ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 2371/21

Μεταξύ:

A & A KRITICOS ESTATES LTD

Ενάγοντες

v.

 

Πέτρου Ιωαννίδη

υπό την ιδιότητά του ως Παραλήπτη- Διαχειριστή της

Diagoras Centre Point Ltd

Εναγόμενου

---------------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 13/10/2022

για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17 Μαΐου, 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Ενάγοντες – Αιτητές : κ. Λιβέρας για Δ. Π. Λιβέρας & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενο – Καθ΄ου η αίτηση: κα. Χριστοδούλου για Πανάγος & Πανάγος Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Οι Ενάγοντες - Αιτητές με την αίτησή τους ζητούν όπως τους επιτραπεί να καταχωρίσουν συμπληρωματική ένορκη δήλωση ως απάντηση στους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση του Εναγόμενου ημερομηνίας 12/01/2022. Η προτιθέμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση επισυνάπτεται ως Παράρτημα Α στην αίτηση.

 

Η αίτηση βασίζεται στις Δ.39 θ.θ.1 και 2, Δ.48 θ.θ.1 – 4(2), 6 και 9 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, στη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα που υποστηρίζουν το αίτημα παρατίθενται στην ένορκη δήλωση του Μάριου Κρητικού, διευθυντή των Εναγόντων - Αιτητών, ο οποίος τα γνωρίζει προσωπικά και είναι εξουσιοδοτημένος για την παράθεσή τους. Είναι η θέση του ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση του Εναγόμενου – Καθ΄ου η αίτηση ημερομηνίας 12/01/2022 είναι αβάσιμοι και ανεδαφικοί γιατί βασίζονται σε λανθασμένα δεδομένα. Υποστηρίζει ότι η αγωγή καταχωρίστηκε λόγω του ότι ο Παραλήπτης – Διαχειριστής, μετά τον διορισμό του, αμφισβητεί το δικαίωμα των Εναγόντων στην ιδιοκτησία του ακίνητου που αποτελεί μέρος των ακινήτων της εταιρείας Diagoras Centre Point Ltd. Το συγκεκριμένο ακίνητο το είχε αγοράσει ο ίδιος προσωπικά το 2001, λαμβάνοντας δάνειο από τη Λαϊκή Τράπεζα όσον αφορά το ήμισυ του τιμήματος και το υπόλοιπο ήμισυ καταβλήθηκε από οφειλές της Εταιρείας Diagoras προς τον ίδιο. Αυτά τα γεγονότα έλαβαν χώρα πριν 20 χρόνια, ενόσω μέτοχοι της Εταιρείας ήταν ο αδελφός του και ο πατέρας του. Προωθεί τη θέση ότι ως αποτέλεσμα των έκνομων ενεργειών του Παραλήπτη – Διαχειριστή, οι ενοικιαστές του συγκεκριμένου ακίνητου τερμάτισαν την ενοικίαση μετά από 20 χρόνια και το εγκατέλειψαν, παραδίδοντας στον ίδιο τα κλειδιά στις 12/09/2022. Υποστηρίζει ότι, ως δήλωσε και στην αρχική ένορκη δήλωσή του, ο τερματισμός οφειλόταν σε επιστολές που απέστειλε και πίεση που άσκησε ο Παραλήπτης - Διαχειριστής στους ενοικιαστές. Για αυτό το λόγο είναι η δική του θέση ότι είναι απαραίτητο όπως η συγκεκριμένη εξέλιξη τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Ο ίδιος, ως καταγράφει, δεν αμφισβητεί τον ρόλο του Παραλήπτη - Διαχειριστή ως εκπρόσωπου της εταιρείας Diagoras Centre Point Limited και ότι ως εκ της θέσης του έχει δικαίωμα να εκποιήσει ακίνητα, στο συγκεκριμένο κτίριο, που ανήκουν στη εταιρεία Diagoras. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα ακίνητα στο συγκεκριμένο κτίριο ανήκουν στην Εταιρεία και αυτός είναι ο λόγος που καταχωρίστηκε η υπό κρίση αγωγή συνοδευόμενη με αίτηση για την έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων. Κατά τη δική του άποψη, λόγω των ενεργειών του Παραλήπτη – Διαχειριστή, η Ενάγουσα Εταιρεία απώλεσε ένα σημαντικό εισόδημα, γεγονός που την καθήλωσε οικονομικά, ενώ έχει καταστεί εξαιρετικά δύσκολο να ανευρεθεί ενοικιαστής για το συγκεκριμένο ακίνητο. Υποστηρίζει ότι ακόμα και αν εξευρεθεί ενοικιαστής, το ενοίκιο που θα εξασφαλιστεί πιθανό να είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό που λάμβανε η Ενάγουσα Εταιρεία από τον προηγούμενη ενοικιαστή. Εισηγείται ότι υπάρχει πολύ καλός λόγος για αποδοχή του αιτήματός του για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.

 

Η συγκεκριμένη αίτηση αντιμετωπίστηκε με ένσταση στην οποία καταγράφηκαν δεκαεπτά (17) λόγοι ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν πληρούνται προϋποθέσεις για την παραχώρηση άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αφού επιχειρείται ο σχολιασμός της μαρτυρίας και όχι εισαγωγή νέων ουσιαστικών γεγονότων. Ότι η προτιθέμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση δεν εμπεριέχει νέους ισχυρισμούς ή νέα στοιχεία ώστε να θεωρηθεί ότι αποκαλύπτονται πρόσθετα γεγονότα από αυτά που περιέχονται στην αρχική ένορκη δήλωση του διευθυντή της Ενάγουσας. Ότι το πραγματικό και/ή νομικό υπόβαθρο στο οποίο βασίζεται η αίτηση δεν δικαιολογεί την έκδοση του συγκεκριμένου διατάγματος. Ότι δεν αποκαλύπτεται καλός λόγος ώστε να επιτραπεί καταχώριση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Ότι η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αποσκοπεί στην επανάληψη των ισχυρισμών και στην εισαγωγή επιχειρηματολογίας προς αντίκρουση των ισχυρισμών που προβάλλονται στην αρχική ένορκη δήλωση του Παραλήπτη - Διαχειριστή. Ότι δεν αποκαλύπτεται ανάγκη καταχώρισης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προς επίλυση των επιδίκων ζητημάτων και δεν εξυπηρετούνται οι σκοποί της ορθής απονομής της δικαιοσύνης με τη συγκεκριμένη συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Ότι στην περίπτωση που δοθεί άδεια για την καταχώριση υπάρχει σοβαρός και ορατός κίνδυνος να παρεκτραπεί η διαδικασία και το Δικαστήριο να αναγκαστεί να αξιολογήσει μαρτυρία σε ζητήματα που αφορούν την ουσία της διαφοράς. Ότι οι ισχυρισμοί και τα τεκμήρια που επιχειρούνται να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου δημιουργούν περαιτέρω σύγχυση, ενώ απαντούν τους ισχυρισμούς που περιέχονται στην ένορκη δήλωση του Παραλήπτη - Διαχειριστή απλά απορρίπτοντας την εκδοχή του και επαναλαμβάνοντας τις αρχικές θέσεις και επιχειρήματα των Εναγόντων. Ότι η αίτηση έγινε με μεγάλη καθυστέρηση, αφού καταχωρίστηκε έναν ολόκληρο χρόνο μετά την καταχώριση της αίτησης για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων στις 25/10/2021 και 10 πλέον μήνες μετά την καταχώριση της ένστασης του Καθ' ου η Αίτηση στην αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Ότι η αίτηση είναι κακόπιστη και προωθείται καταχρηστικά με απώτερο στόχο την παραπλάνηση του Δικαστηρίου αφού γίνεται απόπειρα εισαγωγής ανεπίτρεπτης και μη αποδεκτής μαρτυρίας. Ότι είναι εκδικητική ή/και καταχρηστική ή/και καταχωρίστηκε για σκοπούς πρόκλησης καθυστέρησης ή/και για σκοπούς εκτροχιασμού της διαδικασίας ή/και συνιστά καταφρόνηση ή/και κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου.

 

Η ένσταση βασίζεται στις Δ.35, Δ.38, Δ.39 θ.θ.1 και 2, Δ.48 θ.θ.1 – 3, 4(1), 4(2) και 5 – 13, Δ.58 και Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, στους κανόνες που διέπουν τέτοιου είδους αιτήσεις, στη νομολογία, στη νομοθεσία, στις εγγενείς και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, στην πρακτική του Δικαστηρίου, στο Κοινοδίκαιο και στις αρχές της επιείκειας.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατίθενται από τον Πέτρο Ιωαννίδη, Παραλήπτη - Διαχειριστή της εταιρείας Diagoras Centre Point Ltd, ο οποίος έχει προσωπική γνώση αυτών. Ισχυρίζεται ότι η αίτηση είναι κακόπιστη αλλά και πολύ καθυστερημένη αφού στις 25/10/2021 οι Ενάγοντες - Αιτητές καταχώρησαν την υπό κρίση αγωγή και την ίδια ημέρα καταχώρισαν μονομερή αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Η συγκεκριμένη αίτηση συνοδευόταν από ένορκη δήλωση του Μάριου Κρητικού αποτελούμενη από 100 σελίδες, συμπεριλαμβανομένων και των τεκμηρίων. Το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως η συγκεκριμένη αίτηση επιδοθεί. Ο ίδιος καταχώρησε ένσταση στην αίτηση ημερομηνίας 25/10/2021, στις 12/01/2022, η οποία συνοδευόταν από δική του ένορκη δήλωση σε σχέση με τα γεγονότα. Δέκα μήνες μετά την καταχώριση της συγκεκριμένης ένστασης και έναν χρόνο μετά την καταχώριση της αίτησης οι Ενάγοντες - Αιτητές καταχώρισαν την υπό κρίση αίτηση.

 

Προωθεί τη θέση ότι η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης από τους Ενάγοντες - Αιτητές δεν μπορεί να επιτραπεί γιατί, από μια απλή ανάγνωση της προτιθέμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, προκύπτει ότι ο Ομνύοντας στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση σχολιάζει, επιχειρηματολογεί γενικά και αόριστα και απλά απορρίπτει τις δικές του θέσεις. Οι ισχυρισμοί, ως καταγράφονται και περιέχονται στο προσχέδιο της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, συνιστούν ζητήματα άσχετα, μη ουσιώδη και μη αναγκαία για την εκδίκαση της αιτήσεως ημερομηνίας 25/10/2021. Υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη αίτηση προωθείται κακόπιστα γιατί οι Ενάγοντες - Αιτητές ουσιαστικά επιδιώκουν την καθυστέρηση της εκδίκασης της αίτησης ημερομηνίας 25/10/2021. Αποδοχή του αιτήματος τους, είναι η δική του εισήγηση, πιθανόν να εκτροχιάσει αχρείαστα τη διαδικασία σε σχέση με την αίτηση ημερομηνίας 25/10/21, γιατί η διαδικασία θα επεκταθεί σε ανάλυση γεγονότων και θέσεων που δεν δύνανται να εξεταστούν στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αίτησης.

 

Ισχυρίζεται ότι τα όσα καταγράφονται στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση ήταν γνωστά από την αρχή στους Ενάγοντες - Αιτητές και παρά το γεγονός αυτό επέλεξαν να μην τα συμπεριλάβουν στην αρχική ένορκη δήλωση. Απλή ανάγνωση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στις παραγράφους 1, 2, 3, 6 και 7 ο Ομνύοντας επαναλαμβάνει τις αρχικές του θέσεις χωρίς να παραθέτει οτιδήποτε νέο, ενώ παράλληλα σχολιάζει και αρνείται τις θέσεις του Ομνύοντα στην ένσταση. Όσον αφορά τις παραγράφους 4 και 5 της προτιθέμενης ένορκης δήλωσης, προωθεί τη θέση ότι η αγωγή έχει καταχωρηθεί πρόωρα, αφού κατά τον χρόνο της καταχώρισης οι ενοικιαστές του επίδικου ακίνητου κατείχαν και ενοικίαζαν το συγκεκριμένο ακίνητο. Αναφορικά με την ημερομηνία παράδοσης κατοχής του επίδικου ακίνητου προωθεί τη θέση ότι δεν σχετίζεται με οποιονδήποτε τρόπο με τα επίδικα θέματα της αγωγής, αλλά ούτε και της ενδιάμεσης διαδικασίας και δεν μπορεί να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απόφαση κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των ενδιάμεσων διαταγμάτων.

 

Καταλήγει, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραχώρηση άδειας καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης και ότι οι πλείστοι ισχυρισμοί, που η πλευρά των Αιτητών επιχειρεί να εισάγει, ήταν σε γνώση τους κατά τη σύνταξη της αίτησης ημερομηνίας 25/10/2021, την οποία καταχώρισαν μονομερώς και στην οποία είχαν καθήκον πλήρους αποκάλυψης.

 

Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις με γραπτές αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων το Δικαστήριο είναι υπόψη του Δικαστηρίου και θα αναφερθεί σ’ αυτό όπου το κρίνει απαραίτητο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η Δ.48 θ.4(2) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, όπως τροποποιήθηκε το 1999, διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

 

« Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο να επιτρέψει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.».

 

Ανάγνωση της συγκεκριμένης δικονομικής πρόνοιας οδηγεί στο αναπόδραστο συμπέρασμα ότι πέραν της αρχικής ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Αίτηση δια κλήσεως ή την Ειδοποίηση Πρόθεσης Ένστασης, το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Ήτοι, δίδεται στο Δικαστήριο διακριτική ευχέρεια, στην περίπτωση που καταδειχθεί «καλός λόγος» από τον διάδικο που το ζητά, όπως παράσχει άδεια για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Η εξουσία, επομένως, η οποία προβλέπεται από τη Δ.48 θ.4(2) είναι διακριτικής φύσεως και ασκείται στη βάση των γεγονότων που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου και τα οποία θα πρέπει να αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα για την παροχή της αιτούμενης άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση, στο πλαίσιο αυτό, του τι είναι δίκαιο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης. 

 

Τι συνιστά «καλό λόγο» έχει ερμηνευθεί στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μαρία Κόκκινου v. Κυριάκου Κόκκινου (2016) 1 Α.Α.Δ. 2523, στην οποία επισημάνθηκε ότι:

 

« «καλός λόγος» προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.».

 

Καθοδηγητικά είναι επίσης και τα όσα καταγράφονται επί του θέματος από τον έντιμο κ. Ναθαναήλ, Π.Ε.Δ., όπως ήταν τότε, στην υπόθεση Mathew Shaw κ.ά. ν. Depha Investment Bank Ltd Αρ. Αγ. 8869/05, ημερ. 28/02/2007:

 

« Στόχος της αναμόρφωσης του θ.4 της Δ.48 με την Κ.Δ.Π. 5/99 ημερομηνίας 23/12/99, ήταν να αποφευχθούν τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την ερμηνεία που δόθηκε στον προηγούμενο θεσμό από νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ...

Προσεκτική ανάγνωση και εξέταση του νέου θεσμού δείχνει, με αναφορά και στα όσα καταγράφονται στην παρ. 1 του θ.4, ότι στόχος της καταχώρισης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων είναι η ολοκληρωμένη παρουσίαση της αίτησης ή της ένστασης αντίστοιχα ώστε αυτή να οδηγηθεί σε ακρόαση επί του πλήρους φάσματος της διαφοράς. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να αποτελέσει καλό λόγο για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αν ο αιτητής εύλογα αισθάνεται μετά από την καταχώριση της ένστασης, ότι πρέπει να προσθέσει στα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση του, ώστε να έχει δυνατότητα επιτυχίας. Άλλη περίπτωση είναι όπου το Δικαστήριο επί μονομερούς αιτήσεως, συνήθως για απαγορευτικό διάταγμα, εγείρει ερωτηματικά ως προς ορισμένα προαπαιτούμενα της έκδοσης απαγορευτικού διατάγματος, οπότε και ο αιτητής δυνατόν να ζητήσει από το Δικαστήριο πριν την τελειωτική εξέταση και απόφαση επί της αιτήσεως του, την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ώστε να προσθέσει διάφορους ισχυρισμούς και γεγονότα που έχουν σχέση είτε με το επείγον του χρόνου είτε τη γνώση από πλευράς του αιτητή των γεγονότων που οδήγησαν στην διαφορά κ.τ.λ».

 

Σχετικό είναι και το σκεπτικό της απόφασης στην υπόθεση A. Messios & Sons Ltd κ.ά ν. Ανδρέα Λεωνίδα (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 195, η οποία αφορούσε αίτημα το οποίο υποβλήθηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για επαναφορά έφεσης η οποία είχε απορριφθεί λόγω μη προώθησής της. Τονίστηκαν τα εξής σχετικά και διαφωτιστικά για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου αναφορικά με το ζήτημα της παραχώρησης άδειας καταχώρισης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Στην σελίδα 199 διαβάζονται τα εξής:

 

« Μελετήσαμε με προσοχή τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των εισηγήσεων των δύο πλευρών. Θεωρούμε ότι η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο από τις σχετικές δικονομικές πρόνοιες, είναι ορθό και δίκαιο να ασκηθεί, στην προκείμενη περίπτωση υπέρ των εφεσειόντων-αιτητών. Κατά την εκτίμηση μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις  για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ΄ ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά την κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες-αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων.».

 

  

Η παραχώρηση βέβαια άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, όπως έχει κατ’ επανάληψη υποδειχθεί από τη νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων, θα πρέπει πάντα να κρίνεται σε συνάρτηση με τη φύση και τις ανάγκες της συγκεκριμένης, κάθε φορά, διαδικασίας. Ως έχει επιβεβαιωθεί στην Κώστα ν. Κώστα (2003) 1 Α.Α.Δ. 269, ο «καλός λόγος» είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη φύση της ενδιάμεσης αίτησης, ως επίσης με το είδος των θεραπειών που αυτή επιδιώκει. 

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για παραχώρηση άδειας για συμπληρωματική ένορκη δήλωση ασκείται με βάση γεγονότα τα οποία τίθενται ενώπιόν του. Σημαντικός παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς διαμόρφωσης της κρίσης του Δικαστηρίου είναι η φύση και οι ανάγκες της διαδικασίας, την οποία η συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιδιώκει να εξυπηρετήσει. 

 

Είναι ζήτημα των εκάστοτε περιστάσεων σε συνάρτηση και με τη φύση της συγκεκριμένης διαδικασίας, στα πλαίσια της οποίας επιχειρείται να καταχωρηθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Στην υπόθεση Recnex Trading Ltd v. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ (2014) 1A Α.Α.Δ. 866, αναφέρθηκε ότι ζητήματα αμφισβητούμενα θα πρέπει να αφήνονται να ακουστούν κατά την εκδίκαση της ουσίας, ενώ το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφεύγει να προβαίνει σε τελικά συμπεράσματα τα οποία δυνατόν να παραβλάψουν τα δικαιώματα των διαδίκων.

 

Η υπό κρίση αίτηση θα εξεταστεί και θα κριθεί έχοντας κατά νου τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές και μη λησμονώντας ότι η αίτηση για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ημερ. 25/10/2021, είχε καταχωριστεί, από τους Ενάγοντες – Αιτητές, μονομερώς και κατέστη δια κλήσεως αφού δόθηκαν οδηγίες από το Δικαστήριο όπως επιδοθεί. Η ορθή διάσταση της υποχρέωσης πλήρους αποκάλυψης σε μονομερείς αιτήσεις αναπτύχθηκε από τον Πική, Π., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co. Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 597. Σε πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση INVESTAR SPC LTD v. INVESTAR INVESTMENTS LTD Πολ. Εφ. Ε50/21 ημερ. 15/02/2024 καταγράφεται ότι υπάρχει μια χαλάρωση στον συγκεκριμένο κανόνα όταν η αίτηση καθίσταται δια κλήσεως. Οπόταν, η συγκεκριμένη εισήγηση του Καθ΄ου η αίτηση, η οποία σχετίζεται με την υποχρέωση αποκάλυψης όλων των γεγονότων κατά το στάδιο της καταχώρισης της αίτησης για έκδοση των διαταγμάτων μονομερώς, δεν είναι βάσιμη.

 

Θα πρέπει να εξεταστεί πρώτον, κατά πόσον οι Ενάγοντες - Αιτητές επιδιώκουν να συμπληρώσουν ηθελημένα κενά στην αρχική ένορκη δήλωση που συνόδευσε την αίτηση για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων ή να αλλοιώσει την εικόνα που αρχικά δόθηκε στο Δικαστήριο. Δεύτερον, κατά πόσο οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί.

 

Για τους σκοπούς της εξέτασης της παρούσας Αίτησης το Δικαστήριο έχει λάβει υπόψην του τα επιχειρήματα των ευπαιδεύτων δικηγόρων τα οποία έχουν εκτεθεί, με τρόπο υποβοηθητικό προς το Δικαστήριο, μέσω των γραπτών τους αγορεύσεων.

 

Αναγιγνώσκοντας, το Δικαστήριο, την προτιθέμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση διαπιστώνει ότι το περιεχόμενο της δεν διαφοροποιείται από το περιεχόμενο της αρχικής ένορκης δήλωσης του Μάριου Κρητικού που συνοδεύει την αίτηση, ενώ το Τεκμήριο που επιχειρείται να κατατεθεί, Τεκμήριο ΑΓ, συνιστά την υλοποίηση των όσων καταγράφονται στο Τεκμήριο ΑΒ που συνοδεύει την αρχική ένορκη δήλωσή του. Δεν φαίνεται να τίθεται οποιοδήποτε καινούριο γεγονός με την προτιθέμενη ένορκη δήλωση, αλλά διαπιστώνεται η επανάληψη του περιεχομένου της αρχικής ένορκης δήλωσης ημερ. 25/10/2021.

 

Το πλαίσιο και το εύρος που μπορεί να προσλάβει η διαδικασία για προσωρινό διάταγμα έχει κατ' επανάληψη προσδιοριστεί από τη νομολογία. Δεδομένο είναι άλλωστε το επίπεδο απόδειξης που υπάρχει σ’ όλα τα στάδια της αίτησης για εξασφάλιση ενδιάμεσου απαγορευτικού διατάγματος. Ως προκύπτει από τη νομολογία, είναι περιορισμένο το έργο του Δικαστηρίου σε αιτήσεις έκδοσης τέτοιων διαταγμάτων αφού το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια με βάση τη μαρτυρία που τίθεται ενώπιον του, χωρίς να προβαίνει σε αξιολόγηση και κατάληξη σε ευρήματα και τελικά συμπεράσματα. Στην υπόθεση Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 στην οποία υιοθετήθηκε το σκεπτικό της υπόθεσης Jonitexo Ltd vAdidas (1984) 1 C.L.R. 263, υποδείχθηκε ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης. Ούτως ή άλλως εμποδίζεται από το να προβεί σε τελικά ευρήματα και συμπεράσματα σε σχέση με τα γεγονότα, που αφήνονται να εξεταστούν κατά την επίλυση της ουσίας της διαφοράς μεταξύ των δύο πλευρών.

 

Η παράθεση γεγονότων ή και η επανάληψή τους σε διαδικασίες ως η υπό συζήτηση, από μόνη της, δεν φαίνεται να τεκμηριώνει καλό λόγο για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Ούτε η «απάντηση» στις προβαλλόμενες θέσεις της άλλης πλευράς, μπορεί από μόνη της να λειτουργήσει υποστηρικτικά σε αίτημα όπως το υπό συζήτηση. Άλλωστε, στον σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό (Δ.48 θ.4(2)) δεν προβλέπεται η δυνατότητα καταχώρισης απαντητικής ένορκης δήλωσης, παρά μόνον συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης υπό την προϋπόθεση τεκμηρίωσης «καλού λόγου». Μια τέτοια «απάντηση» θα πρέπει πάντα να σκοπεί στη συμπλήρωση τέτοιων γεγονότων και στοιχείων που ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης πραγματικά και ουσιαστικά να απασχολούν και ως εκ τούτου θα πρέπει να τεθούν υπόψη του Δικαστηρίου κατά την εξέταση της. Είναι γι' αυτό το λόγο που, με δεδομένο το περιορισμένο αντικείμενο της ενδιάμεσης διαδικασίας, η καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, κατά τρόπο που μέσω της να απαντώνται προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της άλλης πλευράς ή να προσάγεται πρόσθετη μαρτυρία, δεν είναι επιθυμητή, σύμφωνα και με το Halsbury's Laws of England, 4η έκδ., Τομ. 24, σελ. 519, παρ. 972, υπό τον τίτλο «No fresh evidence after motion opened». Όπως έχει υποδειχθεί στην υπόθεση T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 Α.Α.Δ. 1802, η διαδικασία της εκδίκασης προσωρινών διαταγμάτων δεν πρέπει να γίνεται «απαραδέκτως πολύπλοκη και μακρά».

 

Προβάλλεται από τον Καθ΄ου η αίτηση το ζήτημα της καθυστέρησης στην προώθηση της υπό συζήτηση αίτησης, το οποίο θα οδηγήσει στην πρόκληση καθυστέρησης στην εκδίκαση της αίτησης ημερ. 25/10/2021, εκτροχιάζοντας τη διαδικασία. Έχει κατ΄ επανάληψη υποδειχθεί από τη νομολογία ότι ο παράγοντας του χρόνου έχει τη δική του σημασία, ακόμα και στις περιπτώσεις που μια αίτηση προωθείται εξ΄ αρχής δια κλήσεως ή μετατρέπεται ως τέτοια στην πορεία μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου. Με δεδομένο άλλωστε ότι η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων είναι θεραπεία του Δικαίου της Επιείκειας, η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση μιας τέτοιας αίτησης λαμβάνεται σοβαρά υπόψη και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη της αίτησης (βλ. Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 788 και Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Αντώνη Κλεάνθους (2013) 1 Α.Α.Δ. 158).

 

Λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος που έχει διαρρεύσει από την καταχώρηση της ένστασης στην αίτηση ημερ. 25/10/2021 μέχρι την καταχώριση της αίτησης για εξασφάλιση άδειας καταχώρισης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης εκ μέρους των Εναγόντων – Αιτητών που ανέρχεται στους εννέα (9) περίπου μήνες, αφού η ένσταση καταχωρίστηκε στις 12/01/2022 και η υπό κρίση αίτηση στις 13/10/2022. Επίσης, λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός χρόνος που έχει διαρρεύσει από την καταχώρηση της αίτησης ημερομηνίας 25/10/2021 μέχρι σήμερα, δυόμιση σχεδόν χρόνια. Η παρατηρηθείσα καθυστέρηση, υπό το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν την υπό συζήτηση περίπτωση, είναι κατά συντριπτικό τρόπο αδικαιολόγητη και είναι δυνάμενη να οδηγήσει στην απόρριψη της υπό εξέταση αίτησης. Δεν δικαιολογείται επίσης η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας στο βαθμό που διαπιστώνεται ότι ζητήματα στα οποία γίνεται αναφορά στην προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση δεν αποτελούν περαιτέρω και αναγκαία επεξήγηση ή διευκρίνιση για σκοπούς πληρέστερης, ολοκληρωμένης και σφαιρικής παρουσίασης των γεγονότων, τέτοιων που θα ήταν χρήσιμες, αναγκαίες ή θα συνέδραμαν το έργο του Δικαστηρίου στο πλαίσιο αίτησης ημερ. 25/10/2021. Έχοντας κατά νουν τις καλά καθιερωμένες αρχές επί του ζητήματος, δεν φαίνεται εκ των πραγμάτων η σκοπούμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση να εξυπηρετεί τον στόχο και τον σκοπό που μπορεί να επιτελέσει σε διαδικασία του συγκεκριμένου είδους και ως εκ τούτου δεν φαίνεται να δικαιολογείται η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η παροχή άδειας στους Ενάγοντες να καταχωρήσουν Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση, ως το προσχέδιο που επισυνάπτεται και συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση.

 

Τα έξοδα που προκλήθηκαν από την υπό κρίση αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του Εναγόμενου και εναντίον των Εναγόντων. Θα είναι καταβλητέα μετά την εκδίκαση της αίτησης ημερ. 25/10/2021.

 

(Υπ.) ……………………………………

Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο