοθείσων δικαστικών αποφάσεων. Λόγω της μη συμμόρφωσης των Αιτητριών, η Τράπεζα αρχικά απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές και ακολούθως στις 23/09/2021 απέστειλε επιστολές τερματισμού των Δανείων Α και Β απαιτώντας την εξόφληση όλων των οφειλόμενων ποσών. Επιπρόσθετα, καταχωρίστηκε η Αγ. Αρ.416/22 Ε. Δ. Πάφου στις 15/06/2022. Μεταξύ των εξασφαλίσεων που παραχωρήθηκαν από τον Όμιλο εταιρειών Panareti, για τα Δάνεια Α και Β, ήταν και τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερ. 18/10/2010 και 30/09/2018. Λόγω των παραβιάσεων των συμφωνιών αλλά και λόγω της άρνησης του Ομίλου εταιρειών Panareti να συνεργαστεί προς εξεύρεση λύσης, η SKY αποφάσισε να ενεργοποιήσει τους όρους των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερ. 18/10/2010 και 30/09/2018. Αποστάλθηκαν επιστολές Απαίτησης και λόγω του ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση, διορίστηκε ο Αντώνης Βασιλείου ως Παραλήπτης – Διαχειριστής. Η SKY ενημέρωσε τον Όμιλο εταιρειών Panareti με επιστολή ημερ. 16/11/2023, η οποία επιδόθηκε με δικαστικό επιδότη, για τον διορισμό του Παραλήπτη - Διαχειριστή. Επαναλαμβάνει τη θέση ότι οι Αιτήτριες δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και καταγράφει τα γεγονότα που δεν είχαν αποκαλυφθεί στο Δικαστήριο κατά την έκδοση του μονομερούς διατάγματος. Καταλήγει ότι η SKY είναι φερέγγυα αφού η αξία του χαρτοφυλακίου της ανέρχεται σε €2.2 δις, ενώ σύμφωνα με τους Εξελεγμένους Λογαριασμούς της του 2023 διατηρεί μετρητά και άλλα περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας €680.900.000,00, οπόταν είναι σε θέση να καλύψει τυχόν ζημιές που θα υποστούν οι Αιτήτριες από την μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Εισηγείται την απόρριψη της αίτησης.

 

Ένσταση κατατέθηκε από τον Παραλήπτη – Διαχειριστή, ο οποίος κατέγραψε 12 λόγους ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι οι Αιτήτριες απέκρυψαν ουσιώδη γεγονότα ή και γεγονότα που αν γνώριζε το Δικαστήριο δεν θα εξέδιδε το διάταγμα στις 08/12/2023, ότι δεν δικαιολογείται ο δικαιοδοτικός όρος του κατ' επείγοντος, ότι δεν συντρέχουν οι επιτακτικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, ότι δεν καταδείχθηκε με ικανοποιητική μαρτυρία ότι θα είναι δύσκολο ή και αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο ή και ότι οι Αιτητές θα υποστούν οποιανδήποτε ανεπανόρθωτη ζημιά στην περίπτωση που δεν εκδοθούν τα διατάγματα, ότι η αίτηση σκοπεί στην ανατροπή ή και καταστρατήγηση των όρων των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, δυνάμει των οποίων διορίστηκε ο Διαχειριστής - Παραλήπτης ή και στην καθυστέρηση ή και παρεμπόδιση εκτέλεσης των καθηκόντων του, ότι στην περίπτωση που εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα ο Παραλήπτης - Διαχειριστής θα αποστερηθεί των εκ του Νόμου δικαιωμάτων του να προχωρήσει, χωρίς καθυστέρηση, με την παραλαβή της περιουσίας των υπό διαχείριση Εταιρειών, ότι επιδιώκεται εντέχνως η ικανοποίηση της μοναδικής θεραπείας που ενδιαφέρει τις Αιτήτριες, ήτοι η διατήρηση του ελέγχου της περιουσίας των υπό διαχείριση Εταιρειών από τους αξιωματούχους τους, ότι η αίτηση είναι επιπόλαια και ενοχλητική και αποσκοπεί στην εκ των υστέρων ανατροπή και καταστρατήγηση των όρων των Ομολόγων, την καταδολίευση των πιστωτών που έχουν δικαίωμα στην περιουσία των Αιτητριών, στην έμμεση ανατροπή των όρων των συμφωνιών που έχουν μεταβιβαστεί στη SKY CAC και στην αναστολή ή και ακύρωση του διορισμού του Παραλήπτη - Διαχειριστή και στην παρεμπόδιση εκτέλεσης των καθηκόντων του. Ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της απόρριψης της αίτησης ή και της μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος αφού θα διαταραχθεί ή και θα διαφοροποιηθεί το status quo ante ή και θα έχει ως αποτέλεσμα την καταπάτηση των νόμιμων δικαιωμάτων του Παραλήπτη - Διαχειριστή και την αντισυνταγματική παρέμβαση στα συμβατικά δικαιώματα των μερών ενώ υπάρχει ορατό το ενδεχόμενο οι αξιωματούχοι των Αιτητριών να εμπορεύονται δόλια ή και αμελώς και η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων να βοηθήσει στην περαιτέρω αποξένωση περιουσιακών στοιχείων του Ομίλου τα οποία ανήκουν στην Διαχείριση. Ότι η αίτηση είναι νομικά, ουσιαστικά και πραγματικά αβάσιμη και ότι δεν είναι δίκαιο, ούτε εύλογο να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα ή να παραμένει σε ισχύ το εκδοθέν διάταγμα.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Παραλήπτη - Διαχειριστή. Σύμφωνα με τον Ομνύοντα, ο ίδιος είναι πιστοποιημένος Ελεγκτής, αδειοδοτημένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας και μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου με εξειδίκευση σε θέματα αφερεγγυότητας και ειδικά στη διαχείριση και εκκαθάριση εταιρειών, αναδιάρθρωση εταιρειών και διάσωση εταιρειών. Ο ίδιος έχει αναγνώσει το εκδοθέν διάταγμα ημερομηνίας 08/12/2023 και την ένορκη δήλωση του Αντρέα Ιωάννου που συνοδεύει την αίτηση για έκδοσή του. Υποστηρίζει ότι στις 30/09/2018 οι Αιτητές και άλλα πρόσωπα υπέγραψαν με την Alpha Bank την Συμφωνία Πλαίσιο το περιεχόμενο της οποίας, σε συνάρτηση με τους όρους των Ομόλογων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, καταδεικνύει ότι οι Αιτήτριες δεν έχουν οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα. Το 2010 οι Αιτήτριες υπογράψαν Ομόλογο Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης για το ποσό των €20.000.000,00 προς όφελος της Alpha Bank και το 2018 είχαν υπογράψει άλλο Ομόλογο για το ποσό των €2.000.000,00 πλέον τόκο, δικηγορικά έξοδα, προμήθειες και άλλες δαπάνες. Μεταξύ των ρητών όρων και των δύο Ομολόγων ήταν ότι, μόλις ζητηθεί γραπτώς η πληρωμή και εξόφληση όλων των υποχρεώσεων θα πρέπει αυτές να εξοφληθούν. Επιπρόσθετα, οι Αιτήτριες επιβάρυναν ολόκληρη την επιχείρηση και περιουσία κάθε μορφής ως εξασφάλιση, έτσι ώστε να μην είναι ελεύθερες να δημιουργήσουν οποιανδήποτε υποθήκη ή εμπράγματο βάρος ή άλλη επιβάρυνση επί του ενεργητικού της. Η Τράπεζα είχε το δικαίωμα να διορίσει, κατά την απόλυτη κρίση της, διαχειριστή - παραλήπτη υπό οποιουσδήποτε όρους η ίδια επιθυμούσε ή θεωρούσε πρέπον για να προωθήσει τα συμφέροντα των Ομολόγων, στην περίπτωση που επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που καταγράφονται στον όρο 8 του Ομολόγου του 2010 και στον όρο 9 του Ομολόγου 2018. Ο διορισθείς Παραλήπτης - Διαχειριστής καθίσταται αντιπρόσωπος των Αιτητριών, ως ο μόνος υπεύθυνος για τις πράξεις και παραλήψεις του και μπορεί να προβεί σε οτιδήποτε θεωρεί αναγκαίο ή σχετικό για διεξαγωγή της εργασίας των Αιτητών. Δηλαδή, μπορεί να λάβει κατοχή, να ρευστοποιήσει και εισπράξει ολόκληρο ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας, να διεξάγει ή να συντελεί ώστε να διεξάγεται η εργασία της εταιρείας και να πουλά ή να ενοικιάζει ή να συμμετέχει ώστε να πωληθεί ή ενοικιαστεί οποιοδήποτε μέρος του ρηθέντος ενεργητικού της. Οι Αιτήτριες είχαν παραλείψει να συμμορφωθούν με τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και ως εκ τούτου η SKY CAC απέστειλε με συστημένο ταχυδρομείο στις 15/11/2023 αλλά και με ιδιώτη επιδότη στις 16/11/2023, επιστολή απαίτησης πληρωμής. Οι Αιτήτριες παρέλειψαν να συμμορφωθούν με το περιεχόμενο των επιστολών απαίτησης ή και να καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό ή και να προσφέρουν οποιοδήποτε ποσό. Η SKY CAC στις 16/11/2023 και 17/11/2023 διόρισε τον ίδιο, σε σχέση με τα δύο Ομόλογα που είχαν υπογραφτεί από τον Όμιλο εταιρειών Panareti, ως Διαχειριστή - Παραλήπτη.

 

Ο Ομνύοντας απορρίπτει στην ολότητά τους τους ισχυρισμούς του Ιωάννου που αφορούν το κατ' επείγον της έκδοσης του διατάγματος μονομερώς. Τους χαρακτηρίζει κακόπιστους, καταχρηστικούς, αναλυθείς και παραπλανητικούς. Ο ίδιος, σε καμία περίπτωση, δεν παρενόχλησε ή απείλησε οποιονδήποτε, αντίθετα προσπάθησε να διαφυλάξει τη λειτουργία και τα συμφέροντα των υπό διαχείριση Εταιρειών καλώντας τόσο τις Εταιρείες καθώς και τα φυσικά πρόσωπα να συνεργαστούν μαζί του. Στις 16/11/2023, μετά που επιδόθηκε νομότυπα ο διορισμός του Παραλήπτη – Διαχειριστή στην εταιρεία Alpha Panareti, επισκέφθηκε ο ίδιος μαζί με συνεργάτη του και τέσσερα ακόμα άτομα τόσο τα γραφεία της Εταιρείας όσο και το ξενοδοχείο που της ανήκει. Ο λόγος που δεν επισκέφθηκε μόνος του τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις αφορούσε τις εχθρικές και βίαιες ενέργειες της οικογένειας Παναρέτη εναντίον διάφορων προσώπων. Τα κεντρικά γραφεία της Εταιρείας ήταν κλειστά και δεν του επιτράπηκε η είσοδος. Η αντίδραση των προσώπων που βρίσκονταν εντός των γραφείων της Εταιρείας ήταν εχθρική, αφού κλείδωσαν όλες τις πόρτες και ο Αντρέας Ιωάννου είχε δώσει ρητές οδηγίες να μην του επιτραπεί η είσοδος στα γραφεία αλλά να εκδιωχθεί είτε με καλό είτε με κακό τρόπο. Μετά από δική του τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αντρέα Ιωάννου, ο οποίος επέμενε να μην αναγνωρίζει τον διορισμό του, ακολούθησαν δύο συνομιλίες πιο έντονες με τον Νεόφυτο Ιωάννου, ενώ υπήρχε πλήρης άρνηση για συζήτηση ή αποδοχή συνεργασίας. Ο ίδιος παρέμεινε στον χώρο των γραφείων της Εταιρείας Panareti μέχρι τις 9 το βράδυ, όμως κανένας από τους δικούς του συνεργάτες δεν είχε ρίξει πέτρες ή αντικείμενα στα τζάμια των γραφείων. Τα πρόσωπα που βρίσκονταν εντός των γραφείων αποχώρισαν από πλαϊνές εξόδους. Όμως, ως νόμιμος αντιπρόσωπος και εκπρόσωπος της Alpha Panareti, ο ίδιος διατηρεί ειρηνική κατοχή του εξωτερικού χώρου των γραφείων.

 

Όσον αφορά το ξενοδοχείο, ο συνεργάτης του Μάριος Παναγή, εισήλθε εντός αυτού διακριτικά και με ευπρέπεια. Τα άτομα που τον συνόδευαν προχώρησαν και κάθισαν διακριτικά στο λόμπι του ξενοδοχείου και στη βεράντα. Μετά από συζητήσεις με τον υπάλληλο υποδοχής συναντήθηκε με τη θυγατέρα του Νεόφυτου Ιωάννου, η οποία ζήτησε την άμεση αποχώρησή του. Όταν ο Παναγή αρνήθηκε να αποχωρήσει από το ξενοδοχείο, πάρα τις επίμονες και έντονες απαιτήσεις της θυγατέρας του Ιωάννου, ένας εκ των εργαζόμενων άρχισε να τον εξυβρίζει και να τον προκαλεί. Ισχυρίζεται ότι η Κατερίνα Ιωάννου δεν είναι διευθύντρια της Εταιρείας A. Panareti ούτε και είχε ποτέ δικαίωμα να επιβάλει στον Παναγή την αποχώρησή του από το ξενοδοχείο. Όμως, συμφωνήθηκε τελικά μεταξύ της Κατερίνας Ιωάννου και του Μάριου Παναγή, όπως η κατοχή του ξενοδοχείου είναι κοινή τόσο από τους αντιπρόσωπους του Παραλήπτη - Διαχειριστή όσο και αντιπροσώπους της οικογένειας Παναρέτη, συνεννόηση η οποία συνεχίστηκε μέχρι την έκδοση του διατάγματος ημερ. 08/12/2023. Στις 13 και 14/12/2023 η οικογένεια Ιωάννου θεώρησε ότι τα καθήκοντα του Παραλήπτη - Διαχειριστή καθώς και η παρουσία του στον χώρο αναστάλθηκαν. Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης αντίληψης πραγμάτων ήταν να προκληθούν σοβαρά επεισόδια στον χώρο του ξενοδοχείου, όπου σωρεία προσώπων, καθοδηγούμενα από την οικογένεια, είχαν κινηθεί απειλητικά προς τον Παραλήπτη - Διαχειριστή. Το ξενοδοχείο, όμως, συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι και σήμερα.

 

Είναι η θέση του Ομνύοντα ότι όσον αφορά τις συμφωνίες «Time Sharing», είναι συμφωνίες ενοικίασης προς νομικά πρόσωπα που ανήκουν στην ίδια την οικογένεια Παναρέτη, οι οποίες νομικές οντότητες είναι εγγεγραμμένες σε φορολογικούς παραδείσους. Όσον αφορά δε τους εργοδοτούμενους, σύμφωνα με έγγραφα του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αυτά τα πρόσωπα ανέρχονται στα 56 και μεταξύ αυτών είναι και ο Νεόφυτος Ιωάννου. Προωθείται η άποψη ότι ο συγκεκριμένος Όμιλος δεν μπορεί να έχει λαμπρές προοπτικές και μελλοντικά σχέδια, ως αναφέρεται από τον Αντρέα Ιωάννου, αφού προωθείται αίτηση για διορισμό εξεταστή από την ίδια την Εταιρεία Panareti, γιατί οφείλεται στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ποσό πέραν των €500.000 και γιατί οφείλονται σε άλλους προνομιούχους πιστωτές ποσά πέραν του €1 εκ.

 

Ισχυρίζεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 για έκδοση διατάγματος του συγκεκριμένου είδους, καθώς επίσης και ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας δεν ικανοποιήθηκε. Σε σχέση με το σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και την ορατή πιθανότητα επιτυχίας, προωθεί την άποψη ότι ο δικός του διορισμός ήταν νόμιμος και σύμφωνος με τους όρους των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης τα οποία έχουν εγγραφεί νόμιμα στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών. Οι Αιτήτριες απέτυχαν να αποδείξουν την πιθανότητα ανεπανόρθωτης ζημιάς αφού η οποιαδήποτε ζημιά μπορεί να υπολογιστεί με ευκολία και να αποζημιωθεί χρηματικά από τους Καθ' ων η Αίτηση 1 και 2. Παράλληλα, δεν συντρέχουν ιδιαίτερες ή εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την οριστικοποίηση του εκδοθέντος διατάγματος και την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Καταλήγει, ότι με τον διορισμό του ως Παραλήπτης - Διαχειριστής δεν υπάρχει κίνδυνος σπατάλης ή του διασκορπισμού της περιουσίας της Εταιρείας και ως εκ τούτου δεν μπορεί να εμποδίζεται από την εκτέλεση του έργου του. Κατά τη δική του άποψη, αν αφεθεί στα χέρια του Ομίλου Panareti η περιουσία, είναι βέβαιο ότι τα χρέη και οι υποχρεώσεις της θα διογκωθούν πολύ περισσότερο. Αιτείται την απόρριψη της αίτησης και την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς διατήρηση του διορισμού ως Παραλήπτη - Διαχειριστή έτσι ώστε να επωφεληθούν όλα τα μέρη, αφού ο ίδιος έχει καθήκον να τηρήσει το νόμο και να διασφαλίσει τα συμφέροντα όλων όσοι έχουν δικαίωμα στα περιουσιακά στοιχεία των Αιτητριών, περιλαμβανομένης και της οικογένειας Ιωάννου.

 

Όλες οι πλευρές υποστήριξαν τις θέσεις τους με εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις πολύ υποβοηθητικές για το Δικαστήριο. Επίσης, αγόρευσαν προφορικά επισύροντας την προσοχή του Δικαστηρίου στα σημεία που οι ίδιοι θεωρούν σημαντικά για την εξέλιξη της υπό κρίση αίτησης. Το Δικαστήριο θα αναφερθεί στα επιχειρήματα και τις εισηγήσεις των μερών, όπου κρίνει τούτο απαραίτητο. Η Κεντρική Τράπεζα, μέσω της ευπαίδευτης συνηγόρου της, υιοθέτησε την Ένσταση και την αγόρευση των Καθ΄ ων η αίτηση Τραπεζών.

 

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Έναυσμα για την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης έδωσε ο διορισμός Παραλήπτη – Διαχειριστή, στις 16/11/2023, από την SKY CAC σε σχέση με τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης που είχαν παραχωρηθεί από τον Όμιλο εταιρειών Panareti στις 18/10/2010 και 31/10/2018 ως εξασφάλιση των δανειακών διευκολύνσεων που του είχαν παραχωρηθεί από την Alpha Bank Cyprus Ltd. Όμως η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε στα πλαίσια της καταχώρισης της κυρίως Αίτησης, ημερομηνίας 03/02/2023, για παραμερισμό του διατάγματος επικύρωσης του Σχέδιου Διακανονισμού, ημερ. 07/12/2022, μεταξύ της εταιρείας Alpha Bank Cyprus Ltd, της εταιρείας SKY CAC LIMITED και των μετόχων τους. Οι Αιτήτριες στην κυρίως Αίτηση προωθούν τη θέση ότι η επικύρωση του Σχεδίου Διακανονισμού είναι παράνομη γιατί απεκρύβησαν από το Δικαστήριο καθοριστικά γεγονότα που το καθιστούν παράνομο, καθώς και γιατί οι ίδιες δεν είχαν κληθεί να ακουστούν πριν την έγκριση του συγκεκριμένου Σχεδίου Διακανονισμού. Καταχωρίστηκαν στα πλαίσια της κυρίως Αίτησης, για ακύρωση του διατάγματος επικύρωσης ημερ. 07/12/2022, σωρεία άλλων αιτήσεων, μεταξύ αυτών ως έχει προλεχθεί και η υπό εκδίκαση.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Προτού το Δικαστήριο προχωρήσει να εξετάσει τα ζητήματα που έχουν εγερθεί και για τα οποία τόσο ο κ. Ιωάννου καθώς και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι όλων των εμπλεκομένων μερών έχουν αναφερθεί με εμπεριστατωμένο και άκρως βοηθητικό τρόπο, τόσο στις γραπτές όσο και προφορικές αγορεύσεις τους, το Δικαστήριο θεωρεί ότι είναι το κατάλληλο στάδιο για να παρατεθεί η νομική πτυχή που διέπει αιτήσεις για Προσωρινά Διατάγματα. Η νομική πτυχή που διέπει αιτήσεις για έκδοση τέτοιου είδους διαταγμάτων, ήτοι συντηρητικών διαταγμάτων, παρέχεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, ενώ η Δικονομία για τέτοια διατάγματα προσδιορίζεται από τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο και Κανονισμούς. Το άρθρο 32 παρέχει στο Δικαστήριο ευρεία εξουσία σχετικά με την έκδοση παρεμπιπτόντων διαταγμάτων. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που το άρθρο αυτό καθορίζει ότι πρέπει να συντρέχουν, για να έχει το Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να εκδίδει παρεμπίπτοντα διατάγματα που θα έκρινε δίκαια ή πρόσφορα, είναι οι εξής: Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, η ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, η πιθανότητα να υποστεί ο ενάγων ανεπανόρθωτη ζημιά, καθώς επίσης ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

Όσον αφορά τις προϋποθέσεις για την έκδοση ενός απαγορευτικού διατάγματος και κατά πόσο αυτές ικανοποιούνται, καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οι αποφάσεις των Κυπριακών Δικαστηρίων που έχουν αναλύσει τις προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων βάσει του άρθρου 32 του Ν.14/60, είναι πολλές. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρω τις υποθέσεις Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557, Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, A.B.P. Holdings Ltd ν. Κιταλίδη κ.ά. (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694. Στην τελευταία απόφαση, τονίζεται ότι το άρθρο 32 του Ν.14/60 παρέχει στα Δικαστήρια ευρύτατες εξουσίες για έκδοση οποιωνδήποτε διαταγμάτων, όταν κάτι τέτοιο κρίνεται δίκαιο ή πρόσφορο χωρίς να τίθεται κανένας περιορισμός.

 

Επιπρόσθετα με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, το Δικαστήριο έχει καθήκον να σταθμίσει αν είναι εύλογο και δίκαιο να εκδώσει το διάταγμα (βλ. Bacardi v. Vinco (1996) 1(B) A.A.Δ. 788, Mitsingas v. Timberland (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1791 και Akis Express v. Aris Express (1998) 1(A) A.A.Δ. 149). Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Recnex Trading Limited, Ιωάννη Μιχαηλίδη ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λίμιτεδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 866:

 

« Βρίσκουμε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τέτοια ώστε δεν κρίνουμε σκόπιμο να προσθέσουμε οτιδήποτε άλλο παρά μόνο να παραπέμψουμε στις ΑΒΡ Holdings v. Κιταλίδη (1994) 1 Α.Α.Δ. 694, 699, C. Phasarias (Automotive Centre) Ltd v. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 785 και στην Πολιτική Έφεση 52/10 Aspis Liberty Life Insurance Public Co Ltd v. E. Σιακατίδου, ημερ. 19.3.2014. Αποδίδεται ευρύτατη εξουσία στο Δικαστήριο να εκδώσει οποιοδήποτε παρεμπίπτον απαγορευτικό, προστακτικό διάταγμα όταν κρίνει ότι αυτό είναι δίκαιο ή πρόσφορο υπό τις περιστάσεις χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό.».

 

Στην υπόθεση T. A. Micrologic Consultants Ltd ν. Microsoft Corporation (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1802, ο έντιμος Δικαστής κ. Νικολάου διατύπωσε το θέμα ως εξής:

 

« Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα των επί του θέματος αποφάσεων μας: βλ. ενδεικτικά τις υποθέσεις Constantinides v. Makriyiorghou (1978) 1 C.L.R. 585, Odysseos v. Pieris Estates & Others (1982) 1 C.L.R. 557 και Κυτάλα v. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253. Αυτό συχνά παραγνωρίζεται στα Επαρχιακά Δικαστήρια τόσο από δικηγόρους όσο και από Δικαστές με αποτέλεσμα η διαδικασία να γίνεται απαραδέκτως πολύπλοκη και μακρά». (Βλ. επίσης Hazelwood Investment & Finance Ltd v. XXX Manuel κ.α. Πολ. Εφ. Ε14/17 και Ε209/17 ημερ. 16/07/19).».

 

Επομένως, το Δικαστήριο περιορίζεται και προσεγγίζει το μαρτυρικό υλικό με μόνο σκοπό τη διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των πιο πάνω προϋποθέσεων και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα. Ο αιτητής είναι αυτός που πρέπει να πείσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, ως επίσης και για το δίκαιο και εύλογο της έκδοσής του και της διατήρησής του σε ισχύ. Το πραγματικό υπόβαθρο των γεγονότων, στα πλαίσια των οποίων εξετάζεται η αίτηση, τίθεται με τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση αντίστοιχα, δεδομένης πάντα της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

 

Οι Καθ΄ων η αίτηση, μεταξύ των διαφόρων λόγων που επικαλούνται για σκοπούς ακύρωσης του προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε στην παρούσα υπόθεση, είναι και αυτός που αφορά την από πλευράς των Αιτητριών μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων στο στάδιο που αιτούντο την έκδοση των διαταγμάτων μονομερώς. Οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί συνιστούν ένα από τους κύριους άξονες των θέσεων τους.

 

Αιτητής που επιζητεί την έκδοση διατάγματος μονομερώς πρέπει να προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια αποκαλύπτοντας στο Δικαστήριο όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση, ακόμη και εκείνα που δεν είναι προς το συμφέρον του. Έχει νομολογηθεί ότι η απόκρυψη γεγονότων συνιστά θανάσιμο σφάλμα εκεί όπου η αποκάλυψη θα επηρέαζε την κρίση του Δικαστηρίου. Στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Εφετείου, στην υπόθεση INVESTAR SPC LTD v. INVESTAR INVESTMENTS LTD Πολ. Εφ. Ε50/21 ημερ. 15/02/2024, διαβάζονται τα ακόλουθα σημαντικά επί του θέματος:

 

« Διαπιστώνουμε ότι στην Eθνική Tράπεζα της Eλλάδος (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο επεσήμανε μία διάκριση μεταξύ της εξέτασης του καθήκοντος αποκάλυψης σε περιπτώσεις όπου εξετάζεται ένα διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς, οπόταν και ισχύουν οι αρχές που τέθηκαν στις Zein  και Demstar, και της εξέτασης του όπου η αίτηση κατέστη δια κλήσεως και οι καθ' ου είχαν την ευκαιρία να θέσουν όλα τα ζητήματα ενώπιον του Δικαστηρίου.

Υπενθυμίζεται πως στις Zein και Demstar αποφασίστηκε ότι  σε υποθέσεις όπου εξετάζεται το κατά πόσον θα παραμεριστεί διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς, το κριτήριο είναι κατά πόσο η μη αποκάλυψη συγκεκριμένων γεγονότων συνιστά, εξ αντικειμένου, ουσιώδους σημασίας στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Η πρόθεση εξαπάτησης δεν αποτελεί προϋπόθεση για την ακύρωση διατάγματος λόγω παράλειψης αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων. Όπως, όμως, θα αναλύσουμε πιο κάτω, όπου γίνεται επίδοση της μονομερούς αίτησης  το στοιχείο της μη αποκάλυψης εξετάζεται με διαφορετικά κριτήρια. 

……………………………………………………………………………………………………………

Όπως αναφέρεται στο Σύγγραμμα Διατάγματα των Ερωτοκρίτου και Αρτέμη, σελ. 60 και 61, το αξίωμα ότι «όποιος επικαλείται την επιείκεια πρέπει να προσέρχεται με καθαρά χέρια»  εφαρμόζεται όπου ο διάδικος επιζητεί θεραπεία του δικαίου της επιείκειας. Η προσοχή εστιάζεται στο παρελθόν, δηλαδή στη μέχρι σήμερον συμπεριφορά του διαδίκου που επιζητεί τη θεραπεία έναντι του άλλου διαδίκου. Αν το δικαστήριο κρίνει ότι η μέχρι σήμερα συμπεριφορά του διαδίκου δεν ήταν η ενδεδειγμένη, το πιθανότερο είναι ότι θα ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και θα αρνηθεί τη χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας. Η απόκρυψη στοιχείων και η ψευδής ένορκη κατάθεση ενώπιον του δικαστηρίου έχουν θεωρηθεί παράγοντες που συνηγορούν υπέρ της μη χορήγησης απαγορευτικού διατάγματος.».

 

Η ορθή διάσταση της υποχρέωσης πλήρους αποκάλυψης σε μονομερείς αιτήσεις αναπτύχθηκε από τον Πική, Π., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co. Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 597, όπου στις σελίδες 601 - 602 διατυπώνονται τα ακόλουθα καθοδηγητικά:

 

« Είναι θεμελιωμένο ότι διάδικος ο οποίος επιδιώκει με μονομερή αίτηση τη χορήγηση θεραπείας, πρέπει να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη των γεγονότων τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου για την παροχή θεραπείας. Η αρχή αυτή συναρτάται με την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου ......... Το στοιχείο της εξαπάτησης δεν αποτελεί προϋπόθεση για ακύρωση του Διατάγματος. ..... Η θέση αυτή κρίνεται σωστή. Ό,τι ανατρέπει τη βάση του Διατάγματος είναι η μη αποκάλυψη γεγονότων εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Στην απουσία τους, η απόφαση του Δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής».

 

Το κριτήριο του τι συνιστά ουσιώδες γεγονός είναι αντικειμενικό. Ο αιτητής έχει καθήκον να αποκαλύψει όλα τα γεγονότα τα οποία εύλογα μπορούσαν να ληφθούν ή θα λαμβάνονταν υπόψη από το Δικαστή όταν αποφάσιζε κατά πόσο θα εγκρίνει την Αίτηση. Στην υπόθεση Larissa (αρ.2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1333 αναφέρθηκε με επιδοκιμασία η ακόλουθη, πολύ χαρακτηριστική, περικοπή από την αγγλική υπόθεση Castelli v. Cook (1849) 7 Hare, 89, 94:

 

« A plaintiff applying ex parte comes (as it has been expressed) under a contract with the Court that he will state the whole case fully and fairly to the Court. If he fails to do that, and the Court finds, when the other party applies to dissolve the injunction, that any material fact has been suppressed or not properly brought forward, the plaintiff is told that the Court will not decide on the merits, and that, as he has broken faith with the Court, the injunction must go».

 

Σε ελληνική μετάφραση:

 

« Ένας Ενάγοντας που αποτείνεται με μονομερή αίτηση συμβάλλεται (καθώς έχει διατυπωθεί) με το Δικαστήριο ότι θα θέσει όλη την υπόθεση με πλήρη και δίκαιο τρόπο ενώπιον του Δικαστηρίου. Αν παραλείψει να το πράξει και το Δικαστήριο διαπιστώσει, όταν το άλλο μέρος αποταθεί για ακύρωση του Διατάγματος, ότι έχει αποκρυβεί οποιοδήποτε ουσιαστικό γεγονός ή δεν έχει υποβληθεί με τον ορθό τρόπο, τότε ο Ενάγοντας ενημερώνεται ότι το Δικαστήριο δεν θα εξετάσει την ουσία, και ότι εφόσον έχει παραβεί το καθήκον του για επίδειξη καλής πίστης, το διάταγμα πρέπει να ακυρωθεί.».

 

Οι αρχές που διέπουν το θέμα της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων συνοψίσθηκαν στην υπόθεση Bloczek Limited v. Vianova Holding Limited (2013) 1 Α.Α.Δ.1460 ως ακολούθως:

 

« Είναι θεμελιωμένη αρχή του δικαίου της επιεικείας ότι η διαδικασία με μονομερή αίτηση επιβάλλει στον αιτητή, την υποχρέωση αποκάλυψης στο δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων, εκείνων δηλαδή που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική κρίση. Τέτοιες αιτήσεις είναι υψίστης πίστεως και γι' αυτό ο αιτητής έχει καθήκον να φέρει εις γνώσιν του δικαστηρίου οποιαδήποτε γεγονότα γνωρίζει ή οποιαδήποτε γεγονότα θα εγνώριζε αν ασκούσε εύλογη επιμέλεια, τα οποία μπορεί να είναι ευνοϊκά για τον απόντα διάδικο (τον αντίδικο του) και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του δικαστηρίου. Παράλειψη παρουσίασης ουσιωδών γεγονότων ενώπιον του δικαστηρίου, σε μονομερή αίτηση, θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του δικαστηρίου και το δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει ένα, μονομερώς εκδοθέν, παρεμπίπτον διάταγμα, για το λόγο της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων, χωρίς καν να εξετάσει την ουσία της αίτησης. Επομένως τέτοιο θέμα, όταν εγείρεται, εξετάζεται κατά προτεραιότητα. Το τί συνιστά ουσιώδες γεγονός είναι αντικειμενικό...

 

Η αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων συναρτάται με την ύψιστη καλή πίστη που ο αιτητής πρέπει να επιδείξει ερχόμενος στο δικαστήριο και ζητώντας θεραπεία σύμφωνα με το δίκαιο της επιείκειας

 

Η διαπίστωση απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, ως έχει νομολογηθεί, ανατρέπει τη βάση διατάγματος που εκδόθηκε με μονομερή αίτηση με αποτέλεσμα το διάταγμα να καθίσταται ακυρωτέο. Σε κάθε περίπτωση, το κριτήριο είναι αντικειμενικό και η μη αποκάλυψη συναρτάται με τις εξ αντικειμένου συνέπειες στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου και ακυρώνει τη διαταγή που έδωσε, χωρίς να εξετάσει την ουσία. Τα γεγονότα, που δεν αποκαλύφθηκαν, πρέπει να είναι ουσιώδη για την απόφαση του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση. Η υποχρέωση αποκάλυψης εκτείνεται, ως έχει προλεχθεί και σε γεγονότα που είναι προς όφελος των Καθ΄ων η αίτηση αν αυτά θα έχουν κάποια επίδραση στον τρόπο που το Δικαστήριο θα ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια. Σχετική είναι η απόφαση Swift Fortune Ltd (The Capoz Duckling) v. Magnifice Marine SA [2008] 1 Lloyd’s Rep. 54.

 

Καθοδηγούμενο από τη νομολογία, το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει πρωταρχικά το θέμα της απόκρυψης γεγονότων που εγείρεται από τους Καθ΄ων η αίτηση με λεπτομέρεια τόσο στις καταχωρισθείσες Ενστάσεις τους, καθώς και στις αγορεύσεις τους. Προωθείται ότι οι Αιτήτριες ουδέποτε αποκάλυψαν στο Δικαστήριο, κατά την έκδοση του απαγορευτικού διατάγματος, ότι υπήρχε σε ισχύ, από τις 28/08/2023, απαγορευτικό διάταγμα προς όφελος τους με ουσιαστικά το ίδιο περιεχόμενο, το οποίο απαγόρευε την πώληση ή/και μεταβίβαση ή/και διάθεση ή/και αποξένωση με οποιονδήποτε τρόπο ακινήτων ιδιοκτησίας του Ομίλου εταιρειών Panareti, το οποίο είχε εκδοθεί στα πλαίσια της Αγ. Αρ.365/23 του Ε. Δ. Πάφου. Δεν χωρεί αμφιβολίας ότι το συγκεκριμένο γεγονός θα ήταν βαρύνουσας σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η επιλογή των Αιτητριών να μην αποκαλύψουν το συγκεκριμένο γεγονός αφήνει το Δικαστήριο με την εντύπωση ότι ήθελαν να διασφαλίσουν ότι στην περίπτωση που ακυρωθεί το διάταγμα ημερ. 28/08/2023 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, που το είχε εκδώσει, θα υπήρχε σε ισχύ άλλο απαγορευτικό διάταγμα που να εμποδίζει την οποιαδήποτε ενέργεια σε σχέση με την ακίνητη περιουσία του Ομίλου εταιρειών Panareti, η οποία περιουσία δέον να σημειωθεί ότι είναι, εν πάση περιπτώσει, υποθηκευμένη ως εξασφάλιση για τις οφειλές του Ομίλου προς την Τράπεζα. Οι συγκεκριμένες οφειλές, ως αποκαλύφθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση, δεν αμφισβητήθηκαν από τον Όμιλο Panareti αφού οι όποιες αγωγές καταχωρίστηκαν και αμφισβητούσαν τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, Αγ. Αρ.11006/10 Ε.Δ. Λευκωσίας και Αγ. Αρ. 569/22 Ε.Δ. Λευκωσίας, τελικά αφέθηκαν να απορριφθούν λόγω του ότι δεν προωθήθηκαν. Ούτε και αυτό το γεγονός αποκαλύφθηκε στο Δικαστήριο κατά την έκδοση του διατάγματος ημερ. 08/12/2023, ήτοι ότι είχαν καταχωριστεί δύο αγωγές από τις Αιτήτριες εναντίον των Καθ΄ων η αίτηση οι οποίες τελικά εγκαταλείφθηκαν αφήνοντας το χρέος των Αιτητριών προς τους Καθ΄ων η αίτηση αδιαμφισβήτητο και μαζί με το χρέος τις εξασφαλίσεις του χρέους, δηλαδή τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης. Η μόνη αναφορά από τις Αιτήτριες, σε καταχωρισθείσα αγωγή, καταγράφεται στην παράγραφο 95 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Αίτηση και αφορά την Αγ. Αρ.1702/21 Ε.Δ. Λευκωσίας που καταχωρίστηκε από τις Αιτήτριες και η οποία τελικά διακόπηκε. Παρασιωπήθηκε επίσης η καταχώριση της Αιτ. Αρ.64/23 Ε. Δ. Πάφου για διορισμό εξεταστή στον Όμιλο εταιρειών Panareti, η καταχώριση της οποίας, στην περίπτωση που επιτύχει, οδηγεί στην αναδιάρθρωση των χρεών της εταιρείας και σκοπεί στην διάσωσή της.

 

Ο συγκεκριμένος τρόπος πλεύσης των Αιτητριών ουσιαστικά καταδεικνύει ότι αποδέχθηκαν τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης και ότι η όποια αμφισβήτηση υπήρχε εκ μέρους τους, αναφορικά με τη νομιμοποίηση των συγκεκριμένων, έχει αρθεί με την απόσυρση ή και απόρριψη των αγωγών, ιδιαίτερα της Αγ. Αρ.569/22 η οποία αφορούσε τα Ομόλογα και διακόπηκε στις 21/11/2023, ήτοι πριν την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης. Επίσης, δεν αποκάλυψαν ότι είχαν αποσύρει την αίτηση εναντίον του διορισμού του Παραλήπτη – Διαχειριστή, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αποδέχθηκαν τον διορισμό του. Όφειλαν να αποκαλύψουν τα συγκεκριμένα γεγονότα στο Δικαστήριο γιατί ήταν καθοριστικά για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Αντί αυτού, άφησαν το Δικαστήριο με την εντύπωση ότι η συνομολόγηση των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης περιβάλλεται από παρανομία και ότι αυθαίρετα διορίστηκε Παραλήπτης – Διαχειριστής, δίδοντας μια άλλη διάσταση στην εικόνα που οι Αιτήτριες προσπάθησαν να παρουσιάσουν στο μονομερές στάδιο, μέσω της ένορκης δήλωσης του κ. Ιωάννου, σε σχέση με τον Όμιλο Panareti και της κακής, όπως την περιέγραψε, αντιμετώπισης που έτυχε από την Τράπεζα, ή τουλάχιστον, δεν αποκαλύπτει μια ουσιώδη πτυχή σε σχέση με τις αντισυμβατικές ενέργειες του Ομίλου Panareti έναντι της Τράπεζας. Παρουσιάζοντας με τον συγκεκριμένο τρόπο τα γεγονότα ή και αποκρύβοντας σημαντικά γεγονότα παραπλάνησαν το Δικαστήριο.

 

Στην απόφαση Γρηγορίου ν. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, τονίστηκε ότι η φύση της διαδικασίας μονομερούς αίτησης, λόγω του στοιχείου της υψίστης πίστεως (uberrima fides), επιβάλλει στον αιτητή την αποκάλυψη στο Δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική κρίση. Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση, θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου. Το κριτήριο του τι συνιστά ουσιώδες γεγονός είναι αντικειμενικό. Έτσι, το καθήκον του αιτητή είναι να αποκαλύψει όλα τα γεγονότα τα οποία εύλογα μπορούσαν να ληφθούν ή θα λαμβάνονταν υπόψη από το Δικαστήριο όταν αποφάσιζε κατά πόσο θα εγκρίνει την αίτηση. Εφαρμόζοντας τις αρχές και τα όσα καταγράφηκαν στην Larissa (αρ.2) (πιο πάνω), η βάση πάνω στην οποία έχει εκδοθεί το απαγορευτικό διάταγμα έχει ανατραπεί και συνεπακόλουθα το διάταγμα καθίσταται ακυρωτέο.

Οι Αιτήτριες όφειλαν να συμπεριφερθούν έντιμα και δίκαια έναντι των αντιδίκων τους. Παραπομπή γίνεται στο σύγγραμμα των Π. Αρτέμη και Γ. Ερωτοκρίτου, «Διατάγματα/Injunctions», εκδ. 2016, στις σελίδες 60 – 61, όπου καταγράφεται το γνωστό ρητό των Κανόνων Επιείκειας ότι ''he who seeks equity must do equity''. Σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη αίτηση πρέπει να αναφερθεί ότι οι Αιτήτριες δεν έχουν συμπεριφερθεί σωστά αφού παραπλάνησαν το Δικαστήριο. Είναι θεμελιωμένο ότι το Δικαστήριο μπορεί με βάση αυτό και μόνο το λόγο και χωρίς να υπεισέλθει στην ουσία του προσωρινού Διατάγματος που έχει εκδοθεί μονομερώς να το ακυρώσει αν διαφανεί ότι, κατά το στάδιο της έκδοσης του, δεν υπήρξε πλήρης αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων τα οποία, ενδεχομένως, να επηρέαζαν το Δικαστήριο. Συνακόλουθα, για όλους τους λόγους που καταγράφηκαν πιο πάνω, το εκδοθέν διάταγμα ημερ. 08/12/2023 ακυρώνεται.

 

Ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων στις οποίες το Δικαστήριο έχει προβεί και οι οποίες αφορούν και αναφέρονται σε αποτυχία των Αιτητριών να εκπληρώσουν το καθήκον της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων και να προσέλθουν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια καθόσον αφορά το μονομερώς εκδοθέν Διάταγμα, παρέλκει η εξέταση των υπόλοιπων ζητημάτων που είχαν εγερθεί και αφορούν την εξέταση της ουσίας και, ειδικότερα, της ικανοποίησης ή μη των προϋποθέσεων για έκδοση απαγορευτικών Διαταγμάτων.

 

Όμως, ενόψει του ότι στην υπό κρίση Αίτηση, πέραν του μονομερώς εκδοθέντος Διατάγματος αποτελούν αντικείμενο εξέτασης και τα υπό στοιχεία (2), (3) και (4) αιτούμενα Διατάγματα, το Δικαστήριο θα εξετάσει την υπό κρίση Αίτηση με βάση τις προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, ως έχουν καταγραφεί ανωτέρω. 

Εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση, υπενθυμίζεται ότι με βάση τη νομολογία, η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση αποκαλύπτεται στη βάση του καταχωρημένου δικογράφου και αφορά τη νομική θεμελίωση της αξίωσης των Αιτητριών. Συγκεκριμένα, με βάση το περιεχόμενο της κυρίως Αίτησης για ακύρωση του Διατάγματος ημερ. 07/12/2022 και των θεραπειών που επιζητούνται, προβάλλεται ζήτημα αναφορικά με την εγκυρότητα του Σχεδίου Διακανονισμού μεταξύ της Alpha Bank, της ACAC, της SKY CAC και της Alpha Bank Διεθνών Συμμετοχών Μονοπρόσωπη Α.Ε. και παράλληλα προωθείται η θέση ότι το συγκεκριμένο Σχέδιο Διακανονισμού παραβίαζε τον περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμο, Ν.169(Ι)/15 ως ίσχυε, καθώς επίσης και ότι η άδεια εξαγοράς πιστωτικών διευκολύνσεων της SKY CAC εξασφαλίστηκε παράνομα. Όμως οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί δεν συσχετίστηκαν με τα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, των οποίων η εγκυρότητα κατέστη αδιαμφισβήτητη, ως προκύπτει από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου από τους Καθ΄ων η αίτηση και δεν αμφισβητήθηκαν από τις Αιτήτριες. Οπόταν, εγείρεται το ερώτημα, γιατί να ανασταλούν οι εξουσίες του Παραλήπτη – Διαχειριστή αφού εκπορεύονται από έγκυρα Ομόλογα Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης τα οποία δεν σχετίζονται με το Διάταγμα Επικύρωσης του Σχεδίου Διακανονισμού του οποίου επιχειρείται η ακύρωση. Ακόμη και στην περίπτωση που ακυρωθεί το Σχέδιο Διακανονισμού, τα συγκεκριμένα Ομόλογα θα συνεχίσουν να ισχύουν αφού η εγκυρότητά τους δεν έχει αμφισβητηθεί και οι δύο αγωγές που είχαν καταχωριστεί, Αγ. Αρ.11006/10 και 569/22 και τα αφορούσαν, έχουν απορριφθεί.

 

Στη βάση των συγκεκριμένων διαπιστώσεων, είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δεν υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση που να συνδέει την κυρίως Αίτηση με τα διατάγματα τα οποία επιζητούνται και, ως εκ τούτου, η πρώτη προϋπόθεση δεν πληρείται.

Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, της πιθανότητας επιτυχίας, επαναλαμβάνεται ότι είναι αρκετό ο αιτητής να πείσει το Δικαστήριο ότι έχει κάποια σοβαρή πιθανότητα επιτυχίας. Οι Αιτήτριες πρέπει να αναφέρονται σε γεγονότα που θα πείθουν το Δικαστήριο ότι έχουν πραγματική προοπτική επιτυχίας, η δε ικανοποίηση της συγκεκριμένης προϋπόθεσης εξαρτάται από τη συσχέτιση της νομικής θεμελίωσης της αξίωσης με την προσφερόμενη μαρτυρία, όπως αυτή εξάγεται σ΄αυτό το στάδιο από τις ένορκες δηλώσεις και από τυχόν προφορική μαρτυρία σε περίπτωση αντεξέτασης, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει ζητηθεί από οποιαδήποτε από τις αντίδικες πλευρές. Επισημαίνεται ότι σε σχέση με την δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32, η προοπτική επιτυχίας εξετάζεται σε συνάρτηση και με την αντίθετη εκδοχή.

 

Όπως υπεδείχθη στην απόφαση Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά. Πολ. Έφ. Ε143/2015 ημερ. 23/03/2017 «τηρουμένης της αρχής ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία, οφείλει πάντως να προβεί σε κάποια αξιολόγηση της αποδεικτικής δύναμης της υπόθεσης εκείνου του διαδίκου ο οποίος ζητά ενδιάμεση θεραπεία.». Στην υπόθεση Σεβαστού v. Σεβαστού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1980 λέχθηκε ότι, «κάποια πρωταρχική, έστω, αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι αναγκαία για να μπορεί το δικαστήριο να συνεκτιμήσει την αποδεικτική δύναμη της κάθε πλευράς. Έστω στην περιορισμένη σφαίρα εξέτασης σε αυτό το στάδιο.».

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση η εκδοχή των Αιτητριών είναι ότι η Τράπεζα έχει οργανώσει ένα δόλιο σχέδιο καταστροφής του Ομίλου εταιρειών Panareti αποκρύβοντας τα δάνεια των Αιτητριών αρχικά στις εταιρείες UMERA και ERMIS στις οποίες η Alpha Bank πώλησε και μεταβίβασε δάνεια εκατοντάδων εκατομμυρίων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αμφισβητείται από τις Αιτήτριες η οφειλή πολλών εκατομμυρίων ευρώ προς την Alpha Bank. Το παράπονο των Αιτητριών είναι ότι οι συγκεκριμένες δύο Εταιρείες, οι οποίες συνδέονται με την Alpha Bank, ουδέποτε αδειοδοτήθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και ότι ουδέποτε τους αποκαλύφθηκε από την Τράπεζα ότι τα δάνεια είχαν πωληθεί και μεταβιβαστεί στις συγκεκριμένες δύο Εταιρείες. Όμως η θέση των Καθ΄ων η αίτηση είναι ότι μόνο τα οικονομικά δικαιώματα είσπραξης είχαν μεταφερθεί στις συγκεκριμένες δύο εταιρείες και ότι η Τράπεζα παρέμεινε ο δανειστής των δανείων. Η θέση των Καθ΄ων η αίτηση ενισχύεται και από το γεγονός ότι έπρεπε να δημιουργηθεί η SKY CAC, η οποία αντικατέστησε την Τράπεζα έναντι ανταλλάγματος, για να μπορέσουν να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις με την Cerberus. Όλα αυτά τα γεγονότα δεν πλήττουν την νομιμότητα και εγκυρότητα των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης αφού ακόμη και αν επιτύχουν στην κυρίως Αίτηση οι Αιτήτριες, η ισχύς των Ομολόγων παραμένει ανεπηρέαστη. Δεν έχει προβληθεί οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι ο Παραλήπτης - Διαχειριστής έχει παραβεί την υποχρέωσή του για επίδειξη δέουσας επιμέλειας στη διαχείριση και ότι τα περιουσιακά στοιχεία του Ομίλου εταιρειών Panareti αναμένεται να πωληθούν δόλια για ποσό χαμηλότερο από την πραγματική τους αξία. Φαίνεται να ζητήθηκαν, από τον Παραλήπτη – Διαχειριστή, στοιχεία από τους διευθυντές Ομίλου εταιρειών Panareti τα οποία δεν έχουν δοθεί.

 

Στην αντίπερα όχθη, οι Καθ΄ων η αίτηση προβάλλουν ότι καθ' όλο το διάστημα της συνεργασίας που είχαν με τις Αιτήτριες η Τράπεζα είχε προβεί σε σημαντικό αριθμό αναδιαρθρώσεων στο πλαίσιο παροχής επιπρόσθετων πιστωτικών διευκολύνσεων με στόχο την τακτοποίηση καθυστερήσεων στο πρόγραμμα αποπληρωμής των υποχρεώσεων του Ομίλου εταιρειών Panareti και των φυσικών προσώπων που τον διαχειρίζονται. Απορρίπτουν δε τόσο τον ισχυρισμό για εξαναγκασμό από μέρους της Τράπεζας για αναδιάρθρωση των δανείων, επισημαίνοντας ότι είναι οι Αιτήτριες οι οποίες ζητούσαν νέες πιστωτικές διευκολύνσεις από την Τράπεζα το 2018, εξ΄ ου και καταρτίστηκε και υπογράφτηκε η Συμφωνία Περιγράμματος (Framework Agreement) ημερ. 30/09/2018. Στην συγκεκριμένη Συμφωνία αναγνωρίστηκε ότι το συνολικό οφειλόμενο ποσό του Ομίλου εταιρειών Panareti προς την Τράπεζα ανερχόταν, στις 23/08/2018, στο ποσό των €91.239.906,81 και CHF289.387.594,34. Επιπλέον, η πλευρά της Τράπεζας υποστηρίζει ότι υπήρξε αθέτηση των όρων της Συμφωνίας Περίγραμμα από τις Αιτήτριες, ως περιγράφει ο Ελευθέριος Θεοδώρου στην παράγραφο 21 (α), (β) και (γ) της ένορκης δήλωσής του, παρά το γεγονός ότι η Τράπεζα είχε διαγράψει οφειλές ύψους €95.000.000,00 από τις συνολικές οφειλές του Ομίλου.

 

Το Δικαστήριο δεν χρειάζεται αλλά ούτε και πρέπει να εξάξει οποιοδήποτε θετικό ή και δεσμευτικό εύρημα ως προς τα συγκρουόμενα πραγματικά γεγονότα που περιστοιχίζουν τα πιο πάνω, απλώς να διαπιστώσει ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 ικανοποιούνται. Ως εκ τούτου, αποφεύγει επιμελώς να καταλήξει σε οποιοδήποτε τελικό συμπέρασμα ως προς το πραγματικό και νομικό υπόβαθρο της κυρίως Αίτησης, εφόσον σε μια τέτοια ενδιάμεση Αίτηση τα ζητήματα που εγείρονται δεν αποφασίζονται τελεσίδικα. Η έρευνα του Δικαστηρίου θα πρέπει να σταματά όπου επιτρέπει τη διαπίστωση ύπαρξης ή ανυπαρξίας κάποιας προοπτικής επιτυχίας.

 

Tο ζητούμενο, εν προκειμένω, δεν είναι η διαμόρφωση οριστικής πεποίθησης είτε για την υπόθεση των Αιτητριών, είτε για τη βασιμότητα των Ενστάσεων. Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Με τα όσα οι Αιτήτριες έχουν θέσει υπόψη του Δικαστηρίου και λαμβανομένων υπόψη των θέσεων της άλλης πλευράς, στοιχειοθετείται ορατή πιθανότητα επιτυχίας; Πιθανότητα τέτοια που δεν είναι μια απλή πιθανότητα, αλλά με τον πήχη να βρίσκεται πιο χαμηλά από το «ισοζύγιο των πιθανοτήτων»; Εξετάζοντας τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως έχουν τεθεί δια μέσου των ενόρκων δηλώσεων όλων των πλευρών, δεν χωρεί αμφιβολίας ότι η πλευρά των Αιτητριών υπέγραψε την Συμφωνία Περίγραμμα ημερ. 30/09/2018, ως καταγράφεται στις παραγράφους 76 – 88 της ένορκης δήλωσης του Ανδρέα Ιωάννου. Βέβαια, προωθείται παράλληλα ο ισχυρισμός ότι η συγκεκριμένη Συμφωνία ήταν, μεταξύ άλλων, προϊόν δόλου και εξαπάτησης εκ μέρους της Τράπεζας. Όμως, παρά τον συγκεκριμένο ισχυρισμό, χρειάστηκαν 5 χρόνια, οι Αιτήτριες, για να καταχωρήσουν την Αγ. Αρ. 1017/23 με την οποία αιτούνται αναγνωριστική απόφαση για ακύρωση της συγκεκριμένης Συμφωνίας. Στην συγκεκριμένη αγωγή εκκρεμεί η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στην Τράπεζα, ενώ έχουν προστεθεί ως διάδικοι η SKY CAC και ο Παραλήπτης – Διαχειριστής.

 

 Στην Πουργουρίδης κ.ά v. Μέζου κ.ά (1994) 1 Α.Α.Δ. 201, στη σελίδα 207 διαβάζονται τα ακόλουθα: «Η έννοια της πιθανότητας περικλείει κάτι πολύ περισσότερο από πιθανότητα αν και κάτι λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων». Πρέπει όμως να αποδειχθεί δυνατό ενδεχόμενο επιτυχίας. Στην Κυτάλα v. Χρυσάνθου (1996) 1 Α.Α.Δ. 253, στις σελίδες 257 και 258 αναφέρεται: «Διευκρινίζουμε ότι η μαρτυρία πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη πιθανότητας» και σε άλλο σημείο «εκείνο που απαιτείται είναι κάτι πολύ πιο λίγο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων που είναι το μέτρο απόδειξης στις αστικές υποθέσεις.  Απαιτεί απλώς να δείξει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας (βλ. Οδυσσέως v. Pieris Estates (1982) 1CLR, 557).  Αυτό γίνεται στη βάση της προσαχθείσας μαρτυρίας, δηλαδή των ενόρκων δηλώσεων (βλ. Κυτάλα v. Χρυσάνθου (1996) 1ΑΑΔ, 253, 257, 258) όπου ελέχθη ότι κατά τη μαρτυρία πρέπει να αναφέρεται σε γεγονότα από τα οποία πρέπει να διαφαίνεται η ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας.».

Οι Αιτήτριες εστιάζουν μεγάλο μέρος των επιχειρημάτων που προβάλλουν, ήτοι ότι έχουν καλή πιθανότητα επιτυχίας στην κυρίως Αίτηση, στο γεγονός ότι αποστάλθηκε επιστολή από τις ίδιες στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε σχέση με τις κατ΄ισχυρισμό έκνομες ενέργειες των Καθ΄ων η αίτηση και ότι παραλήφθηκε απάντηση στην οποία καταγράφεται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα το έχει υπόψη της για σκοπούς εποπτείας. Η συγκεκριμένη απάντηση δεν οδηγεί αναπόδραστα στο συμπέρασμα ότι υπάρχει οτιδήποτε έκνομο στη διαδικασία που εφάρμοσαν οι Καθ΄ων η αίτηση, ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι δεν έχει απευθυνθεί οποιαδήποτε επιστολή προς την Τράπεζα ή την SKY CAC ή την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την οποία να ζητούνται εξηγήσεις.

 

Με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν πληρείται η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32, αφού οι Αιτήτριες δεν έχουν αποδείξει ότι έχουν κάτι περισσότερο από απλή πιθανότητα επιτυχίας και συνεπώς η αίτηση για την έκδοση απαγορευτικών ή παρεμπιπτόντων διαταγμάτων καθίσταται ακροσφαλής και θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Θα εξεταστεί στη συνέχεια για σκοπούς πληρότητας, κατά πόσο συντρέχει η τρίτη προϋπόθεση, δηλαδή, να είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση, απαιτείται να διαφανεί ότι, χωρίς την έκδοση των διαταγμάτων, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Το ζήτημα της επάρκειας της θεραπείας των αποζημιώσεων εξετάζεται μέσα στο πλαίσιο της προϋπόθεσης αυτής. Όσον απομακρύνεται η πιθανότητα να συνιστά η θεραπεία των αποζημιώσεων επαρκή θεραπεία, τόσο ενισχύεται η πιθανότητα να πληρείται η προϋπόθεση αυτή. Με δεδομένο ότι η θεραπεία του προσωρινού διατάγματος ανάγεται κατ΄εξοχή στο δίκαιο της Επιείκειας, αν η αποτίμηση σε χρήμα μπορεί να γίνει εύκολα, τότε η έκδοση του αποκλείεται. Ακόμη και ασυνήθης δυσκολία στην εκτίμηση των ζημιών, δεν δικαιολογεί κατ΄ανάγκη την έκδοση προσωρινού διατάγματος. Όπως έχει νομολογηθεί, η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής και/ή χρηματικής ζημιάς αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία (βλ. Παναγίδου ν. Παναγίδου κ.α. (2001) 1 Α.Α.Δ. 396).

 

Η τρίτη προϋπόθεση, δηλαδή ότι είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του διατάγματος, ικανοποιείται όχι μόνο όταν η επιδίκαση αποζημιώσεων δεν θα ήταν επαρκής θεραπεία αλλά και στην περίπτωση όπου υπάρχει ο κίνδυνος να μην μπορέσει ο Καθ΄ου η αίτηση να ικανοποιήσει την οποιαδήποτε απόφαση που ενδεχομένως ληφθεί εναντίον του. Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία, η αδυναμία ή η δυσκολία απονομής πλήρους δικαιοσύνης επεκτείνεται και στο στάδιο της εκτέλεσης. Το σχετικό κριτήριο είναι κατά πόσο, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου της μαρτυρίας, υφίσταται βάσιμος κίνδυνος η απόφαση υπέρ των Αιτητριών να παραμείνει ανικανοποίητη. Η πλευρά των Αιτητριών διατείνεται ότι θα είναι αδύνατο να αποζημιωθούν μεταγενέστερα αφού οι Καθ΄ων η αίτηση δεν θα είναι σε θέση να τους αποζημιώσουν, ιδιαίτερα στην περίπτωση που πωληθεί περιουσία του Ομίλου εταιρειών Panareti. Επίσης, ισχυρίζονται ότι αν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, οι Καθ' ων η Αίτηση θα προχωρήσουν, μέσω του Παραλήπτη – Διαχειριστή, με τη διαδικασία πώλησης των περιουσιακών στοιχείων των Αιτητριών πριν την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης.

 

Όπως ορθά επισημάνθηκε από την πλευρά των Καθ' ων η Αίτηση, η Καθ΄ης η αίτηση Τράπεζα είναι σε θέση να ικανοποιήσει χρηματικά και/ή άλλως πως τις Αιτήτριες στην περίπτωση που πετύχουν στην κυρίως Αίτηση, ακόμα και αν αποξενωθεί περιουσία του Ομίλου οποιασδήποτε αξίας. Το ίδιο ισχύει και για την SKY CAC. Η SKY CAC έχει παραθέσει την κατάσταση των περιουσιακών της στοιχείων από την οποία αποκαλύπτεται ότι η αξία του χαρτοφυλακίου της ξεπερνά τα 2,2 δις και ότι διατηρεί μετρητά και άλλα περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας €680.900.000.00, Τεκμήριο 17 στην Ένσταση της SKY CAC.

 

Δεν πρέπει δε να λησμονείται στο σημείο αυτό ότι οι Αιτήτριες έχουν παραδεχθεί ότι οφείλουν ένα τεράστιο ποσό προς την Καθ΄ης η αίτηση Τράπεζα και τούτο ανεξαρτήτως του ότι η εκδοχή της Τράπεζας είναι ότι αυτό το ποσό είναι πολύ μεγαλύτερο, το οποίο, η Καθ΄ης η αίτηση Τράπεζα θα πρέπει να βρει τρόπους να ανακτήσει, ένας εκ των οποίων είναι και η ενεργοποίηση των προνοιών των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης.

 

Κατά παρόμοιο τρόπο και στην περίπτωση του Καθ' ου η Αίτηση Παραλήπτη - Διαχειριστή δεν προβλήθηκε ισχυρισμός ότι, σε περίπτωση που οι Αιτήτριες επιτύχουν στην κυρίως Αίτηση ο Διαχειριστής – Παραλήπτης δεν θα είναι σε θέση να τους ικανοποιήσει και ή να τους αποζημιώσει. Δεν αμφισβητήθηκε η προθυμία του να υπογράψει σχετική εγγύηση.

 

Είναι γνωστή η νομολογιακή αρχή ότι ένας Διαχειριστής - Παραλήπτης δεν μπορεί να ενεργεί αυθαίρετα και ότι υπόκειται στις πρόνοιες της σχετικής Νομοθεσίας, άρθρα 89 και 300 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, τις οποίες οφείλει να εφαρμόσει, ενώ σε περίπτωση παράλειψης διεκπεραίωσης των καθηκόντων του με τον πρέποντα και/ή δέοντα τρόπο, υπόκειται σε κυρώσεις. Έχει δε καθήκον επιμέλειας προς όλους και πρωτίστως προς τους πιστωτές (κατόχους των ομολόγων) της εταιρείας που τον διόρισαν.

 

Όπως επισημαίνεται στο Σύγγραμμα The Law Relating To Receivers Managers And Administrators, 4th edn., Hubert Picarda, στη σελίδα 155:

 

" A receiver plainly owes duties to the debenture holder who appointed him. And he owes those duties to his appointor both in contract and in tort. His appoint­ment on acceptance becomes a contract between his appointor and himself giv­ing rise to contractual and tortious duties. He will also owe fiduciary duties to his appointor in respect of the realisation of charged assets.

It is also further established that a receiver owes duties to the company over whose assets he is appointed receiver.111Accordingly, a mortgagor company in receivership may sue the receiver appointed by the mortgagee if the receiver acts improperly and to the detriment of the company."

 

Μέχρις ότου ο διορισμός του κ. Βασιλείου, ως Παραλήπτη - Διαχειριστή δυνάμει Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, ακυρωθεί ή ανακληθεί, στην προκειμένη περίπτωση είναι σαφές ότι δεν μεσολάβησε τέτοιο διάβημα, το Δικαστήριο θεωρεί ότι θα πρέπει αυτός να αφεθεί να ασκεί τις εξουσίες που ο Νόμος του παρέχει καθώς και τις υποχρεώσεις του, οι οποίες απορρέουν από τα Ομόλογα και να συνεχίσει να εκτελεί τα καθήκοντα του.

 

Είναι ορθή επί τούτου η επισήμανση από μέρους των ευπαιδεύτων συνηγόρων όλων των Καθ΄ων η αίτηση ότι εφόσον ο Παραλήπτης – Διαχειριστής έχει δεόντως διοριστεί και ο διορισμός του δεν προσβάλλεται, αυτός είναι ο ρυθμιστής της κατάστασης και ο Όμιλος Εταιρειών Panareti λειτουργεί και αποφασίζει μέσω του. Είναι η θέση του Δικαστηρίου ότι μέχρις ότου ακυρωθεί ή ανακληθεί ο διορισμός του Παραλήπτη - Διαχειριστή αυτός θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκτελεί τα καθήκοντα και τις εξουσίες που του εναποθέτει ο Νόμος και οι πρόνοιες των Ομολόγων βάσει των οποίων έχει διοριστεί.

 

Υπό αυτά τα δεδομένα, το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν έχει ικανοποιηθεί η τρίτη προϋπόθεση, ότι δηλαδή οι Αιτήτριες χωρίς την έκδοση των αιτούμενων υπό στοιχεία (2), (3) και (4) Διατάγματα δεν θα μπορούν να αποζημιωθούν πλήρως σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Όπως είναι νομολογημένο, στις περιπτώσεις όπου το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πληρείται η τρίτη προϋπόθεση, το θέμα τελειώνει εκεί χωρίς να παρίσταται η ανάγκη να επικαλεστεί τη διακριτική του ευχέρεια για την μη έκδοση των διαταγμάτων.

 

          Ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων στις οποίες το Δικαστήριο έχει προβεί και οι οποίες αφορούν και αναφέρονται σε αποτυχία των Αιτητριών να εκπληρώσουν το καθήκον της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων και να προσέλθουν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια καθόσον αφορά το Διάταγμα το οποίο έχει εκδοθεί μονομερώς υπό στοιχείο (1), παρέλκει η εξέταση των υπόλοιπων ζητημάτων που είχαν εγερθεί και αφορούν την εξέταση της ουσίας και, ειδικότερα, της ικανοποίησης ή μη των προϋποθέσεων για έκδοση απαγορευτικών Διαταγμάτων. Το θέμα του κατά πόσον ένα Δικαστήριο έχει εξουσία να ακυρώσει διάταγμα ομόβαθμού του Δικαστηρίου, είναι θέμα το οποίο θα απασχολήσει το Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης. Το ίδιο ισχύει και για τον ισχυρισμό που προβλήθηκε από τους Καθ΄ων η αίτηση και αφορά την καταχρηστική συμπεριφορά των Αιτητριών.

 

Αυτό που φαίνεται να μην έχει γίνει αντιληπτό από τις Αιτήτριες είναι το γεγονός ότι, ακόμη και αν ακυρωθούν τα διατάγματα με τα οποία επικυρώθηκαν τα Σχέδια Διακανονισμού, οι Αιτήτριες δεν θα απαλλαγούν από τη συμβατική τους υποχρέωση να εξοφλήσουν τις χρηματικές διευκολύνσεις που τους έχουν παραχωρηθεί, που σύμφωνα με δική τους παραδοχή αφορούν τεράστια ποσά, εξ ου και υπέβαλαν προς το Ε. Δ. Πάφου την αίτηση για διορισμό εξεταστή στον Όμιλο εταιρειών Panareti.

 

Ως αποτέλεσμα, το εκδοθέν προσωρινό Διατάγματα ημερ. 08/12/2023 ακυρώνεται στην ολότητά του. Όσον αφορά τα υπό στοιχεία (2), (3) και (4) αιτούμενα Διατάγματα, η υπό κρίση Αίτηση απορρίπτεται, για όλους τους λόγους που έχουν καταγραφεί πιο πάνω. Όσον αφορά το θέμα των εξόδων της Αίτησης, το Δικαστήριο δεν βρίσκει κανένα λόγο για να παρεκκλίνει από τον γενικό κανόνα ότι αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα, εκτός αν υπάρχει καλός λόγος για έκδοση διαφορετικής διαταγής και, συνεπώς, όλοι οι Καθ΄ων η Αίτηση δικαιούνται στα έξοδα τους.

 

Οι Αιτήτριες να καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας Αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Τα έξοδα θα είναι άμεσα καταβλητέα από τους Διευθυντές των Αιτητριών.

 

 

 

 

 

(Υπ.) ……………………………………

  Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο